EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52002PC0059

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την επέκταση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν καλύπτονται ήδη από τις διατάξεις αυτές μόνον λόγω της ιθαγένειάς τους

/* COM/2002/0059 τελικό - CNS 2002/0039 */

ΕΕ C 126E της 28.5.2002, p. 388–389 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52002PC0059

Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου για την επέκταση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν καλύπτονται ήδη από τις διατάξεις αυτές μόνον λόγω της ιθαγένειάς τους /* COM/2002/0059 τελικό - CNS 2002/0039 */

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 126 E της 28/05/2002 σ. 0388 - 0389


Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την επέκταση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν καλύπτονται ήδη από τις διατάξεις αυτές μόνον λόγω της ιθαγένειάς τους

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1. Γενικο σχολιο

1.1. Πλαίσιο

Η παρούσα πρόταση αποσκοπεί στην επέκταση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών και αντικαθιστά την πρόταση της Επιτροπής της 12ης Νοεμβρίου 1997 [1], η οποία απεσύρθη. Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 [2] καθορίζει τον κοινοτικό συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των κρατών μελών. Αυτή τη στιγμή ο εν λόγω κανονισμός εφαρμόζεται στους κοινοτικούς υπηκόους και σε ορισμένες κατηγορίες υπηκόων τρίτων χωρών.

[1] ΕΕ C 6 της 10.01.1998, σ. 15.

[2] Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1971 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, ΕΕ L 149 της 5.7.1971, σ. 2. Κανονισμός όπως ενημερώθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 118/97 (ΕΕ L 28 της 30.1.1997, σ. 1) και τροποποιήθηκε τελευταία φορά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1386/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουνίου 2001 (ΕΕ L 187 της 10.7.2001, σ. 1).

Η πρόταση της Επιτροπής της 12ης Νοεμβρίου 1997 απέβλεπε στο να ανταποκριθεί στην απαίτηση για ίση μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που κατοικούν νόμιμα στην Κοινότητα σε σχέση με τους πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εξάλλου, είχε ως στόχο να απλοποιήσει τους κανόνες, περιορίζοντας τον αριθμό των εθνικών και διεθνών νομικών μέσων που διέπουν τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης για αυτή την κατηγορία ατόμων, γεγονός που θα επιτρέψει την σημαντική ελάφρυνση των διοικητικών δαπανών. Τα κίνητρα αυτά εξακολουθούν να ισχύουν.

Εξάλλου, ύστερα από την υποβολή της εν λόγω πρότασης από την Επιτροπή, τα κοινοτικά θεσμικά όργανα επιβεβαίωσαν τον στόχο της ίσης μεταχείρισης.

Κατά την ειδική σύνοδό του στο Τάμπερε στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υπογράμμισε επανειλημμένα την ανάγκη να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των υπηκόων των τρίτων χωρών που κατοικούν νόμιμα στην επικράτεια των κρατών μελών. Δήλωσε ότι μία πιο σθεναρή πολιτική σε θέματα κοινωνικής ένταξης θα πρέπει να έχει ως φιλοδοξία να παράσχει στα άτομα αυτά υποχρεώσεις και δικαιώματα συγκρίσιμα εκείνων που απολαύουν οι πολίτες Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η πολιτική αυτή θα πρέπει επίσης να ευνοεί την κατάργηση των διακρίσεων στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή και να επιτρέπει τη λήψη μέτρων για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αναγνώρισε επίσης ότι θα πρέπει να υπάρξει προσέγγιση του νομικού καθεστώτος των υπηκόων τρίτων χωρών προς εκείνο των υπηκόων των κρατών μελών [3].

[3] Συμπεράσματα της Προεδρίας, σημεία 18 και 21.

Η ευρωπαϊκή κοινωνική Ατζέντα που προσαρτήθηκε στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στη Νίκαια τον Δεκέμβριο του 2000, περιέχει και αυτή δέσμευση υπέρ μιας πιο δραστήριας πολιτικής σε θέματα κοινωνικής ένταξης των υπηκόων τρίτων χωρών που κατοικούν μόνιμα στην επικράτεια της Ένωσης.

Στο ψήφισμά του της 27ης Οκτωβρίου 1999, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επέμεινε στην ταχεία υλοποίηση των υποσχέσεων για δίκαιη μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που κατοικούν νόμιμα στα κράτη μέλη και στον καθορισμό του νομικού καθεστώτος τους, στον οποίο να περιλαμβάνονται ενιαία δικαιώματα, όσο το δυνατόν πλησιέστερα εκείνων που απολαύουν οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης [4].

[4] ΕΕ C 154 της 5 Ιουνίου 2000, σ. 63.

Ύστερα από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ και ακολουθώντας το σκεπτικό των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Τάμπερε, η Επιτροπή υπέβαλε ιδίως μία πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου σχετικά με το καθεστώς κατοίκου μακράς διαρκείας υπέρ των υπηκόων τρίτων χωρών [5]. Το δεύτερο σκέλος της εν λόγω οδηγίας προβλέπει τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων οι κάτοικοι μακράς διαρκείας μπορούν να εγκατασταθούν σε άλλο κράτος μέλος για να εργαστούν, να σπουδάσουν ή για άλλους σκοπούς. Η πρόταση αυτή συνεπάγεται την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του κανονισμού 1408/71 στο πλαίσιο της δέσμευσης της Επιτροπής να εξασφαλίσει την πραγματική κοινωνική ένταξη των υπηκόων τρίτων χωρών που έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην επικράτεια των κρατών μελών, προσφέροντάς τους ίση μεταχείριση σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης.

[5] ΕΕ C 240 E της 28ης Αυγούστου 2001, σ. 79.

Εξάλλου, η επέκταση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 εντάσσεται σε ένα πλαίσιο υποστήριξης της κινητικότητας των εργαζομένων. Στην ανακοίνωση της 28ης Ιουνίου 2000 [6] σχετικά με την Ατζέντα κοινωνικής πολιτικής, η Επιτροπή υπενθύμισε την αναγκαιότητα να επεκταθεί ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών, ιδίως για να υποστηριχθεί η κινητικότητα των εργαζομένων. Με τον σκοπό αυτόν, και ειδικότερα για να εξασφαλιστεί η προώθηση μιας νέας στρατηγικής για το άνοιγμα των νέων ευρωπαϊκών αγορών εργασίας και τη δυνατότητα πρόσβασης όλων σε αυτές, η ανακοίνωση της Επιτροπής της 28ης Φεβρουαρίου 2001 [7] ζητά να υποστηριχθεί η κινητικότητα εξίσου και για τους υπηκόους τρίτων χωρών.

[6] COM (2000)379, της 28ης Ιουνίου 2000.

[7] COM(2001)116 της 28ης Φεβρουαρίου 2001

Τέλος, ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος ανακοινώθηκε επίσημα τον Δεκέμβριο του 2000 στη Νίκαια από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, καθιερώνει ορισμένα δικαιώματα που αναγνωρίζονται τόσο για τους πολίτες των κρατών μελών όσο και για τους υπηκόους των τρίτων χωρών που κατοικούν μόνιμα σε αυτά.

1.2. Επιλογή της νομικής βάσης

Η επιλογή της νομικής βάσης που πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την επέκταση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών συζητήθηκε στο Συμβούλιο. Η πρόταση της Επιτροπής της 12ης Νοεμβρίου 1997 στηριζόταν στις ίδιες νομικές βάσεις με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, δηλαδή τα πρώην άρθρα 51 και 235, σήμερα άρθρα 42 και 308, της συνθήκης για την ΕΚ.

Ύστερα από την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ και των νέων διατάξεων του Τίτλου IV της Συνθήκης, και υπό το πρίσμα της πρόσφατης νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (βλ. ιδίως την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 11ης Οκτωβρίου 2001 στην υπόθεση Khalil (C-95/99)), επιβάλλεται η επανεξέταση των νομικών βάσεων, όπως αυτές προβλέπονταν αρχικά. Φαίνεται πως επί του παρόντος, το άρθρο 63 παράγραφος 4 σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής των υπηκόων τρίτων χωρών στην Κοινότητα αποτελεί επαρκή νομική βάση για την εφαρμογή του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των κρατών μελών στο σύνολο των υπηκόων που πληρούν τους πραγματικούς όρους του κανονισμού 1408/71 και οι οποίοι αυτή τη στιγμή αποκλείονται λόγω της ιθαγένειάς τους.

Το Συμβούλιο στα συμπεράσματά του της 3ης Δεκεμβρίου 2001 συμφώνησε όσον αφορά τη δυνατότητα χρησιμοποίησης του άρθρου 63 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ ως νομική βάση για μία τέτοια επέκταση. Επίσης έκρινε ότι ο συντονισμός που θα εφαρμοστεί για τους υπηκόους τρίτων χωρών πρέπει να τους παραχωρεί ένα σύνολο ενιαίων δικαιωμάτων όσο το δυνατόν παρεμφερέστερο εκείνου που απολαύουν οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λάκεν στις 14 και 15 Δεκεμβρίου 2001 σημείωσε την πολιτική συμφωνία που αφορά την επέκταση του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους υπηκόους τρίτων χωρών και κάλεσε το Συμβούλιο να θεσπίσει το συντομότερο δυνατό τις απαραίτητες διατάξεις [8].

[8] Σημείο 29 των συμπερασμάτων της Προεδρίας.

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή εκτιμά ότι είναι σκόπιμο να υποβάλλει μια νέα πρόταση, έχοντας ως νομική βάση το άρθρο 63 παράγραφος 4 της συνθήκης ΕΚ. Η παρούσα πρόταση αναμένεται ότι θα επιτρέψει τη συνέχιση των εργασιών του Συμβουλίου και μία νέα διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Το άρθρο 63 παράγραφος 4 εισήχθη από τη συνθήκη του Άμστερνταμ. Ορίζει ότι το Συμβούλιο πρέπει να θεσπίσει « μέτρα που καθορίζουν τα δικαιώματα και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες υπήκοοι τρίτων χωρών, οι οποίοι διαμένουν νομίμως σε κράτος μέλος δύνανται να διαμένουν σε άλλα κράτη μέλη ». Ο συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης αποτελεί αναμφίβολα στοιχείο που επιτρέπει στους υπηκόους τρίτων χωρών να διαμένουν πράγματι σε άλλο κράτος μέλος και να διακινούνται στο εσωτερικό της Κοινότητας.

Η πρόταση κανονισμού πρέπει να εγκριθεί με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 67 της Συνθήκης: το Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα βάσει πρότασης της Επιτροπής ή κατόπιν πρωτοβουλίας κράτους μέλους και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το Τίτλος IV της συνθήκης ΕΚ δεν ισχύει για το Ηνωμένο Βασίλειο και για την Ιρλανδία, εκτός εάν τα κράτη αυτά αποφασίσουν αλλιώς, τηρουμένων των διατάξεων του Πρωτοκόλλου για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας, που προσαρτάται στις συνθήκες. Ο Τίτλος IV δεν μπορεί επίσης να ισχύσει ούτε και για τη Δανία, δυνάμει του Πρωτοκόλλου για τη θέση της Δανίας, που προσαρτάται στις συνθήκες.

1.3. Επικουρικότητα και αναλογικότητα

Οι αρμοδιότητες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με το άρθρο 5 της συνθήκης ΕΚ, δηλαδή εάν και στο βαθμό που οι στόχοι της προβλεπόμενης δράσης είναι αδύνατον να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύνανται συνεπώς, λόγω των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο. Η παρούσα πρόταση κανονισμού πληροί τα κριτήρια αυτά.

Μία δεσμευτική κανονιστική παρέμβαση, με τη θέσπιση κανονισμού, είναι ανάλογη με τον επιδιωκόμενο στόχο. Πράγματι είναι σκόπιμη η εξασφάλιση της ίσης μεταχείρισης στον τομέα του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των κρατών μελών, μεταξύ των πολιτών της Κοινότητας και των υπηκόων τρίτων χωρών. επίσης είναι σκόπιμο να απλοποιηθούν και να διασαφηνιστούν οι νομικοί κανόνες που ισχύουν στον τομέα αυτόν για αυτή την κατηγορία των προσώπων που δεν καλύπτονται ήδη από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71. Ο κανονισμός είναι το νομικό μέσο που κρίθηκε το πλέον κατάλληλο για την επίτευξη του στόχου αυτού.

2. Σχολιασμοσ ανα αρθρο

Άρθρο 1

Το άρθρο αυτό αποσκοπεί στο να καθιερώσει την εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι, δυνάμει των άρθρων 2 και 22α, δεν καλύπτονται ήδη από τον εν λόγω κανονισμό λόγω της ιθαγένειάς τους. Πράγματι, ορισμένες κατηγορίες υπηκόων τρίτων χωρών περιλαμβάνονται ήδη στο πεδίο εφαρμογής του. Πρόκειται για τους απάτριδες, τους πρόσφυγες καθώς και τα μέλη της οικογένειας και τους επιζώντες των πολιτών των κοινοτικών χωρών, όπως τους ορίζει ο κανονισμός.

Οι υπήκοοι τρίτων χωρών στους οποίους αναφέρεται το κείμενο πρέπει να κατοικούν νόμιμα στην επικράτεια ενός κράτους μέλους και συνεπώς να έχουν δικαίωμα προσωρινής ή μόνιμης διαμονής σε αυτό. Αυτή η απαίτηση αποτελεί απάντηση στον στόχο που συνεχώς προβάλλεται από την Επιτροπή, ιδίως στην πρόσφατη ανακοίνωσή της σχετικά με την κοινή πολιτική σε θέματα παράνομης μετανάστευσης, [9] δηλαδή την πρόληψη της παράνομης μετανάστευσης. Ωστόσο, για να καλύπτεται από τον κανονισμό σε ένα δεύτερο κράτος μέλος, ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν πρέπει υποχρεωτικά να πληροί την προϋπόθεση της μόνιμης κατοικίας, αλλά μπορεί και να μετακινείται απλώς, σεβόμενος την εθνική νομοθεσία αυτού του κράτους περί εισόδου και διαμονής.

[9] COM(2001)672 της 15.11.2001.

Η αναφορά στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 είναι δυναμική, έτσι ώστε οι διατάξεις αυτές να καλύπτουν τα πρόσωπα που αναφέρονται στην εκδοχή του κειμένου η οποία ισχύει κατά την εξεταζόμενη περίοδο, λαμβάνοντας έτσι υπόψη τις ενδεχόμενες μεταγενέστερες τροποποιήσεις.

Άρθρο 2

Το άρθρο αυτό προβλέπει τις μεταβατικές διατάξεις που αποβλέπουν στο να προστατεύσουν τα πρόσωπα στα οποία αναφέρεται ο παρών κανονισμός, από την ενδεχόμενη απώλεια δικαιωμάτων τους λόγω της έναρξης ισχύος του και στο να επιτρέψουν ιδίως την καταβολή, την επαναφορά ή την αναθεώρηση των παροχών.

2002/0039 (CNS)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την επέκταση των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι δεν καλύπτονται ήδη από τις διατάξεις αυτές μόνον λόγω της ιθαγένειάς τους

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 63 σημείο 4,

την πρόταση της Επιτροπής [10],

[10] ........

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [11],

[11] ......

Εκτιμώντας τα εξής:

(1) Κατά την έκτακτη σύνοδό του στο Τάμπερε, στις 15 και 16 Οκτωβρίου 1999, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο διακήρυξε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να εξασφαλίσει την ίση μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που κατοικούν νόμιμα στην επικράτεια των κρατών μελών της, να τους παράσχει δικαιώματα και υποχρεώσεις συγκρίσιμα εκείνων που απολαύουν οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προωθήσει την άνευ διακρίσεων μεταχείριση στην οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ζωή και να επιδιώξει την προσέγγιση του νομικού καθεστώτος τους προς εκείνο των υπηκόων των κρατών μελών.

(2) Στο ψήφισμά του της 27ης Οκτωβρίου 1999, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επέμεινε στην ταχεία υλοποίηση των υποσχέσεων για δίκαιη μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που κατοικούν νόμιμα στα κράτη μέλη και στον καθορισμό του νομικού καθεστώτος τους, στον οποίο να περιλαμβάνονται ενιαία δικαιώματα, όσο το δυνατόν πλησιέστερα εκείνων που απολαύουν οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης [12].

[12] ΕΕ C 154 της 5ης Ιουνίου 2000, σ. 63.

(3) Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή απηύθυνε επίσης έκκληση για την ουσιαστική εφαρμογή της ίσης μεταχείρισης στον κοινωνικό τομέα μεταξύ των κοινοτικών υπηκόων και των υπηκόων τρίτων χωρών, ιδίως στη γνώμη που εξέδωσε στις 26 Σεπτεμβρίου 1991 για το καθεστώς των διακινούμενων εργαζομένων από τρίτες χώρες [13].

[13] ΕΕ C 339 της 31.12. 991, σ. 82.

(4) Στο άρθρο 6 παράγραφος 2 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση προβλέπεται ότι η Ένωση σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα, όπως κατοχυρώνονται με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών, που υπογράφηκε στη Ρώμη στις 4 Νοεμβρίου 1950, και όπως προκύπτουν από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών, ως γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου.

(5) Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(6) Η προώθηση υψηλού επιπέδου κοινωνικής προστασίας και η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου στα κράτη μέλη αποτελούν στόχους της Κοινότητας.

(7) Όσον αφορά τις συνθήκες κοινωνικής προστασίας των υπηκόων τρίτων χωρών, και ειδικότερα το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης που ισχύει στην περίπτωσή τους, το Συμβούλιο « Απασχόληση και Κοινωνικές Υποθέσεις » έκρινε στα συμπεράσματά του της 3ης Δεκεμβρίου 2001 ότι ο συντονισμός που ισχύει για τους υπηκόους τρίτων χωρών πρέπει να τους παραχωρεί ένα σύνολο ενιαίων δικαιωμάτων όσο το δυνατόν πλησιέστερων με εκείνα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(8) Αυτή τη στιγμή, ο κανονισμός (ΕΟΚ) 1408/71 του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1971 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, ο οποίος αποτελεί τη βάση του συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των διαφόρων κρατών μελών, δεν εφαρμόζεται παρά μόνον στην περίπτωση ορισμένων υπηκόων τρίτων χωρών [14]. Ο αριθμός και η πολυμορφία των νομικών μέσων που χρησιμοποιούνται για να επιλυθούν τα προβλήματα συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των κρατών μελών τα οποία αντιμετωπίζουν οι υπήκοοι τρίτων χωρών που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση με τους κοινοτικούς υπηκόους, είναι πηγή νομικής και διοικητικής πολυπλοκότητας. Οδηγούν σε σημαντικές δυσκολίες τόσο για τους ενδιαφερομένους, όσο για τους εργοδότες τους και τους αρμόδιους εθνικούς οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης.

[14] Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1971 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, ΕΕ L 149 της 5.7.1971, σ. 2. Κανονισμός όπως ενημερώθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 118/97 (ΕΕ L 28 της 30.1.1997, σ. 1) και τροποποιήθηκε τελευταία φορά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1386/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουνίου 2001 (ΕΕ L 187 της 10.7.2001, σ. 1).

(9) Κατά συνέπεια, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η εφαρμογή των κανόνων συντονισμού του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στους υπηκόους τρίτων χωρών που κατοικούν νόμιμα στην Κοινότητα και δεν καλύπτονται αυτή τη στιγμή από τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού λόγω της ιθαγένειάς τους ενώ πληρούν τις υπόλοιπες προϋποθέσεις που προβλέπονται από τον κανονισμό αυτόν.

(10) Η εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 στα πρόσωπα αυτά δεν παραχωρεί στους ενδιαφερομένους κανένα δικαίωμα εισόδου, διαμονής ή μόνιμης εγκατάστασης, ούτε δικαίωμα πρόσβασης στην αγορά εργασίας ενός κράτους μέλους.

(11) Είναι σκόπιμο να θεσπιστούν μεταβατικές διατάξεις που θα αποβλέπουν στο να προστατεύσουν τα πρόσωπα στα οποία αναφέρεται ο παρών κανονισμός και να αποτρέψουν την απώλεια δικαιωμάτων τους λόγω της έναρξης ισχύος του.

(12) Για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, είναι απαραίτητο και σκόπιμο η επέκταση του πεδίου εφαρμογής των κανόνων συντονισμού των εθνικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης να πραγματοποιηθεί με ένα κοινοτικό νομικό μέσο, το οποίο να είναι δεσμευτικό και άμεσα εφαρμοστέο σε όλα τα κράτη μέλη που έχουν υιοθετήσει τον παρόντα κανονισμό.

(13) Δεδομένου ότι οι στόχοι της προβλεπόμενης ενέργειας δεν μπορούν να επιτευχθούν κατά τρόπο ικανοποιητικό από τα κράτη μέλη και συνεπώς, λόγω της διάστασης της ενέργειας, μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα μπορεί να προβεί στη λήψη μέτρων, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που καθιερώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας όπως αυτή διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα όρια που απαιτούνται για την επίτευξη αυτών των στόχων.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 εφαρμόζονται στους υπηκόους τρίτων χωρών που δεν καλύπτονται ήδη από τις εν λόγω διατάξεις λόγω της ιθαγένειάς τους, εφόσον διαμένουν νόμιμα στην επικράτεια ενός κράτους μέλους και διακινούνται νόμιμα στο εσωτερικό της Κοινότητας.

Άρθρο 2: μεταβατικές διατάξεις

1. Ο παρών κανονισμός δεν δημιουργεί κανένα δικαίωμα για περίοδο προγενέστερη της ...*.

2. Κάθε περίοδος ασφάλισης καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε περίοδος απασχόλησης, μη μισθωτής δραστηριότητας ή διαμονής που συμπληρώθηκε στο πλαίσιο της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους πριν από την ... λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων που γεννώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

3. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της πρώτης παραγράφου, δικαίωμα γεννάται δυνάμει του παρόντος κανονισμού ακόμα και όταν αφορά γεγονός που έλαβε χώρα πριν από την ....

4. Κάθε παροχή που δεν έχει εκκαθαριστεί ή έχει ανασταλεί λόγω της ιθαγένειας ή της μόνιμης κατοικίας του ενδιαφερομένου, εκκαθαρίζεται ή αποκαθίσταται από την ..., ύστερα από αίτηση του ίδιου, με την επιφύλαξη ότι τα δικαιώματα που έχουν εκκαθαριστεί προηγουμένως δεν καταβλήθηκαν ως εφάπαξ ποσό.

5. Τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων οι οποίοι πέτυχαν πριν από την ... την εκκαθάριση σύνταξης, μπορούν να αναθεωρηθούν, ύστερα από αίτησή τους, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

6. Εάν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί μέσα σε προθεσμία δύο ετών από την ..., τα δικαιώματα που γεννώνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού αποκτώνται από αυτή την ημερομηνία, χωρίς να μπορούν να αντιταχθούν στους ενδιαφερομένους οι διατάξεις οποιουδήποτε κράτους μέλους σχετικά με την έκπτωση ή την παραγραφή δικαιωμάτων.

7. Εάν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί ύστερα από τη λήξη της προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 6, τα δικαιώματα από τα οποία δεν εξέπεσε ο δικαιούχος ή τα οποία δεν παραγράφηκαν, αποκτώνται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, με την επιφύλαξη τυχόν ευνοϊκότερων διατάξεων της νομοθεσίας κάποιου κράτους μέλους.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του μήνα που ακολουθεί τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες,

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Top