EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32008R0361

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 361/2008 του Συμβουλίου, της 14ης Απριλίου 2008 , περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα ( ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ )

ΕΕ L 121 της 7.5.2008, p. 1–31 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2008/361/oj

7.5.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 121/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 361/2008 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 14ης Απριλίου 2008

περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα («ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ»)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 36 και 37,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Για την απλούστευση του κανονιστικού περιβάλλοντος της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ), με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 («ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ») (1) καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν από μία ενιαία νομική πράξη όλοι οι κανονισμοί τους οποίους είχε εκδώσει το Συμβούλιο από την εισαγωγή της ΚΓΠ στο πλαίσιο της θέσπισης κοινών οργανώσεων αγοράς για τα γεωργικά προϊόντα ή για ομάδες προϊόντων.

(2)

Όπως διευκρινιζόταν στην αιτιολογική σκέψη 7 του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ, η εν λόγω πράξη απλούστευσης δεν είχε σκοπό να οδηγήσει σε αμφισβήτηση των πολιτικών αποφάσεων που είχαν ληφθεί επί σειρά ετών στο πλαίσιο της ΚΓΠ και, ως εκ τούτου, δεν προέβλεπε οιαδήποτε νέα μέσα ή μέτρα. Συνεπώς, ο ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ αντικατοπτρίζει τις πολιτικές αποφάσεις που είχαν ληφθεί έως τη στιγμή που το κείμενο του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ προτάθηκε από την Επιτροπή.

(3)

Παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν στο πλαίσιο του Συμβουλίου για την έκδοση του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ, το Συμβούλιο επίσης διαπραγματεύτηκε και εξέδωσε μια σειρά πολιτικών αποφάσεων σε διάφορους τομείς, και συγκεκριμένα τους τομείς της ζάχαρης, των σπόρων προς σπορά, και του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων.

(4)

Ο κανονισμός (ΕK) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (2) τροποποιήθηκε κυρίως με σκοπό να επιτευχθεί διαρθρωτική ισορροπία της σχετικής αγοράς. Οι εν λόγω τροποποιήσεις εγκρίθηκαν και δημοσιεύτηκαν λίγο πριν από τη δημοσίευση του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ.

(5)

Η τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1947/2005 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 2005, για την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα των σπόρων προς σπορά (3) συνέπεσε χρονικά με την έκδοση του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ. Η εν λόγω τροποποίηση θέτει τέλος στη δυνατότητα της Φινλανδίας να χορηγεί εθνικές ενισχύσεις για τους σπόρους προς σπορά και τους σπόρους προς σπορά σιτηρών και, προκειμένου να παράσχει στους γεωργούς της Φινλανδίας τη δυνατότητα να προετοιμαστούν για μια κατάσταση χωρίς εθνικές ενισχύσεις, προβλέπει μια τελευταία πρόσθετη μεταβατική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας η Φινλανδία επιτρέπεται να χορηγεί εθνικές ενισχύσεις για την παραγωγή σπόρων προς σπορά και σπόρων προς σπορά σιτηρών, με εξαίρεση τους σπόρους προς σπορά του φλέοντος του λειμώνιου.

(6)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (4) τροποποιήθηκε λίγο πριν από την έκδοση του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ. Με την τροποποίηση του εν λόγω κανονισμού εισήχθησαν διάφορες αλλαγές στα καθεστώτα δημόσιας παρέμβασης και ιδιωτικής αποθεματοποίησης όσον αφορά το βούτυρο και το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη, καταργήθηκε η δυνατότητα των ενόπλων δυνάμεων να αγοράζουν βούτυρο σε μειωμένες τιμές και θεσπίστηκε κατ’ αποκοπή ενίσχυση για όλες τις κατηγορίες γάλακτος που χορηγείται στους μαθητές εντός των σχολικών ιδρυμάτων.

Ταυτόχρονα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 τροποποιήθηκε και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2597/97 του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, περί συμπληρωματικών κανόνων της κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων όσον αφορά το γάλα κατανάλωσης (5), επιτρέποντας την εμπορία, ως γάλακτος κατανάλωσης, προϊόντων με περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες διαφορετική από εκείνες που προβλέπονταν προηγουμένως από τον εν λόγω κανονισμό.

(7)

Οι τροποποιήσεις αυτές πρέπει να ενσωματωθούν στον ενιαίο κανονισμό ΚΟΑ προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι εν λόγω πολιτικές αποφάσεις διατηρούνται κατά την εφαρμογή του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ στους σχετικούς τομείς.

(8)

Παράλληλα με τις διαπραγματεύσεις και την έκδοση του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ, το Συμβούλιο διαπραγματεύτηκε επίσης και ενέκρινε μια πολιτική μεταρρύθμιση στους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών. Για το σκοπό αυτόν, εκδόθηκε ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου, της 26ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων όσον αφορά τον τομέα των οπωροκηπευτικών (6). Όπως διευκρινίζεται στην αιτιολογική παράγραφο 8 του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ, μόνο οι διατάξεις των δύο προαναφερόμενων τομέων που δεν αποτελούσαν οι ίδιες αντικείμενο οιωνδήποτε πολιτικών μεταρρυθμίσεων ενσωματώθηκαν ευθύς εξαρχής στον ενιαίο κανονισμό ΚΟΑ, ενώ οι ουσιαστικές διατάξεις οι οποίες αποτελούσαν αντικείμενο πολιτικών τροποποιήσεων θα πρέπει να ενσωματωθούν στον ενιαίο κανονισμό ΚΟΑ μόλις εγκριθούν. Επομένως, θα πρέπει πλέον να ενσωματωθούν πλήρως στον ενιαίο κανονισμό ΚΟΑ οι τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών ενσωματώνοντας τις πολιτικές αποφάσεις που ελήφθησαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 σχετικά με την κοινή οργάνωση αγορών για τα προϊόντα των δύο αυτών τομέων.

(9)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 700/2007 του Συμβουλίου, της 11ης Ιουνίου 2007, για την εμπορία του κρέατος βοοειδών ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών (7) εισήγαγε νέους κανόνες εμπορίας για τα σχετικά προϊόντα. Σκοπός του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ ήταν να συγχωνεύσει όλους τους κανόνες που υπάρχουν στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης αγορών σε ένα ενιαίο νομικό πλαίσιο και να αντικαταστήσει τις τομεακές προσεγγίσεις με μια οριζόντια προσέγγιση. Ο ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ περιλαμβάνει κανόνες εμπορίας για διαφόρους τομείς και, συνεπώς, οι νέοι κανόνες εμπορίας που εισήχθησαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 700/2007 είναι σκόπιμο να ενσωματωθούν στον ενιαίο κανονισμό ΚΟΑ.

(10)

Η ενσωμάτωση των διατάξεων αυτών στον ενιαίο κανονισμό ΚΟΑ θα πρέπει να ακολουθεί την ίδια προσέγγιση με εκείνη που ακολουθήθηκε κατά την έκδοση του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ, δηλαδή δεν θα πρέπει να αμφισβητηθούν ούτε οι πολιτικές αποφάσεις που ελήφθησαν κατά την έγκριση των διατάξεων αυτών από το Συμβούλιο ούτε η αιτιολόγηση αυτών των πολιτικών αποφάσεων όπως διατυπώνεται στις σχετικές αιτιολογικές παραγράφους των αντίστοιχων κανονισμών.

(11)

Συνεπώς, ο ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(12)

Οι τροποποιήσεις θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή το αργότερο από τις ημερομηνίες εφαρμογής του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ για τους σχετικούς τομείς, σύμφωνα με το άρθρο 204 παράγραφος 2 του ιδίου κανονισμού. Όσον αφορά τους τομείς των σπόρων προς σπορά, του βοείου κρέατος και του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, το άρθρο 204 παράγραφος 2 προβλέπει ότι ο ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ εφαρμόζεται από 1ης Ιουλίου 2008. Συνεπώς, ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να προβλέπει την 1η Ιουλίου 2008 ως ημερομηνία εφαρμογής για τους τομείς αυτούς.

(13)

Ορισμένες διατάξεις που προβλέπονταν ήδη για τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών στον ενιαίο κανονισμό ΚΟΑ εφαρμόζονται από την 1η Ιανουαρίου 2008, σύμφωνα με το άρθρο 204 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Επομένως, οι αντίστοιχες τροποποιήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα μπορούσαν να εφαρμοστούν από την ίδια ημερομηνία με αυτή που προβλέπεται για τους τομείς των σπόρων προς σπορά, του βοείου κρέατος και του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, δηλαδή από την 1η Ιουλίου 2008.

(14)

Το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1152/2007 προβλέπει ότι ορισμένες από τις τροποποιήσεις που εισήχθησαν με τον εν λόγω κανονισμό στον τομέα του γάλακτος θα πρέπει να εφαρμοστούν μόνο από την 1η Σεπτεμβρίου 2008. Η ίδια ημερομηνία εφαρμογής θα πρέπει να προβλέπεται και για τις σχετικές τροποποιήσεις στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού.

(15)

Όσον αφορά τον τομέα της ζάχαρης, ο ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ εφαρμόζεται από την 1η Οκτωβρίου 2008 σύμφωνα με το άρθρο 204 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ) του εν λόγω κανονισμού. Επομένως, οι διατάξεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό για τον εν λόγω τομέα θα πρέπει να αρχίσουν να εφαρμόζονται από την 1η Οκτωβρίου 2008.

(16)

Οι ακόλουθοι κανονισμοί του τομέα των οπωροκηπευτικών είναι παρωχημένοι και, συνεπώς, θα πρέπει να καταργηθούν για λόγους νομικής ασφάλειας: κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 449/69 του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 1969, περί της αποδόσεως των ενισχύσεων που χορηγούνται από τα κράτη μέλη στις οργανώσεις παραγωγών οπωροκηπευτικών (8), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1467/69 του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1969, περί των εισαγωγών των εσπεριδοειδών καταγωγής Μαρόκου (9), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2511/69 του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1969, περί ειδικών μέτρων για την βελτίωση της παραγωγής και της εμπορίας στον τομέα των κοινοτικών εσπεριδοειδών (10), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2093/70 του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 1970, περί θεσπίσεως των γενικών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 6 και του άρθρου 7 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2517/69 «περί καθορισμού ορισμένων μέτρων για την εξυγίανση της οπωροπαραγωγής της Κοινότητας» (11), κανονισμός (EOK) αριθ. 846/72 του Συμβουλίου, της 24ης Απριλίου 1972, περί θεσπίσεως ειδικών μέτρων για την ανάθεση των εργασιών μεταποιήσεως των τοματών που έχουν αποτελέσει αντικείμενο μέτρων παρεμβάσεως (12), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1252/73 του Συμβουλίου, της 14ης Μαΐου 1973, περί των εισαγωγών εσπεριδοειδών καταγωγής Κύπρου (13), κανονισμός (EOK) αριθ. 155/74 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 1973, περί των εισαγωγών εσπεριδοειδών καταγωγής Λιβάνου (14), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1627/75 του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 1975, περί των εισαγωγών νωπών λεμονιών καταγωγής Ισραήλ (15), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 794/76 του Συμβουλίου, της 6ης Απριλίου 1976, περί θεσπίσεως νέων μέτρων προς εξυγίανση της οπωροπαραγωγής της Κοινότητας (16), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1180/77 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977, περί των εισαγωγών στην Κοινότητα ορισμένων γεωργικών προϊόντων καταγωγής Τουρκίας (17), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 10/81 του Συμβουλίου, της 1ης Ιανουαρίου 1981, περί καθορισμού, για τον τομέα των οπωροκηπευτικών, των γενικών κανόνων εφαρμογής της πράξης προσχώρησης του 1979 (18), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 40/81 του Συμβουλίου, της 1ης Ιανουαρίου 1981, περί καθορισμού, για τα κουνουπίδια και τα μήλα, των τιμών αγοράς βάσης και των τιμών αγοράς που εφαρμόζονται στην Ελλάδα (19), κανονισμός (EOK) αριθ. 3671/81 του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 1981, περί εισαγωγής ορισμένων γεωργικών προϊόντων καταγωγής Τουρκίας στην Κοινότητα (20), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1603/83 του Συμβουλίου, της 14ης Ιουνίου 1983, για ειδικά μέτρα διάθεσης της σταφίδας και των ξηρών σύκων της συγκομιδής 1981 που κατέχονται από τους οργανισμούς αποθεματοποίησης (21), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 790/89 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 1989, για τον καθορισμό της κατ’ αποκοπή συμπληρωματικής ενίσχυσης για τη σύσταση οργανώσεων παραγωγών καθώς και του ανώτατου ορίου της ενίσχυσης για τη βελτίωση της ποιότητας και της εμπορίας στον τομέα των καρπών με κέλυφος και χαρουπιών (22), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3650/90 του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 1990, περί των μέτρων ενίσχυσης της εφαρμογής των κοινών κανόνων ποιότητας για τα οπωροκηπευτικά στην Πορτογαλία (23), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 525/92 του Συμβουλίου, της 25ης Φεβρουαρίου 1992, για την προσωρινή αντιστάθμιση των επιπτώσεων της υφιστάμενης κατάστασης στη Γιουγκοσλαβία στις μεταφορές ορισμένων νωπών οπωροκηπευτικών προέλευσης Ελλάδας (24), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3438/92 του Συμβουλίου, της 23ης Νοεμβρίου 1992, που προβλέπει ειδικά μέτρα για τη μεταφορά ορισμένων νωπών οπωροκηπευτικών καταγωγής Ελλάδας (25), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3816/92 του Συμβουλίου, της 28ης Δεκεμβρίου 1992, για την κατάργηση, στον τομέα των οπωροκηπευτικών, του αντισταθμιστικού μηχανισμού στις συναλλαγές ανάμεσα στην Ισπανία και τα υπόλοιπα κράτη μέλη, καθώς και συναφή μέτρα (26), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 742/93 του Συμβουλίου, της 17ης Μαρτίου 1993, για την κατάργηση, για τα οπωροκηπευτικά, του αντισταθμιστικού μηχανισμού στις συναλλαγές ανάμεσα στην Πορτογαλία και τα υπόλοιπα κράτη μέλη (27), κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 746/93 του Συμβουλίου, της 17ης Μαρτίου 1993, σχετικά με τη χορήγηση ενίσχυσης για την προώθηση της σύστασης και τη διευκόλυνση της λειτουργίας των οργανώσεων παραγωγών που προβλέπονται από τους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 1035/72 και (ΕΟΚ) αριθ. 1360/78 στην Πορτογαλία (28), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 399/94 του Συμβουλίου, της 21ης Φεβρουαρίου 1994, για ειδικές δράσεις υπέρ των σταφίδων (29), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2241/2001 του Συμβουλίου, της 15ης Νοεμβρίου 2001, για την τροποποίηση του αυτόνομου δασμού του κοινού δασμολογίου που επιβάλλεται στα σκόρδα που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 0703 20 00 (30), κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 545/2002 του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 2002, ο οποίος παρατείνει τη χρηματοδότηση σχεδίων βελτίωσης της ποιότητας και της εμπορίας ορισμένων καρπών με κέλυφος και χαρουπιών, τα οποία έχουν εγκριθεί βάσει του τίτλου ΙΙα του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1035/72, και προβλέπει ειδική ενίσχυση στα φουντούκια (31),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 τροποποιείται ως εξής:

1.

Το άρθρο 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όσον αφορά τον τομέα του οίνου εφαρμόζεται μόνο το άρθρο 195 του παρόντος κανονισμού.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Όσον αφορά τις πατάτες, νωπές ή διατηρημένες με απλή ψύξη του κωδικού ΣΟ 0701, εφαρμόζεται το μέρος IV κεφάλαιο II.»

2.

Στο άρθρο 3 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Για τα προϊόντα των τομέων των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών, οι περίοδοι εμπορίας καθορίζονται, εάν χρειάζεται, από την Επιτροπή.»

3.

Στο άρθρο 6 παράγραφος 2, το στοιχείο γ) διαγράφεται.

4.

Στο άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο ε), το σημείο ii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ii)

169,80 EUR ανά 100 kg για το αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη·».

5.

Στο άρθρο 10 παράγραφος 1, το στοιχείο στ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«στ)

αποκορυφωμένο γάλα σε σκόνη πρώτης ποιότητας που παρασκευάζεται από γάλα με τη μέθοδο του ραντισμού σε εγκεκριμένη επιχείρηση της Κοινότητας, με ελάχιστη περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες 34,0 % κατά βάρος επί του στερεού υπολείμματος χωρίς λίπος.».

6.

Το άρθρο 15 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 15

Βούτυρο

1.   Όσον αφορά το βούτυρο, η δημόσια παρέμβαση είναι ανοικτή κατά τη διάρκεια της περιόδου από 1ης Μαρτίου έως 31 Αυγούστου.

2.   Όταν οι ποσότητες που προσφέρονται στην παρέμβαση κατά τη διάρκεια της εν λόγω περιόδου υπερβαίνουν τους 30 000 τόνους, η Επιτροπή μπορεί να αναστέλλει τις αγορές από τη δημόσια παρέμβαση. Στην περίπτωση αυτή, οι αγορές μπορούν να πραγματοποιούνται με διαγωνισμό, βάσει όρων που καθορίζονται από την Επιτροπή.»

7.

Το άρθρο 22 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 22

Βούτυρο

Με την επιφύλαξη καθορισμού της τιμής παρέμβασης μέσω διαγωνισμού στην περίπτωση που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, η τιμή παρέμβασης για το βούτυρο ισούται προς το 90 % της τιμής αναφοράς.»

8.

Στο άρθρο 23 διαγράφεται η δεύτερη παράγραφος.

9.

Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο α) σημείο ii) της παραγράφου 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ii)

για εξαγωγή, είτε χωρίς περαιτέρω μεταποίηση, είτε μετά από μεταποίηση σε προϊόντα απαριθμούμενα στο παράρτημα Ι της συνθήκης ή σε εμπορεύματα απαριθμούμενα στο μέρος ΙΙΙ του παραρτήματος XX του παρόντος κανονισμού· ή»·

β)

στο στοιχείο α) της παραγράφου 2 προστίθεται:

«iii)

για τη βιομηχανική χρήση που προβλέπεται στο άρθρο 62.».

10.

Στο άρθρο 28, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

όσον αφορά:

i)

το μη αλατισμένο βούτυρο που παράγεται από κρέμα ή γάλα σε εγκεκριμένη επιχείρηση της Κοινότητας, ελάχιστης περιεκτικότητας κατά βάρος σε λιπαρές ουσίες βουτύρου 82 %, μέγιστης περιεκτικότητας κατά βάρος σε μη λιπαρό στερεό υπόλειμμα γάλακτος 2 % και μέγιστης περιεκτικότητας κατά βάρος σε νερό 16 %·

ii)

το αλατισμένο βούτυρο που παράγεται από κρέμα ή γάλα σε εγκεκριμένη επιχείρηση της Κοινότητας, ελάχιστης περιεκτικότητας κατά βάρος σε λιπαρές ουσίες βουτύρου 80 %, μέγιστης περιεκτικότητας κατά βάρος σε μη λιπαρό στερεό υπόλειμμα γάλακτος 2 %, μέγιστης περιεκτικότητας κατά βάρος σε νερό 16 % και μέγιστης περιεκτικότητας κατά βάρος σε αλάτι 2 %.»

11.

Το άρθρο 29 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 29

Όροι και ύψος της ενίσχυσης για το βούτυρο

Το ποσό της ενίσχυσης για το βούτυρο καθορίζεται από την Επιτροπή βάσει των δαπανών αποθεματοποίησης και της προβλεπόμενης εξέλιξης των τιμών νωπού βουτύρου και βουτύρου αποθεματοποίησης.

Εάν, κατά την έξοδο από τα αποθέματα, η αγορά έχει εξελιχθεί κατά δυσμενή και απρόβλεπτο τη στιγμή της εισόδου στα αποθέματα τρόπο, το ποσό της ενίσχυσης μπορεί να αυξηθεί.»

12.

Το άρθρο 31 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο δ) της παραγράφου 1 διαγράφεται·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή καθορίζει την ενίσχυση για ιδιωτική αποθεματοποίηση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 εκ των προτέρων ή μέσω διαγωνισμού.

Όσον αφορά τα τυριά που αναφέρονται στο στοιχείο ε) της παραγράφου 1, η ενίσχυση καθορίζεται με βάση τις δαπάνες αποθεματοποίησης και την ισορροπία που πρέπει να διατηρείται μεταξύ των τυριών για τα οποία χορηγείται ενίσχυση και άλλων τυριών που διατίθενται στην αγορά.».

13.

Το άρθρο 35 διαγράφεται.

14.

Στο άρθρο 50, οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Οι επιχειρήσεις ζάχαρης που δεν έχουν υπογράψει συμβάσεις παράδοσης πριν από την σπορά στην ελάχιστη τιμή για τα τεύτλα ποσόστωσης για ποσότητα τεύτλων ισοδύναμη με τη ζάχαρη για την οποία διαθέτουν ποσόστωση, προσαρμοσμένη, κατά περίπτωση, με τον συντελεστή προληπτικής απόσυρσης που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, υποχρεούνται να καταβάλλουν τουλάχιστον την ελάχιστη τιμή για τα τεύτλα ποσόστωσης, για όλα τα ζαχαρότευτλα που μεταποιούν σε ζάχαρη.

6.   Με την επιφύλαξη της έγκρισης του οικείου κράτους μέλους, οι διεπαγγελματικές συμφωνίες μπορούν να παρεκκλίνουν από τις παραγράφους 3, 4 και 5.».

15.

Το άρθρο 52 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 52

Απόσυρση ζάχαρης

1.   Για να διατηρηθεί η διαρθρωτική ισορροπία της αγοράς σε ένα επίπεδο τιμών κοντά στην τιμή αναφοράς και λαμβάνοντας υπόψη τις δεσμεύσεις της Κοινότητας που απορρέουν από τις συμφωνίες που συνήφθησαν σύμφωνα με το άρθρο 300 της συνθήκης, η Επιτροπή είναι δυνατόν να αποφασίσει να αποσύρει από την αγορά, για συγκεκριμένη περίοδο εμπορίας, τις ποσότητες ζάχαρης ή ισογλυκόζης που παράγονται βάσει ποσοστώσεων, οι οποίες υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.

2.   Το ανώτατο όριο απόσυρσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου υπολογίζεται, για κάθε επιχείρηση που διαθέτει ποσόστωση, πολλαπλασιάζοντας την ποσόστωσή της επί έναν συντελεστή ο οποίος καθορίζεται από την Επιτροπή το αργότερο στις 16 Μαρτίου της προηγούμενης περιόδου εμπορίας, βάσει των αναμενόμενων τάσεων στην αγορά. Για την περίοδο εμπορίας 2008/2009, ο εν λόγω συντελεστής εφαρμόζεται στην ποσόστωση μετά την αποποίηση ποσοστώσεων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 320/2006 η οποία χορηγείται το αργότερο στις 15 Μαρτίου 2008.

Βάσει των πλέον πρόσφατων τάσεων που επικρατούν στην αγορά, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει έως τις 31 Οκτωβρίου της σχετικής περιόδου εμπορίας είτε να αναπροσαρμόσει τον συντελεστή, είτε σε περίπτωση που δεν έχει ληφθεί τέτοια απόφαση σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, να καθορίσει συντελεστή.

3.   Κάθε επιχείρηση στην οποία έχει χορηγηθεί ποσόστωση αποθεματοποιεί με δικές της δαπάνες, έως την έναρξη της επόμενης περιόδου εμπορίας, τις ποσότητες ζάχαρης που παράγονται βάσει ποσόστωσης και οι οποίες υπερβαίνουν το ανώτατο όριο που υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2. Οι ποσότητες ζάχαρης ή ισογλυκόζης που αποσύρονται κατά τη διάρκεια μιας περιόδου εμπορίας θεωρούνται ως οι πρώτες ποσότητες που παράγονται βάσει της ποσόστωσης της επόμενης περιόδου εμπορίας.

Κατά παρέκκλιση από το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει, λαμβάνοντας υπόψη τις αναμενόμενες τάσεις της αγοράς ζάχαρης, να θεωρήσει, για την τρέχουσα ή/και την επόμενη περίοδο εμπορίας, το σύνολο ή μέρος της αποσυρόμενης ζάχαρης ή ισογλυκόζης ως:

α)

πλεόνασμα ζάχαρης ή πλεόνασμα ισογλυκόζης που διατίθεται για βιομηχανική ζάχαρη ή βιομηχανική ισογλυκόζη· ή

β)

προσωρινή ποσόστωση παραγωγής, ένα μέρος της οποίας μπορεί να προορίζεται μόνο για εξαγωγές στο πλαίσιο δεσμεύσεων της Κοινότητας οι οποίες απορρέουν από συμφωνίες που έχουν συναφθεί δυνάμει του άρθρου 300 της συνθήκης.

4.   Εάν ο εφοδιασμός της Κοινότητας σε ζάχαρη είναι ανεπαρκής, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ότι μια συγκεκριμένη ποσότητα της αποσυρθείσας ζάχαρης μπορεί να πωληθεί στην αγορά της Κοινότητας πριν από τη λήξη της περιόδου απόσυρσης.

5.   Σε περίπτωση που η αποσυρθείσα ζάχαρη θεωρείται ως η πρώτη παραγωγή ζάχαρης της επόμενης περιόδου εμπορίας, καταβάλλεται στους καλλιεργητές ζαχαρότευτλων η ελάχιστη τιμή της επόμενης περιόδου εμπορίας.

Σε περίπτωση που η αποσυρθείσα ζάχαρη μετατρέπεται σε βιομηχανική ζάχαρη ή εξάγεται σύμφωνα με τα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, δεν εφαρμόζοναι οι απαιτήσεις του άρθρου 49 για την ελάχιστη τιμή.

Σε περίπτωση που η αποσυρθείσα ζάχαρη πωλείται στην αγορά της Κοινότητας πριν από τη λήξη της περιόδου απόσυρσης σύμφωνα με την παράγραφο 4, καταβάλλεται στους καλλιεργητές ζαχαροτεύτλων η ελάχιστη τιμή της τρέχουσας περιόδου εμπορίας.».

16.

Παρεμβάλλεται το εξής άρθρο:

«Άρθρο 52α

Απόσυρση ζάχαρης κατά τις περιόδους εμπορίας 2008/2009 και 2009/2010

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 52 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, για τα κράτη μέλη για τα οποία η εθνική ποσόστωση ζάχαρης μειώθηκε ως αποτέλεσμα αποποίησης ποσοστώσεων σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4α παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 320/2006, ο συντελεστής καθορίζεται από την Επιτροπή για τις περιόδους εμπορίας 2008/2009 και 2009/2010 κατ’ εφαρμογή του παραρτήματος VΙΙγ του παρόντος κανονισμού.

2.   Επιχείρηση η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 320/2006, αποποιείται, με ισχύ από την επόμενη περίοδο εμπορίας, τη συνολική ποσόστωση που της έχει χορηγηθεί, κατόπιν αιτήματός της δεν υπόκειται στην εφαρμογή των συντελεστών που αναφέρονται στο άρθρο 52 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Το εν λόγω αίτημα υποβάλλεται πριν από τη λήξη της περιόδου εμπορίας στην οποία εφαρμόζεται η απόσυρση.».

17.

Το άρθρο 59 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 59

Διαχείριση ποσοστώσεων

1.   Η Επιτροπή αναπροσαρμόζει τις ποσοστώσεις που ορίζονται στο παράρτημα VΙ έως τις 30 Απριλίου 2008 για την περίοδο εμπορίας 2008/2009 και έως τις 28 Φεβρουαρίου 2009 και 2010 για τις περιόδους εμπορίας 2009/2010 και 2010/2011 αντιστοίχως. Οι αναπροσαρμογές προκύπτουν από την εφαρμογή της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και του άρθρου 58 του παρόντος κανονισμού, καθώς και των άρθρων 3 και 4α παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 320/2006.

2.   Λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα του καθεστώτος αναδιάρθρωσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 320/2006, η Επιτροπή αποφασίζει, το αργότερο έως τις 28 Φεβρουαρίου 2010, το κοινό ποσοστό κατά το οποίο πρέπει να μειωθούν οι υφιστάμενες ποσοστώσεις ζάχαρης και ισογλυκόζης ανά κράτος μέλος ή περιφέρεια, με σκοπό να αποφευχθεί η διατάραξη της ισορροπίας της αγοράς κατά τις περιόδους εμπορίας από το 2010/2011 και μετά. Τα κράτη μέλη αναπροσαρμόζουν αναλόγως την ποσόστωση κάθε επιχείρησης.

Κατά παρέκκλιση του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, για τα κράτη μέλη για τα οποία η εθνική ποσόστωση έχει μειωθεί ως αποτέλεσμα αποποίησης ποσοστώσεων σύμφωνα με τα άρθρα 3 και 4α παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 320/2006, η Επιτροπή καθορίζει το ποσοστό κατ’ εφαρμογή του παραρτήματος VΙΙα του παρόντος κανονισμού. Τα εν λόγω κράτη μέλη αναπροσαρμόζουν για κάθε επιχείρηση στην επικράτειά τους που διαθέτει ποσόστωση, το ποσοστό σύμφωνα με το παράρτημα VΙΙβ του παρόντος κανονισμού.

Τα πρώτο και το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται στις εξόχως απόκεντρες περιοχές που προβλέπονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της συνθήκης.».

18.

Το άρθρο 60 τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 60

Ανακατανομή εθνικών ποσοστώσεων και μείωση ποσοστώσεων»·

β)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ένα κράτος μέλος μπορεί να μειώσει την ποσόστωση ζάχαρης ή ισογλυκόζης που έχει χορηγηθεί σε επιχείρηση εγκατεστημένη στην επικράτειά του κατά 10 % το πολύ για την περίοδο εμπορίας 2008/2009 και την επόμενη, σεβόμενο παράλληλα την ελευθερία των επιχειρήσεων να συμμετέχουν στους μηχανισμούς που καθιερώθηκαν δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 320/2006. Κατά τη μείωση αυτή, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν αντικειμενικά κριτήρια που δεν εισάγουν διακρίσεις.»·

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, όταν εφαρμόζεται το άρθρο 4α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 320/2006, τα κράτη μέλη αναπροσαρμόζουν την ποσόστωση ζάχαρης που έχει χορηγηθεί στην ενδιαφερόμενη επιχείρηση εφαρμόζοντας τη μείωση που καθορίζεται στην παράγραφο 4 του εν λόγω άρθρου, εντός του ορίου του ποσοστού που καθορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.».

19.

Το άρθρο 64 στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

ζάχαρης και ισογλυκόζης οι οποίες αποσύρονται από την αγορά σύμφωνα με τα άρθρα 52 και 52α και για τις οποίες δεν πληρούνται οι υποχρεώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 52 παράγραφος 3.».

20.

Στο άρθρο 101, τα στοιχεία β) έως ε) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

από τους παραγωγούς ειδών ζαχαροπλαστικής και παγωτών·

γ)

από τους παραγωγούς άλλων τροφίμων που καθορίζονται από την Επιτροπή·

δ)

για την άμεση κατανάλωση συμπυκνωμένου βουτύρου.».

21.

Το άρθρο 102 παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η κοινοτική ενίσχυση ανέρχεται σε 18,15 EUR/100 kg για όλες τις κατηγορίες γάλακτος.

Για τα άλλα επιλέξιμα γαλακτοκομικά προϊόντα, τα ποσά της ενίσχυσης καθορίζονται λαμβάνοντας υπόψη τα γαλακτικά συστατικά του εκάστοτε προϊόντος.».

22.

Στο μέρος II τίτλος I κεφάλαιο IV τμήμα IV, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:

«Τμήμα IVα

Ενισχύσεις στον τομέα των οπωροκηπευτικών

Υποτμήμα Ι

Ομάδες παραγωγών

Άρθρο 103α

Ενισχύσεις σε ομάδες παραγωγών

1.   Κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που παραχωρείται σύμφωνα με το άρθρο 125ε, τα κράτη μέλη μπορούν να χορηγούν στις ομάδες παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών που έχουν συσταθεί, με σκοπό την αναγνώρισή τους ως οργάνωσης παραγωγών:

α)

ενισχύσεις που αποβλέπουν στην ενθάρρυνση της σύστασής τους και στη διευκόλυνση της διοικητικής λειτουργίας τους·

β)

ενισχύσεις, απευθείας ή μέσω πιστωτικών ιδρυμάτων, για την κάλυψη μέρους των αναγκαίων για την αναγνώριση επενδύσεων που εμφαίνονται στο σχέδιο αναγνώρισης το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 125ε παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο.

2.   Οι ενισχύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 επιστρέφονται από την Κοινότητα σύμφωνα με τους κανόνες που πρόκειται να θεσπίσει η Επιτροπή για τη χρηματοδότηση των εν λόγω μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των κατωτάτων και των ανωτάτων ορίων και της έκτασης της κοινοτικής χρηματοδότησης.

3.   Οι ενισχύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) καθορίζονται για κάθε ομάδα παραγωγών βάσει της παραγωγής τους που διατίθεται στο εμπόριο και ανέρχονται, κατά το πρώτο, το δεύτερο, το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο έτος στο:

α)

10 %, 10 %, 8 %, 6 % και 4 % αντιστοίχως της αξίας της παραγωγής που διατίθεται στο εμπόριο στα κράτη μέλη τα οποία προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004 ή μετέπειτα· και

β)

5 %, 5 %, 4 %, 3 % και 2 %, αντιστοίχως της αξίας της παραγωγής που διατίθεται στο εμπόριο στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Κοινότητας οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της συνθήκης ή στα μικρά νησιά του Αιγαίου Πελάγους που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1405/2006 του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2006, σχετικά με τον καθορισμό ειδικών μέτρων για τη γεωργία στα μικρά νησιά του Αιγαίου (32).

Τα ποσοστά αυτά μπορούν να μειώνονται ανάλογα με την αξία της παραγωγής που διατίθεται στο εμπόριο η οποία υπερβαίνει ένα κατώτατο όριο. Στις ενισχύσεις που καταβάλλονται κατά τη διάρκεια ενός συγκεκριμένου έτους σε μια ομάδα παραγωγών είναι δυνατόν να εφαρμόζεται ανώτατο όριο.

Υποτμήμα II

Επιχειρησιακά ταμεία και επιχειρησιακά προγράμματα

Άρθρο 103β

Επιχειρησιακά ταμεία

1.   Οι οργανώσεις παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών μπορούν να συστήσουν ένα επιχειρησιακό ταμείο. Το ταμείο χρηματοδοτείται από:

α)

χρηματικές εισφορές των μελών ή από την ίδια την οργάνωση παραγωγών·

β)

κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή που είναι δυνατόν να χορηγείται στις οργανώσεις παραγωγών.

2.   Τα επιχειρησιακά ταμεία χρησιμοποιούνται μόνο για τη χρηματοδότηση επιχειρησιακών προγραμμάτων που εγκρίνουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 103ζ.

Άρθρο 103γ

Επιχειρησιακά προγράμματα

1.   Τα επιχειρησιακά προγράμματα του τομέα οπωροκηπευτικών έχουν δύο ή περισσότερους από τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 122 στοιχείο γ) ή από τους ακόλουθους στόχους:

α)

προγραμματισμός της παραγωγής·

β)

βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων·

γ)

προώθηση της εμπορικής αξίας των προϊόντων·

δ)

προώθηση των προϊόντων, νωπών ή μεταποιημένων·

ε)

περιβαλλοντικά μέτρα και μέθοδοι παραγωγής φιλικές προς το περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της βιολογικής γεωργίας·

στ)

πρόληψη και διαχείριση κρίσεων.

2.   Η πρόληψη και διαχείριση κρίσεων συνίσταται στην αποφυγή και στην αντιμετώπιση κρίσεων στις αγορές οπωροκηπευτικών και καλύπτει στο πλαίσιο αυτό:

α)

την απόσυρση από την αγορά·

β)

την πρώιμη συγκομιδή ή τη μη συγκομιδή οπωροκηπευτικών·

γ)

ενέργειες προώθησης και επικοινωνίας·

δ)

μέτρα κατάρτισης·

ε)

την ασφάλιση της συγκομιδής·

στ)

την παροχή στήριξης για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών για τη σύσταση ταμείων αλληλοβοήθειας.

Τα μέτρα πρόληψης και διαχείρισης κρίσεων, συμπεριλαμβανομένης της αποπληρωμής του κεφαλαίου και των τόκων η οποία αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο, δεν πρέπει να περιλαμβάνουν περισσότερο από το ένα τρίτο των δαπανών του επιχειρησιακού προγράμματος.

Για τη χρηματοδότηση μέτρων πρόληψης και διαχείρισης κρίσεων, οι οργανώσεις παραγωγών μπορούν να δανείζονται με εμπορικούς όρους. Σε αυτή την περίπτωση, η αποπληρωμή του κεφαλαίου και των τόκων των δανείων αυτών μπορεί να αποτελεί μέρος του επιχειρησιακού προγράμματος και, επομένως, μπορεί να είναι επιλέξιμη για κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή δυνάμει του άρθρου 103δ. Οιαδήποτε συγκεκριμένη δράση για την πρόληψη και τη διαχείριση κρίσεων χρηματοδοτείται είτε από τα δάνεια αυτά είτε απευθείας, όχι όμως και με τους δύο τρόπους.

3.   Τα κράτη μέλη ορίζουν ότι:

α)

τα επιχειρησιακά προγράμματα περιλαμβάνουν δύο ή περισσότερες περιβαλλοντικές δράσεις· ή

β)

το 10 % τουλάχιστον των δαπανών δυνάμει των επιχειρησιακών προγραμμάτων καλύπτει περιβαλλοντικές δράσεις.

Οι περιβαλλοντικές δράσεις τηρούν τις απαιτήσεις για γεωργοπεριβαλλοντικές ενισχύσεις που προβλέπονται στο άρθρο 39 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 του Συμβουλίου, της 20ής Σεπτεμβρίου 2005, για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) (33).

Όταν το 80 % τουλάχιστον των παραγωγών που είναι μέλη μιας οργάνωσης παραγωγών υπόκειται σε μία ή περισσότερες ταυτόσημες γεωργοπεριβαλλοντικές δεσμεύσεις δυνάμει της εν λόγω διάταξης, η καθεμία από τις δεσμεύσεις αυτές θεωρείται περιβαλλοντική δράση όπως αναφέρεται στο στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου.

Η στήριξη των περιβαλλοντικών δράσεων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο καλύπτει τις πρόσθετες δαπάνες και την απώλεια εισοδήματος που απορρέει από τη δράση.

4.   Η παράγραφος 3 εφαρμόζεται στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία μόνον από 1ης Ιανουαρίου 2011.

5.   Επενδύσεις που αυξάνουν την πίεση που ασκείται στο περιβάλλον επιτρέπονται μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες λαμβάνονται αποτελεσματικά μέτρα για τη διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος από τις εν λόγω πιέσεις.

Άρθρο 103δ

Κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή

1.   Η κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή ισούται με το ποσό των χρηματικών εισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 103β παράγραφος 1 στοιχείο α) και έχουν όντως καταβληθεί, αλλά περιορίζεται στο 50 % του ποσού των δαπανών που έχουν όντως πραγματοποιηθεί.

2.   Η κοινοτική χρηματοδοτική συνδρομή δεν υπερβαίνει το 4,1 % της αξίας της παραγωγής που διαθέτει στο εμπόριο κάθε οργάνωση παραγωγών.

Ωστόσο, το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξάνεται στο 4,6 % της αξίας της παραγωγής που διατίθεται στο εμπόριο υπό τον όρο ότι το ποσό που υπερβαίνει το 4,1 % της αξίας της παραγωγής που διατίθεται στο εμπόριο χρησιμοποιείται αποκλειστικά για μέτρα πρόληψης και διαχείρισης κρίσεων.

3.   Κατόπιν σχετικού αιτήματος μιας οργάνωσης παραγωγών, το ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ανέρχεται σε 60 % για ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα ή μέρος επιχειρησιακού προγράμματος που πληροί τουλάχιστον μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

υποβάλλεται από περισσότερες της μίας οργανώσεις παραγωγών της Κοινότητας που αναπτύσσουν δραστηριότητες σε διαφορετικά κράτη μέλη στο πλαίσιο διακρατικών δράσεων·

β)

υποβάλλεται από μία ή περισσότερες οργανώσεις παραγωγών για δράσεις που υλοποιούνται σε επίπεδο διεπαγγελματικής οργάνωσης·

γ)

καλύπτει αποκλειστικά την παροχή ειδικής στήριξης για την παραγωγή βιολογικών προϊόντων, η οποία εμπίπτει, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2008, στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 του Συμβουλίου, της 24ης Ιουνίου 1991, περί του βιολογικού τρόπου παραγωγής γεωργικών προϊόντων και των σχετικών ενδείξεων στα γεωργικά προϊόντα και στα είδη διατροφής (34) και, από την 1η Ιανουαρίου 2009 και μετά, στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 2007, για τη βιολογική παραγωγή και την επισήμανση των βιολογικών προϊόντων (35) ·

δ)

υποβάλλεται από οργάνωση παραγωγών σε ένα από τα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004 ή μετέπειτα και αφορά μέτρα που ολοκληρώνονται το αργότερο έως τα τέλη του 2013·

ε)

είναι το πρώτο που υποβάλλεται από αναγνωρισμένη οργάνωση παραγωγών που έχει συγχωνευθεί με άλλη αναγνωρισμένη οργάνωση παραγωγών·

στ)

είναι το πρώτο που υποβάλλεται από αναγνωρισμένη ένωση οργανώσεων παραγωγών·

ζ)

υποβάλλεται από οργανώσεις παραγωγών σε κράτη μέλη στα οποία η παραγωγή οπωροκηπευτικών που διατίθεται στο εμπόριο μέσω οργανώσεων παραγωγών αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 20 % της συνολικής παραγωγής·

η)

υποβάλλεται από οργάνωση παραγωγών σε μία από τις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Κοινότητας·

θ)

καλύπτει αποκλειστικά την παροχή ειδικής στήριξης για δράσεις προώθησης της κατανάλωσης οπωροκηπευτικών με στόχο τα παιδιά σε εκπαιδευτικά ιδρύματα.

4.   Το ποσοστό που προβλέπεται στην παράγραφο 1 ανέρχεται σε 100 % στην περίπτωση αποσύρσεων οπωροκηπευτικών από την αγορά οι οποίες δεν υπερβαίνουν το 5 % του όγκου της παραγωγής που διαθέτει στο εμπόριο κάθε οργάνωση παραγωγών και τα οποία διατέθηκαν με:

α)

δωρεάν διανομή σε φιλανθρωπικές οργανώσεις και ιδρύματα που εγκρίνονται για το σκοπό αυτό από τα κράτη μέλη, για τις δραστηριότητές τους υπέρ ατόμων στα οποία η εθνική νομοθεσία χορηγεί δικαίωμα δημόσιας αρωγής, ιδίως επειδή στερούνται επαρκών πόρων για τη συντήρησή τους·

β)

δωρεάν διανομή σε σωφρονιστικά ιδρύματα, σε σχολεία και δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα, σε παιδικές κατασκηνώσεις καθώς και σε νοσοκομεία και γηροκομεία που ορίζονται από τα κράτη μέλη, τα οποία λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι ποσότητες που διανέμονται στο πλαίσιο αυτό είναι συμπληρωματικές εκείνων που αγοράζουν κανονικά τα εν λόγω ιδρύματα.

Άρθρο 103ε

Εθνική χρηματοδοτική συνδρομή

1.   Στις περιφέρειες των κρατών μελών στις οποίες ο βαθμός οργάνωσης των παραγωγών του τομέα των οπωροκηπευτικών είναι ιδιαίτερα χαμηλός, η Επιτροπή μπορεί να επιτρέπει στα κράτη μέλη, κατόπιν δεόντως αιτιολογημένης αίτησης, να χορηγούν στις οργανώσεις παραγωγών εθνική χρηματοδοτική συνδρομή ίση προς το 80 % κατ’ ανώτατο όριο των χρηματικών εισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 103β παράγραφος 1 στοιχείο α). Η συνδρομή αυτή προστίθεται στο επιχειρησιακό ταμείο. Στις περιφέρειες των κρατών μελών στις οποίες οι οργανώσεις παραγωγών διαθέτουν στο εμπόριο λιγότερο από το 15 % της αξίας της παραγωγής οπωροκηπευτικών και στις οποίες η παραγωγή οπωροκηπευτικών αντιστοιχεί στο 15 % τουλάχιστον της συνολικής γεωργικής παραγωγής τους, η συνδρομή που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο είναι δυνατόν να επιστρέφεται από την Κοινότητα κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους.

2.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 180 του παρόντος κανονισμού, τα άρθρα 87, 88 και 89 της συνθήκης δεν εφαρμόζονται στην εθνική χρηματοδοτική συνδρομή που εγκρίνεται κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 1.

Άρθρο 103στ

Εθνικό πλαίσιο και εθνική στρατηγική για τα επιχειρησιακά προγράμματα

1.   Τα κράτη μέλη καταρτίζουν εθνικό πλαίσιο για την εκπόνηση των γενικών όρων για τις δράσεις που αναφέρονται στο άρθρο 103γ παράγραφος 3. Το πλαίσιο αυτό προβλέπει ιδίως ότι οι δράσεις αυτές πρέπει να πληρούν τις κατάλληλες απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων σχετικά με τη συμπληρωματικότητα, τη συνέπεια και τη συμμόρφωση που προβλέπονται στο άρθρο 5 του ιδίου κανονισμού.

Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν το προτεινόμενο πλαίσιό τους στην Επιτροπή, η οποία μπορεί να απαιτήσει τροποποίησή του εντός τριών μηνών, εάν διαπιστώσει ότι η πρόταση δεν επιτρέπει την επίτευξη των στόχων που καθορίζονται στο άρθρο 174 της συνθήκης και στο έκτο κοινοτικό πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον (36). Οι επενδύσεις σε μεμονωμένες εκμεταλλεύσεις στις οποίες παρέχεται στήριξη στο πλαίσιο επιχειρησιακών προγραμμάτων πρέπει επίσης να τηρούν τους εν λόγω στόχους.

2.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν εθνική στρατηγική για βιώσιμα επιχειρησιακά προγράμματα στον τομέα των οπωροκηπευτικών. Η στρατηγική αυτή περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

ανάλυση της κατάστασης από πλευράς ισχυρών και ασθενών σημείων και δυνατότητας ανάπτυξης·

β)

αιτιολόγηση των επιλεγόμενων προτεραιοτήτων·

γ)

τους στόχους των επιχειρησιακών προγραμμάτων και μέσων, καθώς και δείκτες επιδόσεων·

δ)

αξιολόγηση των επιχειρησιακών προγραμμάτων·

ε)

υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων από τις οργανώσεις παραγωγών.

Η εθνική στρατηγική ενσωματώνει επίσης το εθνικό πλαίσιο που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.   Οι παράγραφοι 1 και 2 δεν εφαρμόζονται στα κράτη μέλη που δεν διαθέτουν αναγνωρισμένες οργανώσεις παραγωγών.

Άρθρο 103ζ

Έγκριση επιχειρησιακών προγραμμάτων

1.   Τα σχέδια επιχειρησιακών προγραμμάτων υποβάλλονται στις αρμόδιες εθνικές αρχές, οι οποίες είτε τα εγκρίνουν είτε τα απορρίπτουν ή ζητούν την τροποποίησή τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος υποτμήματος.

2.   Οι οργανώσεις παραγωγών κοινοποιούν στο κράτος μέλος το προβλεπόμενο ποσό του επιχειρησιακού ταμείου για κάθε έτος και υποβάλλουν τα σχετικά δικαιολογητικά που βασίζονται στις προβλέψεις του επιχειρησιακού προγράμματος, τις δαπάνες του τρέχοντος έτους και, ενδεχομένως, τις δαπάνες των προηγούμενων ετών και, εφόσον απαιτείται, τις εκτιμήσεις των ποσοτήτων παραγωγής του επόμενου έτους.

3.   Το κράτος μέλος κοινοποιεί στην οργάνωση παραγωγών ή στην ένωση οργανώσεων παραγωγών το προβλεπόμενο ποσό της κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής, σύμφωνα με τα όρια που καθορίζονται στο άρθρο 103δ.

4.   Οι εκταμιεύσεις της κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής διενεργούνται βάσει των δαπανών που πραγματοποιούνται για τις δράσεις που καλύπτονται από το επιχειρησιακό πρόγραμμα. Όσον αφορά τις ίδιες δράσεις, είναι δυνατόν να χορηγούνται προκαταβολές υπό την προϋπόθεση κατάθεσης εγγύησης.

5.   Η οργάνωση παραγωγών κοινοποιεί στο κράτος μέλος το οριστικό ποσό των δαπανών του προηγούμενου έτους, συνοδευόμενο από τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, για να λάβει το υπόλοιπο της κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής.

6.   Τα επιχειρησιακά προγράμματα και η χρηματοδότησή τους από τους παραγωγούς και τις οργανώσεις παραγωγών, αφενός, και από τα κοινοτικά ταμεία, αφετέρου, είναι ελάχιστης διάρκειας τριών ετών και μέγιστης διάρκειας πέντε ετών.

Άρθρο 103η

Εκτελεστικοί κανόνες

Η Επιτροπή θεσπίζει τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του παρόντος τμήματος, προσδιορίζοντας ιδίως:

α)

τους κανόνες για τη χρηματοδότηση των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 103α, συμπεριλαμβανομένων των κατωτάτων και των ανωτάτων ορίων και της έκτασης της κοινοτικής συγχρηματοδότησης των ενισχύσεων·

β)

το ποσοστό επιστροφής της χρηματοδότησης των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 103ε παράγραφος 1, και τους σχετικούς κανόνες·

γ)

τους κανόνες για τις επενδύσεις σε μεμονωμένες εκμεταλλεύσεις·

δ)

τις ημερομηνίες για τις ανακοινώσεις και τις κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 103ζ·

ε)

διατάξεις για μερική καταβολή της κοινοτικής χρηματοδοτικής συνδρομής που αναφέρεται στο άρθρο 103ζ.

23.

Το άρθρο 113 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η Επιτροπή μπορεί να προβλέψει πρότυπα εμπορίας για ένα ή περισσότερα από τα προϊόντα των ακόλουθων τομέων:

α)

του ελαιόλαδου και των επιτραπέζιων ελιών, όσον αφορά τα προϊόντα που αναφέρονται στο παράρτημα I μέρος VII στοιχείο α)·

β)

των οπωροκηπευτικών·

γ)

των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών·

δ)

της μπανάνας·

ε)

των ζώντων φυτών.»·

β)

η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

το στοιχείο α) τροποποιείται ως εξής:

iα)

το σημείο iii) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«iii)

του συμφέροντος των καταναλωτών να λαμβάνουν επαρκείς και διαφανείς πληροφορίες για τα προϊόντα, μεταξύ άλλων όσον αφορά τα προϊόντα των τομέων των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών, τη χώρα καταγωγής, την κατηγορία και, κατά περίπτωση, την ποικιλία (ή τον εμπορικό τύπο) του προϊόντος·»·

iβ)

προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«v)

όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών, των τυποποιημένων συστάσεων της Οικονομικής Eπιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Eυρώπη (UN/ECE).»·

ii)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

μπορούν ειδικότερα να αφορούν την ποιότητα, την κατάταξη σε κατηγορίες, το βάρος, το μέγεθος, την πρώτη και τη δεύτερη συσκευασία, την αποθήκευση, τη μεταφορά, την παρουσίαση, την εμπορία, την καταγωγή και την επισήμανση.»

24.

Μετά το άρθρο 113 παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 113α

Πρόσθετες απαιτήσεις για την εμπορία των προϊόντων του τομέα των οπωροκηπευτικών

1.   Τα προϊόντα του τομέα των οπωροκηπευτικών τα οποία προορίζονται να πωληθούν νωπά στον καταναλωτή επιτρέπεται να διατίθενται στην αγορά μόνον εάν είναι υγιή, ανόθευτα και σύμφωνα με τα συναλλακτικά ήθη, και εφόσον αναφέρεται η χώρα καταγωγής.

2.   Τα πρότυπα εμπορίας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και στα στοιχεία β) και γ) του άρθρου 113 παράγραφος 1 εφαρμόζονται σε όλα τα στάδια εμπορίας συμπεριλαμβανομένων των εισαγωγών και των εξαγωγών εκτός εάν η Επιτροπή ορίζει διαφορετικά.

3.   Ο κάτοχος προϊόντων των τομέων των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών που καλύπτονται από τα πρότυπα εμπορίας δεν επιτρέπεται να εκθέτει τα προϊόντα αυτά ούτε να τα προσφέρει προς πώληση, να τα παραδίδει ή να τα εμπορεύεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο εντός της Κοινότητας παρά μόνον σύμφωνα με τα πρότυπα αυτά, και είναι υπεύθυνος για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης αυτής.

4.   Συμπληρωματικά προς το άρθρο 113 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, και με την επιφύλαξη τυχόν ειδικών διατάξεων που ενδεχομένως θεσπίσει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 194, ιδίως για τη συνεκτική εφαρμογή, από τα κράτη μέλη, των ελέγχων συμμόρφωσης, τα κράτη μέλη ελέγχουν επιλεκτικά, όσον αφορά τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών, με βάση ανάλυση κινδύνου, εάν τα σχετικά προϊόντα συμμορφώνονται προς τα αντίστοιχα πρότυπα εμπορίας. Οι έλεγχοι αυτοί εστιάζονται στο στάδιο πριν από την αναχώρηση από τις περιοχές παραγωγής, κατά τη συσκευασία ή τη φόρτωση των προϊόντων. Για τα προϊόντα τρίτων χωρών, οι έλεγχοι διενεργούνται πριν από τη διάθεση σε ελεύθερη κυκλοφορία.

Άρθρο 113β

Εμπορία κρέατος βοοειδών ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών

1.   Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 42 παράγραφος 1 στοιχείο α) και παράγραφος 2 και του παραρτήματος V στοιχείο A, οι προϋποθέσεις που θεσπίζονται στο παράρτημα XΙα, ιδίως οι ονομασίες πώλησης που πρέπει να χρησιμοποιούνται και οι οποίες παρατίθενται στο σημείο III, εφαρμόζονται για το κρέας βοοειδών ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών τα οποία σφάζονται την 1η Ιουλίου 2008 ή αργότερα, ανεξαρτήτως του εάν παράγεται εντός της Κοινότητας ή εισάγεται από τρίτες χώρες.

Ωστόσο, το κρέας ζώων ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών τα οποία εσφάγησαν πριν από την 1η Ιουλίου 2008 μπορεί να εξακολουθήσει να διατίθεται στο εμπόριο χωρίς να πληροί τις προϋποθέσεις που θεσπίζονται στο παράρτημα XΙα.

2.   Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν εφαρμόζονται στο κρέας βοοειδών για το οποίο καταχωρίστηκε προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 510/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Μαρτίου 2006, για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων (37), πριν από τις 29 Ιουνίου 2007.

25.

Το άρθρο 121 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

τα πρότυπα εμπορίας που αναφέρονται στα άρθρα 113 και 113α, συμπεριλαμβανομένων κανόνων που αφορούν:

i)

τις παρεκκλίσεις ή απαλλαγές από την εφαρμογή των προτύπων·

ii)

την παρουσίαση των ενδείξεων που απαιτούνται από τα πρότυπα, καθώς και για την εμπορία και επισήμανση·

iii)

την εφαρμογή των προτύπων στα προϊόντα που εισάγονται στην Κοινότητα ή στα προϊόντα που εξάγονται από αυτή·

iv)

όσον αφορά το άρθρο 113α παράγραφος 1, τον ορισμό του προϊόντος που θεωρείται υγιές, ανόθευτο και σύμφωνο με τα συναλλακτικά ήθη.»·

β)

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«ι)

όσον αφορά τις προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται κατά την εμπορία κρέατος ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών σύμφωνα με το άρθρο 113β:

i)

τις πρακτικές λεπτομέρειες για την ένδειξη του γράμματος αναγνώρισης της κατηγορίας που ορίζεται στο παράρτημα XΙα σημείο ΙΙ, όσον αφορά τη θέση και το μέγεθος των χρησιμοποιούμενων χαρακτήρων·

ii)

την εισαγωγή κρέατος από τρίτες χώρες που αναφέρεται στο παράρτημα XΙα σημείο VIII, όσον αφορά τις μεθόδους εξακρίβωσης της συμμόρφωσης προς τον παρόντα κανονισμό.»·

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«Η Επιτροπή μπορεί να τροποποιήσει το μέρος B του πίνακα που παρατίθεται στο παράρτημα XΙα σημείο III παράγραφος 2.».

26.

Το άρθρο 122 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

αποτελούνται από παραγωγούς ενός εκ των ακόλουθων τομέων:

i)

του τομέα του λυκίσκου·

ii)

του τομέα του ελαιόλαδου και επιτραπέζιων ελιών·

iii)

του τομέα των οπωροκηπευτικών όσον αφορά γεωργούς που καλλιεργούν ένα ή περισσότερα προϊόντα του εν λόγω τομέα ή/και προϊόντα τα οποία προορίζονται αποκλειστικά για μεταποίηση·

iv)

του τομέα των μεταξοσκωλήκων·».

β)

Το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

επιδιώκουν συγκεκριμένο σκοπό, ο οποίος μπορεί ιδίως να περιλαμβάνει, ή, όσον αφορά τον τομέα των οπωροκηπευτικών, περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους στόχους:

i)

την εξασφάλιση ότι η παραγωγή είναι προγραμματισμένη και προσαρμοσμένη στη ζήτηση, ιδίως από άποψη ποσότητας και ποιότητας·

ii)

τη συγκέντρωση της προσφοράς και τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων που παράγονται από τα μέλη τους·

iii)

τη βελτιστοποίηση του κόστους παραγωγής και τη σταθεροποίηση των τιμών παραγωγού.».

27.

Το άρθρο 123 τροποποιείται ως εξής:

α)

η πρώτη παράγραφος γίνεται παράγραφος 1·

β)

η δεύτερη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Όταν οι διεπαγγελματικές οργανώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ασκούν τις δραστηριότητές τους στο έδαφος περισσοτέρων του ενός κρατών μελών, η αναγνώριση χορηγείται από την Επιτροπή χωρίς τη συνδρομή της επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 195 παράγραφος 1.»·

γ)

προστίθεται η εξής παράγραφος:

«3.   Συμπληρωματικά προς την παράγραφο 1, τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν επίσης τις διεπαγγελματικές οργανώσεις οι οποίες:

α)

αποτελούνται από εκπροσώπους οικονομικών δραστηριοτήτων που αφορούν την παραγωγή ή/και την εμπορία ή/και τη μεταποίηση των προϊόντων του τομέα των οπωροκηπευτικών·

β)

συγκροτούνται με πρωτοβουλία όλων ή ορισμένων από τις οργανώσεις ή ενώσεις από τις οποίες αποτελούνται·

γ)

ασκούν δύο ή περισσότερες από τις ακόλουθες δραστηριότητες, σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών:

i)

βελτίωση των γνώσεων και της διαφάνειας όσον αφορά την παραγωγή και την αγορά·

ii)

διευκόλυνση του συντονισμού της διάθεσης των οπωροκηπευτικών στην αγορά, ιδίως με έρευνες και μελέτες αγοράς·

iii)

κατάρτιση υποδειγμάτων συμβάσεων που είναι σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες·

iv)

πληρέστερη αξιοποίηση του δυναμικού των παραγόμενων οπωροκηπευτικών·

v)

παροχή των πληροφοριών και διεξαγωγή των ερευνών που είναι αναγκαίες για τον προσανατολισμό της παραγωγής προς προϊόντα που ανταποκρίνονται περισσότερο στις απαιτήσεις της αγοράς και στις προτιμήσεις και προσδοκίες των καταναλωτών, ιδίως όσον αφορά την ποιότητα των προϊόντων και την προστασία του περιβάλλοντος·

vi)

αναζήτηση μεθόδων περιορισμού της χρήσης φυτοπροστατευτικών προϊόντων και άλλων εισροών και διασφάλιση της ποιότητας των προϊόντων καθώς και της προστασίας του εδάφους και των υδάτων·

vii)

ανάπτυξη μεθόδων και μέσων για τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων·

viii)

αξιοποίηση του δυναμικού και προστασία της βιολογικής γεωργίας και των ονομασιών προέλευσης, των σημάτων ποιότητας και των γεωγραφικών ενδείξεων·

ix)

προώθηση μεθόδων ολοκληρωμένης παραγωγής ή άλλων μεθόδων παραγωγής φιλικών προς το περιβάλλον·

x)

θέσπιση, όσον αφορά τους κανόνες παραγωγής και εμπορίας που αναφέρονται στα σημεία 2 και 3 του παραρτήματος XVΙα, κανόνων αυστηρότερων από τους κοινοτικούς ή τους εθνικούς κανόνες.».

28.

Στο μέρος II τίτλος II κεφάλαιο II τμήμα I, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:

«Τμήμα IA

Κανόνες για τις οργανώσεις παραγωγών και τις διεπαγγελματικές οργανώσεις και τις ομάδες παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών

Υποτμήμα Ι

Καταστατικό και αναγνώριση των οργανώσεων παραγωγών

Άρθρο 125α

Καταστατικό των οργανώσεων παραγωγών

1.   Το καταστατικό της οργάνωσης παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών υποχρεώνει ιδίως τους παραγωγούς μέλη:

α)

να εφαρμόζουν τους κανόνες που θεσπίζει η οργάνωση παραγωγών όσον αφορά την παροχή σχετικών με την παραγωγή πληροφοριών, την παραγωγή, την εμπορία και την προστασία του περιβάλλοντος·

β)

να είναι μέλη μιας μόνο οργάνωσης παραγωγών όσον αφορά την παραγωγή οποιουδήποτε προϊόντος από εκείνα που απαριθμούνται στο άρθρο 122 στοιχείο α) σημείο iii) από μία δεδομένη εκμετάλλευση·

γ)

να διαθέτουν στο εμπόριο το σύνολο της σχετικής παραγωγής τους μέσω της οργάνωσης παραγωγών·

δ)

να παρέχουν τις πληροφορίες που ζητούνται από την οργάνωση παραγωγών για στατιστικούς σκοπούς, ιδίως όσον αφορά τις καλλιεργούμενες εκτάσεις, τις συγκομισθείσες ποσότητες, τις αποδόσεις και τις απευθείας πωλήσεις·

ε)

να καταβάλλουν τις χρηματικές εισφορές που προβλέπονται από το καταστατικό για τη δημιουργία και την τροφοδότηση του επιχειρησιακού ταμείου που προβλέπεται στο άρθρο 103β.

2.   Παρά τα προβλεπόμενα στο στοιχείο γ) της παραγράφου 1, εφόσον το επιτρέπει η οργάνωση παραγωγών και εφόσον τηρούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις που έχει καθορίσει η οργάνωση παραγωγών, οι παραγωγοί μέλη μπορούν:

α)

να πωλούν απευθείας στους καταναλωτές για την κάλυψη των προσωπικών τους αναγκών, στις εγκαταστάσεις της εκμετάλλευσης ή/και εκτός αυτής, ένα ορισμένο ποσοστό της παραγωγής ή/και των προϊόντων τους, το οποίο καθορίζουν τα κράτη μέλη και δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το 10 %·

β)

να διαθέτουν στο εμπόριο, οι ίδιοι ή μέσω άλλης οργάνωσης παραγωγών που ορίζεται από την οργάνωσή τους, ποσότητες προϊόντων οι οποίες είναι αμελητέες σε σχέση με τον όγκο της εμπορεύσιμης παραγωγής της οργάνωσής τους·

γ)

να διαθέτουν στο εμπόριο, οι ίδιοι ή μέσω άλλης οργάνωσης παραγωγών που ορίζεται από την οργάνωσή τους, προϊόντα τα οποία, λόγω των χαρακτηριστικών τους, δεν εμπίπτουν κανονικά στις εμπορικές δραστηριότητες της συγκεκριμένης οργάνωσης παραγωγών.

3.   Το καταστατικό της οργάνωσης παραγωγών προβλέπει επίσης:

α)

διαδικασίες για τον καθορισμό, την έκδοση και την τροποποίηση των κανόνων που αναφέρονται στην παράγραφο 1·

β)

την υποχρέωση των μελών να καταβάλλουν τις χρηματικές εισφορές που απαιτούνται για τη χρηματοδότηση της οργάνωσης παραγωγών·

γ)

κανόνες που εξασφαλίζουν στους παραγωγούς μέλη τον δημοκρατικό έλεγχο της οργάνωσής τους και των αποφάσεών της·

δ)

κυρώσεις για την παράβαση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από το καταστατικό, και ιδίως για μη καταβολή των χρηματικών εισφορών, ή των κανόνων που έχει θεσπίσει η οργάνωση παραγωγών·

ε)

κανόνες σχετικά με την εγγραφή νέων μελών, ιδίως όσον αφορά την ελάχιστη διάρκεια συμμετοχής στην οργάνωση·

στ)

τους λογιστικούς και δημοσιονομικούς κανόνες που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της οργάνωσης.

4.   Οι οργανώσεις παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών τεκμαίρεται ότι ενεργούν εξ ονόματος των μελών τους και για λογαριασμό τους όσον αφορά οικονομικά θέματα.

Άρθρο 125β

Αναγνώριση

1.   Τα κράτη μέλη αναγνωρίζουν ως οργανώσεις παραγωγών του τομέα των οπωροκηπευτικών όλες τις νομικές οντότητες ή τα σαφώς οριζόμενα μέρη νομικών οντοτήτων που υποβάλλουν αίτηση αναγνώρισης εφόσον:

α)

έχουν ως στόχο τη χρήση φιλικών προς το περιβάλλον καλλιεργητικών πρακτικών, τεχνικών παραγωγής και πρακτικών διαχείρισης αποβλήτων, ιδίως προκειμένου να προστατευθεί η ποιότητα των υδάτων, του εδάφους και του τοπίου και να διατηρηθεί ή να προαχθεί η βιοποικιλότητα, και πληρούν τις απαιτήσεις των άρθρων 122 και 125α προσκομίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία·

β)

διαθέτουν έναν ελάχιστο αριθμό μελών και καλύπτουν έναν ελάχιστο όγκο ή αξία εμπορεύσιμης παραγωγής που καθορίζεται από τα κράτη μέλη, προσκομίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία·

γ)

παρέχουν επαρκή εχέγγυα για την ορθή εκτέλεση των δραστηριοτήτων τους, τόσο όσον αφορά τη διάρκεια όσο και την αποτελεσματικότητα και τη συγκέντρωση της προσφοράς· προς τούτο, τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ποια προϊόντα ή ποιες ομάδες προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 122 στοιχείο α) σημείο iii) πρέπει να καλύπτονται από την οργάνωση παραγωγών·

δ)

προσφέρουν πραγματικά στα μέλη τους, όταν χρειάζεται, τη δυνατότητα να λάβουν τεχνική βοήθεια για τη χρήση καλλιεργητικών πρακτικών φιλικών προς το περιβάλλον·

ε)

θέτουν πραγματικά στη διάθεση των μελών τους, εφόσον είναι αναγκαίο, τα τεχνικά μέσα για τη συλλογή, την αποθήκευση, τη συσκευασία και την εμπορία των προϊόντων τους·

στ)

εξασφαλίζουν ορθή εμπορική και λογιστική διαχείριση των δραστηριοτήτων τους· και

ζ)

δεν κατέχουν δεσπόζουσα θέση σε μια συγκεκριμένη αγορά, εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 33 της συνθήκης.

2.   Τα κράτη μέλη:

α)

αποφασίζουν σχετικά με τη χορήγηση αναγνώρισης σε μια οργάνωση παραγωγών εντός τριών μηνών από την υποβολή αίτησης συνοδευόμενης από όλα τα σχετικά δικαιολογητικά·

β)

διεξάγουν ελέγχους σε τακτά διαστήματα προκειμένου να βεβαιώσουν τη συμμόρφωση των οργανώσεων παραγωγών προς το παρόν κεφάλαιο, επιβάλλουν κυρώσεις στις οργανώσεις αυτές σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ή παρατυπιών όσον αφορά τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και αποφασίζουν, εφόσον είναι αναγκαίο, την ανάκληση της αναγνώρισης·

γ)

κοινοποιούν στην Επιτροπή, μία φορά ετησίως, κάθε απόφαση έγκρισης, άρνησης ή ανάκλησης αναγνώρισης.

Υποτμήμα II

Ενώσεις οργανώσεων παραγωγών και ομάδων παραγωγών

Άρθρο 125γ

Ενώσεις οργανώσεων παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών

Ένωση οργανώσεων παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών συγκροτείται με πρωτοβουλία αναγνωρισμένων οργανώσεων παραγωγών και μπορεί να ασκεί οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες μιας οργάνωσης παραγωγών που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Για το σκοπό αυτό τα κράτη μέλη μπορούν, κατόπιν σχετικής αίτησης, να αναγνωρίζουν μια ένωση οργανώσεων παραγωγών όταν:

α)

το κράτος μέλος κρίνει ότι η ένωση είναι σε θέση να ασκεί όντως τις εν λόγω δραστηριότητες· και

β)

η ένωση δεν κατέχει δεσπόζουσα θέση σε μια συγκεκριμένη αγορά, εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο για την επίτευξη των στόχων του άρθρου 33 της συνθήκης.

Το άρθρο 125α παράγραφος 4 εφαρμόζεται τηρουμένων των αναλογιών.

Άρθρο 125δ

Υπεργολαβία

Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν σε μια αναγνωρισμένη οργάνωση παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών ή σε μια αναγνωρισμένη ένωση οργανώσεων παραγωγών στον εν λόγω τομέα να αναθέτει υπεργολαβικά οποιαδήποτε από τις δραστηριότητές της, μεταξύ άλλων σε θυγατρικές, υπό τον όρο ότι αποδεικνύει επαρκώς στο κράτος μέλος ότι με τον τρόπο αυτόν επιτυγχάνονται δεόντως οι στόχοι της συγκεκριμένης οργάνωσης παραγωγών ή ένωσης οργανώσεων παραγωγών.

Άρθρο 125ε

Ομάδες παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών

1.   Στα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004 ή μετέπειτα, ή στις εξόχως απόκεντρες περιοχές της Κοινότητας που προβλέπονται στο άρθρο 299 παράγραφος 2 της συνθήκης ή στα μικρά νησιά του Αιγαίου Πελάγους που προβλέπονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1405/2006, μπορούν να συσταθούν ομάδες παραγωγών ως νομικές οντότητες ή σαφώς οριζόμενα μέρη νομικών οντοτήτων με πρωτοβουλία των γεωργών που καλλιεργούν ένα ή περισσότερα από τα προϊόντα του τομέα των οπωροκηπευτικών ή/και τέτοια προϊόντα που προορίζονται αποκλειστικά για μεταποίηση, με σκοπό την αναγνώρισή τους ως οργάνωσης παραγωγών.

Στις εν λόγω ομάδες παραγωγών είναι δυνατόν να παραχωρείται μεταβατική περίοδος προκειμένου να ανταποκριθούν στις προϋποθέσεις αναγνώρισής τους ως οργάνωσης παραγωγών σύμφωνα με το άρθρο 122.

Για να είναι επιλέξιμες, οι εν λόγω ομάδες παραγωγών υποβάλλουν στο οικείο κράτος μέλος σχέδιο σταδιακής αναγνώρισης, με την αποδοχή του οποίου, η οποία ισοδυναμεί με προαναγνώριση, λογίζεται η έναρξη της μεταβατικής περιόδου που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο. Η μεταβατική περίοδος διαρκεί το πολύ πέντε έτη.

2.   Πριν αποδεχθούν το σχέδιο αναγνώρισης, τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με την πρόθεσή τους και τις πιθανές δημοσιονομικές συνέπειές της.

Υποτμήμα III

Επέκταση των κανόνων στους παραγωγούς μιας οικονομικής περιφέρειας

Άρθρο 125στ

Επέκταση των κανόνων

1.   Στις περιπτώσεις στις οποίες μια οργάνωση παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών που αναπτύσσει δραστηριότητες σε μια συγκεκριμένη οικονομική περιφέρεια θεωρείται, όσον αφορά ένα συγκεκριμένο προϊόν, αντιπροσωπευτική της παραγωγής και των παραγωγών της εν λόγω περιφέρειας, το οικείο κράτος μέλος μπορεί, κατόπιν αιτήματος της οργάνωσης παραγωγών, να καταστήσει δεσμευτικούς, για τους παραγωγούς που είναι εγκατεστημένοι στην εν λόγω οικονομική περιφέρεια και δεν είναι μέλη της οργάνωσης παραγωγών, τους ακόλουθους κανόνες:

α)

τους κανόνες που αναφέρονται στο άρθρο 125α παράγραφος 1 στοιχείο α)·

β)

τους κανόνες που απαιτούνται για την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 103γ παράγραφος 2 στοιχείο γ).

Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω κανόνες:

α)

εφαρμόζονται επί μία τουλάχιστον περίοδο εμπορίας·

β)

περιλαμβάνονται στο διεξοδικό κατάλογο του παραρτήματος XVΙα·

γ)

καθίστανται δεσμευτικοί για τρεις το πολύ περιόδους εμπορίας.

Ωστόσο, η προϋπόθεση που αναφέρεται στο στοιχείο α) του δευτέρου εδαφίου δεν εφαρμόζεται εάν οι σχετικοί κανόνες είναι αυτοί που απαριθμούνται στα σημεία 1, 3 και 5 του παραρτήματος XVΙα. Στην περίπτωση αυτή, η επέκταση των κανόνων δεν επιτρέπεται να εφαρμόζεται για διάστημα μεγαλύτερο της μιας περιόδου εμπορίας.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος υποτμήματος, ως “οικονομική περιφέρεια” νοείται μια γεωγραφική ζώνη που αποτελείται από όμορες ή γειτονικές περιοχές παραγωγής στις οποίες οι συνθήκες παραγωγής και εμπορίας είναι ομοιογενείς.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή κατάλογο των οικονομικών περιφερειών.

Εντός ενός μηνός από την κοινοποίηση, η Επιτροπή εγκρίνει τον κατάλογο ή αποφασίζει, έπειτα από διαβουλεύσεις με το οικείο κράτος μέλος, για τις τροποποιήσεις τις οποίες το εν λόγω κράτος μέλος οφείλει να πραγματοποιήσει. Η Επιτροπή μεριμνά για τη δημοσιοποίηση του εγκριθέντος καταλόγου με τον τρόπο που κρίνει ως τον πλέον κατάλληλο.

3.   Μια οργάνωση παραγωγών θεωρείται αντιπροσωπευτική κατά την έννοια της παραγράφου 1 όταν συγκεντρώνει τουλάχιστον το 50 % των παραγωγών της οικονομικής περιφέρειας στην οποία αναπτύσσει δραστηριότητες και καλύπτει τουλάχιστον το 60 % του όγκου της παραγωγής της εν λόγω περιφέρειας. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, κατά τον υπολογισμό των ποσοστών αυτών δεν λαμβάνονται υπόψη οι παραγωγοί ή η παραγωγή βιολογικών προϊόντων που καλύπτονται, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2008, από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 και, από την 1η Ιανουαρίου 2009 και μετά, από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007.

4.   Οι κανόνες που καθίστανται δεσμευτικοί για το σύνολο των παραγωγών μιας συγκεκριμένης οικονομικής περιφέρειας:

α)

δεν ζημιώνουν τους άλλους παραγωγούς του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή της Κοινότητας·

β)

δεν εφαρμόζονται, εκτός αν τα αφορούν ρητώς, στα προϊόντα που παραδίδονται προς μεταποίηση στο πλαίσιο σύμβασης που έχει υπογραφεί πριν από την έναρξη της περιόδου εμπορίας, με εξαίρεση τους κανόνες παροχής πληροφοριών σχετικά με την παραγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 125α παράγραφος 1 στοιχείο α)·

γ)

δεν αντιβαίνουν στους ισχύοντες κοινοτικούς και εθνικούς κανόνες.

5.   Οι κανόνες δεν μπορούν να είναι δεσμευτικοί για τους παραγωγούς βιολογικών προϊόντων που καλύπτονται, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2008, από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 και, από την 1η Ιανουαρίου 2009 και μετά, από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 834/2007 εκτός εάν το συγκεκριμένο μέτρο έχει γίνει δεκτό από το 50 % τουλάχιστον των παραγωγών αυτών στην οικονομική περιφέρεια στην οποία αναπτύσσει δραστηριότητες η οργάνωση παραγωγών και η εν λόγω οργάνωση καλύπτει τουλάχιστον το 60 % της παραγωγής αυτής στη συγκεκριμένη περιφέρεια.

Άρθρο 125ζ

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή τους κανόνες που καθιστούν δεσμευτικούς για το σύνολο των παραγωγών μιας συγκεκριμένης οικονομικής περιφέρειας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 125στ παράγραφος 1. Η Επιτροπή μεριμνά για τη δημοσιοποίηση των εν λόγω κανόνων με τον τρόπο που κρίνει ως τον πλέον κατάλληλο.

Άρθρο 125η

Ανάκληση της επέκτασης των κανόνων

Η Επιτροπή αποφασίζει ότι ένα κράτος μέλος πρέπει να ανακαλέσει την επέκταση των κανόνων που έχει αποφασίσει το εν λόγω κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 125στ παράγραφος 1:

α)

όταν διαπιστώνει ότι με την εν λόγω επέκταση στους άλλους παραγωγούς αποκλείεται ο ανταγωνισμός σε σημαντικό τμήμα της εσωτερικής αγοράς ή θίγεται η ελευθερία των συναλλαγών ή τίθενται σε κίνδυνο οι στόχοι του άρθρου 33 της συνθήκης·

β)

όταν διαπιστώνει ότι το άρθρο 81 παράγραφος 1 της συνθήκης εφαρμόζεται στους κανόνες που επεκτείνονται σε άλλους παραγωγούς. Η απόφαση της Επιτροπής σχετικά με τους κανόνες αυτούς εφαρμόζεται μόνο από την ημερομηνία της σχετικής διαπίστωσης·

γ)

όταν διαπιστώνει, έπειτα από έλεγχο, ότι δεν έχουν τηρηθεί οι διατάξεις του παρόντος υποτμήματος.

Άρθρο 125θ

Χρηματικές εισφορές των παραγωγών που δεν είναι μέλη οργάνωσης

Όταν εφαρμόζεται το άρθρο 125στ παράγραφος 1, το οικείο κράτος μέλος μπορεί να αποφασίζει, βάσει υποβαλλόμενων δικαιολογητικών, ότι οι παραγωγοί που δεν είναι μέλη οφείλουν στην οργάνωση παραγωγών μέρος των χρηματικών εισφορών που καταβάλλουν οι παραγωγοί μέλη, εφόσον τα ποσά αυτά προορίζονται να καλύψουν:

α)

τις διοικητικές δαπάνες εφαρμογής των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 125στ παράγραφος 1·

β)

τις δαπάνες για τις εργασίες έρευνας, μελέτης της αγοράς και προώθησης των πωλήσεων, τις οποίες αναλαμβάνει η οργάνωση ή η ένωση προς όφελος του συνόλου των παραγωγών της περιφέρειας.

Άρθρο 125ι

Επέκταση των κανόνων των ενώσεων οργανώσεων παραγωγών

Για τους σκοπούς του παρόντος υποτμήματος, κάθε αναφορά στις οργανώσεις παραγωγών νοείται επίσης ως αναφορά στις αναγνωρισμένες ενώσεις οργανώσεων παραγωγών.

Υποτμήμα IV

Διεπαγγελματικές οργανώσεις στον τομέα των οπωροκηπευτικών

Άρθρο 125ια

Αναγνώριση και ανάκληση αναγνώρισης

1.   Εάν το επιτρέπουν οι δομές του κράτους μέλους, τα κράτη μέλη μπορούν να αναγνωρίζουν ως διεπαγγελματικές οργανώσεις του τομέα των οπωροκηπευτικών όλες τις νομικές οντότητες που είναι εγκατεστημένες στην επικράτειά τους και υποβάλλουν σχετική αίτηση, υπό τον όρο ότι:

α)

ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μία ή περισσότερες περιφέρειες του οικείου κράτους μέλους·

β)

αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο της παραγωγής, της εμπορίας ή/και της μεταποίησης οπωροκηπευτικών και μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά στην ή στις εν λόγω περιφέρειες και, στην περίπτωση που αφορούν περισσότερες της μιας περιφέρειες, αποδεικνύουν στοιχειώδη αντιπροσωπευτικότητα για καθέναν από τους κλάδους που συγκεντρώνουν σε καθεμία από τις καλυπτόμενες περιφέρειες·

γ)

ασκούν δύο ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 123 παράγραφος 3 στοιχείο γ)·

δ)

δεν δραστηριοποιούνται οι ίδιες στην παραγωγή, μεταποίηση ή εμπορία οπωροκηπευτικών ή μεταποιημένων προϊόντων με βάση τα οπωροκηπευτικά·

ε)

δεν συμμετέχουν σε καμία από τις συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που αναφέρονται στο άρθρο 176α παράγραφος 4.

2.   Πριν από τη χορήγηση της αναγνώρισης, τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διεπαγγελματικές οργανώσεις που έχουν υποβάλει αίτηση αναγνώρισης μαζί με κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετικά με την αντιπροσωπευτικότητα και τις διάφορες δραστηριότητές τους, καθώς και όλα τα άλλα αναγκαία για την αξιολόγηση στοιχεία.

Η Επιτροπή μπορεί να αντιταχθεί στην αναγνώριση εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης.

3.   Τα κράτη μέλη:

α)

αποφασίζουν σχετικά με τη χορήγηση αναγνώρισης εντός τριών μηνών από την υποβολή της αίτησης, η οποία πρέπει να συνοδεύεται από όλα τα σχετικά δικαιολογητικά·

β)

ελέγχουν τακτικά την τήρηση, εκ μέρους των διεπαγγελματικών οργανώσεων, των όρων και προϋποθέσεων αναγνώρισης, επιβάλλουν κυρώσεις στις οργανώσεις αυτές σε περίπτωση μη τήρησης ή παρατυπιών όσον αφορά τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού και αποφασίζουν, εφόσον είναι αναγκαίο, την ανάκληση της αναγνώρισης·

γ)

ανακαλούν την αναγνώριση εάν:

i)

δεν πληρούνται πλέον οι απαιτήσεις και οι όροι αναγνώρισης που προβλέπονται στο παρόν υποτμήμα·

ii)

η διεπαγγελματική οργάνωση συμμετέχει σε οποιαδήποτε από τις συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που προβλέπονται στο άρθρο 176α παράγραφος 4, ανεξάρτητα από τις τυχόν άλλες κυρώσεις που επιβάλλονται σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία·

iii)

η διεπαγγελματική οργάνωση δεν τηρεί την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 176α παράγραφος 2·

δ)

κοινοποιούν στην Επιτροπή εντός δύο μηνών κάθε απόφαση χορήγησης, απόρριψης ή ανάκλησης αναγνώρισης.

4.   Η Επιτροπή θεσπίζει τους όρους και τη συχνότητα με την οποία τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες των διεπαγγελματικών οργανώσεων.

Η Επιτροπή μπορεί, μετά τη διενέργεια ελέγχων, να ζητήσει από κράτος μέλος την ανάκληση αναγνώρισης.

5.   Η αναγνώριση ισοδυναμεί με άδεια άσκησης των δραστηριοτήτων που απαριθμούνται στο άρθρο 123 παράγραφος 3 στοιχείο γ), με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού.

6.   Η Επιτροπή μεριμνά για τη δημοσιοποίηση, με τον τρόπο που κρίνει ως τον πλέον κατάλληλο, καταλόγου αναγνωρισμένων διεπαγγελματικών οργανώσεων, αναφέροντας τον οικονομικό τομέα ή την περιοχή των δραστηριοτήτων τους και τις δραστηριότητες που ασκούν κατά την έννοια του άρθρου 125ιβ. Δημοσιοποιούνται επίσης οι ανακλήσεις αναγνώρισης.

Άρθρο 125ιβ

Επέκταση κανόνων

1.   Όταν μια διεπαγγελματική οργάνωση που αναπτύσσει δραστηριότητες σε συγκεκριμένη περιφέρεια ή περιφέρειες κράτους μέλους θεωρείται αντιπροσωπευτική της παραγωγής, της εμπορίας ή της μεταποίησης ενός συγκεκριμένου προϊόντος, το οικείο κράτος μέλος μπορεί, ύστερα από αίτηση της εν λόγω διεπαγγελματικής οργάνωσης, να καταστήσει δεσμευτικές, για περιορισμένη χρονική περίοδο και για άλλους μεμονωμένους ή μη οικονομικούς φορείς που αναπτύσσουν δραστηριότητες στη σχετική περιφέρεια ή περιφέρειες και δεν ανήκουν στην οργάνωση αυτή, ορισμένες συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές που συνάπτονται στο πλαίσιο της οργάνωσης αυτής.

2.   Μια διεπαγγελματική οργάνωση θεωρείται αντιπροσωπευτική κατά την έννοια της παραγράφου 1 όταν συγκεντρώνει τουλάχιστον τα δύο τρίτα της παραγωγής ή της εμπορίας ή της μεταποίησης του ή των συγκεκριμένων προϊόντων στην ή στις οικείες περιφέρειες ενός κράτους μέλους. Όταν η αίτηση επέκτασης των κανόνων της σε άλλους οικονομικούς φορείς καλύπτει περισσότερες από μία περιφέρειες, η διεπαγγελματική οργάνωση πρέπει να αποδεικνύει στοιχειώδη αντιπροσωπευτικότητα για καθέναν από τους κλάδους που συγκεντρώνει, σε καθεμία από τις καλυπτόμενες περιφέρειες.

3.   Οι κανόνες για τους οποίους μπορεί να ζητηθεί επέκταση σε άλλους οικονομικούς φορείς:

α)

αφορούν ένα από τα ακόλουθα θέματα:

i)

παροχή πληροφοριών όσον αφορά την παραγωγή και την αγορά·

ii)

εφαρμογή αυστηρότερων κανόνων όσον αφορά την παραγωγή σε σχέση με εκείνους που προβλέπει η κοινοτική ή η εθνική νομοθεσία·

iii)

κατάρτιση τυποποιημένων συμβάσεων σύμφωνων με τους κοινοτικούς κανόνες·

iv)

κανόνες εμπορίας·

v)

κανόνες για την προστασία του περιβάλλοντος·

vi)

μέτρα για την προώθηση και την αξιοποίηση του δυναμικού των προϊόντων·

vii)

μέτρα προστασίας της βιολογικής γεωργίας και των ονομασιών προέλευσης, των σημάτων ποιότητας και των γεωγραφικών ενδείξεων·

β)

εφαρμόζονται επί μία τουλάχιστον περίοδο εμπορίας·

γ)

μπορούν να καταστούν δεσμευτικοί για τρεις περιόδους εμπορίας κατ’ ανώτατο όριο·

δ)

δεν ζημιώνουν άλλους οικονομικούς φορείς του συγκεκριμένου κράτους μέλους ή της Κοινότητας.

Ωστόσο, η προϋπόθεση που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου δεν εφαρμόζεται εάν οι σχετικοί κανόνες είναι αυτοί που παρατίθενται στα σημεία 1, 3 και 5 του παραρτήματος XVΙα. Σε αυτή την περίπτωση, η επέκταση των κανόνων δεν επιτρέπεται να εφαρμόζεται για διάστημα μεγαλύτερο της μίας περιόδου εμπορίας.

4.   Οι κανόνες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 στοιχείο α) σημεία ii), iv) και v) δεν πρέπει να διαφέρουν από αυτούς του παραρτήματος XVΙα. Οι κανόνες που προβλέπονται στην παράγραφο 3 στοιχείο α) σημείο ii) δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα που παράγονται εκτός της ή των συγκεκριμένων περιφερειών που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 125ιγ

Κοινοποίηση και ανάκληση της επέκτασης κανόνων

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν πάραυτα στην Επιτροπή τους κανόνες που κατέστησαν δεσμευτικούς για όλους τους οικονομικούς φορείς συγκεκριμένης περιφέρειας ή συγκεκριμένων περιφερειών σύμφωνα με το άρθρο 125ιβ παράγραφος 1. Η Επιτροπή μεριμνά για τη δημοσιοποίηση των εν λόγω κανόνων με τον τρόπο που κρίνει ως τον πλέον κατάλληλο.

2.   Πριν από τη δημοσιοποίηση των κανόνων, η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή που συστάθηκε δυνάμει του άρθρου 195 για κάθε κοινοποίηση επέκτασης διεπαγγελματικών συμφωνιών.

3.   Η Επιτροπή αποφασίζει ότι ένα κράτος μέλος οφείλει να ανακαλέσει την επέκταση κανόνων που έχει αποφασίσει το εν λόγω κράτος μέλος, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 125η.

Άρθρο 125ιδ

Χρηματικές εισφορές από μη μέλη

Σε περίπτωση επέκτασης των κανόνων για ένα ή περισσότερα προϊόντα και όταν μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που προβλέπονται στο άρθρο 125ιβ παράγραφος 3 στοιχείο α) ασκούνται από αναγνωρισμένη διεπαγγελματική οργάνωση και παρουσιάζουν γενικό οικονομικό ενδιαφέρον για τα πρόσωπα των οποίων οι δραστηριότητες είναι συναφείς προς το ή τα εν λόγω προϊόντα, το κράτος μέλος το οποίο χορήγησε την αναγνώριση μπορεί να αποφασίζει ότι τα μεμονωμένα πρόσωπα ή οι ομάδες που δεν είναι μέλη της διεπαγγελματικής οργάνωσης, αλλά επωφελούνται από τις εν λόγω δραστηριότητες, καταβάλλουν στην οργάνωση ένα ποσό ίσο προς το σύνολο ή μέρος των χρηματικών εισφορών που καταβάλλουν τα μέλη της, εφόσον οι εισφορές αυτές προορίζονται να καλύψουν δαπάνες που απορρέουν άμεσα από την άσκηση των εν λόγω δραστηριοτήτων.».

29.

Στο άρθρο 127, το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

ενδεχομένως, τους κανόνες για τις διεθνικές οργανώσεις παραγωγών και τις διεθνικές ενώσεις οργανώσεων παραγωγών, συμπεριλαμβανομένης της διοικητικής αρωγής που παρέχουν οι σχετικές αρμόδιες αρχές στην περίπτωση διεθνικής συνεργασίας·».

30.

Στο άρθρο 130, παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία:

«στα)

των οπωροκηπευτικών·

στβ)

των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών·».

31.

Μετά το άρθρο 140 παρεμβάλλεται ακόλουθο άρθρο 140α:

«Άρθρο 140α

Σύστημα τιμής εισόδου για τους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών

1.   Εάν η εφαρμογή του δασμολογικού συντελεστή του κοινού δασμολογίου εξαρτάται από την τιμή εισόδου της εισαγόμενης παρτίδας, το αληθές της τιμής αυτής ελέγχεται με τη βοήθεια μιας κατ’ αποκοπήν αξίας κατά την εισαγωγή, η οποία υπολογίζεται από την Επιτροπή, ανά προϊόν και καταγωγή, βάσει του σταθμισμένου μέσου όρου των τιμών του προϊόντος στις αντιπροσωπευτικές αγορές εισαγωγής των κρατών μελών ή, κατά περίπτωση, σε άλλες αγορές.

Ωστόσο, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει ειδικές διατάξεις για την επαλήθευση της τιμής εισόδου των εισαγόμενων προϊόντων που προορίζονται πρωτίστως για μεταποίηση.

2.   Εάν η δηλωθείσα τιμή εισόδου της σχετικής παρτίδας είναι υψηλότερη από την κατ’ αποκοπή αξία κατά την εισαγωγή, προσαυξημένη κατά ένα όριο καθοριζόμενο από την Επιτροπή το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει την κατ’ αποκοπήν αξία κατά περισσότερο από 10 %, απαιτείται η σύσταση εγγύησης ίσης προς τους εισαγωγικούς δασμούς, η οποία προσδιορίζεται βάσει της κατ’ αποκοπήν αξίας κατά την εισαγωγή.

3.   Εάν η τιμή εισόδου της σχετικής παρτίδας δεν έχει δηλωθεί κατά τον εκτελωνισμό, η εφαρμογή του δασμολογικού συντελεστή του κοινού δασμολογίου εξαρτάται από την κατ’ αποκοπήν αξία κατά την εισαγωγή ή από την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, υπό όρους που καθορίζονται από την Επιτροπή.».

32.

Στο άρθρο 141 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Επιβάλλεται πρόσθετος εισαγωγικός δασμός στις εισαγωγές που πραγματοποιούνται με τον δασμολογικό συντελεστή που προβλέπεται στα άρθρα 135 έως 140α, ενός ή περισσοτέρων προϊόντων των τομέων των σιτηρών, του ρυζιού, της ζάχαρης, των οπωροκηπευτικών, των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών, του βοείου κρέατος, του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, του χοίρειου κρέατος, του αιγοπρόβειου κρέατος, των αυγών, των πουλερικών και της μπανάνας, με στόχο την πρόληψη ή την εξουδετέρωση των δυσμενών επιπτώσεων στην κοινοτική αγορά, οι οποίες θα μπορούσαν να προκύψουν από τις εισαγωγές αυτές, εάν:».

33.

Στο άρθρο 153 πράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Καθορίζεται για την Κοινότητα παραδοσιακή ανάγκη εφοδιασμού ζάχαρης για ραφινάρισμα ύψους 2 424 735 τόνων ανά περίοδο εμπορίας, εκφραζόμενη ως λευκή ζάχαρη.»

34.

Στο άρθρο 160 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εάν η κοινοτική αγορά έχει διαταραχθεί ή κινδυνεύει να διαταραχθεί από το καθεστώς ενεργητικής τελειοποίησης, η Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, μπορεί να αναστέλλει εν όλω ή εν μέρει τη χρήση του καθεστώτος ενεργητικής τελειοποίησης για τα προϊόντα του τομέα των σιτηρών, του ρυζιού, της ζάχαρης, του ελαιολάδου και των επιτραπέζιων ελιών, των οπωροκηπευτικών, των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών, του βοείου κρέατος, του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, του χοιρείου κρέατος, του κρέατος αιγοπροβάτων, των αυγών, του κρέατος των πουλερικών και της γεωργικής αιθυλικής αλκοόλης. Αν η Επιτροπή λάβει αίτημα κράτους μέλους, αποφασίζει σχετικά εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος.».

35.

Στο άρθρο 161 παράγραφος 1, μετά το στοιχείο δ) παρεμβάλλονται τα ακόλουθα στοιχεία:

«δα)

των οπωροκηπευτικών·

δβ)

των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών·».

36.

Στο άρθρο 174 παράγραφος 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εάν η κοινοτική αγορά έχει διαταραχθεί ή κινδυνεύει να διαταραχθεί από το καθεστώς παθητικής τελειοποίησης, η Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, μπορεί να αναστέλλει εν όλω ή εν μέρει τη χρήση του καθεστώτος παθητικής τελειοποίησης για τα προϊόντα του τομέα των σιτηρών, του ρυζιού, των οπωροκηπευτικών, των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών, του βοείου κρέατος, του χοιρείου κρέατος, του κρέατος αιγοπροβάτων, και του κρέατος των πουλερικών. Αν η Επιτροπή λάβει αίτημα κράτους μέλους, αποφασίζει σχετικά εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος.».

37.

Το άρθρο 175 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 175

Εφαρμογή των άρθρων 81 έως 86 της συνθήκης

Εάν ο παρών κανονισμός δεν ορίζει άλλως, τα άρθρα 81 έως 86 της συνθήκης και οι εκτελεστικές διατάξεις τους εφαρμόζονται, με την επιφύλαξη των άρθρων 176 έως 177 του παρόντος κανονισμού, σε όλες τις συμφωνίες, αποφάσεις και πρακτικές που αναφέρονται στο άρθρο 81 παράγραφος 1 και στο άρθρο 82 της συνθήκης, οι οποίες σχετίζονται με την παραγωγή ή την εμπορία των προϊόντων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ια) και στα στοιχεία ιγ) έως κα) του άρθρου 1 παράγραφος 1 και στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.».

38.

Μετά το άρθρο 176 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 176α

Συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές στον τομέα των οπωροκηπευτικών

1.   Το άρθρο 81 παράγραφος 1 της συνθήκης δεν εφαρμόζεται στις συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές των αναγνωρισμένων διεπαγγελματικών οργανώσεων, οι οποίες αποβλέπουν στην άσκηση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 123 παράγραφος 3 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνον εφόσον:

α)

οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή·

β)

εντός δύο μηνών από την παραλαβή όλων των απαιτούμενων στοιχείων, η Επιτροπή δεν έχει κηρύξει τις εν λόγω συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές ασυμβίβαστες προς τους κοινοτικούς κανόνες.

3.   Οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές δεν επιτρέπεται να τίθενται σε ισχύ πριν από την παρέλευση της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β).

4.   Σε κάθε περίπτωση, κηρύσσονται ασυμβίβαστες προς τους κοινοτικούς κανόνες οι ακόλουθες συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές:

α)

οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που ενδέχεται να οδηγήσουν σε οποιασδήποτε μορφής κατακερματισμό της κοινοτικής αγοράς·

β)

οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που ενδέχεται να επηρεάσουν την εύρυθμη λειτουργία της οργάνωσης αγοράς·

γ)

οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που ενδέχεται να προκαλέσουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού οι οποίες δεν είναι απαραίτητες για την επίτευξη των στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής που επιδιώκονται μέσω των δραστηριοτήτων της διεπαγγελματικής οργάνωσης·

δ)

οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που συνεπάγονται τον καθορισμό τιμών, με την επιφύλαξη των δραστηριοτήτων που ασκούνται από τις διεπαγγελματικές οργανώσεις στο πλαίσιο της εφαρμογής ειδικών κοινοτικών κανόνων·

ε)

οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που ενδέχεται να οδηγήσουν στην εισαγωγή διακρίσεων ή να καταργήσουν τον ανταγωνισμό για σημαντικό μέρος των εν λόγω προϊόντων.

5.   Εάν, μετά την παρέλευση της δίμηνης προθεσμίας που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β), η Επιτροπή διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται οι όροι εφαρμογής της παραγράφου 1, λαμβάνει απόφαση στην οποία αναφέρεται ότι για τη συγκεκριμένη συμφωνία, απόφαση ή εναρμονισμένη πρακτική εφαρμόζεται το άρθρο 81 παράγραφος 1 της συνθήκης.

Η εν λόγω απόφαση της Επιτροπής δεν εφαρμόζεται πριν από την ημερομηνία κοινοποίησής της στη σχετική διεπαγγελματική οργάνωση, εκτός εάν η εν λόγω διεπαγγελματική οργάνωση έχει δώσει ανακριβείς πληροφορίες ή έχει κάνει κατάχρηση της εξαίρεσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1.

6.   Στην περίπτωση πολυετών συμφωνιών, η κοινοποίηση για το πρώτο έτος ισχύει και για τα επόμενα έτη της συμφωνίας. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, να προβεί σε διαπίστωση του ασυμβίβαστου χαρακτήρα της ανά πάσα στιγμή.».

39.

Το άρθρο 179 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 179

Εκτελεστικοί κανόνες για τις συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές στους τομείς των οπωροκηπευτικών και του καπνού

Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής των άρθρων 176α, 177 και 178, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για την κοινοποίηση και τη δημοσίευση.».

40.

Το άρθρο 180 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 180

Εφαρμογή των άρθρων 87, 88 και 89 της συνθήκης

Πλην αντιθέτων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, και ιδίως με την εξαίρεση των κρατικών ενισχύσεων που αναφέρει το άρθρο 182 του παρόντος κανονισμού, τα άρθρα 87, 88 και 89 της συνθήκης εφαρμόζονται στην παραγωγή και εμπορία των προϊόντων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ια) και ιγ) έως κα) του άρθρου 1 παράγραφος 1 και του άρθρου 1 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.».

41.

Το άρθρο 182 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Φινλανδία μπορεί, εφόσον προηγηθεί σχετική άδεια εκ μέρους της Επιτροπής, να χορηγεί ενισχύσεις για ορισμένες ποσότητες σπόρων προς σπορά, με εξαίρεση τους σπόρους προς σπορά φλέοντος του λειμώνιου (Phleum pratense L.), και για ορισμένες ποσότητες σπόρων σιτηρών προς σπορά, οι οποίες παράγονται αποκλειστικά στη Φινλανδία, μέχρι και το έτος συγκομιδής 2010.

Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2008 το αργότερο, η Φινλανδία διαβιβάζει στην Επιτροπή αναλυτική έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα των ενισχύσεων που έχουν εγκριθεί.»·

β)

προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«5.   Επιτρέπεται στα κράτη μέλη να εξακολουθούν να καταβάλλουν κρατικές ενισχύσεις δυνάμει ισχυόντων καθεστώτων για την παραγωγή και την εμπορία πατατών, νωπών ή διατηρημένων με απλή ψύξη, που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 0701, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2011.

6.   Όσον αφορά τον τομέα των οπωροκηπευτικών, επιτρέπεται στα κράτη μέλη να καταβάλλουν κρατικές ενισχύσεις έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010, υπό τους ακόλουθους όρους:

α)

οι κρατικές ενισχύσεις καταβάλλονται μόνο σε παραγωγούς οπωροκηπευτικών οι οποίοι δεν είναι μέλη αναγνωρισμένης οργάνωσης παραγωγών και οι οποίοι υπογράφουν με αναγνωρισμένη οργάνωση παραγωγών σύμβαση με την οποία αποδέχονται να εφαρμόσουν τα μέτρα πρόληψης και διαχείρισης κρίσεων της εν λόγω οργάνωσης παραγωγών·

β)

το ποσό της ενίσχυσης που καταβάλλεται στους παραγωγούς αυτούς δεν υπερβαίνει το 75 % της κοινοτικής στήριξης που λαμβάνουν τα μέλη της συγκεκριμένης οργάνωσης παραγωγών· και

γ)

το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποβάλλει στην Επιτροπή, έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010 το αργότερο, έκθεση σχετικά με την αποτελεσματικότητα και την αποδοτικότητα των κρατικών ενισχύσεων, στην οποία αναφέρεται ιδίως αναλυτικά ο βαθμός στον οποίο η ενίσχυση έχει στηρίξει την οργάνωση του τομέα. Η Επιτροπή εξετάζει την έκθεση και αποφασίζει εάν θα υποβάλλει κατάλληλες προτάσεις.».

42.

Στο άρθρο 184 προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«4.

έως τις 31 Δεκεμβρίου 2013, προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων που προβλέπονται στο μέρος II τίτλος I κεφάλαιο IV τμήμα IVα και στο μέρος II τίτλος II κεφάλαιο II όσον αφορά τις οργανώσεις παραγωγών, τα επιχειρησιακά ταμεία και τα επιχειρησιακά προγράμματα στον τομέα των οπωροκηπευτικών.».

43.

Μετά το άρθρο 203 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 203α

Μεταβατικοί κανόνες στους τομείς των οπωροκηπευτικών και των μεταποιημένων οπωροκηπευτικών

1.   Τα καθεστώτα ενίσχυσης που προβλέπονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 2202/96 του Συμβουλίου της 28ης Οκτωβρίου 1996 περί καθεστώτος ενίσχυσης των παραγωγών ορισμένων εσπεριδοειδών (38) και καταργήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 εξακολουθούν να ισχύουν για καθένα από τα σχετικά προϊόντα για την περίοδο εμπορίας του η οποία λήγει το 2008.

2.   Οι οργανώσεις παραγωγών και οι ενώσεις οργανώσεων παραγωγών, οι οποίες έχουν ήδη αναγνωρισθεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να αναγνωρίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Εφόσον απαιτείται, προσαρμόζονται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού έως τις 31 Δεκεμβρίου 2010.

Οι οργανώσεις παραγωγών και οι ενώσεις οργανώσεων παραγωγών, οι οποίες έχουν ήδη αναγνωρισθεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1182/2007, εξακολουθούν να αναγνωρίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

3.   Κατόπιν σχετικής αίτησης οργάνωσης παραγωγών, επιχειρησιακό πρόγραμμα που είχε εγκριθεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1182/2007:

α)

μπορεί να εξακολουθεί να εφαρμόζεται έως τη λήξη του· ή

β)

τροποποιείται για να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού· ή

γ)

αντικαθίσταται από νέο επιχειρησιακό πρόγραμμα που εγκρίνεται δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

Τα στοιχεία ε) και στ) του άρθρου 103δ παράγραφος 3 εφαρμόζονται στα επιχειρησιακά προγράμματα τα οποία υποβάλλονται κατά τη διάρκεια του 2007 αλλά δεν έχουν ακόμη εγκριθεί κατά την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και τα οποία πληρούν κατά τα άλλα τα κριτήρια των εν λόγω στοιχείων.

4.   Οι ομάδες παραγωγών στις οποίες είχε χορηγηθεί προαναγνώριση δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 εξακολουθούν να επωφελούνται από την εν λόγω προαναγνώριση δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Τα σχέδια αναγνώρισης που είχαν εγκριθεί δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 εξακολουθούν να επωφελούνται από την εν λόγω έγκριση δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, τα σχέδια τροποποιούνται, εφόσον απαιτείται, ώστε η ομάδα παραγωγών να είναι σε θέση να ανταποκρίνεται στα κριτήρια αναγνώρισης οργανώσεων παραγωγών που καθορίζονται στο άρθρο 125β του παρόντος κανονισμού. Όσον αφορά τις ομάδες παραγωγών των κρατών μελών που προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαΐου 2004 ή αργότερα, τα ποσοστά ενίσχυσης που καθορίζονται στο άρθρο 103α παράγραφος 3 στοιχείο α) εφαρμόζονται στα σχέδια αναγνώρισης από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού.

5.   Οι συμβάσεις οι οποίες αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2202/96 και καλύπτουν περισσότερες της μίας περιόδους εμπορίας του καθεστώτος ενίσχυσης για τη μεταποίηση εσπεριδοειδών και οι οποίες αφορούν την περίοδο εμπορίας που αρχίζει την 1η Οκτωβρίου 2008 ή μεταγενέστερες περιόδους εμπορίας μπορούν, εφόσον συμφωνούν και τα δύο μέρη της σύμβασης, να τροποποιούνται ή να τερματίζονται για να ληφθούν υπόψη η κατάργηση του εν λόγω κανονισμού από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 και η συνακόλουθη κατάργηση της ενίσχυσης. Στα ενδιαφερόμενα μέρη δεν επιβάλλονται κυρώσεις δυνάμει του εν λόγω κανονισμού ή των εκτελεστικών κανόνων του λόγω αυτής της τροποποίησης ή αυτού του τερματισμού.

6.   Όταν ένα κράτος μέλος χρησιμοποιεί τη μεταβατική ρύθμιση του άρθρου 68β ή του άρθρου 143βγ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, οι κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96 ή το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2202/96 για τα στοιχειώδη χαρακτηριστικά των πρώτων υλών που παραδίδονται για μεταποίηση και τις στοιχειώδεις ποιοτικές απαιτήσεις για τα τελικά προϊόντα εξακολουθούν να ισχύουν για τις πρώτες ύλες που συγκομίζονται στην επικράτεια αυτού του κράτους μέλους.

7.   Έως ότου εγκριθούν νέα πρότυπα εμπορίας για τα οπωροκηπευτικά και τα μεταποιημένα οπωροκηπευτικά σύμφωνα με τα άρθρα 113 και 113α, εξακολουθούν να εφαρμόζονται τα πρότυπα εμπορίας που εκπονήθηκαν κατ’ εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2200/96 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2201/96.

8.   Η Επιτροπή μπορεί να θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται για τη διευκόλυνση της μετάβασης από τις ρυθμίσεις που προβλέπονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96, (ΕΚ) αριθ. 2202/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 στις ρυθμίσεις που θεσπίζονται με τον παρόντα κανονισμό, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 έως 7 του παρόντος άρθρου.

44.

Τα παραρτήματα τροποποιούνται ως εξής:

α)

το μέρος XXI του παραρτήματος Ι τροποποιείται ως εξής:

i)

οι εγγραφές των κωδικών ΣΟ «0511 99 31», «0511 99 39» και «0511 99 85» διαγράφονται·

ii)

η εγγραφή του κωδικού ΣΟ «1211» αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Φυτά, μέρη φυτών, σπόροι και καρποί των ειδών που χρησιμοποιούνται κυρίως στην αρωματοποιία, την ιατρική ή για χρήσεις εντομοκτόνες, παρασιτοκτόνες ή παρόμοιες, νωπά ή ξερά, έστω και κομμένα, σπασμένα ή σε σκόνη, πλην των προϊόντων που αναφέρονται στον κωδικό ΣΟ ex 1211 90 85 στο μέρος IX του παρόντος παραρτήματος»·

β)

μετά το παράρτημα VII, παρεμβάλλονται τα παραρτήματα VΙΙα, VΙΙβ και VΙΙγ, το κείμενο των οποίων παρατίθεται στο παράρτημα I του παρόντος κανονισμού·

γ)

στο παράρτημα VIII, το σημείο VI αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«VI.

Όταν εφαρμόζεται το άρθρο 59 παράγραφος 2, τα κράτη μέλη χορηγούν τις αναπροσαρμοσμένες ποσοστώσεις το αργότερο έως τα τέλη Φεβρουαρίου, προκειμένου να εφαρμοστούν κατά την επόμενη περίοδο εμπορίας.»·

δ)

μετά το παράρτημα XI παρεμβάλλεται το παράρτημα XΙα, το κείμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ του παρόντος κανονισμού·

ε)

στο παράρτημα XIII σημείο III παράγραφος 1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Το θερμικά επεξεργασμένο γάλα που δεν πληροί τις απαιτήσεις ως προς την περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες που προβλέπονται στα στοιχεία β), γ) και δ) του πρώτου εδαφίου θεωρείται γάλα κατανάλωσης, υπό τον όρο ότι η περιεκτικότητα σε λιπαρές ουσίες αναγράφεται στη συσκευασία σαφώς με ένα δεκαδικό ψηφίο και ευανάγνωστα με τη μορφή “λιπαρές ουσίες … %”. Το εν λόγω γάλα δεν περιγράφεται ως πλήρες γάλα, ημιαποκορυφωμένο γάλα ή αποκορυφωμένο γάλα.»·

στ)

μετά το παράρτημα XVI παρεμβάλλεται το παράρτημα XVΙα, το κείμενο του οποίου παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού·

ζ)

το παράρτημα XXΙΙ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1184/2006

Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1184/2006 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Με τον παρόντα κανονισμό θεσπίζονται οι κανόνες που αφορούν την εφαρμογή των άρθρων 81 έως 86 και ορισμένων διατάξεων του άρθρου 88 της συνθήκης σχετικά με την παραγωγή και την εμπορία των προϊόντων που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι της συνθήκης, εξαιρουμένων των προϊόντων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ια) και στα στοιχεία ιγ) έως κα) του άρθρου 1 παράγραφος 1 και στο άρθρο 1 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 (39).

Άρθρο 3

Καταργούμενες διατάξεις

1.   Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96, (ΕΚ) αριθ. 700/2007 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 καταργούνται.

Οι παραπομπές στους καταργούμενους κανονισμούς νοούνται ως παραπομπές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 και διαβάζονται σύμφωνα με τους σχετικούς πίνακες αντιστοιχίας που παρατίθενται στο παράρτημα XXΙΙ του εν λόγω κανονισμού.

2.   Οι κανονισμοί (ΕΟΚ) αριθ. 449/69, (ΕΟΚ) αριθ. 1467/69, (ΕΟΚ) αριθ. 2511/69, (ΕΟΚ) αριθ. 2093/70, (ΕΟΚ) αριθ. 846/72, (ΕΟΚ) αριθ. 1252/73, (ΕΟΚ) αριθ. 155/74, (ΕΟΚ) αριθ. 1627/75, (ΕΟΚ) αριθ. 794/76, (ΕΟΚ) αριθ. 1180/77, (ΕΟΚ) αριθ. 10/81, (ΕΟΚ) αριθ. 40/81, (ΕΟΚ) αριθ. 3671/81, (ΕΟΚ) αριθ. 1603/83, (ΕΟΚ) αριθ. 790/89, (ΕΟΚ) αριθ. 3650/90, (ΕΟΚ) αριθ. 525/92, (ΕΟΚ) αριθ. 3438/92, (ΕΟΚ) αριθ. 3816/92, (ΕΟΚ) αριθ. 742/93, (ΕΟΚ) αριθ. 746/93, (ΕΚ) αριθ. 399/94, (ΕΚ) αριθ. 2241/2001 και (ΕΚ) αριθ. 545/2002 καταργούνται.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 2008. Ωστόσο:

α)

τα σημεία 3, 4, 5, 8, 12 και 13 του άρθρου 1 εφαρμόζονται από την 1η Σεπτεμβρίου 2008,

β)

τα σημεία 9, 14 έως 19, 33 και 44 στοιχεία β) και γ) του άρθρου 1 εφαρμόζονται από την 1η Οκτωβρίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 14 Απριλίου 2008.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

I. JARC


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 248/2008 (ΕΕ L 76 της 19.3.2008, σ. 6).

(2)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/2007 (ΕΕ L 283 της 27.10.2007, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 312 της 29.11.2005, σ. 3. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1247/2007 (ΕΕ L 282 της 26.10.2007, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1152/2007 (ΕΕ L 258 της 4.10.2007, σ. 3).

(5)  ΕΕ L 351 της 23.12.1997, σ. 13. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1153/2007 (ΕΕ L 258 της 4.10.2007, σ. 6).

(6)  ΕΕ L 273 της 17.10.2007, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 161 της 22.6.2007, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 61 της 12.3.1969, σ. 2. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3669/93 (ΕΕ L 338 της 31.12.1993, σ. 26).

(9)  ΕΕ L 197 της 8.8.1969, σ. 95. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2365/70 (ΕΕ L 257 της 26.11.1970, σ. 1).

(10)  ΕΕ L 318 της 18.12.1969, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1130/89 (ΕΕ L 119 της 29.4.1989, σ. 22).

(11)  ΕΕ L 232 της 21.10.1970, σ. 5.

(12)  ΕΕ L 100 της 27.4.1972, σ. 3.

(13)  ΕΕ L 133 της 21.5.1973, σ. 113.

(14)  ΕΕ L 18 της 22.1.1974, σ. 97.

(15)  ΕΕ L 165 της 28.6.1975, σ. 9.

(16)  ΕΕ L 93 της 8.4.1976, σ. 3.

(17)  ΕΕ L 142 της 9.6.1977, σ. 10. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2008/97 (ΕΕ L 284 της 16.10.1997, σ. 17).

(18)  ΕΕ L 1 της 1.1.1981, σ. 17.

(19)  ΕΕ L 3 της 1.1.1981, σ. 11.

(20)  ΕΕ L 367 της 23.12.1981, σ. 3. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1555/84 (ΕΕ L 150 της 6.6.1984, σ. 4).

(21)  ΕΕ L 159 της 17.6.1983, σ. 5. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1979/85 (ΕΕ L 186 της 19.7.1985, σ. 5).

(22)  ΕΕ L 85 της 30.3.1989, σ. 6. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1825/97 (ΕΕ L 260 της 23.9.1997, σ. 9).

(23)  ΕΕ L 362 της 27.12.1990, σ. 22. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1468/97 (ΕΕ L 200 της 29.7.1997, σ. 1).

(24)  ΕΕ L 58 της 3.3.1992, σ. 1.

(25)  ΕΕ L 350 της 1.12.1992, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1600/96 (ΕΕ L 206 της 16.8.1996, σ. 45).

(26)  ΕΕ L 387 της 31.12.1992, σ. 10. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1363/95 (ΕΕ L 132 της 16.6.1995, σ. 8).

(27)  ΕΕ L 77 της 31.3.1993, σ. 8.

(28)  ΕΕ L 77 της 31.3.1993, σ. 14. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 952/97 (ΕΕ L 142 της 2.6.1997, σ. 30).

(29)  ΕΕ L 54 της 25.2.1994, σ. 3. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 386/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 3).

(30)  ΕΕ L 303 της 20.11.2001, σ. 8.

(31)  ΕΕ L 84 της 28.3.2002, σ. 1.

(32)  ΕΕ L 265 της 26.9.2006, σ. 1.

(33)  ΕΕ L 277 της 21.10.2005, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 146/2008 (ΕΕ L 46 της 21.2.2008, σ. 1).

(34)  ΕΕ L 198 της 22.7.1991, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 123/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 38 της 13.2.2008, σ. 3).

(35)  ΕΕ L 189 της 20.7.2007, σ. 1.

(36)  Απόφαση αριθ. 1600/2002/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2002, για τη θέσπιση του έκτου κοινοτικού προγράμματος δράσης για το περιβάλλον (ΕΕ L 242 της 10.9.2002, σ. 1).»

(37)  ΕΕ L 93 της 31.3.2006, σ. 12. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).»

(38)  ΕΕ L 297 της 21.11.1996, σ. 49. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1933/2001 της Επιτροπής (ΕΕ L 262 της 2.10.2001, σ. 6).».

(39)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 361/2008 (ΕΕ L 121 της 7.5.2008, σ. 1).».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙα

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΠΟΥ ΚΑΘΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 59 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΔΑΦΙΟ

1.   Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 2, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

“ποσοστό σε επίπεδο κράτους μέλους”: το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με το σημείο 2 με σκοπό τον προσδιορισμό της συνολικής ποσότητας που πρέπει να μειωθεί στο επίπεδο του εκάστοτε κράτους μέλους·

β)

“κοινό ποσοστό”: το κοινό ποσοστό που έχει καθορίσει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο·

γ)

“μείωση”: ο αριθμός που προκύπτει από τη διαίρεση των συνολικών ποσοστώσεων που αποτέλεσαν αντικείμενο αποποίησης στο κράτος μέλος διά των εθνικών ποσοστώσεων που καθορίζονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 στην έκδοση που ίσχυε την 1η Ιουλίου 2006. Για τα κράτη μέλη που δεν ήταν μέλη της Κοινότητας την 1η Ιουλίου 2006, η αναφορά στο παράρτημα III αφορά την έκδοση που ίσχυε κατά την ημερομηνία της προσχώρησής τους στην Κοινότητα.

2.   Το ποσοστό σε επίπεδο κράτους μέλους ισούται με το κοινό ποσοστό πολλαπλασιαζόμενο επί 1 – [(1/0,6) × τη μείωση].

Όταν το αποτέλεσμα είναι μικρότερο από μηδέν, το εφαρμοστέο ποσοστό ισούται με μηδέν.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙβ

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 59 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΔΕΥΤΕΡΟ ΕΔΑΦΙΟ

1.   Για τους σκοπούς του υπολογισμού που αναφέρεται στο σημείο 2, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

“εφαρμοστέο ποσοστό”: το ποσοστό που καθορίζεται σύμφωνα με το σημείο 2 και εφαρμόζεται στην ποσόστωση που χορηγείται στην εκάστοτε επιχείρηση·

β)

“κοινό ποσοστό σε επίπεδο κράτους μέλους”: το ποσοστό το οποίο υπολογίζεται για το εκάστοτε κράτος μέλος με βάση τον τύπο:

Qty/Σ [(1 – R/K) × Q]

όπου

Qty

=

η ποσότητα που πρέπει να μειωθεί στο επίπεδο του κράτους μέλους που αναφέρεται στο παράρτημα VΙΙα σημείο 1 στοιχείο α),

R

=

η αποποίηση που αναφέρεται στο στοιχείο γ) και αφορά συγκεκριμένη επιχείρηση,

Q

=

η ποσόστωση της ίδιας συγκεκριμένης επιχείρησης που θα διατίθεται στα τέλη Φεβρουαρίου 2010,

K

=

ο αριθμός που υπολογίζεται σύμφωνα με το στοιχείο δ),

Σ

=

το άθροισμα του γινομένου (1 – R/K) × Q υπολογιζόμενου για κάθε επιχείρηση που διαθέτει ποσόστωση στην επικράτεια του κράτους μέλους· όταν το γινόμενο είναι μικρότερο από μηδέν, το άθροισμα ισούται με μηδέν·

γ)

“αποποίηση”: ο αριθμός που προκύπτει από τη διαίρεση της ποσότητας των ποσοστώσεων τις οποίες η ενδιαφερόμενη επιχείρηση έχει αποποιηθεί, διά της ποσόστωσης που της έχει χορηγηθεί σύμφωνα με το άρθρο 7 και το άρθρο 11 παράγραφοι 1 έως 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 και το άρθρο 60 παράγραφοι 1 έως 3 του παρόντος κανονισμού·

δ)

“K”: υπολογίζεται σε κάθε κράτος μέλος διαιρώντας τη συνολική μείωση της ποσόστωσης στο εν λόγω κράτος μέλος (εθελοντικές αποποιήσεις συν η ποσότητα που πρέπει να μειωθεί στο επίπεδο του κράτους μέλους, που αναφέρεται στο παράρτημα VΙΙα σημείο 1 στοιχείο α) διά της αρχικής του ποσόστωσης που καθορίζεται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 στην έκδοση που ίσχυε την 1η Ιουλίου 2006. Για τα κράτη μέλη που δεν ήταν μέλη της Κοινότητας την 1η Ιουλίου 2006, η αναφορά στο παράρτημα III αφορά την έκδοση που ίσχυε κατά την ημερομηνία της προσχώρησής τους στην Κοινότητα.

2.   Το εφαρμοστέο ποσοστό ισούται με το κοινό ποσοστό σε επίπεδο κράτους μέλους πολλαπλασιαζόμενο επί 1 – [(1/0,6) × την αποποίηση].

Όταν το αποτέλεσμα είναι μικρότερο από μηδέν, το εφαρμοστέο ποσοστό ισούται με μηδέν.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VΙΙγ

ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΗ ΠΟΥ ΚΑΘΟΡΙΖΕΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 52α ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

1.   Για τους σκοπούς των υπολογισμών που αναφέρονται στο σημείο 2, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

“συντελεστής σε επίπεδο κράτους μέλους”: ο συντελεστής που καθορίζεται σύμφωνα με το σημείο 2·

β)

“μείωση”: ο αριθμός που προκύπτει από τη διαίρεση των συνολικών ποσοστώσεων ζάχαρης που αποτέλεσαν αντικείμενο αποποίησης στο κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων των ποσοτήτων που αποτέλεσαν αντικείμενο αποποίησης κατά την περίοδο εμπορίας για την οποία ισχύει η απόσυρση, διά των εθνικών ποσοστώσεων ζάχαρης που καθορίζονται στο παράρτημα III του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006, στην έκδοση που ίσχυε την 1η Ιουλίου 2006. Για τα κράτη μέλη που δεν ήταν μέλη της Κοινότητας την 1η Ιουλίου 2006, η αναφορά στο παράρτημα III αφορά την έκδοση που ίσχυε κατά την ημερομηνία της προσχώρησής τους στην Κοινότητα·

γ)

“συντελεστής”: ο συντελεστής που καθορίζεται από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 2.

2.   Για τις περιόδους εμπορίας 2008/2009 και 2009/2010, ο συντελεστής σε επίπεδο κράτους μέλους είναι ίσος με τον συντελεστή προσαυξημένο κατά [(1/0,6) × τη μείωση] × (1 – τον συντελεστή).

Όταν το αποτέλεσμα είναι μεγαλύτερο από 1, ο εφαρμοστέος συντελεστής ισούται με 1.

».

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XΙα

ΕΜΠΟΡΙΑ ΚΡΕΑΤΟΣ ΒΟΟΕΙΔΩΝ ΗΛΙΚΙΑΣ ΤΟ ΠΟΛΥ ΔΩΔΕΚΑ ΜΗΝΩΝ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 113β

I.   Ορισμός

Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος, ως “κρέας” νοείται το σύνολο των σφαγίων, του κρέατος με ή χωρίς κόκαλο και των παραπροϊόντων σφαγίων, τεμαχισμένων ή μη, προοριζόμενων για ανθρώπινη κατανάλωση, που προέρχονται από βοοειδή ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών, τα οποία παρουσιάζονται σε νωπή κατάσταση, κατεψυγμένα ή υπερκατεψυγμένα, είτε είναι περιτυλιγμένα ή συσκευασμένα είτε όχι.

II.   Ταξινόμηση των βοοειδών ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών στο σφαγείο

Κατά τη σφαγή τους, όλα τα βοοειδή ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών ταξινομούνται από τις επιχειρήσεις, υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής που αναφέρεται στο σημείο VII παράγραφος 1 του παρόντος παραρτήματος, σε μία από τις ακόλουθες δύο κατηγορίες:

A.

Κατηγορία V: βοοειδή ηλικίας το πολύ οκτώ μηνών,

Γράμμα αναγνώρισης της κατηγορίας: V·

B.

Κατηγορία Z: βοοειδή ηλικίας άνω των 8 μηνών, αλλά το πολύ δώδεκα μηνών,

Γράμμα αναγνώρισης της κατηγορίας: Z.

Η παρούσα ταξινόμηση διενεργείται με βάση τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο διαβατήριο που συνοδεύει τα βοοειδή ή, ελλείψει αυτού, με βάση τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων που προβλέπεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουλίου 2000, για τη θέσπιση συστήματος αναγνώρισης και καταγραφής των βοοειδών και την επισήμανση του βοείου κρέατος και των προϊόντων με βάση το βόειο κρέας (1).

III.   Ονομασίες πώλησης

1.   Η ονομασία πώλησης είναι η ονομασία με την οποία πωλείται ένα τρόφιμο, κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/13/ΕΚ.

2.   Το κρέας βοοειδών ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών διατίθεται στο εμπόριο στα κράτη μέλη μόνο με την ή τις ακόλουθες ονομασίες πώλησης που ορίζονται για κάθε κράτος μέλος:

A.

Κρέας βοοειδών της κατηγορίας V:

Χώρα εμπορίας

Ονομασίες πώλησης που πρέπει να χρησιμοποιούνται

Βέλγιο

veau, viande de veau/kalfsvlees/Kalbfleisch

Βουλγαρία

месо от малки телета

Τσεχική Δημοκρατία

telecí

Δανία

lyst kalvekød

Γερμανία

Kalbfleisch

Εσθονία

vasikaliha

Ελλάδα

μοσχάρι γάλακτος

Ισπανία

ternera blanca, carne de ternera blanca

Γαλλία

veau, viande de veau

Ιρλανδία

veal

Ιταλία

vitello, carne di vitello

Κύπρος

μοσχάρι γάλακτος

Λεττονία

teļa gaļa

Λιθουανία

veršiena

Λουξεμβούργο

veau, viande de veau/Kalbfleisch

Ουγγαρία

borjúhús

Μάλτα

vitella

Κάτω Χώρες

kalfsvlees

Αυστρία

Kalbfleisch

Πολωνία

cielęcina

Πορτογαλία

vitela

Ρουμανία

carne de vițel

Σλοβενία

teletina

Σλοβακία

teľacie mäso

Φινλανδία

vaalea vasikanliha/ljust kalvkött

Σουηδία

ljust kalvkött

Ηνωμένο Βασίλειο

veal

B.

Κρέας βοοειδών της κατηγορίας Z:

Χώρα εμπορίας

Ονομασίες πώλησης που πρέπει να χρησιμοποιούνται

Βέλγιο

jeune bovin, viande de jeune bovin/jongrundvlees/Jungrindfleisch

Βουλγαρία

телешко месо

Τσεχική Δημοκρατία

hovězí maso z mladého skotu

Δανία

kalvekød

Γερμανία

Jungrindfleisch

Εσθονία

noorloomaliha

Ελλάδα

νεαρό μοσχάρι

Ισπανία

ternera, carne de ternera

Γαλλία

jeune bovin, viande de jeune bovin

Ιρλανδία

rosé veal

Ιταλία

vitellone, carne di vitellone

Κύπρος

νεαρό μοσχάρι

Λεττονία

jaunlopa gaļa

Λιθουανία

jautiena

Λουξεμβούργο

jeune bovin, viande de jeune bovin/Jungrindfleisch

Ουγγαρία

növendék marha húsa

Μάλτα

vitellun

Κάτω Χώρες

rosé kalfsvlees

Αυστρία

Jungrindfleisch

Πολωνία

młoda wołowina

Πορτογαλία

vitelão

Ρουμανία

carne de tineret bovin

Σλοβενία

meso težjih telet

Σλοβακία

mäso z mladého dobytka

Φινλανδία

vasikanliha/kalvkött

Σουηδία

kalvkött

Ηνωμένο Βασίλειο

beef

3.   Οι ονομασίες πώλησης που αναφέρονται στην παράγραφο 2 επιτρέπεται να συμπληρώνονται από την ένδειξη του ονόματος ή τον χαρακτηρισμό των τεμαχίων του κρέατος ή των παραπροϊόντων σφαγίου που αφορούν.

4.   Οι ονομασίες πώλησης που παρατίθενται για την κατηγορία V στον πίνακα της παραγράφου 2 στοιχείο A και οποιαδήποτε νέα ονομασία που απορρέει από τις εν λόγω ονομασίες πώλησης χρησιμοποιούνται μόνο εφόσον πληρούνται όλες οι απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος.

Ειδικότερα, οι όροι “veau”, “telecí”, “Kalb”, “μοσχάρι”, “ternera”, “kalv”, “veal”, “vitello”, “vitella”, “kalf”, “vitela” και “teletina” δεν χρησιμοποιούνται σε ονομασία πώλησης ούτε αναφέρονται στην επισήμανση κρέατος βοοειδών ηλικίας άνω των δώδεκα μηνών.

IV.   Υποχρεωτικές πληροφορίες στην ετικέτα

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 2000/13/ΕΚ και των άρθρων 13, 14 και 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000, σε κάθε στάδιο της παραγωγής και της εμπορίας, οι επιχειρήσεις επισημαίνουν το κρέας που προέρχεται από βοοειδή ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών με τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

την ηλικία των ζώων κατά τη σφαγή, η οποία αναγράφεται, κατά περίπτωση, υπό τη μορφή “ηλικία κατά τη σφαγή: έως 8 μηνών” για τα ζώα ηλικίας το πολύ οκτώ μηνών, ή “ηλικία κατά τη σφαγή: από 8 έως 12 μηνών” για τα ζώα ηλικίας άνω των οκτώ μηνών αλλά το πολύ δώδεκα μηνών·

β)

την ονομασία πώλησης, σύμφωνα με το σημείο III του παρόντος παραρτήματος.

Ωστόσο, κατά παρέκκλιση του στοιχείου α), σε κάθε στάδιο της παραγωγής και της εμπορίας, πλην της διάθεσης στον τελικό καταναλωτή, οι επιχειρήσεις μπορούν να αντικαθιστούν την ηλικία κατά τη σφαγή με το γράμμα αναγνώρισης της κατηγορίας, όπως ορίζεται στο σημείο ΙΙ του παρόντος παραρτήματος.

2.   Για το κρέας βοοειδών ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών το οποίο παρουσιάζεται προς πώληση στον τελικό καταναλωτή μη προσυσκευασμένο στα σημεία λιανικής πώλησης, τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες βάσει των οποίων θα πρέπει να αναγράφονται οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

V.   Προαιρετικές πληροφορίες στην ετικέτα

Οι επιχειρήσεις επιτρέπεται να συμπληρώνουν τις υποχρεωτικές πληροφορίες που αναφέρονται στο σημείο IV με προαιρετικές πληροφορίες οι οποίες εγκρίνονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 16 ή 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1760/2000.

VI.   Καταγραφή

Σε κάθε στάδιο της παραγωγής και της εμπορίας κρέατος βοοειδών ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών, οι επιχειρήσεις, προκειμένου να διασφαλίζουν την ακρίβεια των πληροφοριών της ετικέτας οι οποίες αναφέρονται στα σημεία IV και V, καταγράφουν ιδίως τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

ένδειξη του αριθμού αναγνώρισης και της ημερομηνίας γέννησης των ζώων, μόνο σε επίπεδο σφαγείου·

β)

ένδειξη του αριθμού αναφοράς ο οποίος επιτρέπει να προσδιορίζεται η σχέση μεταξύ, αφενός, της αναγνώρισης των ζώων από τα οποία προέρχεται το κρέας και, αφετέρου, της ονομασίας πώλησης, της ηλικίας κατά τη σφαγή και του γράμματος αναγνώρισης της κατηγορίας που αναγράφονται στην ετικέτα του κρέατος·

γ)

ένδειξη της ημερομηνίας άφιξης και αναχώρησης των ζώων και του κρέατος στη μονάδα, για να διασφαλίζεται η αντιστοιχία αφίξεων και αναχωρήσεων.

VII.   Επίσημοι έλεγχοι

1.   Πριν από την 1η Ιουλίου 2008 τα κράτη μέλη ορίζουν την ή τις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για τους επίσημους ελέγχους που διεξάγονται προκειμένου να εξακριβωθεί η εφαρμογή του άρθρου 113β και του παρόντος παραρτήματος, και ενημερώνουν σχετικά την Επιτροπή.

2.   Οι επίσημοι έλεγχοι διεξάγονται από την ή τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις γενικές αρχές του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επισήμων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων (2).

3.   Η Επιτροπή, από κοινού με τις αρμόδιες αρχές, μεριμνά ώστε τα κράτη μέλη να συμμορφώνονται προς τις διατάξεις του άρθρου 113β και του παρόντος παραρτήματος.

4.   Οι εμπειρογνώμονες της Επιτροπής διεξάγουν, εφόσον απαιτείται, από κοινού με τις οικείες αρμόδιες αρχές και, ενδεχομένως, με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών, επιτόπιους ελέγχους για να διασφαλίζουν την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 113β και του παρόντος παραρτήματος.

5.   Κάθε κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου διεξάγονται έλεγχοι παρέχει στην Επιτροπή κάθε αναγκαία συνδρομή που ενδεχομένως χρειάζεται για την εκτέλεση των καθηκόντων της.

VIII.   Κρέατα εισαγόμενα από τρίτες χώρες

1.   Το κρέας βοοειδών ηλικίας το πολύ δώδεκα μηνών το οποίο εισάγεται από τρίτες χώρες διατίθεται στο εμπόριο στην Κοινότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 113β και του παρόντος παραρτήματος.

2.   Οι επιχειρήσεις τρίτης χώρας οι οποίες επιθυμούν να διαθέσουν στην κοινοτική αγορά το κρέας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υποβάλλουν τις δραστηριότητές τους στον έλεγχο της αρμόδιας αρχής η οποία ορίζεται από την εν λόγω τρίτη χώρα ή, ελλείψει αυτής, στον έλεγχο ανεξάρτητου τρίτου φορέα. Ο ανεξάρτητος φορέας οφείλει να παρέχει όλα τα εχέγγυα της συμμόρφωσης προς τους όρους που καθορίζονται στο ευρωπαϊκό πρότυπο EN 45011 ή στον οδηγό ISO/IEC 65 (“Γενικές απαιτήσεις για φορείς που λειτουργούν ως συστήματα πιστοποίησης προϊόντων”).

3.   Η καθοριζόμενη αρμόδια αρχή ή, ενδεχομένως, ο ανεξάρτητος τρίτος φορέας εξασφαλίζουν την τήρηση των απαιτήσεων του άρθρου 113β και του παρόντος παραρτήματος.

IX.   Κυρώσεις

Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων τις οποίες ενδεχομένως θα θεσπίσει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 194 του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται για τις παραβάσεις των διατάξεων του άρθρου 113β και του παρόντος παραρτήματος και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις διατάξεις που αφορούν τις κυρώσεις έως την 1η Ιουλίου 2009 το αργότερο και της κοινοποιούν κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση το συντομότερο δυνατόν.».


(1)  ΕΕ L 204 της 11.8.2000, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1791/2006 (ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 180/2008 της Επιτροπής (ΕΕ L 56 της 29.2.2008, σ. 4).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XVΙα

ΔΙΕΞΟΔΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΕΠΕΚΤΕΙΝΟΝΤΑΙ ΣΕ ΠΑΡΑΓΩΓΟΥΣ ΜΗ ΜΕΛΗ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΚΑΤ’ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 125στ ΚΑΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 125ιβ

1.   Κανόνες παροχής πληροφοριών σχετικά με την παραγωγή

α)

κοινοποίηση των προθέσεων καλλιέργειας, ανά προϊόν και, ενδεχομένως, ανά ποικιλία·

β)

κοινοποίηση της θέσης σε καλλιέργεια·

γ)

κοινοποίηση των συνολικών καλλιεργουμένων εκτάσεων ανά προϊόν και, εφόσον είναι δυνατόν, ανά ποικιλία·

δ)

κοινοποίηση των προβλεπόμενων ποσοτήτων σε τόνους και των πιθανών ημερομηνιών συγκομιδής ανά προϊόν και, εφόσον είναι δυνατόν, ανά ποικιλία·

ε)

περιοδική κοινοποίηση των συγκομιζόμενων ποσοτήτων και των διαθέσιμων αποθεμάτων, ανά ποικιλία·

στ)

πληροφορίες σχετικά με τις δυνατότητες αποθήκευσης.

2.   Κανόνες παραγωγής

α)

επιλογή των σπόρων προς σπορά που πρέπει να χρησιμοποιηθούν ανάλογα με τον προβλεπόμενο προορισμό του προϊόντος (αγορά νωπών προϊόντων ή βιομηχανική μεταποίηση)·

β)

αραίωμα των οπωρώνων.

3.   Κανόνες εμπορίας

α)

καθορισμένες ημερομηνίες για την έναρξη της συγκομιδής, κλιμάκωση της διάθεσης στην αγορά·

β)

ελάχιστες απαιτήσεις όσον αφορά την ποιότητα και το μέγεθος·

γ)

προετοιμασία, παρουσίαση, συσκευασία και επισήμανση στο πρώτο στάδιο της διάθεσης στην αγορά·

δ)

ένδειξη της καταγωγής του προϊόντος.

4.   Κανόνες σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος

α)

χρησιμοποίηση λιπασμάτων και κοπριάς·

β)

χρησιμοποίηση φυτοπροστατευτικών προϊόντων και άλλων μεθόδων προστασίας των καλλιεργειών·

γ)

μέγιστη περιεκτικότητα των οπωροκηπευτικών σε υπολείμματα φυτοπροστατευτικών προϊόντων και λιπασμάτων·

δ)

κανόνες σχετικά με τη διάθεση των υποπροϊόντων και των αποβλήτων·

ε)

κανόνες σχετικά με την απόσυρση των προϊόντων από την αγορά.

5.   Κανόνες για την προώθηση και επικοινωνία στο πλαίσιο της πρόληψης και της διαχείρισης κρίσεων, όπως αναφέρεται στο άρθρο 103γ παράγραφος 2 στοιχείο γ).»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΟΣ XXII ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ (ΕΚ) αριθ. 1234/2007

1.   Στον πίνακα που παρατίθεται στο σημείο 4 όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2759/75, ο στίχος που καταδεικνύει την αντιστοιχία μεταξύ του άρθρου 3 πρώτη παράγραφος πρώτη περίπτωση του εν λόγω κανονισμού και της αντίστοιχης διάταξης του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3 πρώτη παράγραφος πρώτη περίπτωση

Άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο ε)»

2.   Στον πίνακα που παρατίθεται στο σημείο 26 όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999, οι στίχοι που καταδεικνύουν την αντιστοιχία μεταξύ των άρθρων 6 έως 9 του εν λόγω κανονισμού και των αντίστοιχων διατάξεων του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρ 15 παράγραφος 1 και άρθρο 22

Άρθρο 6 παράγραφος 1 δεύτερο και τρίτο εδάφιο

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) πρώτη περίπτωση

Άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 6 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο α) δεύτερη και τρίτη περίπτωση και στοιχείο β)

Άρθρο 10 σε συνδυασμό με το άρθρο 43 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 10 σε συνδυασμό με το άρθρο 43 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 28 στοιχείο α)

Άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 29

Άρθρο 6 παράγραφος 3 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 43 στοιχείο δ) σημείο i)

Άρθρο 6 παράγραφος 3 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 43 στοιχείο δ) σημείο iii)

Άρθρο 6 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο και δεύτερο εδάφιο πρώτη φράση

Άρθρο 25 και άρθρο 43 στοιχείο στ)

Άρθρο 6 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο δεύτερη φράση

Άρθρο 43 στοιχείο δ) σημείο iii)

Άρθρο 6 παράγραφος 5

Άρθρο 6 παράγραφος 6

Άρθρο 6 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο στ), άρθρο 16 πρώτη παράγραφος και άρθρο 43 στοιχείο α)

Άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 23 και άρθρο 43 στοιχείο α)

Άρθρο 7 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 43 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 16 δεύτερη παράγραφος

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 25 και άρθρο 43 στοιχείο ε)

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρο 28 στοιχείο β)

Άρθρο 8 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρα 30 και άρθρο 43 στοιχείο δ) σημεία i) και iii)

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και άρθρο 36 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 31 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 43 στοιχείο δ) σημείο iii)

Άρθρο 9 παράγραφος 4

Άρθρο 36 παράγραφος 2»

3.   Στον πίνακα που παρατίθεται στο σημείο 30 όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2529/2001, ο στίχος που καταδεικνύει την αντιστοιχία μεταξύ του άρθρου 12 του εν λόγω κανονισμού και της αντίστοιχης διάταξης του ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Άρθρο 31 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και άρθρο 38»

4.   Στον πίνακα που παρατίθεται στο σημείο 40 όσον αφορά τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006, μετά το στίχο που αφορά το άρθρο 19 του εν λόγω κανονισμού παρεμβάλλεται ο ακόλουθος:

«Άρθρο 19α

Άρθρο 52α»

5.   Προστίθενται οι ακόλουθοι πίνακες:

45.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 700/2007

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 700/2007

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 113β παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 113β παράγραφος 2

Άρθρο 2

Σημείο I του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 3

Σημείο II του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 4

Σημείο III του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 5

Σημείο IV του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 6

Σημείο V του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 7

Σημείο VI του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 8

Σημείο VII του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 9

Σημείο VIII του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 10

Σημείο IX του παραρτήματος XΙα

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 121 πρώτη παράγραφος στοιχείο ι)

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 121 δεύτερη παράγραφος

Άρθρο 12

Άρθρο 195

Άρθρο 13

Άρθρο 113β παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

46.   Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1182/2007

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1182/2007

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία θ) και ι)

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 113α παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 113 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 113 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii)

Άρθρο 2 παράγραφος 4 στοιχείο α)

Άρθρο 121 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 4 στοιχείο β)

Άρθρο 113 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 2 παράγραφος 4 στοιχείο γ)

Άρθρο 113 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 113α παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 6

Άρθρο 113α παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 7

Άρθρο 203α παράγραφος 7

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 122 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 125β παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο i)

Άρθρο 122 στοιχείο γ) σημείο ii)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο ii)

Άρθρο 122 στοιχείο γ) σημείο i)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) iii)

Άρθρο 122 στοιχείο γ) σημείο iii)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 125α παράγραφος 1 εισαγωγικές λέξεις

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 122

Άρθρο 3 παράγραφοι 2 έως 5

Άρθρο 125α

Άρθρο 4

Άρθρο 125β

Άρθρο 5

Άρθρο 125γ

Άρθρο 6

Άρθρο 125δ

Άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 125ε

Άρθρο 7 παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 103α

Άρθρο 8

Άρθρο 103β

Άρθρο 9

Άρθρο 103γ

Άρθρο 10

Άρθρο 103δ

Άρθρο 11

Άρθρο 103ε

Άρθρο 12

Άρθρο 103στ

Άρθρο 13

Άρθρο 103ζ

Άρθρο 14

Άρθρο 125στ

Άρθρο 15

Άρθρο 125ζ

Άρθρο 16

Άρθρο 125η

Άρθρο 17

Άρθρο 125θ

Άρθρο 18

Άρθρο 125ι

Άρθρο 19

Άρθρο 184 παράγραφος 4

Άρθρο 20

Άρθρο 123 παράγραφος 3

Άρθρο 21

Άρθρο 125ια

Άρθρο 22

Άρθρο 176α

Άρθρο 23

Άρθρο 125ιβ

Άρθρο 24

Άρθρο 125ιγ

Άρθρο 25

Άρθρο 125ιδ

Άρθρο 26

Άρθρο 128

Άρθρο 27

Άρθρο 129

Άρθρο 28

Άρθρο 130 παράγραφος 1 στοιχεία στα) και στβ)

Άρθρο 29

Άρθρο 131

Άρθρο 30

Άρθρο 132

Άρθρο 31

Άρθρο 133

Άρθρο 32

Άρθρο 134

Άρθρο 33

Άρθρο 135

Άρθρο 34

Άρθρο 140α

Άρθρο 35 παράγραφοι 1 έως 3

Άρθρο 141

Άρθρο 35 παράγραφος 4

Άρθρο 143

Άρθρο 36

Άρθρο 144

Άρθρο 37 πρώτη παράγραφος

Άρθρο 145

Άρθρο 37 δεύτερη παράγραφος στοιχεία α), β) και γ)

Άρθρο 148

Άρθρο 38

Άρθρο 159

Άρθρο 39

Άρθρο 160

Άρθρο 40

Άρθρο 161 παράγραφος 1 στοιχεία δα) και δβ)

Άρθρο 41

Άρθρο 174

Άρθρο 42 στοιχείο α) σημείο i)

Άρθρο 121 στοιχείο α)

Άρθρο 42 στοιχείο α) σημείο ii)

Άρθρο 113α παράγραφος 3

Άρθρο 42 στοιχείο α) σημείο iii)

Άρθρο 121 στοιχείο α) σημείο i)

Άρθρο 42 στοιχείο α) σημείο iv)

Άρθρο 121 στοιχείο α) σημείο ii)

Άρθρο 42 στοιχείο α) σημείο v)

Άρθρο 121 στοιχείο α) σημείο iii)

Άρθρο 42 στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 127 στοιχείο ε)

Άρθρο 42 στοιχείο β) σημείο ii)

Άρθρο 103η στοιχείο α)

Άρθρο 42 στοιχείο β) σημείο iii)

Άρθρο 103η στοιχείο β)

Άρθρο 42 στοιχείο β) σημείο iv)

Άρθρο 103η στοιχείο γ)

Άρθρο 42 στοιχείο β) σημείο v)

Άρθρο 103η στοιχείο δ)

Άρθρο 42 στοιχείο β) σημείο vi)

Άρθρο 103η στοιχείο ε)

Άρθρο 42 στοιχείο γ)

Άρθρα 127 και 179

Άρθρο 42 στοιχεία δ) έως ζ)

Άρθρο 194

Άρθρο 42 στοιχείο η)

Άρθρο 134, άρθρο 143 στοιχείο β), και άρθρο 148

Άρθρο 42 στοιχείο θ)

Άρθρο 192

Άρθρο 42 στοιχείο ι)

Άρθρο 203α παράγραφος 8

Άρθρο 43 πρώτη παράγραφος

Άρθρο 1 παράγραφος 4 και άρθρο 180

Άρθρο 43 δεύτερη παράγραφος στοιχείο α)

Άρθρο 182 παράγραφος 5

Άρθρο 43 δεύτερη παράγραφος στοιχείο β)

Άρθρο 43 δεύτερη παράγραφος στοιχείο γ)

Άρθρο 182 παράγραφος 6

Άρθρο 44

Άρθρο 192

Άρθρο 45

Άρθρο 190

Άρθρα 46 έως 54

Άρθρο 55

Άρθρο 203α παράγραφοι 1 έως 6»


Top