Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32019R2092

Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/2092 της Επιτροπής της 28ης Νοεμβρίου 2019 για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ινδονησίας

C/2019/8542

ΕΕ L 317 της 9.12.2019, p. 42–95 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2019/2092/oj

9.12.2019   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 317/42


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2019/2092 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 28ης Νοεμβρίου 2019

για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ινδονησίας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/1037 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο επιδοτήσεων εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (1) (ο «βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 15,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Έναρξη διαδικασίας

(1)

Στις 6 Δεκεμβρίου 2018 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή («η Επιτροπή») κίνησε έρευνα κατά των επιδοτήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ινδονησίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση («η Ένωση»), με βάση το άρθρο 10 του βασικού κανονισμού.

(2)

Η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2) («η ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας»).

(3)

Η Επιτροπή κίνησε την έρευνα έπειτα από καταγγελία η οποία υποβλήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 2018 από το European Biodiesel Board («ο καταγγέλλων» ή «το EBB») εξ ονόματος παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το 32 % της συνολικής ενωσιακής παραγωγής.

1.2.   Προσωρινά μέτρα

(4)

Στις 14 Αυγούστου 2019 η Επιτροπή επέβαλε προσωρινούς αντισταθμιστικούς δασμούς στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ινδονησίας στην Ένωση με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/1344 της Επιτροπής (3) («ο κανονισμός για την επιβολή προσωρινού δασμού»).

(5)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 13 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η έρευνα για τις επιδοτήσεις και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Οκτωβρίου 2017 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2018 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ») και η εξέταση των συναφών τάσεων για την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2015 έως το τέλος της περιόδου έρευνας («η εξεταζόμενη περίοδος»).

1.3.   Επακόλουθη διαδικασία

(6)

Μετά την κοινοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού βάσει των οποίων αποφασίστηκε η επιβολή προσωρινών αντισταθμιστικών δασμών («κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων»), το EBB, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και οι τέσσερις Ινδονήσιοι παραγωγοί-εξαγωγείς κοινοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους σχετικά με τα προσωρινά πορίσματα.

(7)

Τα μέρη που το ζήτησαν έγιναν δεκτά σε ακρόαση. Ακροάσεις πραγματοποιήθηκαν με το EBB, την κυβέρνηση της Ινδονησίας και τους τέσσερις Ινδονήσιους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(8)

Η Επιτροπή εξέτασε τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη και τις έλαβε υπόψη όπως αναφέρεται λεπτομερώς στον παρόντα κανονισμό.

(9)

Η Επιτροπή ενημέρωσε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για τα ουσιώδη πραγματικά περιστατικά και το σκεπτικό βάσει των οποίων σκόπευε να επιβάλει οριστικό αντισταθμιστικό δασμό στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ινδονησίας στην Ένωση («κοινοποίηση τελικών πορισμάτων»).

(10)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, το EBB, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και τρεις από τους τέσσερις Ινδονήσιους παραγωγούς-εξαγωγείς υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις με τις οποίες γνωστοποίησαν τις απόψεις τους σχετικά με τα οριστικά πορίσματα. Η Επιτροπή επισήμανε ότι οι παρατηρήσεις της κυβέρνησης της Ινδονησίας και δύο εξαγωγών-παραγωγών ήταν από κάθε άποψη ίδιες, και στον παρόντα κανονισμό αυτές οι παρατηρήσεις σχετικά με την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων θα παρουσιαστούν συνοπτικά ως παρατηρήσεις της κυβέρνησης της Ινδονησίας.

(11)

Τα μέρη που το ζήτησαν έγιναν δεκτά σε ακρόαση. Ακροάσεις μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων πραγματοποιήθηκαν με το EBB, την κυβέρνηση της Ινδονησίας και δύο από τους τέσσερις Ινδονήσιους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(12)

Στις παρατηρήσεις τους σχετικά με την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και δύο από τους παραγωγούς-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι δεν είχαν γίνει σεβαστά τα δικαιώματα υπεράσπισής τους, ιδίως όσον αφορά τους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης και την κοινοποίηση στα ενδιαφερόμενα μέρη των αριθμών ελέγχου προϊόντος («PCN») του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που χρησιμοποιήθηκαν στους υπολογισμούς, των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται στα μείγματα του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και του σημείου απόφραξης ψυχρού φίλτρου («CFPP») (4) των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(13)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας και δύο από τους τέσσερις Ινδονήσιους παραγωγούς-εξαγωγείς ζήτησαν ακρόαση παρουσία του συμβούλου ακροάσεων, η οποία και πραγματοποιήθηκε στις 14 Οκτωβρίου 2019.

(14)

Όλα τα ανωτέρω σημεία είχαν ήδη εξεταστεί στην κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων και είχαν εξηγηθεί στην κυβέρνηση της Ινδονησίας κατά τη διάρκεια των ακροάσεων που πραγματοποιήθηκαν μετά τη διαβίβαση της κοινοποίησης των τελικών πορισμάτων.

(15)

Η Επιτροπή εξέτασε τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων και τις έλαβε υπόψη όπως αναφέρεται λεπτομερώς στον παρόντα κανονισμό.

1.4.   Περίοδος έρευνας και εξεταζόμενη περίοδος

(16)

Ελλείψει παρατηρήσεων όσον αφορά την περίοδο έρευνας και την εξεταζόμενη περίοδο, επιβεβαιώθηκε η αιτιολογική σκέψη 13 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

2.1.   Ισχυρισμοί όσον αφορά το πεδίο κάλυψης του προϊόντος

(17)

Μετά τη δημοσίευση του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, ο όμιλος Wilmar (η «Wilmar»), Ινδονήσιος παραγωγός-εξαγωγέας, ισχυρίστηκε ότι οι εξαγωγές κλασματοποιημένων μεθυλεστέρων τις οποίες πραγματοποιεί δεν θα πρέπει να θεωρηθούν εξαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος. Η Wilmar επισήμανε ότι είχε διατυπώσει τον ισχυρισμό αυτό εντός της προθεσμίας, καθώς περιλαμβανόταν στο παράρτημα I του εντύπου δειγματοληψίας της.

(18)

Ωστόσο, ο ισχυρισμός δεν διατυπώθηκε χωριστά και, ως εκ τούτου, δεν έγινε αντιληπτός από τα άλλα ενδιαφερόμενα μέρη μέχρι τη λήψη των παρατηρήσεων σχετικά με τον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(19)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι ο ίδιος ισχυρισμός διατυπώθηκε στο πλαίσιο της προηγούμενης έρευνας αντιντάμπινγκ σχετικά με τις εισαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία από τον ίδιο παραγωγό-εξαγωγέα βάσει των ίδιων πληροφοριών και απορρίφθηκε τόσο στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού (5) όσο και στον κανονισμό για την επιβολή οριστικού δασμού (6) («η αρχική έρευνα»).

(20)

Στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας, η Επιτροπή απέρριψε εκ νέου το αίτημα εξαίρεσης του προϊόντος για τους ίδιους τρεις λόγους με αυτούς που εκτίθενται στον προηγούμενο κανονισμό αντιντάμπινγκ, οι οποίοι έχουν ως εξής.

(21)

Πρώτον, οι κλασματοποιημένοι μεθυλεστέρες είναι μεθυλεστέρες λιπαρών οξέων και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για βιοντίζελ. Υπό την έννοια αυτή, το βιοντίζελ που δηλώνεται για χρήση ως μη καύσιμο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο, αφού έχει τις ίδιες φυσικές και τεχνικές ιδιότητες.

(22)

Δεύτερον, είναι δύσκολο να γίνει διάκριση μεταξύ μεθυλεστέρων λιπαρών οξέων χωρίς τη διενέργεια χημικής ανάλυσης στον λιμένα εισαγωγής.

(23)

Τρίτον, παρότι οι κλασματοποιημένοι μεθυλεστέρες δεν πληρούν το ευρωπαϊκό πρότυπο (EN 14214), μπορούν να αναμειχθούν με άλλα βιοντίζελ για τη δημιουργία ενός μείγματος που πληροί το πρότυπο.

(24)

Η Wilmar ζήτησε επίσης από την Επιτροπή να επιβεβαιώσει ότι καταρχήν οι κλασματοποιημένοι μεθυλεστέρες μπορούν να επωφεληθούν από την τελωνειακή διαδικασία ειδικού προορισμού, στο πλαίσιο της οποίας εφαρμόζεται δασμολογική απαλλαγή εφόσον η εταιρεία μπορεί να αποδείξει με ικανοποιητικό τρόπο στην εθνική τελωνειακή αρχή ότι ο ειδικός προορισμός του κλασματοποιημένου μεθυλεστέρα δεν είναι να χρησιμοποιηθεί ως καύσιμο.

(25)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι έχει χορηγηθεί αναστολή δασμών υπό τελωνειακή επιτήρηση ειδικού προορισμού σε ορισμένες εισαγωγές κλασματοποιημένων μεθυλεστέρων όπως αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2018/2069 του Συμβουλίου (7). Ωστόσο, η απαλλαγή αυτή αφορά μόνο τους αυτόνομους δασμούς του κοινού δασμολογίου και εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της εφαρμογής των αντισταθμιστικών δασμών. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε το αίτημα απαλλαγής ειδικού προορισμού στο μέτρο που αφορά την εφαρμογή των αντισταθμιστικών δασμών.

(26)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar διατύπωσε εκ νέου τον ισχυρισμό της για απαλλαγή ειδικού προορισμού όσον αφορά τους αντισταθμιστικούς δασμούς για τις οικείες εξαγωγές κλασματοποιημένων μεθυλεστέρων. Δεν παρασχέθηκαν νέες πληροφορίες ή λόγοι για τους οποίους η απαλλαγή ειδικού προορισμού θα έπρεπε να επεκταθεί ώστε να παρασχεθεί απαλλαγή από τους αντισταθμιστικούς δασμούς· κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι δεν συντρέχει βάσιμος λόγος για την εξαίρεση των κλασματοποιημένων μεθυλεστέρων από το πεδίο κάλυψης του προϊόντος. Απλώς και μόνο το γεγονός ότι οι κλασματοποιημένοι μεθυλεστέρες μπορεί να χρησιμοποιηθούν από τη Wilmar σε άλλες χρήσεις εκτός του καυσίμου δεν σημαίνει ότι ο συγκεκριμένος τύπος προϊόντος πρέπει να εξαιρεθεί από το πεδίο κάλυψης της παρούσας έρευνας.

(27)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά το πεδίο κάλυψης του προϊόντος, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 31 έως 37 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

3.   ΕΠΙΔΟΤΗΣΗ

3.1.   Στήριξη του Δημοσίου προς τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ με άμεση μεταφορά κεφαλαίων μέσω του ταμείου καλλιεργειών παραγωγής φοινικέλαιου

3.1.1.   Χρηματοδοτική συνεισφορά

(28)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν είχε αποδείξει την ύπαρξη χρηματοδοτικής συνεισφοράς υπέρ των παραγωγών-εξαγωγέων.

(29)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας καθώς και όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι το ταμείο καλλιεργειών παραγωγής φοινικέλαιου («OPPF») χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την είσπραξη της εισφοράς κατά την εξαγωγή που επιβάλλεται στο ακατέργαστο φοινικέλαιο και στα παράγωγα προϊόντα και, κατά μεγάλο μέρος, από τους ίδιους τους παραγωγούς βιοντίζελ. Επιπλέον, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε ότι η εισφορά κατά την εξαγωγή καταβάλλεται απευθείας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς στο ταμείο OPPF πριν από την εξαγωγή των προϊόντων. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, δεν διατίθενται χρήματα από τον γενικό κρατικό προϋπολογισμό και, συνεπώς, δεν υπάρχει χρηματοδοτική συνεισφορά.

(30)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή επανέλαβε ότι, όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 56 έως 61 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, ο οργανισμός διαχείρισης του ταμείου καλλιεργειών παραγωγής φοινικέλαιου (ο «οργανισμός διαχείρισης») ενεργεί ως δημόσιος οργανισμός κατά την έννοια του άρθρου 2 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού σε συνδυασμό με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) του βασικού κανονισμού και σύμφωνα με τη σχετική νομολογία του ΠΟΕ. Συνεπώς, τα κεφάλαια που χρησιμοποιεί ο οργανισμός διαχείρισης συνιστούν δημόσια κεφάλαια.

(31)

Επιπλέον, στο πλαίσιο του επιτόπιου ελέγχου που πραγματοποιήθηκε στα γραφεία της κυβέρνησης της Ινδονησίας, η Επιτροπή επιδίωξε να εξασφαλίσει και να επαληθεύσει στοιχεία που να αποδεικνύουν τον ισχυρισμό της κυβέρνησης της Ινδονησίας σύμφωνα με τον οποίο τα κεφάλαια του ταμείου OPPF δεν αποτελούν μέρος του κρατικού προϋπολογισμού. Ωστόσο, η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν μπόρεσε να παράσχει τέτοια στοιχεία.

(32)

Αντιθέτως, η κυβέρνηση της Ινδονησίας υπέβαλε στοιχεία που καταδεικνύουν ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς πράγματι κατέβαλλαν την εισφορά κατά την εξαγωγή πριν από την εξαγωγή των προϊόντων τους. Ωστόσο, δεν μπόρεσε να παράσχει στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι οι πληρωμές αυτές πραγματοποιούνται σε ειδικό λογαριασμό του ταμείου OPPF ο οποίος είναι διακριτός από τον γενικό κρατικό προϋπολογισμό, κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα να αποτρέπεται, αφενός, η εισροή στον γενικό κρατικό προϋπολογισμό των πληρωμών που εισπράττονται από την εισφορά που επιβάλλεται κατά την εξαγωγή στο ακατέργαστο φοινικέλαιο και στα παράγωγα προϊόντα του και, αφετέρου, η χρήση των πληρωμών αυτών για οποιοδήποτε άλλον σκοπό κρίνει κατάλληλο η κυβέρνηση της Ινδονησίας. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία ένδειξη από την οποία να προκύπτει ότι το ταμείο OPPF διαθέτει χωριστούς λογαριασμούς για την είσπραξη των εισφορών κατά την εξαγωγή που προέρχονται από το βιοντίζελ και άλλα προϊόντα (συμπεριλαμβανομένου του ακατέργαστου φοινικέλαιου). Αυτό συνεπάγεται ότι τα κεφάλαια που έχει στη διάθεσή του ο οργανισμός διαχείρισης δεν εξαρτώνται από την καταβολή, πρώτα, της εισφοράς από τους παραγωγούς-εξαγωγείς του βιοντίζελ, δεδομένου ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας μπορεί να έχει ήδη εισπράξει δημόσια έσοδα μέσω της επιβολής εισφορών κατά την εξαγωγή σε άλλα προϊόντα. Συνεπώς, ελλείψει περαιτέρω στοιχείων που να αποδεικνύουν το αντίθετο, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που διατυπώνονται στην αιτιολογική σκέψη 64 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(33)

Η Επιτροπή παρατήρησε επιπλέον ότι ο χαρακτηρισμός του ταμείου OPPF ως δημόσιου οργανισμού δεν αμφισβητήθηκε ούτε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας ούτε από κάποιον παραγωγό-εξαγωγέα. Συνεπώς, και λαμβανομένης υπόψη της μη παροχής από την κυβέρνηση της Ινδονησίας αδιάσειστων στοιχείων περί του αντιθέτου, τα κεφάλαια που έχει στη διάθεσή του το ταμείο OPPF θεωρούνται δημόσια κεφάλαια και, επομένως, αντλούνται από κυβερνητικούς πόρους (όπως η υποχρεωτική εισφορά κατά την εξαγωγή).

(34)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας και όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν επιπλέον ότι ήταν σφάλμα της Επιτροπής να αναλύσει τις πληρωμές του ταμείου OPPF μεμονωμένα και όχι ως μέρος της πληρωμής την οποία κατέβαλλε η κυβέρνηση της Ινδονησίας κατά την αγορά βιοντίζελ. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας και όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν επίσης ότι η Επιτροπή χαρακτήρισε εσφαλμένα το καθεστώς ως επιχορήγηση, ενώ δεν θα έπρεπε να χαρακτηριστεί ως κάτι περισσότερο από αγορά αγαθών εκ μέρους της κυβέρνησης έναντι τιμήματος μεγαλύτερου από το κανονικό.

(35)

Για τους λόγους που εκτίθενται κατωτέρω, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό ότι εξέτασε τις πληρωμές που πραγματοποίησε το ταμείο OPPF μεμονωμένα και ότι το πρόγραμμα θα έπρεπε να θεωρηθεί ως αγορά αγαθών (βιοντίζελ) από την κυβέρνηση της Ινδονησίας.

(36)

Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν αγοράζει το βιοντίζελ, το οποίο αγοράζεται αντιθέτως από τις επιλεγμένες εταιρείες ανάμειξης (Pertamina και AKR). Η κυβέρνηση της Ινδονησίας, μέσω του ταμείου OPPF, δεν έχει καμία συμβατική σχέση αγοράς με τους παραγωγούς βιοντίζελ και δεν λαμβάνει τίποτα ως αντάλλαγμα για τα χρήματα που διαθέτει στους παραγωγούς βιοντίζελ. Επιπλέον, κανένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν ισχυρίστηκε στο πλαίσιο της έρευνας ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας έχει οποιαδήποτε συμβατική σχέση με τους παραγωγούς βιοντίζελ.

(37)

Η ισχύουσα νομοθεσία επιβάλλει στους προμηθευτές βιοντίζελ που επιθυμούν να συμμετάσχουν σε αυτό το πρόγραμμα την υποχρέωση να παραδίδουν τον μεθυλεστέρα φοινικέλαιου στις διορισθείσες ως «Petrofuel Entity» (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 45 και 46 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού) εταιρείες Pertamina και AKR, οι οποίες το αναμειγνύουν στη συνέχεια με ορυκτό ντίζελ για τη λήψη ντίζελ Β20. Η ισχύουσα νομοθεσία παρέχει στους παραγωγούς βιοντίζελ που συμμετέχουν σε αυτό το πρόγραμμα το δικαίωμα να λαμβάνουν α) την πληρωμή για το βιοντίζελ από τις εταιρείες ανάμειξης· και β) τα πρόσθετα χρήματα από το ταμείο OPPF. Οι παραγωγοί βιοντίζελ δεν υπέχουν συμβατικές υποχρεώσεις έναντι της κυβέρνησης της Ινδονησίας ούτε έναντι του ταμείου OPPF, παρά μόνο το καθήκον συμμόρφωσης με την υποχρέωση που έχει υποβληθεί σύμφωνα με τους σχετικούς κανόνες και για την οποία λαμβάνουν αποζημίωση. Ελλείψει αμοιβαίας συμβατικής υποχρέωσης, τα χρήματα που διατίθενται από το ταμείο OPPF δεν αποτελούν, ως εκ τούτου, μέρος σύμβασης εξ επαχθούς αιτίας (όπως η αγορά βιοντίζελ από την κυβέρνηση έναντι τιμήματος). Με απλά λόγια, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επιβάλλει σε κάθε παραγωγό βιοντίζελ που συμμετέχει στο πρόγραμμα την υποχρέωση να πωλεί συγκεκριμένες ποσότητες βιοντίζελ στην Pertamina ή στην AKR σε δεδομένη τιμή (τιμή αναφοράς του ορυκτού ντίζελ) και η κυβέρνηση της Ινδονησίας παρέχει πρόσθετα κεφάλαια απευθείας στους παραγωγούς βιοντίζελ. Δεδομένου ότι ο σκοπός και το πλαίσιο του προγράμματος είναι η παροχή κινήτρων για τη χρήση του βιοντίζελ στην εγχώρια αγορά, η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν αγοράζει βιοντίζελ απευθείας και το χρησιμοποιεί στη συνέχεια για κυβερνητικούς σκοπούς ή το μεταπωλεί στην αγορά. Αντιθέτως, η κυβέρνηση της Ινδονησίας στηρίζει τις πωλήσεις βιοντίζελ παρέχοντας πρόσθετα κεφάλια στους παραγωγούς βιοντίζελ ακόμη και σε συναλλαγές με ιδιωτικούς φορείς (όπως η AKR). Ούτε η κυβέρνηση της Ινδονησίας ούτε οι παραγωγοί-εξαγωγείς προσκόμισαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η Pertamina και η AKR είναι εν προκειμένω δημόσιοι φορείς. Είναι φορείς εκμετάλλευσης οι οποίοι συμμετέχουν εθελοντικά σε αυτό το πρόγραμμα.

(38)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εξέτασε το πρόγραμμα εντός αυτού του πλαισίου και διαπίστωσε ότι οι εκταμιεύσεις του ταμείου OPPF υπέρ των παραγωγών βιοντίζελ δεν μπορούν να χαρακτηριστούν πληρωμές που οφείλονται στο πλαίσιο σύμβασης αγοράς μεταξύ της κυβέρνησης της Ινδονησίας και των παραγωγών βιοντίζελ αλλά συνιστούν άμεση μεταφορά κεφαλαίων, όπως συνάχθηκε στην αιτιολογική σκέψη 69 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(39)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας, η Wilmar, οι PT Pelita Agung Agrindustri και PT Permata Hijau Palm Oleo (από κοινού «όμιλος Permata») και η PT Ciliandra Perkasa ισχυρίστηκαν ότι οι πληρωμές από το ταμείο OPPF δεν μπορούν να θεωρηθούν χρηματοδοτική συνεισφορά. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, αυτό οφείλεται στο ότι το ταμείο OPPF χρηματοδοτείται από την είσπραξη της εισφοράς κατά την εξαγωγή που επιβάλλεται στο φοινικέλαιο και στα παράγωγα προϊόντα και, συνεπώς, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι ιδιωτικά χρηματοδοτούμενο.

(40)

Η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο ισχυρισμός αυτός είχε προβληθεί ήδη από την κυβέρνηση της Ινδονησίας μετά τα προσωρινά μέτρα και είχε εξεταστεί από την Επιτροπή (αιτιολογικές σκέψεις 30 έως 33 ανωτέρω). Τα μέρη δεν προσκόμισαν νέα αποδεικτικά στοιχεία προς επίρρωση των επαναλαμβανόμενων επιχειρημάτων τους. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που συνάχθηκαν στις εν λόγω αιτιολογικές σκέψεις και απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό.

(41)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας, η PT Ciliandra Perkasa και ο όμιλος Permata ισχυρίστηκαν ότι ήταν σφάλμα της Επιτροπής να επιβεβαιώσει τα πορίσματα βάσει των οποίων τα κεφάλαια του ταμείου OPPF είναι δημόσια χρήματα και δεν προέρχονται από πηγές του ιδιωτικού τομέα για τους λόγους που εκτίθενται στην αιτιολογική σκέψη 32. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, αυτό οφείλεται στο ότι οι ισχύουσες διατάξεις του κανονισμού του υπουργού Οικονομικών (ΕΚ) αριθ. 133/2015 και του προεδρικού διατάγματος αριθ. 66 του 2018 ορίζουν 1) ότι το ταμείο OPPF χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την είσπραξη της εισφοράς κατά την εξαγωγή και 2) ότι τα κεφάλαια αυτά χρησιμοποιούνται μόνο για συγκεκριμένες εκταμιεύσεις, συμπεριλαμβανομένης της καταβολής επιχορηγήσεων στους παραγωγούς βιοντίζελ.

(42)

Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 31 ανωτέρω, στο πλαίσιο του επιτόπιου ελέγχου, η Επιτροπή ζήτησε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας να παράσχει στοιχεία σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι πληρωμές της εισφοράς κατά την εξαγωγή συνυπολογίζονται στον προϋπολογισμό. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν προσκόμισε κανένα στοιχείο προς επίρρωση του ισχυρισμού της βάσει του οποίου τα κεφάλαια του ταμείου OPPF δεν αποτελούν μέρος του κρατικού προϋπολογισμού.

(43)

Σε κάθε περίπτωση, τα ανωτέρω δεν ασκούν επιρροή στο συμπέρασμα ότι τα κεφάλαια του ταμείου OPPF συνιστούν δημόσια κεφάλαια όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 63 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Τα κεφάλαια εισπράττονται σύμφωνα με μια υποχρεωτική εισφορά κατά την εξαγωγή. Συνεπώς, σε αντίθεση με μια κατάσταση στην οποία ιδιωτικοί φορείς αποφασίζουν ελεύθερα σχετικά με την είσπραξη ιδιωτικών κεφαλαίων για μια συγκεκριμένη χρήση, στην παρούσα περίπτωση η κυβέρνηση της Ινδονησίας επιβάλλει σε ορισμένους παραγωγούς (συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των παραγωγών βιοντίζελ) την υποχρέωση να καταβάλλουν την εισφορά κατά την εξαγωγή.

(44)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας, η PT Ciliandra Perkasa, ο όμιλος Permata και η Wilmar ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή χαρακτήρισε εσφαλμένα τις πληρωμές του ταμείου OPPF ως επιχορήγηση, ενώ θα έπρεπε να χαρακτηριστούν ως αγορά βιοντίζελ. Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες στην έρευνα, ομοίως εσφαλμένη ήταν η παραδοχή της Επιτροπής ότι δεν υφίσταται συμβατική σχέση μεταξύ των παραγωγών βιοντίζελ και του ταμείου OPPF. Προς επίρρωση του ισχυρισμού της, η Wilmar υπέβαλε επίσης αντίγραφα των συμφωνιών της με το ταμείο OPPF. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, οι πληρωμές του ταμείου OPPF θα πρέπει να θεωρηθούν τίμημα για την αγορά αγαθών (συγκεκριμένα βιοντίζελ) διότι η Pertamina είναι κρατική επιχείρηση και, συνεπώς, θα πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ενιαία οικονομική οντότητα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, η οποία είναι ο τελικός αγοραστής του βιοντίζελ.

(45)

Η Επιτροπή έκρινε ότι οι συμβάσεις θα έπρεπε να έχουν υποβληθεί νωρίτερα, προκειμένου να διενεργηθεί δέουσα επαλήθευση. Ακόμη και αν αναγνωριστεί ότι υπάρχουν σε ισχύ συμβάσεις μεταξύ του ταμείου OPPF και των παραγωγών βιοντίζελ, η Επιτροπή επισήμανε ότι, σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, οι συμβάσεις αυτές δεν δημιουργούν συμβατική υποχρέωση των παραγωγών βιοντίζελ έναντι του ταμείου OPPF. Αντιθέτως, όπως εξήγησε η κυβέρνηση της Ινδονησίας, στις συμβάσεις αυτές απλώς επαναλαμβάνεται η νομική υποχρέωση την οποία υπέχει το ταμείο OPPF να καταβάλει τη διαφορά μεταξύ της τιμής που καταβάλλεται από τις εταιρείες ανάμειξης και της τιμής αναφοράς του βιοντίζελ αφού ο σχετικός παραγωγός βιοντίζελ παραδώσει το βιοντίζελ στην Pertamina. Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι σε κανένα σημείο αυτών των συμβάσεων δεν αναφέρεται ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας αγοράζει βιοντίζελ και ότι οι πληρωμές πραγματοποιούνται για τον λόγο αυτόν. Αντιθέτως, μάλιστα, η ισχύουσα σύμβαση μεταξύ του ταμείου OPPF και των παραγωγών βιοντίζελ δεν αναφέρεται σε αγορά βιοντίζελ που πραγματοποιείται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, αλλά περιέχει τους όρους σύμφωνα με τους οποίους η κυβέρνηση της Ινδονησίας διαθέτει τα λεγόμενα «κεφάλαια χρηματοδότησης του βιοντίζελ» στους παραγωγούς βιοντίζελ. Πιο συγκεκριμένα, οι συμβάσεις ορίζουν ότι το ταμείο OPPF παρέχει χρηματοδότηση στους παραγωγούς βιοντίζελ αφού αυτοί παραδώσουν το βιοντίζελ σε μία από τις εταιρείες ανάμειξης και επαληθευτεί η παράδοση.

(46)

Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η ύπαρξη συμβάσεων μεταξύ του ταμείου OPPF και των παραγωγών βιοντίζελ δεν μεταβάλλει το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε η Επιτροπή, σύμφωνα με το οποίο οι πληρωμές του ταμείου OPPF συνιστούν επιχορήγηση. Και τούτο διότι μεταξύ της Pertamina και των προμηθευτών βιοντίζελ ισχύουν μόνο συμβάσεις με αμοιβαίες υποχρεώσεις (δηλαδή παράδοση των αγαθών και καταβολή της τιμής). Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό.

(47)

Για τους λόγους που εκτίθενται κατωτέρω, η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός σύμφωνα με τον οποίο θα έπρεπε να θεωρηθεί ότι η Pertamina και η κυβέρνηση της Ινδονησίας αποτελούν ενιαία οικονομική οντότητα.

(48)

Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 53 και 54, πέραν του ότι είναι κρατική επιχείρηση, δεν υπάρχει άλλο στοιχείο που να αποδεικνύει ότι η Pertamina είναι δημόσιος οργανισμός και, συνεπώς, μέρος της κυβέρνησης. Επιπλέον, στον ισχυρισμό της η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν ανέφερε ότι η Pertamina δεν είναι η μόνη εταιρεία ανάμειξης που υπόκειται στην υποχρέωση ανάμειξης, αλλά ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας στην ίδια υποχρέωση υπόκειτο και η AKR. Παράλληλα, η AKR, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 37 ανωτέρω, είναι ιδιωτική εταιρεία. Τόσο η AKR όσο και η Pertamina εκπληρώνουν την υποχρέωση ανάμειξης δυνάμει των ίδιων νομικών πράξεων και στο πλαίσιο του ίδιου συστήματος. Κατά συνέπεια, βάσει της υποχρέωσης ανάμειξης, η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν αγοράζει το βιοντίζελ, εκτός εάν η κυβέρνηση της Ινδονησίας εκτιμά επίσης ότι η AKR θα πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί μέρος της ίδιας οικονομικής οντότητας.

(49)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή ενέμεινε στο συμπέρασμά της σύμφωνα με το οποίο η Pertamina, παρά το γεγονός ότι είναι κρατική επιχείρηση, ενεργεί ως φορέας της αγοράς που αγοράζει βιοντίζελ από τους παραγωγούς βιοντίζελ, προκειμένου να το αναμείξει με ορυκτό ντίζελ το οποίο πωλείται στη συνέχεια από την Pertamina.

(50)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ενέμεινε επίσης στο συμπέρασμά της σύμφωνα με το οποίο οι πληρωμές που πραγματοποιούνται από τον οργανισμό διαχείρισης του ταμείου OPPF συνιστούν επιχορήγηση. Όπως εξηγήθηκε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, ούτε στην ισχύουσα νομοθεσία ούτε στις συμβάσεις μεταξύ του ταμείου OPPF και των εταιρειών ανάμειξης προβλέπονται αμοιβαίες υποχρεώσεις. Αντιθέτως, στη συνολική δομή της υποχρέωσης ανάμειξης οι μόνες αμοιβαίες υποχρεώσεις είναι μεταξύ των παραγωγών βιοντίζελ (που υποχρεούνται να προμηθεύουν το βιοντίζελ) και των εταιρειών ανάμειξης (που υποχρεούνται να καταβάλλουν μια τιμή). Επομένως, κατά την άποψη της Επιτροπής, ο οργανισμός διαχείρισης του ταμείου OPPF εκταμιεύει τα χρήματα χωρίς να αναμένει κάποιο αντάλλαγμα. Ως εκ τούτου, οι καταβολές από το ταμείο OPPF μπορούν να χαρακτηριστούν επιχορηγήσεις.

(51)

Η Wilmar, ο όμιλος Permata και η PT Ciliandra Perkasa ισχυρίστηκαν επιπλέον ότι η Pertamina, η οποία ανήκει εξολοκλήρου στο κράτος, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελεί δημόσιο οργανισμό. Κανένας από τους συμμετέχοντες στην έρευνα δεν υπέβαλε κάποιο στοιχείο προς επίρρωση του ισχυρισμού αυτού.

(52)

Η Επιτροπή παρατήρησε ότι για να θεωρηθεί η Pertamina δημόσιος οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας έρευνας (ο οποίος αγοράζει βιοντίζελ από κοινού με τον οργανισμό διαχείρισης του ταμείου OPPF), η κυβέρνηση της Ινδονησίας θα έπρεπε να έχει προβάλει τον ισχυρισμό αυτό σε πρώιμο στάδιο της διαδικασίας έρευνας και θα έπρεπε να έχει δώσει εντολή στην Pertamina να συνεργαστεί και να συμμετάσχει στην έρευνα.

(53)

Η Επιτροπή έκρινε ότι η κρατική ιδιοκτησία δεν ισοδυναμεί αυτή καθαυτή με την έννοια του «δημόσιου οργανισμού». Όπως εξηγήθηκε ήδη στην αιτιολογική σκέψη 55 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο του ΠΟΕ στην έκθεση για την υπόθεση ΗΠΑ - δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί (Κίνα), έκρινε ότι ο όρος «δημόσιος οργανισμός» σημαίνει μια οντότητα που «κατέχει, ασκεί ή είναι επιφορτισμένη με κυβερνητική εξουσία» (8). Απλές επίσημες ενδείξεις ελέγχου (όπως η κρατική ιδιοκτησία) δεν επαρκούν για να διαπιστωθεί η ύπαρξη δημόσιου οργανισμού (9).

(54)

Κανένα από τα μέρη δεν τεκμηρίωσε τους ισχυρισμούς του αναλύοντας με ποιον τρόπο είναι η Pertamina επιφορτισμένη με κυβερνητική εξουσία. Η Επιτροπή επισήμανε ότι η Pertamina, όπως και η AKR, πρέπει να συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την υποχρέωση ανάμειξης. Ωστόσο, η συμμόρφωση με μια νομική απαίτηση δεν σημαίνει ότι μια οντότητα έχει επιφορτιστεί με δημόσια εξουσία. Επιπλέον, η Pertamina (όπως και η AKR) απλώς αγοράζει το βιοντίζελ και δεν διαδραματίζει κανένα ρόλο στην εκταμίευση της επιχορήγησης υπέρ των παραγωγών βιοντίζελ.

(55)

Τέλος, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η AKR, μια ιδιωτική εταιρεία, υπάγεται στην ίδια υποχρέωση ανάμειξης και έχει τις ίδιες υποχρεώσεις με την Pertamina. Εάν γίνονταν δεκτοί οι ισχυρισμοί των συμμετεχόντων στην έρευνα, η Επιτροπή δεν θα είχε άλλη επιλογή από το να διαπιστώσει ότι και η AKR είναι δημόσιος οργανισμός, επιφορτισμένος με κυβερνητική εξουσία. Ωστόσο, σε αντίφαση με το ίδιο τους το σκεπτικό, κανένας από τους συμμετέχοντες στην έρευνα δεν προέβαλε τέτοιον ισχυρισμό. Πράγματι, τα μέρη δεν αναφέρονται στον τρόπο με τον οποίο ο ισχυρισμός τους περί από κοινού αγοράς βιοντίζελ από την Pertamina και το ταμείο OPPF συμφωνεί με το σύστημα που εφαρμοζόταν στην ιδιωτικής ιδιοκτησίας AKR. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό.

(56)

Επιπλέον, η Wilmar ισχυρίστηκε ότι, ακόμη και αν η Pertamina δεν θεωρείτο δημόσιος οργανισμός, στις εταιρείες ανάμειξης έχει ανατεθεί ή δοθεί εντολή από την κυβέρνηση της Ινδονησίας να αγοράζουν βιοντίζελ για λογαριασμό της κυβέρνησης και/ή στους προμηθευτές βιοντίζελ έχει ανατεθεί ή δοθεί εντολή να πωλούν βιοντίζελ στις εταιρείες ανάμειξης. Η Wilmar δεν υπέβαλε κανένα στοιχείο προς επίρρωση του ισχυρισμού αυτού. Πράγματι, από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει αντιθέτως ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας εφαρμόζεται ένα πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου οι εταιρείες ανάμειξης και οι παραγωγοί βιοντίζελ συμμετέχουν πρόθυμα στο πλαίσιο όπου η κυβέρνηση της Ινδονησίας επιβάλλει ορισμένες υποχρεώσεις ανάμειξης και η κυβέρνηση της Ινδονησίας παρεμβαίνει οικονομικά ώστε να μετριάσει την επιβάρυνση που απορρέει από την υποχρέωση ανάμειξης.

(57)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι η απλή ύπαρξη υποχρέωσης ανάμειξης επιβάλλει νομική υποχρέωση αγοράς βιοντίζελ, αλλά δεν συνεπάγεται ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας αγοράζει βιοντίζελ στην αγορά. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας απλώς επιβάλλει το ποσοστό του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που πρέπει να αναμειγνύεται με ορυκτό ντίζελ. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν αγοράζει μεθυλεστέρα φοινικέλαιου ούτε έχει πρόθεση να τον αγοράσει.

(58)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε και αυτόν τον ισχυρισμό.

3.1.2.   Όφελος

(59)

Όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι ακόμη και αν η Επιτροπή χαρακτήρισε ορθώς τις πληρωμές που λήφθηκαν από το ταμείο OPPF ως επιχορήγηση, η εκτίμησή της περί ύπαρξης οφέλους ήταν εσφαλμένη.

(60)

Συνοπτικά, οι παραγωγοί-εξαγωγείς υποστήριξαν ότι επειδή το ταμείο OPPF χρηματοδοτείται αποκλειστικά από την εισφορά κατά την εξαγωγή την οποία καταβάλλουν, μεταξύ άλλων, οι παραγωγοί βιοντίζελ, οι εν λόγω παραγωγοί δεν αποκομίζουν όφελος διότι καταβάλλουν στο ταμείο περισσότερα χρήματα από αυτά που λαμβάνουν από αυτό. Σύμφωνα με τους παραγωγούς-εξαγωγείς, το ταμείο OPPF είναι ιδιωτικά χρηματοδοτούμενο και, επομένως, η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει αφαιρέσει τα ποσά που καταβλήθηκαν στο ταμείο OPPF σε επίπεδο ομίλου. Επιπλέον, οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει αφαιρέσει το ποσό της καταβληθείσας εισφοράς κατά την εξαγωγή για κάθε προϊόν που υπόκειται σε αυτήν, και όχι μόνο το ποσό της εισφοράς που καταβλήθηκε για την εξαγωγή βιοντίζελ.

(61)

Για τους κατωτέρω λόγους, η Επιτροπή διαφώνησε με τον ισχυρισμό αυτόν.

(62)

Πρώτον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι όλες οι εταιρείες που συμμετέχουν στην αξιακή αλυσίδα του ακατέργαστου φοινικέλαιου, συμπεριλαμβανομένων των παραγωγών βιοντίζελ, υποχρεούνται να καταβάλλουν την εισφορά δυνάμει κανονιστικών διατάξεων. Όπως και στην περίπτωση της γενικής φορολογίας, οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην αξιακή αλυσίδα του ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν διαθέτουν διακριτική ευχέρεια ως προς τη συνεισφορά ή όχι στο ταμείο OPPF και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι το εν λόγω ταμείο είναι ιδιωτικά χρηματοδοτούμενο. Αντιθέτως, το ταμείο OPPF χρηματοδοτείται μέσω της κανονικής δημοσιονομικής δραστηριότητας και δραστηριότητας είσπραξης δημοσίων εσόδων της κυβέρνησης της Ινδονησίας. Πράγματι, η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν προσκόμισε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι τα έσοδα που εισπράττονται μέσω της εισφοράς κατά την εξαγωγή καταλογίζονται άμεσα σε ειδικό λογαριασμό του ταμείου OPPF αντί του γενικού κρατικού προϋπολογισμού. Συνεπώς, η αφαίρεση των εισφορών κατά την εξαγωγή που καταβλήθηκαν από τους παραγωγούς βιοντίζελ για τη διαπίστωση της ύπαρξης οφέλους θα ήταν εξίσου ακατάλληλη με την αφαίρεση όλων των φόρων που καταβλήθηκαν από τους δικαιούχους.

(63)

Δεύτερον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι, σε κάθε περίπτωση, ο ισχυρισμός βάσει του οποίου οι παραγωγοί βιοντίζελ κατέβαλαν περισσότερα χρήματα στο ταμείο OPPF από αυτά που έλαβαν είναι αντικειμενικά εσφαλμένος. Ο ισχυρισμός αυτός βασίζεται στην πραγματικότητα στη συνολική εισφορά κατά την εξαγωγή η οποία καταβλήθηκε σε επίπεδο ομίλου και για όλα τα προϊόντα που υπόκεινται στην εισφορά κατά την εξαγωγή. Ωστόσο, εάν ληφθεί υπόψη μόνο η εισφορά που καταβλήθηκε από τους παραγωγούς-εξαγωγείς (μεμονωμένα, όχι σε επίπεδο ομίλου) για το βιοντίζελ, τα ποσά που καταβλήθηκαν στο ταμείο OPPF είναι χαμηλότερα από τα ποσά που λήφθηκαν υπό τη μορφή επιχορηγήσεων από το εν λόγω ταμείο.

(64)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας και οι παραγωγοί-εξαγωγείς Wilmar, όμιλος Permata και PT Ciliandra Perkasa υποστήριξαν επιπλέον ότι ήταν εσφαλμένη η διαπίστωση της Επιτροπής βάσει της οποίας το πρόγραμμα αυτό χορηγεί όφελος υπέρ των παραγωγών βιοντίζελ. Και τούτο διότι, ελλείψει των πληρωμών του ταμείου OPPF, οι εταιρείες ανάμειξης θα αναγκάζονταν να αγοράσουν το βιοντίζελ στην τιμή αναφοράς του. Συνεπώς, οι παραγωγοί βιοντίζελ θα λάμβαναν το ίδιο ποσό χρημάτων με αυτό που λαμβάνουν σήμερα και, ως εκ τούτου, δεν βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν σε διαφορετική περίπτωση.

(65)

Η Επιτροπή διαφώνησε με τον ισχυρισμό αυτόν. Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ορθό αντιπαράδειγμα δεν είναι ότι απουσία του ταμείου OPPF οι εταιρείες ανάμειξης θα κατέβαλλαν την τιμή αναφοράς του βιοντίζελ. Ένας από τους στόχους πολιτικής του ταμείου OPPF και ο σκοπός της υποχρέωσης ανάμειξης είναι η προώθηση της χρήσης βιοντίζελ στην Ινδονησία (αντί της χρήσης ορυκτού ντίζελ). Δεδομένου ότι η τιμή του ορυκτού ντίζελ είναι συνήθως χαμηλότερη από την τιμή του βιοντίζελ, η κυβέρνηση της Ινδονησίας παρεμβαίνει για να διευκολύνει την πώληση βιοντίζελ από τους παραγωγούς βιοντίζελ. Παράλληλα, οι πληρωμές αυτές συμβάλλουν στην εκπλήρωση των απαιτήσεων υποχρεωτικής ανάμειξης. Απλώς και μόνο η ύπαρξη του προγράμματος του OPPF δείχνει ότι οι συνήθεις συνθήκες της αγοράς δεν θα ήταν ευνοϊκές για την τιμή αναφοράς του βιοντίζελ, η οποία χρησιμοποιείται για τη συμπλήρωση των συναλλαγών μεταξύ των Pertamina/AKR και των παραγωγών βιοντίζελ. Ως εκ τούτου, χωρίς την υποχρέωση ανάμειξης, οι εταιρείες ανάμειξης δεν θα είχαν κανένα κίνητρο να αγοράσουν βιοντίζελ. Απουσία του ταμείου OPPF και των πληρωμών του, δεν θα υπήρχαν εγχώριες πωλήσεις βιοντίζελ. Οι παραγωγοί βιοντίζελ θα έπρεπε να ανταγωνιστούν τους παραγωγούς ορυκτού ντίζελ. Εάν δεν υπήρχε το ταμείο OPPF και το πρόγραμμα που έθεσε σε εφαρμογή η κυβέρνηση της Ινδονησίας, οι παραγωγοί βιοντίζελ δεν θα λάμβαναν τα πρόσθετα κεφάλαια στο επίπεδο της τιμής αναφοράς του βιοντίζελ που έχει καθοριστεί από την κυβέρνηση της Ινδονησίας.

(66)

Κατά την άποψη της Επιτροπής, βάσει του ορθού αντιπαραδείγματος, οι παραγωγοί βιοντίζελ θα ήταν σε χειρότερη κατάσταση απ’ ό,τι κατά τη διάρκεια και μετά την περίοδο έρευνας. Για τους παραγωγούς βιοντίζελ η υποχρέωση ανάμειξης συνεπάγεται στην ουσία την ύπαρξη προβλέψιμης και αξιόπιστης πηγής εισοδήματος μέσω εγγυημένων πωλήσεων. Επιπλέον, τα συνολικά έσοδα από τις εγχώριες πωλήσεις, ήτοι το ποσό που καταβάλλεται από τις εταιρείες ανάμειξης συν την επιχορήγηση που διατίθεται από το ταμείο OPPF, καθορίζονται εκ των προτέρων από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, θωρακίζοντας αποτελεσματικά τους προμηθευτές βιοντίζελ από τις συνήθεις διακυμάνσεις των τιμών με τις οποίες θα βρίσκονταν διαφορετικά αντιμέτωποι σε μια ελεύθερη αγορά, εφόσον υπήρχε.

(67)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή έκρινε επίσης ότι ο υπολογισμός της τιμής αναφοράς για το βιοντίζελ που καταβάλλεται σε ανεξάρτητους προμηθευτές δεν αντικατοπτρίζει τη ζήτηση και προσφορά υπό συνήθεις συνθήκες της αγοράς χωρίς παρέμβαση της κυβέρνησης. Πράγματι, η Pertamina, ανεξάρτητα από το αν έλαβε όφελος ή όχι, δεν ήταν πρόθυμη να καταβάλει την τιμή αναφοράς για το βιοντίζελ, αλλά μόνο μια χαμηλότερη τιμή. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώθηκε επίσης από την κυβέρνηση της Ινδονησίας κατά τον επιτόπιο έλεγχο, στο πλαίσιο του οποίου εξήγησε ότι εάν η Pertamina αγόραζε βιοντίζελ στην τιμή αναφοράς του βιοντίζελ, θα κατέγραφε ζημία. Η δήλωση αυτή απέδειξε ότι, σε μη στρεβλωμένες συνθήκες της αγοράς, η αγοραία τιμή για το βιοντίζελ θα ήταν σημαντικά χαμηλότερη από την τιμή αναφοράς του βιοντίζελ, η οποία καθορίζεται επί του παρόντος από την κυβέρνηση της Ινδονησίας.

(68)

Η Επιτροπή συνήγαγε από τη δήλωση της κυβέρνησης της Ινδονησίας ότι κανένας αγοραστής –όπως και η Pertamina– δεν θα ήταν σε θέση να ασκεί επικερδή δραστηριότητα εάν η τιμή του βιοντίζελ ήταν η τιμή αναφοράς που καθορίζεται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας. Ως εκ τούτου, είτε δεν θα πωλείτο βιοντίζελ στην Ινδονησία και, συνεπώς, δεν θα υπήρχαν έσοδα για τους παραγωγούς βιοντίζελ, είτε οι τιμές του βιοντίζελ θα ήταν χαμηλότερες από το επίπεδο που καθορίζεται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας. Δεδομένου ότι στην Ινδονησία η κυβέρνηση της Ινδονησίας καθορίζει και εφαρμόζει υποχρέωση ανάμειξης (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 49 και 50 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού), το πρώτο σενάριο είναι πολύ απίθανο να συμβεί. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεώρησε ότι –ελλείψει του υπό ανάλυση καθεστώτος– το πιο πιθανό αντιπαράδειγμα ήταν ότι οι τιμές του βιοντίζελ θα ήταν χαμηλότερες.

(69)

Ειδικότερα, η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι τιμές αναφοράς που χρησιμοποιούνται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας για τον καθορισμό του ποσού της επιχορήγησης που διατίθεται από το ταμείο OPPF δεν είναι ενδεικτικές μιας αγοραίας τιμής, καθώς ο τύπος υπολογισμού τους δεν βασίζεται σε μια μη στρεβλωμένη πραγματικότητα της αγοράς. Αυτό οφείλεται, αφενός, στο ότι ολόκληρη η αγορά, τόσο προηγούμενου όσο και επόμενου σταδίου, είναι στρεβλωμένη και δεν μπορεί, συνεπώς, να είναι αντιπροσωπευτική κανονικών, ανταγωνιστικών συνθηκών αγοράς. Αφετέρου, η Επιτροπή έκρινε ότι το ποσό του κόστους μετατροπής που υπολογίστηκε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας στο πλαίσιο του χρησιμοποιούμενου τύπου για τον υπολογισμό της τιμής αναφοράς για το βιοντίζελ (η μέση εγχώρια τιμή για το ακατέργαστο φοινικέλαιο συν ένα τέλος μετατροπής ύψους 100 USD ανά τόνο) είναι υπερβολικό. Η Επιτροπή επαλήθευσε το πραγματικό κόστος μεταποίησης για ορισμένους από τους παραγωγούς-εξαγωγείς και παρατήρησε ότι ο υπολογισμός της κυβέρνησης της Ινδονησίας υπερεκτιμά το κόστος αυτό. Το εν λόγω πραγματικό κόστος μεταποίησης ανερχόταν, κατά μέσο όρο, σε ένα ποσό μεταξύ 60 και 80 USD ανά τόνο κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας (10).

(70)

Ως εκ τούτου, ακόμη και αν η Επιτροπή έκανε δεκτό τον ισχυρισμό ότι οι συνδυασμένες πληρωμές των εταιρειών ανάμειξης και του ταμείου OPPF συνιστούν καταβολή της τιμής του βιοντίζελ, κάτι που δεν ισχύει, η Επιτροπή θα έπρεπε ωστόσο να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η «τιμή» που καταβλήθηκε στους προμηθευτές βιοντίζελ ήταν υπερβολική.

(71)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ύπαρξη του προγράμματος θέτει τους παραγωγούς βιοντίζελ σε καλύτερη κατάσταση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν διαφορετικά και, επομένως, τους χορηγεί όφελος.

(72)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας και όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν επίσης ότι ακόμη κι αν υπήρχε όφελος, αυτό μετακυλιόταν πλήρως στις εταιρείες ανάμειξης (Pertamina και AKR). Και τούτο διότι οι παραγωγοί βιοντίζελ εξασφαλίζουν κατά τους ισχυρισμούς την αγοραία τιμή για το βιοντίζελ, ενώ οι εταιρείες ανάμειξης επωφελούνται από την αγορά του σε χαμηλότερη τιμή (συγκεκριμένα, στην τιμή αναφοράς για το ορυκτό ντίζελ).

(73)

Η Επιτροπή δεν συμφώνησε με τον ισχυρισμό αυτό. Όπως αναλύθηκε ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 195 έως 201 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, και εξετάστηκε επίσης στην αιτιολογική σκέψη 67, η Επιτροπή έκρινε ότι στην Ινδονησία δεν υπάρχει πραγματική τιμή της αγοράς για το βιοντίζελ, καθώς η κυβέρνηση της Ινδονησίας ρυθμίζει και στρεβλώνει ολόκληρη την αξιακή αλυσίδα ακατέργαστου φοινικέλαιου-βιοντίζελ. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η μόνη τιμή που υπάρχει στην αγορά είναι αυτή που καταβαλλόταν από τις εταιρείες ανάμειξης (συγκεκριμένα, η τιμή αναφοράς για το ορυκτό ντίζελ).

(74)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι το πρόγραμμα ωφελεί τις εταιρείες ανάμειξης, οι οποίες καταβάλλουν εντέλει χαμηλότερη τιμή για το βιοντίζελ που αγοράζουν, η Επιτροπή επισήμανε ότι το ζήτημα του αν η Pertamina ή η AKR επωφελούνται (επίσης) από το πρόγραμμα αυτό δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας έρευνας, διότι δεν είναι παραγωγοί-εξαγωγείς του υπό εξέταση προϊόντος.

(75)

Μετά την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας, η PT Ciliandra Perkasa, ο όμιλος Permata και η Wilmar ισχυρίστηκαν ότι ήταν εσφαλμένη η διαπίστωση της Επιτροπής ότι το ταμείο OPPF χορηγεί όφελος στους παραγωγούς βιοντίζελ για τους εξής λόγους:

α)

το αντιπαράδειγμα που προσδιορίστηκε από την Επιτροπή είναι εσφαλμένο στο μέτρο που διαπιστώνει ότι απουσία του ταμείου OPPF οι παραγωγοί βιοντίζελ θα λάμβαναν χαμηλότερη τιμή για το βιοντίζελ τους. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, απουσία του ταμείου OPPF και ελλείψει οποιασδήποτε νομικής υποχρέωσης των παραγωγών να πωλούν βιοντίζελ στην εγχώρια αγορά, οι παραγωγοί βιοντίζελ απλώς θα μεγιστοποιούσαν το κέρδος τους και θα πραγματοποιούσαν πωλήσεις στην εξαγωγική αγορά· και

β)

το κόστος μετατροπής το οποίο χρησιμοποίησε η κυβέρνηση της Ινδονησίας στον τύπο υπολογισμού της τιμής αναφοράς του βιοντίζελ δεν είναι υπερβολικό διότι δεν συνυπολογίζονται τα έξοδα πώλησης και τα γενικά διοικητικά έξοδα, ούτε το κέρδος.

(76)

Η Επιτροπή εξέτασε το αντιπαράδειγμα που παρουσιάζεται στην κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων και διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη 65 ανωτέρω. Ωστόσο, η Επιτροπή έκρινε ότι ο ισχυρισμός που προβάλλεται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας επιβεβαιώνει περαιτέρω ότι το ταμείο OPPF χορηγεί όφελος στους παραγωγούς βιοντίζελ. Το επιχείρημα της κυβέρνησης της Ινδονησίας βασίζεται σε δύο κύρια στοιχεία: 1) οι παραγωγοί βιοντίζελ δεν υπέχουν νομική υποχρέωση να πωλούν βιοντίζελ στην εγχώρια αγορά· και 2) οι παραγωγοί βιοντίζελ είναι ορθολογικοί οικονομικοί φορείς οι οποίοι επιδιώκουν να μεγιστοποιήσουν το κέρδος τους.

(77)

Η Επιτροπή δεν αμφισβήτησε τα δύο στοιχεία που επικαλέστηκε η κυβέρνηση της Ινδονησίας. Κατά την άποψη της Επιτροπής, το γεγονός ότι παρά την έλλειψη σχετικής νομικής υποχρέωσης οι ορθολογικοί οικονομικοί φορείς όπως οι παραγωγοί βιοντίζελ αποφασίζουν να συμμετάσχουν στο καθεστώς του ταμείου OPPF συνιστά εμπειρική και αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι αυτή είναι η βέλτιστη επιλογή τους για την άσκηση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων.

(78)

Εάν, όπως ισχυρίστηκε η κυβέρνηση της Ινδονησίας, ισχυρισμός τον οποίο η Επιτροπή δεν είχε κανέναν λόγο να αμφισβητήσει, «οι ιδιωτικής ιδιοκτησίας παραγωγοί βιοντίζελ (πολλοί εκ των οποίων ανήκουν σε πολυεθνικούς ομίλους) έχουν ως στόχο τη μεγιστοποίηση της κερδοφορίας» (11), αυτό σημαίνει ότι η συμμετοχή στο καθεστώς του ταμείου OPPF είναι ο πιο επικερδής τρόπος τον οποίο έχουν στη διάθεσή τους για την άσκηση των επιχειρηματικών τους δραστηριοτήτων. Συνεπώς, στο πλαίσιο οποιουδήποτε αντιπαραδείγματος, οι παραγωγοί βιοντίζελ θα ήταν σε χειρότερη κατάσταση. Εάν δεν ίσχυε κάτι τέτοιο, ένας ορθολογικός οικονομικός φορέας, ελεύθερος από οποιονδήποτε νομικό περιορισμό, θα είχε επιλέξει μια πιο επικερδή επιλογή αντί της συμμετοχής στο καθεστώς.

(79)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι παραγωγοί βιοντίζελ βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος ανεξάρτητα από το εναλλακτικό αντιπαράδειγμα. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή επιβεβαίωσε το συμπέρασμά της ότι το ταμείο OPPF χορηγεί όφελος στους παραγωγούς βιοντίζελ.

(80)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό της κυβέρνησης της Ινδονησίας ότι το κόστος μετατροπής που χρησιμοποιήθηκε στον τύπο υπολογισμού της τιμής αναφοράς του βιοντίζελ δεν είναι υπερβολικό, η Επιτροπή παρατήρησε ότι έκρινε ότι οι πληρωμές από το ταμείο OPPF στους παραγωγούς βιοντίζελ συνιστούν επιχορήγηση και δεν αποτελούν μέρος του τιμήματος για την αγορά βιοντίζελ. Ως εκ τούτου, κατά την άποψη της Επιτροπής, το υπερβολικό ή μη ύψος αυτού του κόστους μετατροπής δεν ασκούσε επιρροή στον καθορισμό της ύπαρξης οφέλους.

(81)

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν η Επιτροπή ακολουθούσε το σκεπτικό της κυβέρνησης της Ινδονησίας ότι δεν υπάρχει όφελος στη συγκεκριμένη περίπτωση διότι οι πληρωμές του ταμείου OPPF συνιστούν το τίμημα για την αγορά βιοντίζελ, η Επιτροπή παρατήρησε ότι το ποσό του κόστους μετατροπής δεν μεταβάλλεται τακτικά και έχει οριστεί σε 100 USD/τόνο από τις 21 Μαρτίου 2016. Η Επιτροπή αναγνώρισε ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε στο πλαίσιο του επιτόπιου ελέγχου ότι το κόστος μετατροπής αναθεωρείται ετησίως. Ωστόσο, η Επιτροπή έκρινε ότι το αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας αναθεώρησης δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα της αγοράς διότι το ποσό του κόστους μετατροπής είναι υψηλότερο από το πραγματικό κόστος το οποίο επωμίζονται οι παραγωγοί βιοντίζελ όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 69.

(82)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε επίσης ότι θεωρούσε μη αντιπροσωπευτικό το φάσμα του κόστους μετατροπής που συλλέχθηκε από την Επιτροπή. Εν προκειμένω, η Επιτροπή παρατήρησε καταρχάς ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία προς επίρρωση της δήλωσής της. Δεύτερον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι επαλήθευσε το κόστος αυτό στο πλαίσιο των επιτόπιων ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν στις εγκαταστάσεις ορισμένων παραγωγών βιοντίζελ. Για λόγους σαφήνειας, για τον υπολογισμό του κόστους αυτού η Επιτροπή αφαίρεσε την αξία της γλυκερίνης που παράγεται κατά τη διαδικασία του εξευγενισμού από ακατέργαστο φοινικέλαιο σε βιοντίζελ (12).

(83)

Με βάση τα ανωτέρω, ακόμη και αν η Επιτροπή έκανε δεκτό τον ισχυρισμό της κυβέρνησης της Ινδονησίας, σύμφωνα με τον οποίο οι πληρωμές του ταμείου OPPF αποτελούν το τίμημα για την αγορά βιοντίζελ, κάτι που δεν ισχύει, θα εξακολουθούσε να υπάρχει όφελος υπέρ των παραγωγών βιοντίζελ. Ακόμη και αν δεν υπήρχε η υποχρέωση ανάμειξης, οι παραγωγοί βιοντίζελ δεν θα λάμβαναν την πλήρη αποζημίωση που παρέχεται από το ταμείο OPPF.

(84)

Η Wilmar ισχυρίστηκε επιπλέον ότι η καθορισμένη τιμή αναφοράς για το εγχώριο βιοντίζελ Ινδονησίας αντικατοπτρίζει και ακολουθεί στενά τη δυναμική μιας μη στρεβλωμένης αγοράς. Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η εγχώρια αγορά βιοντίζελ της Ινδονησίας είναι εξολοκλήρου ρυθμιζόμενη, από την τιμή του ακατέργαστου φοινικέλαιου μέχρι την τιμή και τη ζήτηση βιοντίζελ. Οι προμηθευτές βιοντίζελ είναι υποχρεωμένοι να πωλούν συγκεκριμένες ποσότητες σε συγκεκριμένη τιμή, η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με έναν τύπο που έχει καθοριστεί εκ των προτέρων και βασίζεται σε στοιχεία που δεν συνάδουν με την πραγματικότητα της αγοράς. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ενέμεινε στο συμπέρασμά της ότι η τιμή αναφοράς που καθορίζεται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν αντικατοπτρίζει την τιμή που θα υπήρχε σε μη στρεβλωμένες συνθήκες της αγοράς. Και τούτο διότι η Επιτροπή έκρινε ότι η μόνη αξιόπιστη υποκατάστατη μεταβλητή για μια μη στρεβλωμένη τιμή στην εγχώρια αγορά είναι αυτή την οποία καταβάλλουν οι εταιρείες ανάμειξης. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(85)

Μετά την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και η Wilmar ισχυρίστηκαν ότι ήταν εσφαλμένη η διαπίστωση της Επιτροπής σύμφωνα με την οποία δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι το ταμείο OPPF χορηγεί όφελος και στις εταιρείες ανάμειξης. Και τούτο, σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, διότι το γεγονός ότι το ταμείο OPPF αποσκοπεί στη χορήγηση οφέλους (και) στις εταιρείες ανάμειξης σημαίνει ότι δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως επιχορήγηση.

(86)

Όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 64 έως 74, η Επιτροπή έκρινε ότι το κατά πόσον οι εταιρείες ανάμειξης επωφελήθηκαν από το επίμαχο πρόγραμμα δεν ασκεί επιρροή για τον σκοπό της παρούσας έρευνας. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι το ταμείο OPPF παρέχει επιχορήγηση υπέρ των παραγωγών βιοντίζελ, μια επιχορήγηση η οποία, απουσία του προγράμματος, δεν θα λάμβανε χώρα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

3.1.3.   Χρησιμοποιούμενη μεθοδολογία για τον υπολογισμό του συνολικού ποσού του οφέλους

(87)

Όλοι οι παραγωγοί-εξαγωγείς υποστήριξαν ότι η Επιτροπή έσφαλε στον υπολογισμό του ποσού του οφέλους το οποίο προσπορίστηκαν οι παραγωγοί-εξαγωγείς, διότι στον υπολογισμό αυτό συμπεριλήφθηκε το χρηματικό ποσό το οποίο κατέβαλε το ταμείο OPPF ως επιστροφή εξόδων μεταφοράς. Σύμφωνα με τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τα χρήματα αυτά αποτελούν απλώς επιστροφή εξόδων με τα οποία ήδη επιβαρύνθηκαν και, συνεπώς, δεν συνιστούν όφελος. Επιπλέον, ένας παραγωγός-εξαγωγέας ισχυρίστηκε ότι τα έξοδα αυτά πρέπει να χαρακτηριστούν ως πραγματοποιηθέντα έξοδα που είναι επιλέξιμα για το καθεστώς επιδοτήσεων και, συνεπώς, πρέπει να εξαιρεθούν δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

(88)

Για τους λόγους που εκτίθενται κατωτέρω, η Επιτροπή διαφώνησε με τον ισχυρισμό αυτό διότι δεν θεωρεί τα έξοδα μεταφοράς στα οποία υποβλήθηκαν οι παραγωγοί βιοντίζελ ως «κάθε τέλος για την υποβολή της σχετικής αίτησης και κάθε άλλο αναγκαίο έξοδο που πραγματοποιήθηκε με σκοπό την εξασφάλιση του δικαιώματος προς επιδότηση ή τη λήψη της επιδότησης».

(89)

Πρώτον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι στις κατευθύνσεις για τον υπολογισμό του ποσού της επιδότησης στις έρευνες με αντικείμενο την επιβολή αντισταθμιστικού δασμού («οι κατευθύνσεις») διευκρινίζεται ότι «τα μόνα τέλη ή έξοδα που μπορούν κανονικά να αφαιρεθούν είναι αυτά που καταβλήθηκαν απευθείας στο Δημόσιο κατά την περίοδο της έρευνας. Πρέπει να αποδειχθεί ότι η πληρωμή αυτή είναι υποχρεωτική για τη χορήγηση της επιδότησης. Συνεπώς, δεν αφαιρούνται πληρωμές σε ιδιώτες, π.χ. δικηγόρους ή λογιστές, κατά την υποβολή αίτησης για επιδότηση» (13).

(90)

Σε αντίθεση με τα όσα ορίζονται στις κατευθύνσεις, τα επίμαχα έξοδα μεταφοράς δεν καταβάλλονται απευθείας στην κυβέρνηση της Ινδονησίας αλλά σε ιδιωτικές εταιρείες. Ούτε εξήγησε ο παραγωγός-εξαγωγέας με ποιον τρόπο αυτά τα έξοδα μεταφοράς είναι «υποχρεωτικά» για τη λήψη της επιδότησης.

(91)

Δεύτερον, η Επιτροπή έκρινε ότι τα έξοδα μεταφοράς είναι έξοδα τα οποία επωμίζονται συνήθως οι παραγωγοί βιοντίζελ στο πλαίσιο των εμπορικών συναλλαγών τους με τις εταιρείες ανάμειξης. Τα έξοδα μεταφοράς αποτελούν συνήθως μέρος της τιμής/σύμβασης αγοράς και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι υπάρχει αντικειμενική αιτιολογία για την επιστροφή τους. Κατά συνέπεια, το χρηματικό ποσό που καταβλήθηκε από το ταμείο OPPF ως επιστροφή των εξόδων μεταφοράς συνιστά όφελος.

(92)

Με βάση τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε και η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επιστροφή των εξόδων μεταφοράς που πραγματοποιήθηκαν από τους παραγωγούς βιοντίζελ δεν πρέπει να αφαιρεθεί από τον υπολογισμό του οφέλους. Τα κεφάλαια που παρασχέθηκαν από τον οργανισμό διαχείρισης στους παραγωγούς βιοντίζελ καλύπτουν όχι μόνο τη διαφορά μεταξύ της τιμής αναφοράς του ορυκτού ντίζελ και της τιμής αναφοράς του βιοντίζελ, αλλά και τα έξοδα μεταφοράς, στο πλαίσιο της ίδιας επιχορήγησης.

(93)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν επίσης ότι επιβαρύνονται με κόστος πίστωσης που σχετίζεται με τις πληρωμές του ταμείου OPPF. Σύμφωνα με τους παραγωγούς βιοντίζελ, αυτό οφείλεται στο ότι το ταμείο OPPF εκταμιεύει την επιχορήγηση αρκετούς μήνες μετά την έκδοση τιμολογίου από τους παραγωγούς προς τη σχετική εταιρεία ανάμειξης.

(94)

Η Επιτροπή διαφώνησε με τον ισχυρισμό αυτόν, καθώς ενέμεινε στο συμπέρασμά της σύμφωνα με το οποίο οι πληρωμές του ταμείου OPPF συνιστούν επιχορήγηση και όχι πληρωμή για την αγορά αγαθών. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι οι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν θα έπρεπε να έχουν λάβει αυτές τις επιχορηγήσεις εξαρχής και ότι κανένα κόστος πίστωσης οποιουδήποτε είδους δεν μπορεί να συνδεθεί με αυτές τις επιχορηγήσεις.

(95)

Με βάση τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε και η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το επικαλούμενο κόστος πίστωσης το οποίο επωμίστηκαν οι παραγωγοί βιοντίζελ δεν πρέπει να αφαιρεθεί από τον υπολογισμό του οφέλους.

(96)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή ενέμεινε στα συμπεράσματά της, βάσει των οποίων η στήριξη που παρασχέθηκε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας στον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ με την άμεση μεταφορά κεφαλαίων μέσω του «ταμείου επιδότησης βιοντίζελ» συνιστούσε αντισταθμίσιμη επιδότηση, όπως συνάχθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 80 έως 83 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(97)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας, η PT Ciliandra Perkasa, ο όμιλος Permata και η Wilmar ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή απέρριψε εσφαλμένα τον ισχυρισμό των παραγωγών-εξαγωγέων σύμφωνα με τον οποίο η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει αφαιρέσει το κόστος μεταφοράς και το κόστος πίστωσης από τον υπολογισμό του οφέλους. Και τούτο, σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, διότι τα έξοδα αυτά είναι αναγκαία έξοδα που πραγματοποιούνται με σκοπό την εξασφάλιση της καταβολής της επιχορήγησης.

(98)

Η Επιτροπή ανέλυσε ήδη τον ισχυρισμό αυτό στην αιτιολογική σκέψη 89 ανωτέρω. Επιπλέον των όσων εξηγήθηκαν ήδη στην αιτιολογική σκέψη 91 ανωτέρω, η Επιτροπή επισήμανε ότι σύμφωνα με τις κατευθύνσεις «τα μόνα τέλη ή έξοδα που μπορούν κανονικά να αφαιρεθούν είναι αυτά που καταβλήθηκαν απευθείας στο Δημόσιο κατά την περίοδο της έρευνας». Στην παρούσα περίπτωση, το κόστος μεταφοράς δεν καταβάλλεται στο Δημόσιο, αλλά σε ιδιωτικούς φορείς, και στη συνέχεια επιστρέφεται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εμμένει στο συμπέρασμά της σύμφωνα με το οποίο το κόστος μεταφοράς δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως έξοδο που μπορεί να αφαιρεθεί σύμφωνα με τις κατευθύνσεις. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίπτεται.

(99)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή έσφαλε μη αφαιρώντας τις εισροές στο ταμείο OPPF κατά τον υπολογισμό του οφέλους που λήφθηκε στο πλαίσιο του καθεστώτος αυτού. Ωστόσο, οι εισροές αυτές συνδέονταν με την καταβολή εισφορών κατά την εξαγωγή τις οποίες επέβαλλε η κυβέρνηση της Ινδονησίας σε διάφορα προϊόντα με βάση το ακατέργαστο φοινικέλαιο τα οποία εξάγονται από την Ινδονησία. Οι εν λόγω εισφορές εισπράττονταν, επομένως, για πολλά άλλα προϊόντα εκτός του προϊόντος που αποτελεί αντικείμενο της έρευνας. Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 64 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, και αναλύεται περαιτέρω στην αιτιολογική σκέψη 62 ανωτέρω, οι εισφορές αυτές αποτελούν δημόσιους πόρους. Το σημείο αυτό είναι ορθό ανεξάρτητα από τον κρατικό φορέα που είναι αρμόδιος για την είσπραξή τους. Συνάχθηκε, επομένως, το συμπέρασμα ότι δεν έπρεπε να αφαιρεθούν οι εισροές στο ταμείο OPPF από τα ληφθέντα οφέλη. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(100)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε επίσης ότι η Επιτροπή έσφαλε χρησιμοποιώντας τον κύκλο εργασιών του βιοντίζελ για τον καθορισμό του ποσού της επιδότησης. Σύμφωνα με τον ισχυρισμό, θα έπρεπε να έχει χρησιμοποιηθεί ο συνολικός κύκλος εργασιών των παραγωγών βιοντίζελ (συμπεριλαμβανομένων, επομένως, και άλλων προϊόντων εκτός του βιοντίζελ). Ωστόσο, ο αποκλειστικός λόγος χορήγησης των επιδοτήσεων από το ταμείο OPPF ήταν ότι οι παραγωγοί είχαν πωλήσει βιοντίζελ. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε ότι είχε χρησιμοποιήσει τον ορθό κύκλο εργασιών στον υπολογισμό της και, επομένως, αυτός ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(101)

Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν προέβαλε περαιτέρω επιχειρήματα προς επίρρωση των ισχυρισμών της και, συνεπώς, επιβεβαίωσε τα πορίσματά της στην αιτιολογική σκέψη 95.

3.2.   Στήριξη του Δημοσίου προς τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ μέσω της παροχής ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό.

(102)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας καθώς και οι περισσότεροι από τους παραγωγούς-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι ήταν εσφαλμένος ο χαρακτηρισμός, εκ μέρους της Επιτροπής, των περιορισμών στις εξαγωγές, τους οποίους επέβαλε η κυβέρνηση της Ινδονησίας στο ακατέργαστο φοινικέλαιο και στα παράγωγά του, ως αντισταθμίσιμης επιδότησης. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας και τους παραγωγούς-εξαγωγείς, αυτό οφείλεται στο ότι, κατά την πάγια νομολογία του ΠΟΕ, οι περιορισμοί στις εξαγωγές δεν θεωρείται ότι συνιστούν αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις.

(103)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό αυτό, η Επιτροπή παρατήρησε ότι στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού οι περιορισμοί στις εξαγωγές δεν θεωρούνται αυτοί καθαυτοί αντισταθμίσιμες επιδοτήσεις. Αντίθετα, η Επιτροπή έκρινε ότι η επιβολή περιορισμών στις εξαγωγές (όπως φόρων και εισφορών κατά την εξαγωγή) αποτελεί ένα από τα μέσα ή εργαλεία τα οποία χρησιμοποιεί η κυβέρνηση της Ινδονησίας για την παροχή ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό. Η Επιτροπή διαπίστωσε (βλέπε αιτιολογική σκέψη 172 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού) ότι, λαμβανομένων υπόψη των διαθέσιμων στοιχείων στην παρούσα έρευνα και σύμφωνα με τη νομολογία της ΕΕ και του ΠΟΕ, η παροχή ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό συνιστούσε αντισταθμίσιμη επιδότηση.

(104)

Η Επιτροπή θα εξετάσει κατωτέρω τους ισχυρισμούς τους οποίους προέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη όσον αφορά τα προσωρινά πορίσματα της Επιτροπής, σύμφωνα με τα οποία η στήριξη που παρέχεται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας στον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ μέσω της παροχής ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό συνιστά χρηματοδοτική συνεισφορά βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού και/ή στήριξη του εισοδήματος ή των τιμών βάσει του άρθρου παράγραφος 1 στοιχείο β) του ίδιου κανονισμού. Η Επιτροπή θα εξετάσει επίσης τους ισχυρισμούς περί σφαλμάτων στον καθορισμό του οφέλους.

(105)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και ο όμιλος Permata ισχυρίστηκαν ότι περιορισμοί τους οποίους επιβάλλει μια κυβέρνηση στις εξαγωγές ουδέποτε ισοδυναμούν με χρηματοδοτική συνεισφορά. Εν προκειμένω, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο ισχυρισμός αυτός δεν ασκεί επιρροή για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης. Και τούτο διότι η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χρηματοδοτική συνεισφορά που χορηγήθηκε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας υπέρ των παραγωγών εξαγωγέων απορρέει από την παροχή ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος χαμηλότερου του κανονικού. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

3.2.1.   Μη απόδειξη της ύπαρξης χρηματοδοτικής συνεισφοράς

(106)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας, ο όμιλος Permata και η Wilmar ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε την ύπαρξη χρηματοδοτικής συνεισφοράς. Κατά την άποψη των συμμετεχόντων στην έρευνα, αυτό οφείλεται στους εξής λόγους:

α)

Οι περιορισμοί στις εξαγωγές δεν εισπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας καθώς ο εξαγωγικός φόρος ανεστάλη κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, η δε εισφορά κατά την εξαγωγή ανεστάλη μετά την περίοδο έρευνας. Επιπλέον, η αναστολή καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν έχει πλέον την πρόθεση να επιβάλει περιορισμούς στις εξαγωγές· και

β)

η Επιτροπή δεν απέδειξε την ύπαρξη ανάθεσης ή εντολής για τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου.

(107)

Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό υπό α), η Επιτροπή παρατήρησε ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας η εισφορά κατά την εξαγωγή ίσχυε και εισπραττόταν. Ως εκ τούτου, είναι αντικειμενικά εσφαλμένος ο ισχυρισμός της κυβέρνησης της Ινδονησίας σύμφωνα με τον οποίο δεν εισπράττονταν περιορισμοί στις εξαγωγές κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, καθώς η εισφορά κατά την εξαγωγή εφαρμοζόταν και παρήγαγε αποτελέσματα κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας.

(108)

Η Επιτροπή διαφώνησε με το δεύτερο σκέλος του επιχειρήματος. Εάν η κυβέρνηση της Ινδονησίας είχε την πρόθεση να μην επιβάλλει πλέον περιορισμούς στις εξαγωγές ακατέργαστου φοινικέλαιου και παραγώγων του, θα είχε καταργήσει τη νομοθεσία. Ο προσωρινός καθορισμός μηδενικού συντελεστή για την εισφορά και τον φόρο κατά την εξαγωγή καταδεικνύει ότι πρόθεση της κυβέρνησης της Ινδονησίας εξακολουθεί να είναι να έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει αυτούς τους περιορισμούς στο μέλλον. Η διαπίστωση αυτή μπορεί επίσης να επιβεβαιωθεί από δημόσιες δηλώσεις μελών της κυβέρνησης της Ινδονησίας. Για παράδειγμα, σε άρθρο στον Τύπο με ημερομηνία 25 Σεπτεμβρίου 2019 αναφέρονται τα εξής: «Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να αναστείλει τον εξαγωγικό φόρο που επιβάλλεται στο ακατέργαστο φοινικέλαιο και στα παράγωγα προϊόντα του έως το επόμενο έτος προκειμένου να μετριαστεί η οικονομική επιβάρυνση για τους παραγωγούς φοινικέλαιου εν μέσω της πτώσης των τιμών του ακατέργαστου φοινικέλαιου στην παγκόσμια αγορά. Ο υπουργός Οικονομικού Συντονισμού Darmin Nasution δήλωσε στην Τζακάρτα την Τρίτη ότι ο εξαγωγικός φόρος ανεστάλη έως τον Ιανουάριο του επομένου έτους, καθώς η κυβέρνηση ξεκινά επισήμως την εφαρμογή του υποχρεωτικού προγράμματός της για το βιοντίζελ Β-30. Ο Darmin δήλωσε ότι ήλπιζε ότι η εφαρμογή της πολιτικής για το βιοντίζελ Β-30, η οποία εικάζεται ότι θα αυξήσει σημαντικά τη ζήτηση φοινικέλαιου, θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών φοινικέλαιου στην εγχώρια αγορά. Δήλωσε ότι η αναστολή του εξαγωγικού φόρου είχε εγκριθεί από τον πρόεδρο Joko « Jokowi » Widodo. Βάσει κανονισμού του υπουργείου Οικονομικών του 2019, η κυβέρνηση θα είχε επιβάλει εξαγωγικό φόρο έως 25 USD ανά τόνο εάν οι τιμές κυμαίνονταν μεταξύ 570 USD και 619 USD/τόνο, και έως 50 USD εάν οι τιμές υπερέβαιναν τα 619 USD/τόνο. Στις 20 Σεπτεμβρίου η τιμή του ακατέργαστου φοινικέλαιου ανερχόταν σε 574,9 USD/τόνο και αναμένεται να σημειώσει ελαφρά μείωση σε 570 USD/τόνο έως το τέλος του τρέχοντος έτους. Ως εκ τούτου, ο υπουργός ζήτησε την αναθεώρηση του κανονισμού προκειμένου να καταστεί δυνατή η αναστολή του εξαγωγικού φόρου διότι, βάσει του ανωτέρω τύπου τιμών, εξακολουθούσε να ισχύει» (14).

(109)

Η δήλωση αυτή δημιουργεί επίσης άμεση σύνδεση μεταξύ της επιβολής περιορισμών στις εξαγωγές (σε συνδυασμό με άλλα στοιχεία που προκαλούν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου) και του πραγματικού επιπέδου των τιμών στην εγχώρια αγορά. Καταδεικνύει επίσης ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας χρησιμοποιεί τα μέσα αυτά προκειμένου να επηρεάσει το επίπεδο των εν λόγω τιμών.

(110)

Παρά τον ισχυρισμό τον οποίο διατύπωσαν η κυβέρνηση της Ινδονησίας και η Wilmar στην απάντησή τους στην κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πρόθεση της κυβέρνησης της Ινδονησίας είναι να συνεχίσει μελλοντικά να χρησιμοποιεί την εισφορά κατά την εξαγωγή και, πιθανώς, τον εξαγωγικό φόρο. Συνεπώς, το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν εισέπραττε προσωρινά φόρους και εισφορές, λαμβανομένου επίσης υπόψη ότι αυτά αποτελούν μόνο μερικά από τα εργαλεία τα οποία χρησιμοποιεί η κυβέρνηση της Ινδονησίας για την παροχή ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό, δεν μπορεί να θέσει υπό αμφισβήτηση την ύπαρξη χρηματοδοτικής συνεισφοράς.

3.2.2.   Μη απόδειξη της ύπαρξης ανάθεσης ή εντολής βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο iv) του βασικού κανονισμού

(111)

Σύμφωνα με όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς, ο ισχυρισμός της Επιτροπής σχετικά με την ύπαρξη ανάθεσης ή εντολής βασίζεται στο εσφαλμένο πόρισμα ότι ο φόρος και η εισφορά κατά την εξαγωγή που επιβάλλονται από την κυβέρνηση της Ινδονησίας επί του ακατέργαστου φοινικέλαιου και των παραγώγων του αποσκοπούν στη στήριξη του κλάδου παραγωγής βιοντίζελ. Επιπλέον, η Wilmar και η Permata ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή έκρινε εσφαλμένα ότι οι εγχώριες τιμές του ακατέργαστου φοινικέλαιου καθορίζονται de facto από την PT Perkebunan Nusantara, έναν παραγωγό ακατέργαστου φοινικέλαιου που ανήκει εξολοκλήρου στην κυβέρνηση της Ινδονησίας («PTPN»).

(112)

Όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό, οι παραγωγοί-εξαγωγείς διευκρίνισαν περαιτέρω ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας ο εξαγωγικός φόρος ήταν μηδενικός και, συνεπώς, είναι επουσιώδης για την εκτίμηση. Αντιθέτως, η εισφορά κατά την εξαγωγή δεν ήταν μηδενική και, σε κάθε περίπτωση, δεν αποσκοπούσε στη στήριξη του κλάδου παραγωγής βιοντίζελ, αλλά στη χρηματοδότηση του ταμείου OPPF.

(113)

Η Επιτροπή αναγνώρισε στην αιτιολογική σκέψη 88 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας ο εξαγωγικός φόρος ήταν μηδενικός. Ωστόσο, ακόμη και αν δεν εφαρμοζόταν κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας λόγω των ειδικών συνθηκών της αγοράς, ο εξαγωγικός φόρος συνιστά απόδειξη των εργαλείων τα οποία χρησιμοποιεί η κυβέρνηση της Ινδονησίας ώστε να εξαναγκάσει τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου να παρέχουν ακατέργαστο φοινικέλαιο έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό. Επιπλέον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο εξαγωγικός φόρος, αν και μηδενικός κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, δεν έχει καταργηθεί από την κυβέρνηση της Ινδονησίας. Η Επιτροπή παρατήρησε επίσης ότι, όπως αναλύθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 117 έως 121 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, δεν έχει αμφισβητηθεί ότι με τη χρήση του εξαγωγικού φόρου πρόθεση της κυβέρνησης της Ινδονησίας ήταν η διατήρηση των εγχώριων τιμών του ακατέργαστου φοινικέλαιου σε τεχνικά χαμηλό επίπεδο.

(114)

Όσον αφορά την εισφορά κατά την εξαγωγή, η Επιτροπή παρατήρησε ότι, παρότι στη νομοθεσία επιβολής της εισφοράς κατά την εξαγωγή δεν αναφέρεται ρητά ότι σκοπός της εν λόγω εισφοράς είναι η στήριξη του κλάδου παραγωγής βιοντίζελ μέσω της παροχής ακατέργαστου φοινικέλαιου σε χαμηλότερες τιμές, οι εισφορές κατά την εξαγωγή, οι οποίες καθίστανται μέρος του ταμείου OPPF, στηρίζουν de facto αποκλειστικά τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ μέσω των επιχορηγήσεων του ταμείου OPPF. Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η Επιτροπή μπόρεσε πράγματι να επαληθεύσει ότι, παρά την ευρύτερη επίσημη δικαιοδοσία, το ταμείο OPPF στήριζε σχεδόν αποκλειστικά τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας.

(115)

Επιπλέον, η θέσπιση της εισφοράς κατά την εξαγωγή, το 2015, από την κυβέρνηση της Ινδονησίας συνέπεσε με μια περίοδο κατά την οποία οι ινδονησιακές τιμές ακατέργαστου φοινικέλαιου ήταν σχεδόν πανομοιότυπες με τις διεθνείς τιμές. Εν προκειμένω, και όπως καταδείχθηκε ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 64 έως 68 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η εισφορά κατά την εξαγωγή δεν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη μεμονωμένα αλλά στο πλαίσιο μιας ευρύτερης δέσμης μέτρων με σκοπό τη στήριξη του κλάδου παραγωγής βιοντίζελ και τη ρύθμιση των εγχώριων τιμών ακατέργαστου φοινικέλαιου.

(116)

Επιπλέον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι, στην πράξη, η εισφορά κατά την εξαγωγή έχει επιτύχει τον επιδιωκόμενο στόχο της συμπίεσης των εγχώριων τιμών ακατέργαστου φοινικέλαιου. Στην ανάλυσή της, η Επιτροπή μπόρεσε καταρχήν να διαπιστώσει διαφορά μεταξύ των εγχώριων τιμών και των τιμών εξαγωγής ακατέργαστου φοινικέλαιου της Ινδονησίας. Η Επιτροπή έκρινε ότι αυτή η διαφορά τιμής μπορεί να εξηγηθεί από το γεγονός ότι η ίδια η επιβολή της εισφοράς κατά την εξαγωγή συμπίεσε τις εγχώριες τιμές με την τεχνητή παραμονή του ακατέργαστου φοινικέλαιου στη χώρα στις χαμηλές τιμές που καθορίστηκαν από την κυβέρνηση της Ινδονησίας και ακολουθήθηκαν de facto από τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου.

(117)

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν κατάργησε τον εξαγωγικό φόρο, αλλά απλώς καθόρισε μηδενικό συντελεστή, καταδεικνύει σαφώς ότι πρόθεσή της εξακολουθεί να είναι η διατήρηση των τιμών του ακατέργαστου φοινικέλαιου σε χαμηλά επίπεδα. Έχοντας θέσει σε εφαρμογή δύο μέσα που έχουν τον ίδιο αντίκτυπο στις εγχώριες τιμές ακατέργαστου φοινικέλαιου και έχοντας επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα, η κυβέρνηση της Ινδονησίας αποφάσισε επομένως ευλόγως να διατηρήσει ενεργό το μέσο με το ευρύτερο φάσμα επιθυμητών αποτελεσμάτων (δηλαδή διατήρηση των τιμών ακατέργαστου φοινικέλαιου σε χαμηλά επίπεδα και χρηματοδότηση του ταμείου OPPF), ήτοι την εισφορά κατά την εξαγωγή.

(118)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι το συνολικό σύστημα των περιορισμών επί των εξαγωγών, το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, έχει ως σκοπό να ωφελήσει τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ με τη διατήρηση των εγχώριων τιμών ακατέργαστου φοινικέλαιου σε τεχνητά χαμηλά επίπεδα (σε αντίθεση με μια απλή παράπλευρη επίπτωση ενός κυβερνητικού μέτρου είσπραξης δημοσίων εσόδων).

(119)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό βάσει του οποίου οι εγχώριες τιμές ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν καθορίζονται de facto από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, η Wilmar ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι το συμπέρασμα της Επιτροπής ήταν εσφαλμένο για τους εξής λόγους:

α)

οι προσφορές των ενδιαφερόμενων αγοραστών βασίζονται συνήθως στις τιμές στη διεθνή αγορά·

β)

η διαδικασία υποβολής προσφορών είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστική και η PTPN μπορεί να προβεί σε αναπροσφορά εάν η τιμή θεωρηθεί υπερβολικά χαμηλή·

γ)

δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν τον ισχυρισμό της Επιτροπής ότι η PTPN δεν ενεργεί ως ορθολογικός φορέας·

δ)

οι εγχώριοι προμηθευτές φοινικέλαιου, βάσει των αποτελεσμάτων των προσφορών, επιλέγουν αν θα πωλήσουν το ακατέργαστο φοινικέλαιό τους και σε ποιες τιμές·

ε)

το γεγονός ότι η PTPN πωλεί ακατέργαστο φοινικέλαιο μέσω δημόσιων προσκλήσεων υποβολής προσφορών την καθιστά αποδέκτη τιμών και όχι φορέα που καθορίζει τις τιμές.

(120)

Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό υπό α), η Επιτροπή υπενθύμισε ότι, όπως επισημαίνεται στις αιτιολογικές σκέψεις 91 έως 99 και 126 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή έπρεπε να βασιστεί στα διαθέσιμα στοιχεία λόγω της μη συνεργασίας των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου και της PTPN. Στις παρατηρήσεις τους επί του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού κανένας παραγωγός-εξαγωγέας δεν προσκόμισε στοιχεία σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνουν τις προσφορές τους για ακατέργαστο φοινικέλαιο, παρά μόνο αόριστους ισχυρισμούς ότι βασίζονται εν γένει στις «τιμές της διεθνούς αγοράς».

(121)

Ελλείψει επαληθεύσιμων στοιχείων που να αποδεικνύουν αυτή τη δήλωση, η Επιτροπή απέρριψε συνεπώς τον ισχυρισμό αυτό. Αντί να καθορίζουν ανεξάρτητα τις τιμές τους με βάση τις διεθνείς τιμές, οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου ακολουθούν τις τιμές ακατέργαστου φοινικέλαιου που καθορίζονται στην πραγματικότητα από την PTPN.

(122)

Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό υπό β), η Επιτροπή εξήγησε στην αιτιολογική σκέψη 133 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού ότι στην πραγματικότητα η PTPN δεν υποχρεούται να προβεί σε αντιπροσφορά υψηλότερης τιμής εάν οι ληφθείσες προσφορές είναι χαμηλότερες από την «εκτίμηση τιμής» για τη συγκεκριμένη ημέρα. Πράγματι, η Επιτροπή επιβεβαίωσε στο πλαίσιο του επιτόπιου ελέγχου ότι η PTPN αποδεχόταν σε τακτική βάση προσφορές που ήταν χαμηλότερες από την τιμή αυτή.

(123)

Η Επιτροπή παρατήρησε επιπλέον ότι, όπως εξηγείται στο τμήμα 3.3.2 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, εφάρμοσε τις διατάξεις του άρθρου 28 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού καθώς η PTPN δεν απάντησε στο προσάρτημα Β του ερωτηματολογίου κατά των επιδοτήσεων (ερωτηματολόγιο για τους προμηθευτές φοινικέλαιου) το οποίο απευθυνόταν σε όλους τους παραγωγούς και διανομείς φοινικέλαιου. Επιπλέον, στο πλαίσιο του επιτόπιου ελέγχου στα γραφεία της κυβέρνησης της Ινδονησίας, η PTPN δεν εξήγησε τον τρόπο με τον οποίο καθορίζει την ημερήσια «εκτίμηση τιμής» για το ακατέργαστο φοινικέλαιο. Αντ’ αυτού, η PTPN εξήγησε αορίστως ότι ο τρόπος αυτός βασίζεται σε διεθνείς δείκτες αναφοράς χωρίς να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες.

(124)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η «εκτίμηση τιμής» αντικατοπτρίζει μια τιμή της αγοράς που προκύπτει από μια ανταγωνιστική διαδικασία υποβολής προσφορών. Αντιθέτως, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η εγχώρια τιμή του ακατέργαστου φοινικέλαιου είναι χαμηλότερη από οποιονδήποτε από τους επικαλούμενους διεθνείς δείκτες αναφοράς (συμπεριλαμβανομένης της τιμής εξαγωγής της Ινδονησίας), οι οποίοι αποτελούσαν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς, τη βάση των τιμών της PTPN.

(125)

Σε σχέση με τον ισχυρισμό υπό γ), η Επιτροπή παρατήρησε ότι όσον αφορά την PTPN, δεν απάντησε στο προαναφερόμενο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εφάρμοσε τα στοιχεία που είχε στη διάθεσή της. Στο πλαίσιο του ελέγχου της κυβέρνησης της Ινδονησίας, η PTPN υπέβαλε αντίγραφο των ελεγμένων λογαριασμών της για το 2016 και το 2017. Από τους εν λόγω λογαριασμούς προέκυψε ότι η PTPN κατέγραφε ζημίες. Σε μεταγενέστερο στάδιο και μάλιστα μετά την παρέλευση της προθεσμίας για την υποβολή παρατηρήσεων επί της επιστολής με την οποία ανακοινωνόταν ότι η Επιτροπή θα εφάρμοζε τα διαθέσιμα στοιχεία, η PTPN προσκόμισε συμπληρωματικές πληροφορίες. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε ότι οι συμπληρωματικές αυτές πληροφορίες θα έπρεπε να αλλάξουν την εκτίμηση της Επιτροπής. Η Επιτροπή επισήμανε ότι οι πληροφορίες παρασχέθηκαν με μεγάλη καθυστέρηση και πολύ μετά την παρέλευση των προθεσμιών. Η PTPN δεν υπέβαλε ελεγμένους λογαριασμούς για το έτος 2018. Όσον αφορά την τελευταία περίοδο, η Επιτροπή έλαβε ως εκ τούτου ελεγμένους λογαριασμούς μόνο για ένα τρίμηνο της περιόδου έρευνας (τελευταίο τρίμηνο του 2017). Από τους ελεγμένους λογαριασμούς που έλαβε η Επιτροπή προέκυψε ότι η PTPN κατέγραφε ζημίες. Οι καθυστερημένες πληροφορίες που υποβλήθηκαν από την κυβέρνηση της Ινδονησίας σχετικά με την περίοδο από το 2016 έως την περίοδο έρευνας (ειδικότερα ένας πίνακας Excel) επιχειρούν να αποδείξουν ότι οι δραστηριότητες ακατέργαστου φοινικέλαιου της PTPN (που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων της) ήταν επικερδείς και ότι η εταιρεία κατέγραφε το ίδιο κέρδος στις εγχώριες και τις εξαγωγικές πωλήσεις της. Ωστόσο, οι πληροφορίες αυτές δεν υποστηρίζονταν από ελεγμένους λογαριασμούς. Αντιθέτως, οι πληροφορίες που παρασχέθηκαν βάσει ελεγμένων λογαριασμών επιβεβαίωναν ότι η PTPN δεν κατέγραφε κέρδη κατά την πώληση του ακατέργαστου φοινικέλαιού της, με αποτέλεσμα να μην ενεργεί όπως θα ενεργούσε ένας ορθολογικός οικονομικός φορέας. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή επισήμανε ότι οι πληροφορίες που υποβλήθηκαν σε τόσο προχωρημένο στάδιο (ακόμη και μετά τις παρατηρήσεις επί του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού) δεν μπορούν να γίνουν δεκτές γιατί δεν μπορούν να επαληθευτούν. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

(126)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό υπό δ), η κυβέρνηση της Ινδονησίας και οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν επίσης ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η συμπεριφορά των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν ήταν ορθολογική, δεδομένου ότι οι δραστηριότητές τους ήταν επικερδείς. Ο ισχυρισμός αυτός αφορά τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου που απάντησαν στο ερωτηματολόγιο της Επιτροπής, καθώς και την PTPN (15).

(127)

Η Επιτροπή έκρινε ότι η έννοια της μη ορθολογικής συμπεριφοράς δεν περιορίζεται στην άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας με ζημία αλλά περιλαμβάνει επίσης ενέργειες που θέτουν μια επιχειρηματική δραστηριότητα σε λιγότερο πλεονεκτική (λιγότερο επικερδή) θέση. Η Επιτροπή διαπίστωσε την ύπαρξη σαφούς διαφοράς τιμής μεταξύ των εγχώριων τιμών και των τιμών εξαγωγής ακατέργαστου φοινικέλαιου στην Ινδονησία, με αποτέλεσμα, εάν δεν υπήρχε η εισφορά κατά την εξαγωγή, η πώληση προς εξαγωγή να ήταν πιο επικερδής για τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου.

(128)

Επιπλέον, η διαπίστωση ότι το σύστημα περιορισμών στις εξαγωγές, το οποίο έχει θέσει σε εφαρμογή η κυβέρνηση της Ινδονησίας, αποτρέπει ουσιαστικά τους εγχώριους παραγωγούς ακατέργαστου φοινικέλαιου από το να ενεργούν ορθολογικά επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι οι εξαγωγές αναμένεται να αυξηθούν ως αποτέλεσμα της κατάργησης της εισφοράς κατά την εξαγωγή. Εν προκειμένω, σε πρόσφατο άρθρο στον Τύπο επισημαίνονταν τα εξής: «Η Ένωση Φοινικέλαιου Ινδονησίας, ή GAPKI, προέβλεψε ότι οι εξαγωγές ακατέργαστου φοινικέλαιου της χώρας μπορεί να σημειώσουν αλματώδη αύξηση της τάξης του 10 % έως 15 % μετά τη μείωση της εισφοράς κατά την εξαγωγή σε μηδέν, έναντι 50 USD ανά τόνο προηγουμένως, σύμφωνα με δηλώσεις του γενικού γραμματέα Togar Sitanggang. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του κ. Sitanggang, οι μηνιαίες εξαγωγές ακατέργαστου φοινικέλαιου της Ινδονησίας έχουν ήδη αυξηθεί σε 800000 με 900000 τόνους, έναντι 700000 τόνων κατά μέσο όρο προηγουμένως. « Δεν θα αποτελέσει έκπληξη αν οι μηνιαίες εξαγωγές ακατέργαστου φοινικέλαιου ανέλθουν σε ένα εκατομμύριο τόνους εάν παραμείνει η μηδενική εισφορά κατά την εξαγωγή » , πρόσθεσε. Η Ινδονησία έχει ήδη εξαγάγει 6 εκατομμύρια τόνους ακατέργαστου φοινικέλαιου αυτό το έτος, περίπου το ένα πέμπτο των συνολικών μέχρι σήμερα εξαγωγών ακατέργαστου φοινικέλαιου και άλλων παραγώγων φοινικέλαιου, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της GAPKI» (16).

(129)

Ένα ακόμη άρθρο στον Τύπο επαληθεύει περαιτέρω τη διαπίστωση ότι η είσπραξη της εισφοράς κατά την εξαγωγή έχει ως αποτέλεσμα να αναγκάζονται οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου να πωλούν στην εγχώρια αγορά αντί να πωλούν για μεγαλύτερο κέρδος στην εξαγωγική αγορά. Στο εν λόγω άρθρο, ανεξάρτητη αναλύτρια διαπίστωσε ότι «τα νέα αυτά (δηλαδή ο μηδενισμός της εισφοράς κατά την εξαγωγή) είναι θετικά για τους ανάντη καλλιεργητές με έκθεση στην Ινδονησία, καθώς η αναθεώρηση των συντελεστών της εισφοράς κατά την εξαγωγή θα μπορούσε να συμβάλει στη στήριξη των τιμών ακατέργαστου φοινικέλαιου στα τρέχοντα επίπεδά τους. Ωστόσο, η κ. Ng δεν αναμένει καθαρό κέρδος για τους καλλιεργητές στις προβλέψεις για το οικονομικό έτος 2019-2020 – και προειδοποιεί ότι τα νέα είναι αρνητικά για τους Ινδονήσιους κατάντη μεταποιητές διότι η αναθεωρημένη εισφορά σε χαμηλότερες τιμές ακατέργαστου φοινικέλαιου θα περιορίσει το πλεονέκτημα περιθωρίου, το οποίο συνίσταται επί του παρόντος στη διαφορά τιμών μεταξύ του ακατέργαστου φοινικέλαιου και των μεταποιημένων προϊόντων φοινικέλαιου. « Εμμένουμε στην άποψή μας ότι η κατάργηση της εισφοράς κατά την εξαγωγή θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα των Ινδονήσιων εξαγωγέων προϊόντων φοινικέλαιου διότι θα εξοικονομήσουν εξαγωγικό φόρο μεταξύ 20 και 50 USD ανά τόνο όταν η τιμή του ακατέργαστου φοινικέλαιου είναι χαμηλότερη από 570 USD ανά τόνο. Η εξοικονόμηση ενδέχεται να επιστραφεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της στους Ινδονήσιους γεωργούς μέσω υψηλότερων εγχώριων τιμών για το ακατέργαστο φοινικέλαιο »» (17).

(130)

Το τελευταίο αυτό άρθρο στον Τύπο επιβεβαιώνει επίσης τη διαπίστωση ότι επιτεύχθηκε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα της εισφοράς κατά την εξαγωγή, ήτοι η συμπίεση των εγχώριων τιμών ακατέργαστου φοινικέλαιου. Το γεγονός ότι πραγματοποιούνται ορισμένες εξαγωγές ακατέργαστου φοινικέλαιου από την Ινδονησία δεν σημαίνει ότι τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση της Ινδονησίας για τη διατήρηση του ακατέργαστου φοινικέλαιου εντός της Ινδονησίας δεν ανάγκασαν τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου να ακολουθήσουν μη ορθολογική οικονομική συμπεριφορά. Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή απέρριψε, επομένως, αυτούς τους ισχυρισμούς.

(131)

Τέλος, όσον αφορά τον ισχυρισμό υπό ε), η Επιτροπή παρατήρησε ότι προκειμένου να στηρίξει το επιχείρημά της βάσει του οποίου η PTPN ενεργεί ως αποδέκτης τιμών, η Wilmar παραθέτει μόνο ένα μέρος της αιτιολογικής σκέψης 146 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Στο πλαίσιο αυτό, η Wilmar ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή κατέληξε σε ένα συμπέρασμα το οποίο στην πραγματικότητα ερχόταν σε αντίφαση με το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε στην εν λόγω αιτιολογική σκέψη. Ειδικότερα, αφού ανέφερε ότι, «[ε]πίσης, από την έρευνα προέκυψε ότι η αγορά ευνοεί σημαντικά τους αγοραστές ακατέργαστου φοινικέλαιου από άποψη διαπραγματευτικής ισχύος», όπως ορθά παρέθεσε η Wilmar, η Επιτροπή εξήγησε περαιτέρω ότι «[…]. Στο πλαίσιο αυτό, κάθε αγοραστής θα διαθέτει σημαντικό βαθμό αγοραστικής δύναμης, με την οποία θα μπορεί να αντιστέκεται σε τυχόν απόπειρες του προμηθευτή του να ζητήσει τιμή υψηλότερη από εκείνη που έχει ρυθμίσει η κυβέρνηση της Ινδονησίας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κοινοποιώντας με διαφάνεια τις ημερήσιες τιμές ακατέργαστου φοινικέλαιου, η κυβέρνηση της Ινδονησίας, μέσω της PTPN, καθορίζει στην πράξη τις μέγιστες ημερήσιες τιμές ακατέργαστου φοινικέλαιου στην Ινδονησία». Ως εκ τούτου, στην αιτιολογική σκέψη 146 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού συνάχθηκε αντίθετο συμπέρασμα από αυτό που ισχυρίστηκε η Wilmar. Η PTPN ενεργεί στην πραγματικότητα ως φορέας που καθορίζει τις τιμές του ακατέργαστου φοινικέλαιου στην αγορά καθώς οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου ακολουθούν de facto την τιμή αυτή, παρά τη διάρθρωση της αγοράς (η οποία δείχνει καταρχήν ότι οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου έχουν σημαντική διαπραγματευτική ισχύ η οποία δεν χρησιμοποιείται σε βάρος των αγοραστών).

(132)

Πέραν του παραπάνω πραγματικού σφάλματος, η Επιτροπή επισήμανε επιπλέον το γεγονός ότι η παρατήρηση της Wilmar δεν υποστηρίζεται από κανένα πραγματικό στοιχείο. Ελλείψει νέων πραγματικών στοιχείων, η Επιτροπή απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό.

(133)

Η Wilmar ισχυρίστηκε επιπλέον ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας αναγκάζει τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου να παρέχουν ακατέργαστο φοινικέλαιο έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό.

(134)

Η Επιτροπή παρατήρησε ότι η Wilmar δεν προσκόμισε στοιχεία που να στηρίζουν τον ισχυρισμό ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Εν προκειμένω, η Επιτροπή υπενθυμίζει τον ισχυρισμό που διατύπωσε το EBB σχετικά με τον περιορισμένο αριθμό απαντήσεων που έδωσαν οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου στο ερωτηματολόγιο. Λόγω της μη συνεργασίας των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου και με βάση τα στοιχεία που περιέχονται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή έκρινε ότι υπάρχουν σημαντικά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι στους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου ανατέθηκε ή δόθηκε εντολή από την κυβέρνηση της Ινδονησίας να παρέχουν ακατέργαστο φοινικέλαιο έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό με σκοπό την επίτευξη των στόχων πολιτικής της κυβέρνησης της Ινδονησίας για τη στήριξη της ανάπτυξης του κλάδου παραγωγής βιοντίζελ.

(135)

Επιπλέον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο ισχυρισμός της Wilmar αντιβαίνει στη μη αμφισβητούμενη πραγματική διαπίστωση ότι σχεδόν όλες οι εγχώριες αγορές ακατέργαστου φοινικέλαιου στην Ινδονησία πραγματοποιούνται στις ημερήσιες τιμές της PTPN, προσαρμοσμένες στο κόστος μεταφοράς που αναλύεται στην αιτιολογική σκέψη 168 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Εάν ο ισχυρισμός της Wilmar είναι ορθός και οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου ενεργούν εντελώς ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εντολή της κυβέρνησης, η τέλεια αυτή εναρμόνιση των τιμών του ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν θα μπορούσε να εξηγηθεί σε μια αγορά που είναι κατακερματισμένη.

(136)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό.

(137)

Η Wilmar ισχυρίστηκε επιπλέον ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε την ύπαρξη ανάθεσης ή εντολής προς τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου για την παροχή ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό. Ο ισχυρισμός της Wilmar βασίζεται ουσιαστικά στο γεγονός ότι 1) η PTPN δεν καθορίζει τις τιμές και, συνεπώς, το ακατέργαστο φοινικέλαιο δεν παρέχεται έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό και 2) οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν αποτρέπονται από το να πραγματοποιούν πωλήσεις στην εξαγωγική αγορά.

(138)

Η Επιτροπή εξέτασε ήδη τα σημεία αυτά και τα απέρριψε στις αιτιολογικές σκέψεις 127 έως 135. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι ο ισχυρισμός της Wilmar βασίζεται σε εσφαλμένα γεγονότα και δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Από τα διαθέσιμα στοιχεία στην παρούσα έρευνα προέκυψε ότι η PTPN ενεργεί ως φορέας που καθορίζει τις τιμές για το ακατέργαστο φοινικέλαιο στην αγορά και ότι η ικανότητα των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου να εξάγουν ακατέργαστο φοινικέλαιο υπονομεύεται από τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση της Ινδονησίας.

(139)

Παρόμοιοι ισχυρισμοί διατυπώθηκαν από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, την PT Intibenua Perkasatama και την PT Musim Mas («όμιλος Musim Mas») και την Permata. Στις παρατηρήσεις της, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε ότι οι τιμές του ακατέργαστου φοινικέλαιου καθορίζονται από δυνάμεις της αγοράς και ότι οι αγοραστές διαμορφώνουν συνήθως τις εκτιμήσεις τιμών τους βάσει των τιμών της διεθνούς αγοράς.

(140)

Η Επιτροπή εξέτασε ήδη παρόμοια επιχειρήματα στις αιτιολογικές σκέψεις 62 έως 96 και έκρινε ότι δεν μπορούν να γίνουν δεκτά. Το ίδιο συμπέρασμα ισχύει για τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης της Ινδονησίας. Η Επιτροπή παρατήρησε εκ νέου ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν προσκόμισε νέα αποδεικτικά στοιχεία προς επίρρωση του ισχυρισμού της.

(141)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι υπάρχει σχέση που δύναται να αποδειχθεί μεταξύ της συμπεριφοράς των παραγωγών ακατέργαστου φοινικέλαιου και των μέτρων της κυβέρνησης της Ινδονησίας. Εν προκειμένω, η Επιτροπή επισήμανε εκ νέου το συμπέρασμα που διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη 168 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, το οποίο υπενθυμίζεται στην αιτιολογική σκέψη 137. Κατά την άποψη της Επιτροπής, το γεγονός ότι όλοι οι ανεξάρτητοι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου ακολουθούν σχεδόν πάντα τις τιμές της PTPN αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη της ύπαρξης αυτής της σύνδεσης (πολύ περισσότερο σε μια αγορά που είναι κατακερματισμένη όσον αφορά τον αριθμό των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου καθώς και από γεωγραφική άποψη/μεγάλος αριθμός νησιών). Και ακόμη περισσότερο στο πλαίσιο μιας κατάστασης στην οποία οι εγχώριες τιμές του ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν αντικατοπτρίζουν μια τιμή της αγοράς που θα ήταν μη στρεβλωμένη εάν δεν εφαρμόζονταν τα στοχευμένα μέτρα της κυβέρνησης της Ινδονησίας.

(142)

Στις παρατηρήσεις της η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε επίσης ότι η Επιτροπή ανέθεσε στην κυβέρνηση της Ινδονησίας και στους ανεξάρτητους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου να παράσχουν λεπτομερείς πληροφορίες αλλά δεν επαλήθευσε αυτές τις πληροφορίες. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε περαιτέρω ότι η Επιτροπή παρέβλεψε εντελώς τις πληροφορίες αυτές κατά την εξαγωγή των συμπερασμάτων της. Τέλος, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε εν προκειμένω ότι η Επιτροπή εφάρμοσε το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού στην κυβέρνηση της Ινδονησίας διότι δεν επιδίωξε την εξασφάλιση περισσότερων τέτοιων απαντήσεων και δεν έλαβε περισσότερες πληροφορίες από την PTPN.

(143)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή έκρινε ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι αντικειμενικά εσφαλμένος. Η Επιτροπή ανέλυσε όλες τις απαντήσεις που έλαβε από τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου. Ωστόσο, η Επιτροπή επισήμανε ότι, παρά τις υπενθυμίσεις που εστάλησαν, όλοι εκτός από έναν ανεξάρτητο προμηθευτή ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν υπέβαλαν μη εμπιστευτική έκδοση των απαντήσεών τους. Βάσει του άρθρου 29 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί να μην λάβει υπόψη παρασχεθείσες πληροφορίες για τις οποίες δεν παρασχέθηκε κατάλληλη περίληψη από τον υποβάλλοντα. Επιπλέον, η συντριπτική πλειονότητα των απαντήσεων ήταν ελλιπείς και πολλές εξ αυτών δεν περιείχαν πληροφορίες σχετικά με την κερδοφορία. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν μπορούσε να εξαγάγει κανένα συμπέρασμα από αυτές τις απαντήσεις. Πράγματι, η μη συνεργασία της κυβέρνησης της Ινδονησίας καθώς και των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου ήταν μια περαιτέρω ένδειξη ότι οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου ενεργούν σύμφωνα με την εντολή της κυβέρνησης της Ινδονησίας προς στήριξη των παραγωγών βιοντίζελ.

(144)

Ομοίως, ο ισχυρισμός της κυβέρνησης της Ινδονησίας, βάσει του οποίου η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη την απάντηση της PTPN, δεν είναι αιτιολογημένος. Όπως εξηγείται ανωτέρω, η Επιτροπή ζήτησε επανειλημμένα αλλά ανεπιτυχώς τη συνεργασία της PTPN. Όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 29 και 30 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η PTPN, η οποία ανήκει εξολοκλήρου στην κυβέρνηση της Ινδονησίας, δεν απάντησε στο προσάρτημα Β του ερωτηματολογίου της κυβέρνησης της Ινδονησίας εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Επομένως, η Επιτροπή απέστειλε επιστολή σύμφωνα με το άρθρο 28 προς την κυβέρνηση της Ινδονησίας, η οποία περιοριζόταν στις συγκεκριμένες πληροφορίες που δεν υποβλήθηκαν. Όπως επισημαίνεται στην αιτιολογική σκέψη 98 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η κυβέρνηση της Ινδονησίας υπέβαλε απάντηση στο προσάρτημα Β για την PTPN στις 30 Ιουνίου 2019, δηλαδή πολύ μετά την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής των εν λόγω πληροφοριών (14 Μαρτίου 2019) και μετά τον επιτόπιο έλεγχο στα γραφεία της κυβέρνησης της Ινδονησίας. Επομένως, οι παρατηρήσεις υποβλήθηκαν πολύ μετά την παρέλευση της προθεσμίας, δεν ήταν επαληθεύσιμες και η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν επέδειξε κάθε δυνατή επιμέλεια σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή χρησιμοποίησε όλα τα στοιχεία που παρασχέθηκαν από την PTPN και τα οποία κατέστη δυνατό να επαληθευτούν. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αξιολόγησε ορθά τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν από την PTPN μαζί με τα άλλα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με την αγορά του ακατέργαστου φοινικέλαιου στην Ινδονησία.

(145)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας, ο όμιλος Permata και η Wilmar ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή έσφαλε κατά τη διαπίστωση της ύπαρξης ανάθεσης ή εντολής για τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου για τους εξής λόγους:

α)

σκοπός των περιορισμών στις εξαγωγές δεν είναι να στηρίξουν τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ και τυχόν αντίκτυπος στις τιμές αποτελεί απλώς παράπλευρη επίπτωση των μέτρων·

β)

η PTPN καθορίζει τις τιμές της μέσω διαγωνισμών και έχει κερδοφορία·

γ)

η εναρμόνιση των τιμών των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου με την PTPN δεν δείχνει ανάθεση ή εντολή·

δ)

οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου είναι ορθολογικοί φορείς στην αγορά και η Επιτροπή δεν προέβη σε επαλήθευση των απαντήσεών τους· και

ε)

η Επιτροπή δεν απέδειξε ότι υπάρχει σχέση που δύναται να αποδειχθεί μεταξύ της ενέργειας της κυβέρνησης της Ινδονησίας, μέσω της PTPN, και της ενέργειας των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, το περιορισμένο μερίδιο αγοράς της PTPN δεν θα της επέτρεπε να καθορίζει τις τιμές της αγοράς.

(146)

Η Επιτροπή παρατήρησε καταρχάς ότι η εισφορά κατά την εξαγωγή αποσκοπεί αποκλειστικά στη στήριξη του ταμείου OPPF και ότι σκοπός του ταμείου OPPF είναι η στήριξη του κλάδου παραγωγής φοινικέλαιου εν γένει, αλλά, όπως εξηγείται στις αιτιολογικές σκέψεις 76 και 77 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, το εν λόγω ταμείο στηρίζει de facto μόνο τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ. Επιπλέον, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η στήριξη της κυβέρνησης της Ινδονησίας προς τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ επιτυγχάνεται επίσης με την παροχή ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό. Ο στόχος αυτός επιτυγχάνεται με το συνδυαστικό αποτέλεσμα διαφόρων μέτρων, συμπεριλαμβανομένης της εισφοράς κατά την εξαγωγή.

(147)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επιβολή της εισφοράς κατά την εξαγωγή έχει, από την έναρξη εφαρμογής της, δύο διαφορετικούς στόχους: τη χρηματοδότηση του ταμείου OPPF και τη συμπίεση των εγχώριων τιμών αποτελώντας μέρος μιας δέσμης μέτρων. Κατά την άποψη της Επιτροπής, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επιδίωξε σκόπιμα (και κατόρθωσε) να εξασφαλίσει το συγκεκριμένο αποτέλεσμα στην αγορά και αυτό δεν συνιστά απλή παράπλευρη επίπτωση μιας κυβερνητικής πολιτικής.

(148)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η PTPN καθορίζει τις τιμές της μέσω διαγωνισμών και ότι, συνεπώς, αυτό το αποτέλεσμα θα έπρεπε να θεωρηθεί τιμή της αγοράς, η Επιτροπή επαναλαμβάνει ότι, όπως επισημαίνεται στις αιτιολογικές σκέψεις 91 έως 99 και 126 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή έπρεπε να βασιστεί στα διαθέσιμα στοιχεία λόγω της μη συνεργασίας των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου και της PTPN. Στις παρατηρήσεις τους επί του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού κανένας παραγωγός-εξαγωγέας δεν προσκόμισε στοιχεία σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνουν τις προσφορές τους για ακατέργαστο φοινικέλαιο, παρά μόνο αόριστους ισχυρισμούς ότι βασίζονται εν γένει στις «τιμές της διεθνούς αγοράς». Ωστόσο, δεν υπήρχαν διαθέσιμα άμεσα αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου καθορίζουν τις τιμές τους· αντιθέτως, τα γεγονότα καταδεικνύουν εναρμόνιση των τιμών με την τιμή που καθορίζεται από την PTPN.

(149)

Εν προκειμένω, στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η Wilmar επισήμανε ότι οι υπηρεσίες της Επιτροπής ρώτησαν κατά τη διάρκεια του επιτόπιου ελέγχου στις εγκαταστάσεις της με ποιον τρόπο καταλήγει σε απόφαση σχετικά με την τιμή που θα προσφέρει σε κάθε πρόσκληση υποβολής προσφορών της PTPN. Η Wilmar εξήγησε περαιτέρω ότι από τη μετέπειτα έκθεση αποστολής δεν προκύπτει έλλειψη πληροφοριών. Εν προκειμένω, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η Wilmar δεν αμφισβητεί ότι οι πληροφορίες τις οποίες είχε παράσχει στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν ιδιαίτερα ασαφείς. Επιπλέον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η Wilmar δεν θεώρησε σκόπιμο να παράσχει λεπτομερέστερη εξήγηση σχετικά με τον μηχανισμό αυτό σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο στάδιο της έρευνας, παρά τις επανειλημμένες σχετικές αναφορές της Επιτροπής.

(150)

Ελλείψει επαληθεύσιμων στοιχείων που να αποδεικνύουν αυτή τη δήλωση, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό. Αντί να καθορίζουν ανεξάρτητα τις τιμές τους με βάση τις διεθνείς τιμές, οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου ακολουθούν τις τιμές ακατέργαστου φοινικέλαιου που καθορίζονται στην πραγματικότητα από την PTPN.

(151)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η PTPN είναι κερδοφόρα, η Επιτροπή παρατήρησε ότι, επιπλέον των όσων ήδη εξηγήθηκαν στις αιτιολογικές σκέψεις 125 και 144, η κυβέρνηση της Ινδονησίας υπέβαλε καθυστερημένα ελεγμένους λογαριασμούς της PTPN για το 2018 μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων. Ωστόσο, λήφθηκε μετάφραση μόνο για μέρος των λογαριασμών αυτών. Από τους λογαριασμούς του 2018 φαίνεται να προκύπτει ότι η PTPN σημείωσε κερδοφορία το 2018. Ωστόσο, η Επιτροπή δεν μπορούσε να αξιολογήσει το στοιχείο αυτό διότι βασικά μέρη των λογαριασμών δεν ήταν μεταφρασμένα και διότι οι λογαριασμοί αυτοί κάλυπταν όλα τα προϊόντα και όχι μόνο τα έσοδα από τις πωλήσεις ακατέργαστου φοινικέλαιου. Επιπλέον, όπως εξηγείται ανωτέρω, τα δεδομένα τόσο για τις πωλήσεις ακατέργαστου φοινικέλαιου όσο και για την εταιρεία στο σύνολό της υποβλήθηκαν με καθυστέρηση και, συνεπώς, δεν ήταν δυνατό να επαληθευτούν. Τούτο προστίθεται στο γεγονός ότι η PTPN δεν συνεργάστηκε στο πλαίσιο της έρευνας. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ακρίβεια του διατυπωθέντος ισχυρισμού δεν μπορούσε να αξιολογηθεί και έπρεπε να απορριφθεί. Όσον αφορά τον ανωτέρω ισχυρισμό υπό β), η Επιτροπή εξήγησε στην αιτιολογική σκέψη 133 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού ότι στην πραγματικότητα η PTPN δεν υποχρεούται να προβεί σε αναπροσφορά υψηλότερης τιμής εάν οι ληφθείσες προσφορές είναι χαμηλότερες από την «εκτίμηση τιμής» για τη συγκεκριμένη ημέρα. Πράγματι, η Επιτροπή επιβεβαίωσε στο πλαίσιο του επιτόπιου ελέγχου ότι η PTPN αποδεχόταν σε τακτική βάση προσφορές που ήταν χαμηλότερες από την τιμή αυτή. Επιπλέον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας μπορεί να επηρεάσει και επηρεάζει τις αποφάσεις της PTPN όσον αφορά την τιμολογιακή πολιτική της (18).

(152)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η εναρμόνιση των τιμών των προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου με τις καθημερινές τιμές της PTPN αποτελεί ένδειξη του γεγονότος ότι η αγορά δεν είναι στρεβλωμένη και όχι ένδειξη ανάθεσης ή εντολής, η Επιτροπή παρατήρησε ότι όλοι οι ανεξάρτητοι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου πρόσφεραν τιμές που είναι ίδιες ή χαμηλότερες σε σύγκριση με την τιμή της PTPN τη συγκεκριμένη ημέρα. Κατά την άποψη της Επιτροπής, αυτό δεν μπορεί να αποτελεί ένδειξη μιας μη στρεβλωμένης δυναμικής της αγοράς: δεν μπορεί να υποστηριχθεί ευλόγως ότι σε μια ανταγωνιστική αγορά όλοι οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν θα πωλούσαν σε τιμή υψηλότερη από αυτή την οποία ορίζει ένας ανταγωνιστής (εκτός εάν ο ανταγωνιστής ορίζει στην πραγματικότητα τη μέγιστη τιμή για το συγκεκριμένο αγαθό στην αγορά και η κυβέρνηση δίνει εντολή ή αναγκάζει όλους τους άλλους παράγοντες να τηρούν το ανώτατο αυτό όριο).

(153)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό της κυβέρνησης της Ινδονησίας ότι οι παραγωγοί ακατέργαστου φοινικέλαιου είναι ορθολογικοί φορείς της αγοράς καθώς το 70 % του ακατέργαστου φοινικέλαιου εξάγεται, η Επιτροπή παρατήρησε ότι, σύμφωνα με δημόσιες πηγές, η εγχώρια κατανάλωση ακατέργαστου φοινικέλαιου ανέρχεται στο 30 % της παραγωγής (19). Αυτό σημαίνει ότι οι παραγωγοί ακατέργαστου φοινικέλαιου καλύπτουν πλήρως την εγχώρια ζήτηση και, αφού καλύψουν τη ζήτηση αυτή, καταφεύγουν στην εξαγωγή. Συνεπώς, το γεγονός ότι το 70 % της παραγωγής ακατέργαστου φοινικέλαιου εξάγεται δεν έρχεται σε αντίφαση με τη διαπίστωση ότι οι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου στερούνται ορθολογικής επιλογής, ακριβώς το αντίθετο. Εάν οι Ινδονήσιοι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου συμπεριφέρονταν ορθολογικά, δεν θα κάλυπταν την εγχώρια ζήτηση και θα εξήγαγαν το σύνολο, ή σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό, της παραγωγής τους προς χώρες στις οποίες θα μπορούσαν να επιτύχουν μεγαλύτερο κέρδος. Αυτά τα δυνητικά επιπλέον κέρδη από τις εξαγωγές περιορίζονται από τους περιορισμούς τους οποίους επιβάλλει η κυβέρνηση της Ινδονησίας στις εξαγωγές προκειμένου να εξαναγκάσει τους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου να πωλούν σε εγχώριο επίπεδο και να καλύπτουν τις τοπικές ανάγκες. Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι καλύπτεται το σύνολο της εγχώριας ζήτησης καταδεικνύει αντιθέτως ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας πέτυχε τον στόχο της για εφοδιασμό της εγχώριας αγοράς σε τιμές ευνοϊκές για τους παραγωγούς βιοντίζελ.

(154)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η Wilmar ισχυρίστηκε επιπλέον ότι το γεγονός ότι, μετά τον καθορισμό μηδενικού συντελεστή για την εισφορά κατά την εξαγωγή, το μερίδιο εξαγωγών του ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν αυξήθηκε αποδεικνύει ότι ήταν εσφαλμένο το συμπέρασμα της Επιτροπής σύμφωνα με το οποίο η εισφορά κατά την εξαγωγή αποσκοπεί στην παραμονή του ακατέργαστου φοινικέλαιου στη χώρα και στη συμπίεση της τιμής του.

(155)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή παρατήρησε ότι από τα στοιχεία που υπέβαλε η Wilmar προέκυψε ότι η εγχώρια κατανάλωση αυξήθηκε και ότι, συνεπώς, εξασφάλισε μεγαλύτερο ποσοστό στη συνολική παραγωγή ακατέργαστου φοινικέλαιου. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να λειτουργήσει προς επίρρωση του ισχυρισμού της Wilmar εάν η κυβέρνηση της Ινδονησίας είχε εκφράσει την πρόθεση να καταργήσει το σύστημα των περιορισμών στις εξαγωγές. Ωστόσο, όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 108, πρόθεση της κυβέρνησης της Ινδονησίας δεν είναι να καταργήσει τον μηχανισμό περιορισμών στις εξαγωγές. Αντιθέτως, είναι σαφές ότι ο συντελεστής του συστήματος περιορισμών στις εξαγωγές είναι μηδενικός απλώς και μόνο ως αντίδραση σε εξωτερικούς παράγοντες, όπως η παγκόσμια πτώση των τιμών φοινικέλαιου. Όλοι οι Ινδονήσιοι παραγωγοί γνωρίζουν καλά ότι το επίπεδο αυτό είναι μόνο προσωρινό και, συνεπώς, εξακολουθούν να προτιμούν να καλύπτουν πρώτα την εγχώρια ζήτηση.

(156)

Η Wilmar παρέσχε επίσης στην απάντησή της πληροφορίες σχετικά με τις τιμές, υποστηρίζοντας ότι από την επιβολή μηδενικού συντελεστή στην εισφορά κατά την εξαγωγή οι εγχώριες τιμές του ακατέργαστου φοινικέλαιου δεν αυξήθηκαν σημαντικά. Η Επιτροπή ανέλυσε τις πληροφορίες αυτές και παρατήρησε ότι δεν μπορούσε να προσδιορίσει την πηγή των στοιχείων που χρησιμοποίησε η Wilmar· ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν μπορούσε να επαληθεύσει ούτε να αξιολογήσει την ακρίβειά τους. Ωστόσο, η Επιτροπή, στηριζόμενη σε αυτά τα στοιχεία, παρατήρησε ότι, παρά τον προσωρινό χαρακτήρα του γεγονότος ότι ο συντελεστής της εισφοράς κατά την εξαγωγή είναι μηδενικός, καταδεικνύεται εναρμόνιση της εγχώριας τιμής με τις τιμές εξαγωγής. Ειδικότερα, παρότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας η μέση διαφορά μεταξύ των δύο τιμών ανερχόταν σε περίπου 50 USD/τόνο, από τα στοιχεία που παρέσχε η Wilmar προέκυψε ότι οι εγχώριες τιμές έχουν προσεγγίσει τις τιμές εξαγωγής, με τη διαφορά να ανέρχεται πλέον σε κάτω από 20 USD/τόνο. Το γεγονός ότι οι εγχώριες τιμές δεν αυξήθηκαν σημαντικά σε απόλυτους όρους οφείλεται απλώς στην πτώση των τιμών παγκοσμίως.

(157)

Κατά την άποψη της Επιτροπής, αυτό τεκμηριώνει τη διαπίστωσή της ότι το σύστημα περιορισμών στις εξαγωγές έχει σχεδιαστεί, μεταξύ άλλων και μαζί με άλλα μέτρα, με σκοπό τη συμπίεση των εγχώριων τιμών του ακατέργαστου φοινικέλαιου.

(158)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό της κυβέρνησης της Ινδονησίας ότι η Επιτροπή δεν επαλήθευσε τις απαντήσεις των ανεξάρτητων προμηθευτών ακατέργαστου φοινικέλαιου, η Επιτροπή παρατηρεί ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι αντικειμενικά εσφαλμένος. Όπως αναφέρθηκε ήδη στην αιτιολογική σκέψη 143, η Επιτροπή ανέλυσε δεόντως όλες τις απαντήσεις που έλαβε, αλλά παρατήρησε ότι οι απαντήσεις αυτές ήταν στη συντριπτική πλειονότητά τους ελλιπείς, καθώς πολλές από αυτές δεν περιείχαν πληροφορίες σχετικά με την κερδοφορία, ενώ για πολλές από αυτές δεν παρέχονταν μη εμπιστευτικές εκδόσεις.

(159)

Επιπλέον του ισχυρισμού αυτού, η κυβέρνηση της Ινδονησίας υποστήριξε ότι οι ισχυρισμοί της Επιτροπής στην κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, οι οποίοι αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 143, είναι εσφαλμένοι διότι δεν μπόρεσε να εντοπίσει τις υπενθυμίσεις στον μη εμπιστευτικό φάκελο. Όσον αφορά τον ισχυρισμό αυτό, η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι εν λόγω υπενθυμίσεις αποτελούν μέρος του περιορισμένου φακέλου και παρατίθενται στον κατάλογο των περιορισμένων εγγράφων που βρίσκονται στη διάθεση των ενδιαφερομένων μερών. Ωστόσο, η Επιτροπή παρέσχε στην κυβέρνηση της Ινδονησίας κατάλογο των σχετικών αριθμών στο πλαίσιο ακρόασης που πραγματοποιήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 2019. Η Επιτροπή παρατήρησε επίσης ότι τα ερωτηματολόγια που απευθύνονταν σε ανεξάρτητους προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου αποτελούσαν μέρος του ερωτηματολογίου που απευθυνόταν στην κυβέρνηση της Ινδονησίας και, συνεπώς, την ευθύνη συντονισμού, συλλογής και διασφάλισης της έγκαιρης αποστολής των ολοκληρωμένων απαντήσεων έφερε εξολοκλήρου η κυβέρνηση της Ινδονησίας.

(160)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό υπό ε) ανωτέρω, η Επιτροπή εξήγησε στις αιτιολογικές σκέψεις 124 έως 143 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση της Ινδονησίας, μέσω της PTPN, ενεργεί ως φορέας καθορισμού των τιμών στην εγχώρια αγορά της Ινδονησίας, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο όλοι οι ανεξάρτητοι προμηθευτές ακατέργαστου φοινικέλαιου ακολουθούν αυτές τις ενδείξεις τιμών. Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφερε ότι, λαμβανομένου υπόψη του περιορισμένου μεριδίου αγοράς της PTPN, το αποτέλεσμα αυτό είναι απίθανο. Ωστόσο, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν προσκόμισε κανένα πραγματικό στοιχείο το οποίο να τεκμηριώνει τη δήλωσή της και να αντικρούει τη διαπίστωση της Επιτροπής.

(161)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς της κυβέρνησης της Ινδονησίας και των παραγωγών-εξαγωγέων και επιβεβαίωσε τη διαπίστωσή της περί ύπαρξης ανάθεσης και εντολής.

3.2.3.   Μη απόδειξη της στήριξης του εισοδήματος ή των τιμών βάσει του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού

(162)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε την ύπαρξη στήριξης του εισοδήματος και των τιμών υπέρ των παραγωγών βιοντίζελ σύμφωνα με το απαιτούμενο μέτρο απόδειξης που καθορίζεται από τη νομολογία του ΠΟΕ.

(163)

Επ’ αυτού, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ούτε η κυβέρνηση της Ινδονησίας ούτε οι παραγωγοί-εξαγωγείς υπέβαλαν νέες πληροφορίες ή στοιχεία που να τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό περί έλλειψης στήριξης του εισοδήματος ή των τιμών. Στους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν εν προκειμένω προβάλλεται απλώς η διαφωνία με την ερμηνεία της νομολογίας την οποία ακολουθεί η Επιτροπή. Η Επιτροπή έκρινε ότι η ανάλυση που πραγματοποιείται στο τμήμα 3.3.3.7 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού πληροί το μέτρο απόδειξης που προβλέπεται στον βασικό κανονισμό, στη συμφωνία ΕΑΜ και στη νομολογία του ΠΟΕ.

(164)

Ελλείψει νέων πραγματικών στοιχείων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε επαναξιολόγηση του πορίσματός της, η Επιτροπή επιβεβαίωσε το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε στο τμήμα 3.3.3.7 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(165)

Μετά την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας υποστήριξε ότι ήταν εσφαλμένη η διαπίστωση της Επιτροπής περί στήριξης του εισοδήματος και των τιμών, διότι για τη διαπίστωση αυτή απαιτείται η ύπαρξη μέτρου το οποίο εξασφαλίζει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, και όχι οποιουδήποτε μέτρου που έχει παρεμπίπτουσα επίπτωση στις τιμές.

(166)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή εξήγησε ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 153 και 160 ότι η δέσμη μέτρων έχει ως στόχο τη ρύθμιση και τη συμπίεση των εγχώριων τιμών, και ότι αυτό δεν αποτελεί απλώς παράπλευρη επίπτωση της πολιτικής της κυβέρνησης της Ινδονησίας. Επιπλέον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι ούτε η κυβέρνηση της Ινδονησίας ούτε οι παραγωγοί-εξαγωγείς υπέβαλαν νέες πληροφορίες ή στοιχεία που να τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό περί έλλειψης στήριξης του εισοδήματος ή των τιμών.

(167)

Η Wilmar ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε τους ισχυρισμούς της σε απάντηση στην κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων και παρότρυνε την Επιτροπή να το πράξει.

(168)

Αντίθετα με τον ισχυρισμό της Wilmar, η Επιτροπή ανέλυσε αυτούς τους ισχυρισμούς και, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 163, δεν μπόρεσε να βρει κάποιο νέο πραγματικό στοιχείο. Αντιθέτως, η Wilmar εξηγεί για ποιον λόγο διαφωνεί με την ερμηνεία της Επιτροπής όσον αφορά τη νομολογία του ΠΟΕ και τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Σε αυτές τις παρατηρήσεις, η Wilmar αναλύει επίσης την άποψή της σχετικά με το ορθό αντιπαράδειγμα.

(169)

Για λόγους σαφήνειας, η Επιτροπή επανέλαβε ότι διαφωνούσε με την ερμηνεία της Wilmar όσον αφορά τη νομολογία του ΠΟΕ και τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, όπως παρατίθεται στο τμήμα III.Β.3 των παρατηρήσεων σχετικά με τον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, και επιβεβαίωσε εξολοκλήρου το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε στο τμήμα 3.3.3.7 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

3.2.4.   Μη απόδειξη της ύπαρξης οφέλους: σφάλμα στον προσδιορισμό του κατάλληλου δείκτη αναφοράς

(170)

Στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού η Επιτροπή έκρινε ότι οι τιμές εξαγωγής FOB για το ακατέργαστο φοινικέλαιο από την Ινδονησία προς τον υπόλοιπο κόσμο, όπως διαπιστώθηκε από τα στατιστικά στοιχεία εξαγωγών της Ινδονησίας, συνιστούν κατάλληλο δείκτη αναφοράς, καθώς ρυθμίζονται βάσει των αρχών της ελεύθερης αγοράς, ανταγωνίζονται τις τιμές άλλων προϊόντων σε ξένες αγορές, αποτυπώνουν τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά της Ινδονησίας και δεν στρεβλώνονται από την παρέμβαση του Δημοσίου. Επιπλέον, η Επιτροπή έκρινε ότι ο δείκτης αναφοράς που χρησιμοποίησε αντιστοιχεί όσο το δυνατόν ακριβέστερα στη μη στρεβλωμένη τιμή της Ινδονησίας που θα υπήρχε χωρίς την παρέμβαση εκ μέρους της κυβέρνησης της Ινδονησίας. Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι οι τιμές FOB που χρησιμοποιούνται ως δείκτης αναφοράς συνάδουν με τις διεθνείς τιμές (όπως, για παράδειγμα, με την τιμή CIF του Ρότερνταμ).

(171)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή υπολόγισε το ποσό της αντισταθμίσιμης επιδότησης για κάθε παραγωγό-εξαγωγέα με βάση το όφελος που προσπορίζεται ο αποδέκτης της επιδότησης και το οποίο διαπιστώνεται και καθορίζεται κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Η Επιτροπή υπολόγισε το όφελος ως το άθροισμα των διαφορών μεταξύ των τιμών που καταβλήθηκαν για ακατέργαστο φοινικέλαιο που αγοράστηκε σε εγχώριο επίπεδο και της τιμής αναφοράς του ακατέργαστου φοινικέλαιου που υπολογίστηκε ανά μήνα της περιόδου έρευνας.

(172)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας, η Wilmar και ο όμιλος Permata ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή έσφαλε 1) στην εκτίμηση του δείκτη αναφοράς ως κατάλληλου και 2) στον υπολογισμό του συνολικού οφέλους. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας, η Wilmar και ο όμιλος Permata ισχυρίζονται ότι αυτό οφείλεται στο ότι η τιμή εξαγωγής FOB περιλαμβάνει την εισφορά κατά την εξαγωγή και είναι, συνεπώς, στρεβλωμένη. Το EBB διατύπωσε με τη σειρά του παρόμοιο ισχυρισμό.

(173)

Η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο ισχυρισμός βάσει του οποίου η τιμή εξαγωγής είναι στρεβλωμένη επιδιώκει ουσιαστικά την εννοιολογική αντιστροφή του σκεπτικού της υπόθεσης. Παρότι η Επιτροπή έκρινε ότι οι εγχώριες τιμές του ακατέργαστου φοινικέλαιου είναι τεχνητά χαμηλές, οι εξαγωγείς ισχυρίζονται ότι είναι υπερβολικά υψηλές οι τιμές εξαγωγής (οι οποίες συμβαδίζουν κατά προσέγγιση με τις διεθνείς τιμές). Με άλλα λόγια, οι εξαγωγείς ισχυρίζονται ότι η εισφορά κατά την εξαγωγή καθιστά τις τιμές εξαγωγής υπερβολικά υψηλές. Ωστόσο, στρεβλωμένη είναι η εγχώρια τιμή λόγω της εισφοράς κατά την εξαγωγή, μεταξύ άλλων. Τέλος, η ίδια η κυβέρνηση της Ινδονησίας υποστήριξε ότι η εισφορά κατά την εξαγωγή δεν περιλαμβάνεται στην τιμή εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκε από την Επιτροπή στους υπολογισμούς της (20). Η Επιτροπή έλαβε υπόψη αυτόν τον ισχυρισμό της κυβέρνησης της Ινδονησίας. Ωστόσο, θεώρησε ότι τα αποτελέσματα της εισφοράς κατά την εξαγωγή συνυπολογίζονται στην τιμή FOB. Πράγματι, η Επιτροπή έκρινε ότι ο πωλητής λαμβάνει υπόψη την υποχρέωση καταβολής της εισφοράς κατά τον καθορισμό της τιμής εξαγωγής, η οποία κοινοποιείται στη συνέχεια στις αρχές της κυβέρνησης της Ινδονησίας για στατιστικούς σκοπούς.

(174)

Επιπλέον, όπως εκτίθεται στην αιτιολογική σκέψη 198 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή έκρινε ότι η μηνιαία τιμή εξαγωγής FOB, η οποία αναφέρεται στα στατιστικά στοιχεία της Ινδονησίας, συνιστά τον πλέον κατάλληλο δείκτη αναφοράς. Η Επιτροπή θεώρησε αυτόν τον δείκτη αναφοράς κατάλληλο για τις επιμέρους συναλλαγές αγοράς. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο διεθνής εμπορικός όρος FOB της τιμής αναφοράς και οι διεθνείς εμπορικοί όροι των εγχώριων συναλλαγών αγοράς τους οποίους διαμόρφωσαν οι παραγωγοί-εξαγωγείς ήταν συγκρίσιμοι. Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις από τα ενδιαφερόμενα μέρη εν προκειμένω.

(175)

Επιπλέον των ανωτέρω, η Wilmar ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή έσφαλε στον υπολογισμό του ποσού του οφέλους που προσπορίστηκε η πρώτη διότι θα έπρεπε να έχει αφαιρέσει από τον υπολογισμό του οφέλους τα ποσά κατά τα οποία η τιμή αγοράς ακατέργαστου φοινικέλαιου υπερβαίνει τον δείκτη αναφοράς. Εν προκειμένω, η Επιτροπή επισήμανε ότι είχε λάβει υπόψη μόνο τις συναλλαγές για τις οποίες χορηγήθηκε όφελος (με άλλα λόγια, τις συναλλαγές στις οποίες η τιμή που καταβλήθηκε από τους παραγωγούς-εξαγωγείς ήταν χαμηλότερη του δείκτη αναφοράς). Πρόκειται για τις συναλλαγές στις οποίες το επίμαχο πρόγραμμα οδηγεί στη χορήγηση οφελών στους παραγωγούς-εξαγωγείς. Συνεπώς, δεν θα είχε νόημα να αφαιρεθούν συναλλαγές στις οποίες δεν χορηγήθηκε πλεονέκτημα καθώς ήταν σύμφωνες με την αγορά. Υπό την έννοια αυτή, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η ειδική ομάδα του ΠΟΕ στην υπόθεση Ηνωμένες Πολιτείες – Οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα (21), κατά την εξέταση του τρόπου με τον οποίο το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ (USDOC) είχε καθορίσει το ποσό του οφέλους που χορηγήθηκε μέσω της επίμαχης επιχορήγησης, που αναφέρθηκε ως παροχή «καουτσούκ» έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό (22), επισήμανε ότι οι επικαλούμενες επιδοτήσεις «πρέπει να αναλυθούν σε σχέση με μια συγκεκριμένη περίοδο ώστε να προκύψει εντέλει ένα συνολικό ύψος επιδότησης του υπό εξέταση προϊόντος» (23) και ότι «το άρθρο 14 στοιχείο δ) της συμφωνίας ΕΑΜ δεν περιέχει αναφορά σε καμία έννοια αντιστάθμισης ή “αρνητικών οφελών”, ή μέσου όρου κατά την περίοδο της έρευνας, για ένα συγκεκριμένο προϊόν» (24). Η σύγκριση είναι μια σύγκριση επιμέρους συναλλαγών αγοράς με έναν ατομικό δείκτη αναφοράς για την εκάστοτε συναλλαγή αγοράς. Η Επιτροπή πραγματοποίησε σύγκριση συναλλαγή προς συναλλαγή ώστε να διαπιστώσει αν υφίστατο όφελος και το ύψος αυτού. Το συνολικό ποσό των οφελών που διαπιστώθηκαν ανά συναλλαγή είναι το ύψος της επιδότησης. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.

(176)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε επίσης ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε την ύπαρξη οφέλους διότι 1) είναι παράλογο να διαπιστωθεί όφελος υπό τη μορφή περιορισμών στις εξαγωγές σε μια ανταγωνιστική χρηματοπιστωτική αγορά και 2) οι εγχώριες τιμές του ακατέργαστου φοινικέλαιου ακολουθούν τη δυναμική της ανταγωνιστικής αγοράς.

(177)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή επιθυμεί να επισημάνει εκ νέου ότι το όφελος στην παρούσα υπόθεση έχει τη μορφή της παροχής ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό. Ως εκ τούτου, ο πρώτος ισχυρισμός της κυβέρνησης της Ινδονησίας απορρίπτεται.

(178)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό της κυβέρνησης της Ινδονησίας ότι οι εγχώριες τιμές του ακατέργαστου φοινικέλαιου ακολουθούν τη δυναμική μιας ανταγωνιστικής και μη στρεβλωμένης αγοράς, η Επιτροπή παραπέμπει στην ανάλυσή της και, ιδίως, στην αιτιολογική σκέψη 151.

(179)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή ενέμεινε στο συμπέρασμά της σύμφωνα με το οποίο το καθεστώς αυτό χορηγεί όφελος στους παραγωγούς-εξαγωγείς.

(180)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας υποστήριξε επίσης ότι ο προσδιορισμός της τιμής αναφοράς από την Επιτροπή ήταν εσφαλμένος, διότι στην τιμή την οποία χρησιμοποίησε περιλαμβανόταν η εισφορά κατά την εξαγωγή, καθώς και ότι θα έπρεπε να αφαιρέσει την εισφορά κατά την εξαγωγή από την τιμή αναφοράς.

(181)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή διαπίστωσε αντίφαση μεταξύ αυτής της δήλωσης και της απάντησης της κυβέρνησης της Ινδονησίας στην επιστολή της 14ης Μαρτίου 2019 σχετικά με την ανεπάρκεια των στοιχείων. Στην εν λόγω απάντηση, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφερε τα εξής: «Η κυβέρνηση της Ινδονησίας επιβεβαιώνει ότι τα στατιστικά στοιχεία για τις εξαγωγές προς την ΕΕ καλύπτουν μόνο το βιοντίζελ που παράγεται στην Ινδονησία. Η αναφερθείσα αξία της εξαγωγής είναι FOB και δεν περιλαμβάνεται η εισφορά/ο φόρος κατά την εξαγωγή». H Επιτροπή παρατήρησε επιπλέον ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας δεν προσκόμισε πρόσθετα πραγματικά στοιχεία προς επίρρωση της δήλωσής της. Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 173, η Επιτροπή έκρινε ότι η αναφερθείσα τιμή εξαγωγής FOB περιλαμβάνει de facto τις επιπτώσεις της εισφοράς κατά την εξαγωγή.

(182)

Η Wilmar ισχυρίστηκε ότι η τιμή αναφοράς που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό του οφέλους ήταν υπερβολική διότι είχε χρησιμοποιηθεί μια τιμή αναφοράς «εκτός χώρας». Ωστόσο, θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι, κατά τον καθορισμό της ακριβέστερης και καταλληλότερης τιμής αναφοράς που έπρεπε να χρησιμοποιηθεί, η Επιτροπή δεν χρησιμοποίησε τιμές αναφοράς «εκτός χώρας» όπως αυτές που υπάρχουν στη Μαλαισία ή στην Ευρώπη, όπως η τιμή CIF στο Ρότερνταμ. Χρησιμοποιήθηκαν οι τιμές εξαγωγής της Ινδονησίας αφενός διότι είναι της Ινδονησίας (και υπό την έννοια αυτή είναι τιμές εντός χώρας) και, αφετέρου, διότι αντιπροσωπεύουν μια αξιόπιστη βάση της αγοράς για σκοπούς σύγκρισης. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(183)

Η Επιτροπή επιβεβαίωσε, επομένως, το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε στην αιτιολογική σκέψη 172.

3.2.5.   Ατομικός χαρακτήρας

(184)

Μετά την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή δεν απέδειξε τον ατομικό χαρακτήρα του προγράμματος. Σύμφωνα με την κυβέρνηση της Ινδονησίας, μια επιδότηση έχει ατομικό χαρακτήρα αν αφορά μόνο έναν κλάδο παραγωγής.

(185)

Η Επιτροπή διαφώνησε με τον ισχυρισμό αυτόν. Η Επιτροπή επισήμανε ότι η ειδική ομάδα στην υπόθεση ΗΠΑ-Upland Cotton εξήγησε τα εξής: «Σύμφωνα με το κείμενο του άρθρου 2 της συμφωνίας ΕΑΠ, μια επιδότηση έχει ατομικό χαρακτήρα αν αφορά ειδικά μια επιχείρηση ή κλάδο παραγωγής ή ομάδα επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής (αναφέρονται στη συμφωνία ΕΑΜ ως ορισμένες επιχειρήσεις ) εντός της δικαιοδοσίας της αρμόδιας για τη χορήγηση της επιδότησης αρχής.[…]». Η ειδική ομάδα εξήγησε περαιτέρω ότι «[…] ο ατομικός χαρακτήρας εκτείνεται σε μια ομάδα κλάδων παραγωγής διότι οι λέξεις « ορισμένες επιχειρήσεις » ορίζονται με ευρύ τρόπο στην αρχή του άρθρου 2.1 ως επιχείρηση ή κλάδος παραγωγής ή ομάδα επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής». (25)

(186)

Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο στην υπόθεση ΗΠΑ – Δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί (Κίνα) εξέτασε την έννοια του όρου «ορισμένες επιχειρήσεις» στο άρθρο 2: «Επιπλέον, μια επιδότηση έχει ατομικό χαρακτήρα βάσει του άρθρου 2.1 (a) της συμφωνίας ΕΑΜ όταν βάσει του ρητού περιορισμού παρέχεται πρόσβαση στη συγκεκριμένη επιδότηση σε ορισμένες επιχειρήσεις . Η εισαγωγική φράση του άρθρου 2.1 ορίζει ότι ο όρος ορισμένες επιχειρήσεις αναφέρεται σε μια επιχείρηση ή κλάδο παραγωγής ή ομάδα επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής . Επισημάνουμε καταρχάς ότι η λέξη ορισμένος(-οι) ορίζεται ως [γ]νωστός(-οί) και συγκεκριμένος(-οι), αλλά όχι ρητά προσδιοριζόμενος(-οι): (σε ενικό αριθμό) ένας συγκεκριμένος, (σε πληθυντικό αριθμό) μερικοί συγκεκριμένοι . Η λέξη ομάδα , με τη σειρά της, ορίζεται συνήθως ως ένας αριθμός ατόμων ή πραγμάτων που θεωρείται ότι απαρτίζουν μια ενότητα ή ένα σύνολο λόγω αμοιβαίας ή κοινής σχέσης ή σκοπού, ή ταξινομούνται μαζί λόγω ενός βαθμού ομοιότητας . Όσον αφορά τα ουσιαστικά που χαρακτηρίζονται με τις λέξεις ορισμένες/-οι και ομάδα , βλέπουμε ότι η επιχείρηση μπορεί να οριστεί ως επιχείρηση, εταιρεία , ενώ ο όρος κλάδος παραγωγής σημαίνει μια συγκεκριμένη μορφή ή κλάδο παραγωγικής εργασίας, εμπορίου, κατασκευής . Επισημαίνουμε ότι η ειδική ομάδα στην υπόθεση ΗΠΑ-Upland Cotton έκρινε ότι ένας κλάδος παραγωγής ή μια ομάδα ‘κλάδων παραγωγής’ μπορεί εν γένει να ορίζεται με βάση τον τύπο προϊόντων που παράγει · ότι η έννοια του ‘κλάδου παραγωγής’ αφορά τους παραγωγούς ορισμένων προϊόντων · και ότι το εύρος αυτής της έννοιας του ‘κλάδου παραγωγής” μπορεί να εξαρτάται από διάφορους παράγοντες σε μια δεδομένη υπόθεση . Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι ο όρος ορισμένες επιχειρήσεις αναφέρεται σε μία μόνο επιχείρηση ή κλάδο παραγωγής ή σε μία ομάδα επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής που είναι γνωστοί και συγκεκριμένοι. Ωστόσο, συμφωνούμε με την Κίνα ότι η έννοια αυτή περιβάλλεται από μια σχετική απροσδιοριστία , ενώ παράλληλα συμφωνούμε με την ειδική ομάδα στην υπόθεση ΗΠΑ – Upland Cotton ότι οποιοσδήποτε προσδιορισμός του αν ένας αριθμός επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής συνιστούν ορισμένες επιχειρήσεις μπορεί να πραγματοποιείται μόνο κατά περίπτωση». (26)

(187)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επισήμανε ότι, κατά τη νομολογία του ΠΟΕ, μια επιδότηση δεν απαιτείται να αφορά έναν κλάδο παραγωγής προκειμένου να έχει ατομικό χαρακτήρα·αντιθέτως, μπορεί επίσης να αφορά «μια ομάδα επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής που είναι γνωστοί και συγκεκριμένοι». Στην παρούσα υπόθεση, στην αιτιολογική σκέψη 202 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δέσμη μέτρων έχει ατομικό χαρακτήρα διότι ωφελεί τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην αλυσίδα αξίας του φοινικέλαιου. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή –σύμφωνα με τη νομολογία του ΠΟΕ– κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η δέσμη μέτρων έχει ατομικό χαρακτήρα διότι αφορά «μια ομάδα επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής που είναι γνωστοί και συγκεκριμένοι». Συνεπώς, ο ισχυρισμός της κυβέρνησης της Ινδονησίας απορρίπτεται.

3.3.   Στήριξη του Δημοσίου προς τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ μέσω της απαλλαγής από εισαγωγικούς δασμούς για εισαγόμενα μηχανήματα σε ελεγχόμενες ζώνες

(188)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 237 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή υπολόγισε το όφελος που προσπορίστηκαν οι παραγωγοί-εξαγωγείς από την απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς για εισαγόμενα μηχανήματα ως το συνολικό ποσό των μη καταβληθέντων δασμών, που αντιστοιχεί στην περίοδο έρευνας, βάσει της ωφέλιμης ζωής των υποκείμενων στοιχείων ενεργητικού. Οι παραγωγοί-εξαγωγείς ισχυρίστηκαν ότι, κατά τον υπολογισμό των οφελών που προέκυψαν από την απαλλαγή από εισαγωγικούς δασμούς για εισαγόμενα μηχανήματα, η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει κατανείμει τα εισπραχθέντα ποσά στον συνολικό κύκλο εργασιών των σχετικών εταιρειών και όχι μόνο στον κύκλο εργασιών του υπό εξέταση προϊόντος. Οι παραγωγοί-εξαγωγείς εξήγησαν ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο κατάλογος των μηχανημάτων που εισάγονται χωρίς δασμούς δεν περιλαμβάνει μόνο μηχανήματα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιοντίζελ, αλλά και για άλλα προϊόντα.

(189)

Εν προκειμένω, ήδη στο ερωτηματολόγιο προς τους παραγωγούς-εξαγωγείς η Επιτροπή ζήτησε από τις εταιρείες να παράσχουν κατάλογο των μηχανημάτων και να αναφέρουν τη χρήση τους. Η Επιτροπή επισήμανε ότι κανένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς δεν έθεσε το ζήτημα ενδεχόμενης διπλής χρήσης συγκεκριμένων μηχανημάτων πριν από τον επιτόπιο έλεγχο, σε στιγμή κατά την οποία θα ήταν δυνατή η επαλήθευση των πληροφοριών. Δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατό να εξακριβωθεί, o ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(190)

Όσον αφορά τις εισαγωγές μηχανημάτων σε ελεγχόμενες ζώνες, κατόπιν της δημοσίευσης του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από το EBB σχετικά με τη μερική συνεργασία της Wilmar εν προκειμένω. Το EBB υπενθύμισε το γεγονός ότι η Wilmar δεν αποκάλυψε το ύψος των επιδοτήσεων που έλαβε στο πλαίσιο του καθεστώτος επιδοτήσεων ελεγχόμενων ζωνών. Επιπλέον, το EBB επισήμανε ότι ο προσωρινός δασμός που επιβλήθηκε στη Wilmar δεν αποτελεί τον υψηλότερο συντελεστή δασμού μεταξύ των προσωρινών δασμών που επιβάλλονται για το συγκεκριμένο καθεστώς.

(191)

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι, λόγω της μερικής έλλειψης συνεργασίας όσον αφορά τα δεδομένα σχετικά με τις ελεγχόμενες ζώνες, η Επιτροπή εφάρμοσε εν προκειμένω στη Wilmar τα διαθέσιμα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 28 του βασικού κανονισμού.

(192)

Μετά την κοινοποίηση των οριστικών πορισμάτων, η PT Ciliandra Perkasa ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή έσφαλε απορρίπτοντας τον ισχυρισμό της σύμφωνα με τον οποίο η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει κατανείμει τα εισπραχθέντα ποσά στον συνολικό κύκλο εργασιών των σχετικών εταιρειών και όχι μόνο στον κύκλο εργασιών του υπό εξέταση προϊόντος. Σύμφωνα με την PT Ciliandra Perkasa, αυτό οφείλεται στο ότι η Επιτροπή μπορούσε να μαντέψει από τον παρεχόμενο κατάλογο αν κάθε επιμέρους μηχάνημα χρησιμοποιείται μόνο για βιοντίζελ ή έχει διπλή χρήση.

(193)

Η Επιτροπή επισήμανε στην αιτιολογική σκέψη 189 ότι κανένας από τους παραγωγούς-εξαγωγείς, συμπεριλαμβανομένης της PT Ciliandra Perkasa, δεν έθεσε το ζήτημα ενδεχόμενης διπλής χρήσης συγκεκριμένων μηχανημάτων πριν από τον επιτόπιο έλεγχο, σε στιγμή κατά την οποία θα ήταν δυνατή η επαλήθευση των πληροφοριών. Δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατό να εξακριβωθεί, o ισχυρισμός απορρίφθηκε.

3.4.   Γενική παρατήρηση σχετικά με τη χρησιμοποιούμενη μεθοδολογία για τους υπολογισμούς των επιδοτήσεων

(194)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η Wilmar υποστήριξε ότι ο υπολογισμός του ύψους της επιδότησης από την Επιτροπή ήταν εσφαλμένος διότι πραγματοποιήθηκε μέσω κατανομών στον κύκλο εργασιών. Η Wilmar ισχυρίζεται ότι, βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή θα έπρεπε να έχει υπολογίσει το ύψος της επιδότησης ανά μονάδα του προϊόντος που επιδοτείται αντί για κάθε πρόγραμμα.

(195)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι δεν χορηγήθηκε καμία επιδότηση με βάση τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες. Ως εκ τούτου, το ύψος της συνολικής επιδότησης κατανεμήθηκε στον σχετικό κύκλο εργασιών πωλήσεων των εταιρειών του ομίλου Wilmar σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, το οποίο έχει ως εξής: «Όταν η επιδότηση χορηγείται ανεξάρτητα από τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες, το ύψος της αντισταθμίσιμης επιδότησης καθορίζεται με προσήκουσα κατανομή της αξίας της συνολικής επιδότησης σε συνάρτηση με το επίπεδο της παραγωγής, των πωλήσεων ή των εξαγωγών του συγκεκριμένου προϊόντος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας».

(196)

Δεδομένου ότι καμία από τις επιδοτήσεις αυτές δεν χορηγείται με βάση τις κατασκευασθείσες, παραχθείσες, εξαχθείσες ή μεταφερθείσες ποσότητες, ο σχετικός κύκλος εργασιών πωλήσεων της εταιρείας είναι ο πλέον κατάλληλος παρονομαστής. Εν προκειμένω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο σχετικός κύκλος εργασιών έχει προσδιοριστεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλιστεί ότι αντικατοπτρίζει όσο το δυνατόν περισσότερο την αξία των πωλήσεων των προϊόντων που πωλούνται από την αποδέκτρια εταιρεία. Οποιαδήποτε άλλη προτεινόμενη μεθοδολογία για τον υπολογισμό του ύψους της αντισταθμίσιμης επιδότησης θα αντέβαινε στις σχετικές διατάξεις του βασικού κανονισμού (άρθρα 7 και 15) και στη διοικητική πρακτική την οποία ακολουθεί η Επιτροπή στις οικείες διαδικασίες κατά των επιδοτήσεων στο πλαίσιο της επιλογής του κατάλληλου αριθμητή/παρονομαστή για την κατανομή του ύψους της αντισταθμίσιμης επιδότησης. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός της Wilmar απορρίπτεται.

3.5.   Συμπέρασμα σχετικά με τις επιδοτήσεις

(197)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας διατύπωσε παρατηρήσεις σχετικά με την κατάσταση της στήριξης προς τον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ με την άμεση μεταφορά κεφαλαίων μέσω του ταμείου OPPF, καθώς και μέσω της παροχής ακατέργαστου φοινικέλαιου έναντι τιμήματος μικρότερου από το κανονικό. Ειδικότερα, η κυβέρνηση της Ινδονησίας παρατήρησε ότι το ταμείο OPPF είχε σταματήσει την καταβολή κεφαλαίων στους εξαγωγείς βιοντίζελ τον Σεπτέμβριο του 2018 και ότι η εισφορά κατά την εξαγωγή ακατέργαστου φοινικέλαιου ήταν μηδενική από τις 4 Δεκεμβρίου 2018.

(198)

Σε απάντηση, η Επιτροπή επισήμανε ότι και τα δύο προγράμματα εξακολουθούν να ισχύουν και ότι δεν έχουν καταργηθεί επισήμως. Δεδομένου του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν, τα οφέλη που προκύπτουν από αυτά για τους παραγωγούς-εξαγωγείς θα συνεχιστούν και στο μέλλον. Οι πληρωμές από το ταμείο OPPF σταμάτησαν λόγω της διαφοράς μεταξύ της τιμής αναφοράς του ορυκτού ντίζελ και της τιμής αναφοράς του βιοντίζελ, και όχι λόγω της κατάργησης του προγράμματος. Επιπλέον, οι πληρωμές από το ταμείο OPPF στους παραγωγούς βιοντίζελ ξανάρχισαν τον Δεκέμβριο του 2018. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή έκρινε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του άρθρου 15 παράγραφος 1 και απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν.

(199)

Τα οριστικά ποσοστά επιδότησης όσον αφορά τη δέσμη μέτρων που περιγράφονται ανωτέρω, εκφρασμένα ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Ένωσης, πριν από την καταβολή δασμού, είναι τα εξής:

Πίνακας 1

Οριστικά ποσοστά επιδότησης

Εταιρεία

Οριστικό ποσοστό επιδότησης

PT Ciliandra Perkasa

8,0 %

PT Intibenua Perkasatama και PT Musim Mas (όμιλος Musim Mas)

16,3 %

PT Pelita Agung Agrindustri και PT Permata Hijau Palm Oleo (όμιλος Permata)

18,0 %

PT Wilmar Nabati Indonesia και PT Wilmar Bioenergi Indonesia (όμιλος Wilmar)

15,7 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

18,0 %

4.   ΖΗΜΙΑ

4.1.   Ορισμός του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και της ενωσιακής παραγωγής

(200)

Μετά τη δημοσίευση του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, ο Ινδονήσιος παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar ζήτησε να μάθει αν η Masol, ένας Ισπανός παραγωγός βιοντίζελ και μέρος του δείγματος, ήταν νομίμως μέλος του ενωσιακού κλάδου παραγωγής δεδομένης της σχέσης του με τον όμιλο Musim Mas, Ινδονήσιο παραγωγό-εξαγωγέα, και του γεγονότος ότι η εταιρεία αγοράζει βιοντίζελ και παράλληλα το παρασκευάζει στην Ένωση.

(201)

Η Επιτροπή θεώρησε ότι η Masol εμπίπτει στον ορισμό του ενωσιακού κλάδου παραγωγής δεδομένου ότι παράγει βιοντίζελ στις εγκαταστάσεις της στην Ένωση. Επιπλέον, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή μπορεί (αλλά δεν υποχρεούται) να συμπεριλάβει ενωσιακούς παραγωγούς στον ορισμό του κλάδου παραγωγής ακόμη και όταν εισάγουν επίσης το υπό εξέταση προϊόν. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή επισήμανε ότι το επίκεντρο των οικονομικών δραστηριοτήτων της Masol βρίσκεται επίσης στην Ένωση καθώς η παραγωγή της στην Ένωση υπερβαίνει κατά πολύ τις αγορές βιοντίζελ από την Ινδονησία ή αλλού.

(202)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar ζήτησε εκ νέου να ενημερωθεί σχετικά με το αν η Masol θα έπρεπε να εξαιρεθεί από τον ορισμό του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, δεδομένου ότι είναι κατά πλήρη ιδιοκτησία θυγατρική του ομίλου Musim Mas που είναι παραγωγός-εξαγωγέας.

(203)

Η Επιτροπή εξέτασε το ζήτημα αυτό αλλά έκρινε ότι η Masol εξακολουθούσε να αποτελεί μέρος του ενωσιακού κλάδου παραγωγής ως ενωσιακός παραγωγός βιοντίζελ. Η ιδιοκτησία αυτής της εταιρείας αποτελεί ένα μόνο από τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη εν προκειμένω και δεν ασκεί αποφασιστική επιρροή στο καθεστώς αυτής ως ενωσιακού παραγωγού στην παρούσα υπόθεση, δεδομένου του σημαντικού μεριδίου της παραγωγής της στην Ένωση.

(204)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η Wilmar διατύπωσε επίσης παρατηρήσεις σχετικά με το επίπεδο της ενωσιακής παραγωγής στον πίνακα 3 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, επισημαίνοντας ότι εάν η παραγωγή είχε αυξηθεί κατά το ίδιο ποσοστό με την κατανάλωση (33 %) από το 2015 έως την περίοδο έρευνας, τότε η παραγωγή κατά την περίοδο έρευνας θα είχε υπερβεί την κατανάλωση κατά την ίδια περίοδο.

(205)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι η σύγκριση αυτή βασίζεται σε στρογγυλοποίηση, καθώς η ακριβής αύξηση της κατανάλωσης ήταν 32,58 % κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Η παραγωγή ήταν χαμηλότερη από την ενωσιακή κατανάλωση το 2015. Κατά συνέπεια, ακόμη και αν οι δύο αριθμοί αυξάνονται κατά το ίδιο ποσοστό, είναι μαθηματικά αδύνατο ο αρχικά χαμηλότερος αριθμός (η παραγωγή) να υπερβεί τον αρχικά υψηλότερο αριθμό (την κατανάλωση) εάν και οι δύο αριθμοί αυξάνονται με μαθηματικά ορθό τρόπο κατά το ίδιο ποσοστό.

(206)

Επιπλέον, η Επιτροπή επισήμανε ότι η δήλωση που διατυπώνεται στην αιτιολογική σκέψη 269 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, στην οποία σημειώνεται ότι η παραγωγή του ενωσιακού κλάδου παραγωγής δεν ανταποκρίθηκε στη ζήτηση, είναι αντικειμενικά ορθή. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή επισήμανε ότι καθ’ όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής διέθετε την απαιτούμενη πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα για να αυξήσει την παραγωγή του και να ανταποκριθεί στην αύξηση του επιπέδου κατανάλωσης, κάτι που δεν κατόρθωσε λόγω των επιδοτούμενων εισαγωγών βιοντίζελ.

(207)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar διατύπωσε εκ νέου την ίδια παρατήρηση, επισημαίνοντας ότι η ενωσιακή παραγωγή αντιστοιχούσε σχεδόν στο 100 % της ενωσιακής κατανάλωσης το 2015 και ότι, ως εκ τούτου, εάν η Επιτροπή ανέμενε ότι η παραγωγή θα αυξανόταν συμβαδίζοντας πλήρως με την κατανάλωση, τότε ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής θα μονοπωλούσε πράγματι ολόκληρη την κατανάλωση της ΕΕ.

(208)

Ωστόσο, στην αιτιολογική σκέψη 269 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού αναφέρεται απλώς ότι η ενωσιακή παραγωγή δεν ανταποκρίθηκε στην ενωσιακή ζήτηση και ότι η διαφορά ήταν οι εισαγωγές βιοντίζελ στην Ένωση. Η δήλωση αυτή παραμένει αντικειμενικά ορθή. Είναι επίσης αντικειμενικά ανακριβές να μιλά κανείς για μονοπώλιο του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 264 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αποτελείται από περισσότερους από 200 παραγωγούς, οι οποίοι ανταγωνίζονται μεταξύ τους στην αγορά της Ένωσης. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να μιλά κανείς για πιθανό μονοπώλιο του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στην παρούσα υπόθεση.

(209)

Εφόσον δεν υποβλήθηκαν άλλες παρατηρήσεις σχετικά με τον ορισμό του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και της ενωσιακής παραγωγής, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 264 έως 269 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.2.   Ενωσιακή κατανάλωση

(210)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, ο Ινδονήσιος παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar επισήμανε ότι, κατά την ανάλυση της ενωσιακής κατανάλωσης, η Επιτροπή δεν έκανε αναφορά στη δεύτερη οδηγία RED (27) («RED II») ούτε στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό της Επιτροπής (28) που αφορά τις πρώτες ύλες υψηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης.

(211)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι τα δύο αυτά έγγραφα αφορούν τη μελλοντική και όχι την παρελθούσα κατανάλωση και αποτελούν συνέχεια της ενωσιακής πολιτικής η οποία συνίσταται στην ενθάρρυνση της χρήσης βιοντίζελ σε κινητήρες ντίζελ, καθώς και ότι η άποψη της Wilmar, βάσει της οποίας αυτές οι νομοθετικές πράξεις ενδέχεται να περιορίσουν σημαντικά την κατανάλωση μεθυλεστέρα φοινικέλαιου, ουδόλως σχετίζεται με τη συνολική ενωσιακή κατανάλωση βιοντίζελ.

(212)

Επιπλέον, η Wilmar επιβεβαίωσε στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων ότι η κατανάλωση μεθυλεστέρα φοινικέλαιου μπορεί να παραμείνει στα επίπεδα του 2019 έως το τέλος του 2023 (29). Μόνο μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2023 θα μειωθεί η κατανάλωση πρώτων υλών υψηλού κινδύνου αλλαγής της χρήσης γης.

(213)

Επιπλέον, σημαντικό μέρος του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου παράγεται επί του παρόντος από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Οι εισαγωγές της Ινδονησίας μπορεί να συνεχίσουν να αυξάνονται μεσοπρόθεσμα μέσω της αντικατάστασης του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που παράγεται επί του παρόντος από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(214)

Ελλείψει παρατηρήσεων όσον αφορά την ενωσιακή κατανάλωση, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 270 έως 278 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.3.   Εισαγωγές από την Ινδονησία και υποτιμολόγηση

(215)

Όσον αφορά τον όγκο και το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών από την Ινδονησία, μετά τη δημοσίευση του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις σχετικά με τον όγκο των εισαγωγών από την Ινδονησία κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου από Ινδονήσιους εξαγωγείς, την Gunvor (έναν μη συνδεδεμένο έμπορο βιοντίζελ) και την κυβέρνηση της Ινδονησίας.

(216)

Στις παρατηρήσεις διατυπωνόταν ότι η ανάλυση των εισαγωγών από την Ινδονησία ήταν εσφαλμένη διότι δεν κάλυπτε την περίοδο 2010-2012, δηλαδή πριν από την επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ το 2013.

(217)

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές, αλλά στις αιτιολογικές σκέψεις 279 έως 282 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού περιγράφονται ορθά οι όγκοι εισαγωγών από την Ινδονησία και η Επιτροπή καθιστά σαφές στις αιτιολογικές σκέψεις 281 και 282 το αποτέλεσμα των δασμών αντιντάμπινγκ που ήταν σε ισχύ.

(218)

Η Επιτροπή επισήμανε επίσης ότι η εξεταζόμενη περίοδος ξεκινά το 2015 και, ως εκ τούτου, η ανάλυση του όγκου των εισαγωγών από την Ινδονησία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αναδρομικά για την περίοδο 2010-2012 χωρίς να θιγεί η συνοχή με την εξεταζόμενη περίοδο στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας. Η διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου στην παρούσα υπόθεση είναι η συνήθης χρονική περίοδος που χρησιμοποιείται για τέτοιου είδους έρευνες. Σε κάθε περίπτωση, από την εξέταση των όγκων εισαγωγών από την Ινδονησία όπως προσδιορίστηκαν στην έρευνα αντιντάμπινγκ που ολοκληρώθηκε το 2013, προκύπτει ότι οι όγκοι των εισαγωγών από την Ινδονησία την περίοδο 2010-2011 ήταν παρόμοιοι με τους υφιστάμενους όγκους κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου έρευνας, καθώς και με τους αναμενόμενους όγκους στο εγγύς μέλλον, εάν δεν επιβληθούν μέτρα (30).

(219)

Η Gunvor παρατήρησε επίσης ότι κατά την εκτίμηση των εισαγωγών μόνο από την Ινδονησία δεν λήφθηκε υπόψη το επίπεδο των εισαγωγών από την Αργεντινή κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Ωστόσο, η ανάλυση αυτή πραγματοποιήθηκε στο τμήμα 6 περί αιτιώδους συνάφειας του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, στις αιτιολογικές σκέψεις 368 έως 370.

(220)

Όσον αφορά την υποτιμολόγηση, η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων από τους Ινδονήσιους παραγωγούς-εξαγωγείς και την κυβέρνηση της Ινδονησίας, βάσει των οποίων οι υπολογισμοί της υποτιμολόγησης έχρηζαν προσαρμογών ή περαιτέρω διευκρινίσεων.

(221)

Στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού εκτίθενται τρεις μέθοδοι υπολογισμού της υποτιμολόγησης μεταξύ των εισαγωγών βιοντίζελ από την Ινδονησία και των πωλήσεων βιοντίζελ στην ενωσιακή αγορά. Η Επιτροπή θα αποσαφηνίσει περαιτέρω τις τρεις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν στην παρούσα υπόθεση για τη διαπίστωση της ύπαρξης σημαντικής υποτιμολόγησης βάσει των στοιχείων που αφορούν τους παραγωγούς-εξαγωγείς του δείγματος.

(222)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας διατύπωσε παρατηρήσεις σχετικά με τις τρεις μεθόδους της Επιτροπής για τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης και ανέφερε ότι η Επιτροπή δεν είχε λάβει υπόψη διάφορες δικαστικές αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.

(223)

Η Επιτροπή διαφωνεί. Οι τρεις μέθοδοι που παρουσιάζονται κατωτέρω αναλύουν λεπτομερώς την υποτιμολόγηση των τιμών της Ένωσης λόγω των εισαγωγών βιοντίζελ από την Ινδονησία· και οι τρεις μέθοδοι οδηγούν σε διαπίστωση υποτιμολόγησης.

(224)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας διατύπωσε επίσης ορισμένα γενικά σχόλια σχετικά με την υποτιμολόγηση, τα οποία εξετάζονται στην παρούσα ενότητα.

(225)

Πρώτον, η κυβέρνηση της Ινδονησίας συνέκρινε τον μεθυλεστέρα φοινικέλαιου με τον μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης και επισήμανε ότι έχουν διαφορετικές φυσικές ιδιότητες (ο ένας έχει CFPP +13C και ο άλλος -14C) και τιμές.

(226)

Η Επιτροπή συμφωνεί με την κυβέρνηση της Ινδονησίας και για τον λόγο αυτόν δεν έχει πραγματοποιήσει άμεση σύγκριση μεταξύ των πωλήσεων μεθυλεστέρα φοινικέλαιου και μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης.

(227)

Δεύτερον, η κυβέρνηση της Ινδονησίας παραθέτει την αιτιολογική σκέψη 290 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, στην οποία αναφέρεται ότι ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου κατά κανόνα δεν χρησιμοποιείται στην καθαρή του μορφή αλλά αναμειγνύεται συνήθως με άλλα βιοκαύσιμα για την παραγωγή ενός μείγματος με χαμηλότερο CFPP.

(228)

Διευκρινίζεται ότι το γεγονός ότι ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου αναμειγνύεται συνήθως με άλλα βιοκαύσιμα δεν σημαίνει ότι ο εν λόγω μεθυλεστέρας δεν αναμειγνύεται απευθείας με ορυκτό ντίζελ. Από ανάλυση των πωλήσεων των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος προέκυψαν σημαντικές πωλήσεις καθαρού μεθυλεστέρα φοινικέλαιου απευθείας σε διυλιστήρια ορυκτού ντίζελ, που θα είναι σε άμεσο ανταγωνισμό με τις εισαγωγές καθαρού μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από την Ινδονησία.

4.3.1.   Γενικές παρατηρήσεις σχετικά με την αγορά βιοντίζελ της ΕΕ

(229)

Το βιοντίζελ είναι ένα ομοιογενές προϊόν με μία κυρίαρχη χρήση, συγκεκριμένα ως καύσιμο σε κινητήρες ντίζελ. Παράγεται από διάφορες μη ορυκτές πρώτες ύλες. Ανάλογα με την πρώτη ύλη, υπάρχουν ορισμένες διαφορές στις φυσικές ιδιότητες, και συγκεκριμένα στο CFPP. Η αγορά συχνά περιγράφει το βιοντίζελ με ένα συγκεκριμένο CFPP ως FAMEX (31), όπως FAME0 για το βιοντίζελ με CFPP 0 °C ή FAME5 για το βιοντίζελ με CFPP 5 °C.

(230)

Οι περισσότεροι τύποι βιοντίζελ, συμπεριλαμβανομένου του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου, πωλούνται είτε στην καθαρή τους μορφή είτε ως μείγματα με άλλους τύπους βιοντίζελ. Στο πλαίσιο αυτό, ο όρος «μείγμα» αναφέρεται σε ένα μείγμα που αποτελείται από διάφορους τύπους βιοντίζελ, αλλά όχι ορυκτό ντίζελ. Αυτό δεν θα πρέπει να συγχέεται με το «μείγμα» που πωλείται συνήθως στην αντλία, το οποίο στην Ένωση για παράδειγμα αποτελείται συνήθως από έως 10 % βιοντίζελ και τουλάχιστον 90 % ορυκτό ντίζελ.

(231)

Η ζήτηση βιοντίζελ καθοδηγείται από δύο βασικούς παράγοντες: την κατανάλωση καυσίμου ντίζελ και την περιεκτικότητα του καυσίμου αυτού σε βιοντίζελ. Η τιμή του βιοντίζελ δεν έχει αξιοσημείωτο αντίκτυπο σε κανέναν από αυτούς τους παράγοντες, ειδικότερα λόγω του περιορισμένου αντίκτυπου της τιμής του βιοντίζελ στην τιμή του καυσίμου ντίζελ στην αντλία.

(232)

Ως εκ τούτου, σε αντίθεση με πολλά άλλα προϊόντα, η ζήτηση βιοντίζελ είναι ανελαστική από την άποψη των τιμών. Η χαμηλή τιμή του βιοντίζελ δεν οδηγεί συνήθως σε αυξημένη κατανάλωση στην αγορά βιοντίζελ. Ο ανταγωνισμός τιμών στην αγορά βιοντίζελ είναι, επομένως, ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, στο πλαίσιο του οποίου τις ποσότητες που κερδίζει ένας φορέας της αγοράς τις χάνουν στο ίδιο επίπεδο άλλοι φορείς της αγοράς.

(233)

Ως εκ τούτου, με σταθερή ζήτηση, η αύξηση των εισαγόμενων ποσοτήτων επιδοτούμενου βιοντίζελ, σε χαμηλές τιμές, θα έχει αντίκτυπο στο ισοζύγιο προσφοράς/ζήτησης, με αποτέλεσμα να υπάρξει υπερπροσφορά στο σύνολο της αγοράς βιοντίζελ. Σε μια κατάσταση υπερπροσφοράς στην αγορά βιοντίζελ συνολικά, η διαθεσιμότητα φθηνότερης επιλογής, όπως οι επιδοτούμενες εισαγωγές, θα ασκήσει καθοδικές πιέσεις και στις τιμές στην αγορά βιοντίζελ στο σύνολό της, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν αρνητικά όλοι οι παραγωγοί βιοντίζελ, ανεξάρτητα από τις χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες.

4.3.2.   Μέθοδος 1 — Σύγκριση των εισαγωγών μεθυλεστέρα φοινικέλαιου με τον μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που παράγεται στην ΕΕ

(234)

Στο πλαίσιο της πρώτης μεθόδου, που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 292 έως 295 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, πραγματοποιήθηκε σύγκριση των εισαγωγών μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από την Ινδονησία με τις πωλήσεις μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που παράγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα περιθώρια υποτιμολόγησης κυμαίνονταν από 6,0 % έως 11,6 %.

(235)

Για να αποσαφηνιστεί ο υπολογισμός, κατόπιν αιτήματος των μερών που υπέβαλαν παρατηρήσεις, πραγματοποιήθηκε ακριβής σύγκριση μεταξύ μεθυλεστέρα φοινικέλαιου με σημείο απόφραξης ψυχρού φίλτρου («CFPP») + 13 από την Ινδονησία και μεθυλεστέρα φοινικέλαιου με CFPP +10 από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής (32). Ο πωλούμενος μεθυλεστέρας φοινικέλαιου με CFPP +10 δεν αναμείχθηκε για την εξασφάλιση του συγκεκριμένου CFPP· στο βιοντίζελ προστέθηκε πρόσθετο με κόστος μικρότερο από 1 EUR ανά μετρικό τόνο, ήτοι μόνο της τάξης του 0,1 % περίπου του κόστους παραγωγής. Η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι απαιτείται προσαρμογή για το συγκεκριμένο πρόσθετο καθώς δεν θα είχε αντίκτυπο στους υπολογισμούς.

(236)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η Wilmar παρατήρησε ότι στην αιτιολογική σκέψη 287 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού η Επιτροπή θα έπρεπε να εξηγήσει περαιτέρω με ποιον τρόπο έλαβε υπόψη το ειδικό γερμανικό σύστημα του «διπλού υπολογισμού».

(237)

Προς αποσαφήνιση της μεθοδολογίας, η Γερμανία έχει θέσει υποχρεωτικούς στόχους για τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, τους οποίους πρέπει να εκπληρώνουν οι πετρελαϊκές εταιρείες. Ως αποτέλεσμα, οι συναλλαγές με χαμηλά επίπεδα εκπομπών CO2 τυγχάνουν πριμοδότησης τιμής. Οι συναλλαγές πωλήσεων για τη γερμανική αγορά προσδιορίστηκαν με χρήση του δείκτη «2» στον PCN κατά περίπτωση (εκπομπές κάτω των 9g/MJ), ώστε η Επιτροπή να μπορέσει να συγκρίνει τις συναλλαγές αυτές με τις ισοδύναμες εισαγωγές από την Ινδονησία σε άλλα κράτη μέλη στα οποία εφαρμόζεται σύστημα διπλού υπολογισμού.

(238)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι, όπως εκτίθεται στην αιτιολογική σκέψη 288 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, οι εισαγωγές από την Ινδονησία χωρίς πιστοποιητικό RED συγκρίθηκαν με τις πωλήσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής με πιστοποιητικό RED. Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar και η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφεραν ότι το βιοντίζελ χωρίς πιστοποιητικό RED ήταν φθηνότερο από το βιοντίζελ με πιστοποιητικό RED και ζήτησαν προσαρμογή.

(239)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι τα μέρη αυτά δεν αμφισβήτησαν ότι το προϊόν αυτό ήταν πανομοιότυπο με τον μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που πωλείται με πιστοποιητικό RED και δεν προσκόμισαν κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι το προϊόν αυτό δεν βρίσκεται σε άμεσο ανταγωνισμό με τον μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που παράγεται από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι δεν απαιτείτο προσαρμογή για τη διαφορά τιμής, ειδικότερα αφού δεν υποβλήθηκαν αδιάσειστα στοιχεία σχετικά με αυτή τη διαφορά τιμής κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας.

(240)

Συνεπώς, η Επιτροπή εξακολούθησε να θεωρεί ότι η μέθοδος αυτή δείχνει με ακρίβεια την υποτιμολόγηση που οφείλεται στον τύπο βιοντίζελ που εισάγεται από την Ινδονησία. Σε κάθε περίπτωση, το περιθώριο υποτιμολόγησης που προσδιορίστηκε για τα προϊόντα χωρίς πιστοποιητικό RED υπερβαίνει σημαντικά την επικαλούμενη από τη Wilmar διαφορά τιμής. Ως εκ τούτου, ακόμη και αν είχε χορηγηθεί η προσαρμογή την οποία επικαλείται η Wilmar, ο αντίκτυπος αυτής θα ήταν μέτριος και θα εξακολουθούσε να υπάρχει σημαντική υποτιμολόγηση για τις εισαγωγές από την Ινδονησία.

(241)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και η Wilmar ζήτησαν αμφότερες να πραγματοποιηθεί προσαρμογή προκειμένου να ληφθεί υπόψη η διαφορά τιμής μεταξύ του βιοντίζελ CFPP10 και του βιοντίζελ CFPP13.

(242)

Η Επιτροπή δεν διαπίστωσε τέτοια διαφορά τιμής, ενώ ούτε η κυβέρνηση της Ινδονησίας ούτε η Wilmar υπέβαλαν κάποιο στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη διαφοράς τιμής. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι το βιοντίζελ προσφερόταν στις αγορές ως καθαρός μεθυλεστέρας ελαιοκράμβης, FAME0 και καθαρός μεθυλεστέρας φοινικέλαιου. Στις προσφερόμενες τιμές για τον καθαρό μεθυλεστέρα φοινικέλαιου δεν γινόταν αναφορά στο πραγματικό CFPP του προϊόντος, αλλά μόνο στον μεθυλεστέρα φοινικέλαιου, στοιχείο που ενισχύει το επιχείρημα της Επιτροπής ότι όλα τα είδη μεθυλεστέρα φοινικέλαιου πωλούνται σε παρόμοιες τιμές ανεξάρτητα από το ακριβές CFPP. Συνεπώς, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(243)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Επιτροπή έλαβε νέο αίτημα από τη Wilmar και την κυβέρνηση της Ινδονησίας για προσαρμογή της τιμής προκειμένου να γίνει σύγκριση των εισαγωγών μεθυλεστέρα φοινικέλαιου χωρίς πιστοποιητικό RED με την παραγωγή μεθυλεστέρα φοινικέλαιου στην Ένωση με πιστοποιητικό RED.

(244)

Η Επιτροπή επανέλαβε τη θέση της ότι η προσαρμογή αυτή δεν είναι απαραίτητη και απέρριψε το αίτημα. Κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας εισήχθησαν στην Ένωση μεγάλες ποσότητες μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από την Ινδονησία χωρίς πιστοποιητικό RED και ο συγκεκριμένος μεθυλεστέρας φοινικέλαιου χρησιμεύει για ανάμειξη με ορυκτό ντίζελ μόνο εάν συνοδεύεται από πιστοποιητικό RED. Η Wilmar δεν υπέβαλε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι ο εισαγόμενος μεθυλεστέρας φοινικέλαιου χωρίς πιστοποιητικό RED δεν ανταγωνιζόταν την παραγωγή μεθυλεστέρα φοινικέλαιου στην Ένωση με πιστοποιητικό RED.

4.3.3.   Μέθοδος 2 — Σύγκριση των εισαγωγών μεθυλεστέρα φοινικέλαιου με τις πωλήσεις μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που παράγεται στην ΕΕ, καθώς και βιοντίζελ που παράγεται στην ΕΕ με CFPP0 (FAME0)

(245)

Στο πλαίσιο της δεύτερης μεθόδου, που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 296 έως 297 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, διευρύνθηκε η ποσότητα παραγόμενου στην Ένωση βιοντίζελ που συγκρίθηκε με τις εισαγωγές από την Ινδονησία μέσω συμπερίληψης στη σύγκριση των πωλήσεων βιοντίζελ FAME0 από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος.

(246)

Για τη σύγκριση των ενωσιακών πωλήσεων FAME0 με τις εισαγωγές μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από την Ινδονησία σε εθνικό επίπεδο, η τιμή των ενωσιακών FAME0 αναπροσαρμόστηκε και, ως αποτέλεσμα, μειώθηκε στο επίπεδο τιμών των ενωσιακών πωλήσεων μεθυλεστέρα φοινικέλαιου προκειμένου να ληφθεί υπόψη η αγοραία αξία των διαφοροποιημένων φυσικών ιδιοτήτων.

(247)

Προς διευκρίνιση του υπολογισμού, κατόπιν αιτήματος των μερών που υπέβαλαν παρατηρήσεις, η τιμή της ανωτέρω μείωσης κυμάνθηκε μεταξύ 100 και 130 EUR ανά μετρικό τόνο. Επίσης, προς διευκρίνιση του υπολογισμού, το 55 % όλων των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που καλύπτονται από αυτή τη σύγκριση περιλαμβάνει τόσο μεθυλεστέρα φοινικέλαιου όσο και FAME0 (33).

(248)

Το περιθώριο υποτιμολόγησης σε εθνικό επίπεδο που προέκυψε από αυτή τη μέθοδο ήταν 7,4 %.

(249)

Η Επιτροπή θεώρησε ότι ο υπολογισμός αυτός συνιστά εύλογη εκτίμηση του αποτελέσματος των εισαγωγών από την Ινδονησία στην τιμή του FAME0.

(250)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar αμφισβήτησε αυτή τη σύγκριση, παραθέτοντας τα συμπεράσματα στην υπόθεση διακανονισμού του ΠΟΕ Ευρωπαϊκή Ένωση – Μέτρα αντιντάμπινγκ για το βιοντίζελ από την Ινδονησία (34), στο πλαίσιο της οποίας η Επιτροπή πραγματοποίησε παρόμοια προσαρμογή. Η ειδική ομάδα ανέφερε στην παράγραφο 7.157 τα εξής:

«Παρότι τόσο ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου από την Ινδονησία όσο και το αναμεμειγμένο βιοντίζελ CFPP 0 ανταγωνίζονται για πωλήσεις στις εταιρείες που αναμειγνύουν βιοντίζελ με ορυκτό ντίζελ, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η αρχές της ΕΕ δεν εξήγησαν αν η σύγκριση μεταξύ των πωλήσεων μεθυλεστέρα φοινικέλαιου και αναμεμειγμένου βιοντίζελ CFPP 0 πραγματοποιήθηκε σε ορθό επίπεδο σύγκρισης, δεδομένου ότι ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου αποτελεί εισροή στα μείγματα, συμπεριλαμβανομένου του βιοντίζελ CFPP 0».

(251)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αγορά της Ένωσης έχει αλλάξει από την αρχική έρευνα των εισαγωγών από την Ινδονησία. Η ειδική ομάδα επισήμανε ότι την περίοδο εκείνη «μεθυλεστέρας φοινικέλαιου μπορεί να χρησιμοποιείται μόνο σε μείγμα και είναι στην πραγματικότητα συστατικό διαφόρων μειγμάτων τα οποία πωλούνται σε τελικούς χρήστες στην αγορά της ΕΕ». (35)

(252)

Στο πλαίσιο της αρχικής έρευνας σε βάρος της Ινδονησίας, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να παράγει μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από εισαγόμενο φοινικέλαιο, διότι η τιμή του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου ήταν στην πραγματικότητα χαμηλότερη από την τιμή του φοινικέλαιου. Ως εκ τούτου, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αγόραζε καθαρό μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από την Ινδονησία και τον αναμείγνυε με τη δική του παραγωγή άλλων βιοκαυσίμων πριν από τη μεταπώληση (36).

(253)

Ωστόσο, στο πλαίσιο της τρέχουσας έρευνας η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου που παρασκευαζόταν στην Ένωση πωλείτο απευθείας στις πετρελαϊκές εταιρείες· ως εκ τούτου, η δυναμική της αγοράς έχει εν προκειμένω αλλάξει.

(254)

Η Επιτροπή δεν αμφισβητεί ότι μεθυλεστέρας φοινικέλαιου εισάγεται επίσης στην Ένωση προκειμένου να αναμειχθεί με άλλα βιοκαύσιμα για την παραγωγή, για παράδειγμα, FAME0. Ωστόσο, η ποσότητα του εισαγόμενου μεθυλεστέρα φοινικέλαιου εξαρτάται από την τιμή των εισαγωγών αυτών, καθώς και από τις φυσικές ιδιότητες· συνεπώς, η τιμή του εισαγόμενου μεθυλεστέρα φοινικέλαιου ασκεί πίεση και στις τιμές των μειγμάτων. Ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου περιλαμβάνεται μεταξύ των φθηνότερων τύπων βιοντίζελ που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μείγματα όπως το FAME0 και το FAME+5, τα οποία είναι κατάλληλα για χρήση σε σημαντικό μέρος της αγοράς της Ένωσης καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Ως εκ τούτου, οι εισαγωγές μεθυλεστέρα φοινικέλαιου ανταγωνίζονται απευθείας με άλλους τύπους βιοντίζελ που παράγονται στην ΕΕ, οι οποίοι διαφορετικά θα αναμειγνύονταν σε μεγαλύτερες ποσότητες για την επίτευξη του ίδιου αποτελέσματος μείγματος.

(255)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας απέρριψε αυτή τη μέθοδο υπολογισμού, αναφέροντας ότι αφορούσε μόνο ένα τμήμα της αγοράς της Ένωσης και δεν κάλυπτε όλους τους τύπους προϊόντων που πωλούνται από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Η Επιτροπή διαφώνησε για τον λόγο ότι ο υπολογισμός που ζητήθηκε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, ο οποίος θα κάλυπτε όλους τους τύπους προϊόντων που πωλούνται από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής, αναλύεται κατωτέρω ως μέθοδος 3.

4.3.4.   Μέθοδος 3 — Σύγκριση όλων των εισαγωγών βιοντίζελ από την Ινδονησία με όλες τις ενωσιακές πωλήσεις βιοντίζελ χωρίς καμία αναπροσαρμογή της τιμής

(256)

Στο πλαίσιο της τρίτης μεθόδου, που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 298 έως 299 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, πραγματοποιήθηκε σύγκριση των εισαγωγών βιοντίζελ από την Ινδονησία σε εθνικό επίπεδο με το σύνολο των πωλήσεων βιοντίζελ των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος. Το περιθώριο υποτιμολόγησης σε εθνικό επίπεδο που προέκυψε από αυτή τη μέθοδο ήταν 17,1 % (37).

(257)

Η Επιτροπή θεώρησε ότι ο υπολογισμός αυτός, στο πλαίσιο του οποίου συγκρίνονται οι εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος από την Ινδονησία σε εθνικό επίπεδο με τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην ενωσιακή αγορά από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος, καταδεικνύει ότι ακόμη και κατά τη διενέργεια σύγκρισης μεταξύ όλων των τύπων προϊόντων, υπάρχει σημαντική υποτιμολόγηση από την Ινδονησία. Τούτο επιβεβαιώνεται επίσης βάσει των στοιχείων που είναι διαθέσιμα και αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 284 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(258)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar αναφέρθηκε στην ύπαρξη ασυνέπειας μεταξύ των όγκων πωλήσεων που γνωστοποιήθηκαν για τις μεθόδους 2 και 3 και του ποσοστού 55 % του συνόλου των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής που καλύπτονται από τη μέθοδο 2.

(259)

Η Επιτροπή επισημαίνει τη διαφορά αυτή στην κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η οποία συνίσταται στο ότι το σύνολο της μεθόδου 2 δεν αντιστοιχεί στο 55 % του συνόλου της μεθόδου 3, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 296 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(260)

Η Επιτροπή διευκρίνισε ότι αυτό οφειλόταν στις διαφορετικές πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης μεταξύ των τριών μεθόδων, οι οποίες παρατίθενται στην αιτιολογικές σκέψεις 292 έως 299 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(261)

Στη μέθοδο 1 χρησιμοποιήθηκαν οι κατάλογοι πωλήσεων για κάθε συναλλαγή των Ινδονήσιων παραγωγών-εξαγωγέων προκειμένου να υπολογιστεί μια τιμή μονάδας ανά μετρικό τόνο για κάθε μεθυλεστέρα φοινικέλαιου και, στη συνέχεια, αυτή η τιμή μονάδας ανά μετρικό τόνο υποβλήθηκε σε σύγκριση με χρήση των καταλόγων πωλήσεων για κάθε συναλλαγή των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος.

(262)

Στη μέθοδο 2 χρησιμοποιήθηκαν οι ίδιοι κατάλογοι για κάθε συναλλαγή της μεθόδου 1 για τους Ινδονήσιους παραγωγούς-εξαγωγείς και, στη συνέχεια, προστέθηκαν οι πωλήσεις FAME0 από τους καταλόγους των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος.

(263)

Ωστόσο, η μέθοδος 3 υπολογίστηκε με σύγκριση των καταλόγων για κάθε συναλλαγή της μεθόδου 1 για τους Ινδονήσιους παραγωγούς-εξαγωγείς με την τιμή μονάδας των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος όπως αναφέρθηκε στις απαντήσεις τους στο ερωτηματολόγιο και όχι με βάση τους καταλόγους συναλλαγών τους. Αυτό έγινε για να εξασφαλιστεί ότι για τη μέθοδο 3 στη συνολική κάλυψη δεν περιλαμβανόταν η ποσότητα που αγοράσθηκε και στη συνέχεια μεταπωλήθηκε από τους ενωσιακούς παραγωγούς.

(264)

Ως εκ τούτου, τα σύνολα για τις μεθόδους 1 και 2 δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα με το σύνολο για τη μέθοδο 3 διότι οι πηγές διαφέρουν.

(265)

Κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν πρότεινε άλλη μέθοδο υπολογισμού της υποτιμολόγησης μεταξύ των εισαγωγών από την Ινδονησία και των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, και κανένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν υπέβαλε υπολογισμούς που να δείχνουν ότι δεν υπήρχε υποτιμολόγηση κατά την περίοδο έρευνας.

(266)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar ανέφερε ότι «ο μόνος ορθός τρόπος υπολογισμού της υποτιμολόγησης είναι να γίνει σύγκριση τύπου προϊόντος προς τύπο προϊόντος, με προσαρμογές για τις διαφορές των φυσικών χαρακτηριστικών που επηρεάζουν τις τιμές [...], λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την πολυπλοκότητα της συγκρισιμότητας τιμών, όπως διαπιστώθηκε από την ειδική ομάδα του ΠΟΕ».

(267)

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη την πρόταση της Wilmar όσον αφορά τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης με χρήση του συνόλου των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, όπως αναφέρεται ανωτέρω. Ωστόσο, δεδομένου ότι δεν διατυπώθηκαν προτάσεις ή εκτιμήσεις σχετικά με το ποσό των προσαρμογών για τις διαφορές στα φυσικά χαρακτηριστικά, ούτε προτάσεις σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της πολυπλοκότητας της συγκρισιμότητας τιμών, όπως διαπιστώθηκε στην απόφαση της ειδικής ομάδας του ΠΟΕ, δεν ήταν δυνατό να αναληφθούν περαιτέρω ενέργειες επί αυτής της πρότασης.

(268)

Η Επιτροπή διενήργησε διάφορες συγκρίσεις τιμών προκειμένου να αποτυπωθούν όλοι οι πιθανοί συσχετισμοί τύπων προϊόντων, διασφαλίζοντας πλήρη συγκρισιμότητα στο μέτρο του δυνατού. Η Επιτροπή εξήγησε επίσης ότι η κατάσταση της αγοράς κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας διέφερε από την κατάσταση που εξετάστηκε από την ειδική ομάδα του ΠΟΕ (με απευθείας πλέον πωλήσεις μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από τους ενωσιακούς παραγωγούς. Η Επιτροπή εξέτασε επίσης την αλληλεπίδραση και την ανταγωνιστική σχέση μεταξύ των εισαγωγών μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από την Ινδονησία και των πωλήσεων της Ένωσης και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου, ο οποίος περιλαμβάνεται μεταξύ των φθηνότερων τύπων βιοντίζελ, μπορεί να ασκήσει πίεση στις τιμές όσον αφορά τις πωλήσεις στην Ένωση.

(269)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας περιέγραψε τον υπολογισμό αυτό ως τη σύγκριση του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου Ινδονησίας με CFPP13 με παραγόμενο στην Ένωση FAME0 και μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης με CFPP -14, και ανέφερε ότι χωρίς προσαρμογές για τα φυσικά χαρακτηριστικά (δηλαδή, το CFPP), η σύγκριση αυτή είναι ουσιαστικά ανούσια.

(270)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι ο υπολογισμός αυτός είναι η σύγκριση του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου Ινδονησίας με CFPP13 με το σύνολο των πωλήσεων της παραγωγής του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στην ΕΕ, στην οποία παραγωγή περιλαμβάνεται επίσης μεθυλεστέρας φοινικέλαιου. Όσον αφορά τυχόν προσαρμογές, δεν προβλήθηκε σχετικός τεκμηριωμένος και ποσοτικοποιημένος ισχυρισμός.

(271)

Δεδομένων των ανωτέρω, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι τιμές των εισαγωγών από την Ινδονησία κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας ήταν σημαντικά κατώτερες από τις τιμές των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής βάσει και των τριών μεθόδων που εξετάστηκαν.

4.3.5.   Έξοδα μετά την εισαγωγή

(272)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar ανέφερε ότι το επίπεδο προσαρμογής που χρησιμοποιήθηκε από την Επιτροπή για τα έξοδα μετά την εισαγωγή ύψους 8,50 EUR ανά μετρικό τόνο, τα οποία προσδιορίστηκαν στην προγενέστερη έρευνα αντιντάμπινγκ, ήταν υπερβολικά χαμηλό και προσκόμισε τεκμηρίωση προς στήριξη της προσαρμογής του αριθμού σε 14,50 EUR ανά μετρικό τόνο.

(273)

Τα υποβληθέντα στοιχεία αφορούσαν ένα φορτίο που αφίχθηκε μετά την περίοδο έρευνας και τα έξοδα συνδέονταν στην πλειονότητά τους με δραστηριότητες αποθήκευσης μετά την εισαγωγή που δεν θα έπρεπε να αποτελούν μέρος των εξόδων εισαγωγής. Η Επιτροπή δεν θεώρησε ότι τα στοιχεία αυτά αποτελούν πιο αξιόπιστη βάση από τον αριθμό που προσδιορίστηκε προηγουμένως από έναν μη συνδεδεμένο εισαγωγέα και, συνεπώς, δεν έκανε δεκτή την προσαρμογή.

(274)

Ο έμπορος βιοντίζελ Gunvor ρώτησε αν τα στοιχεία του είχαν χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό των εξόδων εισαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν στους υπολογισμούς της υποτιμολόγησης. Στα έξοδα που υπέβαλε η Gunvor στην απάντησή της στο ερωτηματολόγιο περιλαμβανόταν ένας συνδυασμένος αριθμός για τα έξοδα εισαγωγής (τα οποία χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης) και τα έξοδα μετά την εισαγωγή (τα οποία πραγματοποιούνται μεταξύ της εισαγωγής και της μεταπώλησης και δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης).

(275)

Στο πλαίσιο της επιτόπιας έρευνας, η Gunvor υπέβαλε αναθεωρημένα αριθμητικά στοιχεία χρησιμοποιώντας δύο διαφορετικές βάσεις, ενώ τα τελικά αριθμητικά στοιχεία τα οποία υπέβαλε η Gunvor βασίζονταν σε εκτιμήσεις και δεν ήταν επαληθεύσιμα. Ως αποτέλεσμα, η Επιτροπή αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τα έξοδα εισαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν στο πλαίσιο της έρευνας που οδήγησε στην επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1194/2013, και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν επίσης στο πλαίσιο της προηγούμενης έρευνας κατά των εισαγωγών από την Αργεντινή (38). Η Επιτροπή θεώρησε ότι τα έξοδα αυτά είναι πιο αξιόπιστα από αυτά που παρασχέθηκαν από την Gunvor.

(276)

Δεδομένου ότι ο πληθωρισμός στη ζώνη του ευρώ κυμαίνεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα από το 2012 (περίπου 6 % συνολικά μεταξύ 2012 και 2018), η Επιτροπή θεώρησε σκόπιμο να χρησιμοποιήσει αυτά τα έξοδα εισαγωγής χωρίς προσαρμογή στον πληθωρισμό. Σε κάθε περίπτωση, τυχόν προσαρμογή κατά την έννοια αυτή δεν θα είχε αντίκτυπο στα τελικά περιθώρια υποτιμολόγησης.

(277)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά τις εισαγωγές από την Ινδονησία, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 279 έως 301 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.   Οικονομική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

4.4.1.   Γενικές παρατηρήσεις

(278)

Ελλείψει παρατηρήσεων η Επιτροπή επιβεβαίωσε τις αιτιολογικές σκέψεις 302 έως 308 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.2.   Μακροοικονομικοί δείκτες

4.4.2.1.   Παραγωγική ικανότητα και χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

(279)

Μετά την κοινοποίηση των πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και η Wilmar διατύπωσαν παρατηρήσεις σχετικά με την παραγωγική ικανότητα του ενωσιακού κλάδου παραγωγής επισημαίνοντας την αυξανόμενη παραγωγή και ικανότητα κατά την εξεταζόμενη περίοδο, αλλά δεν αμφισβήτησαν το επίπεδο ή την τάση των δεικτών. Υποστήριξαν ότι οι αυξήσεις αυτές καταδείκνυαν ότι το βιοντίζελ από την Ινδονησία δεν έβλαπτε τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(280)

Τα επιχειρήματα αυτά εξετάζονται στο τμήμα 6 (Αιτιώδης συνάφεια), αιτιολογικές σκέψεις 368 έως 370 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(281)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά την παραγωγή, την παραγωγική ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 309 έως 313 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.2.2.   Όγκος πωλήσεων και μερίδιο αγοράς

(282)

Μετά την κοινοποίηση των πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε ότι το μερίδιο αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής το 2015 οφειλόταν στο γεγονός ότι ο κλάδος παραγωγής ήταν «σχεδόν απόλυτο μονοπώλιο χωρίς ελεύθερο ανταγωνισμό».

(283)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι δεδομένου ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αποτελείται από περισσότερες από 100 εταιρείες που ανταγωνίζονται μεταξύ τους, αυτό δεν μπορεί να συνιστά μονοπώλιο. Καθ’ όλη τη διάρκεια της έρευνας δεν παρασχέθηκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν τη μονοπωλιακή συμπεριφορά του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(284)

Ο εξαγωγέας Wilmar και η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφεραν ότι η αιτιολογική σκέψη 317 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού ήταν εσφαλμένη διότι δεν έλαβε υπόψη τις εισαγωγές βιοντίζελ από την Αργεντινή στην ΕΕ.

(285)

Οι εισαγωγές αυτές λαμβάνονται υπόψη στο τμήμα 6 (Αιτιώδης συνάφεια), αιτιολογικές σκέψεις 368 έως 370 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(286)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar ισχυρίστηκε ότι η μείωση του μεριδίου αγοράς του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μετά το 2015 δεν ήταν δείκτης ζημίας«στο μέτρο που ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής κατείχε σχεδόν μονοπωλιακή θέση» στην αγορά της Ένωσης. Η Wilmar αναφέρθηκε επίσης στην ιδιαίτερη κατάσταση που δημιουργήθηκε με τους δασμούς αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν ως αποτέλεσμα της αρχικής έρευνας.

(287)

Το πεδίο της έρευνας περιορίζεται στην εξεταζόμενη περίοδο, η οποία καθορίζεται στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας. Επιπλέον, ο αντίκτυπος της κατάργησης των δασμών αντιντάμπινγκ αναγνωρίζεται στην αιτιολογική σκέψη 317 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό.

(288)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφερε εκ νέου ότι η Επιτροπή δεν είχε εξετάσει τα επιχειρήματά της σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις των εισαγωγών βιοντίζελ από την Αργεντινή στις επιδόσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(289)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή παρέπεμψε στο τμήμα 6.2.1 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού και στο τμήμα 6.2.1 του παρόντος κανονισμού, όπου εξετάστηκε ο αντίκτυπος των εισαγωγών από την Αργεντινή στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(290)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά τον όγκο πωλήσεων και το μερίδιο αγοράς, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 314 έως 317 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.2.3.   Ανάπτυξη

(291)

Μετά την κοινοποίηση των πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar επισήμανε ότι οι επιδόσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής από το 2015 και μετά θα πρέπει να εξεταστούν υπό το πρίσμα της «σχεδόν μονοπωλιακής θέσης» του. Όπως περιγράφεται στην αιτιολογική σκέψη 283, δεν παρασχέθηκαν στοιχεία σχετικά με μια μονοπωλιακή κατάσταση.

(292)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 318 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.2.4.   Απασχόληση και παραγωγικότητα

(293)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας διατύπωσε παρατηρήσεις σχετικά με τις αυξητικές τάσεις που παρατίθενται στον πίνακα 10 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού αλλά δεν αμφισβήτησε τα ίδια τα επίπεδα ή τις τάσεις. Ισχυρίστηκε ότι οι αυξητικές αυτές τάσεις δεν παρέχουν ενδείξεις σημαντικής ζημίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(294)

Δεδομένου ότι η υπόθεση βασίζεται σε κίνδυνο πρόκλησης ζημίας, οι παρατηρήσεις αυτές απορρίφθηκαν.

(295)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά την απασχόληση και την παραγωγικότητα, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματα που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 319 έως 320 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.2.5.   Μέγεθος των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων και ανάκαμψη από παλαιότερη επιδότηση ή πρακτική ντάμπινγκ

(296)

Στις παρατηρήσεις του μετά την κοινοποίηση των πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar επισήμανε ότι η Επιτροπή δεν αξιολόγησε το αποτέλεσμα των εισαγωγών επιδοτούμενου βιοντίζελ από την Αργεντινή σε αυτό το τμήμα. Η Επιτροπή επισήμανε και πάλι ότι η ανάλυση των εισαγωγών από την Αργεντινή παρατίθεται στο τμήμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια, στις αιτιολογικές σκέψεις 368 έως 370 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(297)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 321 και 324 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.3.   Μικροοικονομικοί δείκτες

4.4.3.1.   Τιμές και παράγοντες που επηρεάζουν τις τιμές

(298)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας αναφέρθηκε στην τάση των μοναδιαίων τιμών πώλησης και του μοναδιαίου κόστους παραγωγής, επισημαίνοντας ότι και οι δύο δείκτες αυξήθηκαν κατά σχεδόν 10 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας και ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar επισήμαναν την ύπαρξη σύνδεσης μεταξύ του κόστους παραγωγής και της τιμής πώλησης, σύνδεση την οποία η Επιτροπή δεν αμφισβητεί.

(299)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar επισήμανε την παρατήρηση της Επιτροπής στην αιτιολογική σκέψη 328 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, βάσει της οποίας το βιοντίζελ είναι εμπόρευμα και η υποτιμολόγηση της τάξης του 10 % θα ασκούσε σημαντική πίεση προς τα κάτω στις τιμές. Η Wilmar διαφωνεί, υποστηρίζοντας ότι αυτό έρχεται σε αντίφαση με τη δήλωση της ίδιας της Επιτροπής, βάσει της οποίας υπάρχουν περιορισμοί στη χρήση του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου λόγω του επιπέδου CFPP.

(300)

Η Επιτροπή δεν διαπίστωσε αντίφαση μεταξύ των δύο δηλώσεων. Η Wilmar δεν αναφέρει αν κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας υπερκαλύφθηκε το όριο χρήσης μεθυλεστέρα φοινικέλαιου. Ακόμη και αν είχε υπερκαλυφθεί το υποτιθέμενο αυτό όριο, το γεγονός ότι ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου μπορεί να χρησιμοποιείται μεμονωμένα ή σε μείγμα για τη μείωση της τιμής αυτού του μείγματος σημαίνει ότι έχει αναπόφευκτα επίπτωση στις τιμές. Η Επιτροπή επισήμανε αυτό το αποτέλεσμα της ανάμειξης στην αιτιολογική σκέψη 290 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(301)

Η Wilmar επισήμανε περαιτέρω ότι η Επιτροπή διαπίστωσε εσφαλμένα την ύπαρξη σύνδεσης μεταξύ της πίεσης των τιμών που προκαλείται από τις εισαγωγές μεθυλεστέρα φοινικέλαιου και της κερδοφορίας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στην αιτιολογική σκέψη 329 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού και αναφέρθηκε, στο πλαίσιο του ισχυρισμού αυτού, στην κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής μεταξύ της περιόδου 2012-2013 και του Σεπτεμβρίου 2017.

(302)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή επισήμανε ότι το συμπέρασμα στην αιτιολογική σκέψη 329 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού συνάχθηκε αφού λήφθηκαν υπόψη τα στοιχεία από την εξεταζόμενη περίοδο, τα οποία καθορίζονται στην έναρξη της έρευνας χωρίς αναφορά σε τυχόν εξωτερικούς παράγοντες. Η Wilmar δεν αμφισβητεί αυτή καθαυτή τη διαπιστωθείσα συσχέτιση μεταξύ της αύξησης του κόστους παραγωγής και του μη ικανοποιητικού περιθωρίου κέρδους που οφείλεται στην πίεση των τιμών των επίμαχων εισαγωγών. Επομένως, το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε.

(303)

Επιπλέον, η Wilmar ανέφερε ότι υπήρχαν σημαντικές διαφορές στην κερδοφορία, τις ταμειακές ροές και την απόδοση των επενδύσεων για διάφορους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος, κάτι που υποδηλώνει ότι τα κέρδη και η οικονομική κατάσταση των παραγωγών της ΕΕ επηρεάζονται από παράγοντες εκτός της πίεσης που ασκείται στις τιμές από τους Ινδονήσιους παραγωγούς βιοντίζελ.

(304)

Η Επιτροπή θεώρησε ότι όλοι οι παραγωγοί του δείγματος εμφανίζουν ατομικές τάσεις αλλά ότι το αποτέλεσμα των επιμέρους ανωμαλιών μειώνεται με τη χρήση του δείγματος συνολικά ως βάσης για την τεκμηρίωση των πορισμάτων. Επομένως, το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε.

(305)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar διατύπωσε εκ νέου τα ανωτέρω επιχειρήματά της χωρίς να παράσχει νέα αποδεικτικά στοιχεία για τους ισχυρισμούς της. Ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί της απορρίφθηκαν εκ νέου.

(306)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 325 έως 329 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.3.2.   Κόστος εργασίας

(307)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 330 και 331 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.3.3.   Αποθέματα

(308)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας αναφέρθηκε στην τάση που παρατηρείται στα αποθέματα των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος, χωρίς ωστόσο να αμφισβητήσει το συμπέρασμα της Επιτροπής στην αιτιολογική σκέψη 333 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(309)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 332 και 333 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.3.4.   Κερδοφορία, ταμειακές ροές, επενδύσεις, απόδοση επενδύσεων και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(310)

Μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε την κερδοφορία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής κατά την εξεταζόμενη περίοδο και, επομένως, την απόδοση των επενδύσεων. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας διατύπωσε παρατηρήσεις σχετικά με την τάση της κερδοφορίας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής έναντι του όγκου των εισαγωγών από την Ινδονησία, δηλώνοντας ότι η αρνητική κερδοφορία το 2015 δεν μπορούσε να αποδοθεί στις εισαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία καθώς ήταν αμελητέες κατά το έτος αυτό.

(311)

Το σημείο αυτό εξετάστηκε στο τμήμα 6 (Αιτιώδης συνάφεια), στις αιτιολογικές σκέψεις 361 έως 365 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού. Πράγματι, στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, η ελαφρά αρνητική κερδοφορία το 2015 δεν αποδόθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία.

(312)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar παρατήρησε ότι η δήλωση στην αιτιολογική σκέψη 329 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού (ήτοι, ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν μπορούσε να βελτιώσει το μη ικανοποιητικό περιθώριο κέρδους του λόγω πίεσης των τιμών από τις επιδοτούμενες εισαγωγές) είναι αβάσιμη.

(313)

Η Wilmar ανέφερε ότι η οικονομική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής δεν ήταν καλή όταν ο κλάδος παραγωγής βιοντίζελ της ΕΕ θωρακίστηκε από τους ακυρωθέντες δασμούς στο βιοντίζελ από την περίοδο 2012-2013 έως τουλάχιστον τον Σεπτέμβριο του 2017 και, συνεπώς, η έλλειψη βελτίωσης στην οικονομική κατάσταση των παραγωγών μπορεί να εξηγηθεί μόνο από ανεπάρκειες που υπάρχουν εντός του κλάδου παραγωγής.

(314)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι κατόπιν της αιφνίδιας αύξησης των επιδοτούμενων εισαγωγών βιοντίζελ από την Ινδονησία μετά την ακύρωση των υφιστάμενων δασμών αντιντάμπινγκ τον Μάρτιο του 2018, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν μπορούσε να βελτιώσει το μη ικανοποιητικό περιθώριο κέρδος του, το οποίο υπολειπόταν σημαντικά του στοχευόμενου κέρδους σε μια αναπτυσσόμενη αγορά. Ως εκ τούτου, αυτό επιβεβαιώνει το προσωρινό πόρισμα της Επιτροπής.

(315)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar επανέλαβε τις παρατηρήσεις που διατύπωσε στο προσωρινό στάδιο, οι οποίες αναλύονται ανωτέρω. Ισχυρίστηκε επίσης ότι τα χαμηλά κέρδη δεν θα μπορούσαν να συνδεθούν με τις εισαγωγές, δεδομένης της «σχεδόν μονοπωλιακής θέσης» του ενωσιακού κλάδου παραγωγής κατά την έναρξη της εξεταζόμενης περιόδου.

(316)

Το επιχείρημα αυτό είναι αβάσιμο, καθώς ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής αποτελείτο από περισσότερες από 200 εταιρείες οι οποίες ανταγωνίζονταν μεταξύ τους στην αγορά βιοντίζελ της Ένωσης και δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη οποιουδήποτε είδους συμπαιγνίας μεταξύ των ενωσιακών παραγωγών.

(317)

Ελλείψει άλλων παρατηρήσεων όσον αφορά την κερδοφορία, τις ταμειακές ροές, τις επενδύσεις, την απόδοση των επενδύσεων και την ικανότητα άντλησης κεφαλαίων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 334 έως 340 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.4.4.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

(318)

Μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, βάσει των δεικτών που περιέχονται στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής βρισκόταν «σε υγιή κατάσταση».

(319)

Η Επιτροπή διαφώνησε, επισημαίνοντας ότι ένας κλάδος παραγωγής του οποίου η κερδοφορία παραμένει σε επίπεδα κάτω του 1 % του κύκλου εργασιών και ο οποίος χάνει σχεδόν 15 εκατοστιαίες μονάδες σε μερίδιο αγοράς και δεν είναι σε θέση να επωφεληθεί από μια αγορά που αναπτύσσεται κατά 33 % δεν είναι υγιής.

(320)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της σχετικά με τη ζημία που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 341 έως 346 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

4.5.   Οικονομικοί δείκτες μετά την περίοδο έρευνας

(321)

Προκειμένου να εξετάσει περαιτέρω την κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στο πλαίσιο της εξαγωγής πορισμάτων σχετικά με τον κίνδυνο πρόκλησης ζημίας, η Επιτροπή απέστειλε πρόσθετες ερωτήσεις και έλαβε απαντήσεις από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος σχετικά με στοιχεία για την περίοδο Οκτωβρίου 2018 – Ιουνίου 2019 («η περίοδος μετά την ΠΕ»). Τα στοιχεία της περιόδου μετά την ΠΕ που παρατίθενται κατωτέρω, όπως οι μικροοικονομικοί δείκτες, παρουσιάζονται ως σταθμισμένος μέσος όρος των τριών ενωσιακών παραγωγών του δείγματος.

(322)

Όσον αφορά την περίοδο μετά την ΠΕ, για ορισμένους μακροοικονομικούς δείκτες, όπως η παραγωγική ικανότητα, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας, η παραγωγή και οι πωλήσεις, η ανάλυση των στοιχείων ήταν εφικτή μόνο για τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος λόγω των χρονικών ορίων της έρευνας. Ως εκ τούτου, τα αριθμητικά στοιχεία για την περίοδο έρευνας δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα με τα στοιχεία για την περίοδο μετά την ΠΕ. Είναι επίσης αλήθεια ότι η Επιτροπή συγκρίνει τους 12 μήνες της περιόδου έρευνας με τους 9 μήνες της περιόδου μετά την ΠΕ, αλλά στο παρόν στάδιο της έρευνας δεν υπάρχουν ακόμη διαθέσιμα στοιχεία για τους 12 μήνες της περιόδου μετά την ΠΕ.

(323)

Ωστόσο, τα αριθμητικά στοιχεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να αναλυθεί η εξέλιξη της κατάστασης των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος μετά την περίοδο έρευνας, και τα εν λόγω στοιχεία αποτελούν δείκτη το ένα για το άλλο σε ετήσια βάση.

(324)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar ζήτησε εκ νέου από την Επιτροπή να συλλέξει δεδομένα 12 μηνών μετά την ΠΕ (από τον Οκτώβριο του 2018 έως τον Σεπτέμβριο του 2019), ενώ ζήτησε παράλληλα από την Επιτροπή να συλλέξει δεδομένα από όλους τους ενωσιακούς παραγωγούς. Ωστόσο, η συλλογή των συμπληρωματικών αυτών πληροφοριών δεν ήταν δυνατή εντός του διαθέσιμου χρονικού διαστήματος. Κατά συνέπεια, το αίτημα απορρίφθηκε.

(325)

Η παραγωγή, οι πωλήσεις, το μοναδιαίο κόστος και οι μοναδιαίες τιμές πώλησης των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος εξελίχθηκαν ως εξής:

Πίνακας 2

Ενωσιακός κλάδος παραγωγής κατά τη διάρκεια και μετά την περίοδο έρευνας

 

Περίοδος έρευνας

Οκτώβριος 2018 – Ιούνιος 2019

Συνολική παραγωγή (τόνοι)

2 510 356

1 824 599

Δείκτης (σε ετήσια βάση) (39)

100

97

Όγκος πωλήσεων στην αγορά της Ένωσης (σε τόνους)

2 524 646

1 871 962

Δείκτης (σε ετήσια βάση)

100

99

Μοναδιαίο κόστος παραγωγής (EUR/τόνο)

791

760

Δείκτης

100

96

Μέση τιμή πώλησης ανά μονάδα στην Ένωση στο σύνολο της αγοράς (ευρώ/τόνο)

794

790

Δείκτης

100

100

Ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας

82 %

80 %

Πηγή: Ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος

(326)

Η παραγωγή μετά την ΠΕ μειώθηκε ελαφρά σε σχέση με την περίοδο έρευνας, ενώ οι πωλήσεις στην αγορά της Ένωσης παρέμειναν σχετικά σταθερές.

(327)

Το μοναδιαίο κόστος παραγωγής για τις εταιρείες του δείγματος κατέγραψε ελαφρά πτώση μετά την ΠΕ, ενώ η μοναδιαία τιμή πώλησης παρέμεινε σταθερή.

(328)

Το κέρδος των εταιρειών του δείγματος υπολογίστηκε με βάση στοιχεία από το ερωτηματολόγιο μετά την ΠΕ και το μέσο κέρδος που προέκυψε για τις εταιρείες του δείγματος ήταν 3,8 % για τους εννέα μήνες μετά την ΠΕ. Οι εταιρείες του δείγματος παρέσχαν μηνιαία στοιχεία σχετικά με το κόστος και τις τιμές, τα οποία η Επιτροπή υπολόγισε στη συνέχεια ως τριμηνιαίο μέσο όρο· τα εν λόγω στοιχεία γνωστοποιούνται στον πίνακα 3 κατωτέρω.

(329)

Ωστόσο, όταν το κέρδος αυτό αναλυθεί ανά τρίμηνο, προκύπτει μια διαφορετική τάση:

Πίνακας 3

Κέρδη μετά την ΠΕ

 

4ο τρίμηνο 2018

1ο τρίμηνο 2019

2ο τρίμηνο 2019

Σύνολο μετά την ΠΕ

Κέρδος των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος

10,8 %

0,1 %

-5,0 %

3,8 %

Πηγή: Ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος

(330)

Ως εκ τούτου, οι πίνακες 2 και 3 δείχνουν ότι μετά την ΠΕ η Επιτροπή παρατήρησε σχετικά μικρές αλλαγές σε σύγκριση με την περίοδο έρευνας, με εξαίρεση το επίπεδο κέρδους των παραγωγών του δείγματος, το οποίο αυξήθηκε από 0,8 % για την περίοδο έρευνας σε 3,8 % μετά την ΠΕ. Ώθηση στην αύξηση του κέρδους κατά την περίοδο μετά την ΠΕ δίνει το τέταρτο τρίμηνο του 2018.

(331)

Τα υψηλότερα κέρδη τον χειμώνα του 2018-2019 αποτέλεσαν εξαίρεση. Καταγράφηκαν από μία εταιρεία του δείγματος η οποία κατόρθωσε να επωφεληθεί μιας αβέβαιης κατάστασης στον τομέα των μεταφορών στην περιοχή της. Η προσωρινή έλλειψη εφοδιασμού που προκλήθηκε από αυτή την κατάσταση επέτρεψε στην εταιρεία να αυξήσει τις τιμές της και, συνεπώς, τα κέρδη της κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, η οποία εκτείνεται από το τέταρτο τρίμηνο του 2018 έως μέρος του πρώτου τριμήνου του 2019 (40).

(332)

Ωστόσο, τα κέρδη των άλλων εταιρειών του δείγματος παρέμειναν σημαντικά χαμηλότερα από το στοχευόμενο κέρδος σε όλα τα τρίμηνα της περιόδου μετά την ΠΕ. Το δεύτερο τρίμηνο του 2019, όταν είχε επιλυθεί η αβέβαιη κατάσταση στον τομέα των μεταφορών, τα κέρδη των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος κατέγραψαν πτώση της τάξης του 5 %.

(333)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας υποστήριξε ότι η αρνητική κερδοφορία το δεύτερο τρίμηνο του 2019 προκλήθηκε από έκτακτα γεγονότα στην εταιρεία Saipol κατά τη διάρκεια του εν λόγω τριμήνου. Ωστόσο, παρότι ο συγκεκριμένος ενωσιακός παραγωγός αντιμετώπισε πράγματι ένα έκτακτο ζήτημα κατά την περίοδο μετά την ΠΕ, το ζήτημα αυτό επηρέασε το πρώτο τρίμηνο και όχι το δεύτερο τρίμηνο του 2019. Ως εκ τούτου, θεωρείται ότι η πτώση της κερδοφορίας οφείλεται στις σημαντικές ποσότητες επιδοτούμενων εισαγωγών που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης σε πολύ χαμηλές τιμές.

(334)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar σχολίασε ότι, κατά την άποψή της, οι μη εμπιστευτικές περιλήψεις των ερωτηματολογίων μετά την ΠΕ δεν επαρκούσαν προκειμένου τα ενδιαφερόμενα μέρη να απαντήσουν στα συμπεράσματα της Επιτροπής.

(335)

Ωστόσο, όλες οι απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο συνοδεύονταν από μη εμπιστευτικές εκδόσεις που περιείχαν ουσιαστικά στοιχεία. Στις περιπτώσεις στις οποίες δεν ήταν δυνατή η σύνοψη των στοιχείων σε εταιρικό επίπεδο, η Επιτροπή συγκέντρωσε τα στοιχεία και τα δημοσίευσε στην κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων και στους πίνακες 2 και 3 ανωτέρω.

(336)

Για λόγους μεγαλύτερης διαφάνειας, η Επιτροπή εντόπισε συναφείς μη εμπιστευτικές πληροφορίες, οι οποίες καταδείκνυαν ότι οι τιμές του μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης ανήλθαν σε επίπεδα ρεκόρ λόγω της χαμηλής στάθμης των υδάτων στον Ρήνο τον χειμώνα του 2018-2019, και πρόσθεσε τις πληροφορίες αυτές στον μη εμπιστευτικό φάκελο.

(337)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας απάντησε σε αυτές τις πληροφορίες και υποστήριξε ότι τα έκτακτα κέρδη που καταγράφηκαν τον χειμώνα του 2018-2019 οφείλονταν επίσης στην αυξημένη ζήτηση για μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης στην Ένωση τον χειμώνα λόγω των φυσικών χαρακτηριστικών του και στη μείωση του κόστους παραγωγής στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής κατά την περίοδο μετά την ΠΕ.

(338)

Υποστήριξε επίσης ότι η μοναδιαία τιμή πώλησης παρέμεινε σταθερή και μάλιστα μειώθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου μετά την ΠΕ, στοιχείο που καταδεικνύει ότι η αύξηση της τιμής δεν είχε έκτακτο χαρακτήρα.

(339)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας υποστήριξε ακόμη ότι τα προβλήματα προμήθειας πρώτων υλών τον χειμώνα του 2018-2019 μπορεί να επηρέασαν τα στοιχεία κερδοφορίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής για το δεύτερο τρίμηνο του 2019.

(340)

Τα επιχειρήματα της κυβέρνησης της Ινδονησίας απορρίφθηκαν διότι βασίζονταν σε εικασίες και δεν σχετίζονταν με το άρθρο το οποίο η Επιτροπή είχε καταθέσει στον μη εμπιστευτικό φάκελο ώστε να βοηθήσει τα μέρη όσον αφορά την ιδιαίτερη κατάσταση που επικρατούσε τον χειμώνα του 2018-2019.

(341)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι την περίοδο μετά την ΠΕ η οικονομική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής επιδεινώθηκε περαιτέρω.

5.   ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΠΡΟΚΛΗΣΗΣ ΖΗΜΙΑΣ

5.1.   Η φύση των επίμαχων επιδοτήσεων

(342)

Μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar παρατήρησε ότι η Επιτροπή δεν είχε αποδείξει την ύπαρξη σύνδεσης μεταξύ των επιδοτήσεων που διαπιστώθηκαν και της υποτιμολόγησης και συμπίεσης των τιμών.

(343)

Η Επιτροπή διαφώνησε. Υπάρχει σαφής σύνδεση μεταξύ της διαθεσιμότητας ακατέργαστου φοινικέλαιου σε χαμηλές τιμές και της υποτιμολόγησης που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, καθώς τα μέλη του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, κατά τον εφοδιασμό τους με ακατέργαστο φοινικέλαιο στην παγκόσμια αγορά, πληρώνουν πολύ περισσότερο για τις πρώτες ύλες τους και, συνεπώς, δεν μπορούν να ανταποκριθούν στις τιμές του επιδοτούμενου βιοντίζελ από την Ινδονησία. Η συνέχιση του προγράμματος αυτού, σε συνδυασμό με τα άλλα δύο προγράμματα επιδοτήσεων που διαπιστώθηκαν στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας, μπορούν να διατηρήσουν τις εξαγωγές βιοντίζελ Ινδονησίας σε επίπεδο τιμών που επηρεάζει τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(344)

Η Wilmar διατύπωσε στη συνέχεια παρατηρήσεις σχετικά με την αιτιολογική σκέψη 350 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, επαναλαμβάνοντας ότι υπάρχει φυσικό όριο για τις εισαγωγές μεθυλεστέρα φοινικέλαιου στην Ένωση και, επομένως, η Επιτροπή δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι οι εισαγωγές θα αυξηθούν.

(345)

Δεδομένου ότι η Wilmar δεν εξήγησε ποιο είναι αυτό το «φυσικό όριο», ο ισχυρισμός αυτός δεν ήταν δυνατόν να εξεταστεί και, συνεπώς, απορρίπτεται. Κατά την άποψη της Επιτροπής, δεν υπάρχουν εμπόδια (πέραν της ζήτησης της αγοράς, η οποία υπόκειται στους κανόνες περί θεμιτού ανταγωνισμού) στις εισαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία στην ΕΕ.

(346)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar ανέφερε εκ νέου τα επιχειρήματα που διατύπωσε κατά το προσωρινό στάδιο όσον αφορά τη σύνδεση μεταξύ των επιδοτήσεων που διαπιστώθηκαν και του κινδύνου πρόκλησης ζημίας. Ωστόσο, δεν διατυπώθηκαν νέα επιχειρήματα και, ως εκ τούτου, οι ισχυρισμοί της απορρίφθηκαν εκ νέου.

(347)

Η Wilmar επισήμανε επίσης ότι η Masol, ο μεγαλύτερος παραγωγός μεθυλεστέρα φοινικέλαιου στην Ένωση, συνδεόταν με τον όμιλο Musim Mas, Ινδονήσιο παραγωγό βιοντίζελ.

(348)

Η Επιτροπή δεν διατύπωσε παρατηρήσεις σχετικά με τις εμπιστευτικές επιχειρηματικές δραστηριότητες μεμονωμένων εταιρειών στην Ένωση ή αλλού. Ωστόσο, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Masol προμηθεύεται το φοινικέλαιό της υπό συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού. Ως εκ τούτου, η σχέση μεταξύ του ομίλου Musim Mas και της Masol δεν επηρέασε την ανάλυση της ζημίας.

(349)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας υποστήριξε εκ νέου ότι το ταμείο OPPF δεν ήταν πρόγραμμα επιδοτήσεων και ότι η εισφορά κατά την εξαγωγή για το ακατέργαστο φοινικέλαιο είχε μειωθεί σε μηδέν.

(350)

Η Επιτροπή επισήμανε τις διαπιστώσεις που παρατίθενται στο τμήμα 3 σχετικά με τις επιδοτήσεις ανωτέρω, οι οποίες επιβεβαιώνουν σαφώς το αντίθετο.

(351)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 349 έως 350 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

5.2.   Σημαντικό ποσοστό αύξησης των επιδοτούμενων εισαγωγών

(352)

Μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε ότι η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει υπόψη τις εξελίξεις που έχουν σημειωθεί μετά την ΠΕ στις εισαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία.

(353)

Η Επιτροπή ανέλυσε τις εισαγωγές από την Ινδονησία από το τέλος της περιόδου έρευνας έως τα τέλη Ιουνίου 2019 (δηλαδή από το τέταρτο τρίμηνο του 2018 έως το δεύτερο τρίμηνο του 2019):

Πίνακας 4

Εισαγωγές από την Ινδονησία κατά τη διάρκεια και μετά την ΠΕ

 

ΠΕ

2018 4ο τρίμ.

2019 1ο τρίμ.

2019 2ο τρίμ.

Σύνολο εισαγωγών βιοντίζελ (σε μετρικούς τόνους) από την Ινδονησία

516 068

139 091

234 677

207 310

Πηγή: Surveillance II

(354)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι παρότι η περίοδος έρευνας καλύπτει τέσσερα τρίμηνα από το τέταρτο τρίμηνο του 2017 έως το τρίτο τρίμηνο του 2018, σημαντικές εισαγωγές πραγματοποιήθηκαν μόνο τα τελευταία δύο τρίμηνα. Για λόγους αναφοράς, τα τέσσερα τρίμηνα της περιόδου έρευνας απεικονίζονται εδώ:

Πίνακας 5

Εισαγωγές από την Ινδονησία κατά τη διάρκεια της ΠΕ

 

2017 4ο τρίμ.

2018 1ο τρίμ.

2018 2ο τρίμ.

2018 3ο τρίμ.

Σύνολο εισαγωγών βιοντίζελ (σε μετρικούς τόνους) από την Ινδονησία

0

25 275

227 114

263 678

Πηγή: Surveillance II

(355)

Από τα στοιχεία προκύπτει ότι οι εισαγωγές από την Ινδονησία συνεχίστηκαν μετά το τέλος της περιόδου έρευνας και, μάλιστα, σε σημαντικές ποσότητες. Ωστόσο, το υψηλό σημείο του 2018 –263 678 μετρικοί τόνοι ανά τρίμηνο το τρίτο τρίμηνο– δεν μπορεί να συγκριθεί με το τρίτο τρίμηνο του 2019, δεδομένου ότι οι εισαγωγές κατά το τρίμηνο αυτό επηρεάζονται από την επιβολή των προσωρινών δασμών. Επιπλέον, τα πρώτα τρίτα τρίμηνα μετά την περίοδο έρευνας δεν είναι άμεσα συγκρίσιμα με τα τελευταία τρία τρίμηνα της περιόδου έρευνας λόγω εποχιακών διαφορών, με αποτέλεσμα τα στοιχεία μετά την ΠΕ να μην επαρκούν ώστε να εξαχθεί συμπέρασμα σχετικά με το αν θα πρέπει να αναμένονται σημαντικά αυξημένες εισαγωγές στο μέλλον.

(356)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε ότι από τη σύγκριση του δεύτερου τριμήνου του 2019 με το δεύτερο τρίμηνο του 2018 προκύπτει ότι οι εισαγωγές από την Ινδονησία σημείωσαν πτώση κατά 9 % και, συνεπώς, αυτό καταδεικνύει ότι δεν αναμένονται σημαντικά αυξημένες εισαγωγές.

(357)

Η Επιτροπή απέρριψε αυτόν τον ισχυρισμό, διότι η διαφορά του 9 % ισοδυναμεί με 20 000 μετρικούς τόνους ή μία αποστολή βιοντίζελ. Ως εκ τούτου, η διαφορά μεταξύ των δύο τριμήνων μπορεί να εξηγηθεί από την υπαγωγή μίας μόνο αποστολής στη μία ή στην άλλη πλευρά ενός τριμήνου. Επιπλέον, τα στοιχεία σχετικά με ένα τρίμηνο δεν αντιφάσκουν με τη διαπίστωση της Επιτροπής περί αμφισβητήσιμων στοιχείων ως προς το αν θα έπρεπε να αναμένονται σημαντικά αυξημένες εισαγωγές στο μέλλον.

(358)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας και ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar ζήτησαν επίσης από την Επιτροπή να λάβει υπόψη τον όρο «σημαντικά» σε συνάρτηση με την ποσότητα εισαγωγών βιοντίζελ από την Αργεντινή, δεδομένου ότι η αύξηση των εισαγωγών προήλθε κατά το μεγαλύτερο μέρος από την Αργεντινή. Η Επιτροπή αναφέρθηκε ήδη στις επιπτώσεις των εισαγωγών από την Αργεντινή στις αιτιολογικές σκέψεις 368 έως 370 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, τις οποίες ούτε η κυβέρνηση της Ινδονησίας ούτε η Wilmar αμφισβητούν. Οι επιπτώσεις των εισαγωγών από την Αργεντινή αποτελούν μέρος της αξιολόγησης της αιτιώδους συνάφειας και δεν θέτουν εν αμφιβόλω τη σημαντική αύξηση των εισαγωγών από την Ινδονησία.

(359)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar ζήτησε από την Επιτροπή να λάβει υπόψη τον όρο «σημαντική» σε συνάρτηση με τις εισαγωγές από την Ινδονησία πριν από την εξεταζόμενη περίοδο. Δεν αποτελεί πρακτική της Επιτροπής να επεκτείνει την ανάλυσή της πέραν της εξεταζόμενης περιόδου και το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε. Σε κάθε περίπτωση, όπως επισημάνθηκε ανωτέρω, οι εισαγωγές από την Ινδονησία φαίνεται να αγγίζουν όγκους παρόμοιους με αυτούς που παρατηρήθηκαν ήδη στο πλαίσιο της έρευνας αντιντάμπινγκ του 2013.

(360)

Τόσο η Wilmar όσο και η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμαναν στη συνέχεια τις διατάξεις της οδηγίας RED ΙΙ, οι οποίες θα περιορίσουν στο μέλλον τις εισαγωγές στην ΕΕ μεθυλεστέρα φοινικέλαιου υψηλού κινδύνου αλλαγής της χρήσης γης. Η Επιτροπή επισήμανε ότι το όριο αυτό αρχίζει να ισχύει από το τέλος του 2023 (41). Δεδομένου του γεγονότος ότι το αποτέλεσμα της εν λόγω οδηγίας δεν μπορεί να προβλεφθεί, καθώς και του ότι μπορεί να εξακολουθήσει να εισάγεται μεθυλεστέρας φοινικέλαιου στην ΕΕ στο πλαίσιο της οδηγίας αυτής υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται σε αυτήν, το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε επίσης διότι δεν ασκεί επιρροή στην τρέχουσα ανάλυση του κινδύνου πρόκλησης ζημίας τον οποίο ενέχουν οι εισαγωγές από την Ινδονησία για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής στο εγγύς μέλλον.

(361)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar διατύπωσε εκ νέου τις ανωτέρω παρατηρήσεις της σχετικά με την πιθανότητα αυξημένων εισαγωγών από την Ινδονησία και ζήτησε εκ νέου από την Επιτροπή να επεκτείνει την υπό εξέταση περίοδο σε πριν από το 2013.

(362)

Η Επιτροπή απέρριψε τις παρατηρήσεις αυτές και, ιδίως, το αίτημα για τεχνητή επέκταση της εξεταζόμενης περιόδου προκειμένου να ληφθούν υπόψη περίοδοι πριν από την επιβολή των δασμών αντιντάμπινγκ, καθώς αυτό δεν αποτελεί πρακτική της Επιτροπής. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε σκόπιμο στην παρούσα υπόθεση να εστιάσει την εξέτασή της στην εξεταζόμενη περίοδο και στις εξελίξεις μετά την ΠΕ.

(363)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε ότι ορισμένες χώρες φαίνεται να περιορίζουν την πρόσβαση των βιοκαυσίμων που βασίζονται στο φοινικέλαιο στην αγορά, και έκανε ειδική αναφορά στη Νορβηγία και τη Γαλλία.

(364)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η Νορβηγία δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, συνεπώς, η νομοθεσία της δεν έχει αντίκτυπο στην αγορά βιοντίζελ της ΕΕ. Ωστόσο, η Επιτροπή επισήμανε ότι η κυβέρνηση της Νορβηγίας φαίνεται να έχει επιβάλει τα ίδια κριτήρια βιωσιμότητας (υψηλός κίνδυνος αλλαγής της χρήσης γης) με αυτά που ισχύουν στην ΕΕ (42). Η Επιτροπή δεν διακρίνει κάποια σύνδεση μεταξύ της ισχύουσας νομοθεσίας στη Νορβηγία και των εξαγωγών από την Ινδονησία στην ΕΕ.

(365)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας έκανε επίσης ειδική αναφορά σε έναν κανονισμό που ψηφίστηκε στη Γαλλία «ο οποίος θα απαγορεύσει τη χρήση φοινικέλαιου στα βιοκαύσιμα από τις 31 Δεκεμβρίου 2019» (43).

(366)

Από την ανάλυση αυτού του νόμου φαίνεται να προκύπτει ότι η γαλλική κυβέρνηση θα καταργήσει τις φορολογικές απαλλαγές για το φοινικέλαιο από την 1η Ιανουαρίου 2020 και, συνεπώς, στη Γαλλία το φοινικέλαιο δεν θα θεωρείται βιοκαύσιμο εκτός αν προέρχεται από καλλιέργεια χαμηλού κινδύνου αλλαγής της χρήσης γης (44).

(367)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι ο νόμος θα τεθεί σε ισχύ το 2020. Το έτος αυτό αποτελεί έτος έναρξης της περιόδου που προβλέπεται στην οδηγία RED II, στο πλαίσιο της οποίας θα τεθούν ως ανώτατο όριο για τις εισαγωγές βιοντίζελ από πρώτες ύλες υψηλού κινδύνου αλλαγής της χρήσης γης, όπως ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου, τα επίπεδα του 2019.

(368)

Η Επιτροπή επισήμανε επίσης ότι δεδομένου ότι ο νόμος αυτός θα αρχίσει να ισχύει την 1η Ιανουαρίου 2020, και μόνο στη Γαλλία, δεν ασκεί επιρροή στην ποσότητα μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που καταναλώνεται στην Ένωση το 2019, και δεδομένου ότι το επίπεδο του 2019 θα αποτελέσει ανώτατο όριο για το 2020, ο γαλλικός νόμος δεν θα ασκεί, ως εκ τούτου, επιρροή στην ποσότητα του μεθυλεστέρα φοινικέλαιου που εισάγεται σε ολόκληρη την Ένωση και η οποία συνυπολογίζεται στην υποχρέωση ανάμειξης τα επόμενα έτη.

(369)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 351 έως 352 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

5.3.   Επαρκής και ελεύθερα διαθέσιμη παραγωγική ικανότητα και ικανότητα απορρόφησης των τρίτων χωρών

(370)

Μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας παρατήρησε ότι η Επιτροπή δεν είχε παράσχει συγκεκριμένα στοιχεία που να αποδεικνύουν τη δυνητική ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής («ΗΠΑ») να απορροφήσουν τις πρόσθετες εξαγωγές από την Ινδονησία, η οποία παρατέθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 355 και 356 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(371)

Δεδομένου του υψηλού επιπέδου των ισχυόντων μέτρων στις ΗΠΑ, η Επιτροπή θεώρησε ότι δεν είναι πιθανό να απορροφήσουν οι ΗΠΑ τις εξαγωγές από την Ινδονησία στο εγγύς μέλλον.

(372)

Η Επιτροπή επισήμανε επίσης ότι στην τελευταία έκθεση GAIN των ΗΠΑ από την Τζακάρτα (45) αναλύθηκαν τα στατιστικά στοιχεία εξαγωγών της Ινδονησίας και καταδείχθηκε ότι οι εξαγωγές βιοντίζελ προς τις ΗΠΑ έπαυσαν τον Νοέμβριο του 2016 και δεν έχουν ξαναρχίσει.

(373)

Στην απάντησή του στο σύνολο των ερωτήσεων που του εστάλησαν μετά την ΠΕ, το EBB επισήμανε ότι η παραγωγική ικανότητα στην Ινδονησία αναμενόταν να αυξηθεί από 11,5 δισεκατομμύρια λίτρα σε 13 δισεκατομμύρια λίτρα έως το 2021, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση GAIN των ΗΠΑ από την Τζακάρτα.

(374)

Στη συνέχεια, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε επίσης ότι η Ινδονησία μετακινείται από μια υποχρέωση Β20 προς μια υποχρέωση Β30, δηλαδή από την ανάμειξη 20 % βιοντίζελ με ορυκτό ντίζελ στην ανάμειξη 30 % βιοντίζελ, και ότι αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση της εγχώριας ζήτησης. Το ίδιο ζήτημα έθιξε επίσης ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar.

(375)

Στις παρατηρήσεις της επί των παρατηρήσεων του EBB σχετικά με τα στοιχεία μετά την ΠΕ, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε ότι η εκπλήρωση της υποχρέωσης Β30 θα απορροφήσει το σύνολο της παραγωγικής ικανότητας βιοντίζελ στην Ινδονησία.

(376)

Η Επιτροπή επισήμανε τη φιλοδοξία της κυβέρνησης της Ινδονησίας για αύξηση της υποχρέωσης από Β20 σε Β30, αλλά επισήμανε επίσης τις παρατηρήσεις του EBB, της 29ης Απριλίου 2019, από τις οποίες προκύπτει ότι οι Ινδονήσιοι φορείς εκμετάλλευσης αντιμετώπιζαν δυσκολίες όσον αφορά τη διανομή και τη διαθεσιμότητα υποδομών αποθήκευσης και ανάμειξης στο πλαίσιο της εκπλήρωσης της υποχρέωσης Β20, καθώς και ότι σκοπός της αύξησης της υποχρέωσης είναι να μειωθούν οι εισαγωγές ορυκτού ντίζελ, και όχι οι εξαγωγές βιοντίζελ σε άλλες αγορές όπως η ΕΕ.

(377)

Επιπλέον, η Επιτροπή επισήμανε τις παρατηρήσεις του EBB στον κατάλογο ερωτήσεων Β μετά την ΠΕ, που υποβλήθηκαν στις 6 Σεπτεμβρίου 2019, βάσει των οποίων παρότι ο αριθμός των σημείων ανάμειξης μειώνεται και το μέγεθός τους αυξάνεται, αναμένεται να χρειαστεί αρκετός χρόνος για την εκπλήρωση της υποχρέωσης Β30. Ορισμένοι τομείς (για παράδειγμα ο τομέας της εξόρυξης) ζητούν να καθυστερήσει η εφαρμογή της υποχρέωσης Β30 καθώς ενδέχεται να απαιτούνται τεχνικές προσαρμογές στα οχήματα ώστε να λειτουργούν με καύσιμο Β30, ενώ στον τομέα μη ΥΔΥ τα μηχανήματα που υπόκεινται στο πρότυπο ASTM μπορεί να μην τελούν υπό εγγύηση αν χρησιμοποιούν καύσιμο B30.

(378)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν θεωρεί ότι η μετάβαση από την υποχρέωση Β20 στην υποχρέωση Β30 θα περιορίσει σημαντικά την ποσότητα βιοντίζελ που εξάγεται από την Ινδονησία στην ΕΕ στο εγγύς μέλλον, δεδομένης ιδίως της πολύ σημαντικής πλεονάζουσας παραγωγικής ικανότητας του κλάδου παραγωγής βιοντίζελ της Ινδονησίας, η οποία στην έκθεση GAIN των ΗΠΑ εκτιμάται σε 30 % για το 2019.

(379)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας παρατήρησε ότι η Επιτροπή δεν είχε εξετάσει πλήρως το επιχείρημά της, σύμφωνα με το οποίο η εφαρμογή της υποχρέωσης Β30 συνιστά δέσμευση της κυβέρνησης της Ινδονησίας, ενώ πλήρεις δοκιμές αρχίζουν τον Νοέμβριο του 2019. Επιπλέον, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή απλώς επανέλαβε τα επιχειρήματα του ΕΒΒ.

(380)

Ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar ζήτησε επίσης από την Επιτροπή να εξετάσει εκ νέου το αποτέλεσμα της υποχρέωσης Β30 στη μελλοντική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα του κλάδου παραγωγής βιοντίζελ της Ινδονησίας.

(381)

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις επιπλέον παρατηρήσεις της κυβέρνησης της Ινδονησίας και της Wilmar και εξέτασε το ζήτημα της υποχρέωσης Β30 με δέουσα προσοχή.

(382)

Ωστόσο, η τελευταία έκθεση GAIN των ΗΠΑ από την Τζακάρτα ενισχύει τις αμφιβολίες του EBB ως προς το αν η υποχρέωση Β30 μπορεί να επιτευχθεί εντός του χρονοδιαγράμματος που επικαλείται η κυβέρνηση της Ινδονησίας. Στην έκθεση GAIN επισημαίνεται ότι η υποχρέωση Β20, η οποία αποτελούσε υποχρεωτικό στόχο ήδη για το 2016, θα επιτευχθεί πιθανόν για πρώτη φορά μόλις το 2019, δηλαδή τρία έτη μετά την καθορισθείσα ημερομηνία.

(383)

Δεδομένου ότι η μέση αύξηση των ποσοστών ανάμειξης κυμαίνεται μεταξύ 2,5 (46) και 3,2 (47) ποσοστιαίων μονάδων κατ’ έτος, μια αύξηση από 19,9 % σε 30 % σε ένα μόνο έτος φαίνεται εξαιρετικά φιλόδοξη.

(384)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είναι απίθανο να επιτευχθεί η υποχρέωση Β30, καθώς και να επηρεάσει σημαντικά την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα της Ινδονησίας, στο εγγύς μέλλον.

(385)

Στην αιτιολογική σκέψη 357 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού η Επιτροπή έκρινε ότι δεν υπήρχαν άλλες σημαντικές διαθέσιμες αγορές για τους Ινδονήσιους παραγωγούς λαμβανομένου υπόψη του απαγορευτικά υψηλού επιπέδου των δασμών που επιβάλλονται στις εισαγωγές στις ΗΠΑ.

(386)

Σε απάντηση, η Wilmar επισήμανε ότι πραγματοποιούνται εξαγωγές προς την Κίνα και θεωρεί ότι η Κίνα έχει την ικανότητα να απορροφήσει τις εξαγωγές μεθυλεστέρα φοινικέλαιου από την Ινδονησία στο μέλλον.

(387)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι δεν ισχύει υποχρέωση ανάμειξης στην Κίνα και, συνεπώς, οι πωλήσεις δεν πραγματοποιούνται σε μακροπρόθεσμη βάση. Στην απάντησή του στο ερωτηματολόγιο μετά την ΠΕ το EBB υπέβαλε στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι η Κίνα εισάγει μεθυλεστέρα φοινικέλαιου μόνο περιστασιακά, όταν είναι φθηνότερος από το ορυκτό ντίζελ. Αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί βιώσιμη μακροπρόθεσμη εναλλακτική επιλογή για τις εξαγωγές της Ινδονησίας σε σχέση με τη σταθερά αυξανόμενη ζήτηση για βιοντίζελ στην αγορά της Ένωσης λόγω της υποχρέωσης ανάμειξης.

(388)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar ανέφερε εκ νέου όσον αφορά την εξαγωγή μεθυλεστέρα φοινικέλαιου, καθώς και φοινικέλαιου από την Ινδονησία στην Κίνα, ότι η Κίνα ήταν «επιβεβαιωμένη και σταθερή εξαγωγική αγορά για το βιοντίζελ Ινδονησίας».

(389)

Ωστόσο, η Wilmar επισήμανε ότι η Κίνα εισάγει φοινικέλαιο «χάρη στη χαμηλή τιμή». Αυτό ήταν το συμπέρασμα της Επιτροπής στο προσωρινό στάδιο: ότι εισαγωγές από την Ινδονησία στην Κίνα πραγματοποιούνται μόνο όταν ο μεθυλεστέρας φοινικέλαιου είναι φθηνότερος από το ορυκτό βιοντίζελ και, επομένως, οι εξαγωγές στην Κίνα βασίζονται στην ύπαρξη της επιδότησης που έχει ήδη διαπιστωθεί.

(390)

Δεδομένου ότι στην Κίνα δεν ισχύουν υποχρεώσεις για την ανάμειξη βιοντίζελ με ορυκτό ντίζελ, η Επιτροπή δεν είχε στη διάθεσή της αποδεικτικά στοιχεία που να επιβεβαιώνουν τη δήλωση της Wilmar ότι η Κίνα αποτελεί επιβεβαιωμένη και σταθερή εξαγωγική αγορά για το βιοντίζελ Ινδονησίας.

(391)

Κατά τη διάρκεια της περιόδου μετά την ΠΕ, η Κίνα αντιπροσώπευε μόλις το 27 % περίπου των εξαγωγών της Ινδονησίας, ενώ η Ένωση αντιπροσώπευε περίπου το 71 %. Επομένως, παρά τις περιστασιακές πωλήσεις βιοντίζελ Ινδονησίας στην Κίνα, η Ένωση εξακολουθεί να είναι η σημαντικότερη εξαγωγική αγορά για τους Ινδονήσιους παραγωγούς.

(392)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε επίσης ότι η Κίνα εισήγαγε μεγάλες ποσότητες φοινικέλαιου από την Ινδονησία και ότι οι εισαγωγές φοινικέλαιου αναμένεται να αυξηθούν, με αποτέλεσμα τη μείωση της ποσότητας φοινικέλαιου που είναι διαθέσιμη στην Ινδονησία προς μεταποίηση σε βιοντίζελ.

(393)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας αναμένει, επομένως, ότι η αυξημένη ζήτηση φοινικέλαιου στην Κίνα θα καλυφθεί με τη μετατόπιση του υφιστάμενου φοινικέλαιου από την παραγωγή βιοντίζελ στις εξαγωγικές πωλήσεις. Δεν παρασχέθηκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι εξαγωγές φοινικέλαιου θα οδηγήσουν σε έλλειψη προσφοράς φοινικέλαιου για τους Ινδονήσιους παραγωγούς βιοντίζελ. Η Επιτροπή θα ανέμενε ότι η αντίδραση της Ινδονησίας στην αυξημένη ζήτηση φοινικέλαιου θα ήταν να αυξήσει την προσφορά, και όχι να μετατοπίσει την υφιστάμενη προσφορά από βιομηχανικές δραστηριότητες όπως η παραγωγή βιοντίζελ.

(394)

Η Επιτροπή ανέλυσε επίσης τις εξαγωγές φοινικέλαιου στην Κίνα με χρήση των εκθέσεων GAIN των ΗΠΑ από την Τζακάρτα για το 2019. Οι εξαγωγές στην Κίνα φαίνεται να έχουν αυξηθεί, αλλά αντικαθιστούν τις εξαγωγές στην Ινδία, όπου οι εισαγωγικοί δασμοί στο φοινικέλαιο είναι υψηλοί.

(395)

Η Επιτροπή έκρινε, επομένως, ότι δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν μια μακροπρόθεσμη αύξηση της ζήτησης για το βιοντίζελ που εξάγεται από την Ινδονησία στην Κίνα, ούτε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι η αυξημένη ζήτηση φοινικέλαιου στην Κίνα θα είχε προκαλέσει έλλειψη εφοδιασμού με φοινικέλαιο για την παραγωγή βιοντίζελ προς εξαγωγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(396)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 353 έως 357 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

5.4.   Επίπεδο τιμών των επιδοτούμενων εισαγωγών

(397)

Μετά την επιβολή των προσωρινών μέτρων, η Wilmar ανέφερε ότι η διαπίστωση υποτιμολόγησης δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει μια διαπίστωση ύπαρξης κινδύνου πρόκλησης ζημίας, καθώς η υποτιμολόγηση διαφέρει από τη συμπίεση και τη μείωση των τιμών.

(398)

Η Επιτροπή διαφώνησε. Οι διαπιστώσεις σχετικά με την ύπαρξη σημαντικής υποτιμολόγησης πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της εξαιρετικά ευαίσθητης κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, ο οποίος ωστόσο δεν υφίσταται προς το παρόν σημαντική ζημία από την παρατηρηθείσα υποτιμολόγηση. Η υποτιμολόγηση αυτή, εάν συνεχιστεί, ενέχει κίνδυνο σημαντικής ζημίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(399)

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης συμπίεση των τιμών στην αιτιολογική σκέψη 328 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι, λόγω της πίεσης των τιμών από τις επιδοτούμενες εισαγωγές από την Ινδονησία, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν μπόρεσε να επωφεληθεί από το μειούμενο κόστος κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, διότι έπρεπε να μετακυλήσει πλήρως αυτή τη μείωση του κόστους στους πελάτες προκειμένου να μην χάσει ακόμη μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς.

(400)

Η Επιτροπή επισημαίνει στο πλαίσιο αυτό ότι οι εξαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία προς την Κίνα είχαν την ίδια τιμή ανά μετρικό τόνο με τις εξαγωγές προς την ΕΕ το 2018 και το πρώτο εξάμηνο του 2019.

(401)

Αυτό καταδεικνύει επίσης τη δύσκολη κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και την τρέχουσα απειλή που συνιστούν οι επίμαχες εισαγωγές.

(402)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων η Wilmar ανέφερε εκ νέου ότι η διαπίστωση υποτιμολόγησης δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει μια διαπίστωση ύπαρξης κινδύνου πρόκλησης ζημίας. Η Επιτροπή απαντά εκ νέου ότι η διαπιστωθείσα υποτιμολόγηση ενέχει κίνδυνο σημαντικής ζημίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(403)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό και ενέμεινε στα πορίσματά της που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 358 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

5.5.   Επίπεδο αποθεμάτων

(404)

Ελλείψει παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της σχετικά με τη ζημία που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 359 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

5.6.   Συμπέρασμα

(405)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας οι εισαγωγές από την Ινδονησία συνεπάγονταν κίνδυνο πρόκλησης σημαντικής ζημίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και, επίσης, επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της σχετικά με τον κίνδυνο πρόκλησης σημαντικής ζημίας που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 360 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

6.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

6.1.   Επιπτώσεις των επιδοτούμενων εισαγωγών από την Ινδονησία

(406)

Στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού, η Επιτροπή κατέληξε στο προσωρινό συμπέρασμα ότι οι επιδοτούμενες εισαγωγές από την Ινδονησία συνεπάγονταν κίνδυνο πρόκλησης σημαντικής ζημίας στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(407)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αύξηση των εισαγωγών κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας και η υποτιμολόγηση και συμπίεση των τιμών του ενωσιακού κλάδου παραγωγής από τις επιδοτούμενες εισαγωγές οδήγησαν σε απώλεια μεριδίου αγοράς για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής παρά τις αυξήσεις στην παραγωγή και την παραγωγική ικανότητα, και εμπόδισαν τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής να επωφεληθεί από μια ευνοϊκή κατά τα άλλα κατάσταση στην αγορά.

(408)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας και η Wilmar επισήμαναν ότι η παραγωγή και η παραγωγική ικανότητα του ενωσιακού κλάδου παραγωγής αυξήθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο, μαζί με τις απόλυτες ποσότητες των πωλήσεων. Επισήμαναν επίσης ότι, καθώς οι εισαγωγές από την Ινδονησία αυξάνονταν, αυξανόταν και η κερδοφορία του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(409)

Η Επιτροπή διαφώνησε με αυτές τις παρατηρήσεις, ιδίως με τις παρατηρήσεις σχετικά με τα κέρδη του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, τα οποία κυμάνθηκαν μεταξύ -1 % και 1 % καθ’ όλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Ως εκ τούτου, η μεταβολή της κερδοφορίας κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου δεν είναι σημαντική.

(410)

Όσον αφορά την παραγωγή και την παραγωγική ικανότητα του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, παρότι αμφότερες αυξήθηκαν σε απόλυτους όρους κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου, ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν ήταν σε θέση να εκμεταλλευτεί πλήρως την αύξηση της κατανάλωσης, καθώς οι εισαγωγές από την Ινδονησία απέσπασαν μερίδιο αγοράς από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(411)

Ο Ινδονήσιος παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar επισήμανε ότι στην αιτιολογική σκέψη 346 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού η Επιτροπή κατέληξε στο προσωρινό συμπέρασμα ότι δεν υπήρχαν αδιάσειστα στοιχεία που να αποδεικνύουν την ύπαρξη σημαντικής ζημίας. Στη συνέχεια η Wilmar ανέφερε ότι αυτό ερχόταν σε αντίφαση με την αιτιολογική σκέψη 363 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, όπου η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι επιδοτούμενες εισαγωγές από την Ινδονησία είχαν αρνητικές επιπτώσεις στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(412)

Η Επιτροπή, κατά την ανάλυση του κινδύνου πρόκλησης ζημίας, δεν διαπίστωσε αντίφαση μεταξύ της απουσίας σημαντικής ζημίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και της ύπαρξης σαφών αρνητικών επιπτώσεων για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(413)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar προέβαλε εκ νέου τα επιχειρήματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 408 και 411, τα οποία η Επιτροπή εκ νέου απορρίπτει.

(414)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας διατύπωσε επίσης παρατηρήσεις σχετικά με το ζήτημα αυτό μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων. Ανέφερε εκ νέου ότι δεν διαπιστώνει αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών από την Ινδονησία και των επιδόσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής. Η Επιτροπή έλαβε υπόψη την εκ νέου διατύπωση της άποψης της κυβέρνησης της Ινδονησίας, αλλά έκρινε ξανά ότι η προηγούμενη ανάλυση κατέδειξε ότι οι εισαγωγές από την Ινδονησία ενέχουν κίνδυνο πρόκλησης ζημίας στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ελλείψει μέτρων.

(415)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 365 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

6.2.   Άλλοι γνωστοί παράγοντες

6.2.1.   Εισαγωγές από την Αργεντινή

(416)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, τόσο η κυβέρνηση της Ινδονησίας όσο και η Wilmar διατύπωσαν παρατηρήσεις σχετικά με τις επιπτώσεις των επιδοτούμενων εισαγωγών βιοντίζελ από την Αργεντινή στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις αυτές, η αιτία του κινδύνου πρόκλησης ζημίας στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ήταν αποκλειστικά οι εισαγωγές από την Αργεντινή.

(417)

Όπως η Επιτροπή εξέθεσε ήδη στις αιτιολογικές σκέψεις 368 έως 370 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, οι εισαγωγές αυτές ήταν μέρος του κινδύνου πρόκλησης ζημίας στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας και για τον λόγο αυτό η Επιτροπή επέβαλε μέτρα στις εισαγωγές αυτές τον Φεβρουάριο του 2019 και αποδέχθηκε αναλήψεις υποχρεώσεων ως προς τις τιμές.

(418)

Ωστόσο, το γεγονός ότι οι εισαγωγές από την Αργεντινή συνεπάγονταν κίνδυνο πρόκλησης ζημίας κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου δεν σημαίνει ότι οι εισαγωγές από την Ινδονησία δεν συνεπάγονταν επίσης κίνδυνο πρόκλησης ζημίας, ιδίως μετά την έναρξη ισχύος των μέτρων κατά των εισαγωγών από την Αργεντινή. Πράγματι, κατά την εξέταση του κινδύνου πρόκλησης σημαντικής ζημίας στο εγγύς μέλλον διαπιστώνεται ότι, δεδομένου ότι εφαρμόζονται ήδη μέτρα κατά των εισαγωγών βιοντίζελ από την Αργεντινή, οι εισαγωγές αυτές δεν μπορεί να συνιστούν πλέον κίνδυνο για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(419)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή προέβη σε διαχωρισμό και διάκριση των επιπτώσεων τις οποίες ενδέχεται να έχουν οι εισαγωγές από την Αργεντινή στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής από τις επιπτώσεις των εισαγωγών από την Ινδονησία στο πλαίσιο της διενέργειας ανάλυσης του κινδύνου πρόκλησης σημαντικής ζημίας (48).

(420)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων η Wilmar ανέφερε εκ νέου τις παρατηρήσεις τις οποίες διατύπωσε κατά το προσωρινό στάδιο σχετικά με τις εισαγωγές από την Αργεντινή, χαρακτηρίζοντας την απάντηση της Επιτροπής «επιφανειακή». Η Επιτροπή διαφώνησε, επισημαίνοντας ότι οι επιπτώσεις των εισαγωγών από την Αργεντινή αναλύονται στο τμήμα 6.2.1 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

6.2.2.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(421)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφερε ότι οι εισαγωγές από την Κίνα θα μπορούσαν να είναι σημαντικός παράγοντας στο πλαίσιο οποιασδήποτε μελλοντικής εξέτασης της αιτίας της ζημίας για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και επισήμανε αφενός την αύξηση –κατά 25 %– των εισαγόμενων ποσοτήτων από την Κίνα από το 2017 έως την περίοδο έρευνας και, αφετέρου, το γεγονός ότι από το 2016 έως την περίοδο έρευνας η τιμή των εισαγωγών από την Κίνα ήταν χαμηλότερη από τις τιμές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(422)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφερε επιπλέον ότι παρότι οι τιμές των εισαγωγών από την Κίνα είναι υψηλότερες από τις τιμές των εισαγωγών από την Ινδονησία, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(423)

Επισήμανε επίσης ότι το κινεζικό βιοντίζελ χρησιμοποιεί διαφορετικές πρώτες ύλες (χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια) από το βιοντίζελ της Ινδονησίας. Το βιοντίζελ από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια χαρακτηρίζεται από υψηλή εξοικονόμηση εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και υπόκειται στο καθεστώς διπλού υπολογισμού που προβλέπεται στην οδηγία RED. Ως εκ τούτου, φαίνεται να αποτελεί προτιμότερη επιλογή προς εισαγωγή στην ΕΕ.

(424)

Η Επιτροπή επισήμανε την ύπαρξη εισαγωγών από την Κίνα κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας και εξέτασε την ποσότητα και την τιμή τους στην αιτιολογική σκέψη 372 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, υπογραμμίζοντας ότι οι εισαγωγές από την Κίνα αφορούσαν μικρότερες ποσότητες σε σχέση με τις εισαγωγές από την Ινδονησία, και ότι η τιμή των εισαγωγών από την Κίνα ήταν υψηλότερη από εκείνη των εισαγωγών από την Ινδονησία.

(425)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι η ενωσιακή τιμή είναι ένα μείγμα διαφόρων τύπων βιοντίζελ που πωλούνται εντός της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των πωλήσεων με και χωρίς πριμοδότηση διπλού υπολογισμού. Οι εισαγωγές από την Κίνα είναι πράγματι ενός τύπου βιοντίζελ (που παράγεται από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια), ο οποίος τυγχάνει πριμοδότησης διπλού υπολογισμού.

(426)

Ωστόσο, από άποψη όγκου, οι εισαγωγές από την Κίνα είναι μικρότερες από τις εισαγωγές από την Ινδονησία (με μερίδιο αγοράς της τάξης του 1,7 % έναντι 3,3 % για την Ινδονησία) και, παράλληλα, αντίθετα με τις εισαγωγές από την Ινδονησία, υπόκεινται επίσης στον συμβατικό τελωνειακό δασμό του 6,5 %.

(427)

Η Επιτροπή δεν έλαβε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι εισαγωγές αυτές έχουν ή ενδέχεται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής ούτε ισχυρισμούς για ζημία που προκλήθηκε από τις εισαγωγές από την Κίνα. Είναι σημαντικό να τονιστεί εκ νέου ότι οι τιμές του βιοντίζελ από την Κίνα είναι υψηλότερες από τις τιμές του βιοντίζελ από την Ινδονησία. Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και αν οι εισαγωγές από την Κίνα είχαν αρνητικές επιπτώσεις στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής, οι επιπτώσεις αυτές δεν είναι τέτοιας έκτασης ώστε να αποδυναμώσουν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των επιδοτούμενων εισαγωγών από την Ινδονησία και του διαπιστωθέντος κινδύνου πρόκλησης ζημίας. Κατά συνέπεια, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

6.2.3.   Εισαγωγές από τρίτες χώρες μετά την περίοδο έρευνας

(428)

Στις παρατηρήσεις της μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η Wilmar προέβη σε ανάλυση των εισαγωγών βιοντίζελ στην ΕΕ από τρίτες χώρες μετά το τέλος της περιόδου έρευνας και επισήμανε ότι οι εισαγωγές από την Κίνα αυξήθηκαν και ότι οι εισαγωγές από τη Μαλαισία αυξήθηκαν σημαντικά με κατακόρυφα μειούμενες τιμές. Επισήμανε επίσης ότι οι τιμές εισαγωγής από την Κίνα και τη Μαλαισία ήταν χαμηλότερες από την τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(429)

Κατά την άποψη της Wilmar, οι εισαγωγές αυτές αποδυναμώνουν και διασπούν την αιτιώδη συνάφεια με τον κίνδυνο πρόκλησης ζημίας που διαπιστώθηκε στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(430)

Οι εισαγωγές από τρίτες χώρες μεταξύ Οκτωβρίου 2018 και Ιουνίου 2019 είχαν ως εξής. Το εκτιμώμενο μερίδιο αγοράς για την 9μηνη περίοδο βασίζεται στην κατανάλωση για την περίοδο έρευνας.

Πίνακας 6

Εισαγωγές από τρίτες χώρες Οκτώβριος 2018 - Ιούνιος 2019

 

Όγκος εισαγωγών (τόνοι)

Εκτιμώμενο μερίδιο αγοράς

Μέση τιμή (EUR)

Αργεντινή

667 678

5,7 %

673

Ινδονησία

581 086

5,0 %

655

Μαλαισία

405 482

3,5 %

727

Κίνα

203 961

1,7 %

796

Πηγή: Surveillance 2

(431)

Οι εισαγωγές από την Αργεντινή υπόκειντο σε αντισταθμιστικά μέτρα κατά το δεύτερο μέρος της περιόδου μετά την ΠΕ. Παρότι οι ποσότητες ήταν ελαφρά υψηλότερες από τις εισαγωγές από την Ινδονησία, οι τιμές της Αργεντινής υπερέβαιναν επίσης τις τιμές της Ινδονησίας, παρά το γεγονός ότι υπόκειντο σε συμβατικό τελωνειακό δασμό 6,5 %. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καθόριζαν τις τιμές κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Επίσης, όπως αναφέρεται ανωτέρω, δεδομένου ότι εφαρμόζονται ήδη μέτρα κατά των εισαγωγών βιοντίζελ από την Αργεντινή, οι εισαγωγές αυτές δεν μπορεί να συνιστούν πλέον κίνδυνο για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής.

(432)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων η Wilmar ισχυρίστηκε εκ νέου ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να λάβει υπόψη τις εισαγωγές από την Αργεντινή, δεδομένου ότι η τιμή του βιοντίζελ Αργεντινής κατά τη διάρκεια της περιόδου μετά την ΠΕ ήταν χαμηλότερη από την τιμή του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(433)

Η Επιτροπή επανέλαβε ότι η τιμή των εισαγωγών από την Αργεντινή αυξήθηκε μετά τον Φεβρουάριο του 2019 όταν τέθηκαν σε ισχύ τα μέτρα για τις εισαγωγές από την Αργεντινή και, συνεπώς, κατά τη σύγκριση των τιμών πρέπει να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι ισχύει ανάληψη υποχρεώσεων ως προς τις τιμές.

(434)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι οι κινεζικές τιμές αυξήθηκαν μεταξύ της περιόδου έρευνας και της περιόδου μετά την ΠΕ. Κατά τη διάρκεια της περιόδου μετά την ΠΕ, υπερέβησαν επίσης τη μέση τιμή την οποία χρέωνε ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής παρά το γεγονός ότι υπόκειντο σε συμβατικό τελωνειακό δασμό της τάξης του 6,5 %. Επιπλέον, το μερίδιο αγοράς τους σταθεροποιήθηκε μετά την περίοδο έρευνας.

(435)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων η Wilmar αναφέρθηκε εκ νέου στις εισαγωγές από την Κίνα και προέβη σε υπολογισμό για τη σύγκριση της τιμής εκφορτωθέντος προϊόντος για το κινεζικό βιοντίζελ το 2018 (826 EUR ανά μετρικό τόνο) με τη μέση τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας (794 EUR ανά μετρικό τόνο).

(436)

Δεδομένου ότι από τους υπολογισμούς της προέκυψε ότι η τιμή των εισαγωγών από την Κίνα ήταν υψηλότερη από τη μέση τιμή του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, κάτι που ήταν αναμενόμενο δεδομένου ότι το κινεζικό βιοντίζελ τυγχάνει πριμοδότησης διπλού υπολογισμού, η Επιτροπή δέχθηκε ότι από τον υπολογισμό δεν προέκυπτε πίεση των τιμών από την Κίνα.

(437)

Ενώ οι εισαγωγές από τη Μαλαισία αυξήθηκαν από άποψη ποσότητας και μειώθηκαν από άποψη τιμής μετά την ΠΕ, οι ποσότητες εξακολούθησαν να είναι μικρότερες από εκείνες από την Ινδονησία και οι τιμές παρέμειναν υψηλότερες, παρά το γεγονός ότι υπόκειντο σε συμβατικό τελωνειακό δασμό της τάξης του 6,5 %. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι εισαγωγές αυτές καθόριζαν τις τιμές ούτε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

(438)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων η Wilmar αναφέρθηκε εκ νέου στην αύξηση της ποσότητας και στη μείωση της τιμής των εισαγωγών από τη Μαλαισία. Η Επιτροπή επανέλαβε ότι οι τιμές από τη Μαλαισία είναι υψηλότερες από τις τιμές από την Ινδονησία και υπόκεινται σε συμβατικό τελωνειακό δασμό.

(439)

Από τα στατιστικά στοιχεία για τις εισαγωγές προκύπτει ότι παρότι υπάρχουν σημαντικές εισαγωγές βιοντίζελ από τη Μαλαισία και την Κίνα κατά τη διάρκεια της περιόδου μετά την ΠΕ, η Επιτροπή ενέμεινε στην άποψη ότι ούτε η ποσότητα ούτε η τιμή τους ήταν τέτοιες ώστε να αποδυναμώσουν την αιτιώδη συνάφεια που διαπιστώθηκε μεταξύ του κινδύνου πρόκλησης σημαντικής ζημίας και των εισαγωγών από την Ινδονησία.

(440)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε ότι οι τιμές των εισαγωγών στον πίνακα 6 δεν ήταν άμεσα συγκρίσιμες, διότι το βιοντίζελ από την Αργεντινή είναι καθαρός μεθυλεστέρας σόγιας, το βιοντίζελ από την Ινδονησία είναι καθαρός μεθυλεστέρας φοινικέλαιου, ενώ το βιοντίζελ από την Κίνα παρασκευάζεται από χρησιμοποιημένα μαγειρικά έλαια («UCOME»).

(441)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε ότι για τον υπολογισμό της υποτιμολόγησης, η Επιτροπή είχε προβεί σε προσαρμογή της τιμής του βιοντίζελ FAME0 (SME Αργεντινής) προκειμένου να συγκριθεί με το PME (βιοντίζελ Ινδονησίας).

(442)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας υπέβαλε στοιχεία βάσει της ίδιας μεθοδολογίας από τα οποία προέκυπτε ότι η συγκρίσιμη τιμή εισαγωγής από την Αργεντινή κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας ήταν χαμηλότερη από την τιμή εισαγωγής από την Ινδονησία, ενώ η συγκρίσιμη τιμή εισαγωγής από την Κίνα κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας συμφωνούσε με την τιμή εισαγωγής από την Ινδονησία.

(443)

Ωστόσο, στον υπολογισμό της κυβέρνησης της Ινδονησίας υπερεκτιμήθηκε το μέγεθος της προσαρμογής κατά 30 % και δεν λήφθηκε υπόψη ο συμβατικός τελωνειακός δασμός που ίσχυε για τις εισαγωγές από την Αργεντινή και την Κίνα – αλλά όχι για τις εισαγωγές από την Ινδονησία.

(444)

Εάν εφαρμοστεί ορθά η προσαρμογή και αποτυπωθεί ορθά ο συμβατικός τελωνειακός δασμός, η εικόνα είναι αρκετά διαφορετική. Η συγκρίσιμη τιμή εισαγωγής από την Κίνα υπερβαίνει κατά πολύ την τιμή εισαγωγής από την Ινδονησία και η διαφορά τιμής μεταξύ των εισαγωγών από την Αργεντινή και των εισαγωγών από την Ινδονησία μειώνεται σημαντικά.

(445)

Στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού αναγνωρίστηκε ήδη ότι οι εισαγωγές από την Αργεντινή ευθύνονταν έως έναν βαθμό για την αρνητική εξέλιξη ορισμένων δεικτών ζημίας του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, συμπεριλαμβανομένου του γεγονότος ότι η μέση τιμή εισαγωγής από την Αργεντινή –ακόμη και σε απόλυτες τιμές– ήταν χαμηλότερη κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας σε σχέση με την τιμή εισαγωγής από την Ινδονησία.

(446)

Οι τιμές Αργεντινής κατά την περίοδο μετά την ΠΕ δεν αποτυπώνουν πλήρως την επιβολή των μέτρων εναντίον τους, καθώς τα μέτρα επιβλήθηκαν μόλις τον Φεβρουάριο του 2019, δηλαδή στα μισά της περιόδου μετά την ΠΕ.

(447)

Ως εκ τούτου, η σύγκριση τιμών, όπως υποβλήθηκε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας, δεν αποδυναμώνει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών από την Ινδονησία και του κινδύνου πρόκλησης σημαντικής ζημίας. Το γεγονός ότι άλλοι παράγοντες ενδέχεται να έχουν συμβάλει στο να καταστεί ο εγχώριος κλάδος παραγωγής «ευάλωτος» –δηλαδή περισσότερο επιρρεπής σε μελλοντική ζημία– δεν αποκλείει τη διαπίστωση ύπαρξης αιτιώδους συνάφειας μεταξύ των επίμαχων εισαγωγών και του κινδύνου πρόκλησης μελλοντικής ζημίας στον εγχώριο κλάδο παραγωγής (49).

6.2.4.   Εξαγωγικές επιδόσεις του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

(448)

Η Επιτροπή δεν έλαβε παρατηρήσεις σχετικά με τις εξαγωγές του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

6.2.5.   Τιμή πρώτων υλών

(449)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας διατύπωσε παρατηρήσεις σχετικά με την οικονομική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής και την ύπαρξη σύνδεσης μεταξύ της κατάστασης αυτής και της τιμής της ελαιοκράμβης στην Ένωση. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφερε ότι οι τιμές της ελαιοκράμβης ήταν υψηλές καθ’ όλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου και ότι αυτός ήταν ο κύριος λόγος για τον οποίο ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής δεν πραγματοποίησε σημαντικά κέρδη κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

(450)

Ο έμπορος βιοντίζελ Gunvor επισήμανε επίσης ότι η ελαιοκράμβη αποτελεί ακριβή πρώτη ύλη για το βιοντίζελ και ότι αυτή ήταν πιθανότατα η αιτία για την οικονομική κατάσταση του ενωσιακού κλάδου παραγωγής.

(451)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι οι παραγωγοί βιοντίζελ του δείγματος στην Ένωση χρησιμοποιούσαν ευρύ φάσμα πρώτων υλών (50) για την κάλυψη της ζήτησης σε ολόκληρη την Ένωση και σε όλες τις εποχές. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν διαπίστωσε άμεση συσχέτιση μεταξύ των τιμών της ελαιοκράμβης και των κερδών του ενωσιακού κλάδου παραγωγής για τον λόγο ότι η ελαιοκράμβη είναι μόνο μία από τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιεί ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής για τον εφοδιασμό της ενωσιακής αγοράς.

(452)

Η Επιτροπή επισήμανε τις παρατηρήσεις της στην αιτιολογική σκέψη 327 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, βάσει των οποίων το μοναδιαίο κόστος παραγωγής του ενωσιακού κλάδου παραγωγής ακολουθούσε την τάση των τιμών κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου.

(453)

Ωστόσο, η Επιτροπή επισήμανε επίσης ότι τον χειμώνα 2018-2019 η τιμή της ελαιοκράμβης βιοντίζελ [«μεθυλεστέρας ελαιοκράμβης» (RME)[στην Ένωση αυξήθηκε κατακόρυφα, ενώ η τιμή της ίδιας της ελαιοκράμβης παρέμεινε σταθερή. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει σταθερή σύνδεση μεταξύ της τιμής της ελαιοκράμβης και της τιμής του μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης στην ενωσιακή αγορά.

(454)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar αμφισβήτησε αυτό το επιχείρημα, αναφέροντας ότι αυτό δεν αποτυπωνόταν στον πίνακα 2 ούτε σε άλλο σημείο του εγγράφου κοινοποίησης των τελικών πορισμάτων. Ειδικότερα, αυτή η αύξηση της τιμής πώλησης του μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης θα έπρεπε να έχει αντίκτυπο στη μέση τιμή πώλησης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής, η οποία ωστόσο παρέμεινε σταθερή διότι ο μεθυλεστέρας ελαιοκράμβης είναι κατά τους ισχυρισμούς το κυριότερο βιοντίζελ που παράγεται στην Ένωση.

(455)

Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 296 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού., το FAME0 είναι ο συνηθέστερος τύπος βιοντίζελ που πωλείται από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος. Ως εκ τούτου, η μέση τιμή πώλησης καθοδηγείται από το FAME0, καθώς και από τις σημαντικές ποσότητες μεθυλεστέρα φοινικέλαιου και άλλων μειγμάτων που πωλούνται από τους ενωσιακούς παραγωγούς του δείγματος, επιπλέον της τιμής του μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης. Πράγματι, η αύξηση της τιμής για τον μεθυλεστέρα ελαιοκράμβης αποτυπώνεται πλήρως στα στοιχεία κερδοφορίας, ιδίως για το τέταρτο τρίμηνο του 2018. Αποτυπώνεται επίσης, έως έναν βαθμό, στη μέση τιμή πώλησης η οποία παρέμεινε σταθερή παρά την πίεση που ασκούσαν στην τιμή οι σημαντικές ποσότητες επιδοτούμενων εισαγωγών.

(456)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας διατύπωσε εκ νέου το επιχείρημά της, σύμφωνα με το οποίο οι υψηλές τιμές της ελαιοκράμβης στην Ένωση ήταν η αιτία της έλλειψης κερδοφορίας κατά τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου. Η Επιτροπή απέρριψε το επιχείρημα αυτό για τους λόγους που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 445.

(457)

Η Επιτροπή κατέληξε επομένως στο συμπέρασμα ότι οι τιμές των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται από τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής δεν αποδυναμώνουν την αιτιώδη συνάφεια.

6.2.6.   Εσωτερικός ανταγωνισμός στην ΕΕ και διαφορές στις επιδόσεις μεταξύ των ενωσιακών παραγωγών του δείγματος

(458)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar ζήτησε ότι την Επιτροπή να εξετάσει τον εσωτερικό ανταγωνισμό μεταξύ των ενωσιακών παραγωγών. Ωστόσο, το αίτημα αυτό δεν ήταν τεκμηριωμένο. Η Wilmar ισχυρίστηκε επίσης ότι οι επιδόσεις ενός συγκεκριμένου παραγωγού, οι οποίες αντικατοπτρίζονται στα μικροοικονομικά στοιχεία, μπορεί να οδηγήσουν σε αλλοίωση των συνολικών αποτελεσμάτων του δείγματος.

(459)

Η αντιπροσωπευτικότητα του δείγματος όσον αφορά την παραγωγή στην Ένωση που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 265 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, καθώς και όσον αφορά τον όγκο πωλήσεων, παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη καθ’ όλη τη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου.

(460)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι ενωσιακοί παραγωγοί του δείγματος αντιπροσωπεύουν ολόκληρο τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής και ότι τα μικροοικονομικά στοιχεία τους είναι αντιπροσωπευτικά του ενωσιακού κλάδου παραγωγής στο σύνολό του. Η Επιτροπή επισήμανε επίσης ότι η ανάλυση της κατάστασης του ενωσιακού κλάδου παραγωγής διενεργείται πάντα για ολόκληρη τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής. Συνεπώς, ο ισχυρισμός απορρίφθηκε.

6.3.   Συμπέρασμα σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια

(461)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της σχετικά με την αιτιώδη συνάφεια που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 377 έως 380 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.   ΤΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

7.1.   Το συμφέρον του ενωσιακού κλάδου παραγωγής

(462)

Ελλείψει παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 382 έως 384 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.2.   Το συμφέρον των μη συνδεδεμένων παραγωγών

(463)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας επισήμανε ότι τα μέτρα θα πλήξουν τους εισαγωγείς που διαθέτουν δικές τους εγκαταστάσεις ανάμειξης βιοντίζελ ή σημεία διανομής βιοντίζελ.

(464)

Δεδομένων των σημαντικών εισαγωγών βιοντίζελ από τη Μαλαισία, την Κίνα και την Αργεντινή σε συνδυασμό, επί των οποίων δεν εφαρμόζονται μέτρα, ή ισχύει ανάληψη υποχρέωσης ως προς τις τιμές, η Επιτροπή διαφώνησε με το συμπέρασμα αυτό.

(465)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 388 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.3.   Το συμφέρον των χρηστών

(466)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, η κυβέρνηση της Ινδονησίας ανέφερε ότι η επιβολή μέτρων στις εισαγωγές από την Ινδονησία θα δημιουργήσει μονοπώλιο για τον ενωσιακό κλάδο παραγωγής στην αγορά της Ένωσης. Αυτό θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών του βιοντίζελ για τους χρήστες.

(467)

Η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς. Πρώτον, ένας ενωσιακός κλάδος παραγωγής που απαρτίζεται από τόσες πολλές ανταγωνιζόμενες εταιρείες απέχει πολύ από το να χαρακτηριστεί μονοπώλιο. Δεύτερον, οι εισαγωγές από την Αργεντινή, την Κίνα και τη Μαλαισία δεν επηρεάζονται από τα μέτρα κατά της Ινδονησίας. Τέλος, ακόμη και με τα ισχύοντα μέτρα, η Ένωση εξακολουθεί να δέχεται σημαντικές εισαγωγές βιοντίζελ από την Αργεντινή στο πλαίσιο της ανάληψης υποχρέωσης.

(468)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας αναφέρει ότι οι οικονομικά προσιτές εισαγωγές βιοντίζελ σε επαρκείς ποσότητες είναι υψίστης σημασίας για την Ένωση. Η Επιτροπή δεν διαφωνεί με τη δήλωση αυτή, αλλά επισήμανε ότι καθώς η περιεκτικότητα σε βιοντίζελ στην αντλία δεν υπερβαίνει συνήθως το 10 %, οι αρνητικές επιπτώσεις της αύξησης της τιμής του βιοντίζελ μετακυλίονται μόνο μερικώς στον καταναλωτή και είναι, επομένως, ασήμαντες.

(469)

Στις παρατηρήσεις της σχετικά με την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, η Wilmar ισχυρίζεται ότι στον κανονισμό για την επιβολή προσωρινού δασμού δεν λήφθηκε υπόψη ο αντίκτυπος των μέτρων στους παραγωγούς καυσίμου ντίζελ.

(470)

Οι παραγωγοί του καυσίμου ντίζελ είναι οι χρήστες του βιοντίζελ, δεδομένου ότι αγοράζουν το βιοντίζελ πριν να πωλήσουν ένα μείγμα βιοντίζελ και ορυκτού ντίζελ στην αντλία, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 462. Καθώς κανένας χρήστης δεν συνεργάστηκε στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας (51), αυτό σημαίνει ότι στην παρούσα έρευνα δεν συνεργάστηκαν ούτε παραγωγοί καυσίμου βιοντίζελ.

(471)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 391 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.4.   Επιπτώσεις από τις στρεβλώσεις του εμπορίου που προκαλούν οι επιδοτήσεις και αποκατάσταση ουσιαστικού ανταγωνισμού

(472)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στην αιτιολογική σκέψη 393 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

7.5.   Συμπέρασμα σχετικά με το συμφέρον της Ένωσης

(473)

Εν κατακλείδι, κανένα από τα επιχειρήματα που προέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν αποδεικνύει ότι συντρέχουν επιτακτικοί λόγοι για τη μη επιβολή μέτρων στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος.

(474)

Ελλείψει περαιτέρω παρατηρήσεων, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα συμπεράσματά της που παρατίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 394 έως 395 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

8.   ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ

(475)

Μετά την κοινοποίηση των προσωρινών πορισμάτων, το EBB διαφώνησε με το συμπέρασμα της Επιτροπής βάσει του οποίου η καταγραφή των εισαγωγών δεν ήταν δικαιολογημένη.

(476)

Το EBB εξέφρασε την αντίθεσή του στο σκεπτικό της Επιτροπής, αναφέροντας ότι το άρθρο 24 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού επιβάλλει στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής απλώς να παρέχει επαρκή στοιχεία για την αιτιολόγηση της καταγραφής των εισαγωγών και ότι δεν υπάρχει νομική σύνδεση μεταξύ του άρθρου 24 παράγραφος 5 και του άρθρου 16 παράγραφος 4. Στο άρθρο 16 παράγραφος 4 παρατίθενται οι προϋποθέσεις για την αναδρομική είσπραξη δασμών κατά την περίοδο έρευνας.

(477)

Δεύτερον, το EBB ανέφερε ότι ακόμη και αν έπρεπε να πληρούνται τα κριτήρια του άρθρου 16 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού προκειμένου να πραγματοποιηθεί καταγραφή, η Επιτροπή έχει δικαίωμα να διαπιστώσει «κρίσιμες περιστάσεις υπό τις οποίες, προκειμένου περί του οικείου επιδοτούμενου προϊόντος, προκαλείται ζημία που είναι δύσκολο να αποκατασταθεί, εξαιτίας μαζικών εισαγωγών, σε σχετικά βραχύ χρονικό διάστημα, ενός προϊόντος που τυγχάνει αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων».

(478)

Το EBB ανέφερε ότι το άρθρο 2 στοιχείο δ) του βασικού κανονισμού επιτρέπει στην Επιτροπή να ερμηνεύει ως «κίνδυνο πρόκλησης ζημίας» τον όρο «ζημία» που περιλαμβάνεται στον κανονισμό.

(479)

Η Επιτροπή διαφώνησε με τους ισχυρισμούς του EBB, δεδομένου ότι το άρθρο 16 παράγραφος 4 καθιστά σαφές ότι η Επιτροπή πρέπει να διαπιστώσει «ζημία που είναι δύσκολο να αποκατασταθεί». Ο όρος «ζημία που είναι δύσκολο να αποκατασταθεί» αναφέρεται σε μια κατάσταση στην οποία, ελλείψει αναδρομικής είσπραξης των δασμών, η σημαντική ζημία την οποία υπέστη ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής μπορεί να επιδεινωθεί εξαιτίας μαζικών εισαγωγών πριν να καταστεί δυνατή η λήψη μέτρων. Αυτό δεν ισχύει όταν τα πορίσματα σε μια έρευνα βασίζονται σε κίνδυνο πρόκλησης σημαντικής ζημίας.

(480)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι ο «κίνδυνος πρόκλησης ζημίας που είναι δύσκολο να αποκατασταθεί» δεν εμπίπτει στο άρθρο 16 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(481)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή επιβεβαίωσε τα πορίσματα του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού στις αιτιολογικές σκέψεις 403 και 404.

9.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΑΝΤΙΣΤΑΘΜΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

(482)

Με βάση τα εξαχθέντα συμπεράσματα όσον αφορά τις επιδοτήσεις, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Ένωσης, θα πρέπει να επιβληθούν οριστικοί αντισταθμιστικοί δασμοί προκειμένου να αποτραπεί ο επικείμενος κίνδυνος πρόκλησης σημαντικής ζημίας στον ενωσιακό κλάδο παραγωγής από τις επιδοτούμενες εισαγωγές από την Ινδονησία.

9.1.   Ύψος των αντισταθμιστικών μέτρων

(483)

Το άρθρο 15 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του βασικού κανονισμού ορίζει ότι το ύψος του αντισταθμιστικού δασμού δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το συνολικό ύψος των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων.

(484)

Ακολούθως, το άρθρο 15 παράγραφος 1 εδάφιο 4 ορίζει ότι «[ό]ταν η Επιτροπή, βάσει όλων των στοιχείων που έχουν υποβληθεί, μπορεί να καταλήξει με ασφάλεια στο συμπέρασμα ότι δεν είναι προς το συμφέρον της Ένωσης να καθορίσει το ύψος των μέτρων σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο, το ύψος του αντισταθμιστικού δασμού είναι χαμηλότερο, εφόσον ο χαμηλότερος αυτός δασμός αρκεί για την εξάλειψη της ζημίας που υφίσταται ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής».

(485)

Δεν υποβλήθηκαν τέτοιου είδους πληροφορίες στην Επιτροπή και, συνεπώς, το επίπεδο των αντισταθμιστικών μέτρων θα καθοριστεί σε συνάρτηση με το άρθρο 15 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο.

(486)

Μετά την κοινοποίηση των τελικών πορισμάτων, ο παραγωγός-εξαγωγέας Wilmar επισήμανε την απουσία ρητής ανάλυσης του περιθωρίου ζημίας. Ειδικότερα, η Wilmar υποστήριξε ότι το κατά πόσον το ύψος των μέτρων θα πρέπει να είναι στα επίπεδα των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων θα πρέπει να καθοριστεί με βάση το σύνολο των πληροφοριών που υποβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

(487)

Κατά τον καθορισμό αυτόν λήφθηκε υπόψη το σύνολο των πληροφοριών που υποβλήθηκαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη. Παρότι ένας περιορισμένος αριθμός μερών στην Ένωση εξέφρασαν πράγματι την αντίθεσή τους στα αντισταθμιστικά μέτρα εν γένει, δεν παρέσχαν καμία πληροφορία ως προς τον λόγο για τον οποίο δεν θα ήταν προς το συμφέρον της Ένωσης να επιβληθούν αντισταθμιστικοί δασμοί στο επίπεδο των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων.

(488)

Ειδικότερα, το άρθρο 31 παράγραφος 7 ορίζει ότι, στο πλαίσιο της ανάλυσης του συμφέροντος της Ένωσης, οι πληροφορίες λαμβάνονται υπόψη μόνον εφόσον συνοδεύονται από συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία που τεκμηριώνουν την αξιοπιστία τους Συνεπώς, μια μη τεκμηριωμένη δήλωση ένστασης στην επιβολή αντισταθμιστικών μέτρων ασκεί πολύ περιορισμένη επιρροή εν προκειμένω.

(489)

Δεδομένου ότι τα οριστικά μέτρα στην παρούσα υπόθεση θα βασιστούν στο ύψος των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, όπως αυτό έχει υπολογιστεί, το επίπεδο του περιθωρίου ζημίας δεν ασκεί επιρροή. Ως εκ τούτου, δεν εφαρμόζεται το κριτήριο που καθορίζεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 πέμπτο εδάφιο.

9.2.   Προσφορές ανάληψης υποχρεώσεων ως προς τις τιμές

(490)

Ένας Ινδονήσιος παραγωγός-εξαγωγέας («ο αιτών») υπέβαλε οικειοθελώς προσφορά ανάληψης υποχρεώσεων ως προς τις τιμές σύμφωνα με το άρθρο 13 του βασικού κανονισμού. Η Επιτροπή ανέλυσε την προσφορά ανάληψης υποχρεώσεων και έκρινε ότι η αποδοχή της θα ήταν ανέφικτη για τους ακόλουθους λόγους.

(491)

Η προτεινόμενη ελάχιστη τιμή εισαγωγής ήταν ακατάλληλη διότι δεν επαρκούσε για την αντιστάθμιση του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων. Σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του βασικού κανονισμού, η αύξηση τιμών στο πλαίσιο της ανάληψης υποχρεώσεων δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη απ’ αυτή που χρειάζεται για την αντιστάθμιση του ύψους των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων.

(492)

Το ετήσιο επίπεδο, δηλαδή το ετήσιο όριο των εισαγωγών που υπόκεινται στην ανάληψη υποχρεώσεων που προτάθηκε από τον αιτούντα, κάλυπτε το σύνολο των εξαγωγών βιοντίζελ από την Ινδονησία και ήταν δεσμευτικό για τους άλλους Ινδονήσιους εξαγωγείς που δεν είχαν υποβάλει προσφορά ανάληψης υποχρεώσεων. Στην προσφορά δεν αναφερόταν με ποιον τρόπο θα ελεγχόταν το ετήσιο επίπεδο ώστε να διασφαλιστεί η τήρησή του.

(493)

Η Επιτροπή θεώρησε υπερβολικό το ετήσιο επίπεδο των εισαγωγών στην ελάχιστη τιμή εισαγωγής. Υπερέβαινε το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών βιοντίζελ από την Ινδονησία κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Σε συνδυασμό με την έλλειψη τριμηνιαίου ανώτατου ορίου για τις εισαγωγές, το προτεινόμενο ετήσιο επίπεδο αύξησε σημαντικά τον κίνδυνο εισόδου υψηλού επιπέδου εισαγωγών στην αγορά της Ένωσης κατά τη διάρκεια ορισμένων μηνών.

(494)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι ο αιτών έχει μια πολύ περίπλοκη δομή και χρησιμοποιεί περίπλοκους διαύλους πωλήσεων. Ακόμη και στο πλαίσιο της πρόσθετης δέσμευσης που αναλήφθηκε σχετικά με τους διαύλους πωλήσεων, θα αυξανόταν η πιθανότητα καταστρατήγησης και διασταυρούμενης αποζημίωσης και θα καθίστατο ανέφικτη η αποτελεσματική παρακολούθηση.

(495)

Η Επιτροπή απέστειλε στον αιτούντα επιστολή στην οποία εξέθεσε τους λόγους απόρριψης της προσφοράς ανάληψης υποχρεώσεων και του έδωσε τη δυνατότητα να διατυπώσει παρατηρήσεις. Η Επιτροπή έλαβε παρατηρήσεις από τον αιτούντα σχετικά με την ελάχιστη τιμή εισαγωγής, το ετήσιο επίπεδο και τους κινδύνους διασταυρούμενης αποζημίωσης, μεταξύ άλλων και στο πλαίσιο των πρόσθετων παρατηρήσεων του EBB σχετικά με την αρχική προσφορά ανάληψης υποχρεώσεων. Μαζί με τις παρατηρήσεις του, ο αιτών αναθεώρησε επίσης ορισμένα στοιχεία της προσφοράς ανάληψης υποχρεώσεων εκτός της ισχύουσας προθεσμίας.

(496)

Στις παρατηρήσεις του, ο αιτών δεν συμφώνησε με το συμπέρασμα της Επιτροπής, σύμφωνα με το οποίο η ελάχιστη τιμή εισαγωγής δεν επαρκεί για την αντιστάθμιση των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων. Ο αιτών δεν άλλαξε τη μεθοδολογία υπολογισμού της προτεινόμενης ελάχιστης τιμής εισαγωγής. Η Επιτροπή ενέμεινε στα πορίσματά της και, συνεπώς, απέρριψε τον ισχυρισμό.

(497)

Ο αιτών διευκρίνισε περαιτέρω ότι το ετήσιο επίπεδο που καθορίζεται στην προσφορά ανάληψης υποχρεώσεων θα κάλυπτε αποκλειστικά τις εισαγωγές στην Ένωση προϊόντων τα οποία παράγει ή εμπορεύεται ο αιτών. Πρότεινε επίσης να μειώσει το ετήσιο επίπεδο και να ορίσει τριμηνιαίο ανώτατο όριο για τη χρήση του ετήσιου επιπέδου.

(498)

Η Επιτροπή εξέφρασε την ικανοποίησή της για την επεξήγηση όσον αφορά το ετήσιο επίπεδο και επισήμανε ότι το ετήσιο επίπεδο, όπως εξηγήθηκε από τον αιτούντα, ήταν δεσμευτικό μόνο για τον ίδιο. Αυτός ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή θεώρησε το επίπεδο υπερβολικό, καθώς το προτεινόμενο ετήσιο επίπεδο υπερέβαινε το μερίδιο αγοράς των εισαγωγών του συνόλου των Ινδονήσιων εξαγωγέων βιοντίζελ κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας, ενώ το επίπεδο προοριζόταν μόνο για έναν εξαγωγέα - τον αιτούντα, Το νέο προτεινόμενο επίπεδο ήταν χαμηλότερο από το ετήσιο επίπεδο που είχε καθοριστεί στην προσφορά ανάληψης υποχρεώσεων, αλλά εξακολουθούσε να βρίσκεται σε πολύ υψηλό επίπεδο δεδομένου ότι προσέγγιζε κατά πολύ το συνολικό επίπεδο των εισαγωγών βιοντίζελ από την Ινδονησία κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι και στην αναθεωρημένη προσφορά δεν αναφερόταν με ποιον τρόπο θα ελεγχόταν το ετήσιο επίπεδο ώστε να διασφαλιστεί η τήρησή του. Η Επιτροπή ενέμεινε στα πορίσματά της και, συνεπώς, απέρριψε τον ισχυρισμό.

(499)

Στις παρατηρήσεις του, ο αιτών διαφώνησε με τη διαπίστωση της Επιτροπής όσον αφορά την περίπλοκη δομή και τις περίπλοκες διαύλους πωλήσεων του αιτούντος. Ο αιτών δεν πρότεινε πρόσθετη δέσμευση πέραν αυτών που περιλαμβάνονται στην προσφορά ανάληψης υποχρεώσεων. Η Επιτροπή ενέμεινε στα πορίσματά της και, συνεπώς, απέρριψε τον ισχυρισμό.

(500)

Η Επιτροπή θεώρησε ανέφικτη και ανεφάρμοστη την παρακολούθηση της ανάληψης υποχρεώσεων για τους λόγους που εκτίθενται στις αιτιολογικές σκέψεις 490 έως 499 ανωτέρω και, συνεπώς, απέρριψε την τελική προσφορά.

9.3.   Οριστικά μέτρα

(501)

Θα πρέπει να επιβληθούν οριστικά αντισταθμιστικά μέτρα στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Ινδονησίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 15 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού όπου αναφέρεται ότι το ύψος του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού αντιστοιχεί στο συνολικό ύψος των αντισταθμίσιμων επιδοτήσεων, όπως αυτό έχει υπολογιστεί.

(502)

Με βάση τα ανωτέρω στοιχεία, οι οριστικοί αντισταθμιστικοί δασμολογικοί συντελεστές, εκφρασμένοι σε τιμή CIF στα σύνορα της Ένωσης, πριν από την καταβολή τελωνειακού δασμού, έχουν ως εξής:

Εταιρεία

Αντισταθμιστικός δασμός

PT Ciliandra Perkasa

8,0 %

PT Intibenua Perkasatama και PT Musim Mas (όμιλος Musim Mas)

16,3 %

PT Pelita Agung Agrindustri και PT Permata Hijau Palm Oleo (όμιλος Permata)

18,0 %

PT Wilmar Nabati Indonesia και PT Wilmar Bioenergi Indonesia (όμιλος Wilmar)

15,7 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

18,0 %

(503)

Οι ατομικοί συντελεστές αντισταθμιστικού δασμού για κάθε εταιρεία, οι οποίοι προσδιορίζονται στον παρόντα κανονισμό, καθορίστηκαν βάσει των πορισμάτων της παρούσας έρευνας. Επομένως, αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της έρευνας όσον αφορά τις εν λόγω εταιρείες. Οι εν λόγω δασμολογικοί συντελεστές (σε αντίθεση με τον δασμό σε επίπεδο χώρας που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες») εφαρμόζονται αποκλειστικά στις εισαγωγές του υπό εξέταση προϊόντος καταγωγής Ινδονησίας που παράγεται από τις εν λόγω εταιρείες. Τα υπό εξέταση εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία η οποία δεν αναφέρεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων που συνδέονται με τις εταιρείες που αναφέρονται ρητώς, δεν μπορούν να επωφεληθούν από τους εν λόγω συντελεστές και υπόκεινται στον συντελεστή δασμού που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(504)

Μια εταιρεία μπορεί να ζητήσει τη συνέχιση της εφαρμογής των εν λόγω ατομικών δασμολογικών συντελεστών, ακόμη και αν μεταγενέστερα αλλάξει η επωνυμία της ή η επωνυμία μίας από τις οντότητές της. Το αίτημα πρέπει να απευθύνεται στην Επιτροπή. Το αίτημα πρέπει να περιέχει όλες τις σχετικές πληροφορίες με τις οποίες η εταιρεία μπορεί να καταδείξει ότι η αλλαγή δεν θίγει το δικαίωμα της εταιρείας να επωφελείται από τον ατομικό δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για αυτήν. Εάν η αλλαγή επωνυμίας της εταιρείας δεν επηρεάζει το δικαίωμά της να επωφελείται από τον δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για αυτήν, θα δημοσιεύεται ανακοίνωση σχετικά με την αλλαγή επωνυμίας στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(505)

Σε περίπτωση που οι εξελίξεις μετά την περίοδο έρευνας συνεπάγονται μεταβολή των περιστάσεων η οποία είναι διαρκούς χαρακτήρα, είναι δυνατή η λήψη κατάλληλων μέτρων σύμφωνα με το άρθρο 19 του βασικού κανονισμού.

(506)

Βάσει του άρθρου 109 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 (52), για τα ποσά που πρέπει να επιστραφούν σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ισχύει το επιτόκιο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά τις κύριες πράξεις της επαναχρηματοδότησης, όπως αυτό δημοσιεύεται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την πρώτη ημερολογιακή ημέρα κάθε μήνα.

9.4.   Αποδέσμευση των προσωρινών δασμών

(507)

Το άρθρο 16 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού ορίζει ότι εναπόκειται στην Επιτροπή να αποφασίζει ποιο ποσοστό του προσωρινού δασμού πρέπει να εισπραχθεί οριστικά.

(508)

Το άρθρο 16 παράγραφος 2 ορίζει επιπλέον ότι σε περίπτωση κινδύνου πρόκλησης σημαντικής ζημίας, οι προσωρινοί δασμοί δεν εισπράττονται εκτός αν διαπιστωθεί ότι ο κίνδυνος αυτός θα εξελισσόταν, αν δεν λαμβάνονταν προσωρινά μέτρα, σε σημαντική ζημία.

(509)

Δεδομένων των πορισμάτων στην παρούσα υπόθεση, τα προσωρινά ποσά αποδεσμεύονται και δεν εισπράττονται όπως ορίζεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού.

(510)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (53),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται οριστικός αντισταθμιστικός δασμός στις εισαγωγές μονοαλκυλεστέρων λιπαρών οξέων και/ή παραφινικών πετρελαϊκών κλασμάτων gasoil που προέρχονται από σύνθεση και/ή υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, σε καθαρή μορφή ή εντός μείγματος, που υπάγονται επί του παρόντος στους κωδικούς ΣΟ ex 1516 20 98 (κωδικοί TARIC 1516209821, 1516209829 και 1516209830), ex 1518 00 91 (κωδικοί TARIC 1518009121, 1518009129 και 1518009130), ex 1518 00 95 (κωδικοί TARIC 1518009510), ex 1518 00 99 (κωδικοί TARIC 1518009921, 1518009929 και 1518009930), ex 2710 19 43 (κωδικοί TARIC 2710194321, 2710194329 και 2710194330), ex 2710 19 46 (κωδικοί TARIC 2710194621, 2710194629 και 2710194630), ex 2710 19 47 (κωδικοί TARIC 2710194721, 2710194729 και 2710194730), 2710 20 11, 2710 20 15, 2710 20 17, ex 3824 99 92 (κωδικοί TARIC 3824999210, 3824999212 και 3824999220), 3826 00 10 και ex 3826 00 90 (κωδικοί TARIC 3826009011, 3826009019 και 3826009030), καταγωγής Ινδονησίας.

2.   Ο συντελεστής του οριστικού αντισταθμιστικού δασμού που εφαρμόζεται επί της καθαρής, «ελεύθερης στα σύνορα της Ένωσης» τιμής, πριν από την επιβολή δασμού, για τα προϊόντα που περιγράφονται στην παράγραφο 1 και παράγονται από τις εταιρείες που παρατίθενται κατωτέρω, καθορίζεται ως εξής:

Εταιρεία

Οριστικός αντισταθμιστικός δασμός

Πρόσθετος κωδικός TARIC

PT Ciliandra Perkasa

8,0 %

B786

PT Intibenua Perkasatama και PT Musim Mas (όμιλος Musim Mas)

16,3 %

B787

PT Pelita Agung Agrindustri και PT Permata Hijau Palm Oleo (όμιλος Permata)

18,0 %

B788

PT Wilmar Nabati Indonesia και PT Wilmar Bioenergi Indonesia (όμιλος Wilmar)

15,7 %

B789

Όλες οι άλλες εταιρείες

18,0 %

C999

3.   Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

Τα ποσά που είχαν δεσμευτεί υπό μορφή προσωρινού αντισταθμιστικού δασμού σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2019/1344 αποδεσμεύονται οριστικά.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2019.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 55.

(2)  ΕΕ C 439 της 6.12.2018, σ. 16.

(3)  ΕΕ L 212 της 13.8.2019, σ. 1.

(4)  Το CFPP είναι η κατώτατη θερμοκρασία στην οποία μια δεδομένη ποσότητα βιο(ντίζελ) μπορεί να διέλθει μέσα από ένα τυποποιημένο φίλτρο. Παρέχει εκτίμηση του κατώτατου ορίου θερμοκρασίας για τη χρήση του βιο(ντίζελ).

(5)  ΕΕ L 141 της 28.5.2013, σ. 6, αιτιολογικές σκέψεις 35 και 36.

(6)  ΕΕ L 315 της 26.11.2013, σ. 2, αιτιολογικές σκέψεις 17 έως 21.

(7)  ΕΕ L 331 της 28.12.2018, σ. 4.

(8)  Έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, ΗΠΑ – Οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα, WT/DS379/AB, 11 Μαρτίου 2011, παράγραφος 317. Βλέπε επίσης την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, ΗΠΑ – Μέτρα αντισταθμιστικών δασμών για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα, WT/DS437/AB/RW, εκδόθηκε στις 16 Ιουλίου 2019, παράγραφος 5.96.

(9)  Έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, ΗΠΑ – Οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα, WT/DS379/AB, 11 Μαρτίου 2011, παράγραφος 318.

(10)  Η Επιτροπή επισήμανε ότι ένας παραγωγός-εξαγωγέας ανέφερε υψηλότερο κόστος μετατροπής για μία από τις εγκαταστάσεις του. Ο συγκεκριμένος παραγωγός εξήγησε ότι αυτό οφείλεται στο ότι η εγκατάσταση είναι καινούργια και η απόσβεση έχει σημαντικό αντίκτυπο στο κόστος. Ωστόσο, εξήγησε περαιτέρω ότι το κόστος των άλλων εγκαταστάσεών του είναι αντιπροσωπευτικότερο. Το συγκεκριμένο κόστος κυμαίνεται στο προαναφερόμενο εύρος. Βάσει των ανωτέρω, η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη αυτό το κόστος, το οποίο είναι ωστόσο χαμηλότερο από το κόστος μετατροπής που υπολογίστηκε από την κυβέρνηση της Ινδονησίας.

(11)  Παρατηρήσεις επί του εγγράφου κοινοποίηση γενικών τελικών πορισμάτων εξ ονόματος της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Ινδονησίας, 14 Οκτωβρίου 2019, παράγραφος 16.

(12)  Η χημική αντίδραση που χρησιμοποιείται κατά τη διαδικασία εξευγενισμού παράγει γλυκερίνη ως υποπροϊόν. Η γλυκερίνη πωλείται στη συνέχεια στην αγορά και, επομένως, δεν αντιπροσωπεύει κόστος.

(13)  ΕΕ C 394 της 17.12.1998, σ. 13.

(14)  https://www.thejakartapost.com/news/2019/09/25/palm-oil-export-levies-suspended-to-help-producers-cope-with-low-prices.html, τελευταία προσπέλαση στις 21 Οκτωβρίου 2019.

(15)  Όπως αναλύεται κατωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 142, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να καταλήξει, με βάση τις απαντήσεις του προμηθευτή ακατέργαστου φοινικέλαιου, σε συμπέρασμα σχετικά με την κερδοφορία του.

(16)  https://lloydslist.maritimeintelligence.informa.com/LL1125599/Indonesia-CPO-exports-get-boost-from-levy-relief, προσπελάστηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2019.

(17)  https://www.theedgesingapore.com/new-indonesian-export-levies-great-news-upstream-planters-threat-processors-cgs-cimb, προσπελάστηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2019.

(18)  Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 133 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού, «[…] όταν η τιμή που προσφέρει ο υποψήφιος αγοραστής είναι χαμηλότερη από την εκτίμηση τιμής, το θέμα παραπέμπεται στο διοικητικό συμβούλιο το οποίο μπορεί να αποφασίσει να αποδεχτεί την προσφορά». Κατά τη διάρκεια του επιτόπιου ελέγχου, η Επιτροπή επιβεβαίωσε ότι τέτοιου είδους εγκριτικές αποφάσεις λαμβάνονται σε τακτική βάση. Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός ότι οι αποφάσεις σχετικά με τις τιμές λαμβάνονται από το διοικητικό συμβούλιο της PTPN, στο οποίο εκπροσωπείται αποκλειστικά η κυβέρνηση της Ινδονησίας, καταδεικνύει ότι η κυβέρνηση της Ινδονησίας ασκεί ουσιαστικό έλεγχο στην PTPN και τη συμπεριφορά της σε σχέση με τις αποφάσεις για την τιμολογιακή πολιτική.

(19)  Ετήσια έκθεση GAIN για τους ελαιούχους σπόρους και τα προϊόντα στην Ινδονησία, 2019.

(20)  t19.005028.

(21)  Βλέπε έκθεση της ειδικής ομάδας, Ηνωμένες Πολιτείες – Οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα, (WT/DS379/R), παράγραφοι 11.38 – 11.69.

(22)  Το USDOC υπολόγισε τις μηνιαίες τιμές αναφοράς αγοράς για κάθε τύπο καουτσούκ, βάσει των πραγματικών αγορών καουτσούκ των παραγωγών ελαστικών από ιδιωτικές πηγές, και χρησιμοποίησε τους μηνιαίους αυτούς δείκτες αναφοράς προκειμένου να διαπιστώσει, σε μηνιαία βάση, αν είχε χορηγηθεί όφελος. Για κάθε παραγωγό ελαστικών, το USDOC άθροισε τα θετικά ποσά οφέλους που υπολογίστηκαν με τον παραπάνω τρόπο για κάθε τύπο καουτσούκ, ώστε να καταλήξει σε ένα συνολικό όφελος το οποίο προσπορίστηκε κατά την περίοδο έρευνας ο συγκεκριμένος παραγωγός ελαστικών από τον συγκεκριμένο τύπο ελαστικού. Αυτά τα ειδικά για τις εισροές προϊόντων σύνολα οφελών αθροίστηκαν στη συνέχεια ώστε να προκύψει το συνολικό όφελος για τον παραγωγό ελαστικών από την παροχή, εκ μέρους της κυβέρνησης, εισροών καουτσούκ όλων των ειδών κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας. Η Κίνα ισχυρίστηκε ότι παρότι ορισμένες αγορές κατά τη διάρκεια της περιόδου έρευνας πραγματοποιήθηκαν έναντι τιμής υψηλότερης από τον δείκτη αναφοράς ή την τιμή της αγοράς, το συνολικό ύψος αυτών των ποσών «αρνητικών» οφελών, όπως μετρήθηκαν με βάση την τιμή αναφοράς, πρέπει, σύμφωνα με τον νόμο, να συμψηφιστεί με τα ποσά των «θετικών» οφελών για ολόκληρη την περίοδο της έρευνας.

(23)  Βλέπε έκθεση της ειδικής ομάδας, Ηνωμένες Πολιτείες – Οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα, (WT/DS379/R), παράγραφος 11.45. Βλέπε επίσης, προς την ίδια κατεύθυνση, την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου, της 10ης Απριλίου 2019, στην υπόθεση T-300/16, Jindal Saw, ECLI:EU:T:2019:235, σκέψεις 180 – 182.

(24)  Βλέπε έκθεση της ειδικής ομάδας, Ηνωμένες Πολιτείες – Οριστικοί δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα, (WT/DS379/R), παράγραφος 11.47.

(25)  Έκθεση της ειδικής ομάδας, United States – Subsidies on Upland Cotton (ΗΠΑ – Επιδοτήσεις για το βαμβάκι), WT/DS267/R, προσθήκη 1 έως προσθήκη 3 και διορθωτικό 1, εκδόθηκε στις 21 Μαρτίου 2005, όπως τροποποιήθηκε από την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, WT/DS267/AB/R, DSR 2005: II, σ. 299, παράγραφος 7.1140.

(26)  WT/DS379/AB/R (ΗΠΑ – Δασμοί αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικοί δασμοί για ορισμένα προϊόντα από την Κίνα), έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου της 11ης Μαρτίου 2011, DS 379, παράγραφος 373.

(27)  Οδηγία (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (ΕΕ L 328 της 21.12.2018, σ. 82).

(28)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2019/807 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2019, για τη συμπλήρωση της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον καθορισμό των πρώτων υλών υψηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης για τις οποίες παρατηρείται σημαντική επέκταση της περιοχής παραγωγής σε εκτάσεις με υψηλά αποθέματα άνθρακα και για την πιστοποίηση των βιοκαυσίμων, βιορευστών και καυσίμων βιομάζας χαμηλού κινδύνου έμμεσης αλλαγής της χρήσης γης (ΕΕ L 133 της 21.5.2019, σ. 1).

(29)  Άρθρο 26 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

(30)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 490/2013 της Επιτροπής, της 27ης Μαΐου 2013, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας πίνακας 2 (ΕΕ L 141 της 28.5.2013, σ. 6).

(31)  Από χημική άποψη, το βιοντίζελ είναι συνήθως ένας μεθυλεστέρας λιπαρών οξέων ή FAME.

(32)  PCN P101P και P102P.

(33)  Το υπόλοιπο 45 % των πωλήσεων του ενωσιακού κλάδου παραγωγής έχουν CFPP που δεν είναι +10 και 0.

(34)  WT/DS480/R Ευρωπαϊκή Ένωση - Μέτρα αντιντάμπινγκ για το βιοντίζελ από την Ινδονησία.

(35)  Έκθεση της ειδικής ομάδας, ΕΕ – Βιοντίζελ (Ινδονησία) παράγραφος 7.156.

(36)  ΕΕ L 141 της 28.5.2013, σ. 19, αιτιολογικές σκέψεις 133 έως 135.

(37)  Επισημαίνεται ότι στην αιτιολογική σκέψη 298 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού υπήρχε εκ παραδρομής σφάλμα και αναφερόταν περιθώριο υποτιμολόγησης της τάξης του 17,5 %.

(38)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2019/244 της Επιτροπής, της 11ης Φεβρουαρίου 2019, για την επιβολή οριστικού αντισταθμιστικού δασμού στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Αργεντινής (EE L 40 της 12.2.2019, σ. 1).

(39)  Τα στοιχεία για τον όγκο παραγωγής και πωλήσεων για την 9μηνη περίοδο μετά την έρευνα (Οκτώβριος 2018 έως Ιούνιος 2019) που καταγράφονται σε αυτόν τον πίνακα έχουν παρεκβληθεί σε ετήσια βάση πολλαπλασιάζοντας με συντελεστή 12/9 για τη λήψη συγκρίσιμων ετήσιων στοιχείων δείκτη.

(40)  Για παράδειγμα, βλέπε άρθρο στον Τύπο στον ιστότοπο AGQM με ημερομηνία 14 Νοεμβρίου 2018: https://www.agqm-biodiesel.de/en/news/news/price-european-rme-hits-all-time-high-due-low-rhine-levels (τελευταία προσπέλαση στις 22 Οκτωβρίου 2019).

(41)  Άρθρο 26 παράγραφος 2 της οδηγίας (ΕΕ) 2018/2001.

(42)  Για παράδειγμα, βλέπε https://www.regnskog.no/en/news/palmoil-in-biodiesel-sees-massive-drop-in-norway (τελευταία προσπέλαση στις 21 Οκτωβρίου 2019).

(43)  https://www.ofimagazine.com/news/france-bans-palm-oil-from-biofuels (τελευταία προσπέλαση στις 21 Οκτωβρίου 2019).

(44)  https://www.reuters.com/article/us-total-biofuels-palmoil/french-court-rules-against-tax-breaks-for-palm-oil-biofuel-idUSKBN1WQ0ZG (τελευταία προσπέλαση στις 21 Οκτωβρίου 2019).

(45)  US GAIN Biofuels Annual Jakarta Indonesia 8-9-2019.

(46)  Μέσος όρος 2011-2019.

(47)  Μέσος όρος 2016-2019.

(48)  Βλέπε έκθεση της ειδικής ομάδας, Ηνωμένες Πολιτείες – Μέτρα αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικά μέτρα για ορισμένα προϊόντα επιχρισμένου χαρτιού από την Ινδονησία, WT/DS491/R, εκδόθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2018, παράγραφοι 7.204-7.212.

(49)  Βλέπε έκθεση της ειδικής ομάδας, Ηνωμένες Πολιτείες – Μέτρα αντιντάμπινγκ και αντισταθμιστικά μέτρα για ορισμένα προϊόντα επιχρισμένου χαρτιού από την Ινδονησία, WT/DS491/R, εκδόθηκε στις 22 Ιανουαρίου 2018, παράγραφος 7.233.

(50)  Η Επιτροπή δεν διαθέτει ακριβείς πληροφορίες σχετικά με την ακριβή ανάλυση των πρώτων υλών τις οποίες χρησιμοποιεί ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής.

(51)  Αιτιολογική σκέψη 389 του κανονισμού για την επιβολή προσωρινού δασμού.

(52)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) 2018/1046 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Ιουλίου 2018, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΕ) αριθ. 1296/2013, (ΕΕ) αριθ. 1301/2013, (ΕΕ) αριθ. 1303/2013, (ΕΕ) αριθ. 1304/2013, (ΕΕ) αριθ. 1309/2013, (ΕΕ) αριθ. 1316/2013, (ΕΕ) αριθ. 223/2014, (ΕΕ) αριθ. 283/2014 και της απόφασης αριθ. 541/2014/ΕΕ και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 (ΕΕ L 193 της 30.7.2018, σ. 1).

(53)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21).


Top