Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32001R1260

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 2001, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης

ΕΕ L 178 της 30.6.2001, p. 1–45 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 30/06/2006; καταργήθηκε από 32006R0318

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2001/1260/oj

32001R1260

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 του Συμβουλίου, της 19ης Ιουνίου 2001, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 178 της 30/06/2001 σ. 0001 - 0045


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1260/2001 του Συμβουλίου

της 19ης Ιουνίου 2001

για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 36 και 37,

την πρόταση της Επιτροπής(1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου(2),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής(3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Η λειτουργία της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής πρέπει να περιλαμβάνει κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών στον τομέα της ζάχαρης η οποία αφορά, ιδίως, τη ζάχαρη καθώς και τα υποκατάστατά της σε υγρή μορφή, την ισογλυκόζη και το σιρόπι ινουλίνης.

(2) Για να επιτευχθούν οι στόχοι της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής και για να διασφαλίζεται ιδίως στους παραγωγούς τεύτλων και ζαχαροκάλαμων της Κοινότητας η διατήρηση των αναγκαίων εγγυήσεων, όσον αφορά την απασχόληση και το βιοτικό τους επίπεδο, πρέπει να προβλεφθούν μέτρα κατάλληλα για τη σταθεροποίηση της αγοράς της ζάχαρης. Για το σκοπό αυτό πρέπει να καθορίζονται για τις μη ελλειμματικές ζώνες μία τιμή παρέμβασης της λευκής ζάχαρης, και μια τιμή παρέμβασης της ακατέργαστης ζάχαρης καθώς και, ετησίως για κάθε ελλειμματική ζώνη, μια παράγωγη τιμή παρέμβασης της λευκής ζάχαρης και, ενδεχομένως, της ακατέργαστης ζάχαρης. Η τιμή παρέμβασης πρέπει να καθορίζεται σε επίπεδο τέτοιο ώστε να διασφαλίζεται για τους παραγωγούς τεύτλων ή ζαχαροκάλαμων μια δίκαιη αμοιβή και συγχρόνως να λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών. Αυτές οι εγγυήσεις τιμών που παρέχονται στη ζάχαρη καλύπτουν εξίσου τα σιρόπια σακχαρόζης καθώς και την ισογλυκόζη και το σιρόπι ινουλίνης, των οποίων οι τιμές συναρτώνται με εκείνες της ζάχαρης. Λαμβανομένων υπόψη των δημοσιονομικών προοπτικών και των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας που θεσπίστηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου το Μάρτιο του 1999, πρέπει να καθοριστούν οι τιμές στήριξης στον τομέα της ζάχαρης για όλο το χρονικό διάστημα του νέου καθεστώτος.

(3) Η τιμή παρέμβασης πρέπει να καθορίζεται για έναν ποιοτικό τύπο λευκής ζάχαρης και της ακατέργαστης ζάχαρης και αυτός ο ποιοτικός τύπος πρέπει να καθοριστεί. Αυτοί οι ποιοτικοί τύποι πρέπει να αντιστοιχούν σε μέσες αντιπροσωπευτικές ποιότητες για τις ζάχαρες που παράγονται στην Κοινότητα και είναι σκόπιμο να καθοριστούν με βάση κριτήρια που χρησιμοποιούνται στο εμπόριο. Επίσης, πρέπει να είναι δυνατή η αναθεώρηση των ποιοτικών τύπων, ώστε να λαμβάνονται υπόψη ιδίως οι εμπορικές απαιτήσεις και οι τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα της ανάλυσης.

(4) Η γεωγραφική θέση των γαλλικών υπερπόντιων διαμερισμάτων απαιτεί κατάλληλα μέτρα για τη ζάχαρη που παράγεται σε αυτά.

(5) Για να μην θίγονται οι εγγυήσεις των προαναφερομένων τιμών, οι οργανισμοί παρέμβασης μπορούν να πωλούν ζάχαρη μόνο σε τιμή ανώτερη από την τιμή παρέμβασης, όταν η ζάχαρη αυτή δεν εξάγεται στη φυσική της κατάσταση ή υπό μορφή μεταποιημένων προϊόντων ή δεν προορίζεται για τη διατροφή των ζώων. Αυτός ο κανόνας δεν επιτρέπει, να διατίθεται ενδεχομένως στις φιλανθρωπικές οργανώσεις ζάχαρη που θα προοριζόταν για την ανθρώπινη κατανάλωση στην Κοινότητα. Πρέπει λοιπόν να επιτρέπεται εφεξής μια τέτοια δυνατότητα όταν αυτή τοποθετείται στο πλαίσιο συγκεκριμένων ενεργειών επείγουσας ενίσχυσης που εξασφαλίζουν τον εφοδιασμό και υλοποιούν συγχρόνως ενέργειες για ανθρωπιστικούς σκοπούς. Η αποτελεσματικότητα τέτοιων ενεργειών έγκειται στην ταχύτητα της εκτέλεσής τους. Κατά συνέπεια, πρέπει να προβλεφθεί σε αυτή την περίπτωση η εφαρμογή της καταλληλότερης διαδικασίας.

(6) Η ζάχαρη αποτελεί ιδιαίτερα, όπως τα αμυλούχα προϊόντα, βασικό προϊόν, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη χημική βιομηχανία για την παρασκευή παρομοίων προϊόντων. Πρέπει να εξασφαλιστεί η αρμονική εξέλιξη της χρησιμοποίησης αυτών των βασικών προϊόντων. Είναι σκόπιμο να επιλεγεί ένα καθεστώς επιστροφών στην παραγωγή το οποίο να επιτρέπει ιδίως τη διεύρυνση των αγορών ζάχαρης πέραν των παραδοσιακών ποσοτήτων προς το σκοπό αυτό, τα εν λόγω προϊόντα πρέπει πλέον να μπορούν να διατίθενται στη βιομηχανία αυτή σε ένα μειωμένο επίπεδο τιμών.

(7) Η παρούσα ρύθμιση θα πρέπει να παρέχει δίκαιες εγγυήσεις τόσο στους βιομηχάνους όσο και στους παραγωγούς του βασικού προϊόντος. Ως εκ τούτου, είναι σκόπιμο να καθορίζονται για τα τεύτλα, πέραν της βασικής τιμής, η οποία καθορίζεται λαμβανομένης υπόψη της τιμής παρέμβασης της λευκής ζάχαρης, των εσόδων των επιχειρήσεων από τις πωλήσεις μελάσας που μπορούν να υπολογιστούν σε 7,61 ευρώ/100 kg, -ποσό παράγωγο της τιμής της μελάσας- η δε τελευταία τιμή υπολογίζεται σε 8,21 ευρώ/100 kg, καθώς και τα έξοδα για τη μεταποίηση και την παράδοση τεύτλων στα εργοστάσια και βάσει μιας απόδοσης η οποία μπορεί να εκτιμηθεί για την Κοινότητα σε 130 kg λευκής ζάχαρης ανά τόνο τεύτλων σταθερής ποιότητας, ελάχιστες τιμές των τεύτλων Α που θα μεταποιηθούν σε ζάχαρη Α και των τεύτλων Β που θα μεταποιηθούν σε ζάχαρη Β, τιμές οι οποίες πρέπει να τηρούνται κατά τις αγορές που πραγματοποιούνται από τους ζαχαροβιομήχανους.

(8) Θα πρέπει επίσης, προκειμένου να εξασφαλιστεί ορθή ισορροπία μεταξύ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των βιομηχάνων και των παραγωγών, να προβλεφθούν τα κατάλληλα μέσα για το σκοπό αυτό και, ιδίως, η θέσπιση κοινοτικών διατάξεων - πλαισίου που θα διέπουν τις συμβατικές σχέσεις μεταξύ αγοραστών και πωλητών τεύτλων καθώς και οι κατάλληλες διατάξεις για την επίτευξη του στόχου αυτού όσον αφορά το ζαχαροκάλαμο. Οι διατάξεις σχετικά με τη συνήθη διάρκεια και το χρονοδιάγραμμα των παραδόσεων, τα κέντρα συγκεντρώσεως και τα μεταφορικά έξοδα, τους τόπους παραλαβής και το στάδιο δειγματοληψίας, την απόδοση των πολτών ή την καταβολή αντίστοιχης αποζημίωσης, καθώς και τις προθεσμίες πληρωμής των προκαταβολών, επηρεάζουν την πραγματική τιμή των τεύτλων που εισπράττεται από τον πωλητή. Η ποικιλομορφία των φυσικών, οικονομικών και τεχνικών καταστάσεων συνεπάγεται μεγάλες δυσκολίες για την ενοποίηση όλων των όρων αγοράς τεύτλων ανά την Κοινότητα. Σήμερα υπάρχουν διεπαγγελματικές συμφωνίες μεταξύ παραγωγού ή οργάνωσης παραγωγών αφενός, και οργάνωσης καλλιεργητών, αφετέρου. Είναι προσήκον να περιοριστούν οι διατάξεις-πλαίσιο στον καθορισμό των ελάχιστων εγγυήσεων που απαιτούνται για τους καλλιεργητές τεύτλων όπως και για τους βιομηχάνους για την εύρυθμη λειτουργία της οικονομίας της ζάχαρης και να παρέχεται στις διεπαγγελματικές συμφωνίες η δυνατότητα παρέκκλισης από ορισμένους κανόνες που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙΙ.

(9) Οι λόγοι που οδήγησαν μέχρι τώρα την Κοινότητα να διατηρήσει για τους τομείς της ζάχαρης, της ισογλυκόζης και του σιροπιού ινουλίνης το καθεστώς ποσοστώσεων παραγωγής εξακολουθούν και σήμερα να ισχύουν. Εντούτοις, επήλθαν ορισμένες τροποποιήσεις του καθεστώτος για να ληφθεί υπόψη η πρόσφατη εξέλιξη της παραγωγής και για να δοθούν στην Κοινότητα τα αναγκαία μέσα για να εξασφαλίσει με δίκαιο και αποτελεσματικό τρόπο την πλήρη χρηματοδότηση από τους ίδιους τους παραγωγούς των εξόδων διάθεσης των πλεονασμάτων που απορρέουν από τη σχέση μεταξύ της κοινοτικής παραγωγής και κατανάλωσής της και για να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της που απορρέουν από τις συμφωνίες στις οποίες κατέληξαν οι πολυμερείς εμπορικές διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης, οι οποίες στο εξής καλούνται "συμφωνίες ΓΣΔΕ", και οι οποίες εγκρίθηκαν με την απόφαση 94/800/ΕΚ(4).

(10) Η συμφωνία για τη γεωργία, η οποία συνήφθη στο πλαίσιο των συμφωνιών ΓΣΔΕ και η οποία στο εξής καλείται "συμφωνία" προβλέπει στη σταδιακή μείωση του επιπέδου της στήριξης που χορηγείται από την Κοινότητα κατά την εξαγωγή των γεωργικών προϊόντων και, ιδίως, της ζάχαρης υπό την εγγύηση των ποσοστώσεων παραγωγής. Η συμφωνία προβλέπει τη μείωση της στήριξης κατά την εξαγωγή από την άποψη συγχρόνως των ποσοτήτων και των πιστώσεων κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου. Για να καταστεί δυνατή η εφαρμογή της προσαρμογής των εγγυήσεων, πρέπει, καταρχήν, να κατανεμηθεί η διαφορά που διαπιστώθηκε για μια περίοδο εμπορίας μεταξύ του εξαγώγιμου όγκου της Κοινότητας και αυτού που προβλέπεται από τη συμφωνία, μεταξύ της ζάχαρης, της ισογλυκόζης και του σιροπιού ινουλίνης, σε συνάρτηση με το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν οι ποσοστώσεις κάθε προϊόντος σε σχέση με το άθροισμα του συνόλου των ποσοστώσεων που καθορίζονται για τα τρία προϊόντα και για την Κοινότητα. Ωστόσο, ένα τέτοιο καθεστώς πρέπει να περιορίζεται χρονικά και να θεωρείται μεταβατικό. Λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις δημοσιονομικές προοπτικές και τους κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας που αποφάσισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου, τον Μάρτιο 1999, καθώς και την ανάγκη να συνεκτιμηθεί η πορεία των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του ΠΟΕ, θα πρέπει να διατηρηθεί το καθεστώς των ποσοστώσεων για τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06.

(11) Η κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης βασίζεται, αφενός, στην αρχή της ακέραιης οικονομικής ευθύνης των παραγωγών για κάθε περίοδο εμπορίας για τις ζημίες που οφείλονται στη διάθεση των πλεονασμάτων της κοινοτικής παραγωγής στο πλαίσιο των ποσοστώσεων σε σχέση με την εσωτερική κατανάλωση και, αφετέρου, σε ένα καθεστώς διαφοροποιημένων εγγυήσεων των τιμών διάθεσης ανάλογα με τις ποσοστώσεις παραγωγής κάθε επιχείρησης σύμφωνα με την αρχή της πραγματικής παραγωγής κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου αναφοράς.

(12) Δεδομένου ότι οι δεσμεύσεις για μείωση της στήριξης κατά την εξαγωγή ανελήφθησαν κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, πρέπει να καθοριστούν οι υφιστάμενες βασικές ποσότητες ζάχαρης και ισογλυκόζης και των ποσοστώσεων σιροπιού ινουλίνης, και συγχρόνως να προβλεφθεί ότι οι σχετικές με αυτές εγγυήσεις μπορούν να προσαρμόζονται, ενδεχομένως, κατά τρόπον που να επιτρέπει, λαμβανομένων υπόψη των βασικών στοιχείων της κατάστασης του τομέα στην Κοινότητα, την τήρηση των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας. Είναι επιθυμητή η διατήρηση του συστήματος αυτοχρηματοδότησης του τομέα και του καθεστώτος των ποσοστώσεων παραγωγής.

(13) Έτσι, η αρχή της ακέραιης οικονομικής ευθύνης θα συνεχίσει διασφαλιζομένη από τις συνεισφορές των παραγωγών, που συνίστανται στην είσπραξη εισφοράς στη βασική παραγωγή που εφαρμόζεται για ολόκληρη την παραγωγή ζάχαρης Α και Β αλλά περιορίζεται στο 2 % της τιμής παρέμβασης της λευκής ζάχαρης, και μιας εισφοράς Β που εφαρμόζεται στην παραγωγή ζάχαρης Β εντός του ανωτάτου ορίου του 37,5 % της τιμής παρέμβασης. Οι παραγωγοί ισογλυκόζης και σιροπιού ινουλίνης συμμετέχουν, υπό ορισμένους όρους, στις εν λόγω συνεισφορές. Τα όρια αυτά δεν επιτρέπουν, υπό τις αναφερθείσες προϋποθέσεις, να επιτευχθεί ο στόχος της αυτοχρηματοδότησης του τομέα ανά περίοδο εμπορίας. Θα πρέπει ως εκ τούτου, να προβλεφθεί σε αυτή την περίπτωση η είσπραξη συμπληρωματικής εισφοράς.

(14) Η συμπληρωματική εισφορά πρέπει να καθοριστεί για κάθε επιχείρηση, σύμφωνα ιδίως με την αρχή της ίσης μεταχείρισης, βάσει της συμμετοχής της στα έσοδα από τις εισφορές στην παραγωγή που θα έχει καταβάλει κατά τη διάρκεια της σχετικής περιόδου εμπορίας. Για το σκοπό αυτό, θα πρέπει να καθοριστεί ένας συντελεστής που θα ισχύει για ολόκληρη την Κοινότητα και θα αντιπροσωπεύει, για την εν λόγω περίοδο εμπορίας, τη σχέση μεταξύ, αφενός, της συνολικής διαπιστωθείσας ζημίας και, αφετέρου, του συνόλου των εσόδων που προέρχονται από τις εισφορές στην εν λόγω παραγωγή. Εξάλλου, πρέπει να προβλεφθούν οι όροι για τη συμμετοχή των πωλητών τεύτλων και ζαχαροκάλαμων στην απορρόφηση της ζημίας που δεν καλύπτεται κατά την εν λόγω περίοδο εμπορίας.

(15) Οι ποσοστώσεις παραγωγής, που κατανέμονται σε κάθε επιχείρηση του τομέα της ζάχαρης είναι δυνατόν, στη διάρκεια της δεδομένης περιόδου εμπορίας, να οδηγήσουν, ως αποτέλεσμα της κατανάλωσης, της παραγωγής, των εισαγωγών, των αποθεμάτων, των μεταφορών, καθώς και της αναμενόμενης μέσης ζημίας που επιβαρύνει το καθεστώς αυτοχρηματοδότησης, σε όγκο εξαγωγής που υπερβαίνει τον όγκο που έχει καθοριστεί από τη συμφωνία. Επομένως, πρέπει να προβλεφθεί η προσαρμογή, για κάθε περίοδο εμπορίας, των εγγυήσεων που απορρέουν από τις ποσοστώσεις για να καθίσταται δυνατή η τήρηση των δεσμεύσεων που έχει αναλάβει η Κοινότητα.

(16) Η κατανομή μεταξύ ζάχαρης, ισογλυκόζης και σιροπιού ινουλίνης πρέπει να ακολουθείται από κατανομή ανά κράτος μέλος για να ληφθούν υπόψη οι εγγυήσεις που προκύπτουν από τις ποσοστώσεις που κατανέμονται στις επιχειρήσεις οι οποίες είναι εγκατεστημένες σε κάθε κράτος μέλος, έτσι ώστε να μην επηρεάζεται η υφιστάμενη ισορροπία όσον αφορά τις ποσοστώσεις και την κατανομή των επιβαρύνσεων. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να προσδιοριστεί, ανά κράτος μέλος ένας συντελεστής μείωσης για την εγγύηση Α και την εγγύηση Β σε συνάρτηση με τις μέγιστες επιβαρύνσεις που αναλογούν σε καθεμία απ' αυτές τις εγγυήσεις. Τέλος, κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος πρέπει να προβαίνει στην κατανομή ανά επιχείρηση λαμβάνοντας υπόψη τις εγγυήσεις που προκύπτουν για κάθε επιχείρηση, από τις ποσοστώσεις που της αναλογούν.

(17) Οι ποσοστώσεις Α και B επηρεάζονται από μια συγχώνευση ή μεταβίβαση επιχειρήσεων, από την μεταβίβαση από μια επιχείρηση ενός εκ των εργοστασίων της ή από την παύση δραστηριοτήτων μιας επιχείρησης ή ενός εκ των εργοστασίων της. Είναι σκόπιμο να καθοριστούν οι προϋποθέσεις προσαρμογής από τα κράτη μέλη των ποσοστώσεων των εν λόγω επιχειρήσεων χωρίς οι τροποποιήσεις των ποσοστώσεων των επιχειρήσεων παραγωγής ζάχαρης να γίνονται εις βάρος των συμφερόντων των αντίστοιχων παραγωγών τεύτλων ή ζαχαροκάλαμων.

(18) Λόγω της ανάγκης να καταστεί δυνατή μια κάποια διαρθρωτική αναπροσαρμογή της βιομηχανίας μεταποίησης και της καλλιέργειας τεύτλων και ζαχαροκάλαμου κατά την περίοδο εφαρμογής των ποσοστώσεων, θα πρέπει να προβλεφθεί ένα περιθώριο ελιγμών που να επιτρέπει στα κράτη μέλη να τροποποιούν τις ποσοστώσεις των επιχειρήσεων εντός του ορίου του 10 %. Λόγω της ιδιόμορφης κατάστασης του τομέα αυτού στην Ισπανία, στην Ιταλία και στα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα, δεν ενδείκνυται η εφαρμογή αυτού του ορίου στις περιοχές αυτές στις περιπτώσεις που πραγματοποιούνται σχέδια αναδιάρθρωσης.

(19) Επειδή οι ποσοστώσεις παραγωγής που χορηγούνται στις επιχειρήσεις συνιστούν για τους παραγωγούς ένα μέσο εγγύησης των κοινοτικών τιμών και της διάθεσης της παραγωγής τους, πρέπει κατά τις μεταφορές ποσοστώσεων εντός των περιοχών παραγωγής να λαμβάνεται υπόψη το συμφέρον όλων των ενδιαφερομένων μερών και ιδίως των παραγωγών τεύτλων ή ζαχαροκάλαμου.

(20) Εξάλλου, για να καταστεί δυνατό να διευρυνθεί η διάθεση της ζάχαρης και της ισογλυκόζης στην εσωτερική αγορά της Κοινότητας, πρέπει να δημιουργηθεί η δυνατότητα να τίθενται, υπό όρους που θα καθοριστούν, εκτός παραγωγής, κατά την έννοια του καθεστώτος των ποσοστώσεων, οποιαδήποτε ζάχαρη ή ισογλυκόζη που προορίζεται για την παραγωγή στην Κοινότητα προϊόντων, εξαιρουμένων των προϊόντων διατροφής.

(21) Η υλοποίηση μιας κοινοτικής αγοράς για τη ζάχαρη, καθώς και για την ισογλυκόζη και για το σιρόπι ινουλίνης συνεπάγεται τη θέσπιση ενός κοινού καθεστώτος των συναλλαγών στα εξωτερικά σύνορα της Κοινότητος. Ένα καθεστώς συναλλαγών με δασμούς κατά την εισαγωγή και επιστροφές κατά την εξαγωγή τείνει στη σταθεροποίηση της κοινοτικής αγοράς και αποφεύγεται, ιδίως, οι διακυμάνσεις των τιμών στη διεθνή αγορά να έχουν επίπτωση στις τιμές που εφαρμόζονται στο εσωτερικό της Κοινότητος για τα προϊόντα αυτά. Συνεπώς, πρέπει να προβλεφθεί η επιβολή δασμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες και η καταβολή μιας επιστροφής κατά την εξαγωγή προς τις ίδιες αυτές χώρες, που να τείνουν αμφότερες να καλύψουν, όσον αφορά τον τομέα της ζάχαρης, τη διαφορά μεταξύ των τιμών που εφαρμόζονται στο εξωτερικό και στο εσωτερικό της Κοινότητος, αν οι τιμές της διεθνούς αγοράς είναι χαμηλότερες από τις τιμές της Κοινότητος, και όσον αφορά δε τον τομέα της ισογλυκόζης και τον τομέα του σιροπιού ινουλίνης, να εξασφαλίσουν μια ορισμένη προστασία της κοινοτικής βιομηχανίας μεταποίησης αυτών των προϊόντων.

(22) Συμπληρωματικώς προς αυτό το σύστημα συναλλαγών, πρέπει να προβλεφθεί, εφόσον είναι αναγκαίο για τη σωστή του λειτουργία, η δυνατότητα να ρυθμιστεί η προσφυγή στο καθεστώς το καλούμενο καθεστώς τελειοποίησης προς επανεξαγωγή και, όταν το απαιτεί η κατάσταση της αγοράς, η απαγόρευση της προσφυγής αυτής.

(23) Όταν υπάρχει ανεπάρκεια στην παγκόσμια αγορά που οδηγεί σε τιμές παγκόσμιας αγοράς που υπερβαίνουν τις κοινοτικές, ή, όταν καθίσταται δυσχερής ο συνήθης εφοδιασμός του συνόλου ή μιας από τις ζώνες της Κοινότητας, πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλες διατάξεις, ώστε να αποφεύγεται έγκαιρα η μη δέσμευση περιφερειακών πλεονασμάτων για εξαγωγές προς τρίτες χώρες και μια ασυνήθης άνοδος των τιμών στην Κοινότητα να μην εγγυάται πλέον την εξασφάλιση του εφοδιασμού των καταναλωτών σε λογικές τιμές.

(24) Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν συνεχώς την κίνηση των συναλλαγών με τις τρίτες χώρες για να εκτιμούν την εξέλιξή τους και, ενδεχομένως, να εφαρμόζουν τα αναγκαία μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να προβλεφθεί η έκδοση πιστοποιητικών εισαγωγής ή εξαγωγής που να συνοδεύονται από τη σύσταση μιας εγγύησης που θα εξασφαλίζει την πραγματοποίηση των πράξεων για τις οποίες έχουν ζητηθεί τα πιστοποιητικά αυτά.

(25) Το καθεστώς των τελωνειακών δασμών επιτρέπει την παραίτηση από κάθε άλλο μέτρο προστασίας στα εξωτερικά σύνορα της Κοινότητας. Εντούτοις, ο μηχανισμός των τιμών και των δασμών, δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να αποδειχθεί ανεπαρκής. Για να μην μένει, σε τέτοιες περιπτώσεις, η κοινοτική αγορά απροστάτευτη έναντι πιθανών διαταραχών πρέπει να καταστεί δυνατό για την Κοινότητα να λαμβάνει γρήγορα όλα τα αναγκαία μέτρα. Τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις συμφωνίες ΓΣΔΕ. Εξάλλου, για να αποφευχθούν προβλήματα εφοδιασμού της κοινοτικής αγοράς, ενδείκνυται η αναστολή δασμών για ορισμένα προϊόντα στον τομέα της ζάχαρης.

(26) Η Κοινότητα επανεξέτασε το σύνολο της βιομηχανίας ραφιναρίσματος ζάχαρης της Κοινότητας. Από την εξέταση αυτή προέκυψε, όσον αφορά κυρίως την εξασφάλιση ενός τακτικότερου και αρμονικότερου εφοδιασμού του συνόλου των βιομηχανιών ραφιναρίσματος ζάχαρης της Κοινότητας η ανάγκη να προσδιοριστούν σαφώς οι αναμενόμενες μέγιστες παραδοσιακές ανάγκες της εν λόγω βιομηχανίας που μεταποιεί ακατέργαστη ζάχαρη σε λευκή ζάχαρη, σε κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, και συγκεκριμένα στη Φινλανδία, στη Γαλλία, στην Πορτογαλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο βάσει αντικειμενικών δεδομένων αναφοράς και λαμβανομένων υπόψη των ποσοτήτων ζάχαρης που προορίζονται για την άμεση κατανάλωση που διαπιστώθηκαν για την περίοδο εμπορίας 1994/95. Για την επίτευξη αυτού του στόχου χρειάζεται ειδικό προτιμησιακό καθεστώς πρόσβασης στην κοινοτική αγορά, βάσει του οποίου παρέχεται η δυνατότητα στη βιομηχανία ραφιναρίσματος ζάχαρης να εισάγει με ειδικούς όρους ορισμένες ποσότητες ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο καταγωγής κρατών ΑΚΕ, τα οποία είναι συμβαλλόμενα μέρη στο πρωτόκολλο αριθ. 3 του παραρτήματος IV της συμφωνίας εταιρικής σχέσης ΑΚΕ/ΕΚ και καταγωγής Ινδίας και άλλων κρατών δυνάμει συμφωνιών που έχουν συναφθεί με αυτά τα κράτη. Οι ποσότητες αυτές προσδιορίζονται, εντός των ορίων των αναμενόμενων μέγιστων παραδοσιακών αναγκών που προαναφέρθηκαν, βάσει ισοζυγίων προβλέψεων εφοδιασμού, μετά τη χρησιμοποίηση για ραφινάρισμα των διαθέσιμων ποσοτήτων ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο και τεύτλα κοινοτικής προέλευσης, καθώς και της προτιμησιακής ακατέργαστης ζάχαρης και ακατέργαστης ζάχαρης καταγωγής χωρών οι οποίες απολαύουν δασμολογικών ποσοστώσεων καλυπτόμενων από εμπορικές παραχωρήσεις που χορηγεί η Κοινότητα. Για να ληφθούν υπόψη οι δεσμεύσεις μείωσης της στήριξης κατά την εξαγωγή, πρέπει να μειωθούν οι ποσότητες που εισάγονται στο πλαίσιο των παραδοσιακών αναγκών της βιομηχανίας ραφιναρίσματος ζάχαρης.

(27) Σύμφωνα με το άρθρο 1 του εν λόγω πρωτοκόλλου και τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ινδίας για τη ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο η διαχείριση αυτών των καθεστώτων προτιμησιακών εισαγωγών πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα της ζάχαρης.

(28) Είναι ανάγκη να δημιουργηθούν τα μέσα για να διασφαλισθεί ότι η ακατέργαστη ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο που εισάγεται βάσει των εν λόγω προτιμησιακών καθεστώτων θα ραφιναρίζεται κατά τους δικαιότερους όρους ανταγωνισμού.

(29) Το ραφινάρισμα αποτελεί σημαντική δραστηριότητα τόσο στον τομέα της ζάχαρης εν γένει όσο και στην Κοινότητα, και ιδίως στις βιομηχανίες ραφιναρίσματος οι οποίες μεταποιούν την ακατέργαστη ζάχαρη σε λευκή ζάχαρη. Από τεχνική άποψη, με το ραφινάρισμα λαμβάνονται προϊόντα υψηλής ποιότητας που μπορούν να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αγοράς. Επιπλέον, οι εν λόγω βιομηχανίες ραφιναρίσματος είναι εγκατεστημένες σε περιοχές υψηλής κατανάλωσης. Έτσι, η βιομηχανία ζάχαρης που βρίσκεται κοντά σε λιμένες αποτελεί για την Κοινότητα πολύτιμο συμπλήρωμα της βιομηχανίας μεταποίησης τεύτλων, ιδίως σε περιοχές όπως η Φινλανδία, η ηπειρωτική Πορτογαλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και το νοτιοδυτικό τμήμα της Γαλλίας.

(30) Από την εξέταση του εφοδιασμού του συνόλου των μονάδων ραφιναρίσματος σε λιμένες της Κοινότητας προκύπτει ότι πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα ειδικής κατά προτεραιότητα πρόσβασης στην εισαγωγή ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο καταγωγής χωρών ΑΚΕ, οι οποίες είναι συμβαλλόμενα μέρη στο πρωτόκολλο αριθ. 3 και της Ινδίας, στο πλαίσιο ειδικών συμφωνιών που συνήφθησαν μεταξύ της Κοινότητας και των χωρών που αναφέρονται στο πρωτόκολλο αριθ. 3 ή/και άλλων χωρών, και βάσει ενός κοινοτικού ισοζυγίου μετά από τη χρησιμοποίηση για ραφινάρισμα των διαθέσιμων ποσοτήτων ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο και τεύτλα που υπάρχουν στην Κοινότητα, προτιμησιακής ακατέργαστης ζάχαρης και ακατέργαστης ζάχαρης καταγωγής χωρών οι οποίες απολαύουν δασμολογικών ποσοστώσεων καλυπτόμενων από εμπορικές παραχωρήσεις που χορηγεί η Κοινότητα.

(31) Μέχρι την περίοδο εμπορίας 2000/01, χορηγήθηκε κοινοτική ενίσχυση προσαρμογής στη βιομηχανία ραφιναρίσματος προτιμησιακής ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο καθώς και για το ραφινάρισμα ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο και τεύτλα που συγκομίζονται στην Κοινότητα. Υπό το φως της πείρας που αποκτήθηκε, δικαιολογείται να διατηρηθεί αυτή η ενίσχυση και να καταστεί δυνατή η προσαρμογή της για να ληφθούν υπόψη οι οικονομικές εξελίξεις στον τομέα της ζάχαρης, ιδίως όσον αφορά τα περιθώρια παραγωγής και ραφιναρίσματος.

(32) Είναι δυνατόν να αποδειχθεί αναγκαία η λήψη ορισμένων μεταβατικών μέτρων και η ανάγκη αυτή μπορεί να προκύπτει σε κάθε μετάβαση από μία περίοδο εμπορίας στην επόμενη ή κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου εμπορίας. Πρέπει λοιπόν να προβλεφθεί η δυνατότητα θέσπισης των κατάλληλων μέτρων.

(33) Για να διευκολυνθεί η εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πρέπει να προβλεφθεί μια διαδικασία στενής συνεργασίας των κρατών μελών και της Επιτροπής στο πλαίσιο μιας επιτροπής διαχείρισης της ζάχαρης.

(34) Ο κλάδος των τεύτλων στη Νότια Ιταλία, δεδομένης της ιδιαιτερότητάς του και του μεγέθους των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, συναντά σημαντικές δυσκολίες. Η καλλιέργεια των τεύτλων στην περιοχή αυτή είναι απαραίτητη για την αναζωογόνηση των εδαφών, τα οποία είναι ιδιαιτέρως αργιλώδη, και να αποφευχθεί η επιστροφή στη μονοκαλλιέργεια θα πρέπει, επομένως, να επιτραπεί στην Iταλία να χορηγήσει στις νότιες περιοχές της εθνική ενίσχυση για τις επόμενες πέντε περιόδους εμπορίας του ίδιου ύψους και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις της περιόδου 2000/01. Η παραγωγή ζαχαροκάλαμου στην Ισπανία συναντά συγκεκριμένες δυσκολίες όσον αφορά την ικανότητά της να διατηρηθεί, σε σχέση με άλλες καλλιέργειες προκείμενου να διατηρηθεί αυτή η περιορισμένη παραγωγή, θα πρέπει να επιτραπεί στην Ισπανία να χορηγήσει εθνική ενίσχυση στην παραγωγή ζαχαροκάλαμου για τις επόμενες πέντε περιόδους εμπορίας του ίδιου ύψους και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις της περιόδου 2000/01. Η παραγωγή τεύτλων στην Πορτογαλία, δεδομένου του νεοπαγούς της χαρακτήρα, συναντά σημαντικές δυσκολίες θα πρέπει, επομένως, να επιτραπεί στην Πορτογαλία να χορηγήσει εθνική ενίσχυση στην παραγωγή τεύτλων για τις επόμενες πέντε περιόδους εμπορίας του ίδιου ύψους και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις της περιόδου 2000/01. Οι κλιματολογικές συνθήκες καθιστούν ιδιαίτερα δυσχερή την καλλιέργεια τεύτλων στη Φινλανδία και επιφέρουν μεγάλη αστάθεια στην παραγωγή θα πρέπει, συνεπώς, να επιτραπεί στη Φινλανδία να χορηγήσει εφάπαξ επιστροφή των εξόδων αποθήκευσης της μεταφερόμενης ζάχαρης Γ και να καθορίσει τις λεπτομέρειες αυτής της επιστροφής.

(35) Με σκοπό να ληφθούν υπόψη οι περιβαλλοντικοί στόχοι, τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίσουν και να λάβουν περιβαλλοντικά μέτρα τα οποία θεωρούν κατάλληλα στον τομέα της χρησιμοποίησης των γεωργικών γαιών που προορίζονται για την παραγωγή των προϊόντων που προβλέπονται στο άρθρο 1. Στο μέλλον, τα κράτη μέλη μπορούν, αφενός, να καθιερώσουν μέτρα που διευκολύνουν την καλλιέργεια σύμφωνα με αντικειμενικά περιβαλλοντικά κριτήρια και, αφετέρου, να υπενθυμίσουν στους παραγωγούς την ανάγκη να συμμορφωθούν προς την ισχύουσα νομοθεσία. Ο αντίκτυπος των εθνικών μέτρων που λαμβάνονται σχετικά με το περιβάλλον στον τομέα της γεωργικής παραγωγής του τομέα της ζάχαρης πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο μιας έκθεσης των κρατών μελών.

(36) Οι δαπάνες που πραγματοποιούνται από τα κράτη μέλη λόγω των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού βαρύνουν την Κοινότητα, σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1258/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, για τη χρηματοδότηση της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής(5).

(37) Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή(6).

(38) Το καθεστώς στήριξης που θεσπίζεται με τον παρόντα κανονισμό αντικαθιστά το καθεστώς που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2038/1999 του Συμβουλίου, της 13ης Σεπτεμβρίου 1999, για την κοινή οργάνωση της αγοράς στον τομέα της ζάχαρης(7), το οποίο πρέπει να καταργηθεί μαζί με τους κανονισμούς (ΕΟΚ) αριθ. 206/68(8), (ΕΟΚ) αριθ. 431/68(9), (ΕΟΚ) αριθ. 447/68(10), (ΕΟΚ) αριθ. 2049/69(11), (ΕΟΚ) αριθ. 793/72(12) (ΕΟΚ) αριθ. 741/75(13), (ΕΟΚ) αριθ. 1358/77(14), (ΕΟΚ) αριθ. 1789/81(15), (ΕΟΚ) αριθ. 193/82(16), (ΕΟΚ) αριθ. 1010/86(17) και (ΕΟΚ) αριθ. 2225/86(18), με τους οποίους ετέθησαν οι γενικοί κανόνες για την εφαρμογή του.

(39) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2038/1999 προέβλεπε σύστημα εξίσωσης των δαπανών αποθεματοποίησης επειδή το καθεστώς του παρόντος κανονισμού δεν προβλέπει ένα τέτοιο σύστημα, χρειάζονται μεταβατικές διατάξεις με σκοπό τη διευκόλυνση της μετάβασης από το παλαιό προς το νέο καθεστώς. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει αφενός, όσον αφορά το υπόλοιπο ποσό από την διαχείριση του συστήματος εξίσωσης των δαπανών αποθεματοποίησης, να προβλεφθεί ότι επιβαρύνει, εάν είναι αρνητικό, ή ότι πιστώνεται, εάν είναι θετικό, στο σύστημα χρηματοδότησης της διάθεσης της πλεονάζουσας κοινοτικής παραγωγής προϊόντων του τομέα της ζάχαρης, και αφετέρου, όσον αφορά την πληρωμή της εισφοράς αποθεματοποίησης για τη ζάχαρη που αποθηκεύεται, η ημερομηνία έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού να θεωρηθεί ως ημερομηνία διάθεσης κατά την τελευταία ημέρα της περιόδου 2000/01.

(40) Θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα θέσπισης και άλλων μεταβατικών κανόνων για τη διευκόλυνση της μετάβασης από το προβλεπόμενο από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2038/1999 καθεστώς στο καθεστώς του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

1. Η κοινή οργάνωση στον τομέα της ζάχαρης που θεσπίζεται από τον παρόντα κανονισμό διέπει τα ακόλουθα προϊόντα:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

2. Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, νοείται ως:

α) λευκή ζάχαρη: οι ζάχαρες οι μη αρωματισμένες, χωρίς προσθήκη χρωστικών ή άλλων ουσιών, περιεκτικότητας επί ξηρού βάρους 99,5 % ή περισσότερο σε ζαχαρόζη, προσδιοριζόμενης κατά την πολωσιμετρική μέθοδο,

β) ακατέργαστη ζάχαρη: οι ζάχαρες οι μη αρωματισμένες, χωρίς προσθήκη χρωστικών ή άλλων ουσιών, περιεκτικότητας επί ξηρού βάρους λιγότερο από 99,5 % σε ζαχαρόζη, προσδιοριζόμενης κατά την πολωσιμετρική μέθοδο,

γ) ισογλυκόζη: το προϊόν που λαμβάνεται από τη γλυκόζη ή τα πολυμερή της, περιεκτικότητας επί ξηρού βάρους τουλάχιστον 10 % σε φρουκτόζη,

δ) σιρόπι ινουλίνης: το προϊόν που λαμβάνεται άμεσα μετά την υδρόλυση ινουλίνης ή ολιγοφρουκτόζης και περιέχει, σε ξηρή κατάσταση, φρουκτόζη βάρους τουλάχιστον 10 % υπό μορφή ελεύθερη ή υπό μορφή ζαχαρόζης,

ε) ζάχαρη Α ή ισογλυκόζη Α: οιαδήποτε ποσότητα ζάχαρης ή ισογλυκόζης που παράγεται για λογαριασμό μιας συγκεκριμένης περιόδου εμπορίας στα όρια της ποσόστωσης Α της εν λόγω επιχείρησης,

στ) ζάχαρη Β ή ισογλυκόζη Β: οιαδήποτε ποσότητα ζάχαρης ή ισογλυκόζης που παράγεται για λογαριασμό μιας συγκεκριμένης περιόδου εμπορίας που υπερβαίνει την ποσόστωση Α χωρίς να υπερβαίνει το άθροισμα των ποσοστώσεων Α και Β της εν λόγω επιχείρησης,

ζ) ζάχαρη Γ ή ισογλυκόζη Γ: οιαδήποτε ποσότητα ζάχαρης ή ισογλυκόζης που παράγεται για λογαριασμό ή μιας συγκεκριμένης περιόδου εμπορίας και η οποία, είτε υπερβαίνει το άθροισμα των ποσοστώσεων Α και Β της εν λόγω επιχείρησης, είτε παράγεται από μία επιχείρηση που δεν υπάγεται στις ποσοστώσεις,

η) τεύτλο Α: οποιοδήποτε τεύτλο που μεταποιείται σε ζάχαρη Α,

θ) τεύτλο B: οποιοδήποτε τεύτλο που μεταποιείται σε ζάχαρη B,

ι) σιρόπι ινουλίνης Α: κάθε ποσότητα σιροπιού ινουλίνης εκφραζόμενη σε ισοδύναμο ζάχαρης/ισογλυκόζης η οποία παράγεται κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου εμπορίας, εντός των ορίων της ποσόστωσης Α της εν λόγω επιχείρησης,

ια) σιρόπι ινουλίνης B: κάθε ποσότητα σιροπιού ινουλίνης εκφραζόμενη σε ισοδύναμο ζάχαρης/ισογλυκόζης, η οποία παράγεται κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου εμπορίας και η οποία υπερβαίνει την ποσόστωση Α χωρίς να υπερβαίνει το άθροισμα των ποσοστώσεων Α και Β της εν λόγω επιχείρησης,

ιβ) σιρόπι ινουλίνης Γ: κάθε ποσότητα σιροπιού ινουλίνης εκφραζόμενη σε ισοδύναμο ζάχαρης/ισογλυκόζης, η οποία παράγεται κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου εμπορίας και η οποία, είτε υπερβαίνει το άθροισμα των ποσοστώσεων Α και Β της εν λόγω επιχείρησης, είτε παράγεται από μια επιχείρηση που δεν υπάγεται σε ποσοστώσεις,

ιγ) περίοδος εμπορίας: η περίοδος η οποία αρχίζει την 1η Ιουλίου και λήγει στις 30 Ιουνίου του επόμενου έτους, για όλα τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ΤΙΤΛΟΣ I

ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΤΙΜΩΝ

Άρθρο 2

1. Για τη λευκή ζάχαρη και για τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06.

α) η τιμή παρέμβασης καθορίζεται σε 63,19 ευρώ/100 kg,

β) καθορίζεται ετησίως μια παράγωγη τιμή παρέμβασης για κάθε μία ελλειμματική ζώνη.

2. Για την ακατέργαστη ζάχαρη και για τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06, η τιμή παρέμβασης καθορίζεται σε 52,37 ευρώ/100 kg.

Όταν υπάρχει ανάγκη εμπορίας ακατέργαστης ζάχαρης, παραγόμενης σε ελλειμματική ζώνη, δύναται να καθοριστεί γι' αυτή τη ζάχαρη μια παράγωγη τιμή παρέμβασης.

3. Οι τιμές παρέμβασης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 νοούνται για εμπόρευμα γυμνό, στη θύρα του εργοστασίου, φορτωμένο σε μεταφορικό μέσο της εκλογής του αγοραστή.

Οι τιμές αυτές ισχύουν για τη λευκή ζάχαρη και για την ακατέργαστη ζάχαρη του ποιοτικού τύπου του οποίου τα χαρακτηριστικά καθορίζονται στο παράρτημα Ι.

4. Η Επιτροπή, αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, καθορίζει κάθε χρόνο τις παράγωγες τιμές παρέμβασης για τη λευκή ζάχαρη καθώς και, ενδεχομένως, τις παράγωγες τιμές παρέμβασης για την ακατέργαστη ζάχαρη.

Οι παράγωγες τιμές παρέμβασης καθορίζονται λαμβανομένων υπόψη των εξόδων μεταφοράς της ζάχαρης από τις πλεονασματικές προς τις ελλειμματικές ζώνες.

Με την ίδια διαδικασία, η Επιτροπή δύναται να τροποποιήσει το παράρτημα Ι.

Άρθρο 3

1. Για τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06, η βασική τιμή για τα τεύτλα του ποιοτικού τύπου καθορίζεται σε 47,67 ευρώ ανά τόνο στο στάδιο της παράδοσης στο κέντρο συλλογής.

Τα χαρακτηριστικά των τεύτλων του ποιοτικού τύπου καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ.

2. Η Επιτροπή, αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, δύναται να τροποποιήσει το παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 4

1. Για τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06.

α) η ελάχιστη τιμή του τεύτλου Α ορίζεται σε 46,72 ευρώ ανά τόνο·

β) με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 15 παράγραφος 5, η ελάχιστη τιμή του τεύτλου Β ορίζεται σε 32,42 ευρώ.

2. Για τις ζώνες για τις οποίες καθορίζεται μια παράγωγη τιμή παρέμβασης της λευκής ζάχαρης, οι ελάχιστες τιμές του τεύτλου Α και του τεύτλου Β προσαυξάνονται κατά ένα ποσό ίσο προς τη διαφορά μεταξύ της παράγωγης τιμής παρέμβασης της εν λόγω ζώνης και της τιμής παρέμβασης, πολλαπλασιαζόμενης με ένα συντελεστή 1,30.

Άρθρο 5

1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 21 και των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 14, οι ζαχαροβιομήχανοι υποχρεούνται, κατά την αγορά τεύτλων που:

α) είναι κατάλληλα να μεταποιηθούν σε ζάχαρη·

και

β) προορίζονται να μεταποιηθούν σε ζάχαρη, να καταβάλουν τουλάχιστον μία ελάχιστη τιμή προσαρμοσμένη με την εφαρμογή προσαυξήσεων ή απομειώσεων που αντιστοιχούν σε διαφορές ποιότητας σε σχέση με τον ποιοτικό τύπο.

2. Η ελάχιστη τιμή που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αντιστοιχεί:

α) όσον αφορά τις μη ελλειμματικές ζώνες:

- για τα τεύτλα που θα μεταποιηθούν σε ζάχαρη Α, στην ελάχιστη τιμή του τεύτλου Α,

- για τα τεύτλα που θα μεταποιηθούν σε ζάχαρη Β, στην ελάχιστη τιμή του τεύτλου Β,

β) όσον αφορά τις ελλειμματικές ζώνες:

- για τα τεύτλα που θα μεταποιηθούν σε ζάχαρη Α, στην ελάχιστη τιμή του τεύτλου Β προσαυξημένη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2,

- για τα τεύτλα που θα μεταποιηθούν σε ζάχαρη B, στην ελάχιστη τιμή του τεύτλου B επαυξημένη σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2.

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, καθώς και οι προσαυξήσεις και μειώσεις, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 6

1. Οι διεπαγγελματικές συμφωνίες, και τα συμφωνητικά που συνάπτονται μεταξύ των πωλητών τεύτλων και των αγοραστών τεύτλων πρέπει να τηρούν τις διατάξεις-πλαίσιο που διατυπώνονται στο παράρτημα III, ιδίως όσον αφορά τους όρους αγοράς, παράδοσης, παραλαβής και πληρωμής των τεύτλων.

2. Οι όροι αγοράς για το ζαχαροκάλαμο ρυθμίζονται από διεπαγγελματικές συμφωνίες μεταξύ των κοινοτικών παραγωγών ζαχαροκάλαμου και των κοινοτικών ζαχαροβιομηχανιών.

Οι όροι αγοράς των βασικών γεωργικών προϊόντων βάσει των οποίων παρασκευάζεται το σιρόπι ινουλίνης ρυθμίζονται από διεπαγγελματικές συμφωνίες μεταξύ των κοινοτικών παραγωγών των βασικών προϊόντων και των παραγωγών σιροπιού ινουλίνης.

3. Αν είναι αναγκαίο, οι λεπτομέρειες εφαρμογής των παραγράφων 1 και 2 θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

4. Ελλείψει διεπαγγελματικών συμφωνιών, το σχετικό κράτος μέλος δύναται να λάβει, στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, τα αναγκαία μέτρα προστασίας των συμφερόντων των ενδιαφερομένων μερών.

Το κράτος μέλος αυτό πληροφορεί αμέσως την Επιτροπή για τα μέτρα που έλαβε δυνάμει του πρώτου εδαφίου.

Άρθρο 7

1. Κατά τη διάρκεια όλης της περιόδου εμπορίας, ο οργανισμός παρέμβασης που ορίζεται από κάθε κράτος μέλος που παράγει ζάχαρη υποχρεούται, υπό τους όρους που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 5, να αγοράζει τη λευκή ζάχαρη και την ακατέργαστη ζάχαρη που παράγονται υπό καθεστώς ποσοστώσεων από τεύτλα ή ζαχαροκάλαμα που έχουν συγκομισθεί στην Κοινότητα και που του προσφέρονται, εφόσον προηγουμένως έχει συναφθεί σύμβαση αποθεματοποίησης μεταξύ του προσφέροντος και του ανωτέρω οργανισμού για την εν λόγω ζάχαρη.

Οι οργανισμοί παρέμβασης αγοράζουν, κατά περίπτωση, στην τιμή παρέμβασης ή στην παράγωγη τιμή παρέμβασης που ισχύει για τη ζώνη στην οποία υπάρχει η ζάχαρη κατά το χρόνο της αγοράς. Αν η ποιότητα της ζάχαρης διαφέρει από τον ποιοτικό τύπο για τον οποίο έχει καθοριστεί η τιμή παρέμβασης, η τιμή αυτή προσαρμόζεται με την εφαρμογή προσαυξήσεων ή απομειώσεων.

2. Δύναται να αποφασιστεί η χορήγηση πριμοδοτήσεων για τη ζάχαρη που τελεί υπό ένα από τα καθεστώτα που προβλέπονται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 της συνθήκης, και η οποία έχει καταστεί ακατάλληλη για ανθρώπινη διατροφή.

3. Αποφασίζεται η χορήγηση επιστροφών στην παραγωγή για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α) και στ), για τα σιρόπια του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο δ), καθώς και για τη χημικώς καθαρή φρουκτόζη (λεβουλόζη) που υπάγεται στον κωδικό NC 1702 50 00, ως ενδιάμεσο προϊόν, και τελούν υπό ένα από τα καθεστώτα που προβλέπονται στο άρθρο 23 παράγραφο 2 της συνθήκης, τα οποία χρησιμοποιούνται για την παρασκευή ορισμένων προϊόντων της χημικής βιομηχανίας.

Ο καθορισμός της επιστροφής πραγματοποιείται έχοντας υπόψη ιδίως τα έξοδα τα συναφή με τη χρησιμοποίηση εισαγόμενης ζάχαρης που θα βάρυναν τη χημική βιομηχανία σε περίπτωση εφοδιασμού της στην παγκόσμια αγορά.

4. Χορηγούνται κατ' αποκοπήν κοινοτικές ενισχύσεις για τη διάθεση, στις ευρωπαϊκές περιφέρειες της Κοινότητας, ζάχαρης που παράγεται στα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα. Οι ενισχύσεις αυτές αφορούν:

- το ραφινάρισμα σε βιομηχανίες ραφιναρίσματος στις ευρωπαϊκές περιφέρειες της Κοινότητας ζάχαρης που παράγεται στα διαμερίσματα αυτά, σε συνάρτηση ιδίως με την απόδοσή τους,

- τη μεταφορά της ζάχαρης που παράγεται στα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα έως τις ευρωπαϊκές περιοχές της Κοινότητας, καθώς και ενδεχομένως η αποθήκευσή τους στα διαμερίσματα αυτά.

Τα κατ' αποκοπή ποσά για τα έξοδα μεταφοράς από κάθε διαμέρισμα στις ευρωπαϊκές περιοχές της Κοινότητας περιλαμβάνουν ιδίως:

- ένα κατ' αποκοπή ποσό που αντιπροσωπεύει τα έξοδα μεταφοράς από το στάδιο εξόδου από το εργοστάσιο μέχρι το στάδιο fob,

- ένα κατ' αποκοπή ποσό που αντιπροσωπεύει τα έξοδα θαλάσσιας μεταφοράς από το στάδιο fob μέχρι το στάδιο caf cale στα ευρωπαϊκά λιμάνια της Κοινότητας και τα συναφή έξοδα ασφάλισης.

Είναι δυνατόν να προβλεφθεί, αν είναι αναγκαίο για τον εφοδιασμό των εργοστασίων ραφιναρίσματος, ότι η ακατέργαστη ζάχαρη που παράγεται από τεύτλα που συγκομίζονται στην Κοινότητα θα απολαύει των ιδίων μέτρων όπως η ζάχαρη που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο.

Κατά την έννοια του παρόντος άρθρου, νοείται ως εργοστάσιο ραφιναρίσματος μια τεχνική μονάδα της οποίας η μόνη δραστηριότητα είναι να ραφινάρει είτε ακατέργαστη ζάχαρη, είτε σιρόπια που έχουν παραχθεί πριν από την παραγωγή ζάχαρης σε στερεά κατάσταση.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, και ιδίως:

- η ελάχιστη ποιότητα και ποσότητα που απαιτούνται κατά την παρέμβαση,

- οι προσαυξήσεις και οι απομειώσεις που εφαρμόζονται στην παρέμβαση,

- οι διαδικασίες και οι όροι αναλήψεως από τους οργανισμούς παρέμβασης,

- οι όροι χορήγησης των πριμοδοτήσεων και το ποσό τους,

- τα προϊόντα και οι όροι χορήγησης των επιστροφών στην παραγωγή και το ποσό τους,

- η δυνατότητα, εφόσον χρειαστεί, να περιοριστεί η χορήγηση της επιστροφής στην παραγωγή λεβουλόζης σε μία συνολική ποσότητα του προϊόντος αυτού που θα καθοριστεί για την Κοινότητα,

- η δυνατότητα να χορηγηθούν επιστροφές στην παραγωγή για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο η),

- τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 4.

Άρθρο 8

Για να συμβάλει στην εξασφάλιση του εφοδιασμού του συνόλου ή μιας από τις ζώνες της Κοινότητας, σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 31, η Επιτροπή θεσπίζει τα ιδιαίτερα μέτρα παρέμβασης, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Τα μέτρα αυτά δεν δύνανται να καταστήσουν υποχρεωτική για τους ζαχαροβιομηχάνους της Κοινότητας την πώληση ζάχαρης στους οργανισμούς παρέμβασης.

Άρθρο 9

1. Οι οργανισμοί παρέμβασης δύνανται να πωλούν τη ζάχαρη μόνο σε τιμή ανώτερη από την τιμή παρέμβασης.

Ωστόσο, δύναται να αποφασιστεί ότι οι οργανισμοί παρέμβασης πωλούν τη ζάχαρη σε τιμή ίση ή μικρότερη από την τιμή παρέμβασης, όταν η ζάχαρη προορίζεται:

- για τη διατροφή των ζώων, ή

- για εξαγωγή σε φυσική κατάσταση ή κατόπιν μεταποιήσεως σε προϊόντα αναφερόμενα στο παράρτημα Ι της συνθήκης ή σε εμπορεύματα αναφερόμενα στο παράρτημα V του παρόντος κανονισμού.

2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου Ι, δύναται να αποφασιστεί ότι οι οργανισμοί παρέμβασης θέτουν, με σκοπό τη δωρεάν διανομή της, τη ζάχαρη στη κατάσταση που βρίσκεται στη διάθεση φιλανθρωπικών οργανισμών αναγνωρισμένων από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή, εάν δεν έχει χορηγηθεί καμία αναγνώριση σε αυτό το κράτος μέλος σε τέτοιες οργανώσεις, από την Επιτροπή, οι οποίοι ενεργούν στο πλαίσιο συγκεκριμένων ενεργειών επείγουσας βοήθειας, σε τιμή κατώτερη από την τιμή παρέμβασης ή δωρεάν για ανθρώπινη κατανάλωση στην εσωτερική αγορά της Κοινότητας.

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου καθώς και η απόφαση για τη διάθεση η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΩΝ

Άρθρο 10

1. Το κεφάλαιο 2 εφαρμόζεται για τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06.

2. Οι βασικές ποσότητες παραγωγής ζάχαρης Α και Β, ισογλυκόζης και σιροπιού ινουλίνης είναι αυτές που καθορίζονται στο άρθρο 11 παράγραφος 2.

3. Για να τηρηθούν οι δεσμεύεις που ανέλαβε η Κοινότητα στο πλαίσιο της γεωργικής συμφωνίας η οποία συνήφθη σύμφωνα με το άρθρο 300 παράγραφος 2 της συνθήκης, οι εγγυήσεις διάθεσης της ζάχαρης, της ισογλυκόζης και του σιροπιού ινουλίνης που παράγονται στο πλαίσιο ποσοστώσεων δύνανται να μειωθούν για μία ή περισσότερες συγκεκριμένες περιόδους εμπορίας.

4. Για την εφαρμογή της παραγράφου 3, καθορίζεται, πριν από την 1η Οκτωβρίου, για κάθε περίοδο εμπορίας, η εγγυημένη ποσότητα στο πλαίσιο των ποσοστώσεων βάσει των προβλέψεων παραγωγής, εισαγωγών, κατανάλωσης, αποθεματοποίησης, μεταφοράς και του εξαγώγιμου υπολοίπου καθώς και της μέσης προβλεπόμενης ζημίας που επιβαρύνει το καθεστώς αυτοχρηματοδότησης κατά την έννοια του άρθρου 15 παράγραφος 1 στοιχείο δ). Όταν από τις προβλέψεις αυτές προκύπτει ένα εξαγώγιμο υπόλοιπο στο πλαίσιο της εν λόγω περιόδου εμπορίας ανώτερο από το ανώτατο όριο που προβλέπεται από τη συμφωνία, η εγγυημένη ποσότητα μειώνεται κατά τη διαφορά σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2. Η διαφορά αυτή κατανέμεται μεταξύ της ζάχαρης, της ισογλυκόζης και του σιροπιού ινουλίνης συναρτήσει του ποσοστού που αντιπροσωπεύει το άθροισμα των ποσοστώσεων Α και Β κάθε προϊόντος στην Κοινότητα. Στη συνέχεια κατανέμεται ανά κράτος μέλος και ανά προϊόν με την εφαρμογή του αντίστοιχου συντελεστή κατανομής που καθορίζεται στον κατωτέρω πίνακα:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

5. Το κράτος μέλος κατανέμει στη συνέχεια τη διαφορά που του αναλογεί μεταξύ των επιχειρήσεων παραγωγής που είναι εγκατεστημένες στο έδαφός του, σε συνάρτηση με τη σχέση που υπάρχει μεταξύ της ποσόστωσής τους Α και της ποσόστωσής τους Β για το εν λόγω προϊόν και της βασικής ποσότητας Α και της βασικής ποσότητας Β του κράτους μέλους γι' αυτό το προϊόν.

Η ζάχαρη, η ισογλυκόζη και το σιρόπι ινουλίνης που παράγονται καθ' υπέρβαση της εγγυημένης ποσότητας θεωρούνται ζάχαρη Γ, ισογλυκόζη Γ ή σιρόπι ινουλίνης Γ.

6. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου και, ιδίως, η μείωση της εγγυημένης ποσότητας και, ενδεχομένως, η αναθεώρησή της για τον προσδιορισμό της εγγυημένης ποσότητας της επόμενης περιόδου εμπορίας θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 11

1. Τα κράτη μέλη χορηγούν, υπό τους όρους του παρόντος κεφαλαίου, ποσόστωση Α και ποσόστωση Β σε κάθε επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης, σε κάθε επιχείρηση παραγωγής ισογλυκόζης και σε κάθε επιχείρησης σιροπιού ινουλίνης που είναι εγκατεστημένη στο έδαφός της και η οποία έχει λάβει κατά την περίοδο εμπορίας 2000/01 ποσόστωση Α και ποσόστωση Β.

2. Για τη χορήγηση των ποσοστώσεων Α και Β που αναφέρονται την παράγραφο 1 καθορίζονται οι ακόλουθες βασικές ποσότητες:

1. Βασικές ποσότητες Α

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

2. Βασικές ποιότητες Β

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 10 παράγραφοι 3 έως 6 και του άρθρου 12, οι ποσοστώσεις Α και Β των επιχειρήσεων παραγωγής ζάχαρης, των επιχειρήσεων παραγωγής ισογλυκόζης και των επιχειρήσεων παραγωγής σιροπιού ινουλίνης είναι αυτές οι οποίες χορηγήθηκαν από τα κράτη μέλη για την περίοδο εμπορίας 2000/01 πριν από την εφαρμογή του άρθρου 26 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2038/1999, προσαρμοσμένες, σε συνάρτηση με τις βασικές ποσότητες που καθορίζονται στην παράγραφο 2, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 5.

4. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 12

1. Τα κράτη μέλη δύνανται να πραγματοποιούν μεταφορές των ποσοστώσεων Α και των ποσοστώσεων Β μεταξύ επιχειρήσεων, υπό τους όρους του παρόντος άρθρου και λαμβάνοντας υπόψη το συμφέρον κάθε ενδιαφερόμενου μέρους, και ιδίως των παραγωγών τεύτλων ή ζαχαροκάλαμου.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στο σιρόπι ινουλίνης.

2. Τα κράτη μέλη δύνανται να μειώνουν την ποσόστωση Α και την ποσόστωση Β κάθε επιχείρησης παραγωγής ζάχαρης ή κάθε επιχείρησης παραγωγής ισογλυκόζης που είναι εγκατεστημένες στο έδαφός τους κατά συνολική ποσότητα που δεν υπερβαίνει το 10 %, ανάλογα με την περίπτωση, της ποσόστωσης Α ή της ποσόστωσης Β που έχει καθοριστεί για κάθε μία σύμφωνα με το άρθρο 11.

Το όριο του 10 % που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, δεν εφαρμόζεται στην Ιταλία, την Ισπανία και στα Γαλλικά Υπερπόντια Διαμερίσματα, όταν οι μεταφορές ποσοστώσεων πραγματοποιούνται βάσει σχεδίων αναδιάρθρωσης του τομέα των τεύτλων ή του ζαχαροκάλαμου και του τομέα της ζάχαρης της εν λόγω περιφέρειας, στο βαθμό που είναι αναγκαίο για να καταστεί δυνατή η υλοποίηση αυτών των σχεδίων.

Τα σχέδια αναδιάρθρωσης και τα μέτρα που αφορούν τις ποσοστώσεις Α και Β που προκύπτουν από αυτά ανακοινώνονται χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή.

3. Οι ποσότητες των ποσοστώσεων Α ή των ποσοστώσεων Β που ανακατανέμονται παρέχονται ως τέτοιες από τα κράτη μέλη σε μία ή περισσότερες άλλες επιχειρήσεις που διαθέτουν ή δεν διαθέτουν ποσοστώσεις και είναι εγκατεστημένες στην ίδια περιφέρεια, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 2, όπου και οι επιχειρήσεις από τις οποίες ανακατανέμονται αυτές οι ποσότητες.

Ωστόσο, η Γαλλία δύναται να μειώσει για μία ποσότητα που δεν υπερβαίνει στο σύνολό της τους 30000 τόνους λευκής ζάχαρης, τις ποσοστώσεις Α που προσδιορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 11 των επιχειρήσεων που είναι εγκατεστημένες στα υπερπόντια διαμερίσματά της και να χορηγήσει τις κατ' αυτόν τον τρόπο ανακατανεμόμενες ποσότητες σε μία ή περισσότερες άλλες επιχειρήσεις στη μητρόπολη. Η ποσόστωση Α, κάθε συγκεκριμένης επιχείρησης δεν δύναται μετά τη μείωση να είναι κατώτερη της μέσης παραγωγής ζάχαρης που πραγματοποιείται εντός των ορίων της βασικής ποσόστωσής της και έχει διαπιστωθεί για την επιχείρηση αυτή κατά τις περιόδους εμπορίας ζάχαρης 1977/78 έως 1979/80.

4. Οι λεπτομέρειες σχετικά με τις τροποποιήσεις των ποσοστώσεων, ιδίως σε περίπτωση συγχώνευσης ή διασύνδεσης επιχειρήσεων περιλαμβάνονται στο παράρτημα IV.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 13

1. Η ζάχαρη Γ, η οποία δεν μεταφέρεται δυνάμει του άρθρου 14, η ισογλυκόζη Γ και το σιρόπι ινουλίνης Γ δεν είναι δυνατόν να διατεθούν στην εσωτερική αγορά της Κοινότητας και πρέπει να εξαχθούν ως έχουν πριν από την 1η Ιανουαρίου που ακολουθεί τη λήξη της σχετικής περιόδου εμπορίας.

Τα άρθρα 7, 27 και 33 δεν εφαρμόζονται στη ζάχαρη Γ, στην ισογλυκόζη Γ και στο σιρόπι ινουλίνης Γ.

2. Κατ' εξαίρεση, δύναται να αποφασιστεί, κατά το αναγκαίο μέτρο, για να εξασφαλισθεί ο εφοδιασμός της Κοινότητας σε ζάχαρη, ότι το άρθρο 33 εφαρμόζεται στη ζάχαρη Γ. Στην περίπτωση αυτή, αποφασίζεται ταυτόχρονα ότι ολόκληρη η εν λόγω ποσότητα ζάχαρης Γ δύναται να διατεθεί οριστικά στην εσωτερική αγορά χωρίς να εισπραχθεί το ποσό που προβλέπεται στην παράγραφο 3.

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Οι λεπτομέρειες αυτές προβλέπουν ιδίως την επιβολή ενός ποσού στη ζάχαρη Γ, στην ισογλυκόζη Γ και στο σιρόπι ινουλίνης Γ, των οποίων η εξαγωγή ως έχουν εντός της απαιτούμενης προθεσμίας δεν έχει αποδειχθεί σε ημερομηνία που πρόκειται να καθορισθεί.

Άρθρο 14

1. Κάθε επιχείρηση δύναται να αποφασίσει να μεταφέρει στην επόμενη περίοδο εμπορίας, για λογαριασμό της παραγωγής της περιόδου αυτής, το σύνολο ή μέρος της παραγωγής ζάχαρης που υπερβαίνει την ποσόστωση Α. Η απόφαση αυτή είναι αμετάκλητη.

Κάθε επιχείρηση μπορεί να αποφασίσει να μεταφέρει στην επόμενη περίοδο εμπορίας, για λογαριασμό της παραγωγής της περιόδού αυτής, το σύνολο ή μέρος της παραγωγής ζάχαρης Α και ζάχαρης Β, που έχει καταστεί παραγωγή ζάχαρης Γ έπειτα από την εφαρμογή του άρθρου 10 παράγραφοι 3 έως 6. Η απόφαση αυτή είναι επίσης αμετάκλητη και δεν υπόκειται στον ενδεχόμενο περιορισμό που προβλέπεται στην παράγραφο 4.

2. Οι επιχειρήσεις που λαμβάνουν την απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

- ανακοινώνουν στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, πριν από την 1η Φεβρουαρίου την ή τις ποσότητα(-ες) ζάχαρης που θα μεταφερθεί(-ούν),

- και δεσμεύονται να αποθεματοποιήσουν την ποσότητα ή τις ποσότητες προς μεταφορά για περίοδο δώδεκα συνεχόμενων μηνών, η έναρξη της οποίας πρόκειται να καθοριστεί.

Εντούτοις, η ημερομηνία της 1ης Φεβρουαρίου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση αντικαθίσταται:

α) για επιχειρήσεις εγκατεστημένες στην Ισπανία, από την ημερομηνία της 15ης Απριλίου, αν πρόκειται για την παραγωγή ζάχαρης τεύτλων και από την ημερομηνία της 20ής Ιουνίου, αν πρόκειται για την παραγωγή ζάχαρης ζαχαροκάλαμου,

β) για επιχειρήσεις εγκατεστημένες στο Ηνωμένο Βασίλειο, από την ημερομηνία της 15ης Φεβρουαρίου,

γ) για επιχειρήσεις εγκατεστημένες στα Γαλλικά Διαμερίσματα της Γουαδελούπης και της Μαρτινίκας, από την ημερομηνία της 1ης Μαΐου.

Όταν η οριστική παραγωγή της εν λόγω περιόδου εμπορίας είναι χαμηλότερη από την εκτίμηση που είχε γίνει κατά τη λήψη της απόφασης για μεταφορά, η μεταφερόμενη ποσότητα δύναται, πριν από την 1η Αυγούστου της επόμενης περιόδου εμπορίας, να προσαρμοστεί με αναδρομική ισχύ.

3. Αν μια περιοχή της Κοινότητας πληγεί από φυσική καταστροφή, όπως ξηρασία και πλημμύρες, μπορεί να αποφασιστεί, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, ότι η περίοδος υποχρεωτικής αποθεματοποίησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση μπορεί να μειωθεί για ποσότητα ζάχαρης που μπορεί να εξασφαλίσει τον κανονικό εφοδιασμό της εν λόγω περιοχής.

4. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, οι οποίες δύνανται να προβλέπουν ένα όριο στις ποσότητες ζάχαρης που γίνονται δεκτές για μεταφορά, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Οι λεπτομέρειες αυτές προβλέπουν ιδίως την επιβολή ενός ποσού στην ποσότητα προς αποθήκευση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση, που διατίθεται κατά την καθορισμένη περίοδο αποθεματοποίησης.

Άρθρο 15

1. Πριν από το τέλος κάθε περιόδου εμπορίας, διαπιστώνεται:

α) η προβλεπόμενη ποσότητα ζάχαρης Α και Β, ισογλυκόζης Α και Β και σιροπιού ινουλίνης Α και Β που παράγεται για λογαριασμό της τρέχουσας περιόδου εμπορίας,

β) η προβλεπόμενη ποσότητα ζάχαρης, ισογλυκόζης και σιροπιού ινουλίνης που διατίθεται για κατανάλωση στο εσωτερικό της Κοινότητας κατά τη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου εμπορίας,

γ) το πλεόνασμα που είναι δυνατόν να εξαχθεί αφού αφαιρεθεί η ποσότητα που αναφέρεται στο στοιχείο α) από την ποσότητα που αναφέρεται στο στοιχείο β),

δ) ο προβλεπόμενος μέσος όρος ζημιών ή ο προβλεπόμενος μέσος όρος εσόδων ανά τόνο ζάχαρης για τις εξαγωγές ως προς τις οποίες έχουν αναληφθεί υποχρεώσεις και οι οποίες πρόκειται να πραγματοποιηθούν στο πλαίσιο της τρέχουσας περιόδου εμπορίας.

Αυτός ο μέσος όρος ζημιών ή εσόδων ισούται με τη διαφορά μεταξύ του συνολικού ποσού των επιστροφών και του συνολικού ποσού των εισφορών που υπολογίζονται επί του συνολικού όγκου των εξαγωγών για τις οποίες έχουν αναληφθεί οι εν λόγω υποχρεώσεις,

ε) η προβλεπόμενη συνολική ζημία ή τα προβλεπόμενα συνολικά έσοδα που υπολογίζονται με τον πολλαπλασιασμό του πλεονάσματος που αναφέρεται στο στοιχείο γ) με τη μέση ζημία ή το μέσο όρο εσόδων που αναφέρονται στο στοιχείο δ).

2. Πριν από το τέλος της περιόδου εμπορίας 2005/06 και με την επιφύλαξη του άρθρου 10 παράγραφοι 3 έως 6, διαπιστώνονται σωρευτικά για τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06:

α) το πλεόνασμα που δύναται να εξαχθεί και που ορίζεται βάσει των στοιχείων της πραγματικής παραγωγής ζάχαρης Α, Β, ισογλυκόζης Α και Β και σιροπιού ινουλίνης Α και Β, αφενός, και της οριστικής ποσότητας ζάχαρης, ισογλυκόζης και σιροπιού ινουλίνης, αφετέρου, που διατέθηκαν για κατανάλωση στο εσωτερικό της Κοινότητας,

β) ο μέσος όρος ζημιών ή εσόδων ανά τόνο ζάχαρης που προκύπτει από το σύνολο των υποχρεώσεων πραγματοποίησης εξαγωγών που έχουν αναληφθεί, σύμφωνα με τον κανόνα υπολογισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ) δεύτερο εδάφιο,

γ) οι συνολικές ζημίες ή τα συνολικά έσοδα με τον πολλαπλασιασμό του πλεονάσματος που αναφέρεται στο σημείο Α με το μέσο όρο ζημιών ή το μέσο όρο εσόδων που αναφέρονται στο σημείο Β,

δ) το συνολικό άθροισμα των εισφορών βασικής παραγωγής και των εισφορών Β που έχουν εισπραχθεί.

Η προβλεπόμενη συνολική ζημία ή τα προβλεπόμενα συνολικά έσοδα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο ε) προσαρμόζονται βάσει της διαφοράς μεταξύ των διαπιστώσεων που αναφέρονται στα στοιχεία γ) και δ).

3. Αν από τις διαπιστώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 αποδειχθεί, μετά την προσαρμογή σύμφωνα με την παράγραφο 2 και με την επιφύλαξη του άρθρου 18 παράγραφος 1, ενδεχόμενη συνολική ζημία, αυτή διαιρείται δια της προβλεπόμενης ποσότητας ζάχαρης Α και Β, ισογλυκόζης Α και Β και σιροπιού ινουλίνης Α και Β που παράγεται για λογαριασμό της τρέχουσας περιόδου εμπορίας. Το ποσό που προκύπτει εισπράττεται από τους παραγωγούς ως συνεισφορά βασικής παραγωγής για την παραγωγή τους ζάχαρης Α και Β, ισογλυκόζης Α και Β και σιροπιού ινουλίνης Α και Β.

Ωστόσο, η εισφορά αυτή δεν δύναται να υπερβαίνει:

- για την εν λόγω ζάχαρη μέγιστο ποσό ίσο προς το 2 % της τιμής παρέμβασης της λευκής ζάχαρης,

- για το εν λόγω σιρόπι ινουλίνης, εκφραζόμενο σε ισοδύναμο ζάχαρης, ισογλυκόζης με την εφαρμογή του συντελεστή 1,9, ανώτατο ποσό ίσο προς αυτό που εφαρμόζεται στη λευκή ζάχαρη,

- για την εν λόγω ισογλυκόζη, το μέρος της εισφοράς στη βασική παραγωγή που επιβαρύνει τους παραγωγούς της ζάχαρης.

4. Όταν το ανώτατο όριο της εισφοράς στη βασική παραγωγή δεν επιτρέπει την εξ ολοκλήρου κάλυψη της συνολικής ζημίας που αναφέρεται στην παράγραφο 3 πρώτο εδάφιο, το υπόλοιπο διαιρείται δια της προβλεπόμενης ποσότητας ζάχαρης Β, ισογλυκόζης Β και σιροπιού ινουλίνης Β που παράγεται για λογαριασμό της εν λόγω περιόδου εμπορίας. Το ποσό που προκύπτει εισπράττεται από τους παραγωγούς ως εισφορά Β για την παραγωγή τους ζάχαρης Β, ισογλυκόζης Β και σιροπιού ινουλίνης Β.

Ωστόσο, με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, η εισφορά αυτή δεν είναι δυνατόν να υπερβεί:

- για τη ζάχαρη Β, ανώτατο ποσό ίσο προς το 30 % της τιμής παρέμβασης της λευκής ζάχαρης,

- για το σιρόπι ινουλίνης, εκφραζόμενο σε ισοδύναμο ζάχαρης/ισογλυκόζης με την εφαρμογή του συντελεστή 1,9, ανώτατο ποσό ίσο προς αυτό που εφαρμόζεται στη λευκή ζάχαρη Β,

- για την ισογλυκόζη Β, το μέρος της εισφοράς Β που επιβαρύνει τους παραγωγούς της ζάχαρης.

5. Όταν, βάσει των διαπιστώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, προκύπτει ότι, λόγω του ανωτάτου ορίου της εισφοράς στη βασική παραγωγή και αυτού της εισφοράς Β που καθορίζονται στις παραγράφους 3 και 4 η συνολική προβλεπόμενη ζημία της τρέχουσας περιόδου εμπορίας ενδέχεται να μην καλυφθεί από τα αναμενόμενα έσοδα αυτών των εισφορών, το ανώτατο ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 4 πρώτη περίπτωση αναθεωρείται στο βαθμό που είναι αναγκαίο για να καλυφθεί η εν λόγω συνολική ζημία χωρίς να είναι δυνατόν να υπερβαίνει τα 37,5 %.

Το ανώτατο αναθεωρημένο ποσοστό της εισφοράς Β καθορίζεται για την τρέχουσα περίοδο εμπορίας πριν από την 15η Σεπτεμβρίου της ίδιας περιόδου εμπορίας. Η ελάχιστη τιμή του τεύτλου Β που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος, στοιχείο β) τροποποιείται ανάλογα.

6. Όλες οι ζημίες που προκύπτουν από τη χορήγηση επιστροφών στην παραγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 3 λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό της συνολικής ζημίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε).

7. Οι εισφορές που αναφέρονται στο παρόν άρθρο εισπράττονται από τα κράτη μέλη.

8. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, και ιδίως:

- τα προς είσπραξη ποσά των εισφορών,

- η αναθεώρηση του ανώτατου ποσού της εισφοράς Β,

- η τροποποίηση της ελάχιστης τιμής του τεύτλου Β, που αντιστοιχεί στην αναθεώρηση του ανώτατου ποσοστού της εισφοράς Β.

Άρθρο 16

1. Εφόσον για μία περίοδο εμπορίας η συνολική ζημία που διαπιστώθηκε κατ' εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφοι 1 και 2 δεν καλύπτεται εξ ολοκλήρου από τα έσοδα των εισφορών στην παραγωγή στο πλαίσιο της ίδιας περιόδου εμπορίας μετά την εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφοι 3, 4 και 5, εισπράττεται από τους παραγωγούς ζάχαρης συμπληρωματική εισφορά, με την επιφύλαξη του άρθρου 4, για να καλυφθεί εξ ολοκλήρου το μέρος της εν λόγω συνολικής ζημίας που δεν καλύπτεται από τα εν λόγω έσοδα.

2. Η συμπληρωματική εισφορά καθορίζεται για κάθε επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης, κάθε επιχείρηση παραγωγής ισογλυκόζης και κάθε επιχείρηση παραγωγής σιροπιού ινουλίνης με την εφαρμογή στο συνολικό ποσό που οφείλει η επιχείρηση στο πλαίσιο των εισφορών στην παραγωγή της εν λόγω περιόδου εμπορίας ενός συντελεστή που πρόκειται να προσδιοριστεί. Ο συντελεστής αυτός αντιπροσωπεύει για την Κοινότητα τη σχέση μεταξύ της συνολικής διαπιστωθείσας ζημίας για την εν λόγω περίοδο εμπορίας σε εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφοι 1 και 2 και των εσόδων της εισφοράς στη βασική παραγωγή και της εισφοράς Β που οφείλονται από τους ζαχαροβιομήχανους, τους βιομήχανους ισογλυκόζης και τους βιομήχανους σιροπιού ινουλίνης στο πλαίσιο της ίδιας περιόδου εμπορίας, μειωμένη κατά 1.

3. Η συμπληρωματική εισφορά καταβάλλεται από τους εν λόγω βιομήχανους πριν από την 15η Δεκεμβρίου που έπεται της περιόδου εμπορίας για την οποία οφείλεται.

Οι ζαχαροβιομήχανοι δύνανται να απαιτήσουν, κατά περίπτωση, από τους πωλητές τεύτλων ή ζαχαροκάλαμου που παράγονται στην Κοινότητα, την επιστροφή μέρους της εισπραχθείσας συμπληρωματικής εισφοράς. Η επιστροφή αυτή μπορεί το πολύ να ισούται με το ανώτατο ποσό της συμμετοχής των πωλητών τεύτλων ή ζαχαροκάλαμων στην πληρωμή της εισφοράς στη βασική παραγωγή που προβλέπεται από το άρθρο 15 και της εισφοράς Β για τη συγκεκριμένη περίοδο εμπορίας με την εφαρμογή του συντελεστή που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

Η επιστροφή που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο πραγματοποιείται για τα τεύτλα που παραδίδονται στο πλαίσιο της εν λόγω περιόδου εμπορίας. Ωστόσο, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να συμφωνήσουν ότι η επιστροφή αυτή πραγματοποιείται για τα τεύτλα που θα παραδοθούν στο πλαίσιο της επόμενης περιόδου εμπορίας.

4. Για τις διαπιστώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2, λαμβάνονται υπόψη τα έσοδα που προκύπτουν από την είσπραξη της συμπληρωματικής εισφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, και ιδίως ο συντελεστής που αναφέρεται στην παράγραφο 2, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 17

1. Οι βιομήχανοι σιροπιού ινουλίνης δύνανται να ζητήσουν από τους πωλητές του βασικού γεωργικού προϊόντος, από το οποίο παρασκευάζεται το εν λόγω σιρόπι ινουλίνης, να αναλάβουν μέρος της εισφοράς στη βασική παραγωγή, της εισφοράς Β και της συμπληρωματικής εισφοράς με τις οποίες επιβαρύνονται οι βιομήχανοι. Το μέρος αυτό δεν δύναται να υπερβαίνει εκείνο που επιβαρύνει τους καλλιεργητές ζαχαρότευτλων για τη συγκεκριμένη περίοδο εμπορίας και προσδιορίζεται μέσω των διεπαγγελματικών συμφωνιών ή συμφωνητικών σε συνάρτηση με τις τιμές αγοράς του βασικού γεωργικού προϊόντος που παραδίδεται γι' αυτό το σκοπό στο πλαίσιο της εν λόγω περιόδου εμπορίας.

2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου 1 θεσπίζονται, εφόσον παρίσταται ανάγκη, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 18

1. Εάν διαπιστωθεί, μετά την εφαρμογή των άρθρων 15 και 16 στην περίοδο εμπορίας 2000/01, ότι η συνολική πραγματική ζημία της εν λόγω περιόδου εμπορίας:

α) δεν καλύπτεται ολοκληρωτικά από τα έσοδα των εισφορών στην παραγωγή και, ενδεχομένως, της συμπληρωματικής εισφοράς, η χρηματοδοτική επιβάρυνση που προκύπτει προστίθεται στην προβλεπόμενη συνολική ζημία, που αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1 στοιχείο ε), της περιόδου εμπορίας κατά την οποία έγινε η εν λόγω διαπίστωση,

β) είναι μικρότερη από το προϊόν των εισφορών στην παραγωγή και, ενδεχομένως της συμπληρωματικής εισφοράς, ένα ποσό ίσο προς αυτή τη διαφορά αφαιρείται από τη συνολική προβλεπόμενη ζημία ή, ανάλογα με την περίπτωση, προστίθεται στα προβλεπόμενα έσοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή των άρθρων 15 και 16 της περιόδου εμπορίας κατά τη διάρκεια της οποίας έγινε η εν λόγω διαπίστωση.

2. Όταν το ποσό της συνεισφοράς στη βασική παραγωγή είναι κατώτερο του ανώτατου ποσού του άρθρου 15 παράγραφος 3, ή όταν το ποσό της συνεισφοράς Β είναι κατώτερο του ανώτατου ποσού του άρθρου 15 παράγραφος 4, αναθεωρημένο ενδεχομένως σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 5, οι ζαχαροβιομήχανοι υποχρεούνται να πληρώσουν στους πωλητές τεύτλων τη διαφορά μεταξύ του ανώτατου ποσού της εν λόγω εισφοράς και του ποσού της προς είσπραξη εισφοράς κατά το 60 % αυτής της διαφοράς.

Το πληρωτέο ποσό ανά τόνο τεύτλων ορίζεται για τον αντιπροσωπευτικό ποιοτικό τύπο.

Οι προσαυξήσεις και απομειώσεις του άρθρου 5 εφαρμόζονται στο ποσό αυτό.

3. Οι κοινοτικοί ζαχαροβιομήχανοι δύνανται να απαιτήσουν από τους πωλητές ζαχαροκάλαμου παραγόμενου στην Κοινότητα, για μία ποσότητα ζάχαρης για την οποία εισεπράχθη η εν λόγω συνεισφορά, την απόδοση της συνεισφοράς αυτής κατά το 60 % αυτής.

4. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, βάσει των παρεχομένων από τους ζαχαροβιομήχανους στοιχείων, ότι η πληρωμή των τεύτλων ανταποκρίνεται προς τις σχετικές κοινοτικές διατάξεις.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 42 παράγραφος 2, διαδικασία.

Άρθρο 19

1. Στα συμφωνητικά για την παράδοση των τεύτλων, που προορίζονται για την παραγωγή της ζάχαρης, καθιερώνεται μία διάκριση μεταξύ τεύτλων, ανάλογα με το αν οι ποσότητες ζάχαρης που θα παραχθούν από τα τεύτλα αυτά:

α) θα αποτελέσουν ζάχαρη Α,

β) θα αποτελέσουν ζάχαρη Β,

γ) θα αποτελέσουν ζάχαρες άλλες από τις ζάχαρες των ποσοστώσεων Α και Β.

Για κάθε επιχείρηση, οι ζαχαροβιομήχανοι γνωστοποιούν στο κράτος μέλος, όπου η επιχείρηση αυτή παράγει ζάχαρη:

- τις ποσότητες των τεύτλων που αναφέρονται στο στοιχείο α) για τις οποίες έχουν συνάψει συμφωνητικά πριν από τη σπορά καθώς και την περιεκτικότητα σε ζάχαρη που έχει ληφθεί ως βάση στο συμφωνητικό,

- την προβλεπόμενη αντίστοιχη απόδοση.

Τα κράτη μέλη δύνανται να απαιτούν συμπληρωματικές πληροφορίες.

2. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο β), κάθε ζαχαροβιομήχανος, ο οποίος δεν έχει συνάψει, πριν από τη σπορά, συμφωνητικά παραδόσεως για ποσότητα που αντιστοιχεί στην ποσόστωση Α, στην ελάχιστη τιμή του τεύτλου Α, υποχρεούται να πληρώνει, για κάθε ποσότητα τεύτλων που μεταποιούνται σε ζάχαρη στην επιχείρηση αυτή τουλάχιστον την εν λόγω ελάχιστη τιμή.

3. Μια διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να παρεκκλίνει από τις παραγράφους 1 και 2 κατόπιν αδείας του σχετικού κράτους μέλους.

4. Οι γενικοί κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙΙ.

5. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου και κατά περίπτωση τα κριτήρια προς τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται οι βιομήχανοι για την κατανομή των ποσοτήτων τεύτλων μεταξύ των πωλητών τεύτλων για τις οποίες πρέπει να συναφθούν συμφωνητικά πριν από τη σπορά, κατά την έννοια της παραγράφου 1, θεσπίζονται με την προβλεπόμενη στο άρθρο 42 παράγραφος 2, διαδικασία.

Άρθρο 20

1. Δύναται να αποφασισθεί ότι η ζάχαρη ή η ισογλυκόζη που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ορισμένων προϊόντων, δεν θεωρούνται παραγωγή κατά την έννοια του παρόντος κεφαλαίου.

2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής το παρόντος άρθρου, και ιδίως ο κατάλογος προϊόντων της παραγράφου 1, θεσπίζονται με την προβλεπόμενη στο άρθρο 42 παράγραφος 2 διαδικασία.

Άρθρο 21

1. Οι ζαχαροβιομήχανοι δύνανται να αγοράζουν τεύτλα, που προορίζονται για την παραγωγή ζάχαρης Γ ή ζάχαρης προβλεπόμενης στο άρθρο 20 της εν λόγω επιχείρησης, σε τιμή κατώτερη από τις ελάχιστες τιμές τεύτλου που αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1.

2. Για την ποσότητα τεύτλων που αγοράζεται και αντιστοιχεί στην ποσότητα ζάχαρης:

- που διατίθεται στην εσωτερική αγορά δυνάμει του άρθρου 13 παράγραφος 3,

- ή που μεταφέρεται στην επόμενη περίοδο εμπορίας δυνάμει του άρθρου 14,

οι ζαχαροβιομήχανοι της εν λόγω ζάχαρης προσαρμόζουν, κατά περίπτωση, την τιμή αγοράς έτσι ώστε να είναι τουλάχιστον ίση με την ελάχιστη τιμή τεύτλων Α.

3. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου θεσπίζονται, εφόσον είναι αναγκαίο, με την προβλεπόμενη στο άρθρο 42 παράγραφος 2, διαδικασία.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΜΕ ΤΙΣ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Άρθρο 22

1. Για κάθε εισαγωγή στην Κοινότητα ή εξαγωγή από αυτήν των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α), β), γ), δ), στ), ζ) και η) είναι δυνατό να απαιτείται η προσκόμιση πιστοποιητικού εισαγωγής ή εξαγωγής.

Το πιστοποιητικό εκδίδεται από τα κράτη μέλη για κάθε ενδιαφερόμενο που υποβάλλει σχετική αίτηση, ανεξάρτητα από τον τόπο εγκατάστασής του στην Κοινότητα, με την επιφύλαξη των διατάξεων που θεσπίζονται για την εφαρμογή των άρθρων 26 και 27, και του άρθρου 6 παράγραφος 5, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2820/98(19).

Το πιστοποιητικό εισαγωγής και εξαγωγής ισχύει σε ολόκληρη την Κοινότητα. Για την έκδοση των εν λόγω πιστοποιητικών απαιτείται η κατάθεση εγγύησης που εξασφαλίζει τη δέσμευση για την πραγματοποίηση της εισαγωγής ή της εξαγωγής κατά τη διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού και η οποία, πλην ανωτέρας βίας, καταπίπτει εν όλω ή εν μέρει εάν η συναλλαγή δεν πραγματοποιηθεί εντός της εν λόγω προθεσμίας ή εάν πραγματοποιηθεί μόνο εν μέρει.

2. Με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2:

α) το καθεστώς της παραγράφου 1 μπορεί να επεκταθεί στα προϊόντα του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε),

β) θεσπίζονται η περίοδος ισχύος των πιστοποιητικών και οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου στις οποίες είναι δυνατόν να προβλέπεται, ειδικότερα, προθεσμία για τη χορήγηση των πιστοποιητικών.

Άρθρο 23

1. Εφόσον ο παρών κανονισμός δεν ορίζει το αντίθετο, οι δασμολογικοί συντελεστές του κοινού δασμολογίου εφαρμόζονται για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1.

2. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, προκειμένου να εξασφαλιστεί ο κατάλληλος εφοδιασμός της κοινοτικής αγοράς με ακατέργαστη ζάχαρη προοριζόμενη για ραφινάρισμα των κωδικών ΣΟ 1701 11 10 και 1701 12 10 και με μελάσα με κωδικό ΣΟ 1730, με εισαγωγή τους από τρίτες χώρες, η Επιτροπή μπορεί, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, να αναστείλει εν όλω ή εν μέρει, την επιβολή δασμών κατά την εισαγωγή των προϊόντων αυτών και να καθορίσει τις επιμέρους ρυθμίσεις της αναστολής αυτής.

Η αναστολή μπορεί να εφαρμοσθεί για περίοδο κατά την οποία η τιμή στην παγκόσμια αγορά προσαυξημένη με τον εισαγωγικό δασμό του κοινού δασμολογίου:

- στην περίπτωση της ακατέργαστης ζάχαρης, υπερβαίνει την τιμή παρέμβασης για το προϊόν αυτό,

- στην περίπτωση της μελάσας, υπερβαίνει το επίπεδο της αντίστοιχης τιμής της μελάσας που χρησίμευσε ως βάση για τη συγκεκριμένη περίοδο εμπορίας της ζάχαρης στον προσδιορισμό των εσόδων που προκύπτουν από τις πωλήσεις μελάσας, από τους ζαχαροβιομηχάνους για τον καθορισμό της βασικής τιμής των τεύτλων.

Άρθρο 24

1. Για να αποτραπούν ή να εξαλειφθούν οι τυχόν επιζήμιες επιπτώσεις στην κοινοτική αγορά από τις εισαγωγές ορισμένων γεωργικών προϊόντων, για την εισαγωγή με το δασμολογικό συντελεστή που προβλέπει το κοινό δασμολόγιο ενός ή περισσοτέρων από τα προϊόντα αυτά απαιτείται η καταβολή πρόσθετου εισαγωγικού δασμού, εάν πληρούνται οι όροι που απορρέουν από το άρθρο 5 της συμφωνίας για τη γεωργία, η οποία έχει συναφθεί σύμφωνα με το άρθρο 300 της συνθήκης στο πλαίσιο των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, εκτός εάν οι εισαγωγές δεν κινδυνεύουν να διαταράξουν την κοινοτική αγορά ή εάν οι επιπτώσεις είναι δυσανάλογες προς τον επιδιωκόμενο στόχο.

2. Οι τιμές ενεργοποίησης κάτω από τις οποίες μπορεί να επιβάλλεται πρόσθετος εισαγωγικός δασμός, είναι οι τιμές που διαβιβάζονται από την Κοινότητα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.

Οι ποσότητες ενεργοποίησης, των οποίων απαιτείται η υπέρβαση για την επιβολή πρόσθετου εισαγωγικού δασμού, καθορίζονται ιδίως με βάση τις εισαγωγές στην Κοινότητα κατά τα τρία έτη που προηγούνται του έτους κατά το οποίο παρουσιάζονται ή ενδέχεται να παρουσιαστούν οι επιζήμιες επιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3. Οι τιμές εισαγωγής που λαμβάνονται υπόψη για την επιβολή πρόσθετου εισαγωγικού δασμού καθορίζονται με βάση τις τιμές εισαγωγής cif της εν λόγω αποστολής.

Οι τιμές εισαγωγής cif επαληθεύονται για το σκοπό αυτό βάσει των αντιπροσωπευτικών τιμών για το συγκεκριμένο προϊόν στην παγκόσμια αγορά ή στην αγορά κοινοτικής εισαγωγής του προϊόντος.

4. Η Επιτροπή θεσπίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2. Οι λεπτομέρειες αυτές αφορούν ιδίως:

α) τα προϊόντα στα οποία επιβάλλονται πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί σύμφωνα με το άρθρο 5 της συμφωνίας για τη γεωργία,

β) τα λοιπά κριτήρια που είναι αναγκαία για να εξασφαλίζεται η εφαρμογή της παραγράφου 1 σύμφωνα με το άρθρο 5 της ως άνω συμφωνίας.

Άρθρο 25

Για τη μελάσα:

- η τιμή στην παγκόσμια αγορά που αναφέρεται στο άρθρο 23 παράγραφος 2,

και

- η αντιπροσωπευτική τιμή που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 3,

εφαρμόζονται σε έναν ποιοτικό τύπο.

Ο ποιοτικός τύπος δύναται να καθοριστεί με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 26

1. Το άνοιγμα και η διαχείριση των δασμολογικών ποσοστώσεων για τα προϊόντα του άρθρου 1, που προκύπτουν από συμφωνίες συναφθείσες στα πλαίσια των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, διέπονται από τις ρυθμίσεις που θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

2. Η διαχείριση των ποσοστώσεων είναι δυνατόν να γίνει με μια από τις ακόλουθες μεθόδους ή με συνδυασμό των μεθόδων αυτών:

- μέθοδος βασιζόμενη στη χρονολογική σειρά υποβολής των αιτήσεων (σύμφωνα με την αρχή της "κατά προτεραιότητα εξυπηρέτησης του προηγηθέντος"),

- μέθοδος κατανομής κατ' αναλογία των ποσοτήτων που ζητήθηκαν με τις υποβληθείσες αιτήσεις (σύμφωνα με τη μέθοδο της ταυτόχρονης εξέτασης),

- μέθοδος βασιζόμενη στη συνεκτίμηση των παραδοσιακών εμπορικών ρευμάτων, (σύμφωνα με τη μέθοδο "παλαιοί και νέοι πελάτες").

Επιτρέπεται η χρήση και άλλων κατάλληλων μεθόδων.

Πρέπει να αποφεύγεται οιαδήποτε διάκριση μεταξύ των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων.

3. Η εφαρμοζόμενη μέθοδος διαχείρισης λαμβάνει υπόψη, όπου κρίνεται σκόπιμο, τις ανάγκες εφοδιασμού της κοινοτικής αγοράς και την ανάγκη διασφάλισης της ισορροπίας της αγοράς αυτής, ενώ μπορεί να εμπνέεται από τις μεθόδους που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν στις ποσοστώσεις που αντιστοιχούν προς εκείνες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, με την επιφύλαξη των δασμών που προκύπτουν από τις συμφωνίες που συνήφθησαν στο πλαίσιο των εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης.

4. Οι ρυθμίσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προβλέπουν το άνοιγμα ποσοστώσεων σε ετήσια βάση και, εάν χρειάζεται, με την κατάλληλη κλιμάκωση, καθορίζουν την εφαρμοστέα μέθοδο διαχείρισης, ενδεχομένως δεν περιέχουν:

α) διατάξεις που εγγυώνται τη φύση, την προέλευση και την καταγωγή του προϊόντος,

β) διατάξεις σχετικά με την αναγνώριση του εγγράφου βάσει του οποίου αποδεικνύεται η ύπαρξη των εγγυήσεων του στοιχείου α),

γ) τις προϋποθέσεις έκδοσης και τη διάρκεια ισχύος των πιστοποιητικών εισαγωγής.

Άρθρο 27

1. Στο βαθμό που είναι αναγκαίο για να καταστεί δυνατή η εξαγωγή των προϊόντων του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ) και δ), ως έχουν ή με τη μορφή των εμπορευμάτων του παραρτήματος V, βάσει των χρηματιστηριακών τιμών ή των τιμών που ισχύουν στην παγκόσμια αγορά για τα προϊόντα που αναφέρονται στην ίδια παράγραφο στοιχεία α) και γ), και εντός των ορίων που προκύπτουν από τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί σύμφωνα με το άρθρο 300 της συνθήκης, η διαφορά μεταξύ των τιμών και των τιμών στην Κοινότητα είναι δυνατόν να καλυφθεί με τη χορήγηση επιστροφής κατά την εξαγωγή.

Η επιστροφή που χορηγείται για την ακατέργαστη ζάχαρη δεν μπορεί να υπερβαίνει την επιστροφή που χορηγείται για τη λευκή ζάχαρη.

2. Είναι δυνατόν να προβλεφθεί επιστροφή κατά την εξαγωγή των προϊόντων του άρθρου 1 παράγραφος 1 στοιχεία στ), ζ) και η), ως έχουν ή με τη μορφή εμπορευμάτων του παραρτήματος V.

Το επίπεδο της επιστροφής καθορίζεται ανά 100 χιλιόγραμμα ξηράς ουσίας λαμβανόμενων, ιδίως, υπόψη:

α) της επιστροφής που χορηγείται κατά την εξαγωγή των προϊόντων που υπάγονται στον κωδικό ΣΟ 1702 30 91,

β) της επιστροφής που χορηγείται κατά την εξαγωγή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο δ),

γ) των οικονομικών πτυχών των εν λόγω εξαγωγών.

3. Η επιστροφή κατά την εξαγωγή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 υπό τη μορφή εμπορευμάτων του παραρτήματος V δεν μπορεί να είναι ανώτερη από την επιστροφή που χορηγείται για τα προϊόντα αυτά που εξάγονται ως έχουν.

4. Η κατανομή των ποσοτήτων που μπορούν να εξαχθούν με επιστροφή καθορίζεται σύμφωνα με μέθοδο η οποία:

α) είναι καταλληλότερη για τη φύση του προϊόντος και την κατάσταση της συγκεκριμένης αγοράς και επιτρέπει την αποτελεσματικότερη δυνατή χρησιμοποίηση των διαθέσιμων πόρων και λαμβάνει υπόψη την αποτελεσματικότητα και τη διάρθρωση των εξαγωγών της Κοινότητας, χωρίς διακρίσεις μεταξύ μικρών και μεγάλων φορέων,

β) από διοικητική άποψη, είναι η λιγότερο επαχθής για τους φορείς, λαμβανομένων υπόψη των διαχειριστικών απαιτήσεων,

γ) αποκλείει οποιαδήποτε διάκριση μεταξύ ενδιαφερομένων φορέων.

5. Η επιστροφή είναι η ίδια για ολόκληρη την Κοινότητα. Επιτρέπεται η διαφοροποίησή της ανάλογα με τον τόπο προορισμού, εάν η κατάσταση της παγκόσμιας αγοράς ή οι ειδικές ανάγκες ορισμένων αγορών το καθιστούν αναγκαίο.

Οι επιστροφές καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2. Ο δε καθορισμός είναι δυνατός:

α) περιοδικά,

β) μέσω διαγωνισμού για τα προϊόντα για τα οποία η διαδικασία αυτή είχε προβλεφθεί στο παρελθόν.

Σε περίπτωση ανάγκης και μετά από αίτηση ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή μπορεί ενδιαμέσως να τροποποιεί τις επιστροφές οι οποίες καθορίζονται περιοδικώς.

Οι προσφορές που υποβάλλονται εν όψει διαγωνισμού λαμβάνονται υπόψη μόνον εφόσον κατατεθεί εγγύηση. Η εγγύηση καταπίπτει εν όλω ή εν μέρει, εάν οι υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στους συμμετέχοντες στο διαγωνισμό δεν εκπληρώθηκαν ή εκπληρώθηκαν εν μέρει, πλην ανωτέρας βίας.

Οι διατάξεις των άρθρων 28, 29 και 30 σχετικά με τα μη μετουσιωμένα και εξαγόμενα ως έχουν προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α), γ) και δ) εφαρμόζονται συμπληρωματικώς.

6. Για τον καθορισμό της επιστροφής λαμβάνεται επίσης υπόψη η ανάγκη εξισορρόπησης της χρήσης των κοινοτικών βασικών προϊόντων ενόψει της εξαγωγής μεταποιημένων εμπορευμάτων προς τις τρίτες χώρες και της χρήσης των προϊόντων αυτών τα οποία γίνονται δεκτά υπό καθεστώς τελειοποίησης.

7. Για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 και εξάγονται ως έχουν, η επιστροφή χορηγείται μόνον κατόπιν αιτήσεως και με την προσκόμιση του σχετικού πιστοποιητικού εξαγωγής.

8. Το ποσό επιστροφής που εφαρμόζεται κατά την εξαγωγή των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 και εξάγονται ως έχουν είναι εκείνο που ισχύει την ημέρα της υποβολής της αίτησης για το πιστοποιητικό και, σε περίπτωση διαφοροποιούμενης επιστροφής, το ποσό που εφαρμόζεται την ίδια μέρα:

α) στον τόπο προορισμού που αναγράφεται στο πιστοποιητικό,

ή

β) στον πραγματικό τόπο προορισμού, εφόσον διαφέρει από τον τόπο προορισμού που αναγράφεται στο πιστοποιητικό. Στην περίπτωση αυτή, το ποσό αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό που ισχύει για τον τόπο προορισμού ο οποίος αναγράφεται στο πιστοποιητικό.

Προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση του περιθωρίου ευελιξίας που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο, μπορούν να ληφθούν τα ενδεδειγμένα μέτρα.

9. Οι διατάξεις των παραγράφων 7 και 8 είναι δυνατόν να επεκταθούν στα προϊόντα του άρθρου 1 που εξάγονται με τη μορφή εμπορευμάτων που αναφέρονται στο παράρτημα V, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3448/93.

10. Επιτρέπεται παρέκκλιση από τις παραγράφους 7 και 8 για τα προϊόντα του άρθρου 1, για τα οποία χορηγούνται επιστροφές στα πλαίσια ενεργειών επισιτιστικής βοήθειας, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2.

11. Η επιστροφή καταβάλλεται όταν παρέχεται η απόδειξη ότι τα προϊόντα:

- έχουν εξαχθεί από την Κοινότητα,

και

- στην περίπτωση διαφοροποιημένης επιστροφής, έχουν φθάσει στον τόπο προορισμού για τον οποίο έχει καθοριστεί επιστροφή, με την επιφύλαξη της παραγράφου 8 πρώτο εδάφιο στοιχείο β). Ωστόσο, μπορούν να προβλέπονται παρεκκλίσεις από τον κανόνα αυτόν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, με την επιφύλαξη προϋποθέσεων που θα καθορισθούν, ώστε να προσφέρονται ισοδύναμες εγγυήσεις.

Συμπληρωματικές διατάξεις μπορούν να προβλεφθούν σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

12. Δεν χορηγείται επιστροφή στην εξαγωγή ως έχουν των μη μετουσιωμένων προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α), παρά μόνον εφόσον αυτά, ανάλογα με την περίπτωση:

α) προήλθαν από ζαχαρότευτλα ή ζαχαροκάλαμα κοινοτικής εσοδείας,

β) εισήχθησαν στην Κοινότητα σύμφωνα με το άρθρο 35,

γ) προήλθαν από ένα από τα εισαγόμενα προϊόντα σύμφωνα με το άρθρο 35.

13. Δεν χορηγείται επιστροφή στην εξαγωγή ως έχουν των μη μετουσιωμένων προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία γ) και δ), τα οποία δεν είναι κοινοτικής καταγωγής ή τα οποία δεν προήλθαν από ζάχαρη που εισήχθη στην Κοινότητα δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου 1 στοιχείο β) ή από τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 12 στοιχείο γ).

14. Η τήρηση των ποσοτικών ορίων τα οποία απορρέουν από τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί σύμφωνα με το άρθρο 300 της συνθήκης, εξασφαλίζεται με βάση τα πιστοποιητικά εξαγωγής που εκδίδονται για τις περιόδους αναφοράς που προβλέπονται στις συμφωνίες αυτές και εφαρμόζονται στα εν λόγω προϊόντα.

15. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένων των διατάξεων που αφορούν την εκ νέου κατανομή των εξαγώγιμων ποσοτήτων που δεν έχουν χορηγηθεί ή χρησιμοποιηθεί, και η τροποποίηση του παραρτήματος Ι θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2. Ωστόσο οι λεπτομέρειες εφαρμογής της παραγράφου 6 για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1, τα οποία εξάγονται με μορφή των εμπορευμάτων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα V, αποφασίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3448/93.

Άρθρο 28

1. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στον καθορισμό επιστροφών για τα μη μετουσιωμένα και εξαγόμενα ως έχουν προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α).

2. Σε περίπτωση καθορισμού ανά τακτά διαστήματα για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος στοιχείο α):

α) οι επιστροφές καθορίζονται κάθε δύο εβδομάδες.

Ωστόσο ο καθορισμός αυτός μπορεί να ανασταλεί σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχουν στην Κοινότητα πλεονάσματα ζάχαρης προς εξαγωγή βάσει της τιμής της παγκόσμιας αγοράς. Στην περίπτωση αυτή δεν χορηγείται επιστροφή,

β) ο καθορισμός των επιστροφών πραγματοποιείται λαμβανομένης υπόψη της κατάστασης στην κοινοτική και στην παγκόσμια αγορά ζάχαρης και κυρίως λαμβανομένων υπόψη των ακόλουθων στοιχείων:

- της τιμής παρέμβασης της λευκής ζάχαρης που ισχύει στην πιο πλεονασματική ζώνη της Κοινότητας ή της τιμής παρέμβασης της ακατέργαστης ζάχαρης που ισχύει στη ζώνη της Κοινότητας που θεωρείται αντιπροσωπευτική για την εξαγωγή της ζάχαρης αυτής,

- των εξόδων μεταφοράς της ζάχαρης από τις ζώνες που αναφέρονται στην πρώτη περίπτωση στους λιμένες ή στα άλλα σημεία εξαγωγής έξω από την Κοινότητα,

- των εξόδων εμπορίου και ενδεχομένως μεταφόρτωσης, μεταφοράς και συσκευασίας που είναι συνυφασμένα με την εμπορία της ζάχαρης στην παγκόσμια αγορά,

- των χρηματιστηριακών τιμών ή τιμών της ζάχαρης που ισχύουν στην παγκόσμια αγορά,

- της οικονομικής πλευράς των προβλεπομένων εξαγωγών,

- των ορίων που απορρέουν από τις συμφωνίες που συνήφθησαν σύμφωνα με το άρθρο 300 της συνθήκης.

3. Σε περίπτωση καθορισμού με διαγωνισμό για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α):

α) ο διαγωνισμός αφορά το ποσό επιστροφής,

β) οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών προβαίνουν στο διαγωνισμό βάσει νομικής πράξης η οποία δεσμεύει όλα τα κράτη μέλη. Η νομική πράξη καθορίζει τους όρους του διαγωνισμού. Οι όροι αυτοί πρέπει να εξασφαλίζουν ίσες δυνατότητες πρόσβασης για κάθε πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα,

γ) μεταξύ των όρων του διαγωνισμού περιλαμβάνεται προθεσμία υποβολής προσφορών. Το μέγιστο ποσό της επιστροφής για τον εν λόγω διαγωνισμό καθορίζεται βάσει της διαδικασίας του άρθρου 42 παράγραφος 2 εντός των τριών εργασίμων ημερών μετά την εκπνοή της προθεσμίας και βάσει των προσφορών που υποβλήθηκαν. Προς υπολογισμό του ανωτάτου ποσού λαμβάνεται υπόψη η κατάσταση της Κοινότητας όσον αφορά τον εφοδιασμό και τις τιμές, οι τιμές και οι δυνατότητες διάθεσης στην παγκόσμια αγορά καθώς και τα έξοδα για την εξαγωγή της ζάχαρης.

Με την ίδια διαδικασία μπορεί να καθορισθεί και μια μέγιστη ποσότητα,

δ) όταν είναι δυνατή η εξαγωγή μέσω μιας επιστροφής κατώτερης από εκείνη που θα προέκυπτε από τη διαφορά ανάμεσα στις κοινοτικές τιμές και τις τιμές της παγκόσμιας αγοράς και όταν η εξαγωγή έχει ιδιαίτερο τόπο προορισμού, μπορεί να ορισθεί ότι οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών προκηρύσσουν διαγωνισμό, οι όροι του οποίου προβλέπουν:

- τη δυνατότητα υποβολής προσφορών σε οποιαδήποτε στιγμή έως το πέρας του διαγωνισμού και

- ένα ανώτατο ύψος της επιστροφής, που θα υπολογίζεται βάσει των αναγκών της εν λόγω εξαγωγής,

ε) εάν το ύψος της επιστροφής που ορίζεται σε μια προσφορά:

- υπερβαίνει το καθορισμένο ανώτατο ύψος, η προσφορά απορρίπτεται από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών,

- δεν είναι ανώτερο από το ανώτατο ύψος, η επιστροφή που πρέπει να καθορίσουν οι αρχές αυτές είναι εκείνη που ορίζει η εν λόγω προσφορά.

4. Για την ακατέργαστη ζάχαρη:

α) η επιστροφή καθορίζεται για τον ποιοτικό τύπο που ορίζεται στο παράρτημα Ι,

β) η επιστροφή που καθορίζεται περιοδικά σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α):

- δεν μπορεί να υπερβαίνει το 92 % της επιστροφής που έχει καθοριστεί για την ίδια περίοδο για τη λευκή ζάχαρη. Το όριο αυτό δεν εφαρμόζεται ωστόσο στις επιστροφές που πρέπει να καθορισθούν για την κρυσταλλική ζάχαρη,

- πολλαπλασιάζεται για κάθε συγκεκριμένη πράξη εξαγωγής επί διορθωτικό συντελεστή, ο οποίος προκύπτει με τη διαίρεση δια του 92 της απόδοσης της εξαγομένης ακατέργαστης ζάχαρης, η οποία υπολογίζεται βάσει των διατάξεων του άρθρου 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 431/68.

γ) το ανώτατο ύψος που προβλέπεται στην παράγραφο 3 στοιχείο γ) στα πλαίσια διαγωνισμού δεν δύναται να υπερβαίνει το 92 % της ανώτατης τιμής που έχει ορισθεί ταυτόχρονα για τη λευκή ζάχαρη δυνάμει της εν λόγω διάταξης.

Άρθρο 29

1. Για τα μη μετουσιωμένα και εξαγόμενα ως έχουν προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ), η επιστροφή καθορίζεται κατά μήνα λαμβανομένων υπόψη:

α) της τιμής της μελάσσας που χρησίμευσε ως βάση, κατά την συγκεκριμένη περίοδο εμπορίας της ζάχαρης, για τον καθορισμό των εσόδων από τις πωλήσεις της μελάσσας από τους ζαχαροβιομηχάνους για τον καθορισμό της βασικής τιμής των τεύτλων,

β) των τιμών και των δυνατοτήτων διάθεσης της μελάσσας στην αγορά της Κοινότητας,

γ) των χρηματιστηριακών ή τιμών των τιμών της μελάσσας στην παγκόσμια αγορά,

δ) της οικονομικής πλευράς των προβλεπομένων εξαγωγών.

Ωστόσο, ο περιοδικός καθορισμός μπορεί να ανασταλεί με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, αν διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχουν στην Κοινότητα πλεονάσματα μελάσας προς εξαγωγή βάσει των τιμών της παγκόσμιας αγοράς. Στην περίπτωση αυτή δεν χορηγείται επιστροφή.

2. Σε ειδικές περιστάσεις, το ύψος της επιστροφής μπορεί να καθορισθεί με διαγωνισμό για συγκεκριμένες ποσότητες και ζώνες της Κοινότητας. Ο διαγωνισμός αφορά το ύψος της επιστροφής.

Οι αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών προκηρύσσουν τον εν λόγω διαγωνισμό βάσει εξουσιοδοτήσεως που ορίζει τους όρους του διαγωνισμού. Οι όροι αυτοί πρέπει να εξασφαλίζουν ίσες δυνατότητες πρόσβασης για κάθε πρόσωπο εγκατεστημένο στην Κοινότητα.

Άρθρο 30

1. Για τα μη μετουσιωμένα και εξαγόμενα ως έχουν προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο δ) ορίζεται κάθε μήνα ένα βασικό ποσό της επιστροφής. Εντούτοις, αυτός ο περιοδικός καθορισμός μπορεί να ανασταλεί με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2 όταν ο περιοδικός καθορισμός της επιστροφής για τη λευκή ζάχαρη ως έχει ανασταλεί. Στην περίπτωση αυτή δεν χορηγείται επιστροφή.

2. Το βασικό ποσό της επιστροφής που προβλέπεται για τα προϊόντα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εκτός της σορβόζης ισούται με το ένα εκατοστό του ποσού που καθορίζεται λαμβανομένων υπόψη:

α) της διαφοράς μεταξύ της τιμής παρέμβασης για τη λευκή ζάχαρη, που ισχύει στην περισσότερο πλεονασματική ζώνη της Κοινότητας κατά την διάρκεια του μηνός κατά τον οποίο ορίζεται το βασικό ποσό και των χρηματιστηριακών τιμών ή των τιμών λευκής ζάχαρης που διαπιστώνονται στην παγκόσμια αγορά,

β) της ανάγκης αποκατάστασης ισορροπίας μεταξύ:

- της χρησιμοποίησης των βασικών προϊόντων της Κοινότητας ενόψει εξαγωγής των προϊόντων μεταποίησης προς τις τρίτες χώρες και

- της χρησιμοποίησης των προϊόντων αυτών των χωρών που γίνονται δεκτά υπό καθεστώς τελειοποίησης.

3. Όσον αφορά την σορβόζη, το βασικό ποσό επιστροφής ισούται προς το βασικό ποσό επιστροφής μειωμένο κατά το ένα εκατοστό της ισχύουσας επιστροφής.

4. Η εφαρμογή του βασικού ποσού επιστροφής μπορεί να περιορισθεί σε ορισμένα από τα προϊόντα που περιλαμβάνονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

Άρθρο 31

Εφόσον απαιτείται για την καλή λειτουργία της οργάνωσης των αγορών της ζάχαρης, η Επιτροπή, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, δύναται να αποκλείει εν όλω ή εν μέρει την προσφυγή στο καθεστώς της τελειοποίησης προς επανεξαγωγή για τα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1.

Άρθρο 32

1. Οι γενικοί κανόνες για την ερμηνεία της συνδυασμένης ονοματολογίας και οι ειδικοί κανόνες για την εφαρμογή της ισχύουν για την ταξινόμηση των προϊόντων που υπάγονται στον παρόντα κανονισμό. Η ονοματολογία του δασμολογίου που προκύπτει από την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού περιλαμβάνεται στο κοινό δασμολόγιο.

2. Εφόσον ο παρών κανονισμός ή οι διατάξεις που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή του δεν ορίζουν το αντίθετο, απαγορεύονται κατά τις συναλλαγές με τις τρίτες χώρες:

α) η είσπραξη κάθε φορολογικής επιβάρυνσης ισοδυνάμου με δασμούς αποτελέσματος,

β) η εφαρμογή κάθε ποσοτικού περιορισμού κατά την εισαγωγή ή μέτρου ισοδυνάμου αποτελέσματος.

Άρθρο 33

1. Όταν η τιμή της ζάχαρης στην παγκόσμια αγορά υπερβαίνει την τιμή παρέμβασης, είναι δυνατό να προβλεφθεί η εφαρμογή εξαγωγικής εισφοράς για την εν λόγω ζάχαρη. Η εισφορά αυτή πρέπει να εφαρμόζεται όταν η τιμή cif της λευκής ή της ακατέργαστης ζάχαρης είναι υψηλότερη της τιμής παρέμβασης, προσαυξημένη με ποσό ίσο προς το 10 %.

Η εισφορά κατά την εξαγωγή μπορεί να καθοριστεί με διαγωνισμό. Εκτός από την περίπτωση διαγωνισμού, η εισφορά που εισπράττεται είναι η εφαρμοζόμενη την ημέρα της εξαγωγής.

2. Όταν η τιμή cif της λευκής ή ακατέργαστης ζάχαρης είναι υψηλότερη της τιμής παρέμβασης προσαυξημένης κατά 10 %, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μετά από πρόταση της Επιτροπής σύμφωνα με τη διαδικασία ψηφοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2 της συνθήκης, μπορεί να χορηγήσει επιδότηση κατά την εισαγωγή του εν λόγω προϊόντος.

Όταν διαπιστώνεται ότι:

α) ο εφοδιασμός της Κοινότητας,

ή

β) ο εφοδιασμός σημαντικής περιοχής κατανάλωσης της Κοινότητας,

δεν εξασφαλίζονται πλέον από τα κοινοτικά αποθέματα, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μετά από πρόταση της Επιτροπής σύμφωνα με τη διαδικασία ψηφοφορίας που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2 της συνθήκης, αποφασίζει τη χορήγηση της επιδότησης εισαγωγής καθώς και τους όρους εφαρμογής της. Οι προϋποθέσεις αυτές αφορούν κυρίως την ποσότητα της λευκής ή ακατέργαστης ζάχαρης για την οποία λαμβάνεται η επιδότηση, τη διάρκεια χορήγησής της και, ενδεχομένως, τις περιοχές εισαγωγής.

3. Με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2 θεσπίζονται:

α) οι τιμές cif που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2,

β) οι εισφορές κατά την εξαγωγή που προσδιορίζονται με διαγωνισμό,

γ) οι λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

Όσον αφορά τα προϊόντα που προβλέπει το άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία β), γ) δ), στ), ζ) και η), οι διατάξεις που αντιστοιχούν σε εκείνες των παραγράφων 1 και 2 είναι δυνατόν να θεσπισθούν σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 42 παράγραφος 2.

4. Τα ποσά, εκτός από αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο 3, που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζονται από την Επιτροπή.

Άρθρο 34

1. Εάν στην Κοινότητα η αγορά ενός ή περισσότερων από τα προϊόντα του άρθρου 1 υφίσταται ή απειλείται να υποστεί, λόγω των εισαγωγών ή των εξαγωγών, σοβαρές διαταραχές που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τους στόχους του άρθρου 33 της συνθήκης, τότε είναι δυνατόν να εφαρμοσθούν, κατά τις συναλλαγές με τις τρίτες χώρες, τα κατάλληλα μέτρα μέχρις ότου εκλείψει η εν λόγω διαταραχή ή η απειλή διαταραχής.

Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2 της συνθήκης, θεσπίζει τους γενικούς κανόνες εφαρμογής της παρούσας παραγράφου και ορίζει τις περιπτώσεις και τα όρια εντός των οποίων τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν συντηρητικά μέτρα.

2. Εάν προκύψει η κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή, μετά από αίτηση ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, αποφασίζει για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων τα οποία κοινοποιεί στα κράτη μέλη και τα οποία τίθενται αμέσως σε εφαρμογή. Εάν κάποιο κράτος μέλος υποβάλει στην Επιτροπή αίτηση, η Επιτροπή λαμβάνει τη σχετική απόφαση σε προθεσμία τριών εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της αίτησης.

3. Κάθε κράτος μέλος μπορεί να φέρει ενώπιον του Συμβουλίου το μέτρο που έλαβε η Επιτροπή μέσα σε προθεσμία τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα της κοινοποίησής του. Το Συμβούλιο συνέρχεται πάραυτα. Μπορεί να τροποποιήσει ή να ακυρώσει το εν λόγω μέτρο με ειδική πλειοψηφία.

4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται τηρουμένων των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διεθνείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί σύμφωνα με το άρθρο 300 παράγραφος 2 της συνθήκης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ ΠΡΟΤΙΜΗΣΙΑΚΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ

Άρθρο 35

Τα άρθρα 36, 37 και 38 ισχύουν για τη ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο, καλούμενη στο εξής "προτιμησιακή ζάχαρη" που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 1701 καταγωγής των κρατών μελών που αναφέρονται στο παράρτημα VΙ, και εισάγεται στην Κοινότητα δυνάμει:

α) του πρωτοκόλλου αριθ. 3 του παραρτήματος IV της συμφωνίας εταιρικού σχήματος ΑΚΕ/ΕΚ,

β) της συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας και της Δημοκρατίας της Ινδίας για τη ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο.

Άρθρο 36

Όταν οι οργανισμοί παρέμβασης ή άλλοι εντολοδόχοι που ορίζονται από την Κοινότητα αγοράζουν σε εγγυημένες τιμές προτιμησιακή ζάχαρη που εισάγεται δυνάμει των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 35 και της οποίας η ποιότητα διαφέρει από τον αντιπροσωπευτικό ποιοτικό τύπο, οι εγγυημένες τιμές προσαρμόζονται με την εφαρμογή προσαυξήσεων ή μειώσεων.

Άρθρο 37

1. Κατά την εισαγωγή προτιμησιακής ζάχαρης δυνάμει των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 35 δεν εφαρμόζεται κανένας εισαγωγικός δασμός.

2. Οι απαγορεύσεις που αναφέρονται στο άρθρο 32 παράγραφος 2 δεν επιδέχονται ουδεμίας παρεκκλίσεως όσον αφορά την προτιμησιακή ζάχαρη.

Άρθρο 38

1. Για τις περιόδους εμπορίας 2001/02 έως 2005/06 χορηγείται ως μέτρο παρέμβασης ενίσχυση προσαρμογής στη βιομηχανία μεταποίησης της προτιμησιακής ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο, η οποία εισάγεται γι' αυτό το σκοπό στην Κοινότητα δυνάμει των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 35.

2. Η χορήγηση της ενίσχυσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνον εντός του ορίου των ποσοτήτων που έχουν καθορισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 35, οι οποίες έχουν υποστεί ραφινάρισμα σε λευκή ζάχαρη στα εργοστάσια ραφιναρίσματος που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4. Για την παραγωγή αυτή λευκής ζάχαρης, το ύψος της ενίσχυσης ορίζεται σε 0,10 ευρώ ανά 100 χιλιόγραμμα ζάχαρης εκφρασμένης σε λευκή ζάχαρη.

3. Κατά τη διάρκεια της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 1, χορηγείται βασική συμπληρωματική ενίσχυση 0,10 ευρώ ανά 100 χιλιόγραμμα ζάχαρης εκφρασμένης σε λευκή ζάχαρη για το ραφινάρισμα στα εργοστάσια ραφιναρίσματος που ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4, ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου που παράγεται στα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα, προκειμένου να επανέλθουν σε κατάσταση ισορροπίας οι συνθήκες των τιμών της εν λόγω ζάχαρης και της προτιμησιακής ζάχαρης.

4. Η ενίσχυση προσαρμογής καθώς και η συμπληρωματική ενίσχυση προσαρμόζονται για συγκεκριμένη περίοδο εμπορίας λαμβανομένων υπόψη του ποσού της εισφοράς αποθεματοποίησης που έχει καθορισθεί για την εν λόγω περίοδο και των προηγουμένων προσαρμογών.

5. Σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 7 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο, το καθεστώς ενισχύσεως των παραγράφων 1 έως 3 του παρόντος άρθρου μπορεί να επεκταθεί, βάσει όρων που θα καθοριστούν, στην ακατέργαστη ζάχαρη τεύτλων που συγκομίζονται στην Κοινότητα και ραφιναρίζονται στις βιομηχανίες ραφιναρίσματος που ορίζονται από το εν λόγω άρθρο 7.

6. Οι λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του παρόντος άρθρου, και ιδίως οι προσαρμογές που αναφέρονται στην παράγραφο 4, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 39

1. Κατά την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 38 παράγραφος 1 και για τον επαρκή εφοδιασμό των κοινοτικών εργοστασίων ραφιναρίσματος ζάχαρης, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4, εισπράττεται μειωμένος δασμός, καλούμενος στο εξής "ειδικός δασμός", κατά την εισαγωγή ακατέργαστης ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο καταγωγής των κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 35 και άλλων κρατών δυνάμει συμφωνιών που έχουν συναφθεί με αυτά τα κράτη, καλούμενης στο εξής "ειδικής προτιμησιακής ζάχαρης" και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπουν, ιδίως ελάχιστη τιμή αγοράς από τα εργοστάσια ραφιναρίσματος.

2. Για την εφαρμογή της παραγράφου 1 και με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, οι αναμενόμενες μέγιστες ανάγκες εφοδιασμού, ανά περίοδο εμπορίας και εκφραζόμενες σε λευκή ζάχαρη, της βιομηχανία ζάχαρης:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

3. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, με βάση εξαντλητικό κοινοτικό ισοζύγιο προβλέψεων εφοδιασμού με ακατέργαστη ζάχαρη για κάθε περίοδο εμπορίας ή τμήμα περιόδου, έχουν καθορισθεί οι ποσότητες ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου και ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαρότευτλων που συγκομίζονται στην Κοινότητα με ή χωρίς διάκριση καταγωγής οι οποίες είναι διαθέσιμες για τη βιομηχανία ζάχαρης. Το ισοζύγιο αυτό μπορεί να αναθεωρείται κατά τη διάρκεια της περιόδου εμπορίας.

Για τους σκοπούς του εν λόγω προσδιορισμού, οι ποσότητες ζάχαρης των γαλλικών υπερπόντιων διαμερισμάτων και προτιμησιακής ζάχαρης που προορίζονται για άμεση κατανάλωση και πρέπει να λαμβάνονται υπόψη σε κάθε ισοζύγιο είναι ίσες με τις ποσότητες που έχουν διαπιστωθεί για την περίοδο εμπορίας 1994/95, αφού αφαιρεθεί η προβλεπόμενη τοπική κατανάλωση στα εν λόγω διαμερίσματα για τη συγκεκριμένη περίοδο εμπορίας. Εάν από το ισοζύγιο φαίνεται ότι οι διαθέσιμες ποσότητες δεν επαρκούν προς κάλυψη των μέγιστων αναγκών που ορίζονται στην παράγραφο 2, προβλέπονται τα αναγκαία μέτρα ώστε οι ελλείπουσες ποσότητες να μπορούν να εισαχθούν ως ειδική προτιμησιακή ζάχαρη στα εν λόγω κράτη μέλη υπό το καθεστώς εισαγωγής με ειδικό δασμό που προβλέπεται από τις συμφωνίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

4. Πλην ανωτέρας βίας, όταν σημειώνεται υπέρβαση των αναμενόμενων μέγιστων αναγκών ενός κράτους μέλους, που καθορίζονται στην παράγραφο 2 ή μετά από αναθεώρηση σύμφωνα με την παράγραφο 5, μια ποσότητα αντίστοιχη προς την υπέρβαση υπόκειται σε καταβολή ποσού που αντιστοιχεί στον πλήρη δασμό που ισχύει για την εν λόγω περίοδο, προσαυξημένο κατά το ποσόν των ενισχύσεων που προβλέπονται στο άρθρο 38 και, ενδεχομένως, κατά το ποσόν του ανώτατου πρόσθετου δασμού που επεβλήθη κατά την εν λόγω περίοδο.

Ωστόσο, όσον αφορά την προτιμησιακή ακατέργαστη ζάχαρη και σε περίπτωση αναθεώρησης δυνάμει της παραγράφου 5, οι ποσότητες που υπερβαίνουν τις αναθεωρηθείσες αναμενόμενες μέγιστες ανάγκες, εντός του ορίου των ποσοτήτων που καθορίζονται στην παράγραφο 2, δύνανται να πωληθούν στους οργανισμούς παρέμβασης υπό τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 36, εφόσον δεν μπορούν να διατεθούν στην Κοινότητα.

5. Σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 10 παράγραφοι 3 και 6, το άθροισμα των αναμενόμενων μεγίστων αναγκών, τις οποίες αναφέρει η παράγραφος 2 του παρόντος άρθρου, μειώνεται για την εν λόγω περίοδο εμπορίας, κατά ποσότητα ίση με το άθροισμα των ειδικών προτιμησιακών ζαχάρεων που απαιτούνται για την κάλυψη των αναμενομένων μεγίστων αναγκών που καθορίζονται με βάση τις προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, μειωμένη κατά το ίδιο ποσοστό μείωσης που εφαρμόζεται δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 5 στο άθροισμα των βασικών ποσοτήτων Α για τη ζάχαρη της Κοινότητας.

Η μείωση των μεγίστων αναγκών των σχετικών κρατών μελών κατανέμεται μεταξύ τους συναρτήσει της σχέσεως μεταξύ της ποσότητας που έχει καθορισθεί από την παράγραφο 2 για κάθε ένα από αυτά και του αθροίσματος των ποσοτήτων που έχουν καθορισθεί από την ίδια παράγραφο.

6. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου και, ιδίως, οι αφορώσες την εφαρμογή και τη διαχείριση των συμφωνιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, θεσπίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

ΤΙΤΛΟΣ ΙΙΙ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 40

Οι διατάξεις που είναι αναγκαίες για να αποφευχθεί η διαταραχή της αγοράς της ζάχαρης μετά από μια αναπροσαρμογή του επιπέδου των τιμών κατά τη μετάβαση από τη μία περίοδο εμπορίας στην άλλη ή κατά τη διάρκεια μιας περιόδου εμπορίας δύνανται να θεσπισθούν με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 41

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ανακοινώνουν αμοιβαίως τα αναγκαία στοιχεία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Οι λεπτομέρειες της ανακοίνωσης και της διασποράς των στοιχείων αυτών ρυθμίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 42

1. Η Επιτροπή επικουρείται από μια επιτροπή διαχείρισης της ζάχαρης (εφεξής "η επιτροπή").

2. Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία του παρόντος άρθρου, εφαρμόζονται τα άρθρα 4 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Η περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται σε έναν μήνα.

3. Η επιτροπή θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό.

Άρθρο 43

Η επιτροπή δύναται να εξετάζει κάθε άλλο ζήτημα που της υποβάλλει ο πρόεδρός της, είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε μετά από αίτηση του αντιπροσώπου ενός κράτους μέλους.

Άρθρο 44

Δεν γίνονται δεκτά στην ελεύθερη κυκλοφορία στο εσωτερικό της Κοινότητος τα εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1, στην παραγωγή ή την επεξεργασία των οποίων εχρησιμοποιήθησαν προϊόντα που δεν αναφέρονται στο άρθρο 23 παράγραφος 2 και στο άρθρο 24 της συνθήκης.

Άρθρο 45

Με την επιφύλαξη αντίθετων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, τα άρθρα 87, 88 και 89 της συνθήκης εφαρμόζονται στην παραγωγή και την εμπορία των προϊόντων του άρθρου 1 παράγραφος 1.

Άρθρο 46

1. Η Ιταλία εξουσιοδοτείται να χορηγήσει ενίσχυση προσαρμογής μη δυνάμενη να υπερβεί τα 5,43 ευρώ ανά 100 κιλά λευκής ζάχαρης, στους παραγωγούς ζαχαροτεύτλων και, ενδεχομένως, στους παραγωγούς ζάχαρης για την παραγωγή της αντίστοιχης ποσότητας ζάχαρης που πραγματοποιείται εντός των ορίων των ποσοστώσεων Α και Β κάθε επιχείρησης παραγωγού ζάχαρης για τις ακόλουθες περιοχές: τα Αβρούζια, τη Μολίζε, την Απουλία, τη Σαρδηνία, την Καμπανία, τα Βασιλικάτα, την Καλαβρία και τη Σικελία.

2. Όταν πάντως επιβάλλεται από εξαιρετικές ανάγκες που συνδέονται με τα προγράμματα αναδιάρθρωσης του τομέα της ζάχαρης τα οποία βρίσκονται στο στάδιο της υλοποίησης στις περιοχές αυτές, η Ιταλία μπορεί να προβαίνει ανάλογα με την συγκεκριμένη περίοδο εμπορίας σε προσαρμογή της ενίσχυσης της παραγράφου 1. Κατά την εφαρμογή των άρθρων 87, 88 και 89 της συνθήκης, η Επιτροπή εξετάζει κυρίως την συμμόρφωση αυτών των ενισχύσεων με τα σχέδια αναδιάρθρωσης.

3. Η Ισπανία εξουσιοδοτείται να χορηγήσει ενίσχυση προσαρμογής μη δυνάμενη να υπερβεί τα 7,25 ευρώ ανά 100 κιλά λευκής ζάχαρης στους παραγωγούς ζαχαροκαλάμων που ευρίσκονται στο έδαφός της για την παραγωγή της αντίστοιχης ποσότητας ζάχαρης που πραγματοποιείται εντός των ορίων των ποσοστώσεων Α και Β κάθε επιχείρησης παραγωγού ζάχαρης από ζαχαροκάλαμο.

4. Η Πορτογαλία εξουσιοδοτείται να χορηγήσει ενίσχυση προσαρμογής μη δυνάμενη να υπερβεί τα 3,11 ευρώ ανά 100 κιλά λευκής ζάχαρης, στους παραγωγούς ζαχαροτεύτλων που ευρίσκονται στο έδαφός της για την παραγωγή της αντίστοιχης ποσότητας ζάχαρης που πραγματοποιείται εντός των ορίων των ποσοστώσεων Α και Β κάθε επιχείρησης παραγωγού ζάχαρης.

5. Η Φινλανδία εξουσιοδοτείται να χορηγήσει κατ' αποκοπήν επιστροφή των εξόδων αποθήκευσης της ζάχαρης Γ που μεταφέρεται σύμφωνα με το άρθρο 14. Οι ρυθμίσεις εφαρμογής της παρούσας παραγράφου αποφασίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2.

6. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη υποβάλουν στην Επιτροπή τα μέτρα που έλαβαν για κάθε περίοδο εμπορίας σε εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 5.

7. Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται για τις περιόδους 2001/02 έως 2005/06.

Άρθρο 47

1. Στο πλαίσιο των γεωργικών δραστηριοτήτων που εμπίπτουν στον παρόντα κανονισμό, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα περιβαλλοντικά μέτρα που θεωρούν ενδεδειγμένα λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση των γεωργικών γαιών που χρησιμοποιούνται και τα οποία ανταποκρίνονται στα δυνητικά αποτελέσματα των δραστηριοτήτων αυτών επί του περιβάλλοντος. Τα μέτρα αυτά καθορίζονται σε συνάρτηση με τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις οι οποίες λαμβάνουν υπόψη την τοπογραφική θέση και την εδαφοκλιματική κατάσταση των εν λόγω γαιών, τη διαχείριση των υδάτων άρδευσης και την αμειψισπορά και τις καλλιεργητικές τεχνικές που είναι ικανές να βελτιώσουν το περιβάλλον. Εν ανάγκη, τα κράτη μέλη υποστηρίζουν, τηρουμένων των άρθρων 87, 88 και 89 της συνθήκης, τους γεωργικούς παραγωγούς στον τομέα της ζάχαρης με ερευνητικά προγράμματα που αποσκοπούν στην ανάπτυξη μεθόδων καλλιέργειας περισσότερο συμβατών με το περιβάλλον και με την κοινολόγηση των αποτελεσμάτων αυτών των ερευνητικών προγραμμάτων.

2. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κυρώσεις κατάλληλες και ανάλογες προς τη σοβαρότητα των οικολογικών επιπτώσεων της μη τήρησης των περιβαλλοντικών απαιτήσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 1.

3. Το αργότερο στις 30 Ιουνίου 2002, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με την περιβαλλοντική κατάσταση της γεωργικής παραγωγής του τομέα της ζάχαρης και τα αποτελέσματα των εθνικών δράσεων που λαμβάνονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2.

ΤΙΤΛΟΣ IV

Μεταβατικές και τελικές διατάξεις

Άρθρο 48

Το υπόλοιπο που απορρέει από την εφαρμογή του καθεστώτος αντιστάθμισης των εξόδων αποθεματοποίησης κατά τη διάρκεια της περιόδου εμπορίας 2000/01 δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2038/1999 κατανέμεται, ανάλογα με την περίπτωση, εις βάρος ή προς όφελος του καθεστώτος που προβλέπεται στα άρθρα 15 και 16 για την περίοδο εμπορίας 2001/02.

Για τη ζάχαρη που είναι αποθεματοποιημένη κατά την ημερομηνία της 30ής Ιουνίου 2001 δυνάμει του καθεστώτος αντιστάθμισης των εξόδων αποθεματοποίησης που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2038/1999, ως ημέρα διάθεσης, για το σκοπό της είσπραξης της εισφοράς αποθεματοποίησης, θεωρείται η ημερομηνία της 30ής Ιουνίου 2001.

Άρθρο 49

Καταργούνται οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 2038/1999, (ΕΟΚ) αριθ. 206/68, (ΕΟΚ) αριθ. 431/68, (ΕΟΚ) αριθ. 447/68, (ΕΟΚ) αριθ. 2049/69, (ΕΟΚ) αριθ. 793/72, (ΕΟΚ) αριθ. 741/75, (ΕΟΚ) αριθ. 1358/77, (ΕΟΚ) αριθ. 1789/81, (ΕΟΚ) αριθ. 193/82, (ΕΟΚ) αριθ. 1010/86 και (ΕΟΚ) αριθ. 2225/86.

Οι αναφορές που γίνονται στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2038/1999, (ΕΟΚ) αριθ. 206/68, (ΕΟΚ) αριθ. 431/68, (ΕΟΚ) αριθ. 793/72, (ΕΟΚ) αριθ. 741/75 και (ΕΟΚ) αριθ. 193/82 θεωρείται ότι γίνονται στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα VII.

Άρθρο 50

1. Η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει, με τη διαδικασία του άρθρου 42 παράγραφος 2, τα μεταβατικά μέτρα που είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η αρμονική μετάβαση από το καθεστώς της περιόδου εμπορίας 2000/01 σε αυτό που προκύπτει από τα μέτρα που καθιερώνονται με τον παρόντα κανονισμό. Τα μέτρα αυτά δύνανται να παρεκκλίνουν από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

2. Βάσει των μελετών της Επιτροπής για την κατάσταση της αγοράς, όλες τις πτυχές του συστήματος των ποσοστώσεων, τις τιμές, τις διεπαγγελματικές σχέσεις και ανάλυση της αύξησης του ανταγωνισμού ως αποτέλεσμα των διεθνών δεσμεύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Επιτροπή θα υποβάλει, στις αρχές του 2003 έκθεση συνοδευόμενη, εάν χρειάζεται, από τις κατάλληλες προτάσεις.

Άρθρο 51

Ο παρών κανονισμός τίθεται σε ισχύ την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την περίοδο εμπορίας 2001/02.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Λουξεμβούργο, 19 Ιουνίου 2001.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. Winberg

(1) ΕΕ C 29 Ε της 30.1.2001, σ. 315.

(2) Γνώμη που εκδόθηκε στις 13 Μαρτίου 2001 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(3) ΕΕ C 116 της 20.4.2001, σ. 113.

(4) ΕΕ L 336 της 23.12.1994, σ. 1.

(5) ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 103.

(6) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(7) ΕΕ L 252 της 25.9.1999, σ. 1.

(8) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 206/68 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 1968, για τον καθορισμό των διατάξεων πλαισίων για τα συμφωνητικά και τις διεπαγγελματικές συμφωνίες που αφορούν την αγορά τεύτλων (ΕΕ L 47 της 23.2.1968, σ. 1).

(9) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 431/68 του Συμβουλίου, της 9ης Απριλίου 1968, για τον καθορισμό του αντιπροσωπευτικού ποιοτικού τύπου για την ακατέργαστη ζάχαρη και του τόπου διελεύσεως στα σύνορα της Κοινότητας για τον υπολογισμό των τιμών cif στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 89 της 10.4.1968, σ. 3).

(10) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 447/68 του Συμβουλίου, της 9ης Απριλίου 1968, για τη θέσπιση των γενικών κανόνων επεμβάσεως κατ' αγορά στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 91 της 12.4.1968, σ. 5)· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1359/77 (ΕΕ L 156 της 25.6.1977, σ. 7).

(11) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2049/69 του Συμβουλίου, της 17ης Οκτωβρίου 1969, για τη θέσπιση των γενικών κανόνων όσον αφορά τη μετουσίωση της ζάχαρης για τη διατροφή των ζώων (ΕΕ L 263 της 21.10.1969, σ. 1).

(12) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 793/72 του Συμβουλίου, της 17ης Απριλίου 1972, για τον καθορισμό του αντιπροσωπευτικού ποιοτικού τύπου της λευκής ζάχαρης (ΕΕ L 94 της 21.4.1972, σ. 1).

(13) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 741/75 του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 1975, για τη θέσπιση ειδικών κανόνων για την αγορά των ζαχαροτεύτλων (ΕΕ L 74 της 22.3.1975, σ. 2).

(14) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1358/77 του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 1977, για τον καθορισμό γενικών κανόνων αντισταθμίσεως των εξόδων αποθεματοποιήσεως στον τομέα της ζάχαρης και περί καταργήσεως του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 750/68 (ΕΕ L 156 της 25.6.1977, σ. 4).

(15) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1789/81 του Συμβουλίου, της 30ής Ιουνίου 1981, για τον καθορισμό των γενικών κανόνων σχετικά με το καθεστώς ελάχιστου αποθέματος στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 177 της 1.7.1981, σ. 39)· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 725/97 (ΕΕ L 108 της 25.4.1997, σ. 13).

(16) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 193/82 του Συμβουλίου, της 26ης Ιανουαρίου 1982, για τη θέσπιση γενικών κανόνων για τις μεταφορές ποσοστώσεων στον τομέα της ζάχαρης (ΕΕ L 21 της 29.1.1982, σ. 3).

(17) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1010/86 του Συμβουλίου, της 25ης Μαρτίου 1986, για τον καθορισμό των γενικών κανόνων που εφαρμόζονται στην επιστροφή στην παραγωγή για ορισμένα προϊόντα του τομέα της ζάχαρης που χρησιμοποιούνται στη χημική βιομηχανία (ΕΕ L 94 της 9.4.1986, σ. 9).

(18) Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2225/86 του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1986, για τη θέσπιση μέτρων διάθεσης της ζάχαρης που παράγεται στα γαλλικά υπερπόντια διαμερίσματα και για την εξίσωση των όρων της τιμής με την προτιμησιακή ακατέργαστη ζάχαρη (ΕΕ L 194 της 17.7.1986, σ. 7).

(19) ΕΕ L 357 της 30.12.1998. Η πλέον πρόσφατη τροποποίηση του κανονισμού αυτού έγινε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 416/2001 (ΕΕ L 60 της 1.3.2001, σ. 43).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Σημείο I

ΠΟΙΟΤΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΛΕΥΚΗΣ ΖΑΧΑΡΗΣ

1. Η λευκή ζάχαρη του ποιοτικού τύπου παρουσιάζει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α) ποιότητα υγιή, ανόθευτη και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη, ξηρά, με κρυστάλλους ομοιογενούς κοκκομετρικής σύστασης, που ρέουν ελεύθερα,

β) ελάχιστη πολωσιμετρική ένδειξη 99,7 °,

γ) μέγιστη υγρασία 0,06 %,

δ) μέγιστη περιεκτικότητα σε ιμβερτοποιημένη ζάχαρη: 0,04 %,

ε) ο αριθμός των σημείων που προσδιορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 δεν υπερβαίνει το 22 στο σύνολο, ούτε:

- το 15 για την περιεκτικότητα σε τέφρα,

- το 9 για τον χρωματικό τύπο που προσδιορίζεται με τη μέθοδο του Ινστιτούτου Γεωργικής Τεχνολογίας και Βιομηχανίας Ζάχαρης του Brunswick, η οποία καλείται στο εξής "μέθοδος Brunswick",

- το 6 για το χρωματισμό του διαλύματος που προσδιορίζεται σύμφωνα με τη μέθοδο της Διεθνούς Επιτροπής για Νέες Μεθόδους Αναλύσεων της Ζάχαρης (International Commission for Uniform Methods of Sugar Analyses), η οποία καλείται στο εξής "μέθοδος Icumsa".

2. Ένα σημείο αντιστοιχεί:

α) σε 0,0018 % της περιεκτικότητας σε τέφρα προσδιοριζόμενης με τη μέθοδο Icumsa σε 28 ° Brix,

β) σε 0,5 μονάδες χρωματικού τύπου, προσδιοριζόμενου με τη μέθοδο Brunswick,

γ) σε 7,5 μονάδες χρωματισμού του διαλύματος προσδιοριζόμενου με τη μέθοδο Icumsa.

3. Οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι οι ίδιες με τις χρησιμοποιούμενες για τον προσδιορισμό των στοιχείων αυτών στο πλαίσιο των μέτρων παρέμβασης.

Σημείο II

ΠΟΙΟΤΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΑΚΑΤΕΡΓΑΣΤΗΣ ΖΑΧΑΡΗΣ

1. Η ακατέργαστη ζάχαρη του ποιοτικού τύπου είναι ζάχαρη που έχει απόδοση 92 %.

2. Η απόδοση της ακατέργαστης ζάχαρης τεύτλων υπολογίζεται με την αφαίρεση από τον πολωσιμετρικό βαθμό της ζάχαρης αυτής:

α) τέσσερις φορές του ποσοστού της περιεκτικότητάς της σε τέφρα,

β) δύο φορές του ποσοστού της περιεκτικότητάς της σε ιμβερτοποιημένη ζάχαρη,

γ) του αριθμού 1.

3. Η απόδοση της ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου υπολογίζεται με τη μείωση κατά 100 του διπλάσιου του πολωσιμετρικού βαθμού της ζάχαρης αυτής.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΟΙΟΤΙΚΟΣ ΤΥΠΟΣ ΤΩΝ ΤΕΥΤΛΩΝ

Τα τεύτλα ποιοτικού τύπου παρουσιάζουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α) ποιότητα υγιή, ανόθευτη και σύμφωνα με τα συναλλακτικά ήθη,

β) περιεκτικότητα σε ζάχαρη 16 % κατά την παραλαβή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΟΡΟΙ ΑΓΟΡΑΣ ΤΩΝ ΤΕΥΤΛΩΝ

Σημείο I

Κατά την έννοια του παρόντος παραρτήματος νοούνται ως:

1. Συμβαλλόμενα μέρη:

α) ο βιομήχανος ζάχαρης, ο οποίος καλείται στο εξής "βιομήχανος",

β) ο πωλητής τεύτλων, ο οποίος καλείται στο εξής "πωλητής".

2. Συμφωνητικό: η σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ του πωλητή και του βιομηχάνου στο θέμα της παράδοσης τεύτλων που προορίζονται για την παραγωγή ζάχαρης.

3. Διεπαγγελματική συμφωνία:

α) η συμφωνία που συνάπτεται σε κοινοτικό επίπεδο μεταξύ, αφενός, ομάδας εθνικών οργανώσεων βιομηχάνων και, αφετέρου, μιας ομάδας εθνικών οργανώσεων πωλητών, πριν από τη σύναψη των συμφωνητικών,

β) συμφωνία που συνάπτεται, αφενός, από τους βιομηχάνους ή από μία οργάνωση βιομηχάνων, αναγνωρισμένη από το εν λόγω κράτος μέλος και, αφετέρου, μιας ένωσης πωλητών αναγνωρισμένης από το εν λόγω κράτος μέλος, πριν από τη σύναψη των συμφωνητικών,

γ) οι διατάξεις του δικαίου των εταιρειών ή του δικαίου των συνεταιρισμών, εφόσον αυτές διέπουν την παράδοση των ζαχαρότευτλων από τους μεριδιούχους ή τους εταίρους εταιρείας ή συνεταιρισμού που παράγει ζάχαρη,

δ) οι ρυθμίσεις που γίνονται πριν από τη σύναψη των συμφωνητικών μεταξύ του βιομηχάνου και των πωλητών, ελλείψει συμφωνίας που αναφέρεται στο στοιχείο α) και συμφωνίας που αναφέρεται στο στοιχείο β) και αν οι πωλητές που αποδέχονται τη ρύθμιση, προμηθεύουν τουλάχιστον τα 60 % του συνόλου των τεύτλων που αγοράζονται από το βιομήχανο για την παραγωγή ζάχαρης ενός ή περισσοτέρων εργοστασίων.

Σημείο II

1. Το συμφωνητικό συνάπτεται γραπτώς και για προσδιορισμένη ποσότητα τεύτλων.

2. Το συμφωνητικό καθορίζει αν δύναται να παραδοθεί συμπληρωματική ποσότητα τεύτλων και με ποιες προϋποθέσεις.

Σημείο III

1. Οι διατάξεις του παρόντος σημείου ισχύουν μόνο σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 19 του κανονισμού.

2. Για τις ποσότητες τεύτλων που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στην αρχή του κανονισμού, αναφέρονται στο συμφωνητικό οι τιμές αγοράς, οι οποίες, για τις ποσότητες που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β), δεν δύνανται να είναι χαμηλότερες από την ελάχιστη τιμή του τεύτλου που αναφέρεται στο άρθρο 4 του κανονισμού και ισχύει στη συγκεκριμένη ζώνη παραγωγής.

3. Το συμφωνητικό αναφέρει, για τα τεύτλα, μια καθορισμένη περιεκτικότητα σε ζάχαρη. Περιλαμβάνει μια κλίμακα μετατροπής που δείχνει τις διαφορετικές περιεκτικότητες σε ζάχαρη και τους συντελεστές με τους οποίους οι ποσότητες τεύτλων που παραδίδονται μετατρέπονται σε ποσότητες που αντιστοιχούν στην περιεκτικότητα σε ζάχαρη που αναγράφεται στο συμφωνητικό.

Η κλίμακα καταρτίζεται βάσει των αποδόσεων που αντιστοιχούν στις διάφορες περιεκτικότητες σε ζάχαρη.

4. Σε περίπτωση που ένας πωλητής έχει συνάψει με βιομήχανο ένα συμφωνητικό παράδοσης για τεύτλα που αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 1 στην αρχή και στο στοιχείο α) του κανονισμού, όλες οι παραδόσεις αυτού του πωλητή, οι οποίες μετατρέπονται σύμφωνα με την ανωτέρω παράγραφο 3, θεωρούνται ότι είναι παραδόσεις κατά την έννοια του άρθρου 19 παράγραφος 1 στην αρχή και στοιχείο α) μέχρι του ποσού της ποσότητας που προσδιορίζεται στο συμφωνητικό για αυτά τα τεύτλα.

5. Σε περίπτωση που ο βιομήχανος παράγει ποσότητα ζάχαρης κατώτερη από τη βασική του ποσόστωση από τεύτλα για τα οποία είχε συνάψει συμφωνητικό πριν από τη σπορά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 παράγραφος 1 στην αρχή και στοιχείο α) του κανονισμού, υποχρεούται να κατανείμει μεταξύ των πωλητών με τους οποίους είχε συνάψει συμφωνητικό παράδοσης πριν από τη σπορά κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 19 παράγραφος 1 στην αρχή και στοιχείων α) και β) την ποσότητα τεύτλων που αντιστοιχεί στην ενδεχόμενη συμπληρωματική παραγωγή του μέχρι να συμπληρωθεί η βασική του ποσόστωση.

Η νέα διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να παρεκκλίνει από αυτή τη διάταξη.

6. Σε καμία περίπτωση ο βιομήχανος δεν δύναται να αξιώσει από τον πωλητή επιστροφή της εισφοράς στην παραγωγή για τεύτλα που αυτός του παρέδωσε δυνάμει ενός συμφωνητικού που συνάφθηκε σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 στην αρχή και στοιχείο α) του κανονισμού.

Σημείο IV

1. Το συμφωνητικό προβλέπει διατάξεις που αφορούν την κανονική διάρκεια των παραδόσεων τεύτλων και την κλιμάκωσή τους στο χρόνο.

2. Οι διατάξεις αυτές είναι εκείνες που ισχύουν κατά τη διάρκεια της περιόδου ζάχαρης 2000/01, λαμβανομένου υπόψη του επιπέδου της πραγματικής παραγωγής. Μια διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να παρεκκλίνει από αυτές τις διατάξεις.

Σημείο V

1. Το συμφωνητικό προβλέπει κέντρα συγκεντρώσεως για τα τεύτλα.

2. Για τον πωλητή με τον οποίο ο βιομήχανος είχε ήδη συνάψει ένα συμφωνητικό για τη περίοδο ζάχαρης 2000/01, ισχύουν τα κέντρα συγκεντρώσεως που συμφωνήθηκαν μεταξύ αυτού και του βιομήχανου για τις παραδόσεις κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ζάχαρης. Μια διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να παρεκκλίνει από τη διάταξη αυτή.

3. Το συμφωνητικό προβλέπει ότι τα μεταφορικά έξοδα από τα κέντρα συγκεντρώσεως επιβαρύνουν το βιομήχανο, με την επιφύλαξη ιδιαιτέρων συμφωνιών που ανταποκρίνονται σε τοπικούς κανόνες ή συνήθειες που ίσχυαν πριν από την περίοδο ζάχαρης 2001/02.

4. Ωστόσο, όταν, στη Δανία, στην Ισπανία, στη Φινλανδία, στην Ελλάδα, στην Ιρλανδία, στην Πορτογαλία και στο Ηνωμένο Βασίλειο, τα τεύτλα παραδίδονται ελεύθερα στη ζαχαροποιία, το συμφωνητικό προβλέπει συμμετοχή του βιομηχάνου στα μεταφορικά έξοδα και καθορίζει το ποσοστό ή τα ποσά.

Σημείο VI

1. Το συμφωνητικό προβλέπει τους τόπους παραλαβής των τεύτλων.

2. Για τον πωλητή με τον οποίο ο βιομήχανος είχε ήδη συνάψει συμφωνητικό για την περίοδο 2000/01, ισχύουν οι τόποι παραλαβής που είχαν συμφωνηθεί μεταξύ αυτού και του βιομηχάνου για τις παραδόσεις κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου εμπορίας μια διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να παρεκκλίνει από τη διάταξη αυτή.

Σημείο VII

1. Το συμφωνητικό προβλέπει ότι η διαπίστωση της περιεκτικότητας σε ζάχαρη πραγματοποιείται με την πολωσιμετρική μέθοδο. Το δείγμα τεύτλων λαμβάνεται κατά την παραλαβή.

2. Μια διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να προβλέπει διαφορετικό στάδιο για τη δειγματοληψία.

Στην περίπτωση αυτή, το συμφωνητικό προβλέπει μια διόρθωση προς αντιστάθμιση ενδεχόμενης μειώσεως της περιεκτικότητας σε ζάχαρη μεταξύ του σταδίου της παραλαβής και του σταδίου της δειγματοληψίας.

Σημείο VIII

Το συμφωνητικό προβλέπει ότι οι προσδιορισμοί του ακαθάριστου βάρους, των ξένων υλών και της περιεκτικότητας σε ζάχαρη γίνονται σύμφωνα με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

α) από κοινού, από το βιομήχανο και την επαγγελματική οργάνωση των παραγωγών, αν το προβλέπει διεπαγγελματική συμφωνία,

β) από το βιομήχανο, υπό τον έλεγχο της επαγγελματικής οργάνωσης των παραγωγών,

γ) από το βιομήχανο, υπό τον έλεγχο ενός εμπειρογνώμονα εγκεκριμένου από το εν λόγω κράτος μέλος, αν ο πωλητής αναλαμβάνει τα έξοδά του,

δ) από τον βιομήχανο, αν το προβλέπουν τοπικοί κανόνες ή συνήθειες που ίσχυαν πριν από την περίοδο ζάχαρης 2000/01.

Σημείο IX

1. Το συμφωνητικό προβλέπει την πληρωμή στον πωλητή μιας συμπληρωματικής τιμής όταν:

α) επέρχεται αύξηση της τιμής των τεύτλων κατά τη μετάβαση από τη μια περίοδο ζάχαρης στην άλλη και όταν

β) η αύξηση της τιμής παρέμβασης της ζάχαρης που προκύπτει από την αύξηση της τιμής των τεύτλων δεν προαφαιρείται από τα αποθέματα που υπάρχουν τη στιγμή της μετάβασης.

Η συμπληρωματική τιμή υπολογίζεται ανά 100 χλγρ. λευκής ζάχαρης με την εφαρμογή στην αύξηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β) ενός συντελεστή ίσου προς τη σχέση που υφίσταται μεταξύ

- των ποσοτήτων ζάχαρης οι οποίες παρήχθησαν στο πλαίσιο της ποσόστωσης Α και Β που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο μεταφοράς κατά την έννοια του άρθρου 14 του κανονισμού και οι οποίες βρίσκονται σε απόθεμα κατά τη στιγμή της μετάβασης,

και

- των ποσοτήτων ζάχαρης οι οποίες παρήχθησαν από το βιομήχανο κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου ζάχαρης, στο πλαίσιο της ποσόστωσής του Α και Β και οι οποίες δεν αποτέλεσαν αντικείμενο μεταφοράς κατά την έννοια του άρθρου 14 του κανονισμού.

2. Μια διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να παρεκκλίνει της παραγράφου 1.

Στο συμφωνητικό γίνεται μνεία της δυνατότητας μιας τέτοιας παρέκκλισης.

Σημείο X

1. Για τη συνολική ποσότητα των παραδιδομένων τεύτλων, το συμφωνητικό προβλέπει για το βιομήχανο μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες υποχρεώσεις όταν κλάσματα του συνόλου αυτού, πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο διαφορετικής επεξεργασίας, το συμφωνητικό προβλέπει περισσότερες από τις υποχρεώσεις αυτές:

α) τη δωρεάν επιστροφή στον πωλητή, παραδοτέα στην πόρτα του εργοστασίου, της νωπής πούλπας που προέρχεται από την ποσότητα των τεύτλων που παρέδωσε,

β) τη δωρεάν επιστροφή στον πωλητή, παραδοτέα στην πόρτα του εργοστασίου, μέρους από την πούλπα αυτή σε ξηρή κατάσταση ή ξηρή και μελασομένη,

γ) την επιστροφή στον πωλητή, παραδοτέα στην πόρτα του εργοστασίου, πούλπας σε ξηρά κατάσταση στην περίπτωση αυτή, ο βιομήχανος δύναται να απαιτήσει από τον πωλητή την πληρωμή των εξόδων που αναλογούν στην αποξήρανση,

δ) την πληρωμή στον πωλητή ενός αντισταθμιστικού ποσού που λαμβάνει υπόψη τις δυνατότητες αξιοποίησης της εν λόγω πούλπας.

2. Μια διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να προβλέπει ένα στάδιο παράδοσης πούλπας διαφορετικό από εκείνο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) και γ).

Σημείο XI

1. Τα συμφωνητικά καθορίζουν τις προθεσμίες για την πληρωμή των ενδεχομένων προκαταβολών και για την εξόφληση της τιμής αγοράς των τεύτλων.

2. Οι προθεσμίες αυτές είναι εκείνες που ίσχυαν κατά την περίοδο ζάχαρης 2000/01· μία διεπαγγελματική συμφωνία δύναται να παρεκκλίνει από τη διάταξη αυτή.

Σημείο XII

Όταν το συμφωνητικό καθορίζει τους κανόνες που αφορούν τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο του παρόντος κανονισμού ή όταν ρυθμίζει άλλα θέματα, οι διατάξεις και οι συνέπειές του δεν δύνανται να είναι αντίθετες προς τον παρόντα κανονισμό.

Σημείο XIII

1. Η διεπαγγελματική συμφωνία που αναφέρεται στο σημείο Ι παράγραφος 3 στοιχείο β) προβλέπει ρήτρα διαιτησίας.

2. Όταν μία κοινοτική διεπαγγελματική συμφωνία, περιφερειακή ή τοπική, καθορίζει τους κανόνες που αφορούν τα θέματα που αποτελούν αντικείμενο του παρόντος κανονισμού ή όταν ρυθμίζει άλλα θέματα, οι διατάξεις και οι συνέπειές της δεν δύνανται να είναι αντίθετες προς τον παρόντα κανονισμό.

3. Οι διεπαγγελματικές αυτές συμφωνίες δύνανται ιδίως να προβλέπουν:

α) κανόνες που αφορούν την κατανομή μεταξύ των πωλητών ποσοτήτων τεύτλων που ο βιομήχανος αποφασίζει ν' αγοράσει πριν από τη σπορά, για την παραγωγή ζάχαρης μέσα στα όρια της βασικής ποσόστωσης,

β) κανόνες που αφορούν την κατανομή που αναφέρεται στο σημείο ΙΙΙ παράγραφος 5,

γ) την κλίμακα μετατροπής που αναφέρεται στο σημείο ΙΙΙ παράγραφος 3,

δ) διατάξεις που αφορούν την εκλογή και τη χορήγηση σπόρων ποικιλιών τεύτλων προς παραγωγή,

ε) μία ελάχιστη περιεκτικότητα σε ζάχαρη για τα προς παράδοση τεύτλα,

στ) ότι οι βιομήχανοι συμβουλεύονται τους αντιπροσώπους των πωλητών πριν από τον καθορισμό της ημερομηνίας ενάρξεως των παραδόσεων των τεύτλων,

ζ) την πληρωμή πριμοδοτήσεων στους πωλητές για τις πρόωρες ή όψιμες παραδόσεις,

η) ενδείξεις που αφορούν:

- το μέρος της πούλπας που αναφέρεται στο σημείο Χ παράγραφος 1 στοιχείο β),

- τα έξοδα που αναφέρονται στο σημείο Χ παράγραφος 1 στοιχείο γ),

- το αντισταθμιστικό ποσό που αναφέρεται στο σημείο Χ παράγραφος 1 στοιχείο δ),

θ) την παραλαβή της πούλπας από τον πωλητή,

ι) τους κανόνες που αφορούν την κατανομή μεταξύ του βιομηχάνου και των πωλητών της ενδεχομένης διαφοράς μεταξύ της τιμής παρέμβασης και της πραγματικής τιμής πώλησης της ζάχαρης.

Σημείο XIV

Εφόσον δεν έγινε συμφωνία, μέσω διεπαγγελματικών συμφωνιών, για την κατανομή μεταξύ των πωλητών των ποσοτήτων τεύτλων που ο βιομήχανος προσφέρεται να αγοράσει πριν από την σπορά για την παραγωγή ζάχαρης εντός των ορίων της βασικής ποσόστωσης, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος δύναται να προβλέψει κανόνες για την κατανομή.

Οι κανόνες αυτοί δύνανται επιπλέον να χορηγούν στους παραδοσιακούς πωλητές τεύτλων προς έναν συνεταιρισμό δικαιώματα παράδοσης που δεν προβλέπονται από τα δικαιώματα που έχουν συσταθεί από την ενδεχόμενη συμμετοχή στον εν λόγω συνεταιρισμό.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΕΤΑΦΟΡΕΣ ΤΩΝ ΠΟΣΟΣΤΩΣΕΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Σημείο I

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που κρίνονται αναγκαία για να ληφθούν υπόψη τα συμφέροντα των παραγωγών τεύτλων και των παραγωγών ζαχαροκάλαμου στις περιπτώσεις κατανομής των ποσοστώσεων σε μία επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης που έχει πλείονα εργοστάσια.

Σημείο II

1. Σε περίπτωση συγχώνευσης ή μεταβίβασης επιχειρήσεων παραγωγής ζάχαρης και σε περίπτωση μεταβίβασης εργοστασίων παραγωγής ζάχαρης, οι ποσοστώσεις Α και Β τροποποιούνται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, ως εξής:

α) σε περίπτωση συγχώνευσης επιχειρήσεων παραγωγής ζάχαρης, το κράτος μέλος κατανέμει στην επιχείρηση που προκύπτει από τη συγχώνευση μια ποσόστωση Α και μια ποσόστωση Β αντιστοίχως ίση προς το άθροισμα των ποσοστώσεων Α και προς το άθροισμα των ποσοστώσεων Β που είχαν κατανεμηθεί, πριν από τη συγχώνευση, στις συγχωνευθείσες επιχειρήσεις παραγωγής ζάχαρης,

β) σε περίπτωση μεταβίβασης μιας επιχείρησης παραγωγής ζάχαρης, το κράτος μέλος κατανέμει, για την παραγωγή ζάχαρης, στην επιχείρηση προς την οποία γίνεται η μεταβίβαση την ποσόστωση Α και την ποσόστωση Β της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης ή, αν υπάρχουν πολλές επιχειρήσεις προς τις οποίες γίνεται η μεταβίβαση, η κατανομή πραγματοποιείται ανάλογα με τις ποσότητες παραγωγής ζάχαρης που έχουν απορροφηθεί από την καθεμία,

γ) σε περίπτωση μεταβίβασης ενός εργοστασίου παραγωγής ζάχαρης, το κράτος μέλος μειώνει την ποσόστωση Α και την ποσόστωση Β της επιχείρησης η οποία μεταβιβάζει την κυριότητα του εργοστασίου και αυξάνει την ποσόστωση Α και την ποσόστωση Β της επιχείρησης ή των επιχειρήσεων παραγωγής ζάχαρης οι οποίες αποκτούν την κυριότητα του εν λόγω εργοστασίου κατά την ανακατανεμηθείσα ποσότητα, ανάλογα με τις απορροφηθείσες ποσότητες παραγωγής.

2. Όταν ορισμένοι παραγωγοί τεύτλων ή ζαχαροκάλαμου που θίγονται άμεσα από μια από τις πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 εκδηλώνουν ρητά τη θέλησή τους να παραδώσουν τα τεύτλα τους ή τα ζαχαροκάλαμά τους σε μια επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης η οποία δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος σε αυτές τις πράξεις, το κράτος μέλος μπορεί να πραγματοποιήσει την κατανομή σε συνάρτηση με τις ποσότητες παραγωγής που έχει απορροφήσει η επιχείρηση προς την οποία προτίθενται να παραδώσουν τα τεύτλα τους ή το ζαχαροκάλαμό τους.

3. Σε περίπτωση παύσης δραστηριοτήτων υπό όρους διαφορετικούς από αυτούς που προβλέπονται στην παράγραφο 1:

α) μιας επιχείρησης παραγωγής ζάχαρης,

β) ενός ή περισσοτέρων εργοστασίων μιας επιχείρησης παραγωγής ζάχαρης,

το κράτος μέλος μπορεί να κατανείμει τις ποσοστώσεις τις οποίες αφορά η παύση δραστηριοτήτων σε μία ή περισσότερες επιχειρήσεις παραγωγής ζάχαρης.

Επίσης στην περίπτωση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), όταν ορισμένοι ενδιαφερόμενοι παραγωγοί εκδηλώνουν ρητά τη θέλησή τους να παραδώσουν τα τεύτλα τους ή τα ζαχαροκάλαμά τους σε μια συγκεκριμένη επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης, το κράτος μέλος δύναται να κατανείμει το μέρος των ποσοστώσεων που αντιστοιχεί στα εν λόγω τεύτλα ή ζαχαροκάλαμα στην επιχείρηση στην οποία προτίθενται να τα παραδώσουν.

4. Όταν γίνεται χρήση της παρέκκλισης κατ' άρθρο 19 παράγραφος 3 του κανονισμού, το σχετικό κράτος μέλος δύναται να ζητήσει από τους παραγωγούς τεύτλων και τους ζαχαροβιομήχανους τους οποίους αφορά η εν λόγω παρέκκλιση να προβλέψουν στις διεπαγγελματικές συμφωνίες τους ιδιαίτερες ρήτρες για την εφαρμογή, ενδεχομένως, από το εν λόγω κράτος μέλος, των παραγράφων 2 και 3.

5. Σε περίπτωση εκμίσθωσης ενός εργοστασίου που ανήκει σε μία επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης το κράτος μέλος δύναται να μειώσει τις ποσοστώσεις της επιχείρησης η οποία δίνει αυτό το εργοστάσιο για μίσθωση και να κατανείμει το μέρος των ποσοστώσεων στην επιχείρηση η οποία μισθώνει το εργοστάσιο για να παράγει σε αυτό ζάχαρη.

Αν η εκμίσθωση λήξει κατά τη διάρκεια των τριών περιόδων εμπορίας που εμφαίνονται στο σημείο V στοιχείο δ), η προσαρμογή των ποσοστώσεων που γίνεται δυνάμει του πρώτου εδαφίου ακυρώνεται από το κράτος μέλος με αναδρομική ισχύ από την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε να ισχύει. Ωστόσο, αν η εκμίσθωση λήξει για λόγους ανωτέρας βίας, το κράτος μέλος δεν υποχρεούται να ακυρώσει την προσαρμογή.

6. Όταν μία επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης δεν μπορεί πλέον να διασφαλίσει την τήρηση των υποχρεώσεών της που απορρέουν από την κοινοτική νομοθεσία έναντι των ενδιαφερομένων παραγωγών τεύτλων ή ζαχαροκάλαμων και αυτή η κατάσταση διαπιστώθηκε από τις αρμόδιες αρχές του εν λόγω κράτους μέλους, αυτό δύναται να κατανείμει για μία ή περισσότερες περιόδους εμπορίας το ανάλογο μέρος των ποσοστώσεων σε μία ή περισσότερες επιχειρήσεις παραγωγής ζάχαρης ανάλογα προς τις απορροφηθείσες ποσότητες παραγωγής.

7. Όταν ένα κράτος μέλος χορηγεί σε μία επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης εγγυήσεις τιμών και διάθεσης για τη μεταποίηση των ζαχαρότευτλων σε αιθυλική αλκοόλη, το εν λόγω κράτος μέλος δύναται, σε συμφωνία με αυτή την επιχείρηση και τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς τεύτλων, να κατανείμει για μία ή περισσότερες περιόδους εμπορίας το σύνολο ή μέρος των ποσοστώσεων σε μία ή περισσότερες άλλες επιχειρήσεις για την παραγωγή ζάχαρης.

Σημείο III

Σε περίπτωση συγχώνευσης ή μεταβίβασης επιχειρήσεων παραγωγής ισογλυκόζης, σε περίπτωση μεταβίβασης ενός εργοστασίου παραγωγής ισογλυκόζης και σε περίπτωση παύσης δραστηριοτήτων μιας επιχείρησης ή ενός ή περισσοτέρων εργοστασίων μιας επιχείρησης παραγωγής ισογλυκόζης, το κράτος μέλος δύναται να πραγματοποιήσει την κατανομή των εν λόγω ποσοστώσεων για την παραγωγή ισογλυκόζης σε μια ή περισσότερες επιχειρήσεις οι οποίες διαθέτουν ή όχι ποσόστωση παραγωγής.

Σημείο IV

Τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει των σημείων ΙΙ και ΙΙΙ δύνανται να ληφθούν μόνον αν:

α) λαμβάνεται υπόψη το συμφέρον καθενός από τα ενδιαφερόμενα μέρη,

και

β) το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θεωρεί ότι μπορούν να βελτιώσουν τη διάρθρωση των τομέων παραγωγής τεύτλων ή ζαχαροκάλαμου και παραγωγής ζάχαρης,

και

γ) αφορούν επιχειρήσεις εγκατεστημένες στην ίδια περιφέρεια κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού.

Σημείο V

Κατά την έννοια του παρόντος παραρτήματος, νοείται ως:

α) "συγχώνευση επιχειρήσεων": η ένωση σε μια ενιαία επιχείρηση δύο ή περισσοτέρων επιχειρήσεων,

β) "μεταβίβαση μιας επιχείρησης": η μεταβίβαση ή η απορρόφηση των περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης που διαθέτει ποσοστώσεις υπέρ μιας ή περισσοτέρων επιχειρήσεων,

γ) "μεταβίβαση ενός εργοστασίου": η μεταβίβαση κυριότητας μιας τεχνικής ομάδας που περιλαμβάνει όλη την εγκατάσταση που είναι αναγκαία για την παρασκευή του εν λόγω προϊόντος σε μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, και συνεπάγεται την εν μέρει ή την ολική απορρόφηση της παραγωγής της επιχείρησης η οποία μεταφέρει την κυριότητα,

δ) "εκμίσθωση ενός εργοστασίου": το συμβόλαιο μίσθωσης μιας τεχνικής μονάδας που περιλαμβάνει όλη την εγκατάσταση που είναι αναγκαία για την παραγωγή ζάχαρης, με σκοπό την εκμετάλλευσή της, το οποίο συνάπτεται για διάρκεια τουλάχιστον τριών διαδοχικών περιόδων εμπορίας και στο οποίο τα μέρη δεσμεύονται να μην το διακόψουν πριν από τη λήξη της τρίτης περιόδου εμπορίας, με μια επιχείρηση η οποία είναι εγκατεστημένη στην ίδια περιφέρεια, κατά την έννοια του άρθρου 11 παράγραφος 2 του κανονισμού, με αυτήν στην οποία είναι εγκατεστημένο το εν λόγω εργοστάσιο αν, μετά την έναρξη της ισχύος της μίσθωσης, η επιχείρηση η οποία μισθώνει το εν λόγω εργοστάσιο δύναται να θεωρηθεί ως μια μόνον επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης για όλη την παραγωγή της.

Σημείο VI

Τα μέτρα που αναφέρονται στα σημεία II και III παράγουν τα αποτελέσματά τους όταν η παύση δραστηριότητας της επιχείρησης ή του εργοστασίου, η συγχώνευση ή η μεταβίβαση συμβαίνουν:

α) μεταξύ της 1ης Ιουλίου και της 31ης Ιανουαρίου του επόμενου έτους, για την τρέχουσα περίοδο εμπορίας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου,

β) μεταξύ της 1ης Φεβρουαρίου και της 30ης Ιουνίου του ίδιου έτους, για την περίοδο εμπορίας που έπεται αυτής της περιόδου.

Σημείο VII

Όταν ένα κράτος μέλος εφαρμόζει το άρθρο 12 παράγραφος 2 του κανονισμού, χορηγεί τις τροποποιηθείσες ποσοστώσεις πριν από την 1η Μαρτίου για να εφαρμοστούν κατά τη διάρκεια της επόμενης περιόδου εμπορίας.

Σημείο VIII

Σε περίπτωση εφαρμογής των σημείων II και III, τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, το αργότερο 15 ημέρες μετά τη λήξη των προθεσμιών που αναφέρονται στο σημείο VI, τις τροποποιηθείσες ποσοστώσεις Α και Β.

Σημείο IX

Για τις μεταφορές ποσοστώσεων στην Ιταλία, στην Ισπανία και στα Γαλλικά Υπερπόντια Διαμερίσματα στο πλαίσιο των σχεδίων αναδιάρθρωσης που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού, μπορεί να θεωρηθεί επιχείρηση παραγωγής ζάχαρης μια ομάδα επιχειρήσεων παραγωγής ζάχαρης που συνδέονται μεταξύ τους σε τεχνικό, οικονομικό και διαρθρωτικό επίπεδο και είναι αλληλέγγυα υπεύθυνες ως προς τις υποχρεώσεις τους, ιδίως, έναντι των παραγωγών τεύτλων ή των παραγωγών ζαχαροκάλαμου, οι οποίες απορρέουν γι' αυτές από την κοινοτική κανονιστική ρύθμιση.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΚΡΑΤΗ, ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΕΔΑΦΗ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 35

Μπαρμπάντος

Μπελίζ

Ακτή Ελεφαντοστού

Φίτζι

Γουιάνα

Μαυρίκιος

Ινδία

Ιαμαϊκή

Κένυα

Μαδαγασκάρη

Μαλάουι

Ουγκάντα

Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό

Άγιος Χριστόφορος και Nevis - Anguilla

Σουρινάμ

Σουαζιλάνδη

Τανζανία

Τρινιδάδ και Τομπάγκο

Ζάμπια

Ζιμπάμπουε

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΩΝ

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

Top