Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32001R0466

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 της Επιτροπής της 8ης Μαρτίου 2001 για τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.)

    ΕΕ L 77 της 16.3.2001, p. 1–13 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (CS, ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 28/02/2007; καταργήθηκε από 32006R1881

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2001/466/oj

    32001R0466

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 της Επιτροπής της 8ης Μαρτίου 2001 για τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ.)

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 077 της 16/03/2001 σ. 0001 - 0013


    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 της Επιτροπής

    της 8ης Μαρτίου 2001

    για τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 315/93 του Συμβουλίου, της 8 Φεβρουαρίου 1993, για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών για τις προσμείξεις των τροφίμων(1), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 3,

    Μετά τη γνωμοδότηση της επιστημονικής επιτροπής τροφίμων (ΕΕΤ),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 315/93 προβλέπει ότι πρέπει να καθοριστούν μέγιστες τιμές ανοχής όσον αφορά ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα για να προστατευτεί η δημόσια υγεία. Oι εν λόγω μέγιστες τιμές ανοχής πρέπει να εκδίδονται υπό μορφή μη εξαντλητικού κοινοτικού καταλόγου, που μπορεί να περιλαμβάνει οριακές τιμές και για την ίδια πρόσμειξη σε διαφορετικά τρόφιμα. Μπορούν να οριστούν οι μέθοδοι δειγματοληψίας και ανάλυσης που θα εφαρμοστούν.

    (2) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 194/97 της Επιτροπής, της 31ης Ιανουαρίου 1997, για τον καθορισμό μεγίστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα(2), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1566/1999(3), τροποποιήθηκε ουσιαστικά αρκετές φορές. Καθώς πρόκειται να γίνουν περαιτέρω τροποποιήσεις, πρέπει να αναμορφωθεί για λόγους σαφήνειας.

    (3) Είναι ουσιαστικό, για να προστατευθεί η δημόσια υγεία, να διατηρείται η περιεκτικότητα στις προσμείξεις αυτές σε επίπεδα αποδεκτά από τοξικολογική άποψη. Η παρουσία προσμείξεων πρέπει να μειωθεί κατά πιο ολοκληρωμένο τρόπο, εφόσον είναι δυνατόν, μέσω ορθών μεθόδων παραγωγής ή γεωργικών πρακτικών, προκειμένου να επιτευχθεί υψηλότερο επίπεδο προστασίας της υγείας, ιδίως για τις ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού.

    (4) Λόγω των διαφορών που υφίστανται μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών όσον αφορά τις μέγιστες τιμές ανοχής για τις προσμείξεις σε ορισμένα τρόφιμα και των επακόλουθων στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, επιβάλλονται κοινοτικά μέτρα για να εξασφαλιστεί η ενότητα της αγοράς, τηρώντας συγχρόνως την αρχή της αναλογικότητας.

    (5) Τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα επίβλεψης όσον αφορά την παρουσία προσμείξεων στα τρόφιμα.

    (6) Έως σήμερα, η κοινοτική νομοθεσία δεν θέτει μέγιστες τιμές ανοχής για προσμείξεις σε τρόφιμα που προορίζονται για βρέφη και παιδιά μικρής ηλικίας που καλύπτονται από την οδηγία 91/321/ΕΟΚ της Επιτροπής(4), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/50/ΕΚ(5), και την οδηγία 96/5/ΕΚ της Επιτροπής(6), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 1999/39/ΕΚ(7). Μετά τη γνωμοδότηση της ΕΕΤ, πρέπει να θεσπιστούν συγκεκριμένες μέγιστες τιμές ανοχής για τα τρόφιμα αυτά το ταχύτερο δυνατόν. Έως τότε, οι μέγιστες τιμές που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό πρέπει να ισχύουν επίσης για τα εν λόγω τρόφιμα, εφόσον δεν έχουν οριστεί αυστηρότερες τιμές από την εθνική νομοθεσία.

    (7) Τα συστατικά των τροφίμων που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή των σύνθετων τροφίμων πρέπει να συμμορφώνονται με τις μέγιστες τιμές που τίθενται στον παρόντα κανονισμό πριν από την προσθήκη στα προαναφερόμενα σύνθετα τρόφιμα προκειμένου να αποφευχθεί η αραίωση.

    (8) Τα λαχανικά είναι η κύρια πηγή πρόσληψης νιτρικών αλάτων από τον άνθρωπο. Η ΕΕΤ στη γνώμη της, της 22ας Σεπτεμβρίου 1995, ανέφερε ότι η συνολική πρόσληψη νιτρικών αλάτων είναι συνήθως πολύ κάτω από την αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη. Συνέστησε ωστόσο τη συνέχιση των προσπαθειών για τη μείωση της έκθεσης σε νιτρικά άλατα μέσω των τροφίμων και του νερού, καθώς τα νιτρικά άλατα μπορούν να μετατραπούν σε νιτρώδη άλατα και νιτρωδαμίνες, και τη θέσπιση ορθών γεωργικών πρακτικών για να εξασφαλιστεί ότι τα επίπεδα νιτρικών αλάτων είναι στο κατώτερο ευλόγως εφικτό επίπεδο. Η ΕΕΤ τόνισε με έμφαση ότι η ανησυχία σχετικά με την παρουσία των νιτρικών αλάτων δεν πρέπει να αποθαρρύνει την αύξηση της κατανάλωσης λαχανικών, καθώς τα λαχανικά έχουν ουσιαστική διατροφική λειτουργία και διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προστασία της υγείας.

    (9) Ειδικά μέτρα, που αποσκοπούν στη παροχή καλύτερου ελέγχου των πηγών των νιτρικών αλάτων, καθώς επίσης και κωδίκων ορθών γεωργικών πρακτικών, μπορούν να συμβάλουν στη μείωση των επιπέδων των νιτρικών αλάτων στα λαχανικά. Ωστόσο και οι κλιματικές συνθήκες επηρεάζουν τα επίπεδα των νιτρικών αλάτων σε ορισμένα λαχανικά. Πρέπει, κατά συνέπεια, να προβλεφθούν διαφορετικές μέγιστες τιμές ανοχής σε νιτρικά άλατα για τα λαχανικά, ανάλογα με την εποχή. Οι κλιματικές συνθήκες διαφέρουν ευρέως στις περιοχές της Κοινότητας. Πρέπει, συνεπώς, να επιτραπεί στα κράτη μέλη να επιτρέψουν προσωρινά τη διάθεση στην αγορά μαρουλιών και σπανακιών που παράγονται και προορίζονται για κατανάλωση στην επικράτειά τους, τα οποία περιέχουν τιμές ανοχής σε νιτρικά άλατα ανώτερες απ' αυτές που καθορίζονται στα σημεία 1.1 και 1.3 του παραρτήματος Ι, υπό τον όρο ωστόσο ότι οι παρούσες ποσότητες παραμένουν αποδεκτές όσον αφορά τη δημόσια υγεία.

    (10) Οι παραγωγοί μαρουλιών και σπανακιών που είναι εγκατεστημένοι στα κράτη μέλη, τα οποία χορήγησαν την ανωτέρω αναφερομένη άδεια, πρέπει να τροποποιήσουν προοδευτικά τις μεθόδους καλλιέργειας εφαρμόζοντας τις ορθές γεωργικές πρακτικές που συνιστώνται σε εθνικό επίπεδο, ώστε να τηρηθούν, και κατά τη μεταβατική περίοδο, οι μέγιστες τιμές ανοχής που συνιστώνται σε κοινοτικό επίπεδο. Είναι ευκταίο να επιτευχθούν το ταχύτερο δυνατό κοινές τιμές ανοχής.

    (11) Θα πρέπει να επανεξεταστούν και, ενδεχομένως, να μειωθούν οι περιεκτικότητες που καθορίζονται για τα μαρούλια και τα σπανάκια πριν από την 1η Ιανουαρίου 2002. Η επανεξέταση αυτή θα διεξαχθεί βάσει των ελέγχων που διενεργούνται από τα κράτη μέλη και της εφαρμογής των κωδίκων ορθών γεωργικών πρακτικών, προκειμένου να καθοριστούν οι μέγιστες περιεκτικότητες στο κατώτερο ευλόγως εφικτό επίπεδο.

    (12) Η παρακολούθηση των επιπέδων των νιτρικών αλάτων στα μαρούλια και τα σπανάκια και η εφαρμογή των ορθών γεωργικών πρακτικών πραγματοποιούνται χρησιμοποιώντας μέσα ανάλογα με τον επιδιωκόμενο στόχο, τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και, ειδικότερα, έχοντας υπόψη τους κινδύνους και την εμπειρία που αποκτήθηκε. Η εφαρμογή των κωδίκων ορθών γεωργικών πρακτικών σε ορισμένα κράτη μέλη θα παρακολουθείται εκ του σύνεγγυς. Είναι, επομένως, σκόπιμο αυτά τα κράτη μέλη να κοινοποιούν κάθε χρόνο τα αποτελέσματα της παρακολούθησής τους και να αναφέρουν τα ληφθέντα μέτρα και την πρόοδο όσον αφορά την εφαρμογή των κωδίκων ορθών γεωργικών πρακτικών για τη μείωση των επιπέδων των νιτρικών αλάτων και ότι θα πρέπει να πραγματοποιείται, ετησίως, ανταλλαγή απόψεων με τα κράτη μέλη, με βάση τις εκθέσεις αυτές.

    (13) Για τα μαρούλια τα οποία καλλιεργούνται εκτός θερμοκηπίου έχουν οριστεί κατώτερες περιεκτικότητες απ' ό,τι για τα μαρούλια τα οποία αναπτύσσονται σε θερμοκήπια και προκειμένου να καταστεί δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος, θα πρέπει να εφαρμοστούν οι ίδιες περιεκτικότητες οι οποίες ορίζονται για τα μαρούλια που καλλιεργούνται εκτός θερμοκηπίων και στα μαρούλια τα οποία αναπτύσσονται σε θερμοκήπια, εφόσον δεν υπάρχει επακριβής επισήμανση.

    (14) Οι αφλατοξίνες είναι μυκοτοξίνες οι οποίες παράγονται από ορισμένα είδη μυκήτων Αspergillus, που αναπτύσσονται σε υψηλά επίπεδα θερμοκρασίας και υγρασίας. Οι αφλατοξίνες είναι γονοτοξικές καρκινογόνοι ουσίες και είναι δυνατόν να είναι παρούσες σε μεγάλο αριθμό τροφίμων. Για αυτόν τον τύπο ουσιών δεν υπάρχει κανένα όριο κάτω από το οποίο να μην παρατηρούνται αρνητικές επιδράσεις. Δεν μπορεί επομένως να οριστεί ανεκτή ημερήσια πρόσληψη. Οι τρέχουσες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, καθώς και οι βελτιώσεις των πρακτικών παραγωγής και αποθήκευσης, δεν προλαμβάνουν την ανάπτυξη των μυκήτων αυτών και, κατά συνέπεια, δεν καθιστούν δυνατό το να απαλειφθεί πλήρως η παρουσία των αφλατοξινών στα τρόφιμα. Συνιστάται επομένως να καθοριστούν τιμές στο κατώτερο ευλόγως εφικτό επίπεδο.

    (15) Πρέπει να ενισχυθούν οι προσπάθειες για τη βελτίωση των συνθηκών παραγωγής, συγκομιδής και αποθήκευσης προκειμένου να μειωθεί η ανάπτυξη των μυκήτων. Η ομάδα των αφλατοξινών περιλαμβάνει διάφορες ενώσεις η παρουσία των οποίων στα τρόφιμα και η τοξικότητά τους ποικίλλουν. Η αφλατοξίνη B1 είναι η περισσότερο τοξική. Είναι σκόπιμο, για λόγους ασφάλειας, να περιοριστεί τόσο η συνολική περιεκτικότητα σε αφλατοξίνες στα τρόφιμα (ενώσεις B1, B2, G1 και G2) όσο και η περιεκτικότητα σε αφλατοξίνη B1. Η αφλατοξίνη Μ1 είναι προϊόν μεταβολισμού της αφλατοξίνης Β1 και είναι παρούσα στο γάλα και στα γαλακτοκομικά προϊόντα που προέρχονται από ζώα, τα οποία έχουν καταναλώσει μολυσμένα τρόφιμα. Παρά το γεγονός ότι η αφλατοξίνη Μ1 θεωρείται ως γονοτοξική καρκινογόνος ουσία λιγότερο επικίνδυνη από ό,τι η αφλατοξίνη Β1, είναι απαραίτητο να αποφευχθεί η περιεκτικότητά της στο γάλα και στα γαλακτοκομικά προϊόντα που προορίζονται για κατανάλωση από ανθρώπους, και ιδίως από μικρά παιδιά.

    (16) Έχει αναγνωρισθεί ότι οι μέθοδοι διαλογής ή άλλες φυσικές διαδικασίες επιτρέπουν να μειωθεί η περιεκτικότητα σε αφλατοξίνες στα αράπικα φιστίκια, τους καρπούς με κέλυφος και τους ξηρούς καρπούς. Προκειμένου να ελαχιστοποιηθούν οι συνέπειες στο εμπόριο, θα πρέπει να γίνουν αποδεκτές υψηλότερες περιεκτικότητες σε αφλατοξίνες για τα εν λόγω προϊόντα, εφόσον αυτά δεν προορίζονται για άμεση κατανάλωση ή για χρήση ως συστατικά των τροφίμων. Στις περιπτώσεις αυτές, τα επίπεδα σε αφλατοξίνες έχουν καθοριστεί λαμβάνοντας συγχρόνως υπόψη τις υφιστάμενες δυνατότητες των προαναφερόμενων επεξεργασιών αντιστοίχως για τα αράπικα φιστίκια, τους καρπούς με κέλυφος και τους ξηρούς καρπούς, καθώς και η αναγκαιότητα να τηρούνται μετά την επεξεργασία οι μέγιστες περιεκτικότητες που ορίζονται για τα προϊόντα αυτά που προορίζονται για άμεση ανθρώπινη κατανάλωση ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως συστατικά τροφίμων. Στην περίπτωση των σιτηρών, δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι η μέθοδος διαλογής ή άλλες φυσικές επεξεργασίες δύνανται να μειώσουν το επίπεδο μόλυνσης για τις αφλατοξίνες. Προκειμένου να καταστεί δυνατό να επαληθευθεί η πραγματική αποτελεσματικότητα των μεθόδων αυτών και, ενδεχομένως, να ορισθούν οι ανώτατες τιμές ανοχής για τα ακατέργαστα σιτηρά, προβλέπεται, για μια περιορισμένη περίοδο, να εφαρμοστούν οι προβλεπόμενες στο παράρτημα μέγιστες περιεκτικότητες μόνο για τα σιτηρά και τα παράγωγα προϊόντα της μεταποίησής τους, τα οποία προορίζονται για άμεση ανθρώπινη κατανάλωση ή για χρήση ως συστατικά τροφίμων. Ελλείψει στοιχείων τα οποία να δικαιολογούν τον καθορισμό ειδικής μέγιστης τιμής ανοχής για τα ακατέργαστα σιτηρά, μετά μια καθορισμένη προθεσμία, η προβλεπόμενη μέγιστη τιμή για τα σιτηρά και τα παράγωγα προϊόντα της μεταποίησής τους, τα οποία προορίζονται για άμεση ανθρώπινη κατανάλωση ή, ως συστατικά των τροφίμων, θα εφαρμοστεί επίσης και στα ακατέργαστα σιτηρά.

    (17) Προκειμένου να καταστεί δυνατός ο αποτελεσματικός έλεγχος της τήρησης των διαφόρων ορίων τα οποία έχουν οριστεί για τα εν λόγω προϊόντα, θα πρέπει να γνωστοποιηθεί ο ακριβής προορισμός μέσω της κατάλληλης επισήμανσης. Τα προϊόντα η περιεκτικότητα των οποίων σε αφλατοξίνες είναι περισσότερο υψηλή από ό,τι οι καθορισθείσες μέγιστες περιεκτικότητες δεν πρέπει να τίθενται σε κυκλοφορία, ανάμεικτα με αποδεκτά ή να χρησιμοποιούνται ως συστατικά των τροφίμων. Σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 315/93, τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρήσουν τις μέγιστες περιεκτικότητες σε αφλατοξίνες τις οποίες έχουν ορίσει για ορισμένα τρόφιμα, στο μέτρο που δεν έχουν εκδοθεί κοινοτικές διατάξεις σχετικά με το θέμα αυτό.

    (18) Η απορρόφηση μολύβδου ενδέχεται να συνιστά σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Ο μόλυβδος είναι δυνατό να προκαλέσει τη μείωση της γνωστικής ανάπτυξης και της διανοητικής απόδοσης στα παιδιά και αυξημένη αρτηριακή πίεση και καρδιαγγειακές νόσους στους ενηλίκους. Κατά την τελευταία δεκαετία τα επίπεδα στα τρόφιμα μειώθηκαν σημαντικά λόγω της συνειδητοποίησης ότι ο μόλυβδος αποτελεί πρόβλημα, των προσπαθειών για τη μείωση της εκπομπής μολύβδου στην πηγή και των βελτιώσεων όσον αφορά την εξασφάλιση ποιότητας της χημικής ανάλυσης. Η ΕΕΤ συμπεραίνει στη γνώμη της, της 19ης Ιουνίου 1992, ότι το μέσο επίπεδο μολύβδου στα τρόφιμα δεν φαίνεται να αποτελεί αιτία πανικού, ωστόσο, πρέπει να ακολουθήσει πιο μακροπρόθεσμη δράση με στόχο την περαιτέρω μείωση των μέσων επιπέδων μολύβδου στα τρόφιμα. Συνεπώς, οι μέγιστες τιμές πρέπει να είναι στο κατώτερο ευλόγως εφικτό επίπεδο.

    (19) Το κάδμιο μπορεί να συσσωρεύεται στο ανθρώπινο σώμα και μπορεί να προκαλέσει δυσλειτουργία του ήπατος, βλάβη του σκελετού και βλάβες στο αναπαραγωγικό σύστημα. Δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι δρα ως καρκινογόνος ουσία για τον άνθρωπο. Η ΕΕΤ συνέστησε, στη γνώμης της της 2 Ιουνίου 1995, μεγαλύτερες προσπάθειες για τη μείωση της διατροφικής έκθεσης σε κάδμιο, καθώς τα τρόφιμα είναι η κύρια πηγή πρόσληψης καδμίου από τους ανθρώπους. Επομένως, οι μέγιστες τιμές πρέπει να οριστούν σε επίπεδα όσο το δυνατόν χαμηλότερα.

    (20) Ο μεθυλυδράργυρος ενδέχεται να επιφέρει μεταβολές στην κανονική ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών και σε υψηλότερα επίπεδα ενδέχεται να επιφέρει νευρολογικές μεταβολές στους ενηλίκους. Ο υδράργυρος μολύνει κυρίως τα ψάρια και τα αλιευτικά προϊόντα. Για την προστασία της δημόσιας υγείας, η οδηγία 93/351/ΕΟΚ της Επιτροπής(8) ορίζει τα μέγιστα όρια ανοχής υδραργύρου στα αλιευτικά προϊόντα. Για λόγους διαφάνειας, τα σχετικά μέτρα που ορίζονται στην εν λόγω οδηγία πρέπει να μεταφερθούν στον παρόντα κανονισμό και να ενημερωθούν. Τα επίπεδα πρέπει να είναι τα κατώτερα ευλόγως εφικτά, λαμβάνοντας υπόψη ότι, για λόγους που έχουν σχέση με τη φυσιολογία, ορισμένα είδη συγκεντρώνουν πιο εύκολα υδράργυρο στους ιστούς τους από άλλα.

    (21) Η 3-μονοχλωροπροπανοδιόλη (3-MCPD) δημιουργείται κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας των τροφίμων υπό ορισμένες συνθήκες. Ειδικότερα, μπορεί να παραχθεί κατά τη διάρκεια της παρασκευής του συστατικού των εύγεστων τροφίμων "υδρολυμένη φυτική πρωτεΐνη" που παράγεται μέσω της μεθόδου όξινης υδρόλυσης (acid-HVP). Με την αναπροσαρμογή των διαδικασιών παραγωγής επιτεύχθηκε σημαντική μείωση της 3-MCPD στο προαναφερόμενο προϊόν κατά τα προηγούμενα έτη. Πρόσφατα, ορισμένα κράτη μέλη ανέφεραν επίσης υψηλά επίπεδα 3-MCPD σε ορισμένα δείγματα σάλτσας από σόγια. Προκειμένου να εφαρμοστεί η ορθή πρακτική παρασκευής και να προστατευθεί η υγεία των καταναλωτών, πρέπει να οριστούν οι μέγιστες τιμές ανοχής της 3-MCPD. Η ΕΕT συνέστησε στη γνώμη της, της 16ης Δεκεμβρίου 1994, που επιβεβαιώθηκε στις 12 Ιουνίου 1997, ότι η 3-MCPD πρέπει να θεωρηθεί ως γονοτοξικό καρκινογόνο και ότι τα κατάλοιπα της 3-MCPD στα προϊόντα διατροφής πρέπει να μην είναι ανιχνεύσιμα. Τοξικολογικές μελέτες που διεξήχθησαν πρόσφατα δείχνουν ότι η ουσία δρα ως μη γονοτοξικό καρκινογόνο in vivo.

    (22) Οι μέγιστες τιμές ανοχής που ορίζονται στο παράρτημα Ι για τη 3-MCPD βασίζονται στη γνώμη της ΕΕΤ. Η ΕΕΤ θα αξιολογήσει εκ νέου την τοξικότητα της 3-MCPD υπό το φως των νέων μελετών. Η επάρκεια των μέγιστων τιμών ανοχής πρέπει να επανεξετάζεται μόλις καθίσταται διαθέσιμη μια νέα γνώμη της ΕΕΤ. Τα κράτη μέλη καλούνται να εξετάσουν και άλλα τρόφιμα για την ύπαρξη της 3-MCPD, προκειμένου να εξεταστεί η αναγκαιότητα θέσπισης μέγιστων τιμών ανοχής για πρόσθετα τρόφιμα.

    (23) Κάθε μέγιστη τιμή ανοχής που θεσπίστηκε σε κοινοτικό επίπεδο θα πρέπει να επανεξετάζεται τακτικά ώστε να λαμβάνεται υπόψη η πρόοδος της επιστημονικής και τεχνικής γνώσης και οι βελτιώσεις των μεθόδων παραγωγής και των γεωργικών πρακτικών με στόχο την επίτευξη σταθερά μειούμενων επιπέδων.

    (24) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής τροφίμων,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    1. Τα τρόφιμα που αναφέρονται στο παράρτημα Ι δεν πρέπει, όταν κυκλοφορήσουν στην αγορά, να περιέχουν υψηλότερα επίπεδα προσμείξεων από εκείνα που προβλέπονται στο παράρτημα αυτό.

    2. Οι μέγιστες τιμές ανοχής που καθορίζονται στο παράρτημα Ι εφαρμόζονται στο βρώσιμο μέρος των τροφίμων που αναφέρονται σε αυτό.

    3. Οι μέθοδοι δειγματοληψίας και ανάλυσης που εφαρμόζονται είναι εκείνες που ορίζονται στο παράρτημα Ι.

    Άρθρο 2

    1. Όσον αφορά τα προϊόντα τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1, τα οποία είναι ξηρά, αραιωμένα, μεταποιημένα ή αποτελούμενα από διάφορα συστατικά, η εφαρμοζόμενη μέγιστη τιμή είναι εκείνη που προβλέπεται στο παράρτημα Ι, λαμβάνοντας υπόψη αντίστοιχα

    α) τις αλλαγές της περιεκτικότητας των προσμείξεων που προκαλούνται από τη διαδικασία ξήρανσης ή αραίωσης·

    β) τις αλλαγές της περιεκτικότητας των προσμείξεων που προκαλούνται από την επεξεργασία·

    γ) τις σχετικές αναλογίες των συστατικών στο προϊόν· και

    δ) το αναλυτικό όριο της ποσοτικοποίησης.

    Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται, εφόσον δεν έχουν καθοριστεί μέγιστες τιμές ανοχής για αυτά τα ξηρά, αραιωμένα, μεταποιημένα ή σύνθετα προϊόντα.

    2. Οι μέγιστες τιμές ανοχής που καθορίζονται στο παράρτημα Ι ισχύουν επίσης για τα τρόφιμα τα οποία καλύπτονται από την οδηγία 91/321/ΕΟΚ και την οδηγία 96/5/ΕΚ, που προορίζονται για βρέφη και μικρά παιδιά, εφόσον δεν έχουν τεθεί αυστηρότερα όρια από την εθνική νομοθεσία για τα συγκεκριμένα προϊόντα διατροφής, λαμβάνοντας υπόψη αντίστοιχα τις μεταβολές της περιεκτικότητας των προσμείξεων που προκαλούνται από την ξήρανση, την αραίωση ή την επεξεργασία καθώς και τις σχετικές αναλογίες των συστατικών στο προϊόν. Θεσπίζονται συγκεκριμένες μέγιστες τιμές προσμείξεων για τα τρόφιμα αυτά έως τις 5 Απριλίου 2004 το αργότερο.

    3. Με την επιφύλαξη του άρθρου 3 παράγραφος 1 και του άρθρου 4 παράγραφος 3, απαγορεύεται η χρήση των προϊόντων που δεν συμμορφώνονται με τις μέγιστες τιμές που ορίζονται στο παράρτημα Ι ως συστατικών για την παρασκευή σύνθετων τροφίμων.

    Άρθρο 3

    1. Τα κράτη μέλη μπορούν, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, να επιτρέψουν προσωρινά στην επικράτειά τους τη διάθεση στην αγορά μαρουλιών και σπανακιών, που παράγονται και προορίζονται για κατανάλωση στην επικράτειά τους, τα οποία περιλαμβάνουν τιμές ανοχής σε νιτρικά άλατα ανώτερες από αυτές που καθορίζονται στα σημεία 1.1 και 1.3 του παραρτήματος Ι, εφόσον εφαρμόζονται οι κώδικες ορθών γεωργικών πρακτικών ώστε να επιτευχθεί βαθμιαία πρόοδος προς την κατεύθυνση των ορίων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό.

    Τα κράτη μέλη ενημερώνουν ετησίως τα άλλα κράτη μέλη και την επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή του εδαφίου 1.

    2. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν κάθε χρόνο στην Επιτροπή, έως τις 30 Ιουνίου, τα αποτελέσματα του ελέγχου τους και έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν και την πρόοδο που επιτεύχθηκε όσον αφορά την εφαρμογή και τη βελτίωση των κωδίκων ορθής πρακτικής για τη μείωση των νιτρικών αλάτων στα μαρούλια και τα σπανάκια. Οι πληροφορίες αυτές περιέχουν επίσης τα στοιχεία στα οποία βασίζονται οι κώδικές τους για τις ορθές γεωργικές πρακτικές.

    3. Τα κράτη μέλη που δεν εφαρμόζουν την παράγραφο 1 πραγματοποιούν τον έλεγχο των επιπέδων των νιτρικών αλάτων στα μαρούλια και τα σπανάκια και εφαρμόζουν ορθές γεωργικές πρακτικές χρησιμοποιώντας μέσα ανάλογα με τον επιδιωκόμενο στόχο, τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και, ειδικότερα, έχοντας υπόψη τους κινδύνους και την εμπειρία που αποκτήθηκε.

    Άρθρο 4

    1. Οι μέγιστες τιμές ανοχής των αφλατοξινών που εφαρμόζονται στα προϊόντα, όπως καθορίζονται στα σημεία 2.1.1.1. και 2.1.2.1. του παραρτήματος Ι, εφαρμόζονται επίσης στα μεταποιημένα προϊόντα τους, εφόσον δεν καθορίζονται συγκεκριμένες μέγιστες τιμές ανοχής για τα εν λόγω μεταποιημένα προϊόντα.

    2. Όσον αφορά τις αφλατοξίνες στα προϊόντα που αναφέρονται στο σημείο 2.1 του παραρτήματος Ι, απαγορεύεται:

    α) να αναμειγνύονται προϊόντα που είναι σύμφωνα με τις μέγιστες τιμές ανοχής που έχουν καθοριστεί στο παράρτημα με προϊόντα μη σύμφωνα, ή να ανακατεύονται προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε επεξεργασία διαλογής ή σε άλλες φυσικές μεθόδους με προϊόντα τα οποία προορίζονται για άμεση ανθρώπινη κατανάλωση ή ως συστατικά των τροφίμων·

    β) να χρησιμοποιούνται προϊόντα τα οποία δεν είναι σύμφωνα με τις μέγιστες τιμές ανοχής που έχουν καθοριστεί στα σημεία 2.1.1.1, 2.1.2.1 και 2.1.3 του παραρτήματος Ι ως συστατικά για την παρασκευή άλλων τροφίμων·

    γ) να απολυμαίνονται τα προϊόντα μέσω χημικών επεξεργασιών.

    3. Τα αράπικα φιστίκια, οι καρποί με κέλυφος και οι ξηροί καρποί που δεν είναι σύμφωνοι με τις μέγιστες τιμές ανοχής που καθορίζονται στο σημείο 2.1.1.1. του παραρτήματος Ι και τα σιτηρά που δεν είναι σύμφωνα με τις μέγιστες τιμές ανοχής που καθορίζονται στο σημείο 2.1.2.1. μπορούν να τεθούν σε κυκλοφορία, υπό τον όρο ότι τα προϊόντα αυτά:

    α) δεν προορίζονται για άμεση ανθρώπινη κατανάλωση ή για χρήση ως συστατικά των τροφίμων·

    β) είναι σύμφωνα με τις μέγιστες τιμές ανοχής που καθορίζονται στο σημείο 2.1.1.2. του παραρτήματος Ι και στο σημείο 2.1.1.3 του παραρτήματος Ι για τους καρπούς με κέλυφος και τους ξηρούς καρπούς·

    γ) υπόκεινται σε μεταγενέστερη επεξεργασία διαλογής ή σε άλλες φυσικές μεθόδους και, μετά την επεξεργασία αυτή, δεν υπάρχει υπέρβαση των μέγιστων τιμών που καθορίζονται στα σημεία 2.1.1.1. και 2.1.2.1 του παραρτήματος Ι, και η ίδια η επεξεργασία δεν δημιουργεί άλλα βλαβερά κατάλοιπα·

    δ) σημαίνονται, επιδεικνύοντας σαφώς τον προορισμό τους, με τη συμπερίληψη της ένδειξης "προϊόν, προοριζόμενο να υποστεί υποχρεωτικά επεξεργασία διαλογής ή άλλες φυσικές μεθόδους προκειμένου να μειωθεί το επίπεδο μόλυνσης αφλατοξινών πριν από κάθε ανθρώπινη κατανάλωση ή κάθε χρήση ως συστατικό των τροφίμων".

    Άρθρο 5

    1. Με βάση τα αποτελέσματα των ελέγχων που πραγματοποίησαν τα κράτη μέλη για να ελέγξουν τη συμμόρφωση με τις μέγιστες τιμές ανοχής των νιτρικών αλάτων που αναφέρονται στο τμήμα 1 του παραρτήματος Ι, οι εκθέσεις όσον αφορά την εφαρμογή και τη βελτίωση των κωδίκων των ορθών γεωργικών πρακτικών για τη μείωση των επιπέδων των νιτρικών αλάτων και την αξιολόγηση των στοιχείων με βάση τα οποία τα κράτη μέλη χάραξαν τις ορθές τους αγροτικές πρακτικές, η Επιτροπή προβαίνει κάθε πέντε έτη, και για πρώτη φορά πριν από την 1η Ιανουαρίου 2002, στην επανεξέταση των μέγιστων τιμών ανοχής με γενικότερο στόχο τη μείωση των προαναφερομένων επιπέδων.

    2. Με βάση τα νέα επιστημονικά στοιχεία και τα αποτελέσματα των ελέγχων που πραγματοποίησαν τα κράτη μέλη για να ελέγξουν τη συμμόρφωση με τις μέγιστες τιμές ανοχής των βαρέων μετάλλων και της 3-MCPD στο τμήμα 3 και 4 του παραρτήματος Ι, η Επιτροπή προβαίνει κάθε πέντε έτη, και για πρώτη φορά πριν από τις 5 Απριλίου 2003, στην επανεξέταση των μέγιστων τιμών ανοχής, με γενικότερο στόχο την εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας των καταναλωτών.

    Άρθρο 6

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 194/97 καταργείται από τις 5 Απριλίου 2002.

    Οι παραπομπές στον καταργηθέντα κανονισμό συντάσσονται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και εξετάζονται σε συμφωνία με τον πίνακα συσχέτισης του παραρτήματος ΙΙ.

    Άρθρο 7

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

    Εφαρμόζεται από τις 5 Απριλίου 2002. Τα τμήματα 3 (βαρέα μέταλλα) και 4 (3-MCPD) του παραρτήματος Ι ισχύουν για προϊόντα που έχουν τεθεί νόμιμα σε κυκλοφορία στην αγορά της Κοινότητας πριν από την ημερομηνία αυτή.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 8 Μαρτίου 2001.

    Για την Επιτροπή

    David Byrne

    Μέλος της Επιτροπής

    (1) ΕΕ L 37 της 13.2.1993, σ. 1.

    (2) ΕΕ L 31 της 1.2.1997, σ. 48.

    (3) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 17.

    (4) ΕΕ L 175 της 4.7.1991, σ. 35.

    (5) ΕΕ L 139 της 2.6.1999, σ. 29.

    (6) ΕΕ L 49 της 28.2.1996, σ. 17.

    (7) ΕΕ L 124 της 18.5.1999, σ. 8.

    (8) ΕΕ L 144 της 16.6.1993, σ. 23.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

    ΜΕΓΙΣΤΕΣ ΤΙΜΕΣ ΑΝΟΧΗΣ ΓΙΑ ΟΡΙΣΜΕΝΕΣ ΠΡΟΣΜΙΞΕΙΣ ΣΤΑ ΤΡΟΦΙΜΑ

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

    ΠΙΝΑΚΑΣ ΣΥΣΧΕΤΙΣΗΣ

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    Top