Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010CN0289

    Υπόθεση C-289/10 P: Αναίρεση που άσκησε στις 10 Ιουνίου 2010 η European Dynamics SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 19 Μαρτίου 2010 στην υπόθεση T-50/05, Ευρωπαϊκή Δυναμική — Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής ΑΕ κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    ΕΕ C 246 της 11.9.2010, p. 20–21 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    11.9.2010   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 246/20


    Αναίρεση που άσκησε στις 10 Ιουνίου 2010 η European Dynamics SA κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) στις 19 Μαρτίου 2010 στην υπόθεση T-50/05, Ευρωπαϊκή Δυναμική — Προηγμένα Συστήματα Τηλεπικοινωνιών Πληροφορικής και Τηλεματικής ΑΕ κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής

    (Υπόθεση C-289/10 P)

    ()

    2010/C 246/35

    Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείουσα: European Dynamics SA (εκπρόσωπος: Ν. Κορογιαννάκης, δικηγόρος)

    Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα της αναιρεσείουσας

    Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:

    να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου

    να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής (Γενική Διεύθυνση: Φορολογία και Τελωνειακή Ένωση) περί απορρίψεως της προσφοράς της αναιρεσείουσας, η οποία υποβλήθηκε στο πλαίσιο του διαγωνισμού TAXUD/2004/AO-004 με αντικείμενο σύμβαση για τις «προδιαγραφές, ανάπτυξη, συντήρηση και υποστήριξη τηλεματικών συστημάτων ελέγχου της κυκλοφορίας προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σύμφωνα με το καθεστώς αναστολής των φόρων αυτών (EMCS-DEV)», και αναθέσεως του αντικειμένου της συμβάσεως σε άλλο διαγωνιζόμενο·

    να υποχρεώσει την Επιτροπή να καταβάλει τα δικαστικά και λοιπά έξοδα στα οποία υποβλήθηκε η αναιρεσείουσα σε σχέση με την πρωτοβάθμια δίκη, ακόμη και αν η υπό κρίση αναίρεση απορριφθεί, καθώς και τα αφορώντα την κατ’ αναίρεση δίκη σε περίπτωση που γίνει δεκτή η υπό κρίση αναίρεση.

    Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα

    Η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί για τους ακόλουθους λόγους:

     

    Πρώτον, διότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, διότι ερμήνευσε εσφαλμένα το άρθρο 89, παράγραφος 1, του δημοσιονομικού κανονισμού και τις αρχές της ίσης μεταχειρίσεως, της απαγορεύσεως των διακρίσεων, της διαφάνειας και της ελευθερίας του ανταγωνισμού, απορρίπτοντας τον ισχυρισμό της αναιρεσείουσας ότι δεν τέθηκαν στη διάθεσή της δύο ειδών τεχνικές πληροφορίες που ήσαν απαραίτητες για την κατάρτιση των προσφορών στο πλαίσιο της επίμαχης συμβάσεως, δηλαδή, οι ακριβείς προδιαγραφές του EMCS, ο πηγαίος κώδικας, τα σχέδια και η τεχνική τεκμηρίωση για το νέο μηχανογραφημένο σύστημα διαμετακομίσεως (NCTS).

     

    Δεύτερον, η αναιρεσείουσα υποστηρίζει ότι το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο, διότι αποφάνθηκε ότι η αιτιολογία της αποφάσεως της Επιτροπής παρείχε στην αναιρεσείουσα τη δυνατότητα να ασκήσει τα δικαιώματά της. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε διότι εκτίμησε ότι η ΓΔ TAXUD κοινοποίησε στην αναιρεσείουσα επαρκή στοιχεία, τα οποία της παρείχαν τη δυνατότητα «να ασκήσει τα δικαιώματά της και στο Γενικό Δικαστήριο να ασκήσει τον έλεγχό του».

     

    Τρίτον, το Γενικό Δικαστήριο έσφαλε με τις σκέψεις 102-116 της αποφάσεώς του διότι έκρινε ότι η αναιρεσείουσα δεν απέδειξε τον ισχυρισμό της σχετικά με τον «ασαφή και υποκειμενικό» χαρακτήρα των κριτηρίων αναθέσεως. Η αναιρεσείουσα φρονεί, ιδίως υπό το πρίσμα της πλήρους αβεβαιότητας ως προς την έκταση τως εργασιών και το ενδεχόμενο επαναχρησιμοποιήσεως του ζητούμενου από την αναθέτουσα αρχή EMCS ότι συντρέχει περίπτωση παραβάσεως του άρθρου 97, παράγραφος 1, του δημοσιονομικού κανονισμού και του άρθρου 17, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/50 (1).

     

    Τέλος, η αναιρεσείουσα φρονεί ότι το Γενικό Δικαστήριο προφανώς υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κρίνοντας, όσον αφορά τον ισχυρισμό περί προδήλου πλάνης εκτιμήσεως, ότι η αναιρεσείουσα περιορίστηκε σε γενικούς ισχυρισμούς και, ως εκ τούτου, δεν απέδειξε αν, και με ποιον τρόπο, τα υποτιθέμενα σφάλματα επηρέασαν το τελικό αποτέλεσμα της αξιολογήσεως της προσφοράς.


    (1)  Οδηγία 92/50/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για το συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών (ΕΕ L 209, 24.07.1992, σ. 1).


    Top