Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52003AE0069

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "XXXΙη Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2001" (SEC(2002) 462 τελικό)

    ΕΕ C 85 της 8.4.2003, p. 118–125 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    52003AE0069

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "XXXΙη Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2001" (SEC(2002) 462 τελικό)

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 085 της 08/04/2003 σ. 0118 - 0125


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "XXXΙη Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού 2001"

    (SEC(2002) 462 τελικό)

    (2003/C 85/25)

    Στις 29 Απριλίου 2002 η Επιτροπή αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 262 της ΣΕΚ να ζητήσει τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σχετικά με το ανωτέρω θέμα.

    Το ειδικευμένο τμήμα "Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση", που επιφορτίσθηκε με την προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότηση του στις 19 Δεκεμβρίου 2002, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Barros Vale.

    Κατά την 396η σύνοδο ολομέλειας της 22ας και 23ης Ιανουαρίου 2003 (συνεδρίαση της 22ας Ιανουαρίου), η ΕΟΚΕ υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 120 ψήφους υπέρ, 9 ψήφους κατά και 5 αποχές.

    1. Εισαγωγή

    1.1. Η επιβεβαίωση της σημασίας που έχει η εφαρμογή των κανόνων του ανταγωνισμού ως θεμελιώδες στοιχείο της οικονομικής λειτουργίας της ενιαίας αγοράς και ως ένα από τα σπουδαιότερα καθήκοντα της Επιτροπής σηματοδοτεί την αρχή της έκθεσης. Τονίζεται ο κεφαλαιώδης ρόλος της πολιτικής ανταγωνισμού για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού πλαισίου όλο και περισσότερο ισορροπημένου και δίκαιου, που αποδεικνύεται όλο και πιο καθοριστικό όσο επεκτείνεται η παγκοσμιοποίηση της οικονομίας.

    1.2. Στη συνέχεια, στο εισαγωγικό σημείωμα, όπου αναφέρονται τα κυριότερα θέματα που θα εξεταστούν, σκιαγραφείται το περιεχόμενο όλης της έκθεσης, η οποία θα αναφερθεί στις ρυθμίσεις που αφορούν τις συμβάσεις, τις αποφάσεις και τις εναρμονισμένες πρακτικές, στη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις κρατικές ενισχύσεις και στη σημασία που πρέπει να αποδίδεται σε όλα αυτά τα μέσα ως μηχανισμών που λειτουργούν προς όφελος των ευρωπαίων πολιτών.

    2. Γενικό πλαίσιο

    2.1. Η τελική φάση της εισαγωγής του ευρώ και η χωρίς προηγούμενο διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβάλλουν τον εκσυγχρονισμό των κανόνων σχετικά με τις συμβάσεις, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές, συγκεντρώσεις και κρατικές ενισχύσεις, διαφορετικά η δράση της Επιτροπής δεν θα μπορέσει να συντονιστεί με το οικονομικό αυτό περιβάλλον που βρίσκεται σε ταχεία εξέλιξη.

    2.1.1. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η εξασφάλιση ισότιμων όρων στις νέες αγορές όπου δεν έχει ακόμη πλήρως καθιερωθεί ο ανταγωνισμός θα εξακολουθήσει να αποτελεί προτεραιότητα για τη δράση της Επιτροπής.

    2.2. Λόγω της παγκοσμιοποίησης των αγορών, υπάρχουν σήμερα συγκεντρώσεις παγκόσμιας κλίμακας, οι οποίες δημιουργούν την ανάγκη εντατικοποίησης της διεθνούς συνεργασίας στο επίπεδο διαφόρων φορέων, ιδιαίτερα δε του Διεθνούς Δικτύου Ανταγωνισμού.

    2.3. Η υιοθέτηση του Πίνακα Επιδόσεων για τις κρατικές ενισχύσεις και η δημιουργία ενός Μητρώου κρατικών ενισχύσεων, σε ελεύθερη για το κοινό on-line πρόσβαση πιστοποιούν τη σημαντική βελτίωση που σημειώθηκε εντός του 2001 στο επίπεδο αυτό.

    2.4. Η υπό εξέταση έκθεση αναφέρει τα πεδία δράσης της Επιτροπής στον τομέα της πολιτικής για τον ανταγωνισμό, που προσδιορίζονται στη συνέχεια, και τα οποία ανταποκρίνονται στα μεγάλα εμπόδια που παρακωλύουν την ελεύθερη άσκηση του ανταγωνισμού. Εντούτοις, δεν γίνεται αναφορά στους μηχανισμούς που παρεμβαίνουν σε άλλους παράγοντες που δημιουργούν ανισορροπίες, οι οποίοι, εάν εξεταστούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αποδεικνύονται πολύ σημαντικοί.

    2.5. Ομοίως, δεν διακρίνεται η ύπαρξη συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων Γενικών Διευθύνσεων της Επιτροπής, προς την κατεύθυνση μιας συντονισμένης πολιτικής για τον ελεύθερο ανταγωνισμό, που να υπερβαίνει τα στοιχεία που αναφέρονται ρητά στην έκθεση, και που εκτίθενται εδώ στα σημεία 3.2.1, 3.2.2, 3.2.3 και 3.2.4. Κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ, θα ήταν σημαντικό να αναφέρεται εάν υπάρχουν ή όχι τέτοιας μορφής διαδικασίες, που να επιτρέπουν την κάλυψη ζητημάτων πολύ σημαντικών για τον πραγματικό ελεύθερο ανταγωνισμό.

    3. Κύρια θέματα που αναπτύσσονται στην Έκθεση

    3.1. Η έκθεση μπορεί, γενικά, να χαρακτηριστεί ως ένα πολύ πυκνό έγγραφο, όχι μόνο για την πληθώρα πληροφοριών που περιέχει, αλλά και για τα πολυάριθμα παραδείγματα που περιγράφονται, για τα ερωτήματα που τίθενται σε ολόκληρο το κείμενο και για τις λύσεις που προτείνονται. Το έγγραφο πιστοποιεί με συγκεκριμένα παραδείγματα την έντονη δραστηριότητα που ανέπτυξε η Επιτροπή το 2001. Κατά το έτος αυτό, ο συνολικός αριθμός των νέων διαδικασιών ανήλθε στις 1036, δηλαδή λίγο λιγότερες απ' ότι κατά το 2000, όπου έφτασαν στις 1211. Από την άλλη πλευρά, ο αριθμός των διαδικασιών που ολοκληρώθηκαν ανήλθε σε 1204, και πρέπει να σημειωθεί εδώ ο περιορισμός των καθυστερήσεων.

    3.2. Η 31η Έκθεση επί της πολιτικής ανταγωνισμού (2001) διατηρεί την ίδια θεματική διάρθρωση και παρουσίαση με την αντίστοιχη έκθεση για το 2000: διαιρείται σε πέντε μεγάλα κεφάλαια, όπου εξετάζονται τα κύρια θέματα, μια σύντομη σύνοψη των οποίων θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε.

    3.2.1. Περιοριστικές συμφωνίες και καταχρήσεις δεσπόζουσας θέσης (άρθρα 81 και 82), Κρατικά μονοπώλια και μονοπωλιακά δικαιώματα (άρθρα 31 και 86)

    3.2.1.1. Ο εκσυγχρονισμός του νομοθετικού πλαισίου για τον ανταγωνισμό, και ειδικότερα των κανόνων εφαρμογής των άρθρων 81 και 82, παραμένει στο πρόγραμμα εργασιών της Επιτροπής, μετά από την υιοθέτηση, το Σεπτέμβριο του 2000, πρότασης κανονισμού που εισάγει νέο σύστημα εφαρμογής και εκτέλεσης των εν λόγω κανόνων.

    3.2.1.2. Το Μάιο του 2001, το Συμβούλιο, σε ευρεία συζήτηση για το θέμα αυτό, τόνισε τη σημασία της λειτουργίας του δικτύου των αρμόδιων για τον ανταγωνισμό αρχών, για την εξασφάλιση της συνεκτικής εφαρμογής των κανόνων αυτών σε όλα τα κράτη μέλη.

    3.2.1.3. Επισημαίνεται, επίσης, το 2001, η υιοθέτηση νέου σχεδίου ρυθμίσεων για τη διευκόλυνση της ανίχνευσης και καταπολέμησης των συμπράξεων, ειδικά εκείνων που αφορούν τον καθορισμό τιμών. Στο πεδίο της καταπολέμησης των συμπράξεων, αναθεωρήθηκε, μετά από την πάροδο πενταετίας, η Ανακοίνωση για την μη επιβολή ή τη μείωση των προστίμων(1).

    3.2.1.4. Επειδή οι μυστικές συμφωνίες σύμπραξης εξακολουθούν να περιλαμβάνονται μεταξύ των σοβαρότερων περιορισμών του ανταγωνισμού, το έτος 2001 ξεπέρασε κάθε προηγούμενο σε θέματα αποφάσεων ενάντια σε συμπράξεις, γεγονός που εκδηλώνεται με τη σημαντική αύξηση του αριθμού των υποθέσεων που διεκπεραιώθηκαν.

    3.2.1.5. Το Δεκέμβριο, η Επιτροπή υιοθέτησε έκθεση αξιολόγησης της εφαρμογής του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορία σχετικά με τις συμφωνίες μεταφοράς τεχνολογίας (AKMT). Στην έκθεση συμπεραίνεται ότι ο κανονισμός ΑKMT χρησιμοποιεί κριτήρια που σχετίζονται περισσότερο με τις τυπικές πτυχές της συμφωνίας παρά με τις πραγματικές συνέπειές της στην αγορά. Διατυπώνεται επίσης η άποψη ότι ο εν λόγω κανονισμός είναι υπέρ το δέον κανονιστικός και ότι χρειάζονται ακόμη διορθώσεις ως προς το πεδίο εφαρμογής του.

    3.2.1.6. Το Δεκέμβριο, υιοθετήθηκε από την Επιτροπή Ανακοίνωση σχετικά με τις συμφωνίες ήσσονος σημασίας οι οποίες δεν περιορίζουν σημαντικά τον ανταγωνισμό σύμφωνα με το άρθρο 81, παράγραφος 1 ("ανακοίνωση de minimis"). Στην Ανακοίνωση ορίζεται σαφέστερα και πληρέστερα ποιες συμφωνίες δεν απαγορεύονται από τη Συνθήκη.

    3.2.1.7. Το Μάιο του 2001, υιοθετήθηκε Απόφαση σχετικά με τα καθήκοντα των συμβούλων ακροάσεων σε ορισμένες διαδικασίες ανταγωνισμού, με την οποία επιχειρείται η αύξηση της ανεξαρτησίας των συμβούλων ακροάσεων (οι οποίοι εξαρτώνται πλέον μόνον από το αρμόδιο για τον ανταγωνισμό μέλος της Επιτροπής), καθώς και των εξουσιών τους.

    3.2.1.8. Η τομεακή εξέλιξη του ανταγωνισμού είναι ένα ζήτημα που περιγράφεται λεπτομερώς στην υπό εξέταση Έκθεση, με ιδιαίτερη έμφαση στον τομέα της ενέργειας (αναφέρεται ειδικότερα η ελευθέρωση της ηλεκτρικής ενέργειας και του αερίου), στις ταχυδρομικές υπηρεσίες, στις τηλεπικοινωνίες, στις μεταφορές (αεροπορικές, θαλάσσιες και σιδηροδρομικές), στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στη διανομή αυτοκινήτων οχημάτων, στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες (η εφαρμογή της πολιτικής του ανταγωνισμού έχει στόχο την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της αποτελεσματικότητας των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών αγορών), στην κοινωνία των πληροφοριών και το Διαδίκτυο, στον αθλητισμό και στα φαρμακευτικά προϊόντα.

    3.2.2. Έλεγχος των συγκεντρώσεων

    3.2.2.1. Το 2001 σημειώθηκε ελαφρά επιβράδυνση της δραστηριότητας των συγκεντρώσεων (η οποία βρισκόταν σε ταχεία αύξηση επί επτά χρόνια), χωρίς ωστόσο αυτό να σημάνει επιβράδυνση της δραστηριότητας της Επιτροπής στον τομέα αυτόν. Πράγματι, παρότι διαπιστώθηκε μικρότερος αριθμός κοινοποιήσεων, η Επιτροπή έλαβε 339 οριστικές αποφάσεις, μεταξύ των οποίων πέντε αποφάσεις απαγόρευσης (ο μεγαλύτερος μέχρι στιγμής ετήσιος αριθμός απαγορευτικών αποφάσεων(2).

    3.2.2.2. Τα διορθωτικά μέτρα που έγιναν δεκτά το 2001 δεν περιορίζονταν στην άμεση αποκατάσταση των συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού, με τη δημιουργία συνθηκών για την εμφάνιση νέων ανταγωνιστών. Η Επιτροπή επέδειξε δεκτικότητα και προς άλλες λύσεις για θέματα εκποίησης δραστηριοτήτων, καθώς και προς άλλα διορθωτικά μέτρα, πιο πολύπλοκα από την ευθεία εκποίηση.

    3.2.2.3. Παράλληλα, το 2001 σημειώθηκε ουσιαστική πρόοδος σε σχέση με διορθωτικά μέτρα που αποφασίστηκαν το 2000 και διαπιστώθηκε σημαντική πρόοδος στην εφαρμογή των διορθωτικών μέτρων εκ μέρους επιχειρήσεων που εμπλέκονταν σε πράξεις που είχαν εγκριθεί.

    3.2.2.4. Η προστασία των καταναλωτών έναντι των συνεπειών που απορρέουν από τη μονοπωλιακή ή τη δεσπόζουσα θέση (υψηλότερες τιμές, κατώτερη ποιότητα, λιγότερες καινοτομίες) εξακολουθεί να συνιστά τον κυρίως στόχο του ελέγχου των συγκεντρώσεων.

    3.2.2.5. Ο ορισμός της σχετικής γεωγραφικής αγοράς συνιστά θεμελιώδες στοιχείο από την άποψη του ανταγωνισμού. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή εξέτασε, εντός του 2001, τους ορισμούς αγοράς που περιλαμβάνονταν σε αποφάσεις για υποθέσεις συγκεντρώσεων που υιοθέτησε την τελευταία πενταετία. Η Επιτροπή διενήργησε επίσης λεπτομερείς έρευνες στο επίπεδο των σχετικών αγορών προϊόντος, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ορισμός τόσο της αγοράς προϊόντος όσο και της γεωγραφικής αγοράς, δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια στατική ανάλυση της σώρευσης μεριδίων της αγοράς, αλλά αποτελεί σημείο εκκίνησης για μια ανάλυση της δυναμικής της αγοράς που επικρατεί σε έναν συγκεκριμένο τομέα.

    3.2.2.6. Για θέματα συγκεντρώσεων, το σημαντικότερο που πρέπει να τονιστεί είναι η έκδοση, το Δεκέμβριο, του Πράσινου Βιβλίου για την αναθεώρηση του Κανονισμού περί Συγκεντρώσεων(3). Στο έγγραφο αυτό εξετάζονται οι νέες προκλήσεις που δημιουργεί η εισαγωγή του ευρώ και η διεύρυνση της ΕΕ σε 25 ή περισσότερες χώρες για τις πράξεις συγκεντρώσεων παγκόσμιας κλίμακας.

    Προτείνονται τροποποιήσεις σε θέματα αρμοδιότητας και σε ουσιαστικά και διαδικαστικά θέματα:

    3.2.2.6.1. Σε θέματα αρμοδιότητας, η Επιτροπή προτείνει την εισαγωγή αυτόματης κοινοτικής αρμοδιότητας για τις περιπτώσεις που οφείλουν να κοινοποιηθούν σε τρία ή περισσότερα κράτη μέλη. Έτσι, θα μπορούσαν να καταργηθούν τα όρια που αφορούν τον κύκλο εργασιών.

    3.2.2.6.2. Προτείνεται επίσης, στο Πράσινο Βιβλίο, η απλούστευση των απαιτήσεων σχετικά με τους μηχανισμούς παραπομπής, με τη θέσπιση κατάλληλης κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Επιτροπής και των κρατών μελών.

    3.2.2.6.3. Οι επιχειρηματικές πρακτικές έχουν εξελιχθεί, γεγονός που δικαιολογεί την αναθεώρηση της έννοιας της συγκέντρωσης. Το Πράσινο Βιβλίο επισημαίνει τις δυσκολίες που παρουσιάζει το ζήτημα αυτό, προτείνει όμως ορισμένες τροποποιήσεις των υφιστάμενων διατάξεων, κυρίως όσον αφορά τις πολλαπλές πράξεις. Από την άλλη πλευρά, ανοίγει το δημόσιο διάλογο σχετικά με το κριτήριο αξιολόγησης της δεσπόζουσας θέσης για την εξέταση των πράξεων συγκέντρωσης, το οποίο ισχύει βάσει του ισχύοντος Κανονισμού, χωρίς ωστόσο να καταλήγει σε κάποιο συμπέρασμα.

    3.2.2.6.4. Προτείνονται διάφορα μέτρα για την απλούστευση της διαδικασίας, ιδίως για τις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει ανησυχία για τον ανταγωνισμό και για τις πράξεις που αφορούν επιχειρηματικά κεφάλαια.

    3.2.2.6.5. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι η Επιτροπή ανέπτυξε συνεργασία με τρίτες χώρες στον τομέα του ανταγωνισμού, η οποία κορυφώθηκε με τη δημιουργία Διεθνούς Δικτύου Ανταγωνισμού. Σημειώθηκε, επίσης, το 2001 μια νέα εξέλιξη ως προς την παραπομπή της εξέτασης πράξεων συγκέντρωσης στις εθνικές αρχές.

    3.2.3. Κρατικές ενισχύσεις

    3.2.3.1. Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης, το Μάρτιο του 2001, τονίστηκε η ανάγκη περιορισμού του συνολικού επιπέδου των ενισχύσεων και ανακατανομής των ενισχύσεων προς οριζόντιους στόχους κοινού ενδιαφέροντος.

    3.2.3.2. Όσον αφορά τη διαφάνεια, η πρόοδος σηματοδοτήθηκε από τη δημιουργία του νέου Μητρώου κρατικών ενισχύσεων, προσβάσιμου για το κοινό, και από τη δημοσίευση του Πίνακα Επιδόσεων για τις κρατικές ενισχύσεις.

    3.2.3.3. Εγκαινιάστηκε διαδικασία απλούστευσης των διαδικασιών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις, που αφορά κυρίως τις λιγότερο σύνθετες υποθέσεις.

    3.2.3.4. Τον Οκτώβριο του 2001, υιοθετήθηκε σχέδιο κανονισμού όπου προβλέπεται απαλλαγή από την υποχρέωση κοινοποίησης για τις κρατικές ενισχύσεις που αποσκοπούν στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

    3.2.3.5. Η Επιτροπή υιοθέτησε Ανακοίνωση σχετική με τις κρατικές ενισχύσεις και τα επιχειρηματικά κεφάλαια, η οποία αποσκοπεί στην προώθηση της χορήγησης επιχειρηματικών κεφαλαίων σε διάφορα κράτη μέλη. Η Ανακοίνωση είναι ενδεικτική της προσαρμογής των εν λόγω κανόνων στις εξελίξεις της αγοράς.

    3.2.3.6. Ο έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων φορολογικής φύσεως εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα της Επιτροπής. Ιδιαίτερη προσοχή εξακολουθεί να δίδεται στα φορολογικά καθεστώτα που παρέχουν πλεονεκτήματα σε ορισμένες μορφές δραστηριότητας, όπως τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και τις υπεράκτιες δραστηριότητες. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί επίσης σε αυτής της μορφής τις κρατικές ενισχύσεις, στα πλαίσια της διεύρυνσης της ΕΕ.

    3.2.3.7. Μία πτυχή που εξετάζεται στο τμήμα αυτό της Έκθεσης είναι η έννοια της ενίσχυσης. Θεσπίζεται η αρχή της απόρριψης όλων εκείνων των περιπτώσεων κατά τις οποίες οι ενισχύσεις που χορηγεί το κράτος προκαλούν καταστάσεις που στρεβλώνουν ή απειλούν να στρεβλώσουν τον ανταγωνισμό, παρέχοντας πλεονέκτημα σε ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένους κλάδους παραγωγής.

    3.2.3.8. Δεν εξετάζεται το ζήτημα της χορήγησης των άμεσων ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τις επιχειρήσεις, που θα πρέπει να εναρμονιστούν ως δημόσιες ενισχύσεις και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή θα πρέπει να επιφυλάσσει στο μέλλον την κατάλληλη αντιμετώπιση στο θέμα αυτό.

    3.2.4. Υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος

    3.2.4.1. Η σημασία των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος εξακολουθεί να τονίζεται, ιδίως για το ρόλο που διαδραματίζουν για την προώθηση της κοινωνικής και εδαφικής συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλαδή ως θεμελιώδες συστατικό στοιχείο του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου.

    3.2.4.2. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λάακεν, το Δεκέμβριο του 2001, συνέστησε αυξημένη ασφάλεια δικαίου κατά την εφαρμογή του δικαίου του ανταγωνισμού στις υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος. Προτείνεται, επίσης, μια καλύτερη διάρθρωση μεταξύ των μέσων χρηματοδότησης των υπηρεσιών γενικού συμφέροντος και της εποπτείας των κρατικών ενισχύσεων, καθώς και η περιοδική αξιολόγηση των υπηρεσιών αυτών.

    3.2.4.3. Για τη εξασφάλιση μεγαλύτερης διαφάνειας, η Επιτροπή δεσμεύεται να αφιερώνει ειδικό τμήμα της Ετήσιας Έκθεσής της στις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος.

    3.2.4.4. Στο πνεύμα των κατευθύνσεων που ορίστηκαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας, το Μάρτιο του 2000, η Επιτροπή συνέχισε το 2001 να προωθεί το άνοιγμα των αγορών (περίπτωση του φυσικού αερίου, της ηλεκτρικής ενέργειας, των ταχυδρομικών υπηρεσιών και των μεταφορών), με την υποβολή νέων νομοθετικών μέτρων και με τον έλεγχο της εφαρμογής της ήδη υφιστάμενης κοινοτικής νομοθεσίας για θέματα ανταγωνισμού.

    3.2.4.5. Η προετοιμασία και οι διαπραγματεύσεις των διαδικασιών προσχώρησης των νέων χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η διμερής συνεργασία (κυρίως με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και άλλες χώρες του ΟΟΣΑ) και η πολυμερής συνεργασία αποτέλεσαν τα μεγάλα πεδία που σηματοδότησαν, στο επίπεδο των γενικών οικονομικών συμφερόντων, τη δραστηριότητα της Επιτροπής το 2001.

    3.2.4.6. Η Επιτροπή εκπόνησε τακτικά εκθέσεις για τις προόδους που πραγματοποιεί η κάθε υποψήφια για ένταξη χώρα.

    3.2.5. Μελλοντικές προοπτικές

    3.2.5.1. Προτείνεται η έκδοση νέου εκτελεστικού Κανονισμού για την εφαρμογή των άρθρων 81 και 82 της Συνθήκης ΕΚ(4).

    3.2.5.2. Προτείνεται η υιοθέτηση ενημερωμένης και αναθεωρημένης Ανακοίνωσης για τις δραστηριότητες ελέγχου.

    3.2.5.3. Προτείνεται η συνέχιση των εργασιών διαβούλευσης που δρομολογήθηκαν με τη δημοσίευση του Πράσινου Βιβλίου για την αναθεώρηση του Κανονισμού περί Συγκεντρώσεων(5).

    3.2.5.4. Προτείνεται η επιτάχυνση και διευκόλυνση των διαδικασιών για τις απλές υποθέσεις κρατικών ενισχύσεων, καθώς και η θέσπιση διαφανέστερων διαδικασιών και κανόνων.

    3.2.5.5. Προτείνεται η συνέχιση της διττής πολιτικής της Επιτροπής στον τομέα των διεθνών σχέσεων, με τη βελτίωση της διμερούς συνεργασίας με τους ξένους ομολόγους της (Ηνωμένες Πολιτείες και Καναδάς, Ιαπωνία) και με τη διερεύνηση των δυνατοτήτων περαιτέρω ανάπτυξης της πολυμερούς συνεργασίας.

    4. Συμπεράσματα/Συστάσεις

    4.1. Ενώπιον της προσεχούς διεύρυνσης, αποδεικνύεται κατά τη γνώμη της ΕΟΚΕ καθοριστικό να αντιμετωπίσει η Επιτροπή με μεγαλύτερη προσοχή τις υποψήφιες χώρες, υπό την έννοια ότι πρέπει να εξασφαλίσει την εφαρμογή των ίδιων κανόνων και με την ίδια αποτελεσματικότητα σε ολόκληρη την ΕΕ.

    4.2. Στα πλαίσια της προσεχούς διεύρυνσης, η ΕΟΚΕ, λαμβάνοντας υπόψη τις πρακτικές και το παρελθόν των δημόσιων ενισχύσεων στις επιχειρήσεις των ΧΚΑΕ, ανησυχεί για το κατά πόσον θα είναι δυνατό οι χώρες αυτές να καλύψουν όλες τις διατάξεις του κοινοτικού κεκτημένου για τον ανταγωνισμό.

    4.3. Επείγει κατά την ΕΟΚΕ η θέσπιση νέου συστήματος που θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και αποκέντρωση, ενώ παράλληλα θα πρέπει να είναι λιγότερο γραφειοκρατικό. Η διαδικασία αυτή θα πρέπει, οπωσδήποτε, να περιλαμβάνει την ανάληψη περισσότερων ευθυνών εκ μέρους των εθνικών αρχών για θέματα ανταγωνισμού, χωρίς ωστόσο να αποδυναμώνονται οι εξουσίες ελέγχου και εποπτείας της Επιτροπής, προκειμένου να ενισχυθεί η εσωτερική αγορά και να διασφαλίζονται ισότιμοι όροι για τις επιχειρήσεις.

    4.3.1. Για λόγους συνεκτικότητας κατά την εφαρμογή των κανόνων αυτών, αποκτά σημασία η μη υποχρεωτική κοινοποίηση και η τεκμαιρόμενη νομιμότητα των συμφωνιών, από τη στιγμή που βρίσκονται κάτω από το όριο των καθορισμένων μεριδίων της αγοράς.

    4.4. Η ανίχνευση των μυστικών συμφωνιών συνιστά ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία της πολιτικής του ανταγωνισμού· ως εκ τούτου η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι απαιτείται μεταρρύθμιση των εξουσιών έρευνας της Επιτροπής, με στόχο την ενίσχυση και τη διεύρυνσή τους.

    4.5. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την πρόταση της Επιτροπής για μια αυτόματη κοινοτική αρμοδιότητα όπως αναφέρεται στο σημείο 3.2.2.6.1 της παρούσας, από όπου απορρέει ότι η Επιτροπή θα μπορεί να ενεργεί άμεσα στις περιπτώσεις αυτές, ώστε να ενισχυθεί η ισότιμη μεταχείριση ως προς τους όρους του ανταγωνισμού στον τομέα των συγκεντρώσεων, σε ολόκληρη την Ευρώπη.

    4.6. Με την επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης των αγορών, η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι αυξάνεται η ανάγκη συνεργασίας μεταξύ των αρμοδίων στις διάφορες χώρες παραγόντων ή/και των αρμοδίων για τον έλεγχο του ανταγωνισμού οικονομικών ομάδων. Η συνεργασία αυτή επιβάλλεται να επεκταθεί, είτε στους κόλπους του ΠΟΕ, είτε σε άλλες σφαίρες περισσότερο άτυπες, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ανάγκη κατάργησης των εντάσεων και εξεύρεσης συμβιβασμών μεταξύ διαφορετικών εννοιών/αξιών που εντοπίζονται στις διάφορες περιφερειακές αγορές.

    4.7. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι θα ήταν θετικό ο κανονισμός που χορηγεί απαλλαγή κατά κατηγορία σε συμφωνίες μεταφοράς τεχνολογίας να πάψει να λειτουργεί περιοριστικά, όπως αναφέρεται στην Έκθεση, και να μπορέσει να ενθαρρύνει την αποτελεσματικότερη και πιο ισορροπημένη πραγματοποίηση συναλλαγών.

    4.8. Ο προσανατολισμός προς πτυχές κυρίως οικονομικές, στον οποίο στηρίζεται η Ανακοίνωση για τις συμφωνίες ήσσονος σημασίας ("ανακοίνωση de minimis"), είναι κατά την ΕΟΚΕ αρκετά θετικός, καθώς και ο περιορισμός των διοικητικών διαδικασιών στον οποίο προβαίνει, και ο οποίος θα ωφελήσει κυρίως τις μικρότερες επιχειρήσεις.

    4.9. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι είναι σημαντικό να θεσπιστούν μηχανισμοί που θα αυξάνουν την ένταση του ανταγωνισμού, ιδίως σε αγορές που υπόκεινται σε πολλές ρυθμίσεις, και όπου ο ανταγωνισμός δεν είναι έντονος, με αποτέλεσμα οι πελάτες να έχουν μεγάλη εξάρτηση από τους ολιγάριθμους προμηθευτές.

    4.10. Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον, κατά την ΕΟΚΕ, στην έκθεση της Επιτροπής να αναφέρεται σαφώς με ποιον τρόπο γίνεται η προετοιμασία των υποψηφίων χωρών στον τομέα του ανταγωνισμού, και ιδίως ως προς τα θέματα που σχετίζονται με το νομικό τους σύστημα.

    4.11. Η έκθεση της Επιτροπής δεν αναφέρεται στο θέμα των περιορισμών που επιβάλλουν στον ανταγωνισμό οι επαγγελματικοί κλάδοι. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, το ζήτημα αυτό, λαμβάνοντας υπόψη τις συνέπειες που μπορεί να έχει στον ανταγωνισμό, αξίζει την προσοχή και, εν ανάγκη, την παρέμβαση της Επιτροπής.

    4.12. Όσον αφορά τα αθλήματα, ιδίως το ποδόσφαιρο, και έχοντας ως βάση το Ένθετο 5 της έκθεσης της Επιτροπής, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει το γεγονός ότι οι αθλητικές κυρώσεις, που αναφέρονται εκεί, ενδέχεται να λειτουργήσουν ως κώλυμα στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, και, συνεπώς, ως παράγων που διαστρεβλώνει τον ανταγωνισμό. Η Επιτροπή θα πρέπει να ασχοληθεί με όλες τις συμφωνίες που κινδυνεύουν να παρεμποδίσουν την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.

    4.13. Κατά την ΕΟΚΕ, η ευρεία δημοσιοποίηση των νόμων για τον ανταγωνισμό, καθώς και των τρόπων καταγγελίας, επιβάλλεται να αποτελεί φροντίδα της Επιτροπής, ούτως ώστε οι πολίτες, ένας από τους σημαντικότερους συμμάχους στην πάλη κατά αντι-ανταγωνιστικών στάσεων, να ευαισθητοποιηθούν έναντι αυτού του προβλήματος και να γνωρίζουν πώς να ενεργοποιήσουν τους μηχανισμούς καταγγελίας.

    4.14. Έχει σημασία, κατά την ΕΟΚΕ, οι κανόνες και οι ρυθμίσεις για την ανάλυση των σχετικών γεωγραφικών αγορών να είναι διαφανείς και σαφείς.

    4.15. Για μια πιο εύκολη και ευχάριστη ανάγνωση της έκθεσης της Επιτροπής, η ΕΟΚΕ συνιστά, στο μέλλον, οι πρακτικές περιπτώσεις να συγκεντρώνονται στο τέλος της έκθεσης, πράγμα που θα επιτρέψει την ταχύτερη κατανόηση του περιεχομένου της.

    4.16. Παρότι δεν ανήκουν στην άμεση αρμοδιότητα της ΓΔ Ανταγωνισμού, υπάρχουν ζητήματα που, επειδή δεν εξετάζονται στα μεγάλα θέματα της έκθεσης της Επιτροπής, θα έπρεπε, κατά την ΕΟΚΕ, να εξετασθούν κατά την ανάλυση της προβληματικής του ανταγωνισμού. Αναφερόμαστε, συγκεκριμένα, σε θέματα όπως: ανταγωνισμός ΜΜΕ έναντι μεγάλων επιχειρήσεων, περιφερειακές ή/και μειονεκτούσες περιοχές έναντι άλλων περιοχών που ευνοούνται γεωγραφικώς, πλούσιες χώρες έναντι πτωχών, και νομική πλαισίωση και λογιστικά πρότυπα ευρωπαϊκού χαρακτήρα έναντι νομικής πλαισίωσης και λογιστικών προτύπων βορειοαμερικανικού χαρακτήρα, ειδικότερα δε για τα λογιστικά πρότυπα, όσον αφορά τον αντίκτυπό τους στην προσέλκυση κεφαλαίων στα χρηματιστήρια αξιών.

    4.17. Κατά την ΕΟΚΕ ενώπιον της παγκοσμιοποίησης των αγορών δεν μπορεί να παραμεληθεί η Αναθεώρηση του Κανονισμού για τις Συγκεντρώσεις στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, λαμβάνοντας υπόψη το περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης εντός του οποίου αναπτύσσονται σήμερα οι εμπορικές σχέσεις, καθώς και τη συνεργασία με διεθνείς φορείς που θα μπορούσαν να επικουρούν την Επιτροπή στην εφαρμογή προληπτικών δράσεων για την προστασία του ανταγωνισμού.

    4.18. Από το σημείο 3.2.2.6.3 της παρούσας προκύπτει, κατά την ΕΟΚΕ, ότι ένας καλύτερος και σαφέστερος προσδιορισμός των εννοιών θα συμβάλει οπωσδήποτε στην συνεκτικότερη και αποτελεσματικότερη εφαρμογή του συστήματος ελέγχου των πράξεων συγκέντρωσης.

    4.19. Κατά την ΕΟΚΕ είναι ιδιαίτερα σημαντικό, ως ανταπόκριση στα ερωτήματα που τίθενται στο Πράσινο Βιβλίο, να συνεχιστεί η Αναθεώρηση του Κανονισμού για τις Συγκεντρώσεις με ανοιχτή διαδικασία, και να κληθούν όλοι οι ενδιαφερόμενοι (επιχειρήσεις και κράτη μέλη) να υποβάλουν εποικοδομητικές παρατηρήσεις.

    4.20. Η εμπλοκή των εθνικών αρχών στις πράξεις συγκέντρωσης θα επιφέρει κατά την ΕΟΚΕ πλεονεκτήματα, δεδομένου ότι οι αρχές αυτές είναι σε θέση, κατά κανόνα, να γνωρίζουν καλύτερα τους ενδιαφερόμενους τομείς και αγορές. Ακόμη κι έτσι, όμως, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η εξουσία ελέγχου της Επιτροπής πρέπει να είναι πολύ σαφής.

    4.21. Η ενίσχυση αυτού του είδους της συνεργασίας θα περιορίσει οπωσδήποτε τους κινδύνους ασυμφωνίας και έλλειψης συνοχής των υιοθετούμενων αποφάσεων.

    4.22. Άλλο σοβαρό θέμα, όπως το αντιλαμβάνεται η ΕΟΚΕ, είναι η στρέβλωση του ανταγωνισμού που προκαλείται από τη συγχώνευση και αγορά τραπεζών που, καθώς περιορίζει τον αριθμό των ανταγωνιστών, ενδέχεται να έχει βλαβερές συνέπειες για τους καταναλωτές, ιδίως ως προς την πρόσβαση στην πίστωση.

    4.23. Επίσης, οι μεγάλες επιχειρήσεις διανομής μπορούν να προκαλέσουν στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό λόγω της αυξημένης διαπραγματευτικής ισχύος τους, χάρη στην οποία μπορούν να υποσκάψουν είτε τους προμηθευτές τους είτε τους άμεσους ανταγωνιστές τους με λιγότερη ισχύ. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η Επιτροπή οφείλει να δώσει προσοχή στο πρόβλημα αυτό ενόψει της κατάχρησης δεσπόζουσας θέσης.

    4.24. Στο επίπεδο των κρατικών ενισχύσεων, δικαιολογούνται κατά την ΕΟΚΕ μεγαλύτερες προσπάθειες για την πρακτική εφαρμογή των κανόνων που έχουν ήδη υιοθετηθεί σχετικά με το επιχειρηματικό κεφάλαιο και με τις επιδοτήσεις πιστώσεων για τις ΜΜΕ, καθώς και η συνέχιση των νέων πολιτικών διατυπώσεων στα πεδία των ενισχύσεων προς την απασχόληση, προς την έρευνα και ανάπτυξη και προς τα μεγάλα προγράμματα περιφερειακών επενδύσεων.

    4.25. Καθοριστική σημασία έχει κατά την ΕΟΚΕ ο αποτελεσματικός έλεγχος των κρατικών ενισχύσεων, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι πιστώσεις χρησιμοποιούνται κατά τρόπο αποδοτικό και συμβάλλουν στη δημιουργία ενός ισχυρού οικονομικού περιβάλλοντος, κυρίως δε όσον αφορά τη δημιουργία ευκαιριών σταθερής απασχόλησης για τους ευρωπαίους πολίτες.

    4.26. Στον τομέα του Πίνακα Επιδόσεων για τις Κρατικές Ενισχύσεις, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι αποδεικνύεται αρκετά σημαντική η προσφυγή σε εκ των προτέρων και εκ των υστέρων αξιολόγηση των καθεστώτων ενισχύσεων.

    4.26.1. Εντούτοις, παρά το γεγονός ότι υφίσταται μητρώο κρατικών ενισχύσεων, σε ελεύθερη πρόσβαση για το κοινό, η προσπέλασή του δυσχεραίνεται, είτε επειδή μεγάλο ποσοστό των πληροφοριών δεν υπάρχουν σε πάνω από μία γλώσσα, είτε λόγω του τρόπου διάρθρωσης των εν λόγω πληροφοριών. Η ΕΟΚΕ συνιστά την επανεξέταση της σελίδας όπου βρίσκονται οι πληροφορίες αυτές, προκειμένου να γίνει σαφέστερη και διαφανέστερη, καθώς και την εισαγωγή μηχανής αναζήτησης.

    4.27. Κατά την ΕΟΚΕ πρέπει να συνεχιστούν οι προσπάθειες για την απλούστευση, τον εκσυγχρονισμό και τη διασαφήνιση των κοινοτικών κανόνων για θέματα κρατικών ενισχύσεων.

    4.27.1. Τα μέσα που διαθέτει η Επιτροπή, τα οποία θα απελευθερωθούν κατ' αυτόν τον τρόπο, θα πρέπει να επικεντρωθούν στις σοβαρότερες περιπτώσεις στρέβλωσης του ανταγωνισμού.

    4.28. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η πραγματική εκπόνηση ενός κοινοτικού πλαισίου για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται στις επιχειρήσεις στις οποίες ανατίθενται υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος, η οποία προβλέπεται για το 2002, θα αυξήσει την ασφάλεια δικαίου.

    4.29. Τέλος, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να εκδηλώσει την ικανοποίησή της για το έργο που κατέβαλε η Επιτροπή, επισύροντας, ωστόσο, την προσοχή στην ανάγκη εξαντλητικής και αυστηρής θεμελίωσης των διαδικασιών.

    5. Η πτυχή της πολιτικής ανταγωνισμού που αφορά τις Συγκεντρώσεις σημείωσε πρόσφατα μια ενδεικτικότατη οπισθοδρόμηση, με αποφάσεις του Δικαστηρίου που ακύρωσαν σχετικές με τα θέματα αυτά αποφάσεις, και κυρίως σε δύο γνωστές υποθέσεις: Schneider - Legrand και Tetra - Laval.

    5.1. Η θεμελίωση των αποφάσεων αυτών συνδέεται με τη διαπίστωση, εκ μέρους του Δικαστηρίου, ότι η ποιότητα των τεχνικών πληροφοριών επί των οποίων στηρίζονταν οι αποφάσεις της Επιτροπής υπήρξε σαφώς ανεπαρκής.

    5.2. Η αντίδραση της Επιτροπής προς τις εν λόγω δικαστικές αποφάσεις προσπαθεί να τις δικαιολογήσει, παραδέχεται ωστόσο ορισμένες αδυναμίες του συστήματος και μάλιστα ακόμη και την ανάγκη πρόσληψης ενός "Chief Economist", ο οποίος θα συντονίζει τον τομέα αυτό υπό τη δική του ευθύνη και αρμοδιότητα.

    5.3. Η ΕΟΚΕ συγκέντρωσε για το σκοπό αυτό ένα σύνολο πληροφοριών, μαζί με της Επιτροπής, όσον αφορά τους ανθρώπινους και δημοσιονομικούς πόρους και τα μέσα οικονομικο-τεχνικής πληροφόρησης που διαθέτει η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού, και εξακρίβωσε τα εξής:

    - Προσωπικό εν υπηρεσία:

    - Με πανεπιστημιακή κατάρτιση στον οικονομικό κλάδο - 71 άτομα

    - Με πανεπιστημιακή κατάρτιση στο νομικό κλάδο - 141 άτομα

    - Με πανεπιστημιακή κατάρτιση σε διάφορους κλάδους (μαθηματικά, μηχανική, φιλοσοφία,...) - 59 άτομα

    - Με άλλη κατάρτιση - 187 άτομα

    - Ετήσιος προϋπολογισμός (έτος 2002): 1414417 EUR (εκτός του προσωπικού)

    - Παραγγελίες εξωτερικών μελετών: 31 μελέτες, για συνολική δαπάνη ύψους 939475 EUR.

    5.4. Η ΕΟΚΕ διαπίστωσε, επίσης, τα ακόλουθα:

    - Η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού συνιστά σημαντικό κέντρο εσόδων για την Επιτροπή, κυρίως μέσω των παράγωγων μέσων που προέρχονται από χρηματικές κυρώσεις και τα οποία ανήλθαν, για το έτος 2001, σε 2 δισεκατομμύρια ΕUR περίπου, ενώ δεν υφίσταται χορήγηση αντίστοιχων πόρων για την εμπεριστατωμένη θεμελίωση των αποφάσεων που λαμβάνει.

    - Η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού προσφεύγει πολύ σπάνια και σε ασήμαντο βαθμό στην υποστήριξη εξωτερικών εξειδικευμένων οργανισμών, είτε για τη συλλογή και επεξεργασία οικονομικο-τεχνικών πληροφοριών για τις αποφάσεις της, είτε για τη στήριξη των θέσεών της όταν αυτές αμφισβητούνται ενώπιον της Δικαιοσύνης.

    - Η Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού δεν επωφελείται εις βάθος από τις οικονομικο-τεχνικές πληροφορίες που διαθέτουν ή θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν (κατόπιν αίτησής της) οι αρμόδιες για τον ανταγωνισμό εθνικές αρχές.

    - Στις μεγάλες Συγκεντρώσεις, επί των οποίων η Επιτροπή καλείται να αποφανθεί, εμπλέκονται τεράστια οικονομικά συμφέροντα και σημαντικότατα ποσά, γεγονός που επιτρέπει στους ενδιαφερόμενους παράγοντες να προστρέχουν σε ισχυρά αποδεικτικά μέσα (μελέτες οικονομικής φύσεως, διεθνείς επιχειρήσεις παροχής συμβουλών) και σε ειδικευμένους νομικούς, άκρως κατηρτισμένους και ικανότατους. Η Επιτροπή δεν φαίνεται να διαθέτει το ίδιο επίπεδο μέσων για τη στήριξη της αποστολής της.

    - Οι επιχειρήσεις που χρειάζονται, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες, την εξουσιοδότηση της Επιτροπής προκειμένου να προβούν σε οποιαδήποτε συγχώνευση ή εξαγορά δεν φορολογούνται για τη δημόσια υπηρεσία που συνδέεται με το ζήτημα αυτό, αντίθετα προς τα ισχύοντα ως προς την ύπαρξη δικαστικών τελών κατά την κατάληξη δικαστικών διαφορών.

    5.5. Πριν από την αναμόρφωση/αναδιάρθρωση των υπηρεσιών της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, την οποία ο αρμόδιος Επίτροπος αναγνωρίζει ως αναγκαία, θα πρέπει, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ να προηγηθούν ένα σύνολο αναλύσεων που θα πρέπει να περιλαμβάνουν: την τοποθέτηση των ανθρώπινων και δημοσιονομικών της πόρων, καθώς και την ανάγκη και τους τρόπους ενίσχυσής τους· την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας κατά την άσκηση του έργου της· την ποιότητα και τη μελέτη εις βάθος των τεχνικο-οικονομικών και των νομικών πληροφοριών, τόσο ως βάση για την απόφαση όσο και για τη νομική υποστήριξη των θέσεων της Επιτροπής· και, τέλος, την εξέταση του κατά πόσον οι έννομες προθεσμίες είναι συμβατές με την ποιότητα και την εμβάθυνση κατά τη συλλογή και επεξεργασία των πληροφοριών που αποτελούν τον κυρίως μηχανισμό της απόφασης.

    Βρυξέλλες, 22 Ιανουαρίου 2003.

    Ο Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Roger Briesch

    (1) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 48 της 21.2.2002.

    (2) Στο μεταξύ, δύο από τις αποφάσεις αυτές ακυρώθηκαν από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

    (3) Για το ζήτημα αυτό, η ΕΟΚΕ έχει ήδη εκδώσει θετική γνωμοδότηση (ΕΕ C 241 της 7.10.2002).

    (4) Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 155 της 29.5.2001.

    (5) ΕΕ C 241 της 17.7.2002.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    στη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Η ακόλουθη πρόταση τροπολογίας απερρίφθη, έλαβε όμως περισσότερο από το ένα τέταρτο των εκπεφρασμένων ψήφων:

    Σημείο 4.12

    Να διαγραφεί.

    Αιτιολογία

    Στο σχέδιο γνωμοδότησης, η νομοθεσία περί ελευθέρων επαγγελμάτων και οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνει σχετικά με την άσκηση επαγγέλματος και τη συμπεριφορά στην αγορά χαρακτηρίζεται ως μονοπώλιο. Ο χαρακτηρισμός αυτός δεν ευσταθεί όχι μόνο από οικονομική αλλά και από νομική άποψη. Άλλωστε, τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (επιτροπή νομικών θεμάτων και ενιαία αγορά), όσο και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχουν ασχοληθεί επανειλημμένα σε αποφάσεις και ψηφίσματα που εξέδωσαν με τις ρυθμίσεις που διέπουν τα ελεύθερα επαγγέλματα και έκριναν τις ρυθμίσεις αυτές ως ασφαλείς και σκόπιμες.

    Η απόλυτη αντίθεση της ΕΟΚΕ προς τις αποφάσεις αυτές δε θεωρείται σκόπιμη αλλά και ούτε αντικειμενικά απαραίτητη. Η γνωμοδότηση δεν εξετάζει σε αυτό το πλαίσιο άλλες, ευρύτερες πτυχές της θέσπισης νέων ή της διατήρησης υφισταμένων ρυθμίσεων που αφορούν τα ελεύθερα επαγγέλματα (όπως η διασφάλιση της εμπιστοσύνης ή η δέσμευση ως προς το κοινό όφελος). Η εξέταση των θεμάτων αυτών αλλά και η ανάλυση της αιτιολογίας τους θα υπέρβαινε το πλαίσιο της γνωμοδότησης αλλά και θα άλλαζε εντελώς τον προσανατολισμό της.

    Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας

    Ψήφοι υπέρ: 31, ψήφοι κατά: 80, αποχές: 12.

    Top