Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52019IP0134

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Φεβρουαρίου 2019 σχετικά με την εφαρμογή των νομικών διατάξεων και της κοινής δήλωσης που διασφαλίζουν τον κοινοβουλευτικό έλεγχο επί των αποκεντρωμένων οργανισμών (2018/2114(INI))

    ΕΕ C 449 της 23.12.2020, p. 176–181 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    23.12.2020   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 449/176


    P8_TA(2019)0134

    Εφαρμογή των νομικών διατάξεων και της κοινής δήλωσης που διασφαλίζουν τον κοινοβουλευτικό έλεγχο επί των αποκεντρωμένων οργανισμών

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Φεβρουαρίου 2019 σχετικά με την εφαρμογή των νομικών διατάξεων και της κοινής δήλωσης που διασφαλίζουν τον κοινοβουλευτικό έλεγχο επί των αποκεντρωμένων οργανισμών (2018/2114(INI))

    (2020/C 449/25)

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

    έχοντας υπόψη τις διατάξεις της Συνθήκης σχετικά με τους οργανισμούς, και ιδίως τα άρθρα 5 και 9 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), και τα άρθρα 15, 16, 71, 123, 124, 127, 130, 228, 263, 265, 267, 277, 282, 287, 290, 291, 298 και 325 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ),

    έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδιαίτερα τα άρθρα του 41, 42, 43, 51 και 52,

    έχοντας υπόψη την κοινή δήλωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου της ΕΕ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τους αποκεντρωμένους οργανισμούς, της 19ης Ιουλίου 2012, και την κοινή προσέγγιση που επισυνάπτεται σε αυτήν,

    έχοντας υπόψη το άρθρο 52 του Κανονισμού του, καθώς και το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) και το παράρτημα 3 της απόφασης της Διάσκεψης των Προέδρων της 12ης Δεκεμβρίου 2002 σχετικά με τη διαδικασία εξουσιοδότησης για την εκπόνηση εκθέσεων πρωτοβουλίας,

    έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Συνταγματικών Υποθέσεων και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Προϋπολογισμών, της Επιτροπής Ελέγχου του Προϋπολογισμού, της Επιτροπής Οικονομικής και Νομισματικής Πολιτικής, της Επιτροπής Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A8-0055/2019),

    Α.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οργανισμοί διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, ασκώντας ευρεία ποικιλία καθηκόντων που συμβάλλουν στην υλοποίηση των πολιτικών της ΕΕ, όπως η δημιουργία δικτύων ή η στήριξη της συνεργασίας μεταξύ της ΕΕ και των εθνικών αρχών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η καλή συνεργασία μεταξύ των οργανισμών της ΕΕ και των κρατών μελών συμβάλλει στην αύξηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας του έργου των οργανισμών· λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οργανισμοί έχουν επίσης καθιερώσει τη μεταξύ τους συνεργασία μέσω του δικτύου οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

    Β.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι ο συντονισμός και η συνεργασία μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών και των κοινοβουλευτικών επιτροπών είναι γενικά καλή· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ευρωπόλ είναι ο μόνος οργανισμός που υπόκειται σε έλεγχο και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και από τα εθνικά κοινοβούλια, μέσω της μικτής ομάδας κοινοβουλευτικού ελέγχου (ΜΟΚΕ)·

    Γ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οργανισμοί έχουν συσταθεί και εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου, καθένας χωριστά· λαμβάνοντας υπόψη ότι η Συνθήκη της Λισαβόνας έχει αναγνωρίσει επίσημα το εκτελεστικό σκέλος της ΕΕ, με την επίσημη ένταξη των οργανισμών της ΕΕ στις Συνθήκες·

    Δ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι οργανισμοί λογοδοτούν πρωτίστως στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, τα οποία πρέπει να διασφαλίζουν τη θέσπιση κατάλληλων μηχανισμών ελέγχου στο πλαίσιο των νομοθετικών πράξεων που διέπουν τους εν λόγω οργανισμούς και, στη συνέχεια, την κατάλληλη εφαρμογή των εν λόγω μηχανισμών· λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναγνώριση της εκτελεστικής εξουσίας της Ένωσης δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε αποδυνάμωση του ελέγχου του Κοινοβουλίου επί της ευρωπαϊκής εκτελεστικής εξουσίας όπως προβλέπεται στο άρθρο 14 ΣΕΕ·

    Ε.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι Συνθήκες δεν περιλαμβάνουν ορισμό των αποκεντρωμένων οργανισμών ούτε γενική περιγραφή των εξουσιών που μπορούν να ανατεθούν σε οργανισμούς·

    ΣΤ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι ορισμένοι οργανισμοί έχουν νομική βάση δυνάμει του άρθρο 352 ΣΛΕΕ και άλλοι δημιουργούνται με συγκεκριμένη τομεακή νομική βάση·

    Ζ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή δήλωση και η κοινή προσέγγιση του 2012 είναι το αποτέλεσμα των εργασιών μιας διοργανικής ομάδας εργασίας για τους ρυθμιστικούς οργανισμούς, που συστάθηκε από την Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, ενώ είχε προηγηθεί πρόταση της Επιτροπής το 2005, για μια διοργανική συμφωνία σχετικά με τους ρυθμιστικούς οργανισμούς, η οποία δεν έλαβε την αναγκαία υποστήριξη στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο·

    Η.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η κοινή προσέγγιση περιλαμβάνει διατάξεις σχετικά με τη δομή και τη διακυβέρνηση των οργανισμών, καθώς και σχετικά με τη λειτουργία τους, τον προγραμματισμό δραστηριοτήτων, τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση των δημοσιονομικών πόρων, τις δημοσιονομικές διαδικασίες, τη λογοδοσία, τους ελέγχους και τη διαφάνεια, οι οποίες συμβάλλουν στην εξασφάλιση του κοινοβουλευτικού ελέγχου επί των αποκεντρωμένων οργανισμών·

    Θ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρά τη γενικά θετική εκτίμηση, οι οργανισμοί αντιμετωπίζουν, σε ορισμένες περιπτώσεις, περιστασιακή δυσπιστία όσον αφορά τις επιστημονικές και τεχνικές γνώμες τους·

    Κύριες παρατηρήσεις

    1.

    σημειώνει ότι οι μηχανισμοί για τη διασφάλιση της λογοδοσίας των οργανισμών ενσωματώνονται στις Συνθήκες, στους ιδρυτικούς κανονισμούς των οργανισμών, στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, καθώς και στην κοινή δήλωση και την κοινή προσέγγιση· τονίζει ότι, μέσω της ανάθεσης εξουσιών, το Κοινοβούλιο διαθέτει εξουσίες ελέγχου έναντι των αποκεντρωμένων οργανισμών, οι οποίες, ωστόσο, δεν ορίζονται λεπτομερώς στις Συνθήκες· επισημαίνει, εν προκειμένω, τον μη δεσμευτικό χαρακτήρα της κοινής δήλωσης και της κοινής προσέγγισης· εκφράζει, ωστόσο, τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει σε ένα δεσμευτικό κανονιστικό πλαίσιο·

    2.

    επισημαίνει ότι το Κοινοβούλιο ελέγχει τους οργανισμούς με διάφορους τρόπους:

    ως σκέλος της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής, στη λήψη αποφάσεων σχετικά με τις συνεισφορές από τον προϋπολογισμό της ΕΕ στους οργανισμούς·

    ως αρμόδια για την απαλλαγή αρχή·

    μέσω του διορισμού μελών στα διοικητικά συμβούλια των οργανισμών·

    μέσω της διαδικασίας διορισμού (ή απόλυσης) του εκτελεστικού διευθυντή·

    μέσω της διαβούλευσής του σχετικά με τα προγράμματα εργασίας·

    μέσω της υποβολής ετήσιων εκθέσεων·

    με άλλες μεθόδους (επισκέψεις αντιπροσωπειών, ομάδες επαφής ή σύνδεσμοι, ανταλλαγές απόψεων, ακροάσεις, ενημερώσεις, παροχή πραγματογνωσίας)·

    3.

    επισημαίνει ότι οι διατάξεις στους ιδρυτικούς κανονισμούς διαφέρουν σε διαφορετικό βαθμό από τους μηχανισμούς λογοδοσίας και κοινοβουλευτικού ελέγχου που ορίζονται στην κοινή προσέγγιση, γεγονός που μπορεί να οφείλεται εν μέρει στα πολύ διαφορετικά καθήκοντα και λειτουργίες που επιτελούν οι οργανισμοί·

    4.

    παρατηρεί ότι οι κοινοβουλευτικές επιτροπές ασκούν ενεργά τα ελεγκτικά τους καθήκοντα, παρά την ποικιλία των διατάξεων στους ιδρυτικούς κανονισμούς·

    5.

    αναγνωρίζει την εφαρμογή από τους οργανισμούς της Ένωσης της κοινής δήλωσης και της κοινής προσέγγισης και του σχετικού χάρτη πορείας· τονίζει, ειδικότερα, τις συστάσεις της διοργανικής ομάδας εργασίας για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς (IIWG), οι οποίες εγκρίθηκαν από τη Διάσκεψη των Προέδρων στις 18 Ιανουαρίου 2018· σημειώνει ότι, με τη επακόλουθη συνεδρίαση της 12ης Ιουλίου 2018, το έργο της IIWG θεωρήθηκε ότι είχε επιτευχθεί·

    Συστάσεις

    6.

    θεωρεί ότι θα μπορούσαν να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες για τον εξορθολογισμό ορισμένων διατάξεων των ιδρυτικών κανονισμών των οργανισμών όσον αφορά τους μηχανισμούς διακυβέρνησής τους και λογοδοσίας, λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων τύπων οργανισμών που υπάρχουν σήμερα, και με βάση τις γενικές αρχές που διέπουν τη σχέση μεταξύ των θεσμικών οργάνων της ΕΕ και των οργανισμών· επισημαίνει ότι τα ζητήματα αυτά θα πρέπει επίσης να εξετάζονται στις εκτιμήσεις αντικτύπου όποτε προτείνεται η ίδρυση ενός οργανισμού· υπογραμμίζει ότι οι οργανισμοί πρέπει να διαθέτουν έναν βαθμό οργανωτικής ευελιξίας, προκειμένου να προσαρμόζονται καλύτερα στα σχεδιαζόμενα καθήκοντα και στις ανάγκες που προκύπτουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους· χαιρετίζει την βασισμένη σε τομείς και διατομεακή εσωτερική οργάνωση οργανισμών με παρεμφερείς αρμοδιότητες·

    7.

    ζητεί, συνεπώς, τη διεξοδική αξιολόγηση της εφαρμογής της κοινής προσέγγισης σε όλες τις πτυχές της, με λεπτομερή αναλυτικά έγγραφα παρόμοια με εκείνα που παρήχθησαν το 2010, όπου να δίνεται έμφαση στις πτυχές που σχετίζονται με τη διακυβέρνηση, στην οποία να επανεξετάζεται ιδίως η συμβατότητα των διατάξεων που περιλαμβάνονται στις εξουσίες συναπόφασης και ελέγχου του Κοινοβουλίου, και να λαμβάνεται παράλληλα υπόψη η ανάγκη να υπάρχει ευελιξία λόγω του διαφορετικού τοπίου των αποκεντρωμένων οργανισμών·

    8.

    εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι το Κοινοβούλιο, αν και κύριος εγγυητής της αρχής της δημοκρατίας στην ΕΕ, δεν συμμετείχε πλήρως στη διαδικασία επιλογής της νέας έδρας του EMA και της ΕΑΤ· υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, το αίτημά του για την ταχύτερη δυνατή αναθεώρηση της κοινής δήλωσης και της κοινής προσέγγισης του 2012, ενώ υπενθυμίζει επίσης τη δέσμευση του Συμβουλίου να προβεί στην αναθεώρησή της, καλώντας την Επιτροπή να υποβάλει, έως το τέλος Απριλίου του 2019, σε βάθος ανάλυση της κοινής δήλωσης και της κοινής προσέγγισης όσον αφορά τον τόπο εγκατάστασης των αποκεντρωμένων οργανισμών·

    9.

    τονίζει ότι ο τόπος εγκατάστασης ενός οργανισμού δεν θα πρέπει να επηρεάζει την άσκηση των εξουσιών και των καθηκόντων του, τη δομή διακυβέρνησής του, τη λειτουργία του κύριου οργανισμού του ή την κύρια χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων του·

    10.

    προσδοκά ότι στις μελλοντικές αποφάσεις σχετικά με τον τόπο εγκατάστασης ή μετεγκατάστασης οργανισμών θα γίνονται πλήρως σεβαστά τα προνόμια του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ως συννομοθετών· θεωρεί ότι θα πρέπει να εξασφαλισθεί η συστηματική συμμετοχή του Κοινοβουλίου σε ολόκληρη τη νομοθετική διαδικασία, σε ισότιμη βάση με το Συμβούλιο και την Επιτροπή, στον καθορισμό και τη στάθμιση των κριτηρίων όσον αφορά τον τόπο εγκατάστασης όλων των οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, με διαφανή τρόπο· επισημαίνει ότι το Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή προέβησαν, στη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου της 13ης Απριλίου 2016, σε δέσμευση για ειλικρινή και διαφανή συνεργασία, και ότι στη συμφωνία δίνεται έμφαση στην αρχή της ισότητας των συννομοθετών, όπως κατοχυρώνεται στις Συνθήκες· υπογραμμίζει την αξία της βελτιωμένης ανταλλαγής πληροφοριών, από τα αρχικά στάδια των μελλοντικών διαδικασιών για την έδρα των οργανισμών, δεδομένου ότι αυτή η έγκαιρη ανταλλαγή θα διευκόλυνε τα τρία θεσμικά όργανα να ασκούν τα δικαιώματα και τα προνόμιά τους·

    11.

    πιστεύει ότι η απόφαση σχετικά με τον τόπο εγκατάστασης ενός οργανισμού έχει μεγάλη σημασία και θεωρεί ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης πρέπει να λαμβάνουν υπόψη αντικειμενικά κριτήρια, όπως η προσβασιμότητα, οι διοικητικές συνέργειες και η εγγύτητα με τα ενδιαφερόμενα μέρη, ώστε να καταλήγουν στην καλύτερη δυνατή απόφαση·

    12.

    ζητεί από την Επιτροπή, στο πλαίσιο των συστάσεων της διοργανικής ομάδας εργασίας για τους πόρους των αποκεντρωμένων οργανισμών, να υποβάλει ταχέως αξιολόγηση των οργανισμών με περισσότερους του ενός τόπους εγκατάστασης, χρησιμοποιώντας συνεκτική προσέγγιση για την εκτίμηση της προστιθέμενης αξίας τους και λαμβάνοντας υπόψη τις προκύπτουσες δαπάνες· ζητεί να ληφθούν σημαντικά μέτρα με βάση τα αποτελέσματα αυτής της αξιολόγησης, με στόχο να περιοριστεί ο αριθμός των οργανισμών με περισσότερους του ενός τόπους εγκατάστασης, εάν και όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο·

    13.

    προτείνει, να εξεταστεί εκ νέου, με βάση επανεξέταση της κοινής προσέγγισης, η σκοπιμότητα της σύναψης διοργανικής συμφωνίας για τους οργανισμούς, η οποία θα πρέπει να περιλαμβάνει διατάξεις για την αναθεώρηση ανά πενταετία των αρχών που διέπουν τη σύσταση και τη λειτουργία των οργανισμών, με βάση την πραγματογνωσία ομάδας διακεκριμένων προσωπικοτήτων·

    14.

    θεωρεί ότι η εν λόγω διοργανική συμφωνία θα πρέπει να σέβεται τις εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε διαδικασίες συναπόφασης και να καλύπτει επίσης τη σχέση μεταξύ ενός οργανισμού και των θεσμών του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος, καθώς και μέτρα διαφάνειας, διαδικασίες για την αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων και τη διασφάλιση της ισόρροπης εκπροσώπησης των φύλων μεταξύ των μελών των διοικητικών και συμβουλευτικών οργάνων, όπως επίσης την εφαρμογή της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου σε όλες τις δραστηριότητες των οργανισμών·

    15.

    πιστεύει ότι, κατά την κατάρτιση μιας τέτοιας διοργανικής συμφωνίας, θα πρέπει επίσης να εξεταστούν συγκεκριμένες προτάσεις για την ενίσχυση της δημοκρατικής εποπτείας, τη βελτίωση της λογοδοσίας των οργανισμών της Ένωσης και την ενίσχυση του συστήματος υποβολής εκθέσεων στο Κοινοβούλιο, όπως:

    καθορισμός προθεσμίας για την απάντηση των οργανισμών στις ερωτήσεις που τους απευθύνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο·

    λήψη μέτρων για την ανταλλαγή ευαίσθητων και εμπιστευτικών πληροφοριών και τη διαβούλευση με τις κοινοβουλευτικές επιτροπές, εφόσον απαιτείται·

    εξέταση του κατά πόσον θα πρέπει να υπάρχει ή όχι συγκεκριμένος αριθμός μελών των αντίστοιχων διοικητικών συμβουλίων που διορίζονται από το Κοινοβούλιο·

    αποτίμηση της προστιθέμενης αξίας της συμμετοχής εκπροσώπων/παρατηρητών του Κοινοβουλίου στις συνεδριάσεις των διοικητικών συμβουλίων των εποπτικών αρχών και των ομάδων συμφεροντούχων·

    εξορθολογισμός της συμμετοχής του Κοινοβουλίου στα ετήσια και πολυετή προγράμματα εργασίας των οργανισμών·

    εξορθολογισμός και εναρμόνιση των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων, ιδίως όσον αφορά την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων, την έκθεση δημοσιονομικής και χρηματοοικονομικής διαχείρισης και τους οριστικούς λογαριασμούς·

    λεπτομερής ενημέρωση του Κοινοβούλιο σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται για την υλοποίηση των συστάσεων της αρμόδιας για την απαλλαγή αρχής («εκθέσεις επακολούθησης») και του Ελεγκτικού Συνεδρίου·

    16.

    θεωρεί, επιπλέον, ότι ο ρόλος του Κοινοβουλίου στην εποπτεία της διακυβέρνησης των αποκεντρωμένων οργανισμών θα μπορούσε να βελτιωθεί σημαντικά· προτείνει, επιπλέον, την ενίσχυση της συνεργασίας με τη μικτή ομάδα κοινοβουλευτικού ελέγχου και την αναθεώρηση των κανόνων για τις αποστολές σε οργανισμούς, ώστε να καταστεί δυνατή η βελτίωση των τακτικών επαφών μεταξύ των κοινοβουλευτικών επιτροπών και των οργανισμών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους·

    17.

    προτείνει, στο πλαίσιο της πενταετούς επανεξέτασης, να διεξάγει η Επιτροπή Συνταγματικών Υποθέσεων, βάσει και επιπλέον των δραστηριοτήτων ελέγχου που διεξάγουν οι επιτροπές του Κοινοβουλίου στους οργανισμούς που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους, ετήσια συζήτηση σχετικά με τη λειτουργία και τη διακυβέρνηση των οργανισμών, ακολουθούμενη, εφόσον κρίνεται σκόπιμο και/ή αναγκαίο, από συζήτηση στην ολομέλεια, προκειμένου να διευκολυνθεί ένα ισχυρότερο και περισσότερο διαρθρωμένο σύστημα ελέγχου των δραστηριοτήτων των οργανισμών μέσα στο Κοινοβούλιο· προτείνει, επιπλέον, δεδομένου του ρόλου των οργανισμών ως διαμεσολαβητών μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών, μια περίοδο διαβούλευσης με τα εθνικά κοινοβούλια σε περίπτωση που τα τελευταία επιθυμούν να προβούν σε οποιαδήποτε παρέμβαση επί του θέματος·

    18.

    θεωρεί ότι οι οργανισμοί της Ένωσης θα πρέπει να εφαρμόζουν τους κανόνες και τις αρχές της χρηστής διακυβέρνησης και της βελτίωσης της νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένης της διεξαγωγής ανοικτών δημόσιων διαβουλεύσεων σχετικά με τα σχέδια προτάσεών τους για τις πράξεις δευτερογενούς και τριτογενούς δικαίου, εφόσον το επιτρέπει ο τομέας του οργανισμού· προτείνει να υπόκεινται οι οργανισμοί στους ίδιους κανόνες διαφάνειας με το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένων κανόνων και υποχρεώσεων σε σχέση με τους εκπροσώπους συμφερόντων·

    19.

    τονίζει ότι οι οργανισμοί της Ένωσης πρέπει να επιτελούν με προσοχή τα καθήκοντά τους και να ενεργούν σύμφωνα με τις εντολές που τους έχουν δοθεί από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι όλα τα καθήκοντα που απορρέουν από το ρυθμιστικό πλαίσιο ασκούνται πλήρως και εμπροθέσμως· φρονεί ότι οι οργανισμοί της Ένωσης πρέπει απαρεγκλίτως να διέπονται από διαφάνεια κατά την άσκηση των εντολών τους·

    20.

    προτείνει να μπορούν να υποβάλλουν όλοι οι οργανισμοί μη δεσμευτικές γνωμοδοτήσεις για τα τρέχοντα υπό συζήτηση θέματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά τους·

    21.

    πιστεύει επίσης ότι, σε περίπτωση μελλοντικών αλλαγών στις Συνθήκες, θα πρέπει να εξεταστεί ο τρόπος με τον οποίο οι οργανισμοί μπορούν να κατοχυρωθούν ακόμη περισσότερο στις Συνθήκες, ιδίως σε σχέση με τα άρθρα 13 και 14 ΣΕΕ και τα άρθρα 290 και 291 ΣΛΕΕ, με την προσθήκη σαφούς ορισμού των διαφόρων ειδών οργανισμών, καθορισμού των εξουσιών που τους εκχωρούνται, και γενικών αρχών που να εγγυώνται την υπαγωγή τους σε κοινοβουλευτικό έλεγχο·

    Θέματα προϋπολογισμού

    22.

    σημειώνει ότι η χρηματοδότηση από τα τέλη των οργανισμών ανέρχεται σήμερα σε περίπου ένα δισεκατομμύριο ευρώ ετησίως, γεγονός που μπορεί να μετριάσει την πίεση επί του προϋπολογισμού της ΕΕ και να αποτελέσει αποτελεσματικό τρόπο χρηματοδότησης των δραστηριοτήτων των οργανισμών στις περιπτώσεις όπου το επιτρέπει το επιχειρηματικό μοντέλο· εκφράζει ανησυχία, ωστόσο, για τις συγκρούσεις συμφερόντων που μπορεί να προκύψουν εάν οι οργανισμοί αναγκαστούν να βασιστούν σε εισφορές μελών ως κύρια πηγή εσόδων τους· επιμένει ότι πρέπει να εφαρμόζονται μέτρα διασφάλισης ώστε να αποφεύγεται κάθε είδους σύγκρουση συμφερόντων·

    23.

    τονίζει την ανάγκη να ληφθούν υπόψη οι νέες προτεραιότητες για το κλίμα, τη βιωσιμότητα και το περιβάλλον στο πλαίσιο του προσεχούς ΠΔΠ, όπως επίσης τα καθήκοντα που ανατίθενται σε συγκεκριμένους οργανισμούς για την εφαρμογή αυτού του ΠΔΠ·

    24.

    επισημαίνει ότι, παρά το γεγονός πως, όσον αφορά τη δημοσιονομική διαχείριση, οι αποκεντρωμένοι οργανισμοί έχουν πολλές ομοιότητες, οι ενιαίες προσεγγίσεις αποδείχθηκαν επιζήμιες για την αποδοτική και αποτελεσματική διαχείριση ορισμένων οργανισμών· θεωρεί ότι ο στόχος μείωσης κατά 5 % του προσωπικού και η καθιέρωση δεξαμενής για την ανακατανομή προσωπικού μεταξύ των οργανισμών αποτελούν εφάπαξ ενέργεια· επαναλαμβάνει την πρόθεσή του να αντιταχθεί σε κάθε παρόμοια προσέγγιση στο μέλλον·

    25.

    σημειώνει με ανησυχία ότι ορισμένοι οργανισμοί αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην προσέλκυση εξειδικευμένου προσωπικού λόγω των συνθηκών απασχόλησης· πιστεύει ότι οι οργανισμοί της Ένωσης πρέπει να είναι σε θέση να προσελκύουν εξειδικευμένο προσωπικό, προκειμένου να μπορούν να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο· ζητεί επομένως να ληφθούν συγκεκριμένα μέτρα για την επίτευξη αυτών των στόχων·

    26.

    επισημαίνει ότι η ενισχυμένη συνεργασία μεταξύ των οργανισμών στον τομέα της κοινοχρησίας υπηρεσιών είχε ως αποτέλεσμα την εξοικονόμηση πόρων, π.χ. μέσω της δημιουργίας κοινής διαδικτυακής πύλης για τις δημόσιες συμβάσεις· ενθαρρύνει την περαιτέρω διερεύνηση δυνατοτήτων κοινοχρησίας υπηρεσιών είτε μεταξύ των ίδιων των οργανισμών είτε μεταξύ της Επιτροπής και των οργανισμών, με σκοπό τη δημιουργία νέων συνεργειών και τη βελτιστοποίηση των υφιστάμενων· πιστεύει ότι, όπου είναι σκόπιμο, μπορεί να επιτευχθεί μεγαλύτερη δημοσιονομική αποδοτικότητα μέσω στενής συνεργασίας, στις διοικητικές υπηρεσίες στήριξης και διαχείρισης εγκαταστάσεων, μεταξύ φορέων και οργανισμών της Ένωσης που βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση·

    27.

    επισημαίνει ότι οι προϋπολογισμοί των οργανισμών θα πρέπει να καταρτίζονται σύμφωνα με την αρχή της βάσει επιδόσεων κατάρτισης του προϋπολογισμού, με συνυπολογισμό των στόχων του Οργανισμού και των προσδοκώμενων αποτελεσμάτων των εργασιών του· ζητεί να εφαρμοστεί θεματική προσέγγιση στην κατάρτιση των προϋπολογισμών των αποκεντρωμένων οργανισμών, με στόχο την καλύτερη ιεράρχηση των προτεραιοτήτων όσων αφορά τα καθήκοντα των οργανισμών, την ενίσχυση της συνεργασίας και την αποφυγή επικαλύψεων, ιδίως στην περίπτωση των οργανισμών που δραστηριοποιούνται στον ίδιο τομέα πολιτικής·

    28.

    επισημαίνει με ανησυχία ότι ορισμένες διοικητικές απαιτήσεις είναι δυσανάλογες για τους οργανισμούς που δεν έχουν αποκτήσει ακόμα ένα ορισμένο μέγεθος· αναμένει από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να διασφαλίσουν ότι οι ισχύουσες διοικητικές απαιτήσεις είναι ανάλογες με τους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους όλων των οργανισμών.

    29.

    υπενθυμίζει ότι η νομοθετική διαδικασία οδηγεί σε τροποποιήσεις της αρχικής πρότασης της Επιτροπής· επισημαίνει με ανησυχία ότι οι ενημερωμένες δημοσιονομικές καταστάσεις καθίστανται κατά κανόνα διαθέσιμες στο τέλος της νομοθετικής διαδικασίας, και τούτο όχι πάντα· υπενθυμίζει τον διττό ρόλο του Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου ως νομοθετικής αρχής και αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής·

    30.

    χαιρετίζει το σχέδιο αναθεωρημένου κειμένου του δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και, ειδικότερα, τα σχέδια που περιλαμβάνονται σε αυτό για την ενίσχυση της διακυβέρνησης των εν λόγω οργανισμών·

    31.

    θεωρεί, ωστόσο, ότι εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά εκκρεμή ζητήματα και καλεί την Επιτροπή να υποβάλει χωρίς καθυστέρηση αξιολόγηση των οργανισμών που είναι εγκατεστημένοι σε περισσότερους του ενός τόπους, σύμφωνα με τις συστάσεις της IIWG, καθώς και προτάσεις για πιθανές συγχωνεύσεις, παύσεις λειτουργίας και/ή τη μεταβίβαση καθηκόντων στην Επιτροπή, βάσει προσεκτικής και εις βάθος ανάλυσης και με τη χρήση σαφών και διαφανών κριτηρίων, όπως προβλεπόταν στην εντολή της IIWG, αλλά δεν έγινε ποτέ στην πραγματικότητα λόγω έλλειψης σχετικών προτάσεων από την Επιτροπή·

    32.

    επισημαίνει ότι ο έλεγχος των αποκεντρωμένων οργανισμών «παραμένει υπό την πλήρη ευθύνη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο διαχειρίζεται και χρηματοδοτεί όλες τις απαιτούμενες διοικητικές διαδικασίες και διαδικασίες προμηθειών»· επαναλαμβάνει ότι η διεξαγωγή ελέγχων από ελεγκτές του ιδιωτικού τομέα έχει αυξήσει σημαντικά τον διοικητικό φόρτο για τους οργανισμούς και έχει, ως αποτέλεσμα του χρόνου που δαπανάται για την προμήθεια και τη διαχείριση των συμβάσεων λογιστικού ελέγχου, δημιουργήσει πρόσθετες δαπάνες, ασκώντας ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις στους φθίνοντες πόρους τους· τονίζει ότι επιβάλλεται να επιλυθεί το ζήτημα αυτό σύμφωνα με την κοινή προσέγγιση, στο πλαίσιο της αναθεώρησης του δημοσιονομικού κανονισμού πλαισίου· καλεί όλα τα μέρη που συμμετέχουν σε αυτήν την αναθεώρηση να αποσαφηνίσουν το συγκεκριμένο θέμα επειγόντως, προκειμένου να μειωθεί σημαντικά ο υπέρμετρος διοικητικός φόρτος·

    ο

    ο ο

    33.

    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή, στο Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς και στους αποκεντρωμένους οργανισμούς της ΕΕ.

    Top