Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008IE1526

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Η Οικονομία της ΕΕ: Απολογισμός του 2007 — Επέκταση των συνόρων της παραγωγικότητας στην Ευρώπη

    ΕΕ C 77 της 31.3.2009, p. 131–138 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    31.3.2009   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 77/131


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Η Οικονομία της ΕΕ: Απολογισμός του 2007 — Επέκταση των συνόρων της παραγωγικότητας στην Ευρώπη»

    (2009/C 77/28)

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε στις 17 Ιανουαρίου 2007, σύμφωνα με το άρθρο 29, παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

    «Η Οικονομία της ΕΕ: Απολογισμός του 2007 — Επέκταση των συνόρων της παραγωγικότητας στην Ευρώπη» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας).

    Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και νομισματική ένωση, οικονομική και κοινωνική συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Ιουνίου 2008 με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Morgan.

    Κατά την 447η σύνοδο ολομέλειάς της, της 17ης και 18ης Σεπτεμβρίου 2008 (συνεδρίαση της 18ης Σεπτεμβρίου 2008), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 108 ψήφους υπέρ, 4 κατά και 5 αποχές:

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1

    H παρούσα γνωμοδότηση αποτελεί την τελευταία σε μία σειρά γνωμοδοτήσεων, τις οποίες κατήρτισε η ΕΟΚΕ επί ζητημάτων οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ. Βασίζεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής [COM(2007) 721 τελικό] με τίτλο: «Η Οικονομία της ΕΕ: Απολογισμός του 2007Επέκταση των συνόρων της παραγωγικότητας στην Ευρώπη».

    1.2

    Ο Απολογισμός του 2007 ξεκινά με την διαπίστωση ότι, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια από τις πιο προηγμένες και παραγωγικές οικονομίες του κόσμου, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική απόσταση ανάμεσα στο βιοτικό επίπεδο —όπως καταγράφεται μέσω του ΑΕγχΠ— της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών, της πιο προηγμένης οικονομίας του κόσμου. Η αιτία του προβλήματος εντοπίζεται στην απόκλιση που παρουσίασε η εξέλιξη της παραγωγικότητας σε πολλούς βιομηχανικούς κλάδους και κράτη μέλη.

    1.3

    Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία για τις ΗΠΑ συνιστούν ένα χρήσιμο κριτήριο για τον υπολογισμό των σχετικών επιδόσεων των κρατών μελών, η γνωμοδότηση εστιάζει σε συγκρίσεις μεταξύ κρατών μελών της ΕΕ. Παράγοντες, όπως τα κοινωνικά πρότυπα, το ωράριο εργασίας και το ποσοστό συμμετοχής στο χώρο εργασίας επηρεάζουν τις διατλαντικές συγκρίσεις, τα ζητήματα εντούτοις αυτά δεν περιλαμβάνονται στο αντικείμενο της οδηγίας, της οποίας το ζητούμενο είναι απλά και μόνον ο λόγος για τον οποίο ορισμένα κράτη της ΕΕ δημιουργούν περισσότερο πλούτο και περισσότερες θέσεις απασχόλησης από άλλα.

    1.4

    Η κεντρική ιδέα της ανακοίνωσης της Επιτροπής είναι ότι η εφαρμογή της ατζέντας της Λισσαβώνας θα βοηθήσει τα κράτη μέλη να αυξήσουν ταυτόχρονα τόσο την απασχόληση, όσο και τον πλούτο. Πολλές καίριες πολιτικές μπορούν να συμβάλλουν σε μεγάλο βαθμό, οφείλουν δε να αποσκοπούν στα ακόλουθα:

    Προώθηση υψηλότερων επιπέδων επένδυσης σε Ε&Α

    Ανάπτυξη ερευνητικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων διεθνούς κύρους, τα οποία θα εργάζονται σε στενή συνεργασία με τη βιομηχανία

    Θέσπιση μιας απόλυτα λειτουργικής, ανοιχτής και ανταγωνιστικής ενιαίας αγοράς

    Προώθηση μίας ολοκληρωμένης προσέγγισης για την ενίσχυση τόσο της ασφάλειας, όσο και της ευελιξίας στην αγορά εργασίας (η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η προσέγγιση αυτή απαιτεί διαπραγμάτευση με τους κοινωνικούς εταίρους)

    Βελτίωση της ποιότητας των δημοσίων οικονομικών.

    1.5

    Οι πολιτικές αυτές καθίστανται ακόμα πιο επίκαιρες υπό το πρίσμα των αλλαγών στην παγκόσμια οικονομία οι οποίες εμφανίστηκαν μετά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας το 2000. Οι νέες προκλήσεις δεν περιλαμβάνουν μόνο την παρούσα οικονομική κρίση, αλλά και το ισοζύγιο προσφοράς-ζήτησης για ορυκτά καύσιμα, τα αποδεικτικά στοιχεία της αλλαγής του κλίματος, τις αυξανόμενες ελλείψεις τροφίμων και γενικά τη διαρκώς αυξανόμενη ζήτηση για εμπορεύματα. Τα ζητήματα αυτά καθιστούν τις επενδύσεις σε Ε&Α και την έρευνα σε παγκόσμια κλίμακα ακόμη πιο ζωτικής σημασίας. Τονίζουν την ανάγκη για μια ανταγωνιστική ενιαία αγορά που να υποστηρίζεται από αποτελεσματικές διατάξεις για ευελιξία με ασφάλεια στην αγορά εργασίας και υψηλής ποιότητας δημόσια οικονομικά.

    1.6

    Οι μακροοικονομικοί παράγοντες τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και από την πλευρά της προσφοράς αποτέλεσαν αντικείμενο ενδελεχούς συζήτησης στις παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα την οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ, οι οποίες παρουσιάζονται στην εισαγωγή, στην οποία η ΕΟΚΕ τονίζει ότι τα μέτρα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας από την πλευρά της προσφοράς πρέπει να συνοδεύονται από ένα μακροοικονομικό μείγμα πολιτικής που να ενισχύει τα εισοδήματα, τη ζήτηση και την απασχόληση. Στόχος της παρούσας γνωμοδότησης είναι να προβληθεί το γεγονός ότι, ανεξάρτητα από τους παράγοντες της ζήτησης, υφίσταται μία σημαντική αντιστοιχία μεταξύ των μεταρρυθμίσεων από την πλευρά της προσφοράς, στο πλαίσιο της ατζέντας της Λισσαβώνας, και της αύξησης του ΑΕΠ.

    1.7

    Στον πρόσφατα δημοσιευθέντα Βαθμολογικό Πίνακα της Λισσαβώνας για το 2007 (1) οι 7, κατά σειρά, πρώτες χώρες είναι οι εξής: Δανία*, Σουηδία*, Αυστρία*, Κάτω Χώρες*, Φινλανδία*, Ιρλανδία* και Ηνωμένο Βασίλειο* ενώ έπονται η Γερμανία και η Γαλλία (2). Από τα νέα κράτη μέλη προηγούνται η Σλοβενία* και η Εσθονία*. Τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη των 15 κατέχουν η Ισπανία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιταλία. Συνολικά, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία και η Εσθονία διακρίνονται για την αποτελεσματική εφαρμογή της ατζέντας της Λισσαβώνας. Η Ελλάδα και η Ιταλία κρίνονται ως οι πιο αναποτελεσματικές. Πως όμως η ορθή εφαρμογή του προγράμματος της Λισσαβώνας επηρεάζει την παραγωγικότητα και την απασχόληση;

    1.8

    Αν και υπάρχουν πολλοί άλλοι σχετικοί παράγοντες, το συμπέρασμα που μπορεί να αντληθεί από την ανάλυση στην παρούσα γνωμοδότηση είναι ότι υφίσταται πράγματι μία στενή αντιστοιχία μεταξύ της εφαρμογής του προγράμματος της Λισσαβώνας και της προόδου που σημειώνει η αύξηση της απασχόλησης και το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ. Κατά γενικές γραμμές ευσταθεί και το αντίστροφο, δεδομένου ότι οι χώρες εκείνες, οι οποίες δεν υλοποιούν τις μεταρρυθμίσεις της Λισσαβώνας, τείνουν να παρουσιάζουν μειωμένες επιδόσεις. Με βάση τη διαπίστωση αυτή, η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να υλοποιήσουν το πλήρες πρόγραμμα της Λισσαβώνας κατά το συντομότερο δυνατόν.

    1.9

    Πρέπει να τονιστεί η σημασία κάθε στοιχείου του προγράμματος. Η ΕΟΚΕ αναμένει εναγωνίως να πραγματοποιηθούν μεγαλύτερες επενδύσεις στη γνώση, την εκπαίδευση και την Ε&Α. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ανταγωνισμός λειτουργεί ως κίνητρο για την καινοτομία, και συνεπώς οι οικονομίες της ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό για να ανταποκριθούν στις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης. Η αναδιάταξη των συντελεστών της παραγωγής από παρακμάζουσες βιομηχανίες και τομείς σε αναδυόμενες και ανθηρές βιομηχανίες και τομείς είναι απαραίτητη προκειμένου να μεγιστοποιηθεί η παραγωγικότητα των οικονομιών των κρατών μελών. Άλλωστε, αυτό σημαίνει ότι ένα κράτος μέλος δεσμεύει πόρους για ευελιξία με ασφάλεια. Τέλος, είναι σαφές ότι οι οικονομικές επιδόσεις των κρατών μελών εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την καλή διαχείριση των δημόσιων οικονομικών.

    1.10

    Στην γνωμοδότησή της, η οποία υποβλήθηκε τον Μάρτιο του 2000 στο Συμβούλιο της Λισσαβώνας (3), η ΕΟΚΕ επισήμανε ότι: «Έχουμε την πεποίθηση ότι στην Ευρώπη διαθέτουμε την απαιτούμενη καινοτομία, δημιουργικότητα και γνώση, καθώς και το απαιτούμενο επιχειρηματικό πνεύμα που θα μας επιτρέψει να διαπρέψουμε με βάση το νέο πρότυπο (δηλ. την Κοινωνία της Πληροφορίας). Πρέπει ωστόσο να αφήσουμε ελεύθερες τις ικανότητές μας. Τα εμπόδια πρέπει να αντικατασταθούν με ευκαιρίες. Οι κυρώσεις πρέπει να αντικατασταθούν με κίνητρα. Κατά την τελευταία δεκαετία οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες ελευθερώθηκαν. Τώρα απομένει να ελευθερώσουμε την ενεργητικότητα των ανδρών και των γυναικών της Ευρώπης.» Το 2008 απομένουν ακόμα πολλά που πρέπει να γίνουν, η ατζέντα της Λισσαβώνας συνιστά εντούτοις τη σωστή πορεία.

    2.   Εισαγωγή

    2.1

    H παρούσα γνωμοδότηση αποτελεί την τελευταία σε μία σειρά γνωμοδοτήσεων που κατήρτισε η ΕΟΚΕ, οι οποίες διαπραγματεύονται ζητήματα οικονομικής διακυβέρνησης στην ΕΕ. Καταρτίσθηκε ως απάντηση στην ανακοίνωση της Επιτροπής [COM(2007) 721 τελικό] με τίτλο «Η Οικονομία της ΕΕ: Απολογισμός του 2007Επέκταση των συνόρων της παραγωγικότητας στην Ευρώπη». Η προηγούμενη γνωμοδότηση, τον Σεπτέμβριο του 2007, αφορούσε την Επισκόπηση του 2006 — Ενίσχυση της ζώνης ευρώ: βασικές πολιτικές προτεραιότητες.

    2.2

    Στην παρούσα γνωμοδότηση η ΕΟΚΕ προβαίνει σε συσχετισμό της αύξησης της απασχόλησης στα κράτη μέλη και του κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ με τις διάφορες συστάσεις για τομείς πολιτικής, οι οποίες περιέχονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής. Από αυτήν την άποψη, διαφέρει μάλλον από τα συμπεράσματα της προηγούμενης γνωμοδότησης με θέμα την Επισκόπηση του 2006, όπου αναλύονταν οι εγχώριες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες και οι ανομοιογενείς πολιτικοί στόχοι, που καθορίζουν τις δράσεις των κρατών μελών.

    2.3

    Οι προγενέστερες γνωμοδοτήσεις, τον Οκτώβριο του 2006 (4) και τον Φεβρουάριο του 2006 (5) αντιστοίχως, αφορούσαν τους Γενικούς Προσανατολισμούς Οικονομικής Πολιτικής (ΓΠΟΠ) 2005-2008, ενώ το Μάρτιο του 2004 είχε εκπονηθεί γνωμοδότηση για τους Γενικούς Προσανατολισμούς Οικονομικής Πολιτικής 2003-2005 (6). Παρότι η ΕΟΚΕ έλαβε τις συστάσεις της Επιτροπής για τους ΓΠΟΠ 2008-2010, σημειώνει ότι δεν περιέχουν καμία αλλαγή σε σχέση με αυτούς για την περίοδο 2005-2008. Δεδομένου του προγενέστερου έργου της σε σχέση με τους ΓΠΟΠ, η ΕΟΚΕ αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ως βάση για την παρούσα γνωμοδότηση τον απολογισμό της οικονομίας της ΕΕ του 2007.

    2.4

    Τον Οκτώβριο του 2006, η ΕΟΚΕ εξέτασε τους κανόνες που επηρεάζουν τους βασικούς στόχους της σταθερότητας των τιμών, της ανάπτυξης και της απασχόλησης. Στην παρούσα γνωμοδότηση πρόκειται να εστιάσει περισσότερο στις πολιτικές, παρά στους κανόνες. Τον Φεβρουάριο του 2006, η ΕΟΚΕ δημοσίευσε την γνωμοδότησή της με θέμα τους ΓΠΟΠ 2005-2008. Παρά το ευρύ φάσμα που κάλυπτε, η γνωμοδότηση αυτή υιοθετούσε την ίδια πολιτική ατζέντα για την αύξηση της απασχόλησης και της παραγωγικότητας, η οποία αποτελεί τη βάση της παρούσας γνωμοδότησης. Σε αμφότερες τις γνωμοδοτήσεις αυτές, η ΕΟΚΕ λάμβανε υπόψη τους οικονομικούς παράγοντες που επηρεάζουν τη ζήτηση. Στην παρούσα γνωμοδότηση η ΕΟΚΕ εξετάζει τις προτάσεις της Επιτροπής για μεταρρυθμίσεις από την πλευρά της προσφοράς.

    2.5

    Εντούτοις, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι, παράλληλα με τα μέτρα για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας από την πλευρά της προσφοράς, πρέπει να εφαρμοστεί ένα μακροοικονομικό μείγμα πολιτικής που να ενισχύει τα εισοδήματα, τη ζήτηση και την απασχόληση. Η ΕΟΚΕ εξέτασε το θέμα του κατάλληλου μείγματος πολιτικής στην πάντα επίκαιρη γνωμοδότηση που εξέδωσε το Μάρτιο του 2004.

    2.6

    Το έγγραφο της Επιτροπής «Ευρωπαϊκή Οικονομία», αριθ. 8/2007 περιλαμβάνει την ανακοίνωση «Επέκταση των συνόρων της παραγωγικότητας στην Ευρώπη» καθώς επίσης και τέσσερα κεφάλαια που καλύπτουν συνολικά 149 σελίδες:

    1

    Τάσεις της παραγωγικότητας στην Ευρώπη: επιτέλους αλλαγή πορείας;

    2

    Εξέταση της παραγωγικότητας στο βιομηχανικό επίπεδο.

    3

    Υπάρχει στάθμιση μεταξύ παραγωγικότητας και απασχόλησης;

    4

    Πολιτικές για την επιδίωξη υψηλότερης παραγωγικότητας: μία άλλη θεώρηση.

    Η ΕΟΚΕ διαπιστώνει μετά λύπης της ότι οι συστάσεις της Επιτροπής για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας περιορίζονται στην πλευρά της προσφοράς.

    Η παρούσα γνωμοδότηση αξιολογεί τις πολιτικές που προτείνονται στο κεφάλαιο 4.

    3.   Κύρια σημεία της ανακοίνωσης της Επιτροπής

    3.1

    Ο Απολογισμός του 2007 ξεκινά με τη διαπίστωση ότι, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια από τις πιο προηγμένες και παραγωγικές οικονομίες του κόσμου, εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική απόσταση ανάμεσα στο βιοτικό επίπεδο —όπως καταγράφεται μέσω του ΑΕγχΠ— της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών, της πιο προηγμένης οικονομίας του κόσμου. Η αιτία του προβλήματος βρίσκεται στην απόκλιση που παρουσίασε η εξέλιξη της παραγωγικότητας σε πολλούς βιομηχανικούς κλάδους και κράτη μέλη.

    3.2

    Με την υιοθέτηση της Στρατηγικής της Λισσαβώνας το 2000, η ΕΕ απέδωσε ύψιστη σημασία στη βελτίωση των επιδόσεων της παραγωγικότητάς της, παράλληλα με την επίτευξη ισχυρής αύξησης της απασχόλησης. Κύρια στοιχεία της στρατηγικής αυτής ήταν η δημιουργία γνώσεων, η ενίσχυση των δυνάμεων του ανταγωνισμού και η προώθηση της ευελιξίας.

    3.3

    Η δημιουργία γνώσεων προϋποθέτει περισσότερες και καλύτερες επενδύσεις στην Ε&Α και στο ανθρώπινο δυναμικό. Η αποτελεσματικότητα και η οικονομική αποδοτικότητα της εκπαίδευσης πρέπει να διασφαλισθούν σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

    3.4

    Η τόνωση του ανταγωνισμού έχει καίρια σημασία τόσο για το επίπεδο, όσο και για το ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας. Εμπειρικές έρευνες επιβεβαιώνουν τα θετικά αποτελέσματα του ανοίγματος των αγορών στον ανταγωνισμό όχι μόνο για την παραγωγικότητα και την ανάπτυξη, αλλά και για την απασχόληση.

    3.5

    Απαιτείται μεγαλύτερη ευελιξία για την ομαλή προσαρμογή των δομών της παραγωγής στις απαιτήσεις μεγαλύτερης εξειδίκευσης και διαφοροποίησης σε νέους τομείς που προσφέρουν σχετικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Τα τελευταία χρόνια, τα κράτη μέλη έχουν λάβει μέτρα για τη διευκόλυνση της κινητικότητας των επιχειρήσεων και της εργασίας, αλλά απαιτούνται περισσότερες και εκτενέστερες ενέργειες.

    3.6

    Το συμπέρασμα είναι ότι απαιτείται μία αλλαγή «νοοτροπίας». Πολλές καίριες πολιτικές μπορούν να συμβάλλουν σημαντικά, θα πρέπει δε να αποσκοπούν στα ακόλουθα:

    Προώθηση υψηλότερων επιπέδων επένδυσης σε Ε&Α

    Ανάπτυξη ερευνητικών και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων διεθνούς κύρους, τα οποία θα συνεργάζονται στενά με τη βιομηχανία

    Θέσπιση μιας απόλυτα λειτουργικής, ανοιχτής και ανταγωνιστικής ενιαίας αγοράς

    Προώθηση μίας ολοκληρωμένης προσέγγισης για την ενίσχυση τόσο της ασφάλειας, όσο και της ευελιξίας στην αγορά εργασίας (Η ΕΟΚΕ τονίζει ότι η προσέγγιση αυτή απαιτεί διαπραγμάτευση με τους κοινωνικούς εταίρους)

    Βελτίωση της ποιότητας των δημοσίων οικονομικών.

    3.7

    Έχουν καταρριφθεί πολλές αντιλήψεις ευρείας αποδοχής: πρωτοπορία στον τομέα της τεχνολογίας δεν μπορούν να έχουν μόνον οι μεγάλες χώρες και οι μεγάλες επιχειρήσεις· το εμπόριο δεν είναι το κυριότερο μέσο για τη διάδοση της τεχνολογίας· οι μικρές χώρες μπορούν να κατέχουν ηγετική θέση σε ειδικευμένους τομείς· οι νέες τεχνολογίες συχνά εισάγονται από μικρές επιχειρήσεις· τα κυριότερα μέσα για τη διάδοση της τεχνολογίας είναι η διεθνής κινητικότητα των εργαζόμενων και η χρηματοδότηση.

    3.8

    Διαφαίνεται ευρεία συναίνεση για τους παράγοντες που περιορίζουν την αύξηση της παραγωγικότητας και τα μέτρα που απαιτούνται για την επιτάχυνσή της. Οι περιορισμοί στις αγορές εργασίας και προϊόντων, η έλλειψη ανοίγματος στις άμεσες ξένες επενδύσεις και οι φραγμοί στην πρόσβαση ή στη δημιουργία νέων τεχνολογιών και τη διάδοσή τους μπορούν να αποτελούν τροχοπέδη για την αύξηση της παραγωγικότητας σε βάθος χρόνου.

    3.9

    Δεδομένου ότι η επίτευξη αύξησης της παραγωγικότητας επηρεάζεται από την έξοδο από την αγορά των λιγότερο παραγωγικών μονάδων, οι πολιτικές που προωθούν την ανακατανομή των πόρων έχουν ιδιαίτερη σημασία. Εάν η αύξηση της παραγωγικότητας οδηγήσει σε υψηλότερα εισοδήματα, αναμένεται μία στροφή της καταναλωτικής ζήτησης προς της υπηρεσίες. Παρότι πολλοί τομείς υπηρεσιών παρουσιάζουν υψηλή προστιθέμενη αξία και παραγωγικότητα, η οικονομία θα είναι, σε μία τέτοια περίπτωση, σε θέση να δημιουργήσει επίσης νέες θέσεις εργασίας σε κλάδους με πραγματικά χαμηλή παραγωγικότητα.

    4.   Παραγωγικότητα και απασχόληση

    4.1

    Το κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ δεν εξαρτάται μόνον από την ατζέντα της Λισσαβώνας, αλλά τελεί σε συνάρτηση με παράγοντες, όπως η ανάπτυξη των αναδυόμενων αγορών, της ανατολικής Ευρώπης και της Ρωσίας, οι τάσεις των τιμών και των αγορών ενέργειας και βασικών προϊόντων, οι τεχνολογικές αλλαγές και, γενικότερα, η παγκοσμιοποίηση. Η εγχώρια ζήτηση επηρεάζεται από το επίπεδο των μισθών και της απασχόλησης καθώς και από την αγοραστική δύναμη. Ο έλεγχος της ζήτησης τελεί σε μεγάλο βαθμό σε συνάρτηση με την φορολογική και νομισματική πολιτική, ενώ η πίστωση που τροφοδοτεί τόσο τις επιχειρήσεις, όσο και την καταναλωτική ζήτηση εξαρτάται σε τελευταία ανάλυση από τις κεντρικές τράπεζες. Δεδομένης της κρίσης που ενδημεί στις χρηματοπιστωτικές αγορές, η παροχή πίστωσης πιθανώς θα μειωθεί, η ζήτηση θα υποχωρήσει και θα υπάρξουν επιπτώσεις επί του ΑΕγχΠ.

    4.2

    Οι μακροοικονομικοί παράγοντες αποτέλεσαν αντικείμενο ενδελεχούς συζήτησης στις παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ με θέμα την οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ, οι οποίες παρουσιάζονται στην εισαγωγή. Στόχος της παρούσας γνωμοδότησης είναι να προβληθεί το γεγονός ότι, ανεξάρτητα από τους παράγοντες της ζήτησης, υφίσταται μία σημαντική αντιστοιχία μεταξύ των μεταρρυθμίσεων από την πλευρά της προσφοράς, στο πλαίσιο της ατζέντας της Λισσαβώνας, και της αύξησης του ΑΕγχΠ.

    4.3

    Στον πίνακα 1 παρουσιάζονται στοιχεία για το σχετικό κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ. Έχουν επιλεγεί δύο χρονικές περίοδοι: το έτος 1999, κατά το οποίο εισήχθη το ευρώ και το έτος 2007. Για τα νέα κράτη μέλη (ΝΚΜ), η περίοδος αυτή περιλαμβάνει την ένταξή τους στην ΕΕ. Κατά την περίοδο αυτή, στις ΗΠΑ σημειώθηκε μείωση από 161,8 % σε 150,9 % σε σχέση με την ΕΕ των 27. Εντούτοις, τα αποκαλούμενα παλαιά κράτη μέλη δεν κατόρθωσαν να επωφεληθούν της σχετικής αυτής μείωσης στις ΗΠΑ, με αποτέλεσμα να σημειωθούν, στην μεν ΕΕ των 15 μείωση από 115,3 σε 111,7, στην δε ευρωζώνη μείωση από 114,5 σε 109,8 σε σχέση με την ΕΕ των 27.

    4.4

    Δεδομένων των στοιχείων αυτών για το ΑΕγχΠ, πώς διαμορφώνονται οι στατιστικές σχετικά με την απασχόληση; Στον πίνακα 2 παρουσιάζονται στοιχεία για την απασχόληση από το 1998 (έτος κατά το οποίο ξεκίνησαν οι πρώρες ενταξιακές διαπραγματεύσεις με τα νέα κράτη μέλη-ΝΚΜ) έως το 2006 (τελευταία διαθέσιμα στοιχεία). Παρουσιάζονται στοιχεία για την ανεργία για την περίοδο μέχρι το 2007. Η απασχόληση στις ΗΠΑ μειώθηκε την περίοδο αυτή από το 73,8 % στο 72 % του εργατικού δυναμικού, ενώ η ανεργία αυξήθηκε από 4,5 % σε 4,6 %. Την ίδια περίοδο η ευρωζώνη άρχισε να ανακάμπτει και η απασχόληση σημείωσε αύξηση από 59,2 % σε 64,8 % ενώ η ανεργία σημείωσε πτώση από 10,1 % σε 7,4 %. Τα στοιχεία από την ΕΕ των 15 είναι ελαφρώς καλύτερα από αυτά της ευρωζώνης, ενώ τα αντίστοιχα της ΕΕ των 25 ελαφρώς χειρότερα.

    4.5

    Στον πρόσφατα δημοσιευθέντα Βαθμολογικό Πίνακα της Λισσαβώνας για το 2007 οι 7 πρώτες, κατά σειρά, χώρες είναι οι εξής: Δανία*, Σουηδία*, Αυστρία*, Κάτω Χώρες*, Φινλανδία*, Ιρλανδία* και Ηνωμένο Βασίλειο* ενώ έπονται η Γερμανία και η Γαλλία. Από τα νέα κράτη μέλη προηγούνται η Σλοβενία* και η Εσθονία*. Τις χαμηλότερες θέσεις στην Ευρώπη των 15 κατέχουν η Ισπανία, η Ελλάδα, η Πορτογαλία και η Ιταλία. Συνολικά, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία και η Εσθονία διακρίνονται για την αποτελεσματική εφαρμογή της ατζέντας της Λισσαβώνας. Η Ελλάδα και η Ιταλία κρίνονται ως οι πιο αναποτελεσματικές. Πως η ορθή εφαρμογή του προγράμματος της Λισσαβώνας επηρεάζει την παραγωγικότητα και την απασχόληση;

    4.6

    Σε επίπεδο σχετικού κατά κεφαλήν ΑΕγχΠ, το Λουξεμβούργο και η Νορβηγία προηγούνται των ΗΠΑ. Στις χώρες, που υπολείπονται των ΗΠΑ κατά ποσοστό έως 20 %, συγκαταλέγονται η Ιρλανδία* (στην πρώτη θέση), οι Κάτω Χώρες*, η Αυστρία*, η Σουηδία*, η Δανία*, το Βέλγιο και (οριακά) το Ηνωμένο Βασίλειο* και η Φινλανδία*. Εκτός της ΕΕ, η Ισλανδία, η Ελβετία και η Ιαπωνία υπολείπονται επίσης των ΗΠΑ κατά ποσοστό έως 20 %. Μεταξύ των ΝΚΜ, η Κύπρος και η Σλοβενία* προσεγγίζουν σε μεγαλύτερο βαθμό το μέσο όρο της ΕΕ των 27, ενώ η Εσθονία* έχει σημειώσει την πιο θεαματική πρόοδο, ακολουθούμενη από τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία και την Σλοβακία.

    4.7

    Όσον αφορά την απασχόληση, παρατηρούνται πολλοί παραλληλισμοί σε σχέση με την εικόνα του ΑΕγχΠ. Η απασχόληση στις ΗΠΑ υπερβαίνει μόλις το 70 % του εργατικού δυναμικού. Όπως φαίνεται στον πίνακα, όλες οι χώρες εκτός ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Ιαπωνίας, όπως επίσης και οι τρεις εκτός ευρωζώνης χώρες (Δανία*, Σουηδία*, Ηνωμένο Βασίλειο*) έχουν επίπεδα απασχόλησης άνω του 70 %. Στην ευρωζώνη, μόνον οι Κάτω Χώρες* και η Αυστρία* υπερβαίνουν το 70 %, ενώ η Ιρλανδία* και η Φινλανδία* υπολείπονται ελάχιστα. Μεταξύ των ΝΚΜ, προηγούνται η Κύπρος και η Εσθονία* με συνολικά επίπεδα που αγγίζουν το 70 %.

    4.8

    Η ανεργία στις ΗΠΑ κυμαίνεται στο 4,6 %. Η Ιρλανδία*, οι Κάτω Χώρες*, η Αυστρία*, η Δανία*, η Κύπρος και η Λιθουανία έχουν μικρότερα ποσοστά ανεργίας από τις ΗΠΑ, όπως επίσης και η Νορβηγία. Το Λουξεμβούργο, το Ηνωμένο Βασίλειο*, η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία* και η Σλοβενία* υπολείπονται των ΗΠΑ έως το πολύ μία μονάδα. Η Σουηδία*, η Λετονία και η Μάλτα υπολείπονται των ΗΠΑ έως το πολύ δύο μονάδες.

    4.9

    Από την παραπάνω ανάλυση συνάγεται το συμπέρασμα ότι θα πρέπει να μελετήσουμε τις πολιτικές και τις τάσεις των χωρών που βρίσκονται στην κορυφή του Βαθμολογικού Πίνακα της Λισσαβώνας — Δανία*, Σουηδία*, Αυστρία*, Κάτω Χώρες*, Φινλανδία*, Ιρλανδία* και Ηνωμένο Βασίλειο* — και των αντιστοίχων ΝΚΜ — Εσθονία* και Σλοβενία*. Για τους σκοπούς της παρούσας γνωμοδότησης, τα κράτη αυτά θα αποτελέσουν έναν «κατάλογο παρακολούθησης» και σημειώνονται με αστερίσκο. Θα εξετάσουμε το βαθμό, στον οποίο οι πολιτικές που αφορούν στη γνώση, στον ανταγωνισμό, στην καινοτομία και στα δημόσια οικονομικά έχουν συμβάλει στη σχετική επιτυχία των εν λόγω κρατών. Κατ' αντιδιαστολή, οι πολιτικές της Ισπανίας, της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας θα αποτελέσουν αντικείμενο παρακολούθησης ως «ομάδας ελέγχου». Επιπλέον, οι πολιτικές πρωτοβουλίες στις βαρυσήμαντες οικονομίες της Γαλλίας και της Γερμανίας εξακολουθούν να παραμένουν πολύ σημαντικές για την ΕΕ. Αμφότερα τα κράτη αυτά χαρακτηρίζονται από πολωμένες πολιτικές, γεγονός που δυσχεραίνει τις μεταρρυθμίσεις, αν και τα αποτελέσματα είναι πλέον, σε ορισμένο βαθμό, αισθητά.

    5.   Επένδυση στη γνώση

    5.1

    Το πρόγραμμα του ΟΟΣΑ για τη διεθνή αξιολόγηση των μαθητών ονομάζεται PISA. Ο πίνακας 3 είναι μία σύνθεση που προέρχεται από μία έρευνα του 2006 σχετικά με τις ικανότητες των 15χρονων παιδιών στην ανάγνωση, τα μαθηματικά και τις επιστήμες, στον ΟΟΣΑ και σε άλλες χώρες.

    5.2

    Πλην της Κορέας, της Ιαπωνίας και της Ελβετίας, οι χώρες που βαθμολογούνται παντού με «A» είναι η Φινλανδία* (που κατέχει αδιαφιλονίκητα την πρώτη θέση), οι Κάτω Χώρες*, το Βέλγιο και η Εσθονία*· στις χώρες με δύο «A» συμπεριλαμβάνονται η Τσεχική Δημοκρατία, η Αυστρία*, η Σλοβενία* και η Ιρλανδία*. Ένα «A» έχουν η Δανία*, η Σουηδία*, το Ηνωμένο Βασίλειο*, η Γερμανία και η Πολωνία. Η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο βαθμολογούνται με «A» στην επιστήμη. Το Ηνωμένο Βασίλειο* έχει την τρίτη υψηλότερη βαθμολογία στις ικανότητες στις επιστήμες στο επίπεδο 6 μετά τη Σλοβενία* και τη Φινλανδία*. Όλες οι χώρες στον κατάλογο παρακολούθησης επιτυγχάνουν βαθμολόγηση με «A». Οι χώρες της ομάδας ελέγχου κατατάσσονται, μαζί με τις ΗΠΑ, στις τελευταίες θέσεις της βαθμολογίας.

    5.3

    Δεδομένου του σημαντικού συσχετισμού μεταξύ των επιδόσεων του εκπαιδευτικού συστήματος και των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η Επιτροπή έχει δικαίως αναγάγει την ποιότητα της εκπαίδευσης σε εμβληματική πολιτική για την ΕΕ.

    5.4

    Το πανεπιστήμιο Jiao Tong στη Σαγκάη έχει αναπτύξει μία μεθοδολογία για την κατάταξη των πανεπιστημίων. Υπάρχουν και άλλες μέθοδοι για την κατάταξη των πανεπιστημίων, η μεθοδολογία εντούτοις του Jiao Tong συνάδει με τη σημασία που αποδίδει η ΕΕ στην επιστήμη και την έρευνα.

    5.5

    Οι επιδόσεις του σχολικού συστήματος των ΗΠΑ είναι, σύμφωνα με τις αξιολογήσεις του PISA πολύ μέτριες. Στην ανώτατη ωστόσο εκπαίδευση οι ΗΠΑ διατηρούν το ανταγωνιστικό τους πλεονέκτημα. Ο πίνακας 4 προέρχεται από την ταξινόμηση του Jiao Tong. Στις πρώτες 20 θέσεις κατατάσσονται 17 αμερικανικά πανεπιστήμια, δύο βρετανικά και ένα ιαπωνικό. Το Ηνωμένο Βασίλειο, του οποίου 10 πανεπιστήμια κατατάσσονται μεταξύ των 100 πρώτων, περιλαμβάνεται στον κατάλογο παρακολούθησης. Στον πίνακα ταξινόμησης περιλαμβάνονται επίσης πανεπιστήμια από τις εξής χώρες εκτός της ΕΕ: Ιαπωνία (6 πανεπιστήμια), Καναδάς (4), Αυστραλία (2), Ελβετία (3), Νορβηγία (1) και Ισραήλ (1). Πέντε χώρες από τον κατάλογο παρακολούθησης εμφανίζονται στις πρώτες 100 θέσεις: το Ηνωμένο Βασίλειο*, οι Κάτω Χώρες* (2), η Δανία* (1), η Σουηδία* (4) και η Φινλανδία* (1), ενώ δεν περιλαμβάνεται καμία χώρα από την ομάδα ελέγχου. Η Μπολόνια, η Σαλαμάνκα και η Coimbra πρέπει επιτέλους να ανακτήσουν το παλαιότερο γόητρό τους. Η Γερμανία και η Γαλλία περιλαμβάνονται στην ταξινόμηση με 6 και 4 πανεπιστήμια αντιστοίχως.

    5.6

    Πέραν του Ηνωμένου Βασιλείου, έξι ακόμα κράτη μέλη περιλαμβάνονται στον κατάλογο των 100 κορυφαίων πανεπιστημίων, ενώ απουσιάζουν 20 χώρες της ΕΕ. Η πολιτική της Επιτροπής φαίνεται να τείνει στην κάλυψη του κενού αυτού μέσω ενός Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου Τεχνολογίας. Παρά τη στήριξη της ΕΟΚΕ για το εγχείρημα αυτό, η ευόδωσή του θα επιφέρει πιθανότατα μία εξασθένηση της παρουσίας της ΕΕ στις 100 πρώτες θέσεις. Μία εναλλακτική στρατηγική θα συνίστατο στην επανεξέταση και αναθεώρηση των πολιτικών των κρατών μελών για την ανάπτυξη των κορυφαίων τους πανεπιστημίων. Είναι επιτακτική η ανάγκη μίας στενότερης συνεργασίας μεταξύ των πανεπιστημίων και της βιομηχανίας, προκειμένου να αναπτυχθούν οι γνώσεις και οι ικανότητες και να αξιοποιηθεί η επιστήμη και τεχνολογία του 21ου αιώνα προς όφελος της δημιουργίας πλούτου και της απασχόλησης.

    5.7

    Ένα περαιτέρω μέτρο αξιολόγησης της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης των κρατών μελών είναι τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας σχετικά με τον αριθμό των αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στον τομέα της επιστήμης και της τεχνολογίας ανά χίλιους κατοίκους στην ηλικίες μεταξύ 20-29. Ο εν λόγω αριθμός για τις ΗΠΑ ανέρχεται σε 10,6. Στα κράτη μέλη, που υπολείπονται των ΗΠΑ μέχρι το πολύ κατά μία μονάδα, περιλαμβάνονται το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Λετονία, η Αυστρία*, η Πολωνία, η Ρουμανία, η Σλοβενία* και η Σλοβακία. Τα κράτη μέλη, που παρουσιάζουν πολύ καλύτερες επιδόσεις, είναι η Δανία* (14,7), η Ιρλανδία* (24,5), η Γαλλία (22,5), η Λιθουανία (18,9), η Φινλανδία* (17,7), η Σουηδία* (14,4) και το Ηνωμένο Βασίλειο* (18,4). Όλες οι χώρες που σημειώνονται με αστερίσκο (*) περιλαμβάνονται στον κατάλογο παρακολούθησης. Η Ιταλία και η Ελλάδα είναι οι χώρες από την ομάδα ελέγχου που συμπεριλαμβάνονται εν προκειμένω. Η αύξηση των αποφοίτων στον τομέα της επιστήμης και της τεχνολογίας θα πρέπει να αποτελέσει επιδίωξη των δευτεροβάθμιων και τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών συστημάτων των κρατών μελών.

    5.8

    Μεταξύ των στόχων της Λισσαβώνας συγκαταλέγεται και η αύξηση των δαπανών της ΕΕ για Ε&Α στο 3 % του ΑΕγχΠ. Τα δε 2 % των επενδύσεων αυτών θα πρέπει να προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα. Δύο χώρες από τον κατάλογο παρακολούθησης, η Σουηδία* και η Φινλανδία*, δαπανούν άνω του 3 %. Δύο ακόμα χώρες, η Δανία* και η Αυστρία*, δαπανούν μεταξύ 2 % και 3 %, όπως επίσης η Γερμανία και η Γαλλία. Οι χώρες που δαπανούν μεταξύ 1 % και 2 % είναι το Βέλγιο, η Τσεχική Δημοκρατία, η Εσθονία*, η Ιρλανδία*, οι Κάτω Χώρες*, η Σλοβενία*, η Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι περισσότερες εκ των οποίων περιλαμβάνονται στον κατάλογο παρακολούθησης. Όλα τα υπόλοιπα κράτη μέλη δαπανούν λιγότερο από 1 %, με εξαίρεση την Ουγγαρία και την Ιταλία, που δαπανούν 1 %. Η Ιταλία και η Ισπανία περιλαμβάνονται στην ομάδα ελέγχου. Προκειμένου να καλυφθεί το χάσμα, δεν θα ήταν παράλογο να κληθούν οι κυβερνήσεις να προσφέρουν το 1 % του ΑΕγχΠ για Ε&Α. Στην ιδανική περίπτωση, τα κονδύλια αυτά θα διοχετεύονται στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ινστιτούτα, με σκοπό τα τελευταία να βοηθηθούν να εδραιώσουν το όνομα και την παρουσία τους στη διεθνή πανεπιστημιακή κοινότητα. Επί του παρόντος 15 κυβερνήσεις της ΕΕ δαπανούν μεταξύ 0,30 % και 0,40 %, ενώ οι κυβερνήσεις των ΝΚΜ δαπανούν μεταξύ 0,50 % και 0,60 %. Πολλά θα μπορούσαν και θα έπρεπε να γίνουν ακόμα, όπως ιδιαίτερα να αναπτυχθεί η επιστήμη που απαιτείται για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της ρύπανσης.

    5.9

    Όσον αφορά την έκπτωση από τη φορολογία για την πραγματοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων υπέρ της Ε&Α, η ΕΟΚΕ έχει ήδη παρουσιάσει τη γνωμοδότησή της στην Επιτροπή (7). Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, όλα τα κράτη μέλη πρέπει να υιοθετήσουν βέλτιστες πρακτικές και να εισαγάγουν φορολογικά κίνητρα για την ενθάρρυνση περισσότερων επενδύσεων του ιδιωτικού τομέα υπέρ της Ε&Α, ιδιαίτερα εκ μέρους των ΜΜΕ.

    5.10

    Μεταξύ της εκπαίδευσης, της έρευνας, της καινοτομίας, της τεχνολογικής γνώσης και των τάσεων απασχόλησης υφίσταται μία κυκλική σχέση. Σε έναν ενάρετο κύκλο, η εθνική βάση γνώσεων και ικανοτήτων προσελκύει επενδύσεις, μεταφορά γνώσεων και μετανάστευση. Ελλείψει μιας τέτοιας βάσης, τα άτομα με προσόντα δελεάζονται να αναζητήσουν ένα περιβάλλον γνώσεων όπου οι ικανότητές τους αξιοποιούνται ουσιαστικά. Τούτο μπορεί να οδηγήσει σε ένα φαύλο κύκλο μετανάστευσης και δη εξαιρετικά ειδικευμένων ατόμων («διαρροή εγκεφάλων»).

    5.11

    Τα συμπεράσματα αναφορικά με την πολιτική για την έρευνα και την εκπαίδευση είναι ότι τα συστήματα δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης πολλών κρατών μελών οφείλουν να αναδιοργανωθούν και ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να αυξήσουν τις δαπάνες τους για Ε&Α. Υπάρχει αναμφισβήτητα μία αλληλεξάρτηση ανάμεσα στην αποτελεσματικότητα των πολιτικών αυτών απ' τη μια πλευρά και την απασχόληση και παραγωγικότητα απ' την άλλη, όπως απέδειξαν τα στοιχεία κρατών μελών τόσο του καταλόγου παρακολούθησης, όσο και της ομάδας ελέγχου.

    6.   Ανταγωνισμός και καινοτομία

    6.1

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής υπογραμμίζει τρεις πολιτικές για την προώθηση του ανταγωνισμού: την ελευθέρωση και την κανονιστική ρύθμιση των βιομηχανιών δικτύων, την πολιτική ανταγωνισμού και τα κέρδη από τις θετικές συνέπειες της εσωτερικής αγοράς.

    6.2

    Στα οφέλη της εσωτερικής αγοράς συμπεριλαμβάνονται το κίνητρο για καινοτομία (το οποίο δημιουργείται από την έκθεση στον εξωτερικό ανταγωνισμό), οι οικονομίες κλίμακας στην παραγωγή, η διανομή και η εμπορία στην ευρύτερη αγορά και οι μεταφορές γνώσεων, που απορρέουν από το άνοιγμα στις ξένες επενδύσεις.

    6.3

    Τα κράτη μέλη της ΕΕ δεν ήταν, κατά ομοιογενή τρόπο, ούτε ελκυστικά ούτε ανοιχτά έναντι των ΑΞΕ (Άμεσες Ξένες Επενδύσεις). Σε ό,τι αφορά τη μεταφορά τεχνολογίας, τις μεθόδους διαχείρισης, την παρουσία στην αγορά και τις επενδύσεις κεφαλαίων, το παραπάνω αποτέλεσε εμπόδιο για τα κράτη μέλη εκείνα, τα οποία δεν επωφελήθηκαν μέσω ΑΞΕ. Τα στοιχεία της Ernst & Young για τις ΑΞΕ δείχνουν ότι κατά την περίοδο 1997-2006 οι δέκα κορυφαίοι αποδέκτες ΑΞΕ στην Ευρώπη (σε αριθμό έργων) ήταν οι εξής:

    Ηνωμένο Βασίλειο

    5539

    Γαλλία

    3867

    Γερμανία

    1818

    Ισπανία

    1315

    Βέλγιο

    1190

    Πολωνία

    1046

    Ουγγαρία

    1026

    Ιρλανδία

    884

    Δημοκρατία της Τσεχίας

    849

    Ρωσία

    843

    6.4

    Οι ΑΞΕ έχουν διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο στην οικονομική μεγέθυνση των ΝΚΜ. Όσο αυξάνεται ο ανταγωνισμός για ΑΞΕ με χώρες από ολόκληρο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων της Ινδίας και της Κίνας, τα ΝΚΜ θα πρέπει να στραφούν στην οικονομία της γνώσης, προκειμένου να διασφαλίσουν την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας. Οι ασιατικές χώρες διαπρέπουν στις δοκιμασίες δεξιοτήτων του PISA, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες άτομα αποφοιτούν από τα πανεπιστήμιά τους με πτυχιακούς ή μεταπτυχιακούς τίτλους στην επιστήμη και την τεχνολογία.

    6.5

    Η ελευθέρωση και η κανονιστική ρύθμιση των βιομηχανιών δικτύων έχει σημαντικές δυνατότητες να μειώσει το κόστος και να βελτιώσει την παραγωγικότητα σε ολόκληρη την οικονομία. Η πολιτική αυτή περιλαμβάνει τρεις φάσεις: καταρχάς ιδιωτικοποίηση, έπειτα κανονιστική ρύθμιση, ούτως ώστε να επιτραπεί στους νεοεισερχόμενους να συναγωνισθούν τους ήδη δραστηριοποιούμενους φορείς και, τέλος, αφαίρεση της ιδιοκτησίας των δικτύων από τις υπηρεσίες δικτύων. Στην Έκθεση σχετικά με την πρόοδο της δημιουργίας εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας  (8) η Επιτροπή χρησιμοποίησε ως κριτήριο μέτρησης του αποτελεσματικού ανταγωνισμού την αλλαγή προμηθευτή ενέργειας εκ μέρους των καταναλωτών. Ο ακόλουθος πίνακας είναι ενδεικτικός:

    Ποσοστό αλλαγών προμηθευτή ενέργειας

     

     

    Ηλεκτρική Ενέργεια

    Φυσικό Αέριο

    Γερμανία

    Μεγάλες επιχειρήσεις

    41

     (9)

     

    ΜΜΕ

    7

     (9)

     

    Νοικοκυριά

    5

     (9)

    Γαλλία

    Μεγάλες επιχειρήσεις

    15

    14

     

    Νοικοκυριά

    0

    0

    Ισπανία

    Μεγάλες επιχειρήσεις

    25

    60

     

    ΜΜΕ

    22

    60

     

    Νοικοκυριά

    19

    2

    Ηνωμένο Βασίλειο

    Μεγάλες επιχειρήσεις

    50+

    85+

     

    ΜΜΕ

    50+

    75+

     

    Νοικοκυριά

    48

    47

    Ο ανταγωνισμός είναι σε γενικές γραμμές πιο προηγμένος σε ορισμένες χώρες του καταλόγου παρακολούθησης, αν και η Ιταλία και η Ισπανία έχουν επίσης σημειώσει πρόοδο.

    6.6

    Η εφαρμογή της πολιτικής του ανταγωνισμού έχει σχεδιασθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να προωθηθούν η αποτελεσματικότητα και η παραγωγικότητα προς όφελος του καταναλωτή. Η πολιτική αυτή συνάδει σε μεγάλο βαθμό με την ισορροπία, την οποία επιδιώκει να διατηρεί η ΕΟΚΕ μεταξύ των συμφερόντων των επιμέρους ομάδων που την απαρτίζουν.

    6.7

    Η ανακοίνωση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο ανταγωνισμός διαδραματίζει καίριο ρόλο, τόσο για το επίπεδο όσο και για το ρυθμό ανάπτυξης της παραγωγικότητας. Είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι οικονομίες των χωρών του καταλόγου παρακολούθησης είναι οι πιο ανοιχτές στην ΕΕ. Παρουσιάζουν την υψηλότερη παραγωγικότητα, τα υψηλότερα επίπεδα απασχόλησης και τη μεγαλύτερη ικανότητα να απορροφούν διακινούμενους εργαζόμενους. Είναι σφάλμα των κυβερνήσεων των κρατών μελών να προσπαθούν να περιχαρακώσουν τις οικονομίες τους φοβούμενες τον ανταγωνισμό.

    7.   Πολιτικές ανακατανομής

    7.1

    Με τον όρο ανακατανομή η Επιτροπή υποδηλώνει την αναδιάταξη των συντελεστών παραγωγής από τις φθίνουσες βιομηχανίες και κλάδους προς τις αναδυόμενες και ευημερούσες.

    7.2

    Το βασικό συμπέρασμα της ανακοίνωσης είναι ότι, στο βαθμό που η οικονομική μεγέθυνση εξαρτάται από την επέκταση του τομέα της τεχνολογίας, η οικονομία θα είναι εκτεθειμένη σε διαρθρωτική αλλαγή. Οι κλάδοι της νέας υψηλής τεχνολογίας ενδέχεται να κερδίσουν ένα μερίδιο της αγοράς εις βάρος των κλάδων που συρρικνώνονται. Νέες εταιρείες ενδέχεται να καταστούν σημαντικοί παράγοντες, ενώ καθιερωμένες επιχειρήσεις ίσως αναγκασθούν να προσαρμοστούν ή να αφανιστούν.

    7.3

    Δεδομένου ότι η οικονομία θα εκτεθεί εκ των πραγμάτων σε διαρθρωτική αλλαγή, η προσαρμοστική της ικανότητα έχει καίρια σημασία, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι αποκομίζεται το μέγιστο όφελος από την τεχνολογική αλλαγή και την κινητικότητα των γνώσεων. Η Επιτροπή κρίνει εντούτοις ότι τα κράτη μέλη έχουν περιορισμένη ικανότητα ώστε να προβούν στις απαραίτητες προσαρμογές, εξαιτίας της περιορισμένης ευελιξίας που παρέχουν οι θεσμοί και οι διατάξεις της αγοράς εργασίας.

    7.4

    Στην ανακοίνωση προτείνονται 4 καίρια μέτρα πολιτικής για τη βελτίωση της ανακατανομής των πόρων: διευκόλυνση της εισόδου στην αγορά, μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων, ρύθμιση της αγοράς εργασίας και ολοκλήρωση της αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών.

    7.5

    Η ΕΟΚΕ έχει ήδη καταρτίσει πολλές γνωμοδοτήσεις όσον αφορά τις πολιτικές για τη διευκόλυνση της εισόδου στην αγορά. Οι πολιτικές αυτές αφορούν τη μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων που συνδέονται με τη σύσταση εταιρειών, ποικίλα συστήματα στήριξης νέων ΜΜΕ και αλλαγές στη νομοθεσία που διέπει την πτώχευση. Η πρόσβαση στη χρηματοδότηση και η πολιτική ανταγωνισμού, η οποία εγγυάται διεκδικήσιμες αγορές, αποτελούν σημαντικά στοιχεία σε μία στρατηγική ανακατανομής μέσω της σύστασης νέων εταιρειών.

    7.6

    Οι διοικητικές επιβαρύνσεις αφορούν τόσο τις μικρές, όσο και τις μεγάλες επιχειρήσεις, το βάρος εντούτοις είναι πολύ επαχθέστερο για τις μικρές, εξαιτίας του μικρού τους μεγέθους. Η μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων συγκαταλέγεται μεταξύ των πέντε σημαντικότερων στόχων της ατζέντας της ΕΕ, ωστόσο, όπως η ίδια η ανακοίνωση παραδέχεται, η μείωση των ρυθμιστικών και διοικητικών επιβαρύνσεων είναι δύσκολη εξαιτίας του γεγονότος ότι τα περισσότερα μέτρα θεσπίσθηκαν για συγκεκριμένους λόγους. «Χρησιμεύουν στη διόρθωση των αδυναμιών της αγοράς, στην προστασία των φορέων της αγοράς ή στην ενημέρωση των αρμοδίων για τη χάραξη πολιτικής» (10). Πολλοί ευρωπαϊκοί φορείς εκτιμούν ότι η κοινωνική προστασία, που στηρίζεται στις ρυθμίσεις αυτές, αποτελεί βασικό στοιχείο του κοινοτικού κεκτημένου. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, οι σωρευτικές επιπτώσεις μίας τέτοιας ρύθμισης συνεπάγονται σημαντικές οικονομικές επιβαρύνσεις.

    7.7

    Μία ειδική ομάδα για τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο, η οποία ενισχύθηκε από εργασίες της Κεντρικής Υπηρεσίας Προγραμματισμού των Κάτω Χωρών, υποστηρίζει ότι τα έξοδα ενδέχεται να ανέρχονται στο 3-4 % του ΑΕγχΠ (11). Υπολογίζεται ότι μία έκπτωση κατά 25 % στις διοικητικές επιβαρύνσεις στην ΕΕ θα επιφέρει αρχικά αύξηση 1 % του πραγματικού ΑΕγχΠ. Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες θα είναι ακόμα πιο σημαντικές. Η μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων είναι εξαιρετικά επιθυμητή, δεν υπάρχει ωστόσο καμία απόδειξη για τα ενδεχόμενα αποτελέσματα αυτής της πρωτοβουλίας. Δεδομένου ότι η ΕΕ επικεντρώνεται, μέσω των θεσμικών της οργάνων, στο ενδεχόμενο δυσλειτουργίας της αγοράς, οι βελτιώσεις αυτές δεν πρόκειται μάλλον να επιτευχθούν. Επιπλέον, η ΕΟΚΕ δεν προτίθεται να στηρίξει ενδεχομένως μία σημαντική μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων, εξαιτίας της μέριμνάς της για την προστασία των συμμετεχόντων στην αγορά.

    7.8

    Οι δομές της αγοράς εργασίας έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην αναδιάταξη του εργατικού δυναμικού. Ο αντίκτυπος των μεταρρυθμίσεων της αγοράς στην παραγωγικότητα είναι εντονότερος, όταν οι αγορές εργασίας είναι ευέλικτες. Παρότι δεν διατίθενται αξιόπιστες μελέτες με θέμα την ευελιξία της αγοράς εργασίας, τα επίπεδα απασχόλησης στις χώρες του καταλόγου παρακολούθησης αποτελούν αδιαφιλονίκητη ένδειξη της ικανότητας των εργατικών τους νομοθεσιών να επιδέχονται μεταβολές.

    7.9

    H νομοθεσία για την προστασία της απασχόλησης στην ΕΕ είναι αμφιλεγόμενη — για ευνόητους λόγους. Γιατί πολλά κράτη μέλη, αντί να τροποποιήσουν την προστασία που παρέχεται στο πλαίσιο των συμβάσεων αορίστου χρόνου, εισήγαγαν παράλληλα συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Στις εν λόγω συμβάσεις ορισμένου χρόνου οφείλεται κατά μεγάλο μέρος η αύξηση της απασχόλησης που ήδη αναφέρθηκε στο σημείο 4. Μολονότι τα στοιχεία δεν φανερώνουν το πραγματικό μέγεθος της πλήρους απασχόλησης, η κλίμακα της αύξησης της απασχόλησης είναι ενθαρρυντική, ενώ η διαρθρωτική ανεργία μειώνεται.

    7.10

    Εξυπακούεται ότι είναι αναγκαίο να περιορισθούν οι διαταράξεις που προκαλούνται όταν οι εργατικές νομοθεσίες είναι αρκετά ευέλικτες ώστε να βελτιστοποιήσουν την ανακατανομή των πόρων. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη καλούνται να εισαγάγουν παράλληλα συνοδευτικές πολιτικές. Η ευελιξία με ασφάλεια έχει ζωτική σημασία στη διαδικασία αυτή. Πρέπει να διατεθούν οι αναγκαίοι πόροι ώστε η δια βίου μάθηση να ενισχύσει την προσαρμοστικότητα και την απασχολησιμότητα. Τα συστήματα κοινωνικής ασφάλειας πρέπει να παρέχουν κίνητρα για τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και να διευκολύνουν την ανακατανομή, ενώ οι πολιτικές στον τομέα της αγοράς εργασίας θα πρέπει να συνδράμουν τα άτομα, ούτως ώστε να αντιμετωπίσουν την αλλαγή, καθώς επίσης την περίοδο ανεργίας, την οποία συνεπάγεται η μετάβαση σε μία νέα, ασφαλή θέση απασχόλησης. Τέτοιες πολιτικές είναι απαραίτητες όταν η προστασία της απασχόλησης δεν είναι αυστηρή.

    7.11

    Η ολοκλήρωση της αγοράς χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών αποτελεί την τελευταία από τις πολιτικές ανακατανομής. Σε γενικές γραμμές, ο βαθμός κατακερματισμού στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ μπορεί να θεωρηθεί ως φραγμός στην παραγωγικότητα και στην απασχόληση, κυρίως σε ό,τι αφορά τις νεοσύστατες επιχειρήσεις. Οι ελλείψεις αυτές αντιμετωπίζονται από τις οδηγίες για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Παράλληλα με την παρούσα γνωμοδότηση, η ΕΟΚΕ προετοιμάζει μία γνωμοδότηση με θέμα τις διασυνοριακές επενδύσεις από τα ταμεία επιχειρηματικών κεφαλαίων (12). Ο ρόλος ενός αποτελεσματικού χρηματοπιστωτικού συστήματος στο πλαίσιο διαρθρωτικών αλλαγών είναι πιο εμφανής όσον αφορά τη χρηματοδότηση των εταιρειών κατά το στάδιο εκκίνησής τους.

    8.   Βελτίωση των δημόσιων οικονομικών

    8.1

    Στον πίνακα 5 παρουσιάζονται στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας για τα δημόσια οικονομικά των κρατών μελών. Το μέσο δημόσιο χρέος της ευρωζώνης των 12 ανέρχεται σε 68,8 % του ΑΕγχΠ και υπερβαίνει τόσο το στόχο της σύγκλισης της ΟΝΕ (60 %), όσο και τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ των 15 (63,0) και της ΕΕ των 25 (61,9). Σε γενικές γραμμές, το δημόσιο χρέος στις χώρες του κατάλογου παρακολούθησης είναι χαμηλότερο από το 50 % του ΑΕγχΠ και, σε πολλές περιπτώσεις, κατά πολύ χαμηλότερο. Τη μοναδική εξαίρεση αποτελεί η Αυστρία* (61,7 %). Επιπλέον, όλες οι χώρες του κατάλογου παρακολούθησης μείωσαν το δημόσιό τους χρέος κατά την περίοδο 1999-2006. Η μείωση στην Ιρλανδία*, στις Κάτω Χώρες* και στη Σουηδία* υπήρξε ιδιαίτερα θεαματική. Από τα κράτη της ομάδας ελέγχου, μόνον η Ισπανία έχει δημόσιο χρέος χαμηλότερο από το 50 % του ΑΕγχΠ, κατόπιν μίας θεαματικής μείωσης την περίοδο αυτή. Η Ιταλία (106,8 %) και η Ελλάδα (95,3) κατέχουν τις κατώτατες θέσεις.

    8.2

    Όσον αφορά την ΕΕ των 15, το Βέλγιο, η Ιρλανδία*, η Ισπανία, το Λουξεμβούργο, οι Κάτω Χώρες*, η Φινλανδία*, η Δανία* και η Σουηδία* είχαν θετικό δημοσιονομικό υπόλοιπο. Τα υπόλοιπα κράτη παρουσίασαν αρνητικό δημοσιονομικό υπόλοιπο, χαμηλότερο του 3 %, με εξαίρεση την Ιταλία (- 4,4 %) και την Πορτογαλία (- 3,9 %). Μεταξύ των ΝΚΜ, η Βουλγαρία και η Εσθονία* παρουσιάζουν πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, ενώ η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Σλοβακία ελλειμματικούς κατά ποσοστό άνω του 3 %. Η Κύπρος και η Σλοβενία* ξεχωρίζουν με ελλειμματικό προϋπολογισμό ύψους μόνον 1,2 %. Μεταξύ των χωρών του καταλόγου παρακολούθησης, το Ηνωμένο Βασίλειο σημειώνει σημαντική απόκλιση, με ελλειμματικό προϋπολογισμό ύψους 2,7 %. Έχοντας αποτύχει να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του κατά την περίοδο της ευνοϊκής οικονομικής δραστηριότητας, διακινδυνεύει να χάσει τη θέση του μεταξύ των πρωτοπόρων. Στην ομάδα ελέγχου ξεχωρίζουν οι επιδόσεις της Ισπανίας, ενώ η Ιταλία και η Πορτογαλία βρίσκονται και πάλι στις κατώτατες θέσεις.

    8.3

    Στις ετήσιες γνωμοδοτήσεις της για την οικονομία της ΕΕ, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ υγιών δημοσίων οικονομικών. Τα σχετικά αποτελέσματα των κρατών του καταλόγου παρακολούθησης και των αντιστοίχων της ομάδας ελέγχου αποδεικνύουν ότι τα υγιή δημόσια οικονομικά αποτελούν σημαντικό παράγοντα για καλές επιδόσεις στα κράτη μέλη, όσον αφορά την απασχόληση και την παραγωγικότητα.

    8.4

    Κατά την εξέταση των σχετικών επιδόσεων των κρατών του καταλόγου παρακολούθησης και της ομάδας ελέγχου ανέκυψε το ζήτημα που αφορά τις επιπτώσεις της φορολογίας. Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας του 2005 με θέμα τους φόρους στην ΕΕ φανερώνει ότι η κατά μέσο όρο φορολογία στην ΕΕ των 27, σε ποσοστό επί του ΑΕγχΠ, ήταν 39,6 %. Το ποσοστό αυτό υπερβαίνει κατά δεκατρείς εκατοστιαίες μονάδες τα αντίστοιχα στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Μεταξύ των κρατών του ΟΟΣΑ που δεν ανήκουν στην ΕΕ, μόνον η Νέα Ζηλανδία έχει έναν πραγματικό συντελεστή φορολογίας, ανώτερο του 35 %. Κατόπιν μίας προσπάθειας εκ μέρους των κρατών μελών για μείωση της φορολογίας, η τάση ανεστράφη και ο μέσος συντελεστής φορολογίας επανήλθε και πάλι στα επίπεδα του 1995.

    8.5

    Όσον αφορά το φορολογικό βάρος, η Σουηδία*, η Δανία* και η Φινλανδία* κατέχουν τις 5 ανώτατες θέσεις, μαζί με το Βέλγιο και τη Γαλλία. Η Αυστρία* και η Σλοβενία* συμπεριλαμβάνονται στις 5 ακόλουθες θέσεις, μαζί με την Ιταλία. Οι Κάτω Χώρες* και το Ηνωμένο Βασίλειο* κατέχουν τη 12η και τη 13η θέση αντιστοίχως. Μόνον η Εσθονία* (22η) και η Ιρλανδία* (23η), παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα φορολόγησης. Στην ομάδα ελέγχου, το φορολογικό βάρος στην Ιταλία είναι χαμηλότερο ή ίσο με το αντίστοιχο πέντε κρατών του καταλόγου παρακολούθησης. Η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα έχουν χαμηλότερα φορολογικά βάρη από όλες τις χώρες του καταλόγου παρακολούθησης με εξαίρεση την Ιρλανδία και την Εσθονία. Εκ πρώτης όψεως δεν μπορεί να υποστηριχθεί το επιχείρημα περί υπέρμετρης φορολόγησης στα κράτη της ομάδας ελέγχου.

    8.6

    Η φορολογία στην ΕΕ είναι υψηλότερη, από ό,τι σε ανταγωνιστικές περιφέρειες. Τα ειδικότερα φορολογικά καθεστώτα των κρατών μελών επηρεάζονται σε μεγάλο βαθμό από τα χρηματικά ποσά που δαπανούνται για κοινωνική ασφάλεια. Σε ότι αφορά το σύνολο της ΕΕ, είναι δύσκολο να ταχθούμε υπέρ των φορολογικών μειώσεων, δεδομένου ότι οι ηγετικές οικονομίες στην ΕΕ έχουν τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές. Σε παγκόσμιο ωστόσο επίπεδο, οι ανταγωνιστικές περιφέρειες έχουν χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές, γεγονός που ενδέχεται να συμβάλει στους υψηλούς τους δείκτες καινοτομίας και επιχειρηματικότητας.

    Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2008.

    Ο Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


    (1)  Centre for European Reform: The Lisbon Scorecard VIII, Is Europe ready for an economic storm, (Φεβρουάριος 2008).

    (2)  Τα κράτη μέλη που σημειώνονται με αστερίσκο περιλαμβάνονται στον «κατάλογο παρακολούθησης» των κρατών με τις καλύτερες επιδόσεις όπως εξηγείται στο σημείο 4.9.

    (3)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Απασχόληση, οικονομική μεταρρύθμιση και κοινωνική συνοχή — Προς μία Ευρώπη της καινοτομίας και της γνώσης (Σύνοδος της Λισσαβώνας — Μάρτιος 2000), ΕΕ C 117 της 26.4.2000, σελ. 62, σημείο 2.16.

    (4)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Γενικοί προσανατολισμοί των οικονομικών πολιτικών και οικονομική διακυβέρνησηΠροϋποθέσεις για τον καλύτερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών στην Ευρώπη, ΕΕ C 324 της 30.12.2006, σελ. 49.

    (5)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Οι γενικοί προσανατολισμοί της οικονομικής πολιτικής (2005-2008), ΕΕ C 88 της 11.4.2006, σελ. 76.

    (6)  Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Οι γενικοί προσανατολισμοί της οικονομικής πολιτικής (2003-2005), ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σελ. 120.

    (7)  Βλ. Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ Για μια αποτελεσματικότερη χρησιμοποίηση των φορολογικών κινήτρων υπέρ της Έρευνας και Ανάπτυξης, ΕΕ C 10 της 15.1.2008 σελ. 83.

    (8)  Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Έκθεση σχετικά με την πρόοδο της δημιουργίας εσωτερικής αγοράς φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας — COM(2005) 568 τελικό της 15.11.2005.

    (9)  Δεν διατίθενται στοιχεία όσον αφορά την αγορά φυσικού αερίου στη Γερμανία.

    (10)  Επέκταση των συνόρων της παραγωγικότητας στην Ευρώπη — Η οικονομία της ΕΕ: Ανασκόπηση του 2007, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, σελ. 136

    (11)  Επέκταση των συνόρων της παραγωγικότητας στην Ευρώπη — Η οικονομία της ΕΕ: Ανασκόπηση του 2007, Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Γενική Διεύθυνση Οικονομικών και Δημοσιονομικών Υποθέσεων, σελ. 137

    (12)  Άρση των φραγμών στις διασυνοριακές επενδύσεις από τα ταμεία επιχειρηματικών κεφαλαίων (INT/404).


    Top