Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52020IE1596

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Προς μια στρατηγική της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

EESC 2020/01596

ΕΕ C 429 της 11.12.2020, p. 51–59 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

11.12.2020   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 429/51


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Προς μια στρατηγική της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση»

(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

(2020/C 429/08)

Εισηγητής:

ο κ. Peter SCHMIDT

Απόφαση της συνόδου ολομέλειας

20.2.2020

Νομική βάση

Άρθρο 32 παράγραφος 2 του εσωτερικού κανονισμού

 

Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας

Αρμόδιο τμήμα

Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον

Έγκριση από το τμήμα

8.7.2020

Έγκριση από την ολομέλεια

18.9.2020

Σύνοδος ολομέλειας αριθ.

554

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

(υπέρ/κατά/αποχές)

212/2/5

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.

Η πανδημία COVID-19 αποκάλυψε την ευπάθεια των αλυσίδων εφοδιασμού. Η ανοικοδόμηση της οικονομίας μετά την κρίση θα αποτελέσει μια ευκαιρία να επανεξετάσουμε την κοινωνία μας και να αναπτύξουμε ένα νέο μοντέλο ευημερίας. Η μετατόπιση της προτεραιότητας προς περισσότερο βιώσιμους τρόπους παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης και η αύξηση της ανθεκτικότητας όλων των φορέων των αλυσίδων εφοδιασμού στις κρίσεις δεν συνιστά πλέον επιλογή αλλά ανάγκη. Η ανθεκτικότητα των γεωργών που καλλιεργούν τα τρόφιμα που καταναλώνουμε, ή των εργαζομένων που παράγουν τα ρούχα που φοράμε είναι εξίσου σημαντική με την ανθεκτικότητα των εισαγωγικών εταιρειών, των μεταποιητών, των εμπόρων χονδρικής, των ΜΜΕ ή των αλυσίδων καταστημάτων λιανικής πώλησης στην Ευρώπη.

1.2.

Η ΕΟΚΕ ζητεί τη διαμόρφωση μιας πιο ολοκληρωμένης στρατηγικής της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση. Η πλέον βιώσιμη επιλογή θα πρέπει να είναι και η ευκολότερη επιλογή για τους πολίτες. Για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται συστημική αλλαγή του τρόπου με τον οποίο παράγουμε και καταναλώνουμε αγαθά. Ειδικότερα, πρέπει να αναγνωριστεί περισσότερο η ευθύνη των παραγωγών (1) όσον αφορά την αντιμετώπιση μη βιώσιμων καταναλωτικών αναγκών. Δεδομένου ότι οι αγορές δεν θα παράσχουν βιώσιμα αποτελέσματα αυτομάτως, είναι αναγκαία μια στρατηγική για τη δημιουργία κανονιστικού πλαισίου και για την παροχή στρατηγικής κατεύθυνσης τόσο για τον ιδιωτικό τομέα (μεταξύ άλλων μέσω των κυκλικών και βιώσιμων επιχειρηματικών μοντέλων) όσο και για τις δημόσιες αρχές (π.χ. μέσω των δημόσιων συμβάσεων).

1.3.

Η κοινωνική διάσταση πρέπει να ενσωματωθεί πλήρως στη στρατηγική από κοινού με την οικονομική και την περιβαλλοντική διάσταση, ώστε να επιτευχθεί η απολύτως αναγκαία συνεκτικότητα της πολιτικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα, η ΕΕ επικεντρώθηκε σε λύσεις βασιζόμενες στην αγορά και παραμέλησε τους πολίτες και τους εργαζόμενους. Οι βελτιώσεις στις συνθήκες εργασίας, στους κατώτατους μισθούς, στην κοινωνική προστασία, στις επενδύσεις στις δημόσιες υπηρεσίες, στη χωρίς αποκλεισμούς διακυβέρνηση, στη δίκαιη φορολόγηση, κ.λπ. θα πρέπει να συμπεριληφθούν ως κριτήρια βιωσιμότητας. Αυτό θα συμβάλει στην ενίσχυση του δίκαιου χαρακτήρα και της βιωσιμότητας των συστημάτων παραγωγής και κατανάλωσης μακροπρόθεσμα. Θα συμβάλει επίσης στην υλοποίηση του θεματολογίου· των Ηνωμένων Εθνών για το 2030.

1.4.

Στο πλαίσιο μιας στρατηγικής της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις επιπτώσεις στις ευάλωτες ομάδες πληθυσμού και στα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος που έχουν πληγεί έντονα –και θα συνεχίσουν να πλήττονται– από την τρέχουσα κρίση, ενώ θα πρέπει επίσης να εξεταστεί ο αντίκτυπος στους ευάλωτους φορείς των αλυσίδων εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των γεωργών και των εργαζομένων. Τα βιώσιμα προϊόντα και οι υπηρεσίες θα πρέπει να είναι προσβάσιμα και οικονομικά προσιτά σε όλους.

1.5.

Σε βραχυπρόθεσμο και μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ο καλύτερος συντονισμός και προσανατολισμός όλων των συναφών εργαλείων πολιτικής (π.χ. δημόσιες συμβάσεις, επισήμανση, φορολογία, κ.λπ.) προς αυτό το όραμα. Απαιτείται μια πιο εναρμονισμένη προσέγγιση για να αντιμετωπιστεί ο υφιστάμενος κατακερματισμός των πολιτικών της ΕΕ και η προσέγγιση που βασίζεται σε στεγανά.

1.6.

Στο πλαίσιο της ανάκαμψης μετά την κρίση της νόσου COVID-19, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη να συνεργαστούν με την ΕΟΚΕ για την ανάπτυξη ενός σημαντικού και συντονισμένου προγράμματος ολοκληρωμένων πολιτικών που θα βοηθήσει την Ευρώπη να ανοικοδομηθεί βελτιωμένη και θα δημιουργήσει τις συνθήκες για μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη βιώσιμη κατανάλωση. Η ΕΟΚΕ προτείνει την υλοποίηση των ακόλουθων ειδικών δράσεων:

θέσπιση κανόνων για τα προϊόντα και απαγορεύσεων που προάγουν τη βιωσιμότητα, δηλαδή που προωθούν τη μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και τη βιωσιμότητα των προϊόντων,

απαγόρευση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών,

βελτίωση των κανόνων ανταγωνισμού για συλλογικές πρωτοβουλίες που προάγουν τη βιωσιμότητα στις αλυσίδες εφοδιασμού,

επιβολή των κοινωνικών και περιβαλλοντικών ρητρών που περιλαμβάνονται στις εμπορικές συμφωνίες,

βελτίωση της εταιρικής λογοδοσίας και αύξηση της ευαισθητοποίησης των επιχειρήσεων ως προς τις περιβαλλοντικές (π.χ. EMAS) και τις κοινωνικές πτυχές,

μετακυλίσεις φόρων από την εργασία στη χρήση των πόρων,

προώθηση των δίκαιων και πράσινων δημόσιων συμβάσεων, με ελάχιστα υποχρεωτικά κριτήρια,

ενίσχυση της διαφάνειας με την καθιέρωση υποχρεωτικών κανόνων επισήμανσης σχετικά με την προέλευση, τη βιωσιμότητα και την κοινωνική διάσταση,

ενθάρρυνση πρωτοβουλιών από τη βάση προς την κορυφή και πιλοτικές παρεμβάσεις,

εξέταση των πτυχών της διαφήμισης και του μάρκετινγκ,

προώθηση της εκπαίδευσης σχετικά με τη βιώσιμη κατανάλωση.

2.   Εισαγωγή

2.1.

Η πανδημία COVID-19 αποκάλυψε την ευπάθεια των αλυσίδων εφοδιασμού και την ανάγκη για επείγοντα και συστημικό μετασχηματισμό. Η έλλειψη επενδύσεων στους τομείς της υγείας και της περίθαλψης, η υπερβολική εξάρτηση από τις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και η εξάρτηση των οικονομικών συστημάτων από γραμμικές διαδικασίες παραγωγής και κατανάλωσης που δεν συνάδουν με τα όρια του πλανήτη μας θέτουν σε κίνδυνο την ικανότητα των κυβερνήσεων να αναλαμβάνουν ταχεία και αποφασιστική δράση για την προστασία της δημόσιας υγείας. Η μετατόπιση της προτεραιότητας προς περισσότερο βιώσιμους τρόπους παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης και η αύξηση της ανθεκτικότητας όλων των φορέων των αλυσίδων εφοδιασμού στις κρίσεις δεν συνιστά πλέον επιλογή αλλά ανάγκη (2). Λόγω της πανδημίας, τα ζητήματα της κοινωνικής προστασίας, των δημόσιων υπηρεσιών, των εργαζομένων χαμηλής ειδίκευσης, της επαγγελματικής υγείας και ασφάλειας καθώς των συνθηκών εργασίας κατέστησαν το επίκεντρο του ενδιαφέροντος των μέσων ενημέρωσης και του διαλόγου πολιτικής.

2.2.

Η ΕΕ έχει δεσμευτεί πλήρως έναντι του θεματολογίου των Ηνωμένων Εθνών για το 2030 και των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ). Ωστόσο, η επίτευξη του ΣΒΑ 12 για τη βιώσιμη κατανάλωση και παραγωγή εξακολουθεί να παρουσιάζει δυσκολίες για την Ευρώπη (3), παρότι έχει καθοριστική σημασία για την υλοποίηση του θεματολογίου για το 2030 στο σύνολό του. Πράγματι, οι τρόποι με τους οποίους οι περισσότεροι άνθρωποι καταναλώνουν σήμερα –μεγάλες ποσότητες με ταχείς ρυθμούς, κατά μήκος μιας γραμμικής πορείας και με σημαντική σπατάλη (κατασκευή-κατανάλωση-απόρριψη)– δεν είναι βιώσιμοι. Επιπλέον, ο χαρακτηρισμός των πολιτών πρωτίστως ως μεμονωμένων καταναλωτών έχει κάνει τους ανθρώπους υπεύθυνους για τις επιλογές τους, χωρίς όμως να τους παρέχονται προσβάσιμες ή οικονομικά προσιτές εναλλακτικές λύσεις.

2.3.

Η ΕΟΚΕ έχει ζητήσει κατά το παρελθόν από την ΕΕ να προτείνει ένα νέο όραμα ευημερίας για τους ανθρώπους και τον πλανήτη, με βάση τις αρχές της οικολογικής βιωσιμότητας, του δικαιώματος σε μια αξιοπρεπή ζωή και της προστασίας των κοινωνικών αξιών (4). Μια συστημική προσέγγιση της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση είναι ένα από τα απαραίτητα δομικά στοιχεία του στρατηγικού οράματος της ΕΟΚΕ για μια βιώσιμη οικονομία της ευημερίας στο πλαίσιο της οποίας δεν παραμελείται κανείς.

2.4.

Η πολιτική δυναμική για τη λήψη αποφασιστικής δράσης από την ΕΕ για την εκπλήρωση του οράματος αυτού είναι ισχυρή. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη — και Κοινωνική — Συμφωνία παρουσιάζει τεράστιες δυνατότητες για την ανοικοδόμηση της οικονομίας μετά την κρίση της νόσου COVID-19 σε πιο βιώσιμη βάση, για τη συμβολή στη δημιουργία ενός νέου μοντέλου ευημερίας και για τη διασφάλιση της δίκαιης μετάβασης (5).

2.5.

Ειδικότερα, το νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία περιλαμβάνει ειδική δράση σχετικά με την ενδυνάμωση των καταναλωτών για την πράσινη μετάβαση, καθώς και διάφορες πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ανάδειξη της ευθύνης των ρυθμιστικών αρχών και των επιχειρήσεων. Το σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία (CEAP) θα πρέπει να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της «Νέας συμφωνίας για τους καταναλωτές» του 2018, η οποία επικεντρωνόταν κυρίως στην προστασία και την επιβολή και λιγότερο στην ενδυνάμωση. Η εφαρμογή της στρατηγικής «από το αγρόκτημα στο πιάτο» και της στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα αποκτά επίσης διττή σημασία, δεδομένου ότι η κρίση της νόσου COVID-19 έχει καταστήσει την ανάγκη για αύξηση της ανθεκτικότητας και της βιωσιμότητας των ενωσιακών και των παγκόσμιων συστημάτων τροφίμων πιο επείγουσα από ποτέ. Το επικείμενο 8ο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον θα πρέπει να αποτελέσει μια ευκαιρία για πιο αποφασιστική αντιμετώπιση του ζητήματος της βιώσιμης κατανάλωσης.

2.6.

Η παρούσα γνωμοδότηση θα συμβάλει στον προβληματισμό σχετικά με την ανάκαμψη μετά την κρίση της νόσου COVID-19 παρέχοντας συγκεκριμένες συστάσεις για μια ολοκληρωμένη στρατηγική της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και ως συμπλήρωμα του νέου σχεδίου δράσης για την κυκλική οικονομία.

3.   Προκλήσεις — ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης

3.1.

Η Ευρώπη εξακολουθεί να μην ζει εντός των ορίων του πλανήτη. Διάφορες μελέτες που εφαρμόζουν διαφορετικές μεθοδολογίες για την αξιολόγηση των προτύπων κατανάλωσης της ΕΕ καταλήγουν στο ίδιο αυτό συμπέρασμα (6), συμπεριλαμβανομένης πρόσφατης έκθεσης του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (ΕΟΠ) και της Ελβετικής Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Περιβάλλοντος (FOEN) (7).

3.2.

Η κατανάλωση προϊόντων και υπηρεσιών αποτελεί τόσο άμεσο όσο και έμμεσο παράγοντα πιέσεων όπως είναι η αλλαγή χρήσης της γης, οι εκπομπές και η έκλυση τοξικών χημικών ουσιών στο περιβάλλον, οι οποίες με τη σειρά τους δημιουργούν μια σειρά περιβαλλοντικών επιπτώσεων, συμπεριλαμβανομένης της κλιματικής αλλαγής, της εξάντλησης και της ρύπανσης των γλυκών υδάτων και της απώλειας βιοποικιλότητας. Αυτό το «οικολογικό αποτύπωμα» της κατανάλωσης είναι υψηλό στην Ευρώπη· για την ακρίβεια, είναι ένα από τα υψηλότερα στον κόσμο. Από στοιχεία προκύπτει ότι θα χρειαζόμασταν σχεδόν τρεις πλανήτες όπως η Γη για τη διατήρηση της παγκόσμιας οικονομίας, εάν όλοι οι άνθρωποι που κατοικούν στη Γη είχαν τις ίδιες καταναλωτικές συνήθειες με αυτές του μέσου Ευρωπαίου (8)(9).

3.3.

Για τη διατήρηση των υψηλών επιπέδων κατανάλωσης, η Ευρώπη εξαρτάται από πόρους που αντλούνται από άλλα σημεία του κόσμου. Συνεπώς, η Ευρώπη εξωτερικεύει, σε αυξανόμενο βαθμό, τις πιέσεις της σε βασικά περιβαλλοντικά ζητήματα σε άλλα μέρη του κόσμου (10). Συνολικά, το μοντέλο αυτό δεν συνάδει πλέον με ένα ασφαλές και βιώσιμο μέλλον (11).

3.4.

Ενώ η εξαγωγή του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της ΕΕ μέσω του εμπορίου δεν μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμη, πρέπει επίσης να αναγνωριστεί ότι το εμπόριο με την ΕΕ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη πολλών χωρών, και ειδικότερα των λιγότερο ανεπτυγμένων χωρών (ΛΑΧ). Στην πραγματικότητα, η ΕΕ προωθεί ενεργά το εμπόριο ως εργαλείο για την προώθηση της βιωσιμότητας τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και στο εσωτερικό των χωρών που είναι εμπορικοί εταίροι της. Επομένως, οι αρχές της δικαιοσύνης, της κυκλικότητας και της περισσότερο βιώσιμης κατανάλωσης πρέπει να εναρμονιστούν προσεκτικά με το εμπόριο, δημιουργώντας ευκαιρίες τόσο για την ΕΕ όσο και για τους εμπορικούς εταίρους της (12).

3.5.

Τα τρέχοντα ευρωπαϊκά πρότυπα κατανάλωσης θέτουν επίσης διάφορα ερωτήματα σχετικά με την κοινωνική ισότητα. Ενώ ορισμένα μέρη της Ευρώπης έχουν μερικά από τα υψηλότερα αποτυπώματα υλικών στον κόσμο (13), άλλες περιοχές της Ευρώπης δεν είναι σε θέση να προσφέρουν ένα βιοτικό επίπεδο που να θεωρείται γενικά αποδεκτό. Το επίπεδο υλικής στέρησης ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό στην ΕΕ, όπως και το επίπεδο οικονομικής δυσπραγίας (14). Συνεπώς, η κατανάλωση συνδέεται στενά με θεματολόγια πολιτικής που αφορούν, παραδείγματος χάριν, τη διατροφή, τη φτώχεια και τις ανισότητες (15). Η αύξηση της βιώσιμης κατανάλωσης σε ολόκληρη την Ευρώπη μπορεί να συνεπάγεται αύξηση της χρήσης πόρων για ορισμένους και μείωση της χρήσης πόρων από άλλους — και συνολικά καλύτερη ισορροπία πρόσβασης στους πόρους και ενισχυμένη δικαιοσύνη όσον αφορά τους πόρους (16).

3.6.

Η μη βιώσιμη κατανάλωση οφείλεται στην πολύπλοκη αλληλεπίδραση μιας σειράς διαφορετικών παραγόντων. Το κυρίαρχο επιχειρηματικό μοντέλο είναι γραμμικό, και η ανάπτυξη των περισσότερων επιχειρήσεων εξακολουθεί να βασίζεται στην κατανάλωση περισσότερων αγαθών από περισσότερους ανθρώπους. Η πραγματική διάρκεια ζωής πολλών καταναλωτικών προϊόντων συρρικνώνεται (17), ενώ η επισκευή τους γίνεται όλο και πιο δύσκολη (συχνά σκοπίμως) (18). Εναλλακτικές λύσεις για το γραμμικό οικονομικό μοντέλο «κατασκευή-κατανάλωση-απόρριψη», όπως εκείνες που βασίζονται στην κυκλικότητα, στην επισκευή ή στην κοινή χρήση υλικών, θα μπορούσαν να συμβάλουν στη μείωση της συνολικής κατανάλωσης υλικών, αλλά παραμένουν περιφερειακές και συχνά δεν είναι σε θέση να ανταγωνιστούν τις γραμμικές λύσεις υπό τις τρέχουσες συνθήκες (19). Στην πραγματικότητα, τα δευτερογενή (επαναχρησιμοποιημένα/ανακατασκευασμένα/ανακυκλωμένα) προϊόντα συχνά πωλούνται επιπλέον των πρωτογενών (νέων) προϊόντων, με αποτέλεσμα να προκύπτουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις τόσο από την πρωτογενή όσο και από τη δευτερογενή παραγωγή (20). Η προώθηση της κυκλικότητας χωρίς την προώθηση ευρύτερων συστημικών αλλαγών στην παραγωγή (ιδίως στον σχεδιασμό των προϊόντων), στην κατανάλωση και στην πρόληψη δημιουργίας αποβλήτων θα αντιμετώπιζε, συνεπώς, μόνο ένα μέρος του προβλήματος. Οι καταναλωτές θα πρέπει να επωφελούνται από ένα πραγματικό «δικαίωμα επισκευής».

3.7.

Η τιμή είναι ένας από τους σημαντικότερους καθοριστικούς παράγοντες και κινητήριους μοχλούς της ζήτησης (21) και, για όσο χρονικό διάστημα η τιμή των προϊόντων και των υπηρεσιών δεν θα αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια το πραγματικό τους κόστος, δεν θα είναι εφικτή μια γενική στροφή σε πρότυπα βιώσιμης κατανάλωσης. Επί του παρόντος, το οικονομικό κόστος του περιβαλλοντικού και του κοινωνικού εξωτερικού αντικτύπου της παραγωγής και της κατανάλωσης βαρύνει συνήθως τους φορολογούμενους και τις μελλοντικές γενιές, και όχι τις επιχειρήσεις που εμπορεύονται τα προϊόντα και τις υπηρεσίες αυτές. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που προσφέρουν εναλλακτικές λύσεις με χαμηλότερες επιπτώσεις συχνά εξακολουθούν να είναι πιο ακριβά και η πρόσβαση σε αυτά να είναι δυσκολότερη, παρά τον αποδεδειγμένο αντίκτυπο λιγότερων αρνητικών εξωτερικών παραγόντων από περισσότερο βιώσιμες καταναλωτικές επιλογές, όπως βιολογικά προϊόντα και προϊόντα δίκαιου εμπορίου (22).

3.8.

Στο μεταξύ, αυξημένη προσοχή δίνεται στις λογιστικές μεθόδους πραγματικού κόστους και έχουν πολλαπλασιαστεί οι μελέτες από τότε που ο οικονομολόγος Pigou επινόησε τον όρο κόστος «εξωτερικότητας» (23). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε το 2008 μια στρατηγική για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους (24), στην οποία προσδιορίζει τη φορολογία, την επιβολή διοδίων (ή τελών χρήσης) και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την εμπορία εκπομπών, ως τα κυριότερα οικονομικά εργαλεία που έχουν ως αποτέλεσμα την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους. Ωστόσο, στην Ευρώπη, η μακροπρόθεσμη τάση που παρατηρείται είναι μείωση των εσόδων από «περιβαλλοντικούς» φόρους ως ποσοστού επί των συνολικών φορολογικών εσόδων (25).

3.9.

Μια άλλη πρόκληση προκύπτει από την επί του παρόντος κυρίαρχη ερμηνεία του δικαίου του ανταγωνισμού, βάσει της οποίας υιοθετείται μια πολύ στενή έννοια της ευημερίας των καταναλωτών, η οποία δίδει προτεραιότητα στις χαμηλές τιμές στο ράφι για τον καταναλωτή έναντι της βιωσιμότητας των προϊόντων και του τρόπου παραγωγής τους. Το 2013, η ολλανδική αρχή ανταγωνισμού (ACM), στην υπόθεση «Energy Agreement» (Ενεργειακή συμφωνία), αποφάνθηκε ότι μια πολυμερής ενεργειακή συμφωνία για τη βιώσιμη ανάπτυξη με εργοδότες, συνδικαλιστικές ενώσεις, περιβαλλοντικούς οργανισμούς και άλλους φορείς, με σκοπό την εξοικονόμηση ενέργειας, την προώθηση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, δεν ήταν σύμφωνη με τις απαιτήσεις του δικαίου του ανταγωνισμού. Το 2014, η ACM, στην υπόθεση «Chicken of Tomorrow» (Τα κοτόπουλα του αύριο), έκρινε ότι μια πολυμερής συμφωνία για την αύξηση της καλής μεταχείρισης των κοτόπουλων, μέσω π.χ. της χορήγησης λιγότερων αντιβιοτικών και της παροχής περισσότερου χώρου, καθώς και για τη λήψη πρόσθετων περιβαλλοντικών μέτρων, περιόριζε τον ανταγωνισμό.

3.10.

Στις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής σχετικά με το άρθρο 101 παράγραφος 3 αναφέρεται ότι ο στόχος του άρθρου 101 είναι η προστασία του ανταγωνισμού στην αγορά «προκειμένου να αυξηθεί η ευημερία του καταναλωτή και να εξασφαλισθεί μια αποτελεσματική κατανομή των πόρων», χωρίς να παρέχεται οποιαδήποτε ένδειξη για το αν ή με ποιον τρόπο μπορούν να λαμβάνονται υπόψη μη οικονομικές παράμετροι. Πολλές επιχειρήσεις θα ήθελαν να εντείνουν τα έργα που εκτελούν για τη βιωσιμότητα, αλλά οι επενδύσεις είναι πολύ υψηλές για να τις αναλάβουν μόνες τους. Οι κατευθυντήριες γραμμές για το δίκαιο του ανταγωνισμού θα πρέπει να παράσχουν περισσότερη σαφήνεια στις επιχειρήσεις σχετικά με τον τρόπο συμμετοχής στη συνεργασία για τη βιωσιμότητα.

3.11.

Μια πρόσφατη μελέτη του ιδρύματος Fairtrade παρουσιάζει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ένα ασαφές νομικό τοπίο όσον αφορά τη δυνητική συνεργασία σε σχέση με τις χαμηλές τιμές στη θύρα της εκμετάλλευσης περιορίζει την πρόοδο προς την ανάπτυξη συνεργασίας για την εξασφάλιση μισθών και εισοδημάτων αξιοπρεπούς διαβίωσης σε όλες τις αλυσίδες εφοδιασμού. Στην έκθεση επισημαίνεται ότι περαιτέρω σαφήνεια από τις αρχές ανταγωνισμού σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα αξιολογηθεί ενδεχόμενη προανταγωνιστική συνεργασία για το θέμα των χαμηλών τιμών στη θύρα της εκμετάλλευσης βάσει του δικαίου του ανταγωνισμού θα συνέβαλε σημαντικά στην επίτευξη προόδου (26).

3.12.

Εμπόδιο για μια συνεκτική προσέγγιση της βιώσιμης κατανάλωσης είναι ο τρέχων κατακερματισμός των πολιτικών της ΕΕ. Για παράδειγμα, όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας της ΕΕ του 2014 σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων (27), διάφορες ΓΔ της Επιτροπής εργάζονται χωριστά για την κατάρτιση εγγράφων καθοδήγησης για τις αναθέτουσες αρχές («Buying Green» Εγχειρίδιο της ΓΔ Περιβάλλοντος (28), «Buying Social» υπό την καθοδήγηση της ΓΔ Εσωτερικής Αγοράς, Βιομηχανίας, Επιχειρηματικότητας και ΜΜΕ (29) — σε διαδικασία αναθεώρησης) ενώ υπάρχει χωριστή ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Κατευθυντήριες γραμμές για τις δημόσιες συμβάσεις καινοτομίας» (30). Το γεγονός αυτό μπορεί να προκαλέσει μεγάλη σύγχυση στις αναθέτουσες αρχές της ΕΕ που επιθυμούν να εφαρμόσουν μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για βιώσιμες δημόσιες συμβάσεις (ΣΒΑ 12.3).

4.   Όραμα — Προς μια ολοκληρωμένη στρατηγική της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση

4.1.

Οι πολιτικές που αφορούν τη βιωσιμότητα των διαδικασιών παραγωγής (π.χ. οικολογικός σχεδιασμός), των προϊόντων και των υπηρεσιών, και τον χειρισμό υλικών που μετατρέπονται σε απόβλητα, αποτελούν από καιρό ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής της ΕΕ και υφίσταται ένα σχετικά άρτια εδραιωμένο πλαίσιο πολιτικής. Ωστόσο, η προσέγγιση αυτή δεν αρκεί πλέον για να επιτευχθεί το μέγεθος της αλλαγής που απαιτείται στον διαθέσιμο χρόνο — πρέπει να δοθεί περισσότερη προσοχή στον ρόλο της κατανάλωσης στο πλαίσιο της επιδίωξης της βιώσιμης ανάπτυξης.

4.2.

Οι πολιτικές σε επίπεδο ΕΕ που αφορούν την κατανάλωση έχουν, μέχρι στιγμής, επικεντρωθεί στον ρόλο των πολιτών ως καταναλωτών και στη χρήση εργαλείων πολιτικής που βασίζονται στην πληροφόρηση για να προσπαθήσουν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών. Στα κυριότερα παραδείγματα περιλαμβάνεται η οικολογική επισήμανση των προϊόντων, οι εκστρατείες ευαισθητοποίησης και τα προαιρετικά κριτήρια για τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις.

4.3.

Τα εν λόγω εργαλεία πολιτικής είχαν περιορισμένη επίδραση στη μη βιώσιμη κατανάλωση. Στην πραγματικότητα, λιγοστά είναι τα στοιχεία που υποδεικνύουν ότι η βελτιωμένη πληροφόρηση σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των προϊόντων, όπως τα οικολογικά σήματα, επιφέρει πραγματικές αλλαγές στην αγοραστική συμπεριφορά, πόσο μάλλον στην απαιτούμενη κλίμακα. Αυτό οφείλεται σε διάφορες αντίστροφες επιπτώσεις, υποσυνείδητες ρουτίνες και συνήθειες (31). Οι επιλογές στις οποίες προβαίνουμε ως καταναλωτές (είτε πρόκειται για νοικοκυριά, είτε για τον ιδιωτικό ή τον δημόσιο τομέα) εξακολουθούν σε μεγάλο βαθμό να καθορίζονται από την τιμή και την ευκολία (32). Ωστόσο, είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι την ευθύνη για τέτοιου είδους επιλογές στο υφιστάμενο σύστημα δεν φέρουν οι καταναλωτές, αλλά μάλλον οι παραγωγοί (33). Η καπιταλιστική λογική και η ανισορροπία ισχύος στην αλυσίδα εφοδιασμού είναι οι παράγοντες που οδηγούν σε έναν «ανταγωνισμό προς τα κάτω», στο πλαίσιο του οποίου δίνεται προτεραιότητα στην τιμή έναντι της βιωσιμότητας.

4.4.

Προβληματική επίσης είναι η αντίληψη ότι οι πολίτες είναι υπεύθυνοι για την εξασφάλιση περισσότερο βιώσιμης κατανάλωσης, καθώς τα περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες δεν αποκαλύπτουν το πραγματικό τους κόστος και οι μοχλοί της αγοράς και της κοινωνίας εξακολουθούν να έχουν ως στόχο την ενθάρρυνση της αυξημένης κατανάλωσης υλικών. Η ευθύνη του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα για την αντιμετώπιση της μη βιώσιμης κατανάλωσης πρέπει να αναγνωριστεί καλύτερα και να υιοθετηθούν εργαλεία που θα συμβάλουν στο να διασφαλιστεί –με ισορροπημένο και διαφανή τρόπο– ότι η πλέον υγιεινή, βιώσιμη και ασφαλής επιλογή είναι ταυτόχρονα η ευκολότερη και η περισσότερο οικονομικά προσιτή επιλογή για τους πολίτες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να στηρίζει τις πανευρωπαϊκές εκστρατείες για τη βιώσιμη κατανάλωση, υπό την ηγεσία της κοινωνίας των πολιτών, με έμφαση όχι μόνο στις ατομικές αποφάσεις των καταναλωτών.

4.5.

Ένας από τους παράγοντες που διαμορφώνουν τη φύση της πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ έως σήμερα είναι η ισορροπία των αρμοδιοτήτων πολιτικής μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών της. Τα μέσα πολιτικής που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη ρύθμιση της ζήτησης, όπως οι φόροι, εμπίπτουν σε μεγάλο βαθμό στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Ωστόσο, η ΕΕ διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στο να διασφαλιστεί ότι η Ευρώπη ζει εντός των ορίων του πλανήτη και διαθέτει αρκετά μέσα με τα οποία μπορεί να αναλάβει δράση σχετικά με τη μη βιώσιμη κατανάλωση. Ορισμένα κράτη μέλη θα μπορούσαν επίσης να επωφεληθούν από περαιτέρω καθοδήγηση (εργαλειοθήκη) εκ μέρους της ΕΕ.

4.6.

Μεμονωμένες προσεγγίσεις, π.χ. η δίκαιη ή κυκλική προσέγγιση, είναι σημαντικές αλλά δεν επαρκούν για την επίτευξη βιωσιμότητας. Επιπλέον, υπάρχει ο κίνδυνος η ανάπτυξη αποκρίσεων πολιτικής στη μη βιώσιμη κατανάλωση, μεμονωμένα, να δημιουργήσουν απρόβλεπτα ζητήματα σε μεταγενέστερο στάδιο. Απαιτείται μια ολοκληρωμένη και συντονισμένη προσέγγιση, η οποία να αντικατοπτρίζει την πολυπλοκότητα του επίμαχου ζητήματος και να παρέχει συνεκτική συμβολή από ευρύ φάσμα διαφορετικών τομέων πολιτικής, στο οποίο περιλαμβάνονται τομείς από την έρευνα, την καινοτομία, τις τομεακές και βιομηχανικές πολιτικές έως την εκπαίδευση, την ευημερία, το εμπόριο και την απασχόληση (34). Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι μια στρατηγική της ΕΕ πρέπει να συμπληρώσει –και όχι να θέσει σε κίνδυνο– φιλόδοξες κανονιστικές παρεμβάσεις στις περιπτώσεις όπου αυτές είναι απαραίτητες.

4.7.

Μια στρατηγική σε επίπεδο ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση θα πρέπει να παράσχει ένα φιλόδοξο πλαίσιο ώστε τα κράτη μέλη και ο ιδιωτικός τομέας να μπορούν να ανταποκρίνονται τόσο στην κατανάλωση των νοικοκυριών όσο και στην κατανάλωση του δημόσιου τομέα. Οι αγορές δεν θα παράσχουν βιώσιμα αποτελέσματα αυτομάτως. Απαιτείται μια στρατηγική για τη δημιουργία κανονιστικού πλαισίου και την παροχή στρατηγικής κατεύθυνσης που ευνοεί φιλόδοξες και πρωτοποριακές πρωτοβουλίες τόσο για τα προϊόντα όσο και για τις υπηρεσίες (δεδομένου ότι η οικονομία των υπηρεσιών δεν είναι απαραιτήτως βιώσιμη).

4.8.

Μια στρατηγική της ΕΕ θα ανταποκρίνεται επίσης στα αιτήματα των Ευρωπαίων καταναλωτών για τη διασφάλιση από την ΕΕ διαρθρωτικών αλλαγών και τη δημιουργία νέων υποδομών που θα παράσχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα να υιοθετήσουν έναν περισσότερο βιώσιμο τρόπο ζωής (35).

4.9.

Η ενσωμάτωση του ρόλου της κατανάλωσης σε επίπεδο ΕΕ μπορεί επίσης να συμβάλει στην αποφυγή των αντίστροφων επιπτώσεων και άλλων απρόβλεπτων συνεπειών της αναθεωρημένης και/ή νέας πολιτικής και να υποστηρίξει μια πιο μακροπρόθεσμη πολιτιστική αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την έννοια της επάρκειας και τον ρόλο της κατανάλωσης σε σχέση με την επίτευξη του θεματολογίου για το 2030.

4.10.

Μια στρατηγική της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση θα πρέπει να περιλαμβάνει στόχους για απόλυτη μείωση του αποτυπώματος υλικού της ευρωπαϊκής κατανάλωσης. Οι στόχοι σε επίπεδο ΕΕ μπορούν να παρέχουν κατεύθυνση, ώθηση και συνοχή τόσο σε άλλα επίπεδα διακυβέρνησης όσο και σε ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς καινοτομίας ώστε να συνδράμουν στην επίτευξη της οικονομίας της ευημερίας (36).

4.11.

Επιπλέον, η πτυχή της δικαιοσύνης στη χρήση των πόρων είναι ζωτικής σημασίας και αποτελεί μια πτυχή που έχει παραβλεφθεί επί μακρόν στην πολιτική της ΕΕ (37). Η στρατηγική για τη βιώσιμη κατανάλωση πρέπει να είναι μια ανθρωποκεντρική στρατηγική, η οποία θα έχει ως στόχο να εξασφαλίσει ότι οι βιώσιμες καταναλωτικές επιλογές είναι προσβάσιμες, οικονομικά προσιτές και ελκυστικές για όλους. Η στρατηγική θα πρέπει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στον αντίκτυπο στους ευάλωτους πληθυσμούς και στα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα. Οι κοινωνικές ομάδες υψηλών δαπανών πρέπει επίσης να αντιμετωπιστούν αναλόγως.

4.12.

Οι εργαζόμενοι και οι γεωργοί διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην προώθηση της βιώσιμης κατανάλωσης, καθώς είναι ταυτόχρονα καταναλωτές στο τέλος της αλυσίδας και παραγωγοί στην αρχή της αλυσίδας εφοδιασμού. Συνεπώς, είναι πολύ σημαντικό οι πολιτικές βιώσιμης κατανάλωσης να περιλαμβάνουν μια ισορροπημένη προσέγγιση για την κατανομή της αξίας στο εσωτερικό και σε όλο το μήκος της αλυσίδας αξίας, όπως η προώθηση μισθών που εξασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση στους εργαζόμενους και εισοδήματος που εξασφαλίζει αξιοπρεπή διαβίωση στους γεωργούς, τόσο στην ΕΕ όσο και στις χώρες του νότιου ημισφαιρίου, και όχι να στοχεύουν αποκλειστικά στην βραχυπρόθεσμη εξασφάλιση χαμηλών τιμών για τους καταναλωτές. Οι εργαζόμενοι, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι ομάδες γεωργών και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών μπορούν επίσης να διαδραματίσουν καίριο ρόλο στην παρακολούθηση της συμμόρφωσης με τα πρότυπα για τη βιωσιμότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας.

4.13.

Το λιανικό εμπόριο μπορεί επίσης να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην προώθηση της βιώσιμης κατανάλωσης, ωθώντας τους καταναλωτές προς υγιεινές και περισσότερο βιώσιμες επιλογές. Στον τομέα αυτόν, ιδιαίτερη αναφορά αξίζει να γίνει στο επιχειρηματικό μοντέλο του καταναλωτικού συνεταιρισμού λόγω της ειδικής επιχειρηματικής του μορφής, στο πλαίσιο της οποίας το μέλος-καταναλωτής βρίσκεται στον πυρήνα της επιχειρηματικής και δημοκρατικής δομής διακυβέρνησης.

4.14.

Η στρατηγική της ΕΕ θα πρέπει να περιλαμβάνει πρωτοβουλίες για τη διασφάλιση διαφανών και αξιόπιστων ροών πληροφοριών προς υποστήριξη της βιώσιμης κατανάλωσης, αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που δημιουργούνται από νέες και αναδυόμενες ψηφιακές λύσεις. Με τον τρόπο αυτόν θα μπορούσε επίσης να παρασχεθεί στήριξη σε επιχειρήσεις που είναι πρόθυμες να καινοτομήσουν, αλλά, επί του παρόντος, στερούνται μετρήσεων και δεδομένων που θα τους επέτρεπαν να προβούν σε αξιόπιστη εκτίμηση των οικολογικών και κοινωνικών επιπτώσεων της ημερήσιας κατανάλωσης. Με την πρόκληση αυτή βρίσκονται ιδιαιτέρως αντιμέτωπες οι ΜΜΕ, οι νεοφυείς επιχειρήσεις και οι συνεταιρισμοί, που αποτελούν ουσιώδεις φορείς καινοτομίας και πιλοτικές πλατφόρμες. Επιπλέον, η ΕΕ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην εναρμόνιση και την επαλήθευση των οικολογικών ισχυρισμών που διατυπώνονται στην εσωτερική αγορά. Επί του παρόντος, ο μεγάλος όγκος των ισχυρισμών αυτού του είδους, για την τεκμηρίωση των οποίων παρέχονται αποδεικτικά στοιχεία διαφορετικής ισχύος, δημιουργεί σύγχυση και πιθανώς διαβρώνει την εμπιστοσύνη των καταναλωτών στη νομιμότητα οποιουδήποτε από αυτούς τους ισχυρισμούς. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ επικροτεί τη φιλοδοξία της Επιτροπής, στο πλαίσιο της εφαρμογής του νέου σχεδίου δράσης για την κυκλική οικονομία, να υποβάλει νομοθετική πρόταση η οποία θα έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι οι επιχειρήσεις τεκμηριώνουν τους περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς τους.

4.15.

Μια στρατηγική σε επίπεδο ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση θα πρέπει να αναγνωρίζει και να προάγει συνέργειες με άλλους τομείς πολιτικής. Παραδείγματος χάριν, το 45 % των συνολικών εκπομπών άνθρακα στην Ευρώπη προέρχεται από τον τρόπο παραγωγής και χρήσης προϊόντων και τον τρόπο παραγωγής τροφίμων (38). Τα συστήματα τροφίμων μπορούν να αποτελέσουν πηγή αποκατάστασης και αυξημένης ανθεκτικότητας εάν τα τρόφιμα καλλιεργούνται, υφίστανται επεξεργασία και καταναλώνονται κατά τρόπο διαφορετικό. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται σχεδόν σίγουρα τη χορήγηση κατάλληλων, για το εκάστοτε είδος, ζωοτροφών στα ζώα εκτροφής και ισορροπημένη διατροφή με λιγότερο κρέας για τους καταναλωτές. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνονται οφέλη τόσο για το κλίμα όσο και για την υγεία (39). Η κατανάλωση και η ζήτηση διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην ικανότητά μας να μειώσουμε τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Ομοίως, η κύρια πρόκληση για την αντιμετώπιση της απώλειας βιοποικιλότητας και της υποβάθμισης των οικοσυστημάτων στην Ευρώπη είναι ο τρόπος ζωής μας που χρειάζεται περισσότερους πλανήτες (40). Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει επίσης το αίτημά της για αναγνώριση των δικαιωμάτων της φύσης, ώστε να διασφαλίζεται ισότητα με τα δικαιώματα των ατόμων και των εταιρειών (41).

5.   Από το όραμα στην υλοποίηση — Ευκαιρίες για ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ και κρατών μελών

5.1.

Στο πλαίσιο της ανάκαμψης μετά την κρίση της νόσου COVID-19, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή, το Κοινοβούλιο και τα κράτη μέλη να συνεργαστούν με την ΕΟΚΕ για την ανάπτυξη ενός σημαντικού και συντονισμένου προγράμματος ολοκληρωμένων πολιτικών που θα βοηθήσει την Ευρώπη να ανοικοδομηθεί βελτιωμένη και θα δημιουργήσει τις συνθήκες για μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τη βιώσιμη κατανάλωση. Τα σχέδια πράσινης ανάκαμψης θα πρέπει να δώσουν ώθηση για να ξεκινήσει η απαραίτητη συστημική αλλαγή στην κινητικότητα, τη διατροφή, τη στέγαση, την ψυχαγωγία, τα ενεργειακά συστήματα και τις ομάδες προϊόντων υψηλού αντίκτυπου (42), εξετάζοντας τον αντίκτυπο της κατανάλωσης της ΕΕ τόσο στην ΕΕ όσο και στις χώρες του νότιου ημισφαιρίου. Ως αφετηρία της διαδικασίας αυτής διατυπώνονται οι ακόλουθες προτάσεις.

5.2.    Νομικά ή κανονιστικά μέσα

5.2.1.

Θέσπιση κανόνων για τα προϊόντα (ρύθμιση) και απαγορεύσεων προϊόντων (απαγορεύσεις) που προάγουν τη βιωσιμότητα, δηλαδή που προωθούν τη μεγαλύτερη διάρκειας ζωής και τη βιωσιμότητα των προϊόντων. Η ΕΟΚΕ ήταν πρωτοπόρος και έχει ήδη ζητήσει την πλήρη απαγόρευση της προγραμματισμένης σταδιακής αχρήστευσης στη γνωμοδότησή της του 2013 (43) σχετικά με τη διάρκεια ζωής των προϊόντων και την ενημέρωση των καταναλωτών, καθώς και σε μεταγενέστερες γνωμοδοτήσεις. Επισήμανε ότι θα ήταν σκόπιμο να δημιουργηθεί ένα σύστημα που να εξασφαλίζει μία ελάχιστη διάρκεια ζωής για τα προϊόντα προς πώληση. Πρόσφατη έκθεση που εκπόνησε η επιτροπή Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (IMCO) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κινείται προς την ίδια κατεύθυνση (44). Σε αυτό το πλαίσιο, οι επιπτώσεις της αύξησης του ηλεκτρονικού εμπορίου, π.χ. κατά τη διάρκεια της κρίσης COVID-19, θα πρέπει επίσης να εξεταστούν.

5.2.2.

Απαγόρευση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, όχι μόνο στις αλυσίδες εφοδιασμού (45) τροφίμων, όπως θεσπίστηκε με τη νέα οδηγία κατά των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών στις αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, που πλήττονται από ευρέως διαδεδομένες αθέμιτες εμπορικές πρακτικές, οι οποίες επιδεινώθηκαν από την κρίση της νόσου COVID- 19 (46). Η ΕΟΚΕ ζητεί την ισορροπημένη εφαρμογή της οδηγίας για τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές προκειμένου να αποφευχθεί η προστασία μεγάλων κατασκευαστών επώνυμων προϊόντων που κάνουν κατάχρηση της διαπραγματευτικής τους ισχύος για να δημιουργήσουν μεγάλα περιθώρια κέρδους.

5.2.3.

Δίκαιο του ανταγωνισμού. Παροχή της δυνατότητας διενέργειας συλλογικών διαπραγματεύσεων μεταξύ προμηθευτών και αγοραστών σχετικά με την τιμή (και τις συνθήκες παράδοσης) των βασικών εμπορευμάτων, ειδικά στις διεπαφές που εμφανίζουν σημαντικές διαφορές ως προς τα επίπεδα συγκέντρωσης διαδοχικών στοιχείων στην αλυσίδα αξίας (π.χ. κατακερματισμένοι προμηθευτές έναντι συγκεντρωμένων αγοραστών). Στο πλαίσιο της υπό εξέλιξη αναθεώρησης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των κατευθυντήριων γραμμών για τις συμφωνίες οριζόντιας συνεργασίας, θα πρέπει να συμπεριληφθεί εκ νέου τμήμα για τις τομεακές συμφωνίες βιωσιμότητας, σύμφωνα με το πρότυπο που ορίζεται στο τμήμα των προηγούμενων κατευθυντήριων γραμμών του 2001 (47) για τις περιβαλλοντικές συμφωνίες, και να γίνει προσαρμογή τους στο τρέχον πλαίσιο, λαμβανομένων επίσης υπόψη της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, της συμφωνίας του Παρισιού και του ΣΒΑ 12.

5.2.4.

Κανόνες για το εμπόριο. Επιβολή των κοινωνικών και περιβαλλοντικών ρητρών που περιλαμβάνονται στις εμπορικές συμφωνίες, με κυρώσεις (όπως στοχευμένα αυξημένα τιμολόγια που θα αφορούν στρατηγικούς τομείς, εξαιρουμένων των τομέων όπου η επιβολή δασμών θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση της φτώχειας στις ΛΑΧ) σε περίπτωση μη συμμόρφωσης.

5.2.5.

Εταιρική ευθύνη. Υποχρεωτικό καθήκον επαγρύπνησης των αγοραστών σε όλο το μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού τους (δημιουργία υποχρέωσης) για βιώσιμες αλυσίδες εφοδιασμού στο πλαίσιο της διασφάλισης της εταιρικής ευθύνης. Αντί να εφαρμόσουν μια προσέγγιση «καταλόγου σημείων ελέγχου», οι επιχειρήσεις θα πρέπει να επανεξετάσουν τις πρακτικές αγορών τους, σύμφωνα με τις συμβουλές του ΟΟΣΑ (48), και να δεσμευτούν από αυστηρότερους νόμους για τον έλεγχο των πιέσεων από ομάδες συμφερόντων. Θα πρέπει να αναληφθεί δράση κατά της «προβολής ψευδοοικολογικής ταυτότητας» (greenwashing).

5.2.6.

Υποχρεωτική χρήση τυποποιημένου εργαλείου για την παρακολούθηση και τον εντοπισμό πληροφοριών σχετικά με τις εργασίες που εκτελούνται κατά μήκος της αλυσίδας αξίας — ποιος, πότε, πού, υπό ποιες κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνθήκες (παροχή των τεχνικών μέσων για την εκπλήρωση της υποχρέωσης). Η κοινωνία των πολιτών και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις θα πρέπει να συμμετέχουν στην ανάπτυξη και την παρακολούθηση περιβαλλοντικών και κοινωνικών προτύπων.

5.3.    Οικονομικά και χρηματοδοτικά μέσα

5.3.1.

Μετακύλιση της φορολογίας από την εργασία στη χρήση των πόρων. Χρήση της υπό εξέλιξη αναθεώρησης του κανονισμού για τον ΦΠΑ για την πρόβλεψη σαφών κριτηρίων όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίσουν μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ για προϊόντα που παράγονται με βιώσιμο τρόπο και για υπηρεσίες που μπορούν να μειώσουν τις αρνητικές επιπτώσεις της κατανάλωσης, όπως οι υπηρεσίες επισκευής ή διαμοιρασμού. Προώθηση μέτρων για την αποτροπή του φορολογικού ανταγωνισμού και του «ανταγωνισμού προς τα κάτω» μεταξύ των κρατών μελών και δικαιότερη φορολόγηση των πλέον κερδοφόρων τομέων και κεφαλαίων.

5.3.2.

Αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει αρχίσει να λαμβάνει πιο σοβαρά υπόψη την προσέγγιση της εσωτερίκευσης των εξωτερικών επιπτώσεων, π.χ. αναγνωρίζοντας ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα είναι σε μειονεκτική θέση όσο το εξωτερικό κόστος των ορυκτών πόρων δεν αντικατοπτρίζεται πλήρως στην τιμή της αγοράς ή επιχειρώντας να εφαρμόσει την αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» στον τομέα των μεταφορών. Στο μεταξύ, θα πρέπει να αναγνωριστεί ότι αυτές οι προσεγγίσεις συμφιλιώνουν την οικολογική με την οικονομική διάσταση της βιωσιμότητας, δεν λαμβάνουν ωστόσο υπόψη την κοινωνική διάσταση (49).

5.3.3.

Δίκαιες και πράσινες δημόσιες συμβάσεις (ΠΔΣ). Στον ΣΒΑ 12.7 γίνεται αναφορά στη σημασία της κατάρτισης σχεδίων δράσης για βιώσιμες δημόσιες συμβάσεις. Διάφορες εθνικές δράσεις σχετικά με τις κατευθυντήριες αρχές των Ηνωμένων Εθνών για τα σχέδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα αναφέρονται στις δημόσιες συμβάσεις, και παρατηρούνται πολλές ορθές πρακτικές σε εθνικό επίπεδο. Στη Δανία, π.χ., στα κρατικά συσσίτια έχει πραγματοποιηθεί μετάβαση προς ένα υψηλό επίπεδο βιολογικών προϊόντων, ενώ λαμβάνονται υπόψη οι δημοσιονομικοί περιορισμοί. Το ICLEI προωθεί επί του παρόντος μια πρωτοβουλία για την προώθηση υποχρεωτικών, προοδευτικών βιώσιμων προμηθειών τροφίμων σε όλα τα ευρωπαϊκά σχολεία και τους παιδικούς σταθμούς. Στο νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι οι αγοραστές του δημόσιου τομέα θα ενθαρρυνθούν να συμμετάσχουν στην επικείμενη πρωτοβουλία «Public Buyers for Climate and Environment» (Αγοραστές του δημόσιου τομέα για το κλίμα και το περιβάλλον), στο πλαίσιο της οποίας θα έρθουν σε επαφή αγοραστές που έχουν δεσμευτεί να εφαρμόζουν τις ΠΔΣ. Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να συμπεριλάβει ευρύτερα κριτήρια βιωσιμότητας, όπως κοινωνικά ζητήματα και ζητήματα δίκαιου εμπορίου. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει επίσης τα σχέδια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να προτείνει τη θέσπιση ελάχιστων υποχρεωτικών κριτηρίων και στόχων ΠΔΣ στην τομεακή νομοθεσία, καθώς και τη σταδιακή επιβολή της υποχρέωσης υποβολής εκθέσεων για την παρακολούθηση της χρήσης των πράσινων δημόσιων συμβάσεων.

5.3.4.

Πολιτικές αναπτυξιακής συνεργασίας που υποστηρίζουν τη γεωργία μικρής κλίμακας, τις ΜΜΕ και τους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς.

5.4.    Εθελοντικό μέσο ή μέσο που βασίζεται στην πληροφόρηση

5.4.1.

Η επισήμανση των προϊόντων μπορεί να συμβάλει στην ενίσχυση των προσπαθειών που καταβάλλουν ορισμένες επιχειρήσεις στον τομέα της βιωσιμότητας, αλλά τα σήματα δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογία για τη μη ρύθμιση συμπεριφορών και πρακτικών που δεν είναι αποδεκτές. Παραδείγματος χάριν, μία από τις επιλογές που εξετάζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως συνέχεια της ανακοίνωσης της ΕΕ σχετικά με την εντατικοποίηση της δράσης της ΕΕ για την προστασία και την αποκατάσταση των δασών του πλανήτη είναι η καθιέρωση σήματος που θα τοποθετείται σε προϊόντα που δεν σχετίζονται με αποψίλωση δασών. Ωστόσο, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην αντίληψη ότι η ΕΕ στην πραγματικότητα ανέχεται τη διάθεση προϊόντων στην αγορά της ΕΕ τα οποία δεν είναι φιλικά προς τα δάση, κάτι που θα προκαλέσει έντονη σύγχυση. Η ΕΟΚΕ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω υφιστάμενα σήματα περιβαλλοντικής αριστείας που καλύπτουν ολόκληρο τον κύκλο ζωής, όπως το οικολογικό σήμα της ΕΕ, και να τα επεκτείνει ώστε να καλύπτουν και την κοινωνική διάσταση. Ειδικότερα, η εφαρμογή ενός σαφούς συστήματος επισήμανσης σχετικά με την προέλευση και τα μέσα παραγωγής θα διευκολύνει τις επιλογές των καταναλωτών (50).

5.4.2.

Πρωτοβουλίες από τη βάση προς την κορυφή και πολυεπίπεδη διακυβέρνηση. Η αποκέντρωση της δράσης σε τοπικό επίπεδο μέσω αξιόπιστων φορέων, όπως οργανισμοί και ενώσεις τοπικής αυτοδιοίκησης, είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος σχεδιασμού τοπικών δράσεων, προσέγγισης των πολιτών και εξασφάλισης της ουσιαστικής συμμετοχής τους. Αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των τοπικών αρχών που εφαρμόζουν σοβαρές στρατηγικές βιωσιμότητας, υπέρ των οποίων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρέχει κίνητρα μέσω βραβείων, όπως η Ευρωπαϊκή Πράσινη Πρωτεύουσα, το «Σύμφωνο οικολογικών πόλεων» (Green City Accord) ή το βραβείο «Πόλεις της ΕΕ για το δίκαιο και ηθικό εμπόριο» (EU Cities for Fair and Ethical Trade City Award). Τα εν λόγω πρότυπα και τάσεις πιθανότατα θα επηρεαστούν από τις τρέχουσες αντιδράσεις στην κρίση της νόσου COVID-19. Οι πιλοτικές παρεμβάσεις σε πραγματικές συνθήκες μπορούν να συμβάλουν καθοριστικά στην ενημέρωση του σχεδιασμού και της εφαρμογής της στρατηγικής της ΕΕ για τη βιώσιμη κατανάλωση και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να υποστηριχθούν.

5.4.3.

Διαφήμιση και μάρκετινγκ. Θα πρέπει επίσης να εξεταστεί ο ρόλος της διαφήμισης και του μάρκετινγκ, ώστε να απολέσει ο τομέας αυτός τον εντόνως καταναλωτικό χαρακτήρα του και να εστιάσει στις πτυχές της ανθεκτικότητας και της δυνατότητας επαναχρησιμοποίησης των προϊόντων, ενώ παράλληλα να απαγορευτεί η παραπλανητική διαφήμιση.

5.4.4.

Εκπαίδευση. Θα πρέπει να υποβληθούν προτάσεις για την ενσωμάτωση της εκπαίδευσης σχετικά με τη βιώσιμη κατανάλωση στα σχολικά προγράμματα από μικρή ηλικία και την ενθάρρυνση των πρωτοβουλιών στον τομέα της εκπαίδευσης (π.χ. οι πρωτοβουλίες που προωθούνται από τους συνεταιρισμούς καταναλωτών), για την προώθηση της συμμετοχής των πολιτών και της αλλαγής νοοτροπίας.

Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2020.

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Luca JAHIER


(1)  Η ευθύνη των παραγωγών ισχύει σε όλους τους τομείς, ωστόσο πρέπει να αναγνωριστεί η ιδιαίτερη κατάσταση των γεωργών.

(2)  Ψήφισμα της ΕΟΚΕ με θέμα «Προτάσεις της ΕΟΚΕ για την ανασυγκρότηση και την ανάκαμψη μετά την κρίση της νόσου COVID-19»

(3)  Eurostat, Sustainable development in the EU [Βιώσιμη ανάπτυξη στην ΕΕ], 2020

(4)  ΕΕ C 106 της 31.3. 2020, σ. 1.

(5)  ΕΕ C 47 της 11.2.2020, σ. 30.

(6)  ΕΟΠ SOER 2020

(7)  ΕΟΠ.

(8)  Global Footprint Network [Δίκτυο για το παγκόσμιο αποτύπωμα].

(9)  Vandermaesen, T. κ.ά. (2019) EU overshoot day — Living beyond nature's limits [Ευρωπαϊκή ημέρα κρίσιμης εξάντλησης των πόρων — Ζώντας πέραν των ορίων της φύσης]. WWF.

(10)  SOER 2020

(11)  Steffen, W. κ.ά, 2015

(12)  Kettunen, M., Gionfra, S. και Monteville, M. (2019).EU circular economy and trade [Κυκλική οικονομία και εμπόριο της ΕΕ], Ινστιτούτο Ευρωπαϊκής Πολιτικής Περιβάλλοντος (IEEP), Βρυξέλλες/Λονδίνο

(13)  ΕΟΠ.

(14)  Eurostat

(15)  ΟΕΕ/ΗΕ (2018).

(16)  Rijnhout L., Stoczkiewicz M., Bolger M. (2018).Necessities for a Resource Efficient Europe [Οι επιταγές μιας Ευρώπης που χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τους πόρους]

(17)  ΕΟΠ (2018) Waste prevention in Europe [Πρόληψη των αποβλήτων στην Ευρώπη]

(18)  Ευρωπαϊκό Γραφείο Περιβάλλοντος (ΕΓΠ) (2019) Cool products don't cost the earth[Τα έξυπνα προϊόντα δεν κοστίζουν στη Γη].

(19)  ΟΟΣΑ (2019).

(20)  Zink, T. και Geyer, R. (2017).

(21)  Έρευνα του Ευρωβαρόμετρου, Η ασφάλεια των τροφίμων στην ΕΕ, Ιούνιος 2019

(22)  The external costs of banana production [Το εξωτερικό κόστος της παραγωγής μπανάνας].

(23)  Pigou, A. C. (1920). The Economics of Welfare [Η οικονομία της ευημερίας]

(24)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή Στρατηγική για την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους COM(2008) 435 final.

(25)  Eurostat

(26)  Competition Policy and Sustainability: A study of industry attitudes towards multi-stakeholder collaboration in the UK grocery sector [Πολιτική ανταγωνισμού και βιωσιμότητα: Μια μελέτη των βιομηχανικών αντιλήψεων απέναντι στην πλειονομερή συνεργασία στον τομέα τροφίμων στο Ηνωμένο Βασίλειο] — Ίδρυμα Fairtrade Λονδίνο, ΗΒ, Απρίλιος 2019.

(27)  Οδηγία 2014/24/ΕΕ

(28)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή — Πράσινες αγορές! — Εγχειρίδιο για τις πράσινες δημόσιες συμβάσεις.

(29)  Ευρωπαϊκή Επιτροπή — Κοινωνικές αγορές (Buying Social)

(30)  Ανακοίνωση της Επιτροπής — Κατευθυντήριες γραμμές για τις δημόσιες συμβάσεις καινοτομίας (2018)

(31)  Δηλαδή συγκεκριμένες αλλαγές συμπεριφοράς, έναντι της δηλωμένης βούλησης των ανθρώπων να αλλάξουν συμπεριφορά (η έρευνα σχετικά με την τελευταία συνοψίστηκε από τη LE Europe κ.ά. (2018).

(32)  LE Europe, VVA Europe, Ipsos, ConPolicy and Trinomics (2018).

(33)  Βλ. υποσημείωση 1.

(34)  ΕΟΠ.

(35)  ΕΓΕΚ (2020)

(36)  ΕΕ C 106 της 31.3.2020, σ. 1.

(37)  Rijnhout L., Stoczkiewicz M., Bolger M. (2018).

(38)  Ίδρυμα Ellen MacArthur (2019).

(39)  ΕΕ C 190 της 5.6.2019, σ. 9.

(40)  Gerritsen, E. και Underwood, E. (2019) What the Green Deal means for Europe's biodiversity [Τι σημαίνει η Πράσινη Συμφωνία για τη βιοποικιλότητα της Ευρώπης]. Allen, B. και Charveriat, C. (2018)

A meaty challenge [Μια βαθιά πρόκληση]. Ινστιτούτο Ευρωπαϊκής Πολιτικής Περιβάλλοντος (IEEP), Βρυξέλλες.

(41)  ΕΕ C 81 της 2.3. 2018, σ. 22

(42)  IEEP και FEPS

(43)  ΕΕ C 67 της 6.3. 2014, σ. 23.

(44)  Έκθεση της επιτροπής IMCO

(45)  ΕΕ C 440 της 6.12.2018, σ. 165.

(46)  Εκθέσεις του ΟΟΣΑ, της κοινωνίας των πολιτών και των συνδικαλιστικών ενώσεων

(47)  ΕΕ C 3 της 6.1.2001, σ. 2.

(48)  ΟΟΣΑ Due Diligence Guidance for Responsible Supply Chains in the Garment and Footwear Sector [Κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά την υπεύθυνη διαχείριση των αλυσίδων εφοδιασμού στον τομέα της ένδυσης και υπόδησης]

(49)  ΕΕ C 47 της 11.2.2020, σ. 30.

(50)  ΕΕ C 190 της 5.6.2019, σ. 9.


Top