This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 61988CJ0297
Περίληψη της αποφάσεως
Περίληψη της αποφάσεως
Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-297/88 και C-197/89
Massam Dzodzi
κατά
Βελγικού Δημοσίου
αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως του Tribunal de première instance των Βρυξελλών και του Cour d'appel των Βρυξελλών
«Προδικαστικά ερωτήματα — Αρμοδιότητα του Δικαστηρίου — Παραπομπή εθνικής νομοθεσίας σε κοινοτικές διατάξεις — Δικαίωμα διαμονής — Δικαίωμα παραμονής — Οδηγία 64/221/ΕΟΚ»
Έκθεση για την επ' ακροατηρίου συζήτηση
Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα M. Darmon της 3ης Ιουλίου 1990 3778
Απόφαση του Δικαστηρίου της 18ης Οκτωβρίου 1990 3783
Περίληψη της αποφάσεως
Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Εργαζόμενοι – Κοινοτικές διατάξεις – Αεν εφαρμόζονται σε περίπτωση καθαρά εσωτερικής φύσεως τον κράτους μέλους
(Κανονισμός του Συμβουλίου 1612/68· κανουιομός 1251/70 της Επιτροπής· οδηγίες του Συμβουλίου 64/221 και 68/360)
Προδικαστικά ερωτήματα – Αρμοδιότητα του Αικαστηρίου – Όρια – Πλασματική διαφορά ή αίτηση ερμηνείας διατάξεων του κοινοτικού δικαίου που δεν έχουν εφαρμογή στη διαφορά της κύριας δίκης – Ερμηνεία που ζητείται λόγω του ότι έχει εφαρμογή μια κοινοτική διάταξη στην οποία παραπέμπει το εθνικό δίκαιο – Το Αικαστήριο είναι αρμόδιο να παράσχει την ερμηνεία αυτή αλλά όχι να κρίνει τις συνέπειες της εν λόγω παραπομπής
(Συνθήκη ΕΟΚ, άρθρο 177)
Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Παρεκκλίσεις – Αποφάσεις στον τομέα του ελέγχου των αλλοδαπών – Αικονομικές εγγυήσεις – Μέσα παροχής εννόμου προστασίας που μπορούν να ασκήσουν οι ημεδαποί κατά των πράξεων της διοικήσεως – Τυπικοί ή δικονομικοί όροι λιγότερο ευνοϊκοί για τους υπηκόους των άλλων κρατών μελών – Ανεπίτρεπτο – Αναστολή εκτελέσεως της προσβαλλομένης πράξεως – Ίδιες προϋποθέσεις παραδεκτού για τους ημεδαπούς και για τους υπηκόους των άλλων κρατών μελών
(Οδηγία του Συμβουλίου 64/221, άρθρο 8)
Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων – Παρεκκλίσεις – Αποφάσεις στον τομέα του ελέγχου των αλλοδαπών – Απόφαση περί απομακρύνσεως από την επικράτεια ή περί αρνήσεως χορηγήσεως άδειας διαμονής – Υποχρέωση των κρατών μελών να προβλέψουν τη δυνατότητα ασκήσεως μέσου παροχής εννόμου προστασίας ενώπιον δικαστηρίου που μπορεί να διατάξει συντηρητικά μέτρα – Α εν υπάρχει
(Οδηγία του Συμβουλίου 64/221, άρθρο 9)
Οι κοινοτικές διατάξεις περί ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων δεν εφαρμόζονται σε καθαρά εσωτερικής φύσεως περιπτώσεις κράτους μέλους, όπως είναι η περίπτωση του υπηκόου τρίτης χώρας ο οποίος, υπό μόνη την ιδιότητα του συζύγου υπηκόου κράτους μέλους, επικαλείται το δικαίωμα διαμονής ή το δικαίωμα παραμονής στο έδαφος αυτού του κράτους μέλους.
Στο πλαίσιο της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ εθνικών δικαστηρίων και Δικαστηρίου που προβλέπει το άρθρο 177 της Συνθήκης, το Δικαστήριο αποφαίνεται με προδικαστικές αποφάσεις χωρίς να εξετάζει καταρχήν τις περιστάσεις υπό τις οποίες τα εθνικά δικαστήρια αποφάσισαν να του υποβάλουν τα προδικαστικά ερωτήματα και προτίθενται να εφαρμόσουν τη διάταξη κοινοτικού δικαίου που του ζητούν να ερμηνεύσει.
Οι μόνες περιπτώσεις στις οποίες δεν ισχύει αυτό είναι οι περιπτώσεις όπου είτε προκύπτει ότι η διαδικασία του άρθρου 177 καταστρατηγήθηκε, και στην πραγματικότητα το Δικαστήριο καλείται να αποφανθεί στο πλαίσιο κατασκευασμένης δίκης, είτε είναι πρόδηλο ότι η διάταξη κοινοτικού δικαίου που καλείται να ερμηνεύσει το Δικαστήριο δεν μπορεί να εφαρμοστεί.
Στην περίπτωση όπου οι διατάξεις του εθνικού δικαίου ορίζουν ως εφαρμοστέο το κοινοτικό δίκαιο, μόνο το εθνικό δικαστήριο είναι αρμόδιο να εκτιμά την ακριβή έκταση της παραπομπής αυτής στο κοινοτικό δίκαιο. Αν κρίνει ότι, λόγω της παραπομπής αυτής, εφαρμόζεται το κοινοτικό δίκαιο στην καθαρά εσωτερικής μορφής διαφορά που εκκρεμεί ενώπιόν του, τότε νομιμοποιείται να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα στο Δικαστήριο υπό τις συνθήκες που προβλέπει το άρθρο 177 της Συνθήκης, όπως ερμηνεύεται από τη νομολογία του Δικαστηρίου.
Η αρμοδιότητα του Δικαστηρίου περιορίζεται πάντως στην εξέταση των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου. Το Δικαστήριο δεν μπορεί, με την απάντηση του στο εθνικό δικαστήριο, να λάβει υπόψη τη γενική οικονομία των διατάξεων του εσωτερικού δικαίου, οι οποίες, παραπέμποντας στο κοινοτικό δίκαιο, προσδιορίζουν και την έκταση της παραπομπής αυτής. Ο σεβασμός των ορίων που προέβλεψε ο εθνικός νομοθέτης όσον αφορά την εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου σε καθαρά εσωτερικής φύσεως καταστάσεις, στις οποίες το κοινοτικό δίκαιο εφαρμόζεται μέσω του εθνικού νόμου, εμπίπτει στο εσωτερικό δίκαιο και, κατά συνέπεια, στην αποκλειστική αρμοδιότητα των δικαστηρίων του κράτους μέλους.
Το άρθρο 8 της οδηγίας 64/221 επιβάλλει στα κράτη μέλη να προβλέπουν υπέρ του υπηκόου κράτους μέλους ο οποίος θίγεται από μέτρο σχετικά με την είσοδο στο έδαφος, από άρνηση χορηγήσεως ή ανανεώσεως άδειας διαμονής ή από απόφαση περί απομακρύνσεως από την επικράτεια, το δικαίωμα ασκήσεως των ίδιων μέσων παροχής έννομης προστασίας που μπορούν να ασκούν και οι ημεδαποί κατά των πράξεων της διοικήσεως. Τα κράτη μέλη δεν μπορούν, χωρίς να παραβούν αυτή την υποχρέωση, να προβλέπουν για τα πρόσωπα που εμπίπτουν στην οδηγία προσφυγές οι οποίες διέπονται από ειδικές διαδικασίες, παρέχουσες λιγότερες εγγυήσεις από αυτές που παρέχουν οι προσφυγές τις οποίες ασκούν οι ημεδαποί κατά των πράξεων της διοικήσεως.
Επομένως, αν σε ένα κράτος μέλος το διοικητικό δικαστήριο δεν έχει την αρμοδιότητα να αναστείλει την εκτέλεση διοικητικής αποφάσεως ή να λάβει συντηρητικά μέτρα όσον αφορά την εκτέλεση αυτή, την αρμοδιότητα όμως αυτή έχουν τα τακτικά δικαστήρια, το εν λόγω κράτος μέλος έχει την υποχρέωση να δίδει στα πρόσωπα τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας, το δικαίωμα να προσφεύγουν ενώπιον των δικαστηρίων αυτών υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς.
Το άρθρο 9 της οδηγίας 64/221 δεν επιβάλλει στα κράτη μέλη την υποχρέωση να θεσπίσουν, υπέρ των προσώπων που καλύπτει η οδηγία, τη δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής, πριν από την εκτέλεση της αποφάσεως με την οποία η διοίκηση αρνείται τη χορήγηση τίτλου διαμονής ή την εκτέλεση μέτρου απομακρύνσεως από το έδαφος, ενώπιον δικαστηρίου που κρίνει κατ' επείγουσα διαδικασία και είναι αρμόδιο να λαμβάνει συντηρητικά μέτρα σχετικά με το δικαίωμα διαμονής.