Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31991D0453

91/453/ΕΟΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Ιουλίου 1991 περί συστάσεως συμβουλευτικής επιτροπής τελωνειακών θεμάτων και έμμεσης φορολογίας

ΕΕ L 241 της 30.8.1991, p. 43–45 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (FI, SV, CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/1991/453/oj

31991D0453

91/453/ΕΟΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Ιουλίου 1991 περί συστάσεως συμβουλευτικής επιτροπής τελωνειακών θεμάτων και έμμεσης φορολογίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 241 της 30/08/1991 σ. 0043 - 0045
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 2 τόμος 8 σ. 0090
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 2 τόμος 8 σ. 0090


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 30ής Ιουλίου 1991 περί συστάσεως συμβουλευτικής επιτροπής τελωνειακών θεμάτων και έμμεσης φορολογίας (91/453/ΕΟΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας,

Εκτιμώντας:

ότι, με σκοπό τη συγκέντρωση των απόψεων των επαγγελματικών κύκλων και των καταναλωτών σχετικά με τα προβλήματα που προκύπτουν από τη λειτουργία της τελωνειακής ένωσης, η Επιτροπή έχει συστήσει, με την απόφαση 73/351/ΕΟΚ (1), όπως τροποποιήθηκε από την απόφαση 86/565/ΕΟΚ (2), τη συμβουλευτική επιτροπή τελωνειακών θεμάτων-

ότι δεν υπάρχει κανένας επίσημος φορέας αντιπροσώπευσης των επαγγελματικών συμφερόντων για τα ζητήματα που αφορούν την έμμεση φορολογία- ότι κρίνεται σκόπιμη η επέκταση των διαβουλεύσεων με τους ενδιαφερόμενους επαγγελματικούς κύκλους στον εν λόγω τομέα-

ότι η εμπειρία κατέδειξε την ανάγκη μεταβολής της διάρθρωσης και της λειτουργίας της υπάρχουσας συμβουλευτικής επιτροπής, προκειμένου να της επιτραπεί να επικεντρώνει καλύτερα το ενδιαφέρον της στα θέματα που σχετίζονται με την τελωνειακή και φορολογική πολιτική της Κοινότητας, τα οποία επιθυμούν να αναπτύξουν λεπτομερώς η Επιτροπή και η ίδια η συμβουλευτική επιτροπή-

ότι είναι σκόπιμο να συσταθεί συμβουλευτική επιτροπή τελωνειακών θεμάτων και έμμεσης φορολογίας, της οποίας οι στόχοι να ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα-

ότι πρέπει να προβλεφθούν για την εν λόγω επιτροπή κανόνες διαδικασίας βασισμένοι στην αποκτηθείσα εμπειρία,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Συστήνεται, παρά τη Επιτροπή, συμβουλευτική επιτροπή θεμάτων και έμμεσης φορολογίας, αποκαλούμενη στο εξής η "επιτροπή".

Η επιτροπή αποτελείται από εκπροσώπους των εξής οικονομικών κλάδων: βιομηχανίας, γεωργίας και αλιείας, εμπορίου, μεταφορών, ασφαλιστικών οργανισμών, τραπεζικών ιδρυμάτων, τελωνειακών πρακτόρων και εκτελωνιστών (συμπεριλαμβανομένων των πρακτόρων μεταφορών), οργανισμών τουρισμού, εργαζομένων, καταναλωτών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Άρθρο 2

Η επιτροπή διατυπώνει στην Επιτροπή γνωμοδοτήσεις ως προς όλα τα θέματα τα σχετικά με την τελωνειακή πολιτική, το φόρο προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) και τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, είτε κατόπιν αιτήσεως της Επιτροπής είτε κατόπιν ιδίας πρωτοβουλίας.

Άρθρο 3

1. Η επιτροπή περιλαμβάνει 19 μέλη.

2. Οι έδρες της κατανέμονται ως εξής:

- τρεις στους εκπροσώπους της βιομηχανίας,

- δύο στους εκπροσώπους της γεωργίας και της αλιείας,

- δύο στους εκπροσώπους των εμπορικών οργανώσεων,

- δύο στους εκπροσώπους του εμπορικού και βιομηχανικού επιμελητηρίου,

- δύο στους εκπροσώπους των μεταφορών,

- μία σε εκπρόσωπο των τραπεζικών ιδρυμάτων και ασφαλιστικών οργανισμών,

- δύο στους εκπροσώπους των τελωνειακών πρακτόρων και των εκτελωνιστών (συμπεριλαμβανομένων των πρακτόρων μεταφορών),

- μία σε εκπρόσωπο των οργανισμών τουρισμού,

- μία σε εκπρόσωπο των εργαζομένων,

- δύο στους εκπροσώπους των καταναλωτών,

- μία σε εκπρόσωπο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Άρθρο 4

Τα μέλη της επιτροπής ορίζονται από την Επιτροπή.

Για καθεμία από τις προς πλήρωση έδρες που τους αναλογούν, οι επαγγελματικές οργανώσεις ή οι οργανώσεις καταναλωτών οι οποίες είναι οι πλέον αντιπροσωπευτικές για τους τομείς δραστηριότητας που αφορούν τα τελωνειακά και φορολογικά προβλήματα και οι οποίες έχουν συγκροτηθεί σε κοινοτική ή διεθνή κλίμακα, προτείνουν στην Επιτροπή δύο διαφορετικής ιθαγένειας υποψηφίους, που είναι υπήκοοι κρατών μελών της Κοινότητας.

Άρθρο 5

Για καθένα από τα μέλη της επιτροπής ορίζεται ένα αναπληρωματικό μέλος, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 4.

Με την επιφύλαξη του άρθρου 9, το αναπληρωματικό μέλος δεν παρίσταται στις συνεδριάσεις της επιτροπής και δεν μετέχει στις εργασίες της, παρά μόνον σε περίπτωση κωλύματος του μέλους το οποίο αναπληροί.

Άρθρο 6

Η θητεία των μελών της επιτροπής διαρκεί τρία έτη και είναι ανανεώσιμη.

Μετά τη λήξη της τριετούς περιόδου, τα μέλη της επιτροπής παραμένουν στη θέση τους, έως ότου η Επιτροπή προβεί στην αντικατάστασή τους ή στην ανανέωση της θητείας τους.

Η θητεία μέλους τερματίζεται πριν από τη λήξη της τριετούς περιόδου, με την παραίτησή του, την παύση της συμμετοχής του στην οργάνωση που εκπροσωπεί ή το θάνατό του. Είναι, επίσης, δυνατόν να τερματιστεί η θητεία μέλους, εφόσον η οργάνωση η οποία υπέβαλε την υποψηφιότητά του ζητήσει την αντικατάστασή του.

Το εν λόγω μέλος αντικαθίσταται, για το υπόλοιπο της θητείας του, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 4.

Δεν προβλέπεται αμοιβή για τα ασκούμενα καθήκοντα.

Άρθρο 7

Ο κατάλογος των τακτικών και των αναπληρωματικών μελών δημοσιεύεται, για λόγους ενημέρωσης, από την Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 8

Η επιτροπή εκλέγει έναν πρόεδρο και δύο αντιπροέδρους με τριετή θητεία. Η εκλογή πραγματοποιείται με την πλειοψηφία δύο τρίτων των παρόντων μελών. Τα εκλεγέντα μέλη αποτελούν το προεδρείο.

Η επιτροπή μπορεί, με την ίδια πλειοψηφία, να εκλέγει και άλλα μέλη στο προεδρείο.

Το προεδρείο προετοιμάζει και οργανώνει τις εργασίες της επιτροπής.

Άρθρο 9

Η επιτροπή ή οι υπηρεσίες της Επιτροπής έχουν την ευχέρεια να καλέσουν για να συμμετάσχει στις εργασίες του, υπό την ιδιότητα του εμπειρογνώμονα, κάθε πρόσωπο που διαθέτει ιδιαίτερη εμπειρία σε δεδομένο θέμα της ημερήσιας διάταξης.

Οι εμπειρογνώμονες συμμετέχουν αποκλειστικά και μόνο στις συζητήσεις που αναφέρονται στο ζήτημα το οποίο αιτιολογεί την παρουσία τους.

Άρθρο 10

Η επιτροπή μπορεί να συγκροτεί ομάδες εργασίας.

Άρθρο 11

1. Η επιτροπή συγκαλείται από την Επιτροπή, και συνεδριάζει στην έδρα της Επιτροπής. Οι συνεδριάσεις του προεδρείου συγκαλούνται από τον πρόεδρο με τη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής.

2. Οι εκπρόσωποι των ενδιαφερομένων υπηρεσιών της Επιτροπής συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής, του προεδρείου και των ομάδων εργασίας.

3. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής εξασφαλίζουν τη γραμματεία της επιτροπής, του προεδρείου και των ομάδων εργασίας.

Άρθρο 12

Μετά τις συζητήσεις στην επιτροπή δεν ακολουθεί ψηφοφορία.

Η Επιτροπή, όταν ζητεί τη γνώμη της επιτροπής, έχει τη δυνατότητα να ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να διατυπωθεί η γνώμη.

Οι θέσεις των οικονομικών κλάδων που εκπροσωπούνται, καταγράφονται σε πρακτικά, που διαβιβάζονται στην Επιτροπή.

Σε περίπτωση που η ζητηθείσα γνώμη αποτελεί αντικείμενο ομοφωνίας στην επιτροπή, η τελευταία διατυπώνει κοινά συμπεράσματα, τα οποία επισυνάπτονται στα πρακτικά.

Άρθρο 13

Τα μέλη της επιτροπής υποχρεούνται να μην κοινολογούν τις πληροφορίες των οποίων λαμβάνουν γνώση κατά τις εργασίες της επιτροπής ή των ομάδων εργασίας, εφόσον η Επιτροπή τα ενημερώνει ως προς το ότι η γνώμη που ζητείται ή το θέμα που ανακύπτει αφορά ζητήματα εμπιστευτικού χαρακτήρα.

Στην περίπτωση αυτή, μόνον τα μέλη της επιτροπής και οι εκπρόσωποι των υπηρεσιών της Επιτροπής παρίστανται στις συνεδριάσεις.

Άρθρο 14

Η απόφαση 73/351/ΕΟΚ καταργείται.

Άρθρο 15

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από τις 30 Ιουλίου 1991. Βρυξέλλες, 30 Ιουλίου 1991. Για την Επιτροπή

Christiane SCRIVENER

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. L 321 της 22. 11. 1973, σ. 37. (2) ΕΕ αριθ. L 331 της 25. 11. 1986, σ. 18.

Top