Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62014CN0265

    Υπόθεση C-265/14 P: Αναίρεση που άσκησαν στις 2 Ιουνίου 2014 οι Cemex S.A.B. de C.V. κ.λπ. κατά της απόφασης που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 14 Μαρτίου 2014 στην υπόθεση T-292/11, Cemex κ.λπ. κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 253 της 4.8.2014, p. 19–20 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    4.8.2014   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 253/19


    Αναίρεση που άσκησαν στις 2 Ιουνίου 2014 οι Cemex S.A.B. de C.V. κ.λπ. κατά της απόφασης που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 14 Μαρτίου 2014 στην υπόθεση T-292/11, Cemex κ.λπ. κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση C-265/14 P)

    2014/C 253/26

    Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

    Διάδικοι

    Αναιρεσείουσες: Cemex S.A.B. de C.V., New Sunward Holding BV, Cemex España, S.A., Cemex Deutschland AG, Cemex UK, Cemex Czech Operations s.r.o., Cemex France Gestion και Cemex Austria AG (εκπρόσωποι: J. Folguera Crespo, P. Vidal Martínez, H. González Durántez και B. Martínez Corral, δικηγόροι)

    Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα

    Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:

    να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 14ης Μαρτίου 2014,

    να αποφανθεί επί της ουσίας της προσφυγής ακύρωσης που είχε ασκηθεί ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά της απόφασης της Επιτροπής και να ακυρώσει την απόφαση αυτή,

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα στα οποία η Cemex και οι θυγατρικές της αφενός υποβλήθηκαν πρωτοδίκως και αφετέρου θα υποβληθούν κατά την παρούσα διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Λόγοι αναίρεσης και κύρια επιχειρήματα

    1 —   Εσφαλμένη εκτίμηση της αιτιολογίας της επίμαχης απόφασης της Επιτροπής

    Οι αναιρεσείουσες ισχυρίζονται ότι το Γενικό Δικαστήριο εκτίμησε εσφαλμένα την αιτιολογία της επίμαχης απόφασης που περιείχε αίτημα παροχής πληροφοριών, αίτημα του οποίου η διατύπωση ήταν πολύ γενική. Το Γενικό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του, κατά την ανάλυση στην οποία προέβη, τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης ούτε το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης της Επιτροπής και δεν εξέτασε το ζήτημα της αναλογικότητας σε συνάρτηση με τις ουσιαστικές δυνατότητες της Επιτροπής και τις τεχνικές συνθήκες ή τις προθεσμίες εντός των οποίων πραγματοποιήθηκε η έκδοση της επίμαχης αυτής απόφασης.

    2 —   Εσφαλμένη εκτίμηση της ανάγκης παροχής πληροφοριών

    Το Γενικό Δικαστήριο εκτίμησε επίσης εσφαλμένα την ανάγκη παροχής των πληροφοριών που ζητήθηκαν με την προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής, αφού ένα μέρος των πληροφοριών αυτών ήταν ήδη στη διάθεση της Επιτροπής ή δεν είχε σχέση με το αντικείμενο της έρευνας.

    3 —   Εσφαλμένη αιτιολογία της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης και εσφαλμένη εκτίμηση στο ζήτημα της ύπαρξης παράβασης του άρθρου 18, παράγραφος 3, του κανονισμού 1/2003  (1) σε σχέση με τη φύση των πληροφοριών που ζητήθηκαν

    Οι αναιρεσείουσες ισχυρίζονται επίσης ότι η αιτιολογία της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης είναι εσφαλμένη, διότι το Γενικό Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί ορισμένων από τα αιτήματά τους που αφορούσαν τη φύση των πληροφοριών που είχαν ζητηθεί και η παροχή των οποίων απαιτούσε αξιολογικές κρίσεις σχετικά με υποθετικές καταστάσεις. Επιπλέον, είναι εσφαλμένη η εκτίμηση του Γενικού Δικαστηρίου ότι δεν υπάρχει παράβαση του άρθρου 18, παράγραφος 3, του κανονισμού 1/2003, αφού η επίμαχη απόφαση της Επιτροπής απαιτούσε απαντήσεις σε ερωτήματα που δεν αφορούσαν γεγονότα ούτε είχαν καμία σχέση με πραγματικά δεδομένα.

    4 —   Εσφαλμένη εκτίμηση της προϋπόθεσης αναλογικότητας

    Οι αναιρεσείουσες ισχυρίζονται ότι το Γενικό Δικαστήριο κακώς απέρριψε την προσφυγή τους, με την οποία ζήτησαν τη μερική ακύρωση της επίμαχης απόφασης που περιείχε αίτημα παροχής πληροφοριών, καθόσον δέχτηκε ότι η Επιτροπή, εκδίδοντας την επίμαχη απόφαση και τάσσοντας τη συγκεκριμένη προθεσμία απάντησης, δεν ενήργησε ούτε κακώς ούτε δυσανάλογα. Οι αναιρεσείουσες ισχυρίζονται επίσης ότι κακώς το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι το αίτημα της Επιτροπής για την παροχή πληροφοριών ήταν δικαιολογημένο παρά τον ιδιαίτερα μεγάλο φόρτο εργασίας που συνεπαγόταν για τις αναιρεσείουσες η κατάρτιση της απάντησής τους.

    5 —   Εσφαλμένη εκτίμηση στο ζήτημα της ύπαρξης παράβασης του άρθρου 3 του κανονισμού 1  (2)

    Κατά τις αναιρεσείουσες, κακώς το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή, κοινοποιώντας την επίμαχη απόφασή της μόνο στα ισπανικά, δεν παρέβη το άρθρο 3 του κανονισμού 1.

    6 —   Εσφαλμένη εκτίμηση στο ζήτημα της ύπαρξης παράβασης της αρχής της χρηστής διοίκησης

    Τέλος, οι αναιρεσείουσες ισχυρίζονται ότι κακώς το Γενικό Δικαστήριο δεν δέχτηκε ότι διάφορες ενέργειες της Επιτροπής, τις οποίες εντούτοις επέκρινε το δικαιοδοτικό αυτό όργανο, δεν αποτελούσαν παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης.


    (1)  Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα [101 ΣΛΕΕ] και [102 ΣΛΕΕ] (ΕΕ 2003, L 1, σ. 1).

    (2)  Κανονισμός 1 του Συμβουλίου, της 15ης Απριλίου 1958, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 01/001, σ. 14).


    Top