Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62017TN0334

    Υπόθεση T-334/17: Προσφυγή της 31ης Μαΐου 2017 — Cargolux Airlines κατά Επιτροπής

    ΕΕ C 239 της 24.7.2017, p. 57–59 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    24.7.2017   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 239/57


    Προσφυγή της 31ης Μαΐου 2017 — Cargolux Airlines κατά Επιτροπής

    (Υπόθεση T-334/17)

    (2017/C 239/70)

    Γλώσσα διαδικασίας: η αγγλική

    Διάδικοι

    Προσφεύγουσα: Cargolux Airlines International SA (Sandweiler, Λουξεμβούργο) (εκπρόσωποι: G. Goeteyn, Solicitor, E. Aliende Rodríguez, δικηγόρος, και C. Rawnsley, Barrister)

    Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

    Αιτήματα

    Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

    σε περίπτωση που δεχθεί τον πρώτο, τον δεύτερο, τον τρίτο ή τον τέταρτο λόγο ακυρώσεως, να ακυρώσει εξ ολοκλήρου το άρθρο 1, παράγραφος 1 και το άρθρο 1, παράγραφος 4, της αποφάσεως C(2017) 1742 τελικό της Επιτροπής, της 17ης Μαρτίου 2017, σχετικά με διαδικασία εφαρμογής του άρθρου 101 ΣΛΕΕ, του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ και του άρθρου 8 της Συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τις αεροπορικές μεταφορές (Υπόθεση ΑΤ.39258 — Αεροπορικές μεταφορές φορτίου), κατά το μέτρο που αφορά την Cargolux·

    σε περίπτωση που δεχθεί τον πέμπτο λόγο ακυρώσεως,

    να ακυρώσει εξ ολοκλήρου το άρθρο 1, παράγραφος 1, ή εφόσον το άρθρο 1, παράγραφος 1, δεν ακυρωθεί εξ ολοκλήρου, να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 1: (i) κατά το μέτρο που αφορά τα πρόσθετα τέλη ασφαλείας και την προμήθεια· (ii) κατά το μέτρο που αφορά την περίοδο από 22 Ιανουαρίου 2001 έως το τέλος του 2002· και (iii) κατά το μέτρο που διαπιστώνεται εμπλοκή σε σύμπραξη, κατά τη συνήθη έννοια του όρου, σε χρόνο προγενέστερο της 10ης Ιουνίου 2005 το νωρίτερο·

    να ακυρώσει εξ ολοκλήρου το άρθρο 1, παράγραφος 2, ή εφόσον το άρθρο 1, παράγραφος 2, δεν ακυρωθεί εξ ολοκλήρου, να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφος 2: (i) κατά το μέτρο που αφορά τα πρόσθετα τέλη ασφαλείας και την προμήθεια· (ii) κατά το μέτρο που διαπιστώνεται εμπλοκή σε σύμπραξη, κατά τη συνήθη έννοια του όρου, σε χρόνο προγενέστερο της 10ης Ιουνίου 2005 το νωρίτερο·

    να ακυρώσει εξ ολοκλήρου το άρθρο 1, παράγραφοι 3 και 4·

    σε περίπτωση που δεχθεί τον έκτο λόγο ακυρώσεως, να ακυρώσει το άρθρο 1, παράγραφοι 2 και 3, της προσβαλλομένης αποφάσεως, κατά το μέτρο που κρίθηκε ότι η Cargolux μετείχε σε παράβαση σχετική με πτήσεις επιστροφής (δηλαδή, με προέλευση αερολιμένες τρίτων χωρών και προορισμό αερολιμένες εντός της ΕΕ ή την Ισλανδία και Νορβηγία)·

    να ακυρώσει το πρόστιμο που επιβλήθηκε στην Cargolux με το άρθρο 3 και, εφόσον το Γενικό Δικαστήριο δεν ακυρώσει εξ ολοκλήρου το πρόστιμο, να το μειώσει ουσιωδώς κατ’ ενάσκηση της πλήρους δικαιοδοσίας του·

    να αντλήσει τις έννομες συνέπειες που θα κρίνει αναγκαίες ως προς το άρθρο 4, κατά το μέτρο που αυτό αφορά την Cargolux·

    να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα της Cargolux.

    Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

    Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει επτά λόγους ακυρώσεως.

    1.

    Ο πρώτος λόγος αφορά πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καθόσον η Επιτροπή ενήργησε ultra vires βασιζόμενη επί αποδεικτικών στοιχείων που αφορούσαν δρομολόγια και χρονικές περιόδους επί των οποίων δεν είχε καμία εδαφική αρμοδιότητα.

    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή επέκτεινε αδικαιολόγητα την αρμοδιότητά της, καθόσον βασίστηκε επί αποδεικτικών στοιχείων προγενέστερων: α) της 1ης Μαΐου 2004, όσον αφορά δρομολόγια μεταξύ αερολιμένων ΕΕ και τρίτων χωρών· β) της 19ης Μαΐου 2005, όσον αφορά δρομολόγια μεταξύ αερολιμένων ΕΟΧ (μη κρατών μελών της ΕΕ) και τρίτων χωρών· και γ) της 1ης Ιουνίου 2002, όσον αφορά δρομολόγια μεταξύ αερολιμένων ΕΕ και Ελβετίας, προκειμένου να δικαιολογήσει τη διαπίστωσή της περί παραβάσεως του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ σε σχέση με τις εντός του ΕΟΧ διαδρομές.

    2.

    Ο δεύτερος λόγος αφορά παράβαση ουσιώδους τύπου, προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας και πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καθόσον η Επιτροπή παρέβη ουσιώδεις διαδικαστικές απαιτήσεις και προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας της προσφεύγουσας στον βαθμό που δεν εξέδωσε νέα ανακοίνωση αιτιάσεων πριν από την έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως.

    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή έκρινε εσφαλμένως ότι δεν υποχρεούταν να εκδώσει νέα ανακοίνωση αιτιάσεων προτού προχωρήσει στην έκδοση της προσβαλλομένης αποφάσεως, προσβάλλοντας με τον τρόπο αυτό το δικαίωμα άμυνας της προσφεύγουσας.

    3.

    Ο τρίτος λόγος αφορά πλάνη περί το δίκαιο και πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως, καθόσον η Επιτροπή δεν προέβη στην εξέταση του νομικού και του οικονομικού πλαισίου, η οποία απαιτείται προκειμένου να είναι έγκυρη η διαπίστωσή της περί υπάρξεως εξ αντικειμένου παραβάσεως.

    4.

    Ο τέταρτος λόγος αφορά παράβαση ουσιώδους τύπου, έλλειψη αιτιολογίας, προσβολή των δικαιωμάτων άμυνας και πρόδηλο νομικό και πραγματικό σφάλμα, καθόσον η Επιτροπή δεν καθόρισε με επαρκή ακρίβεια το περιεχόμενο και τις παραμέτρους της υποτιθέμενης παραβάσεως του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και των λοιπών σχετικών διατάξεων.

    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η υπέρ το δέον διεύρυνση της έννοιας της ενιαίας και διαρκούς παραβάσεως οδήγησε σε μια ανεπανόρθωτη σύγχυση ως προς την έκταση της παραβάσεως, με συνέπεια να είναι αδύνατο να γίνει αντιληπτό το περιεχόμενό της.

    5.

    Ο πέμπτος λόγος αφορά σφάλμα εκτιμήσεως, καθόσον η Επιτροπή δεν στηρίχθηκε σε μια αξιόπιστη αποδεικτική βάση ούτε απέδειξε επαρκώς κατά νόμον τα γεγονότα στα οποία θεμελίωσε τις διαπιστώσεις της.

    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει πραγματικά σφάλματα και εσφαλμένες εκτιμήσεις όσον αφορά και τα τρία στοιχεία (επίναυλος καυσίμων, πρόσθετα τέλη ασφαλείας και προμήθειες επί των προσθέτων τελών) που συνθέτουν την προβαλλόμενη ως ενιαία και διαρκή παράβαση. Κατά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή χρησιμοποίησε την έννοια της ενιαίας και διαρκούς παραβάσεως ως πρόσχημα για να μπορέσει να επικαλεστεί ένα συνονθύλευμα πραγματικών περιστατικών και επαφών, περιλαμβανομένων και ενεργειών που είναι νόμιμες ή άσχετες με το αντικείμενο.

    6.

    Ο έκτος λόγος αφορά πλάνη περί το δίκαιο, κατά το μέτρο που εσφαλμένως η Επιτροπή έκρινε ότι είχε εδαφική αρμοδιότητα όσον αφορά τον προβαλλόμενο αντίθετο προς τους κανόνες του ανταγωνισμού συντονισμό στον τομέα των πτήσεων με προέλευση αερολιμένες τρίτων χωρών και προορισμό εσωτερικούς αερολιμένες του ΕΟΧ και υπέπεσε σε νομική πλάνη καθόσον οι δραστηριότητες αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 101 ΣΛΕΕ και του άρθρου 53 της Συμφωνίας ΕΟΧ.

    7.

    Ο έβδομος λόγος, ο οποίος προβάλλεται προς στήριξη του αιτήματος επανεξετάσεως του προστίμου κατ’ ενάσκηση της πλήρους δικαιοδοσίας του Γενικού Δικαστηρίου, αφορά πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας.

    Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι η Επιτροπή δεν υπολόγισε ορθώς την αξία των πωλήσεων, αφού έλαβε εσφαλμένως υπόψη τις πτήσεις επιστροφής και υπερέβαλε σημαντικά στην εκτίμησή της ως προς τη συνολική σοβαρότητα της προβαλλομένης παραβάσεως. Όσον αφορά την προσφεύγουσα, η Επιτροπή αξιολόγησε εσφαλμένως τη σοβαρότητα και τη διάρκεια της προβαλλόμενης παραβάσεως και δεν έλαβε υπόψη ορισμένες ελαφρυντικές περιστάσεις, ενώ όφειλε.


    Top