Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 31969R1630

    Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1630/69 της Επιτροπής της 8ης Αυγούστου 1969 περί των ακροάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68 του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 1968

    ΕΕ L 209 της 21.8.1969, p. 11–13 (DE, FR, IT, NL)
    Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά I τόμος 1969(II) σ. 381 - 383

    Άλλες ειδικές εκδόσεις (DA, EL, ES, PT, FI, SV)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/01/1999; καταργήθηκε από 31998R2842 ;

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/1969/1630/oj

    31969R1630

    Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1630/69 της Επιτροπής της 8ης Αυγούστου 1969 περί των ακροάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68 του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 1968

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 209 της 21/08/1969 σ. 0011 - 0013
    Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 7 τόμος 1 σ. 0092
    Δανική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1969(II) σ. 0352
    Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 7 τόμος 1 σ. 0092
    Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1969(II) σ. 0381
    Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 07 τόμος 1 σ. 0130
    Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 08 τόμος 1 σ. 0159
    Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 08 τόμος 1 σ. 0159


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 1630/69 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 8ης Αυγούστου 1969 περί των ακροάσεων που προβλέπονται στο άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68 του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 1968

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τις διατάξεις της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως τα άρθρα 75, 87 και 155,

    το άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68 του Συμβουλίου της 19ης Ιουλίου 1968 περί εφαρμογής των κανόνων ανταγωνισμού στους τομείς των σιδηροδρομικών, οδικών και εσωτερικών πλωτών μεταφορών(1),

    τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής περί της δεσποζούσης θέσεως και των μονοπωλίων στον τομέα των μεταφορών,

    Εκτιμώντας :

    ότι βάσει του άρθρου 29 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει διατάξεις εφαρμογής που αφορούν τις ακροάσεις που προβλέπονται στο άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 2 του ανωτέρω κανονισμού-

    ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η Επιτροπή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, θα έχει συχνές επαφές με τις μετέχουσες επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων, οι οποίες κατά συνέπεια θα έχουν την ευκαιρία να καταστήσουν γνωστές τις απόψεις τους σχετικά με τις παραγγελίες που έγιναν εναντίον τους-

    ότι όμως, βάσει του άρθρου 26 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68 και του δικαιώματος υπερασπίσεως, είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί στις επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων το δικαίωμα υποβολής παρατηρήσεων κατά το τέλος της διαδικασίας επί όλων των καταγγελιών που έγιναν εναντίον τους για τις οποίες η Επιτροπή πρόκειται να λάβει απόφαση-

    ότι και άλλα πρόσωπα πλην των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων οι οποίες μετέχουν στη διαδικασία, είναι δυνατό να έχουν συμφέρον να ακουσθούν- ότι σύμφωνα με τη δεύτερη πρόταση του άρθρου 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68 τα πρόσωπα αυτά πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να καταστήσουν γνωστές τις απόψεις τους, εφόσον υποβάλλουν σχετική αίτηση και αποδεικνύουν έννομο συμφέρον-

    ότι είναι σκόπιμο να δοθεί η δυνατότητα στα πρόσωπα που έχουν προβεί σε καταγγελία, κατ' εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68, να υποβάλλουν παρατηρήσεις όταν η Επιτροπή θεωρεί ότι τα στοιχεία τα οποία της υπεβλήθησαν δεν επαρκούν για να θεμελιώσουν την καταγγελία-

    ότι τα διάφορα πρόσωπα στα οποία επετράπη η υποβολή παρατηρήσεων, πρέπει να πράξουν τούτο εγγράφως, τόσο για το δικό τους συμφέρον όσο και χάριν της καλής διοικητικής διεκπεραιώσεως, χωρίς αυτό να εμποδίζει την προφορική διαδικασία που γίνεται για συμπλήρωση της γραπτής-

    ότι είναι αναγκαίο να καθορισθούν επακριβώς, τα δικαιώματα των προσώπων που θα εξετασθούν και ιδιαίτερα οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι δυνατό να εκπροσωπηθούν ή να βοηθηθούν από πληρεξούσιο, καθώς και ο καθορισμός και ο υπολογισμός των προθεσμιών-

    ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή στα θέματα περιοριστικών πρακτικών και μονοπωλίων γνωμοδοτεί βάσει ενός προκαταρκτικού σχεδίου αποφάσεως- ότι πρέπει γι'αυτό το λόγο να λαμβάνεται η γνώμη της επί της υποθέσεως, μετά τη λήξη της ερεύνης- ότι όμως αυτή η συμβουλευτική γνώμη δεν εμποδίζει την Επιτροπή να επαναλάβει τη διαδικασία αν παραστεί ανάγκη,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Πριν λάβει τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής επί περιοριστικών πρακτικών και μονοπωλίων, η Επιτροπή προβαίνει σε ακροάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 26, παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68 του Συμβουλίου.

    Άρθρο 2

    1. Η Επιτροπή γνωστοποιεί εγγράφως στις επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων περί των καταγγελιών που έγιναν εναντίον τους. Η γνωστοποίηση απευθύνεται σε κάθε μία από αυτές ή στο διορισμένο κοινό αντιπρόσωπό τους.

    2. Η Επιτροπή είναι δυνατό να πληροφορήσει τα ενδιαφερόμενα μέρη δια δημοσιεύσεως στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αν τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως το δικαιολογούν και ιδιαίτερα όταν η γνωστοποίηση πρέπει να γίνει σε μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, οι οποίες όμως δεν έχουν διορίσει κοινό αντιπρόσωπο. Κατά τη γνωστοποίηση λαμβάνεται υπόψη το έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων για να προστατευθεί το επιχειρηματικό τους απόρρητο.

    3. Πρόστιμο ή χρηματική ποινή δύνανται να επιβληθούν στην επιχείρηση ή στην ένωση επιχειρήσεων, μόνο στην περίπτωση που η γνωστοποίηση της καταγγελίας πραγματοποιήθηκε κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παράγραφο 1. Η Επιτροπή καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων δύνανται να της γνωστοποιήσουν τις απόψεις τους.

    4. Η Επιτροπή, με τη γνωστοποίηση των καταγγελιών ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων έχουν την ευχέρεια να κάνουν γνωστές τις απόψεις τους.

    Άρθρο 3

    1. Οι επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων υποβάλλουν εγγράφως και εντός της ταχθείσης προθεσμίας τις απόψεις τους αναφορικά με τις καταγγελίες που έγιναν εναντίον τους.

    2. Δύνανται να εκθέσουν στις έγγραφες παρατηρήσεις τους, όλα τα σχετικά επιχειρήματα που τις υπερασπίζουν.

    3. Δύνανται επίσης να επισυνάψουν όλα τα σχετικά έγγραφα προς απόδειξη των επιχειρημάτων που επικαλούνται, καθώς και να προτείνουν στην Επιτροπή να εξετάσει κάθε πρόσωπο που δύναται να επιβεβαιώσει τα επικαλούμενα γεγονότα.

    Άρθρο 4

    Η Επιτροπή στις αποφάσεις της, θα ασχοληθεί μόνο με τις καταγγελίες, για τις οποίες δόθηκε η δυνατότητα στις επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων να κάνουν γνωστές τις απόψεις τους.

    Άρθρο 5

    Στην περίπτωση κατά την οποία νομικά ή φυσικά πρόσωπα που αποδεικνύουν έννομο συμφέρον, ζητούν να εξετασθούν σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68, η Επιτροπή τους δίνει τη δυνατότητα να γνωστοποιήσουν εγγράφως τις απόψεις τους, εντός της ορισμένης προθεσμίας.

    Άρθρο 6

    Όταν η Επιτροπή εξετάζοντας καταγγελία η οποία γίνεται κατ' εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1017/68 του Συμβουλίου, θεωρεί ότι τα στοιχεία τα οποία συνέλεξε δεν είναι επαρκή να τη θεμελιώσουν, γνωστοποιεί τούτο στους μηνυτές και τους τάσσει προθεσμία να υποβάλλουν ενδεχομένως, περισσότερα στοιχεία εγγράφως.

    Άρθρο 7

    1. Η Επιτροπή παρέχει, στα πρόσωπα που το ζήτησαν στις γραπτές τους παρατηρήσεις, τη δυνατότητα να αναπτύξουν τα επιχειρήματά τους, προφορικά, αν αυτά τα πρόσωπα αποδείξουν ότι έχουν έννομο συμφέρον ή η Επιτροπή προτίθεται να τους επιβάλλει πρόστιμο ή χρηματική ποινή.

    2. Η Επιτροπή δύναται επίσης να παρέχει σε κάθε πρόσωπο τη δυνατότητα να εκφράσει προφορικά τις απόψεις του.

    Άρθρο 8

    1. Η Επιτροπή κλητεύει τα πρόσωπα που πρόκειται να εξετασθούν, καθορίζοντας τη σχετική προς τούτο ημερομηνία.

    2. Η Επιτροπή διαβιβάζει αμέσως αντίγραφο της κλήσεως στις αρμόδιες αρχές των Κρατών μελών, οι οποίες δύνανται να διορίσουν έναν υπάλληλο ο οποίος θα λάβει μέρος στη διαδικασία ακροάσεως.

    Άρθρο 9

    1. Οι ακροάσεις διευθύνονται από τα πρόσωπα, που η Επιτροπή διορίζει για το σκοπό αυτό

    2. Οι κλητευθέντες παρίστανται είτε αυτοπροσώπως ή αντιπροσωπεύονται από τους νομίμους αντιπροσώπους τους ή από τα πρόσωπα που ορίζει το καταστατικό τους. Οι επιχειρήσεις και ενώσεις επιχειρήσεων δύνανται επίσης να εκπροσωπούνται από ένα δεόντως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, που επιλέγεται από το μόνιμο προσωπικό τους.

    Τα πρόσωπα τα οποία εξετάζονται από την Επιτροπή δύνανται να παρίστανται μετά δικηγόρων ή καθηγητών πανεπιστημίου που έχουν το δικαίωμα παραστάσεως ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, σύμφωνα με το άρθρο 17 του Πρωτοκόλλου περί του νομικού καθεστώτος του Δικαστηρίου, ή μετά άλλων προσώπων που διαθέτουν ανάλογα προσόντα.

    3. Οι ακροάσεις δεν είναι δημόσιες. Τα πρόσωπα εξετάζονται είτε χωριστά είτε με την παρουσία και άλλων κλητευθέντων. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη το έννομο συμφέρον των επιχειρήσεων, ώστε να εξασφαλίζεται το επιχειρηματικό τους απόρρητο.

    4. Οι ουσιώδεις δηλώσεις κάθε εξεταζομένου προσώπου καταχωρούνται στα πρακτικά, τα οποία θα διαβασθούν και θα εγκριθούν από το ανωτέρω πρόσωπο.

    Άρθρο 10

    Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 2 παράγραφος 2, οι ανακοινώσεις και κλήσεις της Επιτροπής αποστέλλονται στους παραλήπτες με συστημένη επιστολή ή επί αποδείξει παραλαβής.

    Άρθρο 11

    1. Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών που προβλέπονται στα άρθρα 2, 5 και 6, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη το χρόνο που απαιτείται για τη σύνταξη των παρατηρήσεων, καθώς και το επείγον της υποθέσεως. Η προθεσμία δεν θα είναι μικρότερη από δύο εβδομάδες, δύναται δε να παραταθεί.

    2. Οι προθεσμίες αρχίζουν από την επομένη της ημέρας παραλαβής ή επιδόσεως των ανακοινώσεων.

    3. Οι γραπτές παρατηρήσεις πρέπει να περιέλθουν στην Επιτροπή ή να αποσταλούν με συστημένη επιστολή, προ της εκπνοής της προθεσμίας. Όταν όμως η προθεσμία αυτή λήγει ημέρα Κυριακή ή ημέρα αργία, η λήξη της μετατίθεται στο τέλος της επομένης εργάσιμης ημέρας. Για τον υπολογισμό της παρατάσεως, οι ημέρες αργίας είναι είτε εκείνες οι οποίες παρατίθενται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, στην περίπτωση που λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία λήψεως των γραπτών παρατηρήσεων, είτε εκείνες ο οποίες καθορίζονται από το δίκαιο της χώρας αποστολής, στην περίπτωση που λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία αποστολής αυτών.

    Άρθρο 12

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσιεύσεώς του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε Κράτος μέλος.

    Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 8 Αυγούστου 1969.

    Για την Επιτροπή

    Ο Πρόεδρος

    Jean REY

    (1) ΕΕ αριθ. Ν 175 της 23. 7. 1968, σ. 1.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 3, τρίτη πρόταση

    (Κατάσταση ημερών αργίας) Πρώτη του Έτους 1η Ιανουαρίου

    Μεγάλη Παρασκευή

    Μέγα Σάββατο

    Δευτέρα του Πάσχα

    Εορτή της Εργασίας 1η Μαΐου

    Επέτειος του Σχεδίου Σούμαν 9η Μαΐου

    Εορτή της Αναλήψεως

    Δευτέρα της Πεντηκοστής

    Βελγική Εθνική Εορτή 21η Ιουλίου

    Κοίμηση της Θεοτόκου 15η Αυγούστου

    Αγίων Πάντων 1η Νοεμβρίου

    Ημέρα των Νεκρών 2α Νοεμβρίου

    Παραμονή Χριστουγέννων 24η Δεκεμβρίου

    Ημέρα Χριστουγέννων 25η Δεκεμβρίου

    Επομένη Χριστουγέννων 26η Δεκεμβρίου

    Παραμονή του Νέου έτους 31η Δεκεμβρίου

    Top