EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009D0936

Απόφαση 2009/936/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009 , για την έκδοση εκτελεστικών κανόνων για τα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση της Ευρωπόλ

ΕΕ L 325 της 11.12.2009, p. 14–22 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 30/04/2017; καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από 32016R0794

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2009/936/oj

11.12.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 325/14


ΑΠΌΦΑΣΗ 2009/936/ΔΕΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 30ής Νοεμβρίου 2009

για την έκδοση εκτελεστικών κανόνων για τα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση της Ευρωπόλ

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

την απόφαση 2009/371/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 2009, για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) (1) («απόφαση Ευρωπόλ»), και ιδίως το άρθρο 14 παράγραφος 1 και το άρθρο 59 παράγραφος 1 στοιχείο β),

τη σύμβαση για την προστασία του ατόμου από την αυτοματοποιημένη επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα, που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης στις 28 Ιανουαρίου 1981,

τη σύσταση αριθ. R(87)15 της Επιτροπής των Υπουργών για τη χρήση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στον αστυνομικό τομέα, η οποία υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο της Ευρώπης στις 17 Σεπτεμβρίου 1987,

το σχέδιο κανόνων για τα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση της Ευρωπόλ, που υπέβαλε το διοικητικό συμβούλιο,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Το Συμβούλιο θεσπίζει με ειδική πλειοψηφία, μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τους εκτελεστικούς κανόνες που αφορούν τα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση («κανόνες»),

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης:

α)

με τον όρο «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» νοείται κάθε πληροφορία που αναφέρεται σε φυσικό πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα είναι γνωστή ή μπορεί να εξακριβωθεί· ως «πρόσωπο του οποίου η ταυτότητα μπορεί να εξακριβωθεί» λογίζεται το πρόσωπο εκείνο που μπορεί να προσδιοριστεί, άμεσα ή έμμεσα, ιδίως βάσει αριθμού ταυτότητας ή βάσει ενός ή περισσότερων συγκεκριμένων στοιχείων που χαρακτηρίζουν την υπόστασή του από φυσική, βιολογική, ψυχολογική, οικονομική, πολιτιστική ή κοινωνική άποψη·

β)

με τον όρο «αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση» νοείται αρχείο το οποίο ανοίγεται με σκοπό την ανάλυση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ·

γ)

με τον όρο «ανάλυση» νοείται η συγκέντρωση, η επεξεργασία ή η χρήση δεδομένων προς υποβοήθηση ποινικής έρευνας, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 της απόφασης Ευρωπόλ·

δ)

με τον όρο «συμμετέχοντες σε ομάδα ανάλυσης» νοούνται οι αναλυτές και άλλα μέλη του προσωπικού της Ευρωπόλ που ορίζονται από τον διευθυντή, καθώς και οι αξιωματικοί-σύνδεσμοι ή/και οι εμπειρογνώμονες των κρατών μελών από τους οποίους προέρχονται οι πληροφορίες ή τους οποίους αφορά η ανάλυση, κατά την έννοια του άρθρου 14 παράγραφος 4 της απόφασης Ευρωπόλ·

ε)

με τον όρο «επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» ή «επεξεργασία» νοείται κάθε εργασία ή σειρά εργασιών που πραγματοποιούνται, με ή χωρίς τη βοήθεια αυτοματοποιημένων διαδικασιών και εφαρμόζονται σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, όπως η συλλογή, η καταχώρηση, η οργάνωση, η αποθήκευση, η προσαρμογή ή η τροποποίηση, η ανάκτηση, η αναζήτηση πληροφοριών, η χρήση, η ανακοίνωση με διαβίβαση, η διάδοση ή κάθε άλλη μορφή διάθεσης, η εναρμόνιση ή ο συνδυασμός, καθώς και το κλείδωμα, η διαγραφή ή η καταστροφή.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Οι κανόνες που ορίζονται στην παρούσα απόφαση εφαρμόζονται στην επεξεργασία δεδομένων με σκοπό την ανάλυση, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ.

Άρθρο 3

Παροχή δεδομένων προς ανάλυση

1.   Σύμφωνα με τα άρθρα 8 παράγραφος 2 και 14 παράγραφος 3 της απόφασης Ευρωπόλ, τα δεδομένα που παρέχονται προς ανάλυση διαβιβάζονται είτε σε διαρθρωμένη είτε σε μη διαρθρωμένη μορφή από τις εθνικές μονάδες ή ανάλογα με το βαθμό επείγοντος, μπορούν να διαβιβάζονται απευθείας στην Ευρωπόλ από τις οριζόμενες αρμόδιες αρχές, ώστε να περιληφθούν σε αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση. Το κράτος μέλος που παρέχει τα δεδομένα γνωστοποιεί στην Ευρωπόλ για ποιο σκοπό παρέχονται τα δεδομένα και κατά πόσον υπάρχουν περιορισμοί στη χρήση, τη διαγραφή ή την καταστροφή τους ή περιορισμοί στην πρόσβαση σε αυτά, γενικής ή ειδικής φύσεως. Το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί επίσης να ενημερώσει σχετικά την Ευρωπόλ σε μεταγενέστερο στάδιο.

Η Ευρωπόλ μεριμνά ώστε τρίτοι που παρέχουν παρόμοια δεδομένα να γνωστοποιούν στην Ευρωπόλ για ποιο σκοπό παρέχονται και εάν τυχόν υπάρχουν περιορισμοί στη χρήση τους.

Αφού παραληφθούν τα δεδομένα, καθορίζεται το συντομότερο δυνατό σε ποιο βαθμό θα ενταχθούν σε συγκεκριμένο αρχείο.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ, τα δεδομένα της παραγράφου 1 παραμένουν υπό την ευθύνη του κράτους μέλους που τα παρέσχε και υπόκεινται στην εθνική του νομοθεσία, μέχρι τη στιγμή που θα ενταχθούν σε αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση. Οι ευθύνες της Ευρωπόλ για τα δεδομένα, οι οποίες εκτίθενται στο δεύτερο και στο τρίτο εδάφιο, δεν θίγονται.

Η Ευρωπόλ οφείλει να εξασφαλίζει ότι πρόσβαση στα δεδομένα έχουν μόνον τα κράτη μέλη που τα παρέσχον ή οι αναλυτές και άλλα μέλη του προσωπικού της Ευρωπόλ που ορίζονται από τον διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο α) της απόφασης Ευρωπόλ, προκειμένου να καθοριστεί εάν τα δεδομένα μπορούν να ενταχθούν σε αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση.

Εάν η Ευρωπόλ, αφού εκτιμήσει τα δεδομένα, έχει λόγους να θεωρεί ότι τα δεδομένα δεν είναι ακριβή ή δεν ισχύουν πλέον, ενημερώνει σχετικώς το κράτος μέλος που τα παρέσχε.

3.   Δεδομένα τα οποία, αφού εκτιμήθηκαν, δεν επιλέχθηκαν ώστε να περιληφθούν σε αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση, καθώς και αρχεία και έγγραφα που περιέχουν δεδομένα τα οποία περιλήφθηκαν σε τέτοιο αρχείο, παραμένουν υπό την ευθύνη του κράτους μέλους που τα παρέσχε, σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ, και υπόκεινται στην εθνική του νομοθεσία. Οι ευθύνες της Ευρωπόλ οι οποίες περιλαμβάνονται στην απόφαση Ευρωπόλ δεν θίγονται.

Η Ευρωπόλ οφείλει να εξασφαλίζει ότι τα αναφερόμενα στο πρώτο εδάφιο δεδομένα, αρχεία και έγγραφα αποθηκεύονται χωριστά από το αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση και ότι πρόσβαση σ’ αυτά έχουν μόνον τα κράτη μέλη που τα παρέσχον ή οι αναλυτές και άλλα μέλη του προσωπικού της Ευρωπόλ που ορίζονται από τον διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο α) της απόφασης Ευρωπόλ, με σκοπό:

α)

να περιληφθούν αργότερα στο αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση·

β)

να επαληθευτεί κατά πόσον τα δεδομένα τα οποία ήδη περιλήφθηκαν στο αρχείο προς ανάλυση είναι ακριβή και χρήσιμα· ή

γ)

να επαληθευτεί κατά πόσον τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις που τίθενται από τις παρούσες ρυθμίσεις και από την απόφαση Ευρωπόλ.

Τα δεδομένα αυτά μπορούν επίσης να καταστούν διαθέσιμα για την προστασία των συμφερόντων του προσώπου, το οποίο αφορούν. Στην περίπτωση αυτή, μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο με τη συγκατάθεσή του.

Αυτά τα δεδομένα, αρχεία ή έγγραφα πρέπει να επιστραφούν στο κράτος μέλος που τα παρέσχε, να διαγραφούν ή να καταστραφούν, εάν δεν είναι πλέον απαραίτητα για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου. Μετά το κλείσιμο του αρχείου εργασίας προς ανάλυση πρέπει να διαγραφούν ή να καταστραφούν οπωσδήποτε.

4.   Εάν τα δεδομένα, περί των οποίων η παράγραφος 1, τα έχει παράσχει τρίτος, η Ευρωπόλ είναι υπεύθυνη να εξασφαλίσει ότι επ’ αυτών θα εφαρμοστούν οι αρχές που θεσπίζονται στο παρόν άρθρο, σύμφωνα με τους κανόνες που θέτει το Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 26 της απόφασης Ευρωπόλ.

Άρθρο 4

Επεξεργασία δεδομένων

1.   Όταν αυτό απαιτείται για την επίτευξη του στόχου του άρθρου 3 της απόφασης Ευρωπόλ, τα προσωπικά δεδομένα που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 6 των παρόντων κανόνων μπορούν να υφίστανται επεξεργασία από την Ευρωπόλ εφόσον είναι κατάλληλα, ακριβή, και σχετικά, χωρίς να υπερβαίνουν το σκοπό του αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση στο οποίο περιλαμβάνονται, υπό την προϋπόθεση ότι δεν αποθηκεύονται για μεγαλύτερο διάστημα από όσο χρειάζεται για το σκοπό αυτόν. Η αναγκαιότητα της αποθήκευσης δεδομένων για τους σκοπούς του αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση θα επανεξετάζεται τακτικά σύμφωνα με το άρθρο 7 των παρόντων κανόνων και το άρθρο 20 της απόφασης Ευρωπόλ.

2.   Κάθε κράτος μέλος που συμπράττει σε σχέδιο ανάλυσης αποφασίζει, σύμφωνα με την εθνική του νομοθεσία μέχρι ποίου βαθμού μπορεί να παράσχει τα δεδομένα αυτά, όπως ορίζεται στο άρθρο 14 παράγραφος 3 της απόφασης Ευρωπόλ.

Άρθρο 5

Εντολή δημιουργίας αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση

1.   Σε κάθε εντολή δημιουργίας αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση, κατά την έννοια του άρθρου 16 της απόφασης Ευρωπόλ, ο διευθυντής διευκρινίζει ποιες από τις κατηγορίες των προσωπικών δεδομένων που απαριθμούνται στο άρθρο 6 θεωρεί απαραίτητες για τους σκοπούς του εν λόγω αρχείου.

2.   Ο διευθυντής διευκρινίζει στην εντολή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 κατά πόσον μπορούν να περιληφθούν στο εν λόγω αρχείο δεδομένα που αποκαλύπτουν τη φυλετική ή εθνοτική καταγωγή, τις πολιτικές απόψεις, τις θρησκευτικές ή φιλοσοφικές πεποιθήσεις, τη συμμετοχή σε συνδικαλιστικές οργανώσεις, καθώς και δεδομένα που αφορούν την υγεία και τη σεξουαλική ζωή, στο πλαίσιο των κατηγοριών δεδομένων που απαριθμούνται στο άρθρο 6, και για ποιο λόγο τα δεδομένα αυτά κρίνονται απολύτως απαραίτητα για τους σκοπούς του εν λόγω αρχείου. Τα εν λόγω δεδομένα μπορούν να υποστούν επεξεργασία μόνον εφόσον συμπληρώνουν άλλα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία έχουν ήδη καταχωρηθεί στο συγκεκριμένο αρχείο.

Όταν τα δεδομένα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο αφορούν τις κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 3 έως 6, πρέπει να παρέχεται ειδική αιτιολόγηση προς τούτο στην εντολή δημιουργίας του αρχείου, η δε επεξεργασία τους επιτρέπεται μόνο κατόπιν ρητής αιτήσεως δύο ή περισσότερων κρατών μελών που συμμετέχουν στο σχέδιο εργασιών ανάλυσης. Τα εν λόγω δεδομένα διαγράφονται όταν δεν είναι πλέον απαραίτητα για τους σκοπούς για τους οποίους είχαν εναποθηκευτεί.

3.   Οι εντολές καθώς και οι τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις τους καθορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 16 της απόφασης Ευρωπόλ.

Άρθρο 6

Προσωπικά δεδομένα σε αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση

1.   Όταν αποθηκεύονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σε αρχεία εργασίας για τη διεξαγωγή αναλύσεων, προστίθεται σημείωση αναφερόμενη στην κατηγορία προσώπων υπό την οποία γίνεται η αποθήκευση.

2.   Όσον αφορά τις κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο α) της απόφασης Ευρωπόλ, μπορεί να πραγματοποιείται επεξεργασία των ακόλουθων κατηγοριών προσωπικών δεδομένων, περιλαμβανομένων και των συναφών διοικητικών δεδομένων:

α)

Προσωπικά στοιχεία:

1.

Σημερινό επώνυμο και παλαιότερα

2.

Σημερινό όνομα και παλαιότερα

3.

Πατρικό επώνυμο (για τις γυναίκες)

4.

Όνομα πατέρα (όταν είναι απαραίτητο για την αναγνώριση της ταυτότητας)

5.

Όνομα μητέρας (όταν είναι απαραίτητο για την αναγνώριση της ταυτότητας)

6.

Φύλο

7.

Ημερομηνία γέννησης

8.

Τόπος γέννησης

9.

Ιθαγένεια

10.

Οικογενειακή κατάσταση

11.

Άλλα ονόματα

12.

Προσωνυμίες

13.

Ψευδώνυμα

14.

Σημερινή και παλαιότερη κατοικία ή/και μόνιμη διαμονή.

β)

Φυσικά χαρακτηριστικά:

1.

Σωματική περιγραφή

2.

Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (σημάδια/ουλές/τατουάζ κ.λπ.).

γ)

Στοιχεία εξακρίβωσης ταυτότητας:

1.

Έγγραφα αποδεικτικά ταυτότητας/άδεια οδήγησης

2.

Αριθμός εθνικού δελτίου ταυτότητας/διαβατηρίου

3.

Εθνικοί αριθμοί μητρώου/κοινωνικής ασφάλισης, εάν υπάρχουν

4.

Οπτικές εικονίσεις και άλλες πληροφορίες για την εμφάνιση του προσώπου

5.

Αναγνωριστικά στοιχεία που υπάγονται στο πεδίο των εγκληματολογικών πληροφοριών, όπως δακτυλικά αποτυπώματα, προφίλ DNA (που λαμβάνεται από το μη κωδικοποιητικό τμήμα DNA), προφίλ φωνής, ομάδα αίματος, οδοντιατρικά στοιχεία.

δ)

Επάγγελμα και δεξιότητες:

1.

Σημερινή απασχόληση και επαγγελματική δραστηριότητα

2.

Παλαιότερη απασχόληση και επαγγελματική δραστηριότητα

3.

Εκπαίδευση (σχολική/πανεπιστημιακή/επαγγελματική)

4.

Επαγγελματικά προσόντα

5.

Δεξιότητες και άλλες γνώσεις (γλωσσικές/άλλες).

ε)

Οικονομικές πληροφορίες:

1.

Χρηματοπιστωτικά στοιχεία (τραπεζικοί λογαριασμοί και κωδικοί, πιστωτικές κάρτες κ.λπ.)

2.

Χρηματική περιουσία

3.

Μετοχές και άλλα περιουσιακά στοιχεία

4.

Ακίνητη περιουσία

5.

Σχέσεις με εταιρείες και επιχειρήσεις

6.

Τραπεζικές και πιστωτικές επαφές

7.

Φορολογική κατάσταση

8.

Άλλα στοιχεία για τη διαχείριση των οικονομικών του προσώπου.

στ)

Πληροφορίες ως προς τη συμπεριφορά:

1.

Τρόπος ζωής (ενδεχομένως υπερβολικά πολυτελής) και συνήθειες

2.

Μετακινήσεις

3.

Μέρη στα οποία συχνάζει

4.

Όπλα και άλλα επικίνδυνα όργανα

5.

Βαθμός επικινδυνότητας

6.

Συγκεκριμένοι κίνδυνοι, όπως πιθανότητα φυγής, χρησιμοποίηση διπλών πρακτόρων, διασυνδέσεις με προσωπικό αστυνομικών κ.λπ. υπηρεσιών

7.

Στοιχεία χαρακτήρα με εγκληματολογική σημασία

8.

Χρήση ναρκωτικών.

ζ)

Πρόσωπα επαφής και συνοδείας· τύπος και φύση των επαφών ή της συνοδείας

η)

Χρησιμοποιούμενα μέσα επικοινωνίας, όπως τηλέφωνο (σταθερό/κινητό), φαξ, σύστημα τηλεειδοποίησης, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ταχυδρομικές διευθύνσεις, συνδέσεις Διαδίκτυο

θ)

Χρησιμοποιούμενα μεταφορικά μέσα, όπως αυτοκίνητα, σκάφη, αεροπλάνα, και αναγνωριστικά τους στοιχεία (αριθμοί κυκλοφορίας/νηολόγησης)

ι)

Πληροφορίες σχετικά με εγκληματικές δραστηριότητες για τις οποίες είναι αρμόδια η Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης Ευρωπόλ:

1.

Προηγούμενες καταδίκες

2.

Εικαζόμενη συμμετοχή σε εγκληματικές δραστηριότητες

3.

Τρόποι δράσης

4.

Μέσα που χρησιμοποιήθηκαν ή ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν για την προπαρασκευή ή/και τη διάπραξη εγκληματικών πράξεων

5.

Συμμετοχή σε εγκληματικές ομάδες/οργανώσεις και θέση μέσα στην ομάδα/οργάνωση

6.

Ρόλος μέσα στην εγκληματική οργάνωση

7.

Γεωγραφική κλίμακα εγκληματικών δραστηριοτήτων

8.

Υλικό που συλλέχθηκε κατά τις έρευνες, όπως μαγνητοσκοπήσεις και φωτογραφίες.

ια)

Αναφορές σε άλλες βάσεις δεδομένων στις οποίες έχουν καταχωρηθεί προσωπικά στοιχεία:

1.

Ευρωπόλ

2.

Αστυνομικές/τελωνειακές υπηρεσίες

3.

Άλλες αρχές επιβολής του νόμου

4.

Διεθνείς οργανισμοί

5.

Δημόσιοι φορείς

6.

Ιδιωτικοί φορείς.

ιβ)

Πληροφορίες για νομικά πρόσωπα σχετιζόμενα με τα αναφερόμενα στο στοιχείο ε) ή στο σημείο ι) δεδομένα:

1.

Ονομασία νομικού προσώπου

2.

Τόπος

3.

Τόπος και χρόνος σύστασης

4.

Αριθμός διοικητικού μητρώου

5.

Νομική μορφή

6.

Κεφάλαιο

7.

Τομέας δραστηριότητας

8.

Θυγατρικές εσωτερικού και εξωτερικού

9.

Διοικητικό συμβούλιο

10.

Δεσμοί με τράπεζες.

3.   Ως πρόσωπα επαφής και συμπράττοντα πρόσωπα, κατά το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο δ) της απόφασης Ευρωπόλ, λογίζονται τα πρόσωπα μέσω των οποίων υπάρχουν επαρκείς λόγοι να πιστεύεται ότι είναι δυνατόν να αντληθούν πληροφορίες για τα πρόσωπα της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, τα οποία έχουν σημασία για την ανάλυση, υπό την προϋπόθεση ότι δεν συμπεριλαμβάνονται σε κάποια από τις κατηγορίες προσώπων που αναφέρονται στις παραγράφους 2 ή 4, 5 ή 6. Πρόσωπα επαφής είναι εκείνα τα οποία διατηρούν σποραδικές επαφές με τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 2. Συμπράττοντα είναι τα πρόσωπα τα οποία διατηρούν τακτικές επαφές με τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 2.

Όσον αφορά τα πρόσωπα επαφής και τα συμπράττοντα πρόσωπα, μπορούν σύμφωνα με την παράγραφο 2 να αποθηκεύονται δεδομένα ανάλογα με τις ανάγκες, εφόσον υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι τα δεδομένα αυτά χρειάζονται για την ανάλυση του ρόλου τους ως προσώπων επαφής και συμπραττόντων.

Προς τούτο, λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα:

α)

η σχέση των προσώπων αυτών με τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο α) της απόφασης Ευρωπόλ πρέπει να αποσαφηνίζεται όσο το δυνατόν ταχύτερα·

β)

εάν αποδειχθεί αβάσιμη η πεποίθηση ύπαρξης σχέσης των προσώπων αυτών με τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο α) της απόφασης Ευρωπόλ, τα δεδομένα πρέπει να διαγράφονται χωρίς χρονοτριβή·

γ)

εάν τα πρόσωπα αυτά είναι ύποπτα για διάπραξη αξιόποινης πράξης που εμπίπτει στην αρμοδιότητα της Ευρωπόλ σύμφωνα με το άρθρο 4 της απόφασης Ευρωπόλ, ή έχουν καταδικαστεί για την τέλεση τέτοιων αξιόποινων πράξεων, ή υπάρχουν πραγματικές ενδείξεις ή εύλογοι λόγοι δυνάμει της εθνικής νομοθεσίας του οικείου κράτους μέλους να πιστεύεται ότι πρόκειται να διαπράξουν αξιόποινες πράξεις οι οποίες εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπόλ, μπορούν να αποθηκεύονται όλες οι κατηγορίες δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2·

δ)

δεν αποθηκεύονται δεδομένα σχετικά με τα πρόσωπα επαφής και τα συμπράττοντα πρόσωπα των προσώπων επαφής και συμπραττόντων, εκτός από δεδομένα για το είδος και τη φύση των επαφών και σχέσεών τους με τα πρόσωπα της παραγράφου 2·

ε)

εάν δεν είναι δυνατό να διαπιστωθούν σαφώς τα αναφερόμενα στα προηγούμενα σημεία, αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν αποφασίζεται η ανάγκη και η έκταση της αποθήκευσης δεδομένων για την περαιτέρω ανάλυση.

4.   Όσον αφορά τα πρόσωπα που, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της απόφασης Ευρωπόλ, υπήρξαν θύματα ενός από τα υπό εξέταση αδικήματα ή για τα οποία υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι θα μπορούσαν να είναι θύματα τέτοιου αδικήματος, επιτρέπεται η αποθήκευση δεδομένων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) σημεία 1 και 2, και στοιχείο γ) σημείο 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και δεδομένων των ακόλουθων κατηγοριών:

α)

Πληροφορίες αναγνώρισης των θυμάτων

β)

Για ποιους λόγους κατέστησαν θύματα

γ)

Βλάβες (σωματικές/οικονομικές/ψυχολογικές/άλλες)

δ)

Εγγύηση της ανωνυμίας

ε)

Δυνατότητα παραστάσεως σε ακροαματική διαδικασία

στ)

Πληροφορίες περί εγκλημάτων που παρέχονται εκ μέρους ή διαμέσου των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της απόφασης Ευρωπόλ, μεταξύ των οποίων και πληροφορίες για τις σχέσεις τους με άλλα πρόσωπα, εφόσον είναι αναγκαίες για την αναγνώριση των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ.

Εάν αυτό απαιτείται, μπορούν να αποθηκεύονται και άλλα δεδομένα, σύμφωνα με την παράγραφο 2, εφόσον υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι χρειάζονται για την ανάλυση του ρόλου τους ως θυμάτων ή δυνητικών θυμάτων.

Τα δεδομένα που δεν χρειάζονται για περαιτέρω ανάλυση διαγράφονται.

5.   Όσον αφορά τα πρόσωπα που, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο β) της απόφασης Ευρωπόλ, μπορούν να κλητευθούν ως μάρτυρες σε έρευνες που έχουν σχέση με τα υπό εξέταση εγκλήματα ή με συνακόλουθες ποινικές διώξεις, επιτρέπεται η αποθήκευση δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α) σημείο 1 έως παράγραφο 2 στοιχείο γ) σημείο 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και δεδομένων των κατηγοριών που ανταποκρίνονται στα ακόλουθα κριτήρια:

α)

Πληροφορίες περί εγκλημάτων παρεχόμενες από τα πρόσωπα αυτά, συμπεριλαμβανομένων και πληροφοριών για τις σχέσεις τους με άλλα πρόσωπα που περιέχονται στο αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση

β)

Εγγύηση της ανωνυμίας

γ)

Εγγύηση προστασίας και εκ μέρους ποίου

δ)

Νέα ταυτότητα

ε)

Δυνατότητα παραστάσεως σε ακροαματική διαδικασία.

Εάν αυτό απαιτείται, μπορούν να αποθηκεύονται και άλλα δεδομένα, σύμφωνα με την παράγραφο 2, εφόσον υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι χρειάζονται για την ανάλυση του ρόλου των ανωτέρω ως μαρτύρων.

Τα δεδομένα που δεν χρειάζονται για περαιτέρω ανάλυση διαγράφονται.

6.   Όσον αφορά τα πρόσωπα που, όπως αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο ε) της απόφασης Ευρωπόλ, μπορούν να παράσχουν πληροφορίες για τα υπό εξέταση εγκλήματα, επιτρέπεται η αποθήκευση δεδομένων σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α) σημείο 1 έως στοιχείο γ) σημείο 3 του παρόντος άρθρου, καθώς και δεδομένων των κατηγοριών που ανταποκρίνονται στα ακόλουθα κριτήρια:

α)

κωδικοποιημένες λεπτομέρειες προσωπικού χαρακτήρα

β)

τύπος των παρεχόμενων πληροφοριών

γ)

εγγύηση της ανωνυμίας

δ)

εξασφάλιση προστασίας και εκ μέρους ποίου

ε)

Νέα ταυτότητα

στ)

Δυνατότητα παραστάσεως σε ακροαματική διαδικασία

ζ)

Αρνητικές εμπειρίες

η)

Ανταμοιβή (Χρηματική/εξυπηρετήσεις).

Εάν απαιτείται, μπορούν να αποθηκεύονται και άλλα δεδομένα, σύμφωνα με την παράγραφο 2, εφόσον υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι χρειάζονται για την ανάλυση του ρόλου των ανωτέρω ως πληροφοριοδοτών.

Τα δεδομένα που δεν χρειάζονται για περαιτέρω ανάλυση διαγράφονται.

7.   Εάν, οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της ανάλυσης, καταστεί σαφές, βάσει σοβαρών και αποδεδειγμένων ενδείξεων, ότι κάποιο πρόσωπο που περιλαμβάνεται σε αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση θα έπρεπε, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, να περιληφθεί σε άλλη κατηγορία προσώπων από εκείνη στην οποία είχε αρχικά περιληφθεί, τότε η Ευρωπόλ μπορεί να επεξεργάζεται μόνο τα δεδομένα που επιτρέπονται για τα πρόσωπα της νέας αυτής κατηγορίας ενώ όλα τα άλλα δεδομένα πρέπει να διαγραφούν.

Εάν από τις παραπάνω ενδείξεις καταδεικνύεται ότι κάποιο πρόσωπο θα έπρεπε να περιληφθεί σε δύο ή περισσότερες κατηγορίες προσώπων σύμφωνα με τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο, τότε η Ευρωπόλ μπορεί να επεξεργάζεται όλα τα δεδομένα που επιτρέπονται για τα πρόσωπα των κατηγοριών αυτών.

Άρθρο 7

Χρονικά όρια για την εξέταση και την αποθήκευση

1.   Για να αποφασιστεί εάν είναι ακόμη απαραίτητη η αποθήκευση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δυνάμει του άρθρου 6 των παρόντων κανόνων, σύμφωνα με το άρθρο 20 της απόφασης Ευρωπόλ, θα πρέπει το συμφέρον της Ευρωπόλ στο πλαίσιο της εκτέλεσης των καθηκόντων της να σταθμίζεται έναντι του έννομου συμφέροντος προστασίας του προσώπου, το οποίο αφορούν τα αποθηκευόμενα δεδομένα.

Το αργότερο τρία έτη από την καταχώρηση ή την τελευταία επανεξέταση των δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 20 της απόφασης Ευρωπόλ, επανεξετάζεται εάν εξακολουθεί να είναι απαραίτητη η αποθήκευση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται σε αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση. Ανεξαρτήτως αυτής της αναθεώρησης, επανεξέταση χωρεί και εάν προκύψουν περιστάσεις που μπορεί να επιβάλλουν τη διαγραφή ή τη διόρθωση των δεδομένων.

Κατά την επανεξέταση λαμβάνεται υπόψη το κατά πόσον είναι ανάγκη να φυλαχθούν τα δεδομένα υπό το φως της περάτωσης της ανάκρισης σε μια συγκεκριμένη υπόθεση, τυχόν τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων, ιδίως αθωωτικών, τυχόν αποκατάστασης, διαγραφής από το ποινικό μητρώο, αμνηστίας, ενόψει της ηλικίας του περί ου ο λόγος προσώπου ή ειδικών κατηγοριών δεδομένων.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 3 της απόφασης Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ επανεξετάζει την ανάγκη διατήρησης αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση. Ο διευθυντής, με βάση την επανεξέταση αυτή, αποφασίζει ως προς τη διατήρηση ή το κλείσιμο του εν λόγω αρχείου. Το διοικητικό συμβούλιο και η κοινή εποπτική αρχή ενημερώνονται πάραυτα από τον διευθυντή σχετικά με τα στοιχεία του αρχείου εξαιτίας των οποίων είναι απολύτως αναγκαία η διατήρηση του αρχείου.

3.   Εάν μια ποινική διαδικασία κατά προσώπων περί των οποίων το άρθρο 6 παράγραφος 2 έχει περατωθεί τελεσίδικα, με δικαστική απόφαση ή κατ’ άλλον τρόπο, και το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή τρίτο μέρος έχει κοινοποιήσει την απόφαση αυτή στην Ευρωπόλ, η Ευρωπόλ εξετάζει εάν τα δεδομένα που θίγονται από αυτή την απόφαση θα παραμείνουν αποθηκευμένα, θα τροποποιηθούν ή θα χρησιμοποιηθούν. Εάν το αιτιολογικό της απόφασης ή άλλα στοιχεία θεμελιώνουν την πεποίθηση ότι ο ενδιαφερόμενος δεν διέπραξε την αξιόποινη πράξη ή δεν τη διέπραξε παρανόμως, ή εάν το αιτιολογικό της απόφασης αφήνει το ζήτημα αυτό ανοικτό, τα δεδομένα που θίγονται από την απόφαση διαγράφονται, εκτός εάν υπάρχει ουσιαστικός λόγος να υποτεθεί ότι διατηρούν τη σημασία τους για τους σκοπούς του αρχείου εργασίας προς ανάλυση. Στην περίπτωση αυτή, στα δεδομένα που ήδη περιέχονται στο αρχείο προστίθενται πληροφορίες σχετικά με την απόφαση του δικαστηρίου. Επίσης, αυτά τα δεδομένα μπορούν να υφίστανται επεξεργασία και να φυλάσσονται μόνον με δέοντα σεβασμό του πλαισίου και της έκδοσης της προαναφερθείσας απόφασης καθώς και των δικαιωμάτων που παρέχει στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

4.   Δεν επιτρέπεται η διατήρηση των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα πέραν της διάρκειας που ορίζεται στο άρθρο 20 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ. Εάν, λόγω περαιτέρω διατήρησης του προς ανάλυση αρχείου, δεδομένα σχετικά με πρόσωπα, κατά το άρθρο 6 παράγραφοι 3 έως 6, αποθηκεύονται σε αρχείο για περίοδο άνω των πέντε ετών, ενημερώνεται σχετικά η κοινή εποπτική αρχή του άρθρου 34 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ.

5.   Εάν, κατά την αναφερόμενη στο άρθρο 34 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ επισκόπηση των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ από την κοινή εποπτική αρχή, διαπιστωθεί ότι φυλάσσονται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα κατά παράβαση των παρόντων κανόνων, η κοινή εποπτική αρχή ενημερώνει κατά την κρίση της τον διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 4 της απόφασης Ευρωπόλ.

Εάν η κοινή εποπτική αρχή έχει παραπέμψει στο διοικητικό συμβούλιο μια υπόθεση που αφορά την αποθήκευση, την επεξεργασία ή τη χρήση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 4 της απόφασης Ευρωπόλ, τα σχετικά δεδομένα απαγορεύεται να διαβιβαστούν χωρίς προηγούμενη άδεια του διοικητικού συμβουλίου. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, ο διευθυντής μπορεί να επιτρέψει τη διαβίβαση των δεδομένων και πριν από την έγκριση του διοικητικού συμβουλίου όταν αυτό θεωρείται απόλυτα αναγκαίο για τη διασφάλιση των συμφερόντων των ενδιαφερόμενων κρατών μελών στα πλαίσια του στόχου της Ευρωπόλ, ή για την πρόληψη επικείμενου κινδύνου σε σχέση με τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων ή πράξεων τρομοκρατίας. Στις περιπτώσεις αυτές, η έγκριση του διευθυντή καταγράφεται σε έγγραφο, το οποίο διαβιβάζεται στο διοικητικό συμβούλιο και στην κοινή εποπτική αρχή.

Άρθρο 8

Συμμετοχή τρίτων μερών

Η Ευρωπόλ δύναται να καλεί εμπειρογνώμονες των θεσμικών οργάνων, των φορέων, των υπηρεσιών και των οργανισμών που αναφέρονται το άρθρο 22 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ καθώς και τρίτων χωρών και οργανώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 1 της απόφασης Ευρωπόλ, να μετάσχουν στις εργασίες μιας ομάδας ανάλυσης, υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 14 παράγραφος 8 της απόφασης Ευρωπόλ.

Ο διευθυντής συνάπτει συμφωνίες με οποιονδήποτε από τους φορείς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τους κανόνες που ισχύουν για τη σύναψη τέτοιων συμφωνιών όπως καθορίζονται από το διοικητικό συμβούλιο. Το αναλυτικό περιεχόμενο των συμφωνιών αυτών αποστέλλεται στο διοικητικό συμβούλιο και στην κοινή εποπτική αρχή. Η κοινή εποπτική αρχή δύναται να απευθύνει στο διοικητικό συμβούλιο τυχόν παρατηρήσεις που κρίνουν αναγκαίες.

Άρθρο 9

Συλλογή και καταγραφή των δεδομένων

Τα δεδομένα που έχουν καταχωρηθεί στα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση διαφοροποιούνται ανάλογα με την αξιολόγηση της πηγής και το βαθμό της ακρίβειας ή της αξιοπιστίας των πληροφοριών, σύμφωνα με το άρθρο 11. Τα δεδομένα που βασίζονται σε γεγονότα διαφοροποιούνται από εκείνα που βασίζονται σε προσωπικές γνώμες ή εκτιμήσεις.

Άρθρο 10

Εσωτερική προστασία δεδομένων

Ο διευθυντής λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση με τους παρόντες κανόνες και με τις άλλες διατάξεις περί προστασίας των δεδομένων. Για το σκοπό αυτόν, ο διευθυντής ζητεί τη γνώμη του υπευθύνου προστασίας δεδομένων που αναφέρεται στο άρθρο 28 της απόφασης Ευρωπόλ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗ

Άρθρο 11

Κατηγορίες των αρχείων δεδομένων εργασίας προς ανάλυση

Τα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση είναι:

α)

γενικού ή στρατηγικού τύπου, εφόσον ο στόχος είναι η επεξεργασία σχετικών πληροφοριών για ένα συγκεκριμένο πρόβλημα, ή η ανάπτυξη ή βελτίωση πρωτοβουλιών των αρμόδιων υπηρεσιών που προβλέπονται στο άρθρο 3 της απόφασης Ευρωπόλ·

β)

επιχειρησιακού τύπου, εφόσον ο στόχος είναι η συγκέντρωση πληροφοριών σε σχέση με μία ή περισσότερες από τις εγκληματικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 3 της απόφασης Ευρωπόλ, όσον αφορά μια υπόθεση, ένα πρόσωπο ή μια οργάνωση, για την έναρξη, συνδρομή ή ολοκλήρωση, δυνάμει του άρθρου 14 παράγραφος 2 της απόφασης Ευρωπόλ, διμερών ή πολυμερών ερευνών διεθνούς φύσεως, όταν μεταξύ των ενδιαφερόμενων μερών περιλαμβάνονται δύο ή περισσότερα κράτη μέλη.

Άρθρο 12

Αξιολόγηση της πηγής και των πληροφοριών

1.   Η πηγή πληροφοριών που προέρχονται από κράτος μέλος αξιολογείται κατά το δυνατόν από το κράτος μέλος που τις παρέχει, χρησιμοποιώντας τους ακόλουθους κωδικούς αξιολόγησης της πηγής:

(Α)

:

Δεν υπάρχει αμφιβολία για την αυθεντικότητα, την αξιοπιστία και την εγκυρότητα της πηγής, ή η πληροφορία παρέχεται από πηγή που, κατά το παρελθόν, έχει πάντοτε αποδειχθεί αξιόπιστη.

(Β)

:

Πηγή από την οποία έχουν ληφθεί πληροφορίες που έχει αποδειχθεί αξιόπιστη στις περισσότερες περιπτώσεις.

(Γ)

:

Πηγή από την οποία έχουν ληφθεί πληροφορίες που έχει αποδειχθεί αναξιόπιστη στις περισσότερες περιπτώσεις.

(Χ)

:

Η αξιοπιστία της πηγής δεν μπορεί να εξακριβωθεί.

2.   Οι πληροφορίες που προέρχονται από κράτος μέλος αξιολογούνται κατά το δυνατόν από το κράτος μέλος που τις παρέχει, σύμφωνα με την αξιοπιστία τους, χρησιμοποιώντας τους ακόλουθους κωδικούς αξιολόγησης της πηγής:

(1)

:

Πληροφορίες αναμφίβολης ακρίβειας.

(2)

:

Πληροφορίες που γνωρίζει προσωπικά η πηγή, αλλά όχι και ο αξιωματούχος που τις διαβιβάζει.

(3)

:

Πληροφορίες που δεν γνωρίζει προσωπικά η πηγή αλλά που επιβεβαιώνονται από άλλες πληροφορίες που έχουν ήδη καταγραφεί.

(4)

:

Πληροφορίες που δεν γνωρίζει προσωπικά η πηγή και που δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν.

3.   Εάν η Ευρωπόλ, βάσει των πληροφοριών που ήδη διαθέτει, καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η αξιολόγηση χρήζει διόρθωσης, ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και προσπαθεί να συμφωνήσει μια τροποποίηση της αξιολόγησης. Η Ευρωπόλ δεν μπορεί να τροποποιήσει την αξιολόγηση χωρίς αυτή τη σύμφωνη γνώμη.

4.   Εάν η Ευρωπόλ λαμβάνει δεδομένα ή πληροφορίες από κράτος μέλος χωρίς αξιολόγηση, προσπαθεί κατά το δυνατόν να αξιολογήσει την αξιοπιστία της πηγής ή των πληροφοριών βάσει των πληροφοριών που ήδη διαθέτει. Για την αξιολόγηση των δεδομένων και των πληροφοριών απαιτείται η συμφωνία του κράτους μέλους που τα παρέχει. Είναι δυνατή επίσης γενική συμφωνία μεταξύ της Ευρωπόλ και του κράτους μέλους για την αξιολόγηση συγκεκριμένων κατηγοριών δεδομένων και συγκεκριμένων πηγών. Οι συμφωνίες αυτές γνωστοποιούνται στο διοικητικό συμβούλιο. Αν κάποια δεδομένα διαβιβάζονται στην Ευρωπόλ βάσει παρόμοιων γενικών συμφωνιών, αυτό σημειώνεται κατά τη διαβίβαση.

Εάν σε μια συγκεκριμένη υπόθεση δεν επιτευχθεί συμφωνία ή εάν δεν υφίσταται γενικής φύσεως συμφωνία, η Ευρωπόλ αξιολογεί τις πληροφορίες ή τα δεδομένα και τους δίδει κωδικούς αξιολόγησης (Χ) και (4) σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παραγράφους 1 και 2 αντίστοιχα.

5.   Εάν η Ευρωπόλ λαμβάνει δεδομένα ή πληροφορίες από τρίτο μέρος, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται ανάλογα.

6.   Όταν οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται σε αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση είναι αποτέλεσμα ανάλυσης, η Ευρωπόλ αξιολογεί τις πληροφορίες αυτές σύμφωνα με το παρόν άρθρο και με τη σύμφωνη γνώμη των κρατών μελών που συμμετείχαν στην ανάλυση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΚΑΝΟΝΕΣ ΧΡΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΕΙΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΡΟΣ ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣ ΑΝΑΛΥΣΗ

Άρθρο 13

Δημιουργία των αρχείων δεδομένων εργασίας προς ανάλυση

1.   Τα αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση δημιουργούνται με πρωτοβουλία της Ευρωπόλ ή κατ’ αίτηση των κρατών μελών από τα οποία προέρχονται τα δεδομένα, σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 16 της απόφασης Ευρωπόλ.

2.   Το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να καλεί αντιπροσώπους της κοινής εποπτικής αρχής να συμμετέχουν στη συζήτηση σχετικά με τις εντολές δημιουργίας αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση.

3.   Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 της απόφασης Ευρωπόλ, οι δραστηριότητες ανάλυσης μπορούν να αρχίσουν αμέσως μετά τη δημιουργία του αρχείου προς ανάλυση. Σε περίπτωση που το διοικητικό συμβούλιο δώσει εντολή στον διευθυντή της Ευρωπόλ να τροποποιήσει την εντολή για τη δημιουργία αρχείου δεδομένων ή για το κλείσιμο του αρχείου αυτού σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 4 της απόφασης Ευρωπόλ, τα δεδομένα που δεν έχουν συμπεριληφθεί στο αρχείο, ή σε περίπτωση κλεισίματος του αρχείου, όλα τα δεδομένα που περιέχονται στο εν λόγω αρχείο, διαγράφονται αμέσως.

4.   Εάν, στη διάρκεια ανάλυσης, προκύψει η ανάγκη να τροποποιηθεί η εντολή για τη δημιουργία του αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση, εφαρμόζονται ανάλογα οι διαδικασίες του άρθρου 16 της απόφασης Ευρωπόλ και του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 14

Ανάκτηση δεδομένων

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχείο β) της απόφασης Ευρωπόλ, το δικαίωμα ανάκτησης δεδομένων από τους συμμετέχοντες στο σχέδιο ανάλυσης χορηγείται μόνο κατόπιν διαπίστευσής τους από την Ευρωπόλ και εκπαίδευσης την οποία λαμβάνουν σχετικά με τις ειδικές υποχρεώσεις τους δυνάμει του νομικού πλαισίου της Ευρωπόλ.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο της απόφασης Ευρωπόλ, όλοι οι συμμετέχοντες στην ομάδα ανάλυσης δύνανται να ανακτούν δεδομένα από το αρχείο. Η ομάδα ανάλυσης αποφασίζει ομόφωνα ως προς την έκταση της ανάκτησης και τυχόν προϋποθέσεις και περιορισμούς που πρέπει να ισχύουν.

Άρθρο 15

Διαβίβαση δεδομένων ή πληροφοριών που περιέχονται σε αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση

1.   Όταν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από αρχεία δεδομένων εργασίας προς ανάλυση διαβιβάζονται σε κάποιο κράτος μέλος, αυτό καταγράφεται στο οικείο αρχείο.

Η Ευρωπόλ, σε συνεργασία με το κράτος μέλος ή τρίτο μέρος που χορηγεί τα δεδομένα, ελέγχει, εφόσον χρειάζεται και το αργότερο κατά τη στιγμή της διαβίβασής τους, την ορθότητά τους και το κατά πόσον συνάδουν προς την απόφαση Ευρωπόλ.

Σε όλες τις διαβιβάσεις πρέπει κατά το δυνατόν να αναφέρονται τόσο οι δικαστικές αποφάσεις, όσο και οι αποφάσεις να μην ασκηθεί δίωξη. Τα δεδομένα που βασίζονται σε προσωπικές γνώμες ή εκτιμήσεις πρέπει να διασταυρώνονται προτού διαβιβαστούν σε συνεργασία με το κράτος μέλος ή το τρίτο μέρος που παρέχει τις πληροφορίες, και να προσδιορίζεται ο βαθμός ακρίβειας ή αξιοπιστίας τους.

Το κράτος μέλος αποδέκτης πληροφορεί το κράτος που του διαβίβασε τα δεδομένα, κατόπιν αιτήσεως του τελευταίου, πώς χρησιμοποιήθηκαν τα δεδομένα, καθώς και ποια αποτελέσματα επιτεύχθηκαν βάσει αυτών, εφόσον αυτό επιτρέπεται από την εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους αποδέκτη.

Εάν τυχόν υπάρχουν περιορισμοί στη χρησιμοποίηση των δεδομένων δυνάμει του άρθρου 19 της απόφασης Ευρωπόλ, αυτοί πρέπει να καταγράφονται μαζί με τα δεδομένα, οι δε αποδέκτες αποτελεσμάτων αναλύσεων πρέπει να ενημερώνονται σχετικά.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 7 της απόφασης Ευρωπόλ, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η Ευρωπόλ διαπιστώνει, μετά την καταχώρηση δεδομένων σε αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση, ότι τα δεδομένα αυτά αφορούν ένα πρόσωπο ή αντικείμενο για το οποίο δεδομένα υποβληθέντα από ένα άλλο κράτος μέλος ή τρίτο μέρος έχουν ήδη συμπεριληφθεί στον φάκελο, κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή τρίτο μέρος ενημερώνονται αμέσως για τη διαπιστωθείσα συνάφεια.

Άρθρο 16

Διαδικασίες ελέγχου

Για την τήρηση των υποχρεώσεων περί ασφάλειας των δεδομένων που καθορίζονται στο άρθρο 35 της απόφασης Ευρωπόλ και για να εξασφαλιστεί η ασφαλής επεξεργασία των δεδομένων κατά την έννοια των παρόντων κανόνων, το διοικητικό συμβούλιο πιστοποιεί το Σύστημα αρχείων δεδομένων εργασίας προς ανάλυση σύμφωνα με το άρθρο 8 των κανόνων περί του απορρήτου των πληροφοριών της Ευρωπόλ που εγκρίθηκαν με την απόφαση 2009/…/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009 (2), μετά από προηγούμενη διαβούλευση με την επιτροπή ασφάλειας, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 παράγραφος 2 των εν λόγω κανόνων. Η πιστοποίηση χορηγείται με βάση τις ειδικές προδιαγραφές ασφάλειας του συστήματος και τη λοιπή τεκμηρίωση ασφάλειας που κρίνεται απαραίτητη από το διοικητικό συμβούλιο.

Άρθρο 17

Χρήση και αποθήκευση δεδομένων και αποτελεσμάτων αναλύσεων

1.   Όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και τα αποτελέσματα αναλύσεων που διαβιβάζονται από αρχείο εργασίας προς ανάλυση μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο σύμφωνα με το σκοπό του αρχείου ή για την πρόληψη και την καταπολέμηση άλλων σοβαρών μορφών εγκλήματος, τηρουμένων τυχόν περιορισμών στη χρήση που έχουν ορίσει τα κράτη μέλη βάσει του άρθρου 19 παράγραφος 2 της απόφασης Ευρωπόλ. Τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 των προκείμενων κανόνων μπορούν να διαβιβάζονται μόνο με τη συμφωνία του κράτους μέλους που τα έχει παράσχει.

2.   Μετά το κλείσιμο ενός αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση, όλα τα δεδομένα που περιείχε αποθηκεύονται από την Ευρωπόλ σε ξεχωριστό αρχείο, η πρόσβαση στο οποίο επιτρέπεται μόνο για σκοπούς εσωτερικού ή εξωτερικού ελέγχου. Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφος 4 της απόφασης Ευρωπόλ, τα δεδομένα αυτά φυλάσσονται το πολύ επί 18 μήνες από το κλείσιμο του αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση.

3.   Τα αποτελέσματα ενός αρχείου δεδομένων εργασίας προς ανάλυση επιτρέπεται να αποθηκεύονται από την Ευρωπόλ υπό ηλεκτρονική μορφή για μέγιστη περίοδο τριών ετών από το κλείσιμο του οικείου φακέλου, υπό τον όρο ότι αποθηκεύονται σε χωριστό φάκελο και δεν προστίθενται σε αυτά νέα δεδομένα. Μετά την περίοδο αυτή, τα αποτελέσματα επιτρέπεται να αποθηκεύονται μόνον υπό μορφή εγγράφου.

Άρθρο 18

Συνδυασμός και μεταφορά μεταξύ αρχείων

1.   Όταν διαπιστώνεται ότι πληροφορίες που περιέχονται σ’ ένα αρχείο δεδομένων εργασίας προς ανάλυση μπορούν να έχουν σημασία και για κάποιο άλλο αρχείο, ακολουθούνται οι ακόλουθες διαδικασίες:

α)

όταν προτείνεται πλήρης συνδυασμός των πληροφοριών που περιέχονται σε δύο αρχεία, συνιστάται νέο αρχείο, σύμφωνα με το άρθρο 16 της απόφασης Ευρωπόλ, το οποίο περιέχει όλες τις πληροφορίες των οικείων αρχείων. Η απόφαση να συνδυαστούν τα δύο αρχεία λαμβάνεται από όλους τους μετέχοντες σε αμφότερα τα αρχικά αρχεία. Στην περίπτωση αυτή, τα αρχικά αρχεία πρέπει να κλείσουν·

β)

εάν μέρος των πληροφοριών ενός αρχείου έχουν σημασία και για κάποιο άλλο αρχείο, οι παρέχοντες τις πληροφορίες αυτές αποφασίζουν εάν αυτές θα μεταφερθούν στο δεύτερο αρχείο.

2.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην πρώτη παράγραφο, οι προθεσμίες για την επανεξέταση δεδομένων που μεταφέρονται από ένα αρχείο εργασίας προς ανάλυση σε άλλο δεν επηρεάζονται από τη μεταφορά αυτή.

Άρθρο 19

Νέα τεχνικά μέσα

Νέα τεχνικά μέσα επεξεργασίας δεδομένων προς ανάλυση εισάγονται μόνον εφόσον έχουν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η χρησιμοποίησή τους τηρεί τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που εφαρμόζονται στην Ευρωπόλ. O διευθυντής οφείλει να διαβουλευθεί προηγουμένως με την κοινή εποπτική αρχή οσάκις η εισαγωγή αυτών των τεχνικών μέσων δημιουργεί προβλήματα στην εφαρμογή αυτών των κανόνων προστασίας των δεδομένων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Αναθεώρηση των κανόνων

Τυχόν πρόταση για τροποποίηση των παρόντων κανόνων εξετάζεται από το διοικητικό συμβούλιο με στόχο την έγκρισή της από το Συμβούλιο σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 14 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο της απόφασης Ευρωπόλ.

Άρθρο 21

Έναρξη ισχύος

Οι παρόντες κανόνες αρχίζουν να ισχύουν την 1η Ιανουαρίου 2010.

Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2013 οι παρόντες κανόνες θα αξιολογηθούν υπό την επίβλεψη του διοικητικού συμβουλίου.

Βρυξέλλες, 30 Νοεμβρίου 2009.

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

B. ASK


(1)  ΕΕ L 121 της 15.5.2009, σ. 37.

(2)  Δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα.


Top