This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32000L0076
Directive 2000/76/EC of the European Parliament and of the Council of 4 December 2000 on the incineration of waste
Οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, για την αποτέφρωση των αποβλήτων
Οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, για την αποτέφρωση των αποβλήτων
ΕΕ L 332 της 28.12.2000, p. 91–111
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)
No longer in force, Date of end of validity: 06/01/2014; καταργήθηκε από 32010L0075
Relation | Act | Comment | Subdivision concerned | From | To |
---|---|---|---|---|---|
Modifies | 31975L0439 | μερική κατάργηση | 28/12/2005 | ||
Repeal | 31989L0369 | ||||
Repeal | 31989L0429 | ||||
Repeal | 31994L0067 | ||||
Implicit repeal | 32003R1882 | μερική κατάργηση | παράρτημα III σημείο 52 | 28/12/2000 | |
51997PC0604 | |||||
51999PC0330 |
Relation | Act | Comment | Subdivision concerned | From | To |
---|---|---|---|---|---|
Corrected by | 32000L0076R(01) | (DA,DE,EL,EN,ES,FI,IT,PT,SV) | |||
Corrected by | 32000L0076R(02) | (CS) | |||
Derogated in | 12003TN14/09/D | παρέκκλιση | άρθρο 7.1 SK | 31/12/2006 | |
Derogated in | 12003TN14/09/D | παρέκκλιση | άρθρο 6 SK | 31/12/2006 | |
Derogated in | 12003TN14/09/D | παρέκκλιση | άρθρο 11 SK | 31/12/2006 | |
Derogated in | 12005SAN07/09/D | παρέκκλιση | άρθρο 7 | 01/01/2007 | |
Derogated in | 12005SAN07/09/D | παρέκκλιση | άρθρο 6 | 01/01/2007 | |
Derogated in | 12005SPN07/09/D | παρέκκλιση | άρθρο 11 | 31/12/2008 | |
Derogated in | 12005SPN07/09/D | παρέκκλιση | άρθρο 6 | 31/12/2008 | |
Derogated in | 12005SPN07/09/D | παρέκκλιση | άρθρο 7.1 | 31/12/2008 | |
Modified by | 32008R1137 | αντικατάσταση | άρθρο 11.13 | 11/12/2008 | |
Modified by | 32008R1137 | τροποποίηση | παράρτημα 2 | 11/12/2008 | |
Modified by | 32008R1137 | αντικατάσταση | άρθρο 16 | 11/12/2008 | |
Modified by | 32008R1137 | αντικατάσταση | άρθρο 17 | 11/12/2008 | |
Modified by | 32008R1137 | τροποποίηση | άρθρο 11.7 | 11/12/2008 | |
Repealed by | 32010L0075 | 07/01/2014 |
Οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Δεκεμβρίου 2000, για την αποτέφρωση των αποβλήτων
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 332 της 28/12/2000 σ. 0091 - 0111
Οδηγία 2000/76/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 4ης Δεκεμβρίου 2000 για την αποτέφρωση των αποβλήτων ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛIΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 175, παράγραφος 1, την πρόταση της Επιτροπής(1), τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(2), τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών(3), Αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης(4), υπό το πρίσμα του κοινού σχεδίου που εγκρίθηκε από την επιτροπή συνδιαλλαγής στις 11 Οκτωβρίου 2000, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Το πέμπτο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον "Στόχος η αειφορία" - πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την πολιτική και τη δράση για το περιβάλλον και τη βιώσιμη ανάπτυξη, όπως συμπληρώθηκε με την απόφαση αριθ. 2179/98/ΕΚ για την αναθεώρησή του(5), θέτει ως στόχο να μην υπάρξει υπέρβαση των κρίσιμων φορτίων και επιπέδων ορισμένων ρύπων, όπως τα οξείδια του αζώτου (NOx), το διοξείδιο του θείου (SO2), τα βαρέα μέταλλα και οι διοξίνες, ενώ, όσον αφορά την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, ο στόχος είναι ότι όλοι οι άνθρωποι θα πρέπει να προστατεύονται αποτελεσματικά από τους αναγνωρισμένους κινδύνους για την υγεία που προέρχονται από τη ρύπανση του αέρα το ίδιο πρόγραμμα θέτει ακόμη ως στόχο τη μείωση κατά 90 % των εκπομπών διοξινών από εντοπισμένες πηγές ως το 2005 (επίπεδα του 1985) και τη μείωση τουλάχιστον κατά 70 % όλων των εκπομπών καδμίου (Cd), υδραργύρου (Hg) και μολύβδου (Pb) το 1995. (2) Το πρωτόκολλο για τους έμμονους οργανικούς ρύπους, το οποίο έχει υπογράψει η Κοινότητα στο πλαίσιο της Σύμβασης της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη των Ηνωμένων Εθνών (ΟΕΕ-ΟΗΕ) για τη διαμεθοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλη απόσταση, ορίζει νομικά δεσμευτικές οριακές τιμές εκπομπών διοξινών και φουρανίων 0,1 ng/m3 IT (ισοδύναμα τοξικότητας) για τις εγκαταστάσεις όπου καίονται αστικά στερεά απόβλητα σε ποσότητες άνω των τριών τόνων ανά ώρα, 0,5 ng/m3 IT για τις εγκαταστάσεις όπου καίονται ιατρικά απόβλητα σε ποσότητες άνω του ενός τόνου ανά ώρα, και 0,2 ng/m3 IT για τις εγκαταστάσεις όπου καίονται επικίνδυνα απόβλητα σε ποσότητες άνω του ενός τόνου ανά ώρα. (3) Το πρωτόκολλο για τα βαρέα μέταλλα, το οποίο υπέγραψε η Κοινότητα στο πλαίσιο της σύμβασης για τη διαμεθοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση σε μεγάλη απόσταση, ορίζει νομικά δεσμευτικές οριακές τιμές 10 mg/m3 για τις εκπομπές σωματιδίων από την αποτέφρωση επικίνδυνων και ιατρικών αποβλήτων, 0,05 mg/m3 για τις εκπομπές υδραργύρου από την αποτέφρωση επικίνδυνων αποβλήτων και 0,08 mg/m3 για τις εκπομπές υδραργύρου από την αποτέφρωση αστικών αποβλήτων. (4) Το διεθνές κέντρο έρευνας για τον καρκίνο και η παγκόσμια οργάνωση υγείας αναφέρουν ότι ορισμένοι πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες (ΠΑΥ) είναι καρκινογόνοι συνεπώς, τα κράτη μέλη μπορούν να καθορίζουν όρια για τις εκπομπές ΠΑΥ μεταξύ άλλων ρύπων. (5) Σύμφωνα με τις αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας που διατυπώνονται στο άρθρο 5 της συνθήκης, πρέπει να αναληφθούν δράσεις σε κοινοτικό επίπεδο η αρχή της πρόληψης παρέχει τη βάση για τη λήψη περαιτέρω μέτρων η παρούσα οδηγία περιορίζεται στις στοιχειώδεις απαιτήσεις για τις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης. (6) Περαιτέρω, το άρθρο 174 ορίζει ότι η πολιτική της Κοινότητας στον τομέα του περιβάλλοντος συμβάλλει στην προστασία της υγείας του ανθρώπου. (7) Κατά συνέπεια, για να επιτευχθεί υψηλό επίπεδο προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας του ανθρώπου πρέπει να καθοριστούν και να τηρούνται αυστηρές συνθήκες λειτουργίας, τεχνικές απαιτήσεις και οριακές τιμές εκπομπών για τις μονάδες που αποτεφρώνουν ή συναποτεφρώνουν απόβλητα εντός της Κοινότητας οι καθοριζόμενες οριακές τιμές θα πρέπει να προλαμβάνουν ή να περιορίζουν, όσο είναι εφικτό, τις αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και τους συνακόλουθους κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου. (8) Η ανακοίνωση της Επιτροπής για την αναθεώρηση της κοινοτικής στρατηγικής για τη διαχείριση των αποβλήτων αποδίδει κατ' αρχάς προτεραιότητα στην πρόληψη της δημιουργίας αποβλήτων, στη συνέχεια, στην επαναχρησιμοποίηση και την ανάκτηση, τέλος δε στην ασφαλή διάθεση των αποβλήτων στο ψήφισμά του της 24ης Φεβρουαρίου 1997 για την κοινοτική στρατηγική διαχείρισης αποβλήτων(6), το Συμβούλιο επανέλαβε την πεποίθησή του ότι η πρόληψη των αποβλήτων θα πρέπει να είναι η πρώτη προτεραιότητα οποιασδήποτε ορθολογικής πολιτικής αποβλήτων, σε σχέση με την ελαχιστοποίηση της παραγωγής αποβλήτων και την επικινδυνότητα αυτών. (9) Στο ψήφισμά του της 24ης Φεβρουαρίου 1997, το Συμβούλιο τονίζει επίσης την ανάγκη κοινοτικών κριτηρίων για τη χρήση των αποβλήτων, την ανάγκη εφαρμογής κατάλληλων προτύπων για τις εκπομπές στη λειτουργία των εγκαταστάσεων αποτέφρωσης, την ανάγκη να προβλεφθούν μέτρα παρακολούθησης όσον αφορά τις υφιστάμενες μονάδες αποτέφρωσης και την ανάγκη να εξετάσει η Επιτροπή τη δυνατότητα τροποποίησης της κοινοτικής νομοθεσίας σε σχέση με την αποτέφρωση των αποβλήτων με ανάκτηση ενέργειας ώστε να αποφευχθούν οι μεγάλης κλίμακας μεταφορές αποβλήτων για αποτέφρωση ή συναποτέφρωση στην Κοινότητα. (10) Πρέπει να καθοριστούν αυστηροί κανόνες για όλες τις μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων ώστε να αποφευχθούν οι διασυνοριακές διακινήσεις προς μονάδες που λειτουργούν με χαμηλότερο κόστος λόγω λιγότερο αυστηρών περιβαλλοντικών προτύπων. (11) Η ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Ενέργεια για το μέλλον: ανανεώσιμες πηγές ενέργειας· Λευκή Βίβλος για κοινοτική στρατηγική και πρόγραμμα δράσης" λαμβάνει ιδίως υπόψη τη χρήση της βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς. (12) Η οδηγία 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου(7) ορίζει μιαν ολοκληρωμένη προσέγγιση για την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης, κατά την οποία εξετάζονται σφαιρικά όλες οι συνιστώσες των περιβαλλοντικών επιδόσεων των εγκαταστάσεων οι εγκαταστάσεις αποτέφρωσης αστικών αποβλήτων, των οποίων η δυναμικότητα υπερβαίνει τους 3 τόνους ανά ώρα, καθώς και οι εγκαταστάσεις τελικής διάθεσης ή ανάκτησης επικίνδυνων αποβλήτων, των οποίων η δυναμικότητα υπερβαίνει τους δέκα τόνους ημερησίως, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. (13) Η τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ως αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 96/61/ΕΚ η συμμόρφωση αυτή ενδέχεται να απαιτεί αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών για τους ρύπους που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία, οριακές τιμές για τις εκπομπές άλλων ουσιών και άλλα στοιχεία του περιβάλλοντος, και άλλους κατάλληλους όρους. (14) Η βιομηχανία έχει αποκτήσει δεκαετή πείρα στην εφαρμογή τεχνικών μείωσης των ρυπογόνων εκπομπών από τις μονάδες αποτέφρωσης. (15) Οι οδηγίες 89/369/ΕΟΚ(8) και 89/429/ΕΟΚ(9) του Συμβουλίου, σχετικά με την πρόληψη και τη μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από τις εγκαταστάσεις καύσης αστικών απορριμμάτων, συνέβαλαν στη μείωση και τον έλεγχο των ατμοσφαιρικών εκπομπών των μονάδων αποτέφρωσης θα πρέπει πλέον να θεσπιστούν αυστηρότεροι κανόνες και, κατά συνέπεια, να καταργηθούν οι εν λόγω οδηγίες. (16) Η διάκριση μεταξύ επικίνδυνων και ακίνδυνων αποβλήτων βασίζεται κυρίως στις ιδιότητες των αποβλήτων πριν από την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση και όχι στις διαφορές των εκπομπών οι ίδιες οριακές τιμές εκπομπών θα πρέπει να ισχύουν για την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση επικίνδυνων και ακίνδυνων αποβλήτων, αλλά θα πρέπει να θεσπιστούν διαφορετικές τεχνικές και συνθήκες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης και διαφορετικά μέτρα παρακολούθησης κατά την παραλαβή των αποβλήτων. (17) Οταν εφαρμόζουν την παρούσα οδηγία, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη την οδηγία 1999/30/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Απριλίου 1999, για τις οριακές τιμές διοξειδίου του θείου, διοξειδίου του αζώτου και οξειδίων του αζώτου, σωματιδίων και μολύβδου στον ατμοσφαιρικό αέρα(10). (18) Η αποτέφρωση επικίνδυνων αποβλήτων που περιέχουν αλογονούχες οργανικές ουσίες σε ποσοστό άνω του 1 %, εκφραζόμενες ως χλώριο, πρέπει να πληροί ορισμένες λειτουργικές συνθήκες έτσι ώστε να καταστρέφονται κατά την καύση όσο γίνεται περισσότεροι οργανικοί ρύποι όπως οι διοξίνες. (19) Η αποτέφρωση αποβλήτων, τα οποία περιέχουν χλώριο, παράγει υπολείμματα καυσαερίων η διαχείριση των υπολειμμάτων αυτών θα πρέπει να γίνεται με τρόπο ώστε να ελαχιστοποιείται η ποσότητά τους και η βλαβερότητά τους. (20) Ενδέχεται να δικαιολογείται η πρόβλεψη ειδικών εξαιρέσεων από τις οριακές τιμές εκπομπών για ορισμένους ρύπους κατά τη διάρκεια περιορισμένης χρονικής περιόδου και υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. (21) Θα πρέπει να εκπονηθούν κριτήρια για ένα συγκεκριμένο επιλεγμένο καύσιμο κλάσμα ακίνδυνων αποβλήτων που δεν είναι κατάλληλο για ανακύκλωση ώστε να είναι δυνατόν να επιτρέπεται η μείωση της συχνότητας των περιοδικών μετρήσεων. (22) Η ύπαρξη ενός ενιαίου κειμένου για την αποτέφρωση των αποβλήτων θα βελτιώσει τη νομική σαφήνεια και τη δυνατότητα εφαρμογής θα πρέπει να υπάρχει μία μόνον οδηγία για την αποτέφρωση και τη συναποτέφρωση των επικίνδυνων και των ακίνδυνων αποβλήτων η οποία να λαμβάνει πλήρως υπόψη την ουσία και τη διάρθρωση της οδηγίας 94/67/ΕΚ του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 1994, για την αποτέφρωση των επικίνδυνων αποβλήτων(11) συνεπώς, θα πρέπει να καταργηθεί και η οδηγία 94/67/ΕΚ. (23) Βάσει του άρθρου 4 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Iουλίου 1975, περί των στερεών αποβλήτων(12), τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι η αξιοποίηση ή η διάθεση των αποβλήτων πραγματοποιείται χωρίς να τίθεται σε κίνδυνο η υγεία του ανθρώπου και χωρίς να βλάπτεται το περιβάλλον γι' αυτό το σκοπό, τα άρθρα 9 και 10 της ανωτέρω οδηγίας ορίζουν ρητά ότι οποιαδήποτε μονάδα ή επιχείρηση επεξεργασίας αποβλήτων πρέπει να λαμβάνει από τις αρμόδιες αρχές άδεια η οποία να αναφέρει, μεταξύ άλλων, τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται. (24) Οι απαιτήσεις για ανάκτηση της θερμότητας που παράγεται από τη διαδικασία αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, και για ελαχιστοποίηση και ανακύκλωση των υπολειμμάτων που προέρχονται από τη λειτουργία μονάδων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης θα διευκολύνουν την επίτευξη των στόχων του άρθρου 3 όσον αφορά την ιεραρχία αποβλήτων της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ. (25) Οι μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης που επεξεργάζονται μόνο ζωϊκά απόβλητα τα οποία διέπονται από την οδηγία 90/667/ΕΟΚ(13) εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η Επιτροπή προτίθεται να προτείνει αναθεώρηση των απαιτήσεων της οδηγίας 90/667/EOK έτσι ώστε να προβλεφθούν υψηλά περιβαλλοντικά πρότυπα για την αποτέφρωση και τη συναποτέφρωση ζωϊκών αποβλήτων. (26) Η άδεια για μια μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης πρέπει επίσης να τηρεί τις τυχόν εφαρμοστέες απαιτήσεις των οδηγιών 91/271/ΕΟΚ(14), 96/61/ΕΚ, 96/62/EK(15), 76/464/ΕΟΚ(16) και 1999/31/ΕΚ(17). (27) Η συναποτέφρωση αποβλήτων σε μονάδες που, κατά βάση, δεν προορίζονται για αποτέφρωση αποβλήτων δεν θα πρέπει να μπορεί να προκαλεί, στο τμήμα του όγκου των καυσαερίων που παράγεται από την συναποτέφρωση αυτή, εκπομπές ρυπαντικών ουσιών υψηλότερες από εκείνες που επιτρέπονται για αποκλειστικές μονάδες αποτέφρωσης και, συνεπώς, θα πρέπει να υπόκειται σε ανάλογους περιορισμούς. (28) Προκειμένου να διασφαλιστεί η τήρηση των οριακών τιμών για τις εκπομπές ρύπων, απαιτούνται τεχνικές μετρήσεων υψηλού επιπέδου για την παρακολούθηση των εκπομπών. (29) Η θέσπιση οριακών τιμών εκπομπών για την απόρριψη λυμάτων από τον καθαρισμό των καυσαερίων που προέρχονται από μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης θα περιορίσει τη μεταφορά ρύπων από την ατμόσφαιρα στο νερό. (30) Θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις για τις περιπτώσεις υπέρβασης των οριακών τιμών εκπομπών καθώς και για τις τεχνικώς αναπόφευκτες διακοπές, ανωμαλίες στη λειτουργία ή βλάβες των συστημάτων καθαρισμού και των οργάνων μέτρησης. (31) Για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια της διαδικασίας έκδοσης αδειών σε ολόκληρη την Κοινότητα, το κοινό θα πρέπει να έχει πρόσβαση σε πληροφορίες ώστε να μπορεί να συμμετέχει στις αποφάσεις που λαμβάνονται μετά την υποβολή αιτήσεων για νέες άδειες και τις μετέπειτα ενημερώσεις τους το κοινό θα πρέπει να έχει πρόσβαση στις εκθέσεις για τη λειτουργία και την παρακολούθηση των μονάδων που καίνε περισσότερους από τρεις τόνους ανά ώρα ώστε να ενημερώνεται για τις δυνητικές επιπτώσεις τους στο περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία. (32) Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλει, τόσο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το Συμβούλιο, έκθεση η οποία θα βασίζεται στην πείρα που θα αποκτηθεί από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τις νέες επιστημονικές γνώσεις που θα αποκτηθούν, την εξέλιξη της τεχνολογίας, την πρόοδο των τεχνικών ελέγχου των εκπομπών, και στην πείρα όσον αφορά τη διαχείριση των αποβλήτων και τη λειτουργία των μονάδων, καθώς και στην τρέχουσα εξέλιξη των περιβαλλοντικών απαιτήσεων, προκειμένου να προτείνει, ανάλογα με την περίπτωση, την αναπροσαρμογή των σχετικών διατάξεων της παρούσας οδηγίας. (33) Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Iουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(18). (34) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται για τις παραβιάσεις των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους οι κυρώσεις αυτές θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές, ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓIΑ: Άρθρο 1 Στόχοι Σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι η πρόληψη ή ο περιορισμός, όσο είναι εφικτός, των αρνητικών επιδράσεων της αποτέφρωσης και της συναποτέφρωσης αποβλήτων στο περιβάλλον, ειδικότερα δε, της ρύπανσης δια των εκπομπών στον ατμοσφαιρικό αέρα, το έδαφος και τα επιφανειακά και υπόγεια ύδατα, καθώς και των συνακόλουθων κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου. Ο σκοπός αυτός επιτυγχάνεται με την επιβολή αυστηρών συνθηκών λειτουργίας και τεχνικών απαιτήσεων και τη θέσπιση οριακών τιμών εκπομπών για τις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης αποβλήτων εντός της Κοινότητας, καθώς επίσης με την τήρηση των απαιτήσεων της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ. Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής 1. Η παρούσα οδηγία καλύπτει τις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης. 2. Εξαιρούνται ωστόσο από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας οι ακόλουθες μονάδες: α) μονάδες επεξεργασίας μόνο των ακόλουθων αποβλήτων: i) φυτικών αποβλήτων της γεωργίας και της δασοκομίας, ii) φυτικών αποβλήτων της βιομηχανίας τροφίμων, εφόσον ανακτάται η εκλυόμενη θερμότητα, iii) ινωδών φυτικών αποβλήτων από την παραγωγή παρθένου χαρτοπολτού και από την παραγωγή χάρτου από χαρτοπολτό, εφόσον για τα απόβλητα αυτά εφαρμόζεται διαδικασία συναποτέφρωσης στον τόπο παραγωγής και η εκλυόμενη θερμότητα ανακτάται, iv) αποβλήτων ξύλου εκτός από απόβλητα ξύλου που ενδέχεται να περιέχουν αλογονούχες οργανικές ενώσεις ή βαρέα μέταλλα ως αποτέλεσμα της κατεργασίας τους με συντηρητικά ξύλου ή ως αποτέλεσμα επίστρωσης και τα οποία περιλαμβάνουν ιδίως απόβλητα ξύλου προερχόμενα από οικοδομικές δραστηριότητες και κατεδαφίσεις, v) αποβλήτων φελλού, vi) ραδιενεργών αποβλήτων, vii) σφαγίων ζώων όπως ρυθμίζονται από την οδηγία 90/667/ΕΟΚ με την επιφύλαξη των μελλοντικών τροποποιήσεών της, viii) αποβλήτων της έρευνας και εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου σε εγκαταστάσεις ανοικτής θάλασσας, τα οποία αποτεφρώνονται επί τόπου, β) πειραματικές μονάδες που χρησιμεύουν για έρευνα, ανάπτυξη και δοκιμές με στόχο τη βελτίωση της μεθόδου αποτέφρωσης και οι οποίες επεξεργάζονται λιγότερο από 50 τόνους αποβλήτων ετησίως. Άρθρο 3 Ορισμοί Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως: 1. "απόβλητα": όλα τα στερεά ή υγρά απόβλητα που ανταποκρίνονται στον ορισμό του άρθρου 1 στοιχείο α) της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ. 2. "επικίνδυνα απόβλητα": οποιαδήποτε στερεά ή υγρά απόβλητα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1991, για τα επικίνδυνα απόβλητα(19). Οι ειδικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας για τα επικίνδυνα απόβλητα δεν εφαρμόζονται για τα ακόλουθα επικίνδυνα απόβλητα: α) τα καύσιμα υγρά απόβλητα, συμπεριλαμβανομένων των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας 75/439/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 16ης Iουνίου 1975, περί διαθέσεως των χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων(20) εφόσον πληρούν τα εξής κριτήρια: i) η περιεκτικότητα κατά μάζα σε πολυχλωριωμένους αρωματικούς υδρογονάνθρακες, π.χ. πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB) ή πενταχλωροφαινόλες (PCP), δεν υπερβαίνει τις συγκεντρώσεις που προβλέπονται στη σχετική κοινοτική νομοθεσία, ii) τα απόβλητα αυτά δεν καθίστανται επικίνδυνα λόγω του ότι περιέχουν άλλα συστατικά απαριθμούμενα στο παράρτημα II της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ σε ποσότητες ή συγκεντρώσεις που δεν συμφωνούν με την επίτευξη των στόχων που εκτίθενται στο άρθρο 4 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ, και iii) η καθαρή θερμογόνος αξία ανέρχεται σε τουλάχιστον 30 MJ ανά kg, β) οποιαδήποτε καύσιμα υγρά απόβλητα που δεν μπορούν να προκαλέσουν, στα καυσαέρια που παράγονται απευθείας από την καύση τους, άλλες εκπομπές εκτός από εκείνες που παράγονται από ντίζελ, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου(21) ή συγκέντρωση εκπομπών υψηλότερη από εκείνες που προκύπτουν από την καύση ντίζελ όπως ορίζεται εκεί. 3. "Μεικτά αστικά απόβλητα": τα απόβλητα από νοικοκυριά, καθώς και τα απόβλητα εμπορικών και βιομηχανικών δραστηριοτήτων και τα απόβλητα ιδρυμάτων, τα οποία, λόγω της φύσης και της σύνθεσής τους, είναι όμοια με τα απόβλητα των νοικοκυριών, εκτός των αποβλήτων που αναφέρονται στο παράρτημα της απόφασης 94/3/ΕΚ της Επιτροπής(22) κωδικός 2001 και τα οποία συλλέγονται χωριστά στην πηγή και εκτός των λοιπών αποβλήτων που αναφέρονται στον κωδικό 2002 του ιδίου παραρτήματος. 4. "Μονάδα αποτέφρωσης": κάθε σταθερή ή κινητή τεχνική μονάδα με τον εξοπλισμό της, που προορίζεται αποκλειστικά για θερμική επεξεργασία αποβλήτων, με ή χωρίς ανάκτηση της θερμότητας που εκλύεται κατά την καύση. Συμπεριλαμβάνονται η αποτέφρωση αποβλήτων με οξείδωση καθώς και άλλες τεχνικές θερμικής επεξεργασίας όπως η πυρόλυση, η αεριοποίηση ή η τεχνική πλάσματος, εφόσον οι ουσίες που προέρχονται από την επεξεργασία στη συνέχεια αποτεφρώνονται. Ο ορισμός αυτός καλύπτει τους χώρους και το σύνολο των εγκαταστάσεων αποτέφρωσης, όπου συμπεριλαμβάνονται όλες οι γραμμές αποτέφρωσης, οι εγκαταστάσεις παραλαβής, αποθήκευσης και επιτόπιας προεπεξεργασίας των αποβλήτων, τα συστήματα τροφοδότησης της μονάδας με απόβλητα, καύσιμο και αέρα, ο λέβητας, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας των καυσαερίων, οι επί τόπου εγκαταστάσεις επεξεργασίας ή αποθήκευσης των υπολειμμάτων και των λυμάτων, η καπνοδόχος, οι διατάξεις και τα συστήματα για τον έλεγχο των εργασιών αποτέφρωσης και την καταγραφή και διαρκή παρακολούθηση των συνθηκών αποτέφρωσης. 5. "Μονάδα συναποτέφρωσης": κάθε σταθερή ή κινητή εγκατάσταση της οποίας κύρια λειτουργία είναι η παραγωγή ενέργειας ή η παραγωγή υλικών προϊόντων και: - στην οποία χρησιμοποιούνται απόβλητα ως σύνηθες ή συμπληρωματικό καύσιμο, ή - στην οποία τα απόβλητα υφίστανται θερμική επεξεργασία για τη διάθεσή τους. Εάν η συναποτέφρωση πραγματοποιείται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η κύρια λειτουργία της εγκατάστασης να μην είναι η παραγωγή ενέργειας ή η παραγωγή υλικών προϊόντων αλλά η θερμική επεξεργασία των αποβλήτων, η εγκατάσταση θεωρείται μονάδα αποτέφρωσης υπό την έννοια του σημείου 4. Ο ορισμός αυτός καλύπτει τους χώρους και το σύνολο των εγκαταστάσεων αποτέφρωσης, όπου συμπεριλαμβάνονται όλες οι γραμμές αποτέφρωσης, οι εγκαταστάσεις παραλαβής, αποθήκευσης και επιτόπιας προεπεξεργασίας των αποβλήτων, τα συστήματα τροφοδότησης της μονάδας με απόβλητα, καύσιμο και αέρα, ο λέβητας, οι εγκαταστάσεις επεξεργασίας των καυσαερίων, επιτόπου εγκαταστάσεις επεξεργασίας ή αποθήκευσης των υπολειμμάτων και των λυμάτων, η καπνοδόχος, οι διατάξεις και τα συστήματα για τον έλεγχο των εργασιών αποτέφρωσης και την καταγραφή και διαρκή παρακολούθηση των συνθηκών αποτέφρωσης. 6. "Υφιστάμενη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης", μια μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης: α) η οποία λειτουργεί και έχει λάβει άδεια σύμφωνα με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία πριν από 28 Δεκεμβρίου 2002, ή β) έχει επιτραπεί ή καταχωρηθεί σε μητρώο ως μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης και έχει λάβει άδεια πριν 28 Δεκεμβρίου 2002 σύμφωνα με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία, υπό τον όρο ότι η μονάδα θα αρχίσει να λειτουργεί το αργότερο την 28 Δεκεμβρίου 2003, ή γ) για την οποία, κατά την άποψη της αρμόδιας αρχής, έχει υποβληθεί πλήρης αίτηση χορήγησης άδειας, πριν 28 Δεκεμβρίου 2002 υπό τον όρο ότι η μονάδα άρχισε να λειτουργεί το αργότερο 28 Δεκεμβρίου 2004, 7. "Ονομαστική δυναμικότητα": το άθροισμα των δυναμικοτήτων αποτέφρωσης των κλιβάνων που συνθέτουν την μονάδα αποτέφρωσης, όπως ορίζονται από τον κατασκευαστή και επιβεβαιώνονται από τον φορέα εκμετάλλευσης, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τη θερμογόνο αξία των αποβλήτων. Η δυναμικότητα αυτή εκφράζεται ως η ποσότητα των αποβλήτων που αποτεφρώνονται ανά ώρα. 8. "Εκπομπές": η άμεση ή έμμεση έκλυση ουσιών, δονήσεων, θερμότητας ή θορύβου από μεμονωμένες ή διάχυτες πηγές της μονάδας στον ατμοσφαιρικό αέρα, στα ύδατα ή στο έδαφος. 9. "Οριακές τιμές εκπομπών": η μάζα, εκφρασμένη με τη βοήθεια ορισμένων ειδικών παραμέτρων, η συγκέντρωσή ή/και τα επίπεδα εκπομπών, των οποίων δεν επιτρέπεται να σημειωθεί υπέρβαση στη διάρκεια μιας ή περισσοτέρων χρονικών περιόδων. 10. "Διοξίνες και φουράνια": όλα τα πολυχλωροπαράγωγα της διβενζο-p-διοξίνης και του διβενζοφουρανίου που απαριθμούνται στο παράρτημα I. 11. "Φορέας εκμετάλλευσης": κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο εκμεταλλεύεται ή ελέγχει τη μονάδα ή, όπου αυτό προβλέπεται από την εθνική νομοθεσία, στο οποίο έχει ανατεθεί αποφασιστική οικονομική αρμοδιότητα για την τεχνική λειτουργία της μονάδας. 12. "Άδεια": η γραπτή απόφαση (ή περισσότερες γραπτές αποφάσεις) που εκδίδονται από την αρμόδια αρχή, βάσει της οποίας επιτρέπεται η λειτουργία της μονάδας, υπό ορισμένες προϋποθέσεις που εγγυώνται ότι η εγκατάσταση πληροί όλες τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Μια άδεια μπορεί να καλύπτει μία ή περισσότερες εγκαταστάσεις στον ίδιο χώρο την οποία ή τις οποίες εκμεταλλεύεται ο ίδιος φορέας. 13. "Υπολείμματα": κάθε υγρό ή στερεό υλικό (συμπεριλαμβανομένων της τέφρας πυθμένα και των σκωριών, της ιπτάμενης τέφρας και του κονιορτού από τους λέβητες, των στερεών προϊόντων αντίδρασης από την επεξεργασία των αερίων, της βιολογικής ιλύος από την επεξεργασία των λυμάτων, των αναλωμένων καταλυτών και του αναλωμένου ενεργού άνθρακα), που καλύπτεται από τον ορισμό των αποβλήτων κατά το άρθρο 1 στοιχείο α) της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ, και παράγεται κατά τη διεργασία αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, την επεξεργασία των καυσαερίων ή λυμάτων ή άλλες διεργασίες εντός της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης. Άρθρο 4 Αίτηση και χορήγηση αδείας 1. Με επιφύλαξη του άρθρου 11 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ, ή του άρθρου 3 της οδηγίας 91/689/ΕΟΚ, καμία μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης δεν λειτουργεί χωρίς να διαθέτει άδεια για τις δραστηριότητες αυτές. 2. Με την επιφύλαξη της οδηγίας 96/61/ΕΚ, οι αιτήσεις για άδεια, που υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή για μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, περιλαμβάνουν περιγραφή των μέτρων που έχουν προβλεφθεί για να διασφαλιστούν: α) ο σχεδιασμός, ο εξοπλισμός και η λειτουργία της μονάδας κατά τρόπον ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, λαμβάνοντας υπόψη τις προς αποτέφρωση κατηγορίες αποβλήτων, β) η μέγιστη εφικτή ανάκτηση της θερμότητας που παράγεται κατά τη διεργασία αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης, π.χ. μέσω της συνδυασμένης παραγωγής θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας, της παραγωγής ατμού για βιομηχανική χρήση ή της αστικής τηλεθέρμανσης, γ) η ελαχιστοποίηση της ποσότητας και του βλαβερού χαρακτήρα των υπολειμμάτων και η ανακύκλωσή τους, όπου απαιτείται, δ) η τελική διάθεση των υπολειμμάτων των οποίων η πρόληψη, η μείωση ή η ανακύκλωση δεν είναι εφικτή, σύμφωνα με την εθνική και την κοινοτική νομοθεσία. 3. Άδεια χορηγείται μόνον εφόσον η αίτηση καταδεικνύει ότι οι προτεινόμενες τεχνικές για τη μέτρηση των ατμοσφαιρικών εκπομπών είναι σύμφωνες προς το παράρτημα III, και, όσον αφορά τα ύδατα, με το παράρτημα III παράγραφοι 1 και 2. 4. Οι άδειες που χορηγεί η αρμόδια αρχή για μονάδες αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, πέραν του ότι τηρούν τις τυχόν εφαρμοστέες απαιτήσεις των οδηγιών 91/271/ΕΟΚ, 96/61/ΕΚ, 96/62/ΕΚ, 76/464/ΕΟΚ και 1999/31/ΕΚ: α) αναφέρουν ρητά τις κατηγορίες αποβλήτων που επιτρέπεται να υποστούν επεξεργασία. Ο κατάλογος χρησιμοποιεί τουλάχιστον τις κατηγορίες που προβλέπει ο ευρωπαϊκός κατάλογος αποβλήτων (ΕΚΑ), εφόσον είναι δυνατόν, και, όπου απαιτείται, περιέχει πληροφορίες για την ποσόστωση των αποβλήτων, β) αναφέρουν τη συνολική δυναμικότητα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης αποβλήτων της μονάδας, γ) προσδιορίζουν τις διαδικασίες δειγματοληψίας και μετρήσεων, με τις οποίες πρόκειται να εκπληρωθούν οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται όσον αφορά τις περιοδικές μετρήσεις καθενός από τους ατμοσφαιρικούς και υδατικούς ρύπους. 5. Η χορηγούμενη από την αρμόδια αρχή άδεια για μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης που χρησιμοποιεί επικίνδυνα απόβλητα, πέραν όσων ορίζει η παράγραφος 4: α) απαριθμεί ρητώς τις ποσότητες των διαφόρων κατηγοριών επικίνδυνων αποβλήτων που μπορούν να συναποτεφρωθούν εκεί, β) καθορίζει τις ελάχιστες και τις μέγιστες ροές των επικίνδυνων αποβλήτων, την κατώτερη και την ανώτερη θερμογόνο αξία τους και τη μέγιστη περιεκτικότητά τους σε ρύπους, π.χ. PCB, PCP, χλώριο, φθόριο, θείο, βαρέα μέταλλα. 6. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της συνθήκης, τα κράτη μέλη δύνανται να καταρτίζουν καταλόγους των κατηγοριών αποβλήτων που θα πρέπει να αναφέρονται στην άδεια και οι οποίοι δύνανται να συναποτεφρωθούν σε καθορισμένες κατηγορίες μονάδων συναποτέφρωσης. 7. Με την επιφύλαξη της οδηγίας 96/61/ΕΚ, η αρμόδια αρχή επανεξετάζει κατά τακτά διαστήματα τους όρους χορήγησης της αδείας και, εφόσον απαιτείται, τους εκσυγχρονίζει. 8. Εάν ο φορέας εκμετάλλευσης μιας μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης για μη επικίνδυνα απόβλητα σκοπεύει να προβεί σε μεταβολή λειτουργίας η οποία θα συμπεριλαμβάνει την αποτέφρωση ή συναποτέφρωση επικινδύνων αποβλήτων, η εν λόγω μεταβολή θεωρείται ως ουσιώδης κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 10 στοιχείο β) της οδηγίας 96/61/ΕΚ και του άρθρου 12 παράγραφος 2 της εν λόγω οδηγίας. 9. Σε περίπτωση που μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης δεν πληροί τους όρους που προϋποθέτει η χορήγηση άδειας, ειδικότερα δε σε ό,τι αφορά τις οριακές τιμές εκπομπών για τον αέρα και τα ύδατα, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να επιβάλουν τη συμμόρφωση προς τους όρους αυτούς. Άρθρο 5 Παράδοση και παραλαβή των αποβλήτων 1. Ο φορέας εκμετάλλευσης της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης λαμβάνει όλες τις απαραίτητες προφυλάξεις σε σχέση με την παράδοση και την παραλαβή των αποβλήτων για την πρόληψη ή τον περιορισμό, όσο είναι εφικτός, των αρνητικών επιδράσεων στο περιβάλλον, ειδικότερα δε της ρύπανσης της ατμόσφαιρας, του εδάφους και των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, των οσμών και του θορύβου, καθώς και των άμεσων κινδύνων για την υγεία του ανθρώπου. Τα μέτρα αυτά πρέπει να καλύπτουν τουλάχιστον τις απαιτήσεις των παραγράφων 3 και 4. 2. Ο φορέας εκμετάλλευσης, πριν δεχθεί τα απόβλητα στην εγκατάσταση αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, καθορίζει τη μάζα κάθε κατηγορίας αποβλήτων στην εγκατάσταση αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, ει δυνατόν σύμφωνα με τον ΕΚΑ. 3. Πριν από την αποδοχή των επικίνδυνων αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, διατίθενται στον φορέα εκμετάλλευσης πληροφορίες για τα απόβλητα για να εξακριβωθεί, μεταξύ άλλων, η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της αδείας που καθορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 5. Οι εν λόγω πληροφορίες καλύπτουν: α) όλες τις διοικητικές πληροφορίες για τη διαδικασία παραγωγής που περιέχονται στα έγγραφα που αναφέρονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α), β) τη φυσική και, στο μέτρο του εφικτού, τη χημική σύνθεση των αποβλήτων και όλες τις άλλες αναγκαίες πληροφορίες προκειμένου να εκτιμηθεί η καταλληλότητά τους για την προβλεπόμενη μέθοδο αποτέφρωσης, γ) τα επικίνδυνα χαρακτηριστικά των αποβλήτων, τις ουσίες με τις οποίες δεν μπορούν να αναμιχθούν και τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται κατά το χειρισμό των αποβλήτων. 4. Πριν από την αποδοχή των επικινδύνων αποβλήτων στην μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, πρέπει να τηρούνται από τον φορέα εκμετάλλευσης τουλάχιστον οι ακόλουθες διαδικασίες παραλαβής: α) έλεγχος των εγγράφων που απαιτούνται από την οδηγία 91/689/ΕΟΚ και, ενδεχομένως, εκείνων που απαιτούνται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 259/93 του Συμβουλίου, της 1ης Φεβρουαρίου 1993, σχετικά με την παρακολούθηση και τον έλεγχο μεταφορών αποβλήτων στο εσωτερικό της Κοινότητας καθώς και κατά την είσοδο και έξοδό τους(23), καθώς και από τους κανονισμούς για τη μεταφορά επικίνδυνων ουσιών, β) λήψη αντιπροσωπευτικών δειγμάτων, εκτός εάν δεν ενδείκνυται, π.χ. για μολυσματικά κλινικά απόβλητα, όσο το δυνατόν πριν από την εκφόρτωση, προκειμένου να εξακριβωθεί με τη διεξαγωγή ελέγχων ότι είναι σύμφωνα με τις πληροφορίες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 και να διευκολυνθούν οι αρμόδιες αρχές στον προσδιορισμό του είδους των αποβλήτων που υποβάλλονται σε επεξεργασία. Τα δείγματα αυτά πρέπει να διατηρούνται τουλάχιστον ένα μήνα μετά την αποτέφρωση. 5. Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν εξαιρέσεις από τις παραγράφους 2, 3 και 4 προκειμένου για βιομηχανικές μονάδες και επιχειρήσεις που αποτεφρώνουν ή συναποτεφρώνουν αποκλειστικά και μόνο τα δικά τους απόβλητα στον τόπο παραγωγής των, υπό τον όρο ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Άρθρο 6 Συνθήκες λειτουργίας 1. Οι μονάδες αποτέφρωσης λειτουργούν κατά τρόπο που διασφαλίζει βαθμό αποτέφρωσης τέτοιον ώστε η περιεκτικότητα των σκωριών και της τέφρας πυθμένα σε ολικό οργανικό άνθρακα (TOC) να είναι μικρότερη από 3 % ή οι απώλειες κατά την έναυση να είναι μικρότερες από 5 % του βάρους του υλικού επί ξηρού. Αν είναι απαραίτητο, χρησιμοποιούνται κατάλληλες τεχνικές προεπεξεργασίας των αποβλήτων. Όλες οι μονάδες αποτέφρωσης σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται, και λειτουργούν κατά τρόπον ώστε, μετά την τελευταία διοχέτευση αέρα καύσης, η θερμοκρασία των αερίων που εκλύονται κατά τη διεργασία να αυξάνεται, με ελεγχόμενο και ομοιογενή τρόπο και ακόμη και υπό τις δυσμενέστερες συνθήκες, στους 850 °C, μετρούμενη στο εσωτερικό τοίχωμα ή σε άλλο αντιπροσωπευτικό σημείο του θαλάμου καύσης όπως επιτρέπει η αρμόδια αρχή, για δύο δευτερόλεπτα. Εάν αποτεφρώνονται επικίνδυνα απόβλητα που περιέχουν πάνω από 1 % αλογονούχων οργανικών ουσιών, εκφρασμένων σε χλώριο, η θερμοκρασία πρέπει να αυξάνεται στους 1100 °C επί δύο δευτερόλεπτα τουλάχιστον. Κάθε γραμμή της μονάδας αποτέφρωσης είναι εφοδιασμένη με έναν τουλάχιστον εφεδρικό καυστήρα, που πρέπει να τίθεται αυτόματα σε λειτουργία μόλις η θερμοκρασία των καυσαερίων, μετά την τελευταία διοχέτευση αέρα καύσης, κατέλθει κάτω από τους 850 °C ή τους 1100 °C κατά περίπτωση. Οι εν λόγω καυστήρες χρησιμοποιούνται επίσης στις φάσεις εκκίνησης και διακοπής των μηχανών για να εξασφαλίζεται η διατήρηση της ελάχιστης θερμοκρασίας των 850 °C ή των 1100 °C κατά περίπτωση σε όλη τη διάρκεια των ανωτέρω φάσεων και για όσο χρόνο υπάρχουν ακόμη στο θάλαμο καύσης άκαυτα απόβλητα. Κατά τις φάσεις εκκίνησης και διακοπής ή σε περίπτωση πτώσης της θερμοκρασίας των καυσαερίων κάτω από τους 850 °C ή τους 1100 °C κατά περίπτωση, ο εφεδρικός καυστήρας δεν τροφοδοτείται με καύσιμο που μπορεί να προκαλέσει υψηλότερα επίπεδα εκπομπών από εκείνα που συνεπάγεται η καύση πετρελαίου ντίζελ, όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 της οδηγίας 75/716/ΕΟΚ του Συμβουλίου, υγραερίου ή φυσικού αερίου. 2. Όλες οι μονάδες συναποτέφρωσης σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται και λειτουργούν κατά τρόπον ώστε η θερμοκρασία των αερίων που εκλύονται κατά τη συναποτέφρωση των αποβλήτων να αυξάνεται με ελεγχόμενο και ομοιογενή τρόπο και ακόμη και υπό τις δυσμενέστερες συνθήκες στους 850 °C, για δύο δευτερόλεπτα. Εάν συναποτεφρώνονται επικίνδυνα απόβλητα που περιέχουν πάνω από 1 % αλογονούχων οργανικών ουσιών, εκφρασμένων σε χλώριο, η θερμοκρασία πρέπει να ανέρχεται τουλάχιστον στους 1100 °C. 3. Οι μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης διαθέτουν και χρησιμοποιούν αυτόματο σύστημα που εμποδίζει την τροφοδότηση με απόβλητα: α) κατά τη φάση εκκίνησης, μέχρι να επιτευχθεί η απαιτούμενη θερμοκρασία των 850 °C ή των 1100 °C κατά περίπτωση ή η θερμοκρασία που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, β) οποτεδήποτε δεν διατηρείται η απαιτούμενη θερμοκρασία των 850 °C ή των 1100 °C κατά περίπτωση, ή η θερμοκρασία που ορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 4, γ) οποτεδήποτε διαπιστώνεται από τις συνεχείς μετρήσεις που επιβάλλει η παρούσα οδηγία, υπέρβαση οποιασδήποτε οριακής τιμής εκπομπών, οφειλόμενης σε ελαττωματική λειτουργία ή βλάβη των συστημάτων καθαρισμού. 4. Για ορισμένες κατηγορίες αποβλήτων ή θερμικές διεργασίες, η αρμόδια αρχή δύναται να εγκρίνει διαφορετικές προϋποθέσεις από εκείνες που καθορίζονται στην παράγραφο 1 και, όσον αφορά τη θερμοκρασία, στην παράγραφο 3 και προσδιορίζονται στην άδεια, εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν τους κανόνες που διέπουν τις εγκρίσεις αυτές. Η μεταβολή των συνθηκών λειτουργίας δεν πρέπει να οδηγεί σε αύξηση της ποσότητας των υπολειμμάτων ούτε της περιεκτικότητάς τους σε οργανικούς ρύπους έναντι των αναμενόμενων υπολειμμάτων υπό τις συνθήκες που καθορίζονται στην παράγραφο 1. Για ορισμένες κατηγορίες αποβλήτων ή θερμικές διεργασίες, η αρμόδια αρχή δύναται να εγκρίνει διαφορετικές προϋποθέσεις από εκείνες που καθορίζονται στην παράγραφο 2 και, όσον αφορά τη θερμοκρασία, στην παράγραφο 3 και προσδιορίζονται στην άδεια εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν τους κανόνες που διέπουν τις εγκρίσεις αυτές. Η έγκριση αυτή συναρτάται τουλάχιστον με την τήρηση των διατάξεων του παραρτήματος V για τις οριακές τιμές εκπομπών ολικού οργανικού άνθρακα και CO. Στην περίπτωση συναποτέφρωσης των αποβλήτων τους στο χώρο όπου παράγονται, σε υφιστάμενους λέβητες που χρησιμοποιούν φλοιούς ως καύσιμο στη βιομηχανία χαρτοπολτού και χαρτιού, η χορήγηση της έγκρισης προϋποθέτει τουλάχιστον την τήρηση των διατάξεων του παραρτήματος V για τις οριακές τιμές εκπομπών ολικού οργανικού άνθρακα. Όλες οι συνθήκες λειτουργίας που ορίζονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου, καθώς και τα αποτελέσματα των διενεργούμενων εξακριβώσεων, γνωστοποιούνται από το κράτος μέλος στην Επιτροπή ως μέρος των πληροφοριών που της παρέχονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις για την υποβολή εκθέσεων. 5. Οι μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης σχεδιάζονται, εξοπλίζονται, κατασκευάζονται και λειτουργούν κατά τρόπον ώστε οι ατμοσφαιρικές εκπομπές τους να μην προκαλούν σημαντική ατμοσφαιρική ρύπανση στην επιφάνεια του εδάφους ειδικότερα, τα καυσαέρια απάγονται με ελεγχόμενο τρόπο και σύμφωνα με τα οικεία κοινοτικά πρότυπα για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα μέσω καπνοδόχου, της οποίας το ύψος υπολογίζεται με γνώμονα την προστασία της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος. 6. Η θερμότητα που παράγεται κατά τη διεργασία αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης ανακτάται στο μέγιστο δυνατό βαθμό. 7. Τα μολυσματικά κλινικά απόβλητα θα πρέπει να εισάγονται κατ' ευθείαν στον κλίβανο, χωρίς να αναμιγνύονται πρώτα με άλλες κατηγορίες καυσίμων και χωρίς να υποβάλλονται σε άμεσους χειρισμούς. 8. Η διεύθυνση της εγκατάστασης αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης πρέπει να ανατίθεται σε φυσικό πρόσωπο που διαθέτει τα απαιτούμενα προσόντα. Άρθρο 7 Οριακές τιμές ατμοσφαιρικών εκπομπών 1. Οι μονάδες αποτέφρωσης σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται και λειτουργούν κατά τρόπο ώστε να μην σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών εκπομπών του παραρτήματος V στα καυσαέρια. 2. Οι μονάδες συναποτέφρωσης σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, εξοπλίζονται και λειτουργούν κατά τρόπο ώστε στα καυσαέρια να μην σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών εκπομπών που προσδιορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα II ή καθορίζονται σ' αυτό. Αν, σε μονάδα συναποτέφρωσης, άνω του 40 % της προκύπτουσας θερμότητας προέρχεται από επικίνδυνα απόβλητα, ισχύουν οι οριακές τιμές εκπομπής που καθορίζει το παράρτημα V. 3. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων που εκτελούνται για να εξακριβωθεί η τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών ανάγονται στις συνθήκες που καθορίζονται στο άρθρο 11. 4. Σε περίπτωση συναποτέφρωσης μείγματος αστικών αποβλήτων που δεν έχουν υποστεί επεξεργασία, οι οριακές τιμές προσδιορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα V, και το παράρτημα II δεν εφαρμόζεται. 5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της συνθήκης, τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν οριακές τιμές εκπομπών για τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες ή για άλλους ρύπους. Άρθρο 8 Απορρίψεις υδάτων που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων 1. Για την απόρριψη λυμάτων που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων από μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης απαιτείται άδεια χορηγούμενη από τις αρμόδιες αρχές. 2. Η απόρριψη στο υδάτινο περιβάλλον λυμάτων που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων περιορίζεται όσον είναι εφικτό, τουλάχιστον σύμφωνα με τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζει το παράρτημα IV. 3. Επιτρέπεται η απόρριψη στο υδάτινο περιβάλλον λυμάτων προερχόμενων από τον καθαρισμό των καυσαερίων, μετά από χωριστή επεξεργασία, εφόσον το προβλέπει ειδικός όρος της άδειας και με την προϋπόθεση ότι: α) πληρούνται οι απαιτήσεις των σχετικών κοινοτικών, εθνικών και τοπικών διατάξεων με τη μορφή οριακών τιμών εκπομπών, και β) οι κατά μάζα συγκεντρώσεις των ρυπαντικών ουσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα IV δεν υπερβαίνουν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο ίδιο παράρτημα. 4. Οι οριακές τιμές εκπομπών έχουν εφαρμογή στο σημείο απόρριψης των λυμάτων από τον καθαρισμό των καυσαερίων που περιέχουν τις ρυπαντικές ουσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα IV, από τη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης. Εάν τα λύματα του καθαρισμού των καυσαερίων υποβάλλονται σε επιτόπου ομαδική επεξεργασία μαζί με λύματα από άλλες πηγές της μονάδας, ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να εκτελεί τις μετρήσεις που ορίζει το άρθρο 11: α) στη ροή λυμάτων των διεργασιών καθαρισμού των καυσαερίων, πριν από την είσοδό της στην εγκατάσταση ομαδικής επεξεργασίας λυμάτων, β) στην ή στις ροές λυμάτων από άλλες πηγές, πριν από την είσοδό τους στην εγκατάσταση ομαδικής επεξεργασίας λυμάτων, γ) στο σημείο τελικής απόρριψης των λυμάτων από τη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης μετά την επεξεργασία τους. Ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να υπολογίζει κατάλληλα το ισοζύγιο μάζας για να προσδιορίζει τα επίπεδα εκπομπών στην τελική απόρριψη των λυμάτων, τα οποία μπορούν να αποδοθούν στα λύματα που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων, ώστε να ελέγχει την τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV για τη ροή λυμάτων από τη διαδικασία καθαρισμού των καυσαερίων. Σε καμιά περίπτωση δεν πραγματοποιείται διύλιση λυμάτων με σκοπό τη συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV. 5. Όταν τα λύματα που προέρχονται από τον καθαρισμό των καυσαερίων και περιέχουν τις ρυπαντικές ουσίες που αναφέρονται στο παράρτημα IV υφίστανται επεξεργασία εκτός της εγκατάστασης αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, σε μονάδα επεξεργασίας που προορίζεται μόνο για την επεξεργασία των λυμάτων του είδους αυτού, οι οριακές τιμές εκπομπών του παραρτήματος IV εφαρμόζονται στο σημείο εξόδου των λυμάτων από τη μονάδα επεξεργασίας. Αν η εν λόγω μονάδα επεξεργασίας εκτός του χώρου της εγκατάστασης δεν προορίζεται αποκλειστικά για την επεξεργασία των λυμάτων που προέρχονται από την αποτέφρωση, ο φορέας εκμετάλλευσης εκτελεί τους υπολογισμούς ισοζυγίου της μάζας, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4 στοιχεία α), β) και γ) για να προσδιορίσει τις στάθμες εκπομπής στην τελική απόρριψη των λυμάτων που μπορούν να αποδοθούν στα λύματα που παράγονται κατά τον καθαρισμό των καυσαερίων, προκειμένου να ελέγξει τη συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζει το παράρτημα IV για τη ροή των λυμάτων που προέρχονται από τη διαδικασία καθαρισμού των καυσαερίων. Σε καμιά περίπτωση δεν πραγματοποιείται διύλιση λυμάτων με σκοπό τη συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV. 6. Στην άδεια καθορίζονται: α) οριακές τιμές εκπομπών για τις ρυπαντικές ουσίες, που αναφέρονται στο παράρτημα IV, σύμφωνα με την παράγραφο 2 και για να πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 3, στοιχείο α), β) παράμετροι επιχειρησιακού ελέγχου για τα λύματα τουλάχιστον για το pH, τη θερμοκρασία και την παροχή. 7. Οι χώροι των μονάδων αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης, συμπεριλαμβανομένων των συναφών χώρων αποθήκευσης αποβλήτων, σχεδιάζονται και λειτουργούν κατά τρόπο που παρεμποδίζει την άνευ αδείας ή τυχαία ελευθέρωση ρυπαντικών ουσιών στο έδαφος, τα επιφανειακά ύδατα και στα υπόγεια ύδατα σύμφωνα με τις διατάξεις της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας. Επιπλέον, προβλέπεται αποθηκευτική ικανότητα για τις μολυσμένες όμβριες απορροές από τους χώρους της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης ή για μολυσμένα ύδατα προερχόμενα από διαρροές ή πυροσβεστικές επιχειρήσεις. Η ανωτέρω αποθηκευτική ικανότητα πρέπει να είναι επαρκής, ώστε να εξασφαλίζεται δυνατότητα ανάλυσης και επεξεργασίας των λυμάτων, όπου χρειάζεται, πριν από την απόρριψή τους. 8. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της συνθήκης, τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν οριακές τιμές εκπομπών για τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες ή για άλλους ρύπους. Άρθρο 9 Υπολείμματα Τα υπολείμματα της λειτουργίας των μονάδων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης περιορίζονται στο ελάχιστο όσον αφορά την ποσότητα και τις επιβλαβείς ιδιότητές τους. Τα υπολείμματα ανακυκλώνονται, όπου απαιτείται, κατευθείαν στη μονάδα ή εκτός αυτής σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας. Τα ξηρά υπολείμματα σε μορφή κονιορτού, π.χ. κονιορτός από τους λέβητες και τα ξηρά υπολείμματα της επεξεργασίας των καυσαερίων, μεταφέρονται και υπόκεινται σε ενδιάμεση αποθήκευση κατά τρόπον ώστε να μην είναι δυνατός ο διασκορπισμός τους στο περιβάλλον, π.χ. μέσα σε κλειστά δοχεία. Πριν επιλεγεί η οδός τελικής διάθεσης ή ανακύκλωσης των υπολειμμάτων των μονάδων αποτέφρωσης, διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές για τον προσδιορισμό των φυσικών και χημικών ιδιοτήτων καθώς και του ρυπογόνου δυναμικού των διαφόρων υπολειμμάτων της αποτέφρωσης. Οι αναλύσεις καλύπτουν το συνολικό υδατοδιαλυτό κλάσμα και το υδατοδιαλυτό κλάσμα βαρέων μετάλλων. Άρθρο 10 Έλεγχος και παρακολούθηση 1. Εγκαθίσταται εξοπλισμός μετρήσεων και χρησιμοποιούνται τεχνικές για την παρακολούθηση των παραμέτρων, των συνθηκών και των κατά μάζα συγκεντρώσεων που σχετίζονται με τη διεργασία αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης. 2. Καθορίζονται οι σχετικές με τις μετρήσεις απαιτήσεις στην άδεια ή στους όρους που προσαρτώνται στην άδεια που χορηγεί η αρμόδια αρχή. 3. Η ενδεδειγμένη εγκατάσταση και η λειτουργία του αυτόματου εξοπλισμού παρακολούθησης των εκπομπών στην ατμόσφαιρα και στα ύδατα υπόκεινται σε έλεγχο καθώς και σε ετήσια δοκιμή επιτήρησης. Η βαθμονόμηση γίνεται με παράλληλες μετρήσεις με τις μεθόδους αναφοράς τουλάχιστον ανά τριετία. 4. Η χωροθέτηση των σημείων δειγματοληψίας ή μετρήσεων ορίζεται από την αρμόδια αρχή. 5. Εκτελούνται περιοδικές μετρήσεις των εκπομπών στην ατμόσφαιρα και στα ύδατα σύμφωνα με το παράρτημα III, σημεία 1 και 2. Άρθρο 11 Απαιτήσεις για τις μετρήσεις 1. Τα κράτη μέλη, είτε με προδιαγραφές στους όρους της άδειας είτε με γενικούς δεσμευτικούς κανόνες, διασφαλίζουν την τήρηση των παραγράφων 2 έως 12 και 17 όσον αφορά τον αέρα, και των παραγράφων 9 και 14 έως 17 όσον αφορά τα ύδατα. 2. Στις μονάδες αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης εκτελούνται οι κατωτέρω μετρήσεις ατμοσφαιρικών ρύπων σύμφωνα με το παράρτημα III: α) συνεχείς μετρήσεις των ακόλουθων ουσιών: NOx, εφόσον έχουν ορισθεί οριακές τιμές εκπομπής, CO, ολικός κονιορτός, TOC, HCl, HF, SO2, β) συνεχείς μετρήσεις των ακόλουθων παραμέτρων λειτουργίας: θερμοκρασία κοντά στο εσωτερικό τοίχωμα ή σε άλλο αντιπροσωπευτικό σημείο του θαλάμου καύσης που επιτρέπει η αρμόδια αρχή, συγκέντρωση οξυγόνου, πίεση, θερμοκρασία και περιεκτικότητα σε υδρατμούς των καυσαερίων, γ) τουλάχιστον δύο μετρήσεις ετησίως των βαρέων μετάλλων, των διοξινών και των φουρανίων κατά το πρώτο όμως δωδεκάμηνο λειτουργίας, εκτελείται μία μέτρηση τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Τα κράτη μέλη δύνανται να ορίζουν περιόδους μετρήσεων στην περίπτωση που ορίζουν οριακές τιμές εκπομπής για τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες ή για άλλους ρύπους. 3. Ο χρόνος παραμονής καθώς και η ελάχιστη θερμοκρασία και η περιεκτικότητα σε οξυγόνο των καυσαερίων εξακριβώνονται κατάλληλα, τουλάχιστον μία φορά κατά την έναρξη της λειτουργίας της μονάδας αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης και στις δυσμενέστερες προβλεπόμενες συνθήκες λειτουργίας. 4. Η συνεχής μέτρηση του HF επιτρέπεται να παραλείπεται, εάν χρησιμοποιούνται για το HCl στάδια επεξεργασίας που διασφαλίζουν ότι δεν σημειώνεται υπέρβαση της οριακής τιμής εκπομπών για το HCl. Στην περίπτωση αυτή, οι εκπομπές HF υπόκεινται σε περιοδικές μετρήσεις, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ). 5. Η συνεχής μέτρηση της περιεκτικότητας σε υδρατμούς δεν είναι απαραίτητη, με την προϋπόθεση ότι το δείγμα καυσαερίων ξηραίνεται πριν από την ανάλυση των εκπομπών. 6. Στην άδεια, η αρμόδια αρχή δύναται να επιτρέψει στη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης, αντί της συνεχούς, την περιοδική μέτρηση των HCl, HF και SO2, όπως καθορίζεται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ), εάν ο φορέας εκμετάλλευσης είναι σε θέση να αποδείξει ότι οι εκπομπές των ρύπων αυτών δεν υπάρχει περίπτωση να υπερβούν τις καθορισμένες οριακές τιμές εκπομπών. 7. Η μείωση της συχνότητας των περιοδικών μετρήσεων για τα βαρέα μέταλλα από δύο φορές ετησίως σε μία ανά δύο έτη και για τις διοξίνες και τα φουράνια από δύο ετησίως σε μία ανά έτος μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή στην άδεια, εφόσον οι εκπομπές που προέρχονται από την αποτέφρωση ή τη συναποτέφρωση είναι κάτω από το 50 % των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται σύμφωνα με το παράρτημα II ή το παράρτημα V αντιστοίχως και εφόσον είναι διαθέσιμα τα κριτήρια τα οποία αναπτύσσονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17, για τις απαιτήσεις που πρέπει να ικανοποιηθούν. Τα εν λόγω κριτήρια βασίζονται, τουλάχιστον, στις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου, στοιχεία α) και β). Μέχρι την 1η Iανουαρίου 2005 είναι δυνατό να επιτραπεί η μείωση της συχνότητας ακόμη και αν τα κριτήρια αυτά δεν είναι διαθέσιμα εφόσον: α) τα προς συναποτέφρωση ή αποτέφρωση απόβλητα αποτελούνται μόνον από ορισμένα διαλεγμένα καύσιμα κλάσματα μη επικινδύνων αποβλήτων τα οποία είναι ακατάλληλα για ανακύκλωση και παρουσιάζουν συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία προσέτι προσδιορίζονται βάσει της εκτίμησης που αναφέρεται στο σημείο δ), β) εθνικά κριτήρια ποιότητας, κοινοποιημένα στην Επιτροπή, είναι διαθέσιμα για τα απόβλητα αυτά, γ) η συναποτέφρωση και αποτέφρωση των εν λόγω αποβλήτων είναι σύμφωνη προς τα οικεία σχέδια διαχείρισης των αποβλήτων που αναφέρονται στο άρθρο 7 της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ, δ) ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι σε όλες τις περιπτώσεις οι εκπομπές είναι αρκετά μικρότερες από τις οριακές τιμές εκπομπής, που ορίζει το παράρτημα II ή το παράρτημα V για τα βαρέα μέταλλα, τις διοξίνες και τα φουράνια η εκτίμηση αυτή πρέπει να βασίζεται σε πληροφορίες για την ποιότητα των σχετικών αποβλήτων και σε μετρήσεις των εκπομπών των ως άνω ρυπαντικών ουσιών, ε) τα κριτήρια ποιότητας και η νέα περιοδικότητα των μετρήσεων ορίζονται στην άδεια, και στ) όλες οι αποφάσεις για τη συχνότητα των μετρήσεων που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, συνοδευόμενες από πληροφορίες για την ποσότητα και την ποιότητα των περί ων ο λόγος αποβλήτων, κοινοποιούνται επί ετησίας βάσεως στην Επιτροπή. 8. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων που διενεργούνται για να εξακριβωθεί η τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών ανάγονται στις ακόλουθες συνθήκες και για το οξυγόνο σύμφωνα με τον τύπο που προβλέπεται στο παράρτημα VI: α) θερμοκρασία 273 Κ, πίεση 101,3 kPa, περιεκτικότητα σε οξυγόνο 11 %, ξηρό αέριο, στα καυσαέρια των μονάδων αποτέφρωσης, β) θερμοκρασία 273 Κ, πίεση 101,3 kPa, περιεκτικότητα σε οξυγόνο 3 %, ξηρό αέριο, στα καυσαέρια που προέρχονται από την αποτέφρωση χρησιμοποιημένων ορυκτελαίων όπως ορίζονται στην οδηγία 75/439/ΕΟΚ, γ) σε περίπτωση αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης των αποβλήτων σε ατμόσφαιρα εμπλουτισμένη με οξυγόνο, τα αποτελέσματα των μετρήσεων μπορούν να ανάγονται σε περιεκτικότητα σε οξυγόνο, την οποία καθορίζει η αρμόδια αρχή ανάλογα με τις εκάστοτε ειδικές συνθήκες, δ) στην περίπτωση της συναποτέφρωσης, τα αποτελέσματα των μετρήσεων ανάγονται σε συνολική περιεκτικότητα σε οξυγόνο, υπολογιζόμενη σύμφωνα με το παράρτημα II. Όταν οι εκπομπές των ρυπαντικών ουσιών μειώνονται με επεξεργασία των καυσαερίων σε μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης που επεξεργάζεται επικίνδυνα απόβλητα, η τυποποίηση όσον αφορά τις περιεκτικότητες σε οξυγόνο που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο γίνεται μόνον εφόσον η μετρούμενη περιεκτικότητα σε οξυγόνο κατά την ίδια περίοδο όπως και για τη σχετική ρυπαντική ουσία υπερβαίνει τη σχετική κανονική περιεκτικότητα σε οξυγόνο. 9. Όλα τα αποτελέσματα των μετρήσεων καταγράφονται, γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας και παρουσιάζονται με τρόπο που παρέχει στις αρμόδιες αρχές τη δυνατότητα να εξακριβώνουν τη συμμόρφωση προς τις εγκεκριμένες συνθήκες λειτουργίας και τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία, εφαρμόζοντας διαδικασίες που αποφασίζουν οι εν λόγω αρχές. 10. Οι οριακές τιμές εκπομπών στον ατμοσφαιρικό αέρα θεωρείται ότι τηρούνται, εάν: α) - καμία από τις ημερήσιες μέσες τιμές δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα V στοιχείο α) ή στο παράρτημα II, - το 97 % της ημερήσιας μέσης τιμής επί ένα έτος δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπής που προβλέπει το παράρτημα V στοιχείο ε), πρώτη περίπτωση, β) είτε καμία από τις μέσες τιμές ανά ημίωρο δεν υπερβαίνει καμία από τις οριακές τιμές εκπομπής που καθορίζονται στο παράρτημα V στοιχείο β) στήλη Α, είτε εφόσον συντρέχει λόγος, το 97 % των μέσων τιμών ανά ημίωρο κατά τη διάρκεια του έτους δεν υπερβαίνει καμία από τις οριακές τιμές εκπομπής που καθορίζονται στο παράρτημα V στοιχείο β) στήλη Β, γ) καμία από τις μέσες τιμές της περιόδου δειγματοληψίας που καθορίζεται για τα βαρέα μέταλλα, τις διοξίνες και τα φουράνια δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα V στοιχεία γ) και δ) ή στο παράρτημα II, δ) πληρούνται τα προβλεπόμενα στο παράρτημα V στοιχείο ε) δεύτερη περίπτωση ή στο παράρτημα II. 11. Οι μέσες τιμές ημιώρου και οι μέσες τιμές δεκαλέπτου προσδιορίζονται εντός του πραγματικού χρόνου λειτουργίας (εξαιρουμένων των φάσεων εκκίνησης και διακοπής, εάν δεν αποτεφρώνονται απόβλητα) από τις τιμές που έχουν προκύψει από τις μετρήσεις, αφού αφαιρεθεί η τιμή του διαστήματος εμπιστοσύνης που ορίζεται στο σημείο 3 του παραρτήματος III. Οι ημερήσιες μέσες τιμές προσδιορίζονται από τις ανωτέρω επικυρωμένες μέσες τιμές. Για να ληφθεί έγκυρη ημερήσια μέση τιμή, δεν απορρίπτονται περισσότερες από πέντε μέσες τιμές ημιώρου στη διάρκεια μίας ημέρας για λόγους ελαττωματικής λειτουργίας ή συντήρησης του συστήματος συνεχών μετρήσεων. Στη διάρκεια ενός έτους δεν απορρίπτονται περισσότερες από δέκα ημερήσιες μέσες τιμές για λόγους ελαττωματικής λειτουργίας ή συντήρησης του συστήματος συνεχών μετρήσεων. 12. Οι μέσες τιμές της περιόδου δειγματοληψίας και οι μέσες τιμές στην περίπτωση περιοδικών μετρήσεων του HF, HCI και SO2 προσδιορίζονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 10 παράγραφοι 2 και 4 και του παραρτήματος III. 13. Μόλις είναι διαθέσιμες στην Κοινότητα οι κατάλληλες τεχνικές μετρήσεων, η Επιτροπή ορίζει, αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 17, την ημερομηνία από την οποία εκτελούνται συνεχείς μετρήσεις των οριακών τιμών ατμοσφαιρικών εκπομπών για τα βαρέα μέταλλα, τις διοξίνες και τα φουράνια σύμφωνα με το παράρτημα III. 14. Εκτελούνται οι κατωτέρω μετρήσεις στο σημείο απόρριψης των λυμάτων: α) συνεχείς μετρήσεις των παραμέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 6 στοιχείο β), β) μεμονωμένες ημερήσιες μετρήσεις των ολικών αιωρούμενων στερεών αντί αυτών, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέψουν μετρήσεις αντιπροσωπευτικού δείγματος ανάλογου προς τη ροή για περίοδο 24 ωρών, γ) τουλάχιστον μηνιαίες μετρήσεις, με αντιπροσωπευτικά και ανάλογα με τη ροή δείγματα της απόρριψης εικοσιτετραώρου, των ρυπαντικών ουσιών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3 και απαριθμούνται στο παράρτημα IV, αριθ. 2 έως 10, δ) τουλάχιστον μετρήσεις ανά εξάμηνο των διοξινών και των φουρανίων κατά το πρώτο όμως δωδεκάμηνο λειτουργίας, εκτελείται μία μέτρηση τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Τα κράτη μέλη, όταν καθορίσουν οριακές τιμές εκπομπής για τους πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες, ή για άλλους ρύπους, δύνανται να ορίζουν τις περιόδους εκτέλεσης των μετρήσεων, 15. Η παρακολούθηση της μάζας των ρύπων στα επεξεργασμένα λύματα καθώς και η συχνότητα των μετρήσεων είναι σύμφωνες με την κοινοτική νομοθεσία και καθορίζονται στην άδεια λειτουργίας. 16. Οι οριακές τιμές για τις εκπομπές στα ύδατα θεωρείται ότι τηρούνται, εάν: α) για το σύνολο των αιωρούμενων στερεών (ρυπαντική ουσία αριθ. 1), το 95 % και το 100 % των μετρουμένων τιμών δεν υπερβαίνει τις αντίστοιχες οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV, β) για τα βαρέα μέταλλα (ρυπαντικές ουσίες αριθ. 2 έως 10), μία και μόνη μέτρηση κατ' έτος υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στο παράρτημα IV ή, εάν το κράτος μέλος προβλέπει περισσότερα από 20 δείγματα κατ' έτος, τις οριακές τιμές εκπομπών που ορίζονται στο παράρτημα IV υπερβαίνει ένα ποσοστό των δειγμάτων αυτών όχι ανώτερο του 5 %, γ) για τις διοξίνες και τα φουράνια (ρυπαντική ουσία αριθ. 11), τα αποτελέσματα των δύο μετρήσεων δεν υπερβαίνουν την οριακή τιμή εκπομπής που καθορίζεται στο παράρτημα IV. 17. Στην περίπτωση που πραγματοποιούμενες μετρήσεις δείξουν ότι έχει σημειωθεί υπέρβαση των οριακών τιμών εκπομπών για τον αέρα και τα ύδατα, οι αρμόδιες αρχές ενημερώνονται χωρίς καθυστέρηση. Άρθρο 12 Πρόσβαση στην πληροφόρηση και συμμετοχή του κοινού 1. Με την επιφύλαξη των οδηγιών του Συμβουλίου 90/313/ΕΟΚ(24) και 96/61/ΕΚ, αιτήσεις για τη χορήγηση νέων αδειών μονάδων αποτέφρωσης και συναποτέφρωσης τίθενται στη διάθεση του κοινού, σε ένα ή περισσότερα σημεία όπου το κοινό μπορεί να έχει πρόσβαση, όπως τα γραφεία των τοπικών αρχών, και επί επαρκές χρονικό διάστημα προκειμένου το κοινό να έχει τη δυνατότητα να διατυπώνει τις παρατηρήσεις του, πριν η αρμόδια αρχή λάβει την απόφασή της. Η εν λόγω απόφαση, μαζί με ένα τουλάχιστον αντίγραφο της άδειας, και οι τυχόν μετέπειτα ενημερώσεις της, πρέπει επίσης να τίθενται στη διάθεση του κοινού. 2. Προκειμένου για τις εγκαταστάσεις αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης με ονομαστική ωριαία δυναμικότητα δύο τόνων ή περισσότερο και παρά το άρθρο 15 παράγραφος 2 της οδηγίας 96/61/ΕΚ, μια ετήσια έκθεση για τη λειτουργία και την παρακολούθηση της εγκατάστασης, την οποία διαβιβάζει προς την αρμόδια αρχή ο φορέας εκμετάλλευσης, τίθεται στη διάθεση του κοινού. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει, ως ελάχιστη απαίτηση, απολογισμό της όλης διαδικασίας καθώς και των εκπομπών στον ατμοσφαιρικό αέρα και τα ύδατα, σε σύγκριση με τα πρότυπα εκπομπών που καθορίζει η παρούσα οδηγία. Κατάλογος των εγκαταστάσεων αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης με ονομαστική ωριαία δυναμικότητα κάτω των δύο τόνων συντάσσεται από την αρμόδια αρχή και τίθεται στη διάθεση του κοινού. Άρθρο 13 Ασυνήθεις συνθήκες λειτουργίας 1. Η αρμόδια αρχή ορίζει στην άδεια τη μέγιστη επιτρεπτή χρονική διάρκεια οποιασδήποτε τεχνικά αναπόφευκτης διακοπής, ανωμαλίας στη λειτουργία ή βλάβης των συστημάτων καθαρισμού ή των οργάνων μετρήσεων, κατά την οποία οι συγκεντρώσεις των ουσιών που υπόκεινται στις ρυθμίσεις στις απορρίψεις στην ατμόσφαιρα και στα επεξεργασμένα λύματα επιτρέπεται να υπερβαίνουν τις καθορισμένες οριακές τιμές εκπομπών. 2. Σε περίπτωση γενικής βλάβης, ο φορέας εκμετάλλευσης περιορίζει ή διακόπτει τις εργασίες το ταχύτερο δυνατόν, μέχρι να αποκατασταθούν οι κανονικές συνθήκες λειτουργίας. 3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 6 παράγραφος 3 στοιχείο γ), σε περίπτωση υπέρβασης των οριακών τιμών εκπομπών δεν συνεχίζεται για κανένα λόγο η αποτέφρωση αποβλήτων στη μονάδα αποτέφρωσης ή στη μονάδα συναποτέφρωσης ή στη γραμμή αποτέφρωσης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από τέσσερις συνεχείς ώρες επιπλέον, ο συνολικός χρόνος λειτουργίας σε παρόμοιες συνθήκες στη διάρκεια ενός έτους πρέπει να είναι λιγότερος από 60 ώρες. H διάρκεια των 60 ωρών εφαρμόζεται στις γραμμές όλης της εγκατάστασης οι οποίες συνδέονται με ένα μόνο σύστημα καθαρισμού των καυσαερίων. 4. Η συνολική περιεκτικότητα σε κονιορτό των ατμοσφαιρικών εκπομπών των μονάδων αποτέφρωσης δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τα 150 mg/m3, ως μέση τιμή ημιώρου επιπλέον, δεν πρέπει να σημειώνεται υπέρβαση των οριακών τιμών για τις ατμοσφαιρικές εκπομπές CO και TOC. Τηρούνται όλες οι άλλες συνθήκες που αναφέρονται στο άρθρο 6. Άρθρο 14 Ρήτρα επανεξέτασης Με την επιφύλαξη της οδηγίας 96/61/ΕΚ, πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2008 η Επιτροπή υποβάλλει προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έκθεση με βάση την εμπειρία από την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, ιδίως όσον αφορά τις καινούργιες μονάδες, καθώς και τις προόδους που θα έχουν σημειωθεί στις τεχνικές περιορισμού των εκπομπών και στην πείρα της διαχείρισης των αποβλήτων. Επίσης, η έκθεση βασίζεται στην τρέχουσα εξέλιξη της τεχνολογίας, της εμπειρίας από τη λειτουργία των μονάδων και των περιβαλλοντικών απαιτήσεων. Η έκθεση περιλαμβάνει ειδικό τμήμα όσον αφορά την εφαρμογή του παραρτήματος ΙΙ.1.1, και ειδικότερα όσον αφορά το κατά πόσον είναι οικονομικώς και τεχνικώς εφικτό για τους υφιστάμενους τσιμεντοκλιβάνους, οι οποίοι αναφέρονται στην υποσημείωση του παραρτήματος ΙΙ.1.1, να τηρούν την οριακή τιμή εκπομπών NOx για νέους τσιμεντοκλιβάνους, η οποία αναφέρεται στο ανωτέρω παράρτημα. Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται ενδεχομένως από προτάσεις αναθεώρησης των σχετικών διατάξεων της παρούσας οδηγίας. Ωστόσο, η Επιτροπή προτείνει, ενδεχομένως, τροποποίηση του παραρτήματος ΙΙ.3 πριν από την ανωτέρω έκθεση, σε περίπτωση που σημαντικές ροές αποβλήτων διοχετεύονται σε τύπους εγκαταστάσεων συναποτέφρωσης διαφορετικούς από εκείνους που αναφέρονται στα παραρτήματα ΙΙ.1 και ΙΙ.2. Άρθρο 15 Υποβολή εκθέσεων Οι εκθέσεις σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας συντάσσονται με τη διαδικασία του άρθρου 5 της οδηγίας 91/692/ΕΟΚ του Συμβουλίου. Η πρώτη έκθεση καλύπτει τουλάχιστον την πρώτη πλήρη τριετία μετά τις 28 Δεκεμβρίου 2002, και θα συμμορφώνεται με τις περιόδους που προβλέπονται στο άρθρο 17 της οδηγίας 94/67/ΕΚ και στο άρθρο 16 παράγραφος 3 της οδηγίας 96/61/ΕΚ. Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή καταρτίζει εγκαίρως τα κατάλληλα ερωτηματολόγια. Άρθρο 16 Μελλοντική αναπροσαρμογή της οδηγίας Η Επιτροπή τροποποιεί με τη διαδικασία του άρθρου 17 παράγραφος 2, τα άρθρα 10, 11 και 13 και τα παραρτήματα I και III για να τα προσαρμόσει στην τεχνική πρόοδο ή σε νέα δεδομένα σχετικά με τα οφέλη που συνεπάγονται για την υγεία οι μειώσεις των εκπομπών. Άρθρο 17 Κανονιστική επιτροπή 1. Η Επιτροπή επικουρείται από κανονιστική επιτροπή. 2. Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της εν λόγω απόφασης. Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ είναι τρεις μήνες. 3. Η επιτροπή καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό της. Άρθρο 18 Κατάργηση Τα ακόλουθα καταργούνται από τις 28 Δεκεμβρίου 2005: α) το άρθρο 8 παράγραφος 1 και το παράρτημα της οδηγίας 75/439/ΕΟΚ, β) η οδηγία 89/369/ΕΟΚ, γ) η οδηγία 89/429/ΕΟΚ, δ) η οδηγία 94/67/ΕΚ. Άρθρο 19 Κυρώσεις Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται στις παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αυτές τις διατάξεις στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι τις 28 Δεκεμβρίου 2002 και κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους το συντομότερο δυνατόν. Άρθρο 20 Μεταβατικές διατάξεις 1. Με την επιφύλαξη των ειδικών μεταβατικών διατάξεων που προβλέπουν τα παραρτήματα της παρούσας οδηγίας οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται στις υφιστάμενες μονάδες από τις 28 Δεκεμβρίου 2005. 2. Για τις νέες εγκαταστάσεις, δηλαδή τις εγκαταστάσεις που δεν εμπίπτουν στον ορισμό "υφιστάμενη μονάδα αποτέφρωσης ή συναποτέφρωσης" του άρθρου 3 παράγραφος 6 ή της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, η παρούσα οδηγία, αντί των οδηγιών που αναφέρονται στο άρθρο 18, εφαρμόζεται από τις 28 Δεκεμβρίου 2002. 3. Οι μόνιμες ή κινητές εγκαταστάσεις παραγωγής ενεργείας ή υλικών προϊόντων οι οποίες λειτουργούν και έχουν λάβει άδεια σύμφωνα με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία εφ' όσον απαιτείται, και οι οποίες αρχίζουν να συναποτεφρώνουν απόβλητα το αργότερο τις 28 Δεκεμβρίου 2004 θεωρούνται ως υφιστάμενες μονάδες συναποτέφρωσης. Άρθρο 21 Υλοποίηση 1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες νομοθετικές κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο τις 28 Δεκεμβρίου 2002. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά. Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομέρειες της αναφοράς αυτής καθορίζονται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τα κείμενα των διατάξεων εσωτερικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Άρθρο 22 Έναρξη ισχύος Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει από την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 23 Αποδέκτες Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. Βρυξέλλες, 4 Δεκεμβρίου 2000. Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Η Πρόεδρος N. Fοntaine Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος H. Védrine (1) ΕΕ C 13 της 17.1.1998, σ. 6 και ΕΕ C 372 της 2.12.1998, σ. 11. (2) ΕΕ C 116 της 28.4.1999, σ. 40. (3) ΕΕ C 198 της 14.7.1999, σ. 37. (4) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Απριλίου 1999 (ΕΕ C 219 της 30.7.1999, σ. 249 ), κοινή θέση του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 1999 (ΕΕ C 25 της 28.1.2000, σ. 17) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Μαρτίου 2000 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 16ης Νοεμβρίου 2000 και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2000. (5) ΕΕ C 138 της 17.5.1993, σ. 5 και ΕΕ L 275 της 10.10.1998, σ. 1. (6) ΕΕ C 76 της 11.3.1997, σ. 1. (7) ΕΕ L 257 της 10.10.1996, σ. 26. (8) ΕΕ L 163 της 14.6.1989, σ. 32· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994. (9) ΕΕ L 203 της 15.7.1989, σ. 50· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994. (10) ΕΕ L 163 της 29.6.1999, σ. 41. (11) ΕΕ L 365 της 31.12.1994, σ. 34. (12) ΕΕ L 194 της 25.7.1975, σ. 39· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την απόφαση αριθ. 350/96/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 135 της 6.6.1996, σ. 32). (13) Οδηγία 90/667/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1990, για τη θέσπιση υγειονομικών κανόνων για τη διάθεση και τη μεταποίηση ζωικών αποβλήτων, τη διάθεσή τους στην αγορά και την προστασία από τους παθογόνους οργανισμούς των ζωοτροφών ζωικής προέλευσης ή με βάση τα ψάρια και για την τροποποίηση της οδηγίας 90/425/ΕΟΚ (ΕΕ L 363 της 27.12.1990, σ. 51)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994. (14) Οδηγία 91/271/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου1991, για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (ΕΕ L 135 της 30.5.1991, σ. 40)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 98/15/ΕΚ (ΕΕ L 67 της 7.3.1998, σ. 29). (15) Οδηγία 96/62/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Σεπτεμβρίου 1996, για την εκτίμηση και τη διαχείριση της ποιότητας του αέρα του περιβάλλοντος (ΕΕ L 296 της 21.11.1996, σ. 55). (16) Οδηγία 76/464/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 4ης Μαΐου 1976, περί ρυπάνσεως που προκαλείται από ορισμένες επικίνδυνες ουσίες που εκχέονται στο υδάτινο περιβάλλον της Κοινότητας (ΕΕ L 129 της 18.5.1976, σ. 23)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994. (17) Οδηγία 1999/31/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Απριλίου 1999, περί υγειονομικής ταφής των αποβλήτων (ΕΕ L 182 της 16.7.1999, σ. 1). (18) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23. (19) ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 20· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/31/ΕΚ (ΕΕ L 168 της 2.7.1994, σ. 28). (20) ΕΕ L 194 της 25.7.1975, σ. 23· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την πράξη προσχώρησης του 1994. (21) Οδηγία 93/12/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1993 σχετικά με την περιεκτικότητα ορισμένων υγρών καυσίμων σε θείο (ΕΕ L 74 της 27.3.1993, σ. 81)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/32/ΕΚ (ΕΕ L 121 της 11.5.1999, σ. 13). (22) Απόφαση 94/3/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για τη θέσπιση καταλόγου αποβλήτων σύμφωνα με το άρθρο 1α) της οδηγίας 75/442/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί σταθερών αποβλήτων (ΕΕ L 5 της 7.1.1994, σ. 15). (23) ΕΕ L 30 της 6.2.1993, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό της Επιτροπής (ΕΚ) αριθ. 2408/98 (ΕΕ L 298 της 7.11.1998, σ. 19). (24) Οδηγία 90/313/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 7ης Ιουνίου 1990, σχετικά με την ελεύθερη πληροφόρηση για θέματα περιβάλλοντος (ΕΕ L 158 της 23.6.1990, σ. 56)· οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 1994. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι Συντελεστές ισοδυναμίας για τις διβενζο-p-διοξίνες και τα διβενζοφουράνια >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΟΡΙΑΚΩΝ ΤΙΜΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΑΠΟΤΕΦΡΩΣΗ ΑΠΟΒΛΗΤΩΝ Αν στον πίνακα του παρόντος παραρτήματος δεν προβλέπεται ειδική συνολική οριακή τιμή εκπομπών "C", εφαρμόζεται ο ακόλουθος τύπος (κανόνας ανάμειξης). Η οριακή τιμή για τον εκάστοτε ρύπο και το μονοξείδιο του άνθρακα στα καυσαέρια που παράγονται από τη συναποτέφρωση αποβλήτων πρέπει να υπολογίζεται ως εξής: >PIC FILE= "L_2000332EL.010402.EPS"> όπου: Vαπόβλητα: ο όγκος των καυσαερίων που παράγονται μόνο από την αποτέφρωση αποβλήτων, ο οποίος προσδιορίζεται από τα απόβλητα με τη χαμηλότερη θερμιδογόνο δύναμη που ορίζεται στην άδεια λειτουργίας και ανάγεται στις συνθήκες που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. Αν η παραγόμενη θερμότητα από την καύση επικινδύνων αποβλήτων είναι μικρότερη του 10 % της ολικής παραγόμενης θερμότητας εγκατάστασης, το Vαπόβλητα υπολογίζεται από μια (πλασματική) ποσότητα αποβλήτων, η οποία, όταν αποτεφρωθεί θα παράγει 10 % της καθορισμένης συνολικής θερμότητας. Cαπόβλητα: οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται για τις μονάδες αποτέφρωσης του παραρτήματος V για τις σχετικές ρυπαντικές ουσίες και το μονοξείδιο του άνθρακα. Vδιεργασία: ο όγκος των καυσαερίων που παράγονται από τη διεργασία της μονάδας καθώς και από την καύση των εγκεκριμένων καυσίμων που χρησιμοποιούνται συνήθως στη μονάδα (εξαιρουμένων των αποβλήτων), προσδιοριζόμενος βάσει της περιεκτικότητας σε οξυγόνο στην οποία πρέπει να ανάγονται οι εκπομπές, όπως ορίζεται στους κοινοτικούς ή εθνικούς κανονισμούς. Ελλείψει κανονισμών για τις μονάδες αυτού του είδους, πρέπει να χρησιμοποιείται η πραγματική περιεκτικότητα των καυσαερίων σε οξυγόνο, χωρίς να αραιώνονται με αέρα που δεν είναι απαραίτητος για τη διεργασία. Η αναγωγή σε άλλες συνθήκες καθορίζεται στην παρούσα οδηγία. Cδιεργασία: οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στους πίνακες του παρόντος παραρτήματος για ορισμένους βιομηχανικούς κλάδους ή, ελλείψει πινάκων ή τιμών, οι οριακές τιμές για τις εκπομπές του εκάστοτε ρύπου και του μονοξειδίου του άνθρακα στα καπναέρια των μονάδων στις οποίες τηρούνται οι εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που ισχύουν για την καύση στις εν λόγω μονάδες των συνήθως εγκρινόμενων καυσίμων (εξαιρουμένων των αποβλήτων). Ελλείψει τέτοιων διατάξεων, χρησιμοποιούνται οι οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στην άδεια λειτουργίας. Ελλείψει σχετικών τιμών στην άδεια, χρησιμοποιούνται οι πραγματικές συγκεντρώσεις κατά μάζα. C: οι συνολικές οριακές τιμές εκπομπών και η περιεκτικότητα σε οξυγόνο που καθορίζονται στους πίνακες του παρόντος παραρτήματος για ορισμένους βιομηχανικούς κλάδους και ρύπους ή, ελλείψει πινάκων ή τιμών, οι συνολικές οριακές τιμές εκπομπών για το CO και τον εκάστοτε ρύπο, οι οποίες αντικαθιστούν τις οριακές τιμές εκπομπών που καθορίζονται στα αντίστοιχα παραρτήματα της παρούσας οδηγίας. Η συνολική περιεκτικότητα σε οξυγόνο, που χρησιμοποιείται αντί της περιεκτικότητας σε οξυγόνο για την αναγωγή, υπολογίζεται βάσει της παραπάνω περιεκτικότητας, τηρουμένων των μερικών όγκων. Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν κανόνες που θα διέπουν τις εξαιρέσεις περί των οποίων το παρόν παράρτημα. II.1. Ειδικές διατάξεις για τους τσιμεντοκλιβάνους που συναποτεφρώνουν απόβλητα Ημερήσιες μέσες τιμές (προκειμένου για συνεχείς μετρήσεις). Περίοδος δειγματοληψίας και λοιπές απαιτήσεις για τις μετρήσεις κατά το άρθρο 7. Όλες οι τιμές εκφράζονται σε mg/m3 (για τις διοξίνες και τα φουράνια σε ng/m3). Ημίωρες τιμές απαιτούνται μόνο για τους υπολογισμούς των μέσων ημερησίων τιμών. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων που εκτελούνται για να εξακριβωθεί η τήρηση των οριακών τιμών εκπομπών ανάγονται στις ακόλουθες συνθήκες: θερμοκρασία 273 Κ, πίεση 101,3 kPa, περιεκτικότητα σε οξυγόνο 10 %, ξηρό αέριο. II.1.1. C - συνολικές οριακές τιμές εκπομπών >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Μέχρι την 1η Iανουαρίου 2008, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν εξαιρέσεις όσον αφορά τα ΝΟx για τους υφιστάμενους τσιμεντοκλιβάνους υγρής μεθόδου ή για τσιμεντοκλιβάνους οι οποίοι καίουν λιγότερο από τρεις τόνους αποβλήτων ανά ώρα, εφόσον η άδεια προβλέπει συνολική οριακή τιμή εκπομπών ΝΟx το πολύ 1200 mg/m3. Μέχρι την 1η Iανουαρίου 2008, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν εξαιρέσεις όσον αφορά τον κονιορτό για τους τσιμεντοκλιβάνους που καίουν λιγότερο από τρεις τόνους αποβλήτων ανά ώρα, εφόσον η άδεια προβλέπει συνολική οριακή τιμή εκπομπών το πολύ 50 g/m3. II.1.2. C - συνολικές οριακές τιμές εκπομπών για το SO2 και τον TOC >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Η αρμόδια αρχή δύναται να επιτρέπει εξαιρέσεις σε περιπτώσεις όπου ο TOC και το SO2 δεν προέρχονται από την αποτέφρωση αποβλήτων. II.1.3. Οριακή τιμή εκπομπών για το CO Η αρμόδια αρχή δύναται να καθορίζει οριακές τιμές για τις εκπομπές CO. II.2. Ειδικές διατάξεις για εγκαταστάσεις καύσης που συναποτεφρώνουν απόβλητα II.2.1. Ημερήσιες μέσες τιμές Με την επιφύλαξη της οδηγίας 88/609/ΕΟΚ και στην περίπτωση που, για μεγάλες εγκαταστάσεις καύσης, ορίζονται αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών σύμφωνα με τη μελλοντική κοινοτική νομοθεσία, η εν λόγω νομοθεσία θα αντικαταστήσει, για τις οικείες εγκαταστάσεις και ρυπαντικές ουσίες, τις οριακές τιμές εκπομπών των ακόλουθων πινάκων (διεργασία). Στην περίπτωση αυτή, οι ακόλουθοι πίνακες θα προσαρμοσθούν χωρίς καθυστέρηση, στις εν λόγω αυστηρότερες οριακές τιμές εκπομπών σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 17. Οι ημίωρες μέσες τιμές αποκτούνται μόνο για τον υπολογισμό των ημερήσιων μέσων τιμών. Cδιεργασία: Cδιεργασία για τα στερεά καύσιμα, εκφρασμένη σε mg/Nm3 (περιεκτικότητα σε O2 6 %): >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Μέχρι την 1η Iανουαρίου 2007 και με την επιφύλαξη της σχετικής κοινοτικής νομοθεσίας, η οριακή τιμή εκπομπής για τα NOx δεν ισχύει για τις εγκαταστάσεις που μόνο αποτεφρώνουν επικίνδυνα απόβλητα. Μέχρι την 1η Iανουαρίου 2008, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν εξαιρέσεις όσον αφορά τα NOx και τα SO2 για τις υφιστάμενες μονάδες συναποτέφρωσης που χρησιμοποιούν την τεχνολογία ρευστής κλίνης και καίουν στερεά καύσιμα εφόσον η άδεια προβλέπει διεργασία το πολύ 350 mg/Nm3 για τα NOx και το πολύ 850 έως 400 mg/Nm3 (γραμμική ελάττωση από 100 σε 300 MWth) για τα SO2. Cδιεργασία για τη βιομάζα εκφρασμένη σε mg/Nm3 (περιεκτικότητα σε O2 6 %): Ως "βιομάζα" νοούνται τα προϊόντα που συνίστανται από το σύνολο ή μέρος οποιασδήποτε φυτικής ύλης, γεωργικής ή δασικής προέλευσης, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την ανάκτηση του ενεργειακού περιεχομένου του, καθώς και τα απόβλητα που απαριθμούνται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία i) έως v). >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Μέχρι την 1η Iανουαρίου 2008, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν εξαιρέσεις όσον αφορά τα NOx για τις υφιστάμενες μονάδες συναποτέφρωσης ισχύος μεταξύ 100 και 300 MWth που χρησιμοποιούν τεχνολογία ρευστοποιημένης κλίνης και καίουν βιομάζα, εφόσον η άδεια προβλέπει τιμή (διεργασία το πολύ 350 mg/Nm3.) Cδιεργασία για τα υγρά καύσιμα, εκφρασμένη σε mg/Nm3 (περιεκτικότητα σε Ο2 3 %): >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> II.2.2. C - συνολικές οριακές τιμές εκπομπών C εκφρασμένη σε mg/Nm3 (περιεκτικότητα σε O2 6 %). Όλες οι μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 30 λεπτών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών: >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> C εκφρασμένη σε ng/Nm3 (περιεκτικότητα σε O2 6 %). Όλες οι μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών: >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> II.3. Ειδικές διατάξεις για βιομηχανικούς κλάδους μη καλυπτόμενους από τα σημεία II.1 και II.2 που συναποτεφρώνουν απόβλητα II.3.1 C - συνολικές οριακές τιμές: C εκφρασμένη σε ng/Nm3 (περιεκτικότητα σε O2 6 %). Όλες οι μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών: >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> C εκφρασμένη σε mg/Nm3 (περιεκτικότητα σε O2 6 %). Όλες οι μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών: >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III Τεχνικές μετρήσεων 1. Οι μετρήσεις για τον καθορισμό των συγκεντρώσεων ρυπαντικών ουσιών του αέρα και των υδάτων πρέπει να εκτελούνται κατά αντιπροσωπευτικό τρόπο. 2. Η δειγματοληψία και η ανάλυση όλων των ρύπων, συμπεριλαμβανομένων των διοξινών και των φουρανίων, καθώς και οι μετρήσεις με μεθόδους αναφοράς για τη βαθμονόμηση των αυτόματων συστημάτων μετρήσεων, διεξάγονται όπως ορίζουν τα πρότυπα CEN. Εάν υπάρχουν τα πρότυπα CEN, ισχύουν τα πρότυπα ISO, εθνικά ή διεθνή πρότυπα που εξασφαλίζουν την παροχή δεδομένων ισοδύναμης επιστημονικής ποιότητας. 3. Οι τιμές των διαστημάτων εμπιστοσύνης 95 % ενός μεμονωμένου αποτελέσματος μέτρησης, που προσδιορίζονται επί της ημερήσιας οριακής τιμής εκπομπών, δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα ακόλουθα ποσοστά επί τοις εκατό των οριακών τιμών εκπομπών: >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV Οριακές τιμές εκπομπών για τις απορρίψεις λυμάτων προερχόμενων από τον καθαρισμό των καυσαερίων >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2008, μπορούν να επιτραπούν από την αρμόδια αρχή εξαιρέσεις για ολικά αιωρούμενα στερεά για υφιστάμενες μονάδες αποτέφρωσης, υπό τον όρο ότι η άδεια προβλέπει ότι το 80 % των μετρούμενων τιμών δεν υπερβαίνει το 30 mg/l και καμιά από αυτές δεν υπερβαίνει το 45 mg/l. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V ΟΡIΑΚΕΣ ΤIΜΕΣ ΑΤΜΟΣΦΑIΡIΚΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ α) Ημερήσιες μέσες τιμές >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν εξαιρέσεις όσον αφορά τα NΟx για υφιστάμενες μονάδες αποτέφρωσης - ονομαστικής ωριαίας δυναμικότητας μικρότερης ή ίσης των 6 τόνων, εφόσον η άδεια προβλέπει ημερήσιες μέσες τιμές το πολύ 500 mg/m3 και μέχρι την 1η Iανουαρίου 2008, - ονομαστικής ωριαίας δυναμικότητας μεγαλύτερης των 6 τόνων, αλλά μικρότερης ή ίσης των 16 τόνων, εφόσον η άδεια προβλέπει ημερήσιες μέσες τιμές το πολύ 400 mg/m3 και μέχρι την 1η Iανουαρίου 2010, - ονομαστικής ωριαίας δυναμικότητας μεγαλύτερης των 16 τόνων, αλλά κατώτερης των 25 τόνων η οποία δεν παράγει απορρίψεις στα ύδατα, εφόσον η άδεια προβλέπει ημερήσιες μέσες τιμές το πολύ 300 mg/m3 και μέχρι την 1η Iανουαρίου 2008. Μέχρι την 1η Iανουαρίου 2008, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν εξαιρέσεις για τον κονιορτό για υφιστάμενες εγκαταστάσεις αποτέφρωσης, ονομαστικής ωριαίας δυναμικότητας μικρότερης των 16 τόνων, εφόσον η άδεια προβλέπει ημερήσιες μέσες τιμές το πολύ 20 mg/m3. β) Μέσες τιμές ημιώρου >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Μέχρι την 1η Iανουαρίου 2010, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν εξαιρέσεις όσον αφορά τα NOx, για υφιστάμενες μονάδες αποτέφρωσης ονομαστικής ωριαίας δυναμικότητας μεταξύ 6 και 16 τόνων, εφόσον η μέση τιμή ημιώρου δεν υπερβαίνει τα 600 mg/m3 για τη στήλη Α ή τα 400 mg/m3 για τη στήλη Β. γ) Όλες οι μέσες τιμές περιόδου δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 30 λεπτών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> Αυτές οι μέσες τιμές καλύπτουν επίσης τις εκπομπές των σχετικών βαρέων μετάλλων και των ενώσεών τους υπό μορφή αερίων και ατμών. δ) Οι μέσες τιμές μετρούνται σε περίοδο δειγματοληψίας ελάχιστης διάρκειας 6 ωρών και μέγιστης διάρκειας 8 ωρών. Η οριακή τιμή εκπομπών αναφέρεται στη συνολική συγκέντρωση διοξινών και φουρανίων, υπολογιζόμενη βάσει της αρχής των ισοδυνάμων τοξικότητας σύμφωνα με το παράρτημα I. >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ> ε) Η συγκέντρωση μονοξειδίου του άνθρακα (CO) στα καυσαέρια (εξαιρουμένων των φάσεων εκκίνησης και διακοπής) δεν υπερβαίνει τις κατωτέρω οριακές τιμές εκπομπών: - 50 mg/m3 καυσαερίων ως ημερήσια μέση τιμή, - 150 mg/m3 καυσαερίων τουλάχιστον στο 95 % όλων των μετρήσεων, ως μέσες τιμές δεκαλέπτου, ή 100 mg/m3 καυσαερίων στο σύνολο των μετρήσεων, ως μέσες τιμές ημιώρου, λαμβανόμενες κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε 24ώρου. Η αρμόδια αρχή δύναται να εγκρίνει εξαιρέσεις προκειμένου για μονάδες στις οποίες χρησιμοποιείται τεχνολογία ρευστοστερεάς κλίνης, με την προϋπόθεση ότι στη σχετική άδεια προβλέπεται οριακή τιμή εκπομπών για το μονοξείδιο του άνθρακα (CO) 100 mg/m3 κατ' ανώτατο όριο, ως ωριαία μέση τιμή. στ) Τα κράτη μέλη δύνανται να θεσπίζουν κανόνες που θα διέπουν τις εξαιρέσεις περί των οποίων το παρόν παράρτημα. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI Τύπος υπολογισμού της συγκέντρωσης των εκπομπών στην τυπική εκατοστιαία συγκέντρωση οξυγόνου >PIC FILE= "L_2000332EL.011102.EPS"> ES= υπολογιζόμενη συγκέντρωση εκπομπών στην τυπική εκατοστιαία συγκέντρωση οξυγόνου. EM= μετρούμενη συγκέντρωση εκπομπής OS= τυπική συγκέντρωση οξυγόνου OM= μετρούμενη συγκέντρωση οξυγόνου