EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009R0988

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 988/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009 , για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και τον καθορισμό του περιεχομένου των παραρτημάτων του (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ και την Ελβετία)

ΕΕ L 284 της 30.10.2009, p. 43–72 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 31/10/2009

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2009/988/oj

30.10.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 284/43


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 988/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Σεπτεμβρίου 2009

για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και τον καθορισμό του περιεχομένου των παραρτημάτων του

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ και την Ελβετία)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 42 και 308,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας (3) ορίζει ότι το περιεχόμενο των παραρτημάτων του II, X και ΧI θα καθοριστούν πριν από την ημερομηνία της εφαρμογής του.

(2)

Τα παραρτήματα I, III, IV, VI, VII, VIII και IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 θα πρέπει να προσαρμοστούν, ώστε να συνεκτιμηθούν τόσο οι απαιτήσεις των κρατών μελών που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την έκδοση όσο και οι πρόσφατες εξελίξεις στα άλλα κράτη μέλη.

(3)

Τo άρθρο 56 παράγραφος 1 και τo άρθρο 83 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 προβλέπουν ότι ειδικές διατάξεις για την εφαρμογή των νομοθεσιών ορισμένων κρατών μελών παρατίθενται στο παράρτημα ΧΙ του εν λόγω κανονισμού. Σκοπός του παραρτήματος ΧΙ είναι να ληφθούν υπόψη οι ιδιαιτερότητες των διαφόρων συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης των κρατών μελών ώστε να διευκολυνθεί η εφαρμογή των κανόνων συντονισμού. Ορισμένα κράτη μέλη ζήτησαν να συμπεριληφθούν στο εν λόγω παράρτημα καταχωρίσεις σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας τους για την κοινωνική ασφάλιση και διαβίβασαν στην Επιτροπή τις νομικές και πρακτικές εξηγήσεις σχετικά με τη νομοθεσία και τα συστήματά τους.

(4)

Σύμφωνα με την ανάγκη για εξορθολογισμό και απλούστευση, απαιτείται κοινή προσέγγιση ώστε να διασφαλιστεί ότι οι καταχωρίσεις που αφορούν διαφορετικά κράτη μέλη και είναι παρόμοιου χαρακτήρα ή επιδιώκουν τον ίδιο στόχο, αντιμετωπίζονται με παρόμοιο τρόπο.

(5)

Δεδομένου ότι σκοπός του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 είναι ο συντονισμός της νομοθεσίας περί κοινωνικής ασφάλισης, για την οποία την αποκλειστική αρμοδιότητα έχουν τα κράτη μέλη, δεν θα πρέπει να συμπεριληφθούν στον κανονισμό καταχωρίσεις που δεν είναι συμβατές με το σκοπό ή τους στόχους του ανωτέρω κανονισμού καθώς και καταχωρίσεις που επιδιώκουν απλώς να αποσαφηνίσουν την ερμηνεία της εθνικής νομοθεσίας.

(6)

Ορισμένα αιτήματα έθεσαν θέματα κοινά για αρκετά κράτη μέλη. Συνεπώς, είναι σκόπιμο τα θέματα αυτά να εξεταστούν σε ευρύτερο επίπεδο, είτε με διευκρίνιση στο ίδιο το κείμενο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 είτε σε άλλο παράρτημά του, το οποίο θα πρέπει κατά συνέπεια να τροποποιηθεί αναλόγως, είτε με πρόβλεψη του κανονισμού εφαρμογής κατά το άρθρο 89 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004, και όχι με την προσθήκη αντίστοιχων διατάξεων στο παράρτημα ΧΙ του παρόντος κανονισμού για διάφορα κράτη μέλη.

(7)

Το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 θα πρέπει να τροποποιηθεί κατά τρόπον ώστε να αποσαφηνιστεί και να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής του και να εξασφαλιστεί ότι τα μέλη της οικογένειας πρώην μεθοριακών εργαζομένων θα μπορούν επίσης να επωφελούνται από τη δυνατότητα να συνεχίσουν ιατρική θεραπεία στην πρώην χώρα απασχόλησης του ασφαλισμένου μετά τη συνταξιοδότησή του, εκτός αν το κράτος μέλος στο οποίο ο μεθοριακός εργαζόμενος άσκησε για τελευταία φορά τη δραστηριότητά του περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙΙ.

(8)

Είναι σκόπιμο να υπολογιστούν η σημασία, η συχνότητα, η κλίμακα και το κόστος που σχετίζονται με την εφαρμογή του περιορισμού των δικαιωμάτων στις παροχές σε είδος για μέλη των οικογενειών των μεθοριακών εργαζομένων σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 για τα κράτη μέλη που εξακολουθούν να περιλαμβάνονται στο εν λόγω παράρτημα, τέσσερα χρόνια μετά την ημερομηνία εφαρμογής του ανωτέρω κανονισμού.

(9)

Είναι επίσης σκόπιμο να εξεταστούν ορισμένα ειδικά θέματα, ανάλογα με το σκοπό και το περιεχόμενό τους, σε άλλα παραρτήματα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και όχι στο παράρτημα ΧΙ του παρόντος κανονισμού ώστε να διασφαλιστεί η συνοχή των παραρτημάτων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004.

(10)

Ορισμένες καταχωρίσεις κρατών μελών στο παράρτημα VI του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 εμπίπτουν τώρα σε ορισμένες γενικές διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004. Συνεπώς, ορισμένες καταχωρίσεις στο παράρτημα VI του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου (4) κατέστησαν περιττές.

(11)

Για να διευκολυνθεί η χρήση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004 από τους πολίτες όταν ζητούν ενημέρωση ή υποβάλλουν αιτήματα στους ασφαλιστικούς φορείς των κρατών μελών, θα πρέπει να γίνονται αναφορές στη νομοθεσία του οικείου κράτους μέλους και στη γλώσσα του πρωτοτύπου, όπου χρειάζεται, για να αποφεύγονται τυχόν παρανοήσεις.

(12)

Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(13)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004 ορίζει ότι εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού εφαρμογής. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμοσθεί από την ίδια ημερομηνία,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 883/2004 τροποποιείται ως εξής:

1)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη μετά την αιτιολογική σκέψη 17:

«(17α)

Μόλις η νομοθεσία κράτους μέλους καταστεί εφαρμοστέα σε ένα πρόσωπο σύμφωνα με τον τίτλο ΙΙ του παρόντος κανονισμού, οι προϋποθέσεις σχετικά με την υπαγωγή και το δικαίωμα επί των παροχών θα πρέπει καθορίζονται από τη νομοθεσία αυτού του κράτους μέλους τηρώντας την κοινοτική νομοθεσία.»·

2)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη μετά την αιτιολογική σκέψη 18:

«(18α)

Η βασική αρχή της ενιαίας εφαρμοστέας νομοθεσίας είναι υψίστης σημασίας και θα πρέπει να ενισχυθεί. Τούτο δεν σημαίνει, πάντως, ότι η χορήγηση και μόνον παροχής σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, περιλαμβανομένης της καταβολής εισφορών ασφάλισης ή της ασφαλιστικής κάλυψης για τον δικαιούχο, καθιστά εφαρμοστέα τη νομοθεσία του κράτους μέλους, του οποίου ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης χορηγεί την εν λόγω παροχή, έναντι του συγκεκριμένου προσώπου.»·

3)

στο άρθρο 1, παρεμβάλλεται ο ακόλουθος ορισμός:

«κβα)

“παροχές σε είδος” σημαίνει:

i)

για τους σκοπούς του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 1 (παροχές ασθένειας, παροχές μητρότητας και ισοδύναμες παροχές πατρότητας) παροχές σε είδος που προβλέπονται δυνάμει της νομοθεσίας κράτους μέλους και προορίζονται για τη χορήγηση, διάθεση, άμεση καταβολή ή απόδοση του κόστους της ιατρικής περίθαλψης καθώς και των προϊόντων και υπηρεσιών που συνδέονται με την εν λόγω περίθαλψη. Ο όρος περιλαμβάνει τις παροχές σε είδος στο πλαίσιο μακροχρόνιας φροντίδας

ii)

για τους σκοπούς του τίτλου ΙΙΙ κεφάλαιο 2 (παροχές για εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες) όλες τις παροχές σε είδος για εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες οι οποίες ορίζονται υπό ι) και προβλέπονται στα συστήματα παροχών για εργατικά ατυχήματα και επαγγελματικές ασθένειες των κρατών μελών.»·

4)

στο άρθρο 3, η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Ο παρών κανονισμός δεν ισχύει:

α)

για την κοινωνική πρόνοια και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη· ή

β)

για παροχές για τις οποίες το κράτος μέλος αναλαμβάνει την ευθύνη έναντι ζημιωθέντων προσώπων και παρέχει αποζημίωση, όπως οι παροχές σε θύματα πολέμου και στρατιωτικών επιχειρήσεων ή των συνεπειών τους, σε θύματα εγκληματικών, δολοφονικών ή τρομοκρατικών ενεργειών, σε θύματα που υπέστησαν ζημία την οποία προξένησαν υπάλληλοι του κράτους μέλους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, ή σε θύματα που υπέστησαν ζημία για πολιτικούς ή θρησκευτικούς λόγους ή για λόγους που αφορούν την οικογένειά τους.»·

5)

στο άρθρο 14, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Εάν η νομοθεσία κράτους μέλους εξαρτά το δικαίωμα προαιρετικής υπαγωγής στην ασφάλιση ή προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης από την προϋπόθεση της κατοικίας στο κράτος μέλος αυτό ή από την προϋπόθεση της προηγούμενης άσκησης μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας, το άρθρο 5, στοιχείο β) εφαρμόζεται μόνον στα πρόσωπα τα οποία έχουν κατά το παρελθόν υπαχθεί στη νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους λόγω άσκησης μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας.»·

6)

στο άρθρο 15, ο όρος «επικουρικός υπάλληλος» αντικαθίσταται από τον όρο «συμβασιούχος υπάλληλος»·

7)

στο άρθρο 18, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Τα μέλη της οικογένειας μεθοριακού εργαζόμενου δικαιούνται να λαμβάνουν παροχές σε είδος κατά τη διάρκεια της παραμονής των στο αρμόδιο κράτος μέλος.

Ωστόσο, όταν το αρμόδιο κράτος μέλος περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙΙ, τα μέλη της οικογενείας μεθοριακού εργαζόμενου τα οποία διαμένουν στο αυτό κράτος μέλος με τον μεθοριακό εργαζόμενο θα δικαιούνται να λαμβάνουν παροχές σε είδος στο αρμόδιο κράτος μέλος μόνον υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 19 παράγραφος 1.»·

8)

στο άρθρο 28, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο μεθοριακός εργαζόμενος που λαμβάνει σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας δικαιούται σε περίπτωση ασθένειας να εξακολουθήσει να λαμβάνει παροχές σε είδος στο κράτος μέλος όπου άσκησε την τελευταία μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητά του, εφόσον πρόκειται για τη συνέχιση της θεραπείας που άρχισε στο εν λόγω κράτος μέλος. Ως “συνέχιση της θεραπείας” νοείται η συνεχιζόμενη διερεύνηση, διάγνωση και θεραπεία μιας ασθένειας για όλη τη διάρκειά της.

Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται κατ’ αναλογία στα μέλη της οικογένειας του πρώην μεθοριακού εργαζομένου, εκτός εάν το κράτος μέλος στο οποίο άσκησε για τελευταία φορά τη δραστηριότητά του ο μεθοριακός εργαζόμενος περιλαμβάνεται στον κατάλογο του παραρτήματος ΙΙΙ.»·

9)

στο άρθρο 36, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Με την επιφύλαξη τυχόν ευνοϊκότερων διατάξεων των παραγράφων 2 και 2α του παρόντος άρθρου, το άρθρο 17, το άρθρο 18 παράγραφος 1, το άρθρο 19 παράγραφος 1, και το άρθρο 20 παράγραφος 1, ισχύουν και επί παροχών για εργατικά ατυχήματα ή επαγγελματικές ασθένειες.»·

10)

στο άρθρο 36, παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Ο αρμόδιος φορέας δεν μπορεί να αρνηθεί να χορηγήσει την έγκριση κατά το άρθρο 20, παράγραφος 1, σε μισθωτό ή αυτοαπασχολούμενο που υπέστη εργατικό ατύχημα ή εκδήλωσε επαγγελματική ασθένεια και δικαιούται παροχές από τον εν λόγω φορέα, αν η κατάλληλη για την κατάστασή του θεραπεία δεν μπορεί να του χορηγηθεί στο έδαφος του κράτους μέλους στο οποίο κατοικεί μέσα σε αποδεκτό από ιατρικής απόψεως χρονικό διάστημα, λαμβανομένης υπόψη της τρέχουσας κατάστασης της υγείας του και της πιθανής εξέλιξης της ασθένειας.»·

11)

στο άρθρο 51, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Όταν η νομοθεσία ή συγκεκριμένο σύστημα κράτους μέλους εξαρτά την απόκτηση, διατήρηση ή ανάκτηση του δικαιώματος παροχών από την ασφάλιση του ενδιαφερομένου κατά το χρόνο επέλευσης του κινδύνου, ο όρος αυτός θεωρείται ότι πληρούται εφόσον το πρόσωπο αυτό ήταν προηγουμένως ασφαλισμένο βάσει της νομοθεσίας ή σε συγκεκριμένο σύστημα του εν λόγω κράτους μέλους και είναι κατά το χρόνο επέλευσης του κινδύνου ασφαλισμένο βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους για τον ίδιο κίνδυνο ή, ελλείψει αυτού, δικαιούται παροχή βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους για τον ίδιο κίνδυνο. Ο τελευταίος όρος θεωρείται ωστόσο ότι πληρούται στις περιπτώσεις που σημειώνονται στο άρθρο 57.»·

12)

στο άρθρο 52, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Όταν ο υπολογισμός σύμφωνα με την παράγραφο 1, στοιχείο α), σε ένα κράτος μέλος συνεπάγεται πάντοτε αυτοτελή παροχή ίση ή υψηλότερη της αναλογικής παροχής, η οποία υπολογίζεται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1, στοιχείο β), ο αρμόδιος φορέας μπορεί να μην εφαρμόσει τον αναλογικό υπολογισμό, υπό τον όρο ότι:

i)

οι καταστάσεις αυτές προβλέπονται στο μέρος 1 του παραρτήματος VIII,

ii)

δεν εφαρμόζεται νομοθεσία που περιέχει κανόνες κατά της αλληλεπικάλυψης, κατά τα άρθρα 54 και 55, εκτός εάν πληρούνται οι όροι του άρθρου 55 παράγραφος 2 και

iii)

δεν εφαρμόζεται το άρθρο 57 σε σχέση με περιόδους που έχουν συμπληρωθεί βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους στη συγκεκριμένη περίπτωση.»·

13)

στο άρθρο 52, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5.   Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2 και 3, ο αναλογικός υπολογισμός δεν εφαρμόζεται σε συστήματα παροχών στα οποία οι χρονικές περίοδοι δεν έχουν σημασία για τον υπολογισμό, υπό τον όρο ότι τα συστήματα αυτά περιλαμβάνονται στο παράρτημα VIII μέρος 2. Στις περιπτώσεις αυτές το πρόσωπο δικαιούται παροχή υπολογιζόμενη σύμφωνα με τη νομοθεσία του σχετικού κράτους μέλους.»·

14)

στο άρθρο 56 παράγραφος 1 στοιχείο γ), πριν από τις λέξεις «σύμφωνα με τις διαδικασίες που σημειώνονται στο παράρτημα XI» παρεμβάλλονται οι λέξεις «εφόσον απαιτείται»·

15)

στο άρθρο 56, προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δ)

Εφόσον δεν εφαρμόζεται το στοιχείο γ) επειδή η νομοθεσία του κράτους μέλους ορίζει ότι η παροχή πρέπει να υπολογίζεται βάσει άλλων στοιχείων εκτός των χρονικών περιόδων ασφάλισης ή κατοικίας που δεν συνδέονται με το χρόνο, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει υπόψη, σε σχέση με κάθε περίοδο ασφάλισης ή κατοικίας που συμπληρώθηκε δυνάμει της νομοθεσίας οιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, το ποσό του συσσωρευμένου κεφαλαίου, το κεφάλαιο που θεωρείται ότι έχει συσσωρευτεί ή οιοδήποτε άλλο στοιχείο για τον υπολογισμό δυνάμει της νομοθεσίας την οποία εφαρμόζει διαιρεμένο διά των αντίστοιχων μονάδων περιόδων στο σχετικό συνταξιοδοτικό σύστημα.»·

16)

στο άρθρο 57, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στα συστήματα που απαριθμούνται στο μέρος 2 του παραρτήματος VIII.»·

17)

στο άρθρο 62 παράγραφος 3, οι όροι «μεθοριακούς εργαζομένους» αντικαθίστανται από τον όρο «ανέργους»·

18)

προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 68α

Χορήγηση παροχών

Εφόσον το πρόσωπο στο οποίο θα πρέπει να καταβληθούν οι οικογενειακές παροχές δεν τις χρησιμοποιεί για τη συντήρηση των μελών της οικογένειάς του, ο αρμόδιος φορέας απαλλάσσεται της υποχρέωσης με την καταβολή των παροχών αυτών στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο φέρει πραγματικά το βάρος συντηρήσεως των μελών της οικογενείας, κατόπιν αιτήσεως και μεσολαβήσεως του φορέα του κράτους μέλους κατοικίας τους ή του φορέα που υποδεικνύεται ή του οργανισμού που καθορίζεται για το σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους κατοικίας τους.»·

19)

το άρθρο 87 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 8 αντικαθίσταται ως εξής:

«8.   Εάν, ως συνέπεια του παρόντος κανονισμού, ένα πρόσωπο υπόκειται στη νομοθεσία κράτους μέλους άλλου από το καθοριζόμενο σύμφωνα με τον τίτλο ΙΙ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71, η εν λόγω νομοθεσία εξακολουθεί να ισχύει ενόσω η σχετική κατάσταση παραμένει αμετάβλητη και εν πάση περιπτώσει για μέγιστη περίοδο 10 ετών από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος υποβάλει αίτηση να υπαχθεί στην εφαρμοζόμενη νομοθεσία σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό. Η αίτηση υποβάλλεται εντός τριών μηνών από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού στον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους, του οποίου η νομοθεσία εφαρμόζεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εάν το εν λόγω πρόσωπο πρόκειται να υπαχθεί στη νομοθεσία του κράτους μέλους αυτού από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Εάν η αίτηση υποβληθεί κατόπιν παρέλευσης της προθεσμίας αυτής, η εν λόγω μεταβολή εφαρμοστέας νομοθεσίας επέρχεται από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα.»·

β)

παρεμβάλλονται οι ακόλουθοι παράγραφοι:

«10α.   Οι εγγραφές στο παράρτημα ΙΙΙ που αφορούν την Εσθονία, την Ισπανία, την Ιταλία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία και τις Κάτω Χώρες παύουν να παράγουν αποτελέσματα τέσσερα έτη από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

10β.   Ο κατάλογος που περιλαμβάνεται στο παράρτημα III επανεξετάζεται το αργότερο στις 31 Οκτωβρίου 2014 με βάση έκθεση της διοικητικής επιτροπής. Η εν λόγω έκθεση εμπεριέχει εκτίμηση επιπτώσεων ως προς τη σημασία, τη συχνότητα, την κλίμακα και το κόστος, τόσο απόλυτα όσο και σχετικά, της εφαρμογής των διατάξεων του παραρτήματος ΙΙΙ. Η έκθεση περιέχει επίσης και τις συνέπειες μιας πιθανής ανάκλησής των διατάξεων αυτών για τα κράτη μέλη που εξακολουθούν να περιλαμβάνονται στο εν λόγω παράρτημα μετά την ημερομηνία της παραγράφου 10α. Υπό το φως της εκθέσεως αυτής, η Επιτροπή θα αποφασίσει για την υποβολή πρότασης επανεξέτασης του καταλόγου, καταρχήν με σκοπό να ανακληθεί ο κατάλογος, εκτός αν η έκθεση της διοικητικής επιτροπής προβάλλει επιτακτικούς λόγους περί του αντιθέτου.»·

20)

τα παραρτήματα τροποποιούνται ως εμφαίνεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του κανονισμού εφαρμογής περί του οποίου το άρθρο 89 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 16 Σεπτεμβρίου 2009.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

C. MALMSTRÖM

Για το Συμβούλιο

H Πρόεδρος

J. BUZEK


(1)  ΕΕ C 161 της 13.7.2007, σ. 61.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2008 (ΕΕ C 33 E της 10.2.2009, σ. 1) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Απριλίου 2009. Απόφαση του Συμβουλίου της 27ης Ιουλίου 2009.

(3)  ΕΕ L 166 της 30.4.2004, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 149 της 5.7.1971, σ. 2.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 883/2004

Α.   Το παράρτημα I τροποποιείται ως εξής:

1.

στο μέρος I (προκαταβολές παροχών διατροφής):

α)

η επικεφαλίδα «Α. ΒΕΛΓΙΟ» γίνεται «ΒΕΛΓΙΟ»·

β)

μετά την καταχώριση «Α. ΒΕΛΓΙΟ» προστίθεται:

«ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Επιδόματα διατροφής που καταβάλλει το κράτος δυνάμει του άρθρου 92 του Οικογενειακού Κώδικα»·

γ)

οι επικεφαλίδες «B. ΔΑΝΙΑ», «Γ. ΓΕΡΜΑΝΙΑ» μετατρέπονται σε: «ΔΑΝΙΑ», «ΓΕΡΜΑΝΙΑ»·

δ)

μετά την καταχώριση «ΓΕΡΜΑΝΙΑ», εισάγονται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΕΣΘΟΝΙΑ

Επιδόματα διατροφής δυνάμει του νόμου για τη χορήγηση σχετικού επιδόματος της 21ης Φεβρουαρίου 2007.

ΙΣΠΑΝΙΑ

Προκαταβολές παροχών διατροφής δυνάμει του βασιλικού διατάγματος 1618/2007 της 7ης Δεκεμβρίου 2007»·

ε)

η επικεφαλίδα «Δ. ΓΑΛΛΙΑ» μετατρέπεται σε: «ΓΑΛΛΙΑ»·

στ)

μετά την καταχώριση «ΓΑΛΛΙΑ», εισάγονται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

Παροχές από το Ταμείο Συντηρήσεως Τέκνων δυνάμει του Νόμου περί του Ταμείου Συντηρήσεως Τέκνων,

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Προκαταβολές και ανάκτηση πληρωμών διατροφής κατά την έννοια του νόμου της 26ης Ιουλίου 1980.»·

ζ)

η επικεφαλίδα «E. ΑΥΣΤΡΙΑ» μετατρέπεται σε: «ΑΥΣΤΡΙΑ»·

η)

μετά την καταχώριση «ΑΥΣΤΡΙΑ» παρεμβάλλεται η ακόλουθη καταχώριση:

«ΠΟΛΩΝΙΑ

Παροχές από το Ταμείο Διατροφής δυνάμει του νόμου περί αρωγής σε πρόσωπα που δικαιούνται διατροφή»·

θ)

η επικεφαλίδα «ΣΤ. ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ» μετατρέπεται σε «ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ»·

ι)

μετά την καταχώριση «ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ» παρεμβάλλονται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Αναπλήρωση της διατροφής σύμφωνα με το νόμο για τον οργανισμό κρατικών εγγυήσεων και διατροφής της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, της 25ης Ιουλίου 2006.

ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Επίδομα αναπλήρωσης διατροφής σύμφωνα με το νόμο αριθ. 452/2004 περί επιδόματος αναπλήρωσης διατροφής, όπως τροποποιήθηκε με μεταγενέστερους κανονισμούς.»·

ια)

οι επικεφαλίδες «Ζ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» και «Η. ΣΟΥΗΔΙΑ» μετατρέπονται σε: «ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» και «ΣΟΥΗΔΙΑ»·

2.

στο μέρος II (ειδικά επιδόματα τοκετού και υιοθεσίας):

α)

η επικεφαλίδα «Α. ΒΕΛΓΙΟ» γίνεται «ΒΕΛΓΙΟ»·

β)

μετά την καταχώριση «ΒΕΛΓΙΟ», προστίθενται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Κατ’ αποκοπή επίδομα μητρότητας (νόμος περί οικογενειακών επιδομάτων για παιδιά).

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Επίδομα τοκετού.

ΕΣΘΟΝΙΑ

α)

Επίδομα τοκετού·

β)

Επίδομα υιοθεσίας.»·

γ)

οι επικεφαλίδες «B. ΙΣΠΑΝΙΑ» και «Γ. ΓΑΛΛΙΑ» μετατρέπονται σε: «ΙΣΠΑΝΙΑ» και «ΓΑΛΛΙΑ»·

δ)

η καταχώριση «ΙΣΠΑΝΙΑ» τροποποιείται ως εξής:

«ΙΣΠΑΝΙΑ

Εφάπαξ επιδόματα τοκετού και υιοθεσίας»·

ε)

στο κείμενο της καταχώρισης «ΓΑΛΛΙΑ», προστίθενται τα εξής:

«, εκτός αν καταβάλλονται σε πρόσωπο που εξακολουθεί να υπάγεται στη γαλλική νομοθεσία σύμφωνα με το άρθρο 12 ή το άρθρο 16»·

στ)

μετά την καταχώριση «ΓΑΛΛΙΑ» προστίθενται οι εξής καταχωρίσεις:

«ΛΕΤΤΟΝΙΑ

α)

Επίδομα τοκετού·

β)

επίδομα υιοθεσίας.

ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

Κατ’ αποκοπή επίδομα τέκνου.»·

ζ)

η επικεφαλίδα «Δ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ» τροποποιείται σε: «ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ»·

η)

μετά την καταχώριση «ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ», προστίθενται οι εξής καταχωρίσεις:

«ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Επίδομα μητρότητας.

ΠΟΛΩΝΙΑ

Εφάπαξ επίδομα τοκετού (νόμος περί οικογενειακών παροχών).

ΡΟΥΜΑΝΙΑ

α)

Επίδομα τοκετού,

β)

Είδη ένδυσης για νεογέννητα.

ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Επίδομα τοκετού.

ΣΛΟΒΑΚΙΑ

α)

Επίδομα τοκετού,

β)

Συμπλήρωμα του επιδόματος τοκετού.»·

θ)

η επικεφαλίδα «E. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» μετατρέπεται σε «ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ».

Β.   Το παράρτημα II αντικαθίσταται ως εξής:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΝ ΣΕ ΙΣΧΥ ΚΑΙ, ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΑΥΤΕΣ (άρθρο 8 παράγραφος 1)

Γενικές παρατηρήσεις

Σημειωτέον ότι οι διατάξεις διμερών συμβάσεων που δεν εμπίπτουν στο πεδίο του παρόντος κανονισμού και που παραμένουν σε ισχύ μεταξύ κρατών μελών δεν καταγράφονται στο παρόν παράρτημα. Περιλαμβάνονται υποχρεώσεις μεταξύ κρατών μελών που απορρέουν από συμβάσεις οι οποίες προβλέπουν, παραδείγματος χάριν, διατάξεις σχετικά με συνυπολογισμό περιόδων ασφάλισης σε τρίτη χώρα.

Διατάξεις συμβάσεων κοινωνικής ασφάλισης που παραμένουν σε ισχύ

ΒΕΛΓΙΟ — ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Τα άρθρα 3 και 4 του τελικού πρωτοκόλλου της 7ης Δεκεμβρίου 1957 της γενικής σύμβασης της εν λόγω ημερομηνίας, όπως περιλαμβάνονται στο συμπληρωματικό πρωτόκολλο της 10ης Νοεμβρίου 1960 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί σε ορισμένες μεθόριες περιφέρειες πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο).

ΒΕΛΓΙΟ — ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Σύμβαση της 24ης Μαρτίου 1994 σχετικά με την κοινωνική ασφάλιση για μεθοριακούς εργαζόμενους (συμπληρωματική κατ’ αποκοπή επιστροφή)

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ — ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο β) της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 17ης Δεκεμβρίου 1997 (διατήρηση των συμβάσεων που συνήφθησαν μεταξύ της Βουλγαρίας και της πρώην Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας για τα άτομα που συνταξιοδοτήθηκαν ήδη πριν από το 1996).

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ — ΑΥΣΤΡΙΑ

Άρθρο 38 παράγραφος 3 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 14ης Απριλίου 2005 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 1961)· η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτή τη σύμβαση.

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ — ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Άρθρο 32 παράγραφος 2 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 18ης Δεκεμβρίου 1957 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 1957).

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ — ΓΕΡΜΑΝΙΑ

Άρθρο 39 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ) της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 27ης Ιουλίου 2001 (διατήρηση της σύμβασης που συνήφθη μεταξύ της πρώην Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας και της πρώην Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας για τα άτομα που συνταξιοδοτήθηκαν ήδη πριν από το 1996 αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που ολοκληρώθηκαν σε ένα από τα συμβαλλόμενα κράτη για άτομα που έλαβαν ήδη σύνταξη για τις περιόδους αυτές την 1η Σεπτεμβρίου 2002 από το άλλο συμβαλλόμενο κράτος, ενώ κατοικούσαν στην επικράτειά του).

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ — ΚΥΠΡΟΣ

Άρθρο 32 παράγραφος 4 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 19ης Ιανουαρίου 1999 (καθορισμός αρμοδιότητας για τον υπολογισμό των περιόδων απασχόλησης που ολοκληρώθηκαν δυνάμει της σχετικής σύμβασης του 1976) η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ — ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Άρθρο 52 παράγραφος 8 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 17ης Νοεμβρίου 2000 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης κλάδου συντάξεων για πολιτικούς πρόσφυγες).

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ — ΑΥΣΤΡΙΑ

Άρθρο 32 παράγραφος 3 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 20ής Ιουλίου 1999 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 1961), η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ — ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Άρθρα 12, 20 και 33 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 29ης Οκτωβρίου 1992 (το άρθρο 12 καθορίζει αρμοδιότητα για χορήγηση παροχών επιζώντος· το άρθρο 20 καθορίζει αρμοδιότητα για τον υπολογισμό περιόδων ασφάλισης που ολοκληρώθηκαν έως την ημέρα της διάλυσης της Τσεχικής και Σλοβακικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας· το άρθρο 33 καθορίζει αρμοδιότητα για την καταβολή συντάξεων που χορηγήθηκαν πριν από την ημέρα της διάλυσης της Τσεχικής και Σλοβακικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας).

ΔΑΝΙΑ — ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

Άρθρο 7 της σκανδιναβικής σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 18ης Αυγούστου 2003, (σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδίου σε περίπτωση ασθένειας κατά τη διάρκεια της παραμονής σε άλλο σκανδιναβικό κράτος, που καθιστά δαπανηρότερο το ταξίδι επιστροφής στη χώρα κατοικίας).

ΔΑΝΙΑ — ΣΟΥΗΔΙΑ

Άρθρο 7 της σκανδιναβικής σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 18ης Αυγούστου 2003, (σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδίου σε περίπτωση ασθένειας κατά τη διάρκεια της παραμονής σε άλλο σκανδιναβικό κράτος, που καθιστά δαπανηρότερο το ταξίδι επιστροφής στη χώρα κατοικίας).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΙΣΠΑΝΙΑ

Άρθρο 45 παράγραφος 2 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 4ης Δεκεμβρίου 1973 (εκπροσώπηση από διπλωματικές και προξενικές αρχές).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΓΑΛΛΙΑ

α)

Συμπληρωματική συμφωνία αριθ. 4 της 10ης Ιουλίου 1950 στη γενική σύμβαση της ίδιας ημερομηνίας, όπως περιλαμβάνεται στη συμπληρωματική συμφωνία αριθ. 2 της 18ης Ιουνίου 1955 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί από την 1η Ιουλίου 1940 έως τις 30 Ιουνίου 1950)·

β)

τίτλος I της εν λόγω συμπληρωματικής συμφωνίας αριθ. 2 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 8 Μαΐου 1945)·

γ)

σημεία 6, 7 και 8 του γενικού πρωτοκόλλου της 10ης Ιουλίου 1950 της γενικής σύμβασης της ίδιας ημερομηνίας (διοικητικές ρυθμίσεις)·

δ)

τίτλοι II, III και IV της συμφωνίας της 20ής Δεκεμβρίου 1963 (κοινωνική ασφάλεια στο Saar).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Άρθρα 4, 5, 6 και 7 της σύμβασης της 11ης Ιουλίου 1959 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί από τον Σεπτέμβριο του 1940 έως τον Ιούνιο του 1946).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Άρθρο 40 παράγραφος 1 στοιχείο β) της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 2ας Μαΐου 1998 (διατήρηση των συμβάσεων που συνήφθησαν μεταξύ της πρώην Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας και της Ουγγαρίας για τα άτομα που συνταξιοδοτήθηκαν ήδη πριν από το 1996).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Άρθρα 2 και 3 της συμπληρωματικής συμφωνίας αριθ. 4 της 21ης Δεκεμβρίου 1956 της σύμβασης της 29ης Μαρτίου 1951 (διευθέτηση δικαιωμάτων που έχουν αποκτηθεί στο πλαίσιο του γερμανικού συστήματος κοινωνικής ασφάλισης από ολλανδούς εργαζομένους, από τις 13 Μαΐου 1940 έως την 1η Σεπτεμβρίου 1945).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΑΥΣΤΡΙΑ

α)

Άρθρο 1 παράγραφος 5 και άρθρο 8 της σύμβασης για την Ασφάλιση Ανέργων, της 19ης Ιουλίου 1978 και άρθρο 10 του τελικού πρωτοκόλλου της εν λόγω σύμβασης (χορήγηση επιδομάτων ανεργίας σε μεθοριακούς εργαζομένους από το προηγούμενο κράτος απασχόλησης) εξακολουθούν να ισχύουν για άτομα που έχουν ασκήσει δραστηριότητες ως μεθοριακοί εργαζόμενοι από ή πριν την 1η Ιανουαρίου 2005 και έγιναν άνεργοι πριν από την 1η Ιανουαρίου 2011.

β)

Άρθρο 14 παράγραφος 2 στοιχεία ζ), η), θ) και ι) της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 4ης Οκτωβρίου 1995 (καθορισμός των αρμοδιοτήτων μεταξύ των δύο χωρών, όσον αφορά προηγούμενες υποθέσεις ασφάλισης και περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί), η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΠΟΛΩΝΙΑ

α)

Σύμβαση της 9ης Οκτωβρίου 1975 περί διατάξεων γήρατος και εργατικού ατυχήματος, στο πλαίσιο των όρων και του πεδίου που ορίζονται στο άρθρο 27 παράγραφοι 2, 3 και 4 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση, της 8ης Δεκεμβρίου 1990 (διατήρηση του νομικού καθεστώτος, βάσει της σύμβασης του 1975, των ατόμων που είχαν την κατοικία τους στο έδαφος της Γερμανίας ή Πολωνίας πριν από την 1η Ιανουαρίου 1991 και που συνεχίζουν να κατοικούν εκεί).

β)

Άρθρα 27 παράγραφος 5 και 28 παράγραφος 2 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 8ης Δεκεμβρίου 1990 (διατήρηση δικαιώματος σε σύνταξη που καταβάλλεται βάσει της σύμβασης του 1957 η οποία συνήφθη μεταξύ της πρώην Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας και της Πολωνίας αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί από Πολωνούς εργαζόμενους δυνάμει της σύμβασης του 1988 η οποία συνήφθη μεταξύ της πρώην Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας και της Πολωνίας).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΡΟΥΜΑΝΙΑ

Άρθρο 28 παράγραφος 1 στοιχείο β) της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 8ης Απριλίου 2005 (διατήρηση της σύμβασης που συνήφθη μεταξύ της πρώην Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας και της Ρουμανίας για τα άτομα που συνταξιοδοτήθηκαν ήδη πριν από το 1996).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Άρθρο 42 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 24ης Σεπτεμβρίου 1997 (διευθέτηση δικαιωμάτων που έχουν αποκτηθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 1956 δυνάμει του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης του άλλου συμβαλλόμενου κράτους) η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο του άρθρου 29 παράγραφος 1 της συμφωνίας της 12ης Σεπτεμβρίου 2002 (διατήρηση της σύμβασης που συνήφθη μεταξύ της πρώην Τσεχοσλοβακικής Δημοκρατίας και της πρώην Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας για άτομα που συνταξιοδοτήθηκαν ήδη πριν από το 1996 αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που ολοκληρώθηκαν σε ένα από τα συμβαλλόμενα κράτη για άτομα που έλαβαν ήδη σύνταξη για τις περιόδους αυτές την 1η Δεκεμβρίου 2003 από το άλλο συμβαλλόμενο κράτος, ενώ κατοικούσαν στην επικράτειά του).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ — ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

α)

Άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 20ής Απριλίου 1960 (ισχύουσα νομοθεσία για πολίτες που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις)·

β)

άρθρο 5 παράγραφοι 5 και 6 της σύμβασης για την ασφάλιση ανεργίας της 20ής Απριλίου 1960 (ισχύουσα νομοθεσία για πολίτες που υπηρετούν στις ένοπλες δυνάμεις).

ΙΡΛΑΝΔΙΑ — ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Άρθρο 19 παράγραφος 2 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 14ης Δεκεμβρίου 2004 (σχετικά με τη μεταφορά και αναγνώριση ορισμένων πιστώσεων αναπηρίας).

ΙΣΠΑΝΙΑ — ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Άρθρο 22 της γενικής σύμβασης της 11ης Ιουνίου 1969 (εξαγωγή των παροχών ανεργίας). Αυτή η καταχώριση θα παραμείνει έγκυρη για δύο έτη από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

ΙΤΑΛΙΑ — ΣΛΟΒΕΝΙΑ

α)

Συμφωνία για τη ρύθμιση αμοιβαίων υποχρεώσεων στην κοινωνική ασφάλιση με παραπομπή στην παράγραφο 7 του παραρτήματος XIV της συνθήκης ειρήνης (που συνήφθη με ανταλλαγή επιστολών στις 5 Φεβρουαρίου 1959) (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 18 Δεκεμβρίου 1954) η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτή τη συμφωνία·

β)

άρθρο 45 παράγραφος 3 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 7ης Ιουλίου 1997, σχετικά με την πρώην ζώνη B της ελεύθερης ζώνης της Τεργέστης (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 5 Οκτωβρίου 1956) η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτή τη σύμβαση.

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ — ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Συμφωνία της 10ης Μαρτίου 1997 (σχετικά με την αναγνώριση αποφάσεων από ασφαλιστικούς φορείς σε ένα συμβαλλόμενο μέρος όσον αφορά την κατάσταση αναπηρίας αιτούντων συντάξεις από ασφαλιστικούς φορείς στο άλλο συμβαλλόμενο μέρος).

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ — ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Άρθρο 50 παράγραφος 5 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 17ης Νοεμβρίου 2000 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης κλάδου συντάξεων για πολιτικούς πρόσφυγες).

ΟΥΓΓΑΡΙΑ — ΑΥΣΤΡΙΑ

Άρθρο 36 παράγραφος 3 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 31ης Μαρτίου 1999 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 1961)· η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΟΥΓΓΑΡΙΑ — ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Άρθρο 31 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 7ης Οκτωβρίου 1957 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 29 Μαΐου 1956)· η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΟΥΓΓΑΡΙΑ — ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Άρθρο 34 παράγραφος 1 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 30ής Ιανουαρίου 1959 (το άρθρο 34 παράγραφος 1 της σύμβασης αυτής ορίζει ότι οι περίοδοι ασφάλισης που κατακυρώθηκαν πριν από την ημέρα υπογραφής της σύμβασης είναι οι περίοδοι ασφάλισης του συμβαλλόμενου κράτους στο έδαφος του οποίου ο έχων δικαίωμα παροχής είχε κατοικία)· η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΑΥΣΤΡΙΑ — ΠΟΛΩΝΙΑ

Άρθρο 33 παράγραφος 3 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 7ης Σεπτεμβρίου 1998 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 1961)· η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΑΥΣΤΡΙΑ — ΡΟΥΜΑΝΙΑ

Άρθρο 37 παράγραφος 3 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 28ης Οκτωβρίου 2005 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 1961)· η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΑΥΣΤΡΙΑ — ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Άρθρο 37 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 10ης Μαρτίου 1997 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από την 1η Ιανουαρίου 1956)·η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΑΥΣΤΡΙΑ — ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Άρθρο 34 παράγραφος 3 της σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 21ης Δεκεμβρίου 2001 (αναγνώριση περιόδων ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί πριν από τις 27 Νοεμβρίου 1961)· η εφαρμογή αυτής της διάταξης εξακολουθεί να περιορίζεται στα πρόσωπα που καλύπτονται από αυτήν.

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ — ΣΟΥΗΔΙΑ

Άρθρο 7 της σκανδιναβικής σύμβασης για την κοινωνική ασφάλιση της 18ης Αυγούστου 2003 (σχετικά με την κάλυψη των επιπλέον εξόδων ταξιδίου σε περίπτωση ασθένειας κατά τη διάρκεια της παραμονής σε άλλο σκανδιναβικό κράτος, που καθιστά δαπανηρότερο το ταξίδι επιστροφής στη χώρα κατοικίας).»

Γ.   Το παράρτημα IIΙ αντικαθίσταται ως εξής:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΓΙΑ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΥΣ ΠΟΥ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ ΣΤΟ ΑΡΜΟΔΙΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ

(Άρθρο 18 παράγραφος 2)

ΔΑΝΙΑ

ΕΣΘΟΝΙΑ (η παρούσα καταχώριση θα ισχύσει κατά την περίοδο περί της οποίας το άρθρο 87 παράγραφος 10α)

ΙΡΛΑΝΔΙΑ

ΙΣΠΑΝΙΑ (η παρούσα καταχώριση θα ισχύσει κατά την περίοδο περί της οποίας το άρθρο 87 παράγραφος 10α)

ΙΤΑΛΙΑ (η παρούσα καταχώριση θα ισχύσει κατά την περίοδο περί της οποίας το άρθρο 87 παράγραφος 10α)

ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ (η παρούσα καταχώριση θα ισχύσει κατά την περίοδο περί της οποίας το άρθρο 87 παράγραφος 10α)

ΟΥΓΓΑΡΙΑ (η παρούσα καταχώριση θα ισχύσει κατά την περίοδο περί της οποίας το άρθρο 87 παράγραφος 10α)

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ (η παρούσα καταχώριση θα ισχύσει κατά την περίοδο περί της οποίας το άρθρο 87 παράγραφος 10α)

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

ΣΟΥΗΔΙΑ

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ».

Δ.   Το παράρτημα IV τροποποιείται ως εξής:

1)

Μετά την καταχώριση «ΒΕΛΓΙΟ», παρεμβάλλονται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ».

2)

Η εγγραφή «ΙΤΑΛΙΑ» διαγράφεται.

3)

Μετά την καταχώριση «ΓΑΛΛΙΑ», εισάγεται η καταχώριση «ΚΥΠΡΟΣ».

4)

Μετά την καταχώριση «ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ», παρεμβάλλονται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΟΥΓΓΑΡΙΑ

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ».

5)

Μετά την καταχώριση «ΑΥΣΤΡΙΑ», παρεμβάλλονται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΠΟΛΩΝΙΑ

ΣΛΟΒΕΝΙΑ».

Ε.   Το παράρτημα VI τροποποιείται ως εξής:

1)

Στην αρχή του παραρτήματος παρεμβάλλονται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Σύνταξη πλήρους αναπηρίας για πρόσωπα που απέκτησαν ολική αναπηρία πριν από τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας τους και τα οποία δεν ήταν ασφαλισμένα επί την απαιτούμενη περίοδο (τμήμα 42 του νόμου περί ασφάλισης σύνταξης αριθ. 155/1995 Συλλογή).

ΕΣΘΟΝΙΑ

α)

Συντάξεις αναπηρίας που έχουν χορηγηθεί πριν από την 1η Απριλίου 2000 βάσει του νόμου περί κρατικών επιδομάτων και οι οποίες διατηρούνται βάσει του νόμου περί ασφαλιστικού καθεστώτος κρατικών συντάξεων.

β)

Εθνικές συντάξεις που χορηγούνται λόγω αναπηρίας σύμφωνα με το νόμο περί ασφαλιστικού καθεστώτος κρατικών συντάξεων.

γ)

Συντάξεις αναπηρίας που χορηγούνται σύμφωνα με, αντίστοιχα, το νόμο περί ενόπλων δυνάμεων, το νόμο περί αστυνομίας, το νόμο περί εισαγγελικών αρχών, το νόμο περί δικαστικών, το νόμο περί μελών του κοινοβουλίου, συντάξεων και λοιπών κοινωνικών εγγυήσεων και το νόμο περί επίσημων παροχών του Προέδρου της Δημοκρατίας.»

2)

Οι επικεφαλίδες «Α. ΕΛΛΑΔΑ» και «Β. ΙΡΛΑΝΔΙΑ» γίνονται «ΕΛΛΑΔΑ» και «ΙΡΛΑΝΔΙΑ».

3)

Η καταχώριση «ΙΡΛΑΝΔΙΑ» τίθεται πριν από την καταχώριση «ΕΛΛΑΔΑ» και αντικαθίσταται ως εξής:

«Το μέρος 2 κεφάλαιο 17 του ενοποιημένου νόμου του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών».

4)

Μετά την καταχώριση «ΕΛΛΑΔΑ» παρεμβάλλεται η ακόλουθη καταχώριση:

«ΛΕΤΤΟΝΙΑ

Συντάξεις αναπηρίας (τρίτη ομάδα) δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφοι 1 και 2 του νόμου περί κρατικών συντάξεων της 1ης Ιανουαρίου 1996.».

5)

Η επικεφαλίδα «Γ. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» γίνεται «ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» και η καταχώριση αντικαθίσταται ως εξής:

«ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

Εθνική σύνταξη σε πρόσωπα με εκ γενετής αναπηρία ή σε πρόσωπα που κατέστησαν ανάπηρα σε νεαρή ηλικία (νόμος περί εθνικών συντάξεων 568/2007)·

Συντάξεις αναπηρίας που καθορίσθηκαν σύμφωνα με μεταβατικές διατάξεις και χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 1994 (νόμος για την εφαρμογή του νόμου περί εθνικών συντάξεων, 569/2007).»

6)

Οι επικεφαλίδες «Δ. ΣΟΥΗΔΙΑ» και «E. ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ» γίνονται «ΣΟΥΗΔΙΑ» και «ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ».

ΣΤ.   Το παράρτημα VII τροποποιείται ως εξής:

1)

Στους πίνακες με επικεφαλίδα «ΒΕΛΓΙΟ» και «ΓΑΛΛΙΑ», οι σειρές που αφορούν το Λουξεμβούργο διαγράφονται.

2)

Ο πίνακας με επικεφαλίδα «ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ» διαγράφεται.

Ζ.   Το παράρτημα VIII αντικαθίσταται ως εξής:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ Ο ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΜΗΝ ΕΦΑΡΜΟΣΘΕΙ ΔΥΝΑΜΕΙ (ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 52 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΙ 4 ΚΑΙ 5)

Μέρος 1:   Περιπτώσεις στις οποίες ο αναλογικός υπολογισμός μπορεί να μην εφαρμοσθεί δυνάμει του άρθρου 52 παράγραφος 4

ΔΑΝΙΑ

Όλες οι αιτήσεις συνταξιοδότησης που αναφέρονται στο νόμο περί κοινωνικών συντάξεων, εκτός των συντάξεων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα IX.

IΡΛΑΝΔΙΑ

Όλες οι αιτήσεις για κρατική σύνταξη (μεταβατικού χαρακτήρα), κρατική σύνταξη (βάσει ασφαλιστικών εισφορών), σύνταξη χήρας (βάσει ασφαλιστικών εισφορών) και σύνταξη χήρου (βάσει ασφαλιστικών εισφορών).

ΚΥΠΡΟΣ

Όλες οι αιτήσεις για συντάξεις γήρατος, αναπηρίας, χήρου και χήρας.

ΛΕΤΤΟΝΙΑ

α)

Όλες οι αιτήσεις για συντάξεις αναπηρίας (νόμος για τις κρατικές συντάξεις της 1ης Ιανουαρίου 1996)·

β)

όλες οι αιτήσεις για συντάξεις επιζώντος (νόμος για τις κρατικές συντάξεις της 1ης Ιανουαρίου 1996· νόμος για τις συντάξεις με κρατική χρηματοδότηση της 1ης Ιουλίου 2001).

ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

Όλες οι αιτήσεις για κρατικές συντάξεις επιζώντος στο πλαίσιο της κοινωνικής ασφάλειας που υπολογίζονται σύμφωνα με βασικό της σύνταξης επιζώντος (νόμος για τις κρατικές συντάξεις στο πλαίσιο της κοινωνικής ασφάλισης).

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

Όλες οι αιτήσεις για συντάξεις γήρατος δυνάμει του νόμου για τη γενική ασφάλιση γήρατος (AOW).

ΑΥΣΤΡΙΑ

α)

Όλες οι αιτήσεις για παροχές δυνάμει του ομοσπονδιακού νόμου της 9ης Σεπτεμβρίου 1955 για τη γενική κοινωνική ασφάλιση – ASVG, του ομοσπονδιακού νόμου της 11ης Οκτωβρίου 1978 για την κοινωνική ασφάλιση των αυτοαπασχολουμένων εμπόρων και επιτηδευματιών (GSVG), του ομοσπονδιακού νόμου της 11ης Οκτωβρίου 1978 για την κοινωνική ασφάλιση των αυτοαπασχολούμενων αγροτών – BSVG και του ομοσπονδιακού νόμου της 30ής Νοεμβρίου 1978 για την κοινωνική ασφάλιση των αυτοαπασχολούμενων ελεύθερων επαγγελματιών (FSVG)·

β)

όλες οι αιτήσεις για συντάξεις αναπηρίας βάσει λογαριασμού συντάξεων σύμφωνα με το γενικό νόμο για τις συντάξεις (APG) της 18ης Νοεμβρίου 2004·

γ)

όλες οι αιτήσεις για συντάξεις επιζώντος βάσει λογαριασμού συντάξεων σύμφωνα με το γενικό νόμο για τις συντάξεις (APG) της 18ης Νοεμβρίου 2004, εφόσον δεν θα εφαρμοσθεί αύξηση των παροχών έναντι των πρόσθετων μηνών ασφάλισης σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του γενικού νόμου για τις συντάξεις (APG)·

δ)

όλες οι αιτήσεις για συντάξεις αναπηρίας και επιζώντων των αυστριακών επαρχιακών ιατρικών επιμελητηρίων (Landesärztekammer) στο πλαίσιο βασικών παροχών (βασικής και οποιασδήποτε συμπληρωματικής παροχής ή βασικής σύνταξης)·

ε)

όλες οι αιτήσεις για στήριξη μόνιμης επαγγελματικής αναπηρίας και στήριξη επιζώντων από το συνταξιοδοτικό ταμείο του αυστριακού επιμελητηρίου χειρούργων κτηνιάτρων·

στ)

όλες οι αιτήσεις για παροχές λόγω επαγγελματικής αναπηρίας, για συντάξεις χηρών και ορφανών σύμφωνα με τα καθεστώτα των οργανισμών ασφάλισης των αυστριακών δικηγορικών συλλόγων, μέρος Α.

ΠΟΛΩΝΙΑ

Όλες οι αιτήσεις για συντάξεις αναπηρίας, γήρατος στο πλαίσιο του συστήματος καθορισμένων παροχών και επιζώντων.

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

Όλες οι αιτήσεις για συντάξεις αναπηρίας, γήρατος και επιζώντων, εξαιρουμένων των περιπτώσεων στις οποίες το άθροισμα των περιόδων ασφάλισης που συμπληρώθηκαν υπό τη νομοθεσία περισσοτέρων του ενός κρατών μελών είναι ίσο ή μεγαλύτερο των 21 ημερολογιακών ετών, το άθροισμα των εθνικών ασφαλιστικών περιόδων είναι ίσο ή μικρότερο των 20 ετών και ο υπολογισμός γίνεται βάσει του άρθρου 11 του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 35/2002 της 19ης Φεβρουαρίου.

ΣΛΟΒΑΚΙΑ

α)

Όλες οι αιτήσεις για σύνταξη επιζώντων (σύνταξη χήρου, χήρας και ορφανού) η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με τη νομοθεσία σε ισχύ πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004 και το ποσό της οποίας προέρχεται από σύνταξη που καταβαλλόταν προηγουμένως στον αποθανόντα·

β)

όλες οι αιτήσεις για συντάξεις που υπολογίζονται σύμφωνα με τον νόμο αριθ. 461/2003 Coll. περί κοινωνικής ασφάλισης όπως έχει τροποποιηθεί.

ΣΟΥΗΔΙΑ

Όλες οι αιτήσεις για εγγυημένη σύνταξη υπό μορφή σύνταξης γήρατος (νόμος 1998:702) και για σύνταξη γήρατος υπό μορφή συμπληρωματικής σύνταξης (νόμος 1998:674).

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Όλες οι αιτήσεις για σύνταξη γήρατος, παροχές χηρείας και παροχές λόγω θανάτου, με εξαίρεση εκείνες για τις οποίες:

i)

ο ενδιαφερόμενος πραγματοποίησε περιόδους ασφάλισης, απασχόλησης ή κατοικίας υπό τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου και ενός άλλου κράτους μέλους και ένα (ή περισσότερα) από τα σημειούμενα στο σημείο i) οικονομικά έτη δεν λογίζονται ως έτη απόκτησης της ιδιότητας του δικαιούχου κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου·

ii)

οι περίοδοι ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν υπό την ισχύουσα στο Ηνωμένο Βασίλειο νομοθεσία για τις προ της 5ης Ιουλίου 1948 περιόδους έχουν ενδεχομένως ληφθεί υπόψη για τους σκοπούς του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού με την εφαρμογή περιόδων ασφάλισης, απασχόλησης ή κατοικίας υπό τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους.

Όλες οι αιτήσεις για συμπληρωματική σύνταξη σύμφωνα με το νόμο για τις εισφορές και παροχές κοινωνικής ασφάλισης του 1992, τμήμα 44, και με το νόμο για τις εισφορές και παροχές κοινωνικής ασφάλισης του 1992 (Βόρεια Ιρλανδία), τμήμα 44.

Μέρος 2:   Περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 52 παράγραφος 5

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Συντάξεις γήρατος από τη συμπληρωματική υποχρεωτική ασφάλιση σύνταξης, δυνάμει του μέρους ΙΙ, τίτλου ΙΙ του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης.

ΕΣΘΟΝΙΑ

Υποχρεωτική αποταμίευση σύνταξης γήρατος.

ΓΑΛΛΙΑ

Βασικά ή συμπληρωματικά συστήματα στα οποία οι παροχές γήρατος υπολογίζονται με βάση τις μονάδες σύνταξης.

ΛΕΤΤΟΝΙΑ

Συντάξεις γήρατος (νόμος για τις κρατικές συντάξεις της 1ης Ιανουαρίου 1996. Νόμος για τις συντάξεις με κρατική χρηματοδότηση της 1ης Ιουλίου 2001).

ΟΥΓΓΑΡΙΑ

Παροχές συντάξεων βασιζόμενες στη συμμετοχή σε ιδιωτικά συνταξιοδοτικά ταμεία.

ΑΥΣΤΡΙΑ

α)

Οι συντάξεις γήρατος βάσει λογαριασμού συντάξεων σύμφωνα με το γενικό νόμο για τις συντάξεις (APG) της 18ης Νοεμβρίου 2004·

β)

τα υποχρεωτικά επιδόματα δυνάμει του άρθρου 41 του ομοσπονδιακού νόμου της 28ης Δεκεμβρίου 2001, BGBl I αριθ. 154 για το γενικό μισθοδοτικό ταμείο των αυστριακών φαρμακοποιών (Pharmazeutische Gehaltskasse für Österreich)·

γ)

οι συντάξεις γήρατος και η πρόωρη συνταξιοδότηση των αυστριακών επαρχιακών ιατρικών επιμελητηρίων στο πλαίσιο βασικών παροχών (βασικής και οποιασδήποτε συμπληρωματικής παροχής ή βασικής σύνταξης) και όλες οι συνταξιοδοτικές παροχές των αυστριακών επαρχιακών ιατρικών επιμελητηρίων στο πλαίσιο συμπληρωματικών παροχών (συμπληρωματικής ή ατομικής σύνταξης)·

δ)

στήριξη γήρατος από το συνταξιοδοτικό ταμείο του αυστριακού επιμελητηρίου χειρούργων κτηνιάτρων·

ε)

οι παροχές που καταβάλλονται σύμφωνα με τα καθεστώτα των οργανισμών ασφάλισης των αυστριακών δικηγορικών συλλόγων, μέρη Α και Β, εκτός από τις αιτήσεις για παροχές αναπηρίες, συντάξεις χηρών και ορφανών σύμφωνα με τα καθεστώτα των οργανισμών ασφάλισης των αυστριακών δικηγορικών συλλόγων, μέρος Α·

στ)

οι παροχές που καταβάλλονται από τους οργανισμούς ασφάλισης δυνάμει του νόμου για το ομοσπονδιακό επιμελητήριο αρχιτεκτόνων και μηχανικών συμβούλων (Ziviltechnikerkammergesetzt) του 1993 και των καθεστώτων των οργανισμών ασφάλισης, εκτός από τις παροχές λόγω επαγγελματικής αναπηρίας και τις παροχές επιζώντων που απορρέουν από τις τελευταίες αυτές παροχές·

ζ)

οι παροχές που καταβάλλονται σύμφωνα με το καθεστώς του οργανισμού ασφάλισης του ομοσπονδιακού επιμελητηρίου επαγγελματιών λογιστών και συμβούλων επί φορολογικών ζητημάτων δυνάμει του αντίστοιχου νόμου (Wirtschaftstreuhandberufsgesetz).

ΠΟΛΩΝΙΑ

Συντάξεις γήρατος στο πλαίσιο του συστήματος καθορισμένων εισφορών.

ΣΛΟΒΕΝΙΑ

Σύνταξη από υποχρεωτική συμπληρωματική συνταξιοδοτική ασφάλιση.

ΣΛΟΒΑΚΙΑ

Υποχρεωτική αποταμίευση σύνταξης γήρατος.

ΣΟΥΗΔΙΑ

Σύνταξη βάσει του εισοδήματος και προνομιακή σύνταξη (νόμος 1998:674).

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

Αναλογικές παροχές γήρατος που καταβάλλονται σύμφωνα με τον εθνικό νόμο για την κοινωνική ασφάλιση του 1965, τμήματα 36 και 37, και τον εθνικό νόμο για την κοινωνική ασφάλιση του 1966 (Βόρεια Ιρλανδία), τμήματα 35 και 36.».

Η.   Το παράρτημα IX τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο μέρος I:

α)

οι επικεφαλίδες «Α. ΒΕΛΓΙΟ», «Β. ΔΑΝΙΑ», «Γ. ΕΛΛΑΔΑ», «Δ. ΙΣΠΑΝΙΑ», «Ε. ΓΑΛΛΙΑ», «ΣΤ. ΙΡΛΑΝΔΙΑ», «Ζ. ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ», «Η. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» και «Ι. ΣΟΥΗΔΙΑ» γίνονται «ΒΕΛΓΙΟ», «ΔΑΝΙΑ», «ΕΛΛΑΔΑ», «ΙΣΠΑΝΙΑ», «ΓΑΛΛΙΑ», «ΙΡΛΑΝΔΙΑ», «ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ», «ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ», «ΣΟΥΗΔΙΑ»·

β)

η καταχώριση «ΙΡΛΑΝΔΙΑ» μετατίθεται μετά την καταχώριση «ΔΑΝΙΑ» και πριν από την καταχώριση «ΕΛΛΑΔΑ»·

γ)

μετά την καταχώριση «ΓΑΛΛΙΑ» παρεμβάλλεται η ακόλουθη εγγραφή:

«ΛΕTΤΟΝΙΑ

Συντάξεις αναπηρίας (τρίτη ομάδα) δυνάμει του άρθρου 16 παράγραφοι 1 και 2 του νόμου περί κρατικών συντάξεων της 1ης Ιανουαρίου 1996»·

δ)

στην καταχώριση «ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ» προστίθεται το εξής κείμενο:

«Ο νόμος της 10ης Νοεμβρίου 2005 περί εργασίας και εισοδήματος σύμφωνα με το εργατικό δυναμικό (WIA).»·

ε)

η καταχώριση «ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» αντικαθίσταται ως εξής:

«Εθνικές συντάξεις σε πρόσωπα με εκ γενετής αναπηρία ή σε πρόσωπα που κατέστησαν ανάπηρα σε νεαρή ηλικία (νόμος περί εθνικών συντάξεων 568/2007),

Εθνικές συντάξεις και συντάξεις συζύγου που καθορίσθηκαν σύμφωνα με μεταβατικές διατάξεις και χορηγήθηκαν πριν από την 1η Ιανουαρίου 1994 (νόμος για την εφαρμογή του νόμου περί εθνικών συντάξεων, 569/2007),

Το επιπρόσθετο ποσό σύνταξης τέκνων κατά τον υπολογισμό ανεξάρτητης παροχής σύμφωνα με το νόμο περί εθνικών συντάξεων (νόμος περί εθνικών συντάξεων 568/2007).»·

στ)

η καταχώριση «ΣΟΥΗΔΙΑ» αντικαθίσταται ως εξής:

«Σουηδική αποζημίωση ασθένειας που συνδέεται με το εισόδημα και αποζημίωση δραστηριότητας (νόμος 1962:381).

Η σουηδική εγγυημένη σύνταξη και η εγγυημένη αποζημίωση, που αντικατέστησαν τις πλήρεις κρατικές σουηδικές συντάξεις οι οποίες προβλέπονταν από τη νομοθεσία περί κρατικών συντάξεων που ίσχυε πριν από την 1η Ιανουαρίου 1993, και η πλήρης κρατική σύνταξη, που χορηγήθηκε σύμφωνα με τις μεταβατικές διατάξεις της νομοθεσίας που ίσχυε από την ημερομηνία εκείνη.».

2.

Στο μέρος II:

α)

οι επικεφαλίδες «Α. ΓΕΡΜΑΝΙΑ»«Β. ΙΣΠΑΝΙΑ»«Γ. ΙΤΑΛΙΑ»«Δ. ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ»«Ε. ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» και «ΣΤ. ΣΟΥΗΔΙΑ» γίνονται «ΓΕΡΜΑΝΙΑ»«ΙΣΠΑΝΙΑ»«ΙΤΑΛΙΑ»«ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ»«ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ» και «ΣΟΥΗΔΙΑ»·

β)

μετά την καταχώριση «ΙΤΑΛΙΑ» παρεμβάλλονται οι ακόλουθες καταχωρίσεις:

«ΛΕΤΤΟΝΙΑ

Συντάξεις επιζώντων που υπολογίζονται με βάση πλασματικές περιόδους ασφάλισης (άρθρο 23 παράγραφος 8 του νόμου περί κρατικών συντάξεων, της 1ης Ιανουαρίου 1996).

ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

α)

Συντάξεις αναπηρίας της κρατικής κοινωνικής ασφάλισης, που καταβάλλονται δυνάμει του νόμου περί συντάξεων κρατικής ασφάλισης·

β)

συντάξεις επιζώντων και ορφανών της κρατικής κοινωνικής ασφάλισης, που υπολογίζονται με βάση τη σύνταξη αναπηρίας του θανόντος δυνάμει του νόμου περί συντάξεων κρατικής ασφάλισης.»·

γ)

μετά την καταχώριση «ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ» παρεμβάλλεται η ακόλουθη καταχώριση:

«ΣΛΟΒΑΚΙΑ

α)

Η σλοβακική σύνταξη αναπηρίας και οι συνακόλουθη σύνταξη επιζώντων·

β)

σύνταξη αναπηρίας προσώπου του οποίου η αναπηρία επήλθε όταν ήταν συντηρούμενο τέκνο και το οποίο πάντοτε θεωρείται ότι έχει συμπληρώσει την απαιτούμενη ασφαλιστική περίοδο (άρθρο 70 παράγραφος 2, άρθρο 72 παράγραφος 3 και άρθρο 73 παράγραφος 3 και παράγραφος 4 του νόμου 461/2003 περί κοινωνικής ασφάλισης, όπως τροποποιήθηκε).».

3)

Στο μέρος III:

Η εγγραφή «Σκανδιναβική σύμβαση της 15ης Ιουνίου 1992 για την κοινωνική ασφάλεια» αντικαθίσταται από το ακόλουθο: «Σκανδιναβική σύμβαση για την κοινωνική ασφάλεια, της 18ης Αυγούστου 2003».

Θ.   Το παράρτημα Χ αντικαθίσταται ως εξής:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ

ΕΙΔΙΚΕΣ ΜΗ ΑΝΤΑΠΟΔΟΤΙΚΟΥ ΤΥΠΟΥ ΠΑΡΟΧΕΣ ΣΕ ΧΡΗΜΑ [άρθρο 70 παράγραφος 2 στοιχείο γ)]

ΒΕΛΓΙΟ

α)

Επίδομα υποκατάστασης εισοδημάτων (νόμος της 27ης Φεβρουαρίου 1987)·

β)

εγγυημένο εισόδημα για ηλικιωμένα άτομα (νόμος της 22ας Μαρτίου 2001).

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Κοινωνική σύνταξη για ηλικιωμένους (άρθρο 89 του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης).

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Κοινωνικό επίδομα (νόμος περί κρατικής κοινωνικής υποστήριξης αριθ. 117/1995 Συλλογή).

ΔΑΝΙΑ

Δαπάνες στέγασης υπέρ των συνταξιούχων (νόμος σχετικά με το ατομικό βοήθημα στέγασης, που κωδικοποιήθηκε από το νόμο αριθ. 204 της 29ης Μαρτίου 1995).

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

α)

Βασικό εισόδημα διαβίωσης για ηλικιωμένους και άτομα με μειωμένη ικανότητα βιοπορισμού, δυνάμει του κεφαλαίου 4 του Τόμου XII του κοινωνικού κώδικα·

β)

παροχές για την κάλυψη των εξόδων διαβίωσης στο πλαίσιο της βασικής διάταξης για άτομα που αναζητούν εργασία εκτός, όσον αφορά αυτές τις παροχές, εάν ικανοποιούνται οι απαιτήσεις ευελιξίας για προσωρινό συμπλήρωμα ύστερα από τη λήψη παροχής ανεργίας (άρθρο 24 παράγραφος 1 του Τόμου ΙΙ του κοινωνικού κώδικα).

ΕΣΘΟΝΙΑ

α)

Επίδομα αναπηρίας ενηλίκων (νόμος περί κοινωνικών παροχών για αναπήρους, της 27ης Ιανουαρίου 1999)·

β)

κρατικό επίδομα ανεργίας (νόμος περί υπηρεσιών της αγοράς εργασίας και υποστήριξης, της 29ης Σεπτεμβρίου 2005).

IΡΛΑΝΔΙΑ

α)

Επίδομα ατόμων που αναζητούν εργασία [ενοποιημένος νόμος για την κοινωνική πρόνοια του 2005 (Social Welfare Consolidation Act 2005), μέρος 3, κεφάλαιο 2]·

β)

κρατική σύνταξη (χωρίς συνεισφορά) (ενοποιημένος νόμος του 2005 για την κοινωνική πρόνοια, τρίτο μέρος, κεφάλαιο 4)·

γ)

σύνταξη χήρας (μη ανταποδοτικού χαρακτήρα) και σύνταξη χήρου (μη ανταποδοτικού χαρακτήρα) (ενοποιημένος νόμος του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών, μέρος 3 κεφάλαιο 6)·

δ)

επίδομα αναπηρίας (ενοποιημένος νόμος του 2005 περί κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικών υπηρεσιών, τρίτο μέρος, κεφάλαιο 10)·

ε)

επίδομα κινητικότητας (νόμος του 1970 για την υγεία, τμήμα 61)·

στ)

σύνταξη τυφλού (ενοποιημένος νόμος του 2005 για την κοινωνική πρόνοια, τρίτο μέρος, κεφάλαιο 5).

ΕΛΛΑΔΑ

Ειδικές παροχές για ηλικιωμένους (νόμος αριθ. 1296/82).

ΙΣΠΑΝΙΑ

α)

Εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα (νόμος αριθ. 13/82 της 7ης Απριλίου 1982)·

β)

παροχές σε χρήμα ως βοήθεια στα ηλικιωμένα άτομα και στους ανίκανους προς εργασία ανάπηρους (βασιλικό διάταγμα αριθ. 2620/81 της 24ης Ιουλίου 1981)·

γ)

i)

συντάξεις αναπηρίας και γήρατος μη ανταποδοτικού χαρακτήρα που προβλέπονται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 του ενοποιημένου κειμένου του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης, το οποίο εγκρίθηκε με το βασιλικό διάταγμα αριθ. 1/1994, της 20ής Ιουνίου 1994 και

ii)

παροχές που συμπληρώνουν τις ανωτέρω συντάξεις, όπως προβλέπει η νομοθεσία των Comunidades Autonómas, όπου αυτά τα συμπληρώματα εγγυώνται ένα ελάχιστο εισόδημα διαβίωσης έχοντας υπόψη την οικονομική και κοινωνική κατάσταση στις σχετικές Comunidades Autonómas·

δ)

επιδόματα για την προώθηση της κινητικότητας και την αποζημίωση εξόδων μεταφοράς (νόμος αριθ. 13/1982 της 7ης Απριλίου 1982).

ΓΑΛΛΙΑ

α)

Συμπληρωματικά επιδόματα:

i)

του Ειδικού Ταμείου Αναπηρίας και

ii)

του Ταμείου Αλληλεγγύης Γήρατος των αποκτηθέντων δικαιωμάτων

(νόμος της 30ής Ιουνίου 1956, κωδικοποιημένος στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης)·

β)

επίδομα αναπηρίας ενηλίκων (νόμος της 30ής Ιουνίου 1975, κωδικοποιημένος στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης)·

γ)

ειδικό επίδομα (νόμος της 10ης Ιουλίου 1952, κωδικοποιημένος στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης) σε σχέση με κεκτημένα δικαιώματα·

δ)

επίδομα αλληλεγγύης γήρατος (διάταγμα της 24ης Ιουνίου 2004 κωδικοποιημένο στον τόμο VIII του κώδικα κοινωνικής ασφάλισης) από 1ης Ιανουαρίου 2006.

ΙΤΑΛΙΑ

α)

Κοινωνικές συντάξεις για άπορους υπηκόους (νόμος αριθ. 153 της 30ής Απριλίου 1969)·

β)

συντάξεις και επιδόματα για τους αναπήρους πολέμου και τους αναπήρους ειρηνικής περιόδου (νόμοι αριθ. 118 της 30ής Μαρτίου 1971, αριθ. 18 της 11ης Φεβρουαρίου 1980 και αριθ. 508 της 23ης Νοεμβρίου 1988)·

γ)

συντάξεις και επιδόματα για τους κωφαλάλους (νόμοι αριθ. 381 της 26ης Μαΐου 1970 και αριθ. 508 της 23ης Νοεμβρίου 1988)·

δ)

συντάξεις και επιδόματα για τους τυφλούς ειρηνικής περιόδου (νόμοι αριθ. 382 της 27ης Μαΐου 1970 και αριθ. 508 της 23ης Νοεμβρίου 1988)·

ε)

συμπλήρωμα της βασικής σύνταξης (νόμοι αριθ. 218 της 4ης Απριλίου 1952, αριθ. 638 της 11ης Νοεμβρίου 1983 και αριθ. 407 της 29ης Δεκεμβρίου 1990)·

στ)

συμπλήρωμα του επιδόματος αναπηρίας (νόμος αριθ. 222 της 12ης Ιουνίου 1984)·

ζ)

κοινωνικό επίδομα (νόμος αριθ. 335 της 8ης Αυγούστου 1995)·

η)

κοινωνική προσαύξηση (άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 12, του νόμου αριθ. 544 της 29ης Δεκεμβρίου 1988 και επόμενες τροποποιήσεις).

ΚΥΠΡΟΣ

α)

Κοινωνική σύνταξη [νόμος περί κοινωνικών συντάξεων του 1995 (νόμος 25(I)/95), όπως τροποποιήθηκε]·

β)

επίδομα σοβαρής κινητικής ανικανότητας (Αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου αριθ. 38210 της 16ης Οκτωβρίου 1992, 41370 της 1ης Αυγούστου 1994, 46183 της 11ης Ιουνίου 1997 και 53675 της 16ης Μαΐου 2001)·

γ)

ειδικό επίδομα για τυφλούς [νόμος περί ειδικών επιδομάτων του 1996 (νόμος 77(I)/96), όπως τροποποιήθηκε].

ΛΕΤΤΟΝΙΑ

α)

Κρατική παροχή κοινωνικής ασφάλισης (νόμος περί κρατικών κοινωνικών παροχών της 1ης Ιανουαρίου 2003)·

β)

επίδομα αντιστάθμισης των εξόδων μεταφοράς αναπήρων με περιορισμένη κινητικότητα (νόμος περί κρατικών κοινωνικών παροχών της 1ης Ιανουαρίου 2003).

ΛΙΘΟΥΑΝΙΑ

α)

Σύνταξη κοινωνικής αρωγής (νόμος του 2005 για τις κρατικές παροχές κοινωνικής αρωγής, άρθρο 5)·

β)

βοήθημα αρωγής (νόμος του 2005 για τις κρατικές παροχές κοινωνικής αρωγής, άρθρο 15)·

γ)

ειδική αποζημίωση μεταφοράς για τα άτομα με αναπηρία που παρουσιάζουν προβλήματα κινητικότητας (νόμος του 2000 περί αποζημίωσης μεταφοράς, άρθρο 7).

ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟ

Εισόδημα για άτομα με βαριές αναπηρίες (άρθρο 1 παράγραφος 2 του νόμου της 12ης Σεπτεμβρίου 2003), με εξαίρεση τα άτομα που αναγνωρίζονται ως εργαζόμενοι με αναπηρία και τα οποία απασχολούνται στην κυρίως αγορά εργασίας ή σε προστατευόμενο περιβάλλον.

ΟΥΓΓΑΡΙΑ

α)

Επίδομα αναπηρίας (διάταγμα αριθ. 83/1987 (XII. 27.) του Υπουργικού Συμβουλίου για το επίδομα αναπηρίας)·

β)

μη ανταποδοτικό επίδομα γήρατος (νόμος III του 1993 περί κοινωνικής διοίκησης και κοινωνικών παροχών)·

γ)

επίδομα μεταφοράς [κυβερνητικό διάταγμα αριθ. 164/1995. (XII.27.) για τα επιδόματα μεταφοράς για άτομα με σοβαρή σωματική μειονεξία].

ΜΑΛΤΑ

α)

Συμπληρωματική παροχή [τμήμα 73 του νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης (κεφ. 318) 1987]·

β)

σύνταξη γήρατος [νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης (κεφ. 318) 1987].

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

α)

Νόμος περί αναπηρικής υποστήριξης για νέους με μειονεξία, της 24ης Απριλίου 1997 (Wajong)·

β)

νόμος περί συμπληρωματικών παροχών, της 6ης Νοεμβρίου 1986 (TW).

ΑΥΣΤΡΙΑ

Αντισταθμιστικό συμπλήρωμα (ομοσπονδιακός νόμος περί γενικών κοινωνικών ασφαλίσεων της 9ης Σεπτεμβρίου 1955, ομοσπονδιακός νόμος περί κοινωνικής ασφαλίσεως εμπόρων της 11ης Οκτωβρίου 1978 και ομοσπονδιακός νόμος περί κοινωνικής ασφαλίσεως γεωργών της 11ης Οκτωβρίου 1978).

ΠΟΛΩΝΙΑ

Κοινωνική σύνταξη (νόμος της 27ης Ιουνίου του 2003 για τις κοινωνικές συντάξεις).

ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΑ

α)

Μη ανταποδοτική κρατική σύνταξη γήρατος και αναπηρίας (νομοθετικό διάταγμα αριθ. 464/80 της 13ης Οκτωβρίου 1980)·

β)

σύνταξη χηρείας μη ανταποδοτικού χαρακτήρα (κανονιστικό διάταγμα αριθ. 52/81 της 11ης Νοεμβρίου 1981)·

γ)

επίδομα αλληλεγγύης για τους ηλικιωμένους (νομοθετικό διάταγμα αριθ. 232/2005 της 29ης Δεκεμβρίου 2005, όπως τροποποιήθηκε από το νομοθετικό διάταγμα αριθ. 236/2006 της 11ης Δεκεμβρίου 2006).

ΣΛΟΒΕΝΙΑ

α)

Κρατική σύνταξη (νόμος για τη συνταξιοδότηση και την ασφάλιση αναπηρίας, της 23ης Δεκεμβρίου 1999)·

β)

εισοδηματική στήριξη για συνταξιούχους (νόμος για τη συνταξιοδότηση και την ασφάλιση αναπηρίας, της 23ης Δεκεμβρίου 1999)·

γ)

επίδομα συντήρησης (νόμος για τη συνταξιοδότηση και την ασφάλιση αναπηρίας, της 23ης Δεκεμβρίου 1999).

ΣΛΟΒΑΚΙΑ

α)

Αναπροσαρμογή των συντάξεων ως μοναδικής πηγής εισοδήματος, που χορηγήθηκε πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004·

β)

κοινωνική σύνταξη που χορηγήθηκε πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004.

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

α)

Επίδομα στέγασης συνταξιούχων (νόμος για το επίδομα στέγασης συνταξιούχων 571/2007)·

β)

επίδομα απασχόλησης (νόμος περί παροχών ανεργίας 1290/2002)·

γ)

ειδική υποστήριξη για μετανάστες (νόμος περί ειδικής υποστήριξης για μετανάστες, 1192/2002).

ΣΟΥΗΔΙΑ

α)

Επίδομα στέγασης που καταβάλλεται στους συνταξιούχους (νόμος 2001:761)·

β)

επίδομα διαβίωσης για ηλικιωμένους (νόμος 2001:853).

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

α)

Κρατική πίστωση σύνταξης [νόμος περί κρατικής πίστωσης σύνταξης του 2002 και νόμος περί κρατικής πίστωσης σύνταξης (Βόρεια Ιρλανδία) του 2002]·

β)

επιδόματα για άτομα που αναζητούν εργασία, με βάση το εισόδημα [νόμος περί ατόμων που αναζητούν εργασία του 1995 και διάταγμα περί ατόμων που αναζητούν εργασία (Βόρεια Ιρλανδία) του 1995]·

γ)

στήριξη εισοδήματος [νόμος περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης του 1992 και νόμος περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης (Βόρεια Ιρλανδία) του 1992]·

δ)

επίδομα διαβίωσης αναπήρων, στοιχείο κινητικότητας [νόμος περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης του 1992 και νόμος περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης (Βόρεια Ιρλανδία) του 1992].».

Ι.   Το παράρτημα XI αντικαθίσταται ως εξής:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙ

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ

(άρθρο 51 παράγραφος 3 και άρθρο 83)

ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ

Το άρθρο 33 παράγραφος 1, του βουλγαρικού νόμου περί ασφάλισης ασθενείας ισχύει για όλα τα άτομα για τα οποία η Βουλγαρία είναι το αρμόδιο κράτος μέλος δυνάμει του κεφαλαίου 1 του τίτλου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού.

ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Για τον καθορισμό των μελών της οικογένειας σύμφωνα με το άρθρο 1 στοιχείο θ), ως σύζυγοι νοούνται και οι καταχωρισμένοι σύντροφοι όπως ορίζονται με τον τσεχικό νόμο αριθ. 115/2006 Coll. περί καταχωρισμένων συντρόφων.

ΔΑΝΙΑ

α)

Για τον υπολογισμό της σύνταξης βάσει του lov om social pension (νόμος για τις κοινωνικές συντάξεις), οι περίοδοι μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας που συμπληρώνονται βάσει της δανικής νομοθεσίας από διασυνοριακό εργαζόμενο ή εργαζόμενο που έχει μεταβεί στη Δανία για εργασία εποχιακού χαρακτήρα θεωρούνται περίοδοι κατοικίας που συμπληρώνονται στη Δανία από τον επιζώντα/την επιζούσα σύζυγο εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων ήταν δεσμευμένος(-η) με γάμο με τον προαναφερόμενο μισθωτό ή μη μισθωτό και δεν υπήρξε χωρισμός από τραπέζης και κοίτης ή χωρισμός εν τοις πράγμασι λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων, και εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων ο/η σύζυγος κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους. Για τους σκοπούς της παραγράφου αυτής, ως “εργασία εποχιακού χαρακτήρα” νοείται η εργασία που, επειδή εξαρτάται από την αλληλοδιαδοχή των εποχών, επαναλαμβάνεται αυτομάτως κάθε χρόνο·

β)

για τον υπολογισμό της σύνταξης βάσει του lov om social pension (νόμος για τις κοινωνικές συντάξεις), περίοδοι μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας που συμπληρώθηκαν βάσει της δανικής νομοθεσίας πριν από την 1η Ιανουαρίου 1984 από πρόσωπο στο οποίο δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 1 στοιχείο α) θεωρούνται περίοδοι κατοικίας που συμπληρώθηκαν στη Δανία από τον επιζώντα/την επιζούσα σύζυγο εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων ήταν δεσμευμένος(-η) με γάμο με το εν λόγω πρόσωπο και δεν υπήρξε χωρισμός από τραπέζης και κοίτης ή χωρισμός εν τοις πράγμασι λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων, και εφόσον κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων ο/η σύζυγος κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους·

γ)

περίοδοι που λαμβάνονται υπόψη βάσει των όρων των στοιχείων α) και β) δεν υπολογίζονται εάν συμπίπτουν με τις περιόδους που λήφθηκαν υπόψη για τον υπολογισμό σύνταξης που οφείλεται στον ενδιαφερόμενο, σύμφωνα με νομοθεσία περί υποχρεωτικής ασφάλισης άλλου κράτους μέλους, ή συμπίπτουν με περιόδους κατά τις οποίες ο ενδιαφερόμενος λάμβανε σύνταξη βάσει τέτοιας νομοθεσίας. Οι περίοδοι αυτές λαμβάνονται όμως υπόψη στην περίπτωση που το ετήσιο ποσό της εν λόγω σύνταξης είναι μικρότερο από το ήμισυ του ποσού της βασικής κοινωνικής σύνταξης.

α)

Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 6 του κανονισμού, πρόσωπα τα οποία δεν έχουν ασκήσει μισθωτή δραστηριότητα σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη δικαιούνται δανικής κοινωνικής σύνταξης μόνο εάν είναι ή ήταν προηγουμένως μόνιμοι κάτοικοι της Δανίας επί τουλάχιστον τρία έτη, τηρουμένων των ορίων ηλικίας που επιβάλλει η δανική νομοθεσία. Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του κανονισμού, το άρθρο 7 δεν εφαρμόζεται σε δανική κοινωνική σύνταξη για την οποία οι ενδιαφερόμενοι έχουν κατοχυρώσει δικαιώματα·

β)

οι ανωτέρω διατάξεις δεν εφαρμόζονται στο δικαίωμα δανικής κοινωνικής σύνταξης για τα μέλη της οικογένειας των προσώπων που έχουν ή είχαν επικερδή δραστηριότητα στη Δανία ή για τους φοιτητές ή τα μέλη των οικογενειών τους.

3.   Το προσωρινό επίδομα για ανέργους που έχουν ενταχθεί στο ledighedsydelse (σύστημα “ευέλικτης εργασίας”) (νόμος αριθ. 455 της 10ης Ιουνίου 1997) καλύπτεται από τον τίτλο ΙΙΙ κεφάλαιο 6 του παρόντος κανονισμού. Σε ό,τι αφορά τους ανέργους που μεταβαίνουν σε άλλο κράτος μέλος, εφαρμόζονται τα άρθρα 64 και 65 όταν το εν λόγω κράτος μέλος έχει παρόμοια συστήματα απασχόλησης για την ίδια κατηγορία προσώπων.

4.   Αν ο δικαιούχος δανικής κοινωνικής σύνταξης δικαιούται επίσης σύνταξη επιζώντος από άλλο κράτος μέλος, τότε οι συντάξεις αυτές θεωρούνται, για την εφαρμογή της δανικής νομοθεσίας, ότι αποτελούν παροχές της ιδίας φύσης κατά την έννοια του άρθρου 53 παράγραφος 1 του κανονισμού, υπό τον όρο, εντούτοις, ότι το πρόσωπο του οποίου οι χρονικές περίοδοι ασφάλισης ή κατοικίας λαμβάνονται ως βάση για τον υπολογισμό της σύνταξης επιζώντος έχει επίσης κατοχυρώσει δικαίωμα σε δανική κοινωνική σύνταξη.

ΓΕΡΜΑΝΙΑ

1.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5, στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού καθώς και από το άρθρο 5 παράγραφος 4 σημείο 1 του Sozialgesetzbuch VI (τόμος VI του κοινωνικού κώδικα), πρόσωπο που λαμβάνει πλήρη σύνταξη γήρατος δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους, μπορεί να ζητήσει υποχρεωτική υπαγωγή στο γερμανικό συνταξιοδοτικό ασφαλιστικό σύστημα.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού και από το άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 3, του Sozialgesetzbuch VI (τόμος VI του κοινωνικού κώδικα), πρόσωπο που είναι υποχρεωτικά ασφαλισμένο σε άλλο κράτος μέλος ή λαμβάνει σύνταξη γήρατος δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους μπορεί να υπαχθεί στο προαιρετικό σύστημα ασφάλισης της Γερμανίας.

3.   Για τη χορήγηση παροχών σε χρήμα, σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 1 του τόμου V του κοινωνικού κώδικα, το άρθρο 47 παράγραφος 1 του τόμου VII του κοινωνικού κώδικα καθώς και το άρθρο 200 παράγραφος 2 του Reichsversicherungsordnung (κανονισμού περί ασφαλίσεως του Ράιχ), σε ασφαλισμένους που ζουν σε άλλο κράτος μέλος, το συνταξιοδοτικό ασφαλιστικό σύστημα της Γερμανίας υπολογίζει βάσει των καθαρών αποδοχών, οι οποίες χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των παροχών, σαν ο ασφαλισμένος να ζούσε στη Γερμανία, εκτός εάν ο ασφαλισμένος ζητήσει υπολογισμό βάσει των πραγματικών καθαρών αποδοχών που εισπράττει.

4.   Οι υπήκοοι άλλων κρατών μελών, οι οποίοι έχουν την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή τους εκτός Γερμανίας και πληρούν τις γενικές προϋποθέσεις του γερμανικού συνταξιοδοτικού ασφαλιστικού συστήματος μπορούν να καταβάλουν προαιρετικά εισφορές μόνον εάν είχαν κατά το παρελθόν υπαχθεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά στο συνταξιοδοτικό ασφαλιστικό σύστημα της Γερμανίας· αυτό ισχύει επίσης για απάτριδες ή πρόσφυγες, οι οποίοι έχουν κατοικία ή συνήθη διαμονή σε άλλο κράτος μέλος.

5.   Η κατ’ αποκοπή περίοδος καταλογισμού (pauschale Anrechnungszeit) σύμφωνα με το άρθρο 253 του Sozialgesetzbuch VI (τόμος VI του κοινωνικού κώδικα) καθορίζεται αποκλειστικά με βάση τις γερμανικές περιόδους ασφάλισης.

6.   Στις περιπτώσεις που για τον επανυπολογισμό σύνταξης εφαρμόζεται η γερμανική νομοθεσία περί συντάξεων η οποία ίσχυε στις 31 Δεκεμβρίου 1991, για τον υπολογισμό των γερμανικών περιόδων αντικατάστασης (Ersatzzeiten) εφαρμόζεται μόνο η γερμανική νομοθεσία.

7.   Η γερμανική νομοθεσία περί εργατικών ατυχημάτων και επαγγελματικών ασθενειών για τα οποία χορηγούνται αποζημιώσεις βάσει της νομοθεσίας περί συντάξεων αλλοδαπής και περί παροχών για περιόδους ασφάλισης που μπορούν να ληφθούν υπόψη βάσει της νομοθεσίας “περί συντάξεων αλλοδαπής” στα εδάφη που σημειώνονται στο άρθρο 1 παράγραφοι 2 και 3, του νόμου περί εκτοπισθέντων και προσφύγων (Bundesvertriebenengesetz) εξακολουθεί να εφαρμόζεται εντός του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 2 του νόμου περί συντάξεων αλλοδαπής (Fremdrentengesetz).

8.   Για τον υπολογισμό του θεωρητικού ποσού κατά το άρθρο 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i), του παρόντος κανονισμού, στα συνταξιοδοτικά συστήματα ελεύθερων επαγγελμάτων, ο αρμόδιος φορέας λαμβάνει ως βάση, για κάθε έτος ασφάλισης που έχει συμπληρωθεί βάσει της νομοθεσίας οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους, το μέσο ετήσιο συνταξιοδοτικό δικαίωμα που έχει αποκτηθεί κατά την περίοδο συμμετοχής των αρμόδιων φορέων μέσω της καταβολής εισφορών.

ΕΣΘΟΝΙΑ

Για τον υπολογισμό των γονικών παροχών, οι περίοδοι απασχόλησης σε κράτη μέλη εκτός της Εσθονίας θεωρείται ότι βασίζονται στο ίδιο μέσο ποσό κοινωνικού φόρου όπως αυτό που καταβάλλεται κατά τις περιόδους απασχόλησης στην Εσθονία, με τις οποίες συνυπολογίζονται. Αν κατά το έτος αναφοράς ο ενδιαφερόμενος απασχολήθηκε μόνο σε άλλα κράτη μέλη, ο υπολογισμός της παροχής θεωρείται ότι βασίζεται στο μέσο κοινωνικό φόρο που κατέβαλε στην Εσθονία μεταξύ του έτους αναφοράς και της άδειας μητρότητας.

IΡΛΑΝΔΙΑ

1.   Παρά τα άρθρα 21 παράγραφος 2 και 62 του παρόντος κανονισμού, για τον υπολογισμό των οριζόμενων τεκμαρτών εβδομαδιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου προκειμένου να χορηγηθεί παροχή ασθένειας ή ανεργίας σύμφωνα με την ιρλανδική νομοθεσία, υπολογίζεται για τον ασφαλισμένο, για κάθε εβδομάδα απασχόλησης που συμπλήρωσε υπό την ιδιότητα του μισθωτού σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, κατά τη διάρκεια του οικείου έτους αναφοράς, ποσό ίσο με το μέσο εβδομαδιαίο μισθό των μισθωτών κατά το εν λόγω έτος αναφοράς.

2.   Για τις περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται το άρθρο 46 του παρόντος κανονισμού, εάν ο ενδιαφερόμενος περιέρχεται σε ανικανότητα προς εργασία με συνέπεια την αναπηρία, ενώ υπάγεται στη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, η Ιρλανδία, για την εφαρμογή του τμήματος 118 παράγραφος 1 στοιχείο α) του Social Welfare Consolidation Act (κωδικοποιημένου νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης) του 2005, λαμβάνει υπόψη κάθε περίοδο κατά την οποία, σε σχέση με την αναπηρία που ακολουθεί την ανικανότητα προς εργασία, ο/η ενδιαφερόμενος(-η) θεωρείτο ανίκανος(-η) προς εργασία κατά την έννοια της ιρλανδικής νομοθεσίας

ΕΛΛΑΔΑ

1.   Ο νόμος αριθ. 1469/84 περί της προαιρετικής υπαγωγής στο συνταξιοδοτικό ασφαλιστικό σύστημα ελλήνων υπηκόων και αλλοδαπών υπηκόων ελληνικής καταγωγής ισχύει για υπηκόους άλλων κρατών μελών, απάτριδες ή πρόσφυγες, εφόσον τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, ανεξαρτήτως του τόπου κατοικίας ή διαμονής τους, είχαν κατά το παρελθόν υπαχθεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά στο ελληνικό συνταξιοδοτικό ασφαλιστικό σύστημα.

2.   Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού και του άρθρου 34 του νόμου 1140/81, πρόσωπο που λαμβάνει σύνταξη λόγω εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθένειας σύμφωνα με τη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους μπορεί να ζητήσει να υπαχθεί σε υποχρεωτική ασφάλιση σύμφωνα με τη νομοθεσία που εφαρμόζει ο ΟΓΑ, εφόσον ασκεί δραστηριότητα η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω νομοθεσίας.

ΙΣΠΑΝΙΑ

1.   Για την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του παρόντος κανονισμού, τα έτη που υπολείπονται για να συμπληρώσει ο εργαζόμενος τη συντάξιμη ηλικία ή την ηλικία υποχρεωτικής συνταξιοδότησης που ορίζεται στο άρθρο 31 παράγραφος 4 του ενοποιημένου κειμένου του Ley de Clases Pasivas del Estado (νόμου για τις συντάξεις δημοσίου), υπολογίζονται ως παρασχεθείσα υπηρεσία μόνο εφόσον, κατά τη στιγμή της επέλευσης του κινδύνου βάσει του οποίου οφείλονται συντάξεις αναπηρίας ή επιζώντων, o δικαιούχος καλυπτόταν από το ειδικό σύστημα της Ισπανίας για τους δημόσιους υπαλλήλους ή ασκούσε εξομοιούμενη δραστηριότητα ή εφόσον, κατά τη στιγμή της επέλευσης του κινδύνου βάσει του οποίου οφείλονται οι συντάξεις, ο δικαιούχος ασκούσε δραστηριότητα η οποία θα απαιτούσε την υπαγωγή του στο ειδικό σύστημα του κράτους αυτού για τους δημόσιους υπαλλήλους, τις ένοπλες δυνάμεις ή το δικαστικό τομέα εάν η εν λόγω δραστηριότητα είχε ασκηθεί στην Ισπανία.

α)

Σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού, ο υπολογισμός του θεωρητικού ποσού της ισπανικής παροχής υπολογίζεται επί των πραγματικών εισφορών του ασφαλισμένου κατά τα έτη πριν από την καταβολή της τελευταίας εισφοράς υπέρ της ισπανικής κοινωνικής ασφάλισης. Όταν, κατά τον υπολογισμό του βασικού ποσού της σύνταξης, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι ασφάλισης και/ή κατοικίας βάσει της νομοθεσίας άλλων κρατών μελών, χρησιμοποιείται για τις εν λόγω περιόδους η βάση εισφορών στην Ισπανία που είναι πλησιέστερη χρονικά στις περιόδους αναφοράς, λαμβανομένης υπόψη της εξέλιξης του δείκτη τιμών λιανικής πώλησης.

β)

Το ποσό της αποκτηθείσας σύνταξης αυξάνεται κατά το ποσό των προσαυξήσεων και των αναπροσαρμογών που υπολογίζονται για κάθε μεταγενέστερο έτος, για τις συντάξεις της ιδίας φύσης.

3.   Οι περίοδοι που συμπληρώνονται σε άλλα κράτη μέλη και οι οποίες πρέπει να υπολογίζονται στο ειδικό σύστημα για τους δημόσιους υπαλλήλους, τις ένοπλες δυνάμεις και τις διοικητικές υπηρεσίες του δικαστικού τομέα εξομοιούνται, για τους σκοπούς του άρθρου 56 του παρόντος κανονισμού, με τις περιόδους που πλησιάζουν περισσότερο το χρονικό διάστημα που έχει καλύψει ο εργαζόμενος ως δημόσιος υπάλληλος στην Ισπανία.

4.   Τα πρόσθετα ποσά λόγω ηλικίας που αναφέρονται στη δεύτερη μεταβατική διάταξη του γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης εφαρμόζονται σε όλους τους δικαιούχους του κανονισμού οι οποίοι έχουν καταβάλει εισφορές βάσει της ισπανικής νομοθεσίας πριν από την 1η Ιανουαρίου 1967· δεν είναι δυνατόν, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του παρόντος κανονισμού, να αντιμετωπισθούν οι περίοδοι ασφάλισης που έχουν υπολογισθεί σε άλλο κράτος μέλος πριν από την προαναφερόμενη ημερομηνία ως εισφορές που έχουν καταβληθεί στην Ισπανία, αποκλειστικά για το συγκεκριμένο σκοπό. Στην 1η Ιανουαρίου 1967 αντιστοιχούν η 1η Αυγούστου 1970 όσον αφορά το ειδικό σύστημα για τους ναυτικούς και η 1η Απριλίου 1969 όσον αφορά το ειδικό σύστημα κοινωνικής ασφάλισης για τους ανθρακωρύχους.

ΓΑΛΛΙΑ

1.   Οι υπήκοοι άλλων κρατών μελών, οι οποίοι έχουν την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή τους εκτός Γαλλίας και πληρούν τις γενικές προϋποθέσεις του γαλλικού συνταξιοδοτικού ασφαλιστικού συστήματος μπορούν να καταβάλουν προαιρετικά εισφορές σε αυτό μόνον εάν είχαν κατά το παρελθόν υπαχθεί υποχρεωτικά ή προαιρετικά στο συνταξιοδοτικό ασφαλιστικό σύστημα της Γαλλίας· αυτό ισχύει επίσης για απάτριδες ή πρόσφυγες, οι οποίοι έχουν κατοικία ή συνήθη διαμονή σε άλλο κράτος μέλος.

2.   Για πρόσωπα τα οποία λαμβάνουν παροχές σε είδος στη Γαλλία δυνάμει των άρθρων 17, 24 ή 26 του παρόντος κανονισμού και κατοικούν στα γαλλικά διαμερίσματα Haut — Rhin, Bas — Rhin ή Moselle, στις παροχές σε είδος που χορηγούνται για λογαριασμό του φορέα άλλου κράτους μέλους που επωμίζεται το κόστος τους συμπεριλαμβάνονται παροχές που χορηγούνται τόσο από το γενικό σύστημα ασφάλισης ασθένειας όσο και από το υποχρεωτικό συμπληρωματικό τοπικό σύστημα ασφάλισης ασθένειας της περιοχής Αλσατίας — Moselle.

3.   Η γαλλική νομοθεσία που εφαρμόζεται στα πρόσωπα που προσλαμβάνονται ή είχαν κατά το παρελθόν προσληφθεί ως μισθωτοί ή μη μισθωτοί, για την εφαρμογή του κεφαλαίου 5 του τίτλου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού, περιλαμβάνει τόσο το (τα) βασικό(-ά) σύστημα(-τα) ασφάλισης γήρατος όσο και το (τα) σύστημα(-τα) συμπληρωματικής σύνταξης στα οποία υπάγονταν οι ενδιαφερόμενοι.

ΚΥΠΡΟΣ

Για το σκοπό της εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 6, 51 και 61, για κάθε περίοδο που αρχίζει στις 6 Οκτωβρίου 1980 ή μετά την ημερομηνία αυτή, η εβδομάδα ασφάλισης κατά την έννοια της νομοθεσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας καθορίζεται με τη διαίρεση των συνολικών ασφαλίσιμων αποδοχών της περιόδου αναφοράς διά του εβδομαδιαίου ποσού των βασικών ασφαλίσιμων αποδοχών που ισχύουν κατά το σχετικό έτος εισφοράς, με την προϋπόθεση ότι ο αριθμός των εβδομάδων που υπολογίζεται με αυτόν τον τρόπο δεν υπερβαίνει τον αριθμό των ημερολογιακών εβδομάδων κατά την περίοδο αναφοράς.

ΜΑΛΤΑ

Ειδικές διατάξεις για δημοσίους υπαλλήλους

α)

Για την εφαρμογή των άρθρων 49 και 60 του παρόντος κανονισμού, μισθωτοί δυνάμει του νόμου περί ενόπλων δυνάμεων της Μάλτας (κεφάλαιο 220 της νομοθεσίας της Μάλτας), του νόμου περί αστυνομίας (κεφάλαιο 164 της νομοθεσίας της Μάλτας) και του νόμου περί φυλακών (κεφάλαιο 260 της νομοθεσίας της Μάλτας) θεωρούνται δημόσιοι υπάλληλοι.

β)

Συντάξεις που καταβάλλονται δυνάμει των ανωτέρω νόμων και δυνάμει του διατάγματος περί συντάξεων (κεφάλαιο 93 της νομοθεσίας της Μάλτας) θεωρούνται, αποκλειστικά για τους σκοπούς του άρθρου 1 στοιχείο ε) του παρόντος κανονισμού, “ειδικά συστήματα για δημόσιους υπαλλήλους”.

ΚΑΤΩ ΧΩΡΕΣ

1.   Ασφάλιση υγείας

α)

Όσον αφορά το δικαίωμα σε παροχές σε είδος σύμφωνα με τη νομοθεσία των Κάτω Χωρών, ως πρόσωπα που δικαιούνται παροχές σε είδος για τους σκοπούς της εφαρμογής των κεφαλαίων 1 και 2 του τίτλου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού νοούνται:

i)

τα πρόσωπα τα οποία, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Zorgverzekeringswet (νόμου για την ασφάλιση υγείας), είναι υποχρεωμένα να ασφαλισθούν σε ασφαλιστικό φορέα υγείας και

ii)

εφόσον δεν περιλαμβάνονται ήδη στο στοιχείο i), τα μέλη της οικογένειας ενεργού στρατιωτικού προσωπικού που ζουν σε άλλο κράτος μέλος και τα πρόσωπα που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος και τα οποία, σύμφωνα με τον κανονισμό, δικαιούνται υγειονομική περίθαλψη στο κράτος κατοικίας τους, το κόστος της οποίας βαρύνει τις Κάτω Χώρες.

β)

Τα πρόσωπα περί των οποίων η παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i) πρέπει —σύμφωνα με τις διατάξεις του Zorgverzekeringswet (νόμου για την ασφάλιση υγείας)— να ασφαλισθούν σε ασφαλιστικό φορέα υγείας και τα πρόσωπα, περί των οποίων η παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii), πρέπει να εγγραφούν στο College voor zorgverzekeringen (Συμβούλιο ασφάλισης υγείας).

γ)

Οι διατάξεις του νόμου περί υγειονομικής ασφάλισης (Zorgverzekeringswet) και του γενικού νόμου περί ειδικών ιατρικών δαπανών (Algemene Wet Bijzondere Ziektekosten) σχετικά με την ευθύνη για την καταβολή των εισφορών ισχύει για τα άτομα που αναφέρονται στο στοιχείο α) και για τα μέλη των οικογενειών τους. Αναφορικά με τα μέλη των οικογενειών, οι εισφορές επιβαρύνουν το άτομο από το οποίο έλκεται το δικαίωμα ιατρικής περίθαλψης με εξαίρεση τα μέλη της οικογένειας στρατιωτικού προσωπικού που ζουν σε άλλο κράτος μέλος τα οποία καταβάλλουν απευθείας τις εισφορές τους.

δ)

Οι διατάξεις του Zorgverzekeringswet (νόμου για την ασφάλιση υγείας) σχετικά με την καθυστερημένη ασφάλιση εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στην περίπτωση καθυστερημένης εγγραφής στο College voor zorgverzekeringen (Συμβούλιο ασφάλισης υγείας) για τα πρόσωπα περί των οποίων η παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο ii).

ε)

Τα πρόσωπα που δικαιούνται παροχές σε είδος δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους εκτός των Κάτω Χωρών τα οποία κατοικούν στις Κάτω Χώρες ή διαμένουν προσωρινά στις Κάτω Χώρες δικαιούνται παροχές σε είδος σύμφωνα με την πολιτική που εφαρμόζει στους ασφαλισμένους των Κάτω Χωρών ο ασφαλιστικός φορέας του τόπου κατοικίας ή διαμονής, λαμβανομένων υπόψη του άρθρου 11 παράγραφοι 1, 2 και 3 και του άρθρου 19 παράγραφος 1 του Zorgverzekeringswet (Νόμου για την ασφάλιση υγείας) καθώς και των παροχών σε είδος που προβλέπονται από τον Algemene wet bijzondere ziektekosten (Γενικού Νόμου για τις έκτακτες ιατρικές δαπάνες).

στ)

Για τους σκοπούς των άρθρων 23 έως 30 του παρόντος κανονισμού, οι ακόλουθες παροχές (πέραν των συντάξεων που καλύπτονται από τον τίτλο ΙΙΙ Κεφάλαια 4 και 5 του παρόντος κανονισμού) εξομοιώνονται προς τις συντάξεις που οφείλονται δυνάμει της νομοθεσίας των Κάτω Χωρών:

οι συντάξεις που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το νόμο της 6ης Ιανουαρίου 1966 για τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων και των στενών συγγενών τους (Algemene burgerlijke pensioenwet) (ολλανδικό νόμο για τις συντάξεις των δημοσίων υπαλλήλων),

οι συντάξεις που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το νόμο της 6ης Οκτωβρίου 1966 για τις συντάξεις των στρατιωτικών και των στενών συγγενών τους (Algemene militaire pensioenwet) (νόμο για τις συντάξεις των στρατιωτικών),

οι παροχές ανικανότητας προς εργασία που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το νόμο της 7ης Ιουνίου 1972 σχετικά με τις παροχές ανικανότητας προς εργασία του στρατιωτικού προσωπικού (Wet arbeidsongeschiktheidsvoorziening militairen) (νόμο για την ανικανότητα προς εργασία του στρατιωτικού προσωπικού),

οι συντάξεις που χορηγήθηκαν σύμφωνα με το νόμο της 15ης Φεβρουαρίου 1967 σχετικά με τις συντάξεις των υπαλλήλων των NV Nederlandse Spoorwegen (ολλανδικών σιδηροδρόμων) και των στενών συγγενών τους (Spoorwegpensioenwet) (νόμο για τις συντάξεις των σιδηροδρομικών),

οι συντάξεις που χορηγήθηκαν δυνάμει του Reglement Dienstvoorwaarden Nederlandse Spoorwegen (κανονισμού σχετικά με τις συνθήκες απασχόλησης στους ολλανδικούς σιδηροδρόμους),

οι παροχές που χορηγήθηκαν σε συνταξιούχους πριν φτάσουν τη συντάξιμη ηλικία των 65 ετών δυνάμει ενός συνταξιοδοτικού συστήματος που έχει ως στόχο την παροχή εισοδήματος σε πρώην εργαζομένους κατά το γήρας τους ή οι παροχές που χορηγήθηκαν σε περίπτωση πρόωρης εξόδου από την αγορά εργασίας βάσει ρύθμισης που ορίζεται από το κράτος ή από συλλογική σύμβαση εργασίας για πρόσωπα ηλικίας 55 ετών και άνω,

οι παροχές που χορηγήθηκαν σε στρατιωτικό προσωπικό και δημόσιους υπαλλήλους στο πλαίσιο συστήματος που εφαρμόζεται σε περίπτωση πλεονάζοντος προσωπικού, απολύσεων λόγω ηλικίας για λειτουργικούς σκοπούς και πρόωρης συνταξιοδότησης.

ζ)

Για τους σκοπούς των κεφαλαίων 1 και 2 του τίτλου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού, η απόδοση για τη μη αίτηση παροχών που προβλέπεται από το ολλανδικό σύστημα σε περίπτωση περιορισμένης χρήσης των υποδομών υγειονομικής περίθαλψης θεωρείται παροχή ασθενείας σε χρήμα.

2.   Εφαρμογή του Algemene Ouderdomswet (AOW) (νόμου για τη γενικευμένη ασφάλιση γήρατος)

α)

Η μείωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 του Algemene Ouderdomswet (AOW) δεν εφαρμόζεται στα ημερολογιακά έτη πριν από την 1η Ιανουαρίου 1957 κατά τη διάρκεια των οποίων ο δικαιούχος ο οποίος δεν πληροί τους όρους που του επιτρέπουν να επιτύχει εξομοίωση των ετών αυτών με τις περιόδους ασφάλισης:

κατοικούσε στις Κάτω Χώρες μεταξύ του 15ου και 65ου έτους της ηλικίας του, ή

ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, άσκησε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότη εγκατεστημένου στη χώρα αυτή, ή

εργάσθηκε σε άλλο κράτος μέλος κατά τη διάρκεια περιόδων που θεωρούνται περίοδοι ασφάλισης βάσει του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης των Κάτω Χωρών.

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 7 του AOW, μπορεί επίσης να θεωρείται ότι δικαιούται σύνταξη οποιοσδήποτε διέμεινε ή εργάσθηκε στις Κάτω Χώρες μόνο πριν από την 1η Ιανουαρίου 1957 υπό τους όρους που αναφέρονται ανωτέρω.

β)

Η μείωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 1 του AOW δεν ισχύει για τα ημερολογιακά έτη πριν από τις 2 Αυγούστου 1989 κατά τη διάρκεια των οποίων, μεταξύ του 15ου και 65ου έτους της ηλικίας του, το έγγαμο ή άλλοτε έγγαμο πρόσωπο δεν ήταν ασφαλισμένο βάσει της προαναφερθείσας νομοθεσίας ενώ κατοικούσε στο έδαφος κράτους μέλους εκτός των Κάτω Χωρών, εφόσον τα εν λόγω ημερολογιακά έτη συμπίπτουν με τις περιόδους ασφάλισης που συμπλήρωσε ο/η σύζυγός του βάσει της νομοθεσίας αυτής ή με τα ημερολογιακά έτη που πρέπει να ληφθούν υπόψη σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α), υπό τον όρο ότι ήταν σύζυγοι κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων.

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 7 του AOW, το πρόσωπο αυτό θεωρείται δικαιούχος σύνταξης.

γ)

Η μείωση που προβλέπεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 του AOW δεν ισχύει για τα ημερολογιακά έτη πριν από την 1η Ιανουαρίου 1957 κατά τη διάρκεια των οποίων ο/η σύζυγος του δικαιούχου σύνταξης που δεν πληροί τους όρους που του (της) επιτρέπουν να επιτύχει εξομοίωση αυτών των ετών με τις περιόδους ασφάλισης:

κατοικούσε στις Κάτω Χώρες μεταξύ του 15ου και 65ου έτους της ηλικίας του, ή

ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, άσκησε μισθωτή δραστηριότητα στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότη εγκατεστημένου στη χώρα αυτή, ή

εργάσθηκε σε άλλο κράτος μέλος κατά τη διάρκεια περιόδων που θεωρούνται περίοδοι ασφάλισης βάσει του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης των Κάτω Χωρών.

δ)

Η μείωση που αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 2 του AOW δεν ισχύει για τα ημερολογιακά έτη πριν από τις 2 Αυγούστου 1989 κατά τη διάρκεια των οποίων, μεταξύ του 15ου και 65ου έτους της ηλικίας του (της), ο (η) σύζυγος του δικαιούχου σύνταξης που κατοικούσε σε κράτος μέλος εκτός των Κάτω Χωρών δεν ήταν ασφαλισμένος(-η) βάσει της ανωτέρω νομοθεσίας, εφόσον τα εν λόγω ημερολογιακά έτη συμπίπτουν με τις περιόδους ασφάλισης που συμπλήρωσε ο δικαιούχος της σύνταξης βάσει της νομοθεσίας αυτής ή με τα ημερολογιακά έτη που πρέπει να ληφθούν υπόψη σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α), υπό τον όρο ότι ήταν σύζυγοι κατά τη διάρκεια αυτών των περιόδων.

ε)

Τα στοιχεία 2α), 2β),2 γ) και 2δ) δεν εφαρμόζεται στις περιόδους που συμπίπτουν με:

περιόδους που μπορούν να ληφθούν υπόψη για τον υπολογισμό των δικαιωμάτων συνταξιοδότησης βάσει της νομοθεσίας ενός κράτους μέλους εκτός των Κάτω Χωρών για την ασφάλιση γήρατος, ή

περιόδους για τις οποίες ο ενδιαφερόμενος έλαβε σύνταξη γήρατος βάσει της εν λόγω νομοθεσίας.

Οι περίοδοι προαιρετικής ασφάλισης βάσει του συστήματος άλλου κράτος μέλους δεν λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς της παρούσας διάταξης.

στ)

Η παράγραφος 2 στοιχεία α), β), γ) και δ) εφαρμόζεται μόνο εάν ο δικαιούχος κατοικούσε επί έξι έτη στο έδαφος ενός ή περισσότερων κρατών μελών μετά την ηλικία των 59 ετών και εφόσον κατοικεί στο έδαφος ενός από αυτά τα κράτη μέλη.

ζ)

Κατά παρέκκλιση του κεφαλαίου IV του AOW, οποιοσδήποτε κάτοικος κράτους μέλους εκτός των Κάτω Χωρών του οποίου ο/η σύζυγος υπάγεται σε υποχρεωτική ασφάλιση βάσει της εν λόγω νομοθεσίας επιτρέπεται να ασφαλισθεί στην προαιρετική ασφάλιση βάσει της εν λόγω νομοθεσίας για την περίοδο κατά την οποία ο (η) σύζυγος είναι υποχρεωτικά ασφαλισμένος(-η).

Η έγκριση αυτή δεν παύει να ισχύει εφόσον η υποχρεωτική ασφάλιση του/της συζύγου διακόπηκε λόγω θανάτου και εφόσον ο/η επιζών σύζυγος απολαμβάνει αποκλειστικά σύνταξης στο πλαίσιο του Algemene nabestaandenwet (γενικού νόμου για την ασφάλιση των επιζώντων).

Σε κάθε περίπτωση, η έγκριση προαιρετικής ασφάλισης παύει να ισχύει από την ημέρα κατά την οποία ο προαιρετικά ασφαλισμένος συμπληρώνει την ηλικία των 65 ετών.

Η εισφορά για προαιρετική ασφάλιση ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί καθορισμού εισφορών προαιρετικής ασφάλισης βάσει του AOW. Ωστόσο, αν η προαιρετική ασφάλιση ακολουθεί περίοδο ασφάλισης αναφερομένη στο σημείο 2 στοιχείο β), η εισφορά ορίζεται βάσει των διατάξεων περί καθορισμού εισφορών υποχρεωτικής ασφάλισης βάσει του AOW, και το εισόδημα που λαμβάνεται υπόψη θεωρείται ότι έχει αποκτηθεί στις Κάτω Χώρες.

η)

Η έγκριση κατά την παράγραφο 2 στοιχείο ζ), δεν χορηγείται σε κανένα πρόσωπο ασφαλισμένο βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους σχετικά με τις συντάξεις ή παροχές επιζώντων.

θ)

Οποιοσδήποτε επιθυμεί να ασφαλισθεί σε προαιρετική ασφάλιση σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο ζ) πρέπει να υποβάλει σχετική αίτηση στην Sociale Verzekeringsbank (Τράπεζα Κοινωνικών Ασφαλίσεων) το αργότερο ένα έτος μετά την ημερομηνία κατά την οποία πληρούνται οι όροι συμμετοχής.

3.   Εφαρμογή του Algemene nabestaandenwet (ANW) (γενικού νόμου για την ασφάλιση των επιζώντων)

α)

Όταν ο (η) επιζών σύζυγος έχει θεμελιώσει δικαίωμα για σύνταξη επιζώντος βάσει του Algemene Nabestaandenwet (ANW) (γενικού νόμου περί επιζώντων) σύμφωνα με την παράγραφο 51 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, τότε η σύνταξη αυτή υπολογίζεται βάσει του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού.

Για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, οι περίοδοι ασφάλισης προ της 1ης Οκτωβρίου 1959 θεωρούνται επίσης ως περίοδοι ασφάλισης συμπληρωθείσες βάσει της νομοθεσίας των Κάτω Χωρών εάν κατά τη διάρκεια των περιόδων αυτών ο ασφαλισμένος, μετά την ηλικία των 15 ετών:

κατοικούσε στις Κάτω Χώρες, ή

ενώ κατοικούσε στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, εργαζόταν στις Κάτω Χώρες για λογαριασμό εργοδότη εγκατεστημένου στις Κάτω Χώρες, ή

εργάσθηκε σε άλλο κράτος μέλος κατά τη διάρκεια περιόδων που θεωρούνται περίοδοι ασφάλισης βάσει του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης των Κάτω Χωρών.

β)

Δεν περιλαμβάνονται οι περίοδοι που πρέπει να ληφθούν υπόψη βάσει της παραγράφου 3 στοιχείο α) και οι οποίες συμπίπτουν με τις περιόδους υποχρεωτικής ασφάλισης που συμπληρώθηκαν βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους σχετικά με τις συντάξεις επιζώντων.

γ)

Για τους σκοπούς του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, λαμβάνονται υπόψη ως περίοδοι ασφάλισης που έχουν συμπληρωθεί βάσει της νομοθεσίας των Κάτω Χωρών μόνο οι περίοδοι ασφάλισης που συμπληρώθηκαν βάσει του AOW μετά το 15ο έτος της ηλικίας.

δ)

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 63α παράγραφος 1 του ANW, ένα πρόσωπο που κατοικεί σε άλλο κράτος μέλος και του οποίου ο (η) σύζυγος είναι υποχρεωτικά ασφαλισμένος(-η) βάσει του ANW έχει το δικαίωμα να ασφαλίζεται προαιρετικά βάσει της εν λόγω νομοθεσίας υπό τον όρο ότι η ασφάλιση αυτή έχει αρχίσει ήδη πριν από την ημερομηνία που αρχίζει να εφαρμόζεται ο παρών κανονισμός, αλλά μόνο για τις περιόδους κατά τις οποίες ο/η σύζυγος είναι υποχρεωτικά ασφαλισμένος(-η).

Το δικαίωμα αυτό παύει να ισχύει από την ημερομηνία τερματισμού της υποχρεωτικής ασφάλισης του (της) συζύγου βάσει του ANW, εκτός εάν η υποχρεωτική ασφάλιση του/της συζύγου έληξε λόγω θανάτου και εφόσον ο επιζών/η επιζούσα λαμβάνει μόνο σύνταξη βάσει του ANW.

Σε κάθε περίπτωση, η έγκριση προαιρετικής ασφάλισης παύει να ισχύει από την ημέρα κατά την οποία ο προαιρετικά ασφαλισμένος συμπληρώνει την ηλικία των 65 ετών.

Η εισφορά που καταβάλλεται για την προαιρετική ασφάλιση καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις που αφορούν τον καθορισμό των εισφορών για την προαιρετική ασφάλιση βάσει του ANW. Ωστόσο, εάν η προαιρετική ασφάλιση συνεχισθεί μετά την περίοδο ασφάλισης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β), η εισφορά καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις για τον καθορισμό των εισφορών για την υποχρεωτική ασφάλιση βάσει της ANW και το εισόδημα που λαμβάνεται υπόψη θεωρείται ότι έχει αποκτηθεί στις Κάτω Χώρες.

4.   Εφαρμογή των νόμων των Κάτω Χωρών περί ασφάλισης της ανικανότητας προς εργασία

α)

Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 51 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, ο ενδιαφερόμενος έχει δικαίωμα σε παροχή ανικανότητας των Κάτω Χωρών, προσδιορίζεται το ποσό στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού για τον υπολογισμό της εν λόγω παροχής:

i)

εάν, σύμφωνα με τις διατάξεις του WAO, προτού επέλθει η ανικανότητα προς εργασία, το πρόσωπο ασκούσε την τελευταία φορά μισθωτή δραστηριότητα κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο α) του παρόντος κανονισμού:

σύμφωνα με τις διατάξεις του Wet op arbeidsongeschiktheidsverzekering (WAO) (νόμου περί ανικανότητας προς εργασία) εάν η ανικανότητα προς εργασία επήλθε πριν από την 1η Ιανουαρίου 2004, ή

σύμφωνα με τις διατάξεις του Wet Werk en inkomen naar arbeidsvermogen (WIA) (νόμου περί εργασίας και εισοδήματος ανάλογα με την ικανότητα εργασίας) εάν η ανικανότητα προς εργασία επήλθε από την 1η Ιανουαρίου 2004 και έπειτα,

ii)

εάν, προτού επέλθει η ανικανότητα προς εργασία, ο ενδιαφερόμενος ασκούσε την τελευταία φορά δραστηριότητα ως μη μισθωτός κατά την έννοια του άρθρου 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, σύμφωνα με τις διατάξεις του Wet arbeidsongeschiktheidsverzekering zelfstandigen (WAZ) (νόμου περί ανικανότητας προς εργασία για τους μη μισθωτούς) εάν η ανικανότητα προς εργασία επήλθε πριν από την 1η Αυγούστου 2004.

β)

Κατά τον υπολογισμό των παροχών βάσει του WAO, του WIA ή του WAZ, οι φορείς των Κάτω Χωρών λαμβάνουν υπόψη:

τις περιόδους αμειβόμενης απασχόλησης και τις περιόδους που θεωρούνται ως τέτοιες, οι οποίες συμπληρώθηκαν στις Κάτω Χώρες πριν από την 1η Ιουλίου 1967,

τις περιόδους ασφάλισης που συμπληρώθηκαν βάσει του WAO,

τις περιόδους ασφάλισης που συμπληρώθηκαν από τον ενδιαφερόμενο μετά το 15ο έτος της ηλικίας του, βάσει του Algemene Arbeidsongeschiktheidswet (AAW) (γενικού νόμου περί ανικανότητας προς εργασία), εφόσον αυτές δεν συμπίπτουν με τις περιόδους ασφάλισης που συμπληρώθηκαν βάσει του WAO,

τις περιόδους ασφάλισης που συμπληρώθηκαν βάσει του WAZ,

τις περιόδους ασφάλισης που συμπληρώθηκαν βάσει του WIA.

ΑΥΣΤΡΙΑ

1.   Για την απόκτηση περιόδων ασφάλισης κλάδου συντάξεων, η φοίτηση σε σχολείο ή ανάλογο εκπαιδευτικό ίδρυμα σε άλλο κράτος μέλος θα θεωρείται ισοδύναμη με φοίτηση σε σχολείο ή εκπαιδευτικό ίδρυμα σύμφωνα με τα άρθρα 227(1)(1) και 228(1)(3) του Allgemeines Sozialversicherungsgesetz (ASVG) (γενικός νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης), το άρθρο 116(7) του Gewerbliches Sozialversicherungsgesetz (GSVG) (ομοσπονδιακός νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης των εμπόρων και επιτηδευματιών) και το άρθρο 107(7) του Bauern-Sozialversicherungsgesetz (BSVG) (νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης των αγροτών), εάν το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπαγόταν κάποια στιγμή στην αυστριακή νομοθεσία λόγω της άσκησης μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας, και εφόσον έχουν καταβληθεί οι ειδικές εισφορές που προβλέπονται στο άρθρο 227(3) του ASVG, το άρθρο 116(9) του GSVG και το άρθρο 107(9) του BSGV για την εξαγορά αυτών των περιόδων εκπαίδευσης.

2.   Για τον υπολογισμό της αναλογικής παροχής που αναφέρεται στο άρθρο 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού, δεν λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές προσαυξήσεις για εισφορές συμπληρωματικής ασφάλισης και το συμπληρωματικό επίδομα ανθρακωρύχου που προβλέπει η αυστριακή νομοθεσία. Στις περιπτώσεις αυτές η αναλογική παροχή υπολογιζόμενη χωρίς τις εισφορές αυτές θα προσαυξηθεί, ανάλογα με την περίπτωση, με τις ακέραιες ειδικές προσαυξήσεις για τις εισφορές της συμπληρωματικής ασφάλισης και το συμπληρωματικό επίδομα ανθρακωρύχου.

3.   Εάν, σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος κανονισμού, έχουν συμπληρωθεί εξομοιούμενες περίοδοι βάσει αυστριακού συνταξιοδοτικού συστήματος, αλλά δεν μπορούν να αποτελέσουν βάση για τον υπολογισμό σύμφωνα με τα άρθρα 238 και 239 του Allgemeines Sozialversicherungsgesetz (ASVG) (γενικού νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης), τα άρθρα 122 και 123 του Gewerbliches Sozialversicherungsgesetz (GSVG) (ομοσπονδιακού νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης των εμπόρων και επιτηδευματιών) και τα άρθρα 113 και 114 του Bauern-Sozialversicherungsgesetz (BSVG) (νόμου περί κοινωνικής ασφάλισης των αγροτών), θα χρησιμοποιηθεί η βάση υπολογισμού για τις περιόδους φροντίδας των παιδιών σύμφωνα με το άρθρο 239 του ASVG, το άρθρο 123 του GSVG και το άρθρο 114 του BSVG.

ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ

1.   Για τους σκοπούς του καθορισμού της θεμελίωσης δικαιώματος και τον υπολογισμό του ποσού της φινλανδικής εθνικής σύνταξης δυνάμει των άρθρων 52 έως 54 του παρόντος κανονισμού, οι συντάξεις που αποκτώνται δυνάμει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους εκλαμβάνονται ως συντάξεις αποκτηθείσες βάσει της φινλανδικής νομοθεσίας.

2.   Κατά την εφαρμογή του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του παρόντος κανονισμού για τον υπολογισμό των αποδοχών κατά την πλασματική περίοδο σύμφωνα με τη φινλανδική νομοθεσία για τις συντάξεις που συνδέονται με τις αποδοχές, όταν ένα άτομο έχει περιόδους ασφάλισης κλάδου συντάξεων βάσει μισθωτής ή μη μισθωτής δραστηριότητας σε άλλο κράτος μέλος για ένα μέρος της περιόδου αναφοράς δυνάμει της φινλανδικής νομοθεσίας, οι αποδοχές για την πλασματική περίοδο πρέπει να είναι ισοδύναμες με το ποσό των αποδοχών που αποκτήθηκαν κατά το μέρος της περιόδου αναφοράς στη Φινλανδία, διαιρούμενο διά του αριθμού των μηνών για τους οποίους υπήρχαν περίοδοι ασφάλισης στη Φινλανδία κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς.

ΣΟΥΗΔΙΑ

1.   Όταν καταβάλλεται επίδομα γονικής άδειας, δυνάμει του άρθρου 67 του παρόντος κανονισμού, σε μέλος της οικογένειας που δεν εργάζεται, το επίδομα γονικής άδειας καταβάλλεται σε επίπεδο που αντιστοιχεί στο βασικό ή στο χαμηλότερο επίπεδο.

2.   Για τον υπολογισμό του επιδόματος γονικής άδειας σύμφωνα με το κεφάλαιο 4 παράγραφος 6 του Lag (1962:381) om allmän försäkring (εθνικός νόμος περί ασφαλίσεων) για πρόσωπα που δικαιούνται επιδόματος λόγω εργασίας, ισχύουν τα ακόλουθα:

Για γονέα του οποίου το επίδομα ασθένειας που συνδέεται με το εισόδημα υπολογίζεται με βάση επικερδή απασχόληση στη Σουηδία, η απαίτηση να έχει ασφάλιση ασθενείας άνω του ελαχίστου επιπέδου για τουλάχιστον 240 συνεχείς ημέρες πριν από τη γέννηση του τέκνου θεωρείται ότι πληρούται εφόσον, κατά την αναφερόμενη περίοδο, ο γονέας αυτός είχε εισόδημα από επικερδή απασχόληση σε άλλο κράτος μέλος, η οποία αντιστοιχεί σε ασφάλιση άνω του ελαχίστου επιπέδου.

3.   Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού για το συνυπολογισμό των περιόδων ασφάλισης και των περιόδων κατοικίας δεν εφαρμόζονται στις μεταβατικές διατάξεις της σουηδικής νομοθεσίας περί του δικαιώματος στην εγγυημένη σύνταξη για τα άτομα που γεννήθηκαν το 1937 ή πριν από το έτος αυτό, τα οποία κατοικούν στη Σουηδία για μια ορισμένη περίοδο πριν από την υποβολή της αίτησης σύνταξης (νόμος 2000:798).

4.   Για τον υπολογισμό του εισοδήματος σε σχέση με το επίδομα ασθένειας που συνδέεται με το τεκμαρτό εισόδημα και το επίδομα δραστηριότητας που συνδέεται με το εισόδημα σύμφωνα με το κεφάλαιο 8 του Lag (1962:381) om allmän försäkring (εθνικού νόμου περί ασφαλίσεων), ισχύουν τα ακόλουθα:

α)

εάν ο ασφαλισμένος, κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, υπαγόταν και στη νομοθεσία ενός ή περισσότερων άλλων κρατών μελών λόγω της δραστηριότητάς του ως μισθωτού ή μη μισθωτού, το εισόδημα που απέκτησε στα κράτη μέλη αυτά θεωρείται ισοδύναμο με το μέσο ακαθάριστο εισόδημα του ασφαλισμένου στη Σουηδία κατά τη διάρκεια του μέρους της περιόδου αναφοράς στη Σουηδία, το οποίο υπολογίζεται με τη διαίρεση του συνόλου των αποδοχών στη Σουηδία διά του αριθμού των ετών κατά τη διάρκεια των οποίων αποκτήθηκαν οι αποδοχές αυτές·

β)

εάν οι παροχές υπολογίζονται σύμφωνα με το άρθρο 46 του παρόντος κανονισμού και τα πρόσωπα δεν είναι ασφαλισμένα στη Σουηδία, η περίοδος αναφοράς καθορίζεται σύμφωνα με το κεφάλαιο 8 παράγραφοι 2 και 8 του προαναφερθέντος νόμου όπως εάν το συγκεκριμένο πρόσωπο είχε ασφαλισθεί στη Σουηδία. Εάν το πρόσωπο αυτό δεν έχει εισόδημα που να θεμελιώνει δικαίωμα για σύνταξη κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής σύμφωνα με το νόμο περί των συντάξεων γήρατος που συνδέονται με το εισόδημα (1998:674), η περίοδος αναφοράς υπολογίζεται από την παλαιότερη ημερομηνία κατά την οποία ο ασφαλισμένος είχε εισόδημα από επικερδή δραστηριότητα στη Σουηδία.

α)

Για τον υπολογισμό των τεκμαρτών περιουσιακών στοιχείων από σύνταξη για τη σύνταξη επιζώντος που συνδέεται με το εισόδημα (νόμος 2000:461), εάν για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος δεν πληρούται ο όρος της σουηδικής νομοθεσίας ως προς τα τρία τουλάχιστον από τα πέντε ημερολογιακά έτη που προηγούνται αμέσως του θανάτου του ασφαλισμένου (περίοδος αναφοράς), λαμβάνονται επίσης υπόψη οι περίοδοι ασφάλισης που συμπληρώθηκαν σε άλλα κράτη μέλη όπως εάν είχαν συμπληρωθεί στη Σουηδία. Οι περίοδοι ασφάλισης σε άλλα κράτη μέλη θεωρείται ότι βασίζονται στο μέσο όρο του σουηδικού εισοδήματος με το οποίο θεμελιώνεται δικαίωμα για σύνταξη. Εάν ο ενδιαφερόμενος έχει μόνο ένα έτος στη Σουηδία που θεμελιώνει δικαίωμα για σύνταξη, κάθε περίοδος ασφάλισης σε άλλο κράτος μέλος θεωρείται ισοδύναμη του αντίστοιχου ποσού.

β)

Για τον υπολογισμό των τεκμαρτών μορίων σύνταξης για τις συντάξεις χηρείας που αφορούν θανάτους που επήλθαν την 1η Ιανουαρίου 2003 ή μετά την ημερομηνία αυτή, εάν δεν ικανοποιείται η προϋπόθεση της σουηδικής νομοθεσίας για τα μόρια σύνταξης των δύο τουλάχιστον από τα τέσσερα ημερολογιακά έτη που προηγούνται αμέσως του θανάτου του ασφαλισμένου (περίοδος αναφοράς) και έχουν συμπληρωθεί περίοδοι ασφάλισης σε άλλο κράτος μέλος κατά τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς, τα έτη αυτά θεωρείται ότι βασίζονται στα ίδια μόρια σύνταξης με το σουηδικό έτος.

ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ

1.   Εφόσον, σύμφωνα με τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, ένα πρόσωπο δικαιούται σύνταξη γήρατος εάν:

α)

ληφθούν υπόψη οι εισφορές πρώην συζύγου ως να επρόκειτο για εισφορές του προσώπου αυτού· ή

β)

οι σχετικοί όροι όσον αφορά τις εισφορές πληρούνται από τον (τη) σύζυγο ή τον (την) πρώην σύζυγο του προσώπου αυτού, αρκεί, σε κάθε περίπτωση, ο (η) σύζυγος ή πρώην σύζυγος να ασκεί ή να ασκούσε δραστηριότητα μισθωτή ή μη μισθωτή και να υπαγόταν στη νομοθεσία δύο περισσοτέρων κρατών μελών, τότε εφαρμόζονται οι διατάξεις του κεφαλαίου 5 του τίτλου III του παρόντος κανονισμού για τον καθορισμό της θεμελίωσης δικαιώματος βάσει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου. Στην περίπτωση αυτή, κάθε αναφορά του κεφαλαίου 5 σε “περιόδους ασφάλισης” νοείται ως αναφορά σε περιόδους ασφάλισης που συμπληρώθηκαν:

i)

από σύζυγο ή πρώην σύζυγο όταν το αίτημα υποβάλλεται από:

παντρεμένη γυναίκα, ή

πρόσωπο του οποίου ο γάμος λύθηκε με άλλο τρόπο εκτός του θανάτου του (της) συζύγου, ή

ii)

πρώην σύζυγο, όταν το αίτημα υποβάλλεται από:

χήρο ο οποίος δεν είχε δικαίωμα αμέσως πριν φθάσει στη συντάξιμη ηλικία για επίδομα χηρευσάντων γονέων, ή

χήρα η οποία αμέσως πριν από τη συντάξιμη ηλικία δεν είχε δικαίωμα για επίδομα χήρας μητέρας, επίδομα χηρευσάντων γονέων ή σύνταξη χηρείας ή η οποία έχει δικαίωμα μόνο για σύνταξη χηρείας με βάση την ηλικία η οποία υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος κανονισμού και για το σκοπό αυτό η “σύνταξη χηρείας λόγω ηλικίας” σημαίνει σύνταξη χηρείας που καταβάλλεται σε μειωμένο ποσοστό σύμφωνα με το τμήμα 39 παράγραφος 4 του νόμου περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης (Social Security Contributions and Benefits Act 1992).

2.   Για την εφαρμογή του άρθρου 6 του κανονισμού στις διατάξεις που διέπουν το δικαίωμα σε επίδομα για βοήθεια από τρίτο πρόσωπο, επίδομα περίθαλψης αναπήρου και επίδομα διαβίωσης σε περίπτωση ανικανότητας, λαμβάνεται υπόψη περίοδος μισθωτής δραστηριότητας, μη μισθωτής δραστηριότητας ή κατοικίας στο έδαφος άλλου κράτους μέλους εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου καθόσον απαιτείται για την πλήρωση των όρων σχετικά με τις απαιτούμενες περιόδους παρουσίας στο Ηνωμένο Βασίλειο, πριν από την ημερομηνία γένεσης του δικαιώματος για το εν λόγω επίδομα.

3.   Για τους σκοπούς του άρθρου 7 του παρόντος κανονισμού σε περίπτωση χρηματικών παροχών λόγω αναπηρίας, γήρατος ή επιζώντων, συντάξεων λόγω επαγγελματικών ατυχημάτων ή επαγγελματικών ασθενειών και επιδομάτων θανάτου, κάθε δικαιούχος σύμφωνα με τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος μένει στο έδαφος άλλου κράτους μέλους, θεωρείται, διαρκούσης της διαμονής αυτής, ότι έχει την κατοικία του στο έδαφος αυτού του άλλου κράτους μέλους.

4.   Όπου εφαρμόζεται το άρθρο 46 του παρόντος κανονισμού, εάν ο ενδιαφερόμενος έχει ανικανότητα προς εργασία που οδηγεί σε αναπηρία ενώ υπόκειται στη νομοθεσία άλλου κράτους μέλους, το Ηνωμένο Βασίλειο, για τους σκοπούς του τμήματος 30A παράγραφος 5 του νόμου περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης του 1992, λαμβάνει υπόψη τυχόν περιόδους κατά τις οποίες το εν λόγω πρόσωπο έλαβε, λόγω της ανικανότητας προς εργασία:

i)

παροχές ασθένειας σε χρήμα ή μισθό αντί γι’ αυτές, ή

ii)

παροχές κατά την έννοια των κεφαλαίων 4 και 5 του τίτλου ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού, που χορηγήθηκαν για την αναπηρία στην οποία οδήγησε η ανικανότητα προς εργασία βάσει της νομοθεσίας του άλλου κράτους μέλους, ως να ήταν περίοδοι ανικανότητας μικρής διάρκειας για τις οποίες οι παροχές καταβάλλονται σύμφωνα με τα τμήματα 30A (1)-(4) του νόμου περί εισφορών και παροχών κοινωνικής ασφάλισης του 1992.

Κατά την εφαρμογή της διάταξης αυτής λαμβάνονται υπόψη μόνον οι περίοδοι κατά τις οποίες το πρόσωπο θα ήταν ανίκανο προς εργασία κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου.

1.

Για το σκοπό του υπολογισμού του παράγοντα “αποδοχές” με σκοπό τον καθορισμό της θεμελίωσης δικαιώματος σε παροχές βάσει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, για κάθε εβδομάδα μισθωτής δραστηριότητας βάσει της νομοθεσίας άλλου κράτους μέλους η οποία άρχισε κατά το σχετικό φ έτος φορολογίας εισοδήματος κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, ο ενδιαφερόμενος θα θεωρηθεί ότι κατέβαλε εισφορές ως μισθωτός ή ότι έχει αποδοχές για τις οποίες κατεβλήθησαν εισφορές, βάσει αποδοχών ισοδύναμων με τα δύο τρίτα του ανώτατου ορίου αποδοχών για το εν λόγω έτος.

2.

Για την εφαρμογή του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii) του παρόντος κανονισμού:

α)

όταν, για κάθε έτος φορολογίας εισοδήματος που αρχίζει στις 6 Απριλίου 1975 ή μετά την ημερομηνία αυτή, μισθωτός έχει συμπληρώσει περιόδους ασφάλισης, απασχόλησης ή κατοικίας αποκλειστικά σε κράτος μέλος εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου και όταν η εφαρμογή του σημείου 5.1 ανωτέρω επιτρέπει να ληφθεί υπόψη το έτος αυτό κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου για την εφαρμογή του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του παρόντος κανονισμού, ο ενδιαφερόμενος θεωρείται ότι είχε ασφαλισθεί επί 52 εβδομάδες κατά τη διάρκεια εκείνου του έτους στο άλλο κράτος μέλος·

β)

εφόσον κάθε φορολογικό έτος που αρχίζει από τις 6 Απριλίου 1975 και μετά δεν υπολογίζεται κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 52 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) του παρόντος κανονισμού, δεν λαμβάνονται υπόψη οι περίοδοι ασφάλισης, απασχόλησης ή κατοικίας που συμπληρώθηκαν κατά το έτος αυτό.

3.

Για τη μετατροπή του παράγοντα “αποδοχές” σε περιόδους ασφάλισης, διαιρείται ο παράγοντας “αποδοχές”, ο οποίος επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια του οικείου έτους φορολογίας εισοδήματος, κατά την έννοια της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου, διά του ποσού του κατώτατου ορίου αποδοχών που έχει καθορισθεί για το εν λόγω έτος. Το πηλίκο που προκύπτει εκφράζεται ως ακέραιος αριθμός με παράλειψη των δεκαδικών. Ο αριθμός που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτό θεωρείται ότι αντιστοιχεί στον αριθμό των εβδομάδων ασφάλισης που συμπληρώθηκαν βάσει της νομοθεσίας του Ηνωμένου Βασιλείου κατά τη διάρκεια του εν λόγω έτους, υπό τον όρο ότι ο αριθμός αυτός δεν μπορεί να υπερβαίνει τον αριθμό των εβδομάδων κατά τη διάρκεια των οποίων ίσχυσε για τον ενδιαφερόμενο η προαναφερθείσα νομοθεσία κατά το εν λόγω έτος.».


Top