Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52013IE2169

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Εξασφάλιση των απαραίτητων εισαγωγών της ΕΕ, μέσω των τρεχουσών εμπορικών και συναφών πολιτικών»

    ΕΕ C 67 της 6.3.2014, p. 47–52 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    6.3.2014   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 67/47


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Εξασφάλιση των απαραίτητων εισαγωγών της ΕΕ, μέσω των τρεχουσών εμπορικών και συναφών πολιτικών»

    2014/C 67/08

    Εισηγητής: ο κ. Jonathan PEEL

    Κατά τη σύνοδο ολομέλειάς της τής 16ης και 17ης Ιανουαρίου 2013, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

    Εξασφάλιση των απαραίτητων εισαγωγών της ΕΕ, μέσω των τρεχουσών εμπορικών και συναφών πολιτικών.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 25 Σεπτεμβρίου 2013.

    Κατά την 493η σύνοδο ολομέλειας, της 16ης και 17ης Οκτωβρίου 2013 (συνεδρίαση της 16ης Οκτωβρίου 2013), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 105 ψήφους υπέρ, 1 κατά και 1 αποχή.

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1

    Η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ, ή μάλλον ακόμη και η ίδια η διατήρηση του γενικού βιοτικού μας επιπέδου και της ποιότητας ζωής μας, εξαρτάται από την εξασφάλιση ενός τακτικού εφοδιασμού της ΕΕ με τις βασικές, απαραίτητες εισαγωγές. «Λίγες οικονομίες είναι αυτοδύναμες από πλευράς εφοδιασμού με πρώτες ύλες, λόγω του μεγάλου φάσματος των εισαγόμενων ειδών που χρειάζονται οι περισσότερες χώρες», αναφέρεται στη Δεύτερη έκθεση δραστηριοτήτων της ΓΔ Εμπορίου (1), όπου επίσης επισημαίνεται ότι «η αλληλεξάρτηση αποτελεί μία αναπόφευκτη πραγματικότητα για όλες τις οικονομίες». Η πρόσβαση σε αυτές τις ύλες σε προσιτές τιμές έχει καθοριστική σημασία για τη βιώσιμη λειτουργία της οικονομίας της ΕΕ, και της σύγχρονης κοινωνίας στο σύνολό της.

    1.1.1

    Η προσφορά των βασικών αυτών φυσικών πόρων του πλανήτη –δηλ. της γεωργικής γης και των γεωργικών προϊόντων, του νερού, της ενέργειας και ορισμένων μετάλλων και βασικών ορυκτών– είναι πλέον πεπερασμένη και, ενδεχομένως, θα περιορίζεται ολοένα περισσότερο· η ζήτησή τους, ωστόσο, δεν ήταν ποτέ μεγαλύτερη, ούτε αυξανόταν με ταχύτερους ρυθμούς από ό, τι σήμερα. Εάν δεν δοθεί κατάλληλη απάντηση στο ζήτημα της αλλαγής του κλίματος, αυτό ενδέχεται να επιδεινώσει περαιτέρω την κατάσταση. Η ΕΕ έχει την τύχη να διαθέτει ένα σχετικά ευεργετικό, εύκρατο κλίμα για τα προϊόντα διατροφής, το νερό και τη γεωργία της, αλλά δεν είναι αυτάρκης ούτε σε ενέργεια ούτε σε πολλά βασικά μέταλλα και ορυκτά στρατηγικής σημασίας.

    1.2

    Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό η ΕΕ να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στην επίτευξη του μέγιστου δυνατού εξορθολογισμού των πόρων και της αποδοτικότητας, της καινοτομίας και της υποκατάστασης, ιδίως μέσω της βιώσιμης χρήσης, της επαναχρησιμοποίησης και της ανακύκλωσης της ενέργειας και των βασικών μετάλλων, ορυκτών και άλλων φυσικών πόρων στρατηγικής σημασίας. Η ΕΟΚΕ επικροτεί ιδιαίτερα την έμφαση που δίνει στο ζήτημα αυτό η Ευρωπαϊκή Σύμπραξη Καινοτομίας (ΕΣΚ), καθώς και η Επιτροπή, στο πλαίσιο της πρόσφατης αναθεώρησης της «Πρωτοβουλίας για τις πρώτες ύλες» (ΠΠΥ) (2). Η κοινωνία των πολιτών πρέπει, επίσης, να συμμετάσχει πλήρως και ενεργά στις σχετικές δράσεις, δεδομένου κυρίως ότι οι ενδιαφερόμενοι φορείς και οι καταναλωτές έχουν κεντρικό και υπεύθυνο ρόλο να διαδραματίσουν για την επίτευξη του ανώτατου δυνατού ποσοστού επαναχρησιμοποίησης και ανακύκλωσης των υλικών, και για την ελαχιστοποίηση των αποβλήτων.

    1.3

    Ωστόσο, σκοπός της παρούσας γνωμοδότησης είναι να εξεταστούν οι διάφοροι τρόποι διασφάλισης του εφοδιασμού σε βασικές εισαγωγές, μέσω των εμπορικών και των συναφών πολιτικών.

    1.4

    Η προσέγγιση του βιώσιμου εμπορίου που έχει υιοθετήσει η ΕΕ είναι πιο προηγμένη από αυτές των κύριων ανταγωνιστών της, η βιωσιμότητα, ωστόσο, πρέπει να αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο κάθε στρατηγικής της ΕΕ που σχετίζεται με τον εφοδιασμό της σε απαραίτητες εισαγωγές. Η στρατηγική αυτή θα πρέπει επίσης να συνδεθεί πλήρως με το πρόγραμμα ανάπτυξης της ΕΕ (με ιδιαίτερη αναφορά στις χώρες ΑΚΕ και στις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες), με την ανάπτυξη του ΣΓΠ και του ΣΓΠ+, καθώς και με τις εκκρεμούσες συμφωνίες οικονομικής εταιρικής σχέσης (ΣΟΕΣ), όπως η ίδια η Επιτροπή αναγνωρίζει πλήρως.

    1.5

    Όπως η ΕΟΚΕ αναφέρει συχνά, είναι απαραίτητο να εξασφαλιστεί η ύπαρξη συνοχής μεταξύ διατήρησης των φυσικών πόρων, καταπολέμησης της φτώχειας και βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης. Πρέπει, επίσης, να καθιερωθούν διαδικασίες πλήρους συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών, δεδομένου ότι τόσο αυτές όσο και ο κοινωνικός διάλογος αποτελούν βασικούς παράγοντες για τη διασφάλιση της χρηστής διακυβέρνησης και την καταπολέμηση της διαφθοράς.

    1.6

    Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η «διαχείριση κατά τρόπο βιώσιμο των φυσικών πόρων» αναγνωρίστηκε ως ένας από τους 12 «ενδεικτικούς στόχους» από την Ομάδα προσωπικοτήτων υψηλού επιπέδου των Ηνωμένων Εθνών στην έκθεσή της με ημερομηνία 30 Μαΐου 2013. Η Επιτροπή, με τη σειρά της, έχει εκδώσει τη σημαντική ανακοίνωσή της «Αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για όλους» (3), με την οποία καλύπτει αυτήν την πρωτοβουλία του ΟΗΕ για τη διασύνδεση της προόδου που σημειώνεται ως προς τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας με τα αποτελέσματα της διάσκεψης του «Ρίο +20», με σκοπό τον καθορισμό νέων Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ) από το 2015 και εξής. Όπως υπενθυμίζει η συγκεκριμένη ανακοίνωση: «Η εξάλειψη της φτώχειας και η διασφάλιση ευημερίας και ευζωίας αποτελούν δύο από τις πλέον επιτακτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κόσμος». Οι στόχοι αυτοί, ωστόσο, θα είναι πολύ πιο δύσκολο να επιτευχθούν, εάν ο κόσμος βρίσκεται αντιμέτωπος με σοβαρές ελλείψεις βασικών πόρων στρατηγικής σημασίας.

    1.6.1

    Στην ανακοίνωση υπογραμμίζεται επίσης: «Τα δύο τρίτα των αγαθών που προσφέρει η φύση –εύφορη γη, καθαρό πόσιμο νερό και καθαρός αέρας– υποβαθμίζονται, ενώ η κλιματική αλλαγή και η απώλεια βιολογικών ποικιλιών προσεγγίζουν τα όρια πέραν των οποίων οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη κοινωνία και το φυσικό περιβάλλον γίνονται πλέον μη αναστρέψιμες». Η ΕΟΚΕ, με τη σειρά της, χαρακτηρίζει την παρούσα ανακοίνωση «σημαντικό ορόσημο», τονίζοντας: «Λόγω του πεπερασμένου χαρακτήρα […] πολλών […] φυσικών πόρων […] οι ΣΒΑ πρέπει να περιλαμβάνουν στόχους για την αποτελεσματικότερη χρήση των πόρων αυτών και την πιο δίκαιη κατανομή τους».

    1.7

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την πρόοδο που σημειώθηκε χάρη στην ΠΠΥ της Επιτροπής. Ωστόσο, η αποτελεσματική διαχείριση των βασικών παγκόσμιων πόρων πρέπει να διασφαλιστεί, κατά κύριο λόγο, σε διεθνές επίπεδο. Όπως αναγνωρίζει η Επιτροπή, «για να εξασφαλιστεί η βιώσιμη προμήθεια πρώτων υλών, είναι απαραίτητη η ανάληψη συντονισμένης δράσης σε επίπεδο ΕΕ, ή ακόμη και σε παγκόσμιο επίπεδο, […] για την προώθηση ενός βελτιωμένου διεθνούς πλαισίου και μιας στενότερης συνεργασίας» (4). Τα προβλήματα είναι σήμερα πιο πολύ γεωπολιτικού χαρακτήρα παρά γεωλογικού, η ΕΟΚΕ, ωστόσο, διαπιστώνει με απογοήτευση ότι η αντίδραση της ΕΕ δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται περισσότερο για ένα συνονθύλευμα ειδικών πρωτοβουλιών, παρά μια σφαιρική παγκόσμια στρατηγική. Παρ’ όλα αυτά, η ΕΟΚΕ επικροτεί τη στενή συνεργασία που η ΕΕ έχει καθιερώσει με τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία (την βασική στρατηγική εταιρική σχέση που αναφέρεται στην ανακοίνωση του 2011 της Επιτροπής «Η αντιμετώπιση των προκλήσεων που αφορούν τις αγορές βασικών εμπορευμάτων και τις πρώτες ύλες» (5)), καθώς και τη συνεργασία που έχει αναπτύξει με τις χώρες που απαριθμούνται στο έγγραφο για την αναθεώρηση της ΠΠΥ. Το γεγονός αυτό καθιστά εμφανή τη σημασία της συνεργασίας με την Επιτροπή της Αφρικανικής Ένωσης, και με την Αφρική γενικότερα.

    1.7.1

    Η ΕΟΚΕ ενθαρρύνει την ενεργό άσκηση μιας «διπλωματίας πρώτων υλών» εκ μέρους της ΕΕ. Πάνω από όλα, θεωρεί ότι πρέπει να καταβληθεί μια ισχυρότερη, πιο συντονισμένη προσπάθεια σε παγκόσμιο επίπεδο, κυρίως μέσω της G20 (στην οποία περιλαμβάνονται πολλοί από τους κύριους «αιτούντες» στρατηγικών εισαγωγών), όπου το θέμα δεν έχει συζητηθεί παραγωγικά μέχρι σήμερα, αλλά και μέσω του ΟΟΣΑ και του ΟΗΕ και των υπηρεσιών του. Ένας «ανταγωνισμός προς τα κάτω» δεν θα βοηθήσει κανέναν.

    1.7.2

    Το κύριο μειονέκτημα κάθε ολοκληρωμένης διεθνούς προσέγγισης είναι η έλλειψη αποτελεσματικών μηχανισμών επιβολής. Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ συνιστά, στο πλαίσιο της καθυστερημένης αναθεώρησης του ΠΟΕ –η οποία βασίζεται στο διεθνές δίκαιο– να προστεθεί η πρόβλεψη ειδικής αρμοδιότητας για την κάλυψη των θεμάτων ενέργειας και πρώτων υλών, καθώς και της βιώσιμης χρήσης τους. Πρέπει επίσης να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην ετήσια Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD). Ένα βασικό ζήτημα, στον συγκεκριμένο τομέα, είναι ο ευάλωτος χαρακτήρας των αναπτυσσόμενων χωρών. Όσον αφορά τις χώρες που εξαρτώνται από βασικά αγαθά, οι τομείς των πρώτων υλών είναι συχνά η πιο σημαντική πηγή εσόδων και θέσεων εργασίας τους. Η αδυναμία τους, όμως, να μεταφράσουν μία ανάπτυξη που εξαρτάται από τα βασικά αγαθά σε μια πιο ανθεκτική και ευρεία οικονομική ανάπτυξη και σε καλύτερες παροχές προς τους φτωχούς, έχει ως αποτέλεσμα να τίθεται υπό αμφισβήτηση το πρότυπο ανάπτυξής τους. Πρέπει επειγόντως να εξεταστεί, κατά κύριο λόγο, με πλήρη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών, το ζήτημα των αλλαγών που απαιτούνται στις πολιτικές, στους θεσμούς και στις υποδομές των αναπτυσσόμενων χωρών, ούτως ώστε τα έσοδα από βασικά αγαθά να διασυνδεθούν με την επίτευξη αναπτυξιακών αποτελεσμάτων, συμπεριλαμβανομένων των Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας (ΑΣΧ) και των μελλοντικών Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (ΣΒΑ).

    1.8

    Ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα είναι επίσης καίριας σημασίας: το μεγαλύτερο μέρος της εξόρυξης ορυκτών και της παραγωγής ενέργειας συνιστά πλέον εμπορική συναλλαγή. Δεδομένου ότι η εξόρυξη και η επεξεργασία αποτελούν δραστηριότητες εξαιρετικά υψηλής έντασης κεφαλαίου, εξαρτώνται, σε μεγάλο βαθμό, από μεγάλους πολυεθνικούς ομίλους. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό οι βασικές συμβάσεις της ΔΟΕ, οι «Κατευθυντήριες γραμμές για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις» του ΟΟΣΑ και οι ειδικές κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για την υπεύθυνη διαχείριση των αλυσίδων εφοδιασμού (6) να εφαρμόζονται και να τηρούνται πλήρως, συμπεριλαμβανόμενης της ενεργού συνεργασίας των κοινωνικών εταίρων. Όπως αναφέρει η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της «Η Ευρώπη στον κόσμο», είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί ότι «τα οφέλη μεταβιβάζονται στους πολίτες. Όπως επιδιώκουμε την κοινωνική δικαιοσύνη και συνοχή στο εσωτερικό, έτσι θα πρέπει να προσπαθήσουμε να προαγάγουμε τις αξίες μας καθώς και τα κοινωνικά και περιβαλλοντικά μας πρότυπα και την πολιτισμική μας πολυμορφία σε όλο τον κόσμο» (7).

    1.9

    Οι εισαγωγές ενέργειας και πρώτων υλών της ΕΕ αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο του συνόλου των εισαγωγών της ΕΕ (EUR 528 δισ. το 2010) (8). Η ΕΕ αντιμετωπίζει σήμερα τους φραγμούς που τίθενται στις εισαγωγές αυτές (όπως απαγορεύσεις εξαγωγών, νέοι περιορισμοί, επιπλέον εξαγωγικοί δασμοί ή διπλή τιμολόγηση), μέσω των εμπορικών διαπραγματεύσεών της (ΣΕΕ, ΣΟΕΣ, ΣΕΣΣ και των διαπραγματεύσεων προσχώρησης στον ΠΟΕ), με έσχατη λύση την χρήση μηχανισμών διευθέτησης διαφορών.

    1.9.1

    Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη βαθιά ανησυχία της ότι τα μέσα αυτά αποτελούν μέσα εμπορικής πολιτικής τακτικού ελιγμού και, συνεπώς, δεν ισοδυναμούν με συνολική στρατηγική, δεν θα είναι, δε, αποτελεσματικά σε περίπτωση κρίσης. Οι μηχανισμοί επίλυσης διαφορών χρειάζονται χρόνο για να αποδώσουν και, όπως έχει ήδη αποδειχθεί στην περίπτωση των σπάνιων γαιών, ενίοτε οδηγούν σε παρατάσεις. Η ΕΟΚΕ ζητά να υιοθετήσει η ΕΕ μία σαφή διαδικασία αντιμετώπισης έκτακτων καταστάσεων ή κρίσεων στις περιπτώσεις όπου ένα σημαντικό εισαγόμενο είδος αίφνης δεν είναι διαθέσιμο, για οποιονδήποτε λόγο.

    1.10

    Όσον αφορά, ειδικότερα, τα θέματα ενέργειας, η Ρωσία, η Νορβηγία και η Αλγερία αντιπροσωπεύουν, στο σύνολό τους, το 85 % των ευρωπαϊκών εισαγωγών φυσικού αερίου και το 50 % του αργού πετρελαίου. Μέχρι πρόσφατα, οι μεγάλοι παραγωγοί ενέργειας είχαν αργήσει να ενταχθούν στον ΠΟΕ, ο οποίος –όντας οργανισμός βασιζόμενος σε κανόνες– δίνει έμφαση στην αύξηση της σταθερότητας και της προβλεψιμότητας. Η ΕΟΚΕ προτρέπει, συνεπώς, την ΕΕ να αδράξει την ευκαιρία που προσφέρει η ένταξη, το 2012, της Ρωσίας στον ΠΟΕ και να δώσει, το ταχύτερο, νέα ώθηση στις διαπραγματεύσεις για τη σύναψη νέας συμφωνίας εμπορίου και επενδύσεων μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας και την καλλιέργεια μια βαθύτερης, πιο λειτουργικής σχέσης.

    1.10.1

    Ομοίως, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να προωθηθεί η οριστικοποίηση της ένταξης του Καζακστάν στον ΠΟΕ και να αξιοποιηθεί η δυναμική που χαρακτήρισε, πρόσφατα, τις διαπραγματεύσεις για την ένταξη της Αλγερίας και του Αζερμπαϊτζάν στον ΠΟΕ. Νέα ώθηση θα πρέπει επίσης να δοθεί στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις για την ένταξη στον ΠΟΕ της Τουρκίας, χώρας που αποτελεί κομβικό σημείο και διαμετακομιστή ενέργειας καίριας σημασίας.

    1.11

    Η ΕΟΚΕ παροτρύνει, επίσης, ένθερμα την Επιτροπή να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για την επικύρωση, κατά την προσεχή υπουργική σύνοδό του, της προτεινόμενης συμφωνίας πρόωρης εφαρμογής του ΠΟΕ για τη διευκόλυνση του εμπορίου και για άλλα θέματα που σχετίζονται με τη γεωργία, τα οποία δεν είναι εύκολο να καλυφθούν με διμερείς συμφωνίες. Δεδομένου του αδιεξόδου στο οποίο περιήλθαν οι διαπραγματεύσεις της Ντόχα, και αυτές οι προσπάθειες σημειώνουν αργή πρόοδο. Εάν οι απόπειρες επίτευξης ακόμη και αυτού του περιορισμένου στόχου αποτύχουν, αυτό ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στον συνολικό διαπραγματευτικό ρόλο του ΠΟΕ: μία τελική, δε, αποτυχία σε πολυμερές επίπεδο, θα μπορούσε να έχει ολέθριες συνέπειες για το σύνολο της παγκόσμιας επισιτιστικής ασφάλειας.

    1.12

    Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει σθεναρά την πρωτοβουλία της Επιτροπής για την υπεύθυνη προμήθεια ορυκτών από εμπόλεμες ζώνες και από άλλες περιοχές υψηλού κινδύνου («conflict minerals»), καθώς και τις άλλες επιλογές με τις οποίες επιδιώκεται «να βοηθηθούν οι πλούσιες σε πόρους αναπτυσσόμενες χώρες και να δοθεί έμφαση στη διαφάνεια της αλυσίδας εφοδιασμού των ορυκτών». Η ΕΟΚΕ εξακολουθεί να ανησυχεί, ωστόσο, ότι, καθώς η ιχνηλασιμότητα είναι συχνά αδύνατο να εξασφαλιστεί πλήρως, ενδέχεται είτε το εμπόριο να «εκτραπεί» σε γειτονικές χώρες είτε οι εταιρείες να αποσυρθούν, για να μην βρεθούν αντιμέτωπες με ασυνήθιστες κατηγορίες. Θα πρέπει, επίσης, να εξεταστεί το ενδεχόμενο υιοθέτησης, στην περίπτωση των πολυεθνικών εταιρειών, προαιρετικής προσέγγισης με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ, ενώ πρωτοβουλίες όπως η ΠΔΕΒ (9) (αγγλ. ΕΙΤΙ), η οποία αφορά τη διαφάνεια των πληρωμών, θα πρέπει να ενθαρρυνθούν και να υποστηριχθούν πλήρως. Και στην περίπτωση αυτή, είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι θα καθιερωθεί μία πλήρης συμμετοχική διαδικασία που θα προβλέπει τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών.

    2.   Βασικές απαραίτητες εισαγωγές - Ιστορικό

    2.1   Είναι πολλοί οι παράγοντες που συμβάλλουν στη δημιουργία μιας εκθετικά αυξανόμενης ζήτησης φυσικών πόρων. Σε αυτούς περιλαμβάνονται ένας προβλεπόμενος παγκόσμιος πληθυσμός 9 δισεκατομμυρίων· η ταχεία εκβιομηχάνιση και αστικοποίηση με περισσότερο από το ήμισυ του πληθυσμού του κόσμου να ζει πλέον, για πρώτη φορά, σε πόλεις και κωμοπόλεις· καθώς και μία «μεσαία τάξη», το 2030, 2 δισεκατομμυρίων ανθρώπων που θα απαιτεί (και θα είναι σε θέση να πληρώσει γι’ αυτό) μια πολύ μεγαλύτερη ποικιλία και ένα ευρύτερο φάσμα επιλογής επιθυμητών καταναλωτικών ειδών. Καμία χώρα δεν μπορεί να απαιτήσει κατά προτεραιότητα αυτούς τους πόρους: η αύξηση της χρήσης κινητών τηλεφώνων σε όλο τον κόσμο είναι πλέον αλματώδης.

    2.1.1   Το πρόβλημα συχνά επιδεινώνεται εξαιτίας του γεγονότος ότι πολλά βασικά ορυκτά βρίσκονται σε ζώνες συγκρούσεων, ενώ βασικές πηγές ενέργειας βρίσκονται συχνά σε χώρες με άλλου είδους πολιτικά προβλήματα. Είναι επομένως σημαντικό να αναληφθεί προληπτική δράση σε παγκόσμιο επίπεδο, πριν η ζήτηση υπερβεί σε τέτοιο βαθμό την προσφορά βασικών πρώτων υλών, ώστε είτε να προκληθεί ραγδαία αύξηση των τιμών –γεγονός που από μόνο του θα μπορούσε να έχει καταστροφικές συνέπειες για την άμεση διαθεσιμότητα των υλικών αυτών (για να μην αναφέρουμε και τις επιπτώσεις της στο επίπεδο της φτώχειας)– είτε να οδηγήσει σε πόλεμο και συγκρούσεις.

    2.2   Ενέργεια

    2.2.1

    Η ενέργεια είναι ένας θεμελιώδης, στρατηγικής σημασίας παράγων κάθε ανάλυσης που σχετίζεται με τις βασικές εισαγωγές της ΕΕ, καθώς αποτελεί βασικό στοιχείο για τη διατήρηση τόσο του βιοτικού μας επιπέδου όσο και της ποιότητας της ζωής μας. Ωστόσο, η διεθνής αγορά ενέργειας είναι εξαιρετικά ανταγωνιστική και ευμετάβλητη. Ενώ «οι εισαγωγές ενέργειας περιλαμβάνουν περίπου το 55 % του ενεργειακού μείγματος της ΕΕ» (10), «η ΕΕ στο σύνολό της εισάγει ποσοστό υψηλότερο του 60 % του φυσικού αερίου της και άνω του 80 % του πετρελαίου της» (11) –ταυτόχρονα, όμως, αυξάνεται ταχέως η ανταγωνιστική ζήτησή της από άλλους, ιδίως από τις αναδυόμενες οικονομίες.

    2.2.2

    Η παγκόσμια ζήτηση ενέργειας ενδέχεται να αυξηθεί κατά 40 % μέσα στα επόμενα 20 χρόνια, ενώ μία ανεπαρκής αντιμετώπιση του προβλήματος της κλιματικής αλλαγής μπορεί να περιπλέξει περαιτέρω τα πράγματα. Έχει ζωτική σημασία να εξασφαλιστεί ένας ασφαλής και αξιόπιστος ενεργειακός εφοδιασμός, πολλά κράτη μέλη, ωστόσο, μπορούν να βασιστούν σε έναν περιορισμένο μόνον αριθμό προμηθευτών ενέργειας και, συνεπώς, είναι ευάλωτα στα φαινόμενα συμφόρησης και αστάθειας των τιμών, ιδίως όσον αφορά το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο. Επείγει ιδιαίτερα να διαφοροποιηθεί ο ενεργειακός εφοδιασμός των τριών χωρών της Βαλτικής.

    2.2.3

    Η ενέργεια είναι ένας τομέας στον οποίο οι αρμοδιότητες κατανέμονται μεταξύ ΕΕ και κρατών μελών και στον οποίο προκύπτουν περιπλοκές λόγω θεμάτων που άπτονται του εμπορικού απορρήτου και της εθνικής κυριαρχίας. Η σχετική απάντηση της Επιτροπής υπήρξε διττή. Κατά πρώτο λόγο, είναι υπό σύσταση ένας μηχανισμός ανταλλαγής πληροφοριών για την κάλυψη των αναγκών των διακρατικών ενεργειακών συμφωνιών μεταξύ των κρατών μελών και τρίτων χωρών. Η ΕΟΚΕ χαιρέτισε το γεγονός αυτό «ως ενδεδειγμένο βήμα ενόψει της αποτελεσματικής εφαρμογής μιας κοινής εξωτερικής ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ», σε συμφωνία με τη στρατηγική «Ενέργεια 2020» της ΕΕ, επισημαίνοντας ότι «θεωρείται […] δε κεφαλαιώδους σημασίας να δρα η Ευρώπη ως ένα ομοιογενές σύνολο τόσο για τη διασφάλιση επαρκούς, σταθερού και ασφαλούς ενεργειακού εφοδιασμού στο εγγύς μέλλον».

    2.2.3.1

    Μέχρι σήμερα κανείς στην ΕΕ δεν μπορούσε να έχει συνολική εικόνα σε σχέση με οποιονδήποτε συγκεκριμένο εμπορικό εταίρο, οι ίδιοι, όμως, οι εμπορικοί εταίροι σαφώς ήταν σε θέση. Έχουν συναφθεί περίπου 30 διακυβερνητικές συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών για το πετρέλαιο, περίπου 60 για το φυσικό αέριο, λιγότερες όμως για την ηλεκτρική ενέργεια.

    2.2.4

    Το δεύτερο σκέλος της στρατηγικής της Επιτροπής στον υπό εξέταση τομέα είναι ο «Ενεργειακός χάρτης πορείας για το 2050», τον οποίο επίσης επιδοκίμασε η ΕΟΚΕ. Με τον εν λόγω χάρτη εξαίρεται η επείγουσα ανάγκη να αναπτυχθούν ενεργειακές στρατηγικές πέραν του 2020 και εξετάζεται μια σειρά από σενάρια, όπως λήψη πολύ αποφασιστικών μέτρων ενεργειακής απόδοσης, τιμολόγηση του άνθρακα, ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δέσμευση του άνθρακα και πυρηνική ενέργεια.

    2.2.5

    Όσον αφορά την εξασφάλιση των απαραίτητων εισαγωγών, η ΕΟΚΕ έχει ζητήσει την χάραξη μιας ολοκληρωμένης εξωτερικής ενεργειακής στρατηγικής της ΕΕ (12) και «την ταχεία και σταδιακή ενίσχυση της κοινής εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της ενέργειας» (13). Τα ζητήματα αυτά παραμένουν. Ωστόσο, από μια συγκεκριμένη οπτική γωνία της εμπορικής πολιτικής, η λύση έγκειται, αφενός, στον προσδιορισμό των πιθανών σημείων συμφόρησης στην παροχή και στις υποδομές και, αφετέρου, στη διεύρυνση του ΠΟΕ κατά τρόπο που να συμπεριλάβει ως μέλη του τους βασικούς προμηθευτές ενέργειας της ΕΕ, για να ενθαρρυνθεί, μεταξύ άλλων, η αύξηση της σταθερότητας και της προβλεψιμότητας.

    2.3   Είδη διατροφής, γη και νερό

    2.3.1

    Ο δεύτερος βασικός τομέας φυσικών πόρων που συμβάλλει στη διατήρηση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης και ποιότητας της ζωής περιλαμβάνει τις γεωργικές γαίες, τα είδη διατροφής και το νερό, τα οποία επίσης απειλούνται λόγω της ανεπαρκούς αντιμετώπισης του προβλήματος της αλλαγής του κλίματος.

    2.3.2

    Η ΕΕ έχει την τύχη να διαθέτει εύκρατο κλίμα, παρά την υψηλή πυκνότητα του πληθυσμού της και το γεγονός ότι μόνον το ένα όγδοο του εδάφους της είναι κατάλληλο για αροτραίες καλλιέργειες. Η αυξημένη ξηρασία είναι μια απειλή που αντιμετωπίζουν τα νοτιότερα κράτη μέλη, κάθε εισαγωγή νερού, ωστόσο, αναπόφευκτα πρέπει να προέρχεται από το εσωτερικό της ΕΕ.

    2.3.3

    Η ΕΟΚΕ έχει ήδη ασχοληθεί με το ζήτημα της ασφάλειας των τροφίμων (14) –συγκεκριμένα με το ευρύτερο, παγκόσμιο πρόβλημα– το οποίο αποτελεί ένα από τα βασικά στοιχεία που απαιτούν τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ.

    2.3.4

    Η ΕΕ εισάγει περισσότερα τρόφιμα από τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες, από ό, τι από τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Ιαπωνία και την Αυστραλία στο σύνολό τους. Μολονότι οι επιτροπές COPA-COPEGA επισημαίνουν ότι το εμπόριο στον τομέα της γεωργίας είναι αρνητικό, κατά την Επιτροπή η ΕΕ παρουσιάζει, το 2012, συνολικό πλεόνασμα ύψους EUR 12,6 δισ., καθώς στα σχετικά στοιχεία συμπεριλαμβάνεται η επεξεργασία τροφίμων. Η κύρια γεωργική εισαγωγή της ΕΕ είναι η σόγια για χρήση στις ζωοτροφές, χωρίς την οποία η παραγωγή κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων θα ετίθετο σε σοβαρό κίνδυνο (ως προς το συγκεκριμένο ζήτημα ισχύουν όρια σχετικά με την γενετική τροποποίηση). Άλλα προϊόντα που παράγονται σε επαρκείς ποσότητες μόνον σε άλλες χώρες είναι οι ελαιούχοι σπόροι, τα φρούτα, ο καφές, το κακάο και το τσάι.

    2.3.5

    Ελλείψει πραγματικής απειλής περιορισμού των εισαγωγών στην ΕΕ, τα κύρια ζητήματα που τίθενται στον τομέα του εμπορίου είναι τα διαφορετικά κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα, συμπεριλαμβανομένων της ιχνηλασιμότητας, της ΥΦΠ (υγεία) και της καλής διαβίωσης των ζώων, καθώς και θέματα που άπτονται της πνευματικής ιδιοκτησίας. Για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, τα γεωργικά προϊόντα αποτελούν βασική –αν όχι την κατεξοχήν– εξαγωγή, η δε ΕΕ θεωρείται γι’ αυτά προνομιακή αγορά· πολλοί, όμως, πιστεύουν ότι η πρόσβαση σε αυτήν περιορίζεται αδικαιολόγητα εξαιτίας των προδιαγραφών της ΕΕ που ισχύουν στον τομέα της ασφάλειας των τροφίμων ή εξαιτίας άλλων προδιαγραφών.

    2.3.6

    Η γεωργία αποτελεί βασικό στοιχείο του γύρου της Ντόχα των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ –πράγματι, αρχικά είχε επιδιωχθεί οι διαπραγματεύσεις να ξεκινήσουν το 1999, δηλ. πριν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων της Ντόχα, που σήμερα έχουν φθάσει σε αδιέξοδο. Η ΕΟΚΕ ανησυχεί ιδιαίτερα ότι τυχόν αποτυχία να εξασφαλιστεί ακόμη και μία συμφωνία πρόωρης εφαρμογής για τη διευκόλυνση του εμπορίου και για άλλα θέματα που σχετίζονται με τη γεωργία κατά την επόμενη υπουργική διάσκεψη του ΠΟΕ, θα μπορούσε να έχει πολύ σοβαρές συνέπειες για τον ΠΟΕ, αλλά ακόμη χειρότερες για το σύνολο της παγκόσμιας επισιτιστικής ασφάλειας.

    2.4   Βασικά στρατηγικά ορυκτά και πρώτες ύλες

    2.4.1

    Η πρόσβαση σε βασικά στρατηγικά ορυκτά και πρώτες ύλες είναι ο τρίτος θεμελιώδης, στρατηγικός τομέας που συνδέεται με τις απαραίτητες εισαγωγές της ΕΕ.

    2.4.2

    Στις βασικές πρώτες ύλες περιλαμβάνονται μεταλλικά και βιομηχανικά ορυκτά, δομικά υλικά, βασικά μέταλλα (όπως κοβάλτιο, γάλλιο, ίνδιο), καθώς και μια σειρά από σπάνιες γαίες. Η χρήση τους επηρεάζει την καθημερινή ζωή με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, καθώς χρησιμοποιούνται σε αυτοκίνητα, αεροπλάνα και συσκευές πληροφορικής. Στην ανακοίνωση της του 2011, η Επιτροπή απαριθμεί 14 βασικές «κρίσιμης σημασίας πρώτες ύλες», με ποσοστά ανακύκλωσης και υποκαταστασιμότητας που σήμερα αναπροσαρμόζονται για να ανταποκρίνονται στις εξελίξεις της αγοράς, καθώς και στις τεχνολογικές και άλλες εξελίξεις. Μερικά βασικά συστατικά στοιχεία, φυσικά, θα αποτελούν ήδη μέρος πολλών προκατασκευασμένων προϊόντων εισαγωγής, άλλα, δε, στρατηγικά υλικά δεν είναι επί του παρόντος κρίσιμης σημασίας· ο εξοπλισμός πληροφορικής, όμως, και άλλος βασικός εξοπλισμός μπορούν γρήγορα να αποβούν παρωχημένοι και, στη συνέχεια, εύκολα να απορριφθούν.

    2.4.3

    Το Χρηματιστήριο Μετάλλων του Λονδίνου εκτιμά ότι περίπου το 7 % της συνολικής κατανάλωσης χαλκού αξιοποιείται από τον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, τα αυτοκίνητα, ωστόσο, περιλαμβάνουν και χάλυβα, αλουμίνιο, πλατίνα (60 % της συνολικής χρήσης), παλλάδιο, ρόδιο, μόλυβδο, κασσίτερο, κοβάλτιο και ψευδάργυρο. Επίσης, ένα κινητό τηλέφωνο ή ένα iPad περιέχουν χαλκό, ασήμι, χρυσό, παλλάδιο και πλατίνα. Η τακτική αντικατάσταση των στοιχείων αυτών, κάθε δύο χρόνια περίπου, αποτελεί ήδη σημαντικό λόγο ανησυχίας, αλλά η αύξηση της χρήσης των συσκευών αυτών σε παγκόσμιο επίπεδο είναι αλματώδης, με περίπου 2 δισ. κινητά τηλέφωνα να χρησιμοποιούνται ήδη στην Κίνα και την Ινδία μόνο. Εκτιμάται ότι μόνον στην παγκόσμια κατανάλωση χαλκού το μερίδιο της Κίνας έχει αυξηθεί από 12 % σε 40 % μέσα σε 10 χρόνια.

    2.4.4

    Χάρη στην τεχνολογική πρόοδο, ορισμένα από τα σημερινά, πλέον κρίσιμης σημασίας, περιζήτητα ορυκτά ενδέχεται, σε πολλές περιπτώσεις, να μην είναι πλέον απαραίτητα αύριο, άλλα, όμως, ορυκτά, όπως οι σπάνιες γαίες (που σήμερα, π.χ., αποτελούν βασικό συστατικό στοιχείο των πλέον πρόσφατων κινητών τηλεφώνων), εμφανίζουν αίφνης τεράστια ζήτηση. Για παράδειγμα, η Κίνα, που εκτιμάται ότι διαθέτει το 97 % των κοιτασμάτων σπάνιων γαιών, επέβαλε περιορισμούς στις εξαγωγές, ενώ δεν υπάρχει ακόμη πρόβλεψη ανακύκλωσης ή υποκατάστασης, η δε ΕΕ αναγκάστηκε να συγκαλέσει για δεύτερη φορά την Επιτροπή επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ, παρά το γεγονός ότι η Κίνα έχασε την υπόθεσή της την πρώτη φορά.

    3.   Η στρατηγική πρόκληση της βιωσιμότητας που καλείται να αντιμετωπίσει η ΕΕ

    3.1

    Η εξασφάλιση των στρατηγικής σημασίας πρώτων υλών αποτελούσε, σε όλον το ρου της Ιστορίας, βασικό στόχο της εξωτερικής πολιτικής κρατών και αυτοκρατοριών –το ίδιο ισχύει σήμερα και για τις μεγάλες εταιρείες και επιχειρήσεις. Όπως προαναφέρθηκε, καμία οικονομία δεν είναι αυτοδύναμη, όταν πρόκειται για τον εφοδιασμό της με πρώτες ύλες.

    3.2

    Ο διαρκώς παρών κίνδυνος απρόβλεπτων, βραχυπρόθεσμων κρίσεων παραμένει, είτε αυτές συνδέονται με τις τιμές είτε οφείλονται σε άλλους παράγοντες, π.χ. λόγω προβλημάτων στις μεταφορές ή στις υποδομές, επιδιωχθέντων αποκλεισμών, περιβαλλοντικών ή άλλων κρίσεων, όπως συνέβη στη Φουκουσίμα. Πρόσφατα παραδείγματα (από το 2006 και το 2009) είναι οι σημαντικές ελλείψεις ενέργειας λόγω της διακοπής του εφοδιασμού από τη Ρωσία, ενώ παλαιότερα, στη δεκαετία του ’70, σημειώθηκε έλλειψη πετρελαίου.

    3.2.1

    Οι περισσότερες λύσεις που μπορεί να δώσει η Επιτροπή έχουν μακροπρόθεσμη εφαρμογή. Η Επιτροπή έχει, πράγματι, αναγνωρίσει το πρόβλημα εδώ και πολλά χρόνια. Αντιμετωπίζει το ζήτημα των φραγμών μέσω των εμπορικών διαπραγματεύσεων που διεξάγει και, μολονότι επιβεβαιώθηκε στην ΕΟΚΕ ότι σε κάθε περίπτωση περιλαμβάνεται σχετική πρόβλεψη, φαίνεται, εντούτοις, να μην δίνεται επαρκής έμφαση στη διασφάλιση των βασικών εισαγωγών σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.

    3.3

    Η κατανομή των αρμοδιοτήτων αποτελεί, στην προκειμένη περίπτωση, μια από τις πολλές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ. Η ΕΕ διαθέτει αρμοδιότητα για τα θέματα εμπορίου, αλλά –σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, τα επιμέρους κράτη μέλη, τις στρατιωτικές οργανώσεις ή ακόμη και μεμονωμένες επιχειρήσεις– δεν της αναγνωρίζεται η δυνατότητα να δημιουργεί στρατηγικά αποθέματα πετρελαίου και άλλων βασικών πρώτων υλών. Όπως επισημάνθηκε στο πλαίσιο της επανεξέτασης της ΠΠΥ, «κανένα κράτος μέλος δεν θα στήριζε ένα σύστημα δημιουργίας αποθεμάτων ως επιλογή πολιτικής».

    3.3.1

    Η ΕΕ μπορεί να κάνει χρήση μόνον «ήπιας» δύναμης. Η πρόκληση που τίθεται είναι αναγκαστικά η ανάπτυξη ενός συνολικού στρατηγικού πλαισίου. Ως προς αυτό, η ΕΕ είναι σε θέση να αναλάβει ηγετικό ρόλο σε τρεις βασικούς τομείς: την προαγωγή ενός παγκόσμιου πλαισίου, την προώθηση της βιωσιμότητας και τη διασφάλιση της πλήρους και ενεργού συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών. Καθώς πολλές από τις συστάσεις καλύπτουν αυτά τα θέματα, δεν είναι απαραίτητο να επαναληφθούν εδώ τα σχετικά επιχειρήματα, η ΕΟΚΕ, ωστόσο, επικροτεί το γεγονός ότι σε δύο ευκαιρίες (15) η Επιτροπή τόνισε ότι η βιώσιμη εξόρυξη «μπορεί και πρέπει να συμβάλει στην αειφόρο ανάπτυξη». Η βιωσιμότητα πρέπει να αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο οποιασδήποτε στρατηγικής της ΕΕ που συνδέεται με την προμήθεια απαραίτητων γι' αυτήν εισαγωγών.

    3.4

    Ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα είναι καίριας σημασίας: το μεγαλύτερο μέρος της εξόρυξης ορυκτών συνιστά πλέον συναλλαγή αγοράς. Αυτό διαπιστώνεται σαφώς στα πλέον «ανοιχτά» μέρη του κόσμου –π.χ. στην ΕΕ, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Νότια Αφρική, τη Βραζιλία και την Ινδία– και, σε κάποιο βαθμό, στην περίπτωση των μεγάλων ρωσικών εταιρειών ενέργειας. Ως προς το συγκεκριμένο θέμα, η ΕΟΚΕ επικροτεί ιδιαίτερα τη δέσμευση της Ένωσης Βιομηχανικών Ορυκτών της ΕΕ «να καταβάλει δυναμικές προσπάθειες για τη συνεχή βελτίωση των οικονομικών, περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιδόσεων».

    3.4.1

    Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση του 2011: «Η εξασφάλιση του εφοδιασμού σε πρώτες ύλες είναι κατά βάση μέλημα των επιχειρήσεων»· προστίθεται, δε: «ενώ ο ρόλος των κρατικών αρχών συνίσταται στην εξασφάλιση του κατάλληλου ευρύτερου πλαισίου».

    3.5

    Σε αντίθετη θέση βρίσκεται μια κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία όπως η Κίνα, με τους περισσότερους οικονομικούς παράγοντες και παίκτες να τελούν υπό διαφόρων βαθμών κεντρικό έλεγχο. Η Κίνα έχει υιοθετήσει μια πιο σαφή και ολοκληρωμένη στρατηγική προσέγγιση για τη διασφάλιση των βασικών μελλοντικών αναγκών της σε είδη διατροφής και ζωοτροφές, νερό, ορυκτά και ενέργεια από ό, τι οποιαδήποτε άλλη χώρα, γεγονός που –ιδιαίτερα όσον αφορά την Αφρική– έχει προκαλέσει ευρεία ανησυχία. Όπως έχει επισημάνει η Επιτροπή: «στο πλαίσιο της αναζήτησης νέων πηγών πρώτων υλών και εξωτερικών επενδύσεων, η Κίνα έχει καλλιεργήσει συνεργασίες σε διάφορες αφρικανικές χώρες που επικεντρώνονται στις επενδύσεις ως επιχειρηματικές πρωτοβουλίες, και όχι ως πρωτοβουλίες ενίσχυσης της ανάπτυξης» (16).

    3.5.1

    Άλλοι, εντούτοις, λένε ότι η Κίνα έχει συνάψει «κακές» συμφωνίες και καταβάλλει υπερβολικά μεγάλα ποσά για τις πρώτες ύλες της, συναλλασσόμενη, δε, με χώρες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν πολιτικά προβλήματα σε άλλους, κατ’ ουσία διευρύνει τη διαθεσιμότητα των ορυκτών αυτών.

    3.6

    Για πολλές αναπτυσσόμενες χώρες που δεν διαθέτουν πόρους, η διασφάλιση της πρόσβασης σε πρώτες ύλες είναι δύσκολο έργο. Ακόμη και πλούσιες σε φυσικούς πόρους χώρες εξαγωγής έχουν ανάγκη να εξαλείψουν φαινόμενα φτώχειας. Θα πρέπει να εξασφαλίσουν εισροές μεγαλύτερης προστιθέμενης αξίας από την επεξεργασία, καθώς και να καθιερώσουν μια λειτουργική συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα.

    3.6.1

    Οι ανησυχίες που συνδέονται με τα «ορυκτά από εμπόλεμες ζώνες» αναφέρθηκαν πιο πάνω. Η σχετική πρωτοβουλία της Επιτροπής αφορά μόνον εμπόλεμες ζώνες ή ζώνες όπου έχει προηγηθεί πόλεμος· όπως, όμως, αναφέρει το αντίστοιχο έγγραφο: «η εξόρυξη, διακίνηση, εμπορία και επεξεργασία ορυκτών έχουν συνδεθεί με την κακή διαχείριση των εσόδων, με οικονομικές αποτυχίες, με πολιτικές συγκρούσεις και με πολιτική αστάθεια», φαινόμενα που εντείνονται εξαιτίας καταχρήσεων στα έσοδα εκ μέρους των εμπόλεμων δυνάμεων –πρόκειται για τη λεγόμενη «κατάρα των πόρων».

    3.6.2

    Πρωτοβουλίες όπως η «Πρωτοβουλία για τη Διαφάνεια των Εξορυκτικών Βιομηχανιών» θα πρέπει να ενθαρρύνονται και να υποστηρίζονται πλήρως, ενώ θα πρέπει να προβλέπονται και πλήρεις διαδικασίες συμμετοχής της κοινωνίας των πολιτών. Η συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών και ο κοινωνικός διάλογος αποτελούν βασικούς παράγοντες για τη διασφάλιση της χρηστής διακυβέρνησης και την καταπολέμηση της διαφθοράς. Ο ρόλος παρακολούθησης που διαμορφώθηκε για την κοινωνία των πολιτών στο πλαίσιο των πρόσφατων εμπορικών συμφωνιών της ΕΕ προσφέρει, στην συγκεκριμένη περίπτωση, ένα εξαιρετικό προηγούμενο· ωστόσο, η κοινωνία των πολιτών θα πρέπει, επίσης, να συμμετέχει πλήρως και ενεργά –με κατάλληλη διασφάλιση της διαφάνειας– σε κάθε στάδιο των διαπραγματεύσεων για τις ΣΕΕ, ΣΟΕΣ, ΣΕΣΣ, πριν από τη σύναψή τους. Δεδομένου ότι ο ιδιωτικός τομέας διαδραματίζει καίριο ρόλο, η φωνή των κοινωνικών εταίρων είναι επίσης κρίσιμης σημασίας.

    4.   Η τρέχουσα πολιτική της Επιτροπής για τα στρατηγικά ορυκτά και τις πρώτες ύλες

    4.1

    Η Επιτροπή (ΓΔ Επιχειρήσεων) προώθησε την «Πρωτοβουλία για τις Πρώτες Ύλες» το 2008. Η πρωτοβουλία διαθέτει τρεις πυλώνες που βασίζονται: πρώτον, στην πρόσβαση με ίσους όρους στους πόρους που βρίσκονται σε τρίτες χώρες· δεύτερον, στην προώθηση ενός βιώσιμου εφοδιασμού με ευρωπαϊκούς πόρους· και, τρίτον, στην αύξηση της αποδοτικότητας και της ανακύκλωσης των πόρων.

    4.1.1

    Οι τελευταίοι πυλώνες είναι θεμελιώδους σημασίας, αλλά δεν εντάσσονται στο πεδίο της παρούσας γνωμοδότησης. Η ΕΟΚΕ, ωστόσο, διερωτάται γιατί ένα τόσο μεγάλο ποσοστό ανακυκλώσιμων απορριμμάτων μετάλλων της ΕΕ εξάγεται εκτός ΕΕ, όταν τα ανακυκλωμένα άχρηστα μέταλλα είναι συχνά πολύ πιο πολύτιμα και φθηνά από την αρχική πρώτη ύλη: πράγματι, επιδοτούμε την Κίνα.

    4.2

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής του 2011 ενσωματώνει την έκθεση της ειδικής ομάδας εργασίας της σχετικά με τον προσδιορισμό των πρώτων υλών κρίσιμης σημασίας. Το θέμα αυτό εξετάστηκε από την ΕΟΚΕ στη γνωμοδότησή της με θέμα «Η αντιμετώπιση των προκλήσεων που αφορούν τις αγορές βασικών εμπορευμάτων και τις πρώτες ύλες» (17), στην οποία αναλύθηκε, επίσης, ο ρόλος των χρηματοπιστωτικών αγορών.

    4.2.1

    Όπως αναφέρθηκε, η ανακοίνωση απαριθμεί 14 βασικές πρώτες ύλες «κριτικής σημασίας», με τα ποσοστά ανακύκλωσης και υποκαταστασιμότητάς τους. Η ΕΟΚΕ επικροτεί το γεγονός ότι η τρέχουσα αναθεώρηση βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο στάδιο της εκτεταμένης διαβούλευσης με τα ενδιαφερόμενα μέρη, μολονότι δεν εξετάζονται επιλογές πολιτικής που –σε χώρες όπως οι ΗΠΑ ή το Ηνωμένο Βασίλειο– θα αναμενόταν ότι θα αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της σχετικής πολιτικής.

    4.2.2

    Η ΕΟΚΕ επικροτεί την γενική, πολύ εμπεριστατωμένη μεθοδολογία που έχει υιοθετηθεί. Μεταξύ άλλων, εξετάζονται μέταλλα (και υποπροϊόντα) με μεγάλη οικονομική σημασία (ενώ, ταυτόχρονα, γίνεται σύγκριση μετάλλων με πολύ διαφορετικές ιδιότητες που χρησιμοποιούνται από ένα πολύ ευρύ φάσμα τομέων), μέταλλα με υψηλό κίνδυνο από την άποψη του εφοδιασμού και μέταλλα για τα οποία δεν υπάρχουν έτοιμα υποκατάστατα. Γίνεται χρήση δεικτών της Παγκόσμιας Τράπεζας και εντοπίζονται οι χώρες προέλευσης με κακή διακυβέρνηση ή με υψηλό κίνδυνο να προκύψουν φαινόμενα αστάθειας (από αυθαίρετη επιβολή εξαγωγικών ποσοστώσεων έως εμφύλιο πόλεμο) ή χώρες με χαμηλά περιβαλλοντικά πρότυπα. Εξετάζονται, επίσης, τα δυνητικά ποσοστά ανακύκλωσης, όπως επίσης και ο βαθμός ποιότητας των μεταλλευμάτων, η αστάθεια των τιμών και η συνεχής γεωγραφική διαθεσιμότητα. Η εμπεριστατωμένη αυτή μελέτη παραμένει θεμελιώδους σημασίας.

    Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2013.

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Henri MALOSSE


    (1)  EU Trade Policy for Raw Materials – Second Activity Report (Εμπορική πολιτική της ΕΕ για τις πρώτες ύλες – Δεύτερη έκθεση δραστηριοτήτων), Μάιος 2012.

    (2)  COM (2008) 699 final και COM (2013) 442 final.

    (3)  Ανακοίνωση της Επιτροπής «Αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης για όλους: εξάλειψη της φτώχειας και εξασφάλιση βιώσιμου μέλλοντος για τον κόσμο», COM(2013) 92 final, 27 Φεβρουαρίου 2013 – EE C 271 της 19.09.2013, σ. 144-150.

    (4)  Βλ. υποσημείωση 1.

    (5)  COM (2011) 25 final.

    (6)  OECD Due Diligence Guidance for Responsible Supply Chains of Minerals from Conflict-Affected and High-Risk Areas (Κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ για τη δέουσα επιμέλεια όσον αφορά την υπεύθυνη διαχείριση των αλυσίδων εφοδιασμού ορυκτών από περιοχές που πλήττονται από συγκρούσεις και περιοχές υψηλού κινδύνου), δεύτερη έκδοση, 2012.

    (7)  COM (2006) 567 final, 4 Οκτωβρίου 2006, σημείο 3.1.iii.

    (8)  Βλ. την υποσημείωση 1.

    (9)  Πρωτοβουλία Διαφάνειας για τις Εξορυκτικές Βιομηχανίες (Extractive Industries Transparency Initiative).

    (10)  Παράθεμα (σημείο 2.1.2) από τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών: Ενεργειακός χάρτης πορείας για το 2050», COM(2011) 885 final –, ΕΕ C 229, 31.7.2012, σ. 126–132.

    (11)  Παράθεμα (σημείο 2.4) από τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Πρόταση απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη συγκρότηση μηχανισμού ανταλλαγής πληροφοριών όσον αφορά τις διακυβερνητικές συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών στον τομέα της ενέργειας», COM (2011) 540 final –EE C 68, 6.3.2012, σ. 65-69.

    (12)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Η εξωτερική διάσταση της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ», ΕΕ C 182, 4.8.2009, σ. 8-12.

    (13)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Ενεργειακός εφοδιασμός: τι είδους πολιτική γειτονίας έχουμε ανάγκη για να διασφαλίσουμε την ασφάλεια του εφοδιασμού της ΕΕ;», EE C 132 3.5.2011, σ. 15-21.

    (14)  Βλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Εμπόριο και επισιτιστική ασφάλεια», ΕΕ C 255, 22.9.2010, σ. 1-9.

    (15)  Βλ. τις υποσημειώσεις 2 και 5.

    (16)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ με θέμα «Προς μια σφαιρική ευρωπαϊκή πολιτική διεθνών επενδύσεων», ΕΕ C 318, 29.10.2011 σ. 150-154,

    (17)  EE C 318, 29.10.2011 σ. 76-81.


    Top