EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31970L0457

Οδηγία 70/457/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 1970 περί του κοινού καταλόγου ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών

ΕΕ L 225 της 12.10.1970, p. 1–6 (DE, FR, IT, NL)
Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά III τόμος 1966-1972 σ. 36 - 40

Άλλες ειδικές εκδόσεις (DA, EL, ES, PT, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 08/08/2002; καταργήθηκε από 32002L0053

ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/1970/457/oj

31970L0457

Οδηγία 70/457/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 29ης Σεπτεμβρίου 1970 περί του κοινού καταλόγου ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 225 της 12/10/1970 σ. 0001 - 0006
Δανική ειδική έκδοση: Σειρά III Κεφάλαιο 1966-1972 σ. 0031
Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά III Κεφάλαιο 1966-1972 σ. 0036
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 03 τόμος 6 σ. 0003
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 03 τόμος 4 σ. 0048
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 03 τόμος 4 σ. 0048
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 3 σ. 0089
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 3 τόμος 3 σ. 0089


ΟΔΗΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 29ης Σεπτεμβρίου 1970 περί του κοινού καταλόγου ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως τα άρθρα 43 και 100,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Συνελεύσεως(1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής,

Εκτιμώντας:

ότι η παραγωγή σπόρων προς σπορά και γεωργικών φυτών προς φύτευση κατέχει σημαντική θέση στη γεωργία της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος-

ότι, για το λόγο αυτόν, το Συμβούλιο θέσπισε ήδη οδηγίες που αφαιρούν αντίστοιχα την εμπορία σπόρων τεύτλων προς σπορά(2), σπόρων κτηνοτροφικών φυτών προς σπορά(3), σπόρων σιτηρών προς σπορά(4), σπόρων γεωμήλων προς φύτευση(5) και σπόρων ελαιούχων και κλωστικών φυτών προς σπορά(6)-

ότι οι οδηγίες αυτές επιτρέπουν στα Κράτη μέλη να περιορίζουν προσωρινά την εμπορία των σπόρων προς σπορά και των φυτών προς φύτευση- των ποικιλιών των εν λόγω φυτών στους σπόρους προς σπορά και φυτά προς φύτευση των ποικιλιών οι οποίες είναι γραμμένες σε εθνικό κατάλογο και έχουν καλλιεργητική αξία και χρησιμότητα για το έδαφός τους- ότι, εν τούτοις, οι οδηγίες αυτές προβλέπουν επίσης ότι ο περιορισμός αυτός είναι αποδεκτός μόνο μέχρι της καταρτίσεως κοινού καταλόγου ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών-

ότι κοινός κατάλογος ποικιλιών δύναται να καταρτισθεί στο άμεσο μέλλον, μόνο βάσει των εθνικών καταλόγων-

ότι αρμόζει, ως εκ τούτου, όλα τα Κράτη μέλη να καταρτίσουν έναν ή περισσότερους εθνικούς καταλόγους των αποδεκτών ποικιλιών στο έδαφός τους για την πιστοποίηση και την εμπορία-

ότι η κατάρτιση των καταλόγων αυτών πρέπει να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με ομοιόμορφους κανόνες για να είναι οι αποδεκτές ποικιλίες σαφώς διακρινόμενες, σταθερές και επαρκώς ομοιόμορφες και να έχουν ικανοποιητική αξία από απόψεως καλλιεργείας και χρησιμότητας-

ότι οι έλεγχοι για την αποδοχή ποικιλίας απαιτούν να καθορισθεί σημαντικός αριθμός ενιαίων ελαχίστων κριτηρίων και όρων εκτελέσεως-

ότι, αφ' ετέρου, οι προδιαγραφές σχετικώς με τη διάρκεια μιας αποδοχής, τις αιτίες ανακλήσεώς της και την εκτέλεση μιας επιλογής διατηρητέων ποικιλιών πρέπει να είναι ενιαίες και ότι ενδείκνυται να προβλεφθεί αμοιβαία ενημέρωση των Κρατών μελών ως προς την αποδοχή και την ανάκληση ποικιλιών-

ότι όλοι οι σπόροι προς σπορά και όλα τα φυτά προς φύτευση αποδεκτών ποικιλιών από 1ης Ιουλίου 1967 σε ένα τουλάχιστον Κράτος μέλος, σύμφωνα με τις βασικές αρχές της παρούσας οδηγίας, δεν πρέπει να υποβάλλονται στην Κοινότητα, μετά από ορισμένη προθεσμία, σε κανέναν περιορισμό ως προς την ποικιλία- ότι οι ποικιλίες αυτές πρέπει να περιλαμβάνονται στον κοινό κατάλογο των ποικιλιών-

ότι πρέπει πάντως να παρασχεθεί στα Κράτη μέλη το δικαίωμα να προβάλλουν, δι' ειδικής διαδικασίας, τις ενδεχόμενες αντιρρήσεις τους για μια ποικιλία και για την εγγραφή της στον κοινό κατάλογο ποικιλιών, καθώς και να διατυπώνουν αντιρρήσεις φυτοϋγειονομικού περιεχομένου έναντι μιας ποικιλίας εγγεγραμμένης στον προαναφερθέντα κατάλογο-

ότι πρέπει να θεσπισθεί ειδική ρύθμιση για τις ποικιλίες που έγιναν αποδεκτές, σύμφωνα με τις βασικές αρχές της παρούσας οδηγίας σε Κράτος μέλος προ της 1ης Ιουλίου 1967- ότι φαίνεται δικαιολογημένο να εξαρτάται η εισαγωγή τους στον κατάλογο από τη σπουδαιότητα την οποία παρουσιάζουν για την παραγωγή σπόρων-

ότι πρέπει η Επιτροπή να εξασφαλίζει τη δημοσίευση των ποικιλιών οι οποίες περιλαμβάνονται στον κοινό κατάλογο ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων-

ότι πρέπει να προβλεφθούν προδιαγραφές που αναγνωρίζουν την ισοδυναμία των διενεργουμένων σε τρίτες χώρες εξετάσεων και ελέγχων ποικιλιών-

ότι, αφ' ετέρου, πρέπει να μην εφαρμόζονται οι κοινοτικοί κανόνες στις ποικιλίες για τις οποίες αποδεικνύεται ότι οι σπόροι προς σπορά ή τα φυτά προς φύτευση προορίζονται για εξαγωγή σε τρίτες χώρες-

ότι πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η μέριμνα λήψεως ορισμένων μέτρων εφαρμογής- ότι για τη διευκόλυνση της εφαρμογής των σχεδιαζομένων μέτρων, αρμόζει να προβλεφθεί διαδικασία που καθιερώνει στενή συνεργασία μεταξύ των Κρατών μελών και της Επιτροπής, στη Μόνιμη Επιτροπή των Σπόρων προς Σπορά και των Γεωργικών, Δενδροκηπευτικών και Δασικών Φυτών προς Φύτευση, η οποία έχει συσταθεί με την απόφαση του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1966(7),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

1. Η παρούσα οδηγία αφορά την αποδοχή των ποικιλιών τεύτλων, κτηνοτροφικών φυτών, σιτηρών, γεωμήλων καθώς και ελαιούχων και κλωστικών φυτών σε κοινό κατάλογο ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών, των οποίων οι σπόροι προς σπορά ή τα φυτά προς φύτευση μπορούν να τεθούν σε εμπορία σύμφωνα με τις διατάξεις των οδηγιών του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1966 περί εμπορίας σπόρων προς σπορά τεύτλων, κτηνοτροφικών φυτών, σιτηρών και σπόρων γεωμήλων, καθώς και της οδηγίας του Συμβουλίου της 30ής Ιουνίου 1969 περί εμπορίας σπόρων προς σπορά ελαιούχων και κλωστικών φυτών.

2. Ο κοινός κατάλογος των ποικιλιών καταρτίζεται βάσει των εθνικών καταλόγων των Κρατών μελών.

Άρθρο 2

Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας ως "επίσημες διατάξεις" νοούνται οι διατάξεις οι οποίες θεσπίζονται:

α) από τις αρχές ενός κράτους, ή

β) υπό την ευθύνη ενός κράτους, από νομικα πρόσωπα δημοσιου ή ιδιωτικού δικαίου, ή

γ) για βοηθητικές δραστηριότητες, επίσης υπό τον έλεγχο ενός κράτους, από φυσικά ορκωτά πρόσωπα,

υπό τον όρο ότι τα αναφερθέντα πρόσωπα στις περιπτώσεις β) και γ) δεν αποκομίζουν ιδιαίτερο όφελος από το αποτέλεσμα των διατάξεων αυτών.

Άρθρο 3

1. Κάθε Κράτος μέλος καταρτίζει έναν ή περισσότερους καταλόγους των επίσημα αποδεκτών ποικιλιών για την πιστοποίηση και την εμπορία στο έδαφός του. Τους καταλόγους δύναται να συμβουλεύεται κάθε ενδιαφερόμενος.

2. Τα Κράτη μέλη δύνανται να προβλέπουν ότι η αποδοχή μιας ποικιλίας στον κοινό κατάλογο ή στον κατάλογο άλλου Κράτους μέλους είναι ισοδύναμη με την αποδοχή στο δικό τους κατάλογο. Στην περίπτωση αυτή το Κράτος μέλος απαλλάσσεται των υποχρεώσεων που προβλέπονται στα άρθρα 7, 9 παράγραφος 3 και 10 παράγραφοι 2 έως 5.

3. Τα Κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε οι επίσημες αποδοχές τριών ποικιλιών, οι οποίες έγιναν προ της 1ης Ιουλίου 1970, σύμφωνα με αρχές άλλες από εκείνες της παρούσας οδηγίας, να λήγουν το αργότερο στις 30 Ιουνίου 1980, εφ' όσον οι εν λόγω ποικιλίες δεν έγιναν αποδεκτές μέχρι την ημερομηνία αυτή σύμφωνα με τις βασικές αρχές της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4

1. Τα Κράτη μέλη μεριμνούν ώστε μια ποικιλία να είναι αποδεκτή μόνο αν είναι σαφώς διακρινόμενη, σταθερή και επαρκώς ομοιόμορφη. Η ποικιλία πρέπει να έχει καλλιεργητική αξία και ικανοποιητική χρησιμότητα.

2. Εξέταση της καλλιεργητικής αξίας και της χρησιμότητας δεν είναι αναγκαία:

α) για την αποδοχή ποικιλιών αγρωστωδών, εάν ο δημιουργός δηλώσει ότι οι σπόροι της ποικιλίας τοι δεν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως κτηνοτροφικά φυτά,

β) για την αποδοχή ποικιλιών, των οποίων οι σπόροι προορίζονται προς εμπορία σε άλλο Κράτος μέλος, το οποίο τις αποδέχεται λαμβανομένης υπόψη της καλλιεργητικής του αξίας και της χρησιμότητας.

Άρθρο 5

1. Ποικιλία θεωρείται σαφώς διακρινόμενη, αν, κατά τον χρόνο που ζητείται η αποδοχή της, διακρίνεται σαφώς από έναν ή περισσότερους σημαντικούς μορφολογικούς ή φυσιολογικούς χαρακτήρες, από κάθε άλλη ποικιλία αποδεκτή ή παρουσιαζόμενη προς αποδοχή στο εν λόγω Κράτος μέλος, ή αναφερόμενη στον κοινό κατάλογο των ποικιλιών.

2. Ποικιλία θεωρείται σταθερή. αν μετά τις διαδοχικές αναπαραγωγές ή πολλαπλασιασμούς της, ή στο τέλος κάθε κύκλου, όταν ο δημιουργός έχει προσδιορίσει έναν ιδιαίτερο κύκλο αναπαραγωγών ή πολλαπλασιασμών. διατηρεί τα αρχικά βασικά χαρακτηριστικά της.

3. Ποικιλία θεωρείται επαρκώς ομοιόμορφη, αν τα φυτά που την αποτελούν, εκτός σπανίων ανωμαλιών, είναι όμοια, λαμβανομένων υπόψη των ιδιομορφιών του συστήματος αναπαραγωγής των φυτών ή γενετικώς όμοια για το σύνολο των χαρακτήρων οι οποίοι λαμβάνονται υπόψη για το σκοπό αυτόν.

4. Ποικιλία έχει ικανοποιητική αξία από απόψεως καλλιεργείας ή χρησιμοποιήσεως αν, σε σχέση με άλλες αποδεκτές ποικιλίες στον κατάλογο του εν λόγω Κράτους μέλους, παρουσιάζει με το σύνολο των χαρακτηριστικών της, τουλάχιστον για την παραγωγή σε μια καθορισμένη περιοχή, μια σαφή βελτίωση είτε για την καλλιέργεια, είτε για την εκμετάλλευση της συγκομιδής ή τη χρησιμοποίηση των προϊόντων που προέρχονται από αυτή. Μία κατωτερότητα ορισμένων χαρακτηριστικών μπορεί να αντισταθμισθεί με άλλα ευνοϊκά χαρακτηριστικά.

Άρθρο 6

Τα Κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ποικιλίες οι οποίες προέρχονται από άλλα Κράτη μέλη να υπόκεινται, ιδίως ως προς τη διαδικασία αποδοχής, στους αυτούς όρους με εκείνους οι οποίοι εφαρμόζονται στις εθνικές ποικιλίες.

Άρθρο 7

1. Τα Κράτη μέλη ορίζουν ότι η αποδοχή ποικιλιών είναι το αποτέλεσμα επισήμων εξετάσεων που πραγματοποιούνται ιδίως κατά την καλλιέργεια και αναφέρονται σε έναν επαρκή αριθμό χαρακτήρων ώστε να καταστεί δυνατή η περιγραφή της ποικιλίας. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τη διαπίστωση των χαρακτήρων πρέπει να είναι ακριβείς και αξιόπιστες.

2. Σύμφωνα με την αναφερομένη στο άρθρο 23 διαδικασία, καθορίζονται, λαμβανομένης υπόψη της καταστάσεως των επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων:

α) οι χαρακτήρες στους οποίους πρέπει τουλάχιστον να αναφέρονται οι εξετάσεις για τα διάφορα είδη-

β) οι ελάχιστες προϋποθέσεις οι οποίες αφορούν την εκτέλεση των εξετάσεων.

3. Όταν η εξέταση των γενεαλογικών συνθετικών είναι αναγκαία στη μελέτη των υβριδίων και των συνθετικών ποικιλιών, τα Κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα αποτελέσματα της εξετάσεως αυτής και η περιγραφή των γενεαλογικών συνθετικών να τηρούνται εμπιστευτικά αν το ζητήσει ο δημιουργός.

Άρθρο 8

Τα Κράτη μέλη ορίζουν ότι ο αιτών, κατά την κατάθεση της αιτήσεως αποδοχής ποικιλίας, πρέπει να αναφέρει, αν η ποικιλία αυτή αποτέλεσε ήδη αντικείμενο αιτήσεως σε άλλο Κράτος μέλος, για ποιο Κράτος μέλος πρόκειται και το αποτέλεσμα της αιτήσεως αυτής.

Άρθρο 9

1. Τα Κράτη μέλη μεριμνούν για την επίσημη δημοσίευση του καταλόγου των αποδεκτών ποικιλιών στο έδαφός τους και όταν απαιτείται επιλογή διατηρητέων ποικιλιών το όνομα του ή των υπευθύνων της επιλογής στη χώρα τους. Όταν πολλά πρόσωπα είναι υπεύθυνα για την επιλογή διατηρητέας ποικιλίας, η δημοσίευση του ονόματος αυτών δεν είναι απαραίτητη. Στην περίπτωση κατά την οποία δεν δημοσιεύεται το όνομα, ο κατάλογος αναφέρει την υπηρεσία η οποία διαθέτει τον κατάλογο των ονομάτων των υπευθύνων της επιλογής.

2. Κατά την αποδοχή ποικιλίας, τα Κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η ποικιλία αυτή να φέρει, κατά το μέτρο του δυνατού, την αυτή ονομασία στα άλλα Κράτη μέλη.

Αν είναι γνωστό ότι οι σπόροι προς σπορά ή τα φυτά προς φύτευση μιας ποικιλίας τίθενται σε εμπορία σε άλλη χώρα με διαφορετική ονομασία, η ονομασία αυτή αναγράφεται επίσης στον κατάλογο.

3. Τα Κράτη μέλη καταρτίζουν για κάθε αποδεκτή ποικιλία φάκελο, ο οποίος περιλαμβάνει περιγραφή της ποικιλίας και σαφή περίληψη όλων των στοιχείων στις οποίες βασίζεται η αποδοχή. Η περιγραφή των ποικιλιών αναφέρεται στα φυτά που προέρχονται άμεσα από σπόρους προς σπορά και φυτά προς φύτευση της κατηγορίας "πιστοποιημένοι σπόροι και φυτά".

Άρθρο 10

1. Ο κατάλογος των ποικιλιών καθώς και οι διάφορες τροποποιήσεις αυτού κοινοποιούνται αμέσως στα άλλα Κράτη μέλη και στην Επιτροπή.

2. Τα Κράτη μέλη ανακοινώνουν στα άλλα Κράτη μέλη και στην Επιτροπή, για κάθε νέα αποδεκτή ποικιλία, σύντομη περιγραφή των πιο σημαντικών χαρακτηριστικών ως προς τη χρησιμοποίησή της.

3. Κάθε Κράτος μέλος θέτει στη διάθεση των άλλων Κρατών μελών και της Επιτροπής τους φακέλους, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 9 παράγραφος 3, σχετικά με τις αποδεκτές ποικιλίες ή με εκείνες οι οποίες έπαυσαν να είναι αποδεκτές. Οι αμοιβαίες πληροφορίες που αφορούν τους φακέλους αυτούς τηρούνται εμπιστευτικά.

4. Τα Κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι φάκελοι αποδοχής να τίθενται στη διάθεση, προσωπικώς και αποκλειστικώς, κάθε προσώπου το οποίο παρουσιάζει δικαιολογημένο ενδιαφέρον για το θέμα αυτό. Οι διατάξεις αυτές δεν τίθενται σε εφαρμογή όταν, δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3, τα στοιχεία πρέπει να τηρούνται εμπιστευτικά.

5. Όταν η αποδοχή ποικιλίας απορριφθεί ή ακυρωθεί, τα αποτελέσματα των εξετάσεων τίθενται στη διάθεση των προσώπων τα οποία αφορά η ληφθείσα απόφαση.

Άρθρο 11

1. Τα Κράτη μέλη ορίζουν ότι οι αποδεκτές ποικιλίες πρέπει να διατηρούνται με συντηρητική επιλογή.

2. Η επιλογή διατηρητέων ποικιλιών πρέπει να υπόκειται πάντοτε σε έλεγχο, βάσει των καταχωρήσεων που πραγματοποιούνται από τον ή τους υπευθύνους για τη διατήρηση της ποικιλίας. Οι εγγραφές αυτές πρέπει επίσης να επεκτείνονται στην παραγωγή όλων των γενεών οι οποίες προηγούνται των βασικών σπόρων προς σπορά ή των βασικών φυτών.

3. Δείγματα είναι δυνατό να ζητούνται από τον υπεύθυνο της ποικιλίας. Σε περίπτωση ανάγκης, τέτοια δείγματα δύνανται να λαμβάνονται επίσημα.

4. Όταν η επιλογή διατηρητέων ποικιλιών πραγματοποιείται σε Κράτος μέλος άλλο από εκείνο από το οποίο η ποικιλία ήταν αποδεκτή, τα εν λόγω Κράτη μέλη παρέχουν μεταξύ τους διοικητική βοήθεια σε ό,τι αφορά τον έλεγχο.

Άρθρο 12

1. Η αποδοχή ισχύει για χρονική διάρκεια η οποία λήγει στο τέλος του δεκάτου ημερολογιακού έτους από της αποδοχής.

2. Η αποδοχή μιας ποικιλίας είναι δυνατό να ανανεώνεται σε τακτές περιόδους, αν το δικαιολογεί η σπουδαιότητα διατηρήσεώς της στην καλλιέργεια και εφ' όσον οι προβλεπόμενοι όροι για τη διάκριση, την ομοιομορφία και σταθερότητα πληρούνται πάντοτε. Η αίτηση παρατάσεως πρέπει να υποβάλλεται το αργότερο δύο έτη πριν από τη λήξη της αποδοχής.

3. Η διάρκεια μιας αποδοχής πρέπει να παρατείνεται προσωρινά μέχρις ότου ληφθεί η απόφαση σχετικά με την αίτηση παρατάσεως.

Άρθρο 13

1. Τα Κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αποδοχή ποικιλίας να ακυρούται:

α) αν αποδεικνύεται κατά τις εξετάσεις ότι μια ποικιλία δεν είναι πλέον σαφώς διακρινόμενη, σταθερή ή επαρκώς ομοιόμορφη,

β) αν το ζητήσουν ο ή οι υπεύθυνοι της ποικιλίας, εκτός αν παραμένει εξασφαλισμένη μία επιλογή διατηρητέων ποικιλιών.

2. Τα Κράτη μέλη δύνανται να ακυρώσουν την αποδοχή μιας ποικιλίας:

α) αν δεν τηρούνται οι νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις, οι οποίες θεσπίζονται κατ' εφαρμογήν της παρούσας οδηγίας,

β) αν, κατά την αίτηση αποδοχής ή τη διαδικασία της εξετάσεως, έχουν παρασχεθεί ψευδείς ή απατηλές πληροφορίες ως προς τα στοιχεία από τα οποία εξαρτάται η αποδοχή.

Άρθρο 14

1. Τα Κράτη μέλη μεριμνούν ώστε μία ποικιλία να διαγράφεται από τον κατάλογό τους, αν ακυρούται η αποδοχή της ποικιλίας αυτής ή αν έχει λήξει η περίοδος ισχύος της αποδοχής.

2. Τα Κράτη μέλη δύνανται να χορηγήσουν για το έδαφός τους προθεσμία τριών ετών το πολύ για τη διάθεση των σπόρων προς σπορά ή των φυτών προς φύτευση μετά τη λήξη της αποδοχής.

Άρθρο 15

1. Τα Κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι σπόροι προς σπορά και τα φυτά προς φύτευση ποικιλιών αποδεκτών σε ένα τουλάχιστον Κράτος μέλος, από 1ης Ιουλίου 1972, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, να μην υπόκεινται από την 31η Δεκεμβρίου του δευτέρου έτους από της αποδοχής της ποικιλίας, σε κανέναν περιορισμό εμπορίας ως προς την ποικιλία.

2. Κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων στην παράγραφο 1 διατάξεων, δύναται να επιτραπεί σε Κράτος μέλος, κατόπιν αιτήσεώς του, προ της λήξεως της ανωτέρω αναφερομένης προθεσμίας και σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 23 διαδιακασία, να απαγορεύει σε ολόκληρο ή σε τμήμα του εδάφους του, την εμπορία σπόρων προς σπορά και φυτών προς φύτευση της εν λόγω ποικιλίας.

3. Η προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 άδεια μπορεί να χορηγηθεί μόνο στις κάτωθι περιπτώσεις:

α) αν η ποικιλία δεν είναι σαφώς διακρινομένη, σταθερή ή επαρκώς ομοιόμορφη, ή

β) αν έχει αποδειχθεί ότι η καλλιέργεια της ποικιλίας αυτής θα μπορούσε να βλάψει από φυτοϋγειονομικής απόψεως την καλλιέργεια άλλων ποικιλιών ή ειδών, ή

γ) αν έχει διαπιστωθεί, βάσει των επισήμων εξετάσεων καλλιεργείας οι οποίες πραγματοποιούνται στο αιτούν Κράτος μέλος, κατ' εφαρμογήν αναλογικώς των διατάξεων του άρθρου 5 παράγραφος 4, ότι η ποικιλία δεν ανταποκρίνεται, σε κανένα τμήμα του εδάφους του κράτους αυτού, στα αποτελέσματα που αποκτήθηκαν για μια άλλη συγκρίσιμη ποικιλία αποδεκτή στο έδαφος του εν λόγω Κράτους μέλους.

4. Αν ένα Κράτος μέλος δεν προτίθεται να υποβάλει αίτηση για μία ποικιλία, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στην παράγραφο 2 διαδικασία, κοινοποιεί τούτο στην Επιτροπή ή καταθέτει δήλωση κατά την έννοια αυτή προς τη Μόνιμη Επιτροπή Σπόρων προς Σπορά και Φυτών προς Φύτευση.

5. Όταν όλα τα Κράτη μέλη έχουν πραγματοποιήσει την κοινοποίηση ή τη δήλωση, η οποία προβλέπεται στην παράγραφο 4, η προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 προθεσμία δεν ισχύει πλέον, και εφαρμόζεται το άρθρο 18.

6. Αν, κατά το χρόνο της αποδοχής της σε ένα Κράτος μέλος, μία ποικιλία αποτελεί επίσης αντικείμενο ελέγχου σε άλλο Κράτος μέλος, προκειμένου να καταστεί αποδεκτή, η προβλεπόμενη στην παράγραφο 1 προθεσμία, για το τελευταίο τούτο Κράτος μέλος, μειούται κατά τη διάρκεια των εν λόγω ελέγχων.

7. Η προβλεπομένη στην παράγραφο 1 προθεσμία δύναται, προ της λήξεώς της, να παραταθεί σύμφωνα με την προβλεπομένη στο άρθρο 23 διαδικασία, εφ' όσον δικαιολογεί τούτο κάποιος ουσιώδης λόγος.

Άρθρο 16

Το άρθρο 15 εφαρμόζεται ομοίως στις ποικιλίες οι οποίες ήταν αποδεκτές σε εθνικό επίπεδο προ της 1ης Ιουλίου 1972 και σύμφωνα με αρχές ανταποκρινόμενες σε εκείνες της παρούσας οδηγίας στις κάτωθι περιπτώσεις:

α) αν η αποδοχή χορηγήθηκε μετά την 30ή Ιουνίου 1969, ή

β) αν η αποδοχή χορηγήθηκε προ της αναφερομένης στο στοιχείο α) ημερομηνίας σε δύο τουλάχιστον Κράτη μέλη, ή

γ) αν η αποδοχή χορηγήθηκε προ της αναφερομένης στο στοιχείο α) ημερομηνίας σε ένα Κράτος μέλος, με τον όρο ότι στο αναφερόμενο Κράτος μέλος το ποσοστό των εκτάσεων πολλαπλασιασμού της ποικιλίας, οι οποίες υπεβλήθησαν σε καλλιεργητικό έλεγχο για την πιστοποίηση, μετά την αναφερόμενη στο στοιχείο α) ημερομηνία και κατά τη διάρκεια τριών καλλιεργητικών περιόδων, ήταν κάθε φορά ίσο προς 3% τουλάχιστον του συνόλου των εκτάσεων πολλαπλασιασμού του είδους.

Άρθρο 17

Η προθεσμία, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1, αρχίζει να ισχύει από την 1η Ιουλίoυ 1972 για τις περιπτώσεις οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 16 υπό α) και β) και για την περίπτωση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 16 υπό γ), κατά την ημερομηνία που το Κράτος μέλος κοινοποιεί στην Επιτροπή ότι πληρούται ο όρος.

Άρθρο 18

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρέχονται από τα Κράτη μέλη και κατά το μέτρο που αυτές περιέρχονται σε αυτή, η Επιτροπή εξασφαλίζει τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με τον τίτλο "Κοινός κατάλογος ποικιλιών καλλιεργουμένων φυτικών ειδών", όλων των ποικιλιών των οποίων οι σπόροι προς σπορά και τα φυτά προς φύτευση, κατ' εφαρμογήν των άρθρων 15 και 16, δεν υπόκεινται σε κανέναν περιορισμό εμπορίας ως προς την ποικιλία, καθώς και των ενδείξεων οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1 περί του ή των υπευθύνων της επιλογής διατηρητέων ποικιλιών. Η δημοσίευση αναφέρει τα Κράτη μέλη τα οποία έτυχαν αδείας, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 2 ή το άρθρο 19.

Άρθρο 19

Αν διαπιστωθεί ότι η καλλιέργεια ποικιλίας εγγεγραμμένης στον κοινό κατάλογο των ποικιλιών θα μπορούσε σε Κράτος μέλος να βλάψει, από φυτοϋγειονομική άποψη, την καλλιέργεια άλλων ποικιλιών ή ειδών, δύναται να επιτραπεί στο Κράτος μέλος αυτό, κατόπιν αιτήσεώς του, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 23 διαδικασία, όπως απαγορεύσει την εμπορία των σπόρων προς σπορά ή των φυτών προς φύτευση της ποικιλίας αυτής σε ολόκληρο ή σε τμήμα του εδάφους του. Σε περίπτωση επικειμένου κινδύνου διαδόσεως επιβλαβών οργανισμών, η απαγόρευση αυτή μπορεί να ισχύσει για το ενδιαφερόμενο Κράτος μέλος από της καταθέσεως της αιτήσεως αυτού μέχρι της οριστικής αποφάσεως, η οποία λαμβάνεται σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 23 διαδικασία.

Άρθρο 20

Όταν μία ποικιλία παύει να είναι αποδεκτή σε Κράτος μέλος το οποίο είχε αρχικώς αποδεχθεί την εν λόγω ποικιλία, ένα ή περισσότερα άλλα Κράτη μέλη δύνανται να διατηρήσουν την αποδοχή της ποικιλίας αυτής, αν οι όροι αποδοχής διατηρούνται σε αυτά τα Κράτη μέλη και αν είναι εξασφαλισμένη μία επιλογή διατηρητέων ποικιλιών.

Άρθρο 21

1. Κατόπιν προτάσεως της Επιτροπής, το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, διαπιστώνει:

α) αν οι επίσημες εξετάσεις των ποικιλιών που πραγματοποιήθηκαν σε τρίτη χώρα παρέχουν τις αυτές εγγυήσεις με τις εξετάσεις στα Κράτη μέλη, όπως προβλέπονται στο άρθρο 7,

β) αν οι έλεγχοι των διατηρητέων ποικιλιών, οι οποίοι πραγματοποιούνται σε τρίτη χώρα, παρέχουν τις ίδιες εγγυήσεις με τους ελέγχους, οι οποίοι πραγματοποιούνται από τα Κράτη μέλη.

2. Μέχρι να αποφανθεί το Συμβούλιο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1, τα Κράτη μέλη δύνανται να προβαίνουν τα ίδια στις διαπιστώσεις οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο αυτή. Το δικαίωμα αυτό λήγει την 30ή Ιουνίου 1977.

Άρθρο 22

Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στις ποικιλίες των οποίων οι σπόροι προς σπορά ή τα φυτά προς φύτευση είναι αποδεδειγμένο ότι προορίζονται για εξαγωγή προς τρίτες χώρες.

Άρθρο 23

1. Στην περίπτωση κατά την οποία γίνεται παραπομπή στη διαδικασία, η οποία καθορίζεται από το παρόν άρθρο, η Μόνιμη Επιτροπή Σπόρων προς Σπορά και Γεωργικών, Δενδροκηπευτικών και Δασικών Φυτών προς Φύτευση, καλουμένη κατωτέρω η "επιτροπή", συγκαλείται από τον πρόεδρό της, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήσεως του αντιπροσώπου Κράτους μέλους.

2. Στην επιτροπή, οι ψήφοι των Κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης. Ο πρόεδρος δεν ψηφίζει.

3. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει σχέδιο για τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για τα μέτρα αυτά σε προθεσμία την οποία μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα των προς εξέταση θεμάτων. Αποφαίνεται με πλειοψηφία δώδεκα ψήφων.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει μέτρα τα οποία τυγχάνουν αμέσου εφαρμογής. Εν τούτοις, αν δεν είναι σύμφωνα με τη διατυπωθείσα από την επιτροπή γνώμη, τα μέτρα αυτά ανακοινώνονται αμέσως από την Επιτροπή στο Συμβούλιο. Στην περίπτωση αυτή η Επιτροπή δύναται να αναβάλει, για έναν το πολύ μήνα από της ανακοινώσεως, την εφαρμογή των μέτρων που αποφάσισε.

Το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία, δύναται να λάβει διαφορετική απόφαση σε προθεσμία ενός μηνός.

Άρθρο 24

Με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 15, 16 και 19, η παρούσα οδηγία δεν επηρεάζει τις διατάξεις των εθνικών νομοθεσιών, οι οποίες δικαιολογούνται για λόγους προστασίας της υγείας και της ζωής ανθρώπων και ζώων ή προφυλάξεως των φυτών, ή προστασίας της βιομηχανικής ή εμπορικής ιδιοκτησίας.

Άρθρο 25

Τα Κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ την 1η Ιουλίου 1972, το αργότερο, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για τη συμμόρφωσή τους στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Πληροφορούν περί αυτού αμέσως την Επιτροπή.

Άρθρο 26

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα Κράτη μέλη.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 29 Σεπτεμβρίου 1970.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. ERTL

(1) ΕΕ αριθ. Α 108 της 19.10.1968, σ. 30.

(2) ΕΕ αριθ. 125 της 11.7.1966, σ. 2290/66.

(3) ΕΕ αριθ. 125 της 11.7.1966, σ. 2298/66.

(4) ΕΕ αριθ. 125 της 11.7.1966, σ. 2309/66.

(5) ΕΕ αριθ. 125 της 11.7.1966, σ. 2320/66.

(6) ΕΕ αριθ. Ν 169 της 10.7.1969, σ. 3.

(7) ΕΕ αριθ. 125 της 11.7.1966, σ. 2289/66.

Top