Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 01971R1408-20080707

    Consolidated text: Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1971 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (8) (9) (10) (11) (Κωδικοποιημένη έκδοση —ΕΕ αριθ. L 28 της 30.1.1997, σ. 1Βλ. προσάρτημα.)

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1971/1408/2008-07-07

    1971R1408 — EL — 07.07.2008 — 008.001


    Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

    ►B

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1408/71 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της14ης Ιουνίου 1971

    περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (8) (9) (10) (11)

    (Κωδικοποιημένη έκδοση — ΕΕ αριθ. L 28 της 30.1.1997, σ. 1 ( 1 ))

    (ΕΕ L 149, 5.7.1971, p.2)

    Τροποποιείται από:

     

     

    Επίσημη Εφημερίδα

      No

    page

    date

    ►M1

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1290/97 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 27ης Ιουνίου 1997

      L 176

    1

    4.7.1997

    ►M2

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1223/98 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 4ης Ιουνίου 1998

      L 168

    1

    13.6.1998

    ►M3

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1606/98 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 29ης Ιουνίου 1998

      L 209

    1

    25.7.1998

    ►M4

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 307/1999 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 8ης Φεβρουαρίου 1999

      L 38

    1

    12.2.1999

    ►M5

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1399/1999 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 29ης Απριλίου 1999

      L 164

    1

    30.6.1999

    ►M6

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1386/2001 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 5ης Ιουνίου 2001

      L 187

    1

    10.7.2001

    ►M7

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 631/2004 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 31ης Μαρτίου 2004

      L 100

    1

    6.4.2004

    ►M8

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 647/2005 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 13ης Απριλίου 2005

      L 117

    1

    4.5.2005

    ►M9

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ 629/2006 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 5ης Απριλίου 2006

      L 114

    1

    27.4.2006

    ►M10

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 20ής Νοεμβρίου 2006

      L 363

    1

    20.12.2006

    ►M11

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1992/2006 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 18ης Δεκεμβρίου 2006

      L 392

    1

    30.12.2006

    ►M12

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 592/2008 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ της 17ης Ιουνίου 2008

      L 177

    1

    4.7.2008


    Τροποποιείται από:

    ►A1

    Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Κυπριακής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και των προσαρμογών των Συνθηκών επί των οποίων βασίζεται η Ευρωπαϊκή Ένωση

      L 236

    33

    23.9.2003




    ▼B

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1408/71 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 14ης Ιουνίου 1971

    περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (8) (9) (10) (11)

    (Κωδικοποιημένη έκδοση —ΕΕ αριθ. L 28 της 30.1.1997, σ. 1 ( 2 ))



    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 51 και 235,

    την πρόταση της Επιτροπής

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

    τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

    Εκτιμώντας:

    ότι οι κανόνες συντονισμού των εθνικών νομοθεσιών περί κοινωνικής ασφάλισης εντάσσονται στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων και οφείλουν να συμβάλλουν στη βελτίωση του επιπέδου ζωής τους και των συνθηκών απασχόλησής τους·

    ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, που αποτελεί μια από τις θεμελιώδεις αρχές της Κοινότητας, δεν περιορίζεται μόνο στους μισθωτούς στα πλαίσια της ελεύθερης κυκλοφορίας αλλά αφορά και τους μη μισθωτούς, στα πλαίσια του δικαιώματος εγκατάστασης και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών·

    ότι εξαιτίας των σημαντικών διαφορών που υφίστανται μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών ως προς το προσωπικό πεδίο εφαρμογής τους, είναι προτιμότερο να τεθεί η αρχή, βάσει της οποίας ο κανονισμός ισχύει για όλα τα πρόσωπα που είναι ασφαλισμένα στο πλαίσιο των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης που δημιουργήθηκαν υπέρ των μισθωτών και μη μισθωτών ή λόγω άσκησης έμμισθης ή μη δραστηριότητας·

    ότι πρέπει να τηρούνται τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εθνικών νομοθεσιών κοινωνικής ασφάλισης και να εκπονηθεί μόνον ένα σύστημα συντονισμού·

    ότι πρέπει, στα πλαίσια αυτού του συντονισμού, να υπάρξει εγγύηση, στο εσωτερικό της Κοινότητας, για ίση μεταχείριση των εργαζομένων που είναι πολίτες κρατών μελών καθώς και των προσώπων που έλκουν απ' αυτούς δικαιώματα και των επιζώντων αυτών έναντι διαφόρων εθνικών νομοθεσιών·

    ότι οι κανόνες συντονισμού πρέπει να εξασφαλίζουν στους εργαζομένους, οι οποίοι διακινούνται στο εσωτερικό της Κοινότητας, καθώς και στους εξ αυτών δικαιούχους τα κεκτημένα και κτώμενα δικαιώματα και πλεονεκτήματα·

    ότι οι στόχοι αυτοί πρέπει να επιτευχθούν, ιδίως με το συνυπολογισμό όλων των περιόδων που λαμβάνονται υπόψη από τις διάφορες εθνικές νομοθεσίες για τη γένεση και τη διατήρηση του δικαιώματος παροχών, καθώς επίσης και για τον υπολογισμό του ύψους αυτών, αλλά και με την καταβολή των παροχών στις διάφορες κατηγορίες προσώπων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας τους εντός της Κοινότητας·

    ότι πρέπει οι μισθωτοί και μη μισθωτοί εργαζόμενοι οι οποίοι διακινούνται στο εσωτερικό της Κοινότητας να υπάγονται στο καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης ενός μόνον κράτους μέλους, έτσι ώστε να αποφεύγονται οι σωρεύσεις εφαρμοστέων εθνικών νομοθεσιών και οι επιπλοκές που μπορεί να προκύψουν από αυτές·

    ότι οι περιπτώσεις που άτομο υπάγεται ταυτόχρονα στη νομοθεσία δύο κρατών μελών, κατ' εξαίρεση του γενικού κανόνα, πρέπει να είναι όσο το δυνατό περιορισμένες και σε αριθμό και σε έκταση·

    ότι για να διασφαλιστεί καλύτερα η ισότητα μεταχείρισης όλων των εργαζομένων που απασχολούνται στο έδαφος ενός κράτους μέλους, πρέπει να καθορίζεται ως εφαρμοστέα νομοθεσία, κατά γενικό κανόνα, η νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ο ενδιαφερόμενος ασκεί την έμμισθη ή μη δραστηριότητά του·

    ότι πρέπει να γίνεται απόκλιση από το γενικό κανόνα σε ειδικές περιπτώσεις που αιτιολογούν άλλο κριτήριο σύνδεσης·

    ότι ορισμένες παροχές που προβλέπονται από τις εθνικές νομοθεσίες ενδέχεται να εμπίπτουν συγχρόνως τόσο στην κοινωνική ασφάλιση όσο και στην κοινωνική πρόνοια, λόγω της κατηγορίας των ατόμων στα οποία αναφέρονται, των στόχων και του τρόπου εφαρμογής τους και ότι πρέπει να συμπεριληφθεί στον κανονισμό αυτό ένα σύστημα συντονισμού το οποίο θα λαμβάνει υπόψη του τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εν λόγω παροχών, ώστε να προστατεύονται τα συμφέροντα των διακινούμενων εργαζομένων σύμφωνα με τις διατάξεις της συνθήκης·

    ότι οι παροχές αυτές θα πρέπει να χορηγούνται, όσον αφορά τα άτομα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, μόνο σύμφωνα με τη νομοθεσία της χώρας στην οποία κατοικεί το ενδιαφερόμενο άτομο ή τα μέλη της οικογένειάς του, με συνυπολογισμό, εφόσον είναι απαραίτητο, των περιόδων διαμονής σε οποιοδήποτε άλλο κράτος μέλος και χωρίς διακρίσεις λόγω ιθαγένειας·

    ότι πρέπει να προβλέπονται ειδικοί κανόνες, κυρίως όσον αφορά την ασθένεια και την ανεργία, για τους διαμεθοριακούς και εποχιακούς εργαζομένους, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαιτερότητας της κατάστασής τους·

    ότι όσον αφορά τις παροχές ασθενέιας και μητρότητας, πρέπει να εξασφαλίζεται προστασία για τη ρύθμιση της κατάστασης των ατόμων που κατοικούν ή διαμένουν σε κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος·

    ότι η ειδική κατάσταση των αιτούντων ή των δικαιούχων συντάξεων ή προσόδων και των μελών των οικογενειών τους απαιτεί διατάξεις όσον αφορά την ασφάλιση ασθένειας προσαρμοσμένες σ' αυτή την κατάσταση·

    ότι πρέπει, όσον αφορά τις παροχές αναπηρίας, να εκπονηθεί σύστημα συντονισμού το οποίο να σέβεται τις ιδιαιτερότητες των εθνικών νομοθεσιών· ότι είναι επομένως απαραίτητο να γίνεται διάκριση μεταξύ, αφενός, των νομοθεσιών σύμφωνα με τις οποίες το ποσό των παροχών αναπηρίας είναι ανεξάρτητο από τη διάρκεια των περιόδων ασφάλισης και, αφετέρου, των νομοθεσιών σύμφωνα με τις οποίες αυτό το ποσό εξαρτάται από την εν λόγω διάρκεια·

    ότι οι διαφορές μεταξύ των καθεστώτων των κρατών μελών απαιτούν την κατάρτιση κανόνων συντονισμού εφαρμοστέων σε περίπτωση επιδείνωσης μιας αναπηρίας·

    ότι πρέπει να εκπονηθεί σύστημα ρευστοποίησης των παροχών γήρατος και επιζώντος, εφόσον ο μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος υπαγόταν στη νομοθεσία ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών·

    ότι συντρέχει λόγος να προβλεφθεί ένα ποσό σύνταξης που θα υπολογίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο συνυπολογισμού και αναλογικού επιμερισμού και θα διασφαλίζεται από το κοινοτικό δίκαιο, όταν η εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των ρητρών της μείωσης, αναστολής ή κατάργησης, αποδεικνύεται δυσμενέστερη από αυτή τη μέθοδο·

    ότι, για να προστατεύονται οι διακινούμενοι εργαζόμενοι και οι επιζώντες τους κατά την υπερβολικά αυστηρή εφαρμογή των εθνικών ρητρών μείωσης, αναστολής ή κατάργησης, είναι απαραίτητη η προσθήκη διατάξεων οι οποίες θα θέτουν αυστηρούς όρους για την εφαρμογή αυτών των ρητρών·

    ότι, όσον αφορά τις παροχές λόγω εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών, πρέπει, για να εξασφαλιστεί κατάλληλη προστασία, να ρυθμιστεί με κανονισμό η κατάσταση των ατόμων που κατοικούν ή διαμένουν σε κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος·

    ότι πρέπει να προβλεφθούν ειδικές διατάξεις για τα επιδόματα λόγω θανάτου·

    ότι, για να καταστεί δυνατή η κινητικότητα του εργατικού δυναμικού υπό καλύτερους όρους, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί στο εξής πληρέστερος συντονισμός μεταξύ των συστημάτων ασφάλισης και πρόνοιας των ανέργων όλων των κρατών μελών·

    ότι, υπό το πνεύμα αυτό, προς διευκόλυνση της αναζήτησης εργασίας στα διάφορα κράτη μέλη, ενδείκνυται να χορηγούνται για περιορισμένο χρονικό διάστημα στον εργαζόμενο που έχει μείνει χωρίς εργασία οι παροχές ανεργίας που προβλέπονται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους, στην οποία υπάγονται τελευταία·

    ότι, για τον καθορισμό της νομοθεσίας της εφαρμοστέας στις οικογενειακές παροχές, το κριτήριο της απασχόλησης εξασφαλίζει την ίση μεταχείριση όλων των εργαζομένων που υπόκεινται στην ίδια νομοθεσία·

    ότι για να αποφεύγονται αδικαιολόγητες σωρεύσεις παροχών, πρέπει να προβλεφθούν κανόνες προτεραιότητας σε περίπτωση σώρευσης δικαιωμάτων για οικογενειακές παροχές δυνάμει της νομοθεσίας του αρμόδιου κράτους και δυνάμει της νομοθεσίας της χώρας κατοικίας των μελών της οικογένειας·

    ότι λόγω της ειδικής και διαφοροποιημένης φύσης τους στις νομοθεσίες των κρατών μελών, πρέπει να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες για το συντονισμό των εθνικών καθεστώτων που προβλέπουν παροχές για παιδιά που συντηρούνται από δικαιούχους συντάξεων ή προσόδων και για ορφανά·

    ότι είναι απαραίτητο να συσταθεί διοικητική επιτροπή αποτελούμενη από ένα κυβερνητικό εκπρόσωπο κάθε κράτους μέλους, επιφορτισμένη, κυρίως, να ασχολείται με κάθε θέμα διοικητικό ή ερμηνείας που απορρέει από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και να προωθεί τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών·

    ότι είναι επιθυμητό να επιτραπεί, στο πλαίσιο μιας συμβουλευτικής επιτροπής, η συμμετοχή των εκπροσώπων των εργαζομένων και των εργοδοτών στην εξέταση των προβλημάτων τα οποία θα χειρίζεται η διοικητική επιτροπή·

    ότι είναι απαραίτητο να προβλεφθούν ιδιαίτερες διατάξεις που να ανταποκρίνονται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των εθνικών νομοθεσιών για τη διευκόλυνση της εφαρμογής των κανόνων συντονισμού,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:



    ΤΙΤΛΟΣ Ι

    ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 1 (10) (15)

    Ορισμοί

    Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού:

    α) ως «μισθωστός» και «μη μισθωτός» νοείται, αντίστοιχα, κάθε πρόσωπο:

    ▼M3

    i) το οποίο είναι ασφαλισμένο δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που καλύπτονται από τους κλάδους συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως που εφαρμόζεται στους μισθωτούς ή μη μισθωτούς ή από ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους,

    ▼B

    ii) το οποίο είναι ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους στους οποίους εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως που καλύπτει όλους τους κατοίκους ή το σύνολο του ενεργού πληθυσμού:

     όταν οι τρόποι διαχειρίσεως ή χρηματοδοτήσεως του συστήματος αυτού επιτρέπουν το χαρακτηρισμό του ως μισθωτού ή μη μισθωτού ή

     ελλείψει τέτοιων κριτηρίων, όταν το πρόσωπο είναι ασφαλισμένο δυνάμει υποχρεωτικής ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως κατά άλλου κινδύνου καθοριζόμενου στο παράρτημα Ι, στο πλαίσιο συστήματος δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών ή μη μισθωτών ή ενός συστήματος αναφερόμενου στο σημείο ιιι) ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, όταν το πρόσωπο αυτό ανταποκρίνεται στον ορισμό του παραρτήματος Ι·

    iii) το οποίο είναι ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους στους οποίους εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο ενός συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως οργανωμένου κατά τρόπο ενιαίο υπέρ του συνόλου του αγροτικού πληθυσμού, σύμφωνα με τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα Ι·

    iv) το οποίο είναι ασφαλισμένο προαιρετικά κατά ενός ή περισσοτέρων κινδύνων που αντιστοιχούν στους κλάδους στους οποίους εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, στο πλαίσιο συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως κράτους μέλους δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών ή μη μισθωτών ή όλων των κατοίκων ή ορισμένων κατηγοριών κατοίκων:

     αν τούτο ασκεί μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα ή

     αν τούτο είχε προηγουμένως ασφαλισθεί υποχρεωτικά κατά του ίδιου κινδύνου, στο πλαίσιο συστήματος δημιουργηθέντος προς όφελος των μισθωτών ή μη μισθωτών του ίδιου κράτους μέλους·

    β) ως «μεθοριακός εργαζόμενος» νοείται κάθε εργαζόμενος, μισθωτός ή μη, ο οποίος ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στο έδαφος ενός κράτους μέλους και κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους όπου επιστρέφει, καταρχήν, κάθε ημέρα ή τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα· πάντως ο μεθοριακός εργαζόμενος, που αποσπάται από την επιχείρηση στην οποία κανονικά υπάγεται ή που παρέχει υπηρεσίες στο έδφος του ίδιου κράτους μέλους ή άλλου κράτους μέλους, διατηρεί την ιδιότητα του μεθοριακού εργαζομένου επί χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες, ακόμη και άν, κατά τη διάρκεια του χρονικού αυτού διαστήματος, δεν δύναται να επιστρέφει κάθε ημέρα ή τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα στον τόπο της κατοικίας του·

    γ) ως «εποχιακά εργαζόμενος» νοείται κάθε μισθωτός ο οποίος μεταβαίνει στο έδαφος κράτους μέλους άλλου απ' εκείνο όπου κατοικεί, για να εκτελέσει, για λογαριασμό επιχειρήσεως ή εργοδότη του κράτους αυτού, εργασία εποχιακού χαρακτήρα, η διάρκεια της οποίας δεν δύναται σε καμία περίπτωση να υπερβαίνει τους οκτώ μήνες, εφόσον διαμένει προσωρινά στο έδαφος του κράτους αυτού κατά τη διάρκεια της εργασίας του· ως εργασία εποχιακού χαρακτήρα πρέπει να νοείται η εργασία που εξαρτάται από την διαδοχή των εποχών και επαναλαμβανεται αυτόματα κάθε έτος·

    ▼M4

    γα) Ως «σπουδαστής» νοείται κάθε πρόσωπο που δεν είναι μισθωτός ή αυτοαπασχολούμενος ή μέλος της οικογένειάς του ή επιζών υπό την έννοια του παρόντος κανονισμού, το οποίο σπουδάζει ή παρακολουθεί μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης που οδηγούν σε τίτλο ο οποίος αναγνωρίζεται επίσημα από τις αρχές κράτους μέλους και είναι ασφαλισμένο στο πλαίσιο γενικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως ή ειδικού συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως που ισχύει για τους σπουδαστές·

    ▼B

    δ) ο όρος «πρόσφυγας» έχει την έννοια η οποία του αποδίδεται στο άρθρο 1 της συμβάσεως περί της νομικής καταστάσεως των απάτριδων που υπεγράφη στη Γενεύη στις 28 Ιουλίου 1951·

    ε) ο όρος «άπατρις» έχει την έννοια η οποία του αποδίδεται στο άρθρο 1 της συμβάσεως περί της νομικής καταστάσεως των απάτριδων που υπεγράφη στη Νέα Υόρκη στις 28 Σεπτεμβρίου 1954·

    στ) 

    ι) ως «μέλος της οικογένειας» νοείται κάθε πρόσωπο που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως μέλος της οικογένειας ή που ορίζεται ως μέλος του νοικοκυριού από τη νομοθεσία, δυνάμει της οποίας καταβάλλονται οι παροχές ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται από το άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχείο α) και το άρθρο 31, από τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί· πάντως, αν οι νομοθεσίες αυτές θεωρούν ως μέλος της οικογένειας ή του νοικοκυριού μόνο το πρόσωπο που ζει υπό τη στέγη του ►M4  μισθωτού ή μη μισθωτού ή σπουδαστού, ◄ ο όρος αυτός θεωρείται ότι πληρούται όταν η συντήρηση του εν λόγω προσώπου, βαρύνει κυρίως τον εργαζόμενο μισθωτό ή μη. ►M1  Αν η νομοθεσία ενός κράτους μέλους δεν επιτρέπει τη διάκριση των μελών της οικογένειας από τα άλλα πρόσωπα στα οποία εφαρμόζεται ◄ , ►M1   ο όρος «μέλος της οικογένειας» έχει την έννοια που του αποδίδεται στο παράρτημα Ι ◄ ·

    ii) πάντως, αν πρόκειται για παροχές υπέρ μειονεκτούντων ατόμων χορηγούμενες σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους σε όλους τους υπηκόους του οι οποίοι πληρούν τους απαιτούμενους όρους, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται τουλάχιστον ο σύζυγος, τα ανήλικα τέκνα και τα ενήλικα συντηρούμενα τέκνα του ►M4  μισθωτού ή μη μισθωτού ή σπουδαστού ◄ εργαζόμενου·

    ζ) ως «επιζών» νοείται κάθε πρόσωπο που ορίζεται ή αναγνωρίζεται ως επιζών από την νομοθεσία, δυνάμει της οποίας χορηγούνται οι παροχές· πάντως, αν η νομοθεσία αυτή θεωρεί ως επιζών μόνο το πρόσωπο το οποίο ζούσε υπό τη στέγη του αποθανόντος, ο όρος αυτός θεωρείται ότι εκπληρούται όταν η συντήρηση του εν λόγω προσώπου εβάρυνε κυρίως τον αποθανόντα·

    η) ως «κατοικία» νοείται η συνήθης διαμονή·

    θ) ως «διαμονή» νοείται η προσωρινή διαμονή·

    ι) ο όρος «νομοθεσία» προσδιορίζει, για κάθε κράτος μέλος, τους υφιστάμενους ή μελλοντικούς νόμους, τις κανονιστικές πράξεις, κανονισμούς και κάθε άλλο μέτρο εφαρμογής, που αφορούν τους κλάδους και τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2 ή τις ειδικές παροχές χωρίς συνεισφορά που προβλέπονται στην παράγραφο 2α του άρθρου 4.

    Ο όρος αυτος αποκλείει τις υπάρχουσες ή μελλοντικές συμβατικές διατάξεις, ανεξαρτήτως του αν αυτές απετέλεσαν αντικείμενο αποφάσεων των δημόσιων αρχών που τις καθιστούν υποχρεωτικές ή που επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής τους. Όσον αφορά πάντως τις συμβατικές διατάξεις:

    i) που χρησιμεύουν για την συμπλήρωση υποχρεώσεως ασφαλίσεως που απορρέει από τους νόμους ή τους κανονισμούς οι οποίοι αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο ή

    ii) που δημιουργούν σύστημα, η διαχείρηση του οποίου εξασφαλίζεται από τον ίδιο φορέα που διαχειρίζεται τα συστήματα που εθεσπίσθηκαν από τους αναφερόμενους στο προηγούμενο εδάφιο νόμους ή κανονισμούς,

    ο περιορισμός αυτός δύναται να αρθεί οποτεδήποτε με δήλωση του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, που αναφέρει τα συστήματα επί των οποίων εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός. Η δήλωση αυτή κοινοποιείται και δημοσιεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 97.

    Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν δύνανται να έχουν ως συνέπεια την εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής του παρόντας κανονισμού συστημάτων, επί των οποίων είχε εφαρμογή ο κανονισμός αριθ. 3.

    Ο όρος «νομοθεσία» αποκλείει, επίσης, τις διατάξεις που διέπουν ειδικά συστήματα για μη μισθωτούς των οποίων η δημιουργία εναπόκειται στην πρωτοβουλία των ενδιαφερομένων ή τα οποία εφαρμόζονται μόνο σε ένα τμήμα του εδάφους του εν λόγω κράτους μέλους, ανεξάρτητα από το αν ή όχι οι αρχές αποφάσισαν να τις καταστήσουν υποχρεωτικές ή να επεκτείνουν το πεδίο εφαρμογής τους. Τα εν λόγω ειδικά συστήματα αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ·

    ▼M3

    ια) ως «ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους» νοείται κάθε σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως το οποίο διαφέρει από το γενικό σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως που εφαρμόζεται στους μισθωτούς των οικείων κρατών μελών και στο οποίο υπάγονται άμεσα όλες, ή ορισμένες, κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων ή των εξομοιουμένων προς αυτούς,

    ▼B

    ια) ως «σύμβαση κοινωνικής ασφαλίσεως» νοείται κάθε διμερής ή πολυμερής πράξη που δεσμεύει ή θα δεσμεύσει αποκλειστικά δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, ως και κάθε πολυμερής πράξη που δεσμεύει ή θα δεσμεύσει δύο τουλάχιστον κράτη μέλη και ένα ή περισσότερα άλλα κράτη στον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως, για το σύνολο ή μέρος των κλάδων και συστημάτων που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, καθώς και τις συμφωνίες, οποιασδήποτε φύσεως, που συνήφθησαν στο πλαίσιο των πράξεων αυτών·

    ιβ) ως «αρμόδια αρχή» νοείται, για κάθε κράτος μέλος, ο υπουργός, οι υπουργοί ή άλλη αντίστοιχη αρχή, αρμόδια για τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως στο σύνολο ή σε οποιοδήποτε τμήμα της επικράτειας του κράτους αυτού·

    ιγ) ως «διοικητική επιτροπή» νοείται η επιτροπή του άρθρου 80·

    ιδ) ως «φορέας» νοείται, για κάθε κράτος μέλος, ο οργανισμός ή η αρχή που επιφορτίζεται με την εφαρμογή του συνόλου ή μέρους της νομοθεσίας·

    ιε) ως «αρμόδιος φορέας» νοείται:

    i) ο φορέας, στον οποίο ο ενδιαφερόμενος υπάγεται κατά το χρόνο της αιτήσεως παροχών

    ή

    ii) ο φορέας από τον οποίο ο ενδιαφερόμενος δικαιούται παροχές ή θα δικαιούτο παροχές, αν ο ίδιος ή αν το ή τα μέλη της οικογένειάς του κατοικούσαν στο έδαφος του κράτους μέλους, στο οποίο ευρίσκετο ο φορέας αυτός

    ή

    iii) ο φορέας που ορίζεται από την αρμόδια αρχή του ενδιαφερομένου κράτους μέλους

    ή

    iv) αν πρόκειται περί συστήματος σχετικού με τις υποχρεώσεις του εργοδότη για τις παροχές που προβλέπονται από το άρθρο 4 παράγραφος 1, είτε ο εγροδότης είτε ο ασφαλιστής που τον υποκαθιστά, είτε ελλείψει αυτών, ο οργανισμός ή η αρχή που ορίζεται από την αρμόδια αρχή του ενδιαφερομένου κράτους μέλους·

    ιστ) ως «φορέας του τόπου κατοικίας» και «φορέας του τόπου διαμονής» νοούνται, αντίστοιχα, ο φορέας που έχει επιφορτισθεί με την καταβολή των παροχών στον τόπο όπου κατοικεί ο ενδιαφερόμενος και ο φορέας που έχει επιφορτισθεί με την καταβολή των παροχών στον τόπο όπου διαμένει ο ενδιαφερόμενος, σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός, ή, ελλείψει τέτοιου φορέα, ο φορέας που ορίζεται από την αρμόδια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους·

    ιζ) ως «αρμόδιο κράτος» νοείται το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται ο αρμόδιος φορέας·

    ιη) ως «περίοδοι ασφαλίσεως» νοούνται οι περίοδοι εισφορών, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας που καθορίζονται ή αναγνωρίζονται ως περίοδοι ασφαλίσεως από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθησαν ή θεωρούνται ότι πραγματοποιήθησαν, καθώς και κάθε εξομοιούμενη προς αυτές περίοδος, κατά το μέτρο που αναγνωρίζεται από την νομοθεσία αυτή ως ισοδύναμη προς περίοδο ασφαλίσεως· ►M3  περίοδοι που έχουν συμπληρωθεί δυνάμει ειδικού συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους, νοούνται επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως· ◄

    ιθ) ως «περίοδοι απασχολήσεως» ή «περίοδοι μη μισθωτής δραστηριότητας» νοούνται οι περίοδοι που καθορίζονται ή αναγνωρίζονται ως τέτοιες από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθηκαν, ως και κάθε εξομοιούμενη πρός αυτές περίοδος, κατά το μέτρο που αναγνωρίζονται από τη νομοθεσία αυτή ως ισοδύναμες προς τις περιόδους απασχολήσεως ή προς τις περιόδους μη μισθωτής δραστηριότητας· ►M3  περίοδοι που έχουν συμπληρωθεί δυνάμει ειδικού συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους, νοούνται επίσης ως περίοδοι απασχολήσεως· ◄

    ιθα) ο όρος «περίοδοι διαμονής» προσδιορίζει τις περιόδους που καθορίζονται ή αναγνωρίζονται ως τοιαύται από τη νομοθεσία υπό την οποία πραγματοποιήθησαν ή θεωρούνται ότι επαναπραγματοποιήθηκαν·

    κ) ως «παροχή» και «σύνταξη» νοείται κάθε παροχή και σύνταξη, περιλαμβανομένων και όλων των τμημάτων τους που βαρύνουν το Δημόσιο Ταμείο, οι προσαυξήσεις αναπροσαρμογής ή τα συμπληρωματικά επιδόματα υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του τίλου ΙΙΙ, επίσης οι εφάπαξ παροχές οι οποίες δύνανται να υποκαταστήσουν τις συντάξεις, καθώς και οι καταβολές που πραγματοποιούνται λόγω επιστροφής εισφορών·

    κα) 

    i) ως «οικογενειακή παροχή», νοείται κάθε παροχή σε είδος ή σε χρήμα προοριζόμενη να αντισταθμίσει τα οικογενειακά βάρη στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο η), με εξαίρεση τα ειδικά επιδόματα τοκετού ή υιοθεσίας που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ·

    ii) ως «οικογενειακό επίδομα» νοείται η περιοδική παροχή εις χρήμα που χορηγείται αποκλειστικά ανάλογα με τον αριθμό και, ενδεχομένως, την ηλικία των μελών της οικογένειας·

    κβ) ως «επίδομα θανάτου» νοείται κάθε ποσό που καταβάλλεται, εφάπαξ σε περίπτωση θανάτου, με εξαίρεση των εφάπαξ παροχών που προβλέπονται στο στοιχείο κ).

    ▼M4

    Άρθρο 2

    Καλυπτόμενα πρόσωπα

    1.  Ο παρών κανονισμός ισχύει για μισθωτούς ή μη μισθωτούς και για σπουδαστές, που υπάγονται ή υπήχθησαν στη νομοθεσία ενός ή περισσότερων από τα κράτη μέλη και είναι υπήκοοι ενός από τα κράτη μέλη ή απάτριδες ή πρόσφυγες που κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους, καθώς και για τα μέλη της οικογένειάς τους και για τους επιζώντες τους.

    2.  Ο παρών κανονισμός ισχύει για τους επιζώντες των μισθωτών ή μη μισθωτών και των σπουδαστών οι οποίοι είχαν υπαχθεί στη νομοθεσία ενός ή περισσότερων από τα κράτη μέλη, ανεξαρτήτως ιθαγενείας όταν οι επιζώντες αυτοί είναι υπήκοοι ενός από τα κράτη μέλη, ή απάτριδες, ή πρόσφυγες και κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους.

    ▼B

    Άρθρο 3

    Ισότητα μεταχειρίσεως

    1.  Τα πρόσωπα ►M8  ————— ◄ και για τα οποία ισχύουν οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού, υπόκεινται στις υποχρεώσεις και απολαύουν των δικαιωμάτων που απορρέουν από τη νομοθεσία κάθε κράτους μέλους υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους του, υπό την επιφύλαξη ειδικών διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

    2.  Οι διατάξεις της παράγραφου 1 ισχύουν ως προς το δικαίωμα εκλογής μελών των οργάνων των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως ή συμμετοχής κατά την υπόδειξή τους, αλλά δεν θίγουν τις διατάξεις της νομοθεσιάς των κρατών μελών όσον αφορά την εκλογιμότητα ή τους τρόπους υποδείξεως των ενδιαφερομένων στα όργανα αυτά.

    3.  Το πεδίο εφαρμογής των συμβάσεων κοινωνικής ασφαλίσεως, που εξακολουθούν να εφαρμόζονται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ►M8  ————— ◄ επεκτείνεται σε όλα τα πρόσωπα επί των οποίων ισχύει ο παρών κανονισμός, εκτός αν προβλέπεται άλλως στο παράρτημα ΙΙΙ.

    Άρθρο 4 (10)

    Πεδίο εφαρμογής καθ' ύλη

    1.  Ο παρών κανονισμός ισχύει για όλες τις νομοθεσίες που αφορούν τους ακόλουθους κλάδους κοινωνικής ασφαλίσεως:

    α) παροχές ασθενείας και μητρότητας·

    β) παροχές αναπηρίας, περιλαμβανομένων εκείνων που προορί- ζονται για τη διατήρηση ή βελτίωση της ικανότητας βιοπορισμού·

    γ) παροχές γήρατος·

    δ) παροχές επιζώντων·

    ε) παροχές εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθε- νειών·

    στ) επιδόματα λόγω θανάτου·

    ζ) παροχές ανεργίας·

    η) οικογενειακές παροχές.

    2.  Ο παρών κανονισμός ισχύει για τα γενικά και ειδικά συστή- ματα κοινωνικής ασφαλίσεως, με ή χωρίς συνεισφορά, καθώς και για συστήματα σχετικά με τις υποχρεώσεις του εργοδότη ή του πλοιοκτήτη εν σχέσει προς τις παροχές που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

    ▼M8

    2α.  Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στις ειδικές μη ανταποδοτικού τύπου παροχές σε χρήμα, οι οποίες προβλέπονται δυνάμει νομοθεσίας η οποία, λόγω του προσωπικού πεδίου εφαρμογής της, των στόχων ή/και των προϋποθέσεων για τη θεμελίωση δικαιώματος, έχει χαρακτηριστικά τόσο της νομοθεσίας κοινωνικής ασφάλειας η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1, όσο και της κοινωνικής πρόνοιας.

    Ως «ειδικές μη ανταποδοτικού τύπου παροχές σε χρήμα» νοούνται οι παροχές οι οποίες:

    α) προορίζονται να παρέχουν:

    i) συμπληρωματική, αναπληρωματική ή επικουρική κάλυψη έναντι των κινδύνων οι οποίοι αντιστοιχούν στους αναφερόμενους στην παράγραφο 1 κλάδους κοινωνικής ασφάλειας και να εξασφαλίζουν στους ενδιαφερομένους ένα ελάχιστο εισόδημα διαβίωσης, σε σχέση με το οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος,

    ή

    ii) μόνο ειδική προστασία στα άτομα με αναπηρίες, οι οποίες συνδέονται στενά με το κοινωνικό περιβάλλον του συγκεκριμένου προσώπου στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος,

    και

    β) στις περιπτώσεις που η χρηματοδότηση προέρχεται αποκλειστικά από την υποχρεωτική φορολογία που προορίζεται να καλύψει τις γενικές δημόσιες δαπάνες, και οι όροι για τη χορήγηση και τον υπολογισμό των παροχών δεν εξαρτώνται από τυχόν εισφορές εκ μέρους του δικαιούχου· ωστόσο, οι παροχές που χορηγούνται για να καλύψουν συμπληρωματικά ανταποδοτικού τύπου παροχή, δεν θεωρούνται ως ανταποδοτικού τύπου παροχές για αυτό και μόνο το λόγο,

    και

    γ) περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙα.

    ▼B

    2β.  Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στις διατάξεις της νομοθεσίας κράτους μέλους σχετικά με τις ειδικές παροχές χωρίς συνεισφορά, που αναφέρονται στο τμήμα ΙΙΙ του παραρτή- ματος ΙΙ, των οποίων η εφαρμογή περιορίζεται σε ένα μέρος του εδάφους του.

    3.  Οι διατάξεις του τίτλου ΙΙΙ δεν θίγουν πάντως τις διατάξεις της νομοθεσίας των κρατών μελών που αφορούν τις υποχρεώσεις του πλοιοκτήτη.

    4.  Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει για την κοινωνική και ιατρική πρόνοια, ούτε για τα συστήματα παροχών υπέρ θυμάτων του πολέμου ή των συνεπειών του ►M3  ————— ◄ .

    Άρθρο 5 (10)

    Δηλώσεις των κρατών μελών σχετικές με το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού

    Τα κράτη μέλη αναφέρουν στις δηλώσεις που κοινοποιούνται και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 97, τις νομοθεσίες και τα συστήματα που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφοι 1 και 2, τις ειδικές παροχές χωρίς συνεισφορά που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2α, τις ελάχιστες παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 50 καθώς και τις παροχές που προβλέπονται στα άρθρα 77 και 78.

    Άρθρο 6

    Συμβάσεις κοινωνικής ασφαλίσεως που αντικαθίστανται από τον παρόντα κανονισμό

    Στο πλαίσιο του προσωπικού και του καθ' ύλη πεδίου εφαρμογής του ο παρών κανονισμός αντικαθιστά, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 7, 8 και του άρθρου 46 παράγραφος 4, οποιαδήποτε σύμβαση κοινωνικής ασφαλίσεως που συνδέει:

    α) είτε αποκλειστικά δύο ή περισσότερα κράτη μέλη·

    β) είτε δύο τουλάχιστον κράτη μέλη και ένα ή περισσότερα άλλα κράτη, εφόσον πρόκειται για περιπτώσεις στη ρύθμιση των οποίων δεν καλείται να παρέμβει φορέας ενός από τα τελευταία αυτά κράτη.

    Άρθρο 7 (7)

    ιεθνείς διατάξεις που δεν θίγει ο παρών κανονισμός

    1.  Ο παρών κανονισμός δεν θίγει τις υποχρεώσεις που απορ- ρέουν:

    α) από οποιαδήποτε σύμβαση, η οποία εγκρίθηκε από τη ιεθνή Συνδιάσκεψη Εργασίας και η οποία, μετά την επικύρωση από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη τέθηκε σε ισχύ·

    β) από τις Ευρωπαϊκές Προσωρινές Συμφωνίες περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 11ης εκεμβρίου 1953 που συνήφθησαν μεταξύ των κρατών μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης.

    2.  Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 6, εξακο- λουθούν να ισχύουν:

    α) οι διατάξεις των συμφωνιών της 27ης Ιουλίου 1950 και της 30ής Νοεμβρίου 1979 όσον αφορά την κοινωνική ασφάλιση των λεμβούχων του Ρήνου·

    β) οι διατάξεις της ευρωπαϊκής συμβάσεως της 9ης Ιουλίου 1956 περί της κινωνικής ασφαλίσεως των εργαζομένων στις διεθ- νείς μεταφορές·

    ▼M8

    γ) ορισμένες διατάξεις συμβάσεων κοινωνικής ασφάλειας που έχουν συνάψει τα κράτη μέλη πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, με την προϋπόθεση ότι είναι ευνοϊκότερες για τους δικαιούχους ή απορρέουν από ειδικές ιστορικές περιστάσεις και ότι το αποτέλεσμά τους είναι χρονικά περιορισμένο, εφόσον οι εν λόγω διατάξεις είναι καταχωρισμένες στο παράρτημα ΙΙΙ.

    ▼B

    Άρθρο 8

    Σύναψη συμβάσεων μεταξύ κρατών μελών

    1.  Δύο ή περισσότερα κράτη μελη δύνανται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, να συνάψουν μεταξύ τους συμβάσεις με βάση τις αρχές και το πνεύμα του παρόντος κανονισμού.

    2.  Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 97 παράγραφος 1, κάθε σύμβαση που συνήψε με άλλο κράτος μέλος δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 1.

    Άρθρο 9

    Υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ή προαιρετική συνέχιση ασφαλίσεως

    1.  Οι διατάξεις της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους, κατά τις οποίες η υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ή στην προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως εξαρτάται από την κατοικία στο έδαφος του κράτους αυτού, δεν ισχύουν για τα πρόσωπα τα οποία κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, εφόσον είχαν υπαχθεί στη νομοθεσία του πρώτου κράτους σε οποιαδήποτε στιγμή της προηγούμενης επαγγελματικής τους σταδιοδρομίας, υπό την ιδιότητα μισθωτών ή μη μισθωτών.

    2.  Αν η νομοθεσία ενός κράτους μέλους εξαρτά την υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση ή την προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνονται υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, οι περίοδοι ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, σαν να επρόκειτο για περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθησαν υπό τη νομοθεσία του πρώτου κράτους.

    ▼M8

    Άρθρο 9α

    Παράταση της περιόδου αναφοράς

    Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά την αναγνώριση του δικαιώματος σε παροχή από τη συμπλήρωση ελάχιστης περιόδου ασφάλισης κατά τη διάρκεια καθορισμένης περιόδου πριν από την επέλευση του ασφαλιζόμενου κινδύνου (περίοδος αναφοράς) και ορίζει ότι οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων χορηγήθηκαν παροχές βάσει της νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους ή οι περίοδοι που αφιερώθηκαν στην ανατροφή παιδιών στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους παρατείνουν την εν λόγω περίοδο αναφοράς, οι δε περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων χορηγήθηκαν, βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, συντάξεις αναπηρίας ή γήρατος ή παροχές λόγω ασθένειας, ανεργίας, εργατικών ατυχημάτων ή επαγγελματικών ασθενειών και οι περίοδοι που αφιερώθηκαν στην ανατροφή παιδιών στο έδαφος άλλου κράτους μέλους παρατείνουν επίσης την εν λόγω περίοδο αναφοράς.

    ▼B

    Άρθρο 10

    Άρση της ρήτρας κατοικίας — Επίπτωση της υποχρεωτικής ασφαλίσεως στην απόδοση των εισφορών

    1.  Εκτός αν ο παρών κανονισμός προβλέπει άλλως, οι εις χρήμα παροχές αναπηρίας, γήρατος ή επιζώντων, οι συντάξεις εργατικών ατυχημάτων ή επαγγελματικής ασθένειας και τα επιδόματα θανάτου που αποκτώνται δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών δεν δύνανται να υποστούν καμία μείωση, τροποποίηση, αναστολή, κατάργηση, κατάσχεση επειδή ο δικαιούχος κατοικεί στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από εκείνο, όπου ευρίσκεται ο φορέας οφειλέτης.

    Το πρώτο εδάφιο έχει, επίσης, εφαρμογή επί παροχών εφάπαξ που χορηγούνται σε περίπτωση νέου γάμου του επιζώντος συζύγου, ο οποίος είχε δικαίωμα συντάξεως επιζώντος.

    2.  Αν η νομοθεσία ενός κράτους μέλους εξαρτά την απόδοση εισφορών από τον όρο, ότι ο ενδιαφερόμενος έπαυσε να υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση, ο όρος αυτός δεν θεωρέται ότι εκπληρούται επί όσο χρόνο ο ενδιαφερόμενος υπάγεται ►M4  ————— ◄ στην υποχρωτική ασφάλιση δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους.

    Άρθρο 10α (10)

    Ειδικές παροχές χωρίς συνεισφορά

    ▼M8

    1.  Οι διατάξεις του άρθρου 10 και του τίτλου ΙΙΙ δεν εφαρμόζονται στις ειδικές μη ανταποδοτικού τύπου παροχές σε χρήμα του άρθρου 4 παράγραφος 2α. Τα άτομα στα οποία εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός λαμβάνουν τις παροχές αυτές αποκλειστικά στο έδαφος και σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο κατοικούν, εφόσον οι παροχές αυτές περιλαμβάνονται στο παράρτημα ΙΙα. Οι παροχές αυτές βαρύνουν τον φορέα του τόπου κατοικίας από τον οποίο και καταβάλλονται.

    ▼B

    2.  Ο φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά το δικαίωμα των παροχών της παραγράφου 1 από τη συμπλήρωση περιόδων αποσχόλησης, μη μισθωτής επαγγελματικής δραστη- ριότητας ή κατοικίας, λαμβάνει υπόψη, εφόσον απαιτείται, τις περιόδους απασχόλησης, μη μισθωτής επαγγελματικής δραστη- ριότητας ή κατοικίας στο έδαφος οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, σαν να επρόκειτο για περιόδους που έχουν πραγματοποι- ηθεί στο έδαφος του πρώτου κράτους μέλους.

    3.  Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά το δικαίωμα παροχής προβλεπόμενης στην παράγραφο 1, αλλά χορηγούμενης συμπληρωματικά, από τη λήψη παροχής που εμπίπτει σε ένα από τα στοιχεία α)έως η)της παραγράφου 1 του άρθρου 4, ενώ δεν οφείλεται τέτοια παροχή δυνάμει της νομοθεσίας αυτής, οποι- αδήποτε αντίστοιχη παροχή δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους θεωρείται, για τη χορήγηση της συμπληρωμα- τικής παροχής, ως παροχή καταβαλλόμενη δυνάμει της νομοθεσίας του πρώτου κράτους μέλους.

    4.  Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά τη χορήγηση παροχών προβλεπόμενων στην παράγραφο 1, οι οποίες προορί- ζονται για μιεονεκτούντα άτομα ή αναπήρους, από τον όρο ότι η ανικανότητα ή αναπηρία πρέπει να διαγνωσθεί για πρώτη φορά στο έδαφος αυτού του κράτους μέλους, ο όρος αυτός θεωρείται ότι πληρούται όταν η διάγνωση αυτή γίνεται για πρώτη φορά στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    Άρθρο 11

    Αναπροσαρμογή των παροχών

    Οι κανόνες αναπροσαρμογής που προβλέπονται από τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους ισχύουν για παροχές που οφείλονται, αφού ληφθούν υπόψη οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού, δυνάμει της νομοθεσίας αυτής.

    Άρθρο 12 (9) (11)

    1.  παρών κανονισμός δεν δύναται να παρέχει ή να διατηρεί δικαίωμα λήψεως περισσότερων παροχών της ίδιας φύσεως που αφορούν την ίδια περίοδο υποχρεωτικής ασφαλίσεως. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει επί παροχών αναπηρίας, γήρατος, θανάτου (συντάξεις)ή επαγγελματικής ασθένειας που καταβάλλονται από τους φορείς δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41, του άρθρου 43 παράγραφοι 2 και 3, των άρθρων 46, 50 και 51 ή του άρθρου 60 παράγραφος 1 στοιχείο β).

    2.  Οι ρήτρες μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως που προβλέπονται από τη νομοθεσία κράτους μέλους σε περίπτωση σωρεύσεως μιας παροχής με άλλες παροχές κοινωνικής ασφάλισης ή με άλλα εισοδήματα πάσης φύσεως, εφαρμόζονται εις βάρος του δικαιούχου, εφόσον δεν ορίζεται άλλως στον παρόντα κανονισμό, ακόμα και αν πρόκειται περί παροχών που αποκτήθηκαν δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους ή περί εισοδημάτων που αποκτήθηκαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    3.  Οι διατάξεις περί μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως που προβλέπονται από τη νομοθεσία κράτους μέλους, σε περίπτωση κατά την οποία ο δικαιούχος παροχών αναπηρίας ή πρόωρων παροχών γήρατος ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα, εφαρμό- ζονται σε βάρος του δικαιούχου αυτού, ακόμη και αν ασκεί τη δραστηριότητά του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    4.  Η σύνταξη αναπηρίας που οφείλεται δυνάμει της ολλαν- δικής νομοθεσίας σε περίπτωση κατά την οποία ο ολλανδικός φορέας οφείλει, σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 5 ή το άρθρο 60 παράγραφος 2 στοιχείο β), να αναλάβει μέρος του βάρους παροχής επαγγελματικής ασθένειας που έχει χορηγηθεί δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, μειούνται κατά το ποσό που οφείλεται στο φορέα του άλλου κράτους μέλους που είναι επιφορτισμένος με την καταβολή της παροχής επαγ- γελματικής ασθένειας.



    ΤΙΤΛΟΣ ΙΙ

    ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΑΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ

    Άρθρο 13 (9)

    Γενικοί κανόνες

    ▼M3

    1.  Με την επιφύλαξη των άρθρων 14γ και 14στ, τα πρόσωπα για τα οποία ισχύει ο παρών κανονισμός υπόκεινται στη νομοθεσία ενός μόνου κράτους μέλους. Η νομοθεσία αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος τίτλου.

    ▼B

    2.  Με την επιφύλαξη των άρθρων 14 έως 17:

    α) το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού, ακόμη και αν κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ή αν η επιχείρηση ή ο εργοδότης που το απασχολεί έχει την έδρα της ή την κατοικία του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους·

    β) το πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού, ακόμη και αν κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους·

    γ) το πρόσωπο που ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα σε πλοίο υπό σημαία ενός κράτους μέλους υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού·

    δ) οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι προς αυτούς εξομοιούμενοι υπόκεινται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο υπάγεται η υπηρεσία που τους απασχολεί·

    ε) το πρόσωπο που καλείται ή επανακαλείται για την εκτέλεση στρατιωτικής θητείας ή πολιτικής υπηρεσίας σε ένα κράτος μέλος υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού. Αν η υπαγωγή στη νομοθεσία αυτή εξαρτάται από την πραγματο- ποίηση ασφαλιστικών περιόδων προ της κατατάξεώς του στο στρατό ή στην πολιτική υπηρεσία ή μετά την απόλυσή του από το στρατό ή την πολιτική υπηρεσία, οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν δυνάμει της νομοθεσίας κάθε άλλου κράτους μέλους θεωρούνται, κατά το αναγκαίο μέτρο, ως περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους. Ο μισθωτός ή μη μισθωτός, που καλείται ή επανακαλείται να εκτελέσει στρατιωτική θητεία ή πολιτική υπηρεσία, διατηρεί την ιδιότητα του μισθωτού ή μη μισθωτού·

    στ) το άτομο στο οποίο η νομοθεσία κράτους μέλους παύει να έχει εφαρμογή, χωρίς η νομοθεσία άλλου κράτους μέλους να καταστεί εφαρμοστέα κι αυτό σύμφωνα με έναν από τους κανόνες που αναφέρονται στα προηγούμενα στοιχεία ή με μια από τις εξαιρέσεις ή ειδικούς κανόνες που αναφέρονται στα άρθρα 14 έως 17, υπόκειται στη νομοθεσία κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, σύμφωνα με τις διατάξεις αυτής και μόνο της νομοθεσίας.

    Άρθρο 14

    Ειδικοί κανόνες που ισχύουν για τα πρόσωπα που ασκούν μισθωτή δραστηριότητα εκτός από τους ναυτικούς

    Ο κανόνας του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοικείο α) ισχύει, με την επιφύλαξη των ακόλουθων εξαιρέσεων και ειδικών περιπτώσεων:

    1. 

    α) το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος ενός κράτους μέλους σε επιχείρηση, στην οποία κανονικά υπάγεται και η οποία τον αποσπά στο έδαφος άλλου κράτους μέλους προς εκτέλεση εργασίας για λογαριασμό της, εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους, υπό τον όρο ότι η προβλεπόμενη διάρκεια της εργασίας αυτής δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες και ότι δεν αποστέλλεται σε αντικατάσταση άλλου προσώπου του οποίου έληξε η περίοδος αποσπάσεως·

    β) αν η διάρκεια της προς εκτέλεση εργασίας παρατείνεται λόγω απρόβλεπτων συνθηκών πέραν της διάρκειας που προβλέφθηκε αρχικά και υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, εξακολουθεί να ισχύει η νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους μέχρι τέλους της εργασίας αυτής, υπό τον όρο ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου είναι αποσπασμένος ο ενδιαφερόμενος, ή ο οργανισμός που ορίζεται από την αρχή αυτή, θα έχει παράσχει τη συναίνεσή του· η συναίνεση αυτή πρέπει να ζητηθεί πριν λήξει η αρχική περίοδος των δώδεκα μηνών. Η συναίνεση αυτή πάντως δεν δύναται να δοθεί για περίοδο υπερβαίνουσα τους δώδεκα μήνες·

    2. Το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσότερων κρατών μελών υπόκειται στη νομοθεσία η οποία προσδιορίζεται ως εξής:

    α) το πρόσωπο που είναι μέλος του προσωπικού που ταξιδεύει διά ξηράς, θαλάσσης ή αέρος, μιας επιχειρήσεως η οποία διενεργεί, για λογαρισμό δικό της ή τρίτων διεθνείς σιδηροδρομικές, οδικές, αεροπορικές ή πλωτές μεταφορές επιβατών ή εμπορευμάτων, έχει δε την έδρα στο έδαφος κράτους μέλους, υπόκειται στη νομοθεσία του τελευταίου αυτού κράτους. Πάντως:

    i) το πρόσωπο που απασχολείται σε υποκαταστήματα ή μόνιμη αντιπροσωπεία που διατηρεί η επιχείρηση αυτή στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο οποίο έχει την έδρα της, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ευρίσκεται το υποκατάστημα αυτό ή η μόνιμη αντιπροσωπεία·

    ii) το πρόσωπο, που απασχολείται κυρίως στο έδαφος του κράτους μέλους όπου κατοικεί, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους αυτού, ακόμη και αν η επιχείρηση η οποία τον απασχολεί δεν έχει ούτε έδρα, ούτε υποκατάστημα, ούτε μόνιμη αντιπροσωπεία στο έδαφος αυτό·

    β) το πρόσωπο, πλην του αναφερομένου στο στοιχείο α), υπόκειται:

    i) στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, αν ασκεί μέρος της δραστηριότητάς του στο έδαφος αυτό ή αν απασχολείται για λογαριασμό περισσότερων επιχειρήσεων ή περισσότερων εργοδοτών που έχουν την έδρα ή κατοικία τους στο έδαφος διαφόρων κρατων μελών·

    ii) στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου, η επιχείρηση ή ο εργοδότης που τον απασχολεί έχει την έδρα της ή την κατοικία του, αν δεν κατοικεί στο έδαφος ενός από τα κράτη μέλη στα οποία ασκεί τη δραστηριότητά του·

    3. Το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος κράτους μέλους σε επιχείρηση η οποία έχει την έδρα της στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, και η οποία διασχίζεται από τα κοινά σύνορα των κρατών αυτών, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου η επιχείρηση αυτή έχει την έδρα της.

    Άρθρο 14α

    Ειδικοί κανόνες που ισχύουν για πρόσωπα που ασκούν μη μισθωτή δραστηριότητα εκτός από τους ναυτικούς

    Ο κανόνας του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοιχείο β) ισχύει με την επιφύλαξη των ακόλουθων εξαιρέσεων και ειδικών περιπτώσεων:

    1. 

    α) το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος ενός κράτους μέλους, και που πραγματοποιεί μια εργασία στο έδαφος ενός άλλου κράτους μέλους, εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους, υπό τον όρο ότι η προβλεπόμενη διάρκεια της εργασίας αυτής δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες·

    β) αν η διάρκεια της προς εκτέλεση εργασίας παρατείνεται λόγω απρόβλεπτων συνθηκών πέραν της διάρκειας που είχε προβλεφθεί αρχικά, και υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, εξακολουθεί να ισχύει η νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους μέχρι τέλους της εργασίας αυτής, υπό τον όρο ότι η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ο ενδιαφερόμενος μετέβη για να πραγματοποιήσει την εν λόγω εργασία ή ο οργανισμός που ορίζεται από την αρχή αυτή θα έχει παράσχει τη συναίνεσή του· η συναίνεση αυτή πρέπει να ζητηθεί πριν να λήξει η αρχική περίοδος των δώδεκα μηνών. Η συναίνεση αυτή πάντως δεν δύναται να δοθεί για περίοδο που υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες·

    2. το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσότερων κρατών μελών υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, αν ασκεί μέρος της δραστηριότητάς του στο έδαφος αυτού του κράτους μέλους. Αν δεν ασκεί δραστηριότητα στο έδαφος του κράτους μέλους όπου κατοικεί, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στου οποίου το έδαφος ασκεί την κύρια δραστηριότητα του. Τα κριτήρια που προσδιορίζουν την κύρια δραστηριότητα ορίζονται στον κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 98·

    3. το πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα σε επιχείρηση η οποία έχει την έδρα της στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, και η οποία διασχίζεται από τα κοινά σύνορα δύο κρατών μελών, υπόκειται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου η επιχείρηση αυτή έχει την έδρα της.

    4. αν η νομοθεσία στην οποία ένα πρόσωπο θα έπρεπε να υπαχθεί, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 3 δεν του επιτρέπει να συμμετέχει, έστω και εθελοντικά, σε σύστημα ασφαλίσεως γήρατος, ο ενδιαφερόμενος υπάγεται στη νομοθεσία του αλλου κράτους μέλους η οποία θα μπορούσε να εφαρμοσθεί στην περίπτωσή του, ανεξάρτητα από αυτές τις διατάξεις ή, στην περίπτωση που θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν οι νομοθεσίες δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, στη νομοθεσία που καθορίζεται με κοινή συμφωνία μεταξύ αυτών των κρατών μελών ή των αρμοδίων αρχών τους.

    Άρθρο 14β

    Ειδικοί κανόνες για τους ναυτικούς

    Ο κανόνας του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοιχείο γ) ισχύει, με την επιφύλαξη των ακόλουθων εξαιρέσεων και ειδικών περιπτώσεων:

    1. το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα σε επιχείρηση από την οποία κανονικά εξαρτάται, είτε στο έδαφος κράτους μέλους είτε σε πλοίο υπό σημαία κράτους μέλους, και η οποία τον αποσπά, προς εκτέλεση εργασίας για λογαριασμό της, σε πλοίο υπό σημαία άλλου κράτους μέλους, εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 14 σημείο 1·

    2. το πρόσωπο που ασκεί κανονικά μη μισθωτή δραστηριότητα είτε στο έδαφος κράτους μέλους είτε σε πλοίο υπό σημαία κράτους μέλους, και που εκτελεί εργασία για λογαριασμό του σε πλοίο υπό σημαία άλλου κράτους μέλους, εξακολουθεί να υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 14α σημείο 1·

    3. το πρόσωπο το οποίο, ενώ δεν ασκεί συνήθως την επαγγελματική του δραστηριότητα στη θάλασσα, εκτελεί εργασία στα χωρικά ύδατα ή σε λιμάνι κράτους μέλους, σε πλοίο υπό σημαία άλλου κράτους μέλους που ευρίσκεται σε αυτά τα χωρικά ύδατα ή σε αυτό το λιμάνι, χωρίς να ανήκει στο πλήρωμα του πλοίου αυτού, υπόκειται στη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους·

    4. το πρόσωπο που ασκεί μισθωτή δραστηριότητα σε πλοίο υπό σημαία κράτους μέλους, και αμείβεται για τη δραστηριότητα αυτή από επιχείρηση ή πρόσωπο που εδρεύει ή κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, υπόκειται στη νομοθεσία του τελευταίου αυτού κράτους αν κατοικεί στο έδαφος του· η επιχείρηση ή το πρόσωπο που καταβάλλει την αμοιβή θεωρείται ως εργοδότης για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής.

    Άρθρο 14γ (5)

    Ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται στα πρόσωπα που ασκούν ταυτόχρονα μισθωτή και μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος διαφορετικών κρατών μελών

    Το πρόσωπο που ασκεί ταυτόχρονα μισθωτή και μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος διαφορετικών κρατών μελών, υπόκειται:

    α) με την επιφύλαξη του στοιχείου β), στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ασκεί μισθωτή δραστηριότητα ή, αν ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, στη νομοθεσία η οποία καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 σημεία 2 ή 3·

    β) στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο παράρτημα VΙΙ:

     στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ασκεί μισθωτή δραστηριότητα, η οποία νομοθεσία καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14 σημεία 2 ή 3, αν ασκεί μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσοτέρων κρατών μέλων

     και

     στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα, η οποία νομοθεσία καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 14α σημεία 2, 3 και 4, αν ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών.

    Άρθρο 14δ (5)

    ιάφορες διατάξεις

    ▼M3

    1.  Το πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 14 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 14α παράγραφοι 2, 3 και 4, στο άρθρο 14γ στοι- χείο α) και στο άρθρο 14ε θεωρείται, για τους σκοπούς εφαρμογής της νομοθεσίας που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, ότι άσκησε το σύνολο της επαγγελματικής του δραστηριότητας ή των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

    ▼B

    2.  Το πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 14γ στοιχείο β) θεωρείται, για τον καθορισμό του ποσοστού των εισφορών που επιβαρύνουν τους μη μισθωτούς εργαζόμενους βάσει της νομοθε- σίας του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα, ότι άσκησε τη μισθωτή του δραστη- ριότητα στο έδαφος αυτού του κράτους μέλους.

    3.  Οι διατάξεις της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους, που προβλέπουν ότι ο δικαιούχος συντάξεως που ασκεί επαγγελμα- τική δραστηριότητα δεν υπάγεται σε υποχρεωτική ασφάλιση λόγω της δραστηριότητας αυτής, ισχύουν επίσης για τον δικαιούχο συντάξεως η οποία εκτήθη δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος ζητήσει ρητώς να υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση, απευθυνόμενος στο φορέα που ορίζεται από την αρμόδια αρχή του πρώτου κράτους μέλους και αναγράφεται στο παράρτημα 10 του κανονι- σμού που αναφέρεται στο άρθρο 98.

    ▼M3

    Άρθρο 14ε

    Ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται σε ασφαλισμένους σε ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους που είναι παράλληλα μισθωτοί ή/και μη μισθωτοί στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών

    Ο απασχολούμενος ως δημόσιος υπάλληλος ή ο εξομοιούμενος προς αυτόν ο οποίος είναι ασφαλισμένος σε ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους σε ένα κράτος μέλος, και ο οποίος είναι ταυτόχρονα μισθωτός ή/και μη μισθωτός στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων άλλων κρατών μελών υπάγεται στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο είναι ασφαλισμένος σε ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους.

    Άρθρο 14στ

    Ειδικοί κανόνες που εφαρμόζονται σε δημοσίους υπαλλήλους που είναι παράλληλα μισθωτοί σε περισσότερα του ενός κράτη μέλη και ασφαλισμένοι σε ειδικό σύστημα σε ένα από αυτά τα κράτη μέλη

    Ο απασχολούμενος ταυτόχρονα σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη ως δημόσιος υπάλληλος ή ως εξομοιούμενος προς αυτόν ο οποίος είναι ασφαλισμένος σε ένα τουλάχιστον από αυτά τα κράτη μέλη σε ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους υπάγεται στη νομοθεσία καθενός από αυτά τα κράτη μέλη.

    ▼B

    Άρθρο 15

    Κανόνες που αφορούν την προαιρετική ασφάλιση ή την προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως

    1.  Τα άρθρα 13 έως 14δ δεν ισχύουν για την προαιρετική ασφάλιση ή την προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως, εκτός αν, για έναν από τους κλάδους που αναφέρονται στο άρθρο 4, υπάρχει σε ένα κράτος μέλος μόνο προαιρετικό σύστημα ασφαλίσεως.

    2.  Σε περίπτωση κατά την οποία η εφαρμογή των νομοθεσιών δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών συνεπάγεται τη σώρευση υπαγωγής:

     σε σύστημα υποχρεωτικής ασφαλίσεως και σε ένα ή περισσότερα συστήματα προαιρετικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως, ο ενδιαφερόμενος υπάγεται αποκλειστικά στο σύστημα υποχρεωτικής ασφαλίσεως,

     σε δύο ή περισσότερα συστήματα προαιρετικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως, ο ενδιαφερόμενος δύναται να υπαχθεί μόνο στο σύστημα προαιρετικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως, το οποίο επέλεξε.

    3.  Πάντως, ως προς την αναπηρία, το γήρας και το θάνατο (συντάξεις), ο ενδιαφερόμενος δύναται να γίνει δεκτός στην προαιρετική ασφάλιση ή προαιρετική συνέχιση της ασφαλίσεως κράτους μέλους, ακόμη και αν υπόκειται υποχρεωτικώς στη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, κατά το μέτρο που η σώρευση αυτή επιτρέπεται ρητά ή σιωπηρά στο πρώτο κράτος μέλος.

    Άρθρο 16

    Ειδικοί κανόνες για το προσωπικό που υπηρετεί στις διπλωματικές αποστολές και τις προξενικές υπηρεσίες, καθώς και για το επικουρικό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    1.  Οι διατάξεις του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοιχείο α) ισχύουν για τα μέλη του προσωπικού που υπηρετεί στις διπλωματικές αποστολές ή τις προξενικές υπηρεσίες και για τους ιδιωτικούς οικιακούς βοηθούς που ευρίσκονται στην υπηρεσία των υπαλλήλων των αποστολών ή υπηρεσιών αυτών.

    2.  Πάντως, οι εργαζόμενοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίοι είναι υπήκοοι του κράτους μέλους που διαπιστεύει ή αποστέλλει, δύνανται να επιλέξουν την εφαρμογή της νομοθεσίας του κράτους αυτού. Το δικαίωμα αυτό επιλογής δύναται να ασκείται εκ νέου στο τέλος κάθε ημερολογιακού έτους και δεν έχει αναδρομική ισχύ.

    3.  Τα μέλη του επικουρικού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δύναται να επιλέξουν την υπαγωγή στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου απασχολούνται ή του κράτους μέλους στη νομοθεσία του οποίου υπήχθησαν τελευταία ή του κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοοι, αν πρόκειται περί διατάξεων που δεν αφορούν τα οικογενειακά επιδόματα, η χορήγηση των οποίων ρυθμίζεται από τους όρους εργασίας που ισχύουν για τα μέλη του προσωπικού αυτού. Το δικαίωμα αυτό επιλογής, το οποίο δύναται να ασκηθεί μόνο μια φορά, αποκτά ενέργεια από την ημερομηνία αναλήψεως υπηρεσίας.

    Άρθρο 17 (9)

    Εξαιρέσεις των άρθρων 13 έως 16

    Δυό ή περισσότερα κράτη μέλη, οι αρμόδιες αρχές αυτών των δύο κρατών ή οι οργανισμοί που ορίζονται από αυτές τις αρχές μπορούν να προβλέπουν με κοινή συμφωνία, προς το συμφέρον ορισμένων κατηγοριών ατόμων ή ορισμένων ατόμων, εξαιρέσεις από τις διατάξεις των άρθρων 13 έως 16.

    Άρθρο 17α (9)

    Ειδικοί κανόνες σχετικά με τους δικαιούχους συντάξεων που χορηγούνται δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών

    Ο δικαιούχος σύνταξης ή άλλης προσόδου οφειλόμενης βάσει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους ή συντάξεων οφειλόμενων βάσει των νομοθεσιών περισσότερων κρατών μελών, ο οποίος κατοικεί στο έδαφος κράτους μέλους, μπορεί να εξαιρεθεί, μετά από αίτησή του, της εφαρμογής της νομοθεσίας αυτού του τελευταίου κράτους, υπό τον όρο ότι δεν υπόκειται στη νομοθεσία αυτή λόγω της εκ μέρους του άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας.



    ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΑΡΟΧΩΝ



    ΚΕΦΑΛΛΑΙΟ Ι

    ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ



    Τμήμα 1

    Κοινές διατάξεις

    Άρθρο 18

    Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή κατοικίας

    1.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή κατοικίας, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν.

    2.  Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν και για τον εποχιακά εργαζόμενο, ακόμη και αν πρόκειται για περιόδους προγενέστερες από τη διακοπή ασφαλίσεως η οποία υπερέβη τη διάρκεια που επιτρέπει η νομοθεσία του αρμοδίου κράτους υπό τον όρο, πάντως, ότι ο ενδιαφερόμενος δεν θα έχει παύσει να είναι ασφαλισμένος επί χρονικό διάστημα ανώτερο των τεσσάρων μηνών.



    Τμήμα 2

    Μισθωτοί ή μη μισθωτοί και μέλη της οικογένειάς τους

    Άρθρο 19

    Κατοικία σε κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος μέλος — Γενικοί κανόνες

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός που κατοικεί στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος μέλος και καλύπτει τους όρους που απαιτούνται από τη νομοθεσία του αρμόδιου κράτους για να έχει δικαίωμα παροχών, αφού ληφθούν υπόψη, εφόσον συντρέχει περίπτωση, οι διατάξεις του άρθρου 18, λαμβάνει στο κράτος της κατοικίας του:

    α) παροχές εις είδος που χορηγούνται για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα από το φορέα του τόπου κατοικίας, σύμφωνα με τη νομοθεσία που ισχύει για το φορέα αυτόν, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν·

    β) παροχές εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει αυτός. Πάντως, οι παροχές αυτές δύνανται, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας, να καταβάλλονται από τον τελευταίο, για λογαριασμό του πρώτου, σύμφωνα με τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους.

    2.  Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται κατ' αναλογία, επί των μελών της οικογένειας που κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος μέλος, εφόσον δεν δικαιούνται των παροχών αυτών σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικούν.

    Εφόσον τα μέλη της οικογένειας κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του οποίου το δικαίωμα επί των παροχών εις είδος δεν εξαρτάται από προϋποθέσεις ασφαλίσεως ή απασχολήσεως, οι εις είδος παροχές θεωρούνται ότι παρέχονται προς τα μέλη αυτά για λογαριασμό του φορέα στον οποίον είναι ασφαλισμένος ο μισθωτός ή μη μισθωτός, εκτός αν ο σύζυγος ή το πρόσωπο που έχει την μέριμνα των τέκνων ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους.

    Άρθρο 20

    Παραμεθόριοι εργαζόμενοι και μέλη της οικογένειάς τους

    Ο παραμεθόριος εργαζόμενος δύναται, επίσης, να τύχει των παροχών στο έδαφος του αρμοδίου κράτους. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, σαν να κατοικούσε εκεί ο ενδιαφερόμενος. Τα μέλη της οικογένειάς του δύνανται να τύχουν παροχών υπό τους ίδιους όρους· η χορήγηση, πάντως, των παροχών αυτών εξαρτάται, εκτός από επείγουσα περίπτωση, από συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών ή μεταξύ των αρμοδίων αρχών των κρατών αυτών ή, ελλείψει αυτής, από προηγούμενη συναίνεση του αρμοδίου φορέα.

    Άρθρο 21

    Διαμονή ή μεταφορά κατοικίας στο αρμόδιο κράτος

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός, ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 και ο οποίος διαμένει στο έδαφος του αρμοδίου κράτους, λαμβάνει τις παροχές κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του κράτους αυτού, σαν να κατοικούσε εκεί, ακόμη και αν είχε ήδη λάβει παροχές για την ίδια περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας πριν από τη διαμονή του.

    2.  Η παράγραφος 1 ισχύει κατ' αναλογία για τα μέλη της οικογένειας που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2.

    Πάντως, όταν τα μέλη αυτά κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το κράτος στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο μισθωτός ή μη μισθωτός, οι παροχές εις είδος χορηγούνται από το φορέα του τόπου διαμονής για λογαριασμό του φορέα του τόπου κατοικίας των ενδιαφερομένων.

    3.  Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν ισχύουν για τον μεθοριακό εργαζόμενο ούτε για τα μέλη της οικογένειάς του.

    4.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός και τα μέλη της οικογένειάς του που αναφέρονται στο άρθρο 19 και που μεταφέρουν την κατοικία τους στο έδαφος του αρμοδίου κράτους, λαμβάνουν παροχές κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του κράτους αυτού, ακόμη και αν είχαν ήδη λάβει παροχές για την ίδια περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας πριν από τη μεταφορά της κατοικίας τους.

    Άρθρο 22

    Διαμονή εκτός του αρμοδίου κράτους — Επιστροφή ή μεταφορά κατοικίας σε άλλο κράτος μέλος κατά τη διάρκεια ασθένειας ή μητρότητας — Ανάγκη μεταβάσεως σε άλλο κράτος μέλος για υποβολή σε κατάλληλη θεραπεία

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός, ο οποίος πληροί τις απαιτούμενες από τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους προϋποθέσεις για να έχει δικαίωμα παροχών, αφού ληφθούν υπόψη ενδεχομένως οι διατάξεις του άρθρου 18, και:

    ▼M7

    α) η κατάσταση του οποίου απαιτεί παροχές σε είδος που καθίστανται ιατρικά αναγκαίες κατά τη διάρκεια διαμονής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των παροχών και την αναμενόμενη διάρκεια της διαμονής

    ή

    β) ο οποίος, αφού απέκτησε το δικαίωμα παροχών εις βάρος του αρμοδίου φορέα, έλαβε την έγκριση του φορέα αυτού να επιστρέψει στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο κατοικεί ή να μεταφέρει την κατοικία του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους

    ή

    γ) ο οποίος έλαβε την έγκριση του αρμοδίου φορέα να μεταβεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, για να υποβληθεί στην κατάλληλη για την κατάστασή του θεραπεία,

    έχει δικαίωμα:

    i) παροχών εις είδος που χορηγούνται, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα από το φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας, σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν· η διάρκεια χορηγήσεως των παροχών αυτών διέπεται πάντως από τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους·

    ii) παροχών εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν. Πάντως, οι παροχές αυτές δύνανται, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας, να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτό φορέα, για λογαριασμό του πρώτου, σύμφωνα με τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους.

    ▼M7

    1α.  Η διοικητική επιτροπή καταρτίζει κατάλογο των παροχών σε είδος για τις οποίες, προκειμένου να χορηγηθούν κατά τη διάρκεια διαμονής σε άλλο κράτος μέλος, απαιτείται για πρακτικούς λόγους προηγούμενη συμφωνία μεταξύ του ενδιαφερομένου και του φορέα που παρέχει την περίθαλψη.

    ▼B

    2.  Η έγκριση που απαιτείται, δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο β), δύναται να μη δοθεί μόνον άν διαπιστωθεί ότι η μετακίνηση του ενδιαφερομένου θα δύνατο να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση της υγείας του ή την εφαρμογή ιατρικής θεραπείας.

    Η έγκριση που απαιτείται δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο γ) δεν δύναται να μη δοθεί εφόσον η σχετική θεραπεία περιλαμβάνεται στις παροχές που προβλέπονται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο ενδιαφερόμενος, και εφόσον η θεραπεία αυτή δεν δύναται να του παρασχεθεί μέσα στα χρονικά όρια που είναι κανονικά αναγκαία για την παροχή της στο κράτος μέλος του τόπου κατοικίας του εάν ληφθεί υπόψη η τρέχουσα κατάσταση της υγείας του και η πιθανή εξέλιξη της ασθένειας.

    3.   ►M7  Οι παράγραφοι 1, 1α και 2 εφαρμόζονται αναλόγως επί των μελών της οικογενείας ενός μισθωτού ή μη μισθωτού. ◄

    Πάντως, για την εφαρμογή της παραγράφου 1 στοιχείο α) και στοιχείο γ) σημείο i) στα μέλη της οικογένειας, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 και τα οποία κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο μισθωτός ή μη μισθωτός:

    α) οι παροχές εις είδος χορηγούνται για λογαριασμό του φορέα του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικούν τα μέλη της οικογένειας, από το φορέα του τόπου διαμονής κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζει, σαν να ήταν ασφαλισμένος ο μισθωτός ή μη μισθωτός σε αυτόν. Η διάρκεια χορηγήσεως των παροχών διέπεται πάντως από τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικούν τα μέλη της οικογένειας·

    β) η έγκριση που απαιτείται δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχείο γ) χορηγείται από το φορέα του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικούν τα μέλη της οικογένειας.

    4.  Το γεγονός ότι ο μισθωτός ή μη μισθωτός δικαιούνται παροχών σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 δεν θίγει το δικαίωμα παροχών των μελών της οικογένειάς του.

    ▼M7

    Άρθρο 22α

    Ειδικοί κανόνες για ορισμένες κατηγορίες προσώπων

    Ανεξαρτήτως του άρθρου 2, το άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ) και παράγραφος 1α εφαρμόζεται επίσης στα άτομα που είναι υπήκοοι ενός από τα κράτη μέλη και που είναι ασφαλισμένα βάσει της νομοθεσίας κράτους μέλους, καθώς και στα μέλη της οικογένειάς τους που κατοικούν μαζί τους.

    ▼M7 —————

    ▼M4 —————

    ▼B

    Άρθρο 23 (Α)

    Υπολογισμός των εις χρήμα παροχών

    1.  Ο αρμόδιος φορέας ενός κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών σε χρήμα βασίζεται στις μέσες αποδοχές ή στο μέσο όρο εισφορών, καθο- ρίζει τις μέσες αυτές αποδοχές ή αυτόν το μέσο όρο εισφορών αποκλειστικά βάσει των αποδοχών που διαπιστώθηκαν ή των εισφορών που εφαρμόσθηκαν κατά τη διάρκεια των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτή.

    2.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί αποδοχών κατ' αποκοπήν, λαμβάνει υπόψη αποκλειστικά τις κατ' αποκοπή ή, κατά περίπτωση, το μέσο όρο των κατ' αποκοπήν αποδοχών που αντιστοιχούν στις περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτή.

    ▼M8

    2α.  Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται επίσης στην περίπτωση που η νομοθεσία την οποία εφαρμόζει ο αρμόδιος φορέας προβλέπει συγκεκριμένη περίοδο αναφοράς και η περίοδος αυτή συμπίπτει, κατά περίπτωση, με το σύνολο ή μέρος των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν από τον ενδιαφερόμενο σύμφωνα με τη νομοθεσία ενός ή περισσότερων άλλων κρατών μελών.

    ▼B

    3.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι το ποσό των εις χρήμα παροχών ποικίλλει ανάλογα με τον αριθμό των μελών της οικογένειας, λαμβάνει υπόψη και τα μέλη της οικογένειας του ενδιαφερομένου που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σαν να κατοι- κούσαν στο έδαφος του αρμοδίου κράτους.

    Άρθρο 24

    Παροχές εις είδος εξαιρετικής σημασίας

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός για τον οποίο ο φορέας κράτους μέλους έχει αναγνωρίσει, για τον ίδιο ή για μέλος της οικογένειάς του, δικαίωμα για τεχνητά μέλη, μεγάλα βοηθητικά μηχανήματα ή άλλες παροχές εις είδος εξαιρετικής σημασίας, πριν να υπαχθεί στο φορέα άλλου κράτους μέλους, λαμβάνει τις παροχές αυτές εις βάρος του πρώτου φορέα, ακόμη και αν, κατά το χρόνο της χορηγήσεώς τους, αυτός ο μισθωτός ή μη μισθωτός υπάγεται ήδη στο δεύτερο φορέα.

    2.  Η Διοικτική Επιτροπή συντάσσει τον κατάλογο των παροχών, για τις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου 1.



    Τμήμα 3

    Άνεργοι και μέλη της οικογένειάς τους

    Άρθρο 25

    ▼M7

    1.  Ο άνεργος πρώην μισθωτός ή μη μισθωτός στον οποίο εφαρμόζεται το άρθρο 69 παράγραφος 1, ή το άρθρο 71 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii) δεύτερη περίοδος, και ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους για να έχει δικαίωμα παροχών σε είδος και σε χρήμα, αφού ληφθεί υπόψη εφόσον είναι αναγκαίο το άρθρο 18, λαμβάνει κατά το διάστημα που προβλέπεται στο άρθρο 69 παράγραφος 1 στοιχείο γ):

    α) παροχές σε είδος οι οποίες καθίστανται ιατρικά αναγκαίες για το εν λόγω πρόσωπο κατά τη διάρκεια διαμονής του στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο αναζητεί απασχόληση, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των παροχών και την προβλεπόμενη διάρκεια της διαμονής. Οι εν λόγω παροχές σε είδος χορηγούνται για λογαριασμό του αρμόδιου φορέα από τον φορέα του κράτους μέλους στο οποίο το πρόσωπο αυτό αναζητεί απασχόληση, σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον φορέα αυτόν, ως αν το εν λόγω πρόσωπο να ήταν ασφαλισμένο σ' αυτόν·

    β) παροχές σε χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από αυτόν. Κατόπιν συμφωνίας όμως μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του κράτους μέλους στο οποίο ο άνεργος αναζητεί απασχόληση, οι παροχές δύνανται να καταβάλλονται από τον φορέα αυτόν, για λογαριασμό του πρώτου, σύμφωνα με τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους. Οι παροχές ανεργίας που προβλέπονται από το άρθρο 69, παράγραφος 1, δεν χορηγούνται κατά τη διάρκεια της περιόδου είσπραξης των παροχών σε χρήμα.

    ▼M7

    1α.  Το άρθρο 22 παράγραφος 1α εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

    ▼B

    2.  Ο σε πλήρη ανεργία μισθωτός, για τον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 71 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) ή στοιχείο β) σημείο ii) πρώτη πρόταση, λαμβάνει παροχές εις είδος και εις χρήμα σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, σαν να υπαγόνταν· στη νομοθεσία αυτή κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, αφού ληφθούν υπόψη, εφόσον είναι αναγκαίο, οι διατάξεις του άρθρου 18· οι παροχές αυτές χορηγούνται εις βάρος του φορέα της χώρας κατοικίας.

    3.  Αν άνεργος πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους το οποίο βαρύνουν οι παροχές ανεργίας, ώστε να δημιουργηθεί το δικαίωμα παροχών —εφόσον είναι αναγκαίο— οι διατάξεις του άρθρου 18, τα μέλη της οικογένειάς του δικαιούνται των παροχών αυτών οποιοδήποτε και αν είναι το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κατοικούν ή διαμένουν. Οι παροχές αυτές χορηγούνται:

    i) όσον αφορά τις παροχές εις είδος, από το φορέα του τόπου κατοικίας ή διαμονής, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπ' αυτού εφαρμοζομένης νομοθεσίας, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα του κράτους μέλους, το οποίο βαρύνουν οι παροχές ανεργίας·

    ii) όσον αφορά τις παροχές εις χρήμα, από τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους το οποίο βαρύνουν οι παροχές ανεργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπ' αυτού εφαρμοζομένης νομοθεσίας.

    4.  Με την επιφύλαξη, νομοθετικών διατάξεων κράτους μέλους που επιτρέπουν τη χορήγηση παροχών ασθένειας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, η διάρκεια που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δύναται, σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας, να παραταθεί από τον αρμόδιο φορέα μέχρι το ανώτατο όριο που προβλέπεται στη νομοθεσία που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν.

    Άρθρο 25α (14)

    Εισφορές που βαρύνουν μισθωτούς σε πλήρη ανεργία

    Ο φορέας ενός κράτους μέλους ο οποίος είναι οφειλέτης παροχών σε είδος και σε χρήμα προς τους ανέργους που αναφέρονται στο άρθρο 25 παράγραφος 2 και ο οποίος εφαρμόζει νομοθεσία που προβλέπει κρατήσεις εισφορών που βαρύνουν τους ανέργους για την κάλυψη των παροχών ασθένειας και μητρότητας, δύναται να διενεργεί αυτές τις κρατήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του.



    Τμήμα 4

    Αιτούντες συντάξεις και μέλη της οικογένειάς τους

    Άρθρο 26

    Δικαίωμα παροχών εις είδος σε περίπτωση παύσεως του δικαιώματος λήψεως παροχών από το φορέα ο οποίος ήταν αρμόδιος τελευταία

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός, τα μέλη της οικογένειάς του ή οι επιζώντες του, οι οποίοι, κατά τη διάρκεια της εξετάσεως μιας αιτήσεως για σύνταξη, παύουν να έχουν δικαίωμα παροχών εις είδος δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους που ήταν αρμόδιο τελευταία, λαμβάνουν παραταύτα τις παροχές αυτές υπό τους ακόλουθους όρους: οι παροχές εις είδος χορηγούνται κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του κράτους μέλους, στο έδαφος του οποίου ο ενδιαφερόμενος ή οι ενδιαφερόμενοι κατοικούν, εφόσον έχουν δικαίωμα δυνάμει της νομοθεσίας αυτής ή θα είχαν δικαίωμα δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, αν κατοικούσαν στο έδαφος του κράτους αυτού, αφού ληφθούν υπόψη —εφόσον είναι αναγκαίο— οι διατάξεις του άρθρου 18.

    2.  Ο αιτών σύνταξη ο οποίος δικαιούται παροχών εις είδος δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους, η οποία υποχρεώνει τον ενδιαφερόμενο να καταβάλει ο ίδιος τις εισφορές για ασφάλιση ασθένειας, κατά την εξέταση της αιτήσεώς του για σύνταξη, παύει να έχει δικαίωμα παροχών εις είδος κατά τη λήξη του δευτέρου μήνα για τον οποίο δεν έχει εξοφλήσει τις οφειλόμενες εισφορές.

    3.  Οι εις είδος παροχές που χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 1 βαρύνουν το φορέα, ο οποίος κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παράγραφου 2 εισέπραξε τις εισφορές· σε περίπτωση που δεν πρέπει να καταβληθούν εισφορές σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2, ο αρμόδιος φορέας για την πραγματοποίηση των εις είδος παροχών, μετά την εκκαθάριση της συντάξεως κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 28, αποδίδει στο φορέα του τόπου κατοικίας το ποσό των παροχών που έχουν χορηγηθεί.



    Τμήμα 5

    Δικαιούχοι συντάξεων και μέλη της οικογένειάς τους

    Άρθρο 27

    Συντάξεις που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας περισσοτέρων κρατών μελών, εφόσον υπάρχει δικαίωμα παροχών στη χώρα κατοικίας

    Ο δικαιούχος συντάξεων οφειλομένων κατά τη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, μεταξύ των οποίων είναι και εκείνη του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, και ο οποίος —λαμβανομένων υπόψη, κατά περίπτωση, των διατάξεων του άρθρου 18 και του παραρτήματος VΙ— δικαιούται παροχών δυνάμει της νομοθεσίας του τελευταίου αυτού κράτους μέλους, καθώς και τα μέλη της οικογένειάς του, λαμβάνουν τις παροχές αυτές από το φορέα του τόπου κατοικίας και εις βάρος αυτού, σαν να εδικαιούτο συντάξεως ο ενδιαφερόμενος δυνάμει μόνον της νομοθεσίας του τελευταίου αυτού κράτους μέλους.

    Άρθρο 28

    Συντάξεις που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων κρατών, αν δεν υπάρχει δικαίωμα παροχών στη χώρα κατοικίας

    1.  Ο δικαιούχος συντάξεως οφειλομένης κατά τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους ή συντάξεων οφειλομένων κατά τη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, ο οποίος δεν δικαιούται παροχών κατά τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί λαμβάνει παρατούτα τις παροχές αυτές για τον ίδιο και για τα μέλη της οικογένειάς του, κατά το μέτρο που —λαμβανομένων υπόψη, κατά περίπτωση, των διατάξεων του άρθρου 18 και του παραρτήματος VΙ— θα εδικαιούτο των παροχών αυτών κατά τη νομοθεσία του κράτους μέλους ή τουλάχιστον ενός από τα κράτη μέλη που είναι αρμόδια στο θέμα της συντάξεως, αν κατοικούσε στο έδαφος του εν λόγω κράτους. Οι παροχές αυτές χορηγούνται υπό τους εξής όρους:

    α) οι παροχές εις είδος χορηγούνται για λογαριασμό του αναφερόμενου στην παράγραφο 2 φορέα από το φορέα του τόπου κατοικίας, σαν να δικαιούτο συντάξεως ο ενδιαφερόμενος δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικεί και να δικαιούτο παροχών εις είδος·

    β) οι παροχές εις χρήμα χορηγούνται κατά περίπτωση από τον αρμόδιο φορέα που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2, κατά την υπ' αυτού εφαρμοζόμενη νομοθεσία. Με συμφωνία πάντως, μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας, οι παροχές αυτές δύνανται να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτό φορέα για λογαριασμό του πρώτου κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του αρμοδίου κράτους.

    2.  Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο φορέας που φέρει το βάρος των παροχών εις είδος, καθορίζεται βάσει των εξής κανόνων:

    α) αν ο δικαιούχος συντάξεως δικαιούται των παροχών αυτών δυνάμει της νομοθεσίας ενός μόνον κράτους μέλους, βαρύνεται ο αρμόδιος φορέας του κράτους αυτού·

    β) αν ο δικαιούχος συντάξεως δικαιούται των παροχών αυτών δυνάμει της νομοθεσίας δύο ή περιοσσοτέρων κρατών μελών, βαρύνεται ο αρμόδιος φορέας του κράτους μέλους στη νομοθεσία του οποίου είχε υπαχθεί ο δικαιούχος επί περισσότερο χρόνο· αν η εφαρμογή του κανόνα αυτού έχει ως αποτέλεσμα την επιβάρυνση περισσοτέρων φορέων με τις παροχές αυτές, τότε από τους φορείς αυτούς βαρύνεται εκείνος, για τον οποίον ισχύει η νομοθεσία, στην οποία είχε υπαχθεί τελευταία ο δικαιούχος.

    Άρθρο 28α

    Συντάξεις που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών άλλων από τη χώρα κατοικίας, εφόσον υπάρχει δικαίωμα παροχών στην τελευταία αυτή χώρα

    Εφόσον ο δικαιούχος συντάξεως οφειλομένης δυνάμει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους ή συντάξεων οφειλομένων δυνάμει της νομοθεσίας δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών κατοικεί στο έδαφος ενός κράτους μέλους, κατά τη νομοθεσία του οποίου το δικαίωμα των εις είδος παροχών δεν εξαρτάται από προϋποθέσεις ασφαλίσεως ή απασχολήσεως, και δυνάμει της νομοθεσίας του οποίου δεν οφείλεται σύνταξη, το βάρος, των εις είδος παροχών που χορηγούνται στον δικαιούχο, καθώς και στα μέλη της οικογένειάς του, φέρει ο φορέας ενός από τα κράτη μέλη που είναι αρμόδια για τις συντάξεις, ο οποίος καθορίζεται σύμφωνα, με τους κανόνες του άρθρου 28 παράγραφος 2, εφόσον ο εν λόγω δικαιούχος και τα μέλη της οικογένειάς του θα είχαν δικαίωμα επί των παροχών αυτών δυνάμει της νομοθεσίας που εφαρμόζεται από τον εν λόγω φορέα, αν κατοικούσαν στο έδαφος του κράτους μέλους όπου ευρίσκεται ο φορέας αυτός.

    Άρθρο 29

    Κατοικία των μελών της οικογένειας σε κράτος άλλο από εκείνο όπου κατοικεί ο δικαιούχος — Μεταφορά κατοικίας στο κράτος όπου κατοικεί ο δικαιούχος

    1.  Τα μέλη της οικογένειας του δικαιούχου συντάξεως οφειλομένης κατά τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους ή συντάξεων οφειλομένων κατά τη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, τα οποία κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους άλλο από εκείνο όπου κατοικεί ο δικαιούχος, δικαιούνται παροχών, σαν να κατοικούσε ο δικαιούχος στο έδαφος του ίδιου κράτους με τα μέλη της οικογένειάς του, εφόσον αυτός έχει δικαίωμα επί παροχών κατά τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους. Οι παροχές καταβάλλονται υπό τους εξής όρους:

    ▼M2

    α) οι παροχές σε είδος χορηγούνται από το φορέα του τόπου κατοικίας των μελών της οικογένειας, σύμφωνα με τις διατάξεις της υπό του φορέα αυτού εφαρμοζόμενης νομοθεσίας, και εις βάρος του φορέα που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 ή του άρθρου 28 παράγραφος 2· εάν ο τόπος κατοικίας ευρίσκεται στο άρμόδιο κράτος μέλος, οι παροχές σε είδος χορηγούνται από τον αρμόδιο φορέα και επιβαρύνουν αυτόν.

    ▼B

    β) οι παροχές εις χρήμα χορηγούνται κατά περίπτωση από τον αρμόδιο φορέα που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 ή του άρθρου 28 παράγραφος 2, κατά τις διατάξεις της υπ' αυτού εφαρμοζομένης νομοθεσίας. Με συμφωνία, πάντως, μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας των μελών της οικογένειας· οι παροχές αυτές δύνανται να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτόν φορέα για λογαριασμό του πρώτου κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του αρμοδίου κράτους.

    2.  Τα μέλη της οικογένειας που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα οποία μεταφέρουν την κατοικία τους στο έδαφος του κράτους μέλους όπου κατοικεί ο δικαιούχους, δικαιούνται:

    α) παροχών εις είδος κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του κράτους αυτού, έστω και αν έχουν ήδη λάβει παροχές για την ίδια περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας πριν από τη μεταφορά της κατοικίας τους·

    β) παροχών εις χρήμα που χορηγούνται, κατά περίπτωση, από τον αρμόδιο φορέα που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 27 ή του άρθρου 28 παράγραφος 2, κατά τις διατάξεις της υπ' αυτού εφαρμοζομένης νομοθεσίας. Με συμφωνία, πάντως, μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας του δικαιούχου, οι παροχές αυτές δύνανται να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτόν φορέα για λογαριασμό του πρώτου, κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας του αρμοδίου κράτους.

    Άρθρο 30

    Παροχές εις είδος εξαιρετικής σημασίας

    Οι διατάξεις του άρθρου 24 ισχύουν κατ' αναλογία για τους διαιούχους συντάξεων.

    ▼M7

    Άρθρο 31

    Διαμονή του δικαιούχου της σύνταξης ή/και των μελών της οικογένειάς του σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος της κατοικίας τους

    1.  Ο δικαιούχος σύνταξης ή συντάξεων βάσει της νομοθεσίας κράτους μέλους ή συντάξεων βάσει της νομοθεσίας δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, ο οποίος δικαιούται παροχών κατά τη νομοθεσία ενός των εν λόγω κρατών μελών, καθώς και τα μέλη της οικογενείας του, κατά τη διάρκεια της διαμονής τους στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το κράτος κατοικίας τους, δικαιούνται:

    α) παροχές σε είδος που καθίστανται ιατρικά αναγκαίες κατά τη διάρκεια της διαμονής στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το κράτος κατοικίας, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση των παροχών και την προβλεπόμενη διάρκεια της διαμονής. Οι εν λόγω παροχές σε είδος χορηγούνται από τον φορέα του τόπου διαμονής, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται από αυτόν, για λογαριασμό του φορέα του τόπου κατοικίας του δικαιούχου σύνταξης ή των μελών της οικογενείας του·

    β) παροχές σε χρήμα που χορηγούνται, κατά περίπτωση, από τον αρμόδιο φορέα, όπως καθορίζεται με τα άρθρα 27 ή 28 παράγραφος 2, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που αυτός εφαρμόζει. Εντούτοις, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του αρμόδιου φορέα και του φορέα του τόπου διαμονής, οι παροχές αυτές δύνανται να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτόν φορέα για λογαριασμό του πρώτου, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του αρμοδίου κράτους.

    2.  Το άρθρο 22 παράγραφος 1α, εφαρμόζεται κατ' αναλογία.

    ▼B

    Άρθρο 32 (15)

    . . . . . .

    Άρθρο 33 (7)

    1.  Ο φορέας κράτους μέλους που οφείλει την καταβολή συντά- ξεως, αν η ισχύουσα γι' αυτόν νομοθεσία προβλέπει κρατήσεις εισφορών εις βάρος του δικαιούχου συντάξεως για την κάλυψη των παροχών ασθένειας και μητρότητας, εξουσιοδοτείται να προβαίνει στις κρατήσεις αυτές υπολογιζόμενες σύμφωνα με την εν λόγω νομοθεσία επί του ποσού της οφειλομένης παρ' αυτού συντάξεως, κατά το μέτρο που οι καταβαλλόμενες δυνάμει των άρθρων 27, 28, 28α, 29, 31 και 32 παροχές βαρύνουν φορέα του προαναφερθέντος κράτους μέλους.

    2.  Εφόσον, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 28α, ο δικαιούχος συντάξεως υπόκειται λόγω της κατοικίας του στην καταβολή εισφορών ή ισοδυνάμων παρακρατήσεων για την κάλυψη των παροχών ασθένειας και μητρότητας δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, οι εισφορές αυτές δεν είναι απαιτητές.

    Άρθρο 34

    Γενικές διατάξεις

    1.  Για την εφαρμογή των άρθρων 28, 28α, 29 και 31, ο δικαιούχος δύο ή περισσοτέρων συντάξεων, οφειλομένων κατά τη νομοθεσία ενός μόνο κράτους μέλους, θεωρείται δικαιούχος συντάξεως οφειλόμενης κατά τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους κατά την έννοια των διατάξεων αυτών.

    2.  Οι διατάξεις των άρθρων 27 έως 33 δεν ισχύουν για τον δικαιούχο συντάξεως, ή για τα μέλη της οικογένειάς του που δικαιούνται παροχών δυνάμει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους εκ του λόγου ότι ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα. Στην περίπτωση αυτή, και για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κεφαλαίου, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ως μισθωτός ή μη μισθωτός ή μέλος οικογένειας μισθωτού ή μη μισθωτού.

    ▼M4



    Τμήμα 5α

    Πρόσωπα που σπουδάζουν ή παρακολουθούν μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης και μέλη της οικογένειάς τους

    ▼M7

    Άρθρο 34α

    Ειδικές διατάξεις για τους σπουδαστές και τα μέλη της οικογένειάς τους

    Το άρθρο 18, το άρθρο 19, το άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ), και παράγραφος 1α, το άρθρο 22 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 23 και το άρθρο 24 και τα τμήματα 6 και 7 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στους σπουδαστές και στα μέλη της οικογένειάς τους, ανάλογα με την περίπτωση.

    ▼M7 —————

    ▼B



    Τμήμα 6

    Διάφορες διατάξεις

    Άρθρο 35

    Ρύθμιση όταν υπάρχουν περισσότερα συστήματα στην χώρα κατοικίας ή διαμονής — Προϋπάρχουσα ασθένεια — Ανώτατη διάρκεια χορηγήσεως των παροχών

    1.  Με επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 2, αν η νομοθεσία της χώρας διαμονής ή κατοικίας προβλέπει περισσότερα συστήματα ασφαλίσεως ασθένειας ή μητρότητας, οι διατάξεις που εφαρμόζονται δυνάμει του άρθρου 19, του άρθρου 21 παράγραφος 1, των άρθρων 22, 25 ή 26, του άρθρου 28 παράγραφος 1, του άρθρου 29 παράγραφος 1 ή του άρθρου 31, είναι οι διατάξεις του συστήματος εκείνου στο οποίο υπάγονται οι χειρώνακτες εργαζόμενοι της βιομηχανίας χάλυβα. Εντούτοις, αν η εν λόγω νομοθεσία προβλέπει ειδικό σύστημα για τους εργαζομένους των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων, οι διατάξεις του συστήματος αυτού εφαρμόζονται στην κατηγορία αυτή των εργαζομένων και στα μέλη της οικογένειάς τους, εφόσον ο φορέας του τόπου διαμονής ή κατοικίας, προς τον οποίο απευθύνονται, είναι αρμόδιος για την εφαρμογή του συστήματος αυτού.

    ▼M8 —————

    ▼B

    3.  Αν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά τη χορήγηση παροχών από προϋποθέσεις σχετικές με την προέλευση της ασθένειας, οι προϋποθέσεις αυτές ►M4  δεν ισχύουν για τα πρόσωπα που ◄ εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κατοικούν.

    4.  Αν η νομοθεσία κράτους μέλους ορίζει, ανώτατη χρονική διάρκεια χορηγήσεως των παροχών, ο φορέας, που εφαρμόζει τη νομοθεσία αυτή δύναται να λάβει υπόψη, ενδεχομένως, την περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας οι παροχές έχουν ήδη καταβληθεί από το φορέα άλλου κράτους μέλους για την ίδια περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας.



    Τμήμα 7

    Απόδοση μεταξύ φορέων

    Άρθρο 36 (15)

    1.  Οι παροχές εις είδος που χορηγούνται δυνάμει των διατά- ξεων του παρόντος κεφαλαίου από το φορέα κράτους μέλους για λογαριασμό του φορέα άλλου κράτους μέλους αποδίδονται πλήρως.

    2.  Οι αποδόσεις που αναφέρονται στην παράγραφος 1 καθορί- ζονται και πραγματοποιούνται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στον κανονισμό εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 98, είτε βάσει δικαιολογητικών των πραγματικών δαπανών είτε κατ' αποκοπή.

    Στην τελευταία αυτή περίπτωση τα κατ' αποκοπή ποσά πρέπει να εξασφαλίζουν απόδοση όσο το δυνατόν πλησιέστερη προς τις πραγματικές δαπάνες.

    3.  ύο ή περισσότερα κράτη μέλη ή οι αρμόδιες αρχές των κρατών αυτών δύνανται να προβλέψουν άλλους τρόπους αποδό- σεως ή να παραιτηθούν κάθε αποδόσεως μεταξύ των φορέων που υπάγονται στην αρμοδιότητά τους.



    ΚΕΦΑΛΛΑΙΟ 2 (11)

    ΑΝΑΠΗΡΙΑ



    Τμήμα 1

    Μισθωτοί ή μη μισθωτοί που έχουν υπαχθεί αποκλειστικά σε νομοθεσίες κατά τις οποίες το ποσό των παροχών αναπηρίας είναι ανεξάρτητο από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως

    Άρθρο 37 (11)

    Γενικές διατάξεις

    1.  Μισθωτός ή μη μισθωτός ο οποίος, διαδοχικά ή κατά περιό- δους, έχει υπαχθεί στις νομοθεσίες δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών και έχει πραγματοποιήσει περιόδους ασφαλίσεως αποκλειστικά υπό νομοθεσίες κατά τις οποίες το ποσό των παροχών αναπηρίας είναι ανεξάρτητο από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως, δικαιούται παροχών σύμφωνα με το άρθρο 39. Το άρθρο αυτό δεν αφορά τις συνταξιοδοτικές προσαυ- ξήσεις ή τα συνταξιοδοτικά επιδόματα λόγω τέκνων που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 8.

    2.  Στο παράρτημα ΙV μέρος Α αναφέρονται, για κάθε ενδιαφε- ρόμενο κράτος μέλος, οι ισχύουσες στο έδαφός του νομοθεσίες, του τύπου που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

    Άρθρο 38 (11)

    Συνεκτίμηση των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματο- ποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες στις οποίες έχει υπαχθεί ο μισθωτός ή μη μισθωτός για την απόκτηση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώ- ματος παροχών

    1.  Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά την απόκτηση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών, στο πλαίσιο συστήματος το οποίο δεν είναι ειδικό σύστημα κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3, από την πραγματοποίηση περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας, ο αρμόδιος φορέας αυτού του κράτους μέλους λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαι- τείται, τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που διανύθηκαν υπό τη νομοθεσία οποιουδήποτε άλλου μέλους, στα πλαίσια είτε γενικού είτε ειδικού συστήματος το οποίο εφαρμόζεται για μισθωτούς ή μη μισθωτούς. Προς το σκοπό αυτό, λαμβάνει υπόψη τις περιόδους αυτές, σαν να πρόκειται για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει.

    2.  Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά τη χορήγηση ορισμένων παροχών από τον όρο ότι οι περίοδοι ασφαλίσεως έχουν πραγματοποιηθεί μόνον σε επάγγελμα για το οποίο ισχύει ειδικό σύστημα που εφαρμόζεται σε μισθωτούς ή, ενδεχομένως, σε καθορισμένη απασχόληση, οι περίοδοι που διανύθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων κρατών μελών λαμβάνονται υπόψη, για τη χορήγηση των παροχών αυτών, μόνον εάν έχουν πραγματοποι- ηθεί υπό αντίστοιχο σύστημα ασφαλίσεως ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, στο ίδιο επάγγελμα ή, ενδεχομένως, στην ίδια απασχόληση.

    Εάν, αφού ληφθούν υπόψη οι περίοδοι αυτές, ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί τις απαιτούμενες προϋπόθέσεις για να λάβει τις εν λόγω παροχές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών του γενικού συστήματος ασφαλίσεως ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, του συστήματος που εφαρμόζεται, ανάλογα με την περίπτωση, για τους εργάτες ή τους υπαλλήλους, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος είχε υπαχθεί σε κάποιο από αυτά τα συστήματα.

    3.  Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά τη χορήγηση ορισμένων παροχών από τον όρο ότι οι περίοδοι ασφαλίσεως έχουν πραγματοποιηθεί μόνον σε επάγγελμα υπαγόμενο σε ειδικό σύστημα ασφαλίσεως που εφαρμόζεται σε μη μισθωτούς, οι περίοδοι που διανύθηκαν υπό το καθεστώς νομοθεσιών άλλων κρατών μελών, λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών αυτών, μόνον εάν έχουν πραγματοποιηθεί υπό αντί- στοιχο σύστημα ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, στο ίδιο επάγγελμα. Στο παράρτημα ΙV μέρος Β αναγράφονται, για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, τα συστήματα που ισχύουν για τους μη μισθωτούς και που αναφέρονται στην παράγραφο αυτή.

    Εάν, αφού ληφθούν υπόψη οι περίοδοι που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί τις απαιτού- μενες προϋποθέσεις για να λάβει τις εν λόγω παροχές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση παροχών του γενικού συστήματος ασφαλίσεως ή, ελλείψει τέτοιου συστή- ματος, του συστήματος που εφαρμόζεται, ανάλογα με την περίπτωση, για τους εργάτες ή τους υπαλλήλους, υπό τον όρο ότι ο ενδιαφερόμενος έχει ήδη υπαχθεί σε ένα από τα συστήματα αυτά.

    Άρθρο 39 (11)(14)

    Εκκαθάριση των παροχών

    1.  Ο φορέας κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία εφαρμο- ζόταν κατά τη στιγμή της επελεύσεως της ανικανότητας προς εργασία, η οποία είχε ως επακόλουθο αναπηρία, καθορίζει, κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας αυτής, εάν ο ενδιαφερόμενος πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται, για να έχει δικαίωμα παροχών, αφού ληφθεί υπόψη —εφόσον είναι αναγκαίο— το άρθρο 38.

    2.  Ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, λαμβάνει τις παροχές αποκλει- στικά από τον εν λόγω φορέα, σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός.

    3.  Ο ενδιαφερόμενος, ο οποίος δεν δικαιούται παροχών κατ' εφαρμογή της παραγράφου 1, λαμβάνει τις παροχές τις οποίες δικαούται ακόμη δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, λαμβανομένου υπόψη, εφόσον είναι αναγκαίο, του άρθρου 38.

    4.  Εάν η νομοθεσία που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3, προβλέπει ότι το ποσό των παροχών καθορίζεται αφού ληφθεί υπόψη η ύπαρξη και άλλων μελών της οικογένειας εκτός των τέκνων, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει επίσης υπόψη τα μέλη αυτά της οικογένειας του ενδιαφερομένου, που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σαν να κατοικούσαν στο έδαφος του αρμόδιου κράτους.

    5.  Εάν η νομοθεσία που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3, προβλέπει ρήτρες μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως σε περίπτωση σωρεύσεως με παροχές διαφορετικής φύσεως, κατά την έννοια του άρθρου 46α παράγραφος 2, ή με άλλα εισοδήματα, εφαρμόζονται κατ' αναλογία το άρθρο 46α παράγραφος 3 και το άρθρο 46γ παράγραφος 5.

    6.  Ο σε πλήρη ανεργία μισθωτός, για τον οποίο εφαρμόζεται το άρθρο 71 παράγραφος 1 στοιχείο α)σημείο ii), ή στοιχείο β) σημείο ii) πρώτη φράση, λαμβάνει παροχές αναπηρίας τις οποίες χορηγεί ο αρμόδιος φορέας του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, σύφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει, σαν να υπάγονταν στη νομοθεσία αυτή κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του, αφού ληφθούν υπόψη, αφόσον είναι ανα- γκαίο, το άρθρο 38 ή/και το άρθρο 25 παράγραφος 2. Οι παροχές αυτές χορηγούνται εις βάρος του φορέα της χώρας κατοικίας.

    Αν ο φορέας αυτός εφαρμόζει νομοθεσία η οποία προβλέπει κρατήσεις συνεισφορών που βαρύνουν τους ανέργους για την κάλυψη παροχών αναπηρίας, δύναται να διενεργεί αυτές τις κρατήσεις σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του.

    Εάν η νομοθεσία που εφαρμόζει ο εν λόγω φορέας προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών γίνεται βάσει μισθού, τότε λαμβάνει υπόψη τους μισθούς που εισπράχθηκαν στη χώρα της τελευταίας απασχόλησης και στη χώρα κατοικίας σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει. Σε περίπτωση μη είσπραξης μισθών, στη χώρα κατοικίας, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπόψη σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπει η νομοθεσία του, τους εισπρα- χθέντες μισθούς στη χώρα της τελευταίας απασχόλησης.



    Τμήμα 2

    Μισθωτοί ή μη μισθωτοί που έχουν υπαχθεί είτε αποκλειστικά σε νομοθεσίες κατά τις οποίες το ποσό της παροχής αναπηρίας εξαρτάται από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας, είτε σε νομοθεσίες του τύπου αυτού και του τύπου που αναφέρεται στο τμήμα 1

    Άρθρο 40 (11)

    Γενικές διατάξεις

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός ο οποίος, διαδοχικά ή κατά περιόδους, έχει υπαχθεί στις νομοθεσίες δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, από τις οποίες η μία τουλάχιστον δεν είναι του τύπου που αναφέρεται στο άρθρο 37 παράγραφος 1, δικαιούται παροχών σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 3, οι οποίες εφαρμόζονται κατ' αναλογία, αφού ληφθεί υπόψη η παράγραφος 4.

    2.  Εντούτοις, ο ενδιαφερόμενος ο οποίος προσβάλλεται από ανικανότητα προς εργασία, η οποία έχει ως επακόλουθο αναπηρία, ενώ υπόκειται σε νομοθεσία που αναφέρεται στο παράρτημα ΙV μέρος Α, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με το άρθρο 37 παράγραφος 1, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

     ότι πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη νομοθεσία αυτή ή άλλη νομοθεσία του ίδιου τύπου, αφού ληφθεί ενδεχομένως υπόψη το άρθρο 38, χωρίς όμως να χρειάζεται προσφυγή σε περιόδους ασφαλίσεως που πραγμα- τοποιήθηκαν υπό νομοθεσίες που δεν αναφέρονται στο παράρτημα ΙV μέρος Α

     και

     ότι δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη γένεση δικαιώματος παροχών αναπηρίας δυνάμει νομοθεσίας η οποία δεν αναφέρεται στο παράρτημα ΙV μέρος Α

     και

     ότι δεν διεκδικεί τυχόν δικαιώματα παροχών γήρατος, λαμβα- νομένου υπόψη του άρθρου 44 παράγραφος 2 δεύτερη φράση.

    3.  

    α) Για να καθοριστεί το δικαίωμα παροχών δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους η οποία αναφέρεται στο παράρτημα ΙV μέρος Α και η οποία εξαρτά τη χορήγηση των παροχών αναπηρίας από την προϋπόθεση ότι, κατά τη διάρκεια ορισμένης χρονικής περιόδου, ο ενδιαφερόμενος έχει λάβει παροχές ασθένειας σε χρήμα ή έχει καταστεί ανίκανος προς εργασία, εφόσον μισθωτός ή μη μισθωτός που έχει υπαχθεί στη νομοθεσία αυτή, προσβληθεί από ανικανότητα προς εργασία με επακόλουθο την ανατηρία, ενώ υπάγεται στη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, λαμβά- νεται υπόψη, με την επιφύλαξη του άρθρου 37 παράγραφος 1:

    (i) κάθε περίοδος κατά την οποία έλαβε, δυνάμει της νομοθεσίας του δεύτερου κράτους μέλους γι' αυτή την ανικανότητα προς εργασία, παροχές ασθενείας σε χρήμα ή, αντί για αυτές, διατήρησε το μισθό του·

    (ii) κάθε περίοδος κατά την οποία έλαβε, δυνάμει της νομοθεσίας του δεύτερου κράτους μέλους, για την αναπηρία που ήταν επακόλουθο αυτής της ανικανότητας προς εργασία, παροχές κατά την έννοια του παρόντος κεφαλαίου 2 και του κεφαλαίου 3·

    σαν να πρόκειται για περίοδο κατά την οποία του χορηγήθηκαν παροχές ασθενείας σε χρήμα δυνάμει της νομοθεσίας του πρώτου κράτους μέλους, ή κατά την οποία ήταν ανίκανος να εργασθεί κατά την έννοια της νομοθεσίας αυτής·

    β) το δικαίωμα παροχών αναπηρίας γεννάται δυνάμει της νομοθεσίας του πρώτου κράτους μέλους, είτε κατά τη λήξη της περιόδου που προηγείται της αποζημιώσεως της ασθε- νείας, που ορίζεται από τη νομοθεσία αυτή, είτε κατά τη λήξη της περιόδου που προηγείται της ανικανότητας προς εργασία, που ορίζεται από τη νομοθεσία αυτή, και το νωρί- τερο:

    (i) κατά την ημερομηνία γενέσεως του δικαιώματος παροχών που αναφέρονται στο στοιχείο α)σημείο ii), δυνάμει της νομοθεσίας του δεύτερου κράτους μέλους

    ή

    (ii) την επομένη της τελευταίας ημέρας κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα παροχών ασθενείας σε χρήμα, δυνάμει της νομοθεσίας του δεύτερου κράτους μέλους.

    4.  Η απόφαση που λαμβάνεται από το φορέα κράτους μέλους ως προς το βαθμό αναπηρίας του αιτούντος, δεσμεύει το φορέα οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου κράτους μέλους υπό την προϋπόθεση ότι η συμφωνία των όρων των σχετικών με το βαθμό αναπηρίας, μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών αυτών, αναγνωρί- ζεται στο παράρτημα V.



    Τμήμα 3

    Επιδείνωση αναπηρίας

    Άρθρο 41 (11)

    1  Σε περίπτωση επιδεινώσεως αναπηρίας, για την οποία μισθωτός ή μη μισθωτός λαμβάνει παροχές δυνάμει της νομοθε- σίας ενός μόνο κράτους μέλους, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

    α) αν ο ενδιαφερόμενος, από τότε που λαμβάνει τις παροχές, δεν έχει υπαχθεί στη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ο αρμό- διος φορέας του πρώτου κράτους οφείλει να χορηγήσει τις παροχές, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση, σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει·

    β) αν ο ενδιαφερόμενος, από τότε που λαμβάνει παροχές, έχει υπαχθεί στη νομοθεσία ενός ή περισσοτέρων από τα υπόλοιπα κράτη μέλη, οι παροχές χορηγούνται προς αυτόν, αφού ληφθεί υπόψη η επιδείνωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 παράγραφος 1 ή του άρθρου 40 παράγραφοι 1 ή 2, ανάλογα με την περίπτωση·

    γ) αν το συνολικό ποσό της ή των παροχών που οφείλονται σύμφωνα με το στοιχείο β)είναι κατώτερο του ποσού της παροχής την οποία ελάμβανε ο ενδιαφερόμενος εις βάρος του προηγούμενου οφειλέτη φορέα, ο φορέας αυτός οφείλει να του καταβάλει συμπλήρωμα ίσο προς τη διαφορά μεταξύ των ποσών αυτών·

    δ) αν, στην περίπτωση που αναφέρεται στο στοιχείο β), ο αρμό- διος φορέας για την αρχική ανικανότητα είναι ολλανδικός και αν:

    (i) η πάθηση που προκάλεσε την επιδείνωση είναι ίδια με εκείνη που έγινε αιτία της χορηγήσεως παροχών δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας·

    (ii) η πάθηση αυτή είναι επαγγελματική ασθένεια υπό την έννοια της νομοθεσίας του κράτους μέλους στην οποία ο ενδιαφερόμενος υπαγόταν τελευταία, και γεννά δικαίωμα πληρωμής του συμπληρώματος που προβλέπεται στο άρθρο 60 παράγραφος 1 στοιχείο β)

    και

    (iii) η νομοθεσία ή οι νομοθεσείες, οι οποίες ίσχυσαν για τον ενδιαφερόμενο από τότε που λαμβάνει παροχές, είναι νομοθεσίες που προβλέπονται στο παράρτημα ΙV μέρος Α,

    ο ολλανδικός φορέας συνεχίζει να χορηγεί την αρχική παροχή και μετά την επιδείνωση, και η παροχή που οφείλεται δυνάμει της νομοθεσίας του τελευταίου κράτους μέλους στην οποία υπήχθη ο ενδιαφερόμενος, μειώνεται κατά το ποσό της ολλανδικής παροχής·

    ε) αν, στην περίπτωση που αναφέρεται στο στοιχείο β), ο ενδια- φερόμενος δεν έχει δικαίωμα παροχών εις βάρος φορέα άλλου κράτους μέλους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου κράτους οφείλει να χορηγήσει τις παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση και, ενδεχομένως, το άρθρο 38.

    2.  Σε περίπτωση επιδεινώσεως αναπηρίας για την οποία μισθωτός ή μη μισθωτός λαμβάνει παροχές δυνάμει της νομοθε- σίας δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, οι παροχές του χορηγούνται αφού ληφθεί υπόψη η επιδείνωση, σύμφωνα με το άρθρο 40 παράγραφος 1.



    Τμήμα 4

    Επανάληψη της χορηγήσεως των παροχών μετά από αναστολή ή κατάργηση — Μετατροπή των παροχών αναπηρίας σε παροχές γήρατος — Νέος υπολογισμός των παροχών που έχουν εκκαθαριστεί σύμφωνα με το άρθρο 39

    Άρθρο 42 (11)

    Προσδιορισμός του οφειλέτη φορέα σε περίπτωση επαναλήψεως της χορη- γήσεως των παροχών αναπηρίας

    1.  Εάν, μετά από αναστολή των παροχών, πρέπει να επαναλη- φθεί η χορήγησή τους, η χορήγηση αυτή εξασφαλίζεται από το φορέα ή τους φορείς οι οποίοι ήταν οφειλέτες των παροχών κατά τη στιγμή της αναστολής τους, με την επιφύλαξη του άρθρου 43.

    2.  Εάν, μετά την κατάργηση των παροχών, η κατάσταση του ενδιαφερομένου δικαιολογεί τη χορήγηση νέων παροχών, οι παροχές αυτές χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 37 παράγραφος 1 ή του άρθρου 40 παράγραφου 1 ή 2, ανάλογα με την περίπτωση.

    Άρθρο 43 (11)

    Μετατροπή των παροχών αναπηρίας σε παροχές γήρατος — Νέος υπολογι- σμός των παροχών που έχουν εκκαθαριστεί σύμφωνα με το άρθρο 39

    1.  Οι παροχές αναπηρίας μετατρέπονται, ενδεχομένως, σε παροχές γήρατος, κατά τους όρους που προβλέπονται από τη νομοθεσία ή τις νομοθεσίες δυνάμει των οποίων χορηγήθηκαν, και σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 3.

    2.  Κάθε φορέας που οφείλει παροχές αναπηρίας, δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους, συνεχίζει να καταβάλλει στο δικαιούχο των παροχών αναπηρίας, ο οποίος, σύμφωνα με το άρθρο 49, δύναται να αξιώσει παροχές γήρατος δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων από τα άλλα κράτη μέλη, τις παροχές αναπηρίας που δικαιούται κατά τη νομοθεσία που εφαρ- μόζει ο φορέας αυτός, μέχρι τη στιγμή κατά την οποία οι διατάξεις της παραγράφοι 1 δύνανται να εφαρμοστούν για το φορέα αυτόν, ή διαφορετικά, καθόσο διάστημα ο ενδιαφερόμενος συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για να λαμβάνει τις παροχές αυτές.

    3.  Όταν οι παροχές αναπηρίας οι οποίες έχουν εκκαθαριστεί σύμφωνα με το άρθρο 39 δυνάμει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους, μετατραπούν σε παροχές γήρατος και ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί ακόμα τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από την ή τις νομοθεσίες ενός ή περισσοτέρων από τα άλλα κράτη μέλη για να έχει δικαίωμα στις παροχές αυτές, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται, εκ μέρους αυτού ή αυτών των κρατών μελών από την ημέρα της μετατροπής, παροχές αναπηρίας των οποίων η εκκαθά- ριση διέπεται από τις διατάξεις του κεφαλαίου 3, σαν το κεφάλαιο αυτό να ήταν εφαρμοστέο κατά τη στιγμή της επελεύ- σεως της ανικανότητας προς εργασία, η οποία είχε ως επακόλουθο αναπηρία, μέχρι τη στιγμή κατά την οποία ο ενδια- φερόμενος θα πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από την ή τις εν λόγω εθνικές νομοθεσίες για να δικαιούται παροχών γήρατος ή, αν δεν προβλέπεται τέτοια μετατροπή, καθόσο διάστημα δικαιούται παροχών αναπηρίας δυνάμει της ή των εν λόγω νομοθεσιών.

    4.  Οι παροχές αναπηρίας που έχουν εκκαθαριστεί σύμφωνα με το άρθρου 39, εκκαθαρίζονται εκ νέου κατ' εφαρμογή των διατά- ξεων του κεφαλαίου 3, από τη στιγμή που ο δικαιούχος πληροί τους όρους που απαιτούνται για τη γένεση του δικαιώματος παροχών αναπηρίας δυνάμει μιας νομοθεσίας που δεν αναφέρεται στο παράρτημα ΙV μέρος Α ή λαμβάνει παροχές γήρατος δυνάμει της νομοθεσίας ενός άλλου κράτους μέλους.

    ▼M3



    Τμήμα 5

    Πρόσωπα που καλύπτονται από ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους

    Άρθρο 43α

    1.  Οι διατάξεις των άρθρων 37, 38 παράγραφος 1 και 39 και των τμημάτων 2, 3 και 4 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στα πρόσωπα τα οποία καλύπτονται από ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους.

    2.  Ωστόσο, εάν η νομοθεσία ενός κράτους μέλους εξαρτά την απόκτηση, εκκαθάριση, διατήρηση ή ανάκτηση των δικαιωμάτων σε παροχές δυνάμει ειδικού συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους από την προϋπόθεση ότι όλες οι περίοδοι ασφάλισης έχουν συμπληρωθεί στο πλαίσιο ενός ή περισσοτέρων ειδικών συστημάτων για τους δημοσίους υπαλλήλους σ' αυτό το κράτος μέλος, ή ότι θεωρούνται από τη νομοθεσία αυτού του κράτους μέλους ως ισοδύναμες προς τέτοιες περιόδους, λαμβάνονται υπόψη μόνον οι περίοδοι που μπορούν να αναγνωριστούν δυνάμει της νομοθεσίας αυτού του κράτους μέλους.

    Εάν, λαμβανομένων υπόψη των περιόδων που έχουν συμπληρωθεί κατ' αυτόν τον τρόπο, ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να λάβει τις εν λόγω παροχές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση παροχών του γενικού συστήματος, ή, ελλείψει αυτού, του συστήματος που ισχύει για τους εργάτες ή τους ιδιωτικούς υπαλλήλους, ανάλογα με την περίπτωση.

    3.  Όταν, δυνάμει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους, οι παροχές υπολογίζονται βάσει του τελευταίου μισθού ή μισθών που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια μιας περιόδου αναφοράς, ο αρμόδιος φορέας αυτού του κράτους λαμβάνει υπόψη του για τον υπολογισμό μόνο τους μισθούς, όπως αυτοί διαμορφώνονται κάθε φορά, που ελήφθησαν κατά την περίοδο ή τις περιόδους κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος υπαγόταν στη νομοθεσία αυτή.

    ▼B



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 (11)

    ΓΗΡΑΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ (ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ)

    Άρθρο 44 (11)

    Γενικές διατάξεις περί εκκαθαρίσεως παροχών, όταν ο μισθωτός ή μη μισθωτός έχει υπαχθεί στη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών

    1.  Τα δικαιώματα παροχών μισθωτού ή μη μισθωτού, ο οποίος έχει υπαχθεί στη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, ή των επιζώντων του, καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.

    2.  Με την επιφύλαξη του άρθρου 49, όταν μισθωτός ή μη μισθωτός υποβάλλει αίτηση εκκαθαρίσεως παροχών, λαμβά- νονται υπόψη για τη διαδικασία εκκαθαρίσεως των παροχών αυτών όλες οι νομοθεσίες στις οποίες έχει υπαχθεί ο εν λόγω μισθωτός ή μη μισθωτός. Παρέκκλιση από τον κανόνα αυτό γίνεται, εφόσον ο ενδιαφερόμενος ζητήσει ρητά αναβολή της εκκαθαρίσεως των παροχών γήρατος που θα ελάμβανε δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών.

    ▼M5

    3.  Το παρόν κεφάλαιο δεν αφορά τη συνταξιοδοτική προσαύξηση ή τα συνταξιοδοτικά επιδόματα λόγω τέκνων ή τις συντάξεις ορφανών, που χορηγούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 8.

    ▼B

    Άρθρο 45 (11) (14)

    Συνεκτίμηση των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματο- ποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες στις οποίες έχει υπαχθεί μισθωτός ή μη μισθωτός για την απόκτηση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώ- ματος παροχών

    1.  Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά την απόκτηση, τη διατήρηση, ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών, δυνάμει συστήματος που δεν είναι ειδικό σύστημα κατά την έννοια των παραγράφων 2 και 3, από την πραγματοποίηση περιόδων ασφαλί- σεως ή κατοικίας, ο αρμόδιος φορέας αυτού του κράτους μέλους λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία κάθε άλλου κράτους μέλους, στα πλαίσια είτε γενικού είτε ειδικού συστήματος, που εφαρμόζεται σε μισθωτούς ή μη μισθωτούς. Προς το σκοπό αυτό, ο εν λόγω φορέας λαμβάνει υπόψη τις ως άνω περιόδους, σαν να πρόκειται για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει.

    2.  Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά τη χορήγηση ορισμένων παροχών από την προϋπόθεση ότι οι περίοδοι ασφα- λίσεως έχουν πραγματοποιηθεί μόνον σε επάγγελμα υπαγόμενο σε ειδικό σύστημα ασφαλίσεως που εφαρμόζεται σε μισθωτούς ή, ενδεχομένως, σε καθορισμένη απασχόληση, οι περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων κρατών μελών, λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών αυτών, μόνον εφόσον έχουν πραγματοποιηθεί υπό αντίστοιχο σύστημα ή, ελλείψη τέτοιου συστήματος, στο ίδιο επάγγελμα ή, ενδεχο- μένως, στην ίδια απασχόληση. Εάν, αφού ληφθούν υπόψη οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν κατ' αυτόν τον τρόπο, ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί και πάλι τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να λάβει τις παροχές αυτές, οι ως άνω περίοδοι λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών του γενικού συστήματος ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, του συστήματος που εφαρμόζεται, ανάλογα με την περίπτωση για τους εργάτες ή τους υπαλλήλους, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος είχε υπαχθεί σε κάποιο από τα συστήματα αυτά.

    3.  Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά τη χορήγηση ορισμένων παροχών από την προϋπόθεση ότι οι περίοδοι ασφα- λίσεως έχουν πραγματοποιηθεί μόνο σε επάγγελμα υπαγόμενο σε ειδικό σύστημα ασφαλίσεως που εφαρμόζεται σε μη μισθω- τούς, οι περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων κρατών μελών λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών αυτών μόνον εφόσον έχουν πραγματοποιηθεί υπό αντί- στοιχο σύστημα ή, ελλείψει τέτοιου συστήματος, στο ίδιο επάγγελμα. Στο παράρτημα ΙV μέρος Β αναγράφονται για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος τα συστήματα που ισχύουν για τους μη μισθωτούς και αναφέρονται στην παράγραφο αυτή. Αν, αφού ληφθούν υπόψη οι περίοδοι που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο, ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να λάβει τις εν λόγω παροχές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση των παροχών του γενικού συστήματος ή ελλείψει τέτοιου συστήματος, του συστή- ματος που εφαρμόζεται, ανάλογα με την περίπτωση, για τους εργάτες ή τους υπάλληλους, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφε- ρόμενος έχει υπαχθεί σε ένα από τα συστήματα αυτά.

    4.  Οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο ειδικού συστήματος κράτους μέλους, λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο του γενικού συστήματος ή, ελλείψει τέτοιου συστή- ματος, στο πλαίσιο του συστήματος που εφαρμόζεται, ανάλογα με την περίπτωση, για τους εργάτες ή τους υπαλλήλους άλλου κράτους μέλους, για την απόκτηση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει υπαχθεί σε κάποιο απ' αυτά τα συστήματα ακόμα και στην περίπτωση που οι περίοδοι αυτές έχουν ήδη ληφθεί υπόψη στο κράτος αυτό στο πλαίσιο συστήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή στην παράγραφο 3 πρώτη φράση.

    5.  Αν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά την απόκτηση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από την προϋπόθεση ασφάλισης κατά τη στιγμή της επέλευσης του κινδύνου, η προϋπόθεση αυτή θεωρείται ότι πληρούται σε περίπτωση ασφάλισης δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο παράρτημα VΙ για κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

    6.  Περίοδος πλήρους ανεργίας στη διάρκεια της οποίας ο μισθωτός εργαζόμενος λαμβάνει παροχές σύμφωνα με το άρθρο 72 παράγραφος 1 στοιχείο α)σημείο ii), ή στοιχείο β)σημείο ii) πρώτη πρόταση, λαμβάνεται υπόψη από την αρμόδια υπηρεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο εργαζό- μενος, σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει η υπηρεσία αυτή, ως εάν αυτός είχε υπαχθεί στην εν λόγω νομοθεσία κατά τη διάρκεια της τελευταίας του απασχόλησης.

    Αν ο φορέας αυτός εφαρμόζει νομοθεσία η οποία προβλέπει κρατήσεις εισφορών που βαρύνουν τους ανέργους για την κάλυψη συντάξεων γήρατος και θανάτου, δύναται να διενεργεί τις κρατήσεις αυτές σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του.

    Εάν η περίοδος πλήρους ανεργίας που συμπληρώθηκε στη χώρα κατοικίας του ενδιαφερομένου δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη παρά μόνο αν έχουν συμπληρωθεί περίοδοι καταβολής εισφοράς στην ίδια αυτή χώρα, η προϋπόθεση θεωρείται ότι πληρούται, εφόσον οι περίοδοι καταβολής εισφοράς έχουν συμπληρωθεί σε άλλο κράτος μέλος.

    Άρθρο 46 (11)

    Εκκαθάριση παροχών

    1.  Όταν οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη νομοθεσία κράτους μέλους όσον αφορά το δικαίωμα παροχών πληρούνται, χωρίς να είναι απαραίτητο να εφαρμοστεί το άρθρο 45 ούτε το άρθρο 40 παράγραφος 3, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

    α) ο αρμόδιος φορέας υπολογίζει το ποσό της οφειλόμενης παροχής το οποίο οφείλεται:

    (i) αφενός, δυνάμει μόνο των διατάξεων της νομοθεσίας που εφαρμόζει·

    (ii) αφετέρου, κατ' εφαρμογή της παραγράφου 2·

    β) ο αρμόδιος φορέας μπορεί εντούτοις να μην πραγματοποιήσει τον υπολογισμό ο οποίος προβλέπεται σύμφωνα με το στοι- χείο α)σημείο ii), εάν το αποτέλεσμά του είναι ταυτόσημο ή κατώτερο από το αποτέλεσμα του υπολογισμού που έχει πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τη διάταξη του στοιχείου α) σημείο i), χωρίς να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που οφεί- λονται στη χρησιμοποίηση στρογγυλευμένων αριθμών, στο βαθμό που ο φορέας αυτός δεν εφαρμόζει νομοθεσία, η οποία περιλαμβάνει ρήτρες σώρευσης, όπως αυτές που αναφέρονται στα άρθρα 46β και 46γ, ή αν η νομοθεσία περιλαμβάνει τέτοιες ρήτρες στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 46γ, υπό την προϋπόθεση ότι προβλέπει ότι οι παροχές διαφο- ρετικής φύσεως λαμβάνονται υπόψη μόνο σε συνάρτηση με τη σχέση μεταξύ της διάρκειας των περιόδων ασφάλισης ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν αποκλειστικά υπό τη δική της νομοθεσία και της διάρκειας των περιόδων ασφάλισης και κατοικίας που απαιτούνται από τη νομοθεσία αυτή για το δικαίωμα πλήρους παροχής.

    Στο παράρτημα ΙV μέρος Γ, αναφέρονται, για κάθε ενδιαφερό- μενο κράτος μέλος, οι περιπτώσεις κατά τις οποίες οι δύο υπολογισμοί καταλήγουν σε τέτοιο αποτέλεσμα.

    2.  Όταν οι προϋποθέσεις, που απαιτούνται από τη νομοθεσία κράτους μέλους για την απόκτηση δικαιώματος παροχών, πληρούνται μόνο μετά την εφαρμογή του άρθρου 45 ή/και του άρθρου 40 παράγραφος 3, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

    α) ο αρμόδιος φορέας υπολογίζει το θεωρητικό ποσό της παροχής την οποία θα μπορούσε να διεκδικήσει ο ενδιαφερό- μενος, εάν όλες οι περίοδοι ασφαλίσεως ή/και κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες των κρατών μελών στις οποίες είχε υπαχθεί ο εργαζόμενος (μισθωτός ή μη μισθωτός)είχαν πραγματοποιηθεί στο εν λόγω κράτος μέλος και υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζεται κατά την ημερομηνία της εκκαθαρίσεως της παροχής. Αν, κατά τη νομοθεσία αυτή, το ποσό της παροχής είναι ανεξάρτητο από τη διάρκεια των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν, το ποσό αυτό λαμβάνεται ως το θεωρητικό ποσό που αναφέρεται στο παρόν στοιχείο·

    β) ο αρμόδιος φορέας προσδιορίζει κατόπιν το πραγματικό ποσό της παροχής, βάσει του θεωρητικού ποσού που αναφέρεται στο προηγούμενο εδάφιο, κατ' αναλογία της διάρκειας των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν πριν από την επέλευση του κινδύνου, υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει, εν σχέσει προς τη συνολική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως και κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν πριν από την επέλευση του κινδύνου υπό τις νομοθεσίες όλων των κρατών μελών στις οποίες έχει υπαχθεί ο ενδιαφε- ρόμενος.

    3.  Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται, από τον αρμόδιο φορέα κάθε κράτους μέλους, το υψηλότερο ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, με την επιφύλαξη, ενδεχομένως, της εφαρμογής των ρητρών μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως που προβλέπονται από τη νομοθεσία δυνάμει της οποίας οφεί- λεται η παροχή αυτή.

    Στην περίπτωση αυτή, η σύγκριση που πραγματοποιείται αφορά τα ποσά που καθορίζονται μετά την εφαρμογή των εν λόγω ρητρών.

    4.  Όταν το συνολικό ποσό των παροχών από συντάξεις αναπη- ρίας, γήρατος ή επιζώντος που οφείλονται από τους αρμόδιους φορείς δύο η περισσοτέρων κρατών μελών, κατ' εφαρμογή των διατάξεων πολυμερούς συμβάσεως κοινωνικής ασφαλίσεως που αναφέρεται στο άρθρο 6 στοιχείο β), δεν υπερβαίνει το ποσό το οποίο θα όφειλαν αυτά τα κράτη μέλη κατ' εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 3, ισχύουν για τον ενδιαφερόμενο οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου.

    Άρθρο 46α (11)

    Γενικές διατάξεις σχετικές με τις ρήτρες μειώσεως, αναστολής ή καταργή- σεως, που εφαρμόζονται στις παροχές αναπηρίας γήρατος ή επιζώντων, δυνάμει των νομοθεσιών των κρατών μελών

    1.  ς σωρεύσεις παροχών της ιδίας φύσεως νοούνται, κατά την έννοια του παρόντος κεφαλαίου: όλες οι σωρεύσεις παροχών αναπηρίας, γήρατος και επιζώντων που υπολογίζονται ή χορη- γούνται βάσει των περιόδων ασφαλίσεως ή/και κατοικίας, που έχουν πραγματοποιηθεί από ένα και το αυτό πρόσωπο.

    2.  ς σωρεύσεις παροχών διαφορετικής φύσεως, νοούνται, κατά την έννοια του παρόντος κεφαλαίου: όλες οι σωρεύσεις παροχών που δεν μπορούν να θεωρηθούν ως σωρεύσεις της ιδίας φύσεως κατά την έννοια της παραγράφου 1.

    3.  Για την εφαρμογή των ρητρών μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως που προβλέπονται από τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους σε περίπτωση σωρεύσεως παροχής αναπηρίας, γήρατος ή επιζώντων με παροχή της ιδίας φύσεως ή διαφορετικής φύσεως ή με άλλα εισοδήματα, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

    α) οι παροχές που αποκτώνται δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους ή άλλα εισοδήματα που αποκτώνται σε άλλο κράτος μέλος λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον στη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους προβλέπεται ότι λαμβάνονται υπόψη οι παροχές ή τα εισοδήματα που αποκτήθηκαν στο εξωτερικό·

    β) λαμβάνεται υπόψη το ποσό των παροχών που πρέπει να καταβληθεί από άλλο κράτος μέλος πριν από την αφαίρεση του φόρου, των εισφορών κοινωνικής ασφαλίσεως και των λοιπών ατομικών κρατήσεων·

    γ) δεν λαμβάνονται υπόψη τα ποσά των παροχών που έχουν αποκτηθεί δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους οι οποίες χορηγούνται βάσει προαιρετικής ασφαλίσεως ή προαι- ρετικής συνεχίσεως της ασφαλίσεως·

    δ) όταν, δυνάμει της νομοθεσίας ενός μόνο κράτους μέλους, εφαρμόζονται διατάξεις περικοπής, αναστολής ή κατάργησης λόγω του ότι ο ενδιαφερόμενος λαμβάνει παροχές της ίδιας ή άλλης φύσης, οι οποίες απορρέουν από τη νομοθεσία άλλων κρατών μελών ή άλλα εισοδήματα κτηθέντα στο έδαφος άλλων κρατών μελών, η μείωση της παροχής, που απορρέει από τη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους, μπορεί να φθάσει μόνο μέχρι του ύψους των παροχών που απορρέουν από τη νομοθεσία των άλλων κρατών μελών από τα εισοδή- ματα που έχουν αποκτηθεί στο έδαφος των άλλων κρατών μελών.

    Άρθρο 46β (11)

    Ειδικές διατάξεις που εφαρμόζονται σε περίπτωση σωρεύσεως παροχών της ιδίας φύσεως οι οποίες οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών

    1.  Οι ρήτρες μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως, που προβλέπονται από τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους, δεν εφαρ- μόζονται σε παροχή που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2.

    2.  Οι ρήτρες μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως, που προβλέπονται από τη νομοθεσία κράτους μέλους, εφαρμόζονται για παροχή που έχει υπολογιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 παράγραφος 1 στοιχείο α)σημείο i) μόνον υπό την προϋπόθεση ότι πρόκειται:

    α) είτε για παροχή της οποίας το ποσό είναι ανεξάρτητο από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας που έχουν πραγματοποιηθεί, και η οποία αναφέρεται στο παράρτημα ΙV μέρος ·

    ή

    β) είτε για παροχή της οποίας το ποσό καθορίζεται σε συνάρτηση με πλασματική περίοδο η οποία θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί μεταξύ της ημερομηνίας επελεύσεως του κινδύνου και μιας μεταγενέστερης ημερομηνίας. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, οι εν λόγω ρήτρες εφαρμόζονται σε περίπτωση σώρευσης τέτοιας παροχής:

    (i) είτε για παροχή του ίδιου τύπου, εκτός αν έχει συναφθεί συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών με σκοπό να αποφεύγεται ο υπολογισμός της ίδιας πλασμα- τικής περιόδου, δύο ή περισσότερες φορές·

    (ii) είτε για παροχή του τύπου που αναφέρεται στο στοιχείο α).

    Οι παροχές και οι συμφωνίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β)αναγράφονται στο παράρτημα ΙV μέρος .

    Άρθρο 46γ (11)

    Ειδικές διατάξεις που εφαρμόζονται σε περίπτωση σωρεύσεως μιας ή περισσοτέρων παροχών, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 46α παράγραφος 1, με μία ή περισσότερες παροχές διαφορετικής φύσεως ή με άλλα εισοδή- ματα, όταν η περίπτωση αυτή αφορά περισσότερα του ενός κράτη μέλη

    1.  Εάν το δικαίωμα παροχών διαφορετικής φύσεως ή άλλων εισοδημάτων συνεπάγεται ταυτοχρόνως μείωση, αναστολή ή κατάργηση δύο ή περισσοτέρων παροχών, που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο α)σημείο i), τα ποσά τα οποία δεν θα πληρώνονταν σε περίπτωση αυστηρής εφαρμογής των ρητρών μείωσης, αναστολής ή κατάργησης, που προβλέπονται από τη νομοθεσία των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, διαι- ρούνται δια του αριθμού των παροχών, οι οποίες υπόκεινται σε μείωση, αναστολή ή κατάργηση.

    2.  Εάν πρόκειται για παροχή η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2, η παροχή ή οι παροχές διαφορε- τικής φύσεως των άλλων κρατών μελών, καθώς και όλα τα άλλα εισοδήματα και στοιχεία, που προβλέπονται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους για την εφαρμογή αυτών των ρητρών μείωσης, αναστολής ή κατάργησης, λαμβάνονται υπόψη σε συνάρτηση με τη σχέση μεταξύ περιόδων ασφάλισης ή/και κατοικίας, που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο β)και έχουν ληφθεί υπόψη για τον υπολογισμό της εν λόγω παροχής.

    3.  Εάν το δικαίωμα παροχών διαφορετικής φύσεως ή άλλων εισοδημάτων συνεπάγεται ταυτοχρόνως μείωση, αναστολή ή κατάργηση μιας ή περισσοτέρων παροχών που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο α)σημείο i), καθώς και μιας ή περισσοτέρων παροχών που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, τότε εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

    α) όσον αφορά την παροχή ή τις παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο α)σημείο i), τα ποσά τα οποία δεν θα πληρώνονταν σε περίπτωση αυστηρής εφαρ- μογής των ρητρών μείωσης, αναστολής ή κατάργησης, που προβλέπονται από τη νομοθεσία των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, διαιρούνται δια του αριθμού των παροχών οι οποίες ενδέχεται να μειωθούν, να ανασταλούν ή να καταργηθούν·

    β) όσον αφορά την παροχή ή τις παροχές που υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2, η μείωση, η αναστολή ή κατάργηση πραγματοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

    4.  Εάν, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και στην παράγραφο 3 στοιχείο α), η νομοθεσία ενός κράτους μέλους προβλέπει, για την εφαρμογή των ρητρών μείωσης, αναστολής ή κατάργησης, τη συνεκτίμηση των παροχών διαφο- ρετικής φύσεως ή/και άλλων εισοδημάτων καθώς και όλων των άλλων στοιχείων, βάσει της σχέσης μεταξύ των περιόδων ασφάλισης που ορίζονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο β), η διαίρεση που προβλέπεται στις προαναφερθείσες παραγρά- φους δεν εφαρμόζεται γι' αυτό το κράτος μέλος.

    5.  Το σύνολο των ως άνω διατάξεων εφαρμόζεται κατ' αναλογία, αν η νομοθεσία ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών προβλέπει ότι δεν γεννάται δικαίωμα παροχής σε περίπτωση δικαιώματος παροχής διαφορετικής φύσεως οφειλόμενης δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους ή άλλων εισοδημάτων.

    Άρθρο 47(11)

    Συμπληρωματικές διατάξεις για τον υπολογισμό των παροχών

    1.  Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού και του κατ' αναλογία ποσού που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

    α) αν η συνολική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως και κατοι- κίας που διανύθηκαν πριν από την επέλευση του κινδύνου υπό τις νομοθεσίες όλων των ενδιαφερομένων κρατών μελών, είναι μεγαλύτερη από τη μέγιστη διάρκεια που απαιτεί η νομοθεσία ενός εξ αυτών των κρατών για τη χορήγηση πλήρους παροχής, ο αρμόδιος φορέας του κράτους αυτού λαμβάνει υπόψη τη μέγιστη αυτή διάρκεια αντί της συνο- λικής διάρκειας των εν λόγω περιόδων. Αυτή η μέθοδος υπολογισμού δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή στον εν λόγω φορέα της υποχρεώσεως παροχής ποσού μεγα- λύτερου από το ποσό της πλήρους παροχής που προβλέπεται από τη νομοθεσία που εφαρμόζει. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει για τις παροχές των οποίων το ποσό δεν εξαρτάται από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως·

    β) οι λεπτομέρειες σχετικά με τον υπολογισμό των περιόδων, που συμπίπτουν χρονικά, καθορίζονται στον κανονισμό εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 98·

    γ) ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί μέσων αποδοχών, μέσης εισφοράς, μέσης προσαυξήσεως ή επί της σχέσεως η οποία υπήρχε κατά τις περιόδους ασφαλί- σεως μεταξύ των μεικτών αποδοχών του ενδιαφερομένου και του μέσου όρου των μεικτών αποδοχών όλων των ασφαλι- σμένων, εκτός από τους μαθητευόμενους, προσδιορίζει τα μέσα ή τα αναλογικά αυτά ποσά, αποκλειστικά βάσει των ασφαλιστικών περιόδων που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία του κράτους αυτού, ή των μεικτών αποδοχών που εισέπαξε ο ενδιαφερόμενος κατά τη διάρκεια των περιόδων αυτών και μόνο·

    δ) ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί του ποσού των απολαβών, των εισφορών ή των προσαυξή- σεων, προσδιορίζει τις απολαβές, τις εισφορές ή τις προσαυξήσεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων κρατών μελών, βάσει του μέσου όρου των απολαβών, των εισφορών ή των προσαυξήσεων, ο οποίος διαπιστώνεται για τις περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που αυτός ο φορέας εφαρμόζει·

    ε) ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί απολαβών ή ποσού κατ' αποκοπή, θεωρεί ότι οι απολαβές ή το ποσό που πρέπει να ληφθεί υπόψη σχετικά με τις περιό- δους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων κρατών μελών είναι ίσο με τις απολαβές ή το κατ' αποκοπήν ποσό ή, κατά περίπτωση, με το μέσο όρο των απολαβών ή των κατ' αποκοπήν ποσών που αντιστοιχούν στις περιόδους ασφαλίσεως, που πραγματο- ποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που αυτός ο φορέας εφαρμόζει·

    στ) ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους του οποίου η νομοθεσία προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται, για ορισμένες περιόδους, στο ποσό των απολαβών και, για άλλες περιόδους, σε κατ' αποκοπήν ποσό ή απολαβή, λαμβάνει υπόψη, όσον αφορά τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που έχουν πραγματοποιηθεί υπό τις νομοθεσίες άλλων κρατών μελών, τις απολαβές ή τα ποσά που καθορί- ζονται σύμφωνα με τις διατάξεις οι οποίες αναφέρονται στα στοιχεία δ)ή ε), ή το μέσο όρο αυτών των απολαβών ή ποσών, ανάλογα με την περίπτωση· αν, για όλες τις περιό- δους που έχουν πραγματοποιηθεί υπό τη νομοθεσία την οποία εφαρμόζει ο φορέας αυτός, ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται σε κατ' αποκοπήν ποσό ή απολαβή, εκτιμά ότι η απολαβή που πρέπει να ληφθεί υπόψη, όσον αφορά τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματο- ποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων κρατών μελών, ισούται με την πλασματική απολαβή η οποία αντιστοιχεί στο εν λόγω κατ' αποκοπήν ποσό ή απολαβή·

    ζ) ο αρμόδιος φορέας ενός κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται σε έναν μέσο όρο εισφορών, καθορίζει αυτό το μέσο όρο σε συνάρτηση με τις περιόδους ασφάλισης που πραγματο- ποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτού του κράτους και μόνον.

    2.  Οι κανόνες της νομοθεσίας κράτους μέλους περί της επανε- κτιμήσεως των στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη για τον υπολογισμό των παροχών εφαρμόζονται, εφόσον είναι ανάγκη, επί των στοιχείων που ελήφθησαν υπόψη από τον αρμόδιο φορέα του κράτους αυτού, σύμφωνα με την παράγραφο 1, σχετικά με τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τις νομοθεσίες άλλων κρατών μελών.

    3.  Εάν, δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους, το ποσό των παροχών καθορίζεται αφού ληφθεί υπόψη η ύπαρξη και άλλων μελών της οικογένειας, εκτός των τέκνων, ο αρμόδιος φορέας του κράτους αυτού λαμβάνει επίσης υπόψη και αυτά τα μέλη της οικογένειας του ενδιαφερομένου που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σαν να κατοικούσαν στο έδαφος του αρμόδιου κράτους.

    4.  Εάν η νομοθεσία που εφαρμόζει ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους απαιτεί, για τον υπολογισμό των παροχών, το συνυπολο- γισμό μισθού, όταν γίνεται εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 45 παράγραφος 6, πρώτο και δεύτερο εδάφιο, και εάν σε αυτό το κράτος μέλος, για την εκκαθάριση της συντάξεως, συνυπολογί- ζονται μόνον οι περίοδοι πλήρους ανεργίας για την οποία καταβάλλεται επίδομα βάσει του άρθρου 71 παράγραφος 1 στοι- χείο α)σημείο ii) ή στοιχείο β)σημείο ii) πρώτη πρόταση, ο αρμόδιος φορέας του εν λόγω κράτους μέλους εκκαθαρίζει τη σύνταξη με βάση το μισθό τον οποίο έχει χρησιμοποιήσει ως σημείο αναφοράς για την καταβολή των εν λόγω παροχών ανερ- γίας, και σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζει.

    Άρθρο 48 (11)

    Περίοδοι ασφαλίσεως ή κατοικίας κατώτερες του έτους

    1.  Παρά το άρθρο 46 παράγραφος 2, ο φορέας κράτους μέλους δεν υποχρεούται να χορηγεί παροχές δυνάμει χρονικών περιόδων οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί υπό τη νομοθεσία που εφαρ- μόζει και οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη στιγμή της επέλευσης του κινδύνου, σε περίπτωση που:

     η διάρκεια των εν λόγω χρονικών περιόδων είναι μικρότερη του έτους

     και

     αν ληφθούν υπόψη οι περίοδοι αυτές και μόνο, δεν αποκτάται δικαίωμα παροχών δυνάμει των διατάξεων αυτής της νομοθε- σίας.

    2.  Ο αρμόδιος φορέας καθενός από τα άλλα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη λαμβάνει υπόψη τις περιόδους που αναφέρονται στην παράγραφο 1 για την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 2, με εξαίρεση το στοιχείο β).

    3.  Στην περίπτωση που η εφαρμογή της παραγράφου 1 θα είχε ως αποτέλεσμα να απαλλαγούν από τις υποχρεώσεις τους όλοι οι φορείς των ενδιαφερομένων κρατών, οι παροχές χορηγούνται αποκλειστικά κατά τη νομοθεσία του τελευταίου από τα κράτη αυτά, οι προϋποθέσεις της οποίας πληρούνται, σαν να είχαν πραγματοποιηθεί όλες οι περίοδοι ασφαλίσεως και κατοικίας, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν και ελήφθησαν υπόψη σύμφωνα με το άρθρο 45 παράγραφοι 1 έως 4, υπό τη νομοθεσία του κράτους αυτού.

    Άρθρο 49 (11) (15)

    Υπολογισμός των παροχών όταν ο ενδιαφερόμενος δεν συγκεντρώνει ταυτοχρόνως τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από όλες τις νομοθεσίες, υπό τις οποίες πραγματοποιήθηκαν περίοδοι ασφαλίσεως ή κατοικίας ή όταν έχει ζητήσει ρητά αναβολή της εκκαθαρίσεως των παροχών γήρατος

    1.  Εάν ο ενδιαφερόμενος δεν συγκεντρώνει, σε δεδομένη στιγμή, αφού ληφθεί ενδεχομένως υπόψη το άρθρο 45 ή/και το άρθρο 40 παράγραφος 3, τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για την πληρωμή των παροχών από όλες τις νομοθεσίες των κρατών μελών στις οποίες είχε υπαχθεί, αλλά πληροί μόνον τις προϋποθέσεις μιας ή περισσοτέρων από αυτές, ισχύουν τα ακόλουθα:

    α) καθένας από τους αρμόδιους φορείς, κατά τη νομοθεσία του οποίου πληρούνται οι προϋποθέσεις, υπολογίζει το ποσό της οφειλόμενης παροχής σύμφωνα με το άρθρο 46· εκτός εάν ο συνυπολογισμός των εν λόγω περιόδων επιτρέπει τον καθο- ρισμό υψηλότερου ποσού παροχών·

    β) ωστόσο:

    (i) εάν ο ενδιαφερόμενος πληροί τις προϋποθέσεις δύο τουλά- χιστον νομοθεσιών, χωρίς να παρίσταται ανάγκη προσφυγής σε περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό νομοθεσίες, των οποίων οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται, οι εν λόγω περίοδοι δεν λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 2, εκτός εάν ο συνυπολογισμός των εν λόγω περιόδων επιτρέπει τον καθορισμό υψηλότερου ποσού παροχών,

    (ii) εάν ο ενδιαφερόμενος πληροί τις προϋποθέσεις μιας και μόνον νομοθεσίας, χωρίς να χρειασθεί να συνυπολογι- σθούν οι περίοδοι ασφαλίσεως ή διαμονής που πραγματοποιήθηκαν υπό νομοθεσίες των οποίων οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται, το ποσό της οφειλόμενης παροχής υπολογίζεται, κατ' εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 1 στοιχείο α)σημείο i), σύμφωνα με τις διατά- ξεις της νομοθεσίας της οποίας πληρούνται οι προϋποθέσεις και λαμβανομένων υπόψη μόνον των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν υπό την εν λόγω νομοθεσία, εκτός εάν ο συνυπολογισμός των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν υπό άλλες νομοθεσίες των οποίων δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις επιτρέπει τον καθορισμό υψηλότερου ποσού παροχών, σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο α)σημείο ii).

    Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται κατ' αναλογία όταν ο ενδιαφερόμενος έχει ζητήσει ρητά την αναβολή της εκκαθαρίσεως των παροχών γήρατος, σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2 δεύτερη φράση.

    2.  Η παροχή ή οι παροχές που έχουν χορηγηθεί δυνάμει μιας ή περισσοτέρων νομοθεσιών στην περίπτωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, υπόκεινται αυτεπαγγέλτως σε νέο υπολο- γισμό σύμφωνα με το άρθρο 46, αφ' ής στιγμής πληρούνται οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από μία ή περισσότερες από τις υπόλοιπες νομοθεσίες στις οποίες είχε υπαχθεί ο ενδιαφερό- μενος, αφού ληφθεί ενδεχομένως υπόψη το άρθρο 45 και αφού ληφθεί ενδεχομένως εκ νέου υπόψη η παράγραφος 1. Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται κατ' αναλογία όταν ένα πρόσωπο ζητήσει τη μέχρι τότε εν αναστολή, δυνάμει του άρθρου 44 παράγραφος 2 δεύτερη φράση, εκκαθάριση των δικαιωμάτων παροχών γήρατος που έχουν αποκτηθεί δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών.

    3.  Πραγματοποιείται αυτεπαγγέλτως νέος υπολογισμός σύμφωνα με την παράγραφο 1 και με την επιφύλαξη του άρθρου 40 παράγραφος 2, όταν οι προϋποθέσεις που απαιτούνται από μία ή περισσότερες από τις εν λόγω νομοθεσίες παύσουν να πληρούνται.

    Άρθρο 50 (11)

    Χορήγηση συμπληρώματος όταν το ποσό των παροχών που οφείλονται κατά τις νομοθεσίες των διαφόρων κρατών μελών δεν φθάνει το κατώτατο όριο που προβλέπει η νομοθεσία του κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο δικαιούχος

    Ο δικαιούχος παροχών, επί του οποίου εφαρμόσθηκε το παρόν κεφάλαιο, δεν δύναται, στο κράτος στου οποίου το έδαφος κατοικεί και κατά τη νομοθεσία του οποίου του οφείλεται παροχή, να εισπράξει ποσό παροχών μικρότερο από την ελάχιστη παροχή που ορίζεται από την εν λόγω νομοθεσία για περίοδο ασφαλίσεως ή κατοικίας ίση με το σύνολο των περιόδων που ελήφθησαν υπόψη για την εκκαθάριση σύμφωνα με τις διατάξεις των προηγουμένων άρθρων. Ο αρμόδιος φορέας του κράτους αυτού του καταβάλλει, ενδεχομένως, καθόλη τη διάρκεια της κατοικίας του στο έδαφος του κράτους αυτού, συμπλήρωμα ίσο με τη διαφορά μεταξύ του ποσού των παροχών που οφείλονται δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου και του ποσού της ελάχιστης παροχής.

    Άρθρο 51 (11)

    Επανεκτίμηση και νέος υπολογισμός των παροχών

    1.  Εάν, λόγω της αυξήσεως του κόστους ζωής, της διακυμάν- σεως του ύψους των μισθών ή άλλων λόγων προσαρμογής, τροποποιηθούν οι παροχές των ενδιαφερομένων κρατών κατά ένα καθορισμένο ποσοστό ή ποσό, το ποσοστό ή ποσό αυτό πρέπει να εφαρμόζεται απευθείας στις παροχές που καθορί- σθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 46, χωρίς να χρειάζεται νέος υπολογισμός κατά τις διατάξεις του εν λόγω άρθρου.

    2.  Αντιθέτως, σε περίπτωση τροποποιήσεως είτε του τρόπου καθορισμού, είτε των κανόνων υπολογισμού των παροχών, πραγματοποιείται νέος υπολογισμός σύμφωνα με το άρθρο 46.

    ▼M3

    Άρθρο 51α

    Πρόσωπα που καλύπτονται από ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους

    1.  Οι διατάξεις των άρθρων 44, 45 παράγραφοι 1, 5 και 6 και των άρθρων 46 έως 51 εφαρμόζονται κατ' αναλογία σε πρόσωπα που καλύπτονται από ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους.

    2.  Ωστόσο, εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά την απόκτηση, εκκαθάριση, διατήρηση ή ανάκτηση των δικαιωμάτων σε παροχές δυνάμει ειδικού συστήματος για δημοσίους υπαλλήλους από την προϋπόθεση, ότι όλες οι περίοδοι ασφάλισης έχουν συμπληρωθεί στο πλαίσιο ενός ή περισσοτέρων ειδικών συστημάτων για τους δημοσίους υπαλλήλους σ' αυτό το κράτος μέλος, ή ότι θεωρούνται από τη νομοθεσία αυτού του κράτους μέλους ως ισοδύναμες προς τέτοιες περιόδους, λαμβάνονται υπόψη μόνον οι περίοδοι που μπορούν να αναγνωριστούν δυνάμει της νομοθεσίας αυτού του κράτους μέλους.

    Εάν, λαμβανομένων υπόψη των περιόδων που έχουν συμπληρωθεί κατ' αυτόν τον τρόπο, ο ενδιαφερόμενος δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να λάβει τις εν λόγω παροχές, οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται υπόψη για τη χορήγηση παροχών του γενικού συστήματος, ή, ελλείψει αυτού, του συστήματος που ισχύει για τους εργάτες ή τους ιδιωτικούς υπαλλήλους, ανάλογα με την περίπτωση.

    3.  Όταν, δυνάμει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους, οι παροχές υπολογίζονται βάσει του τελευταίου μισθού ή μισθών που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια μιας περιόδου αναφοράς, ο αρμόδιος φορέας αυτού του κράτους λαμβάνει υπόψη του για τον υπολογισμό, μόνον τους μισθούς, όπως αυτοί διαμορφώνονται κάθε φορά, που ελήφθησαν κατά την περίοδο ή τις περιόδους κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος υπαγόταν στη νομοθεσία αυτή.

    ▼B



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

    ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΑΣΘΕΝΕΙΕΣ



    Τμήμα 1

    Δικαίωμα παροχών

    Άρθρο 52

    Κατοικία σε κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος μέλος — Γενικοί κανόνες

    Ο μισθωτός ή μη μισθωτός που κατοικεί στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος και ο οποίος γίνεται θύμα εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας, λαμβάνει στο κράτος της κατοικίας του:

    α) παροχές εις είδος που χορηγούνται, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα, από το φορέα του τόπου κατοικίας σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν·

    β) παροχές εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν. Με συμφωνία μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας, οι παροχές αυτές δύναται να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτό φορέα, για λογαριασμό του πρώτου, κατά τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους.

    Άρθρο 53

    Μεθοριακοί εργαζόμενοι — Ειδικός κανόνας

    Ο μεθοριακός εργαζόμενος δύνανται επίσης, να λαμβάνει τις παροχές στο έδαφος του αρμοδίου κράτους. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, σαν να κατοικούσε εκεί ο ενδιαφερόμενος.

    Άρθρο 54

    Διαμονή ή μεταφορά κατοικίας στο αρμόδιο κράτος

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός που αναφέρεται στο άρθρο 52, ο οποίος διαμένει στο έδαφος του αρμοδίου κράτους, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, ακόμη και αν έχει ήδη λάβει παροχές προ της διαμονής του. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει πάντως για τον μεθοριακό εργαζόμενο.

    2.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός που αναφέρεται στο άρθρο 52, ο οποίος μεταφέρει την κατοικία του στο έδαφος του αρμοδίου κράτους, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, ακόμη και αν έχει ήδη λάβει παροχές προ της μεταφοράς της κατοικίας του.

    Άρθρο 55

    Διαμονή εκτός του αρμοδίου κράτους — Επιστροφή ή μεταφορά κατοικίας σε άλλο κράτος μέλος μετά την επέλευση του ατυχήματος ή της επαγγελματικής ασθενείας — Ανάγκη μεταβάσεως σε άλλο κράτος μέλος για την υποβολή σε κατάλληλη θεραπεία

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός, θύμα εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας:

    α) ο οποίος διαμένει στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος

    ή

    β) ο οποίος, αφού απέκτησε το δικαίωμα παροχών εις βάρος του αρμοδίου φορέα, έλαβε την έγκριση από το φορέα αυτόν να επιστρέψει στο έδαφος του κράτους μέλους όπου κατοικεί ή να μεταφέρει την κατοικία του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους

    ή

    γ) ο οποίος έλαβε την έγκριση από τον αρμόδιο φορέα να μεταβεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, για να υποβληθεί στην κατάλληλη για την κατάστασή του θεραπεία,

    έχει δικαίωμα:

    i) παροχών εις είδος που χορηγούνται, για λογαριασμό του αρμοδίου φορέα, από το φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας, σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν, σαν να ήταν ασφαλισμένος σε αυτόν· η διάρκεια χορηγήσεως των παροχών διέπεται πάντως από τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους·

    ii) παροχών εις χρήμα που καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα κατά την νομοθεσία που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν. Κατόπιν συμφωνίας μεταξύ του αρμοδίου φορέα και του φορέα του τόπου κατοικίας ή διαμονής, οι παροχές αυτές δύναται να καταβάλλονται από τον τελευταίο αυτό φορέα, για λογαριασμό του πρώτου, κατά της νομοθεσία του αρμοδίου κράτους.

    2.  Η έγκριση που απαιτεί η παράγραφος 1 στοιχείο β) είναι δυνατόν να μην χορηγηθεί μόνο αν διαπιστούται ότι η μετακίνηση του ενδιαφερομένου θα ηδύνατο να θέσει σε κίνδυνο την κατάσταση της υγείας του ή την εφαρμογή της ιατρικής θεραπείας.

    Η έγκριση που απαιτεί η παράγραφος 1 στοιχείο γ) δεν είναι δυνατόν να μην χορηγηθεί όταν η εν λόγω θεραπεία δεν δύνανται να παρασχεθεί στον ενδιαφερόμενο στο έδαφος του κράτους μέλους που κατοικεί.

    Άρθρο 56

    Ατυχήματα διαδρομής

    Το ατύχημα που συνέβη κατά τη διαδρομή σε έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος, θεωρείται ότι συνέβη στο έδαφος του αρμοδίου κράτους.

    Άρθρο 57 (7)

    Παροχές επαγγελματικής ασθένειας αν ο ενδιαφερόμενος έχει εκτεθεί στον ίδιο κίνδυνο σε περισσότερα κράτη μέλη

    1.  Όταν το θύμα επαγγελματικής ασθένειας άσκησε δραστη- ριότητα δυνάμενη λόγω της φύσεώς της να προκαλέσει την ασθένεια αυτή, υπό τη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, οι παροχές, τις οποίες το θύμα ή οι επιζώντες του μπορούν να διεκδικήσουν, χορηγούνται αποκλειστικά δυνάμει την νομοθεσίας του τελευταίου από αυτά τα κράτη, οι προϋποθέ- σεις της οποίας συμβαίνει να πληρούνται, αφού ληφθούν υπόψη ενδεχομένως οι παράγραφοι 2 έως 5.

    2.  Αν η χορήγηση παροχών επαγγελματικής ασθένειας δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους εξαρτάται από τον όρο ότι η εν λόγω ασθένεια έχει διαπιστωθεί ιατρικά για πρώτη φορά στο έδαφός του, ο όρος αυτός θεωρείται ότι πληρούται, όταν η ασθένεια διαγνώστηκε για πρώτη φορά στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    3.  Εάν η χορήγηση παροχών επαγγελματικής ασθένειας δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους εξαρτάται από τον όρο ότι η ασθένεια αυτή έχει διαπιστωθεί εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος μετά τη λήξη της τελευταίας δραστηριότητας που είναι δυνατόν να προκαλέσει επαγγελματική ασθένεια, ο αρμό- διος φορέας του κράτους αυτού, όταν εξετάζει το χρονικό διάστημα της τελευταίας αυτής δραστηριότητας, λαμβάνει υπόψη κατά το αναγκαίο μέτρο δραστηριότητες της ίδιας φύσεως που ασκήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ως εάν είχαν ασκηθεί υπό τη νομοθεσία του πρώτου κράτους.

    4.  Εάν η χορήγηση παροχών επαγγελματικής ασθένειας δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους εξαρτάται από τον όρο ότι η δραστηριότητα που είναι δυνατόν να προκαλέσει την εν λόγω ασθένεια είχε ασκηθεί επί ορισμένο χρονικό διάστημα, ο αρμόδιος φορέας του κράτους αυτού λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων ασκήθηκε τέτοια δραστηριότητα υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ως εάν είχε ασκηθεί υπό τη νομοθεσία του πρώτου κράτους.

    5.  Σε περίπτωση σκληρογόνου πνευμοκονιώσεως το βάρος των εις χρήμα παροχών, συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων, κατανέμεται μεταξύ των αρμοδίων φορέων των κρατών μελών στο έδαφος των οποίων το θύμα άσκησε δραστηριότητα δυνάμενη να προκαλέσει την ασθένεια αυτή. Η κατανομή αυτή πραγματοποιείται κατ' αναλογία της διάρκειας των περιόδων ασφαλίσεως γήρατος ή των περιόδων κατοικίας που αναφέρονται στο άρθρο 45 παράγραφος 1, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία καθενός από τα κράτη αυτά, εν σχέσει με τη συνο- λική διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως γήρατος ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία όλων αυτών των κρατών κατά την ημερομηνία ενάρξεως των παροχών.

    6.  Το Συμβούλιο προσδιορίζει ομόφωνα, κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, τις επαγγελματικές ασθένειες ως προς τις οποίες επεκτείνεται η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5.

    Άρθρο 58

    Υπολογιμός των εις χρήμα παροχών

    1.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί μέσων αποδοχών, καθορίζει τις μέσες αυτές αποδοχές αποκλειστικά βάσει των διαπιστωθέντων αποδοχών κατά τη διάρκεια των περιόδων που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτή.

    2.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των εις χρήμα παροχών βασίζεται επί κατ' αποκοπή αποδοχών, λαμβάνει υπόψη αποκλειστικά τις κατ' αποκοπή ή, κατά περίπτωση, το μέσο όρο των κατ' αποκοπή αποδοχών που αντιστοιχούν στις περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία αυτή.

    3.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι το ποσό των εις χρήμα παροχών ποικίλλει ανάλογα με τον αριθμό των μελών της οικογένειας, λαμβάνει υπόψη και τα μέλη της οικογενείας του ενδιαφερομένου που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σαν να κατοικούσαν στο έδαφος του αρμοδίου κράτους.

    Άρθρο 59

    Έξοδα μεταφοράς του θύματος

    1.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει την κάλυψη των εξόδων μεταφοράς του θύματος, είτε μέχρι την κατοικία του είτε μέχρι το νοσοκομειακό ίδρυμα, αναλαμβάνει τα έξοδα αυτά μέχρι τον αντίστοιχο τόπο στο έδαφος άλλου κράτους μέλους όπου κατοικεί το θύμα, υπό τον όρο, ότι έχει επιτρέψει προηγουμένως τη μεταφορά αυτή, αφού ληφθούν δεόντως υπόψη οι λόγοι που τη δικαιολογούν. Η έγκριση αυτή δεν απαιτείται, όταν πρόκειται περί μεθοριακού εργαζομένου.

    2.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει την κάλυψη των εξόδων μεταφοράς της σορού του θύματος μέχρι τον τόπο του ενταφιασμού του, αναλαμβάνει τα έξοδα αυτά σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν, μέχρι τον αντίστοιχο τόπο στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, όπου κατοικούσε το θύμα κατά τη στιγμή του ατυχήματος.



    Τμήμα 2

    Επιδείνωση επαγγελματικής ασθένειας για την οποία έχουν χορηγηθεί παροχές

    Άρθρο 60 (7) (11)

    1.  Σε περίπτωση επιδεινώσεως επαγγελματικής ασθένειας, για την οποία ένας μισθωτός ή μη μισθωτός έλαβε ή λαμβάνει αποζημίωση δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους, ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

    α) αν ο ενδιαφερόμενος, αφότου λαμβάνει τις παροχές, δεν άσκησε υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, επαγγελμα- τική δραστηριότητα που δυνατόν να προκαλέσει ή να επιδεινώσει την εν λόγω ασθένεια, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου κράτους υποχρεούται να αναλάβει το βάρος των παροχών, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρ- μόζεται απ' αυτόν, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση·

    β) αν ο ενδιαφερόμενος, αφότου λαμβάνει τις παροχές, έχει ασκήσει τέτοια δραστηριότητα υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου κράτους μέλους υποχρεούται να αναλάβει το βάρος των παροχών, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται απ' αυτόν, χωρίς να λάβει υπόψη την επιδείνωση. Ο αρμόδιος φορέας του δεύτερου κράτους μέλους καταβάλλει στον ενδια- φερόμενο ένα συμπλήρωμα, το ποσό του οποίου ισούται με τη διαφορά μεταξύ του ποσού των παροχών που οφείλονται μετά την επιδείνωση και του ποσού των παροχών που θα οφεί- λονται πριν από την επιδείνωση, κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν, αν η εν λόγω ασθένεια είχε επέλθει υπό τη νομοθεσία του κράτους μέλους αυτού·

    γ) αν, στην περίπτωση που αναφέρεται στο στοιχείο β), ένας μισθωτός ή μη μισθωτός που προσεβλήθη από σκληρογόνο πνευμονοκονίωση ή από ασθένεια καθοριζόμενη κατ' εφαρ- μογή των διατάξεων του άρθρου 57 παράγραφος 6 δεν δικαιούται παροχών δυνάμει της νομοθεσίας του δεύτερου κράτους μέλους, ο αρμόδιος φορέας του πρώτου κράτους μέλους οφείλει να καταβάλλει τις παροχές, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας που εφαρμόζεται απ' αυτόν, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση. Εντούτοις, ο φορέας του δεύτερου κράτους μέλους αναλαμβάνει το βάρος που προκύ- πτει από τη διαφορά μεταξύ του ποσού των εις χρήμα παροχών, συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων, που οφείλει ο αρμόδιος φορέας του πρώτου κράτους μέλους, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση, και του ποσού των αντιστοίχων παροχών που οφείλονται πριν από την επιδείνωση·

    δ) οι ρήτρες μειώσεως, αναστολής ή καταργήσεως, που προβλέ- πονται στη νομοθεσία κράτους μέλους, δεν εφαρμόζονται εις βάρος του δικαιούχου παροχών, οι οποίες έχουν εκκαθαριστεί από τους φορείς δύο κρατών μελών σύμφωνα με το στοιχείο β).

    2.  Σε περίπτωση επιδεινώσεως επαγγελματικής ασθένειας, η οποία προκάλεσε την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 57 παράγραφος 5 ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

    α) ο αρμόδιος φορέας, ο οποίος έχει χορηγήσει τις παροχές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 παράγραφος 1, οφείλει να καταβάλλει τις παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν, αφού λάβει υπόψη την επιδείνωση·

    β) το βάρος των εις χρήμα παροχών, συμπεριλαμβανομένων και των συντάξεων, φέρουν κατ' αναλογίαν οι φορείς, οι οποίοι συμμετείχαν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 57 παράγραφος 5 στο βάρος των προηγουμένων παροχών. Αν το θύμα άσκησε όμως εκ νέου δραστηριότητα που δύναται να προκαλέσει ή να επιδεινώσει την επαγγελματική αυτή ασθέ- νεια, είτε υπό τη νομοθεσία ενός από τα κράτη μέλη, στο οποίο είχε ήδη ασκήσει δραστηριότητα παρόμοιας φύσεως, είτε υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ο φορέας του κράτους αυτού φέρει το βάρος της διαφοράς μεταξύ του ποσού των παροχών που οφείλονται, αφού ληφθεί υπόψη η επιδείνωση και του ποσού των παροχών που οφείλονται προ της επιδεινώσεως.



    Τμήμα 3

    Διάφορες διατάξεις

    Άρθρο 61

    Κανόνες για τη λήψη υπόψη των ιδιομορφιών ορισμένων νομοθεσιών

    1.  Αν δεν υφίσταται ασφάλιση κατά των εργατικών ατυχημάτων ή των επαγγελματικών ασθενειών στο έδαφος του κράτους μέλους όπου ευρίσκεται ο ενδιαφερόμενος ή αν υφίσταται τέτοια ασφάλιση, αλλά δεν προβλέπει αρμόδιο φορέα για την καταβολή παροχών εις είδος, οι παροχές αυτές καταβάλλονται από το φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την καταβολή των παροχών εις είδος σε περίπτωση ασθένειας.

    2.  Αν η νομοθεσία του αρμοδίου κράτους εξαρτά την εντελώς δωρεάν χορήγηση των παροχών εις είδος από τη χρησιμοποίηση της οργανωμένης από τον εργοδότη ιατρικής υπηρεσίας, οι εις είδος παροχές που χορηγούνται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 52 και το άρθρο 55 παράγραφος 1, θεωρείται ότι έχουν χορηγηθεί από μια τέτοια ιατρική υπηρεσία.

    3.  Αν η νομοθεσία του αρμοδίου κράτους περιλαμβάνει σύστημα σχετικό με τις υποχρεώσεις του εργοδότη, οι παροχές εις είδος που χορηγούνται στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 52 και το άρθρο 55 παράγραφος 1 θεωρείται ότι έχουν χορηγηθεί κατόπιν αιτήσεως του αρμοδίου φορέα.

    4.  Όταν το σύστημα του αρμοδίου κράτους που αφορά την αποκατάσταση των ατυχημάτων εργασίας δεν έχει χαρακτήρα υποχρεωτικής ασφαλίσεως, οι παροχές εις είδος χορηγούνται απευθείας από τον εργοδότη ή τον ασφαλιστή που τον υποκαθιστά.

    5.  Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους προβλέπει ρητά ή σιωπηρά ότι τα εργατικά ατυχήματα ή οι επαγγελματικές νόσοι που συνέβησαν ή διαπιστώθηκαν προηγουμένως λαμβάνονται υπόψη για την εκτίμηση του βαθμού ανικανότητας, την αναγνώριση του δικαιώματος σε παροχές ή τον υπολογισμό του ποσού των παροχών, ο αρμόδιος φορέας αυτού του κράτους λαμβάνει επίσης υπόψη τα εργατικά ατυχήματα ή τις επαγγελματικές νόσους που συνέβησαν ή διαπιστώθηκαν προηγουμένως υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους σαν να είχαν συμβεί ή διαπιστωθεί υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει.

    6.  Όταν η νομοθεσία κράτους μέλους προβλέπει ρητά ή σιωπηρά ότι τα εργατικά ατυχήματα ή οι επαγγελματικές νόσοι που συνέβησαν ή διαπιστώθηκαν μεταγενέστερα λαμβάνονται υπόψη για την εκτίμηση του βαθμού ανικανότητας, την αναγνώριση του δικαιώματος σε παροχές ή τον υπολογισμό του ποσού των παροχών, ο αρμόδιος φορέας αυτού του κράτους λαμβάνει επίσης υπόψη τα εργατικά ατυχήματα ή τις επαγγελματικές νόσους που συνέβησαν ή διαπιστώθηκαν μεταγενέστερα υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους σαν να είχαν συμβεί ή διαπιστωθεί υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει, υπό τον όρο:

    1. ότι δεν έχει δοθεί αποζημίωση για το εργατικό ατύχημα ή για την επαγγελματική νόσο που συνέβη ή διαπιστώθηκε προγενέστερα υπό τη νομοθεσία που ο οργανισμός αυτός εφαρμόζει,

    και

    2. ότι για το εργατικό ατύχημα ή την επαγγελματική νόσο που συνέβη ή διαπιστώθηκε μεταγενέστερα, και με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 5, δεν έχει δοθεί αποζημίωση σύμφωνα με τη νομοθεσία του άλλου κράτους μέλους υπό την οποία συνέβη ή διαπιστώθηκε.

    Άρθρο 62

    Ρύθμιση στην περίπτωση υπάρξεως περισσοτέρων συστημάτων στη χώρα κατοικίας ή διαμονής — Ανώτατη διάρκεια χορηγήσεως των παροχών αυτών

    1.  Αν η νομοθεσία του τόπου διαμονής ή κατοικίας περιλαμβάνει περισσότερα συστήματα ασφαλίσεως, οι διατάξεις που εφαρμόζονται στους μισθωτούς ή μη μισθωτούς που προβλέπονται στο άρθρο 52 ή το άρθρο 55 παράγραφος 1, είναι εκείνες του συστήματος, στο οποίο υπάγονται οι χειρώνακτες εργαζόμενοι της βιομηχανίας χάλυβα. Αν όμως η νομοθεσία αυτή περιλαμβάνει ειδικό σύστημα για τους εργαζομένους των ορυχείων και των παρεμφερών επιχειρήσεων, οι διατάξεις του συστήματος αυτού εφαρμόζονται σε αυτήν την κατηγορία των εργαζομένων, όταν ο φορέας του τόπου διαμονής ή κατοικίας, στο οποίον απευθύνονται, είναι αρμόδιος για την εφαρμογή του συστήματος αυτού.

    2.  Αν η νομοθεσία κράτους μέλους ορίζει ανώτατη διάρκεια για τη χορήγηση των παροχών, ο φορέας που εφαρμόζει τη νομοθεσία αυτή δύναται να λάβει υπόψη την περίοδο κατά την οποία οι παροχές έχουν ήδη χορηγηθεί από το φορέα άλλου κράτους μέλους.



    Τμήμα 4

    Αποδόσεις μεταξύ φορέων

    Άρθρο 63

    1.  Ο αρμόδιος φορέας οφείλει να αποδώσει το ποσό των εις είδος παροχών που έχουν χορηγηθεί για λογαριασμό του δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 52 και του άρθρου 55 παράγραφος 1.

    2.  Οι αποδόσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται και πραγματοποιούνται κατά τη διαδικασία που προβλέπεται στον κανονισμό εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 98 βάσει δικαιολογητικών των πραγματικών δαπανών.

    3.  Δύο ή περισσότερα μέλη ή οι αρμόδιες αρχές των κρατών αυτών δύνανται να προβλέπουν άλλους τρόπους αποδόσεως ή να παραιτούνται από οποιαδήποτε απόδοση μεταξύ των φορέων που υπάγονται στην αρμοδιότητά τους.

    ▼M4



    Τμήμα 5α

    Σπουδαστές

    Άρθρο 63α

    Οι διατάξεις των τμημάτων 1 έως 4 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στους σπουδαστές.

    ▼B



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

    ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΘΑΝΑΤΟΥ

    Άρθρο 64

    Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας

    Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος επιδομάτων θάνατου από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν.

    Άρθρο 65

    Δικαίωμα επιδομάτων όταν ο θάνατος επέρχεται ή ο δικαιούχος κατοικεί σε κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος

    1.  Αν ο μισθωτός ή μη μισθωτός, ο δικαιούχος ή ο αιτούμενος, σύνταξη ή μέλος της οικογένειάς του αποθάνει στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος, ο θάνατος θεωρείται ότι επήλθε στο έδαφος του αρμοδίου κράτους.

    2.  Ο αρμόδιος φορέας οφείλει να χορηγήσει επιδόματα θανάτου δυνάμει της νομοθεσίας που εφαρμόζεται απ' αυτόν, ακόμη και αν ο δικαιούχος κατοικεί στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος.

    3.  Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 έχουν επίσης εφαρμογή, αν ο θάνατος επήλθε λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας.

    Άρθρο 66

    Καταβολή των παροχών σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου συντάξεως που κατοικούσε σε άλλο κράτος μέλος από εκείνο στο οποίο ευρίσκεται ο φορέας που εβαρύνετο με τις παροχές εις είδος

    Σε περίπτωση θανάτου του δικαιούχου συντάξεως που οφείλεται δυνάμει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους ή συντάξεων που οφείλονται δυνάμει των νομοθεσιών περισσοτέρων κρατών μελών, αν ο δικαιούχος αυτός κατοικούσε στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από εκείνο στο οποίο ευρίσκεται ο φορέας που εβαρύνετο με τις εις είδος παροχές τις καταβαλλόμενες στον εν λόγω δικαιούχο δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 28, τα επιδόματα θάνατου που οφείλονται κατά τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από τον εν λόγω φορέα, καταβάλλονται από το φορέα αυτόν και εις βάρος του, σαν να κατοικούσε ο δικαιούχος κατά το χρόνο του θανάτου του στο έδαφος του κράτους μέλους όπου ευρίσκεται ο φορέας αυτός.

    Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου ισχύουν κατ' αναλογία για τα μέλη της οικογένειας του δικαιούχου συντάξεως.

    ▼M4

    Άρθρο 66α

    Σπουδαστές

    Οι διατάξεις των άρθρων 64 έως 66 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στους σπουδαστές και στα μέλη των οικογενειών τους.

    ▼B



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

    ΑΝΕΡΓΙΑ



    Τμήμα 1

    Κοινές διατάξεις

    Άρθρο 67

    Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως

    1.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από την συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός, υπό τον όρο πάντως ότι οι περίοδοι απασχολήσεως θα είχαν θεωρηθεί ως περίοδοι ασφαλίσεως αν είχαν πραγματοποιηθεί υπό τη νομοθεσία αυτή.

    2.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, τη διατήρηση ή την ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από την πραγματοποίηση περιόδων απασχολήσεως, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως ή απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό την ιδιότητα μισθωτού υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, ως να επρόκειτο για περιόδους απασχολήσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζεται από το φορέα αυτόν.

    3.  Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 71 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) και στοιχείο β) σημείο ii), η εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 1 και 2 τελεί υπό τον όρο ότι ο ενδιαφερόμενος έχει πραγματοποιήσει τελευταία:

     στην περίπτωση της παραγράφου 1, περιόδους ασφαλίσεως,

     στην περίπτωση της παραγράφου 2, περιόδους απασχολήσεως,

    κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας δυνάμει της οποίας ζητούνται οι παροχές.

    4.  Όταν η διάρκεια χορηγήσεως των παροχών εξαρτάται από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως ή απασχολήσεως, έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1 ή της παραγράφου 2, κατά περίπτωση.

    Άρθρο 68

    Υπολογισμός των παροχών

    1.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι ο υπολογισμός των παροχών βασίζεται επί του ποσού του προηγούμενου μισθού, λαμβάνει υπόψη αποκλειστικά το μισθό που εισέπραξε ο ενδιαφερόμενος για την τελευταία απασχόληση που άσκησε στο έδαφος του κράτους αυτού. Αν όμως ο ενδιαφερόμενος δεν έχει ασκήσει την τελευταία απασχόλησή του στο έδαφος αυτό επί τέσσερις τουλάχιστον εβδομάδες, οι παροχές υπολογίζονται βάσει του συνήθους μισθού που αντιστοιχεί, στον τόπο όπου κατοικεί ή διαμένει ο άνεργος, σε απασχόληση ισότιμη ή ανάλογη με εκείνη την οποία άσκησε τελευταία στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    2.  Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου προβλέπει ότι το ποσό των παροχών ποικίλλει ανάλογα με τον αριθμό των μελών της οικογένειας, λαμβάνει υπόψη και τα μέλη της οικογένειας του ενδιαφερομένου που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σάν να κατοικούσαν στο έδαφος του αρμοδίου κράτους. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει αν, στη χώρα κατοικίας των μελών της οικογένειας, άλλο πρόσωπο έχει δικαίωμα παροχών ανεργίας για τον υπολογισμό των οποίων λαμβάνονται υπόψη τα μέλη της οικογένειας.



    Τμήμα 2

    Άνεργοι που μεταβαίνουν σε κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος

    Άρθρο 69

    Προϋποθέσεις και περιορισμοί διατηρήσεως του δικαιώματος παροχών

    1.  Ο μισθωτός ή μη μισθωτός σε πλήρη ανεργία, ο οποίος πληροί τους όρους που απαιτούνται από τη νομοθεσία κράτους μέλους για να έχει δικαίωμα παροχών και ο οποίος μεταβαίνει σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη για να αναζητήσει εργασία, διατηρεί το δικαίωμα των παροχών αυτών υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις και με τους ακόλουθους περιορισμούς:

    α) προ της αναχωρήσεώς του, πρέπει να έχει εγγραφεί ως αιτών εργασία και να έχει παραμείνει στη διάθεση των υπηρεσιών απασχολήσεως του αρμοδίου κράτους επί τέσσερις τουλάχιστον εβδομάδες μετά την έναρξη της ανεργίας. Οι αρμόδιες υπηρεσίες ή φορείς δύνανται, πάντως, να επιτρέψουν την αναχώρησή του προ της λήξεως της προθεσμίας αυτής·

    β) πρέπει να εγγραφεί ως αιτών εργασία στις υπηρεσίες απασχολήσεως καθενός των κρατών μελών στα οποία μεταβαίνει και να υποβάλλεται στον έλεγχο που είναι οργανωμένος εκεί. Ο όρος αυτός θεωρείται ότι εκπληρώθηκε για την προ της εγγραφής περίοδο, αν ο ενδιαφερόμενος εγγράφει εντός επτά ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία έπαυσε να είναι στη διάθεση των υπηρεσιών απασχολήσεως του κράτους, από το οποίο αναχώρησε. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις η προθεσμία αυτή δύναται να παραταθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες ή τους αρμοδίους φορείς.

    γ) το δικαίωμα παροχών διατηρείται επί χρονικό διάστημα τριών μηνών κατ' ανώτατο όριο, από την ημερομηνία κατά την οποία ο ενδιαφερόμενος έπαυσε να είναι στη διάθεση των υπηρεσιών απασχολήσεως του κράτους από το οποίο αναχώρησε, χωρίς, η συνολική διάρκεια χορηγήσεως των παροχών να δύναται να υπερβεί το χρονικό διάστημα για το οποίο έχει δικαίωμα παροχών δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους αυτού. Στην περίπτωση του εποχιακά εργαζομένου, η διάρκεια αυτή περιορίζεται επιπλέον στο χρονικό διάστημα που απομένει μέχρι το τέλος της εποχής για την οποία έχει προσληφθεί.

    2.  Αν ο ενδιαφερόμενος επιστρέψει στο αρμόδιο κράτος πριν από τη λήξη της περιόδου κατά την οποία έχει δικαίωμα παροχών, δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 1 στοιχείο γ), συνεχίζει να έχει δικαίωμα παροχών σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού· χάνει κάθε δικαίωμα παροχών δυνάμει της νομοθεσίας του αρμοδίου κράτος αν δεν επιστρέψει εκεί πριν από τη λήξη της περιόδου αυτής. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή δύναται να παραταθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες ή τους αρμοδίους φορείς.

    3.  Επίκληση των διατάξεων της παραγράφου 1 δύναται να γίνει μια μόνο φορά μεταξύ δύο περιόδων απασχολήσεως.

    ▼M8 —————

    ▼B

    Άρθρο 70

    Καταβολή παροχών και αποδόσεις

    1.  Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 69 παράγραφος 1, οι παροχές καταβάλλονται από το φορέα κάθε κράτους στο οποίο ο άνεργος μεταβαίνει προς αναζήτηση εργασίας.

    Ο αρμόδιος φορέας του κράτους μέλους, στη νομοθεσία του οποίου είχε υπαχθεί ο μισθωτός ή μη μισθωτός κατά την τελευταία απασχόλησή του, οφείλει να αποδώσει το ποσό των παροχών αυτών.

    2.  Οι αποδόσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 καθορίζονται και πραγματοποιούνται κατά την διαδικασία την οποία προβλέπει ο κανονισμός εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 98, είτε βάσει δικαιολογητικών των πραγματικών δαπανών, είτε βάσει κατ' αποκοπή ποσών.

    3.  Δύο ή περισσότερα κράτη μέλη ή οι αρμόδιες αρχές των κρατών αυτών δύνανται να προβλέψουν άλλους τρόπους αποδόσεως ή πληρωμής, ή να παραιτηθούν από κάθε απόδοση μεταξύ των φορέων της αρμοδιότητάς τους.



    Τμήμα 3

    Άνεργοι που κατοικούσαν κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς τους σε κράτους μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος

    Άρθρο 71

    1.  Ο σε ανεργία μισθωτός που κατοικούσε κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος λαμβάνει παροχές κατά τις ακόλουθες διατάξεις:

    α) 

    i) ο μεθοριακός εργαζόμενος, ο οποίος ευρίσκεται σε μερική ή προσωρινή ανεργία στην επιχείρηση που τον απασχολεί, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους, σαν να κατοικούσε στο έδαφος του κράτους αυτού· οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα·

    ii) ο μεθοριακός εργαζόμενος, ο οποίος ευρίσκεται σε πλήρη ανεργία, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί, σαν να είχε υπαχθεί στη νομοθεσία αυτή κατά τη διάρκεια της τελευταίας απασχολήσεώς του· οι παροχές αυτές καταβάλλονται από το φορέα του τόπου κατοικίας και εις βάρος του·

    β) 

    i) ο μισθωτός, πλην του μεθοριακού εργαζομένου, ο οποίος ευρίσκεται σε μερική ή προσωρινή ή πλήρη ανεργία και ο οποίος παραμένει στη διάθεση του εργοδότη του ή των υπηρεσιών απασχολήσεως, στο έδαφος του αρμοδίου κράτους, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, σαν να κατοικούσε στο έδαφός του· οι παροχές αυτές καταβάλλονται από τον αρμόδιο φορέα·

    ii) ο μισθωτός, πλην του μεθοριακού εργαζομένου, ο οποίος ευρίσκεται σε πλήρη ανεργία και ο οποίος τίθεται στη διάθεση των υπηρεσιών απασχολήσεως στο έδαφος του κράτους μέλους όπου κατοικεί ή επιστρέφει στο έδαφος αυτό, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού, σαν να είχε ασκήσει εκεί την τελευταία του απασχολήση· οι παροχές αυτές καταβάλλονται από το φορέα του τόπου κατοικίας και εις βάρος του. Αν όμως στον μισθωτό αυτόν είχε αναγνωρισθεί το δικαίωμα παροχών εις βάρος του αρμοδίου φορέα του κράτους μέλους, στη νομοθεσία του οποίου υπήχθη τελευταία, λαμβάνει τις παροχές σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 69. Το δικαίωμα των παροχών σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους της κατοικίας του αναστέλλεται για την περίοδο κατά την οποία ο άνεργος δύναται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 69, να διεκδικήσει παροχές κατά τη νομοθεσία στην οποία είχε υπαχθεί τελευταία.

    2.  Ο άνεργος δεν δύναται να διεκδικήσει παροχές δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο δικαιούται παροχών δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 1 στοιχείο α) σημείο i) ή στοιχείο β) σημείο i).

    ▼M3



    Τμήμα 4

    Πόσωπα καλυπτόμενα από ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους

    Άρθρο 71α

    1.  Οι διατάξεις των τμημάτων 1 και 2 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στα πρόσωπα που καλύπτονται από ειδικό σύστημα ανεργίας για τους δημοσίους υπαλλήλους.

    2.  Οι διατάξεις του τμήματος 3 δεν εφαρμόζονται σε πρόσωπα τα οποία καλύπτονται από ειδικό σύστημα ανεργίας για τους δημοσίους υπαλλήλους. Ο άνεργος ο οποίος καλύπτεται από ειδικό σύστημα ανεργίας για τους δημοσίους υπαλλήλους, είναι μερικώς ή πλήρως άνεργος και, κατά την τελευταία του απασχόληση, διέμενε στο έδαφος κράτους μέλους διαφορετικού από το αρμόδιο κράτος, λαμβάνει παροχές σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του αρμόδιου κράτους, ως εάν διέμενε στο έδαφος του κράτους αυτού· αυτές οι παροχές επιβαρύνουν και χορηγούνται από τον αρμόδιο φορέα.

    ▼B



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 (8)

    ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΕΣ ΠΑΡΟΧΕΣ

    Άρθρο 72 (8)

    Συνυπολογισμός των περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας

    Ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση του δικαιώματος παροχών από τη συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, τις περιόδους ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μη μισθωτής δραστηριότητας που πραγματοποιήθηκαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο φορέας αυτός.

    Άρθρο 72α (9) (14)

    Μισθωτοί εργαζόμενοι σε κατάσταση πλήρους ανεργίας

    Ένας μισθωτός εργαζόμενος, σε κατάσταση πλήρους ανεργίας, στον οποίο εφαρμόζεται το άρθρο 71 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii) ή στοιχείο β) σημείο ii) πρώτη πρόταση, επωφελείται, για τα μέλη της οικογενείας του που κατοικούν στο έδαφος του ιδίου κράτους μέλους με αυτόν, των οικογενειακών παροχών σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του κράτους αυτού, όπως εάν αυτός είχε υπαχθεί στην εν λόγω νομοθεσία κατά τη διάρκεια της τελευταίας του απασχόλησης, λαμβανομένων υπόψη, αν χρειάζεται, των διατάξεων του άρθρου 72. Οι παροχές αυτές εξυπηρετούνται από την υπηρεσία του τόπου κατοικίας και επιβαρύνουν την ίδια.

    Αν ο φορέας αυτός εφαρμόζει νομοθεσία η οποία προβλέπει κρατήσεις εισφορών που βαρύνουν τους ανέργους για την κάλυψη οικογενειακών παροχών, δύναται να διενεργεί τις κρατήσεις αυτές σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του.

    Άρθρο 73 (8)

    Μισθωτοί ή μη μισθωτοί, τα μέλη της οικογένειας των οποίων κατοικούν σε κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος

    Ο μισθωτός ή μη μισθωτός που υπάγεται στη νομοθεσία κράτους μέλους δικαιούται, για τα μέλη της οικογένειάς του που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, τις οικογενειακές παροχές που προβλέπονται από τη νομοθεσία του πρώτου κράτους, σαν να κατοικούσαν τα μέλη αυτά στο έδαφος του κράτους αυτού, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παραρτήματος VΙ.

    Άρθρο 74 (8)

    Άνεργοι, τα μέλη της οικογένειας των οποίων κατοικούν σε κράτος μέλος άλλο από το αρμόδιο κράτος

    Ο άνεργος μισθωτός ή μη μισθωτός που λαμβάνει παροχές ανεργίας δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους δικαιούται, για τα μέλη της οκογένειάς του που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, τις οικογενειακές παροχές που προβλέπονται από τη νομοθεσία του πρώτου κράτους, σαν να κατοικούσαν τα μέλη αυτά στο έδαφος του κράτους αυτού, με την επιφύλαξη των διατάξεων του παραρτήματος VΙ.

    Άρθρο 75 (8)

    Καταβολή των παροχών

    1.  Οι οικογενειακές παροχές καταβάλλονται, στις περιπτώσεις του άρθρου 73, από τον αρμόδιο φορέα του κράτους στην νομοθεσία του οποίου υπάγεται ο μισθωτός ή μη μισθωτός και, στις περιπτώσεις του άρθρου 74, από τον αρμόδιο φορέα του κράτους δυνάμει της νομοθεσίας του οποίου ο άνεργος μισθωτός η μη μισθωτός λαμβάνει παροχές ανεργίας. Οι παροχές καταβάλ- λονται σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται από τους φορείς αυτούς, ανεξάρτητα από το αν το φυσικό ή νομικό πρόσωπο προς το οποίο πρέπει να καταβληθούν κατοικεί ή διαμένει ή έχει την έδρα του στο έδαφος του αρμοδίου κράτους ή στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    2.  Αν πάντως το πρόσωπο στο οποίο πρέπει να καταβληθούν οι οικογενειακές παροχές δεν τις χρησιμοποιεί για τη συντήρηση των μελών της οικογένειάς του, ο αρμόδιος φορέας απαλλάσ- σεται της υποχρέωσης με την καταβολή των παροχών αυτών στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο φέρει πραγματικά το βάρος συντηρήσεως των μελών της οικογενείας, κατόπιν αιτήσεως και μεσολαβήσεως του φορέα του τόπου κατοικίας τους ή του φορέα που υποδεικνύεται ή του οργανισμού που καθορίζεται για το σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή της χώρας κατοικίας τους.

    3.  ύο ή περισσότερα κράτη μέλη δύνανται να συμφωνήσουν, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, να καταβάλει ο αρμόδιος φορέας τις οικογενειακές παροχές που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας ενός ή περισσοτέρων από τα κράτη αυτά, στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο φέρει πραγματικά το βάρος συντηρή- σεως των μελών της οικογενείας, είτε απευθείας είτε κατόπιν μεσολαβήσεως του φορέα του τόπου κατοικίας τους.

    Άρθρο 76 (8)

    Κανόνες προτεραιότητας σε περίπτωση σώρευσης δικαιωμάτων οικογε- νειακών παροχών δυνάμει της νομοθεσίας του αρμόδιου κράτους και δυνάμει της νομοθεσίας της χώρας όπου τα μέλη της οικογένειας έχουν την κατοικία τους

    1.  Όταν καταβάλλονται οικογενειακές παροχές, κατά την ίδια περίοδο, και για το ίδιο μέλος της οικογένειας λόγω άσκησης μιας επαγγελματικής δραστηριότητας, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου έχουν την κατοικία τους τα μέλη της οικογένειας, αναστέλλεται το δικαιώμα προς είσπραξη οικογενειακών παροχών που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, ενδεχομένως, κατ' εφαρμογή των άρθρων 73 και 74, μέχρι του ποσού που προβλέπεται από τη νομοθεσία του πρώτου κράτους μέλους.

    2.  Εάν δεν υποβληθεί αίτηση παροχών στο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διαμένουν τα μέρη της οικογενείας, ο αρμό- διος φορέας του άλλου κράτους μέλους μπορεί να εφαρμόζει τις διατάξεις της παράγραφου 1, ως εάν εχορηγούντο οι παροχές στο πρώτο κράτος μέλος.

    ▼M4

    Άρθρο 76α

    Σπουδαστές

    Οι διατάξεις του άρθρου 72 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στους σπουδαστές.

    ▼B



    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

    ΠΑΡΟΧΕΣ ΓΙΑ ΤΕΚΝΑ ΣΥΝΤΗΡΟΥΜΕΝΑ ΑΠΟ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΚΑΙ ΓΙΑ ΟΡΦΑΝΑ

    Άρθρο 77

    Τέκνα συντηρούμενα από δικαιούχους συντάξεων

    1.  Ο όρος «παροχές» κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, καθορίζει τα οικογενειακά επιδόματα που προβλέπονται για τους δικαιούχους συντάξεως γήρατος, αναπηρίας, εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας, καθώς και τις προσαυξήσεις ή τα συμπληρώματα των συντάξεων αυτών λόγω τέκνων των δικαιούχων αυτών, με εξαίρεση των συμπληρωμάτων που χορηγούνται βάσει συστημάτων ασφαλίσεως για εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες.

    2.  Οι παροχές χορηγούνται, οποιοδήποτε κι άν είναι το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο δικαιούχος συντάξεως ή τα τέκνα, κατά τους ακόλουθους κανόνες:

    α) στον δικαιούχο συντάξεως που οφείλεται δυνάμει της νομοθεσίας ενός μόνον κράτους μέλους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους μέλους που είναι αρμόδιο για τη ύνταξη ·

    β) στον δικαιούχο συντάξεως που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας περισσοτέρων κρατών μελών:

    i) σύμφωνα με την νομοθεσία του κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικεί ο δικαιούχος αυτός, αν το δικαίωμα για μια από τις παροχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γεννήθηκε κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας του κράτους αυτού, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, οι διατάξεις του άρθρου 79 παράγραφος 1 στοιχείο α)

    ή

    ii) στις υπόλοιπες περιπτώσεις, σύμφωνα με εκείνη από τις νομοθεσίες των κρατών μελών αυτών στην οποία υπήχθη ο ενδιαφερόμενος επί περισσότερο χρόνο, αν το δικαίωμα για μια από τις παροχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γεννήθηκε δυνάμει της νομοθεσίας αυτής, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, οι διατάξεις του άρθρου 79 παράγραφος 1 στοιχείο α)· αν δεν γεννάται δικαίωμα δυνάμει της νομοθεσίας αυτής, οι προϋποθέσεις γενέσεως του δικαιώματος εξετάζονται σε σχέση με τις νομοθεσίες των υπολοίπων ενδιαφερομένων κρατών μελών, κατά φθίνουσα σειρά της διάρκειας των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία των κρατών μελών αυτών.

    Άρθρο 78

    Ορφανά

    ▼M5

    1.  Ο όρος «παροχές», για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, σημαίνει τα οικογενειακά επιδόματα και, ανάλογα με την περίπτωση, τα συμπληρωματικά ή τα ειδικά επιδόματα που προβλέπονται για τα ορφανά.

    ▼B

    2.  Οι παροχές για ορφανά χορηγούνται, οποιοδήποτε κι αν είναι το κράτος μέλος κατοικίας του ορφανού ή του φυσικού ή νομικού προσώπου που βαρύνεται με την πραγματική συντήρησή του, κατά τους ακόλουθους κανόνες:

    α) για το ορφανό αποθανόντος μισθωτού ή μη μισθωτού, ο οποίος είχε υπαχθεί στη νομοθεσία ενός μόνον κράτους μέλους, σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού·

    β) για το ορφανό αποθανόντος μισθωτού ή μη μισθωτού ο οποίος είχε υπαχθεί στις νομοθεσίες πολλών κρατών μελών:

    i) σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους στο έδαφος του οποίου κατοικεί το ορφανό, αν το δικαίωμα για μια από τις παροχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γεννήθηκε κατά τη νομοθεσία του κράτους αυτού, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, οι διατάξεις του άρθρου 79 παράγραφος 1 στοιχείο α)

    ή

    ii) στις υπόλοιπες περιπτώσεις σύμφωνα με εκείνη από τις νομοθεσίες των κρατών μελών αυτών, στην οποία είχε υπαχθεί ο αποθανών επί περισσότερο χρόνο, αν το δικίωμα για μια από τις παροχές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 γεννήθηκε δυνάμει της νομοθεσίας αυτής, αφού ληφθούν υπόψη, ενδεχομένως, οι διατάξεις του άρθρου 79 παράγραφος 1 στοιχείο α)· αν δεν γεννάται δικαίωμα δυνάμει της νομοθεσίας αυτής, οι προϋποθέσεις γενέσεως του δικαιώματος εξετάζονται σε σχέση με τις νομοθεσίες των υπολοίπων ενδιαφερομένων κρατών μελών, κατά φθίνουσα σειρά της διάρκειας των περιόδων ασφαλίσεως ή κατοικίας που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία των κρατών μελών αυτών.

    Η νομοθεσία του κράτους μέλους που ισχύει για την καταβολή των παροχών που αναφέρονται στο άρθρο 77 υπέρ των τέκνων δικαιούχου συντάξεων, εξακολουθεί εντούτοις να ισχύει μετά το θάνατο του δικαιούχου αυτού για την καταβολή των παροχών στα ορφανά του.

    ▼M5

    Άρθρο 78α

    Οι συντάξεις ορφανών, εκτός από αυτές που χορηγούνται στο πλαίσιο ασφαλιστικών συστημάτων για εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες, αντιμετωπίζονται ως «παροχές» στο πλαίσιο του άρθρου 78 παράγραφος 1, εφόσον ο αποθανών καλυπτόταν για οποιοδήποτε διάστημα από σύστημα το οποίο παρέχει μόνον οικογενειακά επιδόματα ή συμπληρωματικά ή ειδικά επιδόματα για ορφανά. Τα συστήματα αυτά παρατίθενται στο παράρτημα VIII.

    ▼B

    Άρθρο 79 (7)

    Κοινές διατάξεις παροχών για συντηρούμενα τέκνα δικαιούχων συντάξεων και για ορφανά

    1.  Οι παροχές, υπό την έννοια των άρθρων ►M5  77,78 και 78α ◄ , καταβάλλονται σύμφωνα με τη νομοθεσία που ορίζεται κατ' εφαρμογή των άρθρων αυτών από το φορέα που είναι αρμό- διος για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής και εις βάρος του, σαν να είχε υπαχθεί ο δικαιούχος των συντάξεων ή ο αποθανών αποκλειστικά στη νομοθεσία του αρμοδίου κράτους.

    Πάντως:

    α) αν η νομοθεσία αυτή προβλέπει ότι η κτήση, η διατήρηση ή η ανάκτηση του δικαιώματος παροχών εξαρτάται από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως, απασχολήσεως, μη μισθωτής δραστηριότητας ή κατοικίας, η διρκεια αυτή καθορίζεται αφού ληφθούν υπόψη, εφόσον είναι ανάγκη, οι διατάξεις του άρθρου 45 ή του άρθρου 72, νάλογα με την περίπτωση·

    β) αν η νομοθεσία αυτή προβλέπει ότι το ποσό των παροχών υπολογίζεται βάσει του ποσού της συντάξεως ή ότι εξαρτάται, από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως, το ποσό των παροχών αυτών υπολογίζεται βάσει του θεωρητικού ποσού που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 παράγραφος 2.

    2.  Αν η εφαρμογή του κανόνα που ορίζεται στο άρθρο 77 παράγραφος 2 στοιχείο β)σημείο ii) και στο άρθρο 78 παράγραφος 2 στοιχείο β)σημείο ii) έχει ως συνέπεια να κατα- στούν αρμόδια πολλά κράτη μέλη λόγω ίσης διάρκειας των περιόδων, οι παροχές υπό την έννοια των άρθρων ►M5  77, 78 ή 78α ◄ , κατά περίπτωση, χορηγούνται σύμφωνα με εκείνη από τις νομοθεσίες των κρατών μελών, στην οποία υπήχθη τελευταία ο δικαιούχος ή ο αποθανών.

    3.  Το δικαίωμα παροχών που οφείλονται είτε δυνάμει μόνο της εθνικής νομοθεσίας είτε κατ' εφαρμογή της παραγράφου 2 και των άρθρων ►M5  77,78 και 78α ◄ αναστέλλεται, αν τα τέκνα δικαιούνται οικογενειακών παροχών ή επιδομάτων κατά τη νομοθεσία κράτους μέλους λόγω ασκήσεως επαγγελματικής δραστηριότητας. Στην περίπτωση αυτή, οι ενδιαφερόμενοι θεωρούνται σαν μέλη της οικογένειας μισθωτού ή μη μισθωτού.

    ▼M3

    Άρθρο 79α

    Διατάξεις σχετικά με τις παροχές σε ορφανά τέκνα που δικαιούνται παροχές στο πλαίσιο ειδικού συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους

    1.  Παρά τις διατάξεις του ►M5  άρθρο 78α ◄ , οι συντάξεις ορφανών στα πλαίσια ειδικού συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους καταβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 3.

    2.  Όταν, σε περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1, οι περίοδοι ασφάλισης, μισθωτής ή μη μισθωτής απασχόλησης, ή κατοικίας, έχουν επίσης συμπληρωθεί στο πλαίσιο γενικού συστήματος, οι παροχές που οφείλονται βάσει αυτού του γενικού συστήματος, οι παροχές που οφείλονται βάσει αυτού του γενικού συστήματος καταβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 8, ►M5  εκτός αν ορίζεται άλλως στο άρθρο 44 παράγραφος 3. ◄ Οι περίοδοι ασφάλισης, μισθωτής ή μη μισθωτής απασχόλησης που έχουν συμπληρωθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία περί ειδικού συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους ή οι περίοδοι που θεωρούνται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους ως ισοδύναμες προς τέτοιες περιόδους, λαμβάνονται υπόψη, κατά περίπτωση, για την απόκτηση, διατήρηση ή ανάκτηση του δικαιώματος παροχών, σύμφωνα με την νομοθεσία αυτού του γενικού συστήματος.

    ▼B



    ΤΙΤΛΟΣ ΙV

    ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΚΙΝΟΥΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

    Άρθρο 80

    Σύνθεση και λειτουργία

    1.  Η διοικητική επιτροπή για την κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων, καλουμένη στο εξής «διοικητική επιτροπή», η οποία υπάγεται στην Επιτροπή αποτελείται από έναν κυβερνητικό αντιπρόσωπο κάθε κράτους μέλους, ο οποίος επικουρείται, εφόσον είναι ανάγκη, από τεχνικούς συμβούλους. Ένας αντιπρόσωπος της Επιτροπής μετέχει με συμβουλευτική ψήφο στις συνεδριάσεις της διοικητικής επιτροπής.

    2.  Η διοικητική επιτροπή επικουρείται σε τεχνικά θέματα από το διεθνές γραφείο εργασίας στο πλαίσιο των συμφωνιών που συνήφθησαν προς το σκοπό αυτό μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της διεθνούς οργανώσεως εργασίας.

    3.  Το καταστατικό της διοικητικής επιτροπής καταρτίζεται με κοινή συμφωνία των μελών της.

    Οι αποφάσεις σε θέματα ερμηνείας, που αφορούν το άρθρο 81 στοιχείο α), λαμβάνονται ομοφώνως. Στις αποφάσεις αυτές δίδεται η απαραίτητη δημοσιότητα.

    4.  Η γραμματεία της διοικητικής επιτροπής εξασφαλίζεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

    Άρθρο 81

    Καθήκοντα της διοικητικής επιτροπής

    Η διοικητική επιτροπή έχει τα ακόλουθα καθήκοντα:

    α) χειρίζεται όλα τα διοικητικά θέματα ή τα θέματα ερμηνείας που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό, από μεταγενέστερους κανονισμούς ή από οποιαδήποτε συμφωνία ή ρύθμιση στο πλαίσιο των κανονισμών αυτών, με την επιφύλαξη του δικαιώματος των ενδιαφερομένων αρχών, φορέων και προσώπων να προσφεύγουν στα δικαστήρια και σε διαδικασίες που προβλέπονται από τις νομοθεσίες των κρατών μελών, από τον παρόντα κανονισμό και από τη συνθήκη·

    β) μεριμνά, κατόπιν αιτήσεως των αρμοδιών αρχών, φορέων και δικαστικών αρχών των κρατών μελών, για όλες τις μεταφράσεις των εγγράφων που αφορούν την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού και κυρίως για τις μεταφράσεις των αιτήσεων προσώπων που δικαιούνται τα πλεονεκτήματα που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό·

    γ) προάγει και αναπτύσσει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών επί θεμάτων κοινωνικής ασφαλίσεως, κυρίως όσον αφορά υγειονομικά και κοινωνικά μέτρα κοινού ενδιαφέροντος·

    ▼M1

    δ) να προωθεί και να αναπτύσσει τη συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών μέσω εκσυγχρονισμού των διαδικασιών ανταλλαγής πληροφοριών, ειδικότερα μέσω προσαρμογής της ροής πληροφοριών μεταξύ των φορέων στις τηλεματικές ανταλλαγές, λαμβάνοντας υπόψη την ανάπτυξη της επεξεργασίας των δεδομένων σε κάθε κράτος μέλος. Ο εκσυγχρονισμός αυτός αποσκοπεί, κυρίως, στην επιτάχυνση της χορήγησης των παροχών·

    ▼B

    ε) συγκεντρώνει τα στοιχεία που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για την κατάρτιση των λογαριασμών που αφορούν τα βάρη των φορέων των κρατών μελών βάσει των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και εγκρίνει τους ετήσιους λογαριασμούς μεταξύ των φορέων αυτών·

    στ) ασκεί άλλα καθήκοντα για το οποία είναι αρμόδια δυνάμει των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, μεταγενεστέρων κανονισμών ή άλλων συμφωνιών ή ρυθμίσεων στο πλαίσιο των κανονισμών αυτών·

    ζ) υποβάλλει προτάσεις στην Επιτροπή για την επεξεργασία νεωτέρων κανονισμών, καθώς και για την αναθεώρηση του παρόντος και των μεταγενεστέρων κανονισμών.



    ΤΙΤΛΟΣ V

    ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΑΚΙΝΟΥΜΕΝΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

    Άρθρο 82 (B) (16)

    Σύσταση, σύνθεση και λειτουργία

    1.  Συνιστάται συμβουλευτική επιτροπή για την κοινωνική ασφάλιση των διακινουμένων εργαζομένων που καλείται στο εξής «συμβουλευτική επιτροπή» και αποτελείται από ►M10  162 ◄ μέλη, κατ' αναλογία, για κάθε κράτος μέλος, από:

    α) δύο αντιπροσώπους της κυβερνήσεως, ένας τουλάχιστον από τους οποίους πρέπει να είναι μέλος της ιοικητικής Επιτροπής·

    β) δύο αντιπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων·

    γ) δύο αντιπροσώπους των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργοδοτών.

    Για καθεμία από τις ανωτέρω κατηγορίες διορίζεται ένα αναπληρωματικό μέλος κατά κράτος μέλος.

    2.  Τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη της συμβουλευ- τικής επιτροπής διορίζονται από το Συμβούλιο, το οποίο επιδιώκει, κατά την εκλογή των αντιπροσώπων των συνδικαλι- στικών οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών, να επιτύχει δίκαιη εκπροσώπηση των διαφόρων ενδιαφερομένων τομέων στη σύνθεση της επιτροπής.

    Ο κατάλογος των τακτικών και των αναπληρωματικών μελών δημοσιεύεται από το Συμβούλιο στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    3.  Η θητεία των τακτικών και των αναπληρωματικών μελών είναι διετής. Ο επαναδιορισμός τους επιτρέπεται. Μετά τη λήξη της θητείας τους, τα τακτικά και τα αναπληρωματικά μέλη παρα- μένουν εν ενεργεία μέχρι της αντικαταστάσεώς τους ή μέχρις ανανεώσεως της θητείας τους.

    4.  Η συμβουλευτική επιτροπή προεδρεύεται από αντιπρόσωπο της Επιτροπής. Ο πρόεδρος δεν μετέχει στην ψηφοφορία.

    5.  Η συμβουλευτική επιτροπή συνέρχεται τουλάχιστον μία φορά το χρόνο. Συγκαλείται από τον πρόεδρό της, είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε κατόπιν εγγράφου αιτήσεως προς αυτόν του ενός τρίτου τουλάχιστον των μελών. Η αίτηση αυτή πρέπει να περιλαμβάνει συγκεκριμένες προτάσεις, όσον αφορά την ημερήσια διάταξη.

    6.  Με πρόταση του προέδρου της, η συμβουλευτική επιτροπή δύναται να αποφασίσει, κατ' εξαίρεση, να συμβουλευτεί πρόσωπα ή εκπροσώπους οργανισμών με ευρεία πείρα σε θέματα κοινω- νικής ασφαλίσεως. Εξάλλου, η Επιτροπή επικουρείται σε τεχνικά θέματα, υπό τους ίδιους όρους με τη διοικητική επιτροπή, από το διεθνές γραφείο εργασίας στο πλαίσιο των συμφωνιών που έχουν συναφθεί μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της διεθνούς οργανώσεως εργασίας.

    7.  Οι γνώμες και οι προτάσεις της συμβουλευτικής επιτροπής πρέπει να είναι αιτιολογημένες. Λαμβάνονται με απόλυτη πλειοψηφία των εγκύρων ψήφων.

    Η συμβουλευτική επιτροπή καταρτίζει κατά πλειοψηφία των μελών της τον εσωτερικό κανονισμό της, ο οποίος εγκρίνεται από το Συμβούλιο κατόπιν γνώμης της Επιτροπής.

    8.  Η γραμματεία της συμβουλευτικής επιτροπής εξασφαλίζεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής.

    Άρθρο 83

    Καθήκοντα της συμβουλευτικής επιτροπής

    Η συμβουλευτική επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, της διοικητικής επιτροπής ή με δική της πρωτοβουλία:

    α) να εξετάζει θέματα γενικά ή θέματα αρχής και προβλήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή των κανονισμών που εκδόθηκαν κατά τις διατάξεις του άρθρου 51 της συνθήκης·

    β) να διατυπώνει ανάλογες γνώμες προς τη διοικητική επιτροπή, καθώς και προτάσεις για ενδεχόμενη αναθεώρηση των κανονισμών.



    ΤΙΤΛΟΣ VΙ

    ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 84 (7)

    Συνεργασία των αρμοδίων αρχών

    1.  Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κοινοποιούν μεταξύ τους κάθε πληροφορία που αφορά:

    α) τα μέτρα που ελήφθησαν για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού·

    β) τις τροποποιήσεις της νομοθεσίας τους που δύνανται να έχουν επίδραση στην εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

    2.  Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, οι αρχές και οι φορείς των κρατών μελών παρέχουν μεταξύ τους κάθε δυνατή διευκόλυνση, ως να επρόκειτο για την εφαρμογή της δικής τους νομοθεσίας. Η διοικητική αλληλοβοήθεια των ανωτέρω αρχών και φορέων παρέχεται κατ' αρχήν δωρεάν. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών δύνανται πάντως να συμφωνήσουν την απόδοση ορισμένων δαπανών.

    3.  Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, οι αρχές και οι φορείς των κρατών μελών δύνανται να επικοινωνούν απευθείας μεταξύ τους, καθώς και με τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ή τους εκπροσώπους τους.

    4.  Οι αρχές, οι φορείς και τα δικαστήρια κράτους μέλους δεν δύνανται να απορρίψουν τις αιτήσεις ή άλλα έγγραφα, τα οποία τους απευθύνονται, επειδή έχουν συνταχθεί στην επίσημη γλώσσα άλλου κράτους μέλους. Προσφεύγουν, εφόσον συντρέχει λόγος, στις διατάξεις του άρθρου 81 στοιχείο β).

    5.  

    α) Εφόσον, δυνάμει του παρόντος κανονισμού ή του κανονι- σμού εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 98, οι αρχές ή φορείς κράτους μέλους κοινοποιούν στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα σε αρχές ή φορείς άλλου κράτους μέλους, η κοινοποίηση αυτή υπόκειται στις διατάξεις της νομοθεσίας σχετικά με την προστασία στοιχείων του κράτους μέλους το οποίο τα διαβιβάζει.

    Κάθε μεταγενέστερη κοινοποίηση καθώς και καταγραφή σε μνήμη, τροποποίηση και καταστροφή στοιχείων υπόκειται στις διατάξεις της νομοθεσίας σχετικά με την προστασία στοιχείων του κράτους μέλους το οποίο τα λαμβάνει.

    β) Η χρησιμοποίηση στοιχείων προσωπικού χαρακτήρα για σκοπούς άλλους από σκοπούς που αφορούν την κοινωνική ασφάλιση είναι επιτρεπτή μόνον κατόπιν συγκατάθεσης του προσώπου που αφορούν ή σύμφωνα με άλλες εγγυήσεις που προβλέπονται από το εσωτερικό δίκαιο.

    ▼M7

    Άρθρο 84α

    Σχέσεις μεταξύ των φορέων και των προσώπων που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό

    1.  Οι φορείς και τα πρόσωπα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό έχουν υποχρέωση αμοιβαίας πληροφόρησης και συνεργασίας έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

    Οι φορείς, σύμφωνα με την αρχή της χρηστής διοίκησης, απαντούν σε όλα τα αιτήματα εντός εύλογης προθεσμίας και παρέχουν συναφώς στους ενδιαφερόμενους κάθε πληροφορία που απαιτείται για την άσκηση των δικαιωμάτων που τους αναγνωρίζει ο παρών κανονισμός.

    Τα εν λόγω πρόσωπα ενημερώνουν το συντομότερο δυνατόν τους φορείς του αρμόδιου κράτους και του κράτους της κατοικίας σχετικά με κάθε αλλαγή της προσωπικής ή οικογενειακής τους κατάστασης η οποία έχει επιπτώσεις στα δικαιώματά τους επί των παροχών του παρόντος κανονισμού.

    2.  Η μη τήρηση της υποχρέωσης ενημέρωσης της παραγράφου 1 τρίτο εδάφιο, μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τη λήψη ανάλογων μέτρων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Εντούτοις, τα εν λόγω μέτρα πρέπει να είναι ισοδύναμα με τα εφαρμοζόμενα σε παρόμοιες καταστάσεις βάσει του εθνικού δικαίου και δεν πρέπει να καθιστούν στην πράξη αδύνατη ή υπερβολικά δύσκολη την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχονται στους ενδιαφερομένους με τον παρόντα κανονισμό.

    3.  Σε περίπτωση δυσκολιών ερμηνείας ή εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, που ενδέχεται να διακυβεύσουν τα δικαιώματα προσώπου που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του, ο φορέας του αρμόδιου κράτους ή του κράτους κατοικίας του ενδιαφερομένου έρχεται σε επαφή με τον φορέα ή τους φορείς του άλλου κράτους μέλους ή των άλλων κρατών μελών. Εφόσον η εύρεση λύσεως δεν είναι δυνατή εντός εύλογης προθεσμίας, οι ενδιαφερόμενες αρχές μπορούν να ζητήσουν την παρέμβαση της διοικητικής επιτροπής.

    ▼B

    Άρθρο 85

    Απαλλαγές ή μειώσεις φόρων — Απαλλαγή επικυρώσεως

    1.  Το προνόμιο των απαλλαγών ή μειώσεων φόρων, χαρτοσήμου, δικαστικών τελών ή εγγραφής που προβλέπεται από τη νομοθεσία κράτους μέλους για τα πιστοποιητικά ή τα έγγραφα, τα οποία πρέπει να προσκομισθούν κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας του κράτους αυτού, επεκτείνεται στα αντίστοιχα πιστοποιητικά ή έγγραφα, τα οποία πρέπει να προσκομισθούν κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους ή του παρόντος κανονισμού.

    2.  Κάθε πράξη, έγγραφο και άλλου είδους πιστοποιητικό, το οποίο πρέπει να προσκομισθεί κατ' εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, απαλλάσσεται της επικυρώσεως των διπλωματικών προξενικών αρχών.

    ▼M1

    3.  Ένα ηλεκτρονικό μήνυμα που αποστέλλεται από έναν φορέα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και του κανονισμού εφαρμογής του δεν μπορεί να απορρίπτεται από οποιαδήποτε άλλη αρχή ή φορέα άλλου κράτους μέλους με την αιτιολογία ότι παραλήφθηκε ηλεκτρονικά, εφόσον ο φορέας παραλαβής έχει δηλώσει την ικανότητά του να λαμβάνει ηλεκτρονικά μηνύματα. Η αναπαραγωγή και η καταγραφή τέτοιων μηνυμάτων πρέπει να θεωρείται ότι είναι σωστή και ακριβής αναπαραγωγή του πρωτότυπου εγγράφου ή καταγραφή σχετικής με αυτό πληροφορίας, εκτός εάν υπάρχει απόδειξη για το αντίθετο.

    Το ηλεκτρονικό μήνυμα πρέπει να θεωρείται έγκυρο εάν το σύστημα πληροφορικής στο οποίο καταγράφεται το μήνυμα περιλαμβάνει τα απαραίτητα στοιχεία ασφαλείας για να αποφεύγεται οποιαδήποτε μεταβολή, γνωστοποίηση της καταγραφής ή πρόσβαση στην καταγραφή. Ανά πάσα στιγμή πρέπει να είναι δυνατή η αναπαραγωγή της καταγεγραμμένης πληροφορίας σε απευθείας αναγνώσιμη μορφή. Όταν ένα ηλεκτρονικό μήνυμα διαβιβάζεται από τον ένα φορέα στον άλλο, πρέπει να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα ασφαλείας σύμφωνα με τις σχετικές κοινοτικές διατάξεις.

    ▼B

    Άρθρο 86 (14)

    Αιτήσεις, δηλώσεις ή προσφυγές που υποβάλλονται προς την αρχή, το φορέα ή δικαστήριο κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος

    1.  Οι αιτήσεις, δηλώσεις ή προσφυγές, οι οποίες κατ' εφαρ- μογή της νομοθεσίας κράτους μέλους πρέπει να υποβληθούν εντός καθορισμένης προθεσμίας προς την αρχή, το φορέα ή το δικαστήριο του κράτους αυτού, γίνονται δεκτές, αν υποβληθούν εντός της ίδιας προθεσμίας προς αντίστοιχη αρχή, φορέα ή δικα- στήριο άλλου κράτους μέλους. Στην περίπτωση αυτή, η επιληφθείσα αρχή, ο φορέας ή το δικαστήριο διαβιβάζει αμελλητί τις αιτήσεις, δηλώσεις ή προσφυγές αυτές προς την αρμόδια αρχή, το φορέα ή το δικαστήριο του πρώτου κράτους, είτε απευθείας είτε κατόπιν μεσολαβήσεως των αρμοδίων αρχών των ενδιαφερομένων κρατών. Η ημερομηνία, κατά την οποία οι αιτήσεις, δηλώσεις ή προσφυγές αυτές υποβλήθηκαν προς την αρχή, το φορέα ή το δικαστήριο του δεύτερου κράτους, θεωρείται ως η ημερομηνία υποβολής τους προς την αρμόδια αρχή, τον αρμόδιο φορέα ή το αρμόδιο δικαστήριο.

    2.  Στην περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο, δικαιούμενο να το πράξει σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους, υποβάλει αίτηση οικογενειακών παροχών στο κράτος αυτό το οποίο όμως δεν είναι αρμόδιο κατά προτεραιότητα, η ημερομηνία κατά την οποία έγινε η πρώτη αυτή αίτηση θεωρείται ως η ημερομηνία υποβολής στην αρμόδια αρχή, τον αρμόδιο φορέα ή το αρμόδιο δικαστήριο, υπό τον όρο ότι θα υποβληθεί νέα αίτηση στο αρμόδιο κατά προτεραιότητα κράτος από πρόσωπο το οποίο έχει δικαίωμα σύμφωνα με τη νομοθεσία του κράτους αυτού. Η δεύτερη αυτή αίτηση πρέπει να υποβληθεί εντός προθεσμίας ενός έτους το πολύ από την κοινοποίηση της απόρριψης της πρώτης αίτησης ή της παύσης καταβολής των παροχών στο πρώτο κράτος μέλος.

    Άρθρο 87

    Ιατρικές γνωματεύσεις

    1.  Οι ιατρικές γνωματεύσεις που προβλέπονται από τη νομοθεσία κράτους μέλους δύνανται να διενεργούνται, κατόπιν αιτήσεως του αρμόδιου φορέα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους από το φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας του δικαιούχου παροχών, κατά τους όρους που προβλέπονται στον κανονισμό εφαρμογής του άρθρου 98 ή, εν ελλείψει, κατά τους όρους που συφωνούνται μεταξύ των αρμοδίων αρχών των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

    2.  Οι ιατρικές γνωματεύσεις που πραγματοποιούνται κατά τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, θεωρούνται ότι πραγματοποιήθηκαν στο έδαφος του αρμόδιου κράτους.

    Άρθρο 88 (16)

    Μεταφορά από ένα κράτος μέλος σε άλλο ποσών που οφείλονται βάσει του παρόντος κανονισμού

    Σε αντίθετη περίπτωση οι μεταφορές ποσών που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού γίνονται σύμφωνα με τις ισχύουσες σχετικές συμφωνίες κατά το χρόνο της μεταφοράς μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών. (SIC! Κατά περίπτωση, οι μεταφορές ποσών που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού γίνονται σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά το χρόνο της μεταφοράς σχετικές συμφωνίες μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών.) Αν δεν υφίστανται τέτοιες συμφωνίες μεταξύ δύο κρατών μελών, οι αρμόδιες αρχές των κρατών αυτών ή οι αρμόδιες αρχές για τις διεθνείς πληρωμές καθορίζουν από κοινού τα αναγκαία μέτρα για τη διενέργεια των μεταφορών αυτών.

    Άρθρο 89

    Ειδικές περιπτώσεις εφαρμογής ορισμένων νομοθεσιών

    Οι ειδικές περιπτώσεις εφαρμογής των νομοθεσιών ορισμένων κρατών μελών αναφέρονται στο παράρτημα VΙ.

    Άρθρο 90 (8)

    . . . . . .

    Άρθρο 91

    Εισφορές εις βάρος εργοδοτών ή επιχειρήσεων μη εγκατεστημένων στο αρμόδιο κράτος

    Ο εργοδότης δεν δύναται να υποχρεωθεί σε πληρωμή αυξημένων εισφορών επειδή η κατοικία του ή η έδρα της επιχειρησεώς του ευρίσκεται στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος.

    Άρθρο 92

    Είσπραξη εισφορών

    1.  Οι εισφορές που οφείλονται σε φορέα κράτους μέλους δύνανται να εισπραχθούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, σύμφωνα με τη διοικητική διαδικασία και με τις εγγυήσεις και τα προνόμια που ισχύουν για την είσπραξη των εισφορών που οφείλονται στον αντίστοιχο φορέα του τελευταίου αυτού κράτους.

    2.  Ο τρόπος εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1 ρυθμίζεται κατά το αναγκαίο μέτρο από τον κανονισμό εφαρμογής του άρθρου 98 ή από συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών. Ο τρόπος αυτός εφαρμογής δύναται, επίσης, να αφορά και τη διαδικασία αναγκαστικής εισπράξεως.

    Άρθρο 93

    Δικαίωμα των οφειλετών φορέων έναντι τρίτων υπευθύνων

    1.  Αν, δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους, χορηγούνται παροχές για ζημία προκληθείσα από περιστατικά που συνέβησαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, τα τυχόν δικαιώματα του οφειλέτη φορέα έναντι του τρίτου, ο οποίος υποχρεούται σε αποκατάσταση της ζημίας, ρυθμίζονται κατά τον ακόλουθο τρόπο:

    α) όταν ο φορέας οφειλέτης υποκαθιστά σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζεται απ' αυτόν τον δικαιούχο στα δικαιώματα, τα οποία αυτός έχει έναντι του τρίτου, η υποκατάσταση αυτή αναγνωρίζεται από κάθε κράτος μέλος·

    β) όταν ο φορέας οφειλέτης έχει άμεσο δικαίωμα έναντι του τρίτου, κάθε κράτος μέλος αναγνωρίζει το δικαίωμα αυτό.

    2.  Αν, δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους, χορηγούνται παροχές για ζημία προκληθείσα από περιστατικά που συνέβησαν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, οι διατάξεις της νομοθεσίας αυτής, οι οποίες καθορίζουν σε ποιές περιπτώσεις αποκλείεται ή αστική ευθύνη των εργοδοτών ή των μισθωτών, τους οποίους απασχολούν, ισχύουν έναντι του ενδιαφερόμενου προσώπου ή του αρμόδιου φορέα.

    Οι διατάξεις της παραγράφου 1 ισχύουν, επίσης, για τα τυχόν δικαιώματα του οφειλέτη φορέα έναντι του εργοδότη ή των μισθωτών τους οποίους απασχολεί, σε όσες περιπτώσεις δεν αποκλειέται η ευθύνη τους.

    3.  Εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 3 ή/και το άρθρο 63 παράγραφος 3, δύο ή περισσότερα κράτη μέλη ή οι αρμόδιες αρχές τους έχουν συνάψει συμφωνία παραιτήσεως από την απόδοση μεταξύ των φορέων που υπάγονται στην αρμοδιότητά τους, τα τυχόν δικαιώματα έναντι τρίτου υπευθύνου διέπονται από τους επόμενους κανόνες:

    α) εφόσον ο φορέας του κράτους μέλους διαμονής ή κατοικίας χορηγεί παροχές σε άτομο για ζημία η οποία επήλθε στο έδαφος του, ο φορέας αυτός, σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει, ασκεί το δικαίωμα υποκαταστάσεως ή στρέφεται άμεσα κατά του υποχρέου σε αποκατάσταση της ζημίας τρίτου·

    β) για την εφαρμογή του στοιχείου α):

    i) ο δικαιούχος παροχών θεωρείται ασφαλισμένος στο φορέα του τόπου διαμονής ή κατοικίας

    και

    ii) ο φορέας αυτός θεωρείται ως οφειλέτης φορέας·

    γ) οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 εξακολουθούν να ισχύουν για παροχές μη περιλαμβανόμενες στη συμφωνία παραιτήσεως από την απόδοση που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο.



    ΤΙΤΛΟΣ VΙΙ

    ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

    Άρθρο 94 (7) (8) (11) (12)

    Μεταβατικές διατάξεις για τους μισθωτούς

    1.  Ο παρών κανονισμός δεν δημιουργεί κανένα δικαίωμα παροχών για περίοδο προγενέστερη της 1ης Οκτωβρίου 1972 ή της ημερομηνίας εφαρμογής του στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους.

    2.  Κάθε περίοδος ασφαλίσεως, καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε περίοδος απασχολήσεως ή κατοικίας, η οποία πραγματο- ποιήθηκε υπό τη νομοθεσία κράτους μέλους προ της 1ης Οκτωβρίου 1972 ή προ της ημερομηνίας εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του κράτους μέλους αυτού ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων που γεννώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

    3.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, δικαίωμα γεννάται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ακόμη και αν αναφέρεται σε γεγονός προ της 1ης Οκτωβρίου 1972 ή της ημερομηνίας εφαρμογής του στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους.

    4.  Κάθε παροχή, η οποία δεν έχει εκκαθαρισθεί η έχει ανασταλεί λόγω της ιθαγένειας ή της κατοικίας του ενδιαφερο- μένου, εκκαθαρίζεται ή επαναφέρεται κατόπιν αιτήσεως αυτού από την 1η Οκτωβρίου 1972 ή από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδφάφους αυτού του κράτους, με την επιφύλαξη ότι τα προηγουμένως εκκαθαρισθέντα δικαιώματα δεν ρυθμίστηκαν δι' εφάπαξ καταβολής.

    5.  Τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων, οι οποίοι επέτυχαν προ της ενάρξεως της 1ης Οκτωβρίου 1972 ή προ της ημερομηνίας εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερο- μένου κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους την εκκαθάριση συντάξεως, δύνανται να αναθεωρηθούν, κατόπιν αιτήσεώς τους, αφού ληφθούν υπόψη οι διατάξεις του κανονισμού αυτού. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται, επίσης, επί των παροχών που αναφέρονται στο άρθρο 78.

    6.  Αν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί εντός δύο ετών από την 1η Οκτωβρίου 1972 ή από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, τα δικαιώματα που γεννώνται δυνάμει του κανονισμού αυτού αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή, χωρίς να είναι δυνατόν να αντιταχθούν στους ενδιαφερομένους οι διατάξεις της νομοθεσίας κράτους μέλους περί εκπτώσεως ή παραγραφής δικαιωμάτων.

    Το αυτό ισχύει όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονι- σμού στα εδάφη που έχουν ενσωματωθεί, από τις 3 Οκτωβρίου 1990, στο έδαφος της Ομοσπονδιακής ημοκρατίας της Γερμα- νίας, εφόσον η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 έχει υποβληθεί σε προθεσμία δύο ετών από την 1η Ιουνίου 1992.

    7.  Αν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγφραφο 5 υποβληθεί μετά τη λήξη της διετούς προθεσμίας, από την 1η Οκτωβρίου 1972 ή από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους τα δικαιώματα, από τα οποία δεν εξέπεσε ο δικαιούχος ή τα οποία δεν παραγράφηκαν, αποκτώνται από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως, με την επιφύλαξη τυχόν ευνοϊκότερων διατάξεων της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους.

    Το αυτό ισχύει όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονι- σμού στα εδάφη που έχουν ενσωματωθεί, από τις 3 Οκτωβρίου 1990, στο έδαφος της Ομοσπονδιακής ημοκρατίας της Γερμα- νίας, εφόσον η αίτηση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 έχει υποβληθεί μετά την παρέλευση προθε- σμίας δύο ετών από την 1η Ιουνίου 1992.

    8.  Σε περίπτωση σκληρογόνου πνευμονοκονιώσεως, η διάταξη του άρθρου 57 παράγραφος 5 ισχύει για τις παροχές εις χρήμα για επαγγελματική ασθένεια, αν δεν κατέστη δυνατόν να κατα- νεμηθούν οι δαπάνες για τις παροχές αυτές μεταξύ των ενδιαφερομένων φορέων προ της 1ης Οκτωβρίου 1972 λόγω ελλείψεως συμφωνίας μεταξύ των φορέων αυτών.

    9.  Τα οικογενειακά επιδόματα τα οποία λαμβάνουν οι μισθωτοί εργαζόμενοι στη Γαλλία ή οι μισθωτοί εργαζόμενοι σε ανεργία οι οποίοι εισπράττουν παροχές ανεργίας βάσει της γαλλικής νομοθεσίας για τα μέλη της οικογένειάς τους που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος, στις 15 Νοεμβρίου 1989 εξακολουθούν να καταβάλλονται με τα ποσοστά, μέσα στα όρια και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που ισχύουν την ημερομηνία εκείνη, εφόσον το ποσό τους είναι ανώτερο από το ποσό των παροχών που θα οφείλονται από τις 16 Νοεμβρίου 1989 για όσο χρονικό διάστημα οι ενδιαφερόμενοι υπάγονται στη γαλλική νομοθεσία. εν λαμβάνονται υπόψη διακοπές διάρκειας μικρότερης του μήνα ούτε περίοδοι εισπράξεως παροχών ασθενείας ή ανεργίας.

    Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου, και ιδίως η κατανομή της επιβάρυνσης των επιδομάτων αυτών καθορί- ζονται με κοινή συμφωνία από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ή από τις αρμόδιες αρχές τους μετά από γνώμη της διοικητικής επιτροπής.

    10.  εκκαθάριση σύνταξης, μπορούν να επανεξετάζονται μετά από αίτησή τους, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 45 παράγραφος 6.

    Άρθρο 95 (6) (12)

    Μεταβατικές διατάξεις για τους μη μισθωτούς

    1.  Ο παρών κανονισμός δεν δημιουργεί κανένα δικαίωμα παροχών για περίοδο προγενέστερη της 1ης Ιουλίου 1982 ή της ημερομηνίας έναρξης εφαρμογής του στο έδαφος του ενδιαφερό- μενου κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους.

    2.  Κάθε περίοδος ασφάλισης καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε περίοδος απασχόλησης, μη μισθωτής δραστηριότητας ή κατοι- κίας που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους πριν από την 1η Ιουλίου 1982 ή πριν από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος αυτού του κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους, λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων που γεννώνται σύμφδωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    3.  Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 1, δικαίωμα γεννάται, δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ακόμη και αν αναφέρεται σε ασφαλιστικό κίνδυνο που επήλθε πριν από την 1η Ιουλίου 1982 ή πριν από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους.

    4.  Κάθε παροχή η οποία δεν έχει εκκαθαριστεί ή έχει ανασταλεί, λόγω της ιθαγένειας ή της κατοικίας του ενδιαφερό- μενου, εκκαθαρίζεται ή επαναφέρεται, κατόπιν αιτήσεως αυτού, από την 1η Ιουλίου 1982 ή από την ημερομηνία έναρξης εφαρ- μογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους, με την επιφύλαξη ότι προγηουμένως εκκαθαρι- σθέντα δικαιώματα δεν ρυθμίστηκαν δι' εφάπαξ καταβολής.

    5.  Τα δικαιώματα των ενδιαφερόμενων οι οποίοι επέτυχαν, πριν από την 1η Ιουλίου 1982 ή πριν από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους ή σε τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους, την εκκαθάριση σύνταξης, μπορούν να αναθεωρ- ηθούν κατόπιν αιτήσεώς τους, αφού ληφθεί υπόψη ο παρών κανονισμός. Η διάταξη αυτή ισχύει, επίσης, για τις υπόλοιπες παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 78.

    6.  Αν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί εντός προθεσμίας δύο ετών από την 1η Ιουλίου 1982 ή από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, τα δικαιώματα που γεννώνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή χωρίς να είναι δυνατό να αντιταχθούν στους ενδιαφερόμενους διατάξεις της νομοθεσίας κράτους μέλους περί εκπτώσεως ή παραγραφής των δικαιωμάτων.

    Το αυτό ισχύει όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονι- σμού στα εδάφη που έχουν ενσωματωθεί, από τις 3 Οκτωβρίου 1990, στο έδαφος της Ομοσπονδιακής ημοκρατίας της Γερμα- νίας, εφόσον η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 έχει υποβληθεί μετά την παρέλευση προθε- σμίας δύο ετών από την 1η Ιουνίου 1992.

    7.  Αν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί μετά τη λήξη της διετούς προθεσμίας από την 1η Ιουλίου 1982 ή την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στο έδαφος του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, τα δικαιώματα από τα οποία δεν εξέπεσε ο δικαιούχος ή τα οποία δεν παραγράφηκαν, αποκτώνται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης με την επιφύλαξη τυχόν ευνοϊκότερων διατάξεων της νομοθεσίας κράτους μέλους.

    Το αυτό ισχύει όσον αφορά την εφαρμογή του παρόντος κανονι- σμού στα εδάφη που έχουν ενσωματωθεί από τις 3 Οκτωβρίου 1990, στο έδαφος της Ομοσπονδιακής ημοκρατίας της Γερμα- νίας, εφόσον η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 έχει υποβληθεί σε προθεσμία δύο ετών από την 1η Ιουνίου 1992.

    Άρθρο 95α (11)

    Μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1248/92 ( 3 )

    1.  Ο κανονισμός (ΕΟΚ)αριθ. 1248/92 δεν δημιουργεί κανένα δικαίωμα για τις περιόδους πριν από την 1η Ιουνίου 1992.

    2.  Όλες οι περίοδοι ασφάλισης ή κατοικίας που συμπλη- ρώθηκαν υπό τη νομοθεσία ενός κράτους μέλους πριν από την 1η Ιουνίου 1992, λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων που γεννώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανο- νισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1249/92.

    3.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, δικαίωμα γεννάται, δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1248/ 92, ακόμη και αν αναφέρεται σε ασφαλιστικό κίνδυνο που επήλθε πριν από την 1η Ιουνίου 1992.

    4.  Τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων, οι οποίοι επέτυχαν πριν από την 1η Ιουνίου 1992 την εκκαθάριση συντάξεως, δύνανται να αναθεωρούνται, κατόπιν αιτήσεώς τους, αφού ληφθούν υπόψη οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1248/ 92.

    5.  Αν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 υποβληθεί εντός δύο ετών από την 1η Ιουνίου 1992, τα δικαιώματα που γεννώνται δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1248/92 αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή, χωρίς να είναι δυνατόν να αντιτάσσονται στους ενδιαφερόμενους οι διατάξεις της νομοθεσίας κράτους μέλους περί εκπτώσεως ή παραγραφής δικαιωμάτων.

    6.  Αν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 υποβληθεί μετά το τέλος της διετούς περιόδου από την 1η Ιουνίου 1992, τα δικαιώματα εκ των οποίων δεν εξέπεσε ο δικαιούχος ή τα οποία δεν παραγράφονται, αποκτώνται από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως, με την επιφύλαξη τυχόν ευνοϊκότερων διατάξεων της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους.

    Άρθρο 95β (14)

    Μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1247/92 ( 4 )

    1.  Ο κανονισμός (ΕΟΚ)αριθ. 1247/92 δεν γεννά κανένα δικαίωμα για περίοδο προγενέστερη της 1ης Ιουνίου 1992.

    2.  Οι περίοδοι κατοικίας μισθωτής ή μη μισθωτής επαγγελμα- τικής δραστηριότητας που συμπληρώθηκαν στο έδαφος ενός κράτους μέλους πριν από την 1η Ιουνίου 1992 λαμβάνονται υπόψη για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων που γεννώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1247/92.

    3.  Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, δικαίωμα γεννάται, δυνάμει του κανονισμου (ΕΟΚ)αριθ. 1247/92, έστω και αν αφορά γεγονός που έλαβε χώρα πριν από την 1η Ιουνίου 1992.

    4.  Κάθε ειδική παροχή χωρίς συνεισφορά που δεν έχει εκκαθαρισθεί ή έχει ανασταλεί λόγω της ιθαγένειας του ενδιαφε- ρομένου εκκαθαρίζεται ή αποκαθίσταται, κατόπιν αιτήσεώς του, από 1ης Ιουνίου 1992, με την επιφύλαξη ότι για τα προηγούμενα δικαιώματα δεν έλαβε χώρα εφάπαξ καταβολή κεφαλαίου.

    5.  Τα δικαιώματα των ενδιαφερομένων οι οποίοι πέτυχαν, πριν από την 1η Ιουνίου 1992, την εκκαθάριση σύνταξης μπορούν να αναθεωρηθούν κατόπιν αιτήσεώς τους, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1247/92.

    6.  Αν η αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί εντός προθεσμίας δύο ετών από την 1η Ιουνίου 1992, τα δικαιώματα που γεννώνται δυνάμει του κανονι- σμού (ΕΟΚ)αριθ. 1247/92 αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή, χωρίς να μπορούν να αντιταχθούν κατά του ενδιαφερο- μένου οι διατάξεις της νομοθεσίας κράτους μέλους περί εκπτώσεως ή παραγραφής δικαιωμάτων.

    7.  Αν η αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί μετά τη λήξη της διετούς προθεσμίας από την 1η Ιουνίου 1992, τα δικαιώματα, από τα οποία δεν εξέπεσε ο δικαιούχος ή τα οποία δεν παρα γράφηκαν, αποκτώνται, από την ημερομηνία της αίτησης με την επιφύλαξη τυχόν ευνοϊκότερων διατάξεων της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους.

    8.  Η εφαρμογή του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1247/92 δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την κατάργηση παροχών οι οποίες χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιουνίου 1992 από τους αρμόδιους φορείς των κρατών μελών κατ' εφαρμογήν του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1408/71 και για τις οποίες ισχύει το άρθρο 10 αυτού του τελευταίου κανονισμού.

    9.  Η εφαρμογή του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1247/92 δεν μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την απόρριψη αίτησης ειδικής παροχής χωρίς συνεισφορά, χορηγούμενης ως συμπλήρωμα σύνταξης, την οποία υπέβαλε άτομο που πληρούσε τις προϋποθέσεις χορήγησης της εν λόγω παροχής πριν από την 1η Ιουνίου 1992, έστω και αν το άτομο αυτό κατοικεί στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος, με την επιφύλαξη του ότι η αίτηση για την εν λόγω παροχή υποβλήθηκε εντός προθεσμίας πέντε ετών από την 1η Ιουνίου 1992.

    10.  Παρά την παράγραφο 1, κάθε ειδική παροχή χωρίς συνεισφορά, η οποία χορηγείται ως συμπλήρωμα σύνταξης και δεν έχει εκκαθαρισθεί ή έχει ανασταλεί λόγω του ότι ο ενδιαφε- ρόμενος κατοικεί στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από το αρμόδιο κράτος, εκκαθαρίζεται ή αποκαθίσταται, κατ' αίτησιν του ενδιαφερομένου, από 1ης Ιουνίου 1992 με ισχύ, στην πρώτη περίπτωση, από την ημερομηνία την οποία θα έπρεπε να εκκαθα- ριστεί η παροχή και, στη δεύτερη περίπτωση, κατά την ημερομηνία αναστολής της παροχής.

    11.  Όταν οι ειδικές παροχές χωρίς συνεισφορά όπως προβλέ- πονται στο άρθρο 4 παράγραφος 2α του κανονισμού (ΕΟΚ)αριθ. 1408/71 μπορούν στη διάρκεια της ίδιας περιόδου και για το ίδιο άτομο, να χορηγηθούν δυνάμει το άρθρου 10α του ίδιου κανονι- σμού από τον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου κατοικεί το άτομο αυτό και δυνάμει των παραγράφων 1 έως 10 του παρόντος άρθρου από τον αρμόδιο φορέα άλλου κράτους μέλους, ο ενδιαφερόμενος δεν μπορεί να σωρεύσει αυτές τις παροχές παρά μόνο μέχρι του ανώτατου ποσού της ειδικής παροχής την οποία θα μπορούσε να ζητήσει κατ' εφαρμογήν μιας εκ των εν λόγω νομοθεσιών.

    12.  Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου 11, κυρίως δε, όσον αφορά τις αναφερόμενες στην παράγραφο αυτή παροχές, η εφαρμογή των ρητρών μείωσης, αναστολής ή κατάργησης που προβλέπονται από τη νομοθεσία ενός ή περισσοτέρων μελών και η χορήγηση διαφορετικών συμπληρωμάτων, καθορίζονται με απόφαση της ιοικητικής Επιτροπής για την κοινωνική ασφάλιση των διακινούμενων εργαζομένων και ενδεχομένως με κοινή συμφωνία από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ή τις αρμό- διες αρχές τους.

    ▼M3

    Άρθρο 95γ

    Μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/98

    1.  Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/98 ( 5 ) δεν δημιουργεί κανένα δικαίωμα για περίοδο προγενέστερη της 25ης Οκτωβρίου 1998.

    2.  Κάθε περίοδος ασφάλισης, καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε περίοδος μισθωτής ή μη μισθωτής απασχόλησης ή κατοικίας που έχει συμπληρωθεί δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους προ της 25ης Οκτωβρίου 1998 λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των δικαιωμάτων που αποκτώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/98.

    3.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, αποκτάται δικαίωμα δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/98, ακόμα και αν αναφέρεται σε ασφαλιστικό κίνδυνο που επήλθε προ της 25ης Οκτωβρίου 1998.

    4.  Κάθε παροχή που δεν εκκαθαρίστηκε ή ανεστάλη λόγω της ιθαγένειας ή της κατοικίας του ενδιαφερομένου εκκαθαρίζεται ή ανακτάται από της 25ης Οκτωβρίου 1998 μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, υπό την προϋπόθεση ότι τα προηγουμένως εκκαθαρισθέντα δικαιώματα δεν ρυθμίστηκαν με εφ' άπαξ καταβολή.

    5.  Τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα για τα οποία έγινε εκκαθάριση προ της 25ης Οκτωβρίου 1998 μπορούν να επανεξετασθούν, μετά από αίτηση των δικαιούχων, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/98. Η διάταξη ισχύει επίσης για τις άλλες παροχές που αναφέρονται στα άρθρα 78 και 79, στο μέτρο που εφαρμόζεται στα άρθρα 78 και 79α.

    6.  Εάν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί εντός δύο ετών από της 25ης Οκτωβρίου 1998, τα δικαιώματα που γεννώνται δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/98 αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή, χωρίς να μπορούν να αντιταχθούν στους ενδιαφερομένους οι διατάξεις της νομοθεσίας οιουδήποτε κράτους μέλους σχετικά με την έκπτωση από τα δικαιώματα ή την παραγραφή των δικαιωμάτων.

    7.  Εάν η αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 4 ή στην παράγραφο 5 υποβληθεί μετά τη λήξη της διετούς προθεσμίας, υπολογιζομένης από της 25ης Οκτωβρίου 1998, τα δικαιώματα από τα οποία δεν επήλθε έκπτωση ή τα οποία δεν έχουν παραγραφεί αποκτώνται από την ημερομηνία της αίτησης, με την επιφύλαξη ενδεχόμενων ευνοϊκοτέρων διατάξεων της νομοθεσίας οιουδήποτε κράτους μέλους.

    ▼M4

    Άρθρο 95δ

    Μεταβατικές διατάξεις για σπουδαστές

    1.  Ο παρών κανονισμός δεν δημιουργεί κανένα δικαίωμα υπέρ των φοιτητών, μελών της οικογένειας ή επιζώντων φοιτητών, για περίοδο προγενέστερη της 1ης Μαΐου 1999·

    2.  Κάθε περίοδος ασφάλισης, καθώς και, αναλόγως, κάθε περίοδος απασχόλησης, αυτοαπασχόλησης ή διαμονής που συμπληρώθηκε δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους πριν την 1η Μαΐου 1999 λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των δικαιωμάτων που γεννώνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

    3.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, γεννάται δικαίωμα δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ακόμα και αν ο γενεσιουργός λόγος ανέκυψε πριν από την 1η Μαΐου 1999·

    4.  Κάθε παροχή που δεν εκκαθαρίστηκε ή που ανεστάλη λόγω της ιθαγένειας ή της διαμονής του ενδιαφερόμενου, εκκαθαρίζεται ή ανακτάται από την 1η Μαΐου 1999, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου, με την επιφύλαξη ότι τα προηγουμένως εκκαθαρισθέντα δικαιώματα δεν ρυθμίστηκαν δι' εφάπαξ καταβολής.

    5.  Εάν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 υποβληθεί εντός δύο ετών από την 1η Μαΐου 1999, τα δικαιώματα που γεννώνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, υπέρ των σπουδαστών, μελών της οικογένειας ή επιζώντων σπουδαστών αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή, χωρίς να μπορούν να αντιταχθούν στους ενδιαφερομένους οι διατάξεις της νομοθεσίας οιουδήποτε κράτους μέλους σχετικά με την έκπτωση από τα δικαιώματα ή την παραγραφή των δικαιωμάτων.

    6.  Εάν η αίτηση που προβλέπεται στην παράγραφο 4 υποβληθεί μετά τη λήξη της διετούς προθεσμίας υπολογιζομένης από την 1η Μαΐου 1999, τα δικαιώματα από τα οποία δεν επήλθε έκπτωση ή τα οποία δεν έχουν παραγραφεί αποκτώνται από την ημερομηνία της αίτησης, με την επιφύλαξη ευνοϊκοτέρων διατάξεων της νομοθεσίας κάθε κράτους μέλους.

    ▼M5

    Άρθρο 95ε

    Μεταβατικές διατάξεις για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1399/1999  ( 6 )

    1.  Ο κανονισμός (ΕΚ αριθ. 1399/1999 εφαρμόζεται στα δικαιώματα των ορφανών, εφόσον ο γονέας από τον οποίο έλκει το δικαίωμά του το ορφανό απεβίωσε μετά 1η Σεπτεμβρίου 1999.

    2.  Για τον προσδιορισμό των δικαιωμάτων που αποκτώνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1399/1999, λαμβάνονται υπόψη όλες οι ασφαλιστικές περίοδοι ή περίοδοι διαμονής που συμπληρώθηκαν βάσει της νομοθεσίας κράτους μέλους πριν από την 1η Σεπτεμβρίου 1999.

    3.  Τα δικαιώματα των ορφανών στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο γονέας από τον οποίο έλκουν το δικαίωμά τους απεβίωσε πριν από την 1η Σεπτεμβρίου 1999, μπορούν να αναθεωρούνται μετά από αίτησή τους σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1399/1999.

    4.  Εφόσον η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 υποβληθεί εντός δύο ετών από 1η Σεπτεμβρίου 1999, τα δικαιώματα που απορρέουν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1399/1999, αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή, και δεν εφαρμόζονται στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα οι διατάξεις των κρατών μελών για την έκπτωση ή την παραγραφή των δικαιωμάτων.

    5.  Εάν η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 υποβληθεί μετά την πάροδο δύο ετών από 1η Σεπτεμβρίου 1999. τα δικαιώματα από τα οποία δεν εξέπεσε ο δικαιούχος ή τα οποία δεν έχουν παραγραφεί, αποκτώνται από την ημερομηνία της αίτησης, με την επιφύλαξη τυχόν ευνοϊκότερων νομοθετικών διατάξεων της νομοθεσίας κράτους μέλους.

    ▼M8

    Άρθρο 95στ

    Μεταβατικές διατάξεις που αφορούν το παράρτημα ΙΙ τμήμα Ι ενότητες «Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ» και «ΙΗ. ΑΥΣΤΡΙΑ»

    1.  Το παράρτημα ΙΙ τμήμα Ι ενότητες «Δ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ» και «ΙΗ. ΑΥΣΤΡΙΑ», όπως τροποποιήθηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 647/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13 Απριλίου 2005, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εκτός της Κοινότητας και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 του Συμβουλίου περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 ( 7 ) δεν θεμελιώνει κανένα δικαίωμα για την περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005.

    2.  Κάθε περίοδος ασφάλισης, καθώς και, κατά περίπτωση, κάθε περίοδος απασχόλησης, μη μισθωτής δραστηριότητας ή διαμονής που πραγματοποιήθηκε βάσει της νομοθεσίας κράτους μέλους πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005 λαμβάνεται υπόψη για τον καθορισμό των δικαιωμάτων που έχουν αποκτηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

    3.  Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παραγράφου 1, αποκτάται δικαίωμα βάσει του παρόντος κανονισμού, ακόμα και αν αναφέρεται σε κίνδυνο ο οποίος επήλθε προ της 1η Ιανουαρίου 2005.

    4.  Κάθε παροχή που δεν εκκαθαρίσθηκε ή που ανεστάλη λόγω της ιθαγένειας ή της κατοικίας του ενδιαφερόμενου, εκκαθαρίζεται ή συνεχίζεται από την 1η Ιανουαρίου 2005, έπειτα από αίτηση του ενδιαφερομένου, με την επιφύλαξη ότι τα προηγουμένως εκκαθαρισθέντα δικαιώματα δεν ρυθμίσθηκαν δι' εφάπαξ καταβολής.

    5.  Τα δικαιώματα προσώπων στα οποία έχει χορηγηθεί σύνταξη ή επίδομα πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005, είναι δυνατόν να επανεξετάζονται κατόπιν αιτήσεως των δικαιούχων, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού. Η διάταξη αυτή ισχύει, επίσης, για άλλες παροχές στο πλαίσιο του άρθρου 78.

    6.  Εάν η αίτηση της παραγράφου 4 ή 5 υποβληθεί εντός δύο ετών από την 1η Ιανουαρίου 2005, τα δικαιώματα που απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό αποκτώνται από την ημερομηνία αυτή και οι διατάξεις της νομοθεσίας οιουδήποτε κράτους μέλους σχετικά με την έκπτωση ή την παραγραφή των δικαιωμάτων δεν αντιτάσσονται στους ενδιαφερομένους.

    7.  Εάν η αίτηση της παραγράφου 4 ή 5 υποβληθεί μετά τη λήξη της περιόδου των δύο ετών υπολογιζόμενης από την 1η Ιανουαρίου 2005, τα δικαιώματα από τα οποία δεν επήλθε έκπτωση ή τα οποία δεν έχουν παραγραφεί αποκτώνται από την ημερομηνία της αίτησης, με την επιφύλαξη ευνοϊκότερων διατάξεων της νομοθεσίας κάθε κράτους μέλους.

    Άρθρο 95ζ

    Μεταβατικές διατάξεις που αφορούν τη διαγραφή από το παράρτημα ΙΙα της εγγραφής για το αυστριακό επίδομα ειδικής φροντίδας (Pflegegeld).

    Στην περίπτωση αιτήσεων επιδομάτων ειδικής φροντίδας βάσει του ομοσπονδιακού αυστριακού νόμου για το επίδομα ειδικής φροντίδας (Bundespflegegeldgesetz) που κατατέθηκαν το αργότερο έως τις 8 Μαρτίου 2001 βάσει του άρθρου 10α παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, η παρούσα διάταξη αυτή εξακολουθεί να εφαρμόζεται για όλο το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο δικαιούχος του επιδόματος ειδικής φροντίδας συνεχίζει να κατοικεί στην Αυστρία μετά την 8 Μαρτίου 2001.

    ▼B

    Άρθρο 96

    Συμφωνίες σχετικές με την απόδοση μεταξύ φορέων

    Οι συμφωνίες που συνήφθησαν κατ' εφαρμογή του άρθρου 36 παράγραφος 3, του άρθρου 63 παράγραφος 3 και του άρθρου 70 παράγραφος 3 πριν από την 1η Ιουλίου 1982, εφαρμόζονται και στα πρόσωπα για τα οποία έχει επεκταθεί από την ημερομηνία αυτή το ευεργέτημα αυτού το κανονισμού, εκτός αν αντιτίθεται ένα των κρατών μελών, συμβαλλόμενο μέλος των συμφωνιών αυτών.

    Η αντίθετη αυτή γνώμη του κράτους μέλους παράγει έννομο αποτέλεσμα μόνον αν η αρμόδια αρχή του κράτους αυτού προβεί σε σχετική κοινοποίηση προς την αρμόδια αρχή του άλλου ή των άλλων ενδιαφερομένων κρατών πριν από την παρέλευση του τρίτου μήνα μετά από τη δημοσίευση του κανονισμού αυτού. Αντίγραφο της κοινοποίησεως αυτής υποβάλλεται στη διοικητική επιτροπή.

    Άρθρο 97

    Κοινοποιήσεις που αφορούν ορισμένες διατάξεις

    1.  Οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 σημείο i) στο άρθρο 5 και στο άρθρο 8 παράγραφος 2 απευθύνονται προς τον πρόεδρο του Συμβουλίου. Αναφέρουν την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος των σχετικών νόμων και συστημάτων ή, προκειμένου περί κοινοποιήσεων κατά το άρθρο 1 σημείο i), την ημερομηνία από την οποία ισχύει ο παρών κανονισμός για τα συστήματα που αναφέρονται στις δηλώσεις των κρατών μελών.

    2.  Οι κοινοποιήσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Άρθρο 98

    Κανονισμός εφαρμογής

    Μεταγενέστερος κανονισμός ρυθμίζει τον τρόπο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I (A) (B) (8) (9) (13) (14) (15)

    ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ

    I.   Μισθωτοί ή/και μη μισθωτοί [Άρθρο 1 στοιχείο α) σημεία ii) και iii) του κανονισμού]

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    θεωρείται ως μη μισθωτός εργαζόμενος κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο α), σημείο ii) του κανονισμού, κάθε πρόσωπο που εργάζεται χωρίς σύμβαση απασχόλησης κατά την έννοια των σημείων 5 και 6 του άρθρου 4, παράγραφος 3 του Κώδικα Κοινωνικής Ασφάλισης.

    ▼M10

    Γ. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    1. Ως μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο το οποίο λόγω ασκήσεως μισθωτής δραστηριότητας υπάγεται:

    α) για την προ της 1ης Σεπτεμβρίου 1977 χρονική περίοδο, στη νομοθεσία περί εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών·

    β) για τη χρονική περίοδο από την 1η Σεπτεμβρίου 1977 και μετέπειτα, στο σύστημα συμπληρωματικής ασφάλισης μισθωτών (arbejdsmarkedets tillægspension, ATP).

    2. Ως μη μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με το νόμο περί ημερήσιων παροχών εις χρήμα σε περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας, δικαιούται αυτών των επιδομάτων βάσει επαγγελματικού εισοδήματος εκτός από εισόδημα μισθωτών υπηρεσιών.

    ▼M10

    Ε. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Αν ο γερμανικός φορέας είναι ο αρμόδιος φορέας για τη χορήγηση οικογενειακών παροχών, σύμφωνα με τον τίτλο ΙΙΙ κεφάλαιο 7 του κανονισμού, θεωρείται, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού:

    α) ως μισθωτός, πρόσωπο ασφαλισμένο υποχρεωτικά κατά του κινδύνου της ανεργίας ή πρόσωπο το οποίο λαμβάνει, σε συνάρτηση με την ασφάλιση αυτή, παροχές εις χρήμα λόγω ασθένειας ή ανάλογες παροχές ►M5  ή και οποιοσδήποτε δημόσιος υπάλληλος ο οποίος, δυνάμει του καθεστώτος δημοσίου υπαλλήλου στο οποίο υπόκειται, μισθοδοτείται με ποσόν το οποίο είναι τουλάχιστον ίσο με εκείνο το οποίο, καταβαλλόμενο σε μισθωτό, γεννά υποχρέωση ασφάλισης κατά του κινδύνου ανεργίας ◄ ·

    β) ως μη μισθωτός, πρόσωπο που ασκεί μη μισθωτή δραστηριότητα και το οποίο υποχρεούται:

     να ασφαλισθεί ή να καταβάλλει εισφορές κατά του κινδύνου γήρατος σε σύστημα ασφαλίσεως μη μισθωτών ή

     να ασφαλισθεί στο πλαίσιο της υποχρεωτικής ασφάλισης συντάξεως.

    ▼M10

    ΣΤ. ΕΣΘΟΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Ζ. ΕΛΛΑΔΑ

    1. Θεωρούνται ως μισθωτοί, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο iii) του κανονισμού, τα πρόσωπα τα οποία είναι ασφαλισμένα στα πλαίσια του συστήματος ΟΓΑ, τα οποία ασκούν, αποκλειστικά, μισθωτή δραστηριότητα ή τα οποία υπάγονται ή έχουν υπαχθεί στη νομοθεσία ενός άλλου κράτους μέλους και τα οποία, ως εκ τούτου, έχουν ή είχαν την ιδιότητα του μισθωτού κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) του κανονισμού.

    2. Για τη χορήγηση των οικογενειακών επιδομάτων του εθνικού συστήματος, θεωρούνται ως μισθωτοί, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 1 στοιχείο α) σημεία i) και iii) του κανονισμού.

    ▼M10

    Η. ΙΣΠΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Θ. ΓΑΛΛΙΑ

    Εάν ένας γαλλικός φορέας είναι ο αρμόδιος φορέας για τη χορήγηση των οικογενειακών παροχών σύμφωνα με τον τίτλο ΙΙΙ κεφάλαιο 7 του κανονισμού:

    1. θεωρείται ως μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, κάθε πρόσωπο το οποίο είναι υποχρεωτικά ασφαλισμένο στην κοινωνική ασφάλιση σύμφωνα με το άρθρο L 311-2 του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης που πληροί τις ελάχιστες προϋποθέσεις δραστηριότητας ή αμοιβής που προβλέπονται στο άρθρο L 313-1 του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης προκειμένου να ευεργετηθεί των παροχών σε μετρητά της ασφάλειας ασθένειας, μητρότητας, αναπηρίας ή το πρόσωπο που λαμβάνει τις εν λόγω παροχές σε μετρητά·

    2. θεωρείται ως μη μισθωτός εργαζόμενος κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, κάθε πρόσωπο που ασκεί μη έμμισθη δραστηριότητα και το οποίο οφείλει να ασφαλισθεί και να καταβάλλει συνδρομή για την κάλυψη της ασφάλειας γήρατος σε ένα σύστημα μη μισθωτών εργαζομένων.

    ▼M10

    Ι. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    ▼M12

    1. Ως μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που είναι ασφαλισμένο υποχρεωτικά ή προαιρετικά, σύμφωνα με τις διατάξεις των τμημάτων 12, 24 και 70 του Social Welfare Consolidation Act 2005 (ενοποιημένου νόμου του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών).

    2. Ως μη μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που είναι ασφαλισμένο υποχρεωτικά ή προαιρετικά, σύμφωνα με τις διατάξεις των τμημάτων 20 και 24 του Social Welfare Consolidation Act 2005 (ενοποιημένου νόμου του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών).

    ▼M10

    ΙΑ. ΙΤΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΒ. ΚΥΠΡΟΣ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΓ. ΛΕΤΟΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΔ. ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΕ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΣΤ. ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΖ. ΜΑΛΤΑ

    Κάθε πρόσωπο που είναι μη μισθωτός ή αυτοαπασχολούμενος κατά την έννοια του Νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης (Κεφ. 318) του 1987 θεωρείται ως μη μισθωτός κατά την έννοια του άρθρου 1, στοιχείο α), σημείο ii) του κανονισμού.

    ▼M10

    ΙΗ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Ως μη μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που ασκεί δραστηριότητα ή επάγγελμα χωρίς σύμβαση εργασίας.

    ▼M10

    ΙΘ. ΑΥΣΤΡΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Κ. ΠΟΛΩΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΑ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΒ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΓ. ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΔ. ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΕ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Ως μισθωτός ή μη μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 περίπτωση α) σημείο ii) του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που είχε την ιδιότητα του μισθωτού ή μη μισθωτού κατά την έννοια της νομοθεσίας σχετικά με το σύστημα ασφάλισης γήρατος.

    ▼M10

    ΚΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ

    Τα πρόσωπα που απασχολούνται σε επικερδή δραστηριότητα και καταβάλλουν τις εισφορές τους επί του εισοδήματος αυτού σύμφωνα με το κεφάλαιο 3, παράγραφος 3, του νόμου περί των εισφορών της κοινωνικής ασφάλισης (2000:980) θεωρούνται μη μισθωτοί.

    ▼M10

    ΚΖ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Ως μισθωτός ή μη μισθωτός, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) σημείο ii) του κανονισμού, θεωρείται το πρόσωπο που έχει την ιδιότητα του μισθωτού (employed earner) ή μη μισθωτού (self-employed earner), κατά την έννοια της νομοθεσίας της Μεγάλης Βρετανίας ή της νομοθεσίας της Βόρειας Ιρλανδίας, καθώς και το πρόσωπο στο οποίο οφείλονται εισφορές υπό την ιδιότητα μισθωτού (employed person) ή μη μισθωτού (self-employed person), κατά την έννοια της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ.

    II.   Μέλη της οικογένειας [Άρθρο 1 στοιχείο στ) δεύτερη πρόταση του κανονισμού]

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Γ. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου 1 του Τίτλου III του κανονισμού, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται ο/η σύζυγος ή/και το εξαρτώμενο τέκνο σύμφωνα με τον Νόμο περί κρατικής κοινωνικής στήριξης αριθ. 117/1995 Sb.

    ▼M10

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    Όταν αποφασίζεται κατά πόσον υφίσταται δικαίωμα για παροχές σε είδος σε περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας κατ' εφαρμογή του άρθρου 22 παράγραφος 1 στοιχείο α) και του άρθρου 31 του κανονισμού, με τον όρο «μέλος της οικογένειας» νοείται:

    1. ο/η σύζυγος μισθωτού εργαζομένου ή αυτοαπασχολουμένου ή άλλου ατόμου έχοντος την ιδιότητα του δικαιούχου βάσει του κανονισμού, υπό την προϋπόθεση ότι ο ίδιος (ή η ίδια) δεν έχει προσωπικώς την ιδιότητα του δικαιούχου βάσει του κανονισμού ή

    2. παιδί, κάτω των 18 ετών, το οποίο βρίσκεται υπό την επιμέλεια ατόμου έχοντος την ιδιότητα του δικαιούχου βάσει του κανονισμού.

    ▼M10

    Ε. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΣΤ. ΕΣΘΟΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Ζ. ΕΛΛΑΔΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Η. ΙΣΠΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Θ. ΓΑΛΛΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος οικογενειακών επιδομάτων ή παροχών, ο όρος «μέλος της οικογένειας» σημαίνει όλα τα άτομα που αναφέρονται στο άρθρο L 512-3 του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης.

    ▼M10

    Ι. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών ασθενείας και μητρότητας σε είδος κατ’ εφαρμογήν του κανονισμού, με τον όρο «μέλος της οικογένειας» νοείται κάθε άτομο που θεωρείται συντηρούμενο από το μισθωτό ή μη μισθωτό εργαζόμενο κατ’ εφαρμογήν των νόμων περί υγείας από το 1947 έως το 2004 (Health ACTS 1947-2004).

    ▼M10

    ΙΑ. ΙΤΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΒ. ΚΥΠΡΟΣ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΓ. ΛΕΤΟΝΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου Ι του Τίτλου III του κανονισμού, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται ο/η σύζυγος ή το τέκνο κάτω των 18 ετών.

    ▼M10

    ΙΔ. ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου 1 του Τίτλου III του κανονισμού, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται ο/η σύζυγος ή το τέκνο κάτω των 18 ετών.

    ▼M10

    ΙΕ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΣΤ. ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Για τον καθορισμό δικαιώματος παροχών σε είδος, κατ’ εφαρμογήν των διατάξεων του κεφαλαίου 1 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού, με τον όρο «μέλος της οικογένειας» νοείται ο/η σύζυγος ή το εξαρτώμενο τέκνο κατά την έννοια του άρθρου 685, στοιχείο β), του αστικού κώδικα.

    ▼M10

    ΙΖ. ΜΑΛΤΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΗ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών, σύμφωνα με τα κεφάλαια 1 και 4 του τίτλου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται ο/η σύζυγος, ο/η δηλωμένος/-η σύντροφος ή το τέκνο κάτω των 18 ετών.

    ▼M10

    ΙΘ. ΑΥΣΤΡΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Κ. ΠΟΛΩΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΑ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΒ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κεφαλαίου 1 του Τίτλου III του κανονισμού, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται ο/η σύζυγος, εξαρτώμενος γονέας, ή το τέκνο κάτω των 18 ετών (ή κάτω των 26 ετών και εξαρτώμενο).

    ▼M10

    ΚΓ. ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΔ. ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών σε είδος σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 1 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται ο (η) σύζυγος και/ή το συντηρούμενο παιδί όπως ορίζει ο νόμος περί επιδόματος τέκνου.

    ▼M10

    ΚΕ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 1 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται ο/η σύζυγος ή το τέκνο σύμφωνα με το νόμο περί ασφαλίσεως ασθενείας.

    ▼M10

    ΚΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών εις είδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου 1 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού, ως «μέλος της οικογένειας» νοείται ο/η σύζυγος ή το τέκνο κάτω των 18 ετών.

    ▼M10

    ΚΖ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Για τον καθορισμό του δικαιώματος παροχών σε είδος, ο όρος «μέλος της οικογενείας» σημαίνει:

    1. Όσον αφορά τη νομοθεσία της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας:

    1. τον (την) σύζυγο υπό τον όρο ότι:

    α) το άτομο αυτό, είτε πρόκειται για μισθωτό ή μη μισθωτό εργαζόμενο, είτε για άλλο άτομο με την ιδιότητα του δικαιούχου δυνάμει του κανονισμού:

    i) κατοικεί με τον (την) σύζυγο του (της)

    ή

    ii) συνεισφέρει στη συντήρησή του (της)

    και

    β) ο (η) σύζυγος:

    i) δεν εισπράττει εισοδήματα ως μισθωτός, μη μισθωτός εργαζόμενος ή δικαιούχος δυνάμει του κανονισμού ή

    ii) δεν δικαιούται παροχή κοινωνικής ασφάλισης ή σύνταξη που να βασίζεται σε δική του (της) ασφάλιση·

    2. κάθε άτομο το οποίο συντηρεί τέκνο, υπό τον όρο ότι:

    α) ο μισθωτός, μη μισθωτός εργαζόμενος ή άλλο άτομο με την ιδιότητα τοιυ δικαιούχου δυνάμει του κανονισμού:

    i) συμβιεί με το άτομο αυτό σαν να ήταν σύζυγοι ή

    ii) συνεισφέρει στη συντήρηση του εν λόγω ατόμου

    και

    β) το εν λόγω άτομο:

    i) δεν εισπράττει εισοδήματα ως μισθωτός, μη μισθωτός εργαζόμενος ή δικαιούχος δυνάμει του κανονισμού ή

    ii) δεν δικαιούται παροχή κοινωνικής ασφάλισης ή σύνταξης που να βασίζεται σε δική του ασφάλιση·

    3. κάθε τέκνο για το οποίο ο μισθωτός, μη μισθωτός εργαζόμενος ή άλλο άτομο με την ιδιότητα του δικαιούχου δυνάμει του κανονισμού δικαιούται ή θα μπορούσε να δικαιούται επίδομα τέκνου.

    2. Όσον αφορά τη νομοθεσία του Γιβραλτάρ:

    κάθε άτομο που θεωρείται συντηρούμενο κατά την έννοια του κανονισμού 1973 σχετικά με το ιατρικό καθεστώς της ομαδικής ιατρικής 1973 (Group Practice Scheme Ordinance, 1973).




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II (A) (B) (8) (10) (15)

    [Άρθρο 1 στοιχεία θ) και κα) του κανονισμού]

    I.   Ειδικά συστήματα για μη μισθωτούς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού δυνάμει του άρθρου 1 στοιχείο θ) τέταρτο εδάφιο

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Γ. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Ε. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Άνευ αντικειμένου.

    ▼M10

    ΣΤ. ΕΣΘΟΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Ζ. ΕΛΛΑΔΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    Η. ΙΣΠΑΝΙΑ

    ▼M1

    1. Οι εργαζόμενοι που ασκούν ανεξάρτητη δραστηριότητα σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του αναθεωρημένου κειμένου του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως (βασιλικό νομοθετικό διάταγμα αριθ. 1/1994, της 20ής Ιουνίου 1994) και σύμφωνα με το άρθρο 3 του διατάγματος αριθ. 2530/1970, της 20ής Αυγούστου 1970, το οποίο ρυθμίζει το ειδικό σύστημα για τους μη μισθωτούς οι οποίοι ανήκουν σε επαγγελματικά σωματεία και επιλέγουν να εγγραφούν στο ταμείο αλληλοβοηθείας του αντίστοιχου επαγγελματικού σωματείου, αντί να εγγραφούν στο ειδικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης των μη μισθωτών.

    ▼B

    2. Συστήματα πρόνοιας ή/και με χαρακτήρα φιλανθρωπικό ή κοινωνικής αρωγής, τα οποία διαχειρίζονται όργανα που δεν υπόκεινται στο γενικό νόμο κοινωνικής ασφάλισης ή στο νόμο της 6ης Δεκεμβρίου 1941.

    ▼M10

    Θ. ΓΑΛΛΙΑ

    Τα συμπληρωματικά συστήματα παροχών των μη μισθωτών στους κλάδους της βιοτεχνίας, της βιομηχανίας, του εμπορίου ή των ελεύθερων επαγγελμάτων, τα συμπληρωματικά συστήματα ασφάλισης γήρατος των μη μισθωτών στα ελεύθερα επαγγέλματα, τα συμπληρωματικά συστήματα ασφάλισης των μη μισθωτών στα ελεύθερα επαγγέλματα που καλύπτουν τις περιπτώσεις αναπηρίας ή θανάτου, και τα συμπληρωματικά συστήματα παροχών γήρατος των συμβασιούχων ιατρών και βοηθητικού ιατρικού προσωπικού, που προβλέπουν αντίστοιχα τα άρθρα L 615-20, L 644-1, L 644-2, L 645-1 και L 723-14 του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης.

    ▼M10

    Ι. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΑ. ΙΤΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΒ. ΚΥΠΡΟΣ

    1. Σχέδιο συντάξεων ιατρών, οι οποίοι ασκούν το επάγγελμά τους ως ιδιώτες, το οποίο θεσπίστηκε βάσει των περί Ιατρών (Συντάξεις και Χορηγήματα) Κανονισμών του 1999 (Κ.Δ.Π. 295/99), που εκδόθηκαν δυνάμει του περί Ιατρών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείο Συντάξεων) Νόμου του 1967 (Νόμος 16/67), όπως τροποποιήθηκε.

    2. Σχέδιο συντάξεων δικηγόρων το οποίο θεσπίστηκε βάσει των περί Δικηγόρων (Συντάξεις και Χορηγήματα) Κανονισμών του 1966 (Κ.Δ.Π. 642/66), όπως τροποποιήθηκαν, που εκδόθηκαν δυνάμει του περί Δικηγόρων Νόμου, Κεφ. 2, όπως τροποποιήθηκε.

    ▼M10

    ΙΓ. ΛΕΤΟΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΔ. ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΕ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΣΤ. ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΖ. ΜΑΛΤΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΗ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΙΘ. ΑΥΣΤΡΙΑ

    Άνευ αντικειμένου.

    ▼M10

    Κ. ΠΟΛΩΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΑ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΒ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΓ. ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΔ. ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΕ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΖ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Χωρίς αντικείμενο.

    II.   Ειδικά επιδόματα που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού δυνάμει του άρθρου 1 στοιχείο κα) σημείο i)

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    α) Επίδομα τοκετού·

    β) πριμ υιοθεσίας.

    ▼M10

    Β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Κατ' αποκοπήν επίδομα μητρότητας (Νόμος περί οικογενειακών επιδομάτων για τέκνα).

    ▼M10

    Γ. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    Επίδομα τοκετού.

    ▼M10

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Ε. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΣΤ. ΕΣΘΟΝΙΑ

    α) Επίδομα τοκετού.

    β) Επίδομα υιοθεσίας.

    ▼M10

    Ζ. ΕΛΛΑΔΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Η. ΙΣΠΑΝΙΑ

    Επιδόματα τοκετού (παροχές σε χρήμα με τη μορφή εφάπαξ καταβολής για τη γέννηση τρίτου και επόμενων τέκνων και παροχές σε χρήμα με τη μορφή εφάπαξ καταβολής στην περίπτωση πολλαπλού τοκετού).

    ▼M10

    Θ. ΓΑΛΛΙΑ

    Επίδομα τοκετού ή υιοθεσίας (παροχές υποδοχής μικρού παιδιού).

    ▼A1

    ▼M10

    Ι. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΑ. ΙΤΑΛΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΒ. ΚΥΠΡΟΣ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΓ. ΛΕΤΟΝΙΑ

    α) Επίδομα τοκετού.

    β) Επίδομα υιοθεσίας.

    ▼M10

    ΙΔ. ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    Επίδομα τοκετού.

    ▼M10

    ΙΕ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    α) Τα επιδόματα προ του τοκετού·

    β) τα επιδόματα τοκετού.

    ▼M10

    ΙΣΤ. ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Επίδομα μητρότητας.

    ▼M10

    ΙΖ. ΜΑΛΤΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΗ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΘ. ΑΥΣΤΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Κ. ΠΟΛΩΝΙΑ

    Εφάπαξ επίδομα τοκετού (νόμος περί οικογενειακών παροχών).

    ▼M10

    ΚΑ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΒ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Επίδομα τοκετού.

    ▼M10

    ΚΓ. ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Επίδομα τοκετού.

    ▼M10

    ΚΔ. ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Επίδομα τοκετού.

    ▼M10

    ΚΕ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Το συνολικό επίδομα μητρότητας ή το εφάπαξ επίδομα μητρότητας και το βοήθημα με τη μορφή εφάπαξ ποσού που σκοπό έχει να αντισταθμίσει τις δαπάνες που συνεπάγεται η διεθνής υιοθεσία σύμφωνα με το νόμο για τα επιδόματα μητρότητας.

    ▼M10

    ΚΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΖ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Ουδέν.

    III.   Ειδικές παροχές χωρίς συνεισφορά κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 2β οι οποίες δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Καμία.

    ▼M10

    Β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Γ. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    Καμία.

    ▼M10

    Ε. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    α) Οι παροχές που χορηγούνται δυνάμει των νομοθεσιών των Länder υπέρ των μειονεκτούντων ατόμων, ιδίως υπέρ των τυφλών.

    ▼M8 —————

    ▼M10

    ΣΤ. ΕΣΘΟΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Ζ. ΕΛΛΑΔΑ

    Καμία.

    ▼M10

    Η. ΙΣΠΑΝΙΑ

    Καμία.

    ▼M10

    Θ. ΓΑΛΛΙΑ

    Καμία.

    ▼M10

    Ι. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Καμία.

    ▼M10

    ΙΑ. ΙΤΑΛΙΑ

    Καμία.

    ▼M10

    ΙΒ. ΚΥΠΡΟΣ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΓ. ΛΕΤΟΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΔ. ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΕ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Καμία.

    ▼M10

    ΙΣΤ. ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΖ. ΜΑΛΤΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΗ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Καμία.

    ▼M10

    ΙΘ. ΑΥΣΤΡΙΑ

    Ουδέν

    ▼M10

    Κ. ΠΟΛΩΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΑ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Καμία.

    ▼M10

    ΚΒ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΓ. ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΔ. ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΕ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ

    Χωρίς αντικείμενο.

    ▼M10

    ΚΖ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Καμία.

    ▼M8




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙα

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΑΡΟΧΕΣ ΣΕ ΧΡΗΜΑ ΜΗ ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ

    Άρθρο 10α

    Α.   ΒΕΛΓΙΟ

    α) Επίδομα υποκατάστασης εισοδημάτων (νόμος της 27 Φεβρουαρίου 1987).

    β) Εγγυημένο εισόδημα για ηλικιωμένα άτομα (νόμος της 22ας Μαρτίου 2001).

    ▼M10

    B.   ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Κοινωνικό επίδομα γήρατος (άρθρο 89 του Κώδικα Κοινωνικής Ασφάλισης).

    ▼M10

    Γ.   ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    ▼M8

    Κοινωνικό επίδομα (νόμος περί κρατικής κοινωνικής στήριξης αριθ. 117/1995 Sb.).

    ▼M10

    Δ.   ΔΑΝΙΑ

    ▼M8

    Δαπάνες στέγασης υπέρ των συνταξιούχων (νόμος σχετικά με το ατομικό βοήθημα στέγασης, που κωδικοποιήθηκε από το νόμο αριθ. 204 της 29 Μαρτίου 1995).

    ▼M10

    Ε.   ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    ▼M9

    Παροχές για την κάλυψη των δαπανών διαβίωσης σύμφωνα με τη βασική διάταξη για τα άτομα που ζητούν απασχόληση εκτός εάν, όσον αφορά τις παροχές αυτές, πληρούνται οι προϋποθέσεις επιλεξιμότητας για προσωρινή συμπληρωματική παροχή μετά τη λήψη του επιδόματος ανεργίας (άρθρο 24 παράγραφος 1 του τόμου II του κοινωνικού κώδικα).

    ▼M10

    ΣΤ.   ΕΣΘΟΝΙΑ

    ▼M8

    α) Επίδομα ενηλίκων ατόμων με ειδικές ανάγκες (νόμος περί κοινωνικών παροχών για τα άτομα με ειδικές ανάγκες της 27 Ιανουαρίου 1999).

    β) Κρατικό επίδομα ανεργίας (νόμος περί κοινωνικής προστασίας των ανέργων της 1η Οκτωβρίου 2000).

    ▼M10

    Ζ.   ΕΛΛΑΔΑ

    ▼M8

    Ειδικές παροχές για ηλικιωμένα άτομα (νόμος αριθ. 1296/82).

    ▼M10

    Η.   ΙΣΠΑΝΙΑ

    ▼M8

    α) Εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα (νόμος αριθ. 13/82 της 7 Απριλίου 1982).

    β) Παροχές σε χρήμα ως βοήθεια στα ηλικιωμένα άτομα και τα ανίκανα προς εργασία άτομα με ειδικές ανάγκες (βασιλικό διάταγμα αριθ. 2620/81 της 24 Ιουλίου 1981).

    γ) Συντάξεις αναπηρίας και γήρατος, μη ανταποδοτικού χαρακτήρα, που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 του κωδικοποιημένου κειμένου του γενικού νόμου για την κοινωνική ασφάλιση που εγκρίθηκε με το βασιλικό διάταγμα αριθ. 1/1994 της 20 Ιουνίου 1994.

    δ) Επιδόματα για την προαγωγή της κινητικότητας και την αντιστάθμιση των μεταφορικών δαπανών (νόμος αριθ. 13/1982 της 7 Απριλίου 1982).

    ▼M10

    Θ.   ΓΑΛΛΙΑ

    ▼M8

    α) Συμπληρωματικά επιδόματα του ειδικού ταμείου αναπηρίας και του ταμείου αρωγής γήρατος (νόμος της 30 Ιουνίου 1956, όπως έχει κωδικοποιηθεί στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλειας).

    β) Επίδομα ενηλίκων με ειδικές ανάγκες (νόμος της 30 Ιουνίου 1975, όπως έχει κωδικοποιηθεί στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλειας).

    γ) Ειδικό επίδομα (νόμος της 10 Ιουλίου 1952, όπως έχει κωδικοποιηθεί στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλειας).

    ▼M10

    Ι.   ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    ▼M12

    α) επίδομα αναζήτησης εργασίας (ενοποιημένος νόμος του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών, τρίτο μέρος κεφάλαιο 2)·

    β) κρατική σύνταξη (χωρίς συνεισφορά) (ενοποιημένος νόμος του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών, τρίτο μέρος κεφάλαιο 4)·

    γ) σύνταξη χήρας (μη ανταποδοτικού χαρακτήρα) και σύνταξη χήρου (μη ανταποδοτικού χαρακτήρα) (ενοποιημένος νόμος του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών, τρίτο μέρος κεφάλαιο 6)·

    δ) επίδομα αναπηρίας (ενοποιημένος νόμος του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών, τρίτο μέρος κεφάλαιο 10)·

    ε) επίδομα κινητικότητας (νόμος του 1970 για την υγεία, τμήμα 61)·

    στ) σύνταξη τυφλότητας (ενοποιημένος νόμος του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών, τρίτο μέρος κεφάλαιο 5).

    ▼M10

    ΙΑ.   ΙΤΑΛΙΑ

    ▼M8

    α) Κοινωνικές συντάξεις για άπορα άτομα (νόμος αριθ. 153 της 30 Απριλίου 1969).

    β) Συντάξεις και επιδόματα για τους αναπήρους ειρηνικής περιόδου (νόμοι αριθ. 118 της 30 Μαρτίου 1974, αριθ. 18 της 11 Φεβρουαρίου 1980 και αριθ. 508 της 23 Νοεμβρίου 1988).

    γ) Συντάξεις και επιδόματα για τους κωφαλάλους (νόμοι αριθ. 381 της 26 Μαΐου 1970 και αριθ. 508 της 23 Νοεμβρίου 1988).

    δ) Συντάξεις και επιδόματα για τους τυφλούς ειρηνικής περιόδου (νόμοι αριθ. 382 της 27 Μαΐου 1970 και αριθ. 508 της 23 Νοεμβρίου 1988).

    ε) Συμπλήρωμα της βασικής σύνταξης (νόμοι αριθ. 218 της 4 Απριλίου 1952, αριθ. 638 της 11 Νοεμβρίου 1983 και αριθ. 407 της 29 Δεκεμβρίου 1990).

    στ) Συμπλήρωμα του επιδόματος αναπηρίας (νόμος αριθ. 222 της 12 Ιουνίου 1984).

    ζ) Κοινωνικό επίδομα (νόμος αριθ. 335 της 8 Αυγούστου 1995).

    η) Κοινωνική προσαύξηση (άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 12 του νόμου αριθ. 544 της 29 Δεκεμβρίου 1988 και επόμενες τροποποιήσεις).

    ▼M10

    ΙΒ.   ΚΥΠΡΟΣ

    ▼M8

    α) Κοινωνική σύνταξη [νόμος του 1995 (νόμος 25(Ι)/95), όπως τροποποιήθηκε].

    β) Επίδομα βαρέων κινητικών προβλημάτων (αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου αριθ. 38210 της 16 Οκτωβρίου 1992, 41370 της 1η Αυγούστου 1994, 46183 της 11 Ιουνίου 1997 και 53675 της 16 Μαΐου 2001).

    γ) Ειδικό χορήγημα τυφλών [νόμος περί ειδικών χορηγημάτων του 1996 (νόμος 77(Ι)/96), όπως έχει τροποποιηθεί].

    ▼M10

    ΙΓ.   ΛΕΤΤΟΝΙΑ

    ▼M9

    α) Κρατική παροχή κοινωνικής ασφάλισης (νόμος περί κρατικών κοινωνικών παροχών, της 1ης Ιανουαρίου 2003)

    β) Επίδομα για αντιστάθμιση των δαπανών μετακίνησης αναπήρων ατόμων με μειωμένη κινητικότητα (νόμος περί κρατικών κοινωνικών παροχών, της 1ης Ιανουαρίου 2003).

    ▼M10

    ΙΔ.   ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    ▼M11

    α) Σύνταξη κοινωνικής αρωγής (νόμος του 2005 περί κρατικών κοινωνικών επιδομάτων, άρθρο 5).

    β) Ειδικό βοήθημα αρωγής (νόμος του 2005 περί κρατικών κοινωνικών επιδομάτων, άρθρο 15).

    γ) Ειδική αποζημίωση μεταφοράς για τα άτομα με αναπηρία που παρουσιάζουν προβλήματα κινητικότητας (νόμος του 2000 περί αποζημίωσης μεταφοράς, άρθρο 7).

    ▼M10

    ΙΕ.   ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    ▼M8

    Εισόδημα για τα άτομα με σοβαρές αναπηρίες [άρθρο 1 (2), νόμος της 12 Σεπτεμβρίου 2003], εκτός των ατόμων που έχουν αναγνωρισθεί ως εργαζόμενοι με αναπηρίες και απασχολούνται στην κοινή αγορά εργασίας ή σε προστατευμένο περιβάλλον.

    ▼M10

    ΙΣΤ.   ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    ▼M8

    α) Επίδομα αναπηρίας [διάταγμα αριθ. 83/1987 (ΧΙΙ 27) του Υπουργικού Συμβουλίου περί επιδόματος αναπηρίας].

    β) Επίδομα γήρατος χωρίς συνεισφορά [νόμος ΙΙΙ του 1993 περί της υπηρεσίας κοινωνικών ασφαλίσεων και των κοινωνικών παροχών).

    γ) Επίδομα μεταφοράς [κυβερνητικό διάταγμα αριθ. 164/1995 (ΧΙΙ 27) περί επιδομάτων μεταφοράς των προσώπων με σοβαρή φυσική αναπηρία].

    ▼M10

    ΙΖ.   ΜΑΛΤΑ

    ▼M8

    α) Συμπληρωματικό επίδομα [άρθρο 73 του νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης (κεφάλαιο 318) του 1987].

    β) Σύνταξη γήρατος [νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης (κεφάλαιο 318) 1987].

    ▼M10

    ΙΗ.   ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    ▼M8

    α) Νόμος περί παροχών ανικανότητας προς εργασία νέων με ειδικές ανάγκες της 24 Απριλίου 1997 (Wajong).

    β) Νόμος περί συμπληρωματικών επιδομάτων της 6 Νοεμβρίου 1986 (TW).

    ▼M10

    ΙΘ.   ΑΥΣΤΡΙΑ

    ▼M8

    Αντισταθμιστικό συμπλήρωμα (ομοσπονδιακός νόμος περί γενικών κοινωνικών ασφαλίσεων — ASVG της 9 Σεπτεμβρίου 1955, ομοσπονδιακός νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης εμπόρων — GSVG της 11 Οκτωβρίου 1978 και ομοσπονδιακός νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης αγροτών — BSVG της 11 Οκτωβρίου 1978).

    ▼M10

    Κ.   ΠΟΛΩΝΙΑ

    ▼M9

    Κοινωνική σύνταξη (νόμος της 27ης Ιουνίου 2003 περί κοινωνικών συντάξεων).

    ▼M10

    ΚΑ.   ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    ▼M8

    α) Μη ανταποδοτική κρατική σύνταξη γήρατος και αναπηρίας (νομοθετικό διάταγμα αριθ. 464/80 της 13 Οκτωβρίου 1980).

    β) Μη ανταποδοτική σύνταξη χηρείας [κανονιστικό διάταγμα αριθ. 52/81 της 11 Νοεμβρίου 1981].

    ▼M10

    ΚΒ.   ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Monthly allowance for persons with disabilities (Emergency Ordinance No 102/1999 concerning special protection and employment of persons with disabilities, approved by Law No 519/2002).

    ▼M10

    ΚΓ.   ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    ▼M8

    α) Κρατική σύνταξη (νόμος περί συντάξεων και ασφάλισης αναπηρίας της 23 Δεκεμβρίου 1999).

    β) Εισοδηματική στήριξη συνταξιούχων (νόμος περί συντάξεων και ασφάλισης αναπηρίας της 23 Δεκεμβρίου 1999).

    γ) Επίδομα κάλυψης των απολύτως προς το ζην αναγκαίων (νόμος περί συντάξεων και ασφάλισης αναπηρίας της 23 Δεκεμβρίου 1999).

    ▼M10

    ΚΔ.   ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    ▼M11

    (a) Χορηγηθείσα προ της 1ης Ιανουαρίου 2004 αναπροσαρμογή των συντάξεων που αποτελούν μοναδική πηγή εισοδήματος.

    (b) Κοινωνική σύνταξη που χορηγήθηκε πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004.

    ▼M10

    ΚΕ.   ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    ▼M8

    α) Επίδομα αναπηρίας (νόμος για το επίδομα αναπηρίας 124/88).

    β) Επίδομα τέκνου (νόμος για το επίδομα τέκνου 444/69).

    γ) Επίδομα στέγασης συνταξιούχων (νόμος για το επίδομα στέγασης συνταξιούχων 591/78).

    δ) Επίδομα απασχόλησης (νόμος περί επιδομάτων ανεργίας 1290/2002).

    ε) Ειδικό βοήθημα για μετανάστες (νόμος για το ειδικό βοήθημα για μετανάστες, 1192/2002).

    ▼M10

    ΚΣΤ.   ΣΟΥΗΔΙΑ

    ▼M8

    α) Συμπληρωματικό επίδομα στέγασης που καταβάλλεται στους συνταξιούχους (νόμος 2001: 761).

    β) Οικονομική στήριξη για ηλικιωμένους (νόμος 2001: 853).

    γ) Επίδομα αναπηρίας και επίδομα ανάπηρου τέκνου (νόμος 1998: 703).

    ▼M10

    ΚΖ.   ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    ▼M8

    α) Πίστωση κρατικής σύνταξης (νόμος για την πίστωση κρατικής σύνταξης του 2002).

    β) Επιδόματα για αιτούντες εργασία βασιζόμενα στο εισόδημα [νόμος για τους αιτούντες εργασία του 1995, 28 Ιουνίου 1995, τμήματα 1, (2) (δ) (ii) και 3, και διάταγμα για τους αιτούντες εργασία (Βόρεια Ιρλανδία) του 1995, της 18 Οκτωβρίου 1995, άρθρα 3 (2) (δ) (ii) και 5].

    γ) Στήριξη εισοδήματος [νόμος κοινωνικής ασφάλειας του 1986, 25 Ιουλίου 1986, τμήματα 20 έως 22 και τμήμα 23, και διάταγμα περί κοινωνικής ασφάλισης (Βόρεια Ιρλανδία) του 1986, της 5 Νοεμβρίου 1986, άρθρα 21 έως 24].

    δ) Επίδομα διαβίωσης αναπήρων [νόμος για το επίδομα διαβίωσης αναπήρων και το επίδομα εργασίας αναπήρων του 1991, 27 Ιουνίου 1991, τμήμα 1 και διάταγμα για το επίδομα διαβίωσης αναπήρων και το επίδομα εργασίας αναπήρων (Βόρεια Ιρλανδία) του 1991, της 24 Ιουλίου 1991, άρθρο 3].

    ε) Επίδομα συμπαράστασης [νόμος περί κοινωνικής ασφάλειας του 1975, της 20 Μαρτίου 1975, τμήμα 35 και νόμος περί κοινωνικής ασφάλειας (Βόρεια Ιρλανδία) του 1975, της 20 Μαρτίου 1975, τμήμα 35].

    στ) Επίδομα φροντίδας αναπήρων [νόμος περί κοινωνικής ασφάλειας του 1975, της 20 Μαρτίου 1975, τμήμα 37 και νόμος περί κοινωνικής ασφάλειας (Βόρεια Ιρλανδία) του 1975, της 20 Μαρτίου 1975, τμήμα 37].

    ▼B




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III (A) (B) (6) (7) (12) (14) (15)

    ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΟΥ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΝΑ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΚΑΤΑ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ — ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΕΡΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, ΤΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΔΕΝ ΕΚΤΕΙΝΕΤΑΙ ΕΠΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ Ο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ

    [Άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ) και άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού]

    Γενικές παρατηρήσεις

    1. Κατά το μέτρο που οι διατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο παρόν παράρτημα, περιέχουν αναφορές σε άλλες συμβατικές διατάξεις, αντικαθίστανται οι αναφορές αυτές με αναφορές στις αντίστοιχες διατάξεις του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν οι εν λόγω συμβατικές διατάξεις καθεαυτές αναφέρονται στο παρόν παράρτημα.

    2. Η ρήτρα καταγγελίας που προβλέπεται σε σύμβαση περί κοινωνικής ασφάλισης, ορισμένες διατάξεις της οποίας αναφέρονται στο παρόν παράρτημα, διατηρείται όσον αφορά τις διατάξεις αυτές.

    ▼M8

    3. Λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 6 του παρόντος κανονισμού, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα οι διατάξεις των διμερών συμβάσεων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και που εξακολουθούν να ισχύουν μεταξύ των κρατών μελών, μεταξύ άλλων οι διατάξεις που προβλέπουν τον συνυπολογισμό των περιόδων ασφάλισης οι οποίες έχουν πραγματοποιηθεί σε τρίτη χώρα.

    ▼B

    A.   Διατάξεις συμβάσεων περί κοινωνικής ασφάλισης οι οποίες εξακολουθούν να εφαρμόζονται κατά παρέκκλιση του άρθρου 6 του κανονισμού [Άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού]

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼A1

    ►M9  1 ◄ . ΒΕΛΓΙΟ-ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Τα άρθρα 3 και 4 του υπό ημερομηνία 7 Δεκεμβρίου 1957 τελικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένο στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10 Νοεμβρίου 1960 (υπολογισμός των ασφαλιστικών περιόδων που πραγματοποιήθηκαν σε ορισμένες παραμεθόριες περιοχές πριν, κατά και μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο).

    ▼M10

    2. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ-ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    α) Άρθρο 28, παράγραφος 1, στοιχείο β) της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 17ης Δεκεμβρίου 1997.

    β) Το σημείο 10 του Τελικού Πρωτοκόλλου της εν λόγω Συμβάσεως.

    3. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ

    Το άρθρο 38 παράγραφος 3 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 14ης Απριλίου 2005.

    4. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Το άρθρο 32 παράγραφος 2 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 18ης Δεκεμβρίου 1957.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼A1

    ►M10  5 ◄ . ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Το άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) της συμφωνίας περί κοινωνικής ασφάλισης της 27ης Ιουλίου 2001·

    το σημείο 14 του τελικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας περί κοινωνικής ασφάλισης της 27ης Ιουλίου 2001.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    6. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-ΚΥΠΡΟΣ

    Το άρθρο 32 παράγραφος 4 της συμφωνίας περί κοινωνικής ασφάλισης της 19ης Ιανουαρίου 1999.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    7. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Το άρθρο 52 σημείο 8 της συμφωνίας της 17ης Νοεμβρίου 2000.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    8. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ

    Το άρθρο 32 παράγραφος 3 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 20ής Ιουλίου 1999.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    9. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Τα άρθρα 12, 20 και 33 της συμφωνίας περί κοινωνικής ασφάλισης της 29ης Οκτωβρίου 1992.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    10. ΔΑΝΙΑ-ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Το άρθρο 10 της σκανδιναβικής συμβάσεως περί κοινωνικής ασφάλειας της 15 Ιουνίου 1992, σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδιού σε περίπτωση ασθένειας κατά την παραμονή σε άλλη σκανδιναβική χώρα, με συνέπεια να καταστεί αναγκαίο ακριβότερο ταξίδι επιστροφής στη χώρα διαμονής.

    ▼M10

    11. ΔΑΝΙΑ-ΣΟΥΗΔΙΑ

    Το άρθρο 10 της σκανδιναβικής συμβάσεως περί κοινωνικής ασφάλειας της 15 Ιουνίου 1992, σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδιού σε περίπτωση ασθένειας κατά την παραμονή σε άλλη σκανδιναβική χώρα, με συνέπεια να καταστεί αναγκαίο ακριβότερο ταξίδι επιστροφής στη χώρα διαμονής.

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    12. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΕΛΛΑΔΑ

    Το άρθρο 8 παράγραφος 1, παράγραφος 2 στοιχείο β) και παράγραφος 3, τα άρθρα 9 έως 11 και τα κεφάλαια Ι και IV, κατά το μέτρο που αφορούν τα άρθρα αυτά, της σύμβασης περί ασφάλισης ανεργίας της 31 Μαΐου 1961, καθώς και η σημείωση στο πρακτικό της 14 Ιουνίου 1980 (υπολογισμός των ασφαλιστικών περιόδων για παροχές ανεργίας σε περίπτωση μεταφοράς της κατοικίας από ένα κράτος σε άλλο).

    ▼M10

    13. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΙΣΠΑΝΙΑ

    Το άρθρο 45 παράγραφος 2 της σύμβασης περί κοινωνικής ασφάλειας της 4 Δεκεμβρίου 1973 (αντιπροσώπευση από διπλωματικές και προξενικές αρχές).

    ▼M10

    14. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΓΑΛΛΙΑ

    ▼M8 —————

    ▼M8

    α) Η υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 συμπληρωματική συμφωνία της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας, όπως είναι διατυπωμένη στη συμπληρωματική συμφωνία υπ' αριθ. 2 της 18 Ιουνίου 1955 (υπολογισμός των περιόδων ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 1η Ιουλίου 1940 και 30 Ιουνίου 1950).

    β) Ο τίτλος Ι της προαναφερόμενης συμπληρωματικής συμφωνίας υπ' αριθ. 2 (υπολογισμός των περιόδων ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν προ της 8 Μαΐου 1945).

    γ) Τα σημεία 6, 7 και 8 του υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1950 γενικού πρωτοκόλλου της γενικής συμβάσεως της ίδιας ημερομηνίας (διοικητικές ρυθμίσεις).

    δ) Οι τίτλοι ΙΙ, ΙΙΙ και IV της συμφωνίας της 20 Δεκεμβρίου 1963 (κοινωνική ασφάλιση στο ομόσπονδο κράτος του Σάαρ).

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    15. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 της συνθήκης της 11 Ιουλίου 1959 (υπολογισμός των ασφαλιστικών περιόδων που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ του Σεπτεμβρίου 1940 και του Ιουνίου 1946).

    ▼M10

    16. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    α) το άρθρο 40 παράγραφος 1 στοιχείο β) της σύμβασης περί κοινωνικής ασφάλισης της 2ας Μαΐου 1998·

    β) το σημείο 16 του τελικού πρωτοκόλλου της εν λόγω σύμβασης.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    17. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    α) Το άρθρο 3 παράγραφος 2 της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951.

    β) Τα άρθρα 2 και 3 της, υπ' αριθ. 4 και υπό ημερομηνία 21 Δεκεμβρίου 1956, συμπληρωματικής συμφωνίας της συμβάσεως της 29ης Μαρτίου 1951 (διακανονισμός δικαιωμάτων ολλανδών εργαζομένων, που απεκτήθηκαν μεταξύ 13ης Μαΐου 1940 και 1ης Σεπτεμβρίου 1945 σύμφωνα με το γερμανικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης).

    ▼M10

    18. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ

    Το άρθρο 1 παράγραφος 5 και το άρθρο 8 της συμβάσεως περί ασφαλίσεως ανεργίας της 19 Ιουλίου 1978 καθώς και η παράγραφος 10 του τελικού πρωτοκόλλου της εν λόγω συμβάσεως (χορήγηση επιδομάτων ανεργίας σε μεθοριακούς εργαζόμενους από το προηγούμενο κράτος απασχόλησης) εξακολουθούν να ισχύουν για πρόσωπα που έχουν ασκήσει δραστηριότητα ως συνοριακοί εργαζόμενοι κατά την 1η Ιανουαρίου 2005 ή πριν από την ημερομηνία αυτή και κατέστησαν άνεργοι πριν από την 1η Ιανουαρίου 2011.

    ▼M10

    19. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΠΟΛΩΝΙΑ

    α) Η Σύμβαση της 9ης Οκτωβρίου 1975 περί διατάξεων γήρατος και εργατικών ατυχημάτων, σύμφωνα με τους όρους και το πεδίο εφαρμογής που ορίζονται στο άρθρο 27, παράγραφοι 2 έως 4 της Σύμβασης περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 8ης Δεκεμβρίου 1990.

    β) Το άρθρο 11, παράγραφος 3, το άρθρο 19, παράγραφος 4, το άρθρο 27, παράγραφος 5 και το άρθρο 28, παράγραφος 2 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 8ης Δεκεμβρίου 1990.

    ▼M10

    20. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    α) Άρθρο 28, παράγραφος 1, στοιχείο β) της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 8ης Απριλίου 2005.

    β) Το σημείο 13 του Τελικού Πρωτοκόλλου της εν λόγω Συμβάσεως.

    ▼M8 —————

    ▼A1

    ►M10  21 ◄ . ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    α) Το άρθρο 42 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 24ης Σεπτεμβρίου 1997.

    β) Το σημείο 15 του Τελικού Πρωτοκόλλου της εν λόγω Συμβάσεως.

    ▼M10

    22. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Το άρθρο 29 παράγραφος 1 σημεία 2 και 3, της συμφωνίας της 12ης Σεπτεμβρίου 2002· η παράγραφος 9 του τελικού πρωτοκόλλου της συμφωνίας της 12ης Σεπτεμβρίου 2002.

    ▼M8 —————

    ▼M10

    23. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    α) Το άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6, της σύμβασης περί κοινωνικής ασφάλειας της 20 Απριλίου 1960 (νομοθεσία αφορώσα τους πολίτες που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις).

    β) Το άρθρο 5 παράγραφοι 5 και 6, της σύμβασης περί ασφάλισης κατά της ανεργίας της 20 Απριλίου 1960 (νομοθεσία αφορώσα τους πολίτες που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις).

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    24. ΙΣΠΑΝΙΑ-ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Το άρθρο 22 της γενικής συμβάσεως της 11 Ιουνίου 1969 (εξαγωγή των παροχών ανεργίας).

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M10

    25. ΙΡΛΑΝΔΙΑ-ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Το άρθρο 8 της συμφωνίας της 14 Σεπτεμβρίου 1971 περί κοινωνικής ασφάλειας (σχετικά με τη μεταφορά και τον υπολογισμό ορισμένων πιστώσεων αναπηρίας).

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M11 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M10

    26. ΙΤΑΛΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    α) Η συμφωνία περί ρυθμίσεως των αμοιβαίων υποχρεώσεων σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως όσον αφορά την παράγραφο 7 του Παραρτήματος XIV της Συνθήκης Ειρήνης (που συνήφθη με ανταλλαγή σημειωμάτων στις 5 Φεβρουαρίου 1959).

    β) Άρθρο 45, παράγραφος 3 της Σύμβασης περί κοινωνικής ασφαλίσεως, της 7ης Ιουλίου 1997, σχετικά με την πρώην Ζώνη Β του Ελεύθερου Εδάφους της Τεργέστης.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    27. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ-ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Το άρθρο 50 παράγραφος 5 της συνθήκης περί κοινωνικής ασφάλισης της 23ης Μαΐου 2002.

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    28. ΟΥΓΓΑΡΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ

    Το άρθρο 36 παράγραφος 3 της σύμβασης περί κοινωνικής ασφάλισης της 31ης Μαρτίου 1999.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    29. ΟΥΓΓΑΡΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Το άρθρο 31 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 7ης Οκτωβρίου 1957.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    30. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ-ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Το άρθρο 31 της σύμβασης της 19 Ιουνίου 1979 (εξαγωγή των παροχών ανεργίας).

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M10

    31. ΑΥΣΤΡΙΑ-ΠΟΛΩΝΙΑ

    Το άρθρο 33, παράγραφος 3 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 7ης Σεπτεμβρίου 1998.

    ▼M8 —————

    ▼M10

    32. ΑΥΣΤΡΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Το άρθρο 37 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 10ης Μαρτίου 1997.

    ▼M10

    33. ΑΥΣΤΡΙΑ-ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Το άρθρο 34 παράγραφος 3 της συμφωνίας της 21ης Δεκεμβρίου 2001 περί κοινωνικής ασφάλισης.

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼A1

    ►M9  30 ◄ . ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ-ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    α) Άρθρο 2 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου για την ιατρική περίθαλψη, της 15ης Νοεμβρίου 1978.

    β) Όσον αφορά τους πορτογάλους εργαζομένους και για το χρονικό διάστημα από τις 22 Οκτωβρίου 1987 και μέχρι το τέλος της μεταβατικής περιόδου που προβλέπεται στο άρθρο 220 παράγραφος 1 της πράξης προσχώρησης της Ισπανίας και της Πορτογαλίας: το άρθρο 26 της σύμβασης περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 15ης Νοεμβρίου 1978, όπως τροποποιήθηκε με την ανταλλαγή επιστολών της 28ης Σεπτεμβρίου 1987.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    35. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ-ΣΟΥΗΔΙΑ

    Το άρθρο 10 της σκανδιναβικής συμβάσεως περί κοινωνικής ασφάλειας της 15 Ιουνίου 1992, σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδιού σε περίπτωση ασθένειας κατά την παραμονή σε άλλη σκανδιναβική χώρα, με συνέπεια να καταστεί αναγκαίο ακριβότερο ταξίδι επιστροφής στη χώρα διαμονής.

    ▼M8 —————

    ▼B

    B.   Διατάξεις συμβάσεων το πεδίο εφαρμογής των οποίων δεν εκτείνεται επί όλων των προσώπων επί των οποίων εφαρμόζεται ο κανονισμός (άρθρο 3 παράγραφος 3 του κανονισμού)

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    1. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ

    Το άρθρο 38 παράγραφος 3 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 14ης Απριλίου 2005.

    ▼A1

    ►M10  2 ◄ . ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-ΚΥΠΡΟΣ

    Το άρθρο 32 παράγραφος 4 της συμφωνίας περί κοινωνικής ασφάλισης της 19ης Ιανουαρίου 1999.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    3. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ

    Άρθρο 32, παράγραφος 3 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 20ής Ιουλίου 1999.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M10

    4. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Σημείο 16 του Τελικού Πρωτοκόλλου της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 2ας Μαΐου 1998.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M10

    5. ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    α) Το άρθρο 42 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 24ης Σεπτεμβρίου 1997.

    β) Το σημείο 15 του Τελικού Πρωτοκόλλου της εν λόγω Συμβάσεως.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M10

    6. ΙΤΑΛΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    α) Η συμφωνία περί ρυθμίσεως των αμοιβαίων υποχρεώσεων σε θέματα κοινωνικής ασφαλίσεως όσον αφορά την παράγραφο 7 του Παραρτήματος XIV της Συνθήκης Ειρήνης (που συνήφθη με ανταλλαγή σημειωμάτων στις 5 Φεβρουαρίου 1959).

    β) Άρθρο 45, παράγραφος 3 της Σύμβασης περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 7ης Ιουλίου 1997 σχετικά με την πρώην Ζώνη Β του Ελεύθερου Εδάφους της Τεργέστης.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M10

    7. ΟΥΓΓΑΡΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ

    Άρθρο 36, παράγραφος 3 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 31ης Μαρτίου 1999.

    ▼M9 —————

    ▼M10

    8. ΟΥΓΓΑΡΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Το άρθρο 31 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 7ης Οκτωβρίου 1957.

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M10

    9. ΑΥΣΤΡΙΑ-ΠΟΛΩΝΙΑ

    Το άρθρο 33, παράγραφος 3 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 7ης Σεπτεμβρίου 1998.

    ▼M8 —————

    ▼M10

    10. ΑΥΣΤΡΙΑ-ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Το άρθρο 37 της Συμβάσεως περί κοινωνικής ασφαλίσεως της 10ης Μαρτίου 1997.

    ▼M10

    11. ΑΥΣΤΡΙΑ-ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Το άρθρο 34 παράγραφος 3 της συμφωνίας της 21ης Δεκεμβρίου 2001 περί κοινωνικής ασφάλισης.

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼M9 —————

    ▼M8 —————

    ▼B




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV (B) (11) (13) (15)

    [Άρθρο 37 παράγραφος 2, άρθρο 38 παράγραφος 3, άρθρο 45 παράγραφος 3, άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο β) και άρθρο 46β παράγραφος 2 του κανονισμού]

    Α.   Νομοθεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 37 παράγραφος 1 του κανονισμού, σύμφωνα με τις οποίες το ύψος των παροχών αναπηρίας είναι ανεξάρτητο από τη διάρκεια των ασφαλιστικών περιόδων

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    α) Η νομοθεσία περί γενικού καθεστώτος αναπηρίας, περί ειδικού καθεστώτος αναπηρίας των εργατών ορυχείων, περί ειδικού καθεστώτος ναυτικών εμπορικής ναυτιλίας.

    β) Η νομοθεσία περί ασφαλίσεως των αυτοαπασχολούμενων κατά του κινδύνου ανικανότητας προς εργασία.

    γ) Η νομοθεσία περί αναπηρίας στο πλαίσιο του συστήματος υπερποντίων κοινωνικών ασφαλίσεων και το καθεστώς αναπηρίας των πρώην υπαλλήλων του Βελγικού Κογκό και της Ρουάντα-Ουρούντι.

    ▼M10

    Β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Γ. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    Η σύνταξη πλήρους αναπηρίας για πρόσωπα που απέκτησαν ολική αναπηρία πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους και τα οποία δεν ήταν ασφαλισμένα για το απαιτούμενο χρονικό διάστημα (τμήμα 42 του νόμου αριθ. 155/1995 Συλ., περί συνταξιοδοτικής ασφάλισης).

    ▼M10

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Ε. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΣΤ. ΕΣΘΟΝΙΑ

    α) Συντάξεις αναπηρίας οι οποίες χορηγήθηκαν πριν από την 1η Απριλίου 2000 δυνάμει του Νόμου περί κρατικών επιδομάτων και οι οποίες διατηρούνται δυνάμει του Νόμου περί κρατικής ασφάλισης συντάξεων.

    β) Εθνικές συντάξεις οι οποίες χορηγήθηκαν λόγω αναπηρίας σύμφωνα με τον Νόμο περί κρατικής ασφάλισης συντάξεων.

    γ) Συντάξεις αναπηρίας που χορηγούνται σύμφωνα με τον Νόμο περί Ενόπλων Δυνάμεων, τον Νόμο περί Αστυνομικής Υπηρεσίας, τον Νόμο περί Εισαγγελίας, τον Νόμο περί του Καθεστώτος των Δικαστών, τον Νόμο περί των Μισθών, Συντάξεων και άλλων Κοινωνικών Παροχών των Μελών του Riigikogu και τον Νόμο περί των Επισήμων Παροχών προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

    ▼M10

    Ζ. ΕΛΛΑΔΑ

    Η νομοθεσία περί του συστήματος γεωργικής ασφαλίσεως.

    ▼M10

    Η. ΙΣΠΑΝΙΑ

    Η νομοθεσία για την ασφάλιση αναπηρίας του γενικού συστήματος και των ειδικών συστημάτων, εκτός των ειδικών συστημάτων για τους δημοσίους υπαλλήλους, τις ένοπλες δυνάμεις και τις διοικητικές υπηρεσίες του δικαστικού τομέα.

    ▼M10

    Θ. ΓΑΛΛΙΑ

    1. Μισθωτοί

    Το σύνολο των νομοθεσιών περί ασφαλίσεως αναπηρίας, εκτός από τη νομοθεσία σχετικά με την ασφάλιση αναπηρίας του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως των εργατών ορυχείων.

    2. Μη μισθωτοί

    Η νομοθεσία περί της ασφαλίσεως αναπηρίας των μη μισθωτών που απασχολούνται στη γεωργία.

    ▼M10

    Ι. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Το μέρος 2 κεφάλαιο 17 του ενοποιημένου νόμου του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών.

    ▼M10

    ΙΑ. ΙΤΑΛΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΒ. ΚΥΠΡΟΣ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΓ. ΛΕΤΟΝΙΑ

    Το άρθρο 16, παράγραφος 1, σημείο 2 του Νόμου περί κρατικών συντάξεων της 1ης Ιανουαρίου 1996.

    ▼M10

    ΙΔ. ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΕ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΣΤ. ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΖ. ΜΑΛΤΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΗ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    α) Ο νόμος της 18ης Φεβρουαρίου 1966 περί της ασφαλίσεως κατά της ανικανότητας προς εργασία, όπως τροποποιήθηκε.

    ▼M2

    β) νόμος της 24ης Απριλίου 1997 για την εργασία των αυτοαπασχολουμένων (WAZ), όπως αυτός τροποποιήθηκε.

    ▼M12

    γ) de Wet Werk en Inkomen naar Arbeidsvermogen (νόμος σχετικά με την εργασία και τις απολαβές ανάλογα με την ικανότητα προς εργασία) (WIA) της 10ης Νοεμβρίου 2005.

    ▼M10

    ΙΘ. ΑΥΣΤΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Κ. ΠΟΛΩΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΑ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΒ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΓ. ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΔ. ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Σύνταξη αναπηρίας προσώπου του οποίου η αναπηρία επήλθε όταν ήταν συντηρούμενο τέκνο και το οποίο θεωρείται πάντοτε ότι έχει συμπληρώσει την απαιτούμενη ασφαλιστική περίοδο (άρθρο 70, παράγραφος 2, άρθρο 72, παράγραφος 3 και άρθρο 73, παράγραφος 3 και παράγραφος 4 του νόμου αριθ. 461/2003 περί κοινωνικής ασφάλισης, όπως έχει τροποποιηθεί).

    ▼M10

    ΚΕ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Εθνική σύνταξη σε πρόσωπα με εκ γενετής αναπηρία ή σε πρόσωπα που κατέστησαν ανάπηρα σε νεαρή ηλικία (Νόμος περί εθνικών συντάξεων 547/93).

    ▼M10

    ΚΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ

    Η νομοθεσία για τις παροχές για μακρόχρονη ανικανότητα προς εργασία που συνδέονται με το εισόδημα (κεφάλαιο 8 του νόμου 1962:381 περί γενικής ασφαλίσεως, όπως ισχύει κατόπιν τροποποιήσεων).

    ▼M10

    ΚΖ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    α) Μεγάλη Βρετανία:

    Άρθρα 15 και 36 του νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως του 1975 (Social Security Act 1975).

    Άρθρα 14, 15 και 16 του νόμου περί συντάξεων κοινωνικής ασφαλίσεως του 1975 (Social Security Pensions Act 1975).

    β) Βόρεια Ιρλανδία:

    Άρθρα 15 και 36 του νόμου του 1975 περί κοινωνικής ασφαλίσεως στη Βόρεια Ιρλανδία [Social Security (Northern Ireland) Act 1975].

    Άρθρα 16, 17 και 18 του κανονισμού του 1975 περί συντάξεων κοινωνικής ασφαλίσεως στη Βόρεια Ιρλανδία [Social Security Pensions (Northern Ireland) Order 1975].

    Β.   Ειδικά συστήματα για μη μισθωτούς κατά την έννοια του άρθρου 38 παράγραφος 3 και του άρθρου 45 παράγραφος 3 του κανονισμού

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Γ. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Ε. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Ασφάλιση γήρατος αγροτών (Alterssicherung der Landwirte).

    ▼M10

    ΣΤ. ΕΣΘΟΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Ζ. ΕΛΛΑΔΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Η. ΙΣΠΑΝΙΑ

    Καθεστώς πρόωρης συνταξιοδότησης για τους μη μισθωτούς εργαζόμενους στη ναυτιλία, οι οποίοι ασκούν τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο βασιλικό διάταγμα αριθ. 2390/2004 της 30ής Δεκεμβρίου 2004.

    ▼M10

    Θ. ΓΑΛΛΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Ι. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΑ. ΙΤΑΛΙΑ

    Συστήματα ασφάλισης συντάξεων (Assicurazione pensioni) για:

     γιατρούς (medici)

     φαρμακοποιούς (farmacisti)

     κτηνιάτρους (veterinari)

     νοσοκόμους, βοηθούς υγείας και πρόνοιας, νοσοκόμους παιδιατρικού τμήματος (infermieri, assistenti sanitari, vigilatrici infanzia)

     ψυχολόγους (psicologi)

     μηχανικούς και αρχιτέκτονες (ingegneri ed architetti)

     τοπογράφους (geometri)

     δικηγόρους (avvocati)

     διπλωματούχους οικονομικών επιστημών (dottori commercialisti)

     λογιστές και εμπορικούς συμβούλους (ragionieri e periti commerciali)

     συμβούλους εργασίας (consulenti del lavoro)

     συμβολαιογράφους (notai)

     εκτελωνιστές (spedizionieri doganali)

     βιολόγους (biologi)

     γεωτεχνικούς και τεχνολόγους γεωπόνους (agrotecnici e periti agrari)

     πράκτορες και εμπορικούς αντιπροσώπους (agenti e rappresentanti di commercio)

     δημοσιογράφους (giornalisti)

     τεχνολόγους βιομηχανίας (periti industriali)

     αναλογιστές, χημικούς, γεωπόνους, δασολόγους, γεωλόγους (attuari, chimici, dottori agronomi, dottori forestali, geologi).

    ▼M10

    ΙΒ. ΚΥΠΡΟΣ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΓ. ΛΕΤΟΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΔ. ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΕ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΣΤ. ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΖ. ΜΑΛΤΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΗ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΘ. ΑΥΣΤΡΙΑ

    Συστήματα συντάξεων των συνταξιοδοτικών φορέων ενώσεων ελευθέριων επαγγελμάτων (Kammern der Freien Berufe).

    ▼M10

    Κ. ΠΟΛΩΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΑ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΛΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΒ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΓ. ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΔ. ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΕ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΖ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Ουδέν.

    Γ.   Περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού, στις οποίες μπορεί να μην υπολογιστεί η παροχή σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού

    Α. ΒΕΛΓΙΟ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Β. ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Όλες οι αιτήσεις για παροχές σύνταξης για περιόδους ασφάλισης και γήρατος, συντάξεις αναπηρίας λόγω ασθενείας και συντάξεις επιζώντων που απορρέουν από τις προαναφερθείσες συντάξεις.

    ▼M10

    Γ. ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    Συντάξεις (πλήρους και μερικής) αναπηρίας και επιζώντων (χηρών, χήρων και ορφανών) όταν δεν προκύπτουν από τη σύνταξη γήρατος την οποία θα εδικαιούτο ο αποθανών ασφαλισμένος τη στιγμή του θανάτου.

    ▼M10

    Δ. ΔΑΝΙΑ

    Αιτήσεις συντάξεων που καθορίζονται σύμφωνα με το νόμο για την κοινωνική σύνταξη, εξαιρέσει των συντάξεων οι οποίες αναφέρονται στο παράρτημα ΙV μέρος Δ.

    ▼M10

    Ε. ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΣΤ. ΕΣΘΟΝΙΑ

    Όλες οι αιτήσεις για συντάξεις αναπηρίας, γήρατος και επιζώντων για τις οποίες:

     έχουν συμπληρωθεί περίοδοι ασφάλισης στην Εσθονία έως τις 31 Δεκεμβρίου 1998,

     ο ατομικώς καταγεγραμμένος κοινωνικός φόρος που έχει καταβάλει ο ενδιαφερόμενος σύμφωνα με την εσθονική νομοθεσία είναι τουλάχιστον ίσος με τον μέσο κοινωνικό φόρο για το αντίστοιχο έτος ασφάλισης.

    ▼M10

    Ζ. ΕΛΛΑΔΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Η. ΙΣΠΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Θ. ΓΑΛΛΙΑ

    Όλες οι αιτήσεις για παροχές σύνταξης ή παροχές επιζώντων δυνάμει των συστημάτων επικουρικής σύνταξης για μισθωτούς, με την εξαίρεση των αιτήσεων συντάξεως γήρατος ή επιζώντος του συστήματος επικουρικής σύνταξης του ιπταμένου προσωπικού της πολιτικής αεροπορίας.

    ▼M10

    Ι. ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    Όλες οι παροχές που αφορούν συντάξεις λόγω αποχωρήσεως από την υπηρεσία, συντάξεις γήρατος (βάσει ασφαλιστικών εισφορών), συντάξεις χήρας ή χήρου (βάσει ασφαλιστικών εισφορών).

    ▼M10

    ΙΑ. ΙΤΑΛΙΑ

    Αιτήσεις συντάξεων αναπηρίας, αποχώρησης και επιζώντων των μισθωτών καθώς και των ακολούθων κατηγοριών μη μισθωτών: γεωργοί, επίμορτοι αγρολήπτες, κτηματίες αγρότες, βιοτέχνες και πρόσωπα που εξασκούν εμπορικές δραστηριότητες.

    ▼M10

    ΙΒ. ΚΥΠΡΟΣ

    Όλες οι αιτήσεις συντάξεων γήρατος, ανικανότητας και χηρείας.

    ▼M10

    ΙΓ. ΛΕΤΟΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΔ. ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΕ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΣΤ. ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΖ. ΜΑΛΤΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΗ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    Αιτήσεις συντάξεων γήρατος δυνάμει του νόμου της 31ης Μαΐου 1956 σχετικά με τη γενικευμένη ασφάλιση γήρατος, όπως τροποποιήθηκε.

    ▼M10

    ΙΘ. ΑΥΣΤΡΙΑ

    1. Κάθε αίτηση παροχών που υποβάλλεται δυνάμει του Allgemeines Sozialversicherungsgesetz (νόμου περί γενικών κοινωνικών ασφαλίσεων) (ASVG), του Gewerbliches Sozialversicherungsgesetz (νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως εμπόρων) (GSVG) και του Bauern-Sozialversicherungsgesetz (νόμου περί κοινωνικής ασφαλίσεως γεωργών) (BSVG), στο βαθμό που δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 46β και 46γ του κανονισμού.

    2. Όλες οι αιτήσεις σχετικά με τις ακόλουθες παροχές με βάση συνταξιοδοτικό λογαριασμό δυνάμει του Allgemeines Pensionsgesetz (νόμου περί συντάξεων) (APG), στο βαθμό που δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 46β και 46γ του κανονισμού:

    α) συντάξεις γήρατος·

    β) συντάξεις αναπηρίας·

    γ) συντάξεις επιζώντων, υπό την προϋπόθεση ότι καμία αύξηση της παροχής που προκύπτει από επιπλέον μήνες ασφάλισης δεν πρέπει να υπολογίζεται κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 7 παράγραφος 2 του APG.

    ▼M10

    Κ. ΠΟΛΩΝΙΑ

    Όλες οι αιτήσεις για συντάξεις γήρατος, αναπηρίας και επιζώντων.

    ▼M10

    ΚΑ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    Όλες οι αιτήσεις συντάξεων αναπηρίας, γήρατος και χηρείας.

    ▼M10

    ΚΒ. ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΓ. ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΔ. ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    Σύνταξη επιζώντος (σύνταξη χηρείας και σύνταξη ορφανού) το ποσό της οποίας προέρχεται από σύνταξη γήρατος, προσυνταξιοδότηση γήρατος ή σύνταξη αναπηρίας που καταβαλλόταν προηγουμένως στον αποθανόντα.

    ▼M10

    ΚΕ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ

    Συντάξεις γήρατος που βασίζονται στο εισόδημα (νόμος 1998:674) και εγγυημένες συντάξεις με τη μορφή συντάξεων γήρατος (νόμος 1998:702).

    ▼M10

    ΚΖ. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    Όλες οι αιτήσεις συνταξιοδότησης γήρατος ή χηρείας που καθορίζονται κατ' εφαρμογή των διατάξεων του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 3 του κανονισμού, πλην των περιπτώσεων κατά τις οποίες:

    α) Κατά τη διάρκεια οικονομικού έτους με ημερομηνία έναρξης την 6η Απριλίου 1975 ή μεταγενέστερη:

    i) ο ενδιαφερόμενος συμπλήρωσε περιόδους ασφάλισης, απασχόλησης ή κατοικίας υπό τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου και ενός άλλου κράτους μέλους και

    ii) ένα (ή περισσότερα) από τα αναφερόμενα στο σημείο ι) οικονομικά έτη δεν λογίζονται ως έτη απόκτησης της ιδιότητας του δικαιούχου κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου.

    β) Οι περίοδοι ασφάλισης που συμπληρώθηκαν υπό την ισχύουσα στο Ηνωμένο Βασίλειο νομοθεσία για τις προ της 5ης Ιουλίου 1948 περιόδους έχουν ενδεχομένως ληφθεί υπόψη για τους σκοπούς του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού δι' εφαρμογής περιόδων ασφάλισης, απασχόλησης ή κατοικίας υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους.

    ▼A1

    Δ.   Παροχές και συμφωνίες που αναφέρονται στο άρθρο 46β, παράγραφος 2 του κανονισμού

    1.  Παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 46β, παράγραφος 2, στοιχείο α) του κανονισμού, το ποσό των οποίων είναι ανεξάρτητο από τη διάρκεια των περιόδων ασφαλίσεως ή διαμονής που έχουν πραγματοποιηθεί:

    α) Οι παροχές αναπηρίας που προβλέπονται από τη νομοθεσία που αναφέρεται στο Μέρος Α του παρόντος Παραρτήματος.

    β) Η πλήρης εθνική σύνταξη γήρατος που χορηγεί η Δανία μετά από 10 έτη κατοικίας σε πρόσωπα στα οποία έχει ήδη χορηγηθεί σύνταξη το αργότερο από την 1η Οκτωβρίου 1989.

    γ) Η εσθονική εθνική σύνταξη που χορηγείται σύμφωνα με τον Νόμο περί κρατικής ασφάλισης των συντάξεων, οι συντάξεις γήρατος που χορηγούνται σύμφωνα με τον Νόμο περί Κρατικού Ελέγχου, τον Νόμο περί Αστυνομικής Υπηρεσίας και τον Νόμο περί Εισαγγελίας, και οι συντάξεις γήρατος και επιζώντων που χορηγούνται σύμφωνα με τον Νόμο περί Νομικού Συμβούλου, τον Νόμο περί Ενόπλων Δυνάμεων, τον Νόμο περί του Καθεστώτος των Δικαστών, τον Νόμο περί των Μισθών, των Συντάξεων και λοιπών Κοινωνικών Παροχών των μελών του Riigikogu και τον Νόμο περί των Επισήμων Παροχών προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.

    δ) Τα επιδόματα λόγω θανάτου και οι συντάξεις επιζώντος που χορηγεί η Ισπανία βάσει γενικών και ειδικών συνταξιοδοτικών συστημάτων.

    ε) Τα επιδόματα χηρείας στα πλαίσια της ασφάλισης χηρείας του γαλλικού γενικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης ή του συστήματος για τους μισθωτούς του γεωργικού τομέα.

    στ) Η σύνταξη ανάπηρου χήρου ή χήρας του γαλλικού γενικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης ή του συστήματος των μισθωτών του γεωργικού τομέα, όταν υπολογίζεται με βάση σύνταξη αναπηρίας του αποθανόντος συζύγου μετά από εκκαθάριση κατ' εφαρμογή του άρθρου 46, παράγραφος 1, στοιχείο α), σημείο i).

    ζ) Η ολλανδική σύνταξη επιζώντος δυνάμει του Νόμου της 21ης Δεκεμβρίου 1995 περί της γενικής ασφάλισης των επιζώντων εξαρτώμενων ατόμων.

    η) Οι φινλανδικές εθνικές συντάξεις οι οποίες καθορίζονται σύμφωνα με τον Νόμο περί εθνικών συντάξεων της 8ης Ιουνίου 1956 και οι οποίες χορηγούνται δυνάμει των μεταβατικών κανόνων του Νόμου περί εθνικών συντάξεων (547/93) και το πρόσθετο ποσό σύνταξης τέκνου σύμφωνα με τον Νόμο περί συντάξεων επιζώντων της 17ης Ιανουαρίου 1969.

    ▼M11

    θ) Η σουηδική εγγυημένη σύνταξη και η εγγυημένη αποζημίωση που αντικατέστησαν τις πλήρεις κρατικές σουηδικές συντάξεις, οι οποίες προβλέπονταν από τη νομοθεσία περί κρατικών συντάξεων που ίσχυε πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993, η πλήρης κρατική σύνταξη που χορηγήθηκε σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις της νομοθεσίας που ίσχυε από την ημερομηνία εκείνη κι έπειτα, καθώς και η σουηδική αποζημίωση ασθένειας που συνδέεται με το εισόδημα και η αποζημίωση δραστηριότητας.

    ▼A1

    2.  Παροχές που αναφέρονται στο άρθρο 46β, παράγραφος 2, στοιχείο β) του κανονισμού, το ποσό των οποίων καθορίζεται σε συνάρτηση με πλασματική περίοδο που θεωρείται συμπληρωθείσα μεταξύ της ημερομηνίας επελεύσεως του κινδύνου και μεταγενέστερης ημερομηνίας:

    α) Οι δανικές συντάξεις πρόωρης συνταξιοδότησης το ύψος των οποίων καθορίζεται σύμφωνα με τη νομοθεσία που ίσχυε πριν από την 1η Οκτωβρίου 1984.

    β) Οι γερμανικές συντάξεις αναπηρίας και επιζώντων για τις οποίες λαμβάνεται υπόψη μία συμπληρωματική περίοδος, καθώς και οι γερμανικές συντάξεις γήρατος για τις οποίες λαμβάνεται υπόψη μία ήδη πραγματοποιηθείσα συμπληρωματική περίοδος.

    γ) Οι ιταλικές συντάξεις πλήρους ανικανότητας προς εργασία («inabilità»).

    δ) Οι λετονικές συντάξεις αναπηρίας και επιζώντων για τις οποίες λαμβάνεται υπόψη η πλασματική περίοδος ασφάλισης.

    ε) Οι λιθουανικές συντάξεις κοινωνικής ασφάλισης αναπηρίας και επιζώντων.

    στ) Οι συντάξεις αναπηρίας και επιζώντων του Λουξεμβούργου.

    ▼M9

    ζ) Σλοβακική σύνταξη αναπηρίας και επαγομένη σύνταξη επιζώντων.

    ▼A1

    η) Οι φινλανδικές συντάξεις που βασίζονται στην απασχόληση, για τις οποίες έχουν ληφθεί υπόψη και μελλοντικές περίοδοι βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

    ▼M11

    θ) η σουηδική αποζημίωση ασθένειας και η αποζημίωση δραστηριότητας με τη μορφή εγγυημένης αποζημίωσης (νόμος 1962:381, όπως τροποποιήθηκε από το νόμο 2001:489), η σύνταξη επιζώντος, όπως υπολογίζεται βάσει των δυνάμενων να εκτιμηθούν περιόδων (νόμος 2000:461 και νόμος 2000:462), και η σουηδική σύνταξη γήρατος με τη μορφή εγγυημένης σύνταξης, που υπολογίζεται βάσει των προηγούμενων πλασματικών περιόδων (νόμος 1998:702).

    ▼A1

    3.  Συμφωνίες αναφερόμενες στο άρθρο 46β, παράγραφος 2, στοιχείο β), σημείο i) του κανονισμού, οι οποίες αποβλέπουν στο να αποφεύγεται ο υπολογισμός της ιδίας πλασματικής περιόδου δύο ή περισσότερες φορές:

    ▼M11

    α) Σκανδιναβική Σύμβαση περί κοινωνικών ασφαλίσεων της 18ης Αυγούστου 2003

    ▼A1

    β) Η Συμφωνία Κοινωνικής Ασφάλισης, της 28ης Απριλίου 1997, μεταξύ της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Φινλανδίας.

    ▼M11

    γ) Σύμβαση κοινωνικής ασφάλισης της 10ης Νοεμβρίου 2000 μεταξύ της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

    ▼B




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V (15)

    ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΩΝ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΟΡΩΝ ΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΜΕ ΤΟ ΒΑΘΜΟ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ

    (Άρθρο 40 παράγραφος 4 του κανονισμού)



    ΒΕΛΓΙΟ

    Κράτημέλη

    Καθεστώτα εφαρμοζόμενα από τους φορείς των κρατών μελών, οι οποίοι έχουν λάβει την απόφαση που αναγνωρίζει την ύπαρξη αναπηρίας

    Καθεστώτα εφαρμοζόμενα από τους βελγικούς φορείς για τους οποίους η απόφαση είναι υποχρεωτική σε περίπτωση συμφωνίας

    Γενικό καθεστώς

    Καθεστώς εργατών ορυχείων

    Καθεστώς ναυτικών

    Οργανισμός υπερποντίων κοινωνικών ασφαλίσεων

    Γενική αναπηρία

    Επαγγελματική αναπηρία

    ΓΑΛΛΙΑ

    1.  Γενικό καθεστώς:

     

    — Ομάδα ΙΙΙ (συνεχής φροντίδα)

    right accolade Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Ομάδα ΙΙ

     

    — Ομάδα Ι

    2.  Γεωργικό καθεστώς:

     

    — Ολική γενική αναπηρία

    right accolade Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Γενική αναπηρία δύο τρίτων

     

    — Συνεχής φροντίδα

    3.  Καθεστώς εργατών: ορυχείων

     

    — Μερική γενική αναπηρία

    right accolade Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Συνεχής φροντίδα

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    4.  Καθεστώς ναυτικών:

     

    — Γενική αναπηρία

    right accolade Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Συνεχής φροντίδα

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    ΙΤΑΛΙΑ

    1.  Γενικό καθεστώς:

     

    — Αναπηρία εργατών

    right accolade Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Αναπηρία υπαλλήλων

    2.  Καθεστώς ναυτικών:

     

    — Ανικανότητα προς ναυσιπλοΐα

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    ΛΟΥΞΕΜ- ΒΟΥΡΓΟ

    Αναπηρία εργατών

    right accolade Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    Αναπηρία υπαλλήλων



    ΓΑΛΛΙΑ

    Κράτη μέλη

    Συστήματα εφαρμοζόμενα από τους φορείς των κρατών μελών, οι οποίοι έχουν λάβει απόφαση που αναγνωρίζει το βαθμό αναπηρίας

    Συστήματα εφαρμοζόμενα από τους γαλλικούς φορείς για τους οποίους ή απόφαση είναι υποχρεωτική σε περίπτωση συμφωνίας

    Γενικό σύστημα

    Γεωργικό σύστημα

    Σύστημα εργατών ορυχείων

    Σύστημα ναυτικών

    Ομάδα Ι

    Ομάδα ΙΙ

    Ομάδα ΙΙΙ συνεχής φροντίδα

    Αναπηρία 2/3

    Ολική αναπηρία

    Συνεχής φροντίδα

    Γενική αναπηρία 2/3

    Συνεχής φροντίδα

    Επαγγελ- ματική αναπηρία

    Γενική αναπηρία 2/3

    Ολική επαγ- γελματική αναπηρία

    Συνεχής φροντίδα

    ΛΟΥΞΕΜ- ΒΟΥΡΓΟ

    1. Γενικό σύστημα

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    2.  Σύστημα εργατών ορυχείων:

     

    — Γενική μερική ανα- πηρία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφω- νία (2)

     
     
     
     

    3. Σύστημα ναυτικών

    Συμφω- νία (1)

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφω- νία (1)

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφω- νία (1)

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    ΙΤΑΛΙΑ

    1.  Γενικό σύστημα:

     

    — Αναπηρία εργατών

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Αναπηρία ύπαλλή- λων

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    2.  Σύστημα ναυτικών

     

    — Ανικανότητα προς ναυσιπλοΐα

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    ΛΟΥΞΕΜ- ΒΟΥΡΓΟ

    Αναπηρία εργατών

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    Αναπηρία υπαλλήλων

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    (1)   Εφόσον η αναγνωρισθείσα από τον βελγικό φορέα αναπηρία είναι γενική.

    (2)   Μόνον αν ο βελγικός φορέας έχει αναγνωρίσει την ανικανότητα προς εργασία υπεδάφους και επιφάνειας.



    ΙΤΑΛΙΑ

    Κράτη μέλη

    Συστήματα εφαρμοζόμενα από τους φορείς των κρατών μελών, οι οποίοι έχουν λάβει απόφαση που αναγνωρίζει το βαθμό αναπηρίας

    Συστήματα εφαρμοζόμενα από τους ιταλικούς φορείς, για τους οποίους η {{HR}}απόφαση είναι υποχρεωτική σε περίπτωση συμφωνίας

    Γενικό σύστημα

    Ναυτικοί

    Ανικανότητα προς ναυσιπλοΐα

    Εργάτες

    Υπάλληλοι

    ΒΕΛΓΙΟ

    1. Γενικό σύστημα:

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    2.  Σύστημα εργατών ορυχείων:

     

    — Γενική μερική αναπηρία

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    3. Σύστημα ναυτικών

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    ΓΑΛΛΙΑ

    1.  Γενικό σύστημα:

     

    — Ομάδα ΙΙΙ (συνεχής φροντίδα)

    right accolade Συμφωνία
    right accolade Συμφωνία
    right accolade Ασυμφωνία
     

    — Ομάδα ΙΙ

     

    — Ομάδα Ι

    2.  Γεωργικό σύστημα:

     

    — Γενική ολική αναπηρία

    right accolade Συμφωνία
    right accolade Συμφωνία
    right accolade Ασυμφωνία
     

    — Γενική μερική αναπηρία

     

    — Συνεχής φροντίδα

    3.  Σύστημα εργατών ορυχείων:

     

    — Γενική μερική αναπηρία

    right accolade Συμφωνία
    right accolade Συμφωνία
    right accolade Ασυμφωνία
     

    — Συνεχής φροντίδα

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    4.  Σύστημα ναυτικών:

     

    — Γενική μερική αναπηρία

    right accolade Ασυμφωνία
    right accolade Ασυμφωνία
    right accolade Ασυμφωνία
     

    — Συνεχής φροντίδα

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

     
     
     



    ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    Κράτη μέλη

    Συστήματα εφαρμοζόμενα από τους φορείς των κρατών μελών, οι οποίοι έχουν λάβει απόφαση που αναγνωρίζει το βαθμό αναπηρίας

    Συστήματα εφαρμοζόμενα από τους φορείς του Λου- ξεμβούργου για τους οποίους η απόφαση είναι υπο- χρεωτική σε περίπτωση συμφωνίας

    Αναπηρία εργατών

    Αναπηρία υπαλλήλων

    ΒΕΛΓΙΟ

    1. Γενικό σύστημα

    Συμφωνία

    Συμφωνία

    2.  Σύστημα εργατών ορυχείων:

     

    — Γενική μερική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

     

    3. Σύστημα ναυτικών

    Συμφωνία (1)

    Συμφωνία (1)

    ΓΑΛΛΙΑ

    1.  Γενικό σύστημα:

     

    — Ομάδα ΙΙΙ (συνεχής φροντίδα)

    right accolade Συμφωνία
    right accolade Συμφωνία
     

    — Ομάδα ΙΙ

     

    — Ομάδα Ι

    2.  Γεωργικό σύστημα:

     

    — Γενική ολική αναπηρία

    right accolade Συμφωνία
    right accolade Συμφωνία
     

    — Γενική αναπηρία 2/3

     

    — Συνεχής φροντίδα

    3.  Σύστημα εργατών ορυχείων:

     

    — Γενική αναπηρία 2/3

    right accolade Συμφωνία
    right accolade Συμφωνία
     

    — Συνεχής φροντίδα

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    4.  Σύστημα ναυτικών:

     

    — Γενική μερική αναπηρία

    right accolade Συμφωνία
    right accolade Συμφωνία
     

    — Συνεχής φροντίδα

     

    — Επαγγελματική αναπηρία

    Ασυμφωνία

    Ασυμφωνία

    (1)   Εφόσον η αναγνωρισθείσα από το βελγικό φορέα αναπηρία είναι γενική.




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI (A) (B) (2) (7) (8) (9) (11) (12) (13) (14) (15)

    ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΩΝ ΝΟΜΟΘΕΣΙΩΝ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

    (Άρθρο 89 του κανονισμού)

    Α.   ΒΕΛΓΙΟ

    1. Τα πρόσωπα, των οποίων το δικαίωμα παροχών εις είδος της ασφαλίσεως ασθένειας απορρέει από τις διατάξεις του βελγικού συστήματος υποχρεωτικής ασφαλίσεως κατά της ασθένειας και αναπηρίας, οι οποίες εφαρμόζονται στους ανεξάρτητους επαγγελματίες, απολαύουν των διατάξεων του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 1 του κανονισμού, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 35 παράγραφος 1, υπό τους ακόλουθους όρους:

    α) σε περίπτωση διαμονής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός από το Βέλγιο, οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται:

    i) όσον αφορά την υγειονομική περίθαλψη σε περίπτωση νοσηλεύσεως, τις παροχές εις είδος που προβλέπονται από τη νομοθεσία του κράτους διαμονής·

    ii) όσον αφορά τις άλλες παροχές εις είδος που προβλέπονται από το βελγικό σύστημα, την απόδοση των παροχών αυτών από τον αρμόδιο βελγικό φορέα στο ποσοστό που προβλέπεται από τη νομοθεσία του κράτους διαμονής·

    β) σε περίπτωση κατοικίας στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός από το Βέλγιο, οι ενδιαφερόμενοι δικαιούνται των παροχών εις είδος που προβλέπονται από τη νομοθεσία του κράτους κατοικίας υπό τον όρο να καταβάλουν, στον αρμόδιο βελγικό φορέα, τη συμπληρωματική εισφορά που προβλέπεται για το λόγο αυτό από τη βελγική ρύθμιση.

    2. Για την εφαρμογή των διατάξεων των κεφαλαίων 7 και 8 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού από αρμόδιο βελγικό φορέα, το τέκνο θεωρείται ότι ανατράφηκε στο κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου κατοικεί.

    3. Για την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, θεωρούνται επίσης ως περίοδοι ασφαλίσεως, που πραγματοποιήθηκαν υπό τη βελγική νομοθεσία περί του γενικού συστήματος αναπηρίας και του συστήματος των ναυτικών, οι περίοδοι ασφαλίσεως γήρατος που πραγματοποιήθηκαν υπό τη βελγική νομοθεσία προ της 1ης Ιανουαρίου 1945.

    4. Για την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημείο μ), λαμβάνονται υπόψη μόνο οι περίοδοι κατά τις οποίες ο μισθωτός ή μη μισθωτός ήταν ανίκανος προς εργασία κατά την έννοια της βελγικής νομοθεσίας.

    5. Οι περίοδοι ασφαλίσεως γήρατος που πραγματοποιήθηκαν από μη μισθωτούς, υπό τη βελγική νομοθεσία προ της ενάρξεως ισχύος της νομοθεσίας περί ανικανότητας προς εργασία των ανεξάρτητων εργαζόμενων, θεωρούνται ως περίοδοι που πραγματοποιήθηκαν υπό την τελευταία αυτή νομοθεσία για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού.

    6. Προκειμένου να καθοριστεί εάν πληρούνται οι προϋποθέσεις από τις οποίες η βελγική νομοθεσία εξαρτά την κτήση του δικαιώματος παροχών ανεργίας, λαμβάνονται υπόψη μόνον οι ημέρες μισθωτής εργασίας· εντούτοις οι εξομοιούμενες ημέρες κατά την έννοια της εν λόγω νομοθεσίας λαμβάνονται υπόψη στο μέτρο όπου οι ημέρες οι οποίες προηγούνται αυτών, υπήρξαν ημέρες μισθωτής εργασίας.

    7. Γιά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 72 και του άρθρου 79 παράγραφος 1 στοιχεία α) του κανονισμού, λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι απασχολήσεως ή/και ασφαλίσεως που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, στην περίπτωση κατά την οποία, δυνάμει της βελγικής νομοθεσίας το δικαίωμα επί των παροχών υπόκειται στην προϋπόθεση της εκπληρώσεως, για μια ορισμένη προηγούμενη χρονική περίοδο, των προϋποθέσεων οι οποίες γεννούν δικαίωμα οικογενειακών επιδομάτων στο πλαίσιο του καθεστώτος των μισθωτών εργαζομένων.

    8. Για την εφαρμογή του άρθρου 14α παράγραφοι 2, 3 και 4, του άρθρου 14γ στοιχείο α) και του άρθρου 14δ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 διατηρείται, για τον υπολογισμό των εσόδων από επαγγελματικές δραστηριότητες του έτους αναφοράς, που χρησιμεύουν ως βάση για τον ορισμό των οφειλόμενων εισφορών δυνάμει του καθεστώτος κοινωνικής ασφάλισης των μη μισθωτών, εργαζομένων, η μέση ετήσια αντιστοιχία του έτους κατά το οποίο εισπράχθηκαν τα έσοδο αυτά.

    Ο συντελεστής μετατροπής είναι ο ετήσιος μέσος όρος των συντελεστών μετατροπής που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δυνάμει του άρθρου 107 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72.

    9. Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού μιας σύνταξης αναπηρίας, που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, ο αρμόδιος οργανισμός του Βελγίου βασίζεται στα εισοδήματα από το τελευταίο επάγγελμα που άσκησε ο ενδιαφερόμενος.

    10. Κάθε μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος που έχει παύσει να είναι ασφαλισμένος στο Βέλγιο δυνάμει της βελγικής νομοθεσίας στον τομέα της ασφάλισης ασθενείας-αναπηρίας — η οποία εξαρτά τη χορήγηση του δικαιώματος παροχών, μεταξύ άλλων, υπό την προϋπόθεση ότι υφίσταται ασφάλιση κατά τη στιγμή της επέλευσης του κινδύνου — θεωρείται ότι είναι ασφαλισμένος κατά τη στιγμή της επέλευσης του κινδύνου προς το σκοπό της εφαρμογής των διατάξεων του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 3 του κανονισμού, εφόσον είναι ασφαλισμένος για τον ίδιο κίνδυνο δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους.

    11. Εάν, κατ' εφαρμογή του άρθρου 45 του κανονισμού, ο ενδιαφερόμενος δικαιούται βελγική παροχή αναπηρίας, η παροχή αυτή εκκαθαρίζεται, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού:

    α) βάσει των διατάξεων του νόμου της 9ης Αυγούστου 1963 περί θεσπίσεως και οργανώσεως καθεστώτος υποχρεωτικής ασφάλισης κατά της ασθενείας και την αναπηρίας, εφόσον ο ενδιαφερόμενος, τη στιγμή κατά την οποία κατέστη ανίκανος προς εργασία, ήταν ασφαλισμένος για τον κίνδυνο αυτό δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους ως μισθωτός εργαζόμενος κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) του κανονισμού·

    β) βάσει των διατάξεων του βασιλικού διατάγματος της 20ής Ιουλίου 1971 περί θεσπίσεως καθεστώτος ασφάλισης κατά της ανικανότητας προς εργασία υπέρ των ανεξάρτητων εργαζομένων, εφόσον ο ενδιαφερόμενος, τη στιγμή κατά την οποία κατέστη ανίκανος προς εργασία, ήταν μη μισθωτός κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) του κανονισμού.

    ▼M3

    12. Το ζημιογόνο γεγονός που αναφέρεται στο άρθρο 1 του νόμου της 9ης Μαρτίου 1953, με τον οποίο γίνονται ορισμένες αναπροσαρμογές των στρατιωτικών συντάξεων και παρέχονται δωρεάν ιατρική περίθαλψη και συνταγές σε στρατιωτικούς που απέκτησαν αναπηρία σε καιρό ειρήνης, συνιστά εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια κατά την έννοια του κεφαλαίου 4 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού.

    ▼M10

    B.   ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Γ.   ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    Δ.   ΔΑΝΙΑ

    ▼M2 —————

    ▼M1

    2. Τα άτομα τα οποία, δυνάμει των διατάξεων του κεφαλαίου Ι του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού, δικαιούνται παροχές σε είδος εφόσον διαμένουν ή κατοικούν στη Δανία, λαμβάνουν τις παροχές αυτές υπό τους ίδιους όρους με αυτούς που προβλέπονται στη δανική νομοθεσία για τους ασφαλισμένους στη κατηγορία 1, σύμφωνα με το νόμο περί της δημόσιας υπηρεσίας περιθάλψεως (lov om offentlig sygesikring). Τα άτομα που εγκαθίστανται στη Δανία και γίνονται δεκτά στο δανικό σύστημα ασφάλισης ασθένειας, μπορούν ωστόσο να επιλέξουν να ασφαλιστούν στην κατηγορία 2 υπό τους ίδιους όρους με τους δανούς ασφαλισμένους.

    ▼B

    3. 

    α) Οι διατάξεις της νομοθεσίας της Δανίας περί κοινωνικών συντάξεων, οι οποίες ορίζουν ότι το δικαίωμα συντάξεως εξαρτάται από τον όρο της κατοικίας στη Δανία του αιτούντος, δεν ισχύουν όσον αφορά τους μισθωτούς τους μη μισθωτούς ή τους επιζώντες τους που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός της Δανίας.

    β) Για τον υπολογισμό της συντάξεως, οι περίοδοι μισθωτής ή μη μισθωτής απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν στη Δανία από μεθοριακό εργαζόμενο ή εποχιακά εργαζόμενο θεωρούνται ως περίοδοι κατοικίας στη Δανία για την επιζούσα σύζυγο, εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων ήταν δεσμευμένη με γάμο με τον μεθοριακό ή εποχιακά εργαζόμενο και δεν υπήρξε χωρισμός από τραπέζης και κοίτης ή χωρισμός εν τοις πράγμασι λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων, και εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων η σύζυγος κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    γ) Για τον υπολογισμό της συντάξεως, οι περίοδοι μισθωτής ή μη μισθωτής απασχολήσεως που συμπληρώθηκαν στη Δανία πριν από την 1η Ιανουαρίου 1984 από μισθωτό ή μη μισθωτό, ο οποίος δεν είναι μεθοριακός ή εποχιακά εργαζόμενος, θεωρούνται ως περίοδοι κατοικίας στη Δανία για την επιζούσα σύζυγο, εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων ήταν δεσμευμένη με γάμο με τον μισθωτό ή μη μισθωτό και δεν υπήρξε χωρισμός από τραπέζης και κοίτης ή χωρισμός εν τοις πράγμασι λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων, και εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων η σύζυγος κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

    δ) Περίοδοι που λαμβάνονται υπόψη βάσει των όρων των στοιχείων β) και γ) δεν υπολογίζονται εάν συμπίπτουν με τις περιόδους που λήφθηκαν υπόψη για τον υπολογισμό συντάξεως που οφείλεται στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με νομοθεσία περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως άλλου κράτους μέλους, ή συμπίπτουν με περιόδους κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος λάμβανε σύνταξη βάσει τέτοιας νομοθεσίας.

    Οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται όμως υπόψη στην περίπτωση που το ετήσιο ποσό την εν λόγω συντάξεως είναι μικρότερο από το ήμισυ του ποσού της βασικής κοινωνικής συντάξεως.

    4. Οι διατάξεις του κανονισμού δεν θίγουν τις μεταβατικές διατάξεις των δανικών νόμων της 7ης Ιουνίου 1972 περί του δικαιώματος συντάξεως των δανών υπηκόων, οι οποίοι είχαν κατοικήσει πράγματι στη Δανία κατά τη διάρκεια ορισμένης χρονικής περίδου, αμέσως πριν από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως. Η σύνταξη χορηγείται ωστόσο, υπό τους όρους που προβλέπονται για τους δανούς υπηκόους, στους υπηκόους άλλων κρατών μελών οι οποίοι πράγματι κατοικούσαν στη Δανία κατά τη διάρκεια του έτους αμέσως πριν από την ημερομηνία υποβολής της αιτήσεως.

    5. 

    α) Οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων ένας μεθοριακός εργαζόμενος, που κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός από τη Δανία, ασκούσε την επαγγελματική του δραστηριότητα στο έδαφος της Δανίας, πρέπει να θεωρούνται ως περίοδοι κατοικίας σε σχέση προς τη δανική νομοθεσία. Το ίδιο ισχύει για τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων ένας μεθοριακός εργαζόμενος έχει αποσπασθεί ή παρέχει υπηρεσία σε άλλο κράτος μέλος εκτός από τη Δανία.

    β) Οι περίοδοι κατά τη διάρκεια των οποίων ένας εποχιακά εργαζόμενος, που κατοικεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός από τη Δανία, έχει απασχοληθεί στο έδαφος της Δανίας, πρέπει να θεωρούνται ως περίοδοι κατοικίας σε σχέση προς τη δανική νομοθεσία. Το ίδιο ισχύει για τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων ένας εποχιακά εργαζόμενος έχει αποσπασθεί στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός από τη Δανία.

    6. Προκειμένου να εξακριβωθεί αν πληρούνται οι προϋποθέσεις γένεσης του δικαιώματος ημερησίων παροχών σε περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας, που προβλέπονται από το νόμο ►M12  ————— ◄ περί ημερησίων παροχών σε περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας, εφόσον ο ενδιαφερόμενος δεν υπαγόταν στη δανική νομοθεσία καθόλη τη διάρκεια των περιόδων αναφοράς που ορίζονται στον ανωτέρω νόμο:

    α) λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι ασφάλισης ή απασχόλησης που συμπληρώθηκαν σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους εκτός της Δανίας κατά τις προαναφερθείσες περιόδους αναφοράς στη διάρκεια των οποίων ο ενδιαφερόμενος δεν υπαγόταν στη δανική νομοθεσία, ως εάν επρόκειτο για περιόδους που είχαν συμπληρωθεί σύμφωνα με τη δανική νομοθεσία.

    ▼M8 —————

    ▼B

    7. Το άρθρο 46α παράγραφος 3 στοιχείο δ), το άρθρο 46γ παράγραφοι 1 και 3 του κανονισμού και το άρθρο 7 παράγραφος 1 του κανονισμού εφαρμογής, δεν εφαρμόζονται για όσες συντάξεις εκκαθαρίζονται στο πλαίσιο της νομοθεσίας της Δανίας.

    8. Για την εφαρμογή του άρθρου 67 του κανονισμού, οι παροχές ανεργίας των μη μισθωτών που είναι ασφαλισμένοι στη Δανία υπολογίζονται σύμφωνα με τη δανική νομοθεσία.

    9. Αν ο δικαιούχος, σύνταξης αποχώρησης —ενδεχομένως πρόωρης— την οποία χορηγεί η Δανία, δικαιούται επίσης σύνταξη επιζώντος από άλλο κράτος μέλος, τότε οι συντάξεις αυτές θεωρούνται, για την εφαρμογή της νομοθεσίας της Δανίας, ότι αποτελούν παροχές της ιδίας φύσεως κατά την έννοια του άρθρου 46α παράγραφος 1 του κανονισμού, υπό την προϋπόθεση εντούτοις ότι το πρόσωπο του οποίου οι χρονικές περίοδοι ασφάλισης ή κατοικίας λαμβάνονται ως βάση για τον υπολογισμό της σύνταξης επιζώντος, έχει πραγματοποιήσει περιόδους κατοικίας στη Δανία.

    ▼M3

    10. Κάθε πρόσωπο που καλύπτεται από ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους, διαμένει στη Δανία και

    α) στο οποίο δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του τίτλου ΙΙΙ, κεφάλαιο 1, τμήματα 2 έως 7, και

    β) το οποίο δεν έχει συνταξιοδοτικά δικαιώματα στη Δανία,

    μπορεί να κληθεί από τις αρμόδιες αρχές να καταβάλει το κόστος των παροχών εις είδος που χορηγούνται στη Δανία, εφόσον οι παροχές εις είδος καλύπτονται από το συγκεκριμένο ειδικό σύστημα ή/και από συμπληρωματικό σύστημα προσωπικής ασφάλισης. Αυτό ισχύει επίσης για τη σύζυγο του προσώπου αυτού και τα τέκνα του ηλικίας κάτω των 18 ετών.

    ▼M12

    11. Η προσωρινή παροχή που καταβάλλεται σε ανέργους οι οποίοι συμμετέχουν στο σύστημα «ευέλικτης απασχόλησης» (ledighedsydelse) (σύμφωνα με τον νόμο για την ενεργό κοινωνική πολιτική) εμπίπτει στις διατάξεις του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 6 (παροχές ανεργίας). Όσον αφορά τους ανέργους που μεταβαίνουν σε άλλο κράτος μέλος, τα άρθρα 69 και 71 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται όταν το εν λόγω κράτος μέλος έχει παρόμοια συστήματα απασχόλησης για την ίδια κατηγορία προσώπων.

    ▼M10

    Ε.   ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    ▼B

    1. Οι διατάξεις του άρθρου 10 του κανονισμού δεν θίγουν τις διατάξεις δυνάμει των οποίων τα ατυχήματα (και οι επαγγελματικές ασθένειες) που συμβαίνουν εκτός της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, καθώς και οι περίοδοι που έχουν συμπληρωθεί εκτός αυτής, δεν συνεπάγονται καθόλου ή συνεπάγονται μόνον υπό ορισμένους όρους την πληρωμή παροχών, εφόσον οι ασφαλισμένοι κατοικούν εκτός της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

    2. 

    α) Η κατ' αποκοπή περίοδος καταλογισμού (παυσξηαλε Ανρεξηνυνγσζειτ) καθορίζεται αποκλειστικά βάσει των γερμανικών περιόδων ασφάλισης.

    β) Για το συνυπολογισμό των γερμανικών περιόδων σύνταξης όσον αφορά την ασφάλιση συντάξεων των εργαζόμενων στα ορυχεία, ισχύει αποκλειστικά η γερμανική νομοθεσία.

    γ) Για το συνυπολογισμό των γερμανικών περιόδων αντικατάστασης (Ersatzzeiten) ισχύει αποκλειστικά η γερμανική νομοθεσία.

    ▼M8 —————

    ▼B

    4. Το άρθρο 7 του βιβλίου VΙ του κώδικα κοινωνικών ασφαλίσεων ισχύει για τους πολίτες των άλλων κρατών μελών καθώς και για τους απάτριδες και τους πρόσφυγες που διαμένουν στο έδαφος των άλλων κρατών μελών, κατά τον ακόλουθο τρόπο. Εφόσον πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις, είναι δυνατόν να καταβληθούν στη γερμανική ασφάλιση συντάξεων προαιρετικές εισφορές:

    α) αν ο ενδιαφερόμενος κατοικεί η διαμένει στην επικράτεια της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας·

    β) αν ο ενδιαφερόμενος κατοικεί η διαμένει στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους και καθ' οιανδήποτε στιγμή στο παρελθόν είχε ασφαλισθεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά στη γερμανική ασφάλιση συντάξεων·

    γ) αν ο ενδιαφερόμενος, υπήκοος άλλου κράτους μέλους, κατοικεί ή διαμένει στην επικράτεια ενός τρίτου κράτους, κατέβαλε εισφορές επί 60 τουλάχιστον μήνες στη γερμανική ασφάλιση συντάξεων ή δικαιούται να υπαχθεί στην προαιρετική ασφάλιση δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 232 του βιβλίου VΙ του κώδικα κοινωνικών ασφαλίσεων, και δεν είναι ασφαλισμένος υποχρεωτικά ή προαιρετικά δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους.

    5. . . . . . .

    6. . . . . . .

    7. . . . . . .

    8. . . . . . .

    9. Αν οι παροχές εις είδος που έχουν χορηγηθεί από γερμανικούς φορείς του τόπου κατοικίας σε δικαιούχους συντάξεως ή σε μέλη της οικογένειάς τους, που είναι ασφαλισμένοι σε αρμόδιους φορείς άλλων κρατών μελών, πρέπει να αποδοθούν με βάση μηνιαία κατ' αποκοπή ποσά, οι παροχές αυτές θεωρούνται, για τη δημοσιονομική εξίσωση μεταξύ γερμανικών φορέων για την ασφάλιση ασθένειας των δικαιούχων συντάξεως, ως παροχές οι οποίες βαρύνουν το γερμανικό σύστημα ασφαλίσεως ασθένειας των δικαιούχων συντάξεως. Τα κατ' αποκοπή ποσά, που αποδίδονται από τους αρμόδιους φορείς των άλλων κρατών μελών στους γερμανικούς φορείς του τόπου κατοικίας, θεωρούνται ως εισπράξεις που πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τη δημοσιονομική εξίσωση που αναφέρεται ανωτέρω.

    10. Όσον αφορά τους μη μισθωτούς, το ευεργέτημα της ασφαλίσεως ανεργίας (Arbeitslosenhilfe) εξαρτάται από τον όρο οτι ο ενδιαφερόμενος, πριν δηλώσει την ανεργία του, είχε ασκήσει κατά κυρία απασχόληση μη μισθωτή δραστηριότητα κατά τη διάρκεια τουλάχιστον ενός έτους στο έδαφος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και ότι δεν την εγκατέλειψε μόνο προσωρινά.

    ▼M8 —————

    ▼B

    12. Οι περίοδοι υποχρεωτικής ασφάλισης που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, είτε βάσει ειδικού καθεστώτος βιοτεχνών, ή, ελλείψει τέτοιου καθεστώτος, βάσει ειδικού καθεστώτος μη μισθωτών είτε βάσει του γενικού καθεστώτος ασφάλισης, λαμβάνονται υπόψη για τη συμπλήρωση των 18 ετών υποχρεωτικής καταβολής εισφορών που απαιτούνται για την εξαίρεση από την υποχρεωτική υπαγωγή στο καθεστώς ασφάλισης συντάξεων των μη μισθωτών βιοτεχνών.

    13. Για την εφαρμογή της γερμανικής νομοθεσίας σχετικά με την υποχρεωτική εγγραφή των συνταξιούχων στο σύστημα ασφάλισης ασθενείας που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1 σημείο 11 του κοινωνικού κώδικα (Fünftes Buch Sozialgesetzbuch — SGB V) και στο άρθρο 56 του νόμου περί μεταρρύθμισης της ασφάλισης ασθενείας (Gesundheitsreformgesetz), οι περίοδοι ασφάλισης ή διαμονής που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους και κατά τη διάρκεια των οποίων ο ενδιαφερόμενος, μπορούσε να διεκδικήσει παροχές σε είδος από την ασφάλιση ασθενείας, λαμβάνονται υπόψη, στο βαθμό που είναι απαραίτητο, ως περίοδοι ασφάλισης που συμπληρώθηκαν υπό τη γερμανική νομοθεσία, εφόσον δεν επικαλύπτουν περιόδους ασφάλισης που συμπληρώθηκαν υπό την εν λόγω νομοθεσία.

    14. Για τη χορήγηση στους ασφαλισμένους που κατοικούν στο έδαφος άλλου κράτους μέλους των παροχών σε χρήμα που προβλέπονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 του τόμου V του κοινωνικού κώδικα (SGB V), στο άρθρο 200 παράγραφος 2 και στο άρθρο 561 παράγραφος 1 του γερμανικού κώδικα κοινωνικών ασφαλίσεων Reichsversicherungsordnung — RVO), οι γερμανικές υπηρεσίες προσδιορίζουν την καθαρή αμοιβή στην οποία στηρίζεται ο υπολογισμός των προαναφερθεισών παροχών, όπως ακριβώς εάν οι ασφαλισμένοι αυτοί κατοικούσαν στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

    15. Οι έλληνες εκπαιδευτικοί που έχουν το καθεστώς του δημοσίου υπαλλήλου και οι οποίοι, εκ του γεγονότος ότι έχουν διδάξει σε γερμανικά σχολεία, έχουν καταβάλει εισφορές στο γερμανικό σύστημα υποχρεωτικής ασφάλισης συντάξεων καθώς και στο ειδικό ελληνικό σύστημα για δημοσίους υπαλλήλους, και οι οποίοι έπαψαν να υπάγονται στην υποχρεωτική γερμανική ασφάλιση μετά τις 31 Δεκεμβρίου 1978, δύνανται να ζητήσουν την επιστροφή των υποχρεωτικών εισφορών, σύμφωνα με το άρθρο 210 του βιβλίου VΙ του κώδικα κοινωνικών ασφαλίσεων. Οι αιτήσεις επιστροφής εισφορών πρέπει να υποβληθούν στη διάρκεια του έτους που ακολουθεί την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας διάταξης. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί επίσης να ασκήσει το δικαίωμά του εντός των έξι ημερολογιακών μηνών που ακολουθούν την ημερομηνία κατά την οποία παύει να υπάγεται στην υποχρεωτική ασφάλιση.

    Το άρθρο 210 παράγραφος 6 του βιβλίου VΙ του κώδικα κοινωνικών ασφαλίσεων εφαρμόζεται μόνον όσον αφορά τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων έχουν καταβληθεί υποχρεωτικές εισφορές στο σύστημα ασφάλισης συντάξεων, επιπλέον των εισφορών στο ειδικό ελληνικό σύστημα για δημόσιους υπαλλήλους και όσον αφορά τις περιόδους καταλογισμού που ακολουθούν άμεσα τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων κατεβλήθησαν αυτές οι υποχρεωτικές εισφορές.

    16. . . . . . .

    ▼M8 —————

    ▼B

    18. Ο δικαιούχος σύνταξης δυνάμει της γερμανικής νομοθεσίας καθώς και σύνταξης δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους θεωρείται, για την εφαρμογή του άρθρου 27 του κανονισμού, ότι έχει δικαίωμα στις παροχές σε είδος της ασφάλισης ασθένειας-μητρότητας, εφόσον, δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 1 σημείο 4 του βιβλίου V του κοινωνικού κώδικα (SGB B), απαλλάσσεται της υποχρέωσης ασφάλισής του στο σύστημα ασφάλισης ασθενείας (Krankenversicherung).

    19. Η περίοδος ασφάλισης για ανατροφή παιδιών σύμφωνα με τη γερμανική νομοθεσία ισχύει ακόμη και για την περίοδο κατά την οποία ο υπόψη μισθωτός εργαζόμενος ανέτρεφε το παιδί του σε άλλο κράτος μέλος.

    20. Στην περίπτωση κατά την οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις της γερμανικής νομοθεσίας περί συντάξεων που ίσχυαν έως τις 31 Δεκεμβρίου 1991, οι διατάξεις του παραρτήματος VΙ εφαρμόζονται επίσης υπό τη μορφή που ίσχυε μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1991.

    ▼M3

    21. 

    α) Τα τμήματα 2 έως 7 του κεφαλαίου 1, του τίτλου ΙΙΙ, στο μέτρο που αφορούν παροχές εις είδος, δεν εφαρμόζονται σε πρόσωπα τα οποία δικαιούνται παροχές εις είδος βάσει συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους ή πρόσωπα εξομοιούμενα προς αυτούς και τα οποία δεν είναι ασφαλισμένα σύμφωνα με το κατά το νόμο προβλεπόμενο σύστημα υγειονομικής ασφάλισης.

    β) Όταν, ωστόσο, πρόσωπο καλυπτόμενο από σύστημα για δημοσίους υπάλλήλους διαμένει σε κράτος μέλος βάσει της νομοθεσίας του οποίου:

     το δικαίωμα παροχών εις είδος δεν υπόκειται σε προϋποθέσεις ασφάλισης ή απασχόλησης, και

     δεν καταβάλλεται σύνταξη,

    ο φορέας υγειονομικής ασφάλισης στον οποίο υπάγεται το πρόσωπο αυτό του συνιστά να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους διαμονής ότι δεν επιθυμεί να κάνει χρήση των δικαιωμάτων παροχών εις είδος που χορηγούνται, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, στο κράτος μέλος διαμονής του. Αυτό μπορεί να γίνεται, ενδεχομένως, με επίκληση του άρθρου 17α του κανονισμού.

    22. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του σημείου 21, όσον αφορά τις παροχές εις είδος, οι διατάξεις του άρθρου 27 του κανονισμού θεωρείται ότι εφαρμόζονται σε κάθε πρόσωπο το οποίο δικαιούται σύνταξη τόσο βάσει του «Beamtenversorgungsrecht» όσο και βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους.

    23. Το κεφάλαιο 4 δεν εφαρμόζεται σε πρόσωπα που δικαιούνται παροχές εις είδος από ασφαλιστική κάλυψη ατυχήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους και τα εξομοιούμενα προς αυτούς πρόσωπα.

    ▼M8

    24. Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, στο πλαίσιο των συστημάτων συντάξεων των ελευθέριων επαγγελμάτων, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει ως βάση, για κάθε έτος ασφάλισης που έχει συμπληρωθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, τα μέσα ετήσια συνταξιοδοτικά δικαιώματα που έχουν αποκτηθεί κατά την περίοδο υπαγωγής στον αρμόδιο φορέα μέσω της καταβολής εισφορών.

    25. Το άρθρο 79α του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, στον υπολογισμό των ορφανικών συντάξεων και των προσαυξήσεων ή συμπληρωμάτων για τέκνα που καταβάλλονται από τα συστήματα συντάξεων των ελευθέριων επαγγελμάτων.

    ▼M10

    ΣΤ.   ΕΣΘΟΝΙΑ

    ▼M11

    Για τον υπολογισμό της γονικής παροχής οι περίοδοι απασχόλησης σε άλλα κράτη μέλη εκτός της Εσθονίας θεωρούνται ότι βασίζονται στο ίδιο μέσο ποσό κοινωνικού φόρου που καταβάλλεται κατά τις περιόδους απασχόλησης στην Εσθονία, με τις οποίες συνυπολογίζονται. Εάν, κατά τη διάρκεια του έτους αναφοράς, το πρόσωπο έχει απασχοληθεί μόνο σε άλλα κράτη μέλη, ο υπολογισμός της παροχής θεωρείται ότι βασίζεται στο μέσο κοινωνικό φόρο που καταβάλλεται στην Εσθονία μεταξύ του έτους αναφοράς και της άδειας μητρότητας.

    ▼M10

    Ζ.   ΕΛΛΑΔΑ

    ▼B

    1. . . . . . .

    2. Ο νόμος αριθ. 1469/84 περί προαιρετικής υπαγωγής στο σύστημα ασφαλίσεως για σύνταξη των ελλήνων υπηκόων και των ξένων υπηκόων ελληνικής καταγωγής εφαρμόζεται, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, στους υπηκόους άλλων κρατών μελών, στους απάτριδες και στους πρόσφυγες που κατοικούν στο έδαφος κράτους μέλους.

    Με την επιφύλαξη ότι πληρούνται οι άλλοι όροι του εν λόγω νόμου, είναι δυνάτον να καταβάλλονται εισφορές:

    α) στην περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος διαμένει ή κατοικεί στο έδαφος κράτους μέλους και έχει υπαχθεί κατά το παρελθόν υποχρεωτικά στο ελληνικό σύστημα ασφαλίσως για σύνταξη

    ή

    β) στις περιπτώσεις που, ανεξάρτητα από τον τόπο κατοικίας ή διαμονής, ο ενδιαφερόμενος είτε έχει στο παρελθόν κατοικήσει στην Ελλάδα για δέκα, συνεχή ή μή, έτη, είτε έχει υπαχθεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά στο ελληνικό σύστημα για περίοδο χιλίων πεντακοσίων ημερών.

    3. Αντίθετα με τα προβλεπόμενα από τη σχετική νομοθεσία που εφαρμόζει ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), οι περίοδοι σύνταξης που οφείλονται λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας σύμφωνα με τη νομοθεσία κράτους μέλους το οποίο προβλέπει ειδικό πλαίσιο για τους κινδύνους αυτούς, και οι οποίες συμπίπτουν με περιόδους απασχόλησης στο γεωργικό τομέα στην Ελλάδα, θεωρούνται ως περίοδοι ασφάλισης σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο ΟΓΑ κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείου ιη) του κανονισμού.

    4. Στο πλαίσιο της ελληνικής νομοθεσίας, η εφαρμογή του άρθρου 49 παράγραφος 2 του κανονισμού εξαρτάται από την προϋπόθεση ότι ο νέος υπολογισμός που αναφέρεται στο ως άνω άρθρο δεν αποβαίνει εις βάρος του ενδιαφερομένου.

    5. Στις περιπτώσεις κατά τις οποίες από τις καταστατικές διατάξεις των ελληνικών επικουρικών ταμείων συντάξεων προβλέπεται η δυνατότητα αναγνώρισης περιόδων υποχρεωτικής ασφάλισης γήρατος, που έχουν πραγματοποιηθεί σε ελληνικούς φορείς κύριας ασφάλισης, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και προκειμένου περί περιόδων υποχρεωτικής ασφάλισης κλάδου συντάξεων που έχουν πραγματοποιηθεί υπό την νομοθεσία κάθε άλλου κράτους μέλους που εμπίπτει στο υλικό πεδίο εφαρμογής του κανονισμού.

    6. Ο εργαζόμενος, που έχει υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση άλλου κράτους μέλους κλάδου συντάξεων μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1992 και υπάγεται στην υποχρεωτική ελληνική κοινωνική ασφάλιση (καθεστώς κύριας ασφάλισης) για πρώτη φορά μετά την 1η Ιανουαρίου 1993, θεωρείται «παλαιός ασφαλισμένος» κατά την έννοια των διατάξεων του νόμου 2084/92.

    ▼M1

    7. Οι εν ενεργεία ή οι συνταξιούχοι δημόσιοι υπάλληλοι, το προς αυτούς εξομοιούμενο προσωπικό, καθώς και τα μέλη της οικογένειάς τους, που καλύπτονται από ειδικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, μπορούν να τύχουν παροχών σε είδος σε περίπτωση ασθένειας ή μητρότητας, αν προκύψει άμεση ανάγκη κατά τη διάρκεια διαμονής τους στο έδαφος άλλου κράτους μέλους ή, εφόσον μεταβαίνουν εκεί για να ακολουθήσουν την ενδεδειγμένη για την κατάσταση της υγείας τους θεραπεία, ύστερα από προέγκριση του αρμόδιου ελληνικού φορέα, όπως ορίζεται στο άρθρο 22 παράγραφος 1 στοιχεία α) και γ), και παράγραφος 3, και στο άρθρο 31 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, υπό τις ίδιες προϋποθέσεις που ισχύουν για τους μισθωτούς και τους μη μισθωτούς που καλύπτονται από το ελληνικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης (νόμιμα συστήματα).

    8. Το άρθρο 22β εφαρμόζεται κατ' αναλογία σε όλους τους δημόσιους υπαλλήλους, το προς αυτούς εξομοιούμενο προσωπικό και τα μέλη των οικογενειών τους που καλύπτονται από ειδικό ελληνικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης.

    ▼M3

    7. Όσον αφορά στους δημοσίους υπαλλήλους και τους προς αυτούς εξομοιουμένους, οι οποίοι έχουν προσληφθεί μέχρι και την 31 Δεκεμβρίου 1982, οι διατάξεις των κεφαλαίων 2 και 3 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού εφαρμόζονται ανάλογα, εάν οι ενδιαφερόμενοι έχουν πραγματοποιήσει περιόδους ασφάλισης σε άλλο κράτος μέλος, στα πλαίσια είτε ειδικού συστήματος συνταξιοδότησης για τους δημοσίους υπαλλήλους ή τους εξομοιουμένους προς αυτούς είτε γενικού συστήματος, υπό την προϋπόθεση ότι οι ενδιαφερόμενοι έχουν απασχοληθεί ως δημόσιοι υπάλληλοι ή ως εξομοιούμενοι προς αυτούς, σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσίας.

    8. Η εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 43α παράγραφος 2 και 51α παράγραφος 2, όταν δεν έχουν αποκτηθεί συνταξιοδοτικά δικαιώματα στο πλαίσιο ειδικού συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους ή τους εξομοιουμένους προς αυτούς, δεν θίγει την εφαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας (Διαρκής Κώδικας Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων) περί μεταφοράς περιόδων ασφάλισης από το ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους στο γενικό σύστημα ασφαλίσεως μισθωτών μέσω της καταβολής της απαιτουμένης εισφοράς.

    ▼M10

    Η.   ΙΣΠΑΝΙΑ

    ▼M1

    1. Η προϋπόθεση είτε άσκησης μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας, είτε προγενέστερης υποχρεωτικής ασφάλισης κατά του ίδιου κινδύνου στο πλαίσιο συστήματος που έχει συσταθεί προς όφελος των μισθωτών ή μη του ίδιου κράτους μέλους, που προβλέπεται στο άρθρο 1 στοιχείο α) σημείο iv) του κανονισμού, δεν απαιτείται για τα πρόσωπα τα οποία, σύμφωνα με τις διατάξεις του βασιλικού διατάγματος αριθ. 317/1985, της 6ης Φεβρουαρίου 1985, υπάγονται εκουσίως στο γενικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης υπό την ιδιότητά τους ως δημοσίων υπαλλήλων ή υπαλλήλων στην υπηρεσία διεθνούς διακυβερνητικού οργανισμού.

    2. Τα πλεονεκτήματα που περιλαμβάνει το βασιλικό διάταγμα αριθ. 2805/79, της 7ης Δεκεμβρίου 1979, όσον αφορά την εθελοντική υπαγωγή στο γενικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, επεκτείνονται, κατ' εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης, σε υπηκόους άλλων κρατών μελών, καθώς και σε πρόσφυγες και απάτριδες που κατοικούν στο κοινοτικό έδαφος και έπαψαν να είναι ασφαλισμένοι δυνάμει υποχρεωτικής ασφαλίσεως στο ισπανικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης λόγω της ανάληψης καθηκόντων σε διεθνή οργανισμό.

    ▼M3

    3. 

    α) Σε όλα τα ισπανικά συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, εκτός από το σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους, τις ένοπλες δυνάμεις και τις διοικητικές υπηρεσίες του δικαστικού τομέα, κάθε μισθωτός ή μη μισθωτός ο οποίος έχει παύσει να είναι ασφαλισμένος δυνάμει της ισπανικής νομοθεσίας, θεωρείται ότι εξακολουθεί να είναι ασφαλισμένος κατά τη στιγμή της επελεύσεως του κινδύνου, προκειμένου να εφαρμοστούν οι διατάξεις του κεφαλαίου 3 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού, εφόσον είναι ασφαλισμένος, δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους κατά τη στιγμή επελεύσεως του κινδύνου ή, αν αυτό δεν συμβαίνει, σε περίπτωση που οφείλεται παροχή δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους για τον ίδιο κίνδυνο. Εντούτοις, η τελευταία αυτή προϋπόθεση θεωρείται ότι πληρούται στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 1.

    β) Για την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου 3 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού, τα έτη που υπολείπονται προκειμένου ο εργαζόμενος να συμπληρώσει την συντάξιμη ηλικία ή την ηλικία υποχρεωτικής συνταξιοδότησης που ορίζεται στο σημείο 4 του άρθρου 31 του ενοποιημένου κειμένου του νόμου για τις συντάξεις δημοσίου, θα υπολογίζονται ως παρασχεθείσα υπηρεσία μόνον εφόσον, κατά τη στιγμή της επέλευσης του κινδύνου βάσει του οποίου οφείλονται συντάξεις αναπηρίας ή επιζώντων, ο δικαιούχος καλύπτεται από το ειδικό σύστημα της Ισπανίας για τους δημοσίους υπαλλήλους ή ασκεί εξομοιούμενη δραστηριότητα.

    ▼B

    4. 

    α) Κατ' εφαρμογήν του άρθρου 47 του κανονισμού, το θεωρητικό ποσό της ισπανικής παροχής υπολογίζεται επί των πραγματικών βάσεων εισφοράς του ασφαλισμένου, κατά τα έτη πριν από την καταβολή της τελευταίας εισφοράς υπέρ της ισπανικής κοινωνικής ασφάλισης.

    ▼M2

    β) το ποσό της αποκτηθείσας σύνταξης θα αυξηθεί κατά το ποσό των προσαυξήσεων και των αναπροσαρμογών που υπολογίζονται για κάθε μεταγενέστερο έτος, για τις συντάξεις της ιδίας φύσεως.

    ▼M3

    5. Οι περίοδοι που συμπληρώνονται σε άλλα κράτη μέλη και οι οποίες πρέπει να υπολογίζονται στο ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους, τις ένοπλες δυνάμεις και τις διοικητικές υπηρεσίες του δικαστικού τομέα εξομοιούνται, για τους σκοπούς του άρθρου 47 του κανονισμού, με τις περιόδους που πλησιάζουν περισσότερο στο χρονικό διάστημα που έχει καλύψει ο εργαζόμενος ως δημόσιος υπάλληλος στην Ισπανία.

    6. Στο ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους, τις ένοπλες δυνάμεις και τις διοικητικές υπηρεσίες του δικαστικού τομέα, η έκφραση «acto de servicio» (πράξη εν τη τελέσει υπηρεσίας) αναφέρεται σε εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες κατά την έννοια και για τους σκοπούς της εφαρμογής των διατάξεων του κεφαλαίου 4 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού.

    7. 

    α) Στο μέτρο που αφορούν παροχές εις είδος, τα τμήματα 2 έως 7 του κεφαλαίου 1, τίτλος ΙΙΙ, δεν εφαρμόζονται σε δικαιούχους του ειδικού συστήματος για τους δημοσίους υπαλλήλους, τις ένοπλες δυνάμεις και τις διοικητικές υπηρεσίες του δικαστικού τομέα, οι οποίοι καλύπτονται από το σύστημα της Ισπανίας «Mutualismo Administrativo».

    β) Όταν, ωστόσο, πρόσωπο καλυπτόμενο από ένα από τα συστήματα αυτά διαμένει σε κράτος μέλος βάσει της νομοθεσίας του οποίου:

     το δικαίωμα παροχών εις είδος δεν υπόκειται σε προϋποθέσεις ασφάλισης ή απασχόλησης, και

     δεν καταβάλλεται σύνταξη,

    ο φορέας υγειονομικής ασφάλισης στον οποίον υπάγεται το πρόσωπο αυτό του συνιστά να ενημερώσει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους διαμονής ότι δεν επιθυμεί να κάνει χρήση των δικαιωμάτων παροχών εις είδος που χορηγούνται, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, στο κράτος μέλος διαμονής του. Αυτό μπορεί να γίνεται ενδεχομένως με επίκληση του άρθρου 17α του κανονισμού.

    8. Παρά τις διατάξεις του σημείου 7, όσον αφορά τις παροχές εις είδος, οι διατάξεις του άρθρου 27 του κανονισμού θεωρείται ότι εφαρμόζονται σε κάθε πρόσωπο το οποίο δικαιούται σύνταξη, τόσο βάσει των ειδικών συστημάτων για τους δημοσίους υπαλλήλους, τις ένοπλες δυνάμεις και τις διοικητικές υπηρεσίες του δικαστικού τομέα, όσο και βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους.

    ▼M4

    9. Το ισπανικό ειδικό σύστημα για σπουδαστές (Seguro Escolar) δεν βασίζεται, για την αναγνώριση δικαιωμάτων, στη συμπλήρωση περιόδων ασφάλισης, απασχόλησης και διαμονής, όπως ορίζονται στο άρθρο 1 στοιχεία ιη), ιθ) και ιθ α) του κανονισμού. Συνεπώς, τα ισπανικά ιδρύματα δεν μπορούν να χορηγούν σχετικά πιστοποιητικά για τους σκοπούς της άθροισης των περιόδων.

    Ωστόσο το ισπανικό ειδικό σύστημα για σπουδαστές θα εφαρμόζεται στους σπουδαστές που είναι υπήκοοι άλλων κρατών μελών και φοιτούν στην Ισπανία υπό τους ιδίους όρους όπως και για τους σπουδαστές ισπανικής υπηκοότητας·

    ▼M10

    Θ.   ΓΑΛΛΙΑ

    ▼B

    1. 

    α) Το επίδομα προς υπερήλικες μισθωτούς καθώς και το επίδομα προς υπερήλικες μη μισθωτούς και το αγροτικό επίδομα γήρατος χορηγούνται, υπό τους όρους που προβλέπει η γαλλική νομοθεσία για τους γάλλους εργαζόμενους, προς όλους τους εργαζόμενους, μισθωτούς ή μη μισθωτούς, οι οποίοι είναι υπήκοοι των υπολοίπων κρατών μελών και κατοικούν, κατά το χρόνο υποβολής της αιτήσεώς τους, στο γαλλικό έδαφος.

    β) Το ίδιο ισχύει για τους πρόσφυγες και τους απάτριδες.

    γ) Οι διατάξεις του κανονισμού δεν θίγουν τις διατάξεις της γαλλικής νομοθεσίας, δυνάμει των οποίων λαμβάνονται υπόψη αποκλειστικά οι περίοδοι μισθωτής ή εξομοιούμενης προς αυτήν δραστηριότητας ή, κατά περίπτωση, οι περίοδοι μη μισθωτής δραστηριότητας που συμπληρώθηκαν στα εδάφη των ευρωπαϊκών διαμερισμάτων και των υπερποντίων διαμερισμάτων (Γουαδελούπης, Γουιάνας, Μαρτινίκας και Ρεϋνιόν) της Γαλλικής Δημοκρατίας, για να αποκτήσουν οι υπερήλικες καθώς και οι υπερήλικες μη μισθωτοί δικαίωμα επιδόματος.

    2. Το ειδικό επίδομα και η σωρεύσιμη αποζημίωση, που προβλέπονται από την ειδική νομοθεσία περί κοινωνικής ασφαλίσεως για τα ορυχεία, καταβάλλονται μόνο στους εργαζόμενους που απασχολούνται στα ορυχεία της Γαλλίας.

    3. Ο υπ' αριθ. 65-555 και υπό ημερομηνία 10 Ιουλίου 1965 νόμος, ο οποίος παρέχει στους Γάλλους, που ασκούν ή άσκησαν στο εξωτερικό επαγγελματική δραστηριότητα, το δικαίωμα προσχωρήσεως στο σύστημα προαιρετικής ασφαλίσεως γήρατος, εφαρμόζεται επί των υπηκόων των υπολοίπων κρατών μελών υπό τους ακόλουθους όρους:

     η επαγγελματική δραστηριότητα, που παρέχει τη δυνατότητα προαιρετικής ασφαλίσεως κατά το γαλλικό σύστημα, δεν πρέπει να ασκείται ή να έχει ασκηθεί ούτε στο γαλλικό έδαφος ούτε στο έδαφος του κράτους μέλους του οποίου είναι υπήκοος ο μισθωτός ή ο μη μισθωτός·

     ο μισθωτός ή ο μη μισθωτός οφείλει, κατά την υποβολή της αιτήσεως προσχωρήσεως στα δικαιώματα του εν λόγω νόμου, να αποδείξει είτε ότι έχει κατοικήσει στη Γαλλία επί δέκα τουλάχιστον έτη, συνεχόμενα ή μη, είτε ότι έχει υπαχθεί κατά την ίδια διάρκεια στη γαλλική νομοθεσία, υπό μορφή υποχρεωτικής ασφαλίσεως ή προαιρετικής συνεχίσεως ασφαλίσεως.

    Οι προαναφερθέντες όροι ισχύουν επίσης όταν εφαρμόζονται στους υπηκόους άλλων κρατών μελών οι διατάξεις που επιτρέπουν σε γάλλο μισθωτό που ασκεί τη δραστηριότητά του εκτός Γαλλίας να ασφαλισθεί προαιρετικά σε γαλλικό σύστημα επικουρικής σύνταξης για μισθωτούς, είτε άμεσα είτε μέσω του εργοδότη του.

    4. Το πρόσωπο που υπόκειται στη γαλλική νομοθεσία κατ' εφαρμογή του άρθρου 14 παράγραφος 1 ή του άρθρου 14α παράγραφος 1 του κανονισμού, δικαιούται για τα μέλη της οικογενείας του που το συνοδεύουν στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο πραγματοποιεί μια εργασία, να λάβει τις ακόλουθες οικογενειακές παροχές:

    α) το επίδομα για μικρά παιδιά που καταβάλλεται έως ότου το παιδί γίνει τριών μηνών·

    β) τις οικογενειακές παροχές που καταβάλλονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 73 του κανονισμού.

    ▼M6

    5. Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού, στα βασικά ή επικουρικά συστήματα στα οποία οι παροχές γήρατος υπολογίζονται με βάση τις μονάδες σύνταξης, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπόψη, για κάθε έτος ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, αριθμό μονάδων σύνταξης ίσον προς το πηλίκο του αριθμού των μονάδων σύνταξης που αποκτήθηκαν βάσει της νομοθεσίας που εφαρμόζει ο αρμόδιος φορέας δια του αριθμού των ετών που αντιστοιχούν στις μονάδες αυτές.

    ▼B

    6. 

    α) Μεθοριακοί εργαζόμενοι που ασκούν μισθωτή δραστηριότητα στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός της Γαλλίας και κατοικούν στα γαλλικά διαμερίσματα Haut-Rhin Bas-Rhin και Moselle δικαιούνται, στο έδαφος των διαμερισμάτων αυτών, των παροχών σε είδος που προβλέπονται από το τοπικό καθεστώς Αλσατίας-Λωρραίνης που θεσπίσθηκε από τα διατάγματα αριθ. 46-1428 της 12ης Ιουνίου 1946 και αριθ. 67-814 της 25ης Σεπτεμβρίου 1967, κατ' εφαρμογή του άρθρου 19 του κανονισμού.

    β) Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται αναλογικά για τους δικαιούχους του άρθρου 25 παράγραφοι 2 και 3 και των άρθρων 28 και 29 του κανονισμού.

    ▼M2

    7.  ►M8  Παρά τα άρθρα 73 και 74 του παρόντος κανονισμού, τα επιδόματα στέγης και το συμπληρωματικό επίδομα φροντίδας τέκνου κατ' επιλογή του γονέα (παροχές υποδοχής μικρού παιδιού) χορηγούνται μόνο στους ενδιαφερομένους και στα μέλη της οικογένειάς τους που κατοικούν στο γαλλικό έδαφος ◄ .

    ▼B

    8. Κάθε μισθωτός ο οποίος έχει παύσει να υπόκειται στη γαλλική νομοθεσία σχετικά με την ασφάλιση χηρείας του γαλλικού γενικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης ή του συστήματος για τους μισθωτούς του γεωργικού τομέα, θεωρείται ότι έχει την ιδιότητα του ασφαλισμένου δυνάμει της νομοθεσίας αυτής κατά τη στιγμή της επελεύσεως του κινδύνου, προκειμένου να εφαρμοστούν οι διατάξεις του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 3 του κανονισμού, εφόσον είναι ασφαλισμένος υπό την ιδιότητα του μισθωτού δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους κατά τη στιγμή της επελεύσεως του κινδύνου ή, διαφορετικά, στην περίπτωση που οφείλεται παροχή επιζώντος δυνάμει της νομοθεσίας για τους μισθωτούς άλλου κράτους μέλους. Εντούτοις, η προϋπόθεση αυτή θεωρείται ότι πληρούται στην περίπωση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 1.

    ▼M6

    9. Η γαλλική νομοθεσία που ισχύει στην περίπτωση μισθωτού εργαζομένου ή πρώην μισθωτού εργαζομένου για την εφαρμογή του κεφαλαίου 3 του τίτλου III του κανονισμού αφορά από κοινού το βασικό σύστημα ή τα βασικά συστήματα ασφάλισης γήρατος και το σύστημα ή τα συστήματα επικουρικής συνταξιοδότησης στα οποία υπόκειται ο ενδιαφερόμενος.

    ▼M10

    Ι.   ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    ▼B

    1. Σε περίπτωση κατοικίας ή διαμονής στην Ιρλανδία οι μισθωτοί ή μη μισθωτοί, οι άνεργοι, οι αιτούντες και οι δικαιούχοι συντάξεως, καθώς και τα μέλη της οικογένειάς τους, που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1, στο άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 3, στο άρθρο 25 παράγραφοι 1 και 3, στο άρθρο 26 παράγραφος 1 και στα άρθρα 28α, 29 και 31 του κανονισμού, απολαύουν δωρεάν του συνόλου της ιατρικής περιθάλψεως που προβλέπεται από την ιρλανδική νομοθεσία, εφόσον οι δαπάνες για τις παροχές αυτές βαρύνουν φορέα άλλου κράτους μέλους εκτός της Ιρλανδίας.

    2. Τα μέλη της οικογένειας μισθωτού ή μη μισθωτού, για τον οποίον ισχύει η νομοθεσία άλλου κράτους μέλους εκτός της Ιρλανδίας και ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από τη νομοθεσία αυτή, για να έχει δικαίωμα παροχών, αφού ληφθεί υπόψη ενδεχομένως το άρθρο 18 το κανονισμού, απολαύουν δωρεάν του συνόλου της ιατρικής περιθάλψεως που προβλέπεται από την ιρλανδική νομοθεσία, εφόσον κατοικούν στην Ιρλανδία.

    Οι δαπάνες για τις καταβληθείσες παροχές βαρύνουν το φορέα στον οποίου είναι ασφαλισμένος ο μισθωτός ή μη μισθωτός.

    Αν όμως ο σύζυγος του μισθωτού ή μη μισθωτού ή το πρόσωπο το οποίο έχει τη μέριμνα των τέκνων ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα στην Ιρλανδία, οι παροχές που χορηγούνται προς τα μέλη της οικογένειας βαρύνουν τον ιρλανδικό φορέα, κατά το μέτρο που το δικαίωμα επί των ανωτέρω παροχών γεννάται μόνον κατ' εφαρμογή της ιρλανδικής νομοθεσίας.

    3. Αν μισθωτός που υπόκειται στην ιρλανδική νομοθεσία υποστεί ατύχημα, αφού έχει εγκαταλείψει το έδαφος ενός κράτους μέλους, για να μεταβεί κατά τη διάρκεια της απασχολήσεώς του στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, αλλά πριν φθάσει στον προορισμό του, το δικαίωμά του επί των παροχών σε σχέση με το ατύχημα θεμελιώνεται:

    α) σαν να είχε συμβεί το ατύχημα στο ιρλανδικό έδαφος

    και

    β) χωρίς να ληφθεί υπόψη η απουσία του από το ιρλανδικό έδαφος προκειμένου να καθορισθεί, αν λόγω της απασχολήσεώς του, ήταν ασφαλισμένος υπό την εν λόγω νομοθεσία.

    4. . . . . . .

    ▼M2

    5. Για τον υπολογισμό του μισθού προκειμένου να χορηγηθεί παροχή ασθένειας ή ανεργίας, η οποία προβλέπεται από την ιρλανδική νομοθεσία, υπολογίζεται για το μισθωτό, κατά παρέκκλιση του άρθρου 23 παράγραφος 1 και του άρθρου 68 παράγραφος 1 του κανονισμού, για κάθε εβδομάδα απασχόλησης που συμπλήρωσε υπό την ιδιότητα του μισθωτού σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, ποσό ίσο με το μέσο εβδομαδιαίο μισθό των ανδρών ή γυναικών μισθωτών, ανάλογα με την περίπτωση.

    ▼B

    6. Για την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 3 περίπτωση α) σημείο ιι), λαμβάνονται υπόψη μόνον περίοδοι κατά τις οποίες ο μισθωτός ή μη μισθωτός ήταν ανίκανος προς εργασία κατά την έννοια της ιρλανδικής νομοθεσίας.

    7. Για την εφαρμογή του άρθρου 44 παράγραφος 2, ο μισθωτός θεωρείται ότι έχει ζητήσει ρητά να αναβληθεί η εκκαθάριση της συντάξεως γήρατος, την οποία θα εδικαιούτο βάσει της ιρλανδικής νομοθεσίας, αν δεν έχει πράγματι αποσυρθεί από την εργασία του, εφόσον η προϋπόθεση αυτή απαιτείται για τη λήψη της συντάξεως γήρατος.

    8. . . . . . .

    9. Άνεργος ο οποίος επιστρέφει στην Ιρλανδία μετά τη λήξη της περιόδου των τριών μηνών κατά τη διάρκεια της οποίας εξακολουθούσε να λαμβάνει παροχές δυνάμει της νομοθεσίας της Ιρλανδίας κατ' εφαρμογή του άρθρου 69 παράγραφος 1 του κανονισμού, μπορεί να διεκδικήσει παροχές ανεργίας παρά τις διατάξεις του άρθρου 69 παράγραφος 2, εφόσον πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται από την εν λόγω νομοθεσία.

    10. Μια περίοδος υπαγωγής στην ιρλανδική νομοθεσία σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού δεν είναι δυνατόν:

    i) να ληφθεί υπόψη δυνάμει της διάταξης αυτής ως περίοδος υπαγωγής στην ιρλανδική νομοθεσία κατά την έννοια του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού,

    ούτε

    ii) να καταστήσει την Ιρλανδία αρμόδιο κράτος για την εξυπηρέτηση των παροχών που προβλέπονται από τα άρθρα 18 ή 38 το άρθρο 39 παράγραφος 1 του κανονισμού.

    ▼M10

    ΙΑ.   ΙΤΑΛΙΑ

    ▼B

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΒ.   ΚΥΠ ΡΟΣ

    ▼A1

    Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18, παράγραφος 1, του άρθρου 38, του άρθρου 45, παράγραφοι 1 έως 3, του άρθρου 64, του άρθρου 67, παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 72 του κανονισμού, για οποιαδήποτε περίοδο που αρχίζει στις 6 Οκτωβρίου 1980 ή μετά από αυτήν, η εβδομάδα ασφάλισης, δυνάμει της νομοθεσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθορίζεται διαιρώντας το σύνολο των ασφαλιστέων αποδοχών της σχετικής περιόδου διά του εβδομαδιαίου ποσού των βασικών ασφαλιστέων εσόδων που ισχύει για το συγκεκριμένο έτος εισφορών, υπό την προϋπόθεση ότι ο αριθμός εβδομάδων που καθορίζεται με τον τρόπο αυτό δεν υπερβαίνει τον αριθμό των ημερολογιακών εβδομάδων της σχετικής περιόδου.

    ▼M10

    ΙΓ.   ΛΕΤΟΝΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΔ.   ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΕ.   ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    ▼B

    1. Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 94 παράγραφος 2 του κανονισμού, οι περίοδοι ασφάλισης ή οι εξομοιούμενες προς αυτές που πραγματοποιήθηκαν από μισθωτό ή μη μισθωτό εργαζόμενο σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου για την ασφάλιση σύνταξης λόγω αναπηρίας, γήρατος ή θανάτου, είτε πριν την 1η Ιανουαρίου 1946 είτε πριν από προγενέστερη ημερομηνία που έχει οριστεί με διμερή σύμβαση, λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή της νομοθεσίας αυτής, μόνο στο βαθμό που ο ενδιαφερόμενος αποδεικνύει εξάμηνη περίοδο ασφάλισης υπό το λουξεμβουργιανό σύστημα, μεταγενέστερη της εν λόγω ημερομηνίας. Εφόσον υφίστανται περισσότερες διμερείς συμβάσεις, λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι ασφάλισης ή οι εξομοιούμενες προς αυτή περίοδοι που χρονολογούνται από την παλαιότερη ημερομηνία.

    2. Για τη χορήγηση του πάγιου τμήματος των συντάξεων του Λουξεμβούργου, οι περίοδοι ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου από μισθωτούς ή μη μισθωτούς, που δεν κατοικούσαν στο Λουξεμβούργο, εξομοιούνται προς περιόδους κατοικίας από 1ης Οκτωβρίου 1972.

    3. Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 22 παράγραφος 2 του κανονισμού δεν θίγει της διατάξεις της λουξεμβουργιανής νομοθεσίας κατ' εφαρμογή των οποίων δεν είναι δυνατόν να μη χορηγηθεί έγκριση του Ταμείου Ασθενείας για θεραπεία στο εξωτερικό, εφόσον η απαιτούμενη θεραπεία δεν είναι δυνατόν να παρασχεθεί από το Μεγάλο Δουκάτο.

    4. Για τον υπολογισμό της περιόδου ασφάλισης που προβλέπεται στο άρθρο 171 σημείο 7 του κώδικα κοινωνικών ασφαλίσεων, η λουξεμβουργιανή υπηρεσία λαμβάνει υπόψη τις περιόδους ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν από τον ενδιαφερόμενο σύμφωνα με τη νομοθεσία οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, όπως ακριβώς εάν επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει αυτή. Η εφαρμογή της διάταξης αυτής υπόκειται στην προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος έχει τελευταία πραγματοποιήσει τις περιόδους ασφάλισης σύμφωνα με τη νομοθεσία του Λουξεμβούργου.

    ▼M3

    5. Για το δημόσιο υπάλληλο που δεν υπάγεται στη νομοθεσία του Λουξεμβούργου κατά την αποχώρηση από την υπηρεσία, τη βάση για τον υπολογισμό της σύνταξης που θα χορηγηθεί αποτελεί ο τελευταίος μισθός του ενδιαφερομένου κατά τη στιγμή που απέρχεται από τη δημόσια υπηρεσία του Λουξεμβούργου, όπου ο εν λόγω μισθός καθορίζεται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία κατά τη στιγμή που γεννώνται τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.

    6. Όταν υπάρχει μετάβαση από υποχρεωτικό σύστημα του Λουξεμβούργου σε ειδικό σύστημα για τους δημόσιους υπαλλήλους ή τους εξομοιουμένους προς αυτούς σε άλλο κράτος μέλος, αναστέλλεται η εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας του Λουξεμβούργου για αναδρομική ασφάλιση.

    7. Η έγκριση των περιόδων από το υποχρεωτικό σύστημα του Λουξεμβούργου βασίζεται μόνο στις περιόδους που έχουν συμπληρωθεί στο Λουξεμβούργο.

    ▼M4

    8. Τα πρόσωπα τα οποία τυγχάνουν ασφάλισης στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργο και φοιτούν σε άλλο κράτος μέλος, εξαιρούνται από την υπαγωγή τους ως σπουδαστές στο σύστημα υγειονομικής ασφάλισης του κράτους όπου φοιτούν δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους αυτού·

    ▼M10

    ΙΣΤ.   ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΖ.   ΜΑΛΤΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΗ.   ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    ▼M11

    1. Ασφάλιση υγείας

    α) Όσον αφορά το δικαίωμα σε παροχές σε είδος σύμφωνα με τη νομοθεσία των Κάτω Χωρών, ως πρόσωπα που δικαιούνται παροχές σε είδος για τους σκοπούς της εφαρμογής των κεφαλαίων 1 και 4 του τίτλου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού νοούνται:

    i) τα πρόσωπα τα οποία, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Zorgverzekeringswet (νόμου περί ασφάλισης υγείας), είναι υποχρεωμένα να ασφαλιστούν σε ασφαλιστικό φορέα υγείας,

    και

    ▼M12

    ii) εφόσον δεν περιλαμβάνονται ήδη στο σημείο i), τα μέλη της οικογένειας ενεργού στρατιωτικού προσωπικού που ζουν σε άλλο κράτος μέλος και άτομα που διαμένουν σε άλλο κράτος μέλος και τα οποία, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, δικαιούνται υγειονομική περίθαλψη στο κράτος διαμονής τους, το κόστος της οποίας βαρύνει τις Κάτω Χώρες.

    ▼M11

    β) Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο α), σημείο i) πρέπει, σύμφωνα με τις διατάξεις του Zorgverzekeringswet (νόμου περί ασφάλισης υγείας), να ασφαλιστούν σε ασφαλιστικό φορέα υγείας, και τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο α), σημείο ii) πρέπει να εγγραφούν στο College voor zorgverzekeringen (Συμβούλιο ασφάλισης υγείας).

    ▼M12

    γ) οι διατάξεις του νόμου περί υγειονομικής ασφάλισης (Zorgverzekeringswet) και του γενικού νόμου περί ειδικών ιατρικών δαπανών (Algemene Wet Bijzondere Ziektekosten) σχετικά με την ευθύνη για την καταβολή των εισφορών ισχύει για τα άτομα που αναφέρονται στο στοιχείο α) και για τα μέλη των οικογενειών τους. Αναφορικά με τα μέλη των οικογενειών, οι εισφορές επιβαρύνουν το άτομο από το οποίο έλκεται το δικαίωμα ιατρικής περίθαλψης με εξαίρεση τα μέλη της οικογένειας στρατιωτικού προσωπικού που ζουν σε άλλο κράτος μέλος τα οποία καταβάλλουν απευθείας τις εισφορές τους.

    ▼M11

    δ) Οι διατάξεις του Zorgverzekeringswet (νόμου περί ασφάλισης υγείας) σχετικά με την καθυστερημένη ασφάλιση εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στην περίπτωση καθυστερημένης εγγραφής στο College voor zorgverzekeringen (Συμβούλιο ασφάλισης υγείας) για τα πρόσωπα που αναφέρονται στο στοιχείο α) περίπτωση ii).

    ε) Τα πρόσωπα που δικαιούνται παροχές σε είδος δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους εκτός των Κάτω Χωρών τα οποία κατοικούν στις Κάτω Χώρες ή διαμένουν προσωρινά στις Κάτω Χώρες δικαιούνται παροχές σε είδος σύμφωνα με την πολιτική που εφαρμόζει στους ασφαλισμένους των Κάτω Χωρών ο ασφαλιστικός φορέας του τόπου κατοικίας ή διαμονής, λαμβανομένων υπόψη του άρθρου 11, παράγραφοι 1, 2 και 3 και του άρθρου 19, παράγραφος 1 του Zorgverzekeringswet (νόμου περί ασφάλισης υγείας), καθώς και των παροχών σε είδος που προβλέπονται από το Algemene wet bijzondere ziektekosten (νόμος περί γενικών ασφαλίσεων που καλύπτουν ειδικές ιατρικές δαπάνες).

    στ) Για τους σκοπούς των άρθρων 27 έως 34 του παρόντος κανονισμού, οι ακόλουθες συντάξεις εξομοιώνονται προς τις συντάξεις που καταβάλλονται δυνάμει των νομικών διατάξεων που μνημονεύονται στα στοιχεία β) (αναπηρία) και γ) (γήρας) της δήλωσης του Βασιλείου των Κάτω Χωρών, σύμφωνα με το άρθρο 5 του παρόντος κανονισμού:

     οι συντάξεις που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το νόμο της 6ης Ιανουαρίου 1966 για τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων και των στενών συγγενών τους (Algemene burgerlijke pensioenwet) (ολλανδικός νόμος για τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων)·

     οι συντάξεις που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το νόμο της 6ης Οκτωβρίου 1966 για τις συντάξεις των στρατιωτικών και των στενών συγγενών τους (Algemene militaire pensioenwet) (νόμος για τις συντάξεις των στρατιωτικών)·

     οι συντάξεις που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το νόμο της 15ης Φεβρουαρίου 1967 σχετικά με τις συντάξεις των υπαλλήλων των ολλανδικών σιδηροδρόμων (NV Nederlandse Spoorwegen) και των στενών συγγενών τους (Spoorwegpensioenwet) (νόμος για τις συντάξεις των σιδηροδρομικών)·

     οι συντάξεις που χορηγήθηκαν σύμφωνα με τον Reglement Dienstvoorwaarden Nederlandse Spoorwegen (νόμο για τις συνθήκες απασχόλησης στους ολλανδικούς σιδηροδρόμους)·

     οι παροχές που χορηγήθηκαν σε συνταξιούχους πριν φτάσουν τη συντάξιμη ηλικία των 65 ετών δυνάμει συνταξιοδοτικού συστήματος που έχει ως στόχο την παροχή εισοδήματος σε πρώην εργαζομένους κατά το γήρας τους ή οι παροχές που χορηγήθηκαν σε περίπτωση πρόωρης εξόδου από την αγορά εργασίας βάσει ρύθμισης που ορίζεται από το κράτος ή από συλλογική σύμβαση εργασίας για πρόσωπα ηλικίας 55 ετών και άνω·

     επιδόματα τα οποία χορηγούνται σε στρατιωτικούς και δημοσίους υπαλλήλους βάσει ρύθμισης που εφαρμόζεται σε περίπτωση πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού, απολύσεων λόγω ηλικίας για λειτουργικούς σκοπούς και πρόωρης συνταξιοδότησης·

    ζ) Για τους σκοπούς των κεφαλαίων 1 και 4 του τίτλου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού, η απόδοση για τη μη αίτηση παροχών που προβλέπεται από το ολλανδικό σύστημα σε περίπτωση περιορισμένης χρήσης των υποδομών υγειονομικής περίθαλψης θεωρείται παροχή ασθενείας σε χρήμα.

    ▼B

    2.  Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας για τη γενική ασφάλιση γήρατος (AOW)

    α) Η μείωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 του AOW δεν εφαρμόζεται στα ημερολογιακά έτη ή σε τμήματα ημερολογιακών ετών πριν από την 1η Ιανουαρίου 1957 κατά τη διάρκεια των οποίων ο δικαιούχος ο οποίος δεν πληροί τις προϋποθέσεις που του επιτρέπουν να επιτύχει εξομοίωση των ετών αυτών με τις περιόδους ασφάλισης, κατοικούσε στις Κάτω Χώρες μεταξύ του 15ου και 65ου έτους της ηλικίας του ή κατά τη διάρκεια των οποίων, ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, άσκησε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότη εγκατεστημένου στη χώρα αυτή.

    Κατά παρέκκλιση του άρθρου 7 του AOW, μπορεί επίσης να επιτύχει εξομοίωση ο δικαιούχος ο οποίος κατοικούσε ή εργάστηκε στις Κάτω Χώρες από την 1η Ιανουαρίου 1957 με τις προϋποθέσεις που αναφέρονται ανωτέρω.

    β) Η μείωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 της AOW δεν ισχύει για τα ημερολογιακά έτη ή για τα τμήματα των ημερολογιακών ετών πριν από τις 2 Αυγούστου 1989 κατά τη διάρκεια των οποίων, μεταξύ του 15ου και 65ου έτους της ηλικίας του, το έγγαμο ή άλλοτε έγγαμο άτομο δεν ήταν ασφαλισμένο βάσει της προαναφερθείσας νομοθεσίας ενώ κατοικούσε στο έδαφος κράτους μέλους εκτός των Κάτω Χωρών, εφόσον τα εν λόγω ημερολογιακά έτη ή τα τμήματα αυτών συμπίπτουν με τις περιόδους ασφάλισης που συμπλήρωσε ο (η) σύζυγός του βάσει της νομοθεσίας αυτής, με την προϋπόθεση ότι ήταν σύζυγοι κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων, και με τα ημερολογιακά έτη ή τα τμήματα των ετών αυτών που πρέπει να ληφθούν υπόψη σύμφωνα με το στοιχείο α).

    Κατά παρέκκλιση του άρθρου 7 του AOW, το άτομο αυτό θεωρείται δικαιούχος.

    γ) Η μείωση που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 της AOW δεν ισχύει για τα ημερολογιακά έτη ή τα τμήματα αυτών των ημερολογιακών ετών πριν από την 1η Ιανουαρίου 1957 κατά τη διάρκεια των οποίων ο (η) σύζυγος του δικαιούχου που δεν πληροί τις προϋποθέσεις που του (της) επιτρέπουν να επιτύχει εξομοίωση αυτών των ετών με τις περιόδους ασφάλισης κατοικούσε στις Κάτω Χώρες μεταξύ του 15ου και 65ου έτους της ηλικίας του (της) ή κατά τη διάρκεια των οποίων, ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, ασκούσε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότη εγκατεστημένου στη χώρα αυτή.

    δ) Η μείωση που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 της AOW δεν ισχύει για τα ημερολογιακά έτη ή για τα τμήματα των ημερολογιακών ετών πριν από τις 2 Αυγούστου 1989 κατά τη διάρκεια των οποίων, μεταξύ του 15ου και του 65ου έτους της ηλικίας του (της), ο (η) σύζυγος του δικαιούχου κατοικούσε σε κράτος μέλος εκτός των Κάτω Χωρών και δεν ήταν ασφαλισμένος (η) βάσει της προαναφερθείσας νομοθεσίας, εφόσον τα εν λόγω ημερολογιακά έτη ή τα τμήματα αυτών συμπίπτουν με τις περιόδους ασφάλισης που συμπλήρωσε ο δικαιούχος βάσει αυτής της νομοθεσίας, με την προϋπόθεση ότι ήταν σύζυγοι κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων, και με τα ημερολογικά έτη ή τα τμήματα αυτών που πρέπει να ληφθούν υπόψη σύμφωνα με το στοιχείο α).

    ε) Τα στοιχεία α), β), γ) και δ) εφαρμόζονται μόνον εάν ο δικαιούχος κατοικούσε επί έξι έτη στο έδαφος ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών μετά την ηλικία των 59 ετών συμπληρωμένων και εφόσον κατοικεί στο έδαφος ενός από αυτά τα κράτη μέλη.

    στ)  ►M2  Κατά παρέκκλιση του άρθρου 45 παράγραφος 1 του AOW και του άρθρου 63 παράγραφος 1 του ANW (γενικευμένη ασφάλιση επιζώντων), ο/η σύζυγος μισθωτού ή μη μισθωτού που υπάγεται στο σύστημα υποχρεωτικής ασφάλισης και κατοικεί σε κράτος μέλος άλλο από τις Κάτω Χώρες, επιτρέπεται να ασφαλισθεί στην προαιρετική ασφάλιση δυνάμει των νομοθεσιών αυτών μόνο για τις περιόδους που είναι μεταγενέστερες της ημερομηνίας της 2ας Αυγούστου 1989, κατά τη διάρκεια των οποίων ο μισθωτός ή μη μισθωτός υπάγεται ή έχει υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση δυνάμει των νομοθεσιών αυτών. Η έγκριση αυτή παύει να ισχύει από την ημέρα κατά την οποία λήγει η περίοδος υποχρεωτικής ασφάλισης του μισθωτού ή μη μισθωτού. ◄

    Εντούτοις η έγκριση αυτή εξακολουθεί να ισχύει εφόσον η υποχρεωτική ασφάλιση του μισθωτού ή μη μισθωτού διακόπηκε μετά από το θάνατο του εργαζομένου και εφόσον η χήρα σύζυγος απολαύει αποκλειστικά σύνταξης στο πλαίσιο της νομοθεσίας για τη ►M2  γενική νομοθεσία για την ασφάλιση των επιζώντων ◄ (AWW).

    Σε κάθε περίπτωση, η έγκριση προαιρετικής ασφάλισης παύει να ισχύει από την ημέρα κατά την οποία ο προαιρετικά ασφαλισμένος συμπληρώσει την ηλικία των 65 ετών.

    Το ασφάλιστρο που καταβάλλει ο σύζυγος μισθωτού ή μη μισθωτού που υπάγεται στο σύστημα υποχρεωτικής ασφάλισης της γενικής ασφάλισης γήρατος και της ►M2  γενικής νομοθεσίας για την ασφάλιση των επιζώντων ◄ καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις σχετικά με τον καθορισμό του ασφάλιστρου της υποχρεωτικής ασφάλισης, δεδομένου ότι τα εισοδήματα του συζύγου στην περίπτωση αυτή θεωρούνται ως κτηθέντα στις Κάτω Χώρες.

    Για τον σύζυγο μισθωτού ή μη μισθωτού ο οποίος έχει υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση από τις 2 Αυγούστου 1989 ή μετά από την ημερομηνία αυτή, το ασφάλιστρο καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις σχετικά με τον καθορισμό του ασφάλιστρου της προαιρετικής ασφάλισης δυνάμει της γενικής ασφάλισης γήρατος και της ►M2  γενικής νομοθεσίας για την ασφάλιση των επιζώντων ◄ .

    ζ) Η έγκριση που αναφέρεται στο στοιχείο στ) χορηγείται μόνον εφόσον ο σύζυγος μισθωτού ή μη μισθωτού γνωστοποίησει στην Sociale Verzekeringbank, σε προθεσμία ενός έτους μετά την έναρξη της περιόδου υποχρεωτικής ασφάλισης του τελευταίου αυτού, την πρόθεση του να καταβάλει εισφορές στην προαιρετική ασφάλιση.

    Για τους συζύγους μισθωτών ή μη μισθωτών που έχουν υπαχθεί στην υποχρεωτική ασφάλιση κατά τις 2 Αυγούστου 1989 ή κατά τη διάρκεια της αμέσως προοηγούμενης περιόδου, προθεσμία ενός έτους αρχίζει να ισχύει από τις 2 Αυγούστου 1989.

    Ο (η) σύζυγος, που δεν κατοικεί στις Κάτω Χώρες, του μισθωτού ή μη μισθωτού εργαζομένου για τον οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 14 παράγραφος 1, του άρθρου 14α παράγραφος 1 ή του άρθρου 17 του κανονισμού δεν μπορεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στο στοιχείο στ) τέταρτο εδάφιο, εάν ο (η) εν λόγω σύζυγος, σύμφωνα μόνο με τις διατάξεις της νομοθεσίας των Κάτω Χωρών, ήδη έχει ή είχε δικαίωμα να ασφαλιστεί με προαιρετική ασφάλιση.

    η) Τα στοιχεία α), β), γ), δ) και στ) δεν εφαρμόζονται για τις περιόδους που συμπίπτουν με τις περιόδους που μπορούν να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων συνταξιοδότησης βάσει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους εκτός των Κάτω Χωρών για την ασφάλιση γήρατος ούτε για τις περιόδους κατά τη διάρκεια των οποίων ο ενδιαφερόμενος έλαβε σύνταξη γήρατος βάσει της εν λόγω νομοθεσίας.

    θ) Θεωρούνται αποκλειστικά ως πραγματοποιηθείσες περίοδοι ασφάλισης για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, οι περίοδοι ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν μετά τη συμπλήρωση του 15ου έτους της ηλικίας δυνάμει του γενικού συστήματος ασφάλισης γήρατος (AOW).

    ▼M2

    3.  Εφαρμογή της ολλανδικής γενικής νομοθεσίας για την ασφάλιση των επιζώντων

    α) κάθε μισθωτός ή μη μισθωτός ο οποίος έχει πάψει να υπόκειται στην ολλανδική νομοθεσία σχετικά με τη γενικευμένη ασφάλιση των επιζώντων θεωρείται ότι είναι ασφαλισμένος δυνάμει της νομοθεσίας αυτής κατά τη στιγμή της επελεύσεως του κινδύνου, προκειμένου να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 3 του κανονισμού, εφόσον είναι ασφαλισμένος δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους για τον ίδιο κίνδυνο ή, διαφορετικά, σε περίπτωση που οφείλεται παροχή επιζώντος δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους. Εντούτοις, η τελευταία αυτή προϋπόθεση θεωρείται ότι πληρούται στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 1.

    β) εάν, κατ' εφαρμογή του στοιχείου α), μια χήρα δικαιούται σύνταξη χηρείας δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας σχετικά με τη γενικευμένη ασφάλιση των επιζώντων, η σύνταξη αυτή υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού.

    Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, λαμβάνονται επίσης υπόψη ως περίοδοι ασφάλισης που έχουν πραγματοποιηθεί υπό την νομοθεσία των Κάτω Χωρών οι περίοδοι πριν από την 1η Οκτωβρίου 1959, κατά τη διάρκεια των οποίων ο μισθωτός ή μη μισθωτός είχε κατοικήσει στο έδαφος των Κάτω Χωρών, έχοντας συμπληρώσει το έτος της ηλικίας του, ή κατά τη διάρκεια των οποίων, παρόλο που κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, είχε ασκήσει δραστηριότητα ως μισθωτός στις Κάτω Χώρες για εργοδότη εγκατεστημένο στη χώρα αυτή.

    γ) Δεν περιλαμβάνονται οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπόψη δυνάμει των διατάξεων του στοιχείου β) οι οποίες συμπίπτουν με τις περιόδους ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους σχετικά με τις συντάξεις επιζώντων.

    ▼M2

    δ) Για τους σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, ως πραγματοποιηθείσες περίοδοι ασφάλισης θεωρούνται μόνον οι περίοδοι ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν μετά την ηλικία των δεκαπέντε ετών συμπληρωμένων δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας.

    ▼M12

    4.  Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας σχετικά με την ανικανότητα προς εργασία

    α) κάθε μισθωτός ή μη μισθωτός ο οποίος έχει παύσει να είναι ασφαλισμένος δυνάμει του νόμου της 11ης Δεκεμβρίου 1975 σχετικά με την ανικανότητα προς εργασία (Algemene Arbeidsongeschiktheidswet — AAW), του νόμου της 24ης Απριλίου 1997 για την ασφάλιση της ανικανότητας προς εργασία των αυτοαπασχολουμένων (Wet Arbeidsongeschiktheidsverzekering Zelfstandigen — WAZ), του νόμου της 18ης Φεβρουαρίου 1966 για την ασφάλιση κατά της ανικανότητας προς εργασία (Wet op de Arbeidsongeschiktheidsverzekering — WAO) ή του νόμου της 10ης Νοεμβρίου 2005 σχετικά με την εργασία και τις απολαβές ανάλογα με την ικανότητα προς εργασία (Wet Werk en Inkomen naar Arbeidsvermogen — WIA) θεωρείται ότι συνεχίζει να είναι ασφαλισμένος κατά τη στιγμή της επέλευσης του κινδύνου, για τους σκοπούς της εφαρμογής του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 3 του κανονισμού, εάν είναι ασφαλισμένος για τον ίδιο αυτόν κίνδυνο δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους ή, αν αυτό δεν συμβαίνει, στην περίπτωση που για τον ίδιο κίνδυνο οφείλεται παροχή δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους. Ωστόσο, η τελευταία αυτή προϋπόθεση θεωρείται ότι ικανοποιείται στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 48 παράγραφος 1·

    β) εάν, κατ’ εφαρμογήν του στοιχείου α), ο ενδιαφερόμενος δικαιούται ολλανδική παροχή αναπηρίας, η παροχή αυτή εκκαθαρίζεται, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού:

    i) εάν ο ενδιαφερόμενος, πριν από την επέλευση της ανικανότητας προς εργασία, είχε τελευταία εργασθεί ως μισθωτός κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) του κανονισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις που προβλέπονται από τον νόμο WAO, εάν η ανικανότητα προς εργασία επήλθε πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004. Εάν η ανικανότητα προς εργασία επήλθε την 1η Ιανουαρίου 2004 ή μετά την ημερομηνία αυτή, το ποσό της παροχής υπολογίζεται με βάση τον WIΑ·

    ii) σύμφωνα με τις διατάξεις του WAZ, εάν ο ενδιαφερόμενος, πριν από την επέλευση της ανικανότητας προς εργασία, είχε τελευταία εργασθεί με ιδιότητα άλλη από αυτή του μισθωτού, κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) του κανονισμού·

    γ) για τον υπολογισμό των παροχών που εκκαθαρίζονται σύμφωνα με τον WAO, τον WIA ή τον WAZ, οι ολλανδικοί φορείς λαμβάνουν υπόψη τα εξής:

     τις περιόδους μισθωτής εργασίας και τις εξομοιούμενες περιόδους που έχουν πραγματοποιηθεί στις Κάτω Χώρες πριν από την 1η Ιουλίου 1967,

     τις περιόδους ασφάλισης που έχουν πραγματοποιηθεί υπό τον WAO,

     τις περιόδους ασφάλισης που έχει πραγματοποιήσει ο ενδιαφερόμενος μετά τη συμπλήρωση του 15ου έτους της ηλικίας του υπό τον AAW, στο βαθμό που οι περίοδοι αυτές δεν συμπίπτουν με περιόδους ασφάλισης που έχουν πραγματοποιηθεί υπό τον WAO,

     τις περιόδους ασφάλισης που έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τον WAZ,

     τις περιόδους ασφάλισης που έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τον WIΑ·

    δ) κατά τον υπολογισμό της ολλανδικής παροχής αναπηρίας κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 40 παράγραφος 1 του κανονισμού, δεν λαμβάνεται υπόψη από τους φορείς των Κάτω Χωρών το συμπλήρωμα που χορηγείται ενδεχομένως στον δικαιούχο της παροχής δυνάμει του νόμου σχετικά με τα συμπληρώματα. Το δικαίωμα για το εν λόγω συμπλήρωμα και το ύψος του υπολογίζονται αποκλειστικά βάσει των διατάξεων του νόμου για τα συμπληρώματα.

    ▼B

    5.  Εφαρμογή της ολλανδικής νομοθεσίας περί των οικογενειακών επιδομάτων

    α) Μισθωτός ή μη μισθωτός για τον οποίο η ολλανδική νομοθεσία περί των οικογενειακών επιδομάτων αρχίζει να έχει εφαρμογή κατά τη διάρκεια ενός τριμήνου του ημερολογιακού έτους και ο οποίος υπέκειτο, την πρώτη ημέρα του εν λόγω τριμήνου, στην αντίστοιχη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, θεωρείται ως ασφαλισμένος από την πρώτη αυτή ημέρα, δυνάμει του ολλανδικού νόμου.

    β) Το ύψος των οικογενειακών επιδομάτων που μπορεί να απαιτήσει ο ενδιαφερόμενος μισθωτός ή μη μισθωτός ο οποίος, δυνάμει του στοιχείου α), θεωρείται ως ασφαλισμένος, δυνάμει της ολλανδικής νομοθεσίας περί οικογενειακών επιδομάτων, καθορίζεται σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στον κανονισμό εφαρμογής που αναφέρεται στο άρθρο 98 του κανονισμού.

    6.  Εφαρμογή ορισμένων μεταβατικών διατάξεων

    Το άρθρο 45 παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται κατά τον υπολογισμό του δικαιώματος επί των παροχών, δυνάμει των μεταβατικών διατάξεων των νομοθεσιών περί της γενικής ασφαλίσεως γήρατος (άρθρο 46), περί της γενικής ασφαλίσεως χηρών και ορφανών και περί της γενικής ασφαλίσεως κατά της ανικανότητας προς εργασία.

    ▼M9

    7. Για τους σκοπούς των διατάξεων του τίτλου ΙΙ του κανονισμού, οποιοσδήποτε ασκεί μισθωτή δραστηριότητα κατά την έννοια του νόμου του 1964 περί φορολόγησης των μισθών και είναι ασφαλισμένος στη βάση αυτή ως μισθωτός για την εθνική ασφάλιση, θεωρείται ότι ασκεί δραστηριότητες μισθωτής απασχόλησης.

    ▼M10

    ΙΘ.   ΑΥΣΤΡΙΑ

    ▼M3

    1. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού, εξακολουθεί να ισχύει η αυστριακή νομοθεσία σχετικά με τη μεταφορά ασφαλιστικών περιόδων μέσω της καταβολής ποσού μεταφοράς, εφόσον γίνεται αλλαγή μεταξύ γενικού συστήματος και ειδικού συστήματος για τους δημόσιους υπαλλήλους.

    ▼B

    2. Για την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, οι προσαυξήσεις των εισφορών για συμπληρωματική ασφάλιση και για τις συμπληρωματικές παροχές των ανθρακωρύχων σύμφωνα με την αυστριακή νομοθεσία δεν λαμβάνονται υπόψη. Στις περιπτώσεις αυτές το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού αυξάνεται με προσαύξηση των εισφορών για συμπληρωματική ασφάλιση και για συμπληρωματικές παροχές ανθρακωρύχου.

    3. Για την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, σύμφωνα με την αυστριακή νομοθεσία ως ημερομηνία αναφοράς για τη συνταξιοδότηση (Stichtag) θεωρείται η ημερομηνία επελεύσεως του κινδύνου.

    4. Η εφαρμογή των διατάξεων του κανονισμού δεν συνεπάγεται μείωση οποιουδήποτε δικαιώματος για παροχές δυνάμει της αυστριακής νομοθεσίας όσον αφορά πρόσωπα των οποίων οι συνθήκες κοινωνικής ασφάλισης έχουν καταστεί δυσμενέστερες για πολιτικούς ή θρησκευτικούς λόγους ή για λόγους καταγωγής.

    ▼M2

    5. Οι διατάξεις του άρθρου 22 παράγραφος 1 στοιχείο α) του κανονισμού εφαρμόζονται επίσης στα πρόσωπα που έχουν υγειονομική κάλυψη σύμφωνα με την αυστριακή νομοθεσία περί προστασίας ατόμων που απαιτούν ειδική περίθαλψη (Versorgungsgesetze).

    ▼M3

    6. Για τους σκοπούς της εφαρμογής του κανονισμού, οι παροχές δυνάμει του νόμου περί προνοίας για τις ένοπλες δυνάμεις (Heeresversorgungsgesetz - HVG), θεωρούνται ως παροχές για εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες.

    ▼M6

    7. Η ειδική ενίσχυση σύμφωνα με το νόμο περί ειδικής ενίσχυσης (Sonderunterstützungsgesetz) της 30ής Νοεμβρίου 1973 θεωρείται ως σύνταξη γήρατος για την εφαρμογή του κανονισμού.

    ▼M8

    8. Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά παροχές ή τμήματα παροχών καταβαλλόμενα από σύστημα συντάξεων ενώσεων ελευθέριων επαγγελμάτων (Kammern der Freien Berufe), που χρηματοδοτούνται αποκλειστικά με τη μέθοδο του κεφαλαιοποιητικού συστήματος ή βασίζονται σε σύστημα λογαριασμών συντάξεων, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπόψη, για κάθε μήνα ασφάλισης που έχει συμπληρωθεί σύμφωνα με τη νομοθεσία οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, κεφάλαιο ανάλογο προς το πραγματικό κεφάλαιο το οποίο έχει συσσωρευθεί στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος συντάξεων ή θεωρείται ότι έχει συσσωρευθεί στο πλαίσιο του συστήματος λογαριασμών συντάξεων και τον αριθμό μηνών των ασφαλιστικών περιόδων που έχουν πραγματοποιηθεί στο συγκεκριμένο σύστημα συντάξεων.

    9. Το άρθρο 79α του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών στον υπολογισμό των ορφανικών συντάξεων και των προσαυξήσεων ή συμπληρωμάτων για τέκνα που καταβάλλονται από τα συστήματα συντάξεων των ενώσεων ελευθέριων επαγγελμάτων (Kammern der Freien Berufe).

    ▼M12

    10. Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού, όσον αφορά τις παροχές που βασίζονται σε συνταξιοδοτικό λογαριασμό δυνάμει του Allgemeines Pensionsgesetz (νόμου περί συντάξεων) (APG), ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπόψη, για κάθε μήνα ασφάλισης που πραγματοποιήθηκε υπό τη νομοθεσία άλλων κρατών μελών, το μέρος της συνολικής πίστωσης που καθορίζεται σύμφωνα με τον APG, την ημέρα θεμελίωσης του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, που αντιστοιχεί στο πηλίκο της συνολικής πίστωσης διά του αριθμού των μηνών ασφάλισης στον οποίο βασίζεται η συνολική πίστωση.

    ▼M10

    Κ.   ΠΟΛΩΝΙΑ

    ▼A1

    Για την εφαρμογή του άρθρου 88 του καθεστώτος των εκπαιδευτικών, της 26ης Ιανουαρίου 1982, όσον αφορά το δικαίωμα πρόωρης συνταξιοδότησης των εκπαιδευτικών, οι περίοδοι απασχόλησης ως εκπαιδευτικού, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, θεωρούνται ως περίοδοι απασχόλησης ως εκπαιδευτικού που πραγματοποιήθηκαν δυνάμει της πολωνικής νομοθεσίας, και ο τερματισμός της εργασιακής σχέσης ως εκπαιδευτικού η οποία πραγματοποιήθηκε δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους θεωρείται ως τερματισμός της εργασιακής σχέσης ως εκπαιδευτικού δυνάμει της πολωνικής νομοθεσίας.

    ▼M10

    ΚΑ.   ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    ▼B

    Στην περίπτωση προσώπων που καλύπτονται από το ειδικό σύστημα για τους δημόσιους υπαλλήλους και τους εξομοιουμένους προς αυτούς που δεν εργάζονται πλέον για την πορτογαλική δημόσια διοίκηση κατά τη στιγμή της συνταξιοδότησης ή όταν καθορίζονται τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα, για τον υπολογισμό της σύνταξης θα λαμβάνεται υπόψη ο τελευταίος μισθός που έχει καταβληθεί από την εν λόγω δημόσια διοίκηση.

    ▼M10

    ΚΒ.   ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού που αναφέρεται στο άρθρο 46 παράγραφος 2, στοιχείο α) του κανονισμού, σε συστήματα στα οποία οι συντάξεις υπολογίζονται με βάση μονάδες σύνταξης, το αρμόδιο ίδρυμα λαμβάνει υπόψη, για καθένα από τα έτη ασφάλισης που έχουν ολοκληρωθεί δυνάμει της νομοθεσίας οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, τον αριθμό των μονάδων σύνταξης που έχει συμπληρώσει διαιρώντας τον αριθμό των μονάδων σύνταξης που έχουν αποκτηθεί δυνάμει της ισχύουσας νομοθεσίας με τον αριθμό των ετών που αντιστοιχούν σε αυτές τις μονάδες.

    ▼M10

    ΚΓ.   ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΔ.   ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΕ.   ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    ▼M11

    1. Κατά την εφαρμογή του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) για τον υπολογισμό των αποδοχών κατά την πλασματική περίοδο σύμφωνα με τη φινλανδική νομοθεσία για τις συντάξεις που συνδέονται με τις αποδοχές, όταν ένα άτομο έχει περιόδους ασφάλισης κλάδου συντάξεων βάσει απασχόλησης σε άλλο κράτος μέλος για ένα μέρος της περιόδου αναφοράς δυνάμει της φινλανδικής νομοθεσίας, οι αποδοχές για την πλασματική περίοδο πρέπει να είναι ισοδύναμες με το ποσό των αποδοχών που αποκτήθηκαν κατά το μέρος της περιόδου αναφοράς στη Φινλανδία διαιρούμενες διά του αριθμού των μηνών για τους οποίους υπήρχαν περίοδοι ασφάλισης στη Φινλανδία κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς.

    ▼B

    ►M11  2 ◄ . Όταν σύμφωνα με τη νομοθεσία της Φινλανδίας, καταβάλλεται προσαύξηση από φινλανδικό φορέα λόγω καθυστέρησης της διαδικασίας σχετικά με αίτηση για παροχές, η αίτηση που υποβάλλεται σε φορέα άλλου κράτους πρέπει, για την εφαρμογή των διατάξεων της φινλανδικής νομοθεσίας σχετικά με τις προσαυξήσεις αυτές, να θεωρείται ότι υποβλήθηκε κατά την ημερομηνία παραλαβής της, μαζί με όλα τα απαραίτητα συνημμένα έγγραφα, από τον αρμόδιο φινλανδικό φορέα.

    ▼M2

    ►M11  3 ◄ . Κατά την εφαρμογή του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 3 του κανονισμού, ο μισθωτός ή μη μισθωτός ο οποίος δεν είναι πλέον ασφαλισμένος σύμφωνα με το εθνικό σύστημα σύνταξης, θεωρείται ότι διατηρεί το καθεστώς του ασφαλισμένου εάν, κατά τη στιγμή που υλοποιείται ο κίνδυνος, είναι ασφαλισμένος δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους ή, όταν δεν ισχύει αυτό, εάν δικαιούται σύνταξης που αντιστοιχεί στον ίδιο κίνδυνο σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους. Ωστόσο, αυτός ο τελευταίος όρος θεωρείται ότι πληρούται στην περίπτωση του άρθρου 48 παράγραφος 1.

    ▼M3

    ►M11  4 ◄ . Όταν πρόσωπο υπαγόμενο σε ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους διαμένει στη Φινλανδία και:

    α) δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των τμημάτων 2 έως 7 του κεφαλαίου 1 του τίτλου ΙΙΙ, και

    β) το εν λόγω πρόσωπο δεν δικαιούται σύνταξη στη Φινλανδία,

    οφείλει να καταβάλει το κόστος των παροχών εις είδος που χορηγούνται σ' αυτό ή τα μέλη της οικογένειάς του, στο μέτρο που καλύπτονται από το ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους και από οποιοδήποτε συμπληρωματικό σύστημα προσωπικής ασφάλισης.

    ▼M10

    ΚΣΤ.   ΣΟΥΗΔΙΑ

    ▼M11 —————

    ▼M11

    1. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού για το συνυπολογισμό των περιόδων ασφάλισης ή παραμονής δεν εφαρμόζονται στις μεταβατικές διατάξεις της σουηδικής νομοθεσίας περί του δικαιώματος στην εγγυημένη σύνταξη για τα άτομα που γεννήθηκαν το 1937 ή πριν από το έτος αυτό, τα οποία κατοικούν στη Σουηδία για μια ορισμένη περίοδο πριν από την υποβολή της αίτησης σύνταξης (νόμος 2000:798).

    2. Για τον υπολογισμό του τεκμαρτού εισοδήματος σχετικά με την αποζημίωση ασθένειας και την αποζημίωση δραστηριότητας που συνδέεται με το εισόδημα σύμφωνα με το κεφάλαιο 8 του Lag (1962:381) om allmόn frsόkrings (εθνικού νόμου περί ασφαλίσεων), ισχύουν τα ακόλουθα:

    α) εάν ο ασφαλισμένος, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, υπαγόταν και στη νομοθεσία ενός ή περισσότερων άλλων κρατών μελών λόγω της δραστηριότητάς του ως μισθωτού ή μη μισθωτού, το εισόδημα που απέκτησε στα κράτη μέλη αυτά θεωρείται ισοδύναμο με το μέσο ακαθάριστο εισόδημα του ασφαλισμένου στη Σουηδία κατά τη διάρκεια του μέρους της περιόδου αναφοράς στη Σουηδία, το οποίο υπολογίζεται διαιρώντας το σύνολο των αποδοχών στη Σουηδία διά του αριθμού των ετών κατά τη διάρκεια των οποίων αποκτήθηκαν οι αποδοχές αυτές·

    β) εάν οι παροχές υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 40 του παρόντος κανονισμού και τα πρόσωπα δεν είναι ασφαλισμένα στη Σουηδία, η περίοδος αναφοράς καθορίζεται σύμφωνα με το κεφάλαιο 8, παράγραφος 2 και παράγραφος 8 του προαναφερθέντος νόμου όπως εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο είχε ασφαλιστεί στη Σουηδία. Εάν το πρόσωπο αυτό δεν έχει εισόδημα που να θεμελιώνει δικαίωμα για σύνταξη κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής σύμφωνα με το νόμο περί των συντάξεων γήρατος με βάση το εισόδημα (1998:674), η περίοδος αναφοράς υπολογίζεται από παλαιότερη ημερομηνία κατά την οποία ο ασφαλισμένος είχε εισόδημα από επικερδή δραστηριότητα στη Σουηδία.

    3. 

    α) Για τον υπολογισμό του τεκμαρτού περιουσιακού στοιχείου της σύνταξης για μια σύνταξη επιζώντος με βάση το εισόδημα (νόμος 2000:461), εάν για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος δεν πληρούται η προϋπόθεση της σουηδικής νομοθεσίας των τριών τουλάχιστον από τα πέντε ημερολογιακά έτη που προηγούνται αμέσως του θανάτου του ασφαλισμένου (περίοδος αναφοράς), λαμβάνονται επίσης υπόψη οι περίοδοι ασφάλισης που συμπληρώθηκαν σε άλλα κράτη μέλη όπως εάν είχαν συμπληρωθεί στη Σουηδία. Οι περίοδοι ασφάλισης σε άλλα κράτη μέλη θεωρούνται ότι βασίζονται στο μέσο όρο του σουηδικού εισοδήματος με το οποίο θεμελιώνεται δικαίωμα για σύνταξη. Εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο έχει μόνο ένα έτος στη Σουηδία που θεμελιώνει δικαίωμα για σύνταξη, κάθε περίοδος ασφάλισης σε άλλο κράτος μέλος θεωρείται ισοδύναμη του αντίστοιχου ποσού.

    β) Για τον υπολογισμό των τεκμαρτών μορίων σύνταξης για τις συντάξεις χηρείας που αφορούν θανάτους που επήλθαν την 1η Ιανουαρίου 2003 ή μετά την ημερομηνία αυτή, εάν δεν πληρούται η προϋπόθεση της σουηδικής νομοθεσίας για τα μόρια σύνταξης των δύο τουλάχιστον από τα τέσσερα ημερολογιακά έτη που προηγούνται αμέσως του θανάτου του ασφαλισμένου (περίοδος αναφοράς) και έχουν συμπληρωθεί περίοδοι ασφάλισης σε άλλο κράτος μέλος κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, τα έτη αυτά θεωρείται ότι βασίζονται στα ίδια μόρια σύνταξης με το σουηδικό έτος.

    ▼M3

    5. Ένα πρόσωπο καλυπτόμενο από ειδικό σύστημα για τους δημοσίους υπαλλήλους το οποίο διαμένει στη Σουηδία, και:

    α) στο οποίο δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις των τμημάτων 2 έως 7 του κεφαλαίου 1, του τίτλου ΙΙΙ, και

    β) το οποίο δεν δικαιούται σύνταξη στη Σουηδία,

    οφείλει να καταβάλει το κόστος ιατρικής περίθαλψης που του παρέχεται στη Σουηδία κατά τα ποσοστά που ισχύουν για τους μη διαμένοντες σύμφωνα με τη σουηδική νομοθεσία, εφόσον η παρεχόμενη περίθαλψη καλύπτεται από το εν λόγω ειδικό σύστημα ή/και από συμπληρωματικό σύστημα προσωπικής ασφάλισης. Αυτό ισχύει επίσης για τη σύζυγο του προσώπου αυτού και τα τέκνα του ηλικίας κάτω των 18 ετών.

    ▼M10

    ΚΖ.   ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    ▼B

    1. Όταν ένα πρόσωπο κατοικεί συνήθως στο έδαφος του Γιβραλτάρ ή αν υποχρεούτο, από την τελευταία άφιξή του σ' αυτό το έδαφος, να καταβάλλει εισφορές βάσει της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ, υπό την ιδιότητα του μισθωτού και εφόσον το πρόσωπο αυτό ζητήσει, λόγω ανικανότητας προς εργασία, μητρότητας ή ανεργίας, να απαλλαγεί από την καταβολή των εισφορών για μια ορισμένη χρονική περίοδο και να πιστωθούν στο λογαριασμό του εισφορές γι' αυτή την περιόδο, κάθε περίοδος κατά την οποία το πρόσωπο αυτό απασχολείτο στο έδαφος ενός κράτους μέλους εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο, θεωρείται, ως προς την αίτηση αυτή, ως περίοδος απασχολήσεώς του στο έδαφος του Γιβραλτάρ, για την οποία κατέβαλε εισφορές υπό την ιδιότητα του μισθωτού, κατ' εφαρμογή της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ.

    2. Εφόσον, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, πρόσωπο δικαιούται συντάξεως γήρατος εάν:

    α) ληφθούν υπόψη οι εισφορές του πρώην συζύγου σαν να επρόκειτο για εισφορές του προσώπου αυτού

    ή

    β) πληρούνται οι απαιτούμενες προϋποθέσεις ως προς τις εισφορές από τον σύζυγο ή πρώην σύζυγο του εν λόγω προσώπου,

    και εφόσον ο σύζυγος ή ο πρώην σύζυγος ασκεί ή ασκούσε μισθωτή ή μη μισθωτή επαγγελματική δραστηριότητα υπαγόμενη στη νομοθεσία δύο ή περισσοτέρων κρατών μελών, οι διατάξεις του κεφαλαίου 3 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού εφαρμόζονται με σκοπό τον προσδιορισμό της γενέσεως δικαιώματος συντάξεως δυνάμει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου· στην περίπτωση αυτή, οι αναφορές του εν λόγω κεφαλαίου 3 σε «περιόδους ασφαλίσεως» ερμηνεύονται ως αναφορές σε περιόδους ασφαλίσεως που συμπληρώθηκαν από:

    i) σύζυγο ή πρώην σύζυγο όταν το αίτημα υποβάλλεται από:

     παντρεμένη γυναίκα ή

     πρόσωπο του οποίου ο γάμος λύθηκε με άλλο τρόπο εκτός του θανάτου του (της) συζύγου, ή

    ii) πρώην σύζυγο, όταν το αίτημα υποβάλλεται από:

     χήρο ο οποίος δεν θεμελιώνει δικαίωμα αμέσως πριν τη συντάξιμη ηλικία για επίδομα χηρευσάντων γονέων, ή

     χήρα, η οποία αμέσως πριν τη συντάξιμη ηλικία δεν θεμελιώνει δικαίωμα για επίδομα χήρας μητέρας, επίδομα χηρευσάντων γονέων ή σύνταξη χηρείας, ή η οποία θεμελιώνει δικαίωμα μόνο για σύνταξη χηρείας με βάση την ηλικία η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, και, για τον σκοπό αυτό, η «σύνταξη χηρείας λόγω ηλικίας» σημαίνει σύνταξη χηρείας που καταβάλλεται σε μειωμένο ποσοστό σύμφωνα με το τμήμα 39 παράγραφος 4 του νόμου περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλειας (νόμος περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλειας του 1992).

    3. 

    α) Αν σ' ένα πρόσωπο χορηγούνται παροχές ανεργίας που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασίλειου, δυνάμει του άρθρου 71 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ιι) ή στοιχείο β) σημείο ιι) του κανονισμού, οι περίοδοι ασφαλίσεως, απασχολήσεως, ή μη μισθωτής δραστηριότητας που πραγματοποίησε το πρόσωπο αυτό υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, θεωρούνται για τη γένεση του δικαιώματος παροχών για τα τέκνα (child benefit), το οποίο η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου εξαρτά από μία περίοδο παρουσίας στη Μεγάλη Βρετανία ή ενδεχομένως, στη Βόρεια Ιρλανδία, ως περίοδοι παρουσίας στη Μεγάλη Βρετανία ή, ενδεχομένως, στη Βόρεια Ιρλανδία.

    β) Αν δυνάμει του τίτλου ΙΙ του κανονισμού, με εξαίρεση το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο στ) ισχύει η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου για μισθωτό ή μη μισθωτό ο οποίος δεν πληροί τον όρο που απαιτεί η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου για τη γένεση του δικαιώματος παροχών για τέκνα (child benefit):

    i) εφόσον ο όρος αυτός συνίσταται στην παρουσία στη Μεγάλη Βρετανία, ή, ενδεχομένως, στη Βόρεια Ιρλανδία, ο εργαζόμενος αυτός θεωρείται, ως προς την πλήρωση του όρου αυτού σαν να ήταν παρών·

    ii) εφόσον ο όρος αυτός συνίσταται σε μία περίοδο παρουσίας στη Μεγάλη Βρετανία ή, ενδεχομένως, στη Βόρεια Ιρλανδία, οι περίοδοι ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή μισθωτής δραστηριότητας που πραγματοποίησε ο εργαζόμενος αυτός υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, θεωρούνται ως πρός την πλήρωση του όρου αυτού, ως περίοδοι παρουσίας στη Μεγάλη Βρετανία ή, ενδεχομένως, στη Βόρεια Ιρλανδία.

    γ) Όσον αφορά τις αιτήσεις για οικογενειακά επιδόματα (family allowances) βάσει της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ, ισχύουν κατ' αναλογία οι διατάξεις των στοιχείων α) και β).

    4. Η παροχή υπέρ των χηρών που εξυπηρετείται δυνάμει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου θεωρείται για τους σκοπούς του κεφαλαίου 3 του κανονισμού, ως σύνταξη επιζώντος.

    5. Για την εφαρμογή του άρθρου 10α παράγραφος 2 στις διατάξεις που διέπουν το δικαίωμα σε επίδομα συμπαράστασης (attendance allowance), επίδομα περίθαλψης αναπήρου και επίδομα διαβίωσης σε περίπτωση ανικανότητας, λαμβάνεται υπόψη περίοδος απασχόλησης, μη μισθωτής δραστηριότητας ή κατοικίας στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου στο βαθμό που απαιτείται για την πλήρωση των όρων σχετικά με την παρουσία στο Ηνωμένο Βασίλειο, πριν από την ημερομηνία γένεσης του δικαιώματος για το εν λόγω επίδομα.

    6. Αν μισθωτός που υπόκειται στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου υποστεί ατύχημα, αφού εγκαταλείψει το έδαφος ενός κράτους μέλους, για να μεταβεί, κατα τη διάρκεια της απασχολήσεώς του, στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, αλλά πριν φθάσει στον προορισμό του, το δικαίωμα του επί παροχών σε σχέση με το ατύχημα θεμελιώνεται:

    α) σαν να είχε συμβεί το ατύχημα στο έδαφος του Ηνωμένου Βασιλείου

    και

    β) χωρίς να ληφθεί υπόψη, προκειμένου να καθορισθεί αν ήταν μισθωτός (employed earner) βάσει της νομοθεσίας της Μεγάλης Βρετανίας ή της Βόρειας Ιρλανδίας ή μισθωτός (employed person) βάσει της νομοθεσίας του Γιβραλτάρ, η απουσία του άπο τα εδάφη αυτά.

    7. Ο κανονισμός δεν εφαρμόζεται επί εκείνων των διατάξεων της νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου που προορίζονται να θέσουν σε ισχύ συμφωνία περί κοινωνικής ασφαλίσεως μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και τρίτου κράτους.

    8. Για την εφαρμογή του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 3 του κανονισμού, δεν λαμβάνονται υπόψη ούτε οι αναλογικές εισφορές που κατέβαλε ο ασφαλισμένος υπό τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, ούτε οι αναλογικές παροχές γήρατος που πρέπει να καταβληθούν υπό τη νομοθεσία αυτή. Το ποσό των αναλογικών παροχών προστίθεται στο ποσό των παροχών που οφείλεται δυνάμει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με το εν λόγω κεφάλαιο το άρθροισμα δε των δύο ποσών αποτελεί την παροχή που πράγματι οφείλεται στον ενδιαφερόμενο.

    9. . . . . . .

    10. Για την εφαρμογή του κανονισμού περί των παροχών κοινωνικής ασφαλίσεως, για τις οποίες δεν έχει καταβληθεί εισφορά και περί της ασφαλίσεως ανεργίας (Γιβραλτάρ), [Non-Contributory Social Insurance Benefit and Unemployment Insurance Ordinance (Gibraltar)] θεωρείται ότι έχει την κανονική του κατοικία στο Γιβραλτάρ κάθε πρόσωπο στο οποίο εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, αν το πρόσωπο αυτό κατοικεί σε ένα κράτος μέλος.

    ▼M1

    11. Για τους σκοπούς της εφαρμογής των άρθρων 27, 28, 28α, 29, 30 και 31 του κανονισμού, παροχές που καταβάλλονται εκτός Ηνωμένου Βασιλείου αποκλειστικά και μόνον βάσει του άρθρου 95β παράγραφος 8 του παρόντος κανονισμού, θεωρούνται παροχές αναπηρίας.

    ▼B

    12. Για την εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφος 1 του κανονισμού, ο δικαιούχος παροχής που του οφείλεται βάσει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος διαμένει στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, θεωρείται κατά τη διάρκεια της διαμονής αυτής σαν να κατοικούσε στο έδαφος του άλλου αυτού κράτους μέλους.

    13.1. Για τον υπολογισμό του συντελεστή «αποδοχές» προκειμένου να καθοριστεί το δικαίωμα στις παροχές που προβλέπονται από τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, με την επιφύλαξη του σημείου 15, κάθε εβδομάδα κατά την οποία ο μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος υπήχθη στη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους και που άρχισε στη διάρκεια του έτους αναφοράς για τη φορολόγηση του εισοδήματος κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, λαμβάνεται υπόψη σύμφωνα με τον ακόλουθο τρόπο:

    α) Περίοδοι μεταξύ 6 Απριλίου 1975 και 5 Απριλίου 1987:

    i) για κάθε εβδομάδα ασφάλισης, απασχόλησης ή διαμονής ως μισθωτός εργαζόμενος, ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι κατέβαλε εισφορές ως μισθωτός εργαζόμενος με βάση μισθό που αντιστοιχεί στα δύο τρίτα του ανώτατου ορίου μισθού για την εβδομάδα αυτή·

    ii) για κάθε εβδομάδα παρουσίας μη μισθωτής δραστηριότητας ή διαμονής ως μη μισθωτός εργαζόμενος, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι κατέβαλε εισφορά κατηγορίας 2 ως μη μισθωτός εργαζόμενος.

    β) Περίοδοι μετά τις 6 Απριλίου 1987:

    i) για κάθε εβδομάδα ασφάλισης, απασχόλησης ή διαμονής ως μισθωτού εργαζόμενου, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι έλαβε εβδομαδιαίο μισθό για τον οποίο θεωρείται ότι είχε κταβάλει εισφορές ως μισθωτός εργαζόμενος, που αντιστοιχεί στα δύο τρίτα του ανώτερου ορίου μισθού για την εβδομάδα αυτή·

    ii) για κάθε εβδομάδα ασφάλισης, μη μισθωτής δραστηριότητας ή διαμονής ως μη μισθωτός εργαζόμενος, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι κατέβαλε εισφορά κατηγορίας 2 ως μη μισθωτός εργαζόμενος.

    γ) Για κάθε πλήρη εβδομάδα για την οποία μπορεί να προσκομίσει αποδεικτικά στοιχεία βάσει των οποίων αυτή θεωρείται ως περίοδος εξομοιούμενη προς περίοδο ασφάλισης, απασχόλησης, μη μισθωτής δραστηριότητας ή διαμονής, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι έχει πιστωθεί με εισφορές ή μισθούς, ανάλογα με την περίπτωση, εντός του ορίου που απαιτείται ώστε ο γενικός του συντελεστής «απολαβές» για το συγκεκριμένο φορολογικό έτος να φθάσει το απαιτούμενο επίπεδο, προκειμένου αυτό το φορολογικό έτος να ληφθεί υπόψη κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τη χορήγηση πιστώσεων εισφορών ή μισθών.

    13.2. 

    α) Όταν, για κάθε έτος φορολογήσης εισοδήματος που αρχίζει στις 6 Απριλίου 1975 ή μετά την ημερομηνία αυτή, ένας μισθωτός εργαζόμενος έχει συμπληρώσει περιόδους ασφάλισης, απασχόλησης ή διαμονής αποκλειστικά σε ένα κράτους μέλος εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου και όταν η εφαρμογή του σημείου 13.1 στοιχείο α) σημείο i) ή του σημείου 13.1 στοιχείο β) σημείο i) επιτρέπει να ληφθεί υπόψη το έτος αυτό κατά την έννοια της βρετανικής νομοθεσίας για τους σκοπούς της εφαρμογής του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι είχε ασφαλιστεί επί 52 εβδομάδες κατά τη διάρκεια εκείνου του έτους στο άλλο κράτος μέλος.

    β) Εφόσον κάθε έτος επιβολής φόρου επί του εισοδήματος που αρχίζει από ή μετά τις 6 Απριλίου 1975, δεν υπολογίζεται κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού, δεν λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι ασφαλίσεως, απασχολήσεως ή κατοικίας που συμπληρώθηκαν κατά το έτος αυτό.

    13.3. Για τη μετατροπή του παράγοντα «αποδοχές» σε περιόδους ασφαλίσεως, διαιρείται ο παράγοντας «αποδοχές», ο οποίος επετεύχθη κατά τη διάρκεια του σχετικού έτους επιβολής φόρου επί του εισοδήματος, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, διά του ποσού του κατώτατου ορίου μισθών που έχει καθορισθεί για το φορολογικό αυτό έτος. Το προκύπτον πηλίκο εκφράζεται υπό μορφή ακέραιου αριθμού παραλειπομένων των δεκαδικών. Ο αριθμός που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτό θεωρείται ότι αντιπροσωπεύει τον αριθμό των εβδομάδων ασφαλίσεως που πραγματοποιήθηκαν υπό τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τη διάρκεια αυτού του φορολογικού έτους, υπό τον όρο ότι ο αριθμός αυτός δεν δύναται να υπερβαίνει τον αριθμό των εβδομάδων κατά τη διάρκεια των οποίων ίσχυσε για τον ενδιαφερόμενο η προαναφερθείσα νομοθεσία κατά το φορολογικό αυτό έτος.

    14. Για την εφαρμογή του άρθρου 40 παράγραφος 3 στοιχείο α) σημείο ii), λαμβάνονται υπόψη μόνον οι περίοδοι κατά τις οποίες ο μισθωτός ή μη μισθωτός ήταν ανίκανος προς εργασία, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου.

    15.1. Για τον υπολογισμό, βάσει του άρθρου 46 παράγραφος 2 στοιχείο α) του κανονισμού, του θεωρητικού ποσού του τμήματος της συντάξεως που αποτελείται από ένα πρόσθετο στοιχείο, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου:

    α) οι όροι «μισθοί»,« εισφορές» και «προσαυξήσεις», που αναφέρονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο β)του κανονισμού, υποδηλώνουν τα πλεονάσματα των παρα- γόντων «αποδοχές», κατά την έννοια του νόμου περί συντάξεων κοινωνικής ασφαλίσεως του 1975 (Social Security Pensions Act 1975) ή, κατά περίπτωση, του κανονισμού περί των συντάξεων κοινωνικής ασφαλίσεως στη Βόρεια Ιρλανδία του 1975 [Social Security Pensions (Northern Ireland) Order 1975]·

    β) ο μέσος όρος των πλεονασμάτων των παραγόντων «αποδοχές» υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 1 στοιχείο β)του κανονισμού, ερμηνεύομενος όπως αναφέρεται στο ανωτέρω στοιχείο α)με τη διαίρεση του συνόλου των πλεονασμάτων, που έχουν καταχωρηθεί βάσει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, δια τού αριθμού των ετών επιβολής φόρου επί του εισοδήματος, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου (συμπεριλαμβανομένων και των κλασμάτων των ετών), τα οποία έχουν συμπληρωθεί βάσει της νομοθεσίας αυτής, από τις 6 Απριλίου 1978 κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου ασφαλίσεως.

    15.2. Για τον υπολογισμό του ποσού τμήματος συντάξεως που αποτελείται από ένα πρόσθετο στοιχείο, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, οι όροι «περίοδοι ασφα- λίσεως και κατοικίας», που αναφέρονται στο άρθρο 46 παράγραφος 2 του κανονισμού, υποδηλώνουν τις περιόδους ασφαλίσεως και κατοικίας που έχουν συμπληρωθεί από τις 6 Απριλίου 1978.

    16. Άνεργος ο οποίος επιστρέφει στο Ηνωμένο Βασίλειο μετά τη λήξη της περιόδου των τριών μηνών κατά τη διάρκεια της οποίας, εξακολούθησε να λαμβάνει παροχές δυνάμει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου κατ' εφαρμογή του άρθρου 69 παράγραφος 1 του κανονισμού, μπορεί να διεκδικήσει παροχές ανεργίας παρά τις διατάξεις του άρθρου 69 παράγραφος 2, εφόσον πληροί της προϋποθέσεις που ορίζονται από την εν λόγω νομοθεσία.

    17. Για τους σκοπούς της απόκτησης του δικαιώματος για επίδομα βαριάς ανικανότητας, ο μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος, ο οποίος υπάγεται ή είχε υπαχθεί στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου σύμφωνα με τον τίτλο ΙΙ του κανονισμού, με την εξαίρεση του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοιχείο στ):

    α) θεωρείται ότι ήταν παρών ή είχε τη διαμονή του στο Ηνωμένο Βασίλειο καθόλη την περίοδο κατά την οποία άσκησε μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα και ότι υπαγόταν στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, ενώ βρισκόταν ή διέμενε σε άλλο κράτος μέλος·

    β) έχει δικαίωμα σε εξομοίωση προς περιόδους παρουσίας ή διαμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο των περιόδων ασφάλισης που έχει συμπληρώσει ως μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος στο έδαφος ή υπαγόμενος στη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους.

    18. Η περίοδος υπαγωγής στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού δεν είναι δυνατόν:

    i) να ληφθεί υπόψη δυνάμει της παρούσας διατάξης ως περίοδος υπαγωγής στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου κατά την έννοια του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού,

    ούτε

    ii) να καταστήσει το Ηνωμένο Βασίλειο αρμόδιο κράτος για την εξυπηρέτηση των παροχών που προβλέπονται από τα άρθρα 18 και 38 ή το άρθρο 39 παράγραφος 1 του κανονισμού.

    19. Με την επιφύλαξη κάθε σύμβασης που έχει υπογραφεί με τα κράτη μέλη για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού και του άρθρου 10β του κανονισμού εκτέλεσης, η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου παύει να εφαρμόζεται μετά την πάροδο της πλέον απομακρυσμένης ημερολογιακά των τριών ακολούθων ημερών, σε κάθε πρόσωπο το οποίο υπαγόταν πριν στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου ως μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος:

    α) η ημέρα κατά την οποία μεταφέρθηκε ο τόπος διαμονής σε άλλο κράτος μέλος που προβλέπεται από το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο στ)·

    β) η ημέρα παύσης της μισθωτής η ανεξάρτητης δραστηριότητας, μόνιμης ή προσωρινής, κατά τη διάρκεια της οποίας το άτομο αυτό υπαγόταν στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου·

    γ) η τελευταία ημέρα κάθε περιόδου λήψης βρετανικών παροχών στον τομέα της ασθενείας, μητρότητας (περιλαμβανόμενων των παροχών σε είδος για τις οποίες αρμόδιο κράτος ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο) ή παροχών ανεργίας που:

    i) άρχισε από την ημερομηνία μεταφοράς του τόπου διαμονής σε άλλο κράτος μέλος, ή μεταγενέστερη ημερομηνία,

    ii) ακολούθησε αμέσως την άσκηση μισθωτής ή ανεξάρτητης δραστηριότητας σε άλλο κράτος μέλος, ενώ το άτομο αυτό υπαγόταν στη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου.

    20. Το γεγονός ότι ένα άτομο απέκτησε την ιδιότητα του υπαγόμενου στην νομοθεσία άλλου κράτους μέλους σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 στοιχείο στ) του κανονισμού, το άρθρο 10β του κανονισμού εφαρμογής και το σημείο 19 ανωτέρω, δεν θίγει:

    α) την εφαρμογή στο άτομο αυτό από το Ηνωμένο Βασίλειο, με την ιδιότητα του αρμοδίου κράτους, των διατάξεων σχετικά με τους μισθωτούς ή μη μισθωτούς εργαζόμενους του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαια 1 και 2 τμήμα 1 καθώς και το άρθρο 40 παράγραφος 2 του κανονισμού, αν το άτομο αυτό διατηρεί την ιδιότητα του μισθωτού ή μη μισθωτού εργαζόμενου για τους σκοπούς αυτούς και ήταν ασφαλισμένο τελευταία με την ιδιότητα αυτή δυνάμει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου·

    β) τη δυνατότητα μεταχείρισης του ατόμου αυτού ως έχοντος την ιδιότητα του μισθωτού ή μη μισθωτού εργαζόμενου για τους σκοπούς των κεφαλαίων 7 και 8 του τίτλου ΙΙΙ του κανονισμού ή των άρθρων 10 ή 10α του κανονισμού εφαρμογής, εφόσον η βρετανική παροχή δυνάμει του κεφαλαίου 1 του τίτλου ΙΙΙ μπορεί να του χορηγηθεί σύμφωνα με το στοιχείο α) ανωτέρω.

    ▼M4

    21. Στην περίπτωση σπουδαστών ή μελών της οικογένειας ή επιζώντων σπουδαστών το άρθρο 10α παράγραφος 2 του κανονισμού δεν εφαρμόζεται σε παροχές που προορίζονται μόνον ως ειδική προστασία για μειονεκτούντα άτομα.

    ▼M8 —————

    ▼M10




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

    ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΟΣΩΠΟ ΥΠΟΚΕΙΤΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΣΤΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΔΥΟ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

    (Άρθρο 14γ, παράγραφος 1, σημείο β) του κανονισμού)

    1. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στο Βέλγιο και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    2. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στη Βουλγαρία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    3. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στην Τσεχική Δημοκρατία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    4. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στη Δανία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος από πρόσωπο που κατοικεί στη Δανία.

    5. Για τα γεωργικά συστήματα ασφάλισης ατυχημάτων και ασφάλισης γήρατος: Άσκηση μη μισθωτής γεωργικής δραστηριότητας στη Γερμανία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    6. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στην Εσθονία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος από πρόσωπο που κατοικεί στην Εσθονία.

    7. Όσον αφορά το σύστημα ασφάλισης συντάξεων μη μισθωτών: Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στην Ελλάδα και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    8. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στην Ισπανία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος από πρόσωπο που κατοικεί στην Ισπανία.

    9. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στη Γαλλία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος, εκτός του Λουξεμβούργου.

    10. Άσκηση μη μισθωτής γεωργικής δραστηριότητας στη Γαλλία και μισθωτής δραστηριότητας στο Λουξεμβούργο.

    11. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στην Ιταλία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    12. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στην Κύπρο και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος από πρόσωπο που κατοικεί στην Κύπρο.

    13. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στη Μάλτα και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    14. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στην Πορτογαλία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    15. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στη Ρουμανία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    16. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στη Φινλανδία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος από πρόσωπο που κατοικεί στη Φινλανδία.

    17. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στη Σλοβακία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος.

    18. Άσκηση μη μισθωτής δραστηριότητας στη Σουηδία και μισθωτής δραστηριότητας σε ένα άλλο κράτος μέλος από πρόσωπο που κατοικεί στη Σουηδία.

    ▼M5




    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙΙ

    (Άρθρο 78α του κανονισμού)

    ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΠΑΡΕΧΟΥΝ ΜΟΝΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΑ Ή ΕΙΔΙΚΑ ΕΠΙΔΟΜΑΤΑ ΓΙΑ ΟΡΦΑΝΑ

    ▼M10

    B.   ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    Γ.   ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    Δ.   ΔΑΝΙΑ

    ▼M5

    «Τα ειδικά οικογενειακά επιδόματα καθώς και τα κανονικά και συμπληρωματικά οικογενειακά επιδόματα που χορηγούνται όταν ο ασκών τη γονική εξουσία είναι ο μοναδικός προστάτης της οικογένειας.

    Επιπλέον, τα επιδόματα για συντηρούμενα τέκνα, που παρέχονται σε όλα τα τέκνα κάτω των 18 ετών εφόσον κατοικούν στη Δανία και, εφόσον ο ασκών τη γονική εξουσία υπόκειται πλήρως στο φόρο βάσει της δανικής νομοθεσίας.»

    ▼M10

    Ε.   ΓΕΡΜΑΝΙΑ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    ΣΤ.   ΕΣΘΟΝΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    Ζ.   ΕΛΛΑΔΑ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    Η.   ΙΣΠΑΝΙΑ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    Θ.   ΓΑΛΛΙΑ

    ▼M5

    Το σύνολο των βασικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης, εκτός από τα ειδικά συστήματα των μισθωτών εργαζομένων (υπάλληλοι, εργάτες του δημοσίου, ναυτικοί, υπάλληλοι συμβολαιογραφείου, υπάλληλοι της EDF-GDF, SNCF και της RATP, προσωπικό της Όπερας και της Comédie française κ.λπ.), με την εξαίρεση του καθεστώτος των εργαζομένων στα ορυχεία.

    ▼M10

    Ι.   ΙΡΛΑΝΔΙΑ

    ▼M12

    Παροχές τέκνου, (ανταποδοτική) αμοιβή επιτροπείας και προσαυξήσεις της (ανταποδοτικής) σύνταξης χήρας και της (ανταποδοτικής) σύνταξης χήρου που καταβάλλονται για τα δικαιούμενα τέκνα, βάσει του ενοποιημένου νόμου του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών και των σχετικών μεταγενέστερων τροποποιήσεων.

    ▼M10

    ΙΑ.   ΙΤΑΛΙΑ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    ΙΒ.   ΚΥΠΡΟΣ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΓ.   ΛΕΤΟΝΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΔ.   ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΕ.   ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    ΙΣΤ.   ΟΥΓΓΑΡΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΖ.   ΜΑΛΤΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΙΗ.   ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    ΙΘ.   ΑΥΣΤΡΙΑ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    Κ.   ΠΟΛΩΝΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΑ.   ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    ΚΒ.   ΡΟΥΜΑΝΙΑ

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΓ.   ΣΛΟΒΕΝΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΔ.   ΣΛΟΒΑΚΙΑ

    ▼A1

    Ουδέν.

    ▼M10

    ΚΕ.   ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    ΚΣΤ.   ΣΟΥΗΔΙΑ

    ▼M5

    Ουδέν

    ▼M10

    ΚΖ.   ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

    ▼M5

    «1.   Μεγάλη Βρετανία και Βόρεια Ιρλανδία

    Διατάξεις βάσει του νόμου περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης του 1992 και του νόμου περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης (Βόρειος Ιρλανδία) του 1992, σχετικά με τις παροχές για τα τέκνα (συμπεριλαμβανόμενων και των τυχών υψηλότερων ποσοστών για τον μοναδικό γονέα) — παροχές για τα συντηρούμενα τέκνα που καταβάλλονται στους συνταξιούχους και επίδομα επιτροπείας.»

    2.   Γιβραλτάρ

    Διατάξεις βάσει του κανονισμού κοινωνικής ασφάλισης του 1992 (ανοικτό σύστημα μακροπρόθεσμων παροχών) και του κανονισμού κοινωνικής ασφάλισης του 1996 (κλειστό σύστημα μακροπρόθεσμων παροχών), σχετικά με τις προσαυξήσεις συντηρούμενων τέκνων που καταβάλλονται στους συνταξιούχους και το επίδομα επιτροπείας.

    ▼B




    Προσάρτημα

    ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΠΡΑΞΕΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ 1408/71 ΚΑΙ 574/71

    A

    Πράξεις προσχώρησης της Ισπανίας και της Πορτογαλίας (ΕΕ αριθ. L 302 της 15.11.1985, σ. 23).

    Β

    Πράξη προσχώρησης της Αυστρίας, Φινλανδίας, Σουηδίας (ΕΕ αριθ. C 241 της 29.8.1994, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 95/1/ΕΚ (ΕΕ αριθ. L 1 της 1.1.1995, σ. 1).

    1. Ενημέρωση που έγινε από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2001/83 του Συμβουλίου της 2ας Ιουνίου 1983 (ΕΕ αριθ. L 230 της 22.8.1983, σ. 6).

    2. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1660/85 του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 1985 που τροποποιεί τους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας [ΕΕ αριθ. L 160 της 20.6.1985, σ. 1· ισπανικό κείμενο: DO Edición especial, 1985 (05.V4), σ. 142· πορτογαλικό κείμενο: JO Edição Especial, 1985 (05.F4), σ. 142]· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialgåva 1994, område 05 (04), s. 61· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (04), s. 61.

    3. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1661/85 του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 1985 που καθορίζει τις τεχνικές προσαρμογές της κοινοτικής νομοθεσίας σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης των διακινούμενων εργαζομένων όσον αφορά τη Γροιλανδία [ΕΕ αριθ. L 160 της 20.6.1985, σ. 7· ισπανικό κείμενο: DO Edición especial, 1985 (05.04), σ. 148· πορτογαλικό κείμενο: JO Edição Especial, 1985 (05.04), σ. 148]· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (04), s. 67· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (04), s. 61.

    4. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 513/86 της Επιτροπής της 26ης Φεβρουαρίου 1986 για την τροποποίηση των παραρτημάτων 1, 4, 5 και 6 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 του Συμβουλίου περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ αριθ. L 51 της 28.2.1986, σ. 44)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (04), s. 73· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (04), s. 73.

    5. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3811/86 του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 1986 για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ αριθ. L 355 της 16.12.1986, σ. 5)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (04), s. 86· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (04), s. 86.

    6. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1305/89 του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 1989 για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ αριθ. L 131 της 13.5.1989, σ. 1)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (04), s. 143· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (04), s. 143.

    7. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2332/89 του Συμβουλίου της 18ης Ιουλίου 1989 για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ αριθ. L 224 της 2.8.1989, σ. 1)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (04), s. 154· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (04), s. 154.

    8. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3427/89 του Συμβουλίου της 30ής Οκτωβρίου 1989 για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ αριθ. L 331 της 16.11.1989, σ. 1)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (04), s. 165· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (04), s. 165.

    9. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2195/91 του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 1991 για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ αριθ. L 206 της 29.7.1991, σ. 2)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (05), s. 46· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (05), s. 46.

    10. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1247/92 του Συμβουλίου, της 30ης Απριλίου 1992, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας (ΕΕ αριθ. L 136 της 19.5.1992, σ. 1)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (05), s. 124· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (05), s. 124.

    11. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1248/92 του Συμβουλίου της 30ής Απριλίου 1992 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, καθώς και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 (ΕΕ αριθ. L 136 της 19.5.1992, σ. 7)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (05), s. 130· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (05), s. 130.

    12. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1249/92 του Συμβουλίου της 30ής Απριλίου 1992 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 (ΕΕ αριθ. L 136 της 19.5.1992, σ. 28)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (05), s. 151· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (05), s. 151.

    13. Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1945/93 του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1993 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1247/92 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 (ΕΕ αριθ. L 181 της 23.7.1993, σ. 1)· κείμενο στη σουηδική γλώσσα: EGT, Specialutgåva 1994, område 05 (06), s. 63· κείμενο στη φινλανδική γλώσσα: EYVL:n erityispainos 1994, alue 05 (06), s. 63.

    14. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3095/95 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1995 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1247/92 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1945/93 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1247/92 (ΕΕ αριθ. L 335 της 30.12.1995, σ. 1).

    15. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3096/95 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 1995 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 (ΕΕ αριθ. L 335 της 30.12.1995, σ. 10).

    16. Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 118/97 του Συμβουλίου της 2ας Δεκεμβρίου 1996, για τροποποίηση και ενημέρωση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας, και του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 περί του τρόπου εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 (ΕΕ αριθ. L 28 της 30.1.1997, σ. 1).



    ( 1 ) Βλ. προσάρτημα.

    ( 2 ) Βλ. προσάρτημα.

    ( 3 ) EE ariq. L 136 thj 19.5.1992,s. 7.

    ( 4 ) EE ariq. L 136 thj 19.5.1992,s. 1.

    ( 5 ) EE L 209 της 25.7.1998, σ. 1.

    ( 6 ) EE L 164 της 30.6.1999, σ. 1.

    ( 7 ) ΕΕ L 117 της 4.5.2005, σ. 1.

    Top