Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0164

2007/164/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής, της 19ης Ιουλίου 2006 , με την οποία μια πράξη συγκέντρωσης κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ (Υπόθεση COMP/M.3796 — OMYA/J.M. HUBER PCC) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 3163] (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ )

ΕΕ L 72 της 13.3.2007, p. 24–28 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/164(1)/oj

13.3.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 72/24


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 19ης Ιουλίου 2006

με την οποία μια πράξη συγκέντρωσης κηρύσσεται συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και με τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ

(Υπόθεση COMP/M.3796 — OMYA/J.M. HUBER PCC)

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 3163]

(Το κείμενο στην αγγλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2007/164/ΕΚ)

Στις 19 Ιουλίου 2006, η Επιτροπή εξέδωσε απόφαση σχετικά με υπόθεση συγκέντρωσης βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 2004, για τον έλεγχο των συγκεντρώσεων μεταξύ επιχειρήσεων (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Το αυθεντικό κείμενο της απόφασης χωρίς εμπιστευτικά στοιχεία διατίθεται στο δικτυακό τόπο της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού, στη διεύθυνση: http://ec.europa.eu/comm/competiton/index_en.html

I.   ΠΕΡΙΛΗΨΗ

(1)

Στις 4 Απριλίου 2005, η Επιτροπή έλαβε αίτηση παραπομπής σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 139/2004 («κανονισμός συγκεντρώσεων») για την εξέταση της πράξης από τη φινλανδική αρχή ανταγωνισμού, την οποία ακολούθησαν αντίστοιχες αιτήσεις από τις αρμόδιες σουηδικές αρχές στις 22 Απριλίου 2005, τις αυστριακές αρχές στις 26 Απριλίου 2005 και τις γαλλικές αρχές στις 28 Απριλίου 2005.

(2)

Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η προτεινόμενη πράξη συνιστούσε συγκέντρωση κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού συγκεντρώσεων και ότι η αίτηση πληρούσε τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφος 3 του κανονισμού συγκεντρώσεων. Συνεπώς, η Επιτροπή αποφάσισε να εξετάσει τη συγκέντρωση και, στις 18 Μαΐου 2005, εξέδωσε αποφάσεις σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 3 του κανονισμού συγκεντρώσεων που απευθύνονταν στη Φινλανδία, τη Σουηδία, την Αυστρία και τη Γαλλία. Τα κράτη μέλη που παρέπεμψαν την υπόθεση υπέβαλαν στην Επιτροπή τα στοιχεία που είχαν στη διάθεσή τους. Οι πληροφορίες συμπληρώθηκαν από την Omya που υπέβαλε κοινοποίηση στις 4 Αυγούστου 2005.

(3)

Η Επιτροπή κίνησε τη διαδικασία στην υπόθεση αυτή στις 23 Σεπτεμβρίου 2005. Η κοινοποίηση αιτιάσεων της Επιτροπής απεστάλη στο μέρος που υπέβαλε την κοινοποίηση στις 2 Μαΐου 2006. Η Omya υπέβαλε απάντηση στις 16 Μαΐου 2006. Το κείμενο της κοινοποίησης αιτιάσεων, χωρίς εμπιστευτικά στοιχεία, διατέθηκε σε δύο ενδιαφερόμενα μέρη, την SMI και την Imerys, τα οποία υπέβαλαν γραπτές παρατηρήσεις.

(4)

Στις 18 Μαΐου 2006 πραγματοποιήθηκε προφορική ακρόαση στην υπόθεση αυτή.

(5)

Προκειμένου να δοθεί επαρκής χρόνος στην Omya να εξετάσει τα πιθανά διoρθωτικά μέτρα εκδόθηκε απόφαση βάσει του άρθρου 10 παράγραφος 3 στις 17 Μαΐου 2006, η οποία απευθύνθηκε στο κοινοποιούν μέρος, για την παράταση της προθεσμίας υποβολής των διορθωτικών μέτρων κατά δύο εργάσιμες ημέρες.

(6)

Μετά από διεξοδική έρευνα, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δημιουργούνται προβλήματα ως προς το συμβιβάσιμο της κοινοποιηθείσας πράξης με την κοινή αγορά.

(7)

Για να αρθούν τα οριζόντια προβλήματα ανταγωνισμού στην αγορά των προϊόντων ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης, η Omya και η J.M. Huber Corporation υπέβαλαν, στις 23 Μαΐου 2006, μια σειρά δεσμεύσεων (τις οποίες βελτίωσαν στις 3 Ιουλίου 2006) τις οποίες η Επιτροπή θεώρησε επαρκείς για την αντιμετώπιση των προβλημάτων ανταγωνισμού που δημιουργούσε η εν λόγω συγκέντρωση.

(8)

Συνεπώς, προτάθηκε να εγκριθεί η κοινοποιηθείσα πράξη υπό τους όρους και τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού συγκεντρώσεων.

II.   ΤΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ Η ΠΡΑΞΗ

(9)

Η Omya AG («Omya») είναι μια ελβετική εταιρεία οικογενειακής ιδιοκτησίας που δραστηριοποιείται στην παραγωγή και την πώληση βιομηχανικών ορυκτών (2), περιλαμβανομένων ενώσεων ανθρακικού ασβεστίου (3), που χρησιμοποιούνται σε πολλές βιομηχανίες, όπως η βιομηχανία χαρτιού, χρωμάτων, πλαστικών, σιδήρου και χάλυβα ή υάλου, καθώς και στη γεωργία. Ένα μεγάλο μέρος των εσόδων της Omya οφείλεται στις πωλήσεις στη βιομηχανία χαρτιού.

(10)

Στον ΕΟΧ, η εταιρεία J.M. Huber Corporation των ΗΠΑ δραστηριοποιείται στην προμήθεια καολίνη, PCC, ιζήματος πυριτίου και πυριτικών αλάτων (PSS). Οι θυγατρικές της Huber που συμμετέχουν στην πράξη αυτή περιλαμβάνουν την επιχείρηση J.M. Huber Corporation («Huber PCC») που δραστηριοποιείται σε παγκόσμια κλίμακα στον τομέα της παραγωγής και προμήθειας PCC (ως πληρωτικού υλικού) σε επιτόπιες εγκαταστάσεις στη βιομηχανία χάρτου. Η επιχείρηση που εξαγοράζεται περιλαμβάνει δώδεκα επιτόπιες εγκαταστάσεις PCC, έξι από τις οποίες βρίσκονται στον ΕΟΧ. Οι μονάδες PCC της Huber στον ΕΟΧ βρίσκονται στη Φινλανδία (τρεις μονάδες) και στη Σουηδία, Γαλλία και Πορτογαλία (μία μονάδα σε κάθε μία χώρα).

III.   Η ΣΧΕΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

A.   Σχετική αγορά προϊόντος

(11)

Η προτεινόμενη συναλλαγή επηρεάζει την προμήθεια των εξής:

i)

πληρωτικού GCC στην εμπορική αγορά·

ii)

GCC επίχρισης στην εμπορική αγορά·

iii)

πληρωτικού PCC στην εμπορική αγορά·

iv)

πληρωτικού PCC σε επιτόπιες εγκαταστάσεις· και

v)

PCC επίχρισης στην εμπορική αγορά.

(12)

Για τους σκοπούς αξιολόγησης της παρούσας πράξης, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι για την παραγωγή και προμήθεια βιομηχανικών ορυκτών προϊόντων στη βιομηχανία χάρτου, το ανθρακικό ασβέστιο για εφαρμογές πλήρωσης (PCC, GCC και μείγματα GCC/PCC) και το ανθρακικό ασβέστιο για εφαρμογές επίχρισης (PCC, GCC και μείγματα GCC/PCC) συνιστούν δύο διακεκριμένες σχετικές αγορές προϊόντων.

B.   Σχετικές γεωγραφικές αγορές

(13)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι για τους σκοπούς εκτίμησης της παρούσας πράξης, οι σχετικές γεωγραφικές αγορές ορίζονται με τον προσδιορισμό των χαρτοποιείων που διαθέτουν ρεαλιστικές εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού, με παρόμοιους όρους. Οι μονάδες παραγωγής θεωρούνται ότι αποτελούν ρεαλιστικές εναλλακτικές δυνατότητες εφοδιασμού για ένα χαρτοποιείο ανάλογα με την υλικοτεχνική τους υποστήριξη και την απόστασή τους από το χαρτοποιείο. Η απόσταση πέρα από την οποία μια μονάδα παραγωγής βιομηχανικών ορυκτών προϊόντων δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ρεαλιστική εναλλακτική δυνατότητα εφοδιασμού, εξαρτάται από την παρελθούσα εμπειρία κάθε μονάδας όσον αφορά τα διακινούμενα προϊόντα, από τα διαθέσιμα μέσα μεταφοράς (οδικώς, σιδηροδρομικώς, με πλοίο, ή με συνδυασμό αυτών των μέσων) και από το είδος του παραγόμενου ανθρακικού ασβεστίου (PCC, GCC).

(14)

Οι σχετικές γεωγραφικές αγορές είναι οι εξής:

α)

για το ανθρακικό ασβέστιο για εφαρμογές πλήρωσης στην εμπορική αγορά, η σχετική γεωγραφική αγορά προσδιορίζεται από την απόσταση μεταξύ της μονάδας παραγωγής βιομηχανικών ορυκτών και της θέσης του εξυπηρετούμενου πελάτη, η οποία κυμαίνεται από 400 χιλιόμετρα μέχρι μέγιστη απόσταση 2 000 χιλιομέτρων, ανάλογα με τη μονάδα παραγωγής, το προϊόν και το μέσο μεταφοράς·

β)

για το ανθρακικό ασβέστιο για εφαρμογές επίχρισης στην εμπορική αγορά, η σχετική γεωγραφική αγορά προσδιορίζεται με τη χρησιμοποίηση της ίδιας μεθοδολογίας όπως και για το ανθρακικό ασβέστιο πλήρωσης και οι αποστάσεις κυμαίνονται από 400 χιλιόμετρα έως 3 000 χιλιόμετρα· και

γ)

για πελάτες που έχουν τη δυνατότητα λύσεων επιτόπιων εγκαταστάσεων ανθρακικού ασβεστίου, τη γεωγραφική αγορά καλύπτει τουλάχιστον το σύνολο του ΕΟΧ.

IV.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

1.   Ανθρακικό ασβέστιο για εφαρμογές πλήρωσης

(15)

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η ανταγωνιστική τιμολόγηση του ανθρακικού ασβεστίου για εφαρμογές πλήρωσης σε χαρτοποιεία εξαρτάται από τη θέση της επόμενης καλύτερης εναλλακτικής δυνατότητας εφοδιασμού κάθε πελάτη.

(16)

Όταν τα μέρη που συμμετέχουν στη συγκέντρωση έχουν ανταγωνιζόμενες μονάδες παραγωγής με αλληλεπικαλυπτόμενες περιοχές πώλησης, η συγκέντρωση μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των τιμών. Όταν η επόμενη καλύτερη εναλλακτική δυνατότητα κάποιου πελάτη ενός από τα μέρη της συγκέντρωσης είναι η μονάδα βιομηχανικών ορυκτών του άλλου μέρους που συμμετέχει στη συγκέντρωση, τα μέρη θα έχουν τη δυνατότητα και το κίνητρο να αυξήσουν τις τιμές. Ωστόσο, όταν η ανταγωνιζόμενη μονάδα παραγωγής των συγχωνευόμενων μερών βρίσκεται αρκετά κοντά στην εγκατάσταση του πελάτη, η παρουσία αυτής της εναλλακτικής δυνατότητας είναι πιθανό να αποτελέσει επαρκή ανταγωνιστική πίεση έτσι ώστε να μην υλοποιηθεί η αύξηση της τιμής. Για ορισμένα χαρτοποιεία, η ανάλυση του ανταγωνισμού επηρεάζεται από τη δυνατότητα να διαθέτουν επιτόπια εγκατάσταση PCC. Εντούτοις, στην παρούσα περίπτωση οι επιπτώσεις στον ανταγωνισμό δεν επηρεάζονται ουσιαστικά από το κατά πόσο η Επιτροπή θεωρεί ότι η επιτόπια εγκατάσταση PCC αποτελεί ρεαλιστική εναλλακτική δυνατότητα που ασκεί ανταγωνιστική πίεση στις εμπορικές προμήθειες PCC ή GCC ως πληρωτικού υλικού.

(17)

Η Επιτροπή εντόπισε δύο ευρείες κατηγορίες πελατών. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει τα χαρτοποιεία που εφοδιάζονται με επιτόπια εγκατάσταση PCC πλήρωσης. Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τα χαρτοποιεία που πραγματοποιούν τον εφοδιασμό τους στην εμπορική αγορά. Η αξιολόγηση του ανταγωνισμού που πραγματοποίησε η Επιτροπή επικεντρώθηκε στους πραγματικούς πελάτες των μερών που συμμετέχουν στη συγκέντρωση.

(18)

Η Επιτροπή εντόπισε για κάθε πελάτη μια σειρά ρεαλιστικών εναλλακτικών μονάδων παραγωγής βιομηχανικών ορυκτών με βάση τις μέγιστες αποστάσεις για τις οποίες κάθε μονάδα παραγωγής μπορεί να αναλάβει τη μεταφορά. Οι αποστάσεις αυτές προέκυψαν από την εκτεταμένη βάση δεδομένων που έχει δημιουργήσει η Επιτροπή. Με τη χρησιμοποίηση των στοιχείων για τις φορτώσεις PCC και GCC για το έτος 2004 (4), η Επιτροπή πραγματοποίησε επίσης οικονομετρική μελέτη (υπόδειγμα διακριτής επιλογής) για να προβλέψει την πιθανότητα ένας πελάτης να επιλέξει άλλη μονάδα παραγωγής βιομηχανικών ορυκτών εάν ο τρέχων προμηθευτής του αυξήσει τις τιμές. Τα αποτελέσματα επέτρεψαν στην Επιτροπή να προσδιορίσει τις σχέσεις υποκατάστασης μεταξύ των διαφόρων παραγωγών ανθρακικού ασβεστίου για τη χαρτοβιομηχανία.

Πελάτες με επιτόπιες εγκαταστάσεις πληρωτικών

(19)

Όσον αφορά την τρέχουσα προσφορά πληρωτικών PCC σε επιτόπιες εγκαταστάσεις, ανεξάρτητα από το αν ο προμηθευτής είναι η Huber ή η Omya, η πράξη διαπιστώθηκε ότι δεν θα έχει άμεσες επιπτώσεις. Οι προμηθευτές πληρωτικών PCC σε επιτόπιες εγκαταστάσεις έχουν αποκλειστικές μακροπρόθεσμες συμβάσεις με τα χαρτοποιεία όπου πραγματοποιούν τις παραδόσεις (εν γένει επτά έως δέκα έτη), πράγμα που εξασφαλίζει έναν ελάχιστο όγκο για τη μονάδα παραγωγής PCC. Ένας τύπος καθορισμού τιμών με τη βασική τιμή που έχει συμφωνηθεί μετά από διαπραγμάτευση στην αρχή κάθε σύμβασης προσδιορίζει την ετήσια μεταβολή της τιμής κατά τη συνολική διάρκεια της σύμβασης. Ο τύπος εξαρτάται συνήθως από παράγοντες κόστους όπως το κόστος του ασβεστόλιθου, του ηλεκτρισμού, των μισθών και του πληθωρισμού που δεν επηρεάζονται από την προτεινόμενη πράξη. Εξετάστηκε κατά πόσο η πράξη θα είχε αρνητικές επιπτώσεις στους πελάτες όταν θα έληγαν οι μακροπρόθεσμες συμβάσεις. Η έρευνα έδειξε ότι η πράξη είναι πολύ απίθανο να είχε οποιαδήποτε σημαντική επιρροή στην ανανέωση των τρεχουσών συμβάσεων πληρωτικών PCC σε επιτόπιες εγκαταστάσεις.

(20)

Για τους μελλοντικούς πελάτες με επιτόπιες εγκαταστάσεις, η πράξη οδηγεί στην εξάλειψη ενός προμηθευτή που έχει αποδεδειγμένα την ικανότητα να διαχειρίζεται και να οργανώνει σχέδια εφοδιασμού πληρωτικών PCC σε επιτόπιες εγκαταστάσεις στον ΕΟΧ. Ωστόσο, η έρευνα έδειξε ότι η πράξη δεν θα οδηγούσε σε σημαντικές μεταβολές των τιμών για τους πελάτες αυτούς, δεδομένου ότι ο αριθμός των αξιόπιστων προμηθευτών πληρωτικών PCC σε επιτόπιες εγκαταστάσεις θα ήταν επαρκής για την άσκηση ανταγωνιστικής πίεσης. Το ίδιο ισχύει και για τον εφοδιασμό υλικών επιτόπιας επίχρισης.

Η υπάρχουσα πελατεία της εμπορικής αγοράς

(21)

Για τους πελάτες που πραγματοποιούν τον εφοδιασμό τους σε εμπορική βάση, ακόμη και αν έχουν την εναλλακτική δυνατότητα επιτόπιας εγκατάστασης PCC, η Επιτροπή θεωρεί ότι μια μονάδα παραγωγής βιομηχανικών ορυκτών που βρίσκεται σε κάποια εύλογη απόσταση από το χαρτοποιείο συνιστά μια ρεαλιστική εναλλακτική δυνατότητα είτε για πληρωτικό PCC είτε για πληρωτικό GCC. Αφού εξετάστηκαν οι εναλλακτικές δυνατότητες για την υπάρχουσα πελατεία της Omya για πληρωτικό PCC σε εμπορική βάση, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πελάτες αυτοί είναι απίθανο να επηρεαστούν αρνητικά από την πράξη επειδή, σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν για τους πελάτες αυτούς άλλες ρεαλιστικές εναλλακτικές δυνατότητες εφοδιασμού PCC. Συνεπώς, δεν είναι πιθανό ότι η εξάλειψη της Huber ως ανταγωνιστή θα παρεμπόδιζε αισθητά τον ανταγωνισμό για τους πελάτες πληρωτικού PCC της Omya.

(22)

Επιπλέον, για τους πελάτες πληρωτικού GCC της Omya, δεν είναι πιθανό ότι η Huber αποτελεί την επόμενη καλύτερη εναλλακτική δυνατότητα. Οι πελάτες αυτοί διαθέτουν μια εναλλακτική δυνατότητα εφοδιασμού πληρωτικού GCC ή/και άλλες εναλλακτικές δυνατότητες πληρωτικού PCC που δεν φαίνεται να έχουν οποιοδήποτε ανταγωνιστικό μειονέκτημα σε σχέση με τις εγκαταστάσεις πληρωτικού PCC της Huber. Επιπλέον, τα αποτελέσματα της οικονομετρικής μελέτης δείχνουν ότι η Huber, κατά μέσο όρο, δεν αποτελεί την επόμενη καλύτερη εναλλακτική δυνατότητα. Συνεπώς, δεν θεωρείται πιθανό ότι η εξάλειψη της Huber ως ανταγωνιστή θα παρεμπόδιζε αισθητά τον ανταγωνισμό για τους πελάτες πληρωτικού GCC της Omya.

(23)

Όσον αφορά τους πελάτες PCC της Ηuber της εμπορικής αγοράς, οι διάφορες μονάδες παραγωγής πληρωτικού GCC της Omya φαίνεται να αποτελούν ρεαλιστικές εναλλακτικές δυνατότητες. Εντούτοις, η Imerys είναι παρούσα στη Σουηδία τόσο στην παραγωγή πληρωτικού PCC, στο Husum, όσο και πληρωτικού GCC, στο Tunadal. Επιπλέον, υπάρχουν μονάδες παραγωγής πληρωτικού PCC στη Φινλανδία, στο Lappeenranta, Myllykoski και Äänekoski. Αυτές οι εναλλακτικές δυνατότητες δεν φαίνεται να έχουν ανταγωνιστικά μειονεκτήματα σε σύγκριση με τις εγκαταστάσεις επιτόπιας παραγωγής πληρωτικού PCC της Huber που βρίσκονται στη Σουηδία και τη Φινλανδία. Επιπλέον, η οικονομετρική μελέτη έδειξε ότι η ανταγωνιστική πίεση που ασκείται από τους προμηθευτές πληρωτικού GCC στην εμπορική αγορά είναι κατά πάσα πιθανότητα μικρότερη από εκείνη που ασκείται από τους προμηθευτές πληρωτικού PCC στην εμπορική αγορά στους άλλους προμηθευτές στην εμπορική αγορά. Συνεπώς, δεν είναι πιθανό ότι η εξάλειψη της Omya ως ανταγωνιστή θα παρεμπόδιζε αισθητά τον ανταγωνισμό για τους πελάτες πληρωτικού PCC της Huber.

2.   Ανθρακικό ασβέστιο για επίχριση

(24)

Στην κοινοποίηση της προτεινόμενης πράξης η Omya παρουσίασε τη θέση ότι η αγορά επίχρισης χαρτιού δεν θα επηρεαζόταν από την πράξη δεδομένου ότι η Huber δεν δραστηριοποιείται επί του παρόντος στην αγορά αυτή. Ωστόσο, η έρευνα αγοράς της Επιτροπής αποκάλυψε ότι η Huber ανέπτυσσε ένα κατάλληλο PCC που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σε μείγματα επίχρισης GCC/PCC και ότι είχε υποβάλει προσφορές προμήθειας προϊόντων επίχρισης PCC.

(25)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή θεωρεί ότι η Huber συνιστά ένα δυνητικό ανταγωνιστή στην αγορά ανθρακικού ασβεστίου για εφαρμογές επίχρισης χαρτιού, η οποία, αν δεν πραγματοποιείτο η σχεδιαζόμενη πράξη, θα ήταν πολύ πιθανό να καταστεί μια αποτελεσματική ανταγωνιστική παρουσία στην αγορά ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης.

(26)

Συνεπώς, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η προτεινόμενη πράξη θα παρεμπόδιζε αισθητά τον ανταγωνισμό, ιδίως μέσω της ενίσχυσης της δεσπόζουσας θέσης της Omya στις αγορές ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης για τους πελάτες που επηρεάζονται στη νότια Φινλανδία.

(27)

Το συμπέρασμα της Επιτροπής στηρίζεται στα ακόλουθα επιχειρήματα.

(28)

Πρώτον, η Omya είναι ήδη δεσπόζων προμηθευτής ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης για τους περισσότερους πελάτες στην Ευρώπη και τη Φινλανδία. Η Omya εφοδίασε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό όλων των προϊόντων ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης στη χαρτοβιομηχανία του ΕΟΧ το 2004. Κατέχει ή ελέγχει την πρόσβαση σε ένα πολύ μεγάλο μερίδιο των αποθεμάτων πρώτων υλών του ΕΟΧ που είναι απαραίτητες για την παραγωγή GCC επίχρισης και μπορεί να εφοδιάζει χαρτοποιεία σε όλον τον ΕΟΧ. Λαμβάνοντας υπόψη τη δεσπόζουσα θέση της και τον έλεγχο της προμήθειας πρώτων υλών, η Omya αποτελεί αναπόφευκτο εμπορικό εταίρο για τα χαρτοποιεία που πρέπει να αγοράσουν ανθρακικό ασβέστιο επίχρισης στην Ευρώπη, και ιδιαίτερα στη Φινλανδία.

(29)

Δεύτερον, η Huber έχει την ικανότητα να εισέλθει στην αγορά επίχρισης χαρτιού με την τεχνολογία που διαθέτει στον τομέα των προσθετικών PCC επίχρισης. Η Επιτροπή αξιολόγησε ειδικότερα σε ποιο βαθμό: 1. η τεχνολογία προσθετικών PCC της Huber ήταν έτοιμη για εμπορική εκμετάλλευση, 2. η Huber πίστευε στην εμπορική βιωσιμότητα της πρότασής της σε μεγαλύτερη κλίμακα και 3. η Huber θα μπορούσε να διαθέσει επαρκή παραγωγική δυνατότητα στη μονάδα επιτόπιας παραγωγής PCC στο Kuusankoski για να εισέλθει στην αγορά. Στην ανάλυση της Επιτροπής εξετάστηκαν επίσης: 4. οι μη ανακτήσιμες δαπάνες της Huber για να εισέλθει στην αγορά ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης. Η Επιτροπή θεώρησε ότι πριν από την έναρξη των διαπραγματεύσεων συγχώνευσης με την Omya, η Huber σχεδίαζε να εισέλθει δυναμικά στην αγορά επίχρισης χαρτιού και θα το είχε πράξει έγκαιρα χάρη στην τεχνολογία της στον τομέα των προσθετικών επίχρισης PCC.

(30)

Η θέση της μονάδας παραγωγής στο Kuusankoski θα παρείχε τη δυνατότητα στη Huber να προμηθεύει επίσης έναν αριθμό άλλων πελατών της Omya που είναι εγκατεστημένοι στη νότια Φινλανδία. Οι πελάτες αυτοί, οι οποίοι επί του παρόντος πραγματοποιούν τις προμήθειες ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης από την Omya, μπορεί να εξετάσουν το ενδεχόμενο να πραγματοποιούν τουλάχιστον ένα μέρος των προμηθειών τους από τη μονάδα παραγωγής της Huber στο Kuusankoski. Η Επιτροπή εντόπισε έναν αριθμό πελατών για τους οποίους η μονάδα παραγωγής της Huber στο Kuusankoski θα ήταν αισθητά πλησιέστερη από ό,τι οι λιγότερο απομακρυσμένες μονάδες παραγωγής της SMI ή της Imerys («επηρεαζόμενοι πελάτες»).

(31)

Τρίτον, η Huber θα ήταν μια αποτελεσματική ανταγωνιστική παρουσία και θα ήταν πολύ πιθανόν να ασκήσει αισθητή ανταγωνιστική πίεση στη συμπεριφορά της Omya για την αγορά ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης χαρτιού. Λαμβάνοντας υπόψη τη διάρθρωση της αγοράς στη Φινλανδία και το γεγονός ότι το μέγεθος της μόνης άλλης ανταγωνιζόμενης εταιρείας, της SMI, εξακολουθεί να είναι μικρό από απόψεως μεριδίου αγοράς και εμφανίζει μειονεκτήματα από πλευράς θέσης εγκατάστασης, η Επιτροπή θεωρεί ότι θα ήταν πολύ πιθανό η παραγωγή ικανότητα της Huber στο Kuusankoski να ασκήσει αισθητή ανταγωνιστική πίεση στην προσφορά ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης της Omya για τους φινλανδούς πελάτες που προσδιορίστηκαν. Η Επιτροπή διαπίστωσε επίσης ότι δεν υπάρχουν άλλοι δυνητικοί ανταγωνιστές που θα μπορούσαν να διατηρήσουν μια επαρκή ανταγωνιστική πίεση στη νότια Φινλανδία.

(32)

Για τους ανωτέρω λόγους, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η προτεινόμενη πράξη θα παρεμπόδιζε αισθητά τον ανταγωνισμό, ιδιαίτερα με την ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης της Omya στις αγορές ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης για τους επηρεαζόμενους πελάτες στη νότια Φινλανδία.

3.   Απουσία συντονισμένων ή διαγώνιων αποτελεσμάτων

(33)

Τέλος, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η παρούσα πράξη δεν είναι πιθανόν να οδηγήσει σε διαγώνιες επιπτώσεις ή να αυξήσει την πιθανότητα οι επιχειρήσεις να συντονίζουν τη συμπεριφορά τους με αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών πέραν των ανταγωνιστικών επιπέδων.

V.   ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ

(34)

Για την αντιμετώπιση των προαναφερθέντων προβλημάτων ανταγωνισμού οριζόντιου χαρακτήρα στην αγορά ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης, η Omya και η J.M. Huber Corporation υπέβαλαν στις 23 Μαΐου 2006, μια σειρά δεσμεύσεων στην Επιτροπή. Αυτή η σειρά δεσμεύσεων περιλάμβανε δύο εναλλακτικές προτάσεις δεσμεύσεων, η πρώτη από τις οποίες αφορούσε την εκχώρηση της μονάδας επιτόπιας παραγωγής PCC στο Kuusankoski και της τεχνολογίας επίχρισης και προσθετικών και η δεύτερη μόνο την εκχώρηση της σχετικής τεχνολογίας.

(35)

Η Επιτροπή αποφάσισε να πραγματοποιήσει δοκιμή στην αγορά για την πρώτη πρόταση δέσμευσης (εκχώρηση της μονάδας επιτόπιας παραγωγής PCC στο Kuusankoski, στη Φινλανδία, και της τεχνολογίας επίχρισης και προσθετικών PCC της Huber). Η δοκιμή στην αγορά πραγματοποιήθηκε με συνολικά ένδεκα πελάτες και τέσσερις ανταγωνιζόμενες εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα σχετικά με τη συναλλαγή αυτή και απάντησαν όλοι οι ερωτηθέντες (5). Οι απαντήσεις που δόθηκαν δεν έκλιναν σαφώς προς μια κατεύθυνση. Ενώ οι πελάτες θεώρησαν σε μεγάλο βαθμό ότι οι δεσμεύσεις θα μπορούσαν να επιλύσουν τα προβλήματα ανταγωνισμού που είχε εντοπίσει η Επιτροπή, οι ανταγωνιστές εξέφρασαν επιφυλάξεις ως προς την έκταση των προτεινόμενων διορθωτικών μέτρων και πρότειναν βελτιώσεις για τις δεσμεύσεις αυτές έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν επαρκώς τα προβλήματα ανταγωνισμού που είχε επισημάνει η Επιτροπή (6).

(36)

Όσον αφορά την πρώτη εναλλακτική δέσμευση, η Επιτροπή αξιολόγησε κατά πόσο η εκχώρηση της επιτόπιας μονάδας παραγωγής πληρωτικού PCC στο Kuusankoski σε συνδυασμό με την προσφερόμενη τεχνολογία θα επέτρεπε σε έναν κατάλληλο αγοραστή της εκχωρούμενης δέσμης να αποκτήσει ανταγωνιστική ισχύ στην αγορά ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης PCC συγκρίσιμη με εκείνη που θα είχε η Huber εάν δεν ελάμβανε χώρα η προτεινόμενη πράξη.

(37)

Η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η πρώτη εναλλακτική δέσμευση (εκχώρηση της μονάδας επιτόπιας παραγωγής PCC στο Kuusankoski και της τεχνολογίας) με την οποία ένας κατάλληλος αγοραστής θα έχει πρόσβαση τόσο στη διαθέσιμη παραγωγική ικανότητα όσο και στην αναγκαία τεχνολογία και στη στενή συνεργασία με τα σχετικά χαρτοποιεία, θέτει τον αγοραστή σε παρόμοια θέση με εκείνη που κατέχει επί του παρόντος η Huber, περιλαμβανομένου του πλεονεκτήματος ενός ήδη υφιστάμενου προμηθευτή ο οποίος δεν χρειάζεται να κατασκευάσει νέες εγκαταστάσεις παραγωγής στην περίπτωση που κατορθώσει να αποσπάσει συμβάσεις που πρέπει να ανανεωθούν. Συνεπώς, η εναλλακτική αυτή δυνατότητα θα εξασφάλιζε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη βιωσιμότητα της εκχώρησης και την εισαγωγή ενός αξιόπιστου ανταγωνιστικού προϊόντος στην αγορά ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης.

(38)

Επιπλέον, η Επιτροπή θεώρησε ότι η εκτίμηση της ικανότητας και των κινήτρων της μονάδας επιτόπιας παραγωγής PCC στο Kuusankoski και της εκχωρούμενης τεχνολογίας να εξακολουθήσει να λειτουργεί ως ανταγωνιστική δύναμη και να αποκαταστήσει τον ανταγωνισμό στην αγορά ανταγωνιζόμενη την Omya και τους άλλους ανταγωνιστές, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ταυτότητα του αγοραστή. Συνεπώς, ένας κατάλληλος αγοραστής στην προκειμένη περίπτωση θα ήταν ένας βιομηχανικός αγοραστής ο οποίος διαθέτει ήδη τους οικονομικούς πόρους και την απαιτούμενη εμπειρία.

(39)

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πρώτη προτεινόμενη δέσμευση, δηλαδή η εκχώρηση της μονάδας επιτόπιας παραγωγής PCC στο Kuusankoski σε συνδυασμό με την εκχώρηση της τεχνολογίας επίχρισης της Huber (λαμβάνοντας υπόψη τις βελτιώσεις που προτάθηκαν από τα μέρη στις 3 Ιουλίου 2006) θα αποκαθιστούσε τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό στην αγορά ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης για τους επηρεαζόμενους πελάτες στη νότια Φινλανδία με την επαναφορά μιας ανταγωνιστικής πίεσης έναντι του ανθρακικού ασβεστίου επίχρισης της Omya από την τεχνολογία προσθετικών PCC της Huber η οποία θα είχε απολεσθεί αν η συγκέντρωση είχε πραγματοποιηθεί όπως είχε αρχικά κοινοποιηθεί.

VI.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(40)

Για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, εξεταζόμενοι ατομικά ή από κοινού, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι δεσμεύσεις που υποβλήθηκαν από την Omya και την J.M. Huber είναι επαρκείς για την επίλυση των προβλημάτων ανταγωνισμού που δημιουργούσε η παρούσα συγκέντρωση.

(41)

Συνεπώς, η απόφαση της Επιτροπής κηρύσσει την κοινοποιηθείσα πράξη συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά και τη λειτουργία της συμφωνίας ΕΟΧ σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 2 του κανονισμού συγκεντρώσεων.


(1)  ΕΕ L 24 της 29.1.2004, σ. 1.

(2)  Τα βιομηχανικά ορυκτά περιλαμβάνουν ιζηματοποιημένο ανθρακικό ασβέστιο (PCC), ανθρακικό ασβέστιο σε σκόνη (GCC), τάλκη καολίνη και δολομίτη.

(3)  Ο όρος «ανθρακικά άλατα» περιλαμβάνει τόσο το PCC όσο και το GCC.

(4)  Η Επιτροπή δημιούργησε μια εκτεταμένη βάση δεδομένων για τη διακίνηση ορυκτών προϊόντων που περιελάμβανε τις ετήσιες φορτώσεις πληρωτικών και επίχρισης χαρτιού PCC και GCC όλων των κυριότερων ανταγωνιστών για τον ΕΟΧ για τα έτη 2002, 2003 και 2004 (στοιχεία ανά τύπο ορυκτού προϊόντος, μονάδα προέλευσης των ορυκτών προϊόντων, χαρτοποιείο προορισμού, τύπο χαρτιού, απόσταση φόρτωσης, όγκο φόρτωσης, τιμή ανά ξηρό μετρικό τόνο, μέσο μεταφοράς και κόστος μεταφοράς).

(5)  Επιπλέον, απάντηση δόθηκε και από τη φινλανδική αρχή ανταγωνισμού.

(6)  Όσον αφορά τη δεύτερη εναλλακτική δέσμευση που αφορούσε μόνο την εκχώρηση της τεχνολογίας, η Επιτροπή αξιολόγησε το προτεινόμενο διορθωτικό μέτρο και θεώρησε ότι δεν επιλύει τα προβλήματα ανταγωνισμού που εντοπίστηκαν από την Επιτροπή και, συνεπώς, δεν ζήτησε τη γνώμη των φορέων της αγοράς σχετικά με αυτή.


Top