Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32014R0254

    Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 254/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014 , σχετικά με ένα πολυετές πρόγραμμα για τους καταναλωτές για τα έτη 2014-2020 και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1926/2006/ΕΚ

    ΕΕ L 84 της 20.3.2014, p. 42–56 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2020; καταργήθηκε από 32021R0690

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2014/254/oj

    20.3.2014   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 84/42


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 254/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 26ης Φεβρουαρίου 2014

    σχετικά με ένα πολυετές πρόγραμμα για τους καταναλωτές για τα έτη 2014-2020 και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1926/2006/ΕΚ

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 169,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβιβάσεως του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής, της 3ης Μαρτίου 2010, με τίτλο «Ευρώπη 2020 — Στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη» («Ευρώπη 2020») ζητεί να δοθεί στους πολίτες η δυνατότητα να συμμετέχουν πλήρως στην εσωτερική αγορά, κάτι που απαιτεί ενίσχυση της ικανότητας και της εμπιστοσύνης τους ώστε να προβαίνουν σε διασυνοριακές αγορές αγαθών και υπηρεσιών, ιδίως επιγραμμικά.

    (2)

    Η Ένωση συμβάλλει στην εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας των καταναλωτών και στην τοποθέτηση των καταναλωτών στο επίκεντρο της εσωτερικής αγοράς, υποστηρίζοντας και συμπληρώνοντας τις πολιτικές των κρατών μελών, προκειμένου να διασφαλίζει, αφενός, ότι οι πολίτες αποκομίζουν όλα τα οφέλη της εσωτερικής αγοράς και, αφετέρου, ότι, όταν ενεργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ασφάλεια και τα νομικά και τα οικονομικά συμφέροντά τους προστατεύονται κατάλληλα μέσω συγκεκριμένων δράσεων.

    (3)

    Το πολυετές πρόγραμμα για τους καταναλωτές για τα έτη 2014-2020 («το πρόγραμμα») θα πρέπει να συνεισφέρει στην εξασφάλιση αυξημένου επιπέδου προστασίας για τους καταναλωτές και να υποστηρίζει πλήρως τις φιλοδοξίες της «Ευρώπης 2020» όσον αφορά την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα, ενσωματώνοντας τις ειδικές ανησυχίες που προσδιορίζονται στην «Ευρώπη 2020» σχετικά με το ψηφιακό θεματολόγιο για την Ευρώπη, ώστε να βελτιώσει ουσιαστικά η ψηφιοποίηση την ευημερία των καταναλωτών σχετικά με τη διατηρήσιμη ανάπτυξη, μέσω της μετάβασης σε πιο βιώσιμα πρότυπα κατανάλωσης, σχετικά με την κοινωνική ενσωμάτωση, μέσω της συνεκτίμησης της ειδικής κατάστασης των ευάλωτων καταναλωτών και των αναγκών ενός γηράσκοντος πληθυσμού, και σχετικά με έξυπνες κανονιστικές ρυθμίσεις, με άξονα την παρακολούθηση των δράσεων για την καταναλωτική αγορά που θα επιτρέπει την εκπόνηση καλοσχεδιασμένων και στοχευμένων κανονιστικών ρυθμίσεων.

    (4)

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής, της 22ας Μαΐου 2012, με τίτλο «Ευρωπαϊκό θεματολόγιο για τους καταναλωτές — Προώθηση της εμπιστοσύνης και της ανάπτυξης» («θεματολόγιο για τους καταναλωτές») ορίζει ένα στρατηγικό πλαίσιο για την πολιτική καταναλωτών της Ένωσης για τα επόμενα έτη, υποστηρίζοντας τα συμφέροντα των τελευταίων στο σύνολο των πολιτικών που ασκεί η Ένωση. Στόχος του θεματολογίου για τους καταναλωτές είναι να δημιουργήσει μια στρατηγική μέσω της οποίας η πολιτική δράση θα υποστηρίζει αποτελεσματικά και αποδοτικά τους καταναλωτές σε όλη της διάρκεια της ζωής τους, με την ασφάλεια των προϊόντων και των υπηρεσιών που τίθενται στη διάθεσή τους, με την ενημέρωση και εκπαίδευσή τους, με την υποστήριξη στις οργανώσεις που τους αντιπροσωπεύουν, με την ενίσχυση των δικαιωμάτων τους, με την παροχή πρόσβασης στη δικαιοσύνη και στην έννομη προστασία και με τη διασφάλιση της επιβολής της εν λόγω νομοθεσίας για τους καταναλωτές.

    (5)

    Η πρόσφατη οικονομική κάμψη έφερε στο φως ορισμένες σοβαρές ατέλειες και αντιφάσεις της εσωτερικής αγοράς, οι οποίες είχαν στο σύνολό τους δυσμενείς επιπτώσεις στην εμπιστοσύνη των καταναλωτών και των πολιτών. Αν και είναι αναγκαίο να αναγνωρισθούν οι δημοσιονομικοί περιορισμοί βάσει των οποίων λειτουργεί η Ένωση σήμερα, θα πρέπει η Ένωση να παρέχει επαρκή δημοσιονομικά μέσα ώστε να μπορούν να επιτευχθούν οι στόχοι του προγράμματος και προς τον σκοπό αυτό θα πρέπει να υποστηρίζει την «Ευρώπη 2020».

    (6)

    Η άρση των υπόλοιπων αδικαιολόγητων και δυσανάλογων φραγμών στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και η αύξηση της πίστης και της εμπιστοσύνης των πολιτών στο σύστημα, ιδίως όταν προβαίνουν σε διασυνοριακές αγορές, είναι απαραίτητες για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Η Ένωση θα πρέπει να επιδιώκει τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών στην αγορά, προκειμένου να δοθεί μεγαλύτερη δύναμη στους καταναλωτές με την παροχή επαρκών εργαλείων, γνώσης και αρμοδιότητας, ώστε να μπορούν να λαμβάνουν μελετημένες και ενημερωμένες αποφάσεις, καθώς και με την αύξηση της ευαισθητοποίησης των καταναλωτών.

    (7)

    Ο παρών κανονισμός λαμβάνει υπόψη το οικονομικό, κοινωνικό και τεχνικό περιβάλλον και τις συνακόλουθες αναδυόμενες προκλήσεις. Ειδικότερα, με τις δράσεις που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του προγράμματος θα επιδιωχθεί να ρυθμισθούν ζητήματα που σχετίζονται με την παγκοσμιοποίηση, την ψηφιοποίηση, τον αυξανόμενο βαθμό πολυπλοκότητας των αποφάσεων που καλούνται να λάβουν οι καταναλωτές, την ανάγκη για μετάβαση σε πιο βιώσιμα πρότυπα κατανάλωσης, τη γήρανση του πληθυσμού, τον κοινωνικό αποκλεισμό και το ζήτημα των ευάλωτων καταναλωτών. Άμεση προτεραιότητα αποτελεί η ενσωμάτωση των συμφερόντων των καταναλωτών σε όλες τις ενωσιακές πολιτικές, σύμφωνα με το άρθρο 12 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Ο συντονισμός με τις άλλες ενωσιακές πολιτικές και προγράμματα αποτελεί βασικό στοιχείο προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι τα συμφέροντα των καταναλωτών λαμβάνονται πλήρως υπόψη στις άλλες πολιτικές. Για να προωθηθούν οι συνέργειες και να αποφευχθούν οι αλληλεπικαλύψεις, θα πρέπει να γίνουν προβλέψεις στο πλαίσιο των άλλων ταμείων και προγραμμάτων της Ένωσης για τη χρηματοδοτική υποστήριξη της ένταξης των συμφερόντων των καταναλωτών στους αντίστοιχους τομείς τους.

    (8)

    Το πρόγραμμα θα πρέπει να εξασφαλίζει υψηλό επίπεδο προστασίας για όλους τους καταναλωτές, με ιδιαίτερη έμφαση στους ευάλωτους καταναλωτές, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαίτερες ανάγκες τους και να ενισχύονται οι ικανότητές τους, όπως ζητείται στο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 2012 σχετικά με μια στρατηγική για την ενίσχυση των δικαιωμάτων των ευάλωτων καταναλωτών (4). Ειδικότερα, το πρόγραμμα θα πρέπει να εξασφαλίζει στους ευάλωτους καταναλωτές πρόσβαση σε πληροφορίες για αγαθά και υπηρεσίες, ώστε να έχουν ίσες ευκαιρίες να πραγματοποιούν ελεύθερες και εμπεριστατωμένες επιλογές, ιδίως επειδή οι ευάλωτοι καταναλωτές μπορεί να δυσκολεύονται να εκτιμήσουν και να κατανοήσουν τις πληροφορίες για καταναλωτές και κατά συνέπεια κινδυνεύουν να παραπλανηθούν.

    (9)

    Το πρόγραμμα θα πρέπει να λαμβάνει ειδικότερα υπόψη τα παιδιά, μεταξύ άλλων σε συνεργασία με τους ενδιαφερόμενους φορείς, ώστε να διασφαλίζεται η υπευθυνότητα των τελευταίων στη διαφήμιση που απευθύνεται σε ανηλίκους, και ειδικότερα η αποφυγή της παραπλανητικής επιγραμμικής διαφήμισης.

    (10)

    Οι δράσεις θα πρέπει να περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα, που θα προβλέπει ενωσιακό πλαίσιο χρηματοδότησής τους. Σύμφωνα με το άρθρο 54 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), ο παρών κανονισμός πρέπει να αποτελέσει τη νομική βάση για τις εν λόγω δράσεις και την εφαρμογή του προγράμματος. Ο παρών κανονισμός βασίζεται και δίνει συνέχεια στις δράσεις που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο της απόφασης αριθ. 1926/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

    (11)

    Είναι σημαντικό να βελτιωθεί η προστασία των καταναλωτών. Για να επιτευχθεί αυτός ο γενικός στόχος, θα πρέπει να ορισθούν ειδικοί στόχοι ως προς την ασφάλεια, την πληροφόρηση και την εκπαίδευση και τη στήριξη σε οργανώσεις καταναλωτών σε ενωσιακό επίπεδο, τα δικαιώματα και την έννομη προστασία, καθώς και την επιβολή της εφαρμογής των δικαιωμάτων των καταναλωτών. Η αξία και ο αντίκτυπος των μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος θα πρέπει να παρακολουθούνται και να αξιολογούνται τακτικά, ώστε να διευκολύνεται ο εξυπνότερος σχεδιασμός της πολιτικής προς όφελος των καταναλωτών. Για να αξιολογηθεί η πολιτική για τους καταναλωτές, και ειδικότερα ο ακριβής αντίκτυπος των λαμβανομένων μέτρων, θα πρέπει να εκπονηθούν δείκτες, η αξία των οποίων θα πρέπει ωστόσο να εξετασθεί σε ευρύτερο πλαίσιο.

    (12)

    Είναι σημαντικό να αυξηθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Προκειμένου να μπορέσει να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, επιβάλλεται να ενισχυθούν οι δυνατότητες δράσης, ιδίως με την κατάλληλη χρηματοδοτική στήριξη των ενωσιακών οργανώσεων των καταναλωτών και των ευρωπαϊκών κέντρων καταναλωτών, λαμβανομένου υπόψη του σημαντικού τους ρόλου στο να παρέχουν πληροφορίες και βοήθεια στους καταναλωτές σχετικά με τα δικαιώματά τους, να υποστηρίζουν τους καταναλωτές σε υποθέσεις καταναλωτικών διαφορών, ιδίως όσον αφορά την πρόσβαση σε μηχανισμούς διευθέτησης διαφορών, και να προωθούν τα συμφέροντα των καταναλωτών κατά τη σωστή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Οι εν λόγω οργανισμοί και τα κέντρα θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να βελτιώσουν την προστασία και την εμπιστοσύνη των καταναλωτών ενεργώντας επιτόπου και εξατομικεύοντας τη βοήθεια, την πληροφόρηση και την εκπαίδευση.

    (13)

    Για την επίτευξη των εν λόγω στόχων, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν επιλέξιμες δράσεις.

    (14)

    Είναι απαραίτητο να καθορισθούν οι κατηγορίες των δυνάμει δικαιούχων που είναι επιλέξιμοι για επιδότηση.

    (15)

    Ένα ποσό δημοσιονομικής αναφοράς για το πρόγραμμα, κατά την έννοια του σημείου 17 της διοργανικής συμφωνίας της 2ας Δεκεμβρίου 2013 μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (7) περιλαμβάνεται στον παρόντα κανονισμό, χωρίς να θίγονται οι δημοσιονομικές εξουσίες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όπως ορίζονται στη ΣΛΕΕ.

    (16)

    Υπό το πνεύμα των αρχών της υγιούς χρηματοοικονομικής διαχείρισης, της διαφάνειας και της ευελιξίας κατά την εφαρμογή του προγράμματος, η συνέχιση του εκτελεστικού οργανισμού θα πρέπει να επιτρέπεται εφόσον πληρούνται όλες οι απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου (8).

    (17)

    Η διάθεση πόρων της Ένωσης και των κρατών μελών στους τομείς της ασφάλειας, της εκπαίδευσης και των δικαιωμάτων των καταναλωτών και της επιβολής της εφαρνογής τους θα πρέπει να συντονισθεί καλύτερα, για να εξασφαλισθούν η συμπληρωματικότητα και η βελτίωση της αποτελεσματικότητας και της ορατότητας, καθώς και για να επιτευχθούν καλύτερες δημοσιονομικές συνέργειες.

    (18)

    Η συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο προβλέπει συνεργασία στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και των χωρών της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών που συμμετέχουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, αφετέρου. Θα πρέπει να ληφθεί επίσης μέριμνα για τη δυνατότητα να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα και άλλες χώρες, ιδίως οι γειτνιάζουσες με την Ένωση χώρες, οι χώρες που υποβάλλουν αίτηση για προσχώρηση και οι υποψήφιες ή υπό προσχώρηση στην Ένωση χώρες.

    (19)

    Στο πλαίσιο της εφαρμογής του προγράμματος και με δεδομένη την παγκοσμιοποίηση της αλυσίδας παραγωγής και την αυξανόμενη αλληλεξάρτηση των αγορών, θα πρέπει να ενθαρρυνθεί η συνεργασία με τρίτες χώρες που δεν συμμετέχουν στο πρόγραμμα, λαμβανομένων υπόψη των τυχόν σχετικών συμφωνιών μεταξύ αυτών των χωρών και της Ένωσης.

    (20)

    Θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να εκδίδει πράξεις κατ’ εφαρμογή του άρθρου 290 ΣΛΕΕ, όσον αφορά την προσαρμογή των δεικτών που ορίζονται στο παράρτημα II, προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι αλλαγές του νομοθετικού πλαισίου στον τομέα της προστασίας των καταναλωτών και, όσον αφορά την τροποποίηση του παραρτήματος I, διαγράφοντας τις σχετικές ειδικές δράσεις, ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα έκθεσης αξιολόγησης της Επιτροπής. Έχει ιδιαίτερη σημασία να διεξάγει η Επιτροπή τις απαιτούμενες διαβουλεύσεις κατά τη διάρκεια του προπαρασκευαστικού έργου της, συμπεριλαμβανομένων διαβουλεύσεων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, κατά την προετοιμασία και τη σύνταξη κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων, θα πρέπει να διασφαλίζει την κατά τον δέοντα τρόπο ταυτόχρονη και έγκαιρη διαβίβαση των συναφών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    (21)

    Για την εξασφάλιση ομοιόμορφων όρων εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες όσον αφορά την έγκριση των ετήσιων προγραμμάτων εργασίας. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9). Δεδομένου, αφενός, ότι το πρόγραμμα δεν καθορίζει κριτήρια για την ασφάλεια των προϊόντων, αλλά αποσκοπεί στην παροχή οικονομικής ενίσχυσης σε μέσα εφαρμογής της πολιτικής για την ασφάλεια των προϊόντων και, αφετέρου, ότι πρόκειται για ένα σχετικά μικρό μέγεθος, είναι σκόπιμο να εφαρμόζεται η συμβουλευτική διαδικασία.

    (22)

    Τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης θα πρέπει να προστατεύονται μέσω αναλογικών μέτρων καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου των δαπανών, συμπεριλαμβανομένων της πρόληψης, της ανίχνευσης και της διερεύνησης των παρατυπιών, της ανάκτησης των απολεσθέντων, των αχρεωστήτως καταβληθέντων ή των μη ορθώς χρησιμοποιηθέντων κονδυλίων και, κατά περίπτωση, της επιβολής διοικητικών και οικονομικών κυρώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012.

    (23)

    Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη εξαιτίας της διασυνοριακής φύσης των σχετικών ζητημάτων, μπορούν όμως, λόγω του ότι η ενωσιακή δράση προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

    (24)

    Η απόφαση αριθ. 1926/2006/ΕΚ θα πρέπει να καταργηθεί.

    (25)

    Ενδείκνυται να εξασφαλισθεί ομαλή μετάβαση χωρίς διακοπή στο παρόν πρόγραμμα από το πρόγραμμα κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής για τους καταναλωτές (2007-2013), που θεσπίστηκε με την απόφαση αριθ. 1926/2006/ΕΚ, ιδίως όσον αφορά τη συνέχιση των πολυετών μέτρων, καθώς και την αξιολόγηση των επιτυχών αποτελεσμάτων του προηγούμενου προγράμματος και των τομέων που χρειάζονται μεγαλύτερη προσοχή. Επιπλέον, είναι σκόπιμο να ευθυγραμμιστεί η διάρκεια του παρόντος προγράμματος με εκείνη του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για τα έτη 2014-2020, το οποίο προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου (10). Επομένως, το παρόν πρόγραμμα θα πρέπει να εφαρμοστεί από την 1η Ιανουαρίου 2014. Από την 1η Ιανουαρίου 2021, η τεχνική και διοικητική βοήθεια θα πρέπει να εξασφαλίζει, εάν χρειάζεται, τις δαπάνες που συνδέονται με τη διαχείριση των δράσεων που δεν θα έχουν ακόμη ολοκληρωθεί έως το τέλος του 2020,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Πολυετές πρόγραμμα για τους καταναλωτές

    Ο παρών κανονισμός θεσπίζει πολυετές πρόγραμμα για τους καταναλωτές για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 («πρόγραμμα»).

    Άρθρο 2

    Γενικός στόχος

    Ο γενικός στόχος του προγράμματος είναι να εξασφαλισθεί υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, να τους δοθεί μεγαλύτερη δύναμη και να τεθούν στο επίκεντρο της εσωτερικής αγοράς μέσα στο πλαίσιο μιας γενικής στρατηγικής για έξυπνη, βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Αυτό θα το επιτύχει το πρόγραμμα συμβάλλοντας στην προστασία της υγείας, της ασφάλειας και των νόμιμων και οικονομικών συμφερόντων των καταναλωτών, καθώς και στην προώθηση του δικαιώματός τους στην πληροφόρηση, την εκπαίδευση και την αυτοοργάνωση για λόγους διαφύλαξης των συμφερόντων τους, και στην υποστήριξη της ενσωμάτωσης των συμφερόντων των καταναλωτών σε άλλους τομείς πολιτικής. Το πρόγραμμα συμπληρώνει, υποστηρίζει και παρακολουθεί τις πολιτικές των κρατών μελών.

    Άρθρο 3

    Ειδικοί στόχοι και δείκτες

    1.   Ο γενικός στόχος που αναφέρεται στο άρθρο 2 επιδιώκεται μέσω των ακόλουθων ειδικών στόχων:

    α)

    Στόχος I – Ασφάλεια: εδραίωση και ενίσχυση της ασφάλειας των προϊόντων μέσω της αποτελεσματικής εποπτείας της αγοράς, σε ολόκληρη την Ένωση.

    Ο παρών στόχος θα αποτιμηθεί κυρίως μέσω της δραστηριότητας και της αποτελεσματικότητας του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης της ΕΕ για τα επικίνδυνα καταναλωτικά προϊόντα (RAPEX).

    β)

    Στόχος II – Πληροφόρηση και εκπαίδευση των καταναλωτών και στήριξη των οργανώσεων των καταναλωτών: βελτίωση της εκπαίδευσης των καταναλωτών, ενημέρωση και ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματά τους, ανάπτυξη της βάσης τεκμηρίωσης της πολιτικής για τους καταναλωτές και παροχή υποστήριξης στις οργανώσεις καταναλωτών, λαμβανομένων επίσης υπόψη των ειδικών αναγκών των ευάλωτων καταναλωτών.

    γ)

    Στόχος III – Δικαιώματα και έννομη προστασία: ανάπτυξη και ενίσχυση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, ιδίως μέσω έξυπνης και ρυθμιστικής δράσης και βελτίωσης της πρόσβασης σε απλή, αποτελεσματική, σκόπιμη και χαμηλού κόστους έννομη προστασία, περιλαμβανομένης της εναλλακτικής ρύθμισης των διαφορών.

    Ο παρών στόχος θα αποτιμηθεί κυρίως μέσω της προσφυγής στην εναλλακτική επίλυση διαφορών για την επίλυση των διασυνοριακών διαφορών και μέσω της δραστηριότητας ενός ηλεκτρονικού συστήματος επίλυσης διαφορών σε επίπεδο Ένωσης καθώς και με βάση το ποσοστό των καταναλωτών που αναλαμβάνουν δράση για την επίλυση ενός προβλήματος που αντιμετωπίζουν.

    δ)

    Στόχος IV – Επιβολή της εφαρμογής: επιβολή της εφαρμογής των δικαιωμάτων των καταναλωτών μέσω της ενίσχυσης της συνεργασίας ανάμεσα στους εθνικούς φορείς επιβολής της εφαρμογής και της παροχής συμβουλών στους καταναλωτές.

    Η επίτευξη του στόχου αυτού θα αποτιμηθεί κυρίως στο επίπεδο της ροής πληροφοριών και της αποτελεσματικότητας της συνεργασίας εντός του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών, της δραστηριότητας των Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών και του βαθμού προβολής τους στους καταναλωτές.

    Η υψηλής ποιότητας πληροφόρηση και η συμμετοχή των καταναλωτών αποτελούν διατομεακές προτεραιότητες και, ως εκ τούτου, προβλέπονται με ρητό τρόπο, εφόσον είναι δυνατόν, σε όλους τους τομεακούς στόχους και σε όλες τις τομεακές δράσεις που χρηματοδοτούνται στο πλαίσιο του προγράμματος.

    2.   Η περιγραφή των δεικτών παρατίθεται στο παράρτημα II.

    3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 15, προκειμένου να προσαρμόζει τους δείκτες που αναφέρονται στο παράρτημα II.

    Άρθρο 4

    Επιλέξιμες δράσεις

    Οι ειδικοί στόχοι που αναφέρονται στο άρθρο 3 επιτυγχάνονται μέσω των επιλέξιμων δράσεων που καθορίζονται στον κατωτέρω κατάλογο:

    α)

    Στο πλαίσιο του στόχου I – Ασφάλεια:

    1)

    παροχή επιστημονικών συμβουλών και διεξαγωγή αναλύσεων του κινδύνου σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών όσον αφορά τα προϊόντα, πλην των τροφίμων, και τις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης στα καθήκοντα των ανεξάρτητων επιστημονικών επιτροπών που συγκροτήθηκαν με την απόφαση αριθ. 2008/721/ΕΚ της Επιτροπής (11)·

    2)

    συντονισμός της εποπτείας της αγοράς και των δράσεων επιβολής της εφαρμογής όσον αφορά την ασφάλεια των προϊόντων δυνάμει της οδηγίας αριθ. 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), και δράσεις για τη βελτίωση της ασφάλειας των καταναλωτικών υπηρεσιών·

    3)

    συντήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη της βάσης δεδομένων για τα καλλυντικά προϊόντα.

    β)

    Στο πλαίσιο του στόχου ΙΙ – Πληροφόρηση και εκπαίδευση των καταναλωτών και στήριξη των οργανώσεων των καταναλωτών:

    4)

    ανάπτυξη και βελτίωση της πρόσβασης στη βάση τεκμηρίωσης για τη χάραξη πολιτικής σε τομείς που επηρεάζουν τους καταναλωτές, για την εκπόνηση καλοσχεδιασμένων και εύστοχων νομοθετικών διατάξεων και για τον εντοπισμό ενδεχόμενων δυσλειτουργιών της αγοράς ή εξελίξεων των αναγκών των καταναλωτών, παρέχοντας μια βάση για τη χάραξη πολιτικής για τους καταναλωτές, για τον εντοπισμό των πιο προβληματικών τομέων για τους καταναλωτές και για την ενσωμάτωση των συμφερόντων των καταναλωτών σε άλλες πολιτικές της Ένωσης·

    5)

    υποστήριξη, μέσω χρηματοδότησης οργανώσεων καταναλωτών σε ενωσιακό επίπεδο και μέσω οικοδόμησης δυνατοτήτων, των οργανώσεων καταναλωτών σε ενωσιακό, εθνικό και τοπικό επίπεδο, με αύξηση της διαφάνειας και αναβάθμιση της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και εμπειρογνωμοσύνης·

    6)

    ενίσχυση της διαφάνειας στις αγορές καταναλωτών και στην πληροφόρηση προς τους καταναλωτές, με διασφάλιση της παροχής συγκρίσιμων, αξιόπιστων και προσιτών δεδομένων στους καταναλωτές, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών περιπτώσεων, προκειμένου να τους βοηθούν να συγκρίνουν όχι μόνο τις τιμές, αλλά και την ποιότητα και τη βιωσιμότητα των αγαθών και των υπηρεσιών·

    7)

    ενίσχυση της εκπαίδευσης των καταναλωτών καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους, με εστίαση της προσοχής ιδίως στους ευάλωτους καταναλωτές.

    γ)

    Στο πλαίσιο του στόχου III – Δικαιώματα και έννομη προστασία:

    8)

    προετοιμασία από την Επιτροπή της νομοθεσίας και άλλων ρυθμιστικών πρωτοβουλιών για την προστασία των καταναλωτών, παρακολούθηση της μεταφοράς από τα κράτη μέλη και της μεταγενέστερης αξιολόγησης του αντίκτυπού της, προώθηση των πρωτοβουλιών από κοινού ρύθμισης και αυτορρύθμισης, καθώς και παρακολούθηση του πραγματικού αντίκτυπου αυτών των πρωτοβουλιών στις καταναλωτικές αγορές·

    9)

    διευκόλυνση της πρόσβασης των καταναλωτών σε μηχανισμούς επίλυσης διαφορών, ειδικότερα σε εναλλακτικά συστήματα επίλυσης διαφορών, συμπεριλαμβανομένων ενός επιγραμμικού συστήματος για όλη την Ένωση και της δικτύωσης των εθνικών μονάδων εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, με ιδιαίτερη προσοχή σε επαρκή μέτρα για τις ανάγκες και τα δικαιώματα των ευάλωτων καταναλωτών, καθώς και παρακολούθηση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας των μηχανισμών επίλυσης διαφορών για τους καταναλωτές, μεταξύ άλλων με την ανάπτυξη και τη συντήρηση σχετικών εργαλείων ΤΠ, καθώς και με την ανταλλαγή των υπαρχουσών βέλτιστων πρακτικών και εμπειριών των κρατών μελών.

    δ)

    Στο πλαίσιο του στόχου IV – Επιβολή της εφαρμογής:

    10)

    συντονισμός των δράσεων εποπτείας και επιβολής της εφαρμογής βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13)·

    11)

    οικονομικές συνεισφορές για κοινές δράσεις μαζί με δημόσιους ή μη κερδοσκοπικούς φορείς που συγκροτούν δίκτυα της Ένωσης, τα οποία παρέχουν στους καταναλωτές πληροφορίες και βοήθεια προκειμένου να ασκούν τα δικαιώματά τους και να αποκτούν πρόσβαση σε κατάλληλη μορφή επίλυσης διαφορών, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών εξωδικαστικής ηλεκτρονικής επίλυσης διαφορών (δίκτυο των Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών).

    Κατά περίπτωση, οι επιλέξιμες δράσεις που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο του παρόντος άρθρου προσδιορίζονται περαιτέρω στο παράρτημα I με τη μνεία συγκεκριμένων δράσεων.

    Άρθρο 5

    Δικαιούχοι επιλέξιμοι για επιδοτήσεις

    1.   Επιδοτήσεις για τη λειτουργία οργανώσεων καταναλωτών σε επίπεδο Ένωσης μπορούν να χορηγούνται σε ευρωπαϊκές οργανώσεις καταναλωτών που πληρούν όλες τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

    α)

    είναι μη κυβερνητικές, μη κερδοσκοπικές, δεν εξαρτώνται από βιομηχανικά, εμπορικά και επιχειρηματικά ή άλλα συγκρουόμενα συμφέροντα και έχουν ως πρωταρχικούς στόχους και κύριες δραστηριότητες την προώθηση και την προστασία της υγείας, της ασφάλειας και των οικονομικών και νομικών συμφερόντων των καταναλωτών στην Ένωση·

    β)

    έχουν λάβει εντολή να εκπροσωπούν τα συμφέροντα των καταναλωτών σε επίπεδο Ένωσης από οργανώσεις τουλάχιστον στα μισά από τα κράτη μέλη, οι οποίες, βάσει των εθνικών κανόνων ή της εθνικής πρακτικής, είναι αντιπροσωπευτικές των καταναλωτών και δραστηριοποιούνται σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο.

    2.   Επιδοτήσεις για τη λειτουργία διεθνών φορέων που προωθούν αρχές και πολιτικές που συμβάλλουν στους στόχους του προγράμματος μπορούν να χορηγούνται σε οργανώσεις που πληρούν όλες τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

    α)

    είναι μη κυβερνητικές, μη κερδοσκοπικές, δεν εξαρτώνται από βιομηχανικά, εμπορικά και επιχειρηματικά ή άλλα συγκρουόμενα συμφέροντα και έχουν ως πρωταρχικούς στόχους και κύριες δραστηριότητες την προώθηση και την προστασία της υγείας, της ασφάλειας και των οικονομικών και νομικών συμφερόντων των καταναλωτών·

    β)

    διεξάγουν όλες τις ακόλουθες δραστηριότητες: εξασφαλίζουν έναν επίσημο μηχανισμό προκειμένου οι εκπρόσωποι των καταναλωτών από την Ένωση και τις τρίτες χώρες να τροφοδοτούν τις πολιτικές συζητήσεις και τη χάραξη πολιτικών, οργανώνουν συναντήσεις με υψηλόβαθμα στελέχη και ρυθμιστικές αρχές με σκοπό την προώθηση και την προάσπιση των συμφερόντων των καταναλωτών σε συνεργασία με τις δημόσιες αρχές, εντοπίζουν τα κοινά ζητήματα και τις κοινές προκλήσεις των καταναλωτών, προωθούν τις απόψεις των καταναλωτών στο πλαίσιο διμερών σχέσεων ανάμεσα στην Ένωση και σε τρίτες χώρες, συμβάλλουν στην ανταλλαγή και στη διάδοση εμπειρογνωμοσύνης και γνώσεων σχετικά με θέματα που αφορούν τους καταναλωτές στην Ένωση και σε τρίτες χώρες και παράγουν συστάσεις πολιτικής.

    3.   Επιδοτήσεις για τη λειτουργία φορέων σε επίπεδο Ένωσης που συγκροτούνται με σκοπό τον συντονισμό των δράσεων επιβολής της εφαρμογής στον τομέα της ασφάλειας των προϊόντων μπορούν να χορηγούνται σε φορείς που αναγνωρίζονται για τον σκοπό αυτό από την ενωσιακή νομοθεσία.

    4.   Οι επιδοτήσεις για δράσεις φορέων ενωσιακής εμβέλειας που αποσκοπούν στην ανάπτυξη κωδικών συμπεριφοράς, βέλτιστων πρακτικών και οδηγιών για τη σύγκριση των τιμών, της ποιότητας των προϊόντων και της βιωσιμότητας μπορούν να χορηγούνται σε φορείς που πληρούν όλες τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

    α)

    είναι μη κυβερνητικοί, μη κερδοσκοπικοί, δεν εξαρτώνται από βιομηχανικά, εμπορικά και επιχειρηματικά ή άλλα συγκρουόμενα συμφέροντα και περιλαμβάνουν μεταξύ των πρωταρχικών στόχων και των κύριων δραστηριοτήτων τους την προώθηση και την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών·

    β)

    δραστηριοποιούνται τουλάχιστον στο ήμισυ των κρατών μελών.

    5.   Μπορούν να χορηγούνται επιδοτήσεις για τη διοργάνωση εκδηλώσεων της προεδρίας σχετικά με την πολιτική προστασίας των καταναλωτών της Ένωσης σε εθνικές αρχές του κράτους μέλους που έχει την προεδρία των συνθέσεων του Συμβουλίου, πλην αυτής των Εξωτερικών Σχέσεων, ή σε φορείς που καθορίζει το οικείο κράτος μέλος.

    6.   Επιδοτήσεις για δράσεις σε αρχές κρατών μελών αρμόδιες για θέματα καταναλωτών και σε αντίστοιχες αρχές τρίτων χωρών μπορούν να χορηγούνται σε αρχές τις οποίες κοινοποιεί στην Επιτροπή, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 ή την οδηγία 2001/95/ΕΚ, ένα κράτος μέλος ή μια τρίτη χώρα που αναφέρεται στο άρθρο 7 του παρόντος κανονισμού ή σε μη κερδοσκοπικούς φορείς σαφώς καθορισμένους από τις εν λόγω αρχές προς τον σκοπό αυτό.

    7.   Επιδοτήσεις σε υπαλλήλους αρμόδιους για την επιβολή της εφαρμογής από κράτη μέλη και τρίτες χώρες μπορούν να χορηγούνται από αρχές τις οποίες κοινοποιεί στην Επιτροπή, για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 και της οδηγίας 2001/95/ΕΚ, ένα κράτος μέλος ή μια τρίτη χώρα που αναφέρεται στο άρθρο 7 του παρόντος κανονισμού.

    8.   Επιδοτήσεις για δράσεις μπορούν να χορηγούνται σε φορέα που ορίζεται από κράτος μέλος ή τρίτη χώρα που αναφέρεται στο άρθρο 7 και αποτελεί μη κερδοσκοπικό φορέα επιλεγόμενο μέσω διαφανούς διαδικασίας ή δημόσιο φορέα. Ο οριζόμενος φορέας ανήκει σε ένα ενωσιακό δίκτυο το οποίο παρέχει στους καταναλωτές πληροφορίες και βοήθεια προκειμένου να ασκούν τα δικαιώματά τους και να αποκτούν πρόσβαση στην κατάλληλη μορφή επίλυσης διαφορών (δίκτυο των Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών). Μία σύμπραξη-πλαίσιο μπορεί να καθορισθεί ως μακροπρόθεσμος μηχανισμός συνεργασίας μεταξύ της Επιτροπής και του Δικτύου Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών και/ή των συστατικών του φορέων.

    9.   Επιδοτήσεις για δράσεις μπορούν να χορηγούνται σε φορείς διαχείρισης καταγγελιών που δημιουργούνται και λειτουργούν στα κράτη μέλη της Ένωσης και σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών που συμμετέχουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, οι οποίοι είναι αρμόδιοι για τη συλλογή καταγγελιών των καταναλωτών ή επιχειρούν την επίλυση καταγγελιών ή παρέχουν συμβουλές ή πληροφορίες προς τους καταναλωτές όσον αφορά καταγγελίες ή αιτήματα και συνιστούν τρίτο μέρος κάποιας καταγγελίας ή αιτήματος που υποβάλλεται από καταναλωτή σχετικά με έναν έμπορο. Δεν περιλαμβάνονται οι μηχανισμοί διαχείρισης καταγγελιών καταναλωτών οι οποίοι διοικούνται από εμπόρους και στους οποίους η διαχείριση αιτημάτων και καταγγελιών πραγματοποιείται απευθείας με τον καταναλωτή ή μηχανισμοί που παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης καταγγελιών και οι οποίοι διοικούνται από ή εξ ονόματος εμπόρου.

    Άρθρο 6

    Δημοσιονομικό πλαίσιο

    1.   Το χρηματοδοτικό κονδύλιο για την εκτέλεση του προγράμματος για την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020 ανέρχεται σε 188 829 000 EUR σε τρέχουσες τιμές.

    2.   Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός των ορίων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

    Άρθρο 7

    Συμμετοχή τρίτων χωρών στο πρόγραμμα

    Στο πρόγραμμα μπορούν να συμμετάσχουν:

    α)

    οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών που συμμετέχουν στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο·

    β)

    οι τρίτες χώρες, ιδίως οι υπό προσχώρηση και οι υποψήφιες χώρες, καθώς και οι δυνάμει υποψήφιες χώρες, και οι χώρες για τις οποίες ισχύει η Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας, σύμφωνα με τις γενικές αρχές και τους γενικούς όρους και προϋποθέσεις για τη συμμετοχή τους σε προγράμματα της Ένωσης που έχουν καθορισθεί στις αντίστοιχες συμφωνίες-πλαίσια, στις αποφάσεις του συμβουλίου σύνδεσης ή σε παρεμφερείς συμφωνίες.

    Άρθρο 8

    Είδη παρεμβάσεων και μέγιστο επίπεδο συγχρηματοδότησης

    1.   Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, οι οικονομικές συνεισφορές της Ένωσης μπορούν να λαμβάνουν τη μορφή είτε επιδοτήσεων είτε δημόσιων συμβάσεων είτε κάθε άλλης παρέμβασης απαραίτητης για την επίτευξη των στόχων που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 3 του παρόντος κανονισμού.

    2.   Οι επιδοτήσεις της Ένωσης και τα αντίστοιχα μέγιστα επίπεδά τους έχουν ως εξής:

    α)

    επιδοτήσεις για τη λειτουργία οργανώσεων καταναλωτών σε επίπεδο Ένωσης, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, που δεν υπερβαίνουν το 50 % του επιλέξιμου κόστους·

    β)

    επιδοτήσεις για τη λειτουργία διεθνών φορέων που προωθούν αρχές και πολιτικές που συμβάλλουν στους στόχους του προγράμματος, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2, που δεν υπερβαίνουν το 50 % του επιλέξιμου κόστους·

    γ)

    επιδοτήσεις για τη λειτουργία φορέων σε επίπεδο Ένωσης που συγκροτούνται με σκοπό τον συντονισμό των δράσεων επιβολής της εφαρμογής στον τομέα της ασφάλειας των προϊόντων και αναγνωρίζονται για τον σκοπό αυτόν από την ενωσιακή νομοθεσία, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 3, που δεν υπερβαίνουν το 95 % του επιλέξιμου κόστους·

    δ)

    επιδοτήσεις για δράσεις φορέων ενωσιακής εμβέλειας για την ανάπτυξη κωδικών συμπεριφοράς και βέλτιστων πρακτικών, οδηγιών για τη σύγκριση των τιμών, της ποιότητας των προϊόντων και της βιωσιμότητας, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 4, που δεν υπερβαίνουν το 50 % του επιλέξιμου κόστους·

    ε)

    επιδοτήσεις για τη διοργάνωση εκδηλώσεων της προεδρίας σχετικά με την πολιτική προστασία των καταναλωτών της Ένωσης προς εθνικές αρχές του κράτους μέλους που έχει την προεδρία των συνθέσεων του Συμβουλίου, πλην αυτής των Εξωτερικών Σχέσεων, ή προς φορείς που καθορίζει το οικείο κράτος μέλος, που δεν υπερβαίνουν το 50 % του επιλέξιμου κόστους·

    στ)

    επιδοτήσεις για δράσεις προς αρχές κρατών μελών αρμόδιων για θέματα καταναλωτών και προς τις αντίστοιχες αρχές τρίτων χωρών που συμμετέχουν δυνάμει του άρθρου 7, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 6, που δεν υπερβαίνουν το 50 % του επιλέξιμου κόστους, με εξαίρεση τις δράσεις εξαιρετικής χρησιμότητας, για το επιλέξιμο κόστος των οποίων η συνεισφορά της Ένωσης δεν υπερβαίνει το 70 %·

    ζ)

    επιδοτήσεις για την ανταλλαγή υπαλλήλων αρμόδιων για την επιβολή της εφαρμογής από τα κράτη μέλη και από τις τρίτες χώρες που συμμετέχουν δυνάμει του άρθρου 7, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 7, που καλύπτουν τα έξοδα ταξιδιού και τις αποζημιώσεις διαμονής·

    η)

    επιδοτήσεις για δράσεις προς φορείς που ορίζουν οι αρχές ενός κράτους μέλους ή τρίτης χώρας που αναφέρεται στο άρθρο 7, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 8, που δεν υπερβαίνουν το 70 % του επιλέξιμου κόστους·

    θ)

    επιδοτήσεις για δράσεις προς εθνικούς φορείς που διαχειρίζονται τις καταγγελίες των καταναλωτών, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφος 9, που δεν υπερβαίνουν το 50 % του επιλέξιμου κόστους.

    3.   Οι δράσεις κρίνονται ως εξαιρετικής χρησιμότητας κατά την έννοια του στοιχείου ε) της παραγράφου 2 εφόσον:

    α)

    στο πλαίσιο των επιδοτήσεων προς τις αρχές που κοινοποιούνται στην Επιτροπή για τους σκοπούς του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004, συνενώνουν τουλάχιστον έξι κράτη μέλη ή αφορούν παραβάσεις που προκαλούν ή είναι πιθανόν να προκαλέσουν ζημία σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη·

    β)

    στο πλαίσιο των επιδοτήσεων προς τις αρχές που είναι υπεύθυνες για την ασφάλεια των καταναλωτικών προϊόντων, συνενώνουν τουλάχιστον δέκα κράτη μέλη που λαμβάνουν μέρος στο δίκτυο των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών για την ασφάλεια των προϊόντων που αναφέρεται στο άρθρο 10 της οδηγίας 2001/95/ΕΚ ή συμβάλλουν σε δραστηριότητες εποπτείας της αγοράς στον τομέα της ασφάλειας των καταναλωτικών προϊόντων, όπως προβλέπονται σε νομική πράξη της Ένωσης.

    Άρθρο 9

    Διοικητική και τεχνική υποστήριξη

    1.   Τα κονδύλια που προορίζονται για το πρόγραμμα μπορούν επίσης να καλύπτουν δαπάνες για δραστηριότητες προπαρασκευής, παρακολούθησης, διαχειριστικού ελέγχου, λογιστικού ελέγχου και αξιολόγησης οι οποίες απαιτούνται για τη διαχείριση του προγράμματος και την επίτευξη των στόχων του, μεταξύ άλλων την εταιρική επικοινωνία των πολιτικών προτεραιοτήτων της Ένωσης, στον βαθμό που αφορούν τον γενικό στόχο του παρόντος κανονισμού, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες δαπάνες τεχνικής και διοικητικής υποστήριξης πραγματοποιεί η Επιτροπή για τη διαχείριση του προγράμματος.

    2.   Το συνολικό ποσό που διατίθεται για την κάλυψη των δαπανών που συνδέονται με τις δραστηριότητες προπαρασκευής, παρακολούθησης, διαχειριστικού ελέγχου, λογιστικού ελέγχου και αξιολόγησης, καθώς και τεχνικής και διοικητικής βοήθειας, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν υπερβαίνει το 12 % του χρηματοδοτικού κονδυλίου που προορίζεται για το πρόγραμμα.

    Άρθρο 10

    Μέθοδοι εκτέλεσης

    Η Επιτροπή εφαρμόζει το πρόγραμμα με τις μεθόδους εκτέλεσης που αναφέρονται στο άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012.

    Άρθρο 11

    Συνοχή και συμπληρωματικότητα με άλλες πολιτικές

    Η Επιτροπή εξασφαλίζει, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, τη συνολική συνοχή και συμπληρωματικότητα ανάμεσα στο πρόγραμμα και άλλες συναφείς ενωσιακές πολιτικές, μέσα και δράσεις, ειδικότερα στο πλαίσιο του πολυετούς προγράμματος 2014-2020 «Δικαιώματα, Ισότητα και Ιθαγένεια» (14).

    Άρθρο 12

    Ετήσια προγράμματα εργασίας

    Η Επιτροπή εφαρμόζει το πρόγραμμα μέσω ετήσιων προγραμμάτων εργασίας. Τα ετήσια προγράμματα εργασίας υλοποιούν τους στόχους των άρθρων 2 και 3 και τις δράσεις του άρθρου 4 που προσδιορίζονται περαιτέρω στο παράρτημα I, κατά τρόπο συνεπή.

    Η Επιτροπή εγκρίνει ετήσια προγράμματα εργασίας υπό τη μορφή εκτελεστικών πράξεων σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 16 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις περιλαμβάνουν τα στοιχεία που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 και ειδικότερα:

    α)

    την εφαρμογή των δράσεων, σύμφωνα με το άρθρο 4 και το παράρτημα I του παρόντος κανονισμού, και την ενδεικτική κατανομή των χρηματοοικονομικών πόρων·

    β)

    το χρονοδιάγραμμα των σχεδιαζόμενων προσκλήσεων υποβολής προσφορών και προσκλήσεων υποβολής προτάσεων.

    Άρθρο 13

    Αξιολόγηση και διάδοση

    1.   Κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής, τα κράτη μέλη τής παρέχουν πληροφορίες για την εφαρμογή του προγράμματος και τον αντίκτυπό του στους καταναλωτές.

    2.   Η Επιτροπή:

    α)

    έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2017:

    i)

    επανεξετάζει την επίτευξη των στόχων όλων των μέτρων (στο επίπεδο των αποτελεσμάτων και των επιπτώσεων), την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην εφαρμογή των επιλέξιμων δράσεων του άρθρου 4 και των συγκεκριμένων δράσεων του παραρτήματος I, τη χορήγηση πόρων στους δικαιούχους σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 5, την αποδοτικότητα της χρήσης των πόρων και την ευρωπαϊκή τους προστιθέμενη αξία, λαμβάνοντας υπόψη τις εξελίξεις στον τομέα της προστασίας του καταναλωτή, ενόψει αποφάσεως για την ανανέωση, την τροποποίηση ή την παύση των μέτρων,

    ii)

    υποβάλλει την έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την αναθεώρηση που διεξήχθη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο·

    β)

    έως τις 31 Δεκεμβρίου 2017, εφόσον απαιτείται, υποβάλλει νομοθετική πρόταση ή, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη.

    Η έκθεση αξιολόγησης καλύπτει επίσης τα περιθώρια απλοποίησης, την εσωτερική και εξωτερική συνοχή του προγράμματος, τη συνεχιζόμενη συνάφεια όλων των στόχων, καθώς και τη συμβολή των μέτρων στις προτεραιότητες της Ένωσης για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα της αξιολόγησης για τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο του προηγούμενου προγράμματος.

    Οι μακροχρόνιες επιπτώσεις και η βιωσιμότητα των αποτελεσμάτων του προγράμματος αξιολογούνται ώστε να τροφοδοτούν την απόφαση για ενδεχόμενη ανανέωση, τροποποίηση ή αναστολή του επακόλουθου προγράμματος.

    3.   Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η περίπτωση κατά την οποία η έκθεση αξιολόγησης της παραγράφου 2 έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι συγκεκριμένες δράσεις του παραρτήματος I δεν εφαρμόσθηκαν έως τις 31 Δεκεμβρίου 2016 και δεν μπορούν να εφαρμοσθούν έως το τέλος του προγράμματος, μεταξύ άλλων όταν οι εν λόγω συγκεκριμένες δράσεις είναι πλέον άνευ αντικειμένου για την επίτευξη των στόχων των άρθρων 2 και 3, ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να θεσπίσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 15, ώστε να τροποποιήσει το παράρτημα I ακυρώνοντας τις οικείες συγκεκριμένες δράσεις.

    4.   Η Επιτροπή καθιστά τα αποτελέσματα των δράσεων που αναλαμβάνονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό διαθέσιμα στο κοινό.

    Άρθρο 14

    Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης

    1.   Κατά την υλοποίηση δράσεων χρηματοδοτούμενων βάσει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα που εξασφαλίζουν την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης με την εφαρμογή προληπτικών μέτρων κατά της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας, με τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων και, σε περίπτωση παρατυπιών, με την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και, εφόσον χρειασθεί, με την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών διοικητικών και οικονομικών κυρώσεων.

    2.   Η Επιτροπή ή οι εκπρόσωποί της και το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν την εξουσία να διενεργούν οικονομικό έλεγχο, βάσει δικαιολογητικών και επιτόπιων ελέγχων, σε όλους τους δικαιούχους επιδοτήσεων, τους αντισυμβαλλομένους και τους υπεργολάβους που έχουν λάβει πόρους της Ένωσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

    3.   Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) μπορεί να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων, σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζει ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) και του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (16), για τη διαπίστωση απάτης, διαφθοράς ή άλλης παράνομης δραστηριότητας κατά των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, σε σχέση με συμφωνία ή απόφαση επιδότησης ή σύμβαση που χρηματοδοτείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

    4.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3, οι συμφωνίες συνεργασίας με τρίτες χώρες και με διεθνείς οργανισμούς, οι συμβάσεις, οι συμφωνίες επιδότησης και οι αποφάσεις και συμβάσεις επιδότησης, καθώς και οι συμβάσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, περιέχουν διατάξεις οι οποίες εξουσιοδοτούν ρητά την Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και την OLAF να διεξάγουν τους εν λόγω λογιστικούς ελέγχους και έρευνες, σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους.

    Άρθρο 15

    Άσκηση της εξουσιοδότησης

    1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

    2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 3 παράγραφος 3 και στο άρθρο 13 παράγραφος 3 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων απονέμεται στην Επιτροπή για τη διάρκεια του προγράμματος.

    3.   Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 3 και στο άρθρο 13 παράγραφος 3 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή από το Συμβούλιο. Η απόφαση ανακλήσεως περατώνει την εξουσιοδότηση που προβλέπεται στην εν λόγω απόφαση. Η απόφαση τίθεται σε ισχύ την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν επηρεάζει την ισχύ κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ενδεχομένως ισχύουν ήδη.

    4.   Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

    5.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις οι οποίες εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 3 και του άρθρου 13 παράγραφος 3 τίθενται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν διατυπωθούν αντιρρήσεις είτε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είτε από το Συμβούλιο εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εάν, πριν από τη λήξη της εν λόγω χρονικής περιόδου, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν πρόκειται να προβάλουν αντιρρήσεις. Η ανωτέρω προθεσμία παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

    Άρθρο 16

    Διαδικασία επιτροπής

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    2.   Οσάκις γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

    Άρθρο 17

    Μεταβατικά μέτρα

    1.   Το άρθρο 6 της απόφασης αριθ. 1926/2006/ΕΚ συνεχίζει να εφαρμόζεται για τις δράσεις που καλύπτει η εν λόγω απόφαση και δεν έχουν ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013. Κατά συνέπεια, τα κονδύλια που διατίθενται για το πρόγραμμα μπορούν να καλύπτουν επίσης δαπάνες τεχνικής και διοικητικής υποστήριξης οι οποίες είναι αναγκαίες για να διασφαλισθεί η μετάβαση από τα μέτρα που ελήφθησαν βάσει της αποφάσεως αριθ. 1926/2006/ΕΚ στο πρόγραμμα.

    2.   Εάν χρειασθεί, μπορούν να εγγράφονται πιστώσεις στον προϋπολογισμό και μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020 για την κάλυψη των δαπανών που προβλέπονται στο άρθρο 9, ώστε να διευκολυνθεί η διαχείριση των δράσεων που δεν θα έχουν ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020.

    Άρθρο 18

    Κατάργηση

    Η απόφαση αριθ. 1926/2006/ΕΚ καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2014.

    Άρθρο 19

    Έναρξη ισχύος και ημερομηνία εφαρμογής

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει από την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2014.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    M. SCHULZ

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    Δ. ΚΟΫΡΚΟΥΛΑΣ


    (1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 89.

    (2)  ΕΕ C 225 της 27.7.2012, σ. 217.

    (3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 11ης Φεβρουαρίου 2014.

    (4)  ΕΕ C 264 E της 13.9.2013, σ. 11.

    (5)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

    (6)  Απόφαση αριθ. 1926/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2006, για τη θέσπιση προγράμματος κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής για τους καταναλωτές (2007-2013) (ΕΕ L 404 της 30.12.2006, σ. 39).

    (7)  ΕΕ C 373 της 20.12.2013, σ. 1.

    (8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 58/2003 του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 2002, περί θεσπίσεως του καταστατικού των εκτελεστικών οργανισμών που είναι επιφορτισμένοι με ορισμένα καθήκοντα σχετικά με τη διαχείριση κοινοτικών προγραμμάτων (ΕΕ L 11 της 16.1.2003, σ. 1).

    (9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

    (10)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 884).

    (11)  Απόφαση αριθ. 2008/721/ΕΚ της Επιτροπής, της 5ης Αυγούστου 2008, για τη σύσταση μιας συμβουλευτικής δομής επιστημονικών επιτροπών και εμπειρογνωμόνων στον τομέα της ασφάλειας των καταναλωτών, της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος και για την κατάργηση της απόφασης 2004/210/ΕΚ (ΕΕ L 241 της 10.9.2008, σ. 21).

    (12)  Οδηγία 2001/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 2001, για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων (ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4).

    (13)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (ΕΕ L 364 της 9.12.2004, σ. 1).

    (14)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1381/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση του Προγράμματος «Δικαιώματα, Ισότητα και Ιθαγένεια» για την περίοδο 2014-2020 (ΕΕ L 354 της 28.12.2013, σ. 62).

    (15)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248 της 18.9.2013, σ. 1).

    (16)  Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

    ΕΙΔΗ ΔΡΑΣΕΩΝ

    Στόχος I

    Ασφάλεια: εδραίωση και ενίσχυση της ασφάλειας των προϊόντων μέσω της αποτελεσματικής εποπτείας της αγοράς, σε ολόκληρη την Ένωση

    1.

    Παροχή επιστημονικών συμβουλών και διεξαγωγή αναλύσεων κινδύνου σχετικά με την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών όσον αφορά τα προϊόντα, πλην των τροφίμων, και τις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της υποστήριξης στα καθήκοντα των ανεξάρτητων επιστημονικών επιτροπών που συγκροτήθηκαν με την απόφαση αριθ. 2008/721/ΕΚ

    2.

    Συντονισμός της εποπτείας της αγοράς και των δράσεων επιβολής της εφαρμογής όσον αφορά την ασφάλεια των προϊόντων δυνάμει της οδηγίας 2001/95/ΕΚ και δράσεις για τη βελτίωση της ασφάλειας των καταναλωτικών υπηρεσιών:

    α)

    ανάπτυξη, εκσυγχρονισμός και συντήρηση εργαλείων ΤΠ (π.χ. βάσεων δεδομένων, συστημάτων πληροφόρησης και επικοινωνίας), ιδίως προκειμένου να καταστεί δυνατή η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των υφιστάμενων συστημάτων χάρη στην αύξηση των δυνατοτήτων εξαγωγής δεδομένων, στατιστικής διαλογής και εξαγωγής στοιχείων, καθώς και διευκόλυνσης της ανταλλαγής και της χρήσης δεδομένων μεταξύ κρατών μελών·

    β)

    διοργάνωση σεμιναρίων, συνεδρίων, εργαστηρίων και συναντήσεων των ενδιαφερόμενων φορέων και των εμπειρογνωμόνων επί των κινδύνων και της επιβολής της εφαρμογής στον τομέα της ασφάλειας των προϊόντων·

    γ)

    ανταλλαγές υπαλλήλων αρμόδιων για την επιβολή της εφαρμογής και κατάρτιση, με εστίαση στην ένταξη μιας προσέγγισης βασισμένης στην αξιολόγηση του κινδύνου·

    δ)

    ειδικές κοινές δράσεις συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας των προϊόντων, πλην των τροφίμων, και των υπηρεσιών, στο πλαίσιο της οδηγίας 2001/95/ΕΚ·

    ε)

    παρακολούθηση και αξιολόγηση της ασφάλειας των προϊόντων, πλην των τροφίμων, και των υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της βάσης γνώσεων για περαιτέρω πρότυπα ή τον καθορισμό άλλων βάσεων αναφοράς για την ασφάλεια, και αποσαφήνιση των απαιτήσεων ιχνηλασιμότητας·

    στ)

    συνεργασία σε θέματα διοίκησης, επιβολής της εφαρμογής και ανιχνευσιμότητας των προϊόντων καθώς και ανάπτυξης δράσεων πρόληψης, με τρίτες χώρες εκτός από αυτές που εμπίπτουν στο πεδίο του άρθρου 7 του παρόντος κανονισμού, συμπεριλαμβανομένων των τρίτων χωρών οι οποίες αποτελούν την πηγή της πλειονότητας των προϊόντων που έχουν κοινοποιηθεί στην Ένωση για μη συμμόρφωση με τη νομοθεσία της Ένωσης·

    ζ)

    υποστήριξη φορέων που αναγνωρίζονται από την ενωσιακή νομοθεσία για τον συντονισμό των δράσεων επιβολής της εφαρμογής μεταξύ των κρατών μελών.

    3.

    Συντήρηση και περαιτέρω ανάπτυξη των βάσεων δεδομένων για τα καλλυντικά προϊόντα

    α)

    συντήρηση της ηλεκτρονικής πύλης για την κοινοποίηση πληροφοριών σχετικά με τα καλλυντικά προϊόντα (CPNP) όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1)·

    β)

    συντήρηση βάσης δεδομένων σχετικά με τα συστατικά των καλλυντικών προϊόντων που υποστηρίζει την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1223/2009.

    Στόχος II

    Πληροφόρηση και εκπαίδευση των καταναλωτών και στήριξη των οργανώσεων καταναλωτών: βελτίωση της εκπαίδευσης των καταναλωτών, ενημέρωση και ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματά τους, ανάπτυξη της βάσης τεκμηρίωσης της πολιτικής για τους καταναλωτές και παροχή υποστήριξης στις οργανώσεις καταναλωτών, λαμβανομένων επίσης υπόψη των ειδικών αναγκών των ευάλωτων καταναλωτών

    4.

    Ανάπτυξη και βελτίωση της πρόσβασης στη βάση τεκμηρίωσης για τη χάραξη πολιτικής σε τομείς που επηρεάζουν τους καταναλωτές, για την εκπόνηση καλοσχεδιασμένων και εύστοχων νομοθετικών διατάξεων και για τον εντοπισμό ενδεχόμενων δυσλειτουργιών της αγοράς ή την εξέλιξη των αναγκών των καταναλωτών, παρέχοντας μια βάση για τη χάραξη πολιτικής για τους καταναλωτές, για τον εντοπισμό των πιο προβληματικών τομέων για τους καταναλωτές και για την ενσωμάτωση των συμφερόντων των καταναλωτών σε άλλες πολιτικές της Ένωσης, μεταξύ άλλων, με τα ακόλουθα μέσα:

    α)

    μελέτες και αναλύσεις σε επίπεδο Ένωσης σχετικά με τους καταναλωτές και τις καταναλωτικές αγορές, για την εκπόνηση καλοσχεδιασμένων και εύστοχων νομοθετικών διατάξεων, για τον εντοπισμό ενδεχόμενων δυσλειτουργιών της αγοράς ή εξέλιξης των αναγκών των καταναλωτών·

    β)

    ανάπτυξη και συντήρηση βάσεων δεδομένων, ιδίως προκειμένου τα δεδομένα που συγκεντρώνονται να τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων (για παράδειγμα, οργανώσεων καταναλωτών, εθνικών αρχών και ερευνητών)·

    γ)

    ανάπτυξη και ανάλυση εθνικών στατιστικών δεδομένων και άλλης σχετικής τεκμηρίωσης. Η συλλογή, ιδίως, εθνικών δεδομένων και δεικτών σχετικά με τιμές, καταγγελίες, επιβολή της εφαρμογής, έννομη προστασία θα αναπτυχθεί σε συνεργασία με εθνικούς ενδιαφερόμενους φορείς.

    5.

    Υποστήριξη, μέσω χρηματοδότησης οργανώσεων καταναλωτών σε ενωσιακό επίπεδο και μέσω οικοδόμησης δυνατοτήτων, των οργανώσεων καταναλωτών της Ένωσης, καθώς και σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, με αύξηση της διαφάνειας και αναβάθμιση της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και εμπειρογνωμοσύνης

    α)

    οικονομικές συνεισφορές για τη λειτουργία οργανώσεων καταναλωτών ενωσιακής εμβέλειας που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των καταναλωτών σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού·

    β)

    οικοδόμηση δυνατοτήτων στις περιφερειακές, εθνικές και ευρωπαϊκές οργανώσεις καταναλωτών, κυρίως μέσω της κατάρτισης που μπορεί να παρέχεται σε διαφορετικές γλώσσες και στο σύνολο της επικράτειας της Ένωσης, και της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και εμπειρογνωμοσύνης για τα μέλη του προσωπικού τους, και ιδίως στις οργανώσεις καταναλωτών των κρατών μελών όπου αυτές έχουν αναπτυχθεί ανεπαρκώς ή όπου καταγράφεται σχετικά χαμηλό επίπεδο εμπιστοσύνης και ευαισθητοποίησης των καταναλωτών όπως καταδεικνύονται από την παρακολούθηση των καταναλωτικών αγορών και του καταναλωτικού περιβάλλοντος στα κράτη μέλη·

    γ)

    ενίσχυση της διαφάνειας και της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και εμπειρογνωμοσύνης, ιδίως με την ενίσχυση της δικτύωσης, επιβοηθούμενης από τη δημιουργία διαδικτυακής πύλης ειδικά για τις οργανώσεις καταναλωτών, που θα προσφέρει έναν διαδραστικό χώρο ανταλλαγών και δικτύωσης, και με τη δωρεάν διάθεση του υλικού που έχει παραχθεί κατά τις δραστηριότητες επιμόρφωσης·

    δ)

    υποστήριξη διεθνών φορέων που προωθούν αρχές και πολιτικές σύμφωνες με τους στόχους του προγράμματος.

    6.

    Ενίσχυση της διαφάνειας στις αγορές καταναλωτών και της πληροφόρησης προς τους καταναλωτές, με διασφάλιση της παροχής στους καταναλωτές συγκρίσιμων, αξιόπιστων και προσιτών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών περιπτώσεων, προκειμένου να διευκολυνθούν να συγκρίνουν όχι μόνο τις τιμές, αλλά και την ποιότητα και βιωσιμότητα αγαθών και υπηρεσιών

    α)

    εκστρατείες ευαισθητοποίησης για τα θέματα που αφορούν τους καταναλωτές, μεταξύ άλλων μέσω κοινών δράσεων με κράτη μέλη·

    β)

    δράσεις που ενισχύουν τη διαφάνεια των καταναλωτικών αγορών όσον αφορά, για παράδειγμα, τα χρηματοοικονομικά προϊόντα λιανικής, την ενέργεια, τα ψηφιακά μέσα και τις τηλεπικοινωνίες, τις μεταφορές·

    γ)

    δράσεις που ενισχύουν την πρόσβαση των καταναλωτών σε σχετικές, συγκρίσιμες, αξιόπιστες και προσιτές πληροφορίες για τα προϊόντα, τις υπηρεσίες και τις αγορές, ιδίως σε σχέση με τις τιμές, την ποιότητα και τη βιωσιμότητα αγαθών και υπηρεσιών, είτε απογραμμικά είτε επιγραμμικά, για παράδειγμα μέσω ιστοτόπων αντιπαραβολής και δράσεων ώστε να διασφαλίζονται η υψηλή ποιότητα και η αξιοπιστία αυτών των ιστοτόπων, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών αγορών·

    δ)

    δράσεις που ενισχύουν την πρόσβαση των καταναλωτών σε πληροφορίες σχετικά με τη βιώσιμη κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών·

    ε)

    υποστήριξη εκδηλώσεων που αφορούν την πολιτική της Ένωσης για τους καταναλωτές και διοργανώνονται από το κράτος μέλος που ασκεί την προεδρία των συνθέσεων του Συμβουλίου, πλην αυτής των Εξωτερικών Σχέσεων, για ζητήματα που συνάδουν με τις καθορισμένες ενωσιακές προτεραιότητες πολιτικής·

    στ)

    χρηματοδοτικές συνεισφορές προς εθνικούς φορείς καταγγελιών για να συμβάλουν στη χρήση εναρμονισμένης μεθοδολογίας όσον αφορά την ταξινόμηση και την κοινοποίηση των καταγγελιών και των αιτημάτων των καταναλωτών·

    ζ)

    υποστήριξη φορέων ενωσιακής εμβέλειας για την ανάπτυξη κωδίκων συμπεριφοράς, βέλτιστων πρακτικών και οδηγιών για τη σύγκριση των τιμών, της ποιότητας και της βιωσιμότητας, μεταξύ άλλων με ιστοτόπους αντιπαραβολής·

    η)

    υποστήριξη της επικοινωνίας σε θέματα καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένης της ενθάρρυνσης της διάδοσης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ορθής και βάσιμης πληροφόρησης σε θέματα καταναλωτών.

    7.

    Ενίσχυση της διά βίου εκπαίδευσης των καταναλωτών, με εστίαση της προσοχής ιδίως στους ευάλωτους καταναλωτές

    α)

    ανάπτυξη διαδραστικής πλατφόρμας για την ανταλλαγή βέλτιστων πρακτικών και υλικού για τη διά βίου εκπαίδευση των καταναλωτών, με ιδιαίτερη έμφαση στους ευάλωτους καταναλωτές που δυσκολεύονται να εκτιμήσουν και να κατανοήσουν τις πληροφορίες για τους καταναλωτές, ώστε να εξασφαλίζεται ότι δεν θα παραπλανηθούν·

    β)

    ανάπτυξη μέτρων και υλικού εκπαίδευσης σε συνεργασία με ενδιαφερομένους όπως εθνικές αρχές, εκπαιδευτές, οργανώσεις καταναλωτών και φορείς της βάσης, ιδίως με εκμετάλλευση (για παράδειγμα συγκέντρωση, συμπίληση, μετάφραση και διάδοση) του υλικού που έχει καταρτισθεί σε εθνικό επίπεδο στο πλαίσιο προηγούμενων πρωτοβουλιών, σε διάφορα μέσα, μεταξύ των οποίων ψηφιακά, σχετικά, για παράδειγμα, με τα δικαιώματα των καταναλωτών, συμπεριλαμβανομένων των διασυνοριακών θεμάτων, της υγείας και της ασφάλειας, της ενωσιακής νομοθεσίας περί των καταναλωτών, της βιώσιμης και ηθικής κατανάλωσης, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων πιστοποίησης της Ένωσης, του χρηματοοικονομικού γραμματισμού και του γραμματισμού περί των μέσων ενημέρωσης.

    Στόχος III

    Δικαιώματα και έννομη προστασία: ανάπτυξη και ενίσχυση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, ιδίως μέσω έξυπνης και ρυθμιστικής δράσης και βελτίωσης της πρόσβασης σε απλή, αποτελεσματική, σκόπιμη και χαμηλού κόστους έννομη προστασία, περιλαμβανομένης της εναλλακτικής ρύθμισης των διαφορών

    8.

    Προετοιμασία από την Επιτροπή της νομοθεσίας και άλλων ρυθμιστικών πρωτοβουλιών για την προστασία των καταναλωτών, παρακολούθηση της μεταφοράς από τα κράτη μέλη και της μεταγενέστερης αξιολόγησης των επιπτώσεων και προώθηση των πρωτοβουλιών από κοινού ρύθμισης και αυτορρύθμισης, καθώς και παρακολούθηση του πραγματικού αντίκτυπου αυτών των πρωτοβουλιών στις καταναλωτικές αγορές, το οποίο περιλαμβάνει:

    α)

    μελέτες και δραστηριότητες έξυπνης ρύθμισης, όπως εκ των προτέρων και εκ των υστέρων αξιολογήσεις, εκτιμήσεις επιπτώσεων, δημόσιες διαβουλεύσεις, αξιολόγηση και απλοποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας·

    β)

    σεμινάρια, συνέδρια, εργαστήρια και συναντήσεις ενδιαφερόμενων φορέων και εμπειρογνωμόνων·

    γ)

    ανάπτυξη και συντήρηση βάσεων δεδομένων με εύκολη δημόσια πρόσβαση και αντικείμενο την υλοποίηση της ενωσιακής νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών·

    δ)

    αξιολόγηση δράσεων που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο του προγράμματος.

    9.

    Διευκόλυνση της πρόσβασης των καταναλωτών σε μηχανισμούς επίλυσης διαφορών, ειδικότερα σε εναλλακτικά συστήματα επίλυσης διαφορών, μεταξύ άλλων μέσω ενός ηλεκτρονικού συστήματος σε όλη την Ένωση και της δικτύωσης των εθνικών μονάδων εναλλακτικής επίλυσης διαφορών, με ιδιαίτερη προσοχή σε μέτρα επαρκή για τις ανάγκες και τα δικαιώματα των ευάλωτων καταναλωτών, παρακολούθηση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας των μηχανισμών επίλυσης διαφορών για τους καταναλωτές, μεταξύ άλλων με την ανάπτυξη και τη συντήρηση σχετικών εργαλείων ΤΠ, καθώς και με την ανταλλαγή των υπαρχουσών βέλτιστων πρακτικών και των εμπειριών των κρατών μελών:

    α)

    ανάπτυξη και συντήρηση εργαλείων ΤΠ·

    β)

    υποστήριξη της ανάπτυξης και συντήρησης ενός συστήματος επιγραμμικής επίλυσης διαφορών ενωσιακής εμβέλειας, συμπεριλαμβανομένων συναφών υπηρεσιών, όπως είναι η μετάφραση·

    γ)

    υποστήριξη της δικτύωσης των εθνικών φορέων για εναλλακτική επίλυση διαφορών και της ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και εμπειριών μεταξύ τους και της διάδοσής τους·

    δ)

    ανάπτυξη ειδικών εργαλείων προκειμένου να διευκολυνθεί η πρόσβαση των ευάλωτων προσώπων, με μικρότερη έφεση για χρήση των εν λόγω μηχανισμών, στους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών.

    Στόχος IV

    Επιβολή της εφαρμογής: υποστήριξη της επιβολής της εφαρμογής των δικαιωμάτων των καταναλωτών μέσω της ενίσχυσης της συνεργασίας ανάμεσα στους εθνικούς φορείς επιβολής της εφαρμογής και της υποστήριξης των καταναλωτών με συμβουλές

    10.

    Συντονισμός των δράσεων εποπτείας και επιβολής της εφαρμογής βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004, όπως:

    α)

    ανάπτυξη και συντήρηση εργαλείων ΤΠ, όπως βάσεις δεδομένων, συστήματα πληροφόρησης και επικοινωνίας·

    β)

    δράσεις για τη βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ των αρχών και τη βελτίωση του συντονισμού της παρακολούθησης και της επιβολής της εφαρμογής, όπως ανταλλαγές υπαλλήλων αρμόδιων για την επιβολή της εφαρμογής, κοινές δραστηριότητες, κατάρτιση των υπαλλήλων που είναι αρμόδιοι για την επιβολή της εφαρμογής και των μελών του δικαστικού σώματος·

    γ)

    διοργάνωση σεμιναρίων, συνεδρίων, εργαστηρίων και συναντήσεων των ενδιαφερόμενων φορέων και των εμπειρογνωμόνων για την επιβολή της εφαρμογής·

    δ)

    συνεργασία σε θέματα διοίκησης και επιβολής της εφαρμογής με τρίτες χώρες που δεν συμμετέχουν στο πρόγραμμα και με διεθνείς οργανισμούς.

    11.

    Οικονομικές συνεισφορές για κοινές δράσεις με δημόσιους ή μη κερδοσκοπικούς φορείς που συγκροτούν δίκτυα της Ένωσης, τα οποία παρέχουν στους καταναλωτές πληροφορίες και βοήθεια προκειμένου να ασκούν τα δικαιώματά τους και να αποκτούν πρόσβαση σε κατάλληλη μορφή επίλυσης διαφορών, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών εξωδικαστικής ηλεκτρονικής επίλυσης διαφορών (δίκτυο των Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών), καλύπτοντας και:

    α)

    την ανάπτυξη και συντήρηση εργαλείων ΤΠ, όπως βάσεων δεδομένων, συστημάτων πληροφόρησης και επικοινωνίας, απαραίτητων για την καλή λειτουργία του δικτύου των Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών·

    β)

    δράσεις που αποβλέπουν στην αύξηση της προβολής και της φήμης των Ευρωπαϊκών Κέντρων Καταναλωτών.


    (1)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1223/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Νοεμβρίου 2009, για τα καλλυντικά προϊόντα (ΕΕ L 342 της 22.12.2009, σ. 59).


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

    ΔΕΙΚΤΕΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ

    Στόχος I

    Ασφάλεια: εδραίωση και ενίσχυση της ασφάλειας των προϊόντων μέσω της αποτελεσματικής εποπτείας της αγοράς, σε ολόκληρη την Ένωση

    Δείκτης

    Πηγή

    Τρέχουσα κατάσταση

    Στόχος

    Ποσοστό % των κοινοποιήσεων RAPEX που συνεπάγονται τουλάχιστον μία αντίδραση (από άλλα κράτη μέλη)

    RAPEX

    43 % (843 κοινοποιήσεις) το 2010

    Αύξηση 10 % έως το 2020

    Αναλογία αριθμού αντιδράσεων / αριθμού κοινοποιήσεων (σοβαροί κίνδυνοι) (1)

    RAPEX

    1,07 το 2010

    Αύξηση 15 % έως το 2020

    Στόχος II

    Πληροφόρηση και εκπαίδευση των καταναλωτών και στήριξη των οργανώσεων καταναλωτών: βελτίωση της εκπαίδευσης των καταναλωτών, ενημέρωση και ευαισθητοποίηση όσον αφορά τα δικαιώματά τους, ανάπτυξη της βάσης τεκμηρίωσης της πολιτικής για τους καταναλωτές και παροχή υποστήριξης στις οργανώσεις καταναλωτών, λαμβανομένων επίσης υπόψη των ειδικών αναγκών των ευάλωτων καταναλωτών

    Δείκτης

    Πηγή

    Τρέχουσα κατάσταση

    Στόχος

    Αριθμός των φορέων διαχείρισης καταγγελιών και αριθμός των χωρών που υποβάλλουν καταγγελίες στο ECCRS

    ECCRS (Ευρωπαϊκό Σύστημα Καταχώρισης Καταγγελιών Καταναλωτών)

    33 φορείς υποβολής καταγγελιών από 7 χώρες το 2012

    70 φορείς υποβολής καταγγελιών από 20 χώρες έως το 2020

    Στόχος ΙΙΙ

    Δικαιώματα και έννομη προστασία: ανάπτυξη και ενίσχυση των δικαιωμάτων των καταναλωτών, ιδίως μέσω έξυπνης ρυθμιστικής δράσης και βελτίωσης της πρόσβασης σε απλή, αποτελεσματική, σκόπιμη και χαμηλού κόστους έννομη προστασία, περιλαμβανομένης της εναλλακτικής ρύθμισης των διαφορών

    Δείκτης

    Πηγή

    Τρέχουσα κατάσταση

    Στόχος

    Ποσοστό % των περιπτώσεων που εξέτασαν τα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτών (ECC) και οι οποίες δεν επιλύθηκαν άμεσα με πωλητές, οι οποίοι στη συνέχεια παραπέμφθηκαν στον μηχανισμό εναλλακτικής επίλυσης διαφορών (ADR)

    Ετήσια έκθεση ECC

    9 % το 2010

    75 % έως το 2020

    Αριθμός υποθέσεων που διευθετούνται από ένα σύστημα επιγραμμικής επίλυσης διαφορών (ODR) ενωσιακής εμβέλειας

    Πλατφόρμα ODR

    17 500 (καταγγελίες που ελήφθησαν από τα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτών σχετικά με συναλλαγές ηλεκτρονικού εμπορίου) το 2010

    100 000 έως το 2020

    Ποσοστό % καταναλωτών που ανέλαβαν δράση για την επίλυση προβλήματος που αντιμετώπισαν κατά τους δώδεκα προηγούμενους μήνες

    Πίνακας αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές

    83 % το 2010

    90 % έως το 2020

    Στόχος IV

    Επιβολή της εφαρμογής: υποστήριξη της επιβολής της εφαρμογής των δικαιωμάτων των καταναλωτών μέσω της ενίσχυσης της συνεργασίας ανάμεσα στους εθνικούς φορείς επιβολής της εφαρμογής και της υποστήριξης των καταναλωτών με συμβουλές

    Δείκτης

    Πηγή

    Τρέχουσα κατάσταση

    Στόχος

    Επίπεδο ροής πληροφοριών και συνεργασίας εντός του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών (CPC):

    Βάση δεδομένων δικτύου CPC (CPCS)

    Ετήσιοι μέσοι όροι (2007-2010)

     

    αριθμός αιτημάτων ανταλλαγής πληροφοριών ανάμεσα στις αρχές του δικτύου CPC

     

    129

    αύξηση 30 % έως το 2020

    αριθμός αιτημάτων για μέτρα επιβολής ανάμεσα στις αρχές του δικτύου CPC

     

    142

    αύξηση 30 % έως το 2020

    αριθμός προειδοποιήσεων στο πλαίσιο του δικτύου CPC

     

    63

    αύξηση 30 % έως το 2020

    Ποσοστό % των αιτημάτων για μέτρα επιβολής εντός 12 μηνών στο πλαίσιο του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών (CPC)

    Βάση δεδομένων δικτύου CPC (CPCS)

    50 % (περίοδος αναφοράς 2007-2010)

    60 % έως το 2020

    Ποσοστό % των περιπτώσεων με αίτημα για μέτρα επιβολής εντός 3 μηνών στο πλαίσιο του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών (CPC)

    Βάση δεδομένων δικτύου CPC (CPCS)

    33 % (περίοδος αναφοράς 2007-2010)

    50 % έως το 2020

    Αριθμός επαφών με καταναλωτές που διαχειρίζονται τα Ευρωπαϊκά Κέντρα Καταναλωτών (ECC)

    Έκθεση ECC

    71 000 το 2010

    Αύξηση 50 % έως το 2020

    Αριθμός επισκέψεων στους ιστοτόπους των ECC

    Έκθεση αξιολόγησης του δικτύου των ECC

    1 670 000 το 2011

    Αύξηση 70 % έως το 2020

    Οι ανωτέρω δείκτες μπορούν να εξετασθούν σε συνδυασμό με γενικούς και οριζόντιους δείκτες πλαισίου.


    (1)  μια κοινοποίηση μπορεί να προκαλέσει διάφορες αντιδράσεις από τις αρχές άλλων κρατών μελών


    Top