Tento dokument je výňatkem z internetových stránek EUR-Lex
Dokument 31995R2868
Commission Regulation (EC) No 2868/95 of 13 December 1995 implementing Council Regulation (EC) No 40/94 on the Community trade mark
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1995 περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1995 περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα
ΕΕ L 303 της 15.12.1995, s. 1—32
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV) Άλλες ειδικές εκδόσεις
(ET, LV, LT, HU, MT, PL, SK, SL, BG, RO, HR)
Ειδική έκδοση στη τσεχική γλώσσα: Κεφάλαιο 17 τόμος 001 σ. 189 - 220
Již není platné, Datum konce platnosti: 30/09/2017; καταργήθηκε από 32017R1430
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής της 13ης Δεκεμβρίου 1995 περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 303 της 15/12/1995 σ. 0001 - 0032
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2868/95 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 13ης Δεκεμβρίου 1995 περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου της 20ής Δεκεμβρίου 1993 για το κοινοτικό σήμα (1), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) 3288/94 (2), και ιδίως το άρθρο 140, Εκτιμώντας: ότι ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/94 (εφεξής «ο κανονισμός») δημιουργεί νέο σύστημα σημάτων που επιτρέπει να παράγονται αποτελέσματα σε όλη την Κοινότητα, όταν κατατίθεται αίτηση για σήμα στο Γραφείο εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (εφεξής «το Γραφείο») 7 ότι, προς το σκοπό αυτό, ο κανονισμός περιλαμβάνει, ειδικότερα, τις αναγκαίες διατάξεις για τη διαδικασία καταχώρησης του κοινοτικού σήματος και διαχείρισης των κοινοτικών σημάτων, τη διαδικασία προσφυγής κατά των αποφάσεων του Γραφείου, καθώς και τη διαδικασία κήρυξης έκπτωσης ή ακυρότητας κοινοτικού σήματος 7 ότι το άρθρο 140 του κανονισμού προβλέπει ότι οι λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού καθορίζονται από εκτελεστικό κανονισμό 7 ότι ο εκτελεστικός κανονισμός εκδίδεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 141 του κανονισμού 7 ότι, κατά συνέπεια, ο παρών εκτελεστικός κανονισμός προβλέπει τους αναγκαίους κανόνες για την εκτέλεση των διατάξεων του κανονισμού περί κοινοτικού σήματος 7 ότι οι κανόνες αυτοί αναμένεται να εξασφαλίσουν την ομαλή και αποτελεσματική λειτουργία των διαδικασιών για το σήμα ενώπιον του Γραφείου 7 ότι, σύμφωνα με το άρθρο 116 παράγραφος 1 του κανονισμού, όλα τα στοιχεία της αίτησης κοινοτικού σήματος που ορίζονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 καθώς και όλες οι άλλες πληροφορίες η δημοσίευση των οποίων απαιτείται από τον εν λόγω κανονισμό δημοσιεύονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας 7 ότι, πάντως, το σήμα αυτό καθεαυτό, τα ονόματα, οι διευθύνσεις, οι ημερομηνίες και άλλα ανάλογα δεδομένα δεν είναι σκόπιμο να μεταφράζονται ούτε να δημοσιεύονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας 7 ότι το Γραφείο θα διαθέτει, για τις ενώπιόν του διαδικασίες, ειδικά έντυπα σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας 7 ότι τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 141 του κανονισμού, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Οι εκτελεστικοί κανόνες του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 για το κοινοτικό σήμα είναι οι ακόλουθοι: ΤΙΤΛΟΣ I ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ Κανόνας 1 Περιεχόμενο της αίτησης 1. Η αίτηση για κοινοτικό σήμα περιλαμβάνει: α) αίτημα καταχώρησης του σήματος ως κοινοτικού σήματος 7 β) όνομα, διεύθυνση, ιθαγένεια του καταθέτη και κράτος όπου έχει την κατοικία ή την έδρα ή την εγκατάστασή του. Αν πρόκειται για φυσικά πρόσωπα αναφέρονται το επώνυμο και το όνομα. Επί νομικών προσώπων, καθώς και άλλων νομικών οντοτήτων που εμπίπτουν στο άρθρο 3 του κανονισμού αναγράφεται η επίσημη επωνυμία, η οποία μπορεί να μνημονεύεται με τη συνηθιζόμενη σύντμηση 7 αναφέρεται επίσης η νομοθεσία του κράτους από την οποία διέπονται. Αναγράφονται επίσης τυχόν τηλεγραφικές και τηλετυπικές διευθύνσεις, οι αριθμοί τηλεφώνου και τέλεφαξ και λοιπά λεπτομερειακά στοιχεία που επιτρέπουν την επικοινωνία. Κατά προτίμηση κάθε καταθέτης δίδει μια μόνο διεύθυνση. Εάν αναφέρονται περισσότερες διευθύνσεις λαμβάνεται υπόψη μόνον η πρώτη, εκτός εάν ο καταθέτης ορίσει μια από τις διευθύνσεις ως διεύθυνση αντικλήτου 7 γ) κατάλογο των προϊόντων και των υπηρεσιών ως προς τις οποίες ζητείται η καταχώρηση του σήματος σύμφωνα με τον κανόνα 2 7 δ) απεικόνιση του σήματος σύμφωνα με τον κανόνα 3 7 ε) εάν έχει διορισθεί αντιπρόσωπος αναγράφεται το όνομα και η επαγγελματική του διεύθυνση σύμφωνα με το στοιχείο β) 7 αν ο αντιπρόσωπος έχει περισσότερες από μία επαγγελματικές διευθύνσεις ή αν υπάρχουν δύο ή περισσότεροι αντιπρόσωποι με διαφορετικές επαγγελματικές διευθύνσεις, η αίτηση πρέπει να προσδιορίζει ποια διεύθυνση πρέπει να χρησιμοποιείται ως διεύθυνση αντικλήτου 7 εφόσον αυτό δεν διευκρινίζεται, λαμβάνεται υπόψη ως διεύθυνση αντικλήτου μόνον η πρώτη από τις αναφερόμενες διευθύνσεις 7 στ) εάν διεκδικείται προτεραιότητα λόγω προγενέστερης κατάθεσης σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού, επισυνάπτεται σχετική δήλωση που αναφέρει την ημερομηνία και τη χώρα στην οποία ή ως προς την οποία έγινε ή προγενέστερη κατάθεση 7 ζ) εάν διεκδικείται προτεραιότητα λόγω παρουσίασης σε έκθεση σύμφωνα με το άρθρο 33 του βασικού κανονισμού, επισυνάπτεται σχετική δήλωση, που αναφέρει την ονομασία της έκθεσης καθώς και την ημερομηνία της πρώτης παρουσίασης των προϊόντων ή υπηρεσιών στην έκθεση 7 η) εάν διεκδικείται σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού αρχαιότητα ενός ή περισσοτέρων προγενεστέρων σημάτων, που έχουν καταχωρηθεί σε κάποιο κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων που έχουν καταχωρηθεί στις χώρες Μπενελούξ ή έχουν καταχωρηθεί βάσει διεθνών συμφωνιών οι οποίες έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνούς καταχώρησης με ισχύ σε ένα κράτος μέλος (χαρακτηριζόμενα εφεξής ως «προγενέστερα καταχωρηθέντα σήματα, σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού»), επισυνάπτεται σχετική δήλωση στην οποία αναφέρεται το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη στο οποίο ή ως προς το οποίο έχει καταχωρηθεί το προγενέστερο σήμα, η ημερομηνία από την οποία παράγει αποτέλεσματα η σχετική καταχώρηση, ο αριθμός της σχετικής καταχώρησης και τα προϊόντα και οι υπηρεσίες ως προς τα οποία έγινε η καταχώρηση 7 θ) ενδεχομένως μνεία ότι πρόκειται για αίτηση συλλογικού κοινοτικού σήματος σύμφωνα με το άρθρο 64 του κανονισμού 7 ι) μνεία της γλώσσας στην οποία υποβλήθηκε η αίτηση και της δεύτερης γλώσσας σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 3 του κανονισμού 7 στ) υπογραφή του καταθέτη ή του αντιπροσώπου του. 2. Η αίτηση για συλλογικό κοινοτικό σήμα μπορεί να περικλείει τις οδηγίες χρήσης του. 3. Η αίτηση μπορεί να περιέχει δήλωση του καταθέτη περί παραιτήσεώς του από οποιοδήποτε αποκλειστικό δικαίωμα επί στοιχείου του σήματος χωρίς διακριτική ικανότητα, το οποίο προσδιορίζει ο καταθέτης. 4. Αν περισσότερα του ενός πρόσωπα καταθέσουν αίτηση, με την αίτηση ορίζεται κατ' αρχήν ένας καταθέτης ή ένας αντιπρόσωπος ως κοινός αντιπρόσωπος. Κανόνας 2 Κατάλογος προϊόντων και υπηρεσιών 1. Στην ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών εφαρμόζεται η κοινή ταξινόμηση που αναφέρεται στο άρθρο 1 του διακανονισμού της Νίκαιας σχετικά με τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών όσον αφορά την καταχώρηση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957, όπως αναθεωρήθηκε και τροποποιήθηκε. 2. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες κατονομάζονται στον κατάλογο κατά τρόπο που να δείχνει καθαρά τη φύση τους και έτσι ώστε κάθε προϊόν και κάθε υπηρεσία να μπορεί να ταξινομηθεί σε μια μόνο κλάση της ταξινόμησης της Νίκαιας. 3. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες ομαδοποιούνται, κατ' αρχήν, σύμφωνα με τις κλάσεις της ταξινόμησης της Νίκαιας, κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης της εν λόγω ταξινόμησης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών και παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων αυτής της ταξινόμησης. 4. Η ταξινόμηση των προϊόντων και των υπηρεσιών εξυπηρετεί αποκλειστικά διοικητικούς σκοπούς. Για το λόγο αυτό, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν μπορούν να θεωρούνται ως ταυτόσημα μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται στην ίδια κλάση στην ταξινόμηση της Νίκαιας ούτε διαφορετικά μεταξύ τους επειδή εμφανίζονται σε διαφορετικές κλάσεις στην εν λόγω ταξινόμηση. Κανόνας 3 Απεικόνιση του σήματος 1. Αν ο καταθέτης δεν ζητά καταχώρηση ιδιαίτερης γραφικής παράστασης ή χρώματος το σήμα απεικονίζεται στην αίτηση κατά τον συνήθη τρόπο, και ιδίως, για παράδειγμα, με τυπογραφική εκτύπωση γραμμάτων, αριθμών και σχεδίων. Η χρήση μικρών και κεφαλαίων γραμμάτων επιτρέπεται και τηρείται αναλόγως κατά τις δημοσιεύσεις του σήματος και την καταχώρησή του από το Γραφείο. 2. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, εκτός αυτών της παραγράφου 1, το σήμα απεικονίζεται σε χωριστό φύλλο. Το φύλλο επί του οποίου απεικονίζεται το σήμα δεν πρέπει να υπερβαίνει τις διαστάσεις DIN A 4 (29,7 cm ύψος Χ 21 cm πλάτος), ενώ η χρησιμοποιούμενη για την απεικόνιση επιφάνεια (σχήμα της σύνθεσης) δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 26,2 Χ 17 cm. Τηρείται περιθώριο τουλάχιστον 2,5 cm από το αριστερό άκρο της σελίδας. Η ορθή θέση του σήματος υποδεικνύεται με τη λέξη «άνω» σε κάθε απεικόνιση, εφόσον βεβαίως δεν είναι προφανής. Η ποιότητα της απεικόνισης πρέπει να επιτρέπει τη σμίκρυνση ή τη μεγέθυνση στις διαστάσεις που απαιτούνται για τη δημοσίευση στο δελτίο κοινοτικών σημάτων, δηλαδή 8 cm πλάτος και 16 cm ύψος το πολύ. Εκτός αυτού, αναφέρονται το όνομα και η διεύθυνση του καταθέτη στο χωριστό αυτό φύλλο. Υποβάλλονται τέσσερα αντίτυπα του χωριστού φύλλου με την απεικόνιση. 3. Αν ζητείται η καταχώρηση σύμφωνα με την παράγραφο 2, η αίτηση περιλαμβάνει σχετική ένδειξη. Η αίτηση περιλαμβάνει περιγραφή του σήματος. 4. Αν ζητείται καταχώρηση τρισδιάστατου σήματος περιλαμβάνεται στην αίτηση σχετική μνεία. Η απεικόνιση συνίσταται σε φωτογραφία ή γραφική παράσταση του σήματος, μπορεί δε να περιλαμβάνει μέχρι έξι διαφορετικές προοπτικές του σήματος. 5. Αν ζητείται έγχρωμη καταχώρηση, πρέπει να περιλαμβάνεται σχετική μνεία, στη δε αίτηση αναφέρονται και τα χρώματα που συνθέτουν το σήμα Η προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 απεικόνιση συνίσταται σε έγχρωμη απεικόνιση του σήματος. 6. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να ορίσει ότι, όσον αφορά τους όρους της παραγράφου 2, το σήμα μπορεί να απεικονίζεται στο ίδιο το κείμενο της αίτησης και όχι σε χωριστό φύλλο χαρτιού και ότι ο αριθμός των αντιτύπων της απεικόνισης μπορεί να είναι μικρότερος των τεσσάρων. Κανόνας 4 Τέλη της αίτησης Για την κατάθεση της αιτήσεως καταβάλλονται τα εξής τέλη: α) ένα βασικό τέλος, και β) τέλος για κάθε κλάση πέραν των τριών στις οποίες ανήκουν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες σύμφωνα με τον κανόνα 2. Κανόνας 5 Υποβολή της αίτησης 1. Το Γραφείο σημειώνει στα δικαιολογητικά της αίτησης την ημερομηνία παραλαβής τους και τον αριθμό πρωτοκόλλου. Το Γραφείο δίδει αμελλητί στον καταθέτη απόδειξη παραλαβής η οποία αναφέρει τουλάχιστον τον αριθμό πρωτοκόλλου, περιέχει απεικόνιση, περιγραφή ή κατ' άλλο τρόπο προσδιορισμό του σήματος το είδος και τον αριθμό των δικαιολογητικών και την ημερομηνία παραλαβής τους. 2. Αν η αίτηση κατατίθεται σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας ενός κράτους μέλους ή στο Γραφείο Σημάτων της Μπενελούξ, το Γραφείο της κατάθεσης αριθμεί όλα τα φύλλα της αίτησης με αραβικούς αριθμούς. Το Γραφείο της κατάθεσης, πριν τη διαβιβάσει, σημειώνει στα συνυποβαλλόμενα δικαιολογητικά, την ημερομηνία παραλαβής και τον αριθμό φύλλων. Δίδει αμελλητί στον καταθέτη απόδειξη παραλαβής η οποία αναφέρει τουλάχιστον το είδος και τον αριθμό των δικαιολογητικών και την ημερομηνία παραλαβής τους. 3. Το Γραφείο, όταν διαβιβαστεί αίτηση από τη κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας ενός κράτους μέλους ή από το Γραφείο Σημάτων της Μπενελούξ, σημειώνει στην αίτηση την ημερομηνία παραλαβής και τον αριθμό πρωτοκόλλου και χορηγεί αμελλητί στον καταθέτη απόδειξη παραλαβής σύμφωνα με την παράγραφο 1, αναφέροντας την ημερομηνία παραλαβής από το Γραφείο. Κανόνας 6 Διεκδίκηση προτεραιότητας 1. Όταν με την αίτηση διεκδικείται προτεραιότητα μίας ή περισσοτέρων προγενεστέρων καταθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού, ο καταθέτης οφείλει να γνωστοποιεί τον αριθμό πρωτοκόλλου της προγενέστερης κατάθεσης μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης. Το ακριβές του αντιγράφου πρέπει να βεβαιώνεται από την υπηρεσία στην οποία είχε κατατεθεί η προγενέστερη αίτηση, συνυποβάλλεται δε και βεβαίωση της ανωτέρω υπηρεσίας σχετικά με την ημερομηνία κατάθεσης της προγενέστερης αίτησης. 2. Όταν ο καταθέτης επιθυμεί, συνεπεία της καταθέσεως της αιτήσεως να διεκδικήσει την προτεραιότητα μιας ή περισσοτέρων προγενεστέρων καταθέσεων βάσει του άρθρου 30 που κανονισμού, η δήλωση προτεραιότητας που αναφέρει την ημερομηνία και τη χώρα στην οποία ή ως προς την οποία έγινε η προγενέστερη κατάθεση, υποβάλλεται σε δύο μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης. Το περιεχόμενο και τα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1 υποβάλλονται στο Γραφείο εντός τριών μηνών από την παραλαβή της δήλωσης προτεραιότητας. 3. Αν η γλώσσα της προγενέστερης αίτησης δεν είναι μια από τις γλώσσες του Γραφείου, το Γραφείο μπορεί να ζητήσει από τον καταθέτη να υποβάλει, εντός προθεσμίας που του τάσσει και η οποία δεν μπορεί να είναι συντομότερη των τριών μηνών, μετάφραση της προγενέστερης αίτησης σε μια από τις γλώσσες αυτές. 4. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να ορίσει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που πρέπει να υποβάλει ο καταθέτης μπορεί να είναι λιγότερα από τα απαιτούμενα βάσει της παραγράφου 1, υπό τον όρο ότι το Γραφείο διαθέτει τις σχετικές πληροφορίες από άλλες πηγές. Κανόνας 7 Προτεραιότητα έκθεσης 1. Αν με την αίτηση γίνεται επίκληση της προτεραιότητας έκθεσης, βάσει του άρθου 33 του κανονισμού, ο καταθέτης οφείλει να καταθέσει, σε τρεις μήνες από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, βεβαίωση που έχει εκθοθεί κατά τη διάρκεια της έκθεσης από την υπηρεσία που είναι αρμόδια για την προστασία της βιομηχανικής ιδιοκτησίας στο πλαίσιο της έκθεσης αυτής. Η εν λόγω βεβαίωση πιστοποιεί ότι το σήμα πράγματι χρησιμοποιήθηκε για τα ανωτέρω προϊόντα ή υπηρεσίες καθώς και την ημερομηνία έναρξης της έκθεσης και την ημέρα πρώτης παρουσίασης στο κοινό, όταν οι δύο ημερομηνίες δεν συμπίπτουν. Η βεβαίωση συνοδεύεται από πιστοποίηση σχετικά με την πραγματική χρήση του σήματος νομίμως θεωρημένη από την ανωτέρω υπηρεσία. 2. Όταν ο καταθέτης επιθυμεί να διεκδικήσει προτεραιότητα έκθεσης συνεπεία της καταθέσεως της αιτήσεως, η δήλωση προτεραιότητας που αναφέρει το όνομα της έκθεσης και την ημερομηνία πρώτης παρουσίασης στο κοινό των προϊόντων ή των υπηρεσιών υποβάλλεται σε δύο μήνες από την ημερομηνία καταθέσεως. Τα στοιχεία και οι αποδείξεις που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 1 υποβάλλονται στο Γραφείο σε τρεις μήνες από την παραλαβή της δήλωσης προτεραιότητας. Κανόνας 8 Διεκδίκηση της αρχαιότητας ενός εθνικού σήματος 1. Όταν η αίτηση περιέχει διεκδίκηση της αρχαιότητας ενός ή περισσοτέρων προγενέστερα καταχωρηθέντων σημάτων, σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού, ο καταθέτης υποβάλλει εντός τριών μηνών από της καταθέσεως αντίγραφο της σχετικής καταχώρησης. Το ακριβές του αντιγράφου της σχετικής καταχώρησης επικυρώνεται από την αρμόδια αρχή. 2. Όταν ο καταθέτης επιθυμεί να διεκδικήσει την αρχαιότητα ενός ή περισσοτέρων προγενέστερα καταχωρηθέντων σημάτων σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού, συνεπεία της καταθέσεως της αιτήσεως, εντός δύο μηνών από της καταθέσεως υποβάλλεται η δήλωση αρχαιότητας στην οποία αναφέρεται το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη στα οποία ή ως προς τα οποία έχει καταχωρηθεί το σήμα, η ημερομηνία από την οποία η σχετική εθνική καταχώρηση παράγει αποτελέσματα, ο αριθμός της οικείας εθνικής καταχώρησης και τα προϊόντα και οι υπηρεσίες ως προς τις οποίες έγινε η καταχώρηση. Τα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται δυνάμει της παραγράφου 1 υποβάλλονται στο Γραφείο εντός τριών μηνών από την παραλαβή της δήλωσης αρχαιότητας. 3. Το Γραφείο γνωστοποιεί στο Γραφείο Σημάτων της Μπενελούξ ή στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας του οικείου κράτους μέλους την έγκυρη διεκδίκηση της αρχαιότητας. 4. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να ορίσει ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που πρέπει να υποβάλει ο καταθέτης μπορεί να είναι λιγότερα από τα απαιτούμενα βάσει της παραγράφου 1, υπό τον όρο ότι το Γραφείο διαθέτει τις σχετικές πληροφορίες από άλλες πηγές. Κανόνας 9 Εξέταση των προϋποθέσεων για τη χορήγηση ημερομηνίας κατάθεσης και των τυπικών προϋποθέσεων 1. Εάν η αίτηση δεν πληροί τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση ημερομηνίας κατάθεσης επειδή: α) δεν περιέχει: i) αίτημα καταχώρησης ενός σήματος ως κοινοτικού σήματος, ii) στοιχεία ταυτότητας του καταθέτη, iii) κατάλογο των προϊόντων και υπηρεσιών για τα οποία ζητείται η καταχώρηση του σήματος ή iv) απεικόνιση του σήματος ή β) δεν έχει καταβληθεί, εντός μηνός από της καταθέσεως της αιτήσεως, το βασικό τέλος αιτήσεως στο Γραφείο ή αν η αίτηση έχει κατατεθεί στο κεντρικό γραφείο βιομηχανικής ιδιοκτησίας ενός κράτους μέλους ή στο γραφείο σημάτων της Μπενελούξ στο εκάστοτε αρμόδιο γραφείο, το Γραφείο ειδοποιεί τον καταθέτη ότι λόγω των ελλείψεων αυτών δεν είναι δυνατόν να χορηγηθεί ημερομηνία κατάθεσης. 2. Αν οι ελλείψεις που εκτίθενται στην παράγραφο 1 θεραπευτούν εντός διμήνου από την παραλαβή της ειδοποίησης, ως ημερομηνία κατάθεσης ισχύει η ημερομηνία θεραπείας όλων των ελλείψεων. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εμπρόθεσμα, η αίτηση δεν εξετάζεται ως αίτηση κοινοτικού σήματος. Τυχόν καταβληθέντα τέλη επιστρέφονται. 3. Αν, παρά το ότι έχει χορηγηθεί ημερομηνία κατάθεσης, προκύπτει κατά την εξέταση ότι: α) δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των κανόνων 1 έως 3 ή άλλες τυπικές προϋποθέσεις που διέπουν τις αιτήσεις όπως προβλέπονται από τον κανονισμό ή από τους παρόντες κανόνες 7 β) δεν έχει καταβληθεί στο Γραφείο το πλήρες ποσό των τελών ανά κλάση βάσει του κανόνα 4 στοιχείο β) σε συνδυασμό με τον κανονισμό 7 γ) όταν διεκδικείται προτεραιότητα σύμφωνα με τους κανόνες 6 και 7 είτε με την αίτηση είτε εντός δύο μηνών μετά την ημερομηνία καταχώρησης, δεν πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις που προβλέπονται από τους εν λόγω κανόνες ή δ) όταν διεκδικείται αρχαιότητα σύμφωνα με τον κανόνα 8 είτε με την αίτηση είτε εντός δύο μηνών μετά την ημερομηνία καταχώρησης, δεν πληρούνται οι λοιπές προϋποθέσεις που προβλέπονται από τον κανόνα 8, το Γραφείο καλεί τον καταθέτη να θεραπεύσει τις διαπιστωθείσες ελλείψεις εντός προθεσμίας που του τάσσει. 4. Αν οι ελλείψεις που προβλέπονται από την παράγραφο 3 στοιχείο α) δεν θεραπευτούν εμπρόθεσμα, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση. 5. Αν τα οφειλόμενα τέλη ανά κλάση δεν καταβληθούν εμπρόθεσμα, η αίτηση θεωρείται ότι απεσύρθη, εκτός αν είναι σαφές ποια κλάση ή ποιες κλάσεις καλύπτονται από το καταβληθέν ποσό. Ελλείψει άλλων κριτηρίων για τον προσδιορισμό των κλάσεων που καλύπτονται, το Γραφείο λαμβάνει υπόψη του τις κλάσεις με τη σειρά ταξινόμησης. Η αίτηση θεωρείται ότι απεσύρθη ως προς τις κλάσεις για τις οποίες δέν έχουν καταβληθεί τέλη ή δεν έχουν καταβληθεί εξ ολοκλήρου. 6. Αν οι ελλείψεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 αφορούν τη διεκδίκηση προτεραιότητας απόλλυται το δικαίωμα διεκδίκησης της προτεραιότητας σε σχέση με την εν λόγω αίτηση. 7. Αν οι ελλείψεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 αφορούν την διεκδίκηση της αρχαιότητας απόλλυται το δικαίωμα για διεκδίκηση της αρχαιότητας σε σχέση με την εν λόγω αίτηση. 8. Αν οι ελλείψεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 αφορούν μέρος μόνον των προϊόντων και υπηρεσιών, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση, ή απόλλυται το δικαίωμα προς διεκδίκηση της προτεραιότητας ή της αρχαιότητας, μόνον ως προς τα εν λόγω προϊόντα και τις υπηρεσίες. Κανόνας 10 Εξέταση των προϋποθέσεων που έχουν σχέση με την ιδιότητα του δικαιούχου Αν, κατ' εφαρμογή του άρθρου 5 του κανονισμού, ο καταθέτης δεν δύναται να είναι δικαιούχος κοινοτικού σήματος, το Γραφείο τον ενημερώνει σχετικά. Του τάσσει προθεσμία για ανάκληση της αιτήσεως ή υποβολή παρατηρήσεων. Αν ο καταθέτης δεν καταρρίψει τις αντιρρήσεις για την καταχώρηση, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση. Κανόνας 11 Εξέταση των απολύτων λόγω απαραδέκτου 1. Αν η καταχώρηση του σήματος είναι απαράδεκτη σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού, για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών για τις οποίες έχει υποβληθεί αίτηση, το Γραφείο γνωστοποιεί στον καταθέτη τους λόγους για τους οποίους αρνείται την καταχώρηση και του τάσσει προθεσμία για να αποσύρει ή να τροποποιήσει την αίτηση ή να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. 2. Αν η καταχώρηση του κοινοτικού σήματος βάσει του άρθρου 38 παράγραφος 2 του κανονισμού προϋποθέτει παραίτηση του καταθέτη από κάθε αποκλειστικό δικαίωμα επί στοιχείου του σήματος στερούμενου διακριτικής ικανότητας, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τον καταθέτη αναφέροντας τους λόγους, και τον καλεί να προβεί στη σχετική δήλωση εντός προθεσμίας που του τάσσει. 3. Αν ο καταθέτης δεν θεραπεύσει εμπροθέσμως τους λόγους απαραδέκτου ή δεν συμμορφωθεί εμπροθέσμως προς την προβλεπόμενη από την παράγραφο 2 προϋποθεση, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση ολικώς ή μερικώς. Κανόνας 12 Δημοσίευση της αίτησης Η δημοσίευση της αίτησης περιλαμβάνει: α) το όνομα και τη διεύθυνση του καταθέτη 7 β) ενδεχομένως το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου που έχει ορίσει ο καταθέτης εφόσον δεν πρόκειται για τον πληρεξούσιο κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο του κανονισμού 7 αν υπάρχουν περισσότεροι του ενός αντιπρόσωποι με την ίδια επαγγελματική διεύθυνση, αναφέρεται μόνον το όνομα και η επαγγελματική διεύθυνση του πρώτου κατονομαζόμενου αντιπροσώπου, με τις λέξεις «και λοιποί» 7 σε περίπτωση δύο ή περισσοτέρων αντιπροσώπων με διαφορετική επαγγελματική διεύθυνση δημοσιεύεται μόνον η επαγγελματική διεύθυνση του αντικλήτου σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 7 σε περίπτωση ομάδας αντιπροσώπων, βάσει του κανόνα 76 παράγραφος 9, δημοσιεύεται μόνον η επωνυμία και η επαγγελματική διεύθυνση της ομάδας 7 γ) την απεικόνιση του σήματος μαζί με τα στοιχεία και την περιγραφή βάσει του κανόνα 3 7 αν ζητείται η καταχώρηση έγχρωμου σήματος η δημοσίευση πρέπει να περιέχει την ένδειξη «έγχρωμο», και μνεία του χρώματος ή των χρωμάτων από τα οποία αποτελείται το σήμα 7 δ) τον κατάλογο των προϊόντων και των υπηρεσιών, ανά ομάδες ανάλογα με την ταξινόμηση της Νίκαιας, κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης της εν λόγω ταξινόμησης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών και παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων αυτής της ταξινόμησης 7 ε) την ημερομηνία κατάθεσης και τον αριθμό πρωτοκόλλου 7 στ) ενδεχομένως, στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση προτεραιότητας σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού 7 ζ) ενδεχομένως, στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση της προτεραιότητας έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού 7 η) ενδεχομένως, στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση αρχαιότητας σύμφωνα με το άρθρο 34 του κανονισμού 7 θ) ενδεχομένως, μνεία ότι το σήμα απέκτησε, βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 3 του κανονισμού, διακριτικό χαρακτήρα λόγω της χρήσης του 7 ι) ενδεχομένως, μνεία ότι η αίτηση αφορά συλλογικό κοινοτικό σήμα 7 κ) ενδεχομένως, δήλωση παραίτησης του καταθέτη από αποκλειστικό δικαίωμα επί στοιχείου του σήματος βάσει του κανόνα 1 παράγραφος 3, ή του κανόνα 11 παράγραφος 2 7 λ) τη γλώσσα στην οποία έχει υποβληθεί η αίτηση και τη δεύτερη γλώσσα που έχει αναγράψει στην αίτησή του ο καταθέτης σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 3 του κανονισμού. Κανόνας 13 Τροποποίηση της αίτησης 1. Η αίτηση για τροποποίηση της αίτησης κατ' εφαρμογή του άρθρου 44 του κανονισμού περιέχει: α) τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης 7 β) το όνομα και τη διεύθυνση του καταθέτη, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 γ) όταν ο καταθέτης έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 7 δ) μνεία του στοιχείου της αιτήσεως που χρήζει διορθώσεως ή τροποποιήσεως και το εν λόγω στοιχείο διορθωμένο ή τροποποιημένο 7 ε) όταν η τροποποίηση αφορά την απεικόνιση του σήματος, απεικόνιση του σήματος όπως έχει τροποποιηθεί σύμφωνα με τον κανόνα 3. 2. Όταν η αίτηση για τροποποίηση υπόκειται σε καταβολή τέλους, η αίτηση θεωρείται ότι έχει υποβληθεί μόνον αφού καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος. Αν το τέλος δεν έχει καταβληθεί ή δεν έχει καταβληθεί ολόκληρο, το Γραφείο ενημερώνει τον καταθέτη αντίστοιχα. 3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τροποποίηση της αίτησης, το Γραφείο ενημερώνει τον καταθέτη για τις ελλείψεις. Αν οι ελλείψεις αυτές δεν θεραπευτούν μέσα στην προθεσμία που τάσσει το Γραφείο, αυτό απορρίπτει την αίτηση για τροποποίηση. 4. Όταν η τροποποίηση δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 2 του κανονισμού, εφαρμόζονται αναλόγως οι κανόνες 15 έως 22. 5. Μπορεί να υποβληθεί μία μόνον αίτηση για τροποποίηση του ίδιου στοιχείου σε δύο ή περισσότερες αιτήσεις του ίδιου καταθέτη. Όταν η αίτηση για τροποποίηση υπόκειται σε καταβολή τέλους, το απαιτούμενο τέλος καταβάλλεται για κάθε αίτηση που τροποποιείται. 6. Οι παράγραφοι 1 έως 6 εφαρμόζονται αναλόγως σε αιτήσεις για διόρθωση του ονόματος ή της επαγγελματικής διεύθυνσης του αντιπροσώπου που έχει ορίσει ο καταθέτης. Αυτές οι αιτήσεις δεν υπόκεινται σε καταβολή τέλους. Κανόνας 14 Διορθώσεις λαθών και παροραμάτων σε δημοσιεύσεις 1. Όταν η δημοσίευση της αιτήσεως περιέχει λάθη ή παροράματα που μπορούν να αποδοθούν στο Γραφείο, το Γραφείο διορθώνει τα λάθη ή τα παροράματα αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήματος του καταθέτη. 2. Όταν το σχετικό αίτημα υποβάλλεται από τον καταθέτη, εφαρμόζεται αναλόγως ο κανόνας 13, χωρίς να υπόκειται σε καταβολή τέλους. 3. Οι διορθώσεις που επιτελούνται κατ' εφαρμογή του παρόντος κανόνος δημοσιεύονται. 4. Το άρθρο 42 παράγραφος 2 του κανονισμού και οι κανόνες 15 έως 22 εφαρμόζονται αναλόγως όταν οι διορθώσεις αφορούν τον κατάλογο των προϊόντων και των υπηρεσιών ή την απεικόνιση του σήματος. ΤΙΤΛΟΣ II ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΝΑΚΟΠΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΧΡΗΣΗΣ Κανόνας 15 Περιεχόμενο του δικογράφου της ανακοπής 1. Ανακοπή ασκείται βάσει ενός ή περισσοτέρων προγενεστέρων σημάτων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 του κανονισμού («προγενέστερα σήματα») ή ενός ή περισσοτέρων λοιπών προγενεστέρων δικαιωμάτων κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 4 του κανονισμού («προγενέστερα δικαιώματα»). 2. Το δικόγραφο της ανακοπής περιλαμβάνει: α) όσον αφορά την αίτηση κατά της οποίας ασκείται ανακοπή: i) τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης κατά της οποίας ασκείται ανακοπή, ii) μνεία των προϊόντων και υπηρεσιών που περιέχονται στην αίτηση για κοινοτικό σήμα κατά των οποίων ασκείται ανακοπή, iii) το όνομα του καταθέτη του κοινοτικού σήματος 7 β) όσον αφορά προγενέστερο σήμα ή προγενέστερο δικαίωμα επί του οποίου βασίζεται η ανακοπή: i) όταν η ανακοπή αφορά προγενέστερο σήμα, σχετική μνεία και μνεία περί του ότι το προγενέστερο σήμα είναι κοινοτικό ή μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών, στα οποία περιέχεται, ενδεχομένως, και η Μπενελούξ όταν το προγενέστερο σήμα έχει κατατεθεί ή έχει υποβληθεί σχετική αίτηση, ή, όταν το προγενέστερο σήμα είναι διεθνώς καταχωρημένο, μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών, περιλαμβανομένων, ενδεχομένως, των χωρών Μπενελούξ, στις οποίες έχει επεκταθεί η προστασία του προγενέστερου σήματος, ii) ενδεχομένως τον αριθμό πρωτοκόλλου ή τον αριθμό και την ημερομηνία καταχώρησης, περιλαμβανομένης της ημερομηνίας προτεραιότητας του προγενεστέρου σήματος, iii) όταν η ανακοπή αφορά προγενέστερο σήμα που είναι παγκοίνως γνωστό κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού, σχετική μνεία ή μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών στα οποία το προγενέστερο σήμα είναι παγκοίνως γνωστό, iv) όταν η ανακοπή αφορά προγενέστερο σήμα που χαίρει φήμης κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 5 του κανονισμού, σχετική μνεία και μνεία για το πού έχει καταχωρηθεί το εν λόγω προγενέστερο σήμα ή έχει υποβληθεί αίτηση σύμφωνα με την περίπτωση i), v) όταν η ανακοπή αφορά προγενέστερο δικαίωμα, σχετική μνεία και μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών όπου ισχύει το εν λόγω δικαίωμα, vi) απεικόνιση και ενδεχομένως, περιγραφή του προγενεστέρου σήματος ή δικαιώματος, vii) τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τις οποίες έχει καταχωρηθεί προγενέστερο σήμα ή έχει υποβληθεί αίτηση ή ως προς τις οποίες το προγενέστερο σήμα είναι παγκοίνως γνωστό κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού ή χαίρει φήμης κατά την έννοια του άρθρου 8 παράγραφος 5 του κανονισμού 7 ο ανακόπτων, όταν αναφέρει όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες το προγενέστερο σήμα των οποίων προστατεύεται, αναφέρει και εκείνα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες επί των οποίων βασίζεται η ανακοπή 7 γ) όσον αφορά τον ανακόπτοντα: i) όταν η ανακοπή ασκείται από τον δικαιούχο προγενεστέρου σήματος ή προγενεστέρου δικαιώματος το όνομα και τη διεύθυνσή του κατ' εφαρμογή του κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) και ένδειξη περί του ότι είναι ο δικαιούχος αυτού του σήματος ή του δικαιώματος, ii) αν η ανακοπή ασκείται από εκείνον προς τον οποίο έχει χορηγηθεί άδεια χρήσεως του σήματος, το όνομα και τη διεύθυνσή του σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) καθώς και την ένδειξη ότι έχει εξουσιοδοτηθεί να ασκήσει ανακοπή, iii) αν την ανακοπή ασκεί ο δικαιοδόχος του δικαιούχου καταχωρημένου κοινοτικού σήματος ο οποίος δεν έχει ακόμα καταχωρηθεί ως νέος δικαιούχος, σχετική μνεία, το όνομα και τη διεύθυνση του ανακόπτονος σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) και μνεία της ημερομηνίας κατά την οποία το Γραφείο παρέλαβε την αίτηση για καταχώρηση του νέου δικαιούχου ή, όταν αυτή η πληροφορία δεν είναι διαθέσιμη, της ημερομηνίας αποστολής προς το Γραφείο, iv) αν ο ασκών την ανακοπή βάσει προγενεστέρου δικαιώματος δεν είναι δικαιούχος του δικαιώματος αυτού, το όνομα και τη διεύθυνσή του σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) καθώς και μνεία περί του ότι κατά το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο δικαιούται να ασκεί το δικαίωμα αυτό, v) σε περίπτωση που ο ανακόπτων έχει διορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοχείο ε) 7 δ) προσδιορισμό των λόγων στους οποίους βασίζεται η ανακοπή. 3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως στις ανακοπές που ασκούνται σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 3 του κανονισμού. Κανόνας 16 Πραγματικά περιστατικά, αποδείξεις και επιχειρήματα προς στήριξη της ανακοπής 1. Το δικόγραφο της ανακοπής μπορεί να περιέχει στοιχεία ως προς τα πραγματικά περιστατικά, τις αποδείξεις και τα επιχειρήματα που την στηρίζουν και να συνοδεύεται από τα σχετικά δικαιολογητικά. 2. Αν η ανακοπή βασίζεται σε προγενέστερο σήμα το οποίο δεν είναι κοινοτικό σήμα, το δικόγραφο της ανακοπής συνοδεύεται κατά προτίμηση από τα αποδεικτικά στοιχεία της καταχώρησης ή κατάθεσης του εν λόγω προγενέστερου σήματος, όπως πιστοποιητικό καταχώρησης. Αν η ανακοπή βασίζεται σε σήμα παγκοίνως γνωστό, όπως προβλέπεται από το άρθρο 8 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού ή σε σήμα που χαίρει φήμης όπως προβλέπεται από το άρθρο 8 παράγραφος 5, είναι προτιμότερο το δικόγραφο της ανακοπής να συνοδεύεται από στοιχεία που αποδεικνύουν το γεγονός ότι πρόκειται για σήμα παγκοίνως γνωστό ή που χαίρει φήμης. Αν η ανακοπή στηρίζεται σε άλλο προγενέστερο δικαίωμα, είναι προτιμότερο το δικόγραφο να συνοδεύεται από κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία ως προς την κτήση και την έκταση προστασίας αυτού του δικαιώματος. 3. Αν τα στοιχεία σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά, τις αποδείξεις και τα επιχειρήματα και τα λοιπά δικαιολογητικά βάσει της παραγράφου 1, και τα αποδεικτικά στοιχεία κατ' εφαρμογή της παραγράφου 2 δεν έχουν υποβληθεί μαζί με το δικόγραφο της ανακοπής ή ακολούθως, μπορούν να υποβληθούν μετά την έναρξη της διαδικασίας ανακοπής εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, κατ' εφαρμογή του κανόνα 20 παράγραφος 2. Κανόνας 17 Γλώσσες που χρησιμοποιούνται στη διαδικασία ανακοπής 1. Όταν το δικόγραφο της ανακοπής δεν κατατίθεται στη γλώσσα της αίτησης για καταχώρηση κοινοτικού σήματος αν η γλώσσα αυτή είναι μια από τις γλώσσες του Γραφείου, ή στη δεύτερη γλώσσα που αναφέρεται στην αίτηση, ο ανακόπτων υποβάλλει μέσα σε ένα μήνα από τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής μετάφραση του δικογράφου της ανακοπής σε μία από τις γλώσσες αυτές. 2. Όταν τα αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη της ανακοπής που προβλέπονται από τον κανόνα 16 παράγραφοι 1 και 2, δεν κατατίθενται στη γλώσσα της διαδικασίας ανακοπής, ο ανακόπτων υποβάλλει μετάφραση αυτών των αποδεικτικών στοιχείων στην εν λόγω γλώσσα μέσα σε ένα μήνα από τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής ή, ενδεχομένως, μέσα στην προθεσμία που τάσσει το Γραφείο σύμφωνα με τον κανόνα 16 παράγραφος 3. 3. Όταν ο ανακόπτων ή ο καταθέτης πληροφορούν το Γραφείο, πριν από την ημερομηνία κατά την οποία λογίζεται ότι αρχίζει η διαδικασία ανακοπής σύμφωνα με τον κανόνα 19 παράγραφος 1, ότι ο καταθέτης και ο ανακόπτων συμφώνησαν να χρησιμοποιηθεί διαφορετική γλώσσα για την ανακοπή σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 7 του κανονισμού, ο ανακόπτων, εφόσον το δικόγραφο της ανακοπής δεν υποβλήθηκε στη γλώσσα αυτή, υποβάλλει μετάφραση του δικογράφου της ανακοπής στην εν λόγω γλώσσα μέσα σε ένα μήνα από την ανωτέρω ημερομηνία. Κανόνας 18 Απόρριψη της ανακοπής ως απαράδεκτης 1. Αν το Γραφείο διαπιστώσει ότι η ανακοπή δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 42 του κανονισμού ή αν το σχετικό δικόγραφο δεν διευκρινίζει την αίτηση κατά της οποίας ασκείται η ανακοπή ή το προγενέστερο σήμα ή δικαίωμα ως προς το οποίο ασκείται η ανακοπή, το Γραφείο απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη, εκτός αν αυτές οι ελλείψεις θεραπευθούν πριν από τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής. Αν τα τέλη ανακοπής δεν καταβληθούν εντός της προθεσμίας ανακοπής, η ανακοπή λογίζεται ως μη ασκηθείσα. Αν τα τέλη ανακοπής καταβληθούν μετά τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής, επιστρέφονται στον ανακόπτοντα. 2. Αν το Γραφείο διαπιστώσει ότι η ανακοπή δεν είναι σύμφωνη με τις λοιπές διατάξεις του κανονισμού ή των παρόντων κανόνων, ενημερώνει σχετικά τον ανακόπτοντα και τον καλεί να θεραπεύσει τις διαπιστωθείσες ελλείψεις εντός δύο μηνών. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εμπρόθεσμα, το Γραφείο απορρίπτει την ανακοπή ως απαράδεκτη. 3. Η απόφαση απόρριψης της ανακοπής ως απαράδεκτης δυνάμει των παραγράφων 1 και 2, κοινοποιείται στον καταθέτη. Κανόνας 19 Έναρξη της διαδικασίας ανακοπής 1. Αν το Γραφείο δεν απορρίψει την ανακοπή σύμφωνα με τον κανόνα 18, κοινοποιεί στον καταθέτη την ασκηθείσα ανακοπή και τον καλεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις του τάσσοντάς του σχετική προθεσμία. Το Γραφείο εφιστά την προσοχή του καταθέτη στο γεγονός ότι η διαδικασία ανακοπής θεωρείται ότι αρχίζει δύο μήνες μετά την παραλαβή αυτής της κοινοποίησης, εκτός αν ο καταθέτης ενημερώσει το Γραφείο, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, ότι αποσύρει την αίτηση ή την περιορίζει στα προϊόντα και τις υπηρεσίες κατά των οποίων δεν στρέφεται η ανακοπή. 2. Το Γραφείο δύναται να χορηγήσει, σύμφωνα με τον κανόνα 71, παράταση της προθεσμίας που προβλέπεται από την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, κατόπιν κοινής αιτήσεως του καταθέτη και του ανακόπτοντος. 3. Όταν η αίτηση αποσύρεται ή περιορίζεται μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 ή μέσα στην παράταση της προθεσμίας που έχει χορηγηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τον ανακόπτοντα και επιστρέφει τα τέλη ανακοπής. Κανόνας 20 Εξέταση της ανακοπής 1. Αν η αίτηση δεν έχει αποσυρθεί ή περιοριστεί σύμφωνα με τον κανόνα 19, ο καταθέτης υποβάλλει τις παρατηρήσεις του εντός προθεσμίας την οποία τάσσει το Γραφείο στην κοινοποίησή του βάσει του κανόνα 19 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο. 2. Αν το δικόγραφο της ανακοπής δεν περιέχει πραγματικά περιστατικά, αποδείξεις και ισχυρισμούς, βάσει του κανόνα 16 παράγραφοι 1 και 2, το Γραφείο καλεί τον ανακόπτοντα να τα προσκομίσει εντός προθεσμίας που του τάσσει. Κάθε στοιχείο που προσκομίζεται από τον ανακόπτοντα γνωστοποιείται στον καταθέτη, στον οποίο παρέχεται η ευκαιρία να απαντήσει εντός προθεσμίας που του τάσσει το Γραφείο. 3. Αν ο καταθέτης δεν υποβάλει παρατηρήσεις, το Γραφείο μπορεί να αποφανθεί επί της ανακοπής βάσει των προϋπαρχουσών αποδείξεων. 4. Το Γραφείο κοινοποιεί τις παρατηρήσεις του καταθέτη στον ανακόπτοντα και τον καλεί, αν το κρίνει αναγκαίο, να υποβάλει παρατηρήσεις εντός προθεσμίας που του τάσσει. 5. Αν ο καταθέτης περιορίσει τον κατάλογο των προϊόντων και υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 44 παράγραφος 1 του κανονισμού, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τον ανακόπτοντα και τον καλεί να του γνωστοποιήσει εντός προθεσμίας που του τάσσει αν εμμένει στην ανακοπή του και, ενδεχομένως, σε σχέση με ποια υπολειπόμενα προϊόντα και υπηρεσίες. 6. Το Γραφείο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία ανακοπής, εφόσον η ανακοπή βασίζεται σε αίτηση καταχώρησης βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού μέχρις ότου ληφθεί οριστική απόφαση στη σχετική διαδικασία ή εφόσον άλλες περιστάσεις υπαγορεύουν την εν λόγω αναστολή. Κανόνας 21 Πολλαπλές ανακοπές 1. Αν ασκηθούν περισσότερες ανακοπές κατά της καταχώρησης του ιδίου κοινοτικού σήματος, το Γραφείο μπορεί να τις ενώσει. Το Γραφείο μπορεί αργότερα να αποφασίσει τον χωρισμό τους. 2. Αν από την προκαταρκτική εξέταση μιας ή περισσοτέρων ανακοπών προκύψει ότι το κοινοτικό σήμα για το οποίο έχει υποβληθεί αίτηση καταχώρησης, ενδέχεται να μην μπορεί να καταχωρηθεί ως προς το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία έχει ζητηθεί η καταχώρηση, το Γραφείο μπορεί να αναστείλει τη διαδικασία επί των λοιπών ανακοπών. Το Γραφείο ενημερώνει τους λοιπούς ανακόπτοντες για οποιαδήποτε σχετική απόφαση που έχει ληφθεί στις διαδικασίες αυτές που συνεχίζονται. 3. Όταν καταστεί τελεσίδικη η απόφαση για απόρριψη της αίτησης, λογίζονται ως εκδικασθείσες οι ανακοπές επί των οποίων έχει αναβληθεί η έκδοση απόφασης, σύμφωνα με την παράγραφο 2, και ενημερώνονται σχετικά οι ανακόπτοντες. Αυτή η μορφή εκδίκασης αποτελεί περίπτωση κατάργησης της δίκης κατά την έννοια του άρθρου 81 παράγραφος 4 του κανονισμού. 4. Το Γραφείο επιστρέφει το 50 % των τελών που κατέβαλαν οι ανακόπτοντες, η ανακοπή των οποίων λογίζεται ως εκδικασθείσα σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο. Κανόνας 22 Απόδειξη της χρήσης 1. Αν ο ανακόπτων υποχρεούται, σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφοι 2 ή 3 του κανονισμού, να αποδείξει ότι έγινε χρήση του σήματος ή ότι συντρέχουν βάσιμοι λόγοι για τη μη χρήση, το Γραφείο τον καλεί να προσκομίσει, μέσα σε προθεσμία που του τάσσει, τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία. Αν ο ανακόπτων δεν προσκομίσει αυτά τα αποδεικτικά στοιχεία εμπρόθεσμα, το Γραφείο απορρίπτει την ανακοπή. 2. Οι ενδείξεις και τα αποδεικτικά στοιχεία για την απόδειξη της χρήσης αφορούν τον τόπο, το χρόνο, την έκταση και τη φύση της χρήσης του αντιτάξιμου σήματος των προϊόντων και υπηρεσιών ως προς τις οποίες ασκήθηκε η ανακοπή και στις οποίες βασίζεται, και σχετικά αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με την παράγραφο 3. 3. Τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να περιορίζονται κατά προτίμηση μόνον στην κατάθεση δικαιολογητικών και απτών πειστηρίων όπως π.χ. συσκευασίες, ετικέτες, τιμοκατάλογοι, κατάλογοι, τιμολόγια, φωτογραφίες, αγγελίες στις εφημερίδες καθώς και οι γραπτές δηλώσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στο άρθρο 76 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού. 4. Όταν τα προσκομιζόμενα σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 3 αποδεικτικά στοιχεία δεν είναι στη γλώσσα της διαδικασίας ανακοπής, το Γραφείο μπορεί να ζητήσει από τον ανακόπτοντα να υποβάλει μετάφραση αυτών των στοιχείων στην εν λόγω γλώσσα μέσα σε προθεσμία που του τάσσει. ΤΙΤΛΟΣ III ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ Κανόνας 23 Καταχώρηση του σήματος 1. Το τέλος καταχώρησης που αναφέρεται στο άρθρο 45 του κανονισμού αποτελείται από: α) ένα βασικό τέλος και β) ένα ειδικό τέλος για κάθε κλάση πέραν της τρίτης για την οποία ζητείται η καταχώρηση του σήματος. 2. Όταν δεν ασκήθηκε ανακοπή ή όταν η ασκηθείσα αποσύρθηκε, απορρίφθηκε ή διεκπεραιώθηκε κατ' άλλο τρόπο, το Γραφείο ζητά από τον καταθέτη να καταβάλει τα τέλη καταχώρησης μέσα σε δύο μήνες από την παραλαβή της σχετικής κλήσης. 3. Αν το τέλος καταχώρησης δεν καταβληθεί εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, μπορεί να καταβληθεί εγκύρως εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης μιας ανακοίνωσης στην οποία επισημαίνεται ότι δεν έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη προθεσμία, με την προϋπόθεση ότι μέσα στην προθεσμία αυτή έχει καταβληθεί το πρόσθετο τέλος που ορίζεται από τον κανονισμό τελών. 4. Μετά την είσπραξη του τέλους καταχώρησης, το σήμα για το οποίο υποβλήθηκε αίτηση καταχωρίζεται στο μητρώο κοινοτικών σημάτων με τις ενδείξεις που αναφέρονται στον κανόνα 84 παράγραφος 2. 5. Η καταχώρηση δημοσιεύεται στο δελτίο κοινοτικών σημάτων. 6. Το τέλος καταχώρησης επιστρέφεται, αν δεν καταχωρηθεί το σήμα για το οποίο υποβλήθηκε η αίτηση. Κανόνας 24 Πιστοποιητικό καταχώρησης 1. Το Γραφείο εκδίδει στο δικαιούχο του σήματος πιστοποιητικό περί της καταχωρήσεως που περιέχει τα στοιχεία του μητρώου που προβλέπονται από τον κανόνα 84 παράγραφος 2 και δήλωση ότι τα στοιχεία που περιέχει έχουν καταχωρηθεί στο μητρώο κοινοτικών σημάτων. 2. Ο δικαιούχος του σήματος μπορεί να ζητήσει, έναντι πληρωμής τέλους, να του δοθούν επικυρωμένα ή ανεπικύρωτα αντίγραφα του πιστοποιητικού καταχώρησης. Κανόνας 25 Τροποποιήσεις της καταχώρησης 1. Η αίτηση για τροποποίηση της καταχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 2 του κανονισμού περιέχει: α) τον αριθμό καταχωρήσεως 7 β) το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου του σήματος σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 γ) όταν ο δικαιούχος έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 7 δ) μνεία του στοιχείου της απεικόνισης του σήματος που χρήζει τροποποιήσεως και το εν λόγω στοιχείο τροποποιημένο 7 ε) απεικόνιση του σήματος όπως τροποποιήθηκε σύμφωνα με τον κανόνα 3. 2. Η αίτηση λογίζεται ως μη κατατεθείσα μέχρις ότου καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος. Αν το τέλος δεν έχει καταβληθεί ή δεν έχει καταβληθεί ολόκληρο, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τον καταθέτη. 3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τροποποίηση της καταχώρησης, το Γραφείο ανακοινώνει τις ελλείψεις στον καταθέτη. Αν δεν θεραπευθούν οι ελλείψεις μέσα σε προθεσμία που τάσσει το Γραφείο, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση. 4. Αν αμφισβητείται η καταχώρηση της τροποποίησης σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 3 του κανονισμού εφαρμόζονται αναλόγως οι περί ανακοπής διατάξεις του κανονισμού και των παρόντων κανόνων. 5. Για την τροποποίηση του ίδιου στοιχείου σε δύο ή περισσότερες καταχωρήσεις του αυτού δικαιούχου υποβάλλεται μία μόνον αίτηση. Το απαιτούμενο τέλος καταβάλλεται για κάθε καταχώρηση που χρήζει τροποποιήσεως. Κανόνας 26 Αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης του δικαιούχου κοινοτικού σήματος ή του εγκεκριμένου αντιπροσώπου του 1. Αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης του δικαιούχου κοινοτικού σήματος που δεν αποτελεί τροποποίηση του κοινοτικού σήματος όπως ορίζεται από το άρθρο 48 παράγραφος 2 του κανονισμού και που δεν είναι αποτέλεσμα ολικής ή μερικής μεταβίβασης του καταχωρημένου σήματος, καταχωρείται στο μητρώο με αίτηση του δικαιούχου. 2. Η αίτηση για αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης του δικαιούχου καταχωρηθέντος σήματος περιέχει: α) αριθμό καταχώρησης του σήματος 7 β) το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου του σήματος όπως έχει καταχωρηθεί στο μητρώο 7 γ) μνεία του ονόματος και της διεύθυνσης του δικαιούχου του σήματος, όπως τροποιήθηκε σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 δ) όταν ο δικαιούχος έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε). 3. Η αίτηση δεν υπόκειται σε καταβολή τέλους. 4. Υποβάλλεται μία μόνον αίτηση για την αλλαγή του ονόματος ή της διευθύνσεως σχετικά με μία ή περισσότερες καταχωρήσεις του ίδιου δικαιούχου. 5. Αν δεν πληρούνται οι απαιτήσεις που διέπουν την καταχώρηση μιας αλλαγής, το Γραφείο γνωστοποιεί τις ελλείψεις στον αιτούντα. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εντός της προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, αυτό το τελευταίο απορρίπτει την αίτηση. 6. Οι παράγραφοι 1 έως 5 εφαρμόζονται αναλόγως στην αλλαγή του ονόματος ή της διευθύνσεως του εγκεκριμένου πληρεξουσίου. 7. Οι παράγραφοι 1 έως 6 εφαρμόζονται αναλόγως σε αιτήσεις για κοινοτικά σήματα. Η αλλαγή καταχωρείται στον φάκελο σχετικά με την αίτηση κοινοτικού σήματος που τηρεί το Γραφείο. Κανόνας 27 Διόρθωση λαθών και παροραμάτων στο μητρώο και στη δημοσίευση της καταχώρησης 1. Όταν η καταχώρηση του σήματος ή η δημοσίευση της καταχώρησης περιέχει λάθη ή παροράματα που μπορούν να αποδοθούν στο Γραφείο, το Γραφείο διορθώνει το λάθος ή τα παροράματα αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως του δικαιούχου. 2. Όταν τέτοια αίτηση υποβάλεται από τον δικαιούχο, εφαρμόζεται αναλόγως ο κανόνας 26. Η αίτηση δεν υπόκειται σε καταβολή τέλους. 3. Το Γραφείο δημοσιεύει τις διορθώσεις που επέρχονται βάσει του παρόντος κανόνος. Κανόνας 28 Διεκδίκηση της αρχαιότητας μετά την καταχώρηση του κοινοτικού σήματος 1. Η αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού, με την οποία διεκδικείται η αρχαιότητα ενός ή περισσοτέρων προγενέστερα καταχωρηθέντων σημάτων βάσει του άρθρου 34 του κανονισμού περιέχει: α) τον αριθμό καταχώρησης του κοινοτικού σήματος 7 β) το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 γ) όταν ο δικαιούχος έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 7 δ) μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών στο οποίο ή ως προς το οποίο έχει καταχωρηθεί προγενέστερο σήμα, την ημερομηνία από την οποία η σχετική καταχώρηση άρχισε να παράγει αποτελέσματα, τον αριθμό της σχετικής καταχώρησης και τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τα οποία έχει γίνει η προγενέστερη καταχώρηση του σήματος 7 ε) μνεία των προϊόντων και υπηρεσιών ως προς τα οποία γίνεται επίκληση της αρχαιότητας 7 στ) αντίγραφο της σχετικής καταχώρησης 7 το αντίγραφο πρέπει να έχει επικυρωθεί από την αρμόδια αρχή ως ακριβές αντίγραφο της σχετικής καταχώρησης. 2. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για διεκδίκηση της αρχαιότητας, το Γραφείο ανακοινώνει στον αιτούντα τις ελλείψεις. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, το Γραφείο απορρίπτει τη σχετική αίτηση. 3. Το Γραφείο ενημερώνει το Γραφείο Σημάτων της Μπενελούξ και την κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας του οικείου κράτους μέλους για τα αποτελέσματα της διεκδίκησης της αρχαιότητας. 4. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να ορίσει ότι οι απαιτήσεις όσον αφορά τα δικαιολογητικά που πρέπει να υποβάλει ο καταθέτης μπορεί να είναι πιο περιορισμένες από τις προβλεπόμενες βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο στ), εφόσον το Γραφείο διαθέτει τις απαιτούμενες πληροφορίες από άλλες πηγές. ΤΙΤΛΟΣ IV ΑΝΑΝΕΩΣΗ Κανόνας 29 Γνωστοποίηση της λήξης ισχύος της καταχώρησης Τουλάχιστον έξι μήνες πριν λήξει η ισχύς της καταχώρησης το Γραφείο ενημερώνει το δικαιούχο του κοινοτικού σήματος και κάθε δικαιούχο καταχωρημένου δικαιώματος επί του κοινοτικού σήματος, συμπεριλαμβανομένων των αδειών χρήσης για την επικείμενη λήξη ισχύος της καταχώρησης. Τυχόν παράλειψη της ενημέρωσης αυτής δεν επηρεάζει τη λήξη ισχύος της καταχώρησης. Κανόνας 30 Ανανέωση της καταχώρησης 1. Η αίτηση ανανέωσης περιλαμβάνει: α) όταν η αίτηση υποβάλλεται από τον δικαιούχο του σήματος το όνομα και τη διεύθυνσή του, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 β) σε περίπτωση που η αίτηση υποβάλλεται από πρόσωπο ειδικά εξουσιοδοτημένο προς τούτο από τον δικαιούχο του σήματος, το όνομα και τη διεύθυνση του εν λόγω προσώπου, καθώς και απόδειξη της εξουσιοδότησης για την υποβολή της αίτησης 7 γ) όταν ο δικαιούχος έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 7 δ) τον αριθμό της καταχώρησης 7 ε) μνεία περί του ότι η ανανέωση ζητείται για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καλύπτονται από την καταχώρηση ή αν η ανανέωση δεν ζητείται για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τα οποία έχει καταχωρηθεί το σήμα, μνεία εκείνων των κλάσεων ή εκείνων των προϊόντων και υπηρεσιών ως προς τα οποία ζητείται ανανέωση ή εκείνων των κλάσεων ή εκείνων των προϊόντων και υπηρεσιών ως προς τα οποία δεν ζητείται ανανέωση, ανά ομάδες κατά την ταξινόμηση της Νίκαιας, κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης της εν λόγω ταξινόμησης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών και παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων αυτής της ταξινόμησης. 2. Τα δυνάμει του άρθρου 47 του κανονισμού καταβλητέα τέλη, για την ανανέωση κοινοτικού σήματος είναι τα εξής: α) ένα βασικό τέλος 7 β) ειδικό τέλος για κάθε κλάση πέραν των τριών στον κατάλογο των κλάσεων ως προς τις οποίες ζητείται παράταση σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο ε) και γ) όπου ενδείκνυται, πρόσθετο τέλος για την εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους ανανέωσης ή την εκπρόθεσμη υποβολή της αίτησης για ανανέωση, βάσει του άρθρου 47 παράγραφος 3 του κανονισμού, όπως ορίζεται από τον κανονισμό τελών. 3. Αν η αίτηση ανανέωσης υποβάλλεται μέσα στην προθεσμία του άρθρου 47 παράγραφος 3 του κανονισμού, αλλά δεν πληρούνται σχετικά οι λοιπές προϋποθέσεις όσον αφορά την ανανέωση, του άρθρου 47 του κανονισμού και των παρόντων κανόνων, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα για τις διαπιστωθείσες ελλείψεις. Αν η αίτηση υποβάλλεται από πρόσωπο που έχει εξουσιοδοτηθεί ειδικά από τον δικαιούχο του σήματος, αντίγραφο της ειδοποίησης αποστέλλεται και στο δικαιούχο. 4. Αν δεν υποβληθεί αίτηση ανανέωσης, ή υποβληθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας που προβλέπεται από το τρίτο εδάφιο του άρθρου 47 παράγραφος 3 του κανονισμού ή αν δεν έχουν καταβληθεί ή έχουν καταβληθεί εκπρόθεσμα τα τέλη ή αν δεν έχουν θεραπευθεί εμπρόθεσμα οι διαπιστωθείσες ελλείψεις το Γραφείο διαπιστώνει ότι έχει λήξει η ισχύς της καταχώρησης και ενημερώνει σχετικά τον δικαιούχο του κοινοτικού σήματος και, ενδεχομένως τον αιτούντα και το πρόσωπο που έχει καταχωρηθεί στο μητρώο ως έχον δικαιώματα επί του σήματος. Όταν τα καταβληθέντα τέλη δεν αρκούν για να καλύψουν όλες τις κλάσεις προϊόντων και υπηρεσιών ως προς τις οποίες ζητείται ανανέωση, δεν χρειάζεται τέτοια διαπίστωση αν είναι συφές ποιά κλάση ή κλάσεις καλύπτουν. Αν δεν πληρούνται αυτά τα κριτήρια, το Γραφείο λαμβάνει υπόψη του τις κλάσεις με τη σειρά ταξινόμησης. 5. Όταν η διαπίστωση βάσει της παραγράφου 4 καταστεί οριστική, το Γραφείο διαγράφει το σήμα από το μητρώο. Η διαγραφή παράγει αποτελέσματα από την επομένη της ημερομηνίας λήξης του ισχύοντος σήματος. 6. Όταν τα τέλη ανανέωσης που προβλέπονται από την παράγραφο 2, έχουν καταβληθεί, αλλά δεν ανανεώνεται η καταχώρηση, τα εν λόγω τέλη επιστρέφονται. ΤΙΤΛΟΣ V ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ, ΑΔΕΙΕΣ ΧΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ Κανόνας 31 Μεταβίβαση 1. Η αίτηση καταχώρησης της μεταβίβασης κοινοτικού σήματος κατά την έννοια του άρθρου 17 του κανονισμού περιλαμβάνει: α) τον αριθμό καταχώρησης του κοινοτικού σήματος 7 β) στοιχεία σχετικά με το νέο δικαιούχο, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 γ) όταν η μεταβίβαση δεν αφορά όλα τα καταχωρημένα προϊόντα και τις υπηρεσίες, λεπτομέρειες ως προς τα καταχωρημένα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καλύπτονται από τη μεταβίβαση 7 δ) έγγραφα από τα οποία συνάγεται δεόντως η μεταβίβαση σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού. 2. Η αίτηση μπορεί να περιλαμβάνει, ενδεχομένως, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου του νέου δικαιούχου που αναφέρονται σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε). 3. Μεταβιβάσεις προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν μπορούν να είναι δικαιούχοι κοινοτικών σημάτων σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού δεν καταχωρούνται στο μητρώο. 4. Η αίτηση θεωρείται υποβληθείσα μόνο μετά την καταβολή τέλους. Αν το τέλος δεν καταβληθεί ή δεν καταβληθεί εξ ολοκλήρου, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα. 5. Συνιστά επαρκή απόδειξη της μεταβίβασης βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο δ) όταν: α) η αίτηση για καταχώρηση της μεταβίβασης υπογράφεται από τον καταχωρημένο ως δικαιούχο ή τον αντιπρόσωπό του και τον δικαιοδόχο ή τον αντιπρόσωπό του, ή β) η αίτηση, αν την υποβάλει ο δικαιοδόχος, συνοδεύεται από δήλωση που υπογράφει ο καταχωρημένος δικαιούχος ή ο αντιπρόσωπός του, ότι συμφωνεί για την καταχώρηση του δικαιοδόχου, ή γ) η αίτηση συνοδεύεται από συμπληρωμένο έντυπο μεταβίβασης ή οποιοδήποτε έγγραφο, όπως προβλέπεται από τον κανόνα 83 παράγραφος 1 στοιχείο δ), υπογράφεται από τον καταχωρημένο δικαιούχο ή τον αντιπρόσωπό του και από τον δικαιοδόχο ή τον αντιπρόσωπό του. 6. Όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την καταχώρηση της μεταβίβασης που προβλέπονται στο άρθρο 17 παράγραφοι 1 έως 4 του κανονισμού, στις παραγράφους 1 έως 4 του παρόντος άρθρου και στους άλλους εφαρμοστέους κανόνες, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα για τις διαπιστωθείσες ελλείψεις. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, τότε το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση καταχώρησης της μεταβίβασης. 7. Είναι δυνατόν να υποβληθεί μία μόνον αίτηση για την καταχώρηση μιας μεταβίβασης δύο ή περισσοτέρων σημάτων, υπό τον όρο ότι ο δικαιούχος και ο δικαιοδόχος συμπίπτουν σε όλες τις περιπτώσεις. 8. Οι παράγραφοι 1 έως 7 εφαρμόζονται αναλόγως στις αιτήσεις για κοινοτικά σήματα. Η μεταβίβαση σημειώνεται στο φάκελο που τηρεί το Γραφείο σχετικά με την αίτηση για κοινοτικό σήμα. Κανόνας 32 Μερικές μεταβιβάσεις 1. Όταν η αίτηση για καταχώρηση μιας μεταβίβασης αφορά μόνον ορισμένα από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τις οποίες έχει γίνει η καταχώρηση του σήματος, η αίτηση περιέχει μνεία των προϊόντων και υπηρεσιών τις οποίες αφορά η μερική μεταβίβαση. 2. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που περιέχονται στην αρχική καταχώρηση διαχωρίζονται μεταξύ της εναπομένουσας καταχώρησης και της νέας καταχώρησης ώστε τα προϊόντα και οι υπηρεσίες στην εναπομένουσα καταχώρηση να μη συμπίπτουν με όσα περιέχονται στη νέα καταχώρηση. 3. Ο κανόνας 31 εφαρμόζεται αναλόγως στις αιτήσεις για καταχωρήσεις μερικής μεταβίβασης σύμφωνα με τον παρόντα κανόνα. 4. Το Γραφείο καταρτίζει χωριστό φάκελο για τη νέα καταχώρηση, που περιέχει πλήρες αντίγραφο του φακέλου της αρχικής καταχώρησης και την αίτηση για καταχώρηση της μερικής μεταβίβασης 7 αντίγραφο αυτής της αίτησης περιέχεται στο φάκελο της απομένουσας καταχώρησης. Το Γραφείο δίνει νέο αριθμό στη νέα καταχώρηση. 5. Κάθε αίτηση του αρχικού δικαιούχου που εκκρεμεί ως προς την αρχική καταχώρηση θεωρείται ότι εκκρεμεί ως προς την απομένουσα καταχώρηση και τη νέα καταχώρηση. Όταν αυτή η αίτηση υπόκειται σε καταβολή τελών και τα τέλη αυτά έχουν καταβληθεί από τον αρχικό δικαιούχο, ο νέος δικαιούχος δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει πρόσθετα τέλη σχετικά με την αίτηση αυτή. Κανόνας 33 Καταχώρηση αδειών χρήσης και άλλων δικαιωμάτων 1. Ο κανόνας 31 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), και παράγραφοι 2, 4 και 7 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στην καταχώρηση της χορήγησης ή της μεταβίβασης άδειας χρήσης στην καταχώρηση της σύστασης, ή της μεταβίβασης εμπράγματου δικαιώματος επί κοινοτικού σήματος και στην καταχώρηση των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης. Όταν όμως ένα κοινοτικό σήμα εμπλέκεται σε πτωχευτική ή ανάλογη διαδικασία η αίτηση της αρμόδιας εθνικής αρχής για σχετική καταχώρηση στο μητρώο δεν υπόκειται σε καταβολή τέλους. 2. Όταν έχει χορηγηθεί άδεια χρήσης ενός κοινοτικού σήματος μόνον για τμήμα των προϊόντων και των υπηρεσιών για τα οποία έχει γίνει καταχώρηση του σήματος ή μόνον για τμήμα της Κοινότητας ή για περιορισμένο χρόνο, η αίτηση για καταχώρηση πρέπει να αναφέρει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ή το τμήμα της Κοινότητας ή τον χρόνο για τον οποίο έχει χορηγηθεί η άδεια χρήσης. 3. Όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις καταχώρησης που προβλέπονται στα άρθρα 19, 20 ή 22 του κανονισμού, στις ανωτέρω παραγράφους 1 και 2 και στους άλλους εφαρμοστέους κανόνες, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα για τις διαπιστωθείσες ελλείψεις. Αν οι ελλείψεις αυτές δεν θεραπευτούν εντός της προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, τότε αυτό απορρίπτει την αίτηση καταχώρησης. 4. Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις αιτήσεις για κοινοτικά σήματα. Οι άδειες χρήσης, τα εμπράγματα δικαιώματα και τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης σημειώνονται στο φάκελο που τηρεί το Γραφείο σχετικά με την αίτηση για κοινοτικό σήμα. Κανόνας 34 Ειδικές εγγραφές κατά την καταχώρηση αδειών χρήσης 1. Η άδεια χρήσης κοινοτικού σήματος χαρακτηρίζεται στο μητρώο ως αποκλειστική εφόσον το ζητήσουν ο δικαιούχος του σήματος ή ο προς ον η άδεια. 2. Η άδεια χρήσης κοινοτικού σήματος χαρακτηρίζεται στο μητρώο ως εκχώρηση άδειας όταν χορηγείται από κάτοχο άδειας καταχωρημένης στο μητρώο. 3. Η άδεια χρήσης ενός κοινοτικού σήματος καταχωρείται στο μητρώο ως άδεια περιοριζόμενη στα προϊόντα και τις υπηρεσίες ή ως εδαφικά περιορισμένη άδεια όταν έχει χορηγηθεί μόνον για τμήμα των προϊόντων ή των υπηρεσιών ως προς τα οποία έχει καταχωρηθεί το σήμα ή αν έχει χορηγηθεί μόνον για τμήμα της Κοινότητας. 4. Αν μια άδεια χρήσης κοινοτικού σήματος έχει χορηγηθεί για ορισμένο χρόνο, καταχωρείται στο μητρώο ως προσωρινή άδεια. Κανόνας 35 Διαγραφή ή τροποποίηση της καταχώρησης αδειών χρήσης και άλλων δικαιωμάτων 1. Η καταχώρηση που αναφέρεται στον κανόνα 33 παράγραφος 1 διαγράφεται μετά από σχετική αίτηση ενός των ενδιαφερομένων. 2. Η αίτηση περιλαμβάνει: α) τον αριθμό καταχώρησης του κοινοτικού σήματος και β) λεπτομέρειες ως προς το δικαίωμα του οποίου η καταχώρηση πρόκειται να διαγραφεί. 3. Η αίτηση για διαγραφή της καταχώρησης άδειας χρήσης ή άλλου δικαιώματος θεωρείται κατατεθείσα μόνο μετά την καταβολή του απαιτούμενου τέλους. Αν το τέλος δεν έχει καταβληθεί ή δεν έχει καταβληθεί εξ ολοκλήρου, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα. Πάντως δεν υπόκειται σε καταβολή τέλους το αίτημα της αρμόδιας εθνικής αρχής για διαγραφή μιας καταχώρησης όταν ένα κοινοτικό σήμα εμπλέκεται σε πτωχευτική ή ανάλογη διαδικασία. 4. Η αίτηση συνοδεύεται από έγγραφα, από τα οποία συνάγεται ότι το καταχωρημένο δικαίωμα δεν υφίσταται πλέον, ή από δήλωση του δικαιούχου της άδειας ή άλλου δικαιώματος ότι συναινεί στη διαγραφή της καταχώρησης. 5. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη διαγραφή της καταχώρησης, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα για τις παρατυπίες. Αν αυτές δεν θεραπευτούν εντός της ταχθείσας από το Γραφείο προθεσμίας, αυτό απορρίπτει την αίτηση διαγραφής. 6. Οι παράγραφοι 1, 2, 4 και 5 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις αιτήσεις για μεταβολή μιας καταχώρησης βάσει του κανόνα 33 παράγραφος 1. 7. Οι παράγραφοι 1 έως 6 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις καταχωρήσεις που γίνονται στους φακέλους σύμφωνα με τον κανόνα 33 παράγραφος 4. ΤΙΤΛΟΣ VI ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ Κανόνας 36 Παραίτηση Η δήλωση περί παραιτήσεως σύμφωνα με το άρθρο 49 του κανονισμού περιλαμβάνει: α) τον αριθμό καταχώρησης του κοινοτικού σήματος 7 β) το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 γ) όταν έχει οριστεί αντιπρόσωπος, το όνομα και την επαγγελματική του διεύθυνση, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 7 δ) όταν η παραίτηση αφορά μόνον ορισμένα από τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τα οποία έχει καταχωρηθεί το σήμα, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες από τα οποία δηλώνεται παραίτηση ή τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τα οποία εξακολουθεί να ισχύει η καταχώρηση του σήματος. 2. Όταν έχει καταχωρηθεί στο μητρώο δικαίωμα τρίτου επί του κοινοτικού σήματος, το γεγονός ότι μια δήλωση συναινέσεως προς τον παραιτούμενο υπογράφεται από τον κάτοχο αυτού του δικαιώματος ή τον αντιπρόσωπό του συνιστά επαρκή απόδειξη περί της συναινέσεώς του για την παραίτηση. Όταν έχει καταχωρηθεί άδεια χρήσης, παραίτηση καταχωρείται τρεις μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος αποδεικνύει στο Γραφείο ότι γνωστοποίησε στον κάτοχο της άδειας την πρόθεσή του να παραιτηθεί. Αν, πριν από την εκπνοή της προθεσμίας αυτής ο δικαιούχος προσκομίσει ενώπιον του Γραφείου την απόδειξη ότι συναινεί ο κάτοχος της άδειας, η παραίτηση καταχωρείται πάραυτα. 3. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που διέπουν την παραίτηση, το Γραφείο ενημερώνει τον δηλούντα για τις ελλείψεις. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εντός της ταχθείσας από το Γραφείο προθεσμίας, το Γραφείο δεν πραγματοποιεί την καταχώρηση της παραίτησης στη μητρώω. ΤΙΤΛΟΣ VII ΕΚΠΤΩΣΗ ΚΑΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ Κανόνας 37 Αίτηση για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας Η προς το Γραφείο αίτηση για την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας σύμφωνα με το άρθρο 55 του κανονισμού περιέχει: α) όσον αφορά την καταχώρηση ως προς την οποία ζητείται η κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας: i) τον αριθμό καταχώρησης του κοινοτικού σήματος ως προς το οποίο ζητείται η κήρυξη της έκπτωσης ή της ακυρότητας, ii) το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος ως προς το οποίο ζητείται η κήρυξη της έκπτωσης ή της ακυρότητας, iii) δήλωση που προσδιορίζει τα καταχωρημένα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τα οποία ζητείται η κήρυξη της έκπτωσης ή της ακυρότητας 7 β) όσον αφορά τους λόγους επί των οποίων βασίζεται η αίτηση: i) σε περιπτώσεις αιτήσεων δυνάμει των άρθρων 50 ή 51 του κανονισμού, δήλωση που να αναφέρει τους λόγους έκπτωσης ή ακυρότητας στους οποίους στηρίζεται η αίτηση, ii) σε περίπτωση αίτησης δυνάμει του άρθρου 52 παράγραφος 1 του κανονισμού, στοιχεία από τα οποία να προκύπτει το δικαίωμα που προβάλλεται ως λόγος ακυρότητας, εφόσον δε χρειάζονται και στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο αιτών νομιμοποιείται να προβάλει ως λόγο ακυρότητας το προγενέστερο δικαίωμα, iii) σε περίπτωση αίτησης δυνάμει του άρθρου 52 παράγραφος 2 του κανονισμού, στοιχεία από τα οποία να προκύπτει το δικαίωμα που προβάλλεται ως λόγος ακυρότητας καθώς και τα στοιχεία από τα οποία να προκύπτει ότι ο αιτών είναι κάτοχος προγενέστερου δικαιώματος σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 2 του κανονισμού, ή ότι νομιμοποιείται, σύμφωνα με το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο, να επικαλεστεί αυτό το δικαίωμα, iv) αναφορά των πραγματικών περιστατικών, αποδείξεων και ισχυρισμών που προβάλλονται για την υποστήριξη της αίτησης 7 γ) όσον αφορά τον αιτούντα: i) το όνομα και τη διεύθυνσή του, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β), ii) σε περίπτωση που έχει ορισθεί αντιπρόσωπος του αιτούντος, το όνομα και την επαγγελματική του διεύθυνση, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε). Κανόνας 38 Γλώσσα της αίτησης για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας 1. Όταν η αίτηση για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας δεν υποβάλλεται στη γλώσσα της αίτησης για καταχώρηση κοινοτικού σήματος, εφόσον αυτή είναι μια από τις γλώσσες του Γραφείου, ή στη δεύτερη γλώσσα που αναφέρεται στην αρχική αίτηση για καταχώρηση, τότε ο αιτών την κήρυξη της έκπτωσης ή της ακυρότητας υποβάλλει μετάφραση της αιτήσεώς του σε μια από τις γλώσσες εντός ενός μηνός από την κατάθεση της αιτήσεως. Όταν τα αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη της αιτήσεως δεν υποβάλλονται στη γλώσσα της διαδικασίας ως προς την κήρυξη της έκπτωσης ή της ακυρότητας, ο αιτών υποβάλλει μετάφραση αυτών των αποδεικτικών στοιχείων στην εν λόγω γλώσσα εντός δύο μηνών από της υποβολής τους. Όταν, πριν από την εκπνοή της δίμηνης προθεσμίας από την παραλαβή εκ μέρους του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος της κοινοποίησης που αναφέρεται στον κανόνα 40 παράγραφος 1, ο αιτών την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας ή ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος ενημερώνουν το Γραφείο για τη συμφωνία τους να διεξαχθεί η διαδικασία σε διαφορετική γλώσσα σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 7 του κανονισμού, ο καταθέτης υποβάλλει, εφόσον η αίτηση δεν υποβλήθηκε στη γλώσσα αυτή, μετάφραση της αίτησης στην εν λόγω γλώσσα, μέσα σε ένα μήνα από την ανωτέρω ημερομηνία. Κανόνας 39 Απόρριψη ως απαράδεκτης της αίτησης για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας 1. Αν το Γραφείο διαπιστώσει ότι η αίτηση για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας δεν είναι σύμφωνη με το άρθρο 55 του κανονισμού, τον κανόνα 37 ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη του κανονισμού ή των παρόντων κανόνων, ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα και τον καλεί να θεραπεύσει τις διαπιστωθείσες ελλείψεις μέσα σε προθεσμία που του τάσσει. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευτούν μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση ως απαράδεκτη. 2. Όταν το Γραφείο διαπιστώνει ότι δεν έχουν καταβληθεί τα απαιτούμενα τέλη, το γνωστοποιεί στον αιτούντα και τον ενημερώνει ότι η αίτηση δεν λογίζεται κατατεθείσα αν τα απαιτούμενα τέλη δεν καταβληθούν εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο. Αν τα απαιτούμενα τέλη καταβληθούν μετά τη λήξη της ταχθείσας από το Γραφείο προθεσμίας, επιστρέφονται στον αιτούντα. 3. Κάθε απόφαση με την οποία απορρίπτεται η αίτηση για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας βάσει της παραγράφου 1 κοινοποιείται στον αιτούντα. Όταν η αίτηση λογίζεται μη κατατεθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος κανόνα, ο αιτών ενημερώνεται σχετικά. Κανόνας 40 Εξέταση της αίτησης για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας 1. Αν το Γραφείο δεν απορρίψει την αίτηση σύμφωνα με τον κανόνα 39, κοινοποιεί στο δικαιούχο του κοινοτικού σήματος την εν λόγω αίτηση και τον καλεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις του μέσα σε προθεσμία που του τάσσει. 2. Αν ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος δεν υποβάλει παρατηρήσεις, το Γραφείο μπορεί να αποφασίσει την κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που διαθέτει. 3. Το Γραφείο κοινοποιεί στον αιτούντα οποιεσδήποτε παρατηρήσεις του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος και, εάν το κρίνει απαραίτητο, τον καλεί να απαντήσει επ' αυτών εντός προθεσμίας που του τάσσει. 4. Όλες οι κατά το άρθρο 56 παράγραφος 1 του κανονισμού κοινοποιήσεις και όλες οι σχετικώς υποβαλλόμενες παρατηρήσεις διαβιβάζονται στα ενδιαφερόμενα μέρη. 5. Αν ο αιτών οφείλει, σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 2 ή 3 του κανονισμού να αποδείξει ότι έγινε όντως χρήση ή ότι συντρέχουν βάσιμοι λόγοι για τη μη χρήση, εφαρμόζεται αναλόγως ο κανόνας 22. Κανόνας 41 Πολλαπλές αιτήσεις για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας 1. Όταν έχει κατατεθεί μια σειρά αιτήσεων για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας σχετικά με το ίδιο κοινοτικό σήμα, το Γραφείο δύναται να τις εξετάσει σε ενιαία διαδικασία. Το Γραφείο δύναται ακολούθως να αποφασίσει το χωρισμό των αιτήσεων. 2. Εφαρμόζεται αναλόγως ο κανόνας 21 παράγραφοι 2 έως 4. ΤΙΤΛΟΣ VIII ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΚΟΙΝΟΤΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ Κανόνας 42 Εφαρμοστέες διατάξεις Με την επιφύλαξη των διατάξεων του κανόνα 43, οι παρόντες κανόνες εφαρμόζονται στα συλλογικά κοινοτικά σήματα. Κανόνας 43 Κανονισμός χρήσης του συλλογικού κοινοτικού σήματος 1. Όταν η αίτηση για συλλογικό κοινοτικό σήμα δεν περιέχει κανονισμό χρήσης του σύμφωνα με το άρθρο 65 του κανονισμού, ο εν λόγω κανονισμός χρήσης μπορεί να υποβληθεί στο Γραφείο εντός δύο μηνών από της καταθέσεως. 2. Ο κανονισμός χρήσης του συλλογικού κοινοτικού σήματος περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία: α) την επωνυμία της αιτούσας επιχείρησης και τη διεύθυνση του γραφείου 7 β) τον σκοπό της ένωσης προσώπων ή το σκοπό για τον οποίο έχει συσταθεί το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου 7 γ) τα όργανα που έχουν εξουσία εκπροσώπησης της ένωσης ή του εν λόγω νομικού προσώπου 7 δ) τους όρους συμμετοχής στην ένωση 7 ε) τα πρόσωπα που δικαιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα 7 στ) ενδεχομένως, τις προϋποθέσεις χρήσης του σήματος, συμπεριλαμβανομένων και των σχετικών κυρώσεων και ζ) ενδεχομένως, την άδεια βάσει του άρθρου 65 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού. ΤΙΤΛΟΣ IX ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ Κανόνας 44 Αίτηση για μετατροπή 1. Η αίτηση για μετατροπή της αίτησης καταχώρησης κοινοτικού σήματος ή καταχωρημένου κοινοτικού σήματος σε εθνικό σύμφωνα με το άρθρο 108 του κανονισμού περιέχει: α) το όνομα και τη διεύθυνση του αιτούντος τη μετατροπή σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 β) όταν ο αιτών τη μετατροπή έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 7 γ) τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης για κοινοτικό σήμα ή τον αριθμό καταχώρησης του κοινοτικού σήματος 7 δ) την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για κοινοτικό σήμα ή το κοινοτικό σήμα και, ενδεχομένως, των στοιχείων σχετικά με τη διεκδίκηση της προτεραιότητας ως προς αίτηση για το κοινοτικό σήμα ή ως προς το κοινοτικό σήμα σύμφωνα με τα άρθρα 30 και 33 του κανονισμού και στοιχεία της διεκδίκησης της αρχαιότητας σύμφωνα με τα άρθρα 34 και 35 του κανονισμού 7 ε) απεικόνιση του σήματος όπως περιέχεται στην αίτηση ή όπως καταχωρήθηκε 7 στ) το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη ως προς τα οποία ζητείται η μετατροπή 7 ζ) όταν η αίτηση μετατροπής δεν αφορά όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τις οποίες είχε υποβληθεί αίτηση ή ως προς τα οποία καταχωρήθηκε το σήμα, μνεία των προϊόντων και των υπηρεσιών για τα οποία ζητείται μετατροπή, και, όπου η μετατροπή ζητείται σε σχέση με περισσότερα από ένα κράτη μέλη και ο κατάλογος των προϊόντων και υπηρεσιών δεν είναι ο ίδιος σε όλα τα κράτη μέλη, μνεία των αντίστοιχων προϊόντων και υπηρεσιών για κάθε κράτος μέλος 7 η) όταν η μετατροπή ζητείται, σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 4 του κανονισμού, σχετική μνεία 7 θ) όταν η μετατροπή ζητείται σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 5 του κανονισμού, μετά από ανάκληση μιας αίτησης για καταχώρηση, σχετική μνεία, και την ημερομηνία ανάκλησης της αιτήσεως για καταχώρηση 7 ι) όταν η μετατροπή ζητείται σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 5 του κανονισμού μετά από μη ανανέωση της καταχώρησης, σχετική μνεία, και την ημερομηνία λήξης της προστασίας 7 η τρίμηνη προθεσμία που προβλέπεται από το άρθρο 108 παράγραφος 5 του κανονισμού αρχίζει την επομένη της τελευταίας ημέρας κατά την οποία μπορεί να υποβληθεί η αίτηση για ανανέωση σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 3 του κανονισμού 7 ια) όταν η μετατροπή ζητείται σύμφωνα με το άρθρο 108 παράγραφος 6 του κανονισμού, σχετική μνεία, την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση του εθνικού δικαστηρίου κατέστη τελεσίδικη και αντίγραφο αυτής της απόφασης. 2. Όταν ζητείται αντίγραφο της δικαστικής απόφασης, σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο ια), αυτό το αντίγραφο πρέπει να υποβάλλεται στη γλώσσα στην οποία έχει εκδοθεί η απόφαση. Κανόνας 45 Εξέταση της αίτησης για μετατροπή 1. Όταν η αίτηση για μετατροπή δεν πληροί τους όρους του άρθρου 108 παράγραφος 1 του κανονισμού ή δεν έχει υποβληθεί μέσα στην τρίμηνη προθεσμία, το Γραφείο την απορρίπτει. 2. Όταν τα τέλη μετατροπής δεν έχουν καταβληθεί μέσα στην τρίμηνη προθεσμία, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα ότι η αίτηση για μετατροπή λογίζεται ως μη υποβληθείσα. 3. Όταν οι λοιποί όροι μετατροπής που προβλέπονται στον κανόνα 44 και στους άλλους κανόνες που διέπουν τις εν λόγω αιτήσεις δεν πληρούνται, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα και τον καλεί να θεραπεύσει τις ελλείψεις μέσα σε προθεσμία που του τάσσει. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν μέσα στην προθεσμία αυτή, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση για μετατροπή. Κανόνας 46 Δημοσίευση της αίτησης για μετατροπή 1. Όταν η αίτηση για μετατροπή αφορά αίτηση για κοινοτικό σήμα το οποίο έχει ήδη δημοσιευθεί στο δελτίο κοινοτικών σημάτων σύμφωνα με το άρθρο 40 του κανονισμού ή όταν η αίτηση για μετατροπή αφορά κοινοτικό σήμα, η εν λόγω αίτηση δημοσιεύεται στο δελτίο κοινοτικών σημάτων. 2. Η δημοσίευση της αίτησης για μετατροπή περιέχει: α) τον αριθμό πρωτοκόλλου ή τον αριθμό καταχώρησης του σήματος ως προς το οποίο ζητείται η μετατροπή 7 β) παραπομπή στην προηγούμενη δημοσίευση της αίτησης ή της καταχώρησης στο δελτίο κοινοτικών σημάτων 7 γ) μνεία του κράτους μέλους ή των κρατών μελών ως προς τα οποία έχει ζητηθεί μετατροπή. 7 δ) όταν η αίτηση μετατροπής δεν αφορά όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες ως προς τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση ή ως προς τα οποία καταχωρήθηκε το σήμα, μνεία των προϊόντων και των υπηρεσιών για τα οποία ζητείται μετατροπή 7 ε) όταν η μετατροπή ζητείται σε σχέση με περισσότερα από ένα κράτη μέλη και ο κατάλογος των προϊόντων και υπηρεσιών δεν είναι ο ίδιος σε όλα τα κράτη μέλη, μνεία των αντίστοιχων προϊόντων και υπηρεσιών για κάθε κράτος μέλος 7 στ) ημερομηνία της αίτησης για μετατροπή. Κανόνας 47 Διαβίβαση στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών Όταν η αίτηση για μετατροπή πληροί τις προϋποθέσεις του κανονισμού και των παρόντων κανόνων, το Γραφείο διαβιβάζει αμελλητί την αίτηση στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας του κράτους μέλους που ορίζεται στην αίτηση καθώς και στο Γραφείο Σημάτων της Μπενελούξ. Το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα για την ημερομηνία διαβίβασης. ΤΙΤΛΟΣ X ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ Κανόνας 48 Περιεχόμενο του δικογράφου της προσφυγής 1. Το δικόγραφο της προσφυγής περιέχει: α) το όνομα και τη διεύθυνση του προσφεύγοντος, σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) 7 β) όταν ο προσφεύγων έχει ορίσει αντιπρόσωπο, το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε) 7 γ) προσδιορισμό της προσβαλλόμενης απόφασης και μέχρι ποιο σημείο ζητείται η τροποποίηση ή η ακύρωσή της. 2. Το δικόγραφο της προσφυγής υποβάλλεται στη γλώσσα της διαδικασίας στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Κανόνας 49 Απόρριψη της προσφυγής ως απαράδεκτης 1. Αν η προσφυγή αντιβαίνει στα άρθρα 57, 58 και 59 του κανονισμού και στον κανόνα 48 παράγραφος 1 στοιχείο γ) και παράγραφος 2, το τμήμα προσφυγών την απορρίπτει ως απαράδεκτη εκτός αν οι ελλείψεις θεραπευτούν πριν λήξει η σχετική προθεσμία που προβλέπεται από το άρθρο 59 του κανονισμού. 2. Αν το τμήμα προσφυγών διαπιστώσει ότι η προσφυγή αντιβαίνει σε άλλες διατάξεις του κανονισμού ή των παρόντων κανόνων, και ιδίως στον κανόνα 48 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), ενημερώνει τον προσφεύγοντα και τον καλεί να θεραπεύσει τις εν λόγω ελλείψεις εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευτούν εμπροθέσμως το τμήμα προσφυγών απορρίπτει την προσφυγή ως απαράδεκτη. 3. Αν το τέλος προσφυγής καταβληθεί μετά τη λήξη της προθεσμίας για υποβολή προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 59 του κανονισμού, η προσφυγή λογίζεται ως μη υποβληθείσα και το τέλος επιστρέφεται στον προσφεύγοντα. Κανόνας 50 Εξέταση της προσφυγής 1. Οι διατάξεις που ισχύουν για τη διαδικασία ενώπιον του τμήματος που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, εφαρμόζονται κατ' αναλογία και για τη διαδικασία προσφυγής, εκτός αν ορίζεται άλλως. 2. Η απόφαση του τμήματος προσφυγών περιέχει: α) μνεία ότι εκδόθηκε από το τμήμα 7 β) την ημερομηνία έκδοσής της 7 γ) τα ονόματα του προέδρου και των άλλων μελών που συμμετείχαν στο τμήμα προσφυγών 7 δ) το όνομα του αρμόδιου υπαλλήλου της γραμματείας 7 ε) τα στοιχεία των διαδίκων και των αντιπροσώπων τους 7 στ) τα θέματα επί των οποίων πρέπει να εκδοθεί απόφαση 7 ζ) συνοπτική έκθεση των πραγματικών περιστατικών 7 η) το σκεπτικό 7 θ) το διατακτικό, συμπεριλαμβανομένης, ενδεχομένως, της απόφασης σχετικά με τα δικαστικά έξοδα. 3. Η απόφαση υπογράφεται από τον πρόεδρο και τα άλλα μέλη του τμήματος προσφυγών και από τον υπάλληλο της γραμματείας του εν λόγω τμήματος. Κανόνας 51 Επιστροφή του τέλους προσφυγής Το τέλος προσφυγής επιστρέφεται, σε περίπτωση προδικαστικής αναθεώρησης της προσβαλλόμενης απόφασης ή όταν η προσφυγή γίνει δεκτή από το τμήμα προσφυγών και κριθεί δίκαιη η επιστροφή του τέλους, λόγω παράβασης ουσιώδους τύπου της διαδικασίας. Σε περίπτωση προδικαστικής αναθεώρησης, η επιστροφή του τέλους διατάσσεται από το τμήμα του οποίου έχει προσβληθεί η απόφαση και, στις άλλες περιπτώσεις, από το τμήμα προσφυγών. ΤΙΤΛΟΣ XI ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Τμήμα Α Αποφάσεις και ανακοινώσεις του γραφείου Κανόνας 52 Τύπος των αποφάσεων 1. Οι αποφάσεις του Γραφείου είναι γραπτές και αιτιολογημένες. Αν διεξαχθεί προφορική διαδικασία ενώπιον του Γραφείου, οι αποφάσεις μπορούν να απαγγέλλονται στο ακροατήριο. Ακολούθως κοινοποιούνται εγγράφως στους διαδίκους. 2. Οι αποφάσεις του Γραφείου που υπόκεινται σε προσφυγή συνοδεύονται από γραπτή υπόμνηση περί του ότι το δικόγραφο της προσφυγής υποβάλλεται εγγράφως στο Γραφείο εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεως της απόφασης κατά της οποίας ασκείται προσφυγή. Εφιστάται επίσης η προσοχή των διαδίκων στα άρθρα 57, 58 και 59 το κανονισμού. Οι διάδικοι δεν μπορούν να επικαλούνται παράλειψη της υπόμνησης σχετικά με τη δυνατότητα ασκήσεως προσφυγής. Κανόνας 53 Διόρθωση λαθών στις αποφάσεις Μόνο τα γλωσσικά και ορθογραφικά λάθη καθώς και προφανείς ανακρίβειες μπορούν να διορθωθούν στις αποφάσεις του Γραφείου. Διορθώνονται από το τμήμα που εξέδωσε την απόφαση αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως ενός των ενδιαφερομένων μερών. Κανόνας 54 Διαπίστωση απώλειας δικαιώματος 1. Αν το Γραφείο διαπιστώσει την απώλεια δικαιώματος βάσει του κανονισμού ή των παρόντων κανόνων χωρίς να έχει εκδοθεί απόφαση, ενημερώνει σχετικά τον ενδιαφερόμενο σύμφωνα με το άρθρο 77 του κανονισμού εφιστώντας την προσοχή του στο περιεχόμενο της παραγράφου 2 του παρόντος κανόνα. 2. Αν ο ενδιαφερόμενος θεωρεί ότι η διαπίστωση του Γραφείου δεν ευσταθεί, μπορεί εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, να ζητήσει από το Γραφείο την έκδοση σχετικής απόφασης. Η απόφαση αυτή εκδίδεται μόνον αν το Γραφείο δεν συμμερίζεται την άποψη του αιτούντος 7 άλλως το Γραφείο αναθεωρεί τη διαπίστωσή του και ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα την έκδοση απόφασης. Κανόνας 55 Υπογραφή, όνομα, σφραγίδα 1. Κάθε απόφαση, ανακοίνωση ή επίδοση του Γραφείου αναφέρουν το τμήμα ή την υπηρεσία του Γραφείου καθώς και το όνομα ή τα ονόματα του αρμόδιου υπαλλήλου ή υπαλλήλων. Υπογράφονται από τον αρμόδιο υπάλληλο ή υπαλλήλους ή, αντί για υπογραφή, φέρουν τον τύπο ή επίθεση της σφραγίδας του γραφείου. 2. Ο πρόεδρος του γραφείου μπορεί να ορίσει άλλα μέσα αναγνώρισης του τμήματος ή της υπηρεσίας του γραφείου και του ονόματος του αρμόδιου υπαλλήλου ή των υπαλλήλων ή ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί άλλο μέσο αναγνώρισης πλην της σφραγίδας, όταν οι αποφάσεις, οι ανακοινώσεις ή οι επιδόσεις διαβιβάζονται με τηλεγράφημα, τηλέτυπο, τηλεμοιοτυπία ή άλλα τεχνικά μέσα επικοινωνίας. Τμήμα Β Προφορική διαδικασία και αποδεικτική διαδικασία Κανόνας 56 Κλήτευση σε προφορική διαδικασία 1. Τα μέρη κλητεύονται στην προφορική διαδικασία που προβλέπεται από το άρθρο 75 του κανονισμού και εφιστάται η προσοχή τους επί της παραγράφου 3 του παρόντος κανόνα. Η προθεσμία κλήτευσης είναι τουλάχιστον ενός μηνός εκτός αν οι διάδικοι συμφωνήσουν για σύντμηση της προθεσμίας. 2. Το Γραφείο εφιστά με την κλήτευση την προσοχή επί των σημείων τα οποία πρέπει, κατά τη γνώμη του, να συζητηθούν ενόψει της εκδόσεως απόφασης. 3. Εάν ένας διάδικος δεν παραστεί στην προφορική διαδικασία ενώπιον του Γραφείου, παρά τη νομότυπη κλήτευσή του, η διαδικασία δύναται να συνεχιστεί χωρίς αυτόν. Κανόνας 57 Αποδεικτική διαδικασία ενώπιον του Γραφείου 1. Αν το Γραφείο κρίνει αναγκαίο να ακούσει τους διαδίκους, μάρτυρες ή πραγματογνώμονες ή να προβεί σε αυτοψία, εκδίδει σχετική απόφαση αναφέροντας το αποδεικτικό μέσο, τα προς απόδειξη πραγματικά περιστατικά καθώς και την ημέρα, την ώρα και τον τόπο διεξαγωγής. Αν η ακρόαση των μαρτύρων ή των πραγματογνωμόνων ζητήθηκε από έναν από τους διαδίκους, το Γραφείο τάσσει στην απόφασή του προθεσμία εντός της οποίας ο αιτών διάδικος οφείλει να του κοινοποιήσει τα ονόματα και τις διευθύνσεις των μαρτύρων και πραγματογνωμόνων των οποίων ζητείται η εξέταση. 2. Η προθεσμία κλήτευσης των διαδίκων, μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων είναι τουλάχιστον ενός μηνός εκτός αν ο κλητευόμενος συναινεί στη σύντμηση της προθεσμίας. Η κλήση περιέχει: α) απόσπασμα της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1, στο οποίο αναφέρονται η ημέρα, η ώρα και ο τόπος διεξαγωγής της διαταχθείσας ακρόασης, καθώς και τα σημεία στα οποία οι διάδικοι, μάρτυρες ή πραγματογνώμονες θα εξεταστούν 7 β) τα ονόματα των διαδίκων και λεπτομέρειες ως προς τα δικαιώματα που δικαιούνται να επικαλεστούν οι μάρτυρες και οι πραγματογνώμονες σύμφωνα με τον κανόνα 59 παράγραφοι 2 έως 5. Κανόνας 58 Διορισμός πραγματογνωμόνων 1. Το γραφείο αποφασίζει για τη μορφή των εκθέσεων που θα υποβάλουν οι πραγματογνώμονες που διορίζει. 2. Η απόφαση περί διορισμού πραγματογνωμόνων περιλαμβάνει: α) ακριβή περιγραφή των καθηκόντων 7 β) την προθεσμία υποβολής της έκθεσης πραγματογνωμοσύνης 7 γ) τα ονόματα των διαδίκων 7 δ) υπόμνηση των δικαιωμάτων που δικαιούνται να επικαλεστούν σύμφωνα με τον κανόνα 59 παράγραφοι 2, 3 και 4. 3. Οι διάδικοι λαμβάνουν αντίγραφο της έκθεσης. 4. Οι διάδικοι μπορούν να προτείνουν την εξαίρεση ενός πραγματογνώμονα είτε για λόγους ανικανότητας είτε για τους ίδιους λόγους οι οποίοι δικαιολογούν την πρόταση εξαίρεσης ενός εξεταστή ή ενός μέλους τμήματος του Γραφείου ή τμήματος προσφυγών σύμφωνα με το άρθρο 132 παράγραφοι 1 και 3 του κανονισμού. Η υπηρεσία που είναι αρμόδια για το διορισμό πραγματογνωμόνων αποφαίνεται σχετικά με την εξαίρεση. Κανόνας 59 Δαπάνες της αποδεικτικής διαδικασίας 1. Το Γραφείο μπορεί να εξαρτήσει τη διεξαγωγή της αποδεικτικής διαδικασίας από την καταβολή εκ μέρους του αιτούντος διαδίκου μιας προκαταβολής προσδιοριζόμενης με βάση έναν κατά προσέγγιση υπολογισμό των προβλεπομένων εξόδων. 2. Οι κλητευθέντες από το Γραφείο μάρτυρες και πραγματογνώμονες που εμφανίζονται ενώπιόν του, δικαιούνται απόδοση ευλόγων οδοιπορικών εξόδων και τροφείων. Το Γραφείο δύναται να επιτρέψει τη χορήγηση προκαταβολής επί των εξόδων αυτών. Το πρώτο εδάφιο εφαρμόζεται και στους μη κλητευθέντες μάρτυρες και πραγματογνώμονες που παρουσιάζονται ενώπιον του Γραφείου και εξετάζονται υπό την ιδιότητα αυτή. 3. Οι μάρτυρες οι οποίοι δικαιούνται απόδοση των εξόδων σύμφωνα με την παράγραφο 2, δικαιούνται επίσης εύλογη αποζημίωση για ημεραργίες, οι δε πραγματογνώμονες δικαιούνται αμοιβή για την εργασία τους. Η αποζημίωση αυτή ή η αμοιβή καταβάλλεται στους μάρτυρες ή πραγματογνώμονες μετά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους όταν αυτοί οι μάρτυρες ή πραγματογνώμονες έχουν κλητευθεί κατόπιν πρωτοβουλίας του Γραφείου. 4. Τα ποσά και οι προκαταβολές που οφείλονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3 καθορίζονται από τον πρόεδρο του Γραφείου και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου. Τα ποσά υπολογίζονται με βάση την αποζημίωση και τους μισθούς των υπαλλήλων με βαθμό Α 4 έως Α 8 σύμφωνα με τον Κανονισμό Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το σχετικό παράρτημα VII. 5. Την τελική ευθύνη για τα οφειλόμενα ή καταβληθέντα ποσά, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2, 3 και 4, φέρει: α) το Γραφείο, όταν κρίνει εξ ιδίας πρωτοβουλίας αναγκαίο να ακούσει τους μάρτυρες ή πραγματογνώμονες ή β) ο ενδιαφερόμενος διάδικος που έχει ζητήσει την προφορική εξέταση μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων, με την επιφύλαξη της απόφασης ως προς την κατανομή και τον προσδιορισμό των εξόδων σύμφωνα με τα άρθρα 81 και 82 του κανονισμού και τον κανόνα 94 του παρόντος κανονισμού. Κάθε διάδικος επιστρέφει στο Γραφείο κάθε αχρεωστήτως καταβληθείσα προκαταβολή. Κανόνας 60 Πρακτικά των προφορικών διαδικασιών και των αποδεικτικών διαδικασιών 1. Για τις προφορικές ή τις αποδεικτικές διαδικασίες συντάσσονται πρακτικά που περιέχουν τα ουσιώδη σημεία των διαδικασιών αυτών ή τις ουσιώδεις δηλώσεις των διαδίκων και τις καταθέσεις των διαδίκων, των μαρτύρων ή των πραγματογνωμόνων καθώς και το αποτέλεσμα της αυτοψίας.2. Τα πρακτικά τα οποία περιέχουν την κατάθεση ενός μάρτυρα, ενός πραγματογνώμονα ή ενός διαδίκου διαβάζονται ενώπιον αυτού ή του διαβιβάζονται προς ανάγνωση. Στα πρακτικά γίνεται μνεία αυτής της ανάγνωσης ή διαβίβασης, καθώς και ότι το πρόσωπο που κατέθεσε ενέκρινε τα πρακτικά. Αν τα πρακτικά δεν εγκριθούν, αναφέρονται οι αντιρρήσεις που διατυπώθηκαν. 3. Τα πρακτικά υπογράφονται από τον υπάλληλο που τα συνέταξε καθώς και από τον υπάλληλο που διηύθυνε την προφορική ή την αποδεικτική διαδικασία. 4. Οι διάδικοι λαμβάνουν αντίγραφο των πρακτικών. 5. Το Γραφείο, κατόπιν αιτήσεως, θέτει στη διάθεση των διαδίκων απομαγνητοφωνημένα πρακτικά των προφορικών διαδικασιών είτε δακτυλογραφημένα είτε με οποιοδήποτε άλλο τρόπο αναγνώσιμο από ηλεκτρονική συσκευή. Η παράδοση του υλικού σχετικά με την προφορική διαδικασία βάσει του πρώτου εδαφίου πραγματοποιείται μόνον μετά από καταβολή των δαπανών του Γραφείου για την απομαγνητοφώνηση. Το ποσό του χρεώνεται σχετικά προσδιορίζεται από τον πρόεδρο του Γραφείου. Τμήμα Γ Κοινοποιήσεις Κανόνας 61 Γενικές διατάξεις που ισχύουν για τις κοινοποιήσεις 1. Στις διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου αποτελεί αντικείμενο κοινοποίησης εκ μέρους του Γραφείου είτε το πρωτότυπο του εγγράφου, είτε επικυρωμένο αντίγραφο ή αντίγραφο το οποίο φέρει τη σφραγίδα του Γραφείου, είτε έντυπο που παράγεται από υπολογιστή και φέρει αυτή τη σφραγίδα. Τα αντίγραφα των εγγράφων που υποβάλλουν οι διάδικοι δεν χρειάζονται θεώρηση από το Γραφείο. 2. Η κοινοποίηση πραγματοποιείται: α) ταχυδρομικώς σύμφωνα με τον κανόνα 62 7 β) με άμεση επίδοση σύμφωνα με τον κανόνα 63 7 γ) με κατάθεση στην ταχυδρομική θυρίδα στο Γραφείο σύμφωνα με τον κανόνα 64 ή δ) με τηλεομοιοτυπία και άλλα τεχνικά μέσα σύμφωνα με τον κανόνα 65 7 ε) με κοινοποίηση σύμφωνα με τον κανόνα 66. Κανόνας 62 Κοινοποίηση μέσω ταχυδρομείου 1. Οι αποφάσεις των οποίων η έκδοση αποτελεί αφετηρία προθεσμίας για προσφυγή, οι κλητεύσεις και όσα έγγραφα καθορίζονται από τον πρόεδρο του Γραφείου, κοινοποιούνται με συστημένη επιστολή με απόδειξη παραλαβής. Οι αποφάσεις και ανακοινώσεις που αποτελούν αφετηρία άλλης προθεσμίας επιδίδονται με συστημένη επιστολή, εφόσον ο πρόεδρος του Γραφείου δεν ορίζει άλλως. Όλες οι άλλες ανακοινώσεις γίνονται με απλή επιστολή. 2. Οι κοινοποιήσεις σε παραλήπτες οι οποίοι δεν έχουν κατοικία, έδρα ή εγκατάσταση στην Κοινότητα, ούτε έχουν ορίσει αντιπρόσωπο σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 2 του κανονισμού, πραγματοποιούνται με την ταχυδρόμηση του προς κοινοποίηση εγγράφου ως απλής επιστολής στην τελευταία γνωστή στο Γραφείο διεύθυνση του παραλήπτη. Η κοινοποίηση θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε μόλις η επιστολή ταχυδρομηθεί. 3. Σε περίπτωση κοινοποίησης με επιστολή συστημένη, απλή ή με απόδειξη παραλαβής, το έγγραφο θεωρείται ότι έχει επιδοθεί τη δέκατη ημέρα μετά την κατάθεση της επιστολής στο ταχυδρομείο, εκτός εάν δεν φθάσει ποτέ στον προορισμό της ή αν φθάσει αργότερα. Σε περίπτωση αμφισβήτησης εναπόκειται στο Γραφείο να αποδείξει ότι το έγγραφο έφθασε στον προορισμό του και, ενδεχόμενα, την ημερομηνία παράδοσής του στον παραλήπτη. 4. Η κοινοποίηση με επιστολή συστημένη, απλή ή με απόδειξη παραλαβής, θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί, ακόμη κι αν ο παραλήπτης αρνηθεί να παραλάβει την επιστολή. 5. Εφόσον η κοινοποίηση μέσω του ταχυδρομείου δεν ρυθμίζεται από τις παραγράφους 1 έως 4, ισχύει το δίκαιο του κράτους στο έδαφος του οποίου πραγματοποιείται η κοινοποίηση. Κανόνας 63 Κοινοποίηση με επίδοση Η κοινοποίηση μπορεί να γίνει στους χώρους του Γραφείου με άμεση επίδοση του εγγράφου στον παραλήπτη, ο οποίος πιστοποιεί την παραλαβή του. Κανόνας 64 Κοινοποίηση με κατάθεση στην ταχυδρομική θυρίδα του παραλήπτη Όταν ο παραλήπτης διαθέτει ταχυδρομική θυρίδα στο Γραφείο, η κοινοποίηση μπορεί επίσης να γίνει με την εναπόθεση του προς κοινοποίηση εγγράφου στη θυρίδα αυτή. Η εναπόθεση αυτή σημειώνεται στο φάκελο. Η ημερομηνία εναπόθεσης σημειώνεται στο προς κοινοποίηση έγγραφο. Η κοινοποίηση θεωρείται ότι πραγματοποιήθηκε την πέμπτη ημέρα μετά την εναπόθεση του εγγράφου στην ταχυδρομική θυρίδα στο Γραφείο. Κανόνας 65 Κοινοποίηση με τηλεομοιοτυπία και άλλα τεχνικά μέσα 1. Η κοινοποίηση με τηλεομοιοτυπία πραγματοποιείται με διαβίβαση είτε του πρωτοτύπου είτε αντιγράφου τους προς κοινοποίηση εγγράφου, όπως προβλέπεται από τον κανόνα 61 παράγραφος 1. Τις λεπτομέρειες αυτής της διαβίβασης καθορίζει ο πρόεδρος του Γραφείου. 2. Τις λεπτομέρειες της κοινοποίησης με άλλα τεχνικά μέσα επικοινωνίας καθορίζει ο πρόεδρος του Γραφείου. Κανόνας 66 Κοινοποίηση με δημοσίευση 1. Όταν δεν μπορεί να προσδιοριστεί η διεύθυνση του παραλήπτη, ή όταν έχει αποδειχθεί ότι είναι αδύνατη η κοινοποίηση σύμφωνα με τον κανόνα 62 παράγραφος 1 ακόμη και μετά τη δεύτερη προσπάθεια του Γραφείου, η κοινοποίηση γίνεται με δημοσίευση. Η σχετική ανακοίνωση δημοσιεύεται τουλάχιστον στο δελτίο κοινοτικών σημάτων. 2. Ο πρόεδρος του Γραφείου καθορίζει τη διαδικασία δημοσίευσης καθώς και την ημερομηνία έναρξης της προθεσμίας του ενός μηνός, μετά την παρέλευση της οποίας το έγγραφο θεωρείται ότι έχει κοινοποιηθεί. Κανόνας 67 Κοινοποίηση στους αντιπροσώπους 1. Αν έχει οριστεί αντιπρόσωπος, ή όταν ο πρώτος αιτών σε κοινή αίτηση λογίζεται ως κοινός αντιπρόσωπος σύμφωνα με τον κανόνα 75 παράγραφος 1, οι κοινοποιήσεις πραγματοποιούνται προς αυτόν τον ορισθέντα ή κοινό αντιπρόσωπο. 2. Αν έχουν ορισθεί περισσότεροι αντιπροσώποι για έναν ενδιαφερόμενο, αρκεί η κοινοποίηση σε έναν από αυτούς εκτός αν έχει δηλωθεί ειδικά διεύθυνση αντικλήτου σύμφωνα με τον κανόνα 1 παράγραφος 1 στοιχείο ε). 3. Αν περισσότερα ενδιαφερόμενα μέρη έχουν ορίσει κοινό αντιπρόσωπο, αρκεί η κοινοποίηση ενός μόνον εγγράφου στον κοινό αντιπρόσωπο. Κανόνας 68 Πλημμελής κοινοποίηση Όταν ένα έγγραφο έχει παραληφθεί από τον παραλήπτη, ακόμη και αν το Γραφείο δεν είναι σε θέση να αποδείξει την νομότυπη κοινοποίηση του εγγράφου ή ότι τηρήθηκαν οι διατάξεις περί κοινοποιήσεως, λογίζεται ότι το εν λόγω έγγραφο κοινοποιήθηκε κατά την ημερομηνία την οποία το Γραφείο θεωρεί ως ημερομηνία παραλαβής. Κανόνας 69 Κοινοποίηση εγγράφων σε περίπτωση πλειόνων διαδίκων Τα έγγραφα που υποβάλλουν οι διάδικοι και περιέχουν αιτήματα επί της ουσίας ή δήλωση παραίτησης από ένα τέτοιο αίτημα, κοινοποιούνται αυτεπαγγέλτως στους άλλους διαδίκους. Η κοινοποίηση είναι προαιρετική, όταν το έγγραφο δεν περιέχει νέους ισχυρισμούς και η υπόθεση είναι ώριμη για έκδοση απόφασης. Τμήμα Δ Προθεσμίες Κανόνας 70 Υπολογισμός των προθεσμιών 1. Οι προθεσμίες υπολογίζονται σε πλήρη έτη, μήνες, εβδομάδες ή ημέρες. 2. Η προθεσμία θεωρείται ότι αρχίζει την επόμενη της ημέρας κατά την οποία συνέβη το γεγονός που αποτελεί την αφετηρία της. Το γεγονός αυτό μπορεί να είναι μια διαδικαστική ενέργεια ή η λήξη άλλης προθεσμίας. Αν η ενέργεια αυτή συνίσταται σε επίδοση εγγράφου, το κρίσιμο γεγονός είναι η παραλαβή του επιδοθέντος εγγράφου, εφόσον δεν ορίζεται άλλως. 3. Όταν η προθεσμία είναι ενός ή περισσοτέρων ετών, τότε λήγει κατά το αντίστοιχο επόμενο έτος την ημέρα και τον μήνα που αντιστοιχούν σε αριθμό με την ημέρα και τον μήνα που συνέβη το γεγονός. Αν ο αντίστοιχος μήνας δεν έχει αντίστοιχη ημέρα, τότε η προθεσμία λήγει την τελευταία ημέρα αυτού του μήνα. 4. Όταν η προθεσμία είναι ενός ή περισσοτέρων μηνών, τότε λήγει τον αντίστοιχο επόμενο μήνα, την ημέρα που αντιστοιχεί σε αριθμό με την ημέρα κατά την οποία συνέβη το γεγονός. Όταν η ημέρα κατά την οποία συνέβη το γεγονός είναι η τελευταία του μήνα ή αν ο μήνας που ακολουθεί δεν έχει αντίστοιχη ημέρα, τότε η προθεσμία λήγει την τελευταία ημέρα αυτού του μήνα. 5. Όταν η προθεσμία είναι μιας ή περισσοτέρων εβδομάδων, τότε λήγει την αντίστοιχη επόμενη εβδομάδα, την ημέρα που αντιστοιχεί στην ημέρα κατά την οποία συνέβη το γεγονός. Κανόνας 71 Διάρκεια των προθεσμιών 1. Όταν ο κανονισμός ή οι παρόντες κανόνες προβλέπουν προθεσμία οριζόμενη από το Γραφείο, τότε, αν το ενδιαφερόμενο μέρος έχει την κατοικία του ή την κύρια επαγγελματική του εγκατάσταση ή κάποια εγκατάσταση εντός της Κοινότητας, η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να είναι κατώτερη του ενός μηνός, ή, όταν δεν συντρέχουν αυτές οι περιστάσεις, κατώτερη των δύο ή ανώτερη των έξι μηνών. Το Γραφείο μπορεί, όταν το επιβάλλουν οι περιστάσεις, να επιτρέψει παράταση συγκεκριμένης προθεσμίας όταν την παράταση έχει ζητήσει το ενδιαφερόμενο μέρος και η αίτηση έχει υποβληθεί πριν από τη λήξη της αρχικής προθεσμίας. 2. Αν οι διάδικοι είναι δύο ή περισσότεροι, το Γραφείο δύναται να εξαρτήσει την παράταση μιας προθεσμίας από την συναίνεση των άλλων διαδίκων. Κανόνας 72 Λήξη της προθεσμίας σε ειδικές περιπτώσεις 1. Αν μια προθεσμία εκπνέει ημέρα κατά την οποία το Γραφείο δεν είναι ανοικτό για να παραλάβει τα προς κατάθεση έγγραφα, ή κατά την οποία, για διαφορετικούς λόγους από αυτούς που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το κανονικό ταχυδρομείο δεν διανεμήθηκε στον τόπο που βρίσκεται το Γραφείο αυτό, η προθεσμία παρατείνεται μέχρι την πρώτη ημέρα που ανοίγει το Γραφείο ώστε να παραλάβει τα προς κατάθεση έγγραφα και γίνεται η διανομή κανονικού ταχυδρομείου. Οι ημέρες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο προσδιορίζονται, πριν από την έναρξη κάθε ημερολογιακού έτους, από τον πρόεδρο του Γραφείου. 2. Αν μια προθεσμία λήγει ημέρα κατά την οποία είτε έγινε γενική διακοπή της διανομής του ταχυδρομείου, είτε σημειώθηκε ανωμαλία που προερχόταν από τη διακοπή της διανομής αυτής μέσα σε ένα κράτος μέλος ή μεταξύ ενός κράτους μέλους και του Γραφείου, η προθεσμία παρατείνεται μέχρι την πρώτη ημέρα μετά από το τέλος της διακοπής ή της ανωμαλίας για τους διαδίκους που έχουν ορίσει αντιπροσώπους που έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στο κράτος αυτό. Σε περίπτωση που το κράτος αυτό είναι το κράτος όπου έχει την έδρα του το Γραφείο, η διάταξη αυτή εφαρμόζεται για όλους τους διαδίκους. Η διάρκεια της προαναφερομένης περιόδου προσδιορίζεται από τον πρόεδρο του Γραφείου. 3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται κατ' αναλογία και στις προθεσμίες που προβλέπονται από τον κανονισμό ή τους παρόντες κανόνες για τις πράξεις της αρμόδιας αρχής κατά την έννοια του άρθρου 25 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού. 4. Αν έκτακτες περιστάσεις όπως θεομηνία ή απεργία διακόψουν ή διαταράξουν την κανονική λειτουργία του Γραφείου, καθυστερώντας τις ανακοινώσεις από το Γραφείο προς τα μέρη σχετικά με τη λήξη της προθεσμίας, οι ενέργειες που πρέπει να γίνουν μέσα στις προθεσμίες αυτές μπορούν έγκυρα να διεκπεραιωθούν μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση της καθυστερημένης ανακοίνωσης. Η αρχή και το τέλος αυτής της διακοπής, ή ανωμαλίας προσδιορίζονται από τον πρόεδρο του Γραφείου. Τμήμα Ε Διακοπή της διαδικασίας Κανόνας 73 Διακοπή της διαδικασίας 1. Η διαδικασία ενώπιον του Γραφείου διακόπτεται: α) σε περίπτωση θανάτου ή ανικανότητας είτε του καταθέτη είτε του δικαιούχου κοινοτικού σήματος, είτε του προσώπου που είναι ικανό σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία να ενεργεί για λογαριασμό του ενός ή του άλλου. Πάντως, εάν τα γεγονότα αυτά δεν επηρεάζουν την εξουσιοδότηση του αντιπροσώπου που διορίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 89 του κανονισμού, η διαδικασία διακόπτεται μόνο μετά από αίτηση του εν λόγω αντιπροσώπου 7 β) αν ο καταθέτης ή ο δικαιούχος του κοινοτικού σήματος κωλύεται νομικά να συνεχίσει τη διαδικασία ενώπιον του Γραφείου επειδή ασκήθηκε αγωγή που στρέφεται κατά της περιουσίας του 7 γ) σε περίπτωση θανάτου ή απώλειας της δικαιοπρακτικής ικανότητας του αντιπροσώπου ενός καταθέτη ή δικαιούχου κοινοτικού σήματος, ή όταν κωλύεται νομικά να συνεχίσει τη διαδικασία ενώπιον του Γραφείου επειδή εκκρεμεί αγωγή κατά της περιουσίας του. 2. Αν, στις περιπτώσεις της παραγράφου 1 στοιχεία α) και β), το Γραφείο έχει ενημερωθεί για την ταυτότητα του προσώπου που δικαιούται να συνεχίσει ενώπιόν του τη διαδικασία, ανακοινώνει στο πρόσωπο αυτό και, ενδεχομένως, σε όλους τους ενδιαφερόμενους τρίτους ότι η διαδικασία θα επαναληφθεί από την ημερομηνία που καθορίζει το Γραφείο. 3. Στην περίπτωση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), η διαδικασία επαναλαμβάνεται όταν το Γραφείο ειδοποιηθεί για το διορισμό νέου αντιπροσώπου του καταθέτη ή όταν το Γραφείο αυτό ανακοινώσει στους λοιπούς διαδίκους το διορισμό του νέου αντιπροσώπου του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος. Εάν, μέσα σε προθεσμία τριών μηνών από την έναρξη της διακοπής της διαδικασίας, το Γραφείο δεν ενημερωθεί για το διορισμό νέου αντιπροσώπου, ανακοινώνει στον καταθέτη ή το δικαιούχο του κοινοτικού σήματος: α) στις περιπτώσεις εφαρμογής του άρθρου 88 παράγραφος 2 του κανονισμού, ότι η αίτηση για κοινοτικό σήμα θεωρείται ανακληθείσα, αν η γνωστοποίηση δεν υποβληθεί μέσα σε δύο μήνες από την κοινοποίηση της εν λόγω ανακοίνωσης ή β) στην περίπτωση μη εφαρμογής του άρθρου 88 παράγραφος 2 του κανονισμού, ότι η διαδικασία επαναλαμβάνεται με τον καταθέτη ή το δικαιούχο του κοινοτικού σήματος από την ημερομηνία κοινοποίησης της εν λόγω ανακοίνωσης. 4. Οι προθεσμίες, εκτός από την προθεσμία καταβολής των τελών ανανέωσης, που ισχύουν έναντι του καταθέτη ή του δικαιούχου του κοινοτικού σήματος κατά την ημέρα διακοπής της διαδικασίας, αρχίζουν να τρέχουν εκ νέου από την ημερομηνία επανάληψης της διαδικασίας. Τμήμα ΣΤ Παραίτηση από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης Κανόνας 74 Παραίτηση από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να παραιτηθεί από πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης για ποσό που οφείλεται, εφόσον το ποσό αυτό είναι ελάχιστο ή εφόσον η έκβαση της αναγκαστικής εκτέλεσης είναι αβέβαιη. Τμήμα Ζ Αντιπροσώπευση Κανόνας 75 Διορισμός κοινού αντιπροσώπου 1. Εάν μια αίτηση κοινοτικού σήματος κατατέθηκε από περισσότερα πρόσωπα και εάν στην αίτηση δεν ορίζεται κοινός αντιπρόσωπος, ο αιτών που αναφέρεται πρώτος στην αίτηση θεωρείται ότι είναι ο κοινός αντιπρόσωπος. Παρόλα αυτά, αν ένας από τους αιτούντες υπέχει υποχρέωση διορισμού εγκεκριμένου αντιπροσώπου, ο αντιπρόσωπος αυτός θεωρείται ότι είναι ο κοινός αντιπρόσωπος εκτός αν ο αιτών, που αναφέρεται πρώτος στην αίτηση, έχει διορίσει εγκεκριμένο αντιπρόσωπο. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται κατ' αναλογία και σε τρίτους που καταθέτουν κοινή ανακοπή ή υποβάλουν κοινή αίτηση για κήρυξη έκπτωσης, ή ακυρότητας και στους συνδικαιούχους κοινοτικού σήματος. 2. Αν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας μεσολάβησε μεταβίβαση των δικαιωμάτων σε περισσότερα πρόσωπα και αν τα πρόσωπα αυτά δεν διόρισαν κοινό αντιπρόσωπο, εφαρμόζεται κατ' αναλογία η παράγραφος 1. Αν είναι αδύνατη η κατ' αναλογία εφαρμογή της, το Γραφείο καλεί τους δικαιούχους να διορίσουν κοινό αντιπρόσωπο μέσα σε δύο μήνες. Αν δεν ανταποκριθούν σε αυτήν την κλήση, το Γραφείο ορίζει τον κοινό αντιπρόσωπο. Κανόνας 76 Πληρεξουσιότητα 1. Οι αντιπρόσωποι που διεκπεραιώνουν πράξεις ενώπιον του Γραφείου καταθέτουν ενυπόγραφο πληρεξούσιο που τίθεται στο φάκελο. Το πληρεξούσιο δύναται να καλύπτει μία ή περισσότερες αιτήσεις ή ένα ή περισσότερα καταχωρημένα σήματα. 2. Μπορεί να κατατεθεί γενικό πληρεξούσιο με το οποίο εξουσιοδοτείται ένας αντιπρόσωπος να εκπροσωπεί τον εντολέα σε όλες τις δικαιοπραξίες που αφορούν σήματα. 3. Το πληρεξούσιο κατατίθεται σε οποιαδήποτε γλώσσα του Γραφείου και στη γλώσσα της διαδικασίας αν αυτή δεν είναι κάποια από τις γλώσσες του Γραφείου. 4. Όταν γνωστοποιείται στο Γραφείο ο διορισμός αντιπροσώπου, το πληρεξούσιο για τον αντιπρόσωπο αυτό κατατίθεται εντός της προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο. Αν το πληρεξούσιο δεν κατατεθεί εμπρόθεσμα, η διαδικασία συνεχίζεται με τον αντιπροσωπευόμενο. Οι πράξεις του αντιπροσώπου, εξαιρουμένης της υποβολής της αιτήσεως, θεωρούνται ως μη τελεσθείσες αν ο αντιπροσωπευόμενος δεν τις εγκρίνει. Η εφαρμογή του άρθρου 88 παράγραφος 2 του κανονισμού δεν θίγεται. 5. Οι παράγραφοι 1 έως 3 εφαρμόζονται κατ' αναλογία και στην ανακληση του πληρεξουσίου. 6. Ο αντιπρόσωπος του οποίου έχει παύσει η πληρεξουσιότητα, εξακολουθεί να θεωρείται ως αντιπρόσωπος μέχρις ότου η παύση της πληρεξουσιότητας κοινοποιηθεί στο Γραφείο. 7. Εκτός αν ορίζει διαφορετικά, το πληρεξούσιο δεν παύει να ισχύει έναντι του Γραφείου σε περίπτωση θανάτου του εξουσιοδοτούντος. 8. Όταν ο ενδιαφερόμενος έχει ορίσει περισσότερους του ενός αντιπροσώπους, τότε αυτοί μπορούν να ενεργούν είτε από κοινού, είτε μεμονωμένα εκτός αν ορίζεται το αντίθετο στο πληρεξούσιο. 9. Το πληρεξούσιο που χορηγείται σε μια ένωση αντιπροσώπων θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί σε οποιονδήποτε αντιπρόσωπο αποδείξει ότι ασκεί δραστηριότητα ως μέλος της ενώσεως αυτής. Κανόνας 77 Αντιπροσώπευση Κάθε κοινοποίηση ή άλλη ανακοίνωση την οποία το Γραφείο επιδίδει στον νομίμως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο έχει τις αυτές έννομες συνέπειες όπως όταν επιδίδεται στον αντιπροσωπευόμενο. Κάθε επίδοση προς το Γραφείο από τον νομίμως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο έχει τις αυτές έννομες συνέπειες όπως αν προερχόταν από τον αντιπροσωπευόμενο. Κανόνας 78 Μεταβολή στον κατάλογο των εγκεκριμένων πληρεξουσίων 1. Η εγγραφή ενός εγκεκριμένου πληρεξουσίου στον οικείο κατάλογο διαγράφεται κατόπιν αιτήσεως αυτού, σύμφωνα με το άρθρο 89 του κανονισμού. Ο εγκεκριμένος πληρεξούσιος διαγράφεται αυτεπάγγελτα από τον ανωτέρω κατάλογο όταν: α) αποβιώσει ή κηρυχθεί ανίκανος για δικαιοπραξία 7 β) απωλέσει την ιθαγένεια ενός κράτους μέλους εκτός αν ο πρόεδρος του Γραφείου επιτρέψει παρέκκλιση, σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 4 στοιχείο β) του κανονισμού 7 γ) παύσει να έχει την επαγγελματική του κατοικία ή τον τόπο εργασίας του στην Κοινότητα 7 δ) αν δεν είναι πλέον εξουσιοδοτημένος σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 89 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού. 3. Η εγγραφή ενός πληρεξουσίου στον κατάλογο αναστέλλεται με πρωτοβουλία του Γραφείου όταν έχει ανασταλεί η εξουσιοδότησή του για εκπροσώπηση φυσικών ή νομικών προσώπων ενώπιον της κεντρικής υπηρεσίας της βιομηχανικής ιδιοκτησίας του κράτους μέλους όπως αναφέρεται από το πρώτο εδάφιο του άρθρου 89 παράγραφος 2 στοιχείο γ). 4. Οι διαγραφέντες πληρεξούσιοι επανεγγράφονται στον κατάλογο των εγκεκριμένων πληρεξουσίων κατόπιν αιτήσεως σύμφωνα με το άρθρο 89 παράγραφος 3 του κανονισμού, όταν εκλείψουν οι λόγοι διαγραφής. 5. Το Γραφείο Σημάτων της Μπενελούξ και η κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας των ενδιαφερομένων κρατών μελών εφόσον έχουν λάβει γνώση, ειδοποιούν πάραυτα το Γραφείο για κάθε περιστατικό από τα αναφερόμενα στις παραγράφους 2 και 3. 6. Οι μεταβολές στον κατάλογο επαγγελματικής εκπροσώπησης δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου. Τμήμα Η Γραπτές κοινοποιήσεις και έντυπα Κανόνας 79 Κοινοποιήσεις εγγράφως ή με άλλα μέσα Οι αιτήσεις για καταχώρηση κοινοτικού σήματος καθώς και κάθε άλλη αίτηση που προβλέπεται από τον κανονισμό και όλες οι άλλες κοινοποιήσεις που απευθύνονται στο Γραφείο υποβάλλονται με τον ακόλουθο τρόπο: α) με υπογεγραμμένο πρωτότυπο του σχετικού εγγράφου που διαβιβάζεται στο Γραφείο ταχυδρομικά, παραδίδεται προσωπικά ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο τα συνημμένα έγγραφα που υποβάλλονται δεν χρήζουν υπογραφής 7 β) διαβιβάζεται ένα υπογεγραμμένο πρωτότυπο με τηλεομοιοτυπία σύμφωνα με τον κανόνα 80 7 γ) με τηλετύπημα ή τηλεγράφημα σύμφωνα με τον κανόνα 81 7 δ) διαβιβάζεται το περιεχόμενο της κοινοποίησης με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με τον κανόνα 82 7 Κανόνας 80 Κοινοποίηση με τηλεομοιοτυπία 1. Όταν υποβάλλεται στο Γραφείο αίτηση για καταχώρηση σήματος με τηλεομοιοτυπία και η αίτηση περιέχει απεικόνιση του σήματος, σύμφωνα με τον κανόνα 3 παράγραφος 2, χωρίς να πληροί τις απαιτήσεις του εν λόγω κανόνα, ο απαιτούμενος αριθμός πρωτοτύπων απεικονίσεων υποβάλλεται στο Γραφείο σύμφωνα με τον κανόνα 79 στοιχείο α). Όταν οι απεικονίσεις περιέλθουν στο Γραφείο μέσα σε ένα μήνα από την ημερομηνία παραλαβής από το Γραφείο της τηλεομοιοτυπίας, η αίτηση θεωρείται ότι παρελήφθη κατά την εν λόγω ημερομηνία παραλαβής της τηλεομοιοτυπίας. Όταν οι απεικονίσεις περιέλθουν στο Γραφείο μετά τη λήξη αυτής της προθεσμίας και η απεικόνιση χρειάζεται για να δοθεί ημερομηνία καταχώρησης, η αίτηση θεωρείται ότι παρελήφθη από το Γραφείο κατά την ημερομηνία που αυτό παρέλαβε τις απεικονίσεις. 2. Όταν μια κοινοποίηση που παραλαμβάνεται με τηλεομοιοτυπία είναι ελλιπής ή δυσανάγνωστη, ή όταν το Γραφείο έχει βάσιμες αμφιβολίες ως προς την ορθότητα της διαβίβασης, το Γραφείο ενημερώνει τον αποστολέα σχετικά και τον καλεί, μέσα σε προθεσμία που του τάσσει, να προβεί σε νέα διαβίβαση του πρωτοτύπου με τηλεομοιοτυπία ή να υποβάλει το πρωτότυπο σύμφωνα με τον κανόνα 79 στοιχείο α). Εφόσον υπάρξει ανταπόκριση σ' αυτή την πρόσκληση μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, ως ημερομηνία παραλαβής της αρχικής διαβίβασης λογίζεται η ημερομηνία που παρελήφθη η νέα διαβίβαση ή το πρωτότυπο, υπό τον όρο, ότι όταν οι ελλείψεις αφορούν τη χορήγηση ημερομηνίας καταχώρησης μιας αιτήσεως για κοινοτικό σήμα, εφαρμόζονται οι διατάξεις σχετικά με την ημερομηνία καταχώρησης. Όταν δεν υπάρχει ανταπόκριση στην πρόσκληση μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, η κοινοποίηση θεωρείται ως μη παραληφθείσα. 3. Κάθε κοινοποίηση που υποβάλλεται στο Γραφείο με τηλεομοιοτυπία θεωρείται νομίμως υπογεγραμμένη αν κατά την εκτύπωση που παράγει η οικεία συσκευή αποτυπώνεται η υπογραφή. 4. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να ορίσει πρόσθετες προϋποθέσεις για την κοινοποίηση με τηλεομοιοτυπία, όπως συσκευή που πρέπει να χρησιμοποιείται, τεχνικές λεπτομέρειες της κοινοποίησης και μέθοδοι αναγνώρισης του αποστολέα. Κανόνας 81 Κοινοποίηση με τηλετύπημα ή τηλεγράφημα 1. Όταν υποβάλλεται στο Γραφείο με τηλετύπημα ή τηλεγράφημα αίτηση για καταχώρηση σήματος και η αίτηση περιέχει απεικόνιση του σήματος, σύμφωνα με τον κανόνα 3 παράγραφος 2, εφαρμόζεται κατ' αναλογία ο κανόνας 80 παράγραφος 1. 2. Όταν γίνεται κοινοποίηση με τηλετύπημα ή τηλεγράφημα, εφαρμόζεται κατ' αναλογία ο κανόνας 80 παράγραφος 2. 3. Όταν γίνεται κοινοποίηση με τηλετύπημα ή τηλεγράφημα, η μνεία του ονόματος του αποστολέα ισοδυναμεί με υπογραφή. Κανόνας 82 Κοινοποίηση με ηλεκτρονικά μέσα 1. Όταν υποβάλλεται με ηλεκτρονικά μέσα αίτηση για καταχώρηση σήματος και η αίτηση περιέχει απεικόνιση του σήματος σύμφωνα με τον κανόνα 3 παράγραφος 2, εφαρμόζεται κατ' αναλογία ο κανόνας 80 παράγραφος 1. 2. Όταν γίνεται κοινοποίηση με ηλεκτρονικά μέσα, εφαρμόζεται κατ' αναλογία ο κανόνας 80 παράγραφος 2. 3. Όταν γίνεται στο Γραφείο κοινοποίηση με ηλεκτρονικά μέσα, η μνεία του ονόματος του αποστολέα ισοδυναμεί με υπογραφή. 4. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να ορίσει πρόσθετες προϋποθέσεις για την κοινοποίηση με ηλεκτρονικά μέσα, όπως η συσκευή που πρέπει να χρησιμοποιείται, τεχνικές λεπτομέρειες της κοινοποίησης και μέθοδοι αναγνώρισης του αποστολέα. Κανόνας 83 Έντυπα 1. Το Γραφείο διαθέτει δωρεάν έντυπα για: α) την υποβολή αίτησης κοινοτικού σήματος 7 β) την άσκηση ανακοπής κατά της καταχώρησης ενός κοινοτικού σήματος 7 γ) την αίτηση για τροποποίηση της αιτήσεως ή της καταχώρησης, την αίτηση για διόρθωση των ονομάτων, των διευθύνσεων, των λαθών και παροραμάτων 7 δ) την αίτηση για καταχώρηση της μεταβίβασης και το έντυπο και το έγγραφο μεταβίβασης βάσει του κανόνα 31 παράγραφος 5 7 ε) την αίτηση για καταχώρηση μιας άδειας χρήσεως 7 στ) την αίτηση ανανέωσης της καταχώρησης ενός κοινοτικού σήματος 7 ζ) την αίτηση για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας ενός κοινοτικού σήματος 7 η) την αίτηση για επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση 7 θ) την άσκηση προσφυγής 7 ι) το διορισμό αντιπροσώπου, με τη μορφή ειδικού ή γενικού πληρεξουσίου. 2. Το Γραφείο μπορεί να διαθέτει δωρεάν και άλλα έντυπα. 3. Το Γραφείο διαθέτει τα έγγραφα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας. 4. Το Γραφείο θέτει τα έντυπα δωρεάν στη διάθεση του Γραφείου Σημάτων της Μπενελούξ και των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών. 5. Το Γραφείο μπορεί να διαθέτει και μηχανογραφημένα έντυπα. 6. Οι διάδικοι που συμμετέχουν στη διαδικασία ενώπιον του Γραφείου χρησιμοποιούν έντυπα που διαθέτει το Γραφείο, ή αντίγραφα αυτών των εντύπων ή έντυπα με το ίδιο περιεχόμενο και τις διαστάσεις όπως τα έντυπα που παράγονται με ηλεκτρονικές διαδικασίες. 7. Τα έντυπα πρέπει να συμπληρώνονται κατά τρόπο που να επιτρέπει αυτοματοποιημένη εισαγωγή του περιεχομένου σε ηλεκτρονικό υπολογιστή με αναγνώριση των στοιχείων ή σάρωση. Τμήμα Θ Ενημέρωση του κοινού Κανόνας 84 Μητρώο κοινοτικών σημάτων 1. Το μητρώο κοινοτικών σημάτων τηρείται με τη μορφή ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων. 2. Το μητρώο κοινοτικών σημάτων περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία: α) την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης καταχώρησης του σήματος 7 β) τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης 7 γ) την ημερομηνία δημοσίευσης της αίτησης 7 δ) το όνομα, τη διεύθυνση και την ιθαγένεια του καταθέτη και το κράτος στο οποίο κατοικεί ή έχει την έδρα ή την εγκατάστασή του 7 ε) το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου, εφόσον αυτός δεν είναι πληρεξούσιος κατά την έννοια του άρθρου 88 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο του κανονισμού 7 αν υπάρχουν πολλοί αντιπρόσωποι, καταχωρείται το όνομα και η επαγγελματική διεύθυνση μόνον του πρώτου αναφερόμενου αντιπροσώπου και ακολουθεί η μνεία «και λοιποί» 7 αν πρόκειται για ένωση αντιπροσώπων, καταχωρεί μόνον την επωνυμία και τη διεύθυνση της ένωσης 7 στ) την απεικόνιση του σήματος καθώς και τα στοιχεία ως προς τη φύση του, εκτός αν εμπίπτει στον κανόνα 3 παράγραφος 1 7 αν πρόκειται για έγχρωμο σήμα, τη μνεία «έγχρωμο», καθώς και αναφορά του χρώματος ή των χρωμάτων τα οποία συνθέτουν το σήμα 7 όπου είναι εφικτό, περιγραφή του σήματος 7 ζ) μνεία των προϊόντων και υπηρεσιών με το όνομά τους ανά ομάδες ανάλογα με τις κλάσεις της ταξινόμησης της Νίκαιας 7 κάθε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης της εν λόγω ταξινόμησης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων και υπηρεσιών και παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων αυτής της ταξινόμησης 7 η) στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση της προτεραιότητας σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού 7 θ) στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση της προτεραιότητας έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 33 του κανονισμού 7 ι) στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση της αρχαιότητας ενός εθνικού σήματος σύμφωνα με το άρθρο 43 του κανονισμού 7 ια) δήλωση ότι, λόγω της χρήσης που έχει γίνει, το σήμα απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3 του κανονισμού 7 ιβ) δήλωση με την οποία ο καταθέτης παραιτείται από αποκλειστικό δικαίωμα επί ενός στοιχείου του σήματος σύμφωνα με το άρθρο 38 παράγραφος 2 του κανονισμού 7 ιγ) μνεία ότι πρόκειται για συλλογικό σήμα 7 ιδ) τη γλώσσα στην οποία κατατέθηκε η αίτηση και η δεύτερη γλώσσα την οποία δηλώνει ο καταθέτης στην αίτησή του, σύμφωνα με το άρθρο 115 παράγραφος 3 του κανονισμού 7 ιε) την ημερομηνία καταχώρησης του σήματος στο μητρώο και τον αριθμό καταχώρησης. 3. Το μητρώο κοινοτικών σημάτων περιέχει και τα ακόλουθα στοιχεία, καθένα από τα οποία συνοδεύεται από την ημερομηνία καταχώρησής τους: α) κάθε αλλαγή του ονόματος της διεύθυνσης της ιθαγένειας του δικαιούχου ενός κοινοτικού σήματος, ή του κράτους στο οποίο έχει την κατοικία, την έδρα του ή την εγκατάσταση 7 β) κάθε αλλαγή στο όνομα ή την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου εφόσον αυτός δεν είναι πληρεξούσιος κατά το άρθρο 88 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο του κανονισμού 7 γ) όταν ορίζεται νέος αντιπρόσωπος το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνσή του 7 δ) αλλαγές στο σήμα σύμφωνα με το άρθρο 48 του κανονισμού και διορθώσεις λαθών και παρομαμάτων 7 ε) μνεία της τροποποίησης των ρυθμίσεων που διέπουν τη χρήση του συλλογικού σήματος σύμφωνα με το άρθρο 69 του κανονισμού 7 στ) στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση της αρχαιότητας προγενέστερα κατατεθέντος σήματος κατά την έννοια του άρθρου 34 του κανονισμού, σύμφωνα με το άρθρο 35 του κανονισμού 7 ζ) την ολική ή μερική μεταβίβαση σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού 7 η) τη σύσταση ή μεταβίβαση εμπραγμάτου δικαιώματος σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού και τη φύση του εμπραγμάτου δικαιώματος 7 θ) τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης σύμφωνα με το άρθρο 20 του κανονισμού, καθώς και τις πτωχευτικές ή ανάλογες διαδικασίες σύμφωνα με το άρθρο 21 του κανονισμού 7 ι) τη χορήγηση ή μεταβίβαση άδειας χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 22 του κανονισμού, και, ενδεχομένως, το είδος της άδειας σύμφωνα με τον κανόνα 24 του κανονισμού 7 ια) την ανανέωση της καταχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 47 του κανονισμού, την ημερομηνία από την οποία παράγονται αποτελέσματα και όλους τους περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 4 του κανονισμού 7 ιβ) μνεία σχετικά με τη διαπίστωση λήξης ισχύος της καταχώρησης σύμφωνα με το άρθρο 47 του κανονισμού 7 ιγ) δήλωση παραίτησης του δικαιούχου σήματος σύμφωνα με το άρθρο 49 του κανονισμού 7 ιδ) την ημερομηνία υποβολής αιτήσεως σύμφωνα με το άρθρο 55 του κανονισμού ή της άσκησης ανταγωγής έκπτωσης ή ακυρότητας σύμφωνα με το άρθρο 96 παράγραφος 4 του κανονισμού 7 ιε) την ημερομηνία και το περιεχόμενο της απόφασης σχετικά με την αίτηση ή την ανταγωγή σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 6 ή με το άρθρο 96 παράγραφος 6 τρίτο εδάφιο του κανονισμού 7 ιστ) μνεία σχετικά με την παραλαβή αίτησης μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 109 παράγραφος 2 του κανονισμού 7 ιζ) την ανάκληση του αντιπροσώπου που έχει καταχωρηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο δ) 7 ιη) τη λήξη της αρχαιότητας ενός εθνικού σήματος 7 ιθ) τη μεταβολή ή διαγραφή των στοιχείων που αναφέρονται στα στοιχεία η), θ) και ι). 4. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να αποφασίσει την καταχώρηση στο μητρώο στοιχείων άλλων από τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2 και 3. 5. Κάθε μεταβολή στο μητρώο κοινοποιείται στο δικαιούχο του σήματος. 6. Το Γραφείο χορηγεί επικυρωμένα ή ανεπικύρωτα αποσπάσματα από το μητρώο κατόπιν αιτήσεως και με καταβολή τέλους. Τμήμα Ι Δελτίο κοινοτικών σημάτων και Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου Κανόνας 85 Δελτίο κοινοτικών σημάτων 1. Το δελτίο κοινοτικών σημάτων εκδίδεται περιοδικά 7 σε μαύρο και άσπρο. Το Γραφείο μπορεί να καταστήσει προσιτές στο κοινό εκδόσεις του δελτίου σε CD-ROM ή σε οποιαδήποτε άλλη μορφή ικανή να αναγνωστεί από ηλεκτρονική συσκευή. 2. Το δελτίο κοινοτικών σημάτων περιέχει δημοσιεύσεις εφαρμογών και στοιχείων που έγιναν στο μητρώο καθώς και άλλων στοιχείων που συνδέονται με τις εφαρμογές ή τις καταχωρήσεις σημάτων η δημοσίευση των οποίων προβλέπεται από τον κανονισμό ή τους παρόντες κανόνες. 3. Όταν στο δελτίο κοινοτικών σημάτων δημοσιεύονται λεπτομέρειες η δημοσίευση των οποίων προβλέπεται από τον κανονισμό ή τους παρόντες κανόνες, η ημερομηνία εκδόσεως του δελτίου λαμβάνεται ως ημερομηνία δημοσίευσης των εν λόγω λεπτομερειών. 4. Καθόσον στα στοιχεία που αφορούν την καταχώρηση του σήματος δεν περιέχονται μεταβολές σε σύγκριση με τη δημοσίευση της αίτησης, η δημοσίευση τέτοιων στοιχείων γίνεται με μνεία των λεπτομερειών που περιέχονται στη δημοσίευση της αίτησης. 5. Τα στοιχεία της αιτήσεως για κοινοτικό σήμα, όπως αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 του κανονισμού, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία της οποίας η δημοσίευση προβλέπεται από τον κανόνα 12, δημοσιεύονται, ενδεχομένως, σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. 6. Το Γραφείο λαμβάνει υπόψη του οποιαδήποτε μετάφραση υποβάλει ο καταθέτης. Αν η γλώσσα της αιτήσεως δεν είναι μία από τις γλώσσες του Γραφείου, η μετάφραση στη δεύτερη γλώσσα που δηλώνει ο καταθέτης του γνωστοποιείται. Ο καταθέτης μπορεί να προτείνει αλλαγές στη μετάφραση μέσα σε προθεσμία που τάσσει το Γραφείο. Αν ο καταθέτης δεν τηρήσει αυτή την προθεσμία ή αν το Γραφείο κρίνει τις προτεινόμενες αλλαγές ακατάλληλες, δημοσιεύεται η μετάφραση που πρότεινε το Γραφείο. Κανόνας 86 Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου 1. Η Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου δημοσιεύεται περιοδικά. Το Γραφείο μπορεί να καταστήσει προσιτές στο κοινό εκδόσεις της Επίσημης Εφημερίδας σε DC-ROM ή οποιαδήποτε άλλη μορφή που δύναται να αναγνωστεί από ηλεκτρονική συσκευή. 2. Η Επίσημη Εφημερίδα δημοσιεύεται στις γλώσσες του Γραφείου. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να ορίσει ότι ορισμένα στοιχεία δημοσιεύονται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας. Κανόνας 87 Βάσεις δεδομένων 1. Το Γραφείο διατηρεί ηλεκτρονική βάση δεδομένων με λεπτομέρειες για τις αιτήσεις καταχώρησης σημάτων και τις καταχωρήσεις στο μητρώο. Το Γραφείο μπορεί επίσης να καταστήσει προσιτό στο κοινό το περιεχόμενο αυτής της βάσης δεδομένων σε CD-ROM ή οποιαδήποτε άλλη μορφή αναγνώσιμη από ηλεκτρονική συσκευή. 2. Ο πρόεδρος του Γραφείου καθορίζει τις προϋποθέσεις πρόσβασης στη βάση δεδομένων και τον τρόπο με τον οποίο το περιεχόμενό της καθίσταται προσιτό σε αναγνώσιμη από ηλεκτρονική συσκευή μορφή, καθώς και τα ποσά που χρεώνονται για τις σχετικές ενέργειες. Τμήμα Κ Έρευνα και φύλαξη φακέλων Κανόνας 88 Έγγραφα του φακέλου εξαιρούμενα από την έρευνα Από την έρευνα του φακέλου εξαιρούνται, κατά το άρθρο 84 παράγραφος 4 του κανονισμού, τα εξής έγγραφα: α) τα έγγραφα που αφορούν τον αποκλεισμό ή την εξαίρεση σύμφωνα με το άρθρο 132 του κανονισμού 7 β) τα σχέδια αποφάσεων ή γνωμοδοτήσεων, καθώς και κάθε άλλο εσωτερικό έγγραφο προοριζόμενο για την προετοιμασία των αποφάσεων και γνωμοδοτήσεων 7 γ) τα έγγραφα για τα οποία ο ενδιαφερόμενος διάδικος έχει αποδείξει ότι έχει ιδιαίτερο συμφέρον στο να διατηρηθούν απόρρητα πριν υποβληθεί η αίτηση έρευνας του φακέλου, εκτός αν η έρευνα τέτοιων εγγράφων δικαιολογείται από υπέρτερο έννομο συμφέρον του μέρους που επιδιώκει τη έρευνά τους. Κανόνας 89 Διαδικασία έρευνας των φακέλων 1. Η έρευνα των φακέλων σχετικά με αιτήσει για κοινοτικά σήματα και καταχωρημένα κοινοτικά σήματα διενεργείται είτε στο πρωτότυπο είτε σε αντίγραφα ή σε τεχνικά μέσα αρχειοθέτησης αν οι φάκελοι φυλάσσονται με τον τρόπο αυτό. Τα μέσα έρευνας καθορίζονται από τον προέδρο του Γραφείου. Η αίτηση για έρευνα των φακέλων θεωρείται ως μη υποβληθείσα μέχρις ότου καταβληθούν τα απαιτούμενα τέλη. 2. Όταν ζητείται έρευνα των φακέλων σχετικά με αίτηση για κοινοτικό σήμα, η αίτηση περιέχει μνεία και αποδεικτικά στοιχεία ως προς το ότι ο καταθέτης: α) συναινεί στην έρευνα ή β) έχει δηλώσει ότι μετά την καταχώριση του σήματος θα επικαλεστεί τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν κατά του αιτούντος την εξέταση. 3. Η έρευνα γίνεται στους χώρους του Γραφείου. 4. Η έρευνα διενεργείται, κατόπιν αιτήσεως, με τη χορήγηση αντιγράφων των εγγράφων των φακέλων. Για τη χορήγηση αντιγράφων καταβάλλεται τέλος. 5. Το Γραφείο χορηγεί επικυρωμένα ή μη επικυρωμένα αντίγραφα της αίτησης κοινοτικού σήματος ή των εγγράφων εκείνων του φακέλου για τα οποία μπορεί να χορηγηθεί αντίγραφο βάσει της παραγράφου 4, κατόπιν αιτήσεως και καταβολής τέλους. Άρθρο 90 Ανακοίνωση πληροφοριών που περιέχονται στους φακέλους Με την επιφύλαξη των περιορισμών που προβλέπονται από το άρθρο 84 του κανονισμού και τον κανόνα 88, το Γραφείο μπορεί, κατόπιν αιτήσεως και καταβολής τέλους να ανακοινώσει πληροφορίες που περιέχονται στους φακέλους αιτήσεων κατάθεσης κοινοτικών σημάτων ή καταχωρημένων κοινοτικών σημάτων. Το Γραφείο πάντως μπορεί να απαιτήσει να γίνει χρήση της δυνατότητας έρευνας του φακέλου, αν το κρίνει σκόπιμο λόγω του όγκου των πληροφοριών που ζητούνται. Άρθρο 91 Φύλαξη των φακέλων 1. Το Γραφείο φυλάσσει τους φακέλους που αφορούν αιτήσεις για κοινοτικό σήμα και καταχωρημένα κοινοτικά σήματα, τουλάχιστον επί πενταετία από του τέλους του έτους κατά το οποίο: α) απορρίφθηκε ή αποσύρθηκε ή θεωρείται ότι αποσύρθηκε η αίτηση κατάθεσης 7 β) η ισχύος της καταχώρησης του κοινοτικού σήματος έληξε οριστικά, δυνάμει του άρθρου 47 του κανονισμού 7 γ) καταχωρήθηκε η ολική παραίτηση από το κοινοτικό σήμα, δυνάμει του άρθρου 49 του κανονισμού 7 δ) διεγράφη πλήρως το κοινοτικό σήμα, δυνάμει του άρθρου 56 παράγραφος 6, ή του άρθρου 96 παράγραφος 6 του κανονισμού. 2. Ο πρόεδρος του Γραφείου καθορίζει με ποιο τρόπο φυλάσσονται οι φάκελοι. Τμήμα Λ Διοικητική συνεργασία Κανόνας 92 Ανταλλαγή πληροφοριών και ανακοινώσεις μεταξύ Γραφείου και αρχών των κρατών μελών 1. Το Γραφείο και οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών ανταλλάσσουν, κατόπιν αιτήσεως, πληροφορίες επί των αιτήσεων καταχώρησης κοινοτικών σημάτων ή εθνικών σημάτων και επί των διαδικασιών που έχουν σχέση με αυτές τις αιτήσεις και με τα σήματα που έχουν καταχωρηθεί βάσει των εν λόγω αιτήσεων. Αυτές οι ανακοινώσεις δεν υπόκεινται στους περιορισμούς που προβλέπονται από το άρθρο 84 του κανονισμού. 2. Ανακοινώσεις μεταξύ του Γραφείου και των δικαστηρίων ή των αρχών των κρατών μελών που απορρέουν από την εφαρμογή του κανονισμού ή των παρόντων κανονισμών πραγματοποιούνται απευθείας μεταξύ των ανωτέρω δικαστηρίων ή των αρχών. Αυτές οι ανακοινώσεις μπορούν να γίνουν και μέσω των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών. 3. Η δαπάνη για τις ανακοινώσεις δυνάμει των παραγράφων 1 και 2 βαρύνει την αρχή που προβαίνει στην ανακοίνωση, η οποία απαλλάσσεται των τελών. Κανόνας 93 Έρευνα των φακέλων από τα δικαστήρια και τις αρχές των κρατών μελών ή με μεσολάβησή τους 1. Τα δικαστήρια και οι αρχές των κρατών μελών μπορούν να εξετάσουν το πρωτότυπο ή αντίγραφο του φακέλου της αίτησης κοινοτικού σήματος ή ενός καταχωρημένου κοινοτικού σήματος 7 κατά τα λοιπά δεν εφαρμόζεται ο κανόνας 89. 2. Τα δικαστήρια και οι εισαγγελικές αρχές των κρατών μελών μπορούν, σε υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιόν τους, να επιτρέψουν σε τρίτους την έρευνα του πρωτοτύπου ή αντιγράφου του φακέλου που τους έχει διαβιβάσει το Γραφείο. Η έρευνα των εγγράφων διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 84 του κανονισμού. Το Γραφείο δεν επιβάλλει τέλη για την εν λόγω έρευνα. 3. Κατά τη διαβίβαση αυτών των φακέλων ή των αντιγράφων τους στα δικαστήρια και στις εισαγγελικές αρχές των κρατών μελών, το Γραφείο επισημαίνει τους περιορισμούς στους οποίους υπόκειται η έρευνα φακέλων των αιτήσεων καταχώρησης ή των καταχωρημένων κοινοτικών σημάτων σύμφωνα με το άρθρο 84 του κανονισμού και τον κανόνα 88. Τμήμα Μ Έξοδα Κανόνας 94 Κατανομή και προσδιορισμός των εξόδων 1. Η κατανομή των εξόδων δυνάμει του άρθρου 81 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού καθορίζεται στην απόφαση επί της ανακοπής, επί της αιτήσεως για κήρυξη έκπτωσης ή ακυρότητας του κοινοτικού σήματος ή στην απόφαση επί της προσφυγής. 2. Η κατανομή των εξόδων δυνάμει του άρθρου 81 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού καθορίζεται σε απόφαση περί εξόδων την οποία απαγγέλλει το τμήμα ανακοπών, το τμήμα ακύρωσης ή το τμήμα προσφυγών. 3. Η αίτηση προσδιορισμού των εξόδων δυνάμει του άρθρου 81 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο του κανονισμού πρέπει να συνοδεύεται από κατάσταση εξόδων και δικαιολογητικών. Η αίτηση γίνεται δεκτή μόνον αν η απόφαση για την οποία ζητείται προσδιορισμός των εξόδων κατέστη τελεσίδικη. Τα έξοδα προσδιορίζονται εφόσον αποδεδειγμένα δικαιολογούνται. 4. Η προβλεπόμενη από το άρθρο 81 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού αίτηση για αναθεώρηση της απόφασης του γραμματέα για προσδιορισμό των εξόδων υποβάλλεται στο Γραφείο μέσα σε ένα μήνα από την κοινοποίηση του καθορισμού των εξόδων και είναι αιτιολογημένη 7 θεωρείται ως μη υποβληθείσα μέχρι της καταβολής του τέλους για αναθεώρηση του ύψους των εξόδων. 5. Το τμήμα ανακοπών, το τμήμα ακύρωσης ή το τμήμα προσφυγών αποφασίζουν, κατά περίπτωση, χωρίς προφορική διαδικασία επί της αιτήσεως που προβλέπεται από την παράγραφο 4. 6. Δυνάμει του άρθρου 81 παράγραφος 1 του κανονισμού, τα τέλη που βαρύνουν τον ηττηθέντα διάδικο περιορίζονται στα τέλη στα οποία υπεβλήθη ο έτερος διάδικος για τη διαδικασία ανακοπής, για την αίτηση κήρυξη έκπτωσης ή ακύρωσης του κοινοτικού σήματος και για τη διαδικασία προσφυγής. 7. Τα απαραίτητα για τη διεκπεραίωση της διαδικασίας έξοδα, στα οποία πράγματι υπεβλήθη ο νικήσας διάδικος, βαρύνουν τον ηττηθέντα διάδικο δυνάμει του άρθρου 81 παράγραφος 1 του κανονισμού, με βάση το ακόλουθο ανώτατο όριο επιβάρυνσης: α) έξοδα μετακίνησης του διαδίκου για μετάβαση και επιστροφή από τον τόπο κατοικίας ή την επαγγελματική έδρα στον τόπο διεξαγωγής της προφορικής ή της αποδεικτικής διαδικασίας: i) ίσα προς το αντίτιμο σιδηροδρομικού εισιτηρίου πρώτης θέσης συμπεριλαμβανομένων των συνήθων προσαυξήσεων, εφόσον η συνολική απόσταση σιδηροδρομικώς δεν υπερβαίνει 800 χιλιόμετρα, ii) ίσα προς το αντίτιμο αεροπορικού εισιτηρίου τουριστικής θέσης εφόσον η συνολική απόσταση υπερβαίνει τα 800 χιλιόμετρα με σιδηρόδρομο ή η μετακίνηση πρέπει να γίνει διά θαλάσσης 7 β) έξοδα διαμονής του διαδίκου μέχρι το ποσό που προβλέπει, για υπαλλήλους των βαθμών Α 4 έως Α 8, το άρθρο 13 του παραρτήματος VII του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 7 γ) έξοδα ταξιδίου των αντιπροσώπων κατά την έννοια του άρθρου 89 παράγραφος 1 του κανονισμού και των μαρτύρων και πραγματογνωμόνων στο ύψος που προβλέπεται από το στοιχείο α) 7 δ) έξοδα διαμονής των αντιπροσώπων κατά την έννοια του άρθρου 89 παράγραφος 1 του κανονισμού και των μαρτύρων και των πραγματογνωμόνων στο ύψος που προβλέπεται από το στοιχείο β) 7 ε) έξοδα για την αποδεικτική διαδικασία υπό μορφή εξέτασης μαρτύρων, διεξαγωγής πραγματογνωμοσύνης ή αυτοψίας μέχρι 3 000 Ecu ανά διαδικασία 7 στ) έξοδα για την αντιπροσώπευση, κατά την έννοια του άρθρου 89 παράγραφος 1 του κανονισμού: i) του ανακόπτοντος σε διαδικασία ανακοπής μέχρι 250 Ecu, ii) του καταθέτη στη διαδικασία ανακοπής μέχρι 250 Ecu, iii) του καταθέτη στη διαδικασία κήρυξης έκπτωσης ή ακύρωσης του κοινοτικού σήματος μέχρι 400 Ecu, iv) του δικαιούχου σήματος στη διαδικασία κήρυξης έκπτωσης ή ακύρωσης του κοινοτικού σήματος μέχρι 400 Ecu, v) του προσφεύγοντος στη διαδικασία προσφυγής μέχρι 500 Ecu, vi) του καθού στη διαδικασία προσφυγής μέχρι 500 Ecu 7 αν σε μια από τις προαναφερόμενες διαδικασίες η αποδεικτική διαδικασία επιβάλλει εξέταση μαρτύρων, πραγματογνωμοσύνη ή αυτοψία, τότε χορηγείται πρόσθετο ποσό για αντιπροσώπευση μέχρι 600 Ecu ανά διαδικασία 7 ζ) αν ο νικήσας διάδικος εκπροσωπείται από πολλούς αντιπροσώπους κατά την έννοια του άρθρου 89 παράγραφος 1 του κανονισμού, ο ηττηθείς διάδικος βαρύνεται με τα προβλεπόμενα έξοδα των στοιχείων γ), δ) και στ) μόνο για έναν αντιπρόσωπο 7 η) ο ηττηθείς διάδικος δεν υποχρεούται να καταβάλει στον νικήσαντα διάδικο άλλα έξοδα, δαπάνες ή τέλη εκτός από όσα προβλέπονται από τα στοιχεία α) έως ζ). Τμήμα ΙΓ Γλώσσες Κανόνας 95 Λοιπές διαδικασίες Με την επιφύλαξη του άρθρου 115 παράγραφος 5 του κανονισμού: α) κάθε αίτηση ή δήλωση σχετικά με την αίτηση κοινοτικού σήματος μπορεί να κατατεθεί στη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για την κατάθεση της αίτησης κοινοτικού σήματος ή στη δεύτερη από τις γλώσσες που ανέφερε ο καταθέτης στην αίτησή του 7 β) κάθε αίτηση ή δήλωση σχετικά με καταχωρημένο κοινοτικό σήμα μπορεί να κατατεθεί σε μια από τις γλώσσες του Γραφείου. Πάντως, εφόσον η αίτηση κατατίθεται χρησιμοποιώντας ένα από τα έντυπα που διαθέτει το Γραφείο, σύμφωνα με τον κανόνα 83, το εν λόγω έντυπο μπορεί να έχει συνταχθεί σε οποιαδήποτε από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας, υπό τον όρο ότι συμπληρώνεται σε μια από τις γλώσσες του Γραφείου, όσον αφορά τα στοιχεία του κειμένου. Κανόνας 96 Γραπτή διαδικασία 1. Με την επιφύλαξη του άρθρου 115 παράγραφοι 4 και 7 του κανονισμού και αν δεν προβλέπεται άλλως από τους παρόντες κανόνες στη γραπτή διαδικασία ενώπιον του Γραφείου, τα μέρη μπορούν να χρησιμοποιούν οποιαδήποτε από τις επίσημες γλώσσες του Γραφείου. Αν η επιλεγείσα γλώσσα δεν είναι η γλώσσα της διαδικασίας, εντός μηνός από την ημερομηνία υποβολής του πρωτοτύπου, το ενδιαφερόμενο μέρος υποβάλλει μετάφραση στη γλώσσα αυτή. Εφόσον ο καταθέτης κοινοτικού σήματος είναι ο μοναδικός διάδικος στις διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου και η γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για την κατάθεση της αίτησης κοινοτικού σήματος δεν είναι μια από τις γλώσσες του γραφείου, η μετάφραση μπορεί επίσης να υποβληθεί στη δεύτερη από τις γλώσσες που αναφέρονται από τον καταθέτη στην αίτησή του. 2. Εφόσον στους παρόντες κανόνες δεν προβλέπεται άλλως, έγγραφα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε διαδικασίες ενώπιον του Γραφείου υποβάλλονται σε οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Εφόσον η γλώσσα των εν λόγω εγγράφων δεν είναι η γλώσσα της διαδικασίας, το Γραφείο μπορεί να τάξει προθεσμία για την υποβολή μετάφρασης στη γλώσσα αυτή ή, κατ' επιλογήν του διαδίκου, σε οποιαδήποτε από τις γλώσσες του Γραφείου. Κανόνας 97 Προφορική διαδικασία 1. Τα μέρη που συμμετέχουν στην προφορική διαδικασία ενώπιον του Γραφείου μπορούν, αντί για τη γλώσσα της διαδικασίας, να χρησιμοποιούν μία από τις επίσημες γλώσσες της Κοινότητας υπό την προϋπόθεση ότι προβλέπουν διερμηνεία προς τη γλώσσα της διαδικασίας. Όταν η προφορική συζήτηση γίνεται στο πλαίσιο διαδικασίας σχετικά με αίτηση καταχώρησης σήματος, ο καταθέτης μπορεί να χρησιμοποιεί είτε τη γλώσσα της διαδικασίας ή τη δεύτερη γλώσσα που αναφέρει 2. Κατά την προφορική διαδικασία σχετικά με αίτηση καταχώρησης σήματος, οι υπάλληλοι του Γραφείου μπορούν να χρησιμοποιούν είτε τη γλώσσα της αιτήσεως είτε τη δεύτερη γλώσσα που αναφέρει ο καταθέτης. Σε κάθε άλλη προφορική διαδικασία, οι υπάλληλοι του Γραφείου μπορούν να χρησιμοποιούν, αντί της γλώσσας διαδικασίας, μια από τις άλλες γλώσσες του Γραφείου, υπό την προϋπόθεση ότι ο διάδικος ή οι διάδικοι συμφωνούν επ' αυτής. 3. Κατά την αποδεικτική διαδικασία, οι διάδικοι, οι μάρτυρες ή οι πραγματογνώμονες που εξετάζονται και οι οποίοι δεν μπορούν να εκφραστούν ικανοποιητικά στη γλώσσα διαδικασίας μπορούν να χρησιμοποιούν οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα της Κοινότητας. Αν η διεξαγωγή αποδείξεων διετάχθη κατόπιν αιτήσεως ενός των διαδίκων, οι διάδικοι, οι μάρτυρες ή οι πραγματογνώμονες που εκφράζονται σε γλώσσα άλλη από τη γλώσσα διαδικασίας εξετάζονται μόνον εφόσον ο διάδικος που υπέβαλε την αίτηση εξασφαλίσει δερμηνεία στη γλώσσα αυτή. Σε διαδικασίες επί της αιτήσεως για καταχώρηση σήματος, αντί της γλώσσας της αίτησης, μπορεί να χρησιμοποιηθεί η δεύτερη γλώσσα την οποία αναφέρει ο καταθέτης. Στις διαδικασίες όπου υπάρχει ένας μόνον διάδικος το Γραφείο μπορεί, κατόπιν αιτήσεως του ενδιαφερομένου μέρους, να επιτρέψει παρεκκλίσεις από τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου. 4. Αν οι διάδικοι και το Γραφείο συμφωνούν, μπορεί κατά την προφορική διαδικασία να χρησιμοποιηθεί οποιαδήποτε επίσημη γλώσσα της Κοινότητας. 5. Το Γραφείο οργανώνει, εφόσον παρίσταται ανάγκη, με δικά του έξοδα διερμηνεία στη γλώσσα διαδικασίας ή, όταν ενδείκνυται, στις άλλες γλώσσες του, εκτός αν υπεύθυνος για τη διερμηνεία αυτή είναι κάποιος από τους διαδίκους. 6. Καταθέσεις των υπαλλήλων του Γραφείου, των διαδίκων και των μαρτύρων και πραγματογνωμόνων που γίνονται κατά την προφορική διαδικασία σε μια από τις γλώσσες του Γραφείου καταχωρούνται στα πρακτικά στη χρησιμοποιηθείσα γλώσσα. Καταθέσεις που γίνονται σε κάποια άλλη γλώσσα καταχωρούνται στη γλώσσα διαδικασίας. Τροποποιήσεις στο κείμενο της αίτησης για καταχώρηση ή στην καταχώρηση κοινοτικού σήματος καταχωρούνται στα πρακτικά στη γλώσσα διαδικασίας. Κανόνας 98 Επικύρωση των μεταφράσεων 1. Αν απαιτείται να προσκομιστεί μετάφραση ενός εγγράφου, το Γραφείο μπορεί να απαιτήσει την υποβολή, μέσα σε προθεσμία που τάσσει, επικυρωμένης μετάφρασης του πρωτοτύπου του εγγράφου. Εφόσον το πιστοποιητικό αναφέρεται στη μετάφραση προηγούμενης αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 30 του κανονισμού, το χρονικό αυτό διάστημα δεν είναι μικρότερο των τριών μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης. Αν η επικύρωση αυτή δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα, το έγγραφο θεωρείται ότι δεν έχει παραληφθεί. 2. Ο προέδρος του Γραφείου μπορεί να καθορίσει τον τρόπο επικύρωσης της μετάφρασης. Κανόνας 99 Νομική ισχύς της μετάφρασης Εφόσον δεν αποδειχτεί το αντίθετο, το Γραφείο μπορεί να θεωρήσει ότι μια μετάφραση αποδίδει το σχετικό πρωτότυπο κείμενο. Τμήμα Ξ Οργάνωση του Γραφείου Κανόνας 100 Κατανομή καθηκόντων 1. Ο πρόεδρος του Γραφείου καθορίζει τους εξεταστές και τον αριθμό τους, τα μέλη των τμημάτων ανακοπών και των τμημάτων ακύρωσης και τα μέλη του τμήματος διαχείρισης σημάτων και νομικών θεμάτων. Κατανέμει τα καθήκοντα μεταξύ των εξεταστών και των εν λόγω τμημάτων. 2. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί επίσης να ορίσει εξεταστές και ως μέλη των τμημάτων ανακοπών, ακύρωσης και διαχείρισης των σημάτων και νομικών θεμάτων καθώς και ότι μέλη αυτών των τμημάτων μπορούν να είναι και εξεταστές. 3. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να αναθέσει στους εξεταστές και στα μέλη των τμημάτων ανακοπών, ακύρωσης και στο τμήμα διαχείρισης των σημάτων και νομικών θεμάτων και άλλα καθήκοντα πέρα από τις αρμοδιότητες που τους χορηγεί ο κανονισμός. 4. Ο πρόεδρος του Γραφείου μπορεί να αναθέσει και στα άλλα μέλη του προσωπικού του Γραφείου που δεν είναι εξεταστές ή μέλη κάποιου τμήματος από εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, την εκτέλεση ορισμένων καθηκόντων τα οποία ανήκουν στους εξεταστές, στα τμήματα ανακοπών, στα τμήματα ακύρωσης ή στο τμήμα διαχείρισης σημάτων και νομικών θεμάτων και δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερη δυσκολία. ΤΙΤΛΟΣ XII ΑΜΟΙΒΑΙΟΤΗΤΑ Κανόνας 101 Δημοσίευση της αμοιβαίας αναγνώρισης 1. Εφόσον απαιτείται, ο πρόεδρος του Γραφείου υποβάλλει αίτηση στην Επιτροπή να ερευνήσει κατά πόσον ένα κράτος που δεν συμμετέχει στη Σύμβαση των Παρισίων ή στη Συμφωνία για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, παρέχει αμοιβαία μεταχείριση κατά την έννοια του άρθρου 5 παράγραφος 1 στοιχείο δ) του άρθρου 5 παράγραφος 3 και του άρθρου 29 παράγραφος 5 του κανονισμού. 2. Αν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι παρέχεται η αμοιβαία μεταχείριση σύμφωνα με την παράγραφο 1, τότε αποφασίζει τη δημοσίευση σχετικής ανακοίνωσης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. 3. Το άρθρο 5, παράγραφος 1, στοιχείο δ), το άρθρο 5, παράγραφος 3 και το άρθρο 29, παράγραφος 5 του κανονισμού, αρχίζουν να ισχύουν για τους υπηκόους των οικείων κρατών από την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της ανακοίνωσης βάσει της παραγράφου 2, εκτός αν η ανακοίνωση ορίζει προγενέστερη ημερομηνία για την έναρξη εφαρμογής. Παύουν να ισχύουν από της δημοσιεύσεως, στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκων Κοινοτήτων της ανακοίνωσης της Επιτροπής στην οποία διαπιστώνεται ότι δεν παρέχεται πλέον αμοιβαία αναγνώριση, εκτός αν η ανακοίνωση ορίζει προγενέστερη ημερομηνία για την έναρξη εφαρμογής της. 4. Οι ανακοινώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 δημοσιεύονται και στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου. Άρθρο 2 Μεταβατικές διατάξεις 1. Επί των αιτήσεων για καταχώρηση κοινοτικού σήματος που κατατίθενται εντός του τριμήνου που προηγείται της ημερομηνίας η οποία καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 143 παράγραφος 3 του κανονισμού, επιτίθεται από το Γραφείο η ημερομηνία κατάθεσης που ορίζεται σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη και η πραγματική ημερομηνία παραλαβής της αιτήσεως. 2. Ως προς αυτές τις αιτήσεις η προτεραιότητα των έξι μηνών που προβλέπεται από τα άρθρα 29 και 33 του κανονισμού υπολογίζεται από την ημερομηνία που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 143 παράγραφος 3 του κανονισμού. 3. Το Γραφείο εκδίδει στον καταθέτη απόδειξη με προγενέστερη ημερομηνία εκείνης που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 143 παράγραφος 3 του κανονισμού. 4. Το Γραφείο μπορεί να εξετάσει αυτές τις αιτήσεις με προγενέστερη ημερομηνία από την καθορισθείσα βάσει του άρθρου 143 παράγραφος 3 του κανονισμού και να επικοινωνήσει με τον καταθέτη προκειμένου αυτός να θεραπεύσει τυχόν ελλείψεις που προηγούνται αυτής της ημερομηνίας. Οι αποφάσεις σχετικά με αυτές τις αιτήσεις λαμβάνονται μόνον μετά από την ημερομηνία αυτή. 5. Ως προς τις αιτήσεις αυτές το Γραφείο δεν προβαίνει σε έρευνα, σύμφωνα με το άρθρο 39 παράγραφος 1 του κανονισμού, ανεξάρτητα από το αν υπάρχει ή όχι διεκδίκηση της προτεραιότητας για την αίτηση αυτή σύμφωνα με τα άρθρα 29 ή 32 του κανονισμού. 6. Εφόσον ημερομηνία παραλαβής της αίτησης καταχώρησης κοινοτικού σήματος από το Γραφείο, από την κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας ή από το Γραφείο Σημάτων της Μπενελούξ προηγείται της έναρξης τη τρίμηνης χρονικής περιόδου που ορίζεται στο άρθρο 143 παράγραφος 4 του κανονισμού, η αίτηση θεωρείται ότι δεν έχει κατατεθεί. Ο καταθέτης ενημερώνεται σχετικά και η αίτηση επιστρέφεται σ' αυτόν. Άρθρο 3 Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, 13 Δεκεμβρίου 1995. Για την Επιτροπή Mario MONTI Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ αριθ. L 11 της 14. 1. 1994, σ. 1. (2) ΕΕ αριθ. L 349 της 31. 12. 1994, σ. 83.