EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32023R2830

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2023/2830 της Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2023, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με τον καθορισμό κανόνων για τον χρόνο διεξαγωγής, τη διαχείριση και άλλες πτυχές των πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου

C/2023/6751

ΕΕ L, 2023/2830, 20.12.2023, ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2023/2830/oj (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2023/2830/oj

European flag

Επίσημη Εφημερίδα
της Ευρωπαϊκής Ένωσης

EL

Σειρά L


2023/2830

20.12.2023

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2023/2830 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 17ης Οκτωβρίου 2023

για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου με τον καθορισμό κανόνων για τον χρόνο διεξαγωγής, τη διαχείριση και άλλες πτυχές των πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 3δ παράγραφος 3 και το άρθρο 10 παράγραφος 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης (ΣΕΔΕ της ΕΕ) αναθεωρήθηκε και τροποποιήθηκε με την οδηγία (ΕΕ) 2023/959 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) προκειμένου να ευθυγραμμιστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) 2021/1119 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), ο οποίος θέτει ως στόχο τη μείωση των καθαρών εκπομπών κατά τουλάχιστον 55 % έως το 2030 σε σύγκριση με το 1990.

(2)

Από το 2012 τα δικαιώματα εκπομπής τίθενται σε πλειστηριασμό σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1031/2010 της Επιτροπής (4), ο οποίος προβλέπει κανόνες για τον χρόνο διεξαγωγής, τη διαχείριση και άλλες πτυχές των πλειστηριασμών δικαιωμάτων βάσει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, διασφαλίζοντας ότι ο πλειστηριασμός δικαιωμάτων διεξάγεται με ανοικτό, διαφανή, εναρμονισμένο και μη διακρισιακό τρόπο μέσω μιας εύρυθμα λειτουργούσας διαδικασίας.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1031/2010 πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να ληφθούν υπόψη οι νέοι κανόνες και τα νέα στοιχεία που εισήχθησαν στην οδηγία 2003/87/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων της επέκτασης του πεδίου εφαρμογής του υφιστάμενου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής στις θαλάσσιες μεταφορές και της θέσπισης ενός νέου και χωριστού συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τις βιομηχανικές δραστηριότητες που δεν καλύπτονται από το υφιστάμενο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής. Είναι επίσης αναγκαίο να καλυφθούν οι αλλαγές στον πλειστηριασμό δικαιωμάτων για τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (5) και το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα (6) που θεσπίστηκαν με το άρθρο 10ε, το άρθρο 10α παράγραφος 8β και το άρθρο 30δ παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, καθώς και οι αλλαγές στη λειτουργία του Ταμείου Καινοτομίας σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 8 της εν λόγω οδηγίας. Επίσης, είναι σκόπιμο να αποσαφηνιστούν και να βελτιστοποιηθούν υφιστάμενες διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1031/2010, με βάση τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την εφαρμογή του.

(4)

Λόγω της έκτασης των αναγκαίων αλλαγών στους ισχύοντες κανόνες, απαιτείται έκδοση νέου κανονισμού. Επομένως, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1031/2010 θα πρέπει να καταργηθεί.

(5)

Το άρθρο 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ καθορίζει τις αρχές για τον πλειστηριασμό δικαιωμάτων. Ο πλειστηριασμός θα πρέπει να είναι προβλέψιμος, ιδίως όσον αφορά τον χρόνο διεξαγωγής και τη σειρά κατακύρωσης των πλειστηριασμών, καθώς και την εκτιμώμενη ποσότητα διαθέσιμων δικαιωμάτων. Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι πλειστηριασμοί σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που υπάγονται στο σύστημα εμπορίας εκπομπών να έχουν πλήρη, ισότιμη και δίκαιη πρόσβαση, να παρέχεται πρόσβαση στους μικρούς προξένους εκπομπών, να έχουν όλοι οι συμμετέχοντες ταυτόχρονη πρόσβαση στις πληροφορίες, να μην υπονομεύουν οι συμμετέχοντες τη λειτουργία των πλειστηριασμών και να είναι η οργάνωση των πλειστηριασμών και η συμμετοχή σε αυτούς οικονομικά συμφέρουσα, με αποφυγή των άσκοπων διοικητικών δαπανών.

(6)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται στον πλειστηριασμό όλων των δικαιωμάτων που καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ.

(7)

Το άρθρο 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να θέτουν σε πλειστηριασμό δικαιώματα που δεν έχουν κατανεμηθεί δωρεάν για σταθερές εγκαταστάσεις που καλύπτονται από το κεφάλαιο III της εν λόγω οδηγίας. Συνεπώς, τα κράτη μέλη πρέπει να εκπλειστηριάζουν τα δικαιώματα που δεν κατανέμονται δωρεάν. Δεν μπορούν να χρησιμοποιούν άλλα μέσα κατανομής ούτε να αποσύρουν ή να ακυρώνουν δικαιώματα που δεν κατανέμονται δωρεάν, αντί να τα θέτουν σε πλειστηριασμό.

(8)

Από το 2024 οι εκπομπές από τις θαλάσσιες μεταφορές θα συμπεριλαμβάνονται στο ΣΕΔΕ της ΕΕ. Η οδηγία 2003/87/ΕΚ προβλέπει ότι οι κανόνες σχετικά με τον πλειστηριασμό δικαιωμάτων πρέπει να εφαρμόζονται στις δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών με τον ίδιο τρόπο που εφαρμόζονται σε άλλες δραστηριότητες που καλύπτονται από το ΣΕΔΕ της ΕΕ.

(9)

Η μέθοδος καθορισμού της συνολικής ποσότητας δικαιωμάτων που θα κατανέμονται για τις αερομεταφορές και η μέθοδος καθορισμού του μεριδίου των εν λόγω δικαιωμάτων που θα τεθούν σε πλειστηριασμό έχουν αλλάξει, με τη σταδιακή κατάργηση της δωρεάν κατανομής για τον τομέα των αερομεταφορών έως το 2026. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να αναθεωρηθούν οι ειδικοί κανόνες για τον καθορισμό της ποσότητας προς πλειστηριασμό κάθε ημερολογιακό έτος όσον αφορά τις αερομεταφορές σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ.

(10)

Ο ορισμός των γενικών δικαιωμάτων τροποποιήθηκε με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής (7) ώστε να συμπεριλάβει όλα τα δικαιώματα που εκχωρούνται μετά την 1η Ιανουαρίου 2025 σύμφωνα με το κεφάλαιο III της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, όλα τα δικαιώματα που δημιουργούνται για δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών δυνάμει του άρθρου 3ζα της εν λόγω οδηγίας και όλα τα δικαιώματα που δημιουργούνται για αεροπορικές δραστηριότητες δυνάμει του άρθρου 3γ και του άρθρου 3δ της εν λόγω οδηγίας. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να διασφαλιστεί ότι τα εν λόγω δικαιώματα τίθενται σε πλειστηριασμό από κοινού στις ίδιες περιόδους υποβολής προσφορών από την 1η Ιανουαρίου 2025.

(11)

Η οδηγία 2003/87/ΕΚ προβλέπει χωριστό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής από το 2027 για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στα κτίρια, στις οδικές μεταφορές και σε πρόσθετους τομείς που αντιστοιχούν σε βιομηχανικές δραστηριότητες που δεν καλύπτονται από το παράρτημα I της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, όπως η θέρμανση βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Πρέπει να θεσπιστούν ειδικοί κανόνες για τον πλειστηριασμό των εν λόγω δικαιωμάτων, ιδίως για να διασφαλιστεί η ομαλή έναρξη λειτουργίας του χωριστού συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής.

(12)

Για λόγους απλότητας και προσβασιμότητας, τα δικαιώματα θα πρέπει να εκπλειστηριάζονται μέσω τυποποιημένων ηλεκτρονικών συμβολαίων, τα οποία θα διατίθεται για παράδοση εντός δύο ημερών διαπραγμάτευσης. Η σύντομη αυτή προθεσμία παράδοσης περιορίζει τυχόν πιθανές δυσμενείς επιπτώσεις στον ανταγωνισμό μεταξύ των χώρων πλειστηριασμών και των χώρων συναλλαγών της δευτερογενούς αγοράς για τα δικαιώματα εκπομπής. Επιπλέον, οι σύντομες προθεσμίες παράδοσης είναι απλούστερες και προωθούν την ευρεία συμμετοχή, μετριάζοντας έτσι τον κίνδυνο κατάχρησης της αγοράς. Διασφαλίζουν επίσης καλύτερη προσβασιμότητα για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που καλύπτονται από το σύστημα και για τους μικρούς προξένους εκπομπών.

(13)

Για να διασφαλιστούν η αμεροληψία και η οικονομική αποδοτικότητα, καθώς και για να αντιμετωπιστεί η ανάγκη μετριασμού του κινδύνου κατάχρησης της αγοράς, οι πλειστηριασμοί θα πρέπει να διεξάγονται σε έναν γύρο, με σφραγισμένες προσφορές και με ενιαία τιμή. Επίσης, οι προσφορές με την ίδια τιμή θα πρέπει να διαχωρίζονται με διαδικασία τυχαίας επιλογής, δεδομένου ότι αυτή δημιουργεί αβεβαιότητα στους προσφέροντες που θα μπορούσαν δυνητικά να συνεννοούνται ως προς τις τιμές.

(14)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου και διαφάνειας, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να περιλαμβάνει λεπτομερείς διατάξεις για άλλες πτυχές της διαχείρισης των πλειστηριασμών, όπως είναι το μέγεθος παρτίδας, η δυνατότητα απόσυρσης ή τροποποίησης υποβληθεισών προσφορών, το νόμισμα που χρησιμοποιείται για τις προσφορές και τις πληρωμές, η υποβολή και διεκπεραίωση αιτήσεων αποδοχής προς υποβολή προφορών, καθώς και η άρνηση, άρση ή αναστολή αποδοχής.

(15)

Η τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού μπορεί να αναμένεται ότι θα ευθυγραμμίζεται στενά με την επικρατούσα τιμή της δευτερογενούς αγοράς. Όταν η τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού είναι σημαντικά χαμηλότερη από την επικρατούσα τιμή της δευτερογενούς αγοράς, αυτό είναι πιθανό να υποδηλώνει ανεπάρκεια του πλειστηριασμού. Αν επιτρεπόταν να επικρατήσει αυτή η τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού, θα μπορούσε να στρεβλωθεί το μήνυμα για την τιμή των ανθρακούχων εκπομπών και να διαταραχθεί η αγορά ανθρακούχων εκπομπών, ενώ δεν θα διασφαλιζόταν ότι οι προσφέροντες καταβάλλουν για τα δικαιώματα τίμημα αντίστοιχο της αξίας τους. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να καθοριστεί οριακή τιμή με βάση την επικρατούσα τιμή της δευτερογενούς αγοράς κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής προσφορών. Εάν η οριακή τιμή δεν εκκαθαριστεί, ο πλειστηριασμός θα πρέπει να ακυρωθεί. Ωστόσο, η πρόβλεψη για ακύρωση των πλειστηριασμών δεν θα πρέπει να ισχύει για την έναρξη ενός συστήματος πλειστηριασμών, όταν δεν έχει ακόμη δημιουργηθεί μια επαρκώς ρευστή δευτερογενής αγορά, όπως συμβαίνει με το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής για τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε κτίρια, οδικές μεταφορές και πρόσθετους τομείς. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί παρέκκλιση από την απαίτηση καθορισμού οριακής τιμής για την αρχική περίοδο πλειστηριασμών δικαιωμάτων που καλύπτονται από το κεφάλαιο IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ έως ότου δημιουργηθεί επαρκώς ρευστή σχετική δευτερογενής αγορά.

(16)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα των πλειστηριασμών, ο χώρος πλειστηριασμών θα πρέπει να μπορεί να ακυρώνει πλειστηριασμό όταν ενδέχεται να διαταραχθεί η ορθή διεξαγωγή του. Για να αποφεύγεται η συσσώρευση ποσοτήτων στην περίπτωση ακύρωσης περισσότερων του ενός πλειστηριασμών, θα πρέπει να παρέχεται δυνατότητα ομοιογενούς κατανομής των ποσοτήτων που ακυρώνονται μεταξύ των επόμενων πλειστηριασμών που δεν περιλαμβάνουν ήδη ακυρωθείσες ποσότητες από προηγούμενους ακυρωθέντες πλειστηριασμούς.

(17)

Είναι σκόπιμο να διεξάγονται οι πλειστηριασμοί με σχετικά υψηλή συχνότητα για να περιορίζονται οι επιπτώσεις τους στη λειτουργία της δευτερογενούς αγοράς και, ταυτόχρονα, να εξασφαλίζεται αρκετά μεγάλη κλίμακα πλειστηριασμού ώστε να προσελκύουν επαρκή συμμετοχή. Η εν λόγω υψηλή συχνότητα περιορίζει τον κίνδυνο κατάχρησης της αγοράς, καθώς μειώνει την αξία που διακυβεύεται στους επιμέρους πλειστηριασμούς και ενισχύει την ευελιξία των προσφερόντων, οι οποίοι μπορούν να αξιοποιούν τους επόμενους πλειστηριασμούς για να αναπροσαρμόζουν τη θέση τους στις συναλλαγές. Για τους λόγους αυτούς, η συχνότητα θα πρέπει να είναι τουλάχιστον εβδομαδιαία. Με δεδομένη την πολύ μικρότερη ποσότητα δικαιωμάτων που αφορούν τις αερομεταφορές, η κατάλληλη συχνότητα πλειστηριασμών για τα εν λόγω δικαιώματα θα πρέπει να είναι τουλάχιστον ανά δίμηνο. Ωστόσο, για να διασφαλιστεί η ομαλή έναρξη των πλειστηριασμών δικαιωμάτων που καλύπτονται από το κεφάλαιο IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, είναι αναγκαίο να επιτρέπονται λιγότερο συχνοί πλειστηριασμοί κατά την έναρξη του συστήματος. Εάν χρησιμοποιηθεί, η δυνατότητα αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη ποσότητα δικαιωμάτων για κάθε πλειστηριασμό, κάτι ενδεχομένως απαραίτητο για την κάλυψη της αρχικής ζήτησης για δικαιώματα στην αγορά άμεσης παράδοσης πριν από την καθιέρωση επαρκώς ρευστής δευτερογενούς αγοράς.

(18)

Η ποσότητα που τίθεται σε πλειστηριασμό κάθε ημερολογιακό έτος θα πρέπει, κατά κανόνα, να ισούται με την ποσότητα δικαιωμάτων που αποδίδεται στο εν λόγω έτος. Η ποσότητα προς πλειστηριασμό πρέπει να καθορίζεται σε ετήσια βάση σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

(19)

Τα δικαιώματα για τους τομείς των αεροπορικών μεταφορών, των θαλάσσιων μεταφορών και των σταθερών εγκαταστάσεων θα πρέπει να τίθενται σε πλειστηριασμό από κοινού από την 1η Ιανουαρίου 2025. Το 2024 τα δικαιώματα για τον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και για τις σταθερές εγκαταστάσεις πρέπει να τίθενται σε πλειστηριασμό από κοινού. Δεδομένου ότι το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και τους πρόσθετους τομείς θεσπίζεται ως χωριστό σύστημα, τα οικεία δικαιώματα πρέπει να τίθενται σε πλειστηριασμό χωριστά από τα δικαιώματα για τον τομέα των αεροπορικών μεταφορών, τον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών και τον τομέα των σταθερών εγκαταστάσεων.

(20)

Για να διασφαλιστεί η προβλεψιμότητα στην αγορά ανθρακούχων εκπομπών, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν σαφείς κανόνες και διαδικασίες για τον καθορισμό, πολύ πριν από την έναρξη κάθε ημερολογιακού έτους, λεπτομερούς προγράμματος πλειστηριασμών, με όλες τις σχετικές πληροφορίες για κάθε επιμέρους πλειστηριασμό. Οποιαδήποτε μεταγενέστερη τροποποίηση του προγράμματος πλειστηριασμών θα πρέπει να επιτρέπεται μόνο σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Τυχόν προσαρμογές θα πρέπει να γίνονται με τρόπο που να επηρεάζει όσο το δυνατόν λιγότερο την προβλεψιμότητα της αγοράς ανθρακούχων εκπομπών, και τα αναθεωρημένα προγράμματα θα πρέπει να δημοσιεύονται, όταν είναι δυνατόν, πολύ πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της αναθεώρησης.

(21)

Για να ενθαρρυνθεί η συμμετοχή και, κατ’ επέκταση, να διασφαλιστεί η ανταγωνιστική έκβαση των πλειστηριασμών, απαιτείται ανοικτή πρόσβαση. Ομοίως, η εμπιστοσύνη στην ακεραιότητα της διαδικασίας πλειστηριασμού, ιδίως έναντι συμμετεχόντων που θα επιδίωκαν να διαταράξουν τους πλειστηριασμούς χρησιμοποιώντας τους ως όχημα για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εγκληματικές δραστηριότητες ή κατάχρηση αγοράς, αποτελεί προϋπόθεση για τη διασφάλιση της συμμετοχής στους πλειστηριασμούς και της ανταγωνιστικής έκβασής τους. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα των πλειστηριασμών, η πρόσβαση σε αυτούς θα πρέπει να υπόκειται σε ένα ελάχιστο σύνολο απαιτήσεων όσον αφορά τους επαρκείς ελέγχους γνώσης της ταυτότητας των πελατών και επιλεξιμότητας. Για να είναι οι έλεγχοι αυτοί οικονομικά αποδοτικοί, θα πρέπει να θεωρούνται επιλέξιμες για υποβολή αιτήσεων αποδοχής στους πλειστηριασμούς σαφώς καθορισμένες κατηγορίες συμμετεχόντων, οι οποίες αναγνωρίζονται εύκολα, κυρίως φορείς εκμετάλλευσης σταθερών εγκαταστάσεων, φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών, ναυτιλιακές εταιρείες και ρυθμιζόμενες οντότητες που υπάγονται στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής, καθώς και ρυθμιζόμενες χρηματοπιστωτικές οντότητες, όπως επιχειρήσεις επενδύσεων και πιστωτικά ιδρύματα. Οι επιχειρηματικές ομάδες τέτοιων φορέων εκμετάλλευσης και ρυθμιζόμενων οντοτήτων θα πρέπει επίσης να είναι επιλέξιμες για υποβολή αιτήσεων αποδοχής της υποβολής προσφορών στους πλειστηριασμούς.

(22)

Οι συμμετέχοντες θα πρέπει να μπορούν να επιλέγουν αν θα έχουν πρόσβαση στους πλειστηριασμούς απευθείας μέσω του διαδικτύου ή ειδικών συνδέσεων, ή μέσω εξουσιοδοτημένων και εποπτευόμενων χρηματοοικονομικών ενδιαμέσων. Για τον σκοπό αυτόν, θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να επιλέγουν άλλα πρόσωπα στα οποία τα κράτη μέλη επιτρέπουν να υποβάλλουν προσφορές για λογαριασμό τους ή εξ ονόματος πελατών της κύριας επιχείρησής τους, εφόσον η κύρια επιχείρησή τους δεν είναι η παροχή επενδυτικών ή τραπεζικών υπηρεσιών, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω άλλα πρόσωπα συμμορφώνονται με μέτρα προστασίας των επενδυτών και μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη ισοδύναμα με εκείνα που ισχύουν για τις επιχειρήσεις επενδύσεων.

(23)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ισότιμη και διαφανής πρόσβαση στους πλειστηριασμούς, η αποδοχή προς υποβολή προσφορών σ’ αυτούς δεν θα πρέπει να εξαρτάται από την απόκτηση της ιδιότητας του μέλους ή του συμμετέχοντος στη δευτερογενή αγορά που οργανώνει ο χώρος πλειστηριασμών ή άλλος χώρος συναλλαγών τον οποίο εκμεταλλεύεται ο χώρος πλειστηριασμών ή οποιοσδήποτε τρίτος. Ωστόσο, οι συμμετέχοντες στη δευτερογενή αγορά που οργανώνεται από χώρο πλειστηριασμών οι οποίοι κατά τα άλλα θεωρούνται επιλέξιμοι θα πρέπει να γίνονται δεκτοί σε πλειστηριασμούς χωρίς περαιτέρω απαιτήσεις αποδοχής. Ο χώρος πλειστηριασμών θα πρέπει να αρνείται ή να αίρει την πρόσβαση σε πλειστηριασμούς σε ορισμένες σαφώς καθορισμένες περιστάσεις που ενδέχεται να επηρεάσουν την ακεραιότητα του συστήματος πλειστηριασμών.

(24)

Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να διορίζει εκπλειστηριαστή ως υπεύθυνο για τον πλειστηριασμό δικαιωμάτων εξ ονόματος του κράτους μέλους που τον έχει διορίσει. Θα πρέπει να είναι δυνατός ο διορισμός του ίδιου εκπλειστηριαστή από περισσότερα του ενός κράτη μέλη. Ο εκπλειστηριαστής θα πρέπει να είναι υπεύθυνος για τον πλειστηριασμό των δικαιωμάτων στον χώρο πλειστηριασμών και για την είσπραξη και εκταμίευση του πλειστηριάσματος. Είναι σημαντικό να συμβιβάζονται οι συμφωνίες μεταξύ των κρατών μελών και των οικείων εκπλειστηριαστών με τις συμφωνίες μεταξύ των εκπλειστηριαστών και των χώρων πλειστηριασμών και, σε περίπτωση σύγκρουσης, θα πρέπει να υπερισχύουν οι συμφωνίες μεταξύ των εκπλειστηριαστών και των χώρων πλειστηριασμών.

(25)

Είναι απαραίτητο να διασφαλίζεται η ακεραιότητα των εκπλειστηριαστών. Επομένως, κατά τον διορισμό του εκπλειστηριαστή, τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους κατά προτεραιότητα υποψηφίους που ενέχουν τον ελάχιστο κίνδυνο σύγκρουσης συμφερόντων ή κατάχρησης της αγοράς, με γνώμονα, ιδίως, τις δραστηριότητές τους στη δευτερογενή αγορά, εάν δραστηριοποιούνται σ’ αυτήν, και τις εσωτερικές μεθόδους και διαδικασίες τους που αποσκοπούν στον μετριασμό του κινδύνου σύγκρουσης συμφερόντων ή κατάχρησης της αγοράς, χωρίς να επηρεάζουν την ικανότητά τους να εκτελούν τα καθήκοντά τους εγκαίρως και σύμφωνα με τα υψηλότερα επαγγελματικά και ποιοτικά πρότυπα. Για να συμμορφώνονται με τους κανόνες κατά της κατάχρησης της αγοράς, θα πρέπει να απαγορεύεται ρητώς στα κράτη μέλη να ανταλλάσσουν εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με τους πλειστηριασμούς με τους οικείους εκπλειστηριαστές. Η παραβίαση της εν λόγω απαγόρευσης θα πρέπει να επισύρει αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές κυρώσεις.

(26)

Η οδηγία 2003/87/ΕΚ προβλέπει τον εκπλειστηριασμό δικαιωμάτων προς όφελος του Ταμείου Καινοτομίας με σκοπό τη στήριξη της καινοτομίας στον τομέα των τεχνολογιών χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών, του Ταμείου Εκσυγχρονισμού με σκοπό τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και τον εκσυγχρονισμό των ενεργειακών συστημάτων ορισμένων κρατών μελών, και του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας για την προώθηση της ανεξαρτησίας, της ασφάλειας και της βιωσιμότητας του ενεργειακού εφοδιασμού της Ένωσης. Τα εν λόγω δικαιώματα θα πρέπει να τίθενται σε πλειστηριασμό στον χώρο πλειστηριασμών που ορίζεται από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια για τον ορισμό του εν λόγω χώρου (στο εξής: κοινός χώρος πλειστηριασμών) σύμφωνα με τις αρχές και τις λεπτομέρειες της διαδικασίας πλειστηριασμού. Για τον σκοπό αυτόν, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) θα πρέπει να είναι ο εκπλειστηριαστής για τα εν λόγω ταμεία χωρίς να συμμετέχει στην κοινή διαδικασία σύναψης σύμβασης για τον κοινό χώρο πλειστηριασμών. Οι σχετικές ποσότητες δικαιωμάτων θα πρέπει να πλειστηριάζονται στους ίδιους πλειστηριασμούς με τις ποσότητες που πλειστηριάζονται από τα κράτη μέλη που συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια για τον ορισμό του κοινού χώρου πλειστηριασμών.

(27)

Όσον αφορά την ποσότητα δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό για το Ταμείο Καινοτομίας και για τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψη οι στόχοι που ορίζονται στην οδηγία 2003/87/ΕΚ για τα αντίστοιχα ταμεία, οι διαθέσιμοι πόροι και τα έσοδα που έχουν ήδη συγκεντρωθεί. Προκειμένου να διασφαλιστεί η διαφάνεια και η προβλεψιμότητα για τους συμμετέχοντες στην αγορά, θα πρέπει να θεσπιστεί ελάχιστη ετήσια ποσότητα προς πλειστηριασμό για το Ταμείο Καινοτομίας πριν από οποιαδήποτε μεταφορά στον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Δεδομένου ότι η οδηγία 2003/87/ΕΚ θεσπίζει, για τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, συνολικούς στόχους εσόδων από πλειστηριασμούς, θα πρέπει επίσης να καθοριστούν αρχικές ετήσιες ποσότητες προς πλειστηριασμό για τον εν λόγω μηχανισμό. Είναι, επίσης, αναγκαίο να θεσπιστεί διαδικασία για την αναθεώρηση των ποσοτήτων προς πλειστηριασμό σε περίπτωση που τα έσοδα από τους πλειστηριασμούς θεωρηθούν ανεπαρκή για την επίτευξη του στόχου εσόδων που ορίζεται στην οδηγία 2003/87/ΕΚ. Εάν οι ποσότητες προς πλειστηριασμό δεν επαρκούν, θα πρέπει να είναι δυνατή η προσαρμογή των προγραμμάτων πλειστηριασμών ώστε να προγραμματιστούν πρόσθετες ποσότητες προς πλειστηριασμό για τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας. Εάν τα στοχευόμενα έσοδα από πλειστηριασμούς συγκεντρωθούν νωρίτερα, ο πλειστηριασμός δικαιωμάτων για τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας θα πρέπει να αναστέλλεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/1122, και το πρόγραμμα πλειστηριασμών θα πρέπει να αναθεωρείται σε εύθετο χρόνο.

(28)

Ένα Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) 2023/955 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) θα παρέχει ειδική χρηματοδότηση στα κράτη μέλη για τη στήριξη των ευάλωτων ομάδων που πλήττονται περισσότερο, ιδίως των νοικοκυριών που αντιμετωπίζουν ενεργειακή φτώχεια ή οικονομική αδυναμία μετακινήσεων, τα οποία πλήττονται από την ένταξη των εκπομπών από τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στον τομέα των κτιρίων και των οδικών μεταφορών στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα θα χρηματοδοτείται από τον εκπλειστηριασμό δικαιωμάτων από το υφιστάμενο ΣΕΔΕ της ΕΕ και δικαιωμάτων από το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και πρόσθετους τομείς.

(29)

Για να διασφαλιστεί διαφάνεια και προβλεψιμότητα για τους συμμετέχοντες στην αγορά, θα πρέπει να καθοριστούν αρχικές ετήσιες ποσότητες προς πλειστηριασμό για το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα το 2027. Αρχικές ετήσιες ποσότητες προς πλειστηριασμό δεν θα πρέπει να καθοριστούν για την περίοδο 2028–2032, λαμβανομένης υπόψη της δέσμευσης που έχει αναληφθεί για την ενσωμάτωση του Κοινωνικού Ταμείου για το Κλίμα στον προϋπολογισμό της Ένωσης από το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο για την περίοδο μετά το 2027. Για λόγους αποδοτικότητας, η Επιτροπή θα πρέπει να ενεργεί ως εκπλειστηριαστής για τα δικαιώματα που πρόκειται να εκπλειστηριαστούν για το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα. Για να διασφαλιστεί η συγκέντρωση επαρκών εσόδων από τον εκπλειστηριασμό δικαιωμάτων ώστε να καλυφθεί το ετήσιο ποσό που πρέπει να κατανέμεται στο Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα, οι ετήσιες ποσότητες δικαιωμάτων βάσει του άρθρου 30δ παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ που θα τίθενται σε πλειστηριασμό για το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα θα πρέπει να κατανέμονται μεταξύ Ιανουαρίου και Αυγούστου κάθε έτους. Δεδομένου ότι η οδηγία 2003/87/ΕΚ καθορίζει στόχους εσόδων από πλειστηριασμούς για το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί διαδικασία για την αναθεώρηση των ποσοτήτων προς εκπλειστηριασμό όταν τα στοχευόμενα έσοδα από τους πλειστηριασμούς επιτυγχάνονται πριν από την καθορισμένη περίοδο ή όταν είναι ανεπαρκή. Το πρόγραμμα πλειστηριασμών θα πρέπει να αναθεωρείται ώστε να συμπεριλαμβάνει πρόσθετα δικαιώματα προς εκπλειστηριασμό μεταξύ Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου σε περίπτωση υστέρησης εσόδων. Εάν τα στοχευόμενα έσοδα από πλειστηριασμούς συγκεντρωθούν νωρίτερα, ο πλειστηριασμός δικαιωμάτων για το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα θα πρέπει να αναστέλλεται σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122 και το πρόγραμμα πλειστηριασμών θα πρέπει να αναθεωρείται.

(30)

Το άρθρο 12 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ προβλέπει τη δυνατότητα και ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ακυρώνουν δικαιώματα από τις οικείες ποσότητες προς πλειστηριασμό σε περίπτωση παύσης λειτουργίας εγκαταστάσεων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην επικράτειά τους, εφαρμόζοντας διαδικασία γνωστοποίησης που θα καθοριστεί με τον παρόντα κανονισμό. Το οικείο κράτος μέλος θα πρέπει να γνωστοποιεί στην Επιτροπή την πρόθεσή του να ακυρώσει δικαιώματα χρησιμοποιώντας ενιαίο υπόδειγμα το οποίο θα παρέχει αποδεικτικά στοιχεία και πληροφορίες σχετικά με την εγκατάσταση που έχει κλείσει, τη μέγιστη ποσότητα που θα ακυρωθεί και το χρονοδιάγραμμα της ακύρωσης, καθώς και μεθοδολογία για τον προσδιορισμό των επακριβών ποσοτήτων που θα ακυρώνονται σε ετήσια βάση. Η μεθοδολογία θα πρέπει να κοινοποιείται σε ετήσια βάση, το αργότερο στις 31 Μαΐου του δεύτερου έτους μετά την κοινοποίηση της πρόθεσης ακύρωσης των δικαιωμάτων. Για να διατηρηθεί η λειτουργία του αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς που θεσπίστηκε με την απόφαση (ΕΕ) 2015/1814 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), η ποσότητα των δικαιωμάτων που ακυρώνονται θα πρέπει να αφαιρείται από τις πλειστηριαζόμενες ποσότητες του κράτους μέλους μόνο αφού πραγματοποιηθούν οι προσαρμογές για το αποθεματικό για τη σταθερότητα της αγοράς για το αντίστοιχο έτος. Εάν η προς ακύρωση ποσότητα δεν υπερβαίνει τα 5 εκατομμύρια δικαιώματα, η ποσότητα των δικαιωμάτων που ακυρώνονται θα πρέπει να αφαιρείται από τα δικαιώματα που πρόκειται να εκπλειστηριαστούν από το οικείο κράτος μέλος μεταξύ Σεπτεμβρίου και Δεκεμβρίου του εν λόγω έτους. Εάν η ποσότητα προς εκπλειστηριασμό υπερβαίνει τα 5 εκατομμύρια δικαιώματα, η ποσότητα των δικαιωμάτων που ακυρώνονται θα πρέπει να αφαιρείται κατά τη διάρκεια περιόδου 12 μηνών από τον Σεπτέμβριο, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις της εν λόγω ακύρωσης στην αγορά. Για τη διασφάλιση διαφάνειας, η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιεύει τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το υπόδειγμα, εκτός εάν οι εν λόγω πληροφορίες προστατεύονται για λόγους εμπιστευτικότητας.

(31)

Μια κοινή υποδομή πλειστηριασμών στην οποία ένας κοινός χώρος πλειστηριασμών διεξάγει τους πλειστηριασμούς βάσει εναρμονισμένων κανόνων για τον πλειστηριασμό των διαφόρων τύπων δικαιωμάτων εκπομπών επιτυγχάνει με τον καλύτερο τρόπο τους βασικούς στόχους της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Η εν λόγω προσέγγιση είναι το οικονομικά πλέον αποδοτικό μέσο πλειστηριασμού δικαιωμάτων, χωρίς την άσκοπη διοικητική επιβάρυνση την οποία θα συνεπαγόταν αναγκαστικά η χρήση πολλαπλών υποδομών πλειστηριασμού. Διασφαλίζει με τον καλύτερο τρόπο την ανοικτή, με διαφάνεια και χωρίς διακρίσεις πρόσβαση στους πλειστηριασμούς, τόσο από νομικής πλευράς όσο και στην πράξη. Η κοινή αυτή προσέγγιση θα διασφαλίσει την προβλεψιμότητα του προγράμματος των πλειστηριασμών και ενισχύει με τον καλύτερο τρόπο τη σαφήνεια του μηνύματος για την τιμή των ανθρακούχων εκπομπών. Μια κοινή υποδομή πλειστηριασμών είναι ιδιαίτερα σημαντική για την παροχή ισότιμης πρόσβασης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που εμπίπτουν στο σύστημα εμπορίας εκπομπών, καθώς και στους μικρούς προξένους εκπομπών. Ο κοινός χώρος πλειστηριασμών διευκολύνει την ευρύτερη δυνατή συμμετοχή από όλες τις περιοχές της Ένωσης και, κατ’ επέκταση, μετριάζει με τον καλύτερο τρόπο τον κίνδυνο υπονόμευσης των πλειστηριασμών από συμμετέχοντες που θα τους χρησιμοποιούσαν ως όχημα για νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εγκληματικές δραστηριότητες ή κατάχρηση της αγοράς.

(32)

Η διεξαγωγή των πλειστηριασμών, η κατάρτιση και διαχείριση του προγράμματος των πλειστηριασμών και διάφορα άλλα καθήκοντα σχετικά με τους πλειστηριασμούς, όπως η διατήρηση ενημερωμένου ιστοτόπου προσβάσιμου σε ολόκληρη την Ένωση, επιτάσσουν κοινή ενέργεια των κρατών μελών και της Επιτροπής. Η αναγκαιότητα της εν λόγω κοινής ενέργειας απορρέει από την ενωσιακή εμβέλεια του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής, τους υπέρτερους στόχους άσκησης πολιτικής που επιδιώκονται με την οδηγία 2003/87/ΕΚ και το ότι, βάσει της εν λόγω οδηγίας, η Επιτροπή είναι άμεσα υπεύθυνη για τη λεπτομερή εφαρμογή ορισμένων στοιχείων του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής. Ως εκ τούτου, η ανταγωνιστική διαδικασία σύναψης συμβάσεων για τον ορισμό του κοινού χώρου πλειστηριασμών θα πρέπει να διεξάγεται μέσω κοινής διαδικασίας σύναψης σύμβασης από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, κατά την έννοια του άρθρου 165 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) («ομαδοποιημένη προμήθεια» στον εν λόγω κανονισμό).

(33)

Οι συγκεκριμένες διαδικασίες που θα εφαρμόζονται για τη σύναψη σύμβασης με τον κοινό χώρο πλειστηριασμών θα πρέπει να καθορίζονται σε συμφωνία μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, η οποία θα πρέπει να αναφέρει τις πρακτικές λεπτομέρειες της αξιολόγησης των αιτήσεων συμμετοχής ή των προσφορών και της ανάθεσης των συμβάσεων, καθώς και το εφαρμοστέο στις συμβάσεις δίκαιο και το αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των διαφορών, όπως απαιτείται από το άρθρο 165 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046.

(34)

Για να μετριαστεί τυχόν κίνδυνος μείωσης του ανταγωνισμού στην αγορά ανθρακούχων εκπομπών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα αυτοεξαίρεσης από τον κοινό χώρο πλειστηριασμών, μέσω του ορισμού οικείων χώρων πλειστηριασμών (στο εξής: χώροι πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης). Οι ορισμένοι χώροι αυτοεξαίρεσης θα πρέπει να περιλαμβάνονται από την Επιτροπή σε κατάλογο στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού. Η εν λόγω εγγραφή στον κατάλογο θα πρέπει να βασίζεται σε γνωστοποίηση του χώρου αυτοεξαίρεσης από το κράτος μέλος που τον όρισε στην Επιτροπή και σε αξιολόγηση από την Επιτροπή.

(35)

Ο ανταγωνισμός μεταξύ διαφόρων υποψήφιων χώρων πλειστηριασμών θα πρέπει να διασφαλίζεται με την εφαρμογή ανταγωνιστικής διαδικασίας σύναψης σύμβασης με τον χώρο πλειστηριασμών, εάν το απαιτεί η ενωσιακή ή η εθνική νομοθεσία για τη σύναψη συμβάσεων. Ο χώρος πλειστηριασμών θα πρέπει να συνδέεται με ένα τουλάχιστον σύστημα εκκαθάρισης ή διακανονισμού. Οι χώροι πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης θα πρέπει να ορίζονται για περιορισμένο χρονικό διάστημα, μέγιστης διάρκειας 3 ετών, με δυνατότητα ανανέωσης για 2 ακόμα έτη, εντός του οποίου θα πρέπει να επανεξετάζονται οι ρυθμίσεις που διέπουν όλους τους χώρους πλειστηριασμών. Με την πρόβλεψη τριετούς περιόδου για τον χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης επιδιώκεται να διασφαλιστεί ελάχιστη διάρκεια ορισμού των χώρων αυτοεξαίρεσης και, ταυτόχρονα, να έχει το κράτος μέλος ορισμού τη δυνατότητα να προσχωρήσει στον κοινό χώρο πλειστηριασμών, εάν το αποφασίσει, μετά την παρέλευση της τριετούς περιόδου, χωρίς να θίγεται η ικανότητά του να ανανεώσει τον ορισμό του χώρου αυτοεξαίρεσης για 2 ακόμα έτη, εν αναμονή των αποτελεσμάτων της επανεξέτασης από την Επιτροπή. Μετά τη λήξη κάθε περιόδου ορισμού, θα πρέπει να κινείται νέα ανταγωνιστική διαδικασία σύναψης σύμβασης, εάν το απαιτεί η ενωσιακή ή η εθνική νομοθεσία για τη σύναψη συμβάσεων.

(36)

Για να απλουστευτεί ο εκ νέου ορισμός χώρων αυτοεξαίρεσης, η εγγραφή στον κατάλογο δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να απαιτείται μόνο για νέες οντότητες ή για την εκ νέου εγγραφή μιας οντότητας στον κατάλογο εάν έχουν μεταβληθεί οι συνθήκες. Ως εκ τούτου, σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος ορίσει τον ίδιο χώρο αυτοεξαίρεσης υπό τους ίδιους όρους, η εγγραφή του στον κατάλογο θα πρέπει να παρατείνεται υπό τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις με την αρχική εγγραφή. Η εν λόγω παράταση θα πρέπει να υπόκειται σε επιβεβαίωση από το κράτος μέλος και την Επιτροπή ότι πληρούνται οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και οι στόχοι του άρθρου 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

(37)

Με την επιφύλαξη τυχόν εφαρμοστέων κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις βάσει του ενωσιακού ή του εθνικού δικαίου, συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν την αποφυγή των συγκρούσεων συμφερόντων και την τήρηση της εμπιστευτικότητας, θα πρέπει να μπορεί να δοθεί σε κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια για τη σύναψη σύμβασης με τον κοινό χώρο πλειστηριασμών η ιδιότητα του παρατηρητή, στο σύνολο ή σε μέρος της κοινής διαδικασίας σύναψης σύμβασης, υπό όρους και προϋποθέσεις που συμφωνούνται μεταξύ των κρατών μελών που συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια και της Επιτροπής, με σχετική πρόβλεψη στη συμφωνία για κοινή σύναψη σύμβασης. Η εν λόγω πρόσβαση θα διευκολύνει τη σύγκλιση μεταξύ των χώρων πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης και του κοινού χώρου πλειστηριασμών όσον αφορά πτυχές της διαδικασίας πλειστηριασμού που δεν είναι πλήρως εναρμονισμένες.

(38)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή έναρξη των πλειστηριασμών για το νέο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και πρόσθετους τομείς, το οποίο θεσπίστηκε βάσει του κεφαλαίου IVα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, και να διευκολυνθεί ο συντονισμός και η ενοποίηση με τους χώρους πλειστηριασμών για το υφιστάμενο ΣΕΔΕ της ΕΕ, η δυνατότητα αυτοεξαίρεσης από τον κοινό χώρο πλειστηριασμών δεν θα πρέπει να ισχύει για τον πλειστηριασμό των εν λόγω δικαιωμάτων για τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και πρόσθετους τομείς.

(39)

Δεδομένου του ενδεχομένου ύπαρξης πολλαπλών χώρων πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης που να έχουν οριστεί από διαφορετικά κράτη μέλη, καθώς και κοινού χώρου πλειστηριασμών, είναι αναγκαίο να καθοριστούν λεπτομερώς τα καθήκοντα και οι υπηρεσίες που θα παρέχουν οι χώροι πλειστηριασμών, όπως η παροχή πρόσβασης σε πλειστηριασμούς και η διεξαγωγή τους, η διαχείριση των προγραμμάτων πλειστηριασμών, η δημοσίευση και η κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των πλειστηριασμών, καθώς και η παροχή στην Επιτροπή και στις αρμόδιες αρχές όλων των πληροφοριών που είναι αναγκαίες για τη διασφάλιση της ακεραιότητας του συστήματος πλειστηριασμών και της αγοράς ανθρακούχων εκπομπών. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση μεταξύ κατεστημένων και νέων ορισθέντων χώρων πλειστηριασμών, όλοι οι χώροι πλειστηριασμών θα πρέπει επίσης να καθορίζουν μια στρατηγική εξόδου.

(40)

Για να χρησιμοποιηθεί η οργανωτική υποδομή που είναι διαθέσιμη στη δευτερογενή αγορά για τη διαχείριση των πλειστηριασμών, είναι αναγκαίο να απαιτείται ο χώρος πλειστηριασμών να είναι ρυθμιζόμενη αγορά. Ειδικότερα, οι ρυθμιζόμενες αγορές δεσμεύονται, βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11) και βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12) για την κατάχρηση της αγοράς, να παρέχουν ορισμένες διασφαλίσεις κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους. Η απαίτηση να είναι ο χώρος πλειστηριασμών ρυθμιζόμενη αγορά προσφέρει διάφορα πλεονεκτήματα. Παρέχει τη δυνατότητα αξιοποίησης της οργανωτικής υποδομής, της πείρας, των ικανοτήτων και των διαφανών υποχρεωτικών κανόνων λειτουργίας της αγοράς. Αυτό έχει σημασία, μεταξύ άλλων, για την εκκαθάριση ή τον διακανονισμό των συναλλαγών, καθώς και για την παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τους κανόνες της αγοράς και με άλλες έννομες υποχρεώσεις, όπως την απαγόρευση της κατάχρησης της αγοράς και την παροχή μηχανισμών εξώδικης επίλυσης διαφορών. Η απαίτηση αυτή είναι οικονομικά αποδοτική και συμβάλλει στη διαφύλαξη της επιχειρησιακής ακεραιότητας των πλειστηριασμών. Οι κανόνες των ρυθμιζόμενων αγορών για τη σύγκρουση συμφερόντων που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 απαιτούν να είναι ο εκπλειστηριαστής ανεξάρτητος από τον χώρο συναλλαγών, τους ιδιοκτήτες του ή τον οικείο διαχειριστή αγοράς, ώστε να μην υπονομεύεται η εύρυθμη λειτουργία της ρυθμιζόμενης αγοράς. Επίσης, πολλοί υποψήφιοι συμμετέχοντες στους πλειστηριασμούς θα είναι ήδη είτε μέλη των διαφόρων ρυθμιζόμενων αγορών που δραστηριοποιούνται στη δευτερογενή αγορά είτε συμμετέχοντες σε αυτές.

(41)

Από το 2018 τα δικαιώματα εκπομπής ταξινομούνται ως χρηματοπιστωτικά μέσα βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Προηγουμένως, μόνο τα παράγωγα επί δικαιωμάτων εκπομπής αποτελούσαν χρηματοπιστωτικά μέσα. Η εν λόγω ταξινόμηση εντάσσει την εμπορία δικαιωμάτων με άμεση παράδοση (spot trade) στη δευτερογενή αγορά στο πεδίο εφαρμογής, μεταξύ άλλων, της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13). Ωστόσο, η διαδικασία πλειστηριασμού των δικαιωμάτων (πρωτογενής αγορά) εμπίπτει μόνο στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014.

(42)

Προκειμένου να ενισχυθεί περαιτέρω η ακεραιότητα και η διαφάνεια της ευρωπαϊκής αγοράς ανθρακούχων εκπομπών και να βελτιωθεί η υποβολή κανονιστικών εκθέσεων και η παρακολούθηση της αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής και παραγώγων τους, να προωθηθεί η πρόληψη και ο εντοπισμός καταχρήσεων της αγοράς και να διευκολυνθεί η διατήρηση της ομαλής λειτουργίας των αγορών δικαιωμάτων εκπομπής και συναφών παραγώγων, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί η υποχρέωση του χώρου πλειστηριασμών να αναφέρει πλήρεις και ακριβείς λεπτομέρειες για κάθε συναλλαγή πλειστηριασμών στην αρμόδια εθνική αρχή που έχει οριστεί δυνάμει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, καθώς και στην ESMA. Η εν λόγω υποβολή στοιχείων θα ενισχύσει την αποδοτική παρακολούθηση των πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπής και των σχετικών διασυνδέσεων με τη δευτερογενή αγορά.

(43)

Σύμφωνα με την οδηγία 2003/87/ΕΚ, τα κράτη μέλη πρέπει να αποφασίζουν σχετικά με τη χρήση των εσόδων από τον πλειστηριασμό δικαιωμάτων εκπομπής. Προκειμένου να μην υπάρχει καμία αμφιβολία, θα πρέπει να απαιτείται η απευθείας μεταβίβαση του πλειστηριάσματος στον εκπλειστηριαστή ή σε άλλη οντότητα που έχει διοριστεί από κάθε κράτος μέλος για τον σκοπό αυτόν.

(44)

Για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία και η ακεραιότητα της διαδικασίας πλειστηριασμού, τα δικαιώματα θα πρέπει να παραδίδονται στους υπερθεματιστές έναντι καταβολής ολόκληρου του ποσού που οφείλεται στον εκπλειστηριαστή. Σε περίπτωση που οι υπερθεματιστές δεν καταβάλουν το σύνολο των οφειλόμενων ποσών εντός της καθορισμένης προθεσμίας, θα πρέπει να προβλέπονται κυρώσεις, προκειμένου να αποκατασταθεί η εν λόγω παράλειψη και να αποτραπεί η αθέτηση πληρωμής.

(45)

Για να διασφαλιστεί επιτυχημένη και αξιόπιστη διαδικασία πλειστηριασμού, τα δικαιώματα προς εκπλειστηριασμό θα πρέπει να μεταφέρονται πριν από την έναρξη της περιόδου υποβολής προσφορών. Τα δικαιώματα θα πρέπει να μεταφέρονται από το μητρώο της Ένωσης σε καθορισμένο λογαριασμό στο μητρώο και να τηρούνται υπό μεσεγγύηση από το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού που ενεργεί ως θεματοφύλακας. Τα δικαιώματα θα πρέπει να τηρούνται υπό μεσεγγύηση έως την παράδοση των δικαιωμάτων στους υπερθεματιστές σύμφωνα με τα αποτελέσματα του πλειστηριασμού. Θα πρέπει επίσης να καθοριστεί το επόμενο στάδιο της διαδικασίας, δηλαδή η παράδοση, από το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού, των δικαιωμάτων που εκπλειστηριάζονται από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη στους υπερθεματιστές.

(46)

Δεδομένου ότι ο πλειστηριασμός δικαιωμάτων συνίσταται στην πρωτογενή έκδοσή τους στη δευτερογενή αγορά, αντί της δωρεάν κατανομής τους απευθείας στους φορείς εκμετάλλευσης και στους φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών, τα συστήματα εκκαθάρισης ή τα συστήματα διακανονισμού δεν θα πρέπει να δεσμεύονται από υποχρεώσεις επιδόσεων όσον αφορά την παράδοση των δικαιωμάτων στους υπερθεματιστές ή στους διαδόχους τους σε περίπτωση αδυναμίας παράδοσης για λόγους εκτός του ελέγχου τους. Συνεπώς, οι υπερθεματιστές ή οι διάδοχοί τους θα πρέπει, σε περίπτωση αδυναμίας παράδοσης δικαιωμάτων που έχουν εκπλειστηριαστεί, να υποχρεούνται να αποδέχονται μεταγενέστερη παράδοση.

(47)

Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη υποχρεούνται μόνο να παραδίδουν τα δικαιώματα, δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να καταθέτουν άλλες ασφάλειες εκτός από τα ίδια τα δικαιώματα κατά τον πλειστηριασμό. Ως εκ τούτου, κατά τον πλειστηριασμό διήμερων συμβολαίων άμεσης παράδοσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να υπόκεινται μόνο σε υποχρέωση προκατάθεσης των προς εκπλειστηριασμό δικαιωμάτων σε λογαριασμό υπό μεσεγγύηση που τηρείται στο μητρώο της Ένωσης από το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού που ενεργεί ως θεματοφύλακας.

(48)

Ωστόσο, είναι αναγκαίο να εφαρμόζει ο χώρος πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων εκκαθάρισης ή διακανονισμού που συνδέονται με αυτόν, κατάλληλες διαδικασίες διαχείρισης ασφαλειών και διαδικασίες διαχείρισης κάθε άλλου κινδύνου, ώστε να διασφαλίζεται η καταβολή του συνόλου των πληρωτέων στους εκπλειστηριαστές ποσών για τα πλειστηριαζόμενα δικαιώματα, στην τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού, ανεξάρτητα από τυχόν αθέτηση πληρωμής από τον υπερθεματιστή ή τον διάδοχό του.

(49)

Για να διασφαλιστούν η διαφάνεια και οι ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ πλειστηριασμού και δευτερογενούς αγοράς, είναι σκόπιμο η διάρθρωση και το ύψος των τελών που επιβάλλονται από τους χώρους πλειστηριασμών και από τα συστήματα εκκαθάρισης ή διακανονισμού που συνδέονται με αυτούς να μην είναι λιγότερο ευνοϊκά από τα ανάλογα τέλη και τους ανάλογους όρους που επιβάλλονται στις συναλλαγές της δευτερογενούς αγοράς. Για λόγους διαφάνειας, όλα τα τέλη και οι όροι θα πρέπει να είναι κατανοητά, να αναλύονται και να δημοσιοποιούνται. Τα έξοδα της διαδικασίας πλειστηριασμού θα πρέπει, κατά κανόνα, να καλύπτονται από τα τέλη που καταβάλλουν οι προσφέροντες, τα οποία καθορίζονται στη σύμβαση με την οποία ορίζεται ο χώρος πλειστηριασμών. Ωστόσο, προκειμένου να εξασφαλιστεί ικανοποιητική σχέση κόστους/απόδοσης του κοινού χώρου πλειστηριασμών, είναι σημαντικό να προσχωρούν εξαρχής τα κράτη μέλη στην κοινή ενέργεια. Για τον λόγο αυτόν, ενδείκνυται να υπάρχει δυνατότητα να υποχρεούνται τα κράτη μέλη που θα προσχωρήσουν στην κοινή ενέργεια σε μεταγενέστερο στάδιο να καλύπτουν τα δικά τους έξοδα, και τα ποσά των εν λόγω εξόδων να αφαιρούνται από τα έξοδα που σε αντίθετη περίπτωση βαρύνουν τους προσφέροντες. Ωστόσο, οι εν λόγω διατάξεις δεν θα πρέπει να θέτουν σε δυσμενή θέση κράτη μέλη που επιθυμούν να συμμετάσχουν στην κοινή ενέργεια μετά τη λήξη της ισχύος του ορισμού χώρου αυτοεξαίρεσης. Ούτε θα πρέπει κράτη μέλη να βρίσκονται σε μειονεκτική θέση όταν συμμετέχουν προσωρινά στην κοινή ενέργεια λόγω της έλλειψης εγγραφής κοινοποιημένου χώρου πλειστηριασμού στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης στον σχετικό κατάλογο. Ο εκπλειστηριαστής θα πρέπει να πληρώνει μόνο για την πρόσβαση στον χώρο πλειστηριασμών, ή ενδεχομένως ούτε και αυτό. Το κόστος του συστήματος εκκαθάρισης και διακανονισμού, εάν υπάρχει, θα πρέπει να βαρύνει τους προσφέροντες.

(50)

Για να διασφαλιστεί ανταγωνιστική διαδικασία σύναψης συμβάσεων για τους χώρους πλειστηριασμών, θα πρέπει να είναι δυνατή η περιορισμένη αύξηση του ανώτατου επιπέδου των τελών που πρέπει να καταβάλλουν οι υπερθεματιστές, όταν αυτό προβλέπεται στα έγγραφα σύναψης της σύμβασης και μόνο κατά τη διάρκεια των ετών κατά τα οποία οι ετήσιες πλειστηριαζόμενες ποσότητες μειώνονται κατά περισσότερα από 200 εκατομμύρια δικαιώματα λόγω της λειτουργίας του αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς.

(51)

Δεδομένου ότι έχουν καθεστώς ρυθμιζόμενης αγοράς, οι χώροι πλειστηριασμών θα πρέπει να παρακολουθούν τη συμπεριφορά των προσφερόντων και να ενημερώνουν τις αρμόδιες εθνικές αρχές σε περίπτωση κατάχρησης της αγοράς, νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και στην οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14).

(52)

Προκειμένου να διασφαλιστεί δίκαιη και ανταγωνιστική διαδικασία πλειστηριασμού, θα πρέπει να παρέχεται στον χώρο πλειστηριασμών η ευχέρεια να επιβάλλει ανώτατο όριο στην προσφορά που μπορεί να υποβάλει ένας μεμονωμένος προσφέρων, εκφραζόμενο ως μερίδιο της συνολικής ποσότητας δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό σε μεμονωμένους πλειστηριασμούς ή εντός ενός ορισμένου ημερολογιακού έτους. Η ενεργοποίηση της εν λόγω ευχέρειας θα πρέπει να υπόκειται σε προηγούμενη γνωμοδότηση της Επιτροπής. Προτού γνωμοδοτήσει η Επιτροπή, θα πρέπει να διαβουλεύεται με τα κράτη μέλη σχετικά με την πρόταση του χώρου πλειστηριασμών. Στη γνωμοδότηση της Επιτροπής θα πρέπει να εκφράζεται η εκτίμηση της ίδιας όσον αφορά το αν η αγορά των δικαιωμάτων εκπομπής προστατεύεται επαρκώς από την κατάχρηση της αγοράς.

(53)

Για να διασφαλίζεται η ευελιξία και η ακεραιότητα των πλειστηριασμών, ενδείκνυται επίσης να τηρούν τους κανόνες του παρόντος κανονισμού τα πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από τα κράτη μέλη για να υποβάλλουν προσφορές εξ ονόματος πελατών της κύριας επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, ώστε να διασφαλίζεται η επαρκής προστασία των τελευταίων.

(54)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου και διαφάνειας, θα πρέπει να καθοριστούν λεπτομερείς διατάξεις για άλλες πτυχές του πλειστηριασμού, όπως είναι οι δημοσιεύσεις, η ανακοίνωση και η κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των πλειστηριασμών, η προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών, η διόρθωση σφαλμάτων σε εκτελεσθείσες πληρωμές ή μεταφορές δικαιωμάτων και σε ασφάλειες που έχουν κατατεθεί ή αποδεσμευτεί, καθώς και το δικαίωμα προσφυγής κατά των αποφάσεων των χώρων πλειστηριασμών.

(55)

Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί το γλωσσικό καθεστώς κάθε χώρου πλειστηριασμών, με τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η διαφάνεια και να εξισορροπείται ο στόχος της πρόσβασης στους πλειστηριασμούς χωρίς διακρίσεις με την ανάγκη για οικονομική αποδοτικότητα. Τα έγγραφα τεκμηρίωσης που δεν δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να δημοσιεύονται σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στον διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα, συγκεκριμένα στην αγγλική.

(56)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν τη μετάφραση όλων των εγγράφων τεκμηρίωσης στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες τους, με δική τους δαπάνη. Όταν ένα κράτος μέλος κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής, οι χώροι αυτοεξαίρεσης θα πρέπει επίσης να μεταφράζουν όλα τα έγγραφα τεκμηρίωσης στη γλώσσα ή στις γλώσσες του συγκεκριμένου κράτους μέλους, με δαπάνη του κράτους μέλους που όρισε την οικεία πλατφόρμα αυτοεξαίρεσης. Συμπληρωματικά, ο χώρος πλειστηριασμών θα πρέπει να μπορεί να διεκπεραιώνει κάθε γραπτή ή προφορική επικοινωνία από αιτούντες αποδοχή προς υποβολή προσφορών, από άτομα που έγιναν δεκτά προς υποβολή προσφορών ή από προσφέροντες που συμμετέχουν σε πλειστηριασμό, σε οποιαδήποτε γλώσσα όταν κράτος μέλος έχει μεριμνήσει για μετάφραση στην εν λόγω γλώσσα με δική του δαπάνη, εφόσον του ζητηθεί από τα παραπάνω πρόσωπα. Στην περίπτωση αυτή, δεν θα πρέπει να επιτρέπεται στους χώρους πλειστηριασμών να χρεώνουν στα εν λόγω πρόσωπα το πρόσθετο κόστος της μετάφρασης. Αντιθέτως, το εν λόγω κόστος θα πρέπει να επωμίζονται ισοβαρώς όλοι οι προσφέροντες του συγκεκριμένου χώρου πλειστηριασμών, ώστε να διασφαλίζεται η ισότιμη πρόσβαση στους πλειστηριασμούς σε ολόκληρη την Ένωση.

(57)

Προκειμένου να διασφαλιστούν η προβλεψιμότητα και η έγκαιρη διεξαγωγή των πλειστηριασμών, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να τεθεί επειγόντως σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός προβλέπει κανόνες για τον χρόνο διεξαγωγής, τη διαχείριση και άλλες πτυχές των πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπής, βάσει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στην κατανομή, μέσω πλειστηριασμών, δικαιωμάτων που καλύπτονται από την οδηγία 2003/87/ΕΚ.

Άρθρο 3

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«διήμερα συμβόλαια άμεσης παράδοσης (spot)»: συμβόλαια με τα οποία δικαιώματα εκπομπής τίθενται σε πλειστηριασμό και είναι παραδοτέα σε συμφωνημένη ημερομηνία, το αργότερο τη δεύτερη ημέρα διαπραγμάτευσης μετά την ημέρα του πλειστηριασμού·

2)

«προσφορά»: η προσφορά που υποβάλλεται σε πλειστηριασμό για την απόκτηση δεδομένης ποσότητας δικαιωμάτων σε καθορισμένη τιμή·

3)

«περίοδος υποβολής προσφορών»: το χρονικό διάστημα κατά το οποίο επιτρέπεται η υποβολή προσφορών·

4)

«ημέρα διαπραγμάτευσης»: κάθε ημέρα κατά την οποία λειτουργούν για συναλλαγές ο χώρος πλειστηριασμών και το συνδεδεμένο με αυτόν σύστημα εκκαθάρισης ή σύστημα διακανονισμού·

5)

«επιχείρηση επενδύσεων»: επιχείρηση επενδύσεων όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

6)

«πιστωτικό ίδρυμα»: πιστωτικό ίδρυμα όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15)·

7)

«χρηματοπιστωτικό μέσο»: χρηματοπιστωτικό μέσο όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 15) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

8)

«δευτερογενής αγορά»: η αγορά στην οποία πρόσωπα αγοράζουν ή πωλούν δικαιώματα εκπομπής, πριν ή μετά την κατανομή των δικαιωμάτων αυτών είτε δωρεάν είτε μέσω πλειστηριασμού·

9)

«μητρική επιχείρηση»: μητρική επιχείρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 9) της οδηγίας 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16)·

10)

«θυγατρική επιχείρηση»: θυγατρική επιχείρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10) της οδηγίας 2013/34/ΕΕ·

11)

«συνδεδεμένη επιχείρηση»: συνδεδεμένη επιχείρηση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12) της οδηγίας 2013/34/ΕΕ·

12)

«έλεγχος»: έλεγχος όπως αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου (17)·

13)

«διαδικασία πλειστηριασμού»: η διαδικασία που περιλαμβάνει την κατάρτιση του χρονοδιαγράμματος του πλειστηριασμού, τις διαδικασίες αποδοχής προς υποβολή προσφορών και υποβολής προσφορών, τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού, τον υπολογισμό και την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του πλειστηριασμού, τις ρυθμίσεις σχετικά με την πληρωμή του οφειλόμενου τιμήματος και τη μεταβίβαση των εσόδων του πλειστηριασμού, την παράδοση των δικαιωμάτων και τη διαχείριση των αναγκαίων ασφαλειών για την κάλυψη των κινδύνων συναλλαγής, καθώς επίσης την επιτήρηση και παρακολούθηση της ορθής διεξαγωγής των πλειστηριασμών από χώρο πλειστηριασμών·

14)

«νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες»: νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφοι 3, 4 και 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18)·

15)

«χρηματοδότηση της τρομοκρατίας»: χρηματοδότηση της τρομοκρατίας όπως ορίζεται στο άρθρο 1 παράγραφοι 5 και 6 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849·

16)

«εγκληματική δραστηριότητα»: εγκληματική δραστηριότητα όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 4) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849·

17)

«χώρος πλειστηριασμών»: κάθε δημόσια ή ιδιωτική οντότητα που έχει οριστεί να εκτελεί τα καθήκοντα που αναφέρονται στα άρθρα 27, 28, 30 και 31·

18)

«κοινός χώρος πλειστηριασμών»: ο χώρος πλειστηριασμών που ορίζεται με κοινή διαδικασία σύναψης σύμβασης μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, ως αναθετουσών αρχών, σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1·

19)

«χώρος πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης»: ο χώρος πλειστηριασμών που ορίζεται από κράτος μέλος το οποίο δεν συμμετέχει στην κοινή ενέργεια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1, ως δικός του χώρος πλειστηριασμών, σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1·

20)

«εκπλειστηριαστής»: κάθε δημόσια ή ιδιωτική οντότητα που έχει διοριστεί να εκτελεί τα καθήκοντα που αναφέρονται στο άρθρο 23·

21)

«καθορισμένος λογαριασμός στο μητρώο της Ένωσης»: λογαριασμός στο μητρώο της Ένωσης που συστάθηκε με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122·

22)

«καθορισμένος τραπεζικός λογαριασμός»: ο τραπεζικός λογαριασμός τον οποίο υποδεικνύει εκπλειστηριαστής ή προσφέρων ή διάδοχος προσφέροντος ως λογαριασμό προορισμού για τις πληρωμές βάσει του παρόντος κανονισμού·

23)

«μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη»: τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που αναφέρονται στο άρθρο 13 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 και τα ενισχυμένα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που καθορίζονται στα άρθρα 18, 18α και 20 της εν λόγω οδηγίας·

24)

«πραγματικός δικαιούχος»: ο πραγματικός δικαιούχος όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 6) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849·

25)

«δεόντως επικυρωμένο αντίγραφο»: γνήσιο αντίγραφο πρωτοτύπου εγγράφου, του οποίου η γνησιότητα επικυρώνεται από δικηγόρο, λογιστή, συμβολαιογράφο ή ομοειδή επαγγελματία, αναγνωρισμένο από την εθνική νομοθεσία του αντίστοιχου κράτους μέλους για να βεβαιώνει επίσημα ότι ένα έγγραφο είναι γνήσιο αντίγραφο του πρωτοτύπου·

26)

«πολιτικώς εκτεθειμένο πρόσωπο»: πολιτικώς εκτεθειμένο πρόσωπο όπως ορίζεται στο άρθρο 3 σημείο 9) της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849·

27)

«κατάχρηση αγοράς»: κατάχρηση αγοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014·

28)

«προνομιακές πληροφορίες»: προνομιακές πληροφορίες όπως ορίζονται στο άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014·

29)

«κατάχρηση προνομιακής πληροφορίας»: κατάχρηση προνομιακής πληροφορίας όπως ορίζεται στο άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014·

30)

«παράνομη ανακοίνωση προνομιακής πληροφορίας»: παράνομη ανακοίνωση προνομιακής πληροφορίας όπως ορίζεται στο άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014·

31)

«χειραγώγηση της αγοράς»: χειραγώγηση της αγοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014·

32)

«σύστημα εκκαθάρισης»: υποδομή συνδεδεμένη με τον χώρο πλειστηριασμών η οποία προσφέρει υπηρεσίες εκκαθάρισης, εγγυοδοσίας περιθωρίου (margining), καθαρού συμψηφισμού (netting), διαχείρισης ασφαλειών, διακανονισμού και παράδοσης, καθώς και άλλες υπηρεσίες, τις οποίες διεκπεραιώνει κεντρικός αντισυμβαλλόμενος προσεγγίσιμος είτε άμεσα είτε μέσω μελών του που ενεργούν ως χρηματοοικονομικοί ενδιάμεσοι μεταξύ των πελατών τους και του κεντρικού αντισυμβαλλόμενου·

33)

«εκκαθάριση»: όλες οι διαδικασίες που διεξάγονται πριν από την έναρξη της περιόδου υποβολής προσφορών, κατά τη διάρκειά της και μετά τη λήξη της μέχρι τον διακανονισμό, οι οποίες αφορούν τη διαχείριση των κινδύνων που ενδεχομένως προκύπτουν κατά το χρονικό αυτό διάστημα, συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών, μεταξύ άλλων, κατά τη διάρκεια της εγγυοδοσίας περιθωρίου, του καθαρού συμψηφισμού ή της ανανέωσης, ή άλλες υπηρεσίες, και οι οποίες είναι δυνατόν να παρέχονται από σύστημα εκκαθάρισης ή διακανονισμού·

34)

«εγγυοδοσία περιθωρίου»: η διαδικασία ενεχυρίασης ασφάλειας από εκπλειστηριαστή ή προσφέροντα ή από έναν ή περισσότερους χρηματοοικονομικούς ενδιάμεσους που ενεργούν εξ ονόματός τους, με σκοπό την κάλυψη δεδομένης χρηματοοικονομικής θέσης· πρόκειται για το σύνολο της διαδικασίας μέτρησης, υπολογισμού και διαχείρισης των ασφαλειών που κατατίθενται για την κάλυψη των εν λόγω χρηματοοικονομικών θέσεων και προορίζονται να διασφαλίσουν την εκπλήρωση, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, όλων των υποχρεώσεων πληρωμών του προσφέροντος και όλων των υποχρεώσεων παράδοσης του εκπλειστηριαστή ή ενός ή περισσότερων ενδιαμέσων που ενεργούν εξ ονόματός τους·

35)

«διακανονισμός»: η πληρωμή, από υπερθεματιστή ή τον διάδοχό του ή από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή από διακανονιστή, του οφειλόμενου ποσού για τα δικαιώματα που πρόκειται να παραδοθούν στον εν λόγω υπερθεματιστή ή διάδοχό του ή κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή διακανονιστή και η παράδοση των δικαιωμάτων στον υπερθεματιστή ή στον διάδοχό του ή στον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο ή στον διακανονιστή·

36)

«κεντρικός αντισυμβαλλόμενος»: οντότητα που παρεμβάλλεται μεταξύ εκπλειστηριαστή και προσφέροντος ή του διαδόχου του, είτε άμεσα είτε μέσω χρηματοοικονομικών ενδιαμέσων που τους αντιπροσωπεύουν, και ενεργεί ως αποκλειστικός αντισυμβαλλόμενος της κάθε πλευράς, εγγυώμενος την πληρωμή του πλειστηριάσματος στον εκπλειστηριαστή ή σε ενδιάμεσο που τον αντιπροσωπεύει ή την παράδοση των πλειστηριασθέντων δικαιωμάτων στον προσφέροντα ή σε ενδιάμεσο που τον αντιπροσωπεύει·

37)

«σύστημα διακανονισμού»: κάθε υποδομή, είτε συνδεδεμένη με τον χώρο πλειστηριασμών είτε όχι, η οποία παρέχει υπηρεσίες διακανονισμού που περιλαμβάνουν εκκαθάριση, καθαρό συμψηφισμό, διαχείριση ασφαλειών ή άλλες υπηρεσίες και οι οποίες καθιστούν τελικά δυνατή την καταβολή του ποσού που οφείλεται από υπερθεματιστή ή τον διάδοχό του σε εκπλειστηριαστή και την παράδοση δικαιωμάτων εξ ονόματος εκπλειστηριαστή σε υπερθεματιστή ή στον διάδοχό του, όταν οι εν λόγω υπηρεσίες παρέχονται μέσω ενός από τα ακόλουθα:

α)

του τραπεζικού συστήματος και του μητρώου της Ένωσης·

β)

ενός ή περισσότερων διακανονιστών που ενεργούν εξ ονόματος εκπλειστηριαστή και προσφέροντος ή του διαδόχου του, οι οποίοι έχουν πρόσβαση στον διακανονιστή είτε άμεσα είτε μέσω μελών του που ενεργούν ως ενδιάμεσοι μεταξύ των πελατών τους και του διακανονιστή·

38)

«διακανονιστής»: οντότητα που ενεργεί ως αντιπρόσωπος, παρέχοντας στον χώρο πλειστηριασμών λογαριασμούς μέσω των οποίων εκτελούνται ταυτόχρονα ή σχεδόν ταυτόχρονα, με ασφάλεια και με εγγυημένο τρόπο, οι εντολές μεταφοράς των πλειστηριασθέντων δικαιωμάτων που δίνει ο εκπλειστηριαστής ή ενδιάμεσος που τον εκπροσωπεί και οι εντολές πληρωμής της τιμής εκκαθάρισης πλειστηριασμού που δίνει ο υπερθεματιστής ή ο διάδοχός του ή ενδιάμεσος που τους εκπροσωπεί·

39)

«ασφάλεια»: ασφάλεια όπως ορίζεται στο άρθρο 2 στοιχείο ιγ) της οδηγίας 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19), συμπεριλαμβανομένων τυχόν δικαιωμάτων εκπομπής που γίνονται δεκτά ως εγγύηση από το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού·

40)

«ρυθμιζόμενη αγορά»: ρυθμιζόμενη αγορά όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 21) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

41)

«ΜΜΕ»: φορείς εκμετάλλευσης, φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών, ναυτιλιακές εταιρείες ή ρυθμιζόμενες οντότητες που είναι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, κατά την έννοια της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής (20)·

42)

«διαχειριστής αγοράς»: διαχειριστής αγοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 18) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

43)

«κράτος μέλος εγκατάστασης»: νοείται οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

στην περίπτωση των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο του παρόντος κανονισμού, το κράτος μέλος στο οποίο το πρόσωπο έχει την κατοικία ή τη μόνιμη διεύθυνσή του·

β)

στην περίπτωση των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) και στο άρθρο 18 παράγραφος 2, καθώς και των επιχειρηματικών ομάδων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του παρόντος κανονισμού, το κράτος μέλος καταγωγής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 55) στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

γ)

στην περίπτωση των προσώπων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού, το κράτος μέλος καταγωγής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 43) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

δ)

στην περίπτωση ρυθμιζόμενης αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 33 παράγραφοι 4, 5 και 6 του παρόντος κανονισμού, το κράτος μέλος καταγωγής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 55) στοιχείο β) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

44)

«στρατηγική εξόδου»: ένα ή περισσότερα έγγραφα που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις συμβάσεις ορισμού του αντίστοιχου χώρου πλειστηριασμών, στα οποία καθορίζονται λεπτομερή μέτρα που έχουν σχεδιαστεί με σκοπό να διασφαλιστούν τα εξής:

α)

η μεταβίβαση όλων των απαραίτητων στοιχείων ενεργητικού —υλικών και άυλων— για την αδιάλειπτη συνέχιση των πλειστηριασμών και την ομαλή εκτέλεση της διαδικασίας πλειστηριασμού από διάδοχο του χώρου πλειστηριασμών·

β)

η παροχή όλων των σχετικών με τη διαδικασία του πλειστηριασμού πληροφοριών που είναι απαραίτητες για τη διαδικασία σύναψης σύμβασης για τον ορισμό του διαδόχου του χώρου πλειστηριασμών·

γ)

η παροχή της τεχνικής συνδρομής που επιτρέπει στις αναθέτουσες αρχές ή στον διάδοχο του χώρου πλειστηριασμών ή σε οποιονδήποτε συνδυασμό αυτών να κατανοούν, να έχουν πρόσβαση ή να χρησιμοποιούν τα σχετικά στοιχεία ενεργητικού που παρέχονται βάσει των στοιχείων α) και β).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΤΥΠΟΣ ΤΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ

Άρθρο 4

Πλειστηριαζόμενα προϊόντα

1.   Τα δικαιώματα εκπομπής προσφέρονται προς πώληση σε χώρο πλειστηριασμών μέσω τυποποιημένων ηλεκτρονικών συμβολαίων (στο εξής: πλειστηριαζόμενα προϊόντα).

2.   Κάθε κράτος μέλος πλειστηριάζει δικαιώματα με τη μορφή διήμερων συμβολαίων άμεσης παράδοσης.

Άρθρο 5

Μορφή των πλειστηριασμών

Οι πλειστηριασμοί διεξάγονται υπό μορφή κατά την οποία οι προσφέροντες υποβάλλουν τις προσφορές τους στη διάρκεια δεδομένης περιόδου υποβολής προσφορών, χωρίς να βλέπουν τις προσφορές των λοιπών προσφερόντων. Κάθε υπερθεματιστής καταβάλλει για κάθε δικαίωμα εκπομπής την ίδια τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7, ανεξαρτήτως της προσφερόμενης τιμής.

Άρθρο 6

Υποβολή και απόσυρση προσφορών

1.   Η ελάχιστη ποσότητα για την οποία υποβάλλεται προσφορά είναι μία παρτίδα 500 δικαιωμάτων.

2.   Σε κάθε προσφορά αναφέρονται τα ακόλουθα:

α)

η ταυτότητα του προσφέροντος και το κατά πόσον αυτός υποβάλλει προσφορά για λογαριασμό του ή εξ ονόματος πελάτη του·

β)

σε περίπτωση που η προσφορά υποβάλλεται εξ ονόματος πελάτη του προσφέροντος, η ταυτότητα του πελάτη·

γ)

η ποσότητα για την οποία υποβάλλεται προσφορά, ως αριθμός των δικαιωμάτων σε ακέραια πολλαπλάσια παρτίδων αναφερόμενων στην παράγραφο 1·

δ)

η προσφερόμενη τιμή για κάθε δικαίωμα, σε ευρώ, στρογγυλοποιημένη σε δύο δεκαδικά ψηφία.

3.   Επιτρέπεται η υποβολή, τροποποίηση ή απόσυρση κάθε προσφοράς μόνο εντός συγκεκριμένης προθεσμίας πριν από τη λήξη της περιόδου υποβολής προσφορών. Ο οικείος χώρος πλειστηριασμών καθορίζει και δημοσιεύει την εν λόγω προθεσμία στον ιστότοπό του τουλάχιστον πέντε ημέρες διαπραγμάτευσης πριν από την έναρξη της περιόδου υποβολής προσφορών.

Μόνο φυσικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση, το οποίο έχει διοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο δ) και εξουσιοδοτηθεί να δεσμεύει προσφέροντα για κάθε σκοπό σχετικό με τους πλειστηριασμούς, συμπεριλαμβανομένης της υποβολής προσφορών (στο εξής: αντιπρόσωπος του προσφέροντος), μπορεί να υποβάλλει, τροποποιεί ή αποσύρει προσφορά για λογαριασμό του προσφέροντος.

Κάθε προσφορά είναι δεσμευτική μετά την υποβολή της, εκτός εάν αποσυρθεί ή τροποποιηθεί σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο ή εάν αποσυρθεί σύμφωνα με την παράγραφο 4.

4.   Εφόσον ο χώρος πλειστηριασμού θεωρεί ότι διαπράχθηκε πραγματικό σφάλμα κατά την υποβολή της προσφοράς, μπορεί, εάν το ζητήσει ο αντιπρόσωπος του προσφέροντος, να θεωρήσει την εσφαλμένη προσφορά αποσυρθείσα, μετά τη λήξη της περιόδου υποβολής προσφορών αλλά πριν από τον προσδιορισμό της τιμής εκκαθάρισης πλειστηριασμού.

5.   Η λήψη, διαβίβαση ή υποβολή προσφοράς από επιχείρηση επενδύσεων ή πιστωτικό ίδρυμα σε οποιονδήποτε χώρο πλειστηριασμών θεωρείται ότι συνιστά επενδυτική υπηρεσία και δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Άρθρο 7

Τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού και διαχωρισμός των προσφορών με την ίδια τιμή

1.   Η τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού προσδιορίζεται μετά τη λήξη της περιόδου υποβολής προσφορών.

Ο χώρος πλειστηριασμών ταξινομεί τις υποβαλλόμενες σε αυτόν προσφορές κατά σειρά προσφερόμενης τιμής. Όταν υπάρχουν περισσότερες της μιας προσφορές με την ίδια τιμή, αυτές ταξινομούνται με τυχαία επιλογή, σύμφωνα με αλγόριθμο που καθορίζεται από τον χώρο πλειστηριασμών πριν από τον πλειστηριασμό.

2.   Οι ποσότητες που καλύπτονται από τις προσφορές αθροίζονται, αρχής γενομένης από την υψηλότερη προσφερόμενη τιμή. Η τιμή της προσφοράς στην οποία το άθροισμα των ποσοτήτων που καλύπτονται από προσφορές αντιστοιχεί στην ποσότητα των πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων ή την υπερβαίνει, είναι η τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού.

3.   Όλες οι προσφορές που απαρτίζουν το άθροισμα των ποσοτήτων των προσφορών, το οποίο έχει προσδιοριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 2, κατακυρώνονται στην τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού.

4.   Όταν η συνολική ποσότητα που καλύπτεται από τις κατακυρωθείσες προσφορές και έχει προσδιοριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 υπερβαίνει την ποσότητα των πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων, η εναπομένουσα ποσότητα πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων διατίθεται στην τελευταία από τις προσφορές που απαρτίζουν το άθροισμα των ποσοτήτων για τις οποίες υποβλήθηκαν προσφορές.

5.   Όταν η συνολική ποσότητα των προσφορών που έχουν ταξινομηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 υπολείπεται της ποσότητας των πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων, ο χώρος πλειστηριασμών ακυρώνει τον πλειστηριασμό.

6.   Όταν η τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού είναι σημαντικά χαμηλότερη από την τιμή που επικρατούσε στη δευτερογενή αγορά ακριβώς πριν από τη λήξη της περιόδου υποβολής προσφορών και κατά τη διάρκειά της, συνεκτιμώντας τη βραχυπρόθεσμη αστάθεια των τιμών των δικαιωμάτων για συγκεκριμένη περίοδο που προηγείται του πλειστηριασμού, ο χώρος πλειστηριασμών ακυρώνει τον πλειστηριασμό.

7.   Πριν από την έναρξη του εκάστοτε πλειστηριασμού, ο χώρος πλειστηριασμών καθορίζει τη μεθοδολογία για την εφαρμογή της παραγράφου 6 αφού προηγουμένως ζητήσει τη γνώμη των οικείων αναθετουσών αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 29 παράγραφος 4 και αφού ενημερώσει τις αρμόδιες εθνικές αρχές που ορίζονται στο άρθρο 47.

Μεταξύ δύο περιόδων υποβολής προσφορών στον ίδιο χώρο πλειστηριασμών, ο χώρος πλειστηριασμών δύναται να τροποποιήσει τη μεθοδολογία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο. Ζητεί χωρίς καθυστέρηση τη γνώμη των οικείων αναθετουσών αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 ή στο άρθρο 29 παράγραφος 4 και των αρμόδιων εθνικών αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 47 σχετικά με τις σχεδιαζόμενες τροποποιήσεις.

Ο εν λόγω χώρος πλειστηριασμών λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη της οικείας αναθέτουσας αρχής σχετικά με τη μεθοδολογία που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, εφόσον έχει διατυπωθεί τέτοια γνώμη.

8.   Οι παράγραφοι 6 και 7 δεν ισχύουν για τον πλειστηριασμό δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 13 για περίοδο 2 μηνών από τον πρώτο πλειστηριασμό των εν λόγω δικαιωμάτων.

Ο χώρος πλειστηριασμών μπορεί να παρατείνει την περίοδο που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο κατά 2 μήνες, αφού ζητήσει τη γνώμη των οικείων αναθετουσών αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 και ενημερώσει τις αρμόδιες εθνικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 47, υπό την προϋπόθεση ότι η εν λόγω παράταση είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί ότι υπάρχει επαρκώς ρευστή δευτερογενής αγορά για την εφαρμογή της παραγράφου 6.

Ο εν λόγω χώρος πλειστηριασμών λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη των οικείων αναθετουσών αρχών σχετικά με την παράταση που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο, εφόσον έχει διατυπωθεί τέτοια γνώμη.

9.   Όταν ακυρώνεται πλειστηριασμός δικαιωμάτων που αναφέρεται στο άρθρο 10 ή στο άρθρο 13, η ποσότητα των δικαιωμάτων κατανέμεται ομοιογενώς στους επόμενους τέσσερις πλειστηριασμούς που έχουν προγραμματιστεί στον ίδιο χώρο πλειστηριασμών.

Όταν η ποσότητα δικαιωμάτων από ακυρωμένους πλειστηριασμούς που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν μπορεί να κατανεμηθεί ομοιογενώς, όπως αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο, σύμφωνα με τους κανόνες για την ελάχιστη ποσότητα για την οποία υποβάλλεται προσφορά που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, το οικείο κράτος μέλος πλειστηριάζει τα εν λόγω δικαιώματα σε λιγότερους από τέσσερις πλειστηριασμούς.

Όταν ακυρώνεται πλειστηριασμός που ήδη περιέχει ποσότητες από προηγουμένως ακυρωθέντα πλειστηριασμό, η ποσότητά του κατανέμεται σύμφωνα με το πρώτο και το δεύτερο εδάφιο αρχής γενομένης από τον πρώτο πλειστηριασμό που δεν υπόκειται σε άλλες προσαρμογές λόγω προηγούμενων ακυρώσεων.

10.   Όταν ακυρώνεται πλειστηριασμός δικαιωμάτων που καλύπτονται από το άρθρο 11, η ποσότητά τους κατανέμεται ομοιογενώς στους επόμενους δύο πλειστηριασμούς που έχουν προγραμματιστεί στον ίδιο χώρο πλειστηριασμών.

Όταν η ποσότητα δικαιωμάτων από ακυρωμένους πλειστηριασμούς που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο δεν μπορεί να κατανεμηθεί ομοιογενώς όπως αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο, σύμφωνα με τους κανόνες για την ελάχιστη ποσότητα για την οποία μπορεί να υποβληθεί προσφορά που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, το οικείο κράτος μέλος θέτει τα δικαιώματα αυτά σε πλειστηριασμό στον επόμενο προγραμματισμένο πλειστηριασμό.

Από την 1η Ιανουαρίου 2025, όταν ακυρώνεται πλειστηριασμός που περιλαμβάνει τα δικαιώματα που καλύπτονται από το άρθρο 11, εφαρμόζεται η παράγραφος 9.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ

Άρθρο 8

Χρόνος διεξαγωγής, συχνότητα και κατανομή της ποσότητας των δικαιωμάτων

1.   Οι χώροι πλειστηριασμών διεξάγουν πλειστηριασμούς χωριστά, κατά τις οικείες, τακτικά επαναλαμβανόμενες, περιόδους υποβολής προσφορών.

Οι περίοδοι υποβολής προσφορών για τους πλειστηριασμούς δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 13, οι οποίοι διεξάγονται από τον κοινό χώρο πλειστηριασμών, είναι χωριστές από τις περιόδους υποβολής προσφορών για τους πλειστηριασμούς δικαιωμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11.

Η περίοδος υποβολής προσφορών αρχίζει και λήγει την ίδια ημέρα διαπραγμάτευσης και έχει τουλάχιστον δίωρη διάρκεια. Υπάρχει χρονική απόσταση τουλάχιστον δύο ωρών μεταξύ δύο διαδοχικών περιόδων υποβολής προσφορών. Οι περίοδοι υποβολής προσφορών δύο ή περισσότερων χώρων πλειστηριασμών δεν αλληλεπικαλύπτονται.

Οι περίοδοι υποβολής προσφορών για πλειστηριασμούς δικαιωμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 10, 11 και 13 δεν αλληλεπικαλύπτονται. Από την 1η Ιανουαρίου 2025 τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 τίθενται σε πλειστηριασμό κατά τις ίδιες περιόδους υποβολής προσφορών.

2.   Ο χώρος πλειστηριασμών καθορίζει τις ημέρες και ώρες διεξαγωγής των πλειστηριασμών, λαμβάνοντας υπόψη τις δημόσιες αργίες που επηρεάζουν τις διεθνείς χρηματοοικονομικές αγορές, καθώς και οποιοδήποτε άλλο συναφές συμβάν ή περίσταση που θα μπορούσε να επηρεάσει την ορθή διεξαγωγή των πλειστηριασμών. Δεν διεξάγονται πλειστηριασμοί κατά το δεκαπενθήμερο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς κάθε έτους.

3.   Σε έκτακτες περιστάσεις, κάθε χώρος πλειστηριασμών δύναται να αλλάξει τις ώρες οποιασδήποτε περιόδου υποβολής προσφορών, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, ειδοποιώντας όλα τα πρόσωπα που είναι πιθανόν να θιγούν. Ο εν λόγω χώρος πλειστηριασμών λαμβάνει πλήρως υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής όσον αφορά την αλλαγή, όταν διατυπώνεται τέτοια γνώμη.

4.   Ο κοινός χώρος πλειστηριασμών διεξάγει πλειστηριασμούς δικαιωμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 13 τουλάχιστον σε εβδομαδιαία βάση. Ο κοινός χώρος πλειστηριασμών διεξάγει πλειστηριασμούς δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 11 τουλάχιστον κάθε δύο μήνες. Από την 1η Ιανουαρίου 2025 οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου που εφαρμόζονται στα δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 10 εφαρμόζονται επίσης στα δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 11.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, ο κοινός χώρος πλειστηριασμών μπορεί να διεξάγει πλειστηριασμούς δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 13 σε άλλες συχνότητες κατά τους πρώτους έξι πλειστηριασμούς, υπό την προϋπόθεση ότι αυτό είναι αναγκαίο για τη βελτίωση της συμμετοχής στους πλειστηριασμούς και τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της διαδικασίας πλειστηριασμών.

Όταν ο κοινός χώρος πλειστηριασμών διεξάγει πλειστηριασμούς μία ή δύο ημέρες την εβδομάδα, κανένας άλλος χώρος πλειστηριασμών δεν διεξάγει πλειστηριασμό τις ημέρες αυτές.

Εάν ο κοινός χώρος πλειστηριασμών διεξάγει πλειστηριασμούς περισσότερες από δύο ημέρες εβδομαδιαίως, επιλέγει δύο ημέρες κατά τις οποίες δεν επιτρέπεται η διεξαγωγή άλλων πλειστηριασμών. Δημοσιεύει τις εν λόγω ημέρες το αργότερο κατά τη δημοσίευση του προγράμματος πλειστηριασμών που αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 2.

5.   Η ποσότητα των δικαιωμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 και πρόκειται να τεθούν σε πλειστηριασμό σε κοινό χώρο πλειστηριασμών κατανέμεται καταρχήν ομοιογενώς στους πλειστηριασμούς που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια δεδομένου ημερολογιακού έτους.

Η ποσότητα των δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 13 και πρόκειται να τεθούν σε πλειστηριασμό σε κοινό χώρο πλειστηριασμών κατανέμεται καταρχήν ομοιογενώς στους πλειστηριασμούς που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια δεδομένου ημερολογιακού έτους, με εξαίρεση τις πρόσθετες ποσότητες προς πλειστηριασμό σύμφωνα με το άρθρο 30δ παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, οι οποίες καταρχήν κατανέμονται ομοιογενώς κατά την περίοδο έως τις 31 Μαΐου 2028.

Όταν η ετήσια ποσότητα δικαιωμάτων ενός κράτος μέλους δεν μπορεί να κατανεμηθεί ομοιογενώς μεταξύ των πλειστηριασμών κατά τη διάρκεια ενός δεδομένου ημερολογιακού έτους σύμφωνα με τους κανόνες για την ελάχιστη ποσότητα για την οποία μπορεί να υποβληθεί προσφορά που καθορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, ο οικείος χώρος πλειστηριασμών κατανέμει την εν λόγω ποσότητα σε λιγότερους πλειστηριασμούς, διασφαλίζοντας ότι η ποσότητα πλειστηριάζεται καταρχήν τουλάχιστον ανά τρίμηνο.

Άρθρο 9

Περιστάσεις που εμποδίζουν τη διεξαγωγή των πλειστηριασμών

Ο χώρος πλειστηριασμών μπορεί να ακυρώσει πλειστηριασμό όταν η ορθή διεξαγωγή του εν λόγω πλειστηριασμού διαταράσσεται ή ενδέχεται να διαταραχθεί. Η ποσότητα των δικαιωμάτων των ακυρωθέντων πλειστηριασμών κατανέμεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 9.

Άρθρο 10

Ετήσιες ποσότητες πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων για δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών και σταθερές εγκαταστάσεις

1.   Η ποσότητα δικαιωμάτων όσον αφορά τις δραστηριότητες θαλάσσιων μεταφορών που αναφέρονται στο άρθρο 3ζα της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και όσον αφορά τις σταθερές εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κεφαλαίου ΙΙΙ της εν λόγω οδηγίας προς πλειστηριασμό κατά τη διάρκεια ενός δεδομένου ημερολογιακού έτους είναι η ποσότητα δικαιωμάτων που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφοι 1 και 1α της εν λόγω οδηγίας.

2.   Η ποσότητα δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό από κάθε κράτος μέλος κατά τη διάρκεια ενός δεδομένου ημερολογιακού έτους βασίζεται στην ποσότητα δικαιωμάτων που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και στο μερίδιο των δικαιωμάτων του εν λόγω κράτους μέλους που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3ζα παράγραφος 3 και το άρθρο 10 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

3.   Η ποσότητα δικαιωμάτων που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου λαμβάνει υπόψη της μεταβολές σύμφωνα με οποιαδήποτε από τις ακόλουθες διατάξεις:

α)

άρθρο 3ζβ, άρθρο 10α παράγραφος 5α, άρθρα 10γ και 10γα, άρθρο 10δ παράγραφος 4, άρθρο 10ε παράγραφος 3, άρθρο 12 παράγραφοι 3ε και 4 και άρθρα 24, 27, 27α και 29α της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

β)

άρθρο 1 της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814·

γ)

άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21).

4.   Οποιαδήποτε μεταβολή της ποσότητας των δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό σε δεδομένο ημερολογιακό έτος πέραν των μεταβολών που αναφέρονται στο άρθρο 14 συνεκτιμάται στην ποσότητα των δικαιωμάτων που πρόκειται να πλειστηριαστεί το επόμενο ημερολογιακό έτος.

Οι ποσότητες δικαιωμάτων που δεν είναι δυνατό να πλειστηριαστούν εντός ενός δεδομένου ημερολογιακού έτους λόγω της στρογγυλοποίησης που απαιτείται από το άρθρο 6 παράγραφος 1 συνεκτιμώνται στην ποσότητα δικαιωμάτων που πρόκειται να πλειστηριαστούν κατά το επόμενο ημερολογιακό έτος.

5.   Η κατανομή των δικαιωμάτων σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 8 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ καθορίζεται λαμβανομένων υπόψη των ακόλουθων:

α)

της ποσότητας των δικαιωμάτων και της ημερομηνίας κατά την οποία αυτά καθίστανται διαθέσιμα στο Ταμείο Καινοτομίας σύμφωνα με το άρθρο 9 τέταρτο εδάφιο, το άρθρο 10α παράγραφοι 1, 1α και 5β, το άρθρο 10α παράγραφος 8 πρώτο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο και το άρθρο 10ε παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

β)

της επίσπευσης των δικαιωμάτων για το Ταμείο Καινοτομίας σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

γ)

της ποσότητας δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό για τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας σύμφωνα με το άρθρο 10ε παράγραφος 2 έως τις 31 Αυγούστου 2026.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, η ετήσια ποσότητα δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 8 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ είναι τουλάχιστον 40 000 000 δικαιώματα. Η εν λόγω ποσότητα αποτυπώνεται στο πρόγραμμα πλειστηριασμών που αναφέρεται στο άρθρο 12 του παρόντος κανονισμού.

6.   Η αρχική ετήσια ποσότητα δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό σύμφωνα με το άρθρο 10ε παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ έχει ως εξής:

α)

για το 2024: 86 685 000 δικαιώματα·

β)

για το 2025: 86 685 000 δικαιώματα·

γ)

για το 2026: 58 000 000 επιδόματα.

Η ετήσια ποσότητα δικαιωμάτων που πρέπει να τίθενται σε πλειστηριασμό για την επίτευξη των εσόδων που αναφέρονται στο άρθρο 10ε παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ μπορεί να προσαρμόζεται ώστε να διασφαλίζεται η επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 10ε της εν λόγω οδηγίας. Για τους σκοπούς της εν λόγω προσαρμογής, λαμβάνονται υπόψη τα ήδη εισπραχθέντα έσοδα, η μέση τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού για τους έξι προηγούμενους ημερολογιακούς μήνες και ο χρόνος που απομένει έως τις 31 Αυγούστου 2026, και τα προγράμματα πλειστηριασμών προσαρμόζονται αναλόγως, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο ιε) του παρόντος κανονισμού.

Εάν τα έσοδα από πλειστηριασμούς που αναφέρονται στο άρθρο 10ε παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ επιτευχθούν πριν από την ημερομηνία του τελευταίου πλειστηριασμού που έχει προγραμματιστεί για τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, οι επόμενοι πλειστηριασμοί δικαιωμάτων για τον εν λόγω μηχανισμό αναστέλλονται αμέσως, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις για την αναστολή των εν λόγω πλειστηριασμών που ορίζονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122. Τα σχετικά προγράμματα πλειστηριασμών προσαρμόζονται αναλόγως, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 11

Ετήσιες ποσότητες πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων για τις αερομεταφορές

1.   Η ποσότητα δικαιωμάτων για τις αεροπορικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 3β της οδηγίας 2003/87/ΕΚ που θα τίθεται σε πλειστηριασμό κάθε ημερολογιακό έτος είναι η ποσότητα δικαιωμάτων που καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 3γ και 3δ της εν λόγω οδηγίας.

2.   Η ποσότητα δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό από κάθε κράτος μέλος σε κάθε δεδομένο ημερολογιακό έτος βασίζεται στην ποσότητα δικαιωμάτων που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και το μερίδιο των δικαιωμάτων του εν λόγω κράτους μέλους που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3δ παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

3.   Οποιαδήποτε μεταβολή της ποσότητας των δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό σε δεδομένο ημερολογιακό έτος πέραν των μεταβολών που αναφέρονται στο άρθρο 14 συνεκτιμάται στην ποσότητα των δικαιωμάτων που πρόκειται να πλειστηριαστεί το επόμενο ημερολογιακό έτος.

4.   Οι ποσότητες δικαιωμάτων που δεν είναι δυνατό να πλειστηριαστούν εντός ενός δεδομένου ημερολογιακού έτους λόγω της στρογγυλοποίησης που απαιτείται από το άρθρο 6 παράγραφος 1 συνεκτιμώνται στην ποσότητα δικαιωμάτων που πρόκειται να πλειστηριαστούν κατά το επόμενο ημερολογιακό έτος.

Άρθρο 12

Πρόγραμμα πλειστηριασμών για τους επιμέρους πλειστηριασμούς των δικαιωμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 και που πλειστηριάζονται από τον κοινό χώρο πλειστηριασμών

1.   Ο κοινός χώρος πλειστηριασμών, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, καθορίζει τα προγράμματα πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένων των περιόδων υποβολής προσφορών, των επιμέρους πλειστηριαζόμενων ποσοτήτων, των ημερομηνιών πλειστηριασμού, των πλειστηριαζόμενων προϊόντων και των ημερομηνιών πληρωμής και παράδοσης των δικαιωμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 που θα εκπλειστηριαστούν σε επιμέρους πλειστηριασμούς κάθε ημερολογιακό έτος.

2.   Ο κοινός χώρος πλειστηριασμών δημοσιεύει το πρόγραμμα πλειστηριασμών για δεδομένο ημερολογιακό έτος έως τις 31 Ιουλίου του προηγούμενου ημερολογιακού έτους, όσον αφορά τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 του παρόντος κανονισμού, ή το συντομότερο δυνατόν μετά την ημερομηνία αυτήν, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει αναθέσει στον κεντρικό διαχειριστή του μητρώου της Ένωσης να καταχωρίσει στο μητρώο της Ένωσης τον πίνακα πλειστηριασμών που αντιστοιχεί στο πρόγραμμα πλειστηριασμών, σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122.

3.   Τα προγράμματα πλειστηριασμών για τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 καθορίζονται και δημοσιεύονται χωριστά. Από την 1η Ιανουαρίου 2025 ο κοινός χώρος πλειστηριασμών καθορίζει και δημοσιεύει κοινά προγράμματα πλειστηριασμών για τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122.

Άρθρο 13

Ετήσιες ποσότητες και προγράμματα επιμέρους πλειστηριασμών δικαιωμάτων όσον αφορά τα κτίρια, τις οδικές μεταφορές και πρόσθετους τομείς

1.   Η ποσότητα δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 30α της οδηγίας 2003/87/ΕΚ τα οποία πρόκειται να εκπλειστηριαστούν κατά τη διάρκεια ενός δεδομένου ημερολογιακού έτους από το 2027 και μετά ισούται με την ποσότητα δικαιωμάτων που καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 30γ και 30δ της εν λόγω οδηγίας.

2.   Η ποσότητα δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό από κάθε κράτος μέλος σε κάθε δεδομένο ημερολογιακό έτος βασίζεται στην ποσότητα δικαιωμάτων που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και το μερίδιο των δικαιωμάτων του εν λόγω κράτους μέλους που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3δ παράγραφος 5 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

3.   Η ποσότητα δικαιωμάτων που αναφέρεται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου λαμβάνει υπόψη μεταβολές σύμφωνα με το άρθρο 30ε παράγραφος 3 ή τα άρθρα 30η και 30ι της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ή σύμφωνα με το άρθρο 1α της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814.

4.   Ο κοινός χώρος πλειστηριασμών, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, καθορίζει τα προγράμματα πλειστηριασμών, μεταξύ άλλων τις περιόδους υποβολής προσφορών, τις επιμέρους πλειστηριαζόμενες ποσότητες, τις ημερομηνίες πλειστηριασμού, τα πλειστηριαζόμενα προϊόντα και τις ημερομηνίες πληρωμής και παράδοσης των δικαιωμάτων που θα εκπλειστηριαστούν σε επιμέρους πλειστηριασμούς κάθε ημερολογιακό έτος σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Δημοσιεύει το πρόγραμμα πλειστηριασμών για δεδομένο ημερολογιακό έτος έως τις 31 Ιουλίου του προηγούμενου έτους ή το ταχύτερο δυνατόν μετά την ημερομηνία αυτήν, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει αναθέσει στον κεντρικό διαχειριστή του μητρώου της Ένωσης να καταχωρίσει στο μητρώο της Ένωσης τον πίνακα πλειστηριασμών που αντιστοιχεί στο πρόγραμμα, σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122.

5.   Οι ετήσιες ποσότητες δικαιωμάτων προς εκπλειστηριασμό που αναφέρονται στο άρθρο 30δ παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ τίθενται σε πλειστηριασμό μαζί με τις αντίστοιχες ετήσιες ποσότητες δικαιωμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου πριν από τις 31 Αυγούστου κάθε έτους. Η αρχική ετήσια ποσότητα δικαιωμάτων που θα εκπλειστηριαστούν το 2027 σύμφωνα με το άρθρο 30δ παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ είναι 350 000 000 δικαιώματα.

6.   Όταν το 75 % του μέγιστου ετήσιου ποσού εσόδων που αναφέρεται στο άρθρο 30δ παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ δεν παράγεται έως τις 30 Ιουνίου οποιουδήποτε δεδομένου έτους, η αρχική ετήσια ποσότητα δικαιωμάτων που θα εκπλειστηριαστούν για το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα αυξάνεται για την περίοδο από τον Σεπτέμβριο έως τον Δεκέμβριο του εν λόγω έτους.

Εάν το μέγιστο ετήσιο ποσό εσόδων επιτευχθεί νωρίτερα από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί στο πρόγραμμα πλειστηριασμών, οι επόμενοι πλειστηριασμοί δικαιωμάτων για το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα αναστέλλονται αμέσως, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις για την αναστολή των εν λόγω πλειστηριασμών που ορίζονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122.

Και στις δύο περιπτώσεις, το πρόγραμμα πλειστηριασμών προσαρμόζεται αναλόγως χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 1, ώστε είτε να αυξηθεί ο αριθμός των δικαιωμάτων που εκπλειστηριάζονται για το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα για την περίοδο από τον Σεπτέμβριο έως τον Δεκέμβριο είτε να εκπλειστηριαστεί τυχόν πλεονάζουσα ποσότητα για λογαριασμό των κρατών μελών.

Άρθρο 14

Αναπροσαρμογές των προγραμμάτων πλειστηριασμών και της ποσότητας δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό

1.   Ο καθορισμός και η δημοσίευση των ετήσιων ποσοτήτων δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό, καθώς και των περιόδων υποβολής προσφορών, της κατανομής δικαιωμάτων, των ημερομηνιών, του πλειστηριαζόμενου προϊόντος και των ημερομηνιών πληρωμής και παράδοσης για τους επιμέρους πλειστηριασμούς, σύμφωνα με τα άρθρα 10, 11 και 13 και με το άρθρο 31 παράγραφος 3, δεν τροποποιούνται, εξαιρουμένων των αναπροσαρμογών που οφείλονται σε έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α)

ακύρωση πλειστηριασμού σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6, το άρθρο 9 και το άρθρο 31 παράγραφος 4·

β)

αναστολή λειτουργίας χώρου αυτοεξαίρεσης που προβλέπεται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122·

γ)

απόφαση κράτους μέλους κατ’ εφαρμογή του άρθρου 29 παράγραφος 7·

δ)

αδυναμία διακανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 5·

ε)

αναστολή διαδικασίας που προβλέπεται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122 και επηρεάζει τα προγράμματα πλειστηριασμών·

στ)

δικαιώματα που απομένουν στο αποθεματικό για τους νεοεισερχόμενους όπως προβλέπεται στο άρθρο 10α παράγραφος 7 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ και δικαιώματα που δεν κατανέμονται σύμφωνα με το άρθρο 10γ και το άρθρο 10γα της εν λόγω οδηγίας·

ζ)

μονομερή ένταξη πρόσθετων δραστηριοτήτων, αερίων θερμοκηπίου ή τομέων σύμφωνα με το άρθρο 24 ή το άρθρο 30ι της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

η)

μέτρο που έχει θεσπιστεί σύμφωνα με το άρθρο 29α ή το άρθρο 30η της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

θ)

έναρξη ισχύος τροποποιήσεων του παρόντος κανονισμού ή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

ι)

απόσυρση δικαιωμάτων από τους πλειστηριασμούς κατ’ εφαρμογή του άρθρου 22 παράγραφος 4·

ια)

όταν είναι αναγκαίο, προκειμένου να μη διεξαχθεί πλειστηριασμός από τον χώρο πλειστηριασμών κατά παράβαση διατάξεων του παρόντος κανονισμού ή της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

ιβ)

αναγκαίες αναπροσαρμογές σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 1α της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814·

ιγ)

ακύρωση δικαιωμάτων κατ’ εφαρμογή του άρθρου 12 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

ιδ)

αναγκαίες αναπροσαρμογές σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 9 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

ιε)

αναγκαίες αναπροσαρμογές σύμφωνα με το άρθρο 10ε της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

ιστ)

αναγκαίες αναπροσαρμογές σύμφωνα με το άρθρο 30δ ή το άρθρο 30ε παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

2.   Οι οικείοι χώροι πλειστηριασμών δημοσιεύουν τα προσαρμοσμένα προγράμματα πλειστηριασμών 4 εβδομάδες πριν από την ημερομηνία εφαρμογής τους ή το συντομότερο δυνατόν μετά την προθεσμία αυτήν. Η απαίτηση αυτή δεν ισχύει για τις αναπροσαρμογές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως ε).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥΣ

Άρθρο 15

Πρόσωπα που δύνανται να υποβάλλουν απευθείας προσφορές σε πλειστηριασμούς

Δύνανται να υποβάλλουν απευθείας προσφορές σε πλειστηριασμό μόνον πρόσωπα τα οποία είναι επιλέξιμα για κατάθεση αίτησης αποδοχής προς υποβολή προσφορών σύμφωνα με το άρθρο 18 και τα οποία έχουν γίνει δεκτά προς υποβολή προσφορών σύμφωνα με τα άρθρα 19 και 20.

Άρθρο 16

Μέσα πρόσβασης

1.   Οι χώροι πλειστηριασμών προβλέπουν μέσα πρόσβασης στους οικείους πλειστηριασμούς χωρίς διακρίσεις.

2.   Η αποδοχή στους πλειστηριασμούς δεν εξαρτάται από την ιδιότητα του μέλους ή από τη συμμετοχή στη δευτερογενή αγορά που οργανώνει ο χώρος πλειστηριασμών ή άλλος χώρος συναλλαγών τον οποίο εκμεταλλεύεται ο χώρος πλειστηριασμών ή τρίτος.

3.   Ο χώρος πλειστηριασμών διασφαλίζει ότι η πρόσβαση στους πλειστηριασμούς που διεξάγει είναι δυνατή εξ αποστάσεως μέσω διαδικτυακής ηλεκτρονικής διεπαφής, προσβάσιμης με ασφαλή και αξιόπιστο τρόπο. Μπορεί επίσης να παρέχει στους προσφέροντες τη δυνατότητα πρόσβασης στους πλειστηριασμούς του μέσω ειδικών συνδέσεων με την ηλεκτρονική διεπαφή.

4.   Εάν το κύριο μέσο πρόσβασης καταστεί μη προσβάσιμο, ο χώρος πλειστηριασμών μπορεί να προσφέρει, με δική του πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος των κρατών μελών, ένα ή περισσότερα εναλλακτικά μέσα πρόσβασης στους πλειστηριασμούς του, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω εναλλακτικά μέσα πρόσβασης είναι ασφαλή και αξιόπιστα και η χρήση τους δεν επιφέρει διακρίσεις μεταξύ των προσφερόντων.

Άρθρο 17

Κατάρτιση και υπηρεσία υποστήριξης

Οι χώροι πλειστηριασμών προσφέρουν εύχρηστη διαδικτυακή λειτουργική μονάδα εξάσκησης στη διεξαγωγή της διαδικασίας πλειστηριασμού, συμπεριλαμβανομένων οδηγιών για τη συμπλήρωση και την υποβολή εντύπων και προσομοίωσης του τρόπου υποβολής προσφορών σε πλειστηριασμό. Θέτουν επίσης στη διάθεση των ενδιαφερομένων υπηρεσία υποστήριξης (helpline), με πρόσβαση μέσω τηλεφώνου και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τουλάχιστον κατά τις εργάσιμες ώρες κάθε ημέρας διαπραγμάτευσης.

Άρθρο 18

Πρόσωπα επιλέξιμα για κατάθεση αίτησης αποδοχής προς υποβολή προσφορών

1.   Τα ακόλουθα πρόσωπα είναι επιλέξιμα για κατάθεση αίτησης αποδοχής προς απευθείας υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς:

α)

φορείς εκμετάλλευσης, φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών, ναυτιλιακές εταιρείες ή ρυθμιζόμενες οντότητες που διαθέτουν λογαριασμό φορέα εκμετάλλευσης στο μητρώο της Ένωσης, ο οποίος ανοίγεται σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122, οι οποίοι υποβάλλουν προσφορές για λογαριασμό τους, συμπεριλαμβανομένης κάθε μητρικής, θυγατρικής ή συνδεδεμένης επιχείρησης που ανήκει στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων με τον φορέα εκμετάλλευσης, τον φορέα εκμετάλλευσης αεροσκαφών, τη ναυτιλιακή εταιρεία ή τη ρυθμιζόμενη οντότητα·

β)

επιχειρήσεις επενδύσεων που κατέχουν άδεια βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και υποβάλλουν προσφορές για λογαριασμό τους ή εξ ονόματος των πελατών τους·

γ)

πιστωτικά ιδρύματα που κατέχουν άδεια βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22) και υποβάλλουν προσφορές για λογαριασμό τους ή εξ ονόματος των πελατών τους·

δ)

επιχειρηματικές ομάδες προσώπων που απαριθμούνται στο στοιχείο α), οι οποίες υποβάλλουν προσφορές για λογαριασμό τους και ενεργούν ως αντιπρόσωποι εξ ονόματος των μελών τους·

ε)

δημόσιοι οργανισμοί ή κρατικές οντότητες των κρατών μελών, που ελέγχουν οποιοδήποτε από τα πρόσωπα του στοιχείου α).

Οι φορείς εκμετάλλευσης, οι φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών και οι ναυτιλιακές εταιρείες μπορούν να συμμετέχουν μόνο στους πλειστηριασμούς δικαιωμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11, ενώ οι ρυθμιζόμενες οντότητες μπορούν να συμμετέχουν μόνο στους πλειστηριασμούς που αναφέρονται στο άρθρο 13, μεταξύ άλλων όταν χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες οντοτήτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) έως ε) για να υποβάλλουν προσφορές εξ ονόματός τους.

2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα πρόσωπα που καλύπτονται από την εξαίρεση που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ι) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και κατέχουν άδεια βάσει του άρθρου 50 του παρόντος κανονισμού είναι επιλέξιμα για κατάθεση αίτησης αποδοχής προς απευθείας υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς, είτε για λογαριασμό τους είτε εξ ονόματος πελατών της κύριας επιχείρησής τους, υπό τον όρο ότι το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένα έχει θεσπίσει νομοθεσία που παρέχει στην οικεία αρμόδια εθνική αρχή του εν λόγω κράτους μέλους τη δυνατότητα να τους χορηγεί άδεια υποβολής προσφορών για λογαριασμό τους ή εξ ονόματος των εν λόγω πελατών.

3.   Όταν τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) και στην παράγραφο 2 υποβάλλουν προσφορές εξ ονόματος των πελατών τους, διασφαλίζουν ότι πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι πελάτες τους είναι πρόσωπα επιλέξιμα να καταθέτουν αίτηση αποδοχής για απευθείας υποβολή προσφορών σύμφωνα με τις παραγράφους 1 ή 2·

β)

έχουν θέσει ή θα έχουν θέσει εγκαίρως, πριν από την έναρξη της περιόδου υποβολής προσφορών, σε εφαρμογή κατάλληλες εσωτερικές διαδικασίες, διατυπώσεις και συμβάσεις που είναι απαραίτητες προκειμένου:

i)

να μπορούν να διεκπεραιώνουν τις προσφορές των πελατών τους, όπου συμπεριλαμβάνονται η υποβολή των προσφορών, η είσπραξη των πληρωμών και η μεταφορά των δικαιωμάτων·

ii)

να αποτρέπεται η κοινολόγηση εμπιστευτικών πληροφοριών από το τμήμα της επιχείρησής τους που είναι αρμόδιο για τη λήψη, την κατάρτιση και την υποβολή προσφορών εξ ονόματος των πελατών τους, προς το τμήμα της επιχείρησής τους που είναι αρμόδιο για την κατάρτιση και την υποβολή προσφορών για δικό τους λογαριασμό·

iii)

να διασφαλίζουν ότι οι πελάτες τους που υποβάλλουν οι ίδιοι προσφορές εξ ονόματος των δικών τους πελατών στους πλειστηριασμούς συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 και στην παρούσα παράγραφο και ότι απαιτούν το ίδιο από τους δικούς τους πελάτες. Σε περίπτωση που υπάρχουν περαιτέρω πελάτες στην αλυσίδα πελατών οι οποίοι υποβάλλουν οι ίδιοι προσφορές εξ ονόματος δικών τους πελατών, ο άμεσα προηγούμενος πελάτης απαιτεί τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αυτές από τον πελάτη στον επόμενο κρίκο της αλυσίδας.

Ο οικείος χώρος πλειστηριασμών είναι σε θέση να βασίζεται σε ελέγχους που έχουν διενεργηθεί από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, τους πελάτες τους ή τους πελάτες των πελατών τους, όπως προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο.

Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου είναι σε θέση να αποδεικνύουν στον χώρο πλειστηριασμών, κατόπιν αιτήματός του σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 στοιχείο δ), ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις της παρούσας παραγράφου πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β).

4.   Τα ακόλουθα πρόσωπα δεν είναι επιλέξιμα για κατάθεση αίτησης αποδοχής προς απευθείας υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς ούτε επιτρέπεται να συμμετέχουν στους πλειστηριασμούς μέσω ενός ή περισσότερων προσώπων που έχουν γίνει δεκτά προς υποβολή προσφορών σύμφωνα με τα άρθρα 19 και 20, είτε για λογαριασμό τους είτε εξ ονόματος άλλου προσώπου, προκειμένου για πλειστηριασμούς στους οποίους επιτελούν ρόλο:

α)

εκπλειστηριαστή·

β)

χώρου πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένου κάθε συστήματος εκκαθάρισης ή συστήματος διακανονισμού που είναι συνδεδεμένο με αυτόν·

γ)

προσώπων που είναι σε θέση να ασκήσουν, άμεσα ή έμμεσα, σημαντική επιρροή στη διοίκηση των προσώπων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β)·

δ)

εργαζομένων στα πρόσωπα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β).

Άρθρο 19

Απαιτήσεις για την αποδοχή προς υποβολή προσφορών

1.   Τα μέλη της δευτερογενούς αγοράς ή οι συμμετέχοντες στη δευτερογενή αγορά που οργανώνεται από χώρο πλειστηριασμών, τα οποία είναι πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 ή 2, γίνονται δεκτά προς απευθείας υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς που διεξάγει ο εν λόγω χώρος πλειστηριασμών, χωρίς άλλες απαιτήσεις αποδοχής, εφόσον συντρέχουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι απαιτήσεις για την αποδοχή του μέλους ή του συμμετέχοντος για εμπορία δικαιωμάτων στη δευτερογενή αγορά που οργανώνεται από τον χώρο πλειστηριασμών δεν είναι λιγότερο αυστηρές από εκείνες που καθορίζονται στην παράγραφο 2·

β)

ο χώρος πλειστηριασμών λαμβάνει κάθε πρόσθετη πληροφορία η οποία είναι απαραίτητη για την εξακρίβωση της τήρησης οποιωνδήποτε απαιτήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 που δεν έχουν προηγουμένως εξακριβωθεί.

2.   Πρόσωπα τα οποία δεν είναι μέλη της δευτερογενούς αγοράς που οργανώνεται από χώρο πλειστηριασμών ούτε συμμετέχοντες σε αυτήν και τα οποία είναι επιλέξιμα σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 ή 2 γίνονται δεκτά προς απευθείας υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς που διεξάγει ο εν λόγω χώρος πλειστηριασμών, υπό τον όρο ότι:

α)

είναι εγκατεστημένα στην Ένωση ή είναι φορείς εκμετάλλευσης, φορείς εκμετάλλευσης αεροσκαφών, ναυτιλιακές εταιρείες ή ρυθμιζόμενες οντότητες·

β)

διαθέτουν καθορισμένο λογαριασμό στο μητρώο της Ένωσης·

γ)

διαθέτουν καθορισμένο τραπεζικό λογαριασμό·

δ)

διορίζουν τουλάχιστον έναν αντιπρόσωπο του προσφέροντος, όπως αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο·

ε)

ικανοποιούν τις απαιτήσεις του σχετικού χώρου πλειστηριασμών, σύμφωνα με τα εφαρμοστέα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, όσον αφορά την ταυτότητά τους, την ταυτότητα των οικείων πραγματικών δικαιούχων, την ακεραιότητα, το επιχειρηματικό και το εμπορικό προφίλ, λαμβάνοντας υπόψη τα μέσα δημιουργίας της σχέσης με τον προσφέροντα, τον τύπο του προσφέροντος, το είδος του πλειστηριαζόμενου προϊόντος, το ύψος των πιθανών προσφορών και τα μέσα πληρωμής και παράδοσης·

στ)

ικανοποιούν τις απαιτήσεις του σχετικού χώρου πλειστηριασμών όσον αφορά την οικονομική τους επιφάνεια και ιδίως την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται εμπρόθεσμα στις οικονομικές υποχρεώσεις και στις τρέχουσες οφειλές τους·

ζ)

έχουν θέσει ή μπορούν, όταν τους ζητηθεί, να θέσουν σε εφαρμογή τις εσωτερικές διαδικασίες, διατυπώσεις και συμβάσεις που είναι απαραίτητες προκειμένου να ισχύσει ανώτατο ύψος προσφοράς, σε περίπτωση επιβολής του σύμφωνα με το άρθρο 48·

η)

πληρούν τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 40 παράγραφος 1.

Άρθρο 20

Κατάθεση και διεκπεραίωση αιτήσεων αποδοχής προς υποβολή προφορών

1.   Πριν από την πρώτη απευθείας υποβολή προσφοράς μέσω χώρου πλειστηριασμών, τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 ή 2 καταθέτουν στον εν λόγω χώρο πλειστηριασμών αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο, τα μέλη της δευτερογενούς αγοράς που οργανώνεται από τον εν λόγω χώρο πλειστηριασμών ή οι συμμετέχοντες σε αυτήν, που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 19 παράγραφος 1, γίνονται δεκτά προς υποβολή προσφορών χωρίς να καταθέσουν στον εν λόγω χώρο πλειστηριασμών αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών.

2.   Οι αιτήσεις αποδοχής προς υποβολή προσφορών βάσει της παραγράφου 1 κατατίθενται στους χώρους πλειστηριασμού με τη συμπλήρωση εντύπου αίτησης. Το έντυπο αίτησης και η πρόσβαση σε αυτό μέσω του διαδικτύου παρέχονται και διατηρούνται από τον οικείο χώρο πλειστηριασμών.

3.   Οι αιτήσεις αποδοχής προς υποβολή προσφορών συνοδεύονται από δεόντως επικυρωμένα αντίγραφα όλων των δικαιολογητικών που απαιτούνται από τον χώρο πλειστηριασμών για να αποδειχθεί ότι ο αιτών ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 18 παράγραφος 3 και του άρθρου 19 παράγραφος 2. Ο χώρος πλειστηριασμών μπορεί να αποδέχεται αντίγραφα εγγράφων που δεν είναι δεόντως επικυρωμένα, εάν μπορεί ευλόγως να υποθέσει ότι συνιστούν γνήσια αντίγραφα των πρωτοτύπων. Οι αιτήσεις αποδοχής προς υποβολή προσφορών περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα στοιχεία που απαριθμούνται στο παράρτημα I.

4.   Οι αιτήσεις αποδοχής προς υποβολή προσφορών, συμπεριλαμβανομένων των δικαιολογητικών, τίθενται, κατόπιν σχετικού αιτήματος, στη διάθεση των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή του νόμου στο κράτος μέλος το οποίο διεξάγει έρευνα, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 53 παράγραφος 3 στοιχείο ε), καθώς και κάθε αρμόδιου φορέα της Ένωσης ο οποίος μετέχει σε διασυνοριακές έρευνες, για να ελεγχθούν.

5.   Οι χώροι πλειστηριασμών δύνανται να αρνηθούν την αποδοχή προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς τους, εάν ο αιτών δεν αποδέχεται οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

να ικανοποιήσει αιτήματα του χώρου πλειστηριασμών για παροχή συμπληρωματικών πληροφοριών ή για διασαφήνιση ή τεκμηρίωση πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί·

β)

να παράσχει προφορικές εξηγήσεις κατόπιν πρόσκλησης του χώρου πλειστηριασμών για συνέντευξη οποιουδήποτε αντιπροσώπου του αιτούντος·

γ)

να επιτρέψει τη διενέργεια ερευνών ή εξακριβώσεων, μεταξύ άλλων με επιτόπιες επιθεωρήσεις ή δειγματοληπτικούς ελέγχους στις εγκαταστάσεις της επιχείρησής του, κατόπιν αιτήματος του χώρου πλειστηριασμών·

δ)

να ικανοποιήσει αιτήματα του χώρου πλειστηριασμών για παροχή πληροφοριών οι οποίες απαιτείται να δοθούν από τον αιτούντα, τους πελάτες του ή, κατά περίπτωση, τους πελάτες των πελατών του, όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 παράγραφος 3·

ε)

να ικανοποιήσει αιτήματα του χώρου πλειστηριασμών για παροχή πληροφοριών οι οποίες απαιτούνται προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του άρθρου 19 παράγραφος 2.

6.   Η αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών θεωρείται ότι έχει αποσυρθεί εάν ο αιτών δεν υποβάλει τις πληροφορίες που ζητήθηκαν από χώρο πλειστηριασμών εντός εύλογης προθεσμίας τουλάχιστον πέντε ημερών διαπραγμάτευσης, η οποία προσδιορίζεται στην αίτηση παροχής πληροφοριών που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο α), δ) ή ε), ή δεν συνεργαστεί σε συνέντευξη ή έρευνα ή επαλήθευση που αναφέρεται στην παράγραφο 5 στοιχεία β) και γ).

7.   Ο αιτών δεν παρέχει ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες στον χώρο πλειστηριασμών. Γνωστοποιεί αμέσως στον οικείο χώρο πλειστηριασμών, με ειλικρίνεια και με πλήρεις λεπτομέρειες, κάθε μεταβολή της κατάστασής του η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει την αίτησή του για αποδοχή ή ήδη εγκριθείσα αποδοχή του προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς που διεξάγει ο εν λόγω χώρος.

8.   Ο χώρος πλειστηριασμών αποφασίζει σχετικά με τις αιτήσεις που του υποβάλλονται και κοινοποιεί στους αιτούντες την απόφασή του.

Ο εκάστοτε χώρος πλειστηριασμών δύναται:

α)

να χορηγεί χωρίς όρους αποδοχή προς υποβολή προσφορών, για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τη διάρκεια του ορισμού του, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν παρατάσεων ή ανανεώσεων της εν λόγω διάρκειας·

β)

να χορηγεί αποδοχή προς υποβολή προσφορών υπό όρους, για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τη διάρκεια του ορισμού του, με την επιφύλαξη της εκπλήρωσης ορισμένων συγκεκριμένων όρων έως μια ορισμένη ημερομηνία, την οποία εξακριβώνει δεόντως·

γ)

να αρνηθεί να αποδεχτεί την υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς του.

Άρθρο 21

Άρνηση, άρση ή αναστολή αποδοχής προς υποβολή προσφορών

1.   Οι χώροι πλειστηριασμών δεν χορηγούν αποδοχή προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς τους, αίρουν ή αναστέλλουν ήδη χορηγηθείσα αποδοχή προς υποβολή προσφορών σε πρόσωπο το οποίο:

α)

δεν είναι επιλέξιμο για κατάθεση αίτησης αποδοχής προς υποβολή προσφορών βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 1 ή 2·

β)

δεν πληροί τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 18 και 19 και, κατά περίπτωση, στο άρθρο 20· ή

γ)

έχει παραβεί εκ προθέσεως ή κατ’ επανάληψη τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, τους όρους και τις προϋποθέσεις αποδοχής του προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς που διεξάγει ο χώρος πλειστηριασμών ή οποιαδήποτε άλλη σχετική υπόδειξη ή συμφωνία.

2.   Οι χώροι πλειστηριασμών δεν χορηγούν αποδοχή προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς τους και αίρουν ή αναστέλλουν ήδη χορηγηθείσα αποδοχή προς υποβολή προσφορών εάν έχουν υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εγκληματική δραστηριότητα ή κατάχρηση αγοράς που σχετίζονται με τον αιτούντα, υπό τον όρο ότι δεν είναι πιθανόν η εν λόγω άρνηση, άρση ή αναστολή αποδοχής να υπονομεύσει τις προσπάθειες των αρμοδίων εθνικών αρχών για τη δίωξη ή τη σύλληψη των εμπλεκομένων σε τέτοιες δραστηριότητες.

Στην περίπτωση που υπάρχουν οι υπόνοιες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, ο χώρος πλειστηριασμών ενημερώνει τη μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 32 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 (στο εξής: ΜΧΠ) σύμφωνα με το άρθρο 46 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

3.   Οι χώροι πλειστηριασμών δύνανται να μη χορηγήσουν αποδοχή προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς τους και να άρουν ή να αναστείλουν ήδη χορηγηθείσα αποδοχή προς υποβολή προσφορών σε πρόσωπο το οποίο:

α)

έχει παραβεί εξ αμελείας τον παρόντα κανονισμό, τους όρους και τις προϋποθέσεις αποδοχής του προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς που διεξάγουν ή οποιαδήποτε άλλη σχετική υπόδειξη ή συμφωνία·

β)

έχει επιδείξει άλλη συμπεριφορά που βλάπτει την ομαλή ή αποτελεσματική διεξαγωγή των πλειστηριασμών· ή

γ)

αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχείο β) ή γ) ή στο άρθρο 18 παράγραφος 2 και δεν έχει υποβάλει προσφορά σε κανέναν πλειστηριασμό κατά τις προηγούμενες 220 ημέρες διαπραγμάτευσης.

4.   Στο αναφερόμενο στην παράγραφο 3 πρόσωπο γνωστοποιείται η άρνηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών ή η άρση ή αναστολή της αποδοχής του προς υποβολή προσφορών και παρέχεται εύλογη προθεσμία για να απαντήσει εγγράφως, η οποία ορίζεται στην απόφαση για άρνηση αποδοχής ή για άρση ή αναστολή της αποδοχής. Αφού εξετάσει την έγγραφη απάντηση του προσώπου, και εφόσον αυτό δικαιολογείται, ο χώρος πλειστηριασμών:

α)

χορηγεί αποδοχή ή αποκαθιστά την αποδοχή προς υποβολή προσφορών, με ισχύ από ορισμένη ημερομηνία·

β)

χορηγεί αποδοχή προς υποβολή προσφορών υπό όρους ή αποκαθιστά υπό όρους την αποδοχή προς υποβολή προσφορών, με την επιφύλαξη της εκπλήρωσης ορισμένων συγκεκριμένων προϋποθέσεων έως μια ορισμένη ημερομηνία, την οποία εκπλήρωση εξακριβώνει δεόντως· ή

γ)

επιβεβαιώνει την άρνηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών ή την άρση ή αναστολή της αποδοχής προς υποβολή προσφορών με ισχύ από ορισμένη ημερομηνία.

Ο χώρος πλειστηριασμών κοινοποιεί στο εν λόγω πρόσωπο την απόφαση που λαμβάνει βάσει του πρώτου εδαφίου στοιχεία α), β) και γ).

5.   Τα πρόσωπα των οποίων η αποδοχή προς υποβολή προσφορών αίρεται ή αναστέλλεται κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 1, 2 και 3 λαμβάνουν εύλογα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η απομάκρυνσή τους από τους πλειστηριασμούς:

α)

είναι ομαλή·

β)

δεν βλάπτει τα συμφέροντα των πελατών τους ούτε παρακωλύει την αποτελεσματική λειτουργία των πλειστηριασμών·

γ)

δεν θίγει τις υποχρεώσεις τους να συμμορφώνονται με τυχόν διατάξεις πληρωμών ή άλλες σχετικές οδηγίες ή συμφωνίες·

δ)

δεν υπονομεύει την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους όσον αφορά την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο ii), τις οποίες εξακολουθούν να υπέχουν επί 20 έτη μετά την απομάκρυνσή τους από τους πλειστηριασμούς.

Στην άρνηση, την άρση και την αναστολή που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 προσδιορίζονται τα μέτρα που ενδεχομένως είναι αναγκαία για την τήρηση των διατάξεων της παρούσας παραγράφου, ο δε χώρος πλειστηριασμών εξακριβώνει τη συμμόρφωση με τα μέτρα αυτά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΟΥ ΕΚΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΤΗ

Άρθρο 22

Διορισμός του εκπλειστηριαστή

1.   Κάθε κράτος μέλος διορίζει εκπλειστηριαστή. Κανένα κράτος μέλος δεν πλειστηριάζει δικαιώματα χωρίς να διορίσει εκπλειστηριαστή. Ο ίδιος εκπλειστηριαστής μπορεί να διορίζεται από περισσότερα του ενός κράτη μέλη.

2.   Ο εκπλειστηριαστής διορίζεται εγκαίρως, πριν από την έναρξη των πλειστηριασμών, και συνομολογεί και εφαρμόζει τις απαραίτητες ρυθμίσεις με τον χώρο πλειστηριασμών που έχει οριστεί ή πρόκειται να οριστεί, συμπεριλαμβανομένου κάθε συνδεδεμένου με αυτόν συστήματος εκκαθάρισης και συστήματος διακανονισμού, υπό αμοιβαία συμφωνηθέντες όρους και προϋποθέσεις.

3.   Τα πρόσωπα που εργάζονται για το κράτος μέλος ή ενεργούν για λογαριασμό του απέχουν από την κοινοποίηση εμπιστευτικών πληροφοριών στους εργαζομένους του εκπλειστηριαστή, εκτός εάν το πρόσωπο που εργάζεται ή ενεργεί για λογαριασμό του κράτους μέλους κοινοποιεί τέτοιες πληροφορίες όποτε είναι απολύτως απαραίτητο στα συνήθη πλαίσια άσκησης της εργασίας, του επαγγέλματος ή των καθηκόντων του και το εν λόγω κράτος μέλος κρίνει ότι ο εκπλειστηριαστής εφαρμόζει κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη της κατάχρησης προνομιακών πληροφοριών ή της παράνομης αποκάλυψης προνομιακών πληροφοριών από οποιοδήποτε πρόσωπο που εργάζεται για τον εκπλειστηριαστή, επιπλέον των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 18 παράγραφος 8 και στο άρθρο 19 παράγραφος 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014.

4.   Τα δικαιώματα προς εκπλειστηριασμό εξ ονόματος κράτους μέλους παρακρατούνται από τους πλειστηριασμούς όταν το εν λόγω κράτος μέλος δεν έχει διορίσει εκπλειστηριαστή ή όταν οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεν έχουν συνομολογηθεί ή δεν έχουν τεθεί σε ισχύ.

5.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν εγκαίρως, μετά τον διορισμό του οικείου εκπλειστηριαστή, την ταυτότητά του και τα στοιχεία επικοινωνίας του στην Επιτροπή, η οποία τα δημοσιεύει στον ιστότοπό της.

Άρθρο 23

Καθήκοντα του εκπλειστηριαστή

Ο εκπλειστηριαστής επιτελεί τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

εκπλειστηριασμός της ποσότητας δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό από κάθε κράτος μέλος που τον έχει διορίσει ή για κάθε ταμείο ή μηχανισμό που πρόκειται να αποτελέσει αποδέκτη του πλειστηριάσματος σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης·

β)

είσπραξη του πλειστηριάσματος που οφείλεται σε κάθε κράτος μέλος που τον έχει διορίσει ή σε οποιοδήποτε ταμείο ή μηχανισμό που αναφέρεται στο στοιχείο α)·

γ)

εκταμίευση του πλειστηριάσματος που οφείλεται σε κάθε κράτος μέλος που τον έχει διορίσει ή σε οποιοδήποτε ταμείο ή μηχανισμό που αναφέρεται στο στοιχείο α).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΑΜΕΙΑ ΚΑΙ ΑΚΥΡΩΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Άρθρο 24

Δικαιώματα προς πλειστηριασμό για το Ταμείο Καινοτομίας, το Ταμείο Εκσυγχρονισμού, τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα

1.   Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (στο εξής: ΕΤΕπ) είναι ο εκπλειστηριαστής των δικαιωμάτων που πλειστηριάζονται από το 2021 και μετά σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφοι 8 και 9, το άρθρο 10δ και το άρθρο 10ε της οδηγίας 2003/87/ΕΚ στον κοινό χώρο πλειστηριασμών. Το άρθρο 22 παράγραφοι 2, 3 και 4, τα άρθρα 23, 35 και 36 και το άρθρο 43 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στην ΕΤΕπ.

2.   Η ΕΤΕπ διασφαλίζει ότι το πλειστηρίασμα από τα δικαιώματα σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 8 και το άρθρο 10ε της οδηγίας 2003/87/ΕΚ εκταμιεύεται σε λογαριασμό που της έχει κοινοποιήσει η Επιτροπή, το αργότερο 15 ημέρες μετά το τέλος του μήνα εντός του οποίου προέκυψε το πλειστηρίασμα. Η ΕΤΕπ μπορεί να αφαιρέσει, πριν από την εκταμίευση, τυχόν πρόσθετα τέλη για την παρακράτηση και την εκταμίευση του πλειστηριάσματος, σύμφωνα με τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί με την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 20 παράγραφος 3 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/856 της Επιτροπής (23) και του άρθρου 10ε της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

3.   Η Επιτροπή είναι ο εκπλειστηριαστής των δικαιωμάτων που θα πλειστηριάζονται σύμφωνα με το άρθρο 10α παράγραφος 8β και το άρθρο 30δ παράγραφοι 3 και 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ στον κοινό χώρο πλειστηριασμών. Το άρθρο 22 παράγραφοι 2, 3 και 4, τα άρθρα 23, 35 και 36 και το άρθρο 43 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, στην Επιτροπή.

4.   Οι ετήσιες ποσότητες δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 10α παράγραφος 8β της οδηγίας 2003/87/ΕΚ τίθενται σε πλειστηριασμό μαζί με τις αντίστοιχες ετήσιες ποσότητες δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού στους πλειστηριασμούς που διεξάγει ο κοινός χώρος πλειστηριασμών και κατανέμονται ομοιογενώς σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 25

Διαδικασία ακύρωσης δικαιωμάτων

1.   Κράτος μέλος που προτίθεται να ακυρώσει δικαιώματα από τη συνολική ποσότητα των δικαιωμάτων του προς πλειστηριασμό σε περίπτωση παύσης λειτουργίας μιας εγκατάστασης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην επικράτειά του σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με την πρόθεσή του το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου του ημερολογιακού έτους που έπεται του έτους της παύσης λειτουργίας, χρησιμοποιώντας το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα II του παρόντος κανονισμού.

Το οικείο κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή, το αργότερο έως τις 31 Μαΐου δεδομένου έτους, τον ακριβή αριθμό δικαιωμάτων που θα ακυρωθούν κατά την περίοδο μεταξύ 1ης Σεπτεμβρίου και 31ης Δεκεμβρίου του εν λόγω έτους. Εάν η συνολική ποσότητα δικαιωμάτων προς ακύρωση κατά την εν λόγω περίοδο υπερβαίνει τα 5 εκατομμύρια δικαιώματα, η ποσότητα αυτή κατανέμεται κατά τη διάρκεια της περιόδου μεταξύ της 1ης Σεπτεμβρίου του εν λόγω έτους και της 31ης Αυγούστου του επόμενου έτους. Το οικείο κράτος μέλος πραγματοποιεί την πρώτη του κοινοποίηση δυνάμει του παρόντος εδαφίου το αργότερο δύο έτη μετά την κοινοποίηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Ένα κράτος μέλος που δεν προτίθεται να ακυρώσει δικαιώματα σε περίπτωση παύσης λειτουργίας εγκατάστασης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην επικράτειά του σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ κοινοποιεί στην Επιτροπή τους λόγους για τους οποίους δεν ακυρώνει τα εν λόγω δικαιώματα στο πλαίσιο των εκθέσεων που υποβάλλει σύμφωνα με το άρθρο 21 της εν λόγω οδηγίας.

3.   Η ποσότητα των δικαιωμάτων προς ακύρωση δυνάμει του άρθρου 12 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ αφαιρείται από την ποσότητα προς πλειστηριασμό από το οικείο κράτος μέλος που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού, ύστερα από τυχόν αναπροσαρμογές που πραγματοποιούνται σύμφωνα με την απόφαση (ΕΕ) 2015/1814 κατά τη διάρκεια των περιόδων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο.

4.   Η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες που παρέχουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το παράρτημα II εκτός από τις εκθέσεις που αναφέρονται στο σημείο 6 του εν λόγω παραρτήματος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΧΩΡΟΥ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΠΟΥ ΠΑΡΕΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΑΥΤΟΝ

Άρθρο 26

Ορισμός κοινού χώρου πλειστηριασμών

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν κοινό χώρο πλειστηριασμών μετά από κοινή διαδικασία σύναψης σύμβασης μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών, ως αναθετουσών αρχών, που συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2.   Η κοινή διαδικασία σύναψης σύμβασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 165 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046.

3.   Η χρονική περίοδος ορισμού του κοινού χώρου πλειστηριασμών δεν υπερβαίνει την πενταετία. Στην περίπτωση που πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται στο άρθρο 172 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046, τα κράτη μέλη και η Επιτροπή μπορούν να παρατείνουν την εν λόγω περίοδο σε 7 έτη. Κατά τη διάρκεια της περιόδου ορισμού, η Επιτροπή μπορεί να διενεργεί προκαταρκτική διαβούλευση της αγοράς σύμφωνα με το άρθρο 166 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 με σκοπό την επαλήθευση των συνθηκών της αγοράς και την προετοιμασία της νέας διαδικασίας σύναψης σύμβασης.

4.   Η ταυτότητα και τα στοιχεία επικοινωνίας του κοινού χώρου πλειστηριασμών που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δημοσιεύονται στον ιστότοπο της Επιτροπής.

5.   Κάθε κράτος μέλος που προσχωρεί στην κοινή ενέργεια σύμφωνα με το παρόν άρθρο μετά την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για κοινή σύναψη σύμβασης μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών που συμμετέχουν ήδη στην εν λόγω ενέργεια αποδέχεται τους όρους και τις προϋποθέσεις της εν λόγω συμφωνίας, καθώς και τυχόν αποφάσεις που έχουν ήδη ληφθεί βάσει αυτής.

Σε κάθε κράτος μέλος που, σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 4, αποφασίζει να μη συμμετάσχει στην κοινή ενέργεια σύμφωνα με το παρόν άρθρο αλλά να ορίσει δικό του χώρο πλειστηριασμών μπορεί να δοθεί το καθεστώς του παρατηρητή, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που συμφωνούνται στη συμφωνία για κοινή σύναψη σύμβασης μεταξύ των κρατών μελών που συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια και της Επιτροπής, με την επιφύλαξη τυχόν εφαρμοστέων ενωσιακών κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις.

Άρθρο 27

Υπηρεσίες που παρέχονται στα κράτη μέλη από τον κοινό χώρο πλειστηριασμών

1.   Ο κοινός χώρος πλειστηριασμών παρέχει τις ακόλουθες υπηρεσίες στα κράτη μέλη, όπως εξειδικεύονται στη σύμβαση με την οποία ορίζεται:

α)

παροχή πρόσβασης στους πλειστηριασμούς σύμφωνα με τα άρθρα 15 έως 21, συμπεριλαμβανομένης της παροχής και συντήρησης των αναγκαίων ηλεκτρονικών διεπαφών που βασίζονται στο διαδίκτυο, καθώς και ιστοτόπων·

β)

διεξαγωγή των πλειστηριασμών σύμφωνα με τα άρθρα 4 έως 7·

γ)

διαχείριση του προγράμματος πλειστηριασμών σύμφωνα με τα άρθρα 8 έως 14·

δ)

ανακοίνωση και κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των πλειστηριασμών σύμφωνα με το άρθρο 52·

ε)

παροχή ή διασφάλιση της παροχής του συστήματος εκκαθάρισης ή του συστήματος διακανονισμού που απαιτείται για:

i)

τη διαχείριση των πληρωμών που εκτελούν οι υπερθεματιστές ή οι διάδοχοί τους και τη διανομή του πλειστηριάσματος στον εκπλειστηριαστή, σύμφωνα με τα άρθρα 35 και 36·

ii)

την παράδοση των εκπλειστηριασθέντων δικαιωμάτων στους υπερθεματιστές ή στους διαδόχους τους σύμφωνα με τα άρθρα 37, 38 και 39·

iii)

τη διαχείριση των ασφαλειών που κατατίθενται από τον εκπλειστηριαστή ή από τους προσφέροντες, συμπεριλαμβανομένης της εγγυοδοσίας περιθωρίου, σύμφωνα με τα άρθρα 40 και 41·

στ)

επιτήρηση των πλειστηριασμών, γνωστοποίηση υπονοιών για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εγκληματική δραστηριότητα ή κατάχρηση αγοράς και εφαρμογή των ενδεχομένως απαιτούμενων διορθωτικών μέτρων ή κυρώσεων, συμπεριλαμβανομένης της σύστασης μηχανισμού εξώδικης επίλυσης διαφορών, σύμφωνα με τα άρθρα 45 έως 50 και το άρθρο 55 παράγραφος 1·

ζ)

γνωστοποίηση στοιχείων σύμφωνα με το άρθρο 34.

2.   Τουλάχιστον 20 ημέρες διαπραγμάτευσης πριν από την έναρξη της πρώτης περιόδου υποβολής προσφορών στον κοινό χώρο πλειστηριασμών, ο κοινός χώρος πλειστηριασμών συνδέεται με ένα τουλάχιστον σύστημα εκκαθάρισης ή σύστημα διακανονισμού.

3.   Εντός 3 μηνών από την ημερομηνία ορισμού του, ο κοινός χώρος πλειστηριασμών υποβάλλει στην Επιτροπή τη στρατηγική εξόδου του.

Άρθρο 28

Υπηρεσίες που παρέχονται στην Επιτροπή από τον κοινό χώρο πλειστηριασμών

Ο κοινός χώρος πλειστηριασμών παρέχει στην Επιτροπή υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης σχετικά με το έργο της που αφορούν τα εξής:

α)

συντονισμό του προγράμματος πλειστηριασμών με τους χώρους πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης που περιλαμβάνονται στο παράρτημα III·

β)

πληροφορίες σχετικές με τη διεξαγωγή των πλειστηριασμών σύμφωνα με το άρθρο 44·

γ)

εκθέσεις σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο και το άρθρο 10 παράγραφος 5 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

δ)

επανεξέταση του παρόντος κανονισμού, της οδηγίας 2003/87/ΕΚ ή των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που εκδίδονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 19 παράγραφος 3 της εν λόγω οδηγίας, η οποία έχει επίπτωση στη λειτουργία της αγοράς ανθρακούχων εκπομπών, συμπεριλαμβανομένης της εκτέλεσης των πλειστηριασμών·

ε)

οποιαδήποτε άλλη κοινή ενέργεια σχετική με τη λειτουργία της αγοράς ανθρακούχων εκπομπών, συμπεριλαμβανομένης της εκτέλεσης των πλειστηριασμών, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών που συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VIII

ΟΡΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΥΤΟΕΞΑΙΡΕΣΗΣ

Άρθρο 29

Ορισμός χώρων πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης

1.   Τα κράτη μέλη που δεν συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1, μπορούν να ορίζουν δικό τους χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης για τον πλειστηριασμό της οικείας ποσότητας δικαιωμάτων που αναφέρεται στα άρθρα 10 και 11.

2.   Ο χώρος πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης μπορεί να είναι ο ίδιος χώρος πλειστηριασμών με τον κοινό χώρο πλειστηριασμών ή διαφορετικός χώρος πλειστηριασμών.

3.   Τα κράτη μέλη που αποφασίζουν να ορίσουν χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή έως την τελευταία ημέρα του τρίτου μήνα από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1031/2010.

4.   Ο χώρος πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης επιλέγεται βάσει διαδικασίας επιλογής που συνάδει με την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία για τη σύναψη δημόσιων συμβάσεων, όταν απαιτείται διαδικασία σύναψης δημόσιων συμβάσεων είτε από το ενωσιακό είτε από το εθνικό δίκαιο αντίστοιχα. Η διαδικασία επιλογής υπόκειται σε όλα τα εφαρμοστέα ένδικα μέσα και διαδικασίες εκτέλεσης που προβλέπονται από την ενωσιακή και την εθνική νομοθεσία.

Η χρονική περίοδος για την οποία ορίζονται οι χώροι πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν υπερβαίνει τα 3 έτη, με δυνατότητα ανανέωσης για μέγιστο διάστημα 2 ετών.

Ο ορισμός χώρου πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης δεν ισχύει προτού αρχίσει να ισχύει η εγγραφή του χώρου πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης στον κατάλογο του παραρτήματος III, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 6.

5.   Το κράτος μέλος που αποφασίζει να ορίσει χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης υποβάλλει στην Επιτροπή πλήρη ενημέρωση η οποία περιλαμβάνει όλα τα ακόλουθα:

α)

την ταυτότητα του χώρου πλειστηριασμών τον οποίο προτίθεται να ορίσει·

β)

τους λεπτομερείς κανόνες λειτουργίας οι οποίοι θα διέπουν τη διαδικασία πλειστηριασμού από τον χώρο πλειστηριασμών που προτίθεται να ορίσει, μεταξύ αυτών τις συμβατικές διατάξεις περί ορισμού του χώρου πλειστηριασμών και των συστημάτων εκκαθάρισης και συστημάτων διακανονισμού που ενδεχομένως είναι συνδεδεμένα με τον προτεινόμενο χώρο πλειστηριασμών, στις οποίες αναφέρονται ρητά οι όροι και οι προϋποθέσεις που ισχύουν για τη διάρθρωση και το ύψος των τελών, τη διαχείριση των ασφαλειών, τις πληρωμές και τις παραδόσεις·

γ)

τα πλειστηριαζόμενα προϊόντα και τυχόν πληροφορίες που είναι απαραίτητες για να εκτιμήσει η Επιτροπή αν το προβλεπόμενο πρόγραμμα πλειστηριασμών είναι συμβατό με το ισχύον ή το προβλεπόμενο πρόγραμμα πλειστηριασμών του κοινού χώρου πλειστηριασμών, καθώς και άλλα προγράμματα πλειστηριασμών που προτείνονται από άλλα κράτη μέλη που έχουν ορίσει χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης·

δ)

τους λεπτομερείς κανόνες και όρους για την επιτήρηση και εποπτεία των πλειστηριασμών, στους οποίους θα υπόκειται ο προτεινόμενος οικείος χώρος πλειστηριασμών σύμφωνα με το άρθρο 33 παράγραφοι 4, 5 και 6, καθώς και τους λεπτομερείς κανόνες προστασίας έναντι της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, εγκληματικών δραστηριοτήτων ή της κατάχρησης αγοράς, συμπεριλαμβανομένων τυχόν διορθωτικών μέτρων ή κυρώσεων·

ε)

τα λεπτομερή μέτρα που έχουν τεθεί σε εφαρμογή για την τήρηση των διατάξεων του άρθρου 22 παράγραφος 3 και του άρθρου 32, όσον αφορά τον διορισμό εκπλειστηριαστή.

6.   Οι χώροι πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η διάρκεια του ορισμού τους, τα κράτη μέλη που τους ορίζουν και οι τυχόν επιβαλλόμενοι όροι ή υποχρεώσεις περιλαμβάνονται στον κατάλογο του παραρτήματος III εφόσον πληρούνται οι σχετικές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και εκπληρώνονται οι στόχοι του άρθρου 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Η Επιτροπή ενεργεί αποκλειστικά και μόνο με βάση τις εν λόγω απαιτήσεις και στόχους και λαμβάνει πλήρως υπόψη κάθε πληροφορία που υποβάλλει το οικείο κράτος μέλος.

Στην περίπτωση που κράτος μέλος το οποίο έχει ορίσει χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 αποφασίσει να ορίσει τον ίδιο χώρο πλειστηριασμών υπό τους ίδιους όρους και υποχρεώσεις όπως στην εγγραφή που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, η εν λόγω εγγραφή εξακολουθεί να είναι έγκυρη εφόσον το κράτος μέλος και η Επιτροπή επιβεβαιώσουν ότι πληρούνται οι σχετικές απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και εξυπηρετούνται οι στόχοι του άρθρου 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ. Για τον σκοπό αυτόν, το κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή ενημέρωση που περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 5 και ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη σχετικά με τον εκ νέου ορισμό. Η Επιτροπή ενημερώνει το κοινό σχετικά με την παράταση της ισχύος της εγγραφής.

Αν δεν έχει πραγματοποιηθεί η εγγραφή στον κατάλογο που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος που επιλέγει να ορίσει χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης χρησιμοποιεί τους κοινούς χώρους πλειστηριασμών για να πλειστηριάσει το μερίδιό του επί των δικαιωμάτων που διαφορετικά θα είχαν πλειστηριαστεί στον χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης που πρόκειται να οριστεί κατά την περίοδο έως την παρέλευση 3 μηνών από την έναρξη ισχύος της ενδεχόμενης εγγραφής που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο.

Το κράτος μέλος που επιλέγει να ορίσει χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μπορεί, ωστόσο, να συμμετέχει στην κοινή ενέργεια με αποκλειστικό σκοπό να μπορεί να χρησιμοποιεί τον κοινό χώρο πλειστηριασμών όπως προβλέπεται στο τρίτο εδάφιο. Η εν λόγω συμμετοχή πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο και υπόκειται στους όρους και στις προϋποθέσεις της συμφωνίας για κοινή σύναψη σύμβασης.

7.   Κάθε κράτος μέλος που δεν συμμετέχει στην κοινή ενέργεια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1, αλλά επιλέγει να ορίσει χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης, δύναται να προσχωρήσει στην κοινή ενέργεια που προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 5.

Η ποσότητα των δικαιωμάτων που είχαν προγραμματιστεί να πλειστηριαστούν σε χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης κατανέμεται ομοιογενώς στους πλειστηριασμούς που διεξάγει ο οικείος κοινός χώρος πλειστηριασμών.

Άρθρο 30

Καθήκοντα των χώρων πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης

Ο χώρος πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης εκτελεί τα ίδια καθήκοντα με τον κοινό χώρο πλειστηριασμών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 27, με εξαίρεση τη διαχείριση του προγράμματος πλειστηριασμών που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 στοιχείο γ), και υποβάλλει τη στρατηγική εξόδου που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3 στο κράτος μέλος που τον ορίζει.

Οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφοι 1, 2, 3 και παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο και των άρθρων 9, 10, 12, 14 και 31 εφαρμόζονται στους χώρους πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης.

Άρθρο 31

Πρόγραμμα πλειστηριασμών για τους χώρους πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης

1.   Η ποσότητα των δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 10 και εκπλειστηριάζονται σε επιμέρους πλειστηριασμούς που διεξάγονται από χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης κυμαίνεται μεταξύ 3,5 εκατομμυρίων και 20 εκατομμυρίων δικαιωμάτων. Όταν η συνολική ποσότητα των εν λόγω δικαιωμάτων που πρόκειται να εκπλειστηριαστούν από το κράτος μέλος είναι μικρότερη από 3,5 εκατομμύρια δικαιώματα σε δεδομένο ημερολογιακό έτος, τα δικαιώματα εκπλειστηριάζονται σ’ έναν και μόνο πλειστηριασμό ανά ημερολογιακό έτος. Ωστόσο, η ποσότητα των αναφερόμενων στο άρθρο 10 δικαιωμάτων που εκπλειστηριάζονται σε επιμέρους πλειστηριασμό που διεξάγεται από χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης δεν είναι μικρότερη από 1 εκατομμύριο δικαιώματα σε κάθε περίοδο 12 μηνών, όταν πρέπει να αφαιρεθεί ένας αριθμός δικαιωμάτων από την ποσότητα δικαιωμάτων προς πλειστηριασμό σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 5 της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814.

2.   Η ποσότητα των δικαιωμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 11 και εκπλειστηριάζονται σε επιμέρους πλειστηριασμούς που διεξάγονται από χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης κυμαίνεται μεταξύ 2,5 εκατομμυρίων και 5 εκατομμυρίων δικαιωμάτων. Όταν η συνολική ποσότητα των εν λόγω δικαιωμάτων που πρόκειται να εκπλειστηριαστούν από το κράτος μέλος είναι μικρότερη από 2,5 εκατομμύρια δικαιώματα σε δεδομένο ημερολογιακό έτος, τα δικαιώματα εκπλειστηριάζονται σ’ έναν και μόνο πλειστηριασμό ανά ημερολογιακό έτος.

Από την 1η Ιανουαρίου 2025 οι διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου που εφαρμόζονται στα δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 10 εφαρμόζονται επίσης στα δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 11.

3.   Ο χώρος πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής, καθορίζει το πρόγραμμα πλειστηριασμών, μεταξύ άλλων τις περιόδους υποβολής προσφορών, τις επιμέρους ποσότητες προς πλειστηριασμό, τις ημερομηνίες πλειστηριασμού, τα πλειστηριαζόμενα προϊόντα και τις ημερομηνίες πληρωμής και παράδοσης των δικαιωμάτων που θα εκπλειστηριαστούν σε επιμέρους πλειστηριασμούς κάθε ημερολογιακό έτος. Οι επιμέρους ποσότητες προς πλειστηριασμό καθορίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 11.

Ο οικείος χώρος πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης δημοσιεύει το πρόγραμμα πλειστηριασμών για δεδομένο έτος έως τις 31 Ιουλίου του προηγούμενου έτους όσον αφορά τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11 του παρόντος κανονισμού, ή το συντομότερο δυνατόν μετά την ημερομηνία αυτήν, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει αναθέσει στον κεντρικό διαχειριστή του μητρώου της Ένωσης να καταχωρίσει στο μητρώο της Ένωσης τον αντίστοιχο πίνακα πλειστηριασμών, σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122.

Ο οικείος χώρος πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης καθορίζει και δημοσιεύει τα προγράμματα πλειστηριασμών μόνο μετά τον καθορισμό και τη δημοσίευση των οικείων προγραμμάτων πλειστηριασμών από τον κοινό χώρο πλειστηριασμών σύμφωνα με το άρθρο 12, εκτός εάν ο εν λόγω χώρος πλειστηριασμών δεν έχει ακόμη οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1. Οι εν λόγω χώροι πλειστηριασμών μπορούν να καθορίζουν ταυτόχρονα τα προγράμματα πλειστηριασμών για τα δικαιώματα που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 11, εφόσον τηρείται η προθεσμία δημοσίευσης των προγραμμάτων πλειστηριασμών που αναφέρεται στο άρθρο 12.

Τα δημοσιευθέντα προγράμματα πλειστηριασμών συνάδουν με κάθε σχετικό όρο ή υποχρέωση που περιλαμβάνεται στο παράρτημα III.

4.   Όταν πλειστηριασμός που διεξάγεται από χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης ακυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5 ή 6 ή το άρθρο 9, η πλειστηριαζόμενη ποσότητα κατανέμεται είτε σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 8 είτε, αν ο οικείος χώρος πλειστηριασμών διεξάγει λιγότερους από τέσσερις πλειστηριασμούς στη διάρκεια δεδομένου ημερολογιακού έτους, μεταξύ των επόμενων δύο πλειστηριασμών που έχουν προγραμματιστεί στον ίδιο χώρο πλειστηριασμών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IX

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΔΙΟΡΙΣΜΟ ΕΚΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΤΟΝ ΟΡΙΣΜΟ ΧΩΡΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ

Άρθρο 32

Απαιτήσεις για τον διορισμό εκπλειστηριαστών

1.   Κατά τον διορισμό εκπλειστηριαστών, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη τον βαθμό στον οποίο οι υποψήφιοι:

α)

ενέχουν κίνδυνο σύγκρουσης συμφερόντων ή κατάχρησης αγοράς, με γνώμονα:

i)

τις δραστηριότητες στη δευτερογενή αγορά·

ii)

τις εσωτερικές μεθόδους και διαδικασίες που αποσκοπούν στον μετριασμό του κινδύνου σύγκρουσης συμφερόντων ή κατάχρησης αγοράς·

β)

είναι ικανοί να εκτελούν τα καθήκοντα του εκπλειστηριαστή εγκαίρως και σύμφωνα με τα υψηλότερα επαγγελματικά και ποιοτικά πρότυπα.

2.   Ο διορισμός του εκπλειστηριαστή υπόκειται στην από πλευράς του συνομολόγηση των ρυθμίσεων που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 με τον εκάστοτε χώρο πλειστηριασμών.

Άρθρο 33

Απαιτήσεις για τον ορισμό χώρων πλειστηριασμών

1.   Ως χώρος πλειστηριασμών μπορεί να οριστεί μόνο μια οντότητα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ως ρυθμιζόμενη αγορά και της οποίας ο διαχειριστής οργανώνει δευτερογενή αγορά δικαιωμάτων ή παραγώγων επί δικαιωμάτων.

Ωστόσο, όταν προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης στο πλαίσιο της κοινής διαδικασίας σύναψης σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1, μια οντότητα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ως ρυθμιζόμενη αγορά της οποίας ο διαχειριστής οργανώνει χονδρική αγορά ενέργειας, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24), αλλά δεν οργανώνει δευτερογενή αγορά δικαιωμάτων ή παραγώγων επί δικαιωμάτων, δύναται να συμμετέχει στη διαδικασία σύναψης σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Όταν η εν λόγω οντότητα ορίζεται ως κοινός χώρος πλειστηριασμών, ο διαχειριστής της λαμβάνει άδεια για την οργάνωση δευτερογενούς αγοράς δικαιωμάτων ή παραγώγων επί δικαιωμάτων και μεριμνά ώστε να οργανώσει την εν λόγω δευτερογενή αγορά τουλάχιστον 60 ημέρες διαπραγμάτευσης πριν από την έναρξη της πρώτης περιόδου υποβολής προσφορών του εν λόγω χώρου πλειστηριασμών.

2.   Στους χώρους πλειστηριασμών που ορίζονται βάσει του παρόντος κανονισμού, για τον πλειστηριασμό διήμερων συμβολαίων άμεσης παράδοσης επιτρέπεται, χωρίς άλλη νομοθετική ή διοικητική απαίτηση των κρατών μελών, να διευκολύνουν με κατάλληλες ρυθμίσεις την πρόσβαση και τη συμμετοχή προσφερόντων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 2 στους πλειστηριασμούς.

3.   Όταν τα κράτη μέλη ορίζουν χώρο πλειστηριασμών, λαμβάνουν υπόψη τον βαθμό στον οποίο οι υποψήφιοι αποδεικνύουν ότι διασφαλίζονται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τήρηση της αρχής της μη διακριτικής μεταχείρισης, τόσο από νομικής πλευράς όσο και στην πράξη·

β)

πλήρης, δίκαιη και ισότιμη πρόσβαση στην υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς για τις ΜΜΕ που υπάγονται στο σύστημα της Ένωσης και στους πλειστηριασμούς για τους μικρούς προξένους εκπομπών, όπως ορίζονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1, στο άρθρο 27α παράγραφος 1 και στο άρθρο 28α παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ·

γ)

οικονομική αποδοτικότητα και αποτροπή της άσκοπης διοικητικής επιβάρυνσης·

δ)

αυστηρή επίβλεψη των πλειστηριασμών, γνωστοποίηση υπονοιών για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εγκληματική δραστηριότητα ή κατάχρηση αγοράς και εφαρμογή των ενδεχομένως απαιτούμενων διορθωτικών μέτρων ή κυρώσεων, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η σύσταση μηχανισμού εξώδικης επίλυσης διαφορών·

ε)

αποτροπή των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, συμπεριλαμβανομένης της αγοράς ανθρακούχων εκπομπών·

στ)

ορθή λειτουργία της αγοράς ανθρακούχων εκπομπών, συμπεριλαμβανομένης της εκτέλεσης των πλειστηριασμών·

ζ)

σύνδεση με ένα ή περισσότερα συστήματα εκκαθάρισης ή διακανονισμού·

η)

επαρκή μέτρα που επιβάλλουν στον χώρο πλειστηριασμών την παράδοση όλων των απαραίτητων υλικών και άυλων στοιχείων ενεργητικού για τη διεξαγωγή των πλειστηριασμών από τον διάδοχό του.

4.   Ο ορισμός χώρου πλειστηριασμών επιτρέπεται μόνο εφόσον το κράτος μέλος στο οποίο είναι εγκατεστημένη η υποψήφια ρυθμιζόμενη αγορά και ο διαχειριστής της έχει διασφαλίσει ότι στον πλειστηριασμό διήμερων συμβολαίων άμεσης παράδοσης εφαρμόζονται τα εθνικά μέτρα μεταφοράς του τίτλου III της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο και ότι οι αρμόδιες αρχές του εν λόγω κράτους μέλους είναι σε θέση να παρέχουν άδεια και να εποπτεύουν την υποψήφια ρυθμιζόμενη αγορά και τον διαχειριστή της σύμφωνα με τα εθνικά μέτρα μεταφοράς του τίτλου VI της εν λόγω οδηγίας στο εθνικό δίκαιο.

Σε περίπτωση που η υποψήφια ρυθμιζόμενη αγορά και ο διαχειριστής της δεν είναι εγκατεστημένοι στο ίδιο κράτος μέλος, το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται τόσο στο κράτος μέλος εγκατάστασης της υποψήφιας ρυθμιζόμενης αγοράς όσο και στο κράτος μέλος εγκατάστασης του διαχειριστή της.

5.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι η υποψήφια ρυθμιζόμενη αγορά και ο διαχειριστής της, οι οποίες ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, αποφασίζουν σχετικά με τη χορήγηση άδειας σε ρυθμιζόμενη αγορά που έχει οριστεί ή πρόκειται να οριστεί ως χώρος πλειστηριασμών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, υπό την προϋπόθεση ότι η ρυθμιζόμενη αγορά και ο διαχειριστής της συμμορφώνονται με τους εθνικούς κανόνες μεταφοράς του τίτλου III της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο. Η απόφαση χορήγησης της άδειας λαμβάνεται σύμφωνα με τους εθνικούς κανόνες για τη μεταφορά του τίτλου VI της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο.

6.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου επιτηρούν αποτελεσματικά την αγορά σε συνεχή βάση και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου. Προς τούτο, είναι σε θέση να ασκούν απευθείας ή με τη συνδρομή άλλων αρμοδίων εθνικών αρχών, οι οποίες ορίζονται βάσει του άρθρου 67 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, τις εξουσίες που προβλέπονται στα εθνικά μέτρα μεταφοράς του άρθρου 69 της εν λόγω οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, όσον αφορά τη ρυθμιζόμενη αγορά και τον διαχειριστή της.

Για τους σκοπούς του ορισμού χώρων πλειστηριασμών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, τα εθνικά μέτρα μεταφοράς των άρθρων 79 έως 87 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στο εθνικό δίκαιο εφαρμόζονται στη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων εθνικών αρχών διαφορετικών κρατών μελών και με την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών (ESMA).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ X

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

Άρθρο 34

Υποχρέωση γνωστοποίησης των συναλλαγών

1.   Ο χώρος πλειστηριασμών γνωστοποιεί στην αρμόδια εθνική αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 67 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στην ESMA τις πλήρεις και ακριβείς λεπτομέρειες κάθε συναλλαγής που εκτελείται στον χώρο πλειστηριασμών και η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη μεταφορά δικαιωμάτων εκπομπής στους υπερθεματιστές.

2.   Οι γνωστοποιήσεις των συναλλαγών υποβάλλονται το ταχύτερο δυνατόν και το αργότερο κατά το κλείσιμο της ημέρας διαπραγμάτευσης που έπεται της εν λόγω συναλλαγής.

3.   Ο χώρος πλειστηριασμών είναι υπεύθυνος για την πληρότητα, την ακρίβεια και την έγκαιρη υποβολή των γνωστοποιήσεων συναλλαγών. Στην περίπτωση που υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τις συναλλαγές οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στις γνωστοποιήσεις συναλλαγών και δεν είναι διαθέσιμες στον χώρο πλειστηριασμών, οι προσφέροντες και οι εκπλειστηριαστές διαβιβάζουν τις εν λόγω πληροφορίες στον χώρο πλειστηριασμών.

Όταν υπάρχουν λάθη ή παραλείψεις στις γνωστοποιήσεις συναλλαγών, ο χώρος πλειστηριασμών που υποβάλλει τη γνωστοποίηση διορθώνει τις πληροφορίες και υποβάλλει διορθωμένη γνωστοποίηση στην αρμόδια εθνική αρχή.

4.   Η γνωστοποίηση συναλλαγών περιλαμβάνει ειδικότερα:

α)

την ονομασία των δικαιωμάτων ή των παραγώγων τους·

β)

την ποσότητα των δικαιωμάτων που αγοράστηκαν·

γ)

τις ημερομηνίες και ώρες εκτέλεσης της συναλλαγής·

δ)

τις τιμές της συναλλαγής·

ε)

την ταυτότητα των υπερθεματιστών·

στ)

κατά περίπτωση, την ταυτότητα των πελατών εξ ονόματος των οποίων εκτελέστηκε η συναλλαγή.

Όταν ο υπερθεματιστής είναι νομικό πρόσωπο, ο χώρος πλειστηριασμών χρησιμοποιεί, στη δήλωση του αναγνωριστικού για τον προσδιορισμό της ταυτότητας του υπερθεματιστή, τον αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας που αναφέρεται στο άρθρο 5 του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2017/590 της Επιτροπής (25).

Η γνωστοποίηση συντάσσεται με βάση τα πρότυπα και τους μορφότυπους δεδομένων που καθορίζονται στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/590 και περιλαμβάνει όλες τις σχετικές λεπτομέρειες που αναφέρονται στο παράρτημα I του εν λόγω κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XI

ΠΛΗΡΩΜΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΤΟΥ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΑΤΟΣ

Άρθρο 35

Πληρωμή από τους υπερθεματιστές και μεταβίβαση του πλειστηριάσματος στα κράτη μέλη

1.   Κάθε υπερθεματιστής ή οι διάδοχοί του, συμπεριλαμβανομένων των ενδιαμέσων που ενεργούν εξ ονόματός τους, καταβάλλει το οφειλόμενο ποσό που του έχει κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο γ), για τα δικαιώματα που κατακυρώθηκαν σε αυτόν και του κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο α), μεταφέροντας το οφειλόμενο ποσό ή αναθέτοντας τη μεταφορά του μέσω του συστήματος εκκαθάρισης ή του συστήματος διακανονισμού —σε εκκαθαρισμένα υπόλοιπα— στον καθορισμένο τραπεζικό λογαριασμό του εκπλειστηριαστή, το αργότερο ταυτόχρονα με την παράδοση των δικαιωμάτων στον καθορισμένο λογαριασμό του προσφέροντος στο μητρώο της Ένωσης ή στον καθορισμένο λογαριασμό χαρτοφυλακίου του διαδόχου του στο μητρώο της Ένωσης.

2.   Οι χώροι πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων εκκαθάρισης ή διακανονισμού που είναι συνδεδεμένα με αυτούς, μεταφέρουν τα ποσά των πληρωμών που πραγματοποιήθηκαν από τους προσφέροντες ή τους διαδόχους τους και απορρέουν από τον πλειστηριασμό δικαιωμάτων που αναφέρονται στα άρθρα 10, 11 και 13, στους εκπλειστηριαστές που έθεσαν σε πλειστηριασμό τα εν λόγω δικαιώματα.

3.   Ο πληρωμές προς τους εκπλειστηριαστές εκτελούνται σε ευρώ ή στο νόμισμα του κράτους μέλους ορισμού, εάν το τελευταίο δεν ανήκει στη ζώνη του ευρώ, κατ’ επιλογή του οικείου κράτους μέλους, ανεξαρτήτως του νομίσματος στο οποίο έχουν εκτελεστεί οι πληρωμές των προσφερόντων, υπό τον όρο ότι το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού είναι ικανό να συναλλάσσεται στο συγκεκριμένο νόμισμα.

4.   Η συναλλαγματική ισοτιμία είναι εκείνη που δημοσιεύεται αμέσως μετά τη λήξη της περιόδου υποβολής προσφορών, σε αναγνωρισμένη υπηρεσία οικονομικών ειδήσεων η οποία προσδιορίζεται στη σύμβαση ορισμού του εκάστοτε χώρου πλειστηριασμών.

Άρθρο 36

Συνέπειες της καθυστέρησης ή αδυναμίας πληρωμής

1.   Τα δικαιώματα που κοινοποιούνται σε υπερθεματιστή σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο α) παραδίδονται στον υπερθεματιστή ή στους διαδόχους του μόνο μετά την καταβολή του συνόλου του οφειλόμενου ποσού, το οποίο του έχει κοινοποιηθεί βάσει του άρθρου 52 παράγραφος 3 στοιχείο γ), στον εκπλειστηριαστή σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1.

2.   Υπερθεματιστής ή διάδοχος αυτού, ο οποίος δεν εκπληρώνει πλήρως τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας πληρωμής που του έχει κοινοποιηθεί σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο δ), καθίσταται υπερήμερος οφειλέτης.

3.   Σε προσφέροντα που έχει καταστεί υπερήμερος οφειλέτης είναι δυνατόν να επιβληθούν:

α)

τόκοι για κάθε ημέρα της περιόδου που αρχίζει την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας πληρωμής σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο δ) και λήγει την ημερομηνία εκτέλεσης της πληρωμής, με ημερήσιο επιτόκιο καθοριζόμενο στη σύμβαση ορισμού του αντίστοιχου χώρου πλειστηριασμών·

β)

χρηματική ποινή, η οποία περιέρχεται στον εκπλειστηριαστή, μειωμένη κατά τα έξοδα που ενδεχομένως παρακρατεί το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού.

4.   Όταν υπερθεματιστής καθίσταται υπερήμερος οφειλέτης, συμβαίνει επίσης ένα από τα ακόλουθα:

α)

παρεμβαίνει ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος για να παραλάβει τα δικαιώματα και να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό στον εκπλειστηριαστή·

β)

ο διακανονιστής χρησιμοποιεί την ασφάλεια που έχει λάβει από τον προσφέροντα για να καταβάλει το οφειλόμενο ποσό στον εκπλειστηριαστή.

5.   Σε περίπτωση αδυναμίας διακανονισμού, τα δικαιώματα εκπλειστηριάζονται στους επόμενους δύο πλειστηριασμούς που έχει προγραμματίσει ο αντίστοιχος χώρος πλειστηριασμών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XII

ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΖΟΜΕΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Άρθρο 37

Μεταφορά των πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων

Τα δικαιώματα που εκπλειστηριάζονται από οποιονδήποτε χώρο πλειστηριασμών μεταφέρονται από το μητρώο της Ένωσης σε καθορισμένο λογαριασμό του μητρώου της Ένωσης πριν από την έναρξη μιας περιόδου υποβολής προσφορών, προκειμένου να διατηρηθούν υπό μεσεγγύηση από το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού, το οποίο ενεργεί ως θεματοφύλακας, μέχρις ότου παραδοθούν στους υπερθεματιστές ή στους διαδόχους τους, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του πλειστηριασμού, όπως προβλέπεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται βάσει του άρθρου 19 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ.

Άρθρο 38

Παράδοση των πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων

1.   Το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού κατανέμει στον υπερθεματιστή κάθε δικαίωμα που εκπλειστηριάζεται από κράτος μέλος, μέχρις ότου η συνολική κατανεμηθείσα ποσότητα να αντιστοιχεί στην ποσότητα δικαιωμάτων που έχει κοινοποιηθεί στον προσφέροντα σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο α).

Εάν χρειάζεται, για να συμπληρωθεί η ποσότητα δικαιωμάτων που έχει κοινοποιηθεί στον προσφέροντα σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο α), είναι δυνατόν να κατανεμηθούν σε αυτόν δικαιώματα που εκπλειστηριάστηκαν στον ίδιο πλειστηριασμό από περισσότερα του ενός κράτη μέλη.

2.   Μετά την πληρωμή του οφειλόμενου ποσού σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 1, τα δικαιώματα που έχουν κατανεμηθεί σε κάθε υπερθεματιστή παραδίδονται σε αυτόν ή στους διαδόχους του το ταχύτερο δυνατόν και, σε κάθε περίπτωση, πριν λήξει η προθεσμία παράδοσής τους όπως ορίζεται στο διήμερο συμβόλαιο άμεσης παράδοσης, με τη μεταφορά του συνόλου ή μέρους των δικαιωμάτων που του κοινοποιήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 3 στοιχείο α) από καθορισμένο λογαριασμό στο μητρώο της Ένωσης, όπου διατηρούνται υπό μεσεγγύηση από το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού το οποίο ενεργεί ως θεματοφύλακας, σε έναν ή περισσότερους καθορισμένους λογαριασμούς στο μητρώο της Ένωσης, που ανήκουν στον υπερθεματιστή ή στους διαδόχους του, ή σε καθορισμένο λογαριασμό χαρτοφυλακίου στο μητρώο της Ένωσης, όπου διατηρούνται υπό μεσεγγύηση από σύστημα εκκαθάρισης ή σύστημα διακανονισμού το οποίο ενεργεί ως θεματοφύλακας για τον υπερθεματιστή ή τους διαδόχους του.

Άρθρο 39

Καθυστερημένη παράδοση των πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων

Εάν το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού δεν παραδώσει το σύνολο ή μέρος των πλειστηριασθέντων δικαιωμάτων, εξαιτίας περιστάσεων που εκφεύγουν από τον έλεγχό του, το εν λόγω σύστημα παραδίδει τα δικαιώματα το συντομότερο και οι υπερθεματιστές ή οι διάδοχοί τους αποδέχονται την παράδοση κατά τη μεταγενέστερη αυτή ημερομηνία. Ο υπερθεματιστής ή οι διάδοχοί του δεν έχουν στη διάθεσή τους κανένα άλλο μέσο προσφυγής σε περίπτωση καθυστερημένης παράδοσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIII

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ

Άρθρο 40

Ασφάλεια παρεχόμενη από τον προσφέροντα

1.   Πριν από την έναρξη της περιόδου υποβολής προσφορών για τον πλειστηριασμό διήμερων συμβολαίων άμεσης παράδοσης, οι προσφέροντες ή οι ενδιάμεσοι που ενεργούν εξ ονόματός τους υποχρεούνται να καταθέσουν ασφάλεια στο σύστημα εκκαθάρισης ή διακανονισμού που συνδέεται με τον χώρο πλειστηριασμών που διεξάγει τους πλειστηριασμούς.

2.   Εφόσον ζητηθεί, κάθε ασφάλεια που έχει κατατεθεί από μη επιλεγέντα προσφέροντα και δεν έχει χρησιμοποιηθεί, καθώς και οι τόκοι τους οποίους αποφέρουν οι ασφάλειες σε μετρητά, αποδεσμεύονται το ταχύτερο δυνατόν μετά τη λήξη της περιόδου υποβολής προσφορών.

3.   Εφόσον ζητηθεί, κάθε ασφάλεια που έχει κατατεθεί από υπερθεματιστή και δεν έχει χρησιμοποιηθεί για διακανονισμό, καθώς και οι τόκοι τους οποίους αποφέρουν οι ασφάλειες σε μετρητά, αποδεσμεύονται το ταχύτερο δυνατόν μετά τον διακανονισμό.

Άρθρο 41

Ασφάλεια παρεχόμενη από τον εκπλειστηριαστή

1.   Πριν από την έναρξη της περιόδου υποβολής προσφορών διήμερων συμβολαίων άμεσης παράδοσης, ο εκπλειστηριαστής υποχρεούται να καταθέσει ασφάλεια, καταθέτοντας δικαιώματα που θα τηρηθούν υπό μεσεγγύηση από το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού το οποίο ενεργεί ως θεματοφύλακας, μέχρις ότου παραδοθούν. Η ποσότητα και η ημερομηνία παράδοσης των εν λόγω δικαιωμάτων καθορίζονται στους πίνακες πλειστηριασμών που αντιστοιχούν στα προγράμματα πλειστηριασμών που αναφέρονται στο άρθρο 12 ή 13, σύμφωνα με τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2019/1122.

2.   Εφόσον τα δικαιώματα που έχουν κατατεθεί ως ασφάλεια βάσει της παραγράφου 1 δεν χρησιμοποιηθούν, το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού δύναται, κατ’ επιλογή του κράτους μέλους εκπλειστηριασμού, να τα τοποθετήσει σε καθορισμένο λογαριασμό στο μητρώο της Ένωσης, όπου διατηρούνται υπό μεσεγγύηση από το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού το οποίο ενεργεί ως θεματοφύλακας, μέχρις ότου παραδοθούν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XIV

ΤΕΛΗ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ

Άρθρο 42

Διάρθρωση και ύψος των τελών

1.   Η διάρθρωση και το ύψος των τελών, καθώς και οι τυχόν συναφείς όροι που επιβάλλονται από χώρο πλειστηριασμών και από τα συστήματα εκκαθάρισης ή διακανονισμού, δεν είναι λιγότερο ευνοϊκά από τα ανάλογα συνήθη τέλη και όρους που επιβάλλονται στη δευτερογενή αγορά.

Ωστόσο, όταν προβλέπεται στα έγγραφα της σύμβασης για τη διαδικασία κοινής σύναψης σύμβασης σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 ή το άρθρο 29 παράγραφος 4, ο διαχειριστής του χώρου πλειστηριασμών δύναται να αυξήσει τα τέλη που καταβάλλονται από τους υπερθεματιστές σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού σε μέγιστο ποσοστό 120 % των συγκρίσιμων συνήθων τελών που καταβάλλουν οι επιλεγέντες αγοραστές δικαιωμάτων στη δευτερογενή αγορά τα έτη κατά τα οποία οι πλειστηριαζόμενες ποσότητες μειώνονται κατά περισσότερο από 200 εκατομμύρια δικαιώματα σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 1α της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814.

2.   Οι χώροι πλειστηριασμών και τα συστήματα εκκαθάρισης ή διακανονισμού δύνανται να επιβάλλουν μόνο τέλη, κρατήσεις και όρους που αναφέρονται ρητά στη σύμβαση ορισμού τους.

3.   Όλα τα τέλη και όροι που επιβάλλονται κατ’ εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 αναφέρονται επακριβώς, είναι εύληπτα και δημοσιοποιούνται. Αναλύονται έτσι ώστε να εμφαίνεται η επιβάρυνση για κάθε τύπο παρεχόμενης υπηρεσίας.

Άρθρο 43

Έξοδα της διαδικασίας πλειστηριασμού

1.   Το κόστος των υπηρεσιών που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 και στο άρθρο 30 βαρύνει τους προσφέροντες και καταβάλλεται μέσω τελών.

Ωστόσο, η δαπάνη για τις ρυθμίσεις μεταξύ του εκπλειστηριαστή και του χώρου πλειστηριασμών, οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 και επιτρέπουν στον εκπλειστηριαστή να εκπλειστηριάζει δικαιώματα εξ ονόματος του κράτους μέλους ορισμού, εξαιρουμένων των δαπανών τυχόν συστήματος εκκαθάρισης ή διακανονισμού που είναι συνδεδεμένο με τον εν λόγω χώρο πλειστηριασμών, βαρύνουν το κράτος μέλος εκπλειστηριασμού.

Τα έξοδα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο παρακρατούνται από το πλειστηρίασμα που καταβάλλεται στους εκπλειστηριαστές σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφοι 2 και 3.

2.   Οι όροι και οι προϋποθέσεις της συμφωνίας για κοινή σύναψη σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο ή της σύμβασης ορισμού του χώρου πλειστηριασμών σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1 μπορούν να παρεκκλίνουν από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και να επιβάλλουν στα κράτη μέλη που έχουν γνωστοποιήσει στην Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 3, την απόφασή τους να μη συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1, αλλά που κάνουν ακολούθως χρήση του κοινού χώρου πλειστηριασμών, την υποχρέωση να καταβάλλουν στον εν λόγω χώρο πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων εκκαθάρισης ή των συστημάτων διακανονισμού που είναι συνδεδεμένα μ’ αυτόν, τα έξοδα για τις υπηρεσίες που προβλέπονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 τα οποία σχετίζονται με την ποσότητα δικαιωμάτων που εκπλειστηριάζει το συγκεκριμένο κράτος μέλος από την ημερομηνία έναρξης του εκ μέρους του εκπλειστηριασμού μέσω του κοινού χώρου πλειστηριασμών μέχρι την παύση ή τη λήξη του ορισμού του εν λόγω χώρου πλειστηριασμών.

Το πρώτο εδάφιο ισχύει επίσης για τα κράτη μέλη που δεν προσχωρούν στην κοινή ενέργεια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1, εντός εξαμήνου από την έναρξη ισχύος της συμφωνίας για κοινή σύναψη σύμβασης, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που κάποιο κράτος μέλος προσχωρεί στην κοινή ενέργεια, όπως προβλέπεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1, μετά τη λήξη της περιόδου ορισμού η οποία αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο ή που κάποιο κράτος μέλος χρησιμοποιεί τον κοινό χώρο πλειστηριασμών για τον πλειστηριασμό του μεριδίου του επί των δικαιωμάτων ελλείψει εγγραφής στον κατάλογο που αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 6.

3.   Από το ποσό των εξόδων που βαρύνουν τους προσφέροντες δυνάμει της παραγράφου 1 αφαιρούνται τα έξοδα που βαρύνουν ένα κράτος μέλος σύμφωνα με την παράγραφο 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XV

ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ, ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΚΥΡΩΣΕΙΣ

Άρθρο 44

Παρακολούθηση των πλειστηριασμών

1.   Έως το τέλος κάθε μήνα, κάθε χώρος πλειστηριασμών υποβάλλει έκθεση σχετικά με την εκτέλεση των πλειστηριασμών που διεξήγαγε κατά τον προηγούμενο μήνα, ιδίως όσον αφορά:

α)

την ισότιμη και ανοικτή πρόσβαση·

β)

τη διαφάνεια·

γ)

τη διαμόρφωση των τιμών·

δ)

τις τεχνικές και επιχειρησιακές πτυχές της εκτέλεσης της σύμβασης με την οποία ορίστηκε ο συγκεκριμένος χώρος πλειστηριασμών·

ε)

τη σχέση μεταξύ των διαδικασιών πλειστηριασμού και της δευτερογενούς αγοράς, όσον αφορά τις πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ)·

στ)

οποιοδήποτε στοιχείο που αποδεικνύει αντιανταγωνιστική συμπεριφορά, κατάχρηση αγοράς, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή εγκληματική δραστηριότητα για το οποίο ενημερώθηκε ο χώρος πλειστηριασμών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με το άρθρο 27 ή το άρθρο 30·

ζ)

οποιαδήποτε παραβίαση του παρόντος κανονισμού ή του άρθρου 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ για την οποία έχει ενημερωθεί ο χώρος πλειστηριασμών κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με το άρθρο 27 ή το άρθρο 30 του παρόντος κανονισμού·

η)

τη συνέχεια που δόθηκε σε κάθε πληροφορία που αναφέρθηκε σύμφωνα με τα στοιχεία α) έως ζ).

Επιπροσθέτως, έως τις 31 Ιανουαρίου κάθε έτους, ο χώρος πλειστηριασμών υποβάλλει περίληψη και ανάλυση των μηνιαίων εκθέσεων του προηγούμενου έτους.

2.   Ο χώρος πλειστηριασμών διαβιβάζει τις εκθέσεις και την περίληψη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στην Επιτροπή, στα κράτη μέλη που τον όρισαν, στην οικεία αρμόδια εθνική αρχή που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και στην ESMA.

3.   Οι οικείες αναθέτουσες αρχές παρακολουθούν την εκτέλεση των συμβάσεων για τον ορισμό των χώρων πλειστηριασμών. Τα κράτη μέλη που ορίζουν χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης κοινοποιούν στην Επιτροπή κάθε περίπτωση μη συμμόρφωσης του εν λόγω χώρου πλειστηριασμών με τη σύμβαση ορισμού του η οποία ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στις διαδικασίες πλειστηριασμού.

4.   Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, η Επιτροπή, εξ ονόματος των κρατών μελών που συμμετέχουν στην κοινή ενέργεια κατά το άρθρο 26 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού και των κρατών μελών που ορίζουν χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης, δημοσιεύει συνοπτικές εκθέσεις σχετικά με τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως η) του παρόντος άρθρου.

5.   Οι εκπλειστηριαστές, οι χώροι πλειστηριασμών, οι αρμόδιες εθνικές αρχές που τους εποπτεύουν και η ESMA συνεργάζονται ενεργά με την Επιτροπή και μεταξύ τους και, κατόπιν αιτήματος, παρέχουν στην Επιτροπή κάθε πληροφορία σχετική με τους πλειστηριασμούς την οποία κατέχουν και η οποία είναι εύλογα αναγκαία για την παρακολούθηση των πλειστηριασμών.

6.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές που εποπτεύουν τα πιστωτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις επενδύσεων, οι αρμόδιες εθνικές αρχές που εποπτεύουν τα πρόσωπα στα οποία επιτρέπεται να υποβάλλουν προσφορές εξ ονόματος άλλων, βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 2, και η ESMA συνεργάζονται ενεργά με την Επιτροπή, εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων τους, όπως εύλογα απαιτείται για την παρακολούθηση των πλειστηριασμών.

7.   Κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει των παραγράφων 5 και 6, οι αρμόδιες εθνικές αρχές λαμβάνουν υπόψη ζητήματα επαγγελματικού απορρήτου στα οποία υπόκεινται οι εν λόγω αρχές βάσει του ενωσιακού δικαίου.

Άρθρο 45

Παρακολούθηση της σχέσης με τους προσφέροντες

1.   Οι χώροι πλειστηριασμών παρακολουθούν τη σχέση με τους προσφέροντες λαμβάνοντας τα ακόλουθα μέτρα:

α)

ελέγχοντας εξονυχιστικά τις προσφορές που υποβάλλονται σε όλη τη διάρκεια της ανωτέρω σχέσης, ώστε να βεβαιώνονται ότι η συμπεριφορά των προσφερόντων ως προς την υποβολή προσφορών αντιστοιχεί σε όσα γνωρίζει ο χώρος πλειστηριασμών για τον πελάτη, το επιχειρηματικό προφίλ και το προφίλ κινδύνου του πελάτη, συμπεριλαμβανομένης, όταν κρίνεται απαραίτητο, της πηγής κεφαλαίων·

β)

διατηρώντας σε ισχύ αποτελεσματικές ρυθμίσεις και διαδικασίες για την τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσης των προσώπων που γίνονται δεκτά προς υποβολή προσφορών σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 και το άρθρο 19 με τους οικείους κανόνες δεοντολογίας της αγοράς·

γ)

παρακολουθώντας τις συναλλαγές των προσώπων που γίνονται δεκτά προς υποβολή προσφορών σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 και το άρθρο 19 και των πολιτικώς εκτεθειμένων προσώπων μέσω των συστημάτων τους, ώστε να εντοπίζουν παραβάσεις των κανόνων που αναφέρονται στο στοιχείο β) του παρόντος εδαφίου, αθέμιτους ή αντικανονικούς όρους πλειστηριασμού ή συμπεριφορές που ενδέχεται να υποδηλώνουν κατάχρηση αγοράς.

Κατά τον εξονυχιστικό έλεγχο των προσφορών σύμφωνα με το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου, ο χώρος πλειστηριασμών δίδει ιδιαίτερη προσοχή στις δραστηριότητες που θεωρεί ότι, λόγω της φύσης τους, είναι ιδιαίτερα πιθανό να συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας ή εγκληματική δραστηριότητα.

2.   Οι χώροι πλειστηριασμών μεριμνούν για την επικαιροποίηση των σχετικών με τους προσφέροντες εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών που έχουν στην κατοχή τους. Για τον σκοπό αυτόν, μπορούν:

α)

να ζητούν οποιαδήποτε πληροφορία από τους προσφέροντες, σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3, το άρθρο 19 παράγραφος 2 και το άρθρο 20 παράγραφοι 5 και 7, με σκοπό την παρακολούθηση της σχέσης με τους εν λόγω προσφέροντες μετά την αποδοχή τους προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς, σ’ όλη τη διάρκεια της σχέσης αυτής και για πέντε έτη μετά τη διακοπή της·

β)

να απαιτούν από έναν προσφέροντα να καταθέτει σε τακτά διαστήματα νέα αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών·

γ)

να απαιτούν από έναν προσφέροντα να τους γνωστοποιεί πάραυτα οποιαδήποτε μεταβολή των πληροφοριών που τους έχει υποβάλει σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3, το άρθρο 19 παράγραφος 2 και το άρθρο 20 παράγραφοι 5 και 7.

3.   Οι χώροι πλειστηριασμών τηρούν αρχεία με τα ακόλουθα:

α)

τις αιτήσεις αποδοχής προς υποβολή προσφορών, που κατατέθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 3 και το άρθρο 19 παράγραφος 2, συμπεριλαμβανομένων τυχόν τροποποιήσεών τους·

β)

τους διενεργηθέντες ελέγχους κατά:

i)

τη διεκπεραίωση των αιτήσεων αποδοχής προς υποβολή προσφορών που κατατέθηκαν, σύμφωνα με τα άρθρα 19, 20 και 21·

ii)

τον εξονυχιστικό έλεγχο και την παρακολούθηση της σχέσης με τον προσφέροντα, σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α) και γ)·

γ)

όλες τις πληροφορίες σχετικά με συγκεκριμένες προσφορές που υπέβαλαν συγκεκριμένοι προσφέροντες σε πλειστηριασμό, συμπεριλαμβανομένης της ενδεχόμενης απόσυρσης ή τροποποίησης των εν λόγω προσφορών, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 6 παράγραφος 4·

δ)

όλες τις πληροφορίες σχετικά με τη διεξαγωγή κάθε πλειστηριασμού στον οποίο υπέβαλαν προσφορές οι προσφέροντες.

4.   Οι χώροι πλειστηριασμών φυλάσσουν τα αρχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 3 για όσον χρόνο οι προσφέροντες είναι δεκτοί προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς τους και για 5 τουλάχιστον έτη μετά τη διακοπή της σχέσης με τους εν λόγω προσφέροντες.

Άρθρο 46

Γνωστοποίηση νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή εγκληματικής δραστηριότητας

1.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 48 παράγραφος 1α της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 παρακολουθούν και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση του χώρου πλειστηριασμών με τα ακόλουθα:

α)

τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο ε) και στο άρθρο 20 παράγραφος 8 του παρόντος κανονισμού·

β)

την υποχρέωση άρνησης χορήγησης αποδοχής προς υποβολή προσφορών ή άρσης ή αναστολής τυχόν αποδοχής προς υποβολή προσφορών που έχει ήδη χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος κανονισμού·

γ)

τις απαιτήσεις παρακολούθησης και τήρησης αρχείων που ορίζονται στο άρθρο 45 του παρόντος κανονισμού·

δ)

τις απαιτήσεις γνωστοποίησης που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 3.

Οι αρμόδιες εθνικές αρχές έχουν τις εξουσίες που αναφέρονται στο άρθρο 48 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849.

Ο χώρος πλειστηριασμών μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για παραβάσεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 20 παράγραφοι 5 και 8, του άρθρου 21 παράγραφοι 1 και 2 και του άρθρου 45 του παρόντος κανονισμού. Οι κυρώσεις και τα μέτρα που αναφέρονται στα άρθρα 58 έως 62 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 εφαρμόζονται στις εν λόγω παραβάσεις.

2.   Οι χώροι πλειστηριασμών, τα διευθυντικά στελέχη και οι υπάλληλοί τους συνεργάζονται πλήρως με τη ΜΧΠ, προβαίνοντας αμέσως στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

ενημερώνοντας τη ΜΧΠ, με δική τους πρωτοβουλία, μεταξύ άλλων με υποβολή έκθεσης, όταν γνωρίζουν, πιθανολογούν ή έχουν βάσιμες υπόνοιες ότι κεφάλαια που συνδέονται με τους πλειστηριασμούς συνιστούν έσοδα από εγκληματικές δραστηριότητες ή σχετίζονται με τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, καθώς και ανταποκρινόμενοι άμεσα σε αιτήματα της ΜΧΠ για συμπληρωματικές πληροφορίες που αφορούν τέτοιες περιπτώσεις·

β)

παρέχοντας αμελλητί στη ΜΧΠ, κατόπιν αιτήματός της, όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της.

Όλες οι ύποπτες συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων απόπειρας συναλλαγής, πρέπει να γνωστοποιούνται.

3.   Οι αναφερόμενες στην παράγραφο 2 πληροφορίες διαβιβάζονται στη ΜΧΠ του κράτους μέλους στο έδαφος του οποίου βρίσκεται ο σχετικός χώρος πλειστηριασμών.

4.   Το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου βρίσκεται χώρος πλειστηριασμών που έχει οριστεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό διασφαλίζει την εφαρμογή στον εν λόγω χώρο πλειστηριασμών των εθνικών μέτρων μεταφοράς των άρθρων 37, 38, 39 και 42, του άρθρου 45 παράγραφος 1 και του άρθρου 46 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 στο εθνικό δίκαιο.

Άρθρο 47

Γνωστοποίηση κατάχρησης αγοράς

1.   Οι χώροι πλειστηριασμών γνωστοποιούν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014, υπόνοιες για κατάχρηση αγοράς ή για απόπειρα κατάχρησης αγοράς από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει γίνει δεκτό για υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς ή από οποιοδήποτε πρόσωπο εξ ονόματος του οποίου ενεργεί το πρόσωπο που έχει γίνει δεκτό για υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς.

2.   Οι σχετικοί χώροι πλειστηριασμών ειδοποιούν την Επιτροπή και την ESMA ότι υπέβαλαν γνωστοποίηση βάσει της παραγράφου 1 και αναφέρουν τα διορθωτικά μέτρα που έλαβαν ή προτίθενται να λάβουν για την πάταξη της κατάχρησης αγοράς ή της απόπειρας κατάχρησης αγοράς που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο.

Άρθρο 48

Ανώτατο ύψος προσφοράς και άλλα διορθωτικά μέτρα

1.   Κάθε χώρος πλειστηριασμού δύναται, αφού ζητήσει και λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, να επιβάλει ανώτατο ύψος προσφοράς ή άλλα διορθωτικά μέτρα που είναι αναγκαία για τον μετριασμό ορατού κινδύνου —πραγματικού ή δυνητικού— κατάχρησης αγοράς, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή άλλης εγκληματικής δραστηριότητας, καθώς και αντιανταγωνιστικής συμπεριφοράς, υπό τον όρο ότι με την επιβολή αυτού του ύψους προσφοράς ή διορθωτικού μέτρου μετριάζεται πραγματικά ο συγκεκριμένος κίνδυνος. Η Επιτροπή δύναται να ζητά και να λαμβάνει τη γνώμη των ενδιαφερόμενων κρατών μελών σχετικά με την πρόταση του χώρου πλειστηριασμών. Ο σχετικός χώρος πλειστηριασμών λαμβάνει στο έπακρο υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής.

2.   Το ανώτατο ύψος προσφοράς εκφράζεται είτε σε ποσοστό του συνολικού αριθμού πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων σε δεδομένο πλειστηριασμό είτε σε ποσοστό του συνολικού αριθμού πλειστηριαζόμενων δικαιωμάτων σε δεδομένο έτος, αναλόγως του ποιο από τα δύο ο χώρος πλειστηριασμών θεωρεί καταλληλότερο για την αντιμετώπιση του κινδύνου κατάχρησης της αγοράς.

3.   Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως ανώτατο ύψος προσφοράς νοείται ο μέγιστος αριθμός δικαιωμάτων που επιτρέπεται να καλύπτεται από προσφορά υποβαλλόμενη, άμεσα ή έμμεσα, από τα πρόσωπα που απαριθμούνται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 ή 2 και τα οποία εμπίπτουν σε κάποια από τις ακόλουθες κατηγορίες:

α)

ανήκουν στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένης της τυχόν μητρικής επιχείρησης, των θυγατρικών της επιχειρήσεων και συνδεδεμένων επιχειρήσεων·

β)

ανήκουν στην ίδια επιχειρηματική ομάδα·

γ)

ανήκουν σε ξεχωριστή οικονομική μονάδα που διαθέτει ανεξάρτητη εξουσία λήψης αποφάσεων, όπου ελέγχονται άμεσα ή έμμεσα από τους ίδιους δημόσιους οργανισμούς ή κρατικούς φορείς.

Άρθρο 49

Κανόνες δεοντολογίας της αγοράς και άλλες συμβατικές ρυθμίσεις

O χώρος πλειστηριασμών δικαιούται να λάβει οποιαδήποτε άλλα μέτρα δυνάμει των οικείων κανόνων δεοντολογίας της αγοράς ή άλλων συμβατικών ρυθμίσεων που έχει συνομολογήσει, άμεσα ή έμμεσα, με πρόσωπα τα οποία έχουν γίνει δεκτά προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς, υπό τον όρο ότι τα εν λόγω μέτρα δεν αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 44 έως 48 ούτε τις υπονομεύουν.

Άρθρο 50

Κανόνες δεοντολογίας για πρόσωπα στα οποία χορηγείται άδεια υποβολής προσφορών εξ ονόματος άλλων

1.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται:

α)

στα πρόσωπα στα οποία χορηγείται άδεια υποβολής προσφορών σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 2·

β)

σε επιχειρήσεις επενδύσεων και πιστωτικά ιδρύματα που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ).

2.   Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 πρόσωπα τηρούν τους ακόλουθους κανόνες δεοντολογίας στις σχέσεις τους με τους πελάτες τους:

α)

δέχονται εντολές από τους πελάτες τους υπό συγκρίσιμους όρους·

β)

αρνούνται να υποβάλουν προσφορά εξ ονόματος πελάτη εάν έχουν βάσιμες υπόνοιες για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, εγκληματική δραστηριότητα ή κατάχρηση αγοράς, με την επιφύλαξη της εθνικής νομοθεσίας μεταφοράς των άρθρων 35 και 39 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 στο εθνικό δίκαιο·

γ)

δύνανται να αρνηθούν να υποβάλουν προσφορά εξ ονόματος πελάτη εάν έχουν βάσιμες υπόνοιες ότι αυτός βρίσκεται σε αδυναμία πληρωμής για τα δικαιώματα για τα οποία προτίθεται να υποβάλει προσφορά·

δ)

συνάπτουν γραπτές συμφωνίες με τους πελάτες τους οι οποίες δεν επιβάλλουν αθέμιτους όρους ή περιορισμούς στους αντίστοιχους πελάτες και οι οποίες προβλέπουν όλους τους όρους και τις προϋποθέσεις που σχετίζονται με τις παρεχόμενες υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων της πληρωμής και της παράδοσης των δικαιωμάτων·

ε)

δύνανται να ζητούν από τους πελάτες τους να καταθέτουν ένα ποσό ως προκαταβολή για τα δικαιώματα·

στ)

δεν δύνανται να περιορίζουν αδικαιολόγητα τον αριθμό των προσφορών που μπορεί να υποβάλλει ένας πελάτης·

ζ)

δεν δύνανται να αναιρούν ούτε να περιορίζουν το δικαίωμα των πελατών τους να αναθέτουν σε άλλες οντότητες, επιλέξιμες βάσει του άρθρου 18 παράγραφος 1 στοιχεία β) έως ε) και του άρθρου 18 παράγραφος 2, την υποβολή προσφορών εξ ονόματός τους στους πλειστηριασμούς·

η)

λαμβάνουν δεόντως υπόψη τα συμφέροντα των πελατών τους·

θ)

επιφυλάσσουν στους πελάτες τους δίκαιη μεταχείριση, χωρίς διακρίσεις·

ι)

διατηρούν κατάλληλα εσωτερικά συστήματα και διαδικασίες για να διεκπεραιώνουν τα αιτήματα των πελατών που τους ζητούν να ενεργήσουν ως αντιπρόσωποι σε πλειστηριασμούς και για να έχουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν αποτελεσματικά σε πλειστηριασμούς, ιδίως όσον αφορά την υποβολή προσφορών εξ ονόματος των πελατών τους, την είσπραξη πληρωτέων ποσών και την παραλαβή ασφαλειών από τους πελάτες για λογαριασμό των οποίων ενεργούν, καθώς και τη μεταβίβαση δικαιωμάτων σ’ αυτούς·

ια)

αποτρέπουν την κοινολόγηση εμπιστευτικών πληροφοριών από το τμήμα της επιχείρησής τους που είναι αρμόδιο για την παραλαβή, την κατάρτιση και την υποβολή προσφορών εξ ονόματος των πελατών τους προς το τμήμα της επιχείρησής τους που είναι αρμόδιο για την κατάρτιση και την υποβολή προσφορών για δικό τους λογαριασμό ή το τμήμα της επιχείρησής τους που είναι υπεύθυνο για την εκ μέρους τους διαχείριση της δευτερογενούς αγοράς·

ιβ)

τηρούν αρχεία των πληροφοριών τις οποίες αποκτούν ή δημιουργούν ως ενδιάμεσοι που χειρίζονται προσφορές εξ ονόματος των πελατών τους στους πλειστηριασμούς και φυλάσσουν τα αρχεία αυτά για πέντε έτη από την ημερομηνία απόκτησης ή δημιουργίας των σχετικών πληροφοριών.

Το ποσό της κατάθεσης που αναφέρεται στο στοιχείο ε) του πρώτου εδαφίου υπολογίζεται σε δίκαιη και εύλογη βάση και καθορίζεται στις συμφωνίες που αναφέρονται στο στοιχείο δ) του εν λόγω εδαφίου. Κάθε μέρος της εν λόγω κατάθεσης που δεν χρησιμοποιείται για να καλυφθεί η πληρωμή δικαιωμάτων επιστρέφεται στον πελάτη εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά τον πλειστηριασμό, όπως προβλέπεται στις συμφωνίες που αναφέρονται στο στοιχείο δ) του πρώτου εδαφίου.

3.   Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 πρόσωπα τηρούν τους ακόλουθους κανόνες δεοντολογίας, όταν υποβάλλουν προσφορές για λογαριασμό τους ή εξ ονόματος πελατών τους:

α)

παρέχουν κάθε πληροφορία που ζητεί οποιοσδήποτε χώρος πλειστηριασμών στον οποίο έχουν γίνει δεκτά προς υποβολή προσφορών·

β)

ενεργούν με ακεραιότητα, εύλογες δεξιότητες, προσοχή και επιμέλεια.

4.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές που ορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και την οδηγία (ΕΕ) 2015/849 από τα κράτη μέλη όπου είναι εγκατεστημένα τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 πρόσωπα είναι υπεύθυνες για τη χορήγηση αδειών στα εν λόγω πρόσωπα για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο, καθώς και για την παρακολούθηση και επιβολή της τήρησης των κανόνων δεοντολογίας που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3, συμπεριλαμβανομένου του χειρισμού τυχόν καταγγελιών για μη τήρηση των εν λόγω κανόνων δεοντολογίας.

5.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 4 χορηγούν άδεια στα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 πρόσωπα μόνον εφόσον αυτά πληρούν όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

παρέχουν επαρκή εχέγγυα εντιμότητας και διαθέτουν επαρκή πείρα ώστε να διασφαλίζεται η ορθή τήρηση των κανόνων δεοντολογίας που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3·

β)

έχουν θέσει σε εφαρμογή τις αναγκαίες διαδικασίες και ελέγχους για τη διαχείριση των συγκρούσεων συμφερόντων και την καλύτερη δυνατή εξυπηρέτηση των συμφερόντων των πελατών τους·

γ)

συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της οδηγίας (ΕΕ) 2015/849·

δ)

τηρούν τυχόν άλλα μέτρα που θεωρούνται απαραίτητα, λαμβάνοντας υπόψη το είδος των παρεχόμενων υπηρεσιών υποβολής προσφορών και το επίπεδο απαιτήσεων των εν λόγω πελατών από πλευράς επενδυτικού ή εμπορικού προφίλ, καθώς και τη βασιζόμενη στον κίνδυνο εκτίμηση της πιθανότητας νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας ή εγκληματικής δραστηριότητας.

6.   Οι αρμόδιες εθνικές αρχές του κράτους μέλους όπου λαμβάνουν άδεια τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 πρόσωπα παρακολουθούν και επιβάλλουν την τήρηση των προϋποθέσεων που παρατίθενται στην παράγραφο 5. Το κράτος μέλος μεριμνά ώστε:

α)

οι οικείες αρμόδιες εθνικές αρχές να διαθέτουν ερευνητικές εξουσίες και τη δυνατότητα επιβολής αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών κυρώσεων·

β)

να έχει συσταθεί μηχανισμός για τον χειρισμό των καταγγελιών και την ανάκληση των αδειών, σε περίπτωση που τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα παραβαίνουν τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τις άδειες αυτές·

γ)

οι οικείες αρμόδιες εθνικές αρχές να μπορούν να ανακαλούν την άδεια που χορηγείται βάσει της παραγράφου 5, σε περίπτωση σοβαρής και συστηματικής παράβασης των διατάξεων των παραγράφων 2 και 3 από πρόσωπο που έχει λάβει άδεια.

7.   Οι πελάτες των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δύνανται να υποβάλλουν καταγγελίες σχετικά με την τήρηση των προβλεπόμενων στις παραγράφους 2 και 3 κανόνων δεοντολογίας στις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, σύμφωνα με τους διαδικαστικούς κανόνες που έχουν καθοριστεί για τον χειρισμό των καταγγελιών αυτών.

8.   Στα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 πρόσωπα επιτρέπεται, χωρίς άλλη νομοθετική ή διοικητική απαίτηση των κρατών μελών, να παρέχουν υπηρεσίες υποβολής προσφορών σε πελάτες που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο στοιχείο α).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVI

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ

Άρθρο 51

Δημοσίευση

Τα ακόλουθα δημοσιεύονται σε ειδικό ενημερωμένο ιστότοπο πλειστηριασμών που τηρείται από τον οικείο χώρο πλειστηριασμών:

α)

όλη η νομοθεσία, οι κατευθυντήριες γραμμές, οι οδηγίες, τα έντυπα, τα έγγραφα και οι ανακοινώσεις που σχετίζονται με τους πλειστηριασμούς στον χώρο πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένου του προγράμματος πλειστηριασμών·

β)

κάθε άλλη μη εμπιστευτική πληροφορία σχετική με τους πλειστηριασμούς στον συγκεκριμένο χώρο πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένου του καταλόγου των προσώπων που έχουν γίνει δεκτά προς υποβολή προσφορών στους πλειστηριασμούς·

γ)

κάθε απόφαση, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε απόφασης δυνάμει του άρθρου 48, με την οποία επιβάλλεται μέγιστο μέγεθος προσφοράς και κάθε άλλο αναγκαίο διορθωτικό μέτρο για τον μετριασμό πραγματικού ή δυνητικού ορατού κινδύνου νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, εγκληματικής δραστηριότητας ή κατάχρησης αγοράς στον χώρο πλειστηριασμών·

δ)

κατάλογο των ονομάτων και των επαγγελματικών διευθύνσεων, των επαγγελματικών αριθμών τηλεφώνου, των επαγγελματικών διευθύνσεων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και των επαγγελματικών ιστοτόπων όλων των προσώπων που έχουν γίνει δεκτά προς υποβολή προσφορών για λογαριασμό τρίτων σε πλειστηριασμούς που διεξάγει ο χώρος πλειστηριασμών.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο και οι οποίες καθίστανται παρωχημένες τίθενται σε αρχείο. Το εν λόγω αρχείο είναι προσβάσιμο μέσω του ιστοτόπου πλειστηριασμών που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο.

Άρθρο 52

Ανακοίνωση και κοινοποίηση των αποτελεσμάτων των πλειστηριασμών

1.   Ο χώρος πλειστηριασμών ανακοινώνει τα αποτελέσματα κάθε πλειστηριασμού που διεξάγει. Η ανακοίνωση περιλαμβάνει τουλάχιστον τα εξής στοιχεία:

α)

την ποσότητα των πλειστηριασθέντων δικαιωμάτων·

β)

την τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού, σε ευρώ·

γ)

τη συνολική ποσότητα προσφορών που υποβλήθηκαν·

δ)

τον συνολικό αριθμό των προσφερόντων και τον αριθμό των υπερθεματιστών·

ε)

σε περίπτωση ακύρωσης πλειστηριασμού, τους πλειστηριασμούς στους οποίους θα μεταφερθεί η ποσότητα των δικαιωμάτων·

στ)

τα συνολικά έσοδα που απέφερε ο πλειστηριασμός·

ζ)

την κατανομή των εσόδων μεταξύ των κρατών μελών και των ταμείων που αναφέρονται στο άρθρο 24, στην περίπτωση του κοινού χώρου πλειστηριασμών.

2.   Ο χώρος πλειστηριασμών ανακοινώνει τα αποτελέσματα κάθε πλειστηριασμού μόλις αυτό είναι ευλόγως εφικτό. Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β) ανακοινώνονται το αργότερο 5 λεπτά μετά τη λήξη της περιόδου υποβολής προσφορών, ενώ οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία γ) έως ζ) ανακοινώνονται το αργότερο 15 λεπτά μετά τη λήξη της περιόδου υποβολής προσφορών.

3.   Ταυτόχρονα με την ανακοίνωση των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και β), ο χώρος πλειστηριασμών κοινοποιεί σε κάθε υπερθεματιστή τα ακόλουθα:

α)

τον συνολικό αριθμό δικαιωμάτων που θα κατανεμηθούν στον συγκεκριμένο προσφέροντα·

β)

εφόσον υπέβαλε προσφορές με την ίδια τιμή, εάν και ποια από αυτές επιλέχθηκε τυχαία·

γ)

το πληρωτέο ποσό, σε ευρώ ή στο νόμισμα κράτους μέλους που δεν ανήκει στη ζώνη του ευρώ, το οποίο επιλέγει ο προσφέρων, υπό τον όρο ότι το σύστημα εκκαθάρισης ή το σύστημα διακανονισμού είναι ικανό να συναλλάσσεται στο εν λόγω εθνικό νόμισμα·

δ)

την ημερομηνία έως την οποία το πληρωτέο ποσό πρέπει να καταβληθεί, σε εκκαθαρισμένα υπόλοιπα, στον καθορισμένο τραπεζικό λογαριασμό του εκπλειστηριαστή.

4.   Όταν το νόμισμα της επιλογής του προσφέροντος δεν είναι το ευρώ, ο χώρος πλειστηριασμών κοινοποιεί στον υπερθεματιστή τη συναλλαγματική ισοτιμία, όπως αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 4, την οποία χρησιμοποίησε για τον υπολογισμό του οφειλόμενου ποσού στο νόμισμα της επιλογής του υπερθεματιστή.

5.   Ο χώρος πλειστηριασμών διαβιβάζει στα οικεία συστήματα εκκαθάρισης και διακανονισμού που συνδέονται με αυτόν τις πληροφορίες που έχει κοινοποιήσει σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Άρθρο 53

Προστασία εμπιστευτικών πληροφοριών

1.   Οι κατωτέρω πληροφορίες είναι εμπιστευτικές:

α)

το περιεχόμενο των προσφορών·

β)

το περιεχόμενο των εντολών υποβολής προσφοράς, έστω και αν η προσφορά δεν υποβληθεί·

γ)

πληροφορίες από τις οποίες αποκαλύπτονται ή είναι δυνατόν να συναχθούν η ταυτότητα του προσφέροντος και οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

i)

ο αριθμός των δικαιωμάτων που επιθυμεί να αποκτήσει ο προσφέρων μέσω του πλειστηριασμού·

ii)

η τιμή την οποία είναι διατεθειμένος να καταβάλει ο προσφέρων για τα δικαιώματα αυτά·

δ)

πληροφορίες που αφορούν ή προκύπτουν από μία ή περισσότερες προσφορές ή εντολές υποβολής προσφοράς και οι οποίες είναι πιθανόν, χωριστά ή από κοινού:

i)

να παρέχουν ενδείξεις σχετικά με τη ζήτηση δικαιωμάτων πριν από κάποιον πλειστηριασμό·

ii)

να παρέχουν ενδείξεις σχετικά με την τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού πριν από τη διεξαγωγή του·

ε)

πληροφορίες που παρέχονται από πρόσωπα στο πλαίσιο της δημιουργίας ή διατήρησης σχέσης με προσφέροντες ή της παρακολούθησης της σχέσης αυτής σύμφωνα με τα άρθρα 19, 20, 21 και 45·

στ)

επιχειρηματικά απόρρητα που παρέχονται από πρόσωπα που συμμετέχουν σε ανταγωνιστική διαδικασία σύναψης σύμβασης για τον ορισμό χώρου πλειστηριασμών·

ζ)

πληροφορίες σχετικά με τον αλγόριθμο που χρησιμοποιείται για την τυχαία επιλογή προσφορών με την ίδια τιμή, η οποία αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο·

η)

πληροφορίες σχετικά με τη μέθοδο που χρησιμοποιείται για να καθοριστεί τι συνιστά την αναφερόμενη στο άρθρο 7 παράγραφος 7 τιμή εκκαθάρισης πλειστηριασμού η οποία είναι σημαντικά χαμηλότερη από την τιμή που επικρατούσε στη δευτερογενή αγορά πριν από πλειστηριασμό και κατά τη διάρκειά του.

2.   Κανένα πρόσωπο που αποκτά εμπιστευτικές πληροφορίες δεν τις κοινολογεί, άμεσα ή έμμεσα, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 3.

3.   Η παράγραφος 2 δεν εμποδίζει την κοινολόγηση εμπιστευτικών πληροφοριών οι οποίες:

α)

έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί νομίμως·

β)

δημοσιοποιούνται με την έγγραφη συναίνεση προσφέροντος ή προσώπου που έχει γίνει δεκτό προς υποβολή προσφορών ή έχει καταθέσει αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών·

γ)

επιβάλλεται να κοινολογηθούν ή να δημοσιοποιηθούν σύμφωνα με το δίκαιο της Ένωσης·

δ)

δημοσιοποιούνται κατόπιν δικαστικής εντολής·

ε)

κοινολογούνται ή δημοσιοποιούνται για τους σκοπούς ποινικών, διοικητικών ή δικαστικών ερευνών ή διαδικασιών που διενεργούνται στην Ένωση·

στ)

πριν κοινολογηθούν, συνδυάζονται ή αναδιατυπώνονται με αποτέλεσμα να είναι απίθανο να διακρίνονται τα στοιχεία που αφορούν:

i)

μεμονωμένες προσφορές ή εντολές υποβολής προσφοράς·

ii)

μεμονωμένους πλειστηριασμούς·

iii)

μεμονωμένους προσφέροντες, υποψήφιους προσφέροντες ή πρόσωπα τα οποία έχουν υποβάλει αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών·

iv)

μεμονωμένες αιτήσεις αποδοχής προς υποβολή προσφορών·

v)

μεμονωμένες σχέσεις με προσφέροντες·

ζ)

αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ζ), υπό τον όρο ότι κοινολογούνται σε πρόσωπα απασχολούμενα από τα κράτη μέλη ή την Επιτροπή, τα οποία μετέχουν στην ανταγωνιστική διαδικασία σύναψης συμβάσεων που αναφέρεται στο εν λόγω στοιχείο και υπέχουν και αυτά υποχρέωση τήρησης επαγγελματικού απορρήτου βάσει των όρων εργασίας τους·

η)

δημοσιοποιούνται μετά την παρέλευση περιόδου 30 μηνών από τις ακόλουθες ημερομηνίες, με την επιφύλαξη υποχρεώσεων τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου που απορρέουν από το δίκαιο της Ένωσης και εξακολουθούν να ισχύουν:

i)

για τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) έως δ), την ημερομηνία έναρξης της περιόδου υποβολής προσφορών του πλειστηριασμού κατά την οποία κοινολογήθηκαν για πρώτη φορά οι εμπιστευτικές πληροφορίες·

ii)

για τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε), την ημερομηνία παύσης της σχέσης με τον προσφέροντα·

iii)

για τις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο στ), την ημερομηνία υποβολής των πληροφοριών στο πλαίσιο της ανταγωνιστικής διαδικασίας σύναψης συμβάσεων.

4.   Τα μέτρα που απαιτούνται για να εξασφαλιστεί ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες δεν κοινολογούνται αντικανονικά, καθώς και οι συνέπειες κάθε αντικανονικής κοινολόγησής τους από χώρο πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων τα οποία αυτός απασχολεί με σύμβαση, καθορίζονται στις συμβάσεις ορισμού του χώρου πλειστηριασμών.

5.   Οι εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες αποκτά χώρος πλειστηριασμών, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων που απασχολούνται από αυτόν με σύμβαση, χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του ή την άσκηση των καθηκόντων του που σχετίζονται με τους πλειστηριασμούς.

6.   Οι παράγραφοι 1 έως 5 δεν αποκλείουν την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών μεταξύ χώρου πλειστηριασμών και:

α)

των αρμοδίων εθνικών αρχών που εποπτεύουν χώρους πλειστηριασμών·

β)

των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για τη διερεύνηση και τη δίωξη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, των εγκληματικών δραστηριοτήτων και της κατάχρησης αγοράς·

γ)

της Επιτροπής.

Οι εμπιστευτικές πληροφορίες που ανταλλάσσονται δυνάμει της παρούσας παραγράφου δεν κοινολογούνται σε άλλα πρόσωπα πλην των αναφερόμενων στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ).

7.   Κάθε άτομο που απασχολείται ή απασχολήθηκε στο παρελθόν από χώρο πλειστηριασμών, μετέχοντας στους πλειστηριασμούς, υπέχει υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου και διασφαλίζει την προστασία των εμπιστευτικών πληροφοριών σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Άρθρο 54

Γλωσσικό καθεστώς

1.   Οι γραπτές πληροφορίες που παρέχονται από χώρο πλειστηριασμών δυνάμει του άρθρου 51 παράγραφος 1 ή βάσει της σύμβασης ορισμού του και δεν δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης συντάσσονται σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στον διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

2.   Τα κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν τη μετάφραση, με δική τους δαπάνη, των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, στην επίσημη γλώσσα ή στις επίσημες γλώσσες του εν λόγω κράτους μέλους.

Όταν ένα κράτος μέλος προβλέπει, με δική του δαπάνη, τη μετάφραση όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 οι οποίες παρέχονται από τον κοινό χώρο πλειστηριασμών, κάθε κράτος μέλος που έχει ορίσει χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης προβλέπει επίσης, με δική του δαπάνη, τη μετάφραση στις ίδιες γλώσσες όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και οι οποίες παρέχονται από τον εν λόγω χώρο πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης.

3.   Τα πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών και εκείνα που γίνονται δεκτά προς υποβολή προσφορών δύνανται να υποβάλλουν τα ακόλουθα στη γλώσσα που αναφέρεται στην παράγραφο 4, υπό τον όρο ότι το κράτος μέλος έχει αποφασίσει να προβλέπει μετάφραση στη γλώσσα αυτή σύμφωνα με την παράγραφο 2:

α)

τις αιτήσεις τους για αποδοχή προς υποβολή προσφορών, συμπεριλαμβανομένων των δικαιολογητικών·

β)

τις προσφορές τους, συμπεριλαμβανομένης της ενδεχόμενης απόσυρσης ή τροποποίησής τους·

γ)

τυχόν ερωτήματά τους που αφορούν τα στοιχεία α) και β).

Οι χώροι πλειστηριασμών δύνανται να ζητούν επικυρωμένη μετάφραση των πληροφοριών που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σε γλώσσα ευρέως διαδεδομένη στον διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα.

4.   Τα πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση αποδοχής και εκείνα που γίνονται δεκτά προς υποβολή προσφορών, καθώς και οι προσφέροντες που συμμετέχουν σε πλειστηριασμό επιλέγουν οποιαδήποτε από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, στην οποία λαμβάνουν όλες τις κοινοποιήσεις στο πλαίσιο του άρθρου 8 παράγραφος 3, του άρθρου 20 παράγραφος 8, του άρθρου 21 παράγραφος 4 και του άρθρου 52 παράγραφος 3.

Όταν ένα κράτος μέλος έχει αποφασίσει να προβλέπει μετάφραση σύμφωνα με την παράγραφο 2 στη γλώσσα που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, κάθε άλλη προφορική ή γραπτή επικοινωνία χώρου πλειστηριασμών με πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών, πρόσωπα που έχουν γίνει δεκτά προς υποβολή προσφορών ή προσφέροντες που συμμετέχουν σε πλειστηριασμό πραγματοποιείται και αυτή στην εν λόγω γλώσσα χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση για τους εν λόγω αιτούντες, πρόσωπα και προσφέροντες.

Ωστόσο, ακόμα και όταν ένα κράτος μέλος έχει αποφασίσει να προβλέπει μετάφραση στη γλώσσα που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με την παράγραφο 2, τα πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών, τα πρόσωπα που γίνονται δεκτά προς υποβολή προσφορών ή οι προσφέροντες που συμμετέχουν σε πλειστηριασμό δύνανται να παραιτηθούν του δικαιώματος που έχουν βάσει του δεύτερου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, παρέχοντας εκ των προτέρων έγγραφη συναίνεση για τη χρήση, από τον αντίστοιχο χώρο πλειστηριασμών, μόνο γλώσσας ευρέως διαδεδομένης στον διεθνή χρηματοοικονομικό τομέα για την επικοινωνία που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο.

5.   Τα κράτη μέλη είναι υπεύθυνα για την ακρίβεια των μεταφράσεων που πραγματοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Τα πρόσωπα που υποβάλλουν μεταφράσεις εγγράφων της παραγράφου 3 και οι χώροι πλειστηριασμών που κοινοποιούν μεταφρασμένα έγγραφα βάσει της παραγράφου 4 εξασφαλίζουν ότι τα έγγραφα αυτά αποτελούν ακριβείς μεταφράσεις των πρωτοτύπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ XVII

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 55

Δικαίωμα προσφυγής

1.   Ο χώρος πλειστηριασμών μεριμνά ώστε να διαθέτει εξωδικαστικό μηχανισμό για την εξέταση καταγγελιών από:

α)

αιτούντες αποδοχή προς υποβολή προσφορών, ιδίως πρόσωπα των οποίων η αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών έχει απορριφθεί·

β)

πρόσωπα των οποίων η αποδοχή προς υποβολή προσφορών έχει αρθεί ή ανασταλεί·

γ)

πρόσωπα που έχουν γίνει δεκτά προς υποβολή προσφορών.

2.   Τα κράτη μέλη στα οποία εποπτεύεται ρυθμιζόμενη αγορά η οποία έχει οριστεί ως κοινός χώρος πλειστηριασμών ή χώρος πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης, ή ο διαχειριστής της οικείας αγοράς μεριμνούν ώστε κάθε απόφαση που λαμβάνεται από τον εξωδικαστικό μηχανισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 να είναι δεόντως αιτιολογημένη και να υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον των δικαστηρίων που αναφέρονται στο άρθρο 74 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Το δικαίωμα προσφυγής δεν θίγει τα τυχόν δικαιώματα απευθείας προσφυγής στα δικαστήρια ή στα αρμόδια διοικητικά όργανα που προβλέπονται στα εθνικά μέτρα ενσωμάτωσης του άρθρου 74 παράγραφος 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Άρθρο 56

Διόρθωση σφαλμάτων

1.   Κάθε σφάλμα σε μεταφορές πληρωμών ή δικαιωμάτων ή σε ασφάλειες ή εγγυήσεις που έχουν κατατεθεί ή αποδεσμευθεί βάσει του παρόντος κανονισμού γνωστοποιείται στα συστήματα εκκαθάρισης ή διακανονισμού αμέσως μόλις γίνει αντιληπτό από οποιοδήποτε πρόσωπο.

2.   Το σύστημα εκκαθάρισης ή διακανονισμού λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για τη διόρθωση τυχόν σφαλμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, τα οποία του κοινοποιούνται ή περιέρχονται σε γνώση του με οποιοδήποτε άλλο μέσο.

3.   Οποιοδήποτε πρόσωπο που επωφελείται από σφάλμα κατά την παράγραφο 1 το οποίο δεν επιδέχεται διόρθωση βάσει της παραγράφου 2, λόγω μεσολαβούντων δικαιωμάτων τρίτου καλόπιστου αγοραστή, και ενώ γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει το σφάλμα, δεν το γνωστοποίησε στα συστήματα εκκαθάρισης ή διακανονισμού, υποχρεούται να αποκαταστήσει κάθε προκαλούμενη ζημία.

Άρθρο 57

Κατάργηση

1.   Ο κανονισμός (EE) αριθ. 1031/2010 καταργείται.

2.   Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος IV.

Άρθρο 58

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Οκτωβρίου 2023.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)   ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32.

(2)  Οδηγία (ΕΕ) 2023/959 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Ένωσης και της απόφασης (ΕΕ) 2015/1814 σχετικά με τη θέσπιση και τη λειτουργία αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς όσον αφορά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου της Ένωσης (ΕΕ L 130 της 16.5.2023, σ. 134).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1119 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 2021, για τη θέσπιση πλαισίου με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας και για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 401/2009 και (ΕΕ) 2018/1999 («ευρωπαϊκό νομοθέτημα για το κλίμα») (ΕΕ L 243 της 9.7.2021, σ. 1).

(4)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1031/2010 της Επιτροπής, της 12ης Νοεμβρίου 2010, για τον χρόνο διεξαγωγής, τη διαχείριση και τις λοιπές πτυχές των πλειστηριασμών δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου κατ’ εφαρμογήν της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας (ΕΕ L 302 της 18.11.2010, σ. 1).

(5)  Κανονισμός (ΕΕ) 2021/241 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2021, για τη θέσπιση του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΕΕ L 57 της 18.2.2021, σ. 17).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) 2023/955 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για τη σύσταση Κοινωνικού Ταμείου για το Κλίμα και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1060 (ΕΕ L 130 της 16.5.2023, σ. 1).

(7)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/1122 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2019, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη λειτουργία του ενωσιακού μητρώου (ΕΕ L 177 της 2.7.2019, σ. 3).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) 2023/955 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαΐου 2023, για τη σύσταση Κοινωνικού Ταμείου για το Κλίμα και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2021/1060 (ΕΕ L 130 της 16.5.2023, σ. 1).

(9)  Απόφαση (ΕΕ) 2015/1814 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2015, σχετικά με τη θέσπιση και τη λειτουργία αποθεματικού για τη σταθερότητα της αγοράς όσον αφορά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου και την τροποποίηση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ (ΕΕ L 264 της 9.10.2015, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1.)

(11)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση της αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών της Επιτροπής 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 1).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).

(14)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(16)  Οδηγία 2013/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις, τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις και συναφείς εκθέσεις επιχειρήσεων ορισμένων μορφών, την τροποποίηση της οδηγίας 2006/43/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και την κατάργηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 182 της 29.6.2013, σ. 19).

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων («Κοινοτικός κανονισμός συγκεντρώσεων») (ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1).

(18)  Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Μαΐου 2015, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 141 της 5.6.2015, σ. 73).

(19)  Οδηγία 98/26/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Μαΐου 1998, σχετικά με το αμετάκλητο του διακανονισμού στα συστήματα πληρωμών και στα συστήματα διακανονισμού αξιογράφων (ΕΕ L 166 της 11.6.1998, σ. 45).

(20)  Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2003) 1422] (2003/361/ΕΚ) (ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36).

(21)  Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 (ΕΕ L 156 της 19.6.2018, σ. 26).

(22)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων επενδύσεων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(23)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/856 της Επιτροπής, της 26ης Φεβρουαρίου 2019, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τη λειτουργία του Ταμείου Καινοτομίας (ΕΕ L 140 της 28.5.2019, σ. 6).

(24)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας (ΕΕ L 326 της 8.12.2011, σ. 1).

(25)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/590 της Επιτροπής, της 28ης Ιουλίου 2016, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την αναφορά των συναλλαγών στις αρμόδιες αρχές (ΕΕ L 87 της 31.3.2017, σ. 449).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνονται στην αίτηση αποδοχής προς υποβολή προσφορών όπως αναφέρεται στο άρθρο 20 παράγραφος 3

1.   

Αποδεικτικό επιλεξιμότητας σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 ή 2.

2.   

Όνομα, ταχυδρομική διεύθυνση, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και αριθμός τηλεφώνου του αιτούντος.

3.   

Αναγνωριστικό του καθορισμένου λογαριασμού του αιτούντος στο μητρώο της Ένωσης.

4.   

Πλήρη στοιχεία του καθορισμένου τραπεζικού λογαριασμού του αιτούντος.

5.   

Όνομα, ταχυδρομική διεύθυνση και αριθμός τηλεφώνου, καθώς και διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ενός ή περισσοτέρων αντιπροσώπων του προσφέροντος, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο.

6.   

Για τα νομικά πρόσωπα, αποδεικτικά των εξής:

α)

σύσταση, όπου δηλώνονται τα παρακάτω:

i)

νομική μορφή του αιτούντος·

ii)

το δίκαιο από το οποίο διέπεται ο αιτών·

iii)

κατά πόσον ο αιτών είναι εταιρεία εισηγμένη σε ένα ή περισσότερα αναγνωρισμένα χρηματιστήρια·

β)

αριθμός εγγραφής του αιτούντος στο οικείο μητρώο όπου έχει εγγραφεί ο αιτών, ή το καταστατικό ή άλλο έγγραφο που βεβαιώνει τη σύστασή του.

7.   

Για τα νομικά πρόσωπα και τα νομικά μορφώματα, οι πληροφορίες που απαιτούνται για την ταυτοποίηση του πραγματικού δικαιούχου και την κατανόηση της δομής ιδιοκτησίας και ελέγχου του νομικού προσώπου ή νομικού μορφώματος.

8.   

Για τα φυσικά πρόσωπα, αποδεικτικό της ταυτότητάς τους υπό μορφή δελτίου ταυτότητας, άδειας οδήγησης, διαβατηρίου ή άλλου ανάλογου επίσημου εγγράφου το οποίο περιλαμβάνει ονοματεπώνυμο, φωτογραφία, ημερομηνία γέννησης και διεύθυνση μόνιμης κατοικίας του αιτούντος στην Ένωση, ενδεχομένως υποστηριζόμενο από άλλα κατάλληλα δικαιολογητικά, εφόσον είναι απαραίτητο.

9.   

Οι πληροφορίες που απαιτούνται για την εφαρμογή των μέτρων σχετικά με τη δέουσα επιμέλεια ως προς τον πελάτη, που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο ε).

10.   

Τελευταίος ελεγμένος ετήσιος απολογισμός και ετήσιοι λογαριασμοί του αιτούντος, συμπεριλαμβανομένου του λογαριασμού αποτελεσμάτων χρήσης και του ισολογισμού ή, ελλείψει τέτοιου απολογισμού και λογαριασμών, δήλωση ΦΠΑ, ή όποιες πρόσθετες πληροφορίες απαιτούνται για να αποδειχθεί η φερεγγυότητα και η πιστοληπτική ικανότητα του αιτούντος.

11.   

Αριθμός φορολογικού μητρώου ΦΠΑ, εάν υπάρχει, ή, εάν ο αιτών δεν είναι εγγεγραμμένος στα μητρώα ΦΠΑ, οποιοδήποτε άλλο μέσο που διαθέτουν οι φορολογικές αρχές του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο αιτών ή του κράτους μέλους στο οποίο ο αιτών έχει τη φορολογική κατοικία του για την ταυτοποίηση του αιτούντος, ή οι πρόσθετες πληροφορίες που απαιτούνται για να αποδειχθεί το φορολογικό καθεστώς του αιτούντος εντός της Ένωσης.

12.   

Δήλωση με την οποία ο αιτών βεβαιώνει ότι, εξ όσων γνωρίζει, ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του άρθρου 19 παράγραφος 2 στοιχείο στ).

13.   

Αποδεικτικό συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του άρθρου 19 παράγραφος 2 στοιχείο ζ).

14.   

Αποδεικτικό συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του άρθρου 18 παράγραφος 3.

15.   

Δήλωση με την οποία ο αιτών βεβαιώνει ότι διαθέτει την αναγκαία δικαιοπρακτική ικανότητα και εξουσιοδότηση για να υποβάλλει προσφορές σε πλειστηριασμούς, για λογαριασμό του ή εξ ονόματος άλλων.

16.   

Δήλωση με την οποία ο αιτών βεβαιώνει ότι, εξ όσων γνωρίζει, δεν υπάρχει νομικό, κανονιστικό, συμβατικό ή άλλου είδους κώλυμα που να τον εμποδίζει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του οι οποίες απορρέουν από τον παρόντα κανονισμό.

17.   

Δήλωση στην οποία αναφέρεται αν ο αιτών προτίθεται να πραγματοποιεί τις πληρωμές σε ευρώ ή στο νόμισμα κράτους μέλους που δεν ανήκει στη ζώνη του ευρώ, και στην οποία προσδιορίζεται το επιλεγόμενο νόμισμα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Υπόδειγμα για την κοινοποίηση εκούσιας ακύρωσης από κράτος μέλος όπως αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 1

 

Κοινοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 4 της οδηγίας 2003/87/ΕΚ

1.

Κράτος μέλος και δημόσια αρχή που υποβάλλει την κοινοποίηση:

2.

Ημερομηνία κοινοποίησης:

3.

Στοιχεία ταυτοποίησης της εγκατάστασης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που έχει παύσει να λειτουργεί (στο εξής: εγκατάσταση) στην επικράτεια του κράτους μέλους σύμφωνα με τα δεδομένα που καταγράφονται στο μητρώο της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

α)

Ονομασία της εγκατάστασης:

β)

Αναγνωριστικό της εγκατάστασης από το μητρώο της Ένωσης:

γ)

Ονομασία του φορέα εκμετάλλευσης της εγκατάστασης:

4.

Ημερομηνία μερικής/ολικής παύσης λειτουργίας της εγκατάστασης και ανάκλησης/τροποποίησης της άδειας εκπομπής αερίων θερμοκηπίου:

5.

Περιγραφή και αναφορά των πρόσθετων εθνικών μέτρων που οδήγησαν στη μερική/ολική παύση λειτουργίας της εγκατάστασης:

6.

Επαληθευμένες εκθέσεις εκπομπών της εγκατάστασης για τα πέντε έτη που προηγούνται του έτους μερικής/ολικής παύσης λειτουργίας:

7.

Μέγιστη συνολική ποσότητα δικαιωμάτων προς ακύρωση:

8.

Περίοδος εντός της οποίας θα ακυρωθούν τα δικαιώματα:

9.

Περιγραφή της μεθοδολογίας που θα χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό της ακριβούς ποσότητας δικαιωμάτων προς ακύρωση για ολόκληρη την περίοδο εντός της οποίας πραγματοποιείται η ακύρωση:


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Κατάλογος χώρων πλειστηριασμών στο πλαίσιο αυτοεξαίρεσης που αναφέρονται στο άρθρο 29 παράγραφος 6

Χώροι πλειστηριασμών που έχουν οριστεί από τη Γερμανία

Χώρος πλειστηριασμών

European Energy Exchange AG (EEX)

Νομική βάση

Άρθρο 29 παράγραφος 1

Διάρκεια ορισμού

Από τις 5 Ιανουαρίου 2024 το αργότερο και για μέγιστη περίοδο πέντε ετών έως τις 4 Ιανουαρίου 2029, με την επιφύλαξη του άρθρου 29 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο.

Όροι

Η αποδοχή στους πλειστηριασμούς δεν εξαρτάται από την απόκτηση της ιδιότητας του μέλους ή του συμμετέχοντος στη δευτερογενή αγορά που οργανώνει το ΕΕΧ ή σε άλλο χώρο συναλλαγών τον οποίο εκμεταλλεύεται το ΕΕΧ ή τρίτος.

Υποχρεώσεις

1.

Εντός δύο μηνών από τις 5 Ιανουαρίου 2024, το ΕΕΧ υποβάλλει τη στρατηγική εξόδου του στη Γερμανία. Η στρατηγική εξόδου ισχύει με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων του ΕΕΧ που ορίζονται στη σύμβαση με την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, η οποία συνάφθηκε σύμφωνα με το άρθρο 26, και των δικαιωμάτων της Επιτροπής και των εν λόγω κρατών μελών βάσει της σύμβασης αυτής.

2.

Η Γερμανία κοινοποιεί στην Επιτροπή οποιεσδήποτε ουσιαστικές αλλαγές στις σχετικές συμβατικές ρυθμίσεις με το ΕΕΧ που κοινοποιήθηκαν στην Επιτροπή στις 16 Φεβρουαρίου 2023.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Πίνακας αντιστοιχίας

Παρών κανονισμός

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1031/2010

Άρθρα 1 και 2

 

Άρθρο 3 σημείο 1

Άρθρο 3 σημείο 3

Άρθρο 3 σημείο 2

Άρθρο 3 σημείο 5

Άρθρο 3 σημείο 3

Άρθρο 3 σημείο 6

Άρθρο 3 σημείο 4

Άρθρο 3 σημείο 7

Άρθρο 3 σημείο 5

Άρθρο 3 σημείο 8

Άρθρο 3 σημείο 6

Άρθρο 3 σημείο 9

Άρθρο 3 σημείο 7

Άρθρο 3 σημείο 10

Άρθρο 3 σημείο 8

Άρθρο 3 σημείο 11

Άρθρο 3 σημείο 9

Άρθρο 3 σημείο 12

Άρθρο 3 σημείο 10

Άρθρο 3 σημείο 13

Άρθρο 3 σημείο 11

Άρθρο 3 σημείο 14

Άρθρο 3 σημείο 12

Άρθρο 3 σημείο 15

Άρθρο 3 σημείο 13

Άρθρο 3 σημείο 16

Άρθρο 3 σημείο 14

Άρθρο 3 σημείο 17

Άρθρο 3 σημείο 15

Άρθρο 3 σημείο 18

Άρθρο 3 σημείο 16

Άρθρο 3 σημείο 19

Άρθρο 3 σημεία 17 έως 27

 

Άρθρο 3 σημείο 28

Άρθρο 3 σημείο 29

Άρθρο 3 σημείο 29

Άρθρο 3 σημείο 28

Άρθρο 3 σημείο 30

Άρθρο 3 σημείο 28α

Άρθρο 3 σημείο 31

Άρθρο 3 σημείο 30

Άρθρο 3 σημείο 32

Άρθρο 3 σημείο 31

Άρθρο 3 σημείο 33

Άρθρο 3 σημείο 32

Άρθρο 3 σημείο 34

Άρθρο 3 σημείο 33

Άρθρο 3 σημείο 35

Άρθρο 3 σημείο 34

Άρθρο 3 σημείο 36

Άρθρο 3 σημείο 35

Άρθρο 3 σημείο 37

Άρθρο 3 σημείο 36

Άρθρο 3 σημείο 38

Άρθρο 3 σημείο 37

Άρθρο 3 σημείο 39

Άρθρο 3 σημείο 38

Άρθρο 3 σημείο 40

Άρθρο 3 σημείο 39

Άρθρο 3 σημείο 41

Άρθρο 3 σημείο 40

Άρθρο 3 σημείο 42

Άρθρο 3 σημείο 41

Άρθρο 3 σημεία 43 έως 44

 

Άρθρα 4 και 5

 

Άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2

 

Άρθρο 6 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφοι 4 και 5

 

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 7 σημείο 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 7 σημείο 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφοι 3 έως 8

 

Άρθρο 7 σημείο 9

Άρθρο 7 παράγραφος 8 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 10 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 10 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 8 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 10 τρίτο εδάφιο

 

Άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2

 

Άρθρο 8 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

 

Άρθρο 8 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

 

Άρθρο 8 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 5 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

 

Άρθρο 8 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 8 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο

Άρθρα 9 και 10

 

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 12

Άρθρα 11 και 13

Άρθρα 13 και 15

 

Άρθρο 16 σημείο 1

 

Άρθρο 16 σημείο 2

Άρθρο 16 παράγραφος 1α

Άρθρο 16 σημείο 3

Άρθρο 16 σημείο 2

Άρθρο 16 σημείο 4

Άρθρο 16 σημείο 3

Άρθρο 17

 

Άρθρο 18 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 σημείο 1

Άρθρο 18 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

 

Άρθρο 18 σημείο 2

 

Άρθρο 18 σημείο 3

Άρθρο 18 παράγραφος 4 και άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 18 σημείο 4

Άρθρο 18 σημείο 5

Άρθρο 19

 

Άρθρο 20 παράγραφοι 1 έως 5

 

Άρθρο 20 σημείο 6

Άρθρο 20 σημείο 7

Άρθρο 20 σημείο 7

Άρθρο 20 σημείο 8

Άρθρο 20 σημείο 8

Άρθρο 20 σημείο 9

Άρθρο 20 σημείο 9

Άρθρο 20 σημείο 10

Άρθρο 21

 

Άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 2

 

Άρθρο 22 σημείο 3

Άρθρο 22 σημείο 4

Άρθρο 22 σημείο 4

Άρθρο 22 σημείο 5

Άρθρο 22 σημείο 5

Άρθρο 22 σημείο 7

Άρθρο 23

 

Άρθρο 24 σημείο 1

 

Άρθρο 24 σημείο 2

Άρθρο 24 σημείο 1

Άρθρο 24 σημείο 3

 

Άρθρο 24 σημείο 4

Άρθρο 24 σημείο 2

Άρθρο 25 παράγραφοι 1 και 2

 

Άρθρο 25 σημείο 3

Άρθρο 25 σημείο 2

Άρθρο 25 σημείο 4

Άρθρο 25 σημείο 3

Άρθρο 26 σημείο 1

 

Άρθρο 26 σημείο 2

Άρθρο 26 σημείο 3

Άρθρο 26 σημείο 3

Άρθρο 26 σημείο 4

Άρθρο 26 σημείο 4

Άρθρο 26 σημείο 5

Άρθρο 26 σημείο 5

Άρθρο 26 σημείο 6

Άρθρο 27

 

Άρθρο 28 στοιχεία α) και β)

 

Άρθρο 28 στοιχείο γ)

Άρθρο 29 στοιχείο δ)

Άρθρο 28 στοιχείο δ)

Άρθρο 29 στοιχείο στ)

Άρθρο 28 στοιχείο ε)

Άρθρο 29 στοιχείο ζ)

Άρθρο 29 σημείο 1

 

Άρθρο 29 σημείο 2

Άρθρο 30 σημείο 3

Άρθρο 29 σημείο 3

Άρθρο 30 σημείο 4

Άρθρο 29 σημείο 4

Άρθρο 30 σημείο 5

Άρθρο 29 σημείο 5

Άρθρο 30 σημείο 6

Άρθρο 29 σημείο 6

Άρθρο 30 σημείο 7

Άρθρο 29 σημείο 7

Άρθρο 30 σημείο 8

Άρθρο 30

Άρθρο 31

Άρθρο 31 σημείο 1

Άρθρο 32 σημείο 1

Άρθρο 31 σημείο 2

Άρθρο 32 σημείο 2

Άρθρο 31 σημείο 3

Άρθρο 32 σημείο 4

Άρθρο 31 σημείο 4

Άρθρο 32 σημείο 5

Άρθρο 32

Άρθρο 34

Άρθρο 33

Άρθρο 35

Άρθρο 34 σημείο 1

Άρθρο 36 σημείο 1

Άρθρο 34 σημείο 2

Άρθρο 36 σημείο 2

Άρθρο 34 σημείο 3

Άρθρο 36 σημείο 4

Άρθρο 34 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 36 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 34 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 36 σημείο 3

Άρθρο 34 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 36 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 35 σημείο 1

Άρθρο 44 σημείο 1

Άρθρο 35 σημείο 2

Άρθρο 44 σημείο 2

Άρθρο 35 σημείο 3

Άρθρο 44 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 35 σημείο 4

Άρθρο 44 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 36

Άρθρο 45

Άρθρο 37

Άρθρο 46

Άρθρο 38

Άρθρο 47

Άρθρο 39

Άρθρο 48

Άρθρο 40

Άρθρο 49

Άρθρο 41 σημείο 1

Άρθρο 50 σημείο 1

Άρθρο 41 σημείο 2

Άρθρο 50 σημείο 3

Άρθρο 42

Άρθρο 51

Άρθρο 43 σημείο 1

Άρθρο 52 σημείο 1

Άρθρο 43 παράγραφος 2 πρώτο έως τρίτο εδάφιο

Άρθρο 52 παράγραφος 2 πρώτο έως τρίτο εδάφιο

Άρθρο 43 σημείο 3

Άρθρο 52 παράγραφος 2 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 44

Άρθρο 53

Άρθρο 45

Άρθρο 54

Άρθρο 46

Άρθρο 55

Άρθρο 47

Άρθρο 56

Άρθρο 48

Άρθρο 57

Άρθρο 49

Άρθρο 58

Άρθρο 50 σημείο 1

Άρθρο 59 σημείο 1

Άρθρο 50 σημείο 2

Άρθρο 59 σημείο 2

Άρθρο 50 σημείο 3

Άρθρο 59 σημείο 3

Άρθρο 50 σημείο 4

Άρθρο 59 σημείο 4

Άρθρο 50 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 59 σημείο 5

Άρθρο 50 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 59 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο πρώτη περίοδος

Άρθρο 50 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο πρώτη περίοδος

Άρθρο 59 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίοδος

Άρθρο 50 σημείο 7

Άρθρο 59 σημείο 7

Άρθρο 50 σημείο 8

Άρθρο 59 σημείο 8

Άρθρο 51

Άρθρο 60

Άρθρο 52

Άρθρο 61

Άρθρο 53 παράγραφο 1 στοιχεία α) έως ε)

 

Άρθρο 53 παράγραφος 1 στοιχείο στ)

Άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)

Άρθρο 53 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)

Άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο η)

Άρθρο 53 παράγραφος 1 στοιχείο η)

Άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο θ)

Άρθρο 53 σημείο 2

Άρθρο 62 σημείο 2

Άρθρο 53 παράγραφο 3 στοιχεία α) έως ε)

 

Άρθρο 53 παράγραφος 3 στοιχείο στ)

Άρθρο 62 παράγραφος 3 στοιχείο ζ)

Άρθρο 53 παράγραφος 3 στοιχείο ζ)

Άρθρο 62 παράγραφος 3 στοιχείο θ)

Άρθρο 53 παράγραφος 3 στοιχείο η) πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 62 παράγραφος 3 στοιχείο ι) πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 53 παράγραφος 3 στοιχείο η) τρίτη περίπτωση

Άρθρο 62 παράγραφος 3 στοιχείο ι) τρίτη περίπτωση

Άρθρο 53 σημείο 4

Άρθρο 62 σημείο 4

Άρθρο 53 σημείο 5

Άρθρο 62 σημείο 5

Άρθρο 53 σημείο 6

Άρθρο 62 σημείο 6

Άρθρο 53 σημείο 7

Άρθρο 62 σημείο 7

Άρθρο 54

Άρθρο 63

Άρθρο 55

Άρθρο 64

Άρθρο 56

Άρθρο 65

Άρθρο 57

 

Άρθρο 58

Άρθρο 66

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα II

Παράρτημα I

Παράρτημα III

 

Παράρτημα IV

 


ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2023/2830/oj

ISSN 1977-0669 (electronic edition)


Top