Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52007AE0799

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις εξαγωγές και εισαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων COM(2006) 745 τελικό — 2006/0246 (COD)

    ΕΕ C 175 της 27.7.2007, p. 40–43 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    27.7.2007   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 175/40


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις εξαγωγές και εισαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων»

    COM(2006) 745 τελικό — 2006/0246 (COD)

    (2007/C 175/11)

    Στις 21 Δεκεμβρίου 2006, το Συμβούλιο αποφάσισε, σύμφωνα με τα άρθρα 133 και 175 (1) της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 8 Μαΐου 2007, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. PEZZINI.

    Κατά την 436η σύνοδο ολομέλειάς της, της 30ής και 31ης Μαΐου 2007 (συνεδρίαση της 30ής Μαΐου 2007) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 148 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση:

    1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

    1.1

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έχει ανέκαθεν υποστηρίξει τον ενεργό ρόλο που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει διαδραματίσει στην υλοποίηση και εφαρμογή, αφενός, της Σύμβασης του Ρότερνταμ σχετικά με τη διαδικασία ΣΜΕ (συναίνεση μετά από ενημέρωση) όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο και, αφετέρου, της Σύμβασης της Στοκχόλμης περί έμμονων οργανικών ρύπων (POP).

    1.2

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι είναι αναγκαία η υιοθέτηση εκ μέρους της Επιτροπής μιας εναρμονισμένης προσέγγισης του θέματος, με στόχο τη βελτίωση της προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος στις χώρες εισαγωγής, ειδικότερα στις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς και ότι είναι αναγκαίο να προβλεφθούν ευέλικτοι, σαφείς και διάφανοι μηχανισμοί οι οποίοι να βασίζονται σε εύχρηστες και ομοιόμορφες διαδικασίες ώστε να εξασφαλίζεται, χωρίς καθυστερήσεις και επιβαρύνσεις, η κατάλληλη ενημέρωση των χωρών που εισάγουν επικίνδυνες χημικές ουσίες.

    1.3

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι πιο αυστηρές διατάξεις που προέβλεπε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 304/2003, τον οποίο το Δικαστήριο ακύρωσε λόγω εσφαλμένης νομικής βάσης, και οι οποίες επαναλαμβάνονται στην παρούσα νέα πρόταση κανονισμού, αποτελούν στοιχείο πρώτιστης σημασίας για την γενική ασφάλεια και για τη διαχείριση των επικίνδυνων χημικών προϊόντων.

    1.4

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόθεση της Επιτροπής να επωφεληθεί της διόρθωσης της νομικής βάσης του κανονισμού προκειμένου να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της κοινοτικής νομοθεσίας και την νομική ασφάλεια, σε άμεσο συσχετισμό με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1907/2006, ο οποίος ρυθμίζει τα χημικά προϊόντα (REACH) και ο οποίος θα τεθεί σε ισχύ τον Ιούνιο του 2007.

    1.5

    Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, η νέα νομοθεσία θα πρέπει να προβλέπει, αφενός, την σύνταξη οδηγιών εφαρμογής και ενημερωτικού υλικού και, αφετέρου, την διοργάνωση επιμορφωτικών δράσεων με βάση τα κοινοτικά προτύπα, οι οποίες να προορίζονται κυρίως για τους υπαλλήλους των τελωνειακών υπηρεσιών, με τη συμμετοχή αρμοδίων από τις υπηρεσίες της Επιτροπής και ιδιαίτερα από το Κοινο Κέντρο Ερευνών (ΚΚΕρ).

    1.5.1

    Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει τη σημασία της χρήσης της μητρικής γλώσσας της χώρας εισαγωγής στην ετικέτα και στα τεχνικά δελτία.

    1.6

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως να προβλέπεται η δυνατότητα πραγματοποίησης εξαγωγών σε προσωρινή βάση, ενώ συνεχίζονται οι διαδικασίες για την εξασφάλιση της ρητής συναίνεσης.

    1.7

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι καθοριστικής σημασίας στοιχείο για την αποτελεσματική, σωστή και διαφανή εφαρμογή των προτεινόμενων μηχανισμών είναι τα συστήματα τελωνειακού ελέγχου και η πλήρης συνεργασία των τελωνειακών αρχών με τις ορισθείσες εθνικές αρχές για την εφαρμογή του κανονισμού.

    1.8

    Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει πώς οι προτεινόμενες βελτιώσεις στη συνδυασμένη ονοματολογία και η ανάπτυξη μιας ειδικής έκδοσης της βάσης δεδομένων EDIXIM ειδικά για τις τελωνειακές αρχές, πρέπει αναγκαστικά να συμπληρωθούν με συστηματικές και εναρμονισμένες ενημερωτικές και εκπαιδευτικές παρεμβάσεις στο κοινοτικό επίπεδο.

    1.8.1

    Για τον λόγο αυτό η ΕΟΚΕ θεωρεί εντελώς ανεπαρκείς τους χρηματοδοτικούς και ανθρώπινους πόρους που έχουν στη διάθεσή τους οι υπηρεσίες της Επιτροπής, και ιδίως το ΚΚΕρ, οι οποίοι θα έπρεπε να εξασφαλίζουν:

    την κατάρτιση εναρμονισμένων ενημερωτικών και εκπαιδευτικών δελτίων και οδηγών για τις διάφορες κατηγορίες χρηστών·

    την ορθότητα των τεχνικών δελτίων δεδομένων ασφαλείας για τους ενδιάμεσους και τους τελικούς χρήστες και ιδίως για τους εργαζόμενους·

    τον διάλογο με τις υπηρεσίες παροχής τεχνικής βοήθειας στις χώρες εισαγωγής, ειδικότερα στις αναπτυσσόμενες χώρες και στις χώρες με οικονομία σε μεταβατικό στάδιο·

    την αύξηση της συνειδητοποίησης, στην κοινωνία των πολιτών, των υφιστάμενων κινδύνων και την ενημέρωση ως προς τους τρόπους πρόληψής τους.

    2.   Αιτιολογία

    2.1

    H EOKE είχε, την δεδομένη στιγμή (1), ταχθεί υπέρ του σκοπού και των μηχανισμών που προέβλεπε η Σύμβαση του Ρότερνταμ (2), η οποία θέσπιζε τη διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση (ΣΜΕ) για τις εισαγωγές και εξαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων, βελτιώνοντας εν τω μεταξύ την πρόσβαση στις πληροφορίες και παρέχοντας τεχνική βοήθεια στις αναπτυσσόμενες χώρες.

    2.2

    Η ΕΟΚΕ είχε συμφωνήσει με τη θέση των κρατών μελών, σύμφωνα με την οποία «είναι σκόπιμο να γίνει υπέρβαση των διατάξεων της Σύμβασης, προκειμένου να βοηθηθούν πλήρως οι αναπτυσσόμενες χώρες» (3).

    2.3

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 304/2003 που διέπει τις εξαγωγές και εισαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων, ο οποίος υιοθετήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2003 και άρχισε να ισχύει στις 7 Μαρτίου του ιδίου χρόνου, είχε πράγματι ως κύριο στόχο την εφαρμογή της Σύμβασης του Ρότερνταμ όσον αφορά τη διαδικασία της συναίνεσης μετά από ενημέρωση (ΣΜΕ) για ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο.

    2.3.1

    Ωστόσο ο εν λόγω κανονισμός περιελάμβανε ορισμένες διατάξεις που υπερέβαιναν τις απαιτήσεις της Σύμβασης.

    2.4

    Ο κανονισμός αυτός προβλέπει, ειδικότερα, ότι ο εξαγωγέας ενός χημικού προϊόντος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο του κανονισμού, προτού προβεί στην πρώτη εξαγωγή του προϊόντος, υποβάλλει γνωστοποίηση στην ορισθείσα εθνική αρχή. Αφού ελεγχθεί ότι η γνωστοποίηση είναι πλήρης, διαβιβάζεται στην Επιτροπή, η οποία την καταχωρίζει στη βάση δεδομένων EDEXIM ως γνωστοποίηση κοινοτικής εξαγωγής, με τη διευκρίνιση του προϊόντος και της χώρας εισαγωγής.

    2.5

    Αντιστοίχως, στην περίπτωση κοινοτικής εισαγωγής ενός χημικού προϊόντος προερχόμενου από τρίτη χώρα, η Επιτροπή λαμβάνει τη σχετική γνωστοποίηση εξαγωγής, δηλώνει ότι την έλαβε και την καταχωρίζει στη βάση δεδομένων EDEXIM.

    2.6

    Γενικότερα, η Επιτροπή έχει αναλάβει να εξασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή του κανονισμού και οφείλει συνεπώς να διαχειρίζεται τις γνωστοποιήσεις εξαγωγής και εισαγωγής.

    2.7

    Σήμερα η κοινοτική διαδικασία γνωστοποίησης εφαρμόζεται σε περίπου 130 χημικά προϊόντα και ομάδες προϊόντων/ουσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι, μέρος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 304/2003 (4).

    2.8

    Τέλος, προβλέπονται σαφείς υποχρεώσεις σχετικά με τη συσκευασία και την επισήμανση.

    2.9

    Ο κανονισμός ΕΚ/304/2003 προβλέπει επίσης ένα καθεστώς κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης και διευκρινίζει ότι οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι «αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές» και να καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

    2.9.1

    Επίσης, στις 18 Δεκεμβρίου 2006 υιοθετήθηκε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1907/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την καταχώριση, την αξιολόγηση, την αδειοδότηση και τους περιορισμούς των χημικών προϊόντων (REACH), ο οποίος θα τεθεί σε ισχύ την 1η Ιουνίου 2007 (5).

    2.10

    Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στις αποφάσεις που εξέδωσε σχετικά με τις Υποθέσεις C-94/03 και C-178/03 (αμφότερες της 10ης Ιανουαρίου 2006), όρισε ότι νομική βάση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 304/2003 όφειλαν να είναι τα άρθρα 133 και 175 της Συνθήκης, και όχι μόνο το άρθρο 175, και ότι συνεπώς ο κανονισμός αυτός είναι άκυρος. Ωστόσο, το Δικαστήριο αποφάσισε να διατηρηθούν τα αποτελέσματα του Κανονισμού μέχρις ότου εκδοθεί, εντός εύλογης προθεσμίας, νέος κανονισμός, στηριζόμενος στις ενδεδειγμένες νομικές βάσεις.

    2.11

    Στην έκθεση για την περίοδο 2003-2005 (6), που υποβλήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2006 και εκπονήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αρ. 304/2003, εξετάστηκαν οι ακόλουθες πτυχές:

    η κατάσταση από την άποψη της εφαρμογής του κανονισμού·

    τα προβλήματα που εμφανίστηκαν κατά τις διάφορες φάσεις της διαδικασίας εφαρμογής·

    οι τροποποιήσεις που απαιτήθηκαν για την αύξηση της αποτελεσματικότητας του κανονισμού.

    2.12

    Σήμερα όλα τα κράτη μέλη διαθέτουν την αναγκαία νομοθεσία και τα απαιτούμενα διοικητικά συστήματα για την εφαρμογή και την διασφάλιση της τήρησης του κανονισμού: μέχρι σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί 2 273 γνωστοποιήσεις εξαγωγής (εκ των οποίων, ποσοστό μεγαλύτερο του 80 % προήλθε από τη Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ολλανδία, την Γαλλία και την Ισπανία) και ο αριθμός των χωρών εισαγωγής από 70 που ήταν το 2003, ανήλθε σε 101 το 2005.

    2.13

    Οι τελωνειακοί έλεγχοι αποτελούν το αδύνατο σημείο του συστήματος: είναι συνεπώς απαραίτητη μία πιο εντατική συνεργασία μεταξύ των ορισθεισών εθνικών αρχών και των τελωνειακών υπηρεσιών, με τακτικές ανταλλαγές πληροφοριών και με μεγαλύτερη σαφήνεια στις διατάξεις, ειδικότερα δε όσον αφορά τις ειδικές υποχρεώσεις των εξαγωγέων και την εφαρμογή καλύτερων μέσων ελέγχου για τη συνδυασμένη ονοματολογία και το κοινοτικό δασμολόγιο TARIC.

    2.14

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την ανάγκη εναρμονισμένης προσέγγισης εκ μέρους της Επιτροπής, με στόχο την προστασία της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος στις χώρες εισαγωγής, ιδίως δε στις αναπτυσσόμενες χώρες, καθώς και με την ανάγκη χρησιμοποίησης ευέλικτων, σαφών και διάφανων μηχανισμών, βασισμένων σε εύχρηστες και ομοιόμορφες διαδικασίες ώστε να εξασφαλίζεται, χωρίς καθυστερήσεις και επιβαρύνσεις, η κατάλληλη ενημέρωση των χωρών εισαγωγής σχετικά με τις κοινοτικές εξαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων και ουσιών.

    3.   Η πρόταση της Επιτροπής

    3.1

    Πέρα από τη διευθέτηση του θέματος των νομικών βάσεων, που είχε οδηγήσει στην ακύρωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 304/2003, η πρόταση της Επιτροπής για έναν νέο κανονισμό προβλέπει, σε σχέση με το παρελθόν, τροποποιήσεις όπως:

    νέες νομικές βάσεις·

    νέους ορισμούς — είναι απαραίτητη η επέκταση του ορισμού του «εξαγωγέα» και η διόρθωση της έννοιας του «παρασκευάσματος»·

    μία νέα διαδικασία συναίνεσης μετά από ενημέρωση·

    την ενίσχυση και αύξηση των τελωνειακών ελέγχων·

    νέους κανόνες επιτροπολογίας (7).

    4.   Γενικές παρατηρήσεις

    4.1

    Η ΕΟΚΕ επιβεβαιώνει την πλήρη υποστήριξή της στις κοινοτικές στρατηγικές υπέρ της βιώσιμης ανάπτυξης, συμπεριλαμβανομένου του εθελοντικού πλαισίου SAICM (8), και τονίζει ότι είναι απαραίτητη η υιοθέτηση μιας προληπτικής προσέγγισης για τη διαχείριση των χημικών προϊόντων προκειμένου να προληφθούν πιθανές αρνητικές συνέπειες για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, όπως επανειλημμένα (9) είχε την ευκαιρία να επαναλάβει στις διάφορες γνωμοδοτήσεις της για την εφαρμογή της νομοθεσίας REACH.

    4.2

    Είναι με βάση το πνεύμα αυτό που η ΕΟΚΕ είχε υποστηρίξει την εισαγωγή του συστήματος REACH, και ειδικότερα την ανάθεση ευθυνών στις επιχειρήσεις παραγωγής, εισαγωγής και χρήσης των ουσιών αυτών όσον αφορά την κοινοποίηση των πληροφοριών για τις χημικές ουσίες με σκοπό την καταχώριση και την πρώτη αξιολόγηση του κινδύνου· αυτός μάλιστα είναι ο λόγος για τον οποίο η ΕΟΚΕ θεώρησε θετική τη θέσπιση ενός ευρωπαϊκού συστήματος καταχώρισης και ενός κοινοτικού οργανισμού διαχείρισής του (10).

    4.2.1

    Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή, στο πλαίσιο των ανακοινώσεων που προβλέπονται από τις ειδικές διατάξεις για τα επικίνδυνα χημικά προϊόντα, να επανεξετάσει τον κατάλογο των προϊόντων που είναι επικίνδυνα για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, και να τα αντικαταστήσει με λιγότερο επικίνδυνα προϊόντα και παρασκευάσματα, εφόσον η τεχνολογική έρευνα και καινοτομία έχουν δοκιμάσει και προωθήσει συγκεκριμένες εναλλακτικές λύσεις.

    4.3

    Η ΕΟΚΕ έχει ανέκαθεν υποστηρίξει τον ενεργό ρόλο που έχει διαδραματίσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά την υλοποίηση και εφαρμογή της Σύμβασης του Ρότερνταμ σχετικά με τη διαδικασία ΣΜΕ (συναίνεση μετά από ενημέρωση) όσον αφορά ορισμένα επικίνδυνα χημικά προϊόντα και φυτοφάρμακα στο διεθνές εμπόριο, καθώς και της Σύμβασης της Στοκχόλμης περί έμμονων οργανικών ρύπων (POP), με στόχο την εξάλειψη της παραγωγής και χρήσης συγκεκριμένων χημικών προϊόντων, μεταξύ των οποίων και 9 τύπων φυτοφαρμάκων. Εξάλλου, για το θέμα αυτό η ΕΟΚΕ είχε πρόσφατα την ευκαιρία να εκφράσει τη γνώμη της (11).

    4.4

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι πιο αυστηρές διατάξεις που προέβλεπε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 304/2003, τον οποίο ακύρωσε το Δικαστήριο λόγω εσφαλμένης νομικής βάσης, οι οποίες επαναλαμβάνονται στην παρούσα νέα πρόταση κανονισμού (12), αποτελούν στοιχείο πρώτιστης σημασίας για την γενική ασφάλεια και για τη διαχείριση των επικίνδυνων χημικών προϊόντων.

    4.5

    Η ΕΟΚΕ κρίνει επίσης σκόπιμο να τροποποιηθούν οι κανονιστικές διατάξεις προκειμένου να καλυφθούν τα λειτουργικά κενά και οι δυσκολίες εφαρμογής που προέκυψαν από την έκθεση για την περίοδο 2003-2005.

    4.6

    Η ΕΟΚΕ συμφωνεί συνεπώς με την πρόθεση της Επιτροπής να εκμεταλλευτεί τη διόρθωση της νομικής βάσης του κανονισμού σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου (ζήτημα για το οποίο έχει ήδη εκφράσει τη γνώμη της (13)), προκειμένου να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της κοινοτικής νομοθεσίας και να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη σαφήνεια, διαφάνεια και νομική ασφάλεια τόσο για τον εξαγωγέα όσο και τον εισαγωγέα.

    4.7

    Η ΕΟΚΕ κρίνει σκόπιμο να εξασφαλιστούν νομική ασφάλεια, ομοφωνία και διαφάνεια στη νέα προτεινόμενη κοινοτική νομοθεσία με τη βελτίωση των ορισμών «εξαγωγέας», «παρασκεύασμα» και «χημικό προϊόν που υπόκειται στη διαδικασία ΣΜΕ».

    4.8

    Για να συμβάλει στη διαδικασία απλοποίησης, μείωσης της γραφειοκρατίας και βελτίωσης του χρονοδιαγράμματος, η ΕΟΚΕ συμφωνεί πλήρως να προβλεφθεί η δυνατότητα πραγματοποίησης εξαγωγών σε προσωρινή βάση, ενώ συνεχίζονται οι διαδικασίες για την εξασφάλιση της ρητής συναίνεσης, όπως και η δυνατότητα παρέκκλισης από την υποχρέωση συναίνεσης στην περίπτωση εξαγωγής χημικών προϊόντων σε χώρες του ΟΟΣΑ.

    4.9

    Η ΕΟΚΕ υπογραμμίζει επίσης τη σημασία του γεγονότος ότι η υποβολή αιτήσεων συναίνεσης και περιοδικής επανεξέτασής της θα πραγματοποιείται μέσω της Επιτροπής, ώστε να αποφεύγονται τυχόν ανώφελες επικαλύψεις και επαναλήψεις, καθώς και παρανοήσεις και αβεβαιότητες στις χώρες εισαγωγής. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι οικονομικοί και ανθρώπινοι πόροι που διαθέτουν οι υπηρεσίες της Επιτροπής, και ιδίως το ΚΚΕρ, θα πρέπει να μπορούν να είναι σε θέση να εξασφαλίζουν την κατάρτιση εναρμονισμένων ενημερωτικών και εκπαιδευτικών φυλλαδίων, οδηγών και δελτίων δεδομένων ασφαλείας για τις διάφορες κατηγορίες χρηστών, καθώς και να διεξάγουν διάλογο με τις χώρες εισαγωγής, ειδικότερα τις αναπτυσσόμενες, ώστε να εντοπίζονται και να αποσαφηνίζονται τα προβλήματα που έχουν σχέση με τις γνωστοποιήσεις εξαγωγών-εισαγωγών.

    4.9.1

    Η ΕΟΚΕ, λόγω της σοβαρότητας των ατυχημάτων από επικίνδυνες χημικές ουσίες στον χώρο εργασίας και λαμβανομένων υπόψη των διεθνών συμβάσεων της ΔΟΕ που έχουν συναφθεί στον συγκεκριμένο τομέα (14), επαναλαμβάνει τη σημασία της διατύπωσης στη μητρική γλώσσα της χώρας εισαγωγής των πληροφοριών που υπάρχουν στην επισήμανση και στα τεχνικά δελτία δεδομένων ασφαλείας, και τούτο προς όφελος των ενδιάμεσων και των τελικών καταναλωτών, και ιδίως όσων εργάζονται στη γεωργία και στις ΜΜΕ.

    4.10

    Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι καθοριστικής σημασίας για την αποτελεσματική, σωστή και διαφανή λειτουργία των προτεινόμενων μηχανισμών είναι τα συστήματα τελωνειακού ελέγχου και η πλήρης συνεργασία των τελωνειακών αρχών με τις ορισθείσες εθνικές αρχές (ΟΕΑ) για την εφαρμογή του κανονισμού. Οι προτεινόμενες βελτιώσεις στη συνδυασμένη ονοματολογία με «σήματα προειδοποίησης» και η ανάπτυξη μιας ειδικής έκδοσης της βάσης δεδομένων EDIXIM, ειδικά για τις τελωνειακές αρχές, πρέπει να συμπληρωθούν με συστηματικές και εναρμονισμένες ενημερωτικές και εκπαιδευτικές παρεμβάσεις στο κοινοτικό επίπεδο.

    4.11

    Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η νέα νομοθεσία θα πρέπει να προβλέπει τόσο τη σύνταξη οδηγών εφαρμογής και ενημερωτικών φυλλαδίων, όσο και παρεμβάσεις κατάρτισης, με βάση τα κοινοτικά πρότυπα, ιδιαίτερα μάλιστα για τα νέα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, 30 Μαΐου 2007.

    Ο Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Δημήτρης ΔΗΜΗΤΡΙΆΔΗΣ


    (1)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 20.6.2002 με θέμα την Πρόταση κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με τις εισαγωγές και εξαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων, ΕΕ C 241 της 7.10.2002, σελ 50.

    (2)  Η σύμβαση του Ρότερνταμ που υπεγράφη τον Σεπτέμβριο 1998 και άρχισε να ισχύει στις 24 Φεβρουαρίου 2004, διέπει τις εισαγωγές και εξαγωγές επικίνδυνων χημικών προϊόντων και φυτοφαρμάκων και βασίζεται στη βασική αρχή της συναίνεσης μετά από ενημέρωση (την αποκαλούμενη διαδικασία ΣΜΕ), την οποία πρέπει να εφαρμόζει ο εισαγωγέας ενός χημικού προϊόντος. Σήμερα, σύμφωνα με τη Σύμβαση, στη διαδικασία ΣΜΕ υπόκεινται περισσότερα από 30 χημικά προϊόντα.

    (3)  Βλ. τη γνωμοδότηση της υποσημείωσης 1.

    (4)  Ο οποίος τροποποιήθηκε στη συνέχεια από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 777/2006 της Επιτροπής.

    (5)  Βλ. ITACA, αριθ. 3 (Δεκέμβριος 2006) σελ. 8 — ROMA, Sergio Gigli.

    (6)  Βλ. COM(2006) 747, της 30ής Νοεμβρίου 2006.

    (7)  Βλ. απόφαση 1999/468/ΕΚ, η οποία τροποποιήθηκε τον Ιούλιο του 2006.

    (8)  SAICM: Στρατηγική προσέγγιση για τη διεθνή διαχείριση των χημικών προϊόντων.

    (9)  Βλ. τις γνωμοδοτήσεις CESE 524/2004 και 850/2005 που ρυθμίζουν τις χημικές ουσίες (REACH). ΕΕ C 112 της 30.4.2004 και ΕΕ C 294 της 25.11.2005.

    (10)  Βλ. τη γνωμοδότηση CESE 524/2004, σημείο 3.1. ΕΕ C 112 της 30.4.2004.

    (11)  Βλ. γνωμοδότηση NAT/331, CESE 23/2007. ΕΕ C 93 της 27.4.2007.

    (12)  Σύμφωνα με τις κοινοτικές διατάξεις, η εξαγωγή χημικού προϊόντος/παρασιτοκτόνου που έχει απαγορευθεί ή υπόκειται σε αυστηρό περιορισμό στην ΕΕ, καθώς και των συστατικών που περιέχει, πρέπει να συνοδεύεται από γνωστοποίηση εξαγωγής, καθώς και από τη ρητή συναίνεση του εισαγωγέα. Τούτο ισχύει για τα προϊόντα που πληρούν τις απαιτήσεις για να αποτελούν αντικείμενο γνωστοποίησης ΣΜΕ, ακόμη και εάν δεν εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης και δεν αποτελούν μέρος των προϊόντων που υπόκεινται στη διαδικασία ΣΜΕ.

    (13)  Βλ. την υποσημείωση 1, σημείο 5.10.

    (14)  Βλ. τα άρθρα 7 και 8 της Διεθνούς Σύμβασης της ΔΟΕ αρ. 170 του 1990 σχετικά με την ασφάλεια της χρήσης χημικών προϊόντων και τα άρθρα 9, 10 και 22 της Διεθνούς Σύμβασης της ΔΟΕ αρ. 174 του 1993 για την πρόληψη των βιομηχανικών ατυχημάτων μεγάλης εκτάσεως.


    Top