EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010CJ0443

Απόφαση του Δικαστηρίου (πέμπτο τμήμα) της 6ης Οκτωβρίου 2011.
Philippe Bonnarde κατά Agence de Services et de Paiement.
Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunal administratif de Limoges - Γαλλία.
Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων - Ποσοτικοί περιορισμοί - Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος - Εισαγωγή από πρόσωπο που έχει κατοικία σε κράτος μέλος οχήματος το οποίο έχει ήδη ταξινομηθεί σε άλλο κράτος μέλος - Περιβαλλοντική ενίσχυση - Προϋποθέσεις - Άδεια κυκλοφορίας από την οποία να προκύπτει η φύση του οχήματος ως οχήματος επιδείξεως.
Υπόθεση C-443/10.

European Court Reports 2011 I-09327

ECLI identifier: ECLI:EU:C:2011:641

Υπόθεση C-443/10

Philippe Bonnarde

κατά

Agence de Services et de Paiement

(αίτηση του tribunal administratif de Limoges
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Ποσοτικοί περιορισμοί – Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος – Εισαγωγή από πρόσωπο που έχει κατοικία σε κράτος μέλος οχήματος το οποίο έχει ήδη ταξινομηθεί σε άλλο κράτος μέλος – Περιβαλλοντική ενίσχυση – Προϋποθέσεις – Άδεια κυκλοφορίας από την οποία να προκύπτει η φύση του οχήματος ως οχήματος επιδείξεως»

Περίληψη της αποφάσεως

Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Ποσοτικοί περιορισμοί – Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος – Εθνική νομοθετική ρύθμιση η οποία εξαρτά τη χορήγηση περιβαλλοντικής ενισχύσεως, κατά την ταξινόμηση εισαγομένων οχημάτων επιδείξεως, από την αναγραφή επί της πρώτης άδειας κυκλοφορίας της μνείας «όχημα επιδείξεως» – Δεν επιτρέπεται – Δικαιολόγηση – Προστασία του περιβάλλοντος και καταπολέμηση της απάτης – Δεν υφίσταται

(Άρθρα 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ)

Τα άρθρα 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ αποκλείουν νομοθετική ρύθμιση κράτους μέλους η οποία εξαρτά τη χορήγηση της ενισχύσεως που καλείται «bonus écologique – Grenelle de l’environnement», κατά την ταξινόμηση στο οικείο κράτος μέλος εισαγομένων οχημάτων επιδείξεως, από την αναγραφή επί της πρώτης άδειας κυκλοφορίας τέτοιων οχημάτων της μνείας «όχημα επιδείξεως».

Συγκεκριμένα, ακόμη και αν μια τέτοια νομοθετική ρύθμιση επιβάλλει ως προς το σύνολο των οχημάτων επιδείξεως και ανεξαρτήτως της προελεύσεώς τους την προσκόμιση άδειας κυκλοφορίας με την ως άνω ένδειξη, προκειμένου αυτά να τύχουν περιβαλλοντικής ενισχύσεως, εντούτοις, η απαίτηση αυτή επηρεάζει διαφορετικά τα εισαγόμενα από άλλα κράτη μέλη οχήματα, αναλόγως του αν προέρχονται από κράτος μέλος που προβλέπει ή όχι την αναγραφή της σχετικής μνείας επί των αδειών κυκλοφορίας. Επομένως, η εν λόγω ρύθμιση ενδέχεται να επηρεάσει τη συμπεριφορά των αγοραστών και, συνακόλουθα, την πρόσβαση των οχημάτων αυτών στην αγορά του οικείου κράτους μέλους.

Ασφαλώς, οι σκοποί της προστασίας του περιβάλλοντος και της καταπολεμήσεως της απάτης μπορούν να δικαιολογήσουν εθνικά μέτρα δυνάμενα να παρακωλύσουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι ανάλογα προς τον επιδιωκόμενο σκοπό. Πάντως, η απαίτηση αναγραφής επί της άδειας κυκλοφορίας ενός τέτοιου οχήματος της μνείας «όχημα επιδείξεως» αποτελεί απλώς ένα μέσο μεταξύ αυτών που έχουν στη διάθεσή τους οι αρμόδιες αρχές για την καταπολέμηση της απάτης και την προστασία του περιβάλλοντος. Κατά συνέπεια, το εν λόγω μέτρο πρέπει να θεωρηθεί υπερβολικό και, ως εκ τούτου, δυσανάλογο σε σχέση με τους επιδιωκόμενους σκοπούς.

(βλ. σκέψεις 29-30, 34, 37-38, 39 και διατακτ.)







ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πέμπτο τμήμα)

της 6ης Οκτωβρίου 2011 (*)

«Ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων – Ποσοτικοί περιορισμοί – Μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος – Εισαγωγή από πρόσωπο που έχει κατοικία σε κράτος μέλος οχήματος το οποίο έχει ήδη ταξινομηθεί σε άλλο κράτος μέλος – Περιβαλλοντική ενίσχυση – Προϋποθέσεις –Άδεια κυκλοφορίας από την οποία να προκύπτει η φύση του οχήματος ως οχήματος επιδείξεως»

Στην υπόθεση C‑443/10,

με αντικείμενο αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το tribunal administratif de Limoges (Γαλλία) με απόφαση της 9ης Σεπτεμβρίου 2010, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 14 Σεπτεμβρίου 2010, στο πλαίσιο της δίκης

Philippe Bonnarde

κατά

Agence de Services et de Paiement,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πέμπτο τμήμα),

συγκείμενο από τους J.-J. Kasel, πρόεδρο τμήματος, A. Borg Barthet (εισηγητή) και M. Ilešič, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: N. Jääskinen

γραμματέας: A. Impellizzeri, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 19ης Μαΐου 2011,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–        η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους G. de Bergues και S. Menez,

–        η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τους G. Wilms και A. Marghelis καθώς και από την A. Kostova Bourgeix,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1        Η υπό κρίση αίτηση εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία των άρθρων 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ καθώς και το άρθρο 1 της οδηγίας 1999/37/ΕΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1999, σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας οχημάτων (ΕΕ L 138, σ. 57), όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2003/127/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2003 (ΕΕ L 10, σ. 29, στο εξής: οδηγία 1999/37).

2        Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ του P. Bonnarde και του γενικού διευθυντή του Centre national pour l’aménagement des structures des exploitations agricoles (εθνικού κέντρου για την αναδιάρθρωση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, στο εξής: Cnasea), με αντικείμενο την άρνηση του δεύτερου να του χορηγήσει την ενίσχυση που καλείται «bonus écologique – Grenelle de l’environnement» (στο εξής: περιβαλλοντική ενίσχυση) για την αγορά αυτοκινήτου οχήματος επιδείξεως το οποίο προέρχεται από άλλο κράτος μέλος.

 Το νομικό πλαίσιο

 Η κανονιστική ρύθμιση της Ένωσης

3        Το άρθρο 1 της οδηγίας 1999/37 προβλέπει:

«Η παρούσα οδηγία αφορά τα έγγραφα που εκδίδονται από τα κράτη μέλη κατά την έκδοση άδειας κυκλοφορίας οχημάτων.

Δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να χρησιμοποιούν, για την έκδοση προσωρινής άδειας κυκλοφορίας των οχημάτων, έγγραφα τα οποία, ενδεχομένως, δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.»

4        Το άρθρο 3, παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, της οδηγίας ορίζει:

«Τα κράτη μέλη εκδίδουν άδεια κυκλοφορίας για τα οχήματα που υπόκεινται σε έκδοση άδειας κυκλοφορίας σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία. Η άδεια αυτή περιλαμβάνει είτε ένα μέρος σύμφωνο με το παράρτημα I είτε δύο μέρη σύμφωνα με τα παραρτήματα I και II.»

5        Το σημείο II.7 που περιλαμβάνεται στο παράρτημα I της οδηγίας 1999/37 προβλέπει ότι τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να εισάγουν συμπληρωματικές πληροφορίες στο μέρος I της άδειας κυκλοφορίας.

 Η εθνική νομοθεσία

6        Το άρθρο 63, παράγραφος 5, του δημοσιονομικού νόμου 2007-1824, της 25ης Δεκεμβρίου 2007, ο οποίος εισάγει τροποποιήσεις για το 2007 (JORF της 28ης Δεκεμβρίου 2007, σ. 21482), ορίζει:

«Ιδρύεται ταμείο με σκοπό τη χορήγηση ενισχύσεων για την αγορά καθαρών οχημάτων οι οποίες μπορούν, ενδεχομένως, να συμπληρώνονται από ενισχύσεις για την απόσυρση ρυπογόνων οχημάτων.

Με διάταγμα καθορίζεται ο οργανισμός που αναλαμβάνει τη διαχείριση του ταμείου και οι πρακτικές λεπτομέρειες της διαχειρίσεως.»

7        Το άρθρο 1 του διατάγματος 2007-1873, της 26ης Δεκεμβρίου 2007, περί θεσπίσεως ενισχύσεως για την αγορά καθαρών οχημάτων (JORF της 30ής Δεκεμβρίου 2007, σ. 21846, στο εξής: διάταγμα 2007-1873 στην αρχική του εκδοχή), όπως τροποποιήθηκε με το διάταγμα 2009-66, της 19ης Ιανουαρίου 2009 (JORF της 20ής Ιανουαρίου 2009, σ. 1098, στο εξής: τροποποιηθέν διάταγμα 2007-1873) ορίζει:

«Χορηγείται ενίσχυση από το ταμείο ενισχύσεως για την αγορά καθαρών οχημάτων, το οποίο ιδρύθηκε με το άρθρο 63 του δημοσιονομικού νόμου 2007-1824, της 25ης Δεκεμβρίου 2007, που εισάγει τροποποιήσεις για το 2007, σε κάθε πρόσωπο που έχει κατοικία ή εγκατάσταση στη Γαλλία, εξαιρουμένων των δημόσιων υπηρεσιών, το οποίο αγοράζει ή μισθώνει, στο πλαίσιο συμβάσεως μισθώσεως με δυνατότητα αγοράς ή συμβάσεως διάρκειας δύο τουλάχιστον ετών, χερσαίο αυτοκίνητο όχημα με κινητήρα το οποίο, κατά την ημερομηνία αγοράς του, πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

1° Ανήκει στην κατηγορία των επιβατηγών αυτοκινήτων και των ημιφορτηγών κατά την έννοια του άρθρου R. 311-1 του κώδικα οδικής κυκλοφορίας, καθώς και στην κατηγορία οχημάτων που υπόκειται στη ρύθμιση περί εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 80/1268/ΕΟΚ της 16ης Δεκεμβρίου 1980 ή του κανονισμού (ΕΚ) 715/2007 της 20ής Ιουνίου 2007.

2° Δεν έχει προηγουμένως ταξινομηθεί στη Γαλλία ή στην αλλοδαπή.

3° Ταξινομείται οριστικώς στη Γαλλία.

4° Δεν προορίζεται να μεταβιβαστεί από τον αγοραστή ως καινούριο όχημα.

[…]»

8        Το άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο, του διατάγματος 2007-1873, ως ίσχυε αρχικώς, προέβλεπε:

«Οι αποκλειστικοί αντιπρόσωποι και οι μεταπωλητές του κατασκευαστή οχημάτων δεν μπορούν να λάβουν την ενίσχυση του άρθρου 1 για τα νέα επιβατηγά αυτοκίνητα που χρησιμοποιούνται για επίδειξη. Πάντως, για την εφαρμογή του καθεστώτος ενισχύσεως του άρθρου 1, τα επιβατηγά αυτά οχήματα που χρησιμοποιούνται για την επίδειξη θεωρούνται ως καινούρια εάν η πώληση ή η ενοικίασή τους πραγματοποιούνται εντός προθεσμίας δώδεκα μηνών από την ημέρα της πρώτης ταξινομήσεως.»

9        Το άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο, του τροποποιηθέντος διατάγματος 2007-1873 προβλέπει:

«Οι αποκλειστικοί αντιπρόσωποι και οι μεταπωλητές του κατασκευαστή οχημάτων δεν μπορούν να λάβουν την ενίσχυση του άρθρου 1 για τα νέα οχήματα που ανήκουν σε κάποια από τις κατηγορίες που ορίζονται στο σημείο 1 του εν λόγω άρθρου και τα οποία χρησιμοποιούνται για επίδειξη. Πάντως, για την εφαρμογή του καθεστώτος ενισχύσεων του άρθρου 1, τα οχήματα αυτά που χρησιμοποιούνται για την επίδειξη στη Γαλλία θεωρούνται ως καινούρια εάν η πώληση ή η ενοικίασή τους πραγματοποιούνται εντός προθεσμίας δώδεκα μηνών από την ημέρα της πρώτης ταξινομήσεως.»

10      Το άρθρο 29 του διατάγματος της 5ης Νοεμβρίου 1984, που αντικαταστάθηκε από το διάταγμα της 9ης Φεβρουαρίου 2009, σχετικά με την ταξινόμηση των οχημάτων, και το οποίο επαναλαμβάνει χωρίς να τροποποιεί το εν λόγω άρθρο, ορίζει:

«Ως όχημα επιδείξεως νοείται ένα όχημα βάρους μικρότερου των 3,5 τόνων PTAC (ανώτατο επιτρεπόμενο φορτίο), που χρησιμοποιείται για διάρκεια τριών μηνών τουλάχιστον και ενός έτους το πολύ για την επίδειξη, δηλαδή χρησιμοποιείται από τους αποκλειστικούς αντιπροσώπους και τους μεταπωλητές του κατασκευαστή (περιλαμβανομένων των κατασκευαστών και εισαγωγέων) στο πλαίσιο των διαδικασιών παρουσιάσεως, δοκιμής και πωλήσεως στην πελατεία τους.

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί για επίδειξη κάθε όχημα που υπόκειται σε ταξινόμηση και πληροί τις ανωτέρω προϋποθέσεις, ανεξαρτήτως του είδους και του αμαξώματός του (επιβατηγό αυτοκίνητο, δίκυκλο, ημιφορτηγό, ρυμουλκούμενο, κ.λπ.).

Οι προθεσμίες που ορίζονται ανωτέρω έχουν ως αφετηρία την ημερομηνία της πρώτης ταξινομήσεως που αναγράφεται στην άδεια κυκλοφορίας.

Κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1635 bis, παράγραφος H, του Code général des impôts (φορολογικού κώδικα), χορηγούνται για τα οχήματα αυτά δωρεάν άδειες κυκλοφορίας. Στις άδειες κυκλοφορίας αναγράφεται η μνεία “όχημα επιδείξεως”.»

 Η διαφορά της κύριας δίκης και τα προδικαστικά ερωτήματα

11      Τον Ιανουάριο του 2009, ο P. Bonnarde αγόρασε από αποκλειστικό αντιπρόσωπο αυτοκινήτων εγκατεστημένο στο Βέλγιο ένα αυτοκίνητο όχημα το οποίο ανήκε στην PSA-Belgique. Το αυτοκίνητο αυτό είχε ταξινομηθεί για πρώτη φορά στο εν λόγω κράτος μέλος, πριν εισαχθεί στη Γαλλία από τον P. Bonnarde, όπου ταξινομήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2009.

12      Ο P. Bonnarde ζήτησε να του χορηγηθεί η περιβαλλοντική ενίσχυση για την αγορά, ως οχήματος επιδείξεως, του λιγότερο ρυπογόνου αυτού οχήματος του οποίου η ημερομηνία πρώτης ταξινομήσεως ήταν κατά οκτώ μόνο μήνες προγενέστερη της ημερομηνίας αγοράς και ως προς το οποίο η χιλιομετρική ένδειξη του μετρητή ήταν της τάξεως των 6 000 χιλιομέτρων.

13      Με απόφαση της 23ης Φεβρουαρίου 2009, ο γενικός διευθυντής του Cnasea απέρριψε την εν λόγω αίτηση με το αιτιολογικό ότι το όχημα αυτό είχε ταξινομηθεί για πρώτη φορά, στις 20 Μαΐου 2008, στην αλλοδαπή και, συγκεκριμένα, στο Βέλγιο και ότι ο ενδιαφερόμενος, παρά το γεγονός ότι του είχε ζητηθεί, δεν είχε προσκομίσει άδεια κυκλοφορίας με τη μνεία «όχημα επιδείξεως».

14      Στις 28 Φεβρουαρίου 2009, ο προσφεύγων της κύριας δίκης άσκησε προσφυγή ενώπιον του tribunal administratif de Limoges με αίτημα την ακύρωση της εν λόγω αποφάσεως.

15      Ενώπιον του δικαστηρίου αυτού ο P. Bonnarde υποστήριξε ότι η βελγική νομοθεσία δεν προβλέπει τη χορήγηση άδειας η οποία να περιλαμβάνει τη μνεία «όχημα επιδείξεως». Συγκεκριμένα, μολονότι οι βελγικές αρχές χορηγούν άδεια κυκλοφορίας για κάθε όχημα επιδείξεως, εντούτοις, δεν προβλέπεται η αναγραφή σε αυτό της ειδικής μνείας «όχημα επιδείξεως». Ο P. Bonnarde φρονεί ότι, καθόσον το αυτοκίνητο που αγόρασε δεν είναι περισσότερο ρυπογόνο από ένα γαλλικό όχημα επιδείξεως, η απαίτηση προσκομίσεως άδειας κυκλοφορίας η οποία να περιλαμβάνει τη σχετική μνεία ενέχει δυσμενή διάκριση.

16      Δεν αμφισβητείται ότι το επίπεδο εκπομπών CO2 του αυτοκινήτου του προσφεύγοντος επέτρεπε τη χορήγηση σε αυτόν περιβαλλοντικής ενισχύσεως. Ομοίως δεν αμφισβητούνται οι ισχυρισμοί του προσφεύγοντος σχετικά τόσο με την παλαιότητα όσο και με την κατάσταση του αυτοκινήτου αυτού καθώς και με την αδυναμία προσκομίσεως άδειας κυκλοφορίας η οποία να περιλαμβάνει τη μνεία «όχημα επιδείξεως» και να έχει εκδοθεί από τις αρμόδιες αρχές του Βασιλείου του Βελγίου.

17      Εκτιμώντας ότι η επίλυση της ενώπιόν του διαφοράς εξαρτάται από την ερμηνεία της εφαρμοστέας εν προκειμένω ρυθμίσεως του δικαίου της Ένωσης, το tribunal administratif de Limoges αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία και να υποβάλει στο Δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα:

«1)      Έχουν οι διατάξεις του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως δε οι διατάξεις της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που σκοπούν στην εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας, καθώς και οι διατάξεις των προαναφερθεισών οδηγιών σχετικά με τα έγγραφα κυκλοφορίας των οχημάτων, την έννοια ότι αντιβαίνει προς αυτές η νομοθεσία κράτους μέλους που προβλέπει, για την ταξινόμηση των οχημάτων, ειδικό έγγραφο όπως η άδεια κυκλοφορίας που περιλαμβάνει τη μνεία “όχημα επιδείξεως”, το οποίο μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν έχει ως αντικείμενο την έκδοση προσωρινής άδειας κυκλοφορίας υπό την έννοια του άρθρου 1 της οδηγίας [1999/37], και, συνακόλουθα, ότι απαγορεύουν τη σύνδεση της χορηγήσεως ενισχύσεως με την προσκόμιση του εγγράφου αυτού;

2)      Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, πρέπει οι διατάξεις αυτές να ερμηνευθούν υπό την έννοια ότι έχουν ως συνέπεια ότι πρέπει να αποκλειστεί η εφαρμογή, κατά την αγορά οχήματος εντός άλλου κράτους μέλους, εθνικής διατάξεως που εξαρτά τη χορήγηση ενισχύσεως για την αγορά καθαρών οχημάτων που έχουν ήδη ταξινομηθεί από την προϋπόθεση ότι η άδεια αυτή κυκλοφορίας φέρει, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους, τη μνεία “όχημα επιδείξεως”, εφόσον ο πωλητής του οχήματος δεν μπόρεσε ο ίδιος να λάβει την ενίσχυση αυτή και εφόσον:

–        είτε ο αγοραστής προσκομίζει άδεια κυκλοφορίας εκδοθείσα εντός άλλου κράτους μέλους και αφορά ειδικά τα οχήματα που προορίζονται για επίδειξη,

–        είτε το όχημα έχει τις ιδιότητες, ιδίως όσον αφορά την ημερομηνία της πρώτης θέσεως σε κυκλοφορία, τις οποίες απαιτούν οι εθνικές διατάξεις για τον χαρακτηρισμό του ως οχήματος επιδείξεως;»

 Επί των προδικαστικών ερωτημάτων

18      Με τα ερωτήματά του, τα οποία πρέπει να εξετασθούν από κοινού, το αιτούν δικαστήριο ζητεί, κατ’ ουσίαν, να πληροφορηθεί αν η οδηγία 1999/37 ή, ενδεχομένως, τα άρθρα 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ έχουν την έννοια ότι αποκλείουν εθνική νομοθετική ρύθμιση, όπως η επίμαχη στην κύρια δίκη, η οποία προβλέπει ότι η χορήγηση ενισχύσεως είναι δυνατή μόνον εφόσον η άδεια κυκλοφορίας των αυτοκινήτων οχημάτων περιλαμβάνει τη μνεία «όχημα επιδείξεως».

 Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

19      Κατ’ αρχάς, όπως επισήμανε η Γαλλική Κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πρέπει να υπομνησθεί ότι το άρθρο 2, δεύτερο εδάφιο, του διατάγματος 2007-1873, ως ίσχυε αρχικώς, προέβλεπε ότι «τα επιβατηγά αυτά οχήματα που χρησιμοποιούνται για την επίδειξη θεωρούνται ως καινούρια εάν η πώληση ή η ενοικίασή τους πραγματοποιούνται εντός προθεσμίας δώδεκα μηνών από την ημέρα της πρώτης ταξινομήσεως», ενώ η ίδια διάταξη του τροποποιηθέντος διατάγματος 2007-1873 προβλέπει ότι «τα οχήματα αυτά που χρησιμοποιούνται για την επίδειξη στη Γαλλία θεωρούνται ως καινούρια εάν η πώληση ή η ενοικίασή τους πραγματοποιούνται εντός προθεσμίας δώδεκα μηνών από την ημέρα της πρώτης ταξινομήσεως».

20      Πρέπει να διευκρινιστεί ότι το ερώτημα που το αιτούν δικαστήριο υποβάλλει στο Δικαστήριο αφορά το γράμμα του άρθρου 2, δεύτερο εδάφιο, του διατάγματος 2007-1873, ως ίσχυε αρχικώς. Εντούτοις, η απάντηση στο ερώτημα αν η οδηγία 1999/37 ή τα άρθρα 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ απαγορεύουν στα κράτη μέλη να εξαρτούν τη χορήγηση της περιβαλλοντικής ενισχύσεως από την αναγραφή επί της άδειας κυκλοφορίας της μνείας «όχημα επιδείξεως» αναλύεται κατά τον ίδιο τρόπο είτε πρόκειται για το διάταγμα 2007-1873 ως ίσχυε αρχικώς είτε πρόκειται για το τροποποιηθέν διάταγμα 2007-1873. Κατά συνέπεια, στο αιτούν δικαστήριο εναπόκειται να καθορίσει το εφαρμοστέο ratione temporis δίκαιο.

 Επί της ερμηνείας της οδηγίας 1999/37

21      Η συμβατότητα προς το δίκαιο της Ένωσης εθνικής ρυθμίσεως η οποία επιβάλλει την αναγραφή της μνείας «όχημα επιδείξεως» επί της άδειας κυκλοφορίας τέτοιων οχημάτων και της οποίας η εφαρμογή, σε συνδυασμό με άλλες διατάξεις του εθνικού δικαίου, έχει ως συνέπεια ότι μόνον τα οχήματα που είναι εφοδιασμένα με άδεια κυκλοφορίας από την οποία να προκύπτει η φύση τους ως οχήματα επιδείξεως μπορούν να τύχουν περιβαλλοντικής ενισχύσεως πρέπει κατ’ αρχάς να εξετασθεί υπό το φως των υποχρεώσεων που επιβάλλει στα κράτη μέλη η οδηγία 1999/37.

22      Συγκεκριμένα, κατά πάγια νομολογία, κάθε εθνικό μέτρο σε τομέα ο οποίος έχει αποτελέσει αντικείμενο πλήρους εναρμονίσεως σε κοινοτικό επίπεδο πρέπει να εκτιμάται υπό το πρίσμα των διατάξεων αυτού του μέτρου εναρμονίσεως και όχι εκείνων του πρωτογενούς δικαίου (βλ. απόφαση της 11ης Δεκεμβρίου 2003, Deutscher Apothekerverband, C-322/01, Συλλογή 2003, σ. I-14887, σκέψη 64, καθώς και της 16ης Δεκεμβρίου 2008, C-205/07, Gysbrechts και Santurel Inter, Συλλογή 2008, σ. I-9947, σκέψη 33).

23      Ωστόσο, εν προκειμένω, δεν αμφισβητείται ότι με την οδηγία 1993/37 δεν έγινε πλήρης εναρμόνιση. Συναφώς, όπως ρητώς προβλέπεται στο σημείο II.7 του παραρτήματος I της εν λόγω οδηγίας, τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να εισάγουν συμπληρωματικές πληροφορίες στο μέρος I της άδειας κυκλοφορίας πέραν εκείνων οι οποίες πρέπει υποχρεωτικώς να περιλαμβάνονται στην άδεια δυνάμει του οικείου παραρτήματος I.

24      Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με το εν λόγω σημείο II.7, εθνικές διατάξεις οι οποίες προβλέπουν την εισαγωγή συμπληρωματικών πληροφοριών στο μέρος I της άδειας κυκλοφορίας, πέραν εκείνων οι οποίες πρέπει υποχρεωτικώς να περιλαμβάνονται στην άδεια, δεν αντιβαίνουν στην οδηγία 1999/37, εφόσον δεν παραβιάζουν τους κανόνες της Συνθήκης ΛΕΕ.

25      Επομένως, πρέπει να εξεταστεί αν τα άρθρα 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ αποκλείουν εθνικές ρυθμίσεις όπως οι επίμαχες στο πλαίσιο της διαφοράς της κύριας δίκης.

 Επί της ερμηνείας των άρθρων 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ

26      Πρέπει να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η επιβαλλόμενη με το άρθρο 34 ΣΛΕΕ απαγόρευση μέτρων αποτελέσματος ισοδύναμου προς περιορισμούς αφορά κάθε κανονιστική ρύθμιση των κρατών μελών ικανή να εμποδίσει, άμεσα ή έμμεσα, πραγματικά ή δυνητικά, το ενδοκοινοτικό εμπόριο (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 16ης Νοεμβρίου 2000, C-217/99, Επιτροπή κατά Βελγίου, Συλλογή 2000, σ. I-10251, σκέψη 16, της 26ης Οκτωβρίου 2006, C-65/05, Επιτροπή κατά Ελλάδας, Συλλογή 2006, σ. I-10341, σκέψη 27, της 15ης Μαρτίου 2007, C-54/05, Επιτροπή κατά Φινλανδίας, Συλλογή 2007, σ. I-2473, σκέψη 30, και της 24ης Απριλίου 2008, C-286/07, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, Συλλογή 2008, σ. Ι-63, σκέψη 27). Επομένως, συνιστά για τον εισαγωγέα εμπόδιο στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων το γεγονός και μόνον ότι αυτός αποτρέπεται από την εισαγωγή και εμπορία των επίμαχων προϊόντων στο οικείο κράτος μέλος (απόφαση Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, προπαρατεθείσα, σκέψη 27).

27      Επιπλέον, ως «μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικό περιορισμό των εισαγωγών», κατά την έννοια του άρθρου 34 ΣΛΕΕ, χαρακτηρίζονται τα μέτρα κράτους μέλους τα οποία σκοπούν ή έχουν ως αποτέλεσμα τη δυσμενέστερη μεταχείριση των προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη, καθώς και οι περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων οι οποίοι, ελλείψει εναρμονίσεως των εθνικών νομοθεσιών, οφείλονται στην εφαρμογή επί εμπορευμάτων προελεύσεως άλλων κρατών μελών, εντός των οποίων αυτά κατασκευάζονται και διατίθενται νομίμως στο εμπόριο, διατάξεων που αφορούν τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα εμπορεύματα αυτά, ακόμη και αν οι διατάξεις αυτές ισχύουν αδιακρίτως για όλα τα προϊόντα (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση Deutscher Apothekerverband, προπαρατεθείσα, σκέψη 67).

28      Στην υπόθεση της κύριας δίκης δεν αμφισβητείται ότι η απαίτηση αναγραφής επί των αδειών κυκλοφορίας των αυτοκινήτων οχημάτων της μνείας «όχημα επιδείξεως» δεν προβλέπεται σε όλα τα κράτη μέλη. Στο μέτρο που τα οχήματα επιδείξεως που εισάγονται από άλλα κράτη μέλη δεν μπορούν να τύχουν της περιβαλλοντικής ενισχύσεως λόγω της μη αναγραφής της ειδικής αυτής μνείας επί της άδειας κυκλοφορίας, παρά το γεγονός ότι πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπει η γαλλική νομοθεσία για να τύχουν της ενισχύσεως αυτής, ήτοι τις σχετικές με την παλαιότητα και την κατάσταση του οχήματος καθώς και με τις εκπομπές CO2 προϋποθέσεις, πρέπει να γίνει δεκτό ότι η εν λόγω μνεία συνιστά προϋπόθεση χορηγήσεως της περιβαλλοντικής ενισχύσεως ικανή να αποτρέψει ορισμένους ενδιαφερόμενους, κατοίκους Γαλλίας, από την εισαγωγή στο οικείο κράτος μέλος οχημάτων επιδείξεως τα οποία είχαν ταξινομηθεί προηγουμένως σε άλλα κράτη μέλη (βλ., κατ’ αναλογία, αποφάσεις της 20ής Σεπτεμβρίου 2007, C-297/05, Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, Συλλογή 2007, σ. Ι-7467, σκέψη 73, και απόφαση της 5ης Ιουνίου 2008, C-170/07, Επιτροπή κατά Πολωνίας, Συλλογή 2008, σ. Ι-87, σκέψη 44).

29      Συναφώς, πρέπει να υπομνησθεί ότι, μολονότι η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθετική ρύθμιση επιβάλλει ως προς το σύνολο των οχημάτων επιδείξεως και ανεξαρτήτως της προελεύσεώς τους την προσκόμιση άδειας κυκλοφορίας με την ένδειξη «όχημα επιδείξεως», προκειμένου αυτά να τύχουν της περιβαλλοντικής ενισχύσεως, εντούτοις, η απαίτηση αυτή επηρεάζει διαφορετικά τα οχήματα περί των οποίων πρόκειται στην υπό κρίση περίπτωση, αναλόγως του αν προέρχονται από κράτος μέλος που προβλέπει ή όχι την αναγραφή της σχετικής μνείας επί των αδειών κυκλοφορίας (βλ., υπό την έννοια αυτή, Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, προπαρατεθείσα, σκέψη 28).

30      Συγκεκριμένα, ακόμη και αν η επίμαχη στην κύρια δίκη εθνική νομοθετική ρύθμιση δεν έχει ως σκοπό να υποβάλει σε λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση προϊόντα προελεύσεως άλλων κρατών μελών, πράγμα που εναπόκειται στο αιτούν δικαστήριο να ερευνήσει, εντούτοις, το γεγονός ότι η μνεία «όχημα επιδείξεως» πρέπει να περιλαμβάνεται στην άδεια κυκλοφορίας των οχημάτων επιδείξεως ως προϋπόθεση για την κτήση του δικαιώματος σε περιβαλλοντική ενίσχυση ενδέχεται να επηρεάσει τη συμπεριφορά των αγοραστών, και, συνακόλουθα, την πρόσβαση των οχημάτων αυτών στην αγορά του οικείου κράτους μέλους (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 10ης Φεβρουαρίου 2009, C-110/05, Επιτροπή κατά Ιταλίας, Συλλογή 2009, σ. Ι-519, σκέψη 56).

31      Η απαίτηση αναγραφής της οικείας ενδείξεως επί των αδειών κυκλοφορίας των εισαγομένων οχημάτων επιδείξεως, προκειμένου αυτά να τύχουν της επίμαχης περιβαλλοντικής ενισχύσεως, συνιστά, επομένως, περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, απαγορευόμενο από το άρθρο 34 ΣΛΕΕ.

32      Πάντως, από πάγια νομολογία προκύπτει ότι εθνική ρύθμιση που αποτελεί μέτρο ισοδύναμου προς ποσοτικούς περιορισμούς αποτελέσματος δικαιολογείται ενδεχομένως από έναν από τους λόγους γενικού συμφέροντος που απαριθμούνται στο άρθρο 36 ΣΛΕΕ ή από επιτακτικές ανάγκες. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις, η εθνική διάταξη πρέπει να είναι ικανή να διασφαλίζει την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού και να μη βαίνει πέραν αυτού που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του ως άνω σκοπού (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις Επιτροπή κατά Κάτω Χωρών, προπαρατεθείσα, σκέψη 75· Επιτροπή κατά Πολωνίας, προπαρατεθείσα, σκέψη 46, και της 9ης Δεκεμβρίου 2010, C-421/09, Humanplasma, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 34).

33      Η Γαλλική Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η επίμαχη στο πλαίσιο της κύριας δίκης εθνική διάταξη δικαιολογείται από τον σκοπό της προστασίας του περιβάλλοντος καθώς και από τον σκοπό της καταπολεμήσεως της απάτης. Με την εν λόγω διάταξη, η Γαλλική Δημοκρατία επιδιώκει, μεταξύ άλλων, να ενθαρρύνει την απόκτηση λιγότερο ρυπογόνων οχημάτων και, στο μέτρο που τα εν λόγω οχήματα επιδείξεως θεωρείται ότι δεν έχουν χρησιμοποιηθεί ή ότι έχουν ελάχιστα χρησιμοποιηθεί, η περιβαλλοντική ενίσχυση μπορεί, επίσης, να καταβληθεί για την απόκτηση τέτοιων οχημάτων. Εντούτοις, σε αντίθεση με τα καινούρια οχήματα, τα οχήματα επιδείξεως έχουν ήδη αποτελέσει αντικείμενο πρώτης ταξινομήσεως. Για τον λόγο αυτό ο αγοραστής ενός τέτοιου οχήματος υποχρεούται να προσκομίσει άδεια κυκλοφορίας με τη μνεία «όχημα επιδείξεως», προκειμένου να αποδείξει ότι δεν πρόκειται για μεταχειρισμένο όχημα αλλά για όχημα που χρησιμοποιήθηκε προς επίδειξη.

34      Κατά πάγια νομολογία οι σκοποί της προστασίας του περιβάλλοντος και της καταπολεμήσεως της απάτης μπορούν να δικαιολογήσουν εθνικά μέτρα δυνάμενα να παρακωλύσουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι ανάλογα προς τον επιδιωκόμενο σκοπό (βλ., μεταξύ άλλων, αποφάσεις της 10ης Απριλίου 2008, C-265/06, Επιτροπή κατά Πορτογαλίας, Συλλογή 2008, σ. I-2245, σκέψη 38· Επιτροπή κατά Λουξεμβούργου, προπαρατεθείσα, σκέψη 38, καθώς και της 4ης Ιουνίου 2009, C-142/05, Mickelsson και Roos, Συλλογή 2009, σ. Ι-4273, σκέψη 32).

35      Μολονότι η απαίτηση αναγραφής της μνείας «όχημα επιδείξεως» επί των αδειών κυκλοφορίας των εισαγομένων οχημάτων δύναται, ασφαλώς, να διευκολύνει τον προσδιορισμό των οχημάτων επιδείξεως τα οποία μπορούν να τύχουν της περιβαλλοντικής ενισχύσεως και, συνακόλουθα, να συμβάλει στην επίτευξη των σκοπών της προστασίας του περιβάλλοντος και της καταπολεμήσεως της απάτης, εντούτοις, πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον είναι αναγκαία για την επίτευξη των ως άνω σκοπών, καθώς επίσης κατά πόσον ενδεχομένως υφίστανται άλλα λιγότερο περιοριστικά μέτρα για την επίτευξή τους.

36      Στην υπόθεση της κύριας δίκης, ο προβαλλόμενος ως αναγκαίος χαρακτήρας του επίμαχου μέτρου δεν αποδεικνύεται, δεδομένου ότι η Γαλλική Κυβέρνηση, με τις γραπτές παρατηρήσεις της και κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση, παραδέχθηκε ότι η περιβαλλοντική ενίσχυση θα μπορούσε να χορηγηθεί σε όχημα επιδείξεως που αγοράστηκε σε άλλο κράτος μέλος διά της υποβολής ειδικού για την εν λόγω κατηγορία οχημάτων πιστοποιητικού ή οποιουδήποτε άλλου στοιχείου από το οποίο να αποδεικνύεται ότι το όχημα αυτό πληροί τις ίδιες προϋποθέσεις με εκείνες που απαιτούνται για τα εθνικά οχήματα επιδείξεως.

37      Στο πλαίσιο αυτό, η απαίτηση αναγραφής επί της άδειας κυκλοφορίας ενός τέτοιου οχήματος της μνείας «όχημα επιδείξεως» αποτελεί απλώς ένα μέσο μεταξύ αυτών που έχουν στη διάθεσή τους οι αρμόδιες αρχές για την καταπολέμηση της απάτης και την προστασία του περιβάλλοντος.

38      Κατά συνέπεια, το εν λόγω μέτρο πρέπει να θεωρηθεί υπερβολικό και, ως εκ τούτου, δυσανάλογο σε σχέση με τους επιδιωκόμενους σκοπούς.

39      Κατόπιν των προεκτεθέντων, στα υποβληθέντα ερωτήματα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι τα άρθρα 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ αποκλείουν νομοθετική ρύθμιση κράτους μέλους η οποία εξαρτά τη χορήγηση της περιβαλλοντικής ενισχύσεως, κατά την ταξινόμηση στο οικείο κράτος μέλος εισαγομένων οχημάτων επιδείξεως, από την αναγραφή επί της πρώτης άδειας κυκλοφορίας τέτοιων οχημάτων της μνείας «όχημα επιδείξεως».

 Επί των δικαστικών εξόδων

40      Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πέμπτο τμήμα) αποφαίνεται:

Τα άρθρα 34 ΣΛΕΕ και 36 ΣΛΕΕ αποκλείουν νομοθετική ρύθμιση κράτους μέλους η οποία εξαρτά τη χορήγηση της ενισχύσεως που καλείται «bonus écologique – Grenelle de l’environnement», κατά την ταξινόμηση στο οικείο κράτος μέλος εισαγομένων οχημάτων επιδείξεως, από την αναγραφή επί της πρώτης άδειας κυκλοφορίας τέτοιων οχημάτων της μνείας «όχημα επιδείξεως».

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.

Top