Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52010IP0046

    Προστασία των καταναλωτών Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 2010 σχετικά με την προστασία των καταναλωτών (2009/2137(INI))

    ΕΕ C 349E της 22.12.2010, p. 1–9 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    22.12.2010   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    CE 349/1


    Τρίτη 9 Μαρτίου 2010
    Προστασία των καταναλωτών

    P7_TA(2010)0046

    Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 9ης Μαρτίου 2010 σχετικά με την προστασία των καταναλωτών (2009/2137(INI))

    2010/C 349 E/01

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 28ης Ιανουαρίου 2009 με τίτλο «Παρακολούθηση των αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές στην ενιαία αγορά – Δεύτερη έκδοση του πίνακα αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές» (COM(2009)0025) και το συνοδευτικό έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής με τίτλο «Δεύτερος πίνακας αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές» (SEC(2009)0076),

    έχοντας υπόψη την ανακοίνωση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2009 σχετικά με την επιβολή του κοινοτικού καταναλωτικού κεκτημένου (COM(2009)0330),

    έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής της 2ας Ιουλίου 2009 για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2004 σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών (κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών) (COM(2009)0336),

    έχοντας υπόψη της ανακοίνωση της Επιτροπής της 7ης Ιουλίου 2009 σχετικά με εναρμονισμένη μέθοδο για την ταξινόμηση και την κοινοποίηση των καταγγελιών και των αιτημάτων των καταναλωτών (COM(2009)0346) και το συνοδευτικό σχέδιο σύστασης της Επιτροπής (SEC(2009)0949),

    έχοντας υπόψη το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής της 22ας Σεπτεμβρίου 2009 σχετικά με τη συνέχεια που δόθηκε στις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στον πίνακα αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές (SEC(2009)1251),

    έχοντας υπόψη το ψήφισμά του της 18ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με τον πίνακα αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές (1),

    έχοντας υπόψη το άρθρο 48 και το άρθρο 119, παράγραφος 2, του Κανονισμού του,

    έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών (A7-0024/2010),

    Α.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι ο πίνακας αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές (εφεξής: πίνακας αποτελεσμάτων), μαζί με τον πίνακα αποτελεσμάτων της εσωτερικής αγοράς έχουν ως στόχο να βελτιώσουν τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να αυξήσουν την ικανότητα ανταπόκρισής της στις προσδοκίες και τις ανησυχίες των πολιτών,

    Β.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές για την προσεχή Επιτροπή, ο Πρόεδρος Μπαρόζο ζητεί μια πιο συστηματική και ολοκληρωμένη προσέγγιση για την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, λ.χ. με μια πρωτοβουλία για την παρακολούθηση της αγοράς,

    Γ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι ο ρόλος των 499 εκατομμυρίων καταναλωτών της ΕΕ είναι σημαντικός για την αποτελεσματική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και αποφασιστικότατος για την επίτευξη των στόχων της ατζέντας της Λισαβόνας, δηλαδή την ενίσχυση της ανάπτυξης, της απασχόλησης και του ανταγωνισμού, δεδομένου ότι οι καταναλωτικές δαπάνες αντιπροσωπεύουν το 50 % του πλούτου της ΕΕ,

    Δ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, στο πλαίσιο της Στρατηγικής μετά τη Λισαβόνα με ορίζοντα το 2020, η πολιτική για τους καταναλωτές πρέπει να προσαρμοστεί με γνώμονα τη βιώσιμη ανάπτυξη που θα σέβεται το περιβάλλον και θα λαμβάνει υπόψη την κοινωνική διάσταση της εσωτερικής αγοράς,

    Ε.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι εάν η εσωτερική αγορά ανταποκρίνεται αποτελεσματικά στις απαιτήσεις των καταναλωτών συμβάλλει επίσης στη δημιουργία μιας καινοτόμου και υγιούς οικονομίας, δεδομένου ότι οι αποτελεσματικές και ευέλικτες καταναλωτικές αγορές σε όλους τους τομείς της οικονομίας αποτελούν θεμελιώδεις συντελεστές της ανταγωνιστικότητας και της ευημερίας των πολιτών,

    ΣΤ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι μια εσωτερική αγορά που λειτουργεί ικανοποιητικά θα πρέπει να προσφέρει στους καταναλωτές ευρεία επιλογή προϊόντων και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας έναντι των βέλτιστων δυνατών τιμών και, ταυτόχρονα, υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών,

    Ζ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι περισσότεροι πολίτες της ΕΕ βιώνουν την εσωτερική αγορά σε καθημερινή βάση μέσα από το ρόλο τους ως καταναλωτών,

    Η.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η αποτελεσματικότητα της πολιτικής καταναλωτών θα ενισχυθεί εάν οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις γνωρίζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους στο πλαίσιο της ισχύουσας νομοθεσίας και εάν είναι σε θέση να τα εφαρμόζουν στις εμπορικές συναλλαγές τους,

    Θ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι έχοντες εμπιστοσύνη, ενημερωμένοι και ενδυναμωμένοι καταναλωτές διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην αποτελεσματική λειτουργία των αγορών, καθώς ανταμείβουν τους εμπόρους που λειτουργούν έντιμα και ανταποκρίνονται βέλτιστα στις ανάγκες των καταναλωτών,

    Ι.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι μια ενεργός πολιτική για τους καταναλωτές – με τη δημιουργία ενημερωμένων και ενδυναμωμένων καταναλωτών οι οποίοι με τη σειρά τους θα ζητούν προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής ποιότητας – θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στο να καταστεί η Ευρωπαϊκή Ένωση ανταγωνιστική, δυναμική και καινοτόμος σε παγκόσμιο επίπεδο,

    ΙΑ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυξημένη πολυπλοκότητα των λιανικών αγορών, και ιδίως της λιανικής αγοράς υπηρεσιών, καθιστά την ενημερωμένη επιλογή προϊόντων και υπηρεσιών ολοένα και πιο δύσκολη για τους καταναλωτές,

    ΙΒ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι απαραίτητη μια συντονισμένη προσέγγιση στην εκπαίδευση των καταναλωτών που θα τους επιτρέπει να δρουν με αυτοπεποίθηση κατά την άσκηση των δικαιωμάτων τους,

    ΙΓ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, παρόλο που οι καταναλωτές έχουν δικαίωμα αποζημίωσης εάν πέσουν θύματα αθέμιτων πρακτικών, στην πραγματικότητα αντιμετωπίζουν σημαντικά εμπόδια κατά την προσφυγή στα δικαστήρια λόγω των υψηλών εξόδων, των μακρών και πολύπλοκών διαδικασιών και των κινδύνων που συνδέονται με την προσφυγή στα δικαστήρια,

    ΙΔ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με τον πίνακα των αποτελεσμάτων, μόνο τέσσερις στους έξι καταναλωτές θεωρούν ότι είναι εύκολη η επίλυση διαφορών με τους πωλητές και τους παρόχους μέσω εναλλακτικών μηχανισμών επίλυσης διαφορών, ενώ μόνο τρεις στους δέκα βρίσκουν εύκολη την επίλυση διαφορών μέσω της δικαστικής οδού,

    ΙΕ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι το 50 % των καταναλωτών της ΕΕ που καταθέτουν κάποια καταγγελία δεν είναι ευχαριστημένοι με τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διεκπεραίωση της καταγγελίας τους και ότι μόνο το 50 % από αυτούς προβαίνει σε περαιτέρω ενέργειες,

    ΙΣΤ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η οικονομική κρίση έχει αυξήσει την πίεση προς τις ομάδες καταναλωτών με χαμηλό εισόδημα που δαπανούν το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων τους στη διατροφή και τη στέγαση, και ότι, κατά συνέπεια, ολοένα μεγαλύτερος αριθμός καταναλωτών οδηγείται στην υπερχρέωση,

    ΙΖ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι με την ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου η διασυνοριακή διάσταση των καταναλωτικών αγορών αναπτύσσεται ταχύτατα, αλλά ότι παρόλα αυτά οι καταναλωτές εξακολουθούν να διστάζουν να αξιοποιήσουν τα πλεονεκτήματα που παρέχει η ολοκλήρωση της αγοράς, ιδίως επειδή δεν αισθάνονται σίγουροι ότι τα δικαιώματά τους θα προστατεύονται εξίσου όταν πραγματοποιούν διασυνοριακές αγορές και λόγω της αβεβαιότητας σχετικά με το δικαίωμα αποζημίωσης,

    ΙΗ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι ένα υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών είναι καθοριστικής σπουδαιότητας για την ανάπτυξη ενός διασυνοριακού εμπορίου σε μια ενιαία αγορά που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες των καταναλωτών,

    ΙΘ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η αυξανόμενη διασυνοριακή διάσταση των καταναλωτικών αγορών συνεπάγεται νέες προκλήσεις για τις αρχές εφαρμογής της νομοθεσίας, οι οποίες δεν μπορούν να λειτουργήσουν έξω από τα όρια της δικαιοδοσίας τους και περιορίζονται από τον κατακερματισμό του ρυθμιστικού πλαισίου,

    Κ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι η Επιτροπή και οι εθνικές αρχές εφαρμογής της νομοθεσίας πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για να επιτύχουν ένα υψηλό επίπεδο καταναλωτικής προστασίας και για να προσφέρουν στους καταναλωτές εμπιστοσύνη, ώστε και εκείνοι με τη σειρά τους να αξιοποιήσουν πλήρως την ενιαία αγορά,

    ΚΑ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι οι κανόνες της ΕΕ για την προστασία των καταναλωτών δεν μπορούν να επιτύχουν το στόχο τους εάν δεν μεταφέρονται, δεν εφαρμόζονται ούτε και επιβάλλονται σωστά σε εθνικό επίπεδο,

    ΚΒ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, αφού θεσπιστεί εθνική νομοθεσία, η Επιτροπή θα πρέπει να συνδράμει ενεργά τις εθνικές αρχές, ώστε να εφαρμόζουν σωστά τη νομοθεσία,

    ΚΓ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι, με δεδομένη τη σημερινή οικονομική ύφεση, η αποφασιστική και συνεπής επιβολή της νομοθεσίας αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, διότι, αφενός, η κρίση καθιστά τους καταναλωτές πιο ευάλωτους και, αφετέρου, τα χαμηλά επίπεδα συμμόρφωσης με τη νομοθεσία ενδέχεται να προκαλέσουν πρόσθετη ζημία στους καταναλωτές, οι δε αρχές επιβολής της νομοθεσίας ενδέχεται να αντιμετωπίσουν αυξανόμενη πίεση επί των πόρων και πρέπει να θέσουν προσεκτικά τις προτεραιότητές τους και να μεγιστοποιήσουν τον αντίκτυπο των ενεργειών τους,

    ΚΔ.

    λαμβάνοντας υπόψη ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν να συμβάλουν ενεργά στη βελτιωμένη μεταφορά και επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών συνεχίζοντας να συνεργάζονται στενά μεταξύ τους,

    Εισαγωγή

    1.

    θεωρεί ότι η ανάθεση το 2007 του χαρτοφυλακίου της προστασίας των καταναλωτών σε μία αφοσιωμένη Επίτροπο, σε συνδυασμό με την ισχυρή προσωπική της δέσμευση, τη μεγάλη διαφάνεια και την ανάληψη πολλών πρωτοβουλιών, είχε ως αποτέλεσμα την επίτευξη προόδου στην ευρωπαϊκή πολιτική για την προστασία των καταναλωτών και τα θέματα καταναλωτών, γεγονός που ωφέλησε πολύ τους πολίτες της ΕΕ·

    2.

    εκφράζει το φόβο ότι η κατανομή της ευθύνης των θεμάτων καταναλωτών σε δύο χαρτοφυλάκια της νέας Επιτροπής μπορεί να οδηγήσει στη μείωση της εστίασης της προσοχής στους καταναλωτές και, κατά τον ίδιο τρόπο, εκφράζει την ανησυχία ότι η νέα οργανωτική δομή σε διάφορες γενικές διευθύνσεις ενδέχεται να προκαλέσει κατακερματισμό ή να βλάψει τη συνοχή και την αποτελεσματικότητα της πολιτικής για τους καταναλωτές·

    3.

    επισημαίνει ότι, μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, το άρθρο 12 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης επαναβεβαιώνει – ως διάταξη γενικής εφαρμογής – ότι οι απαιτήσεις προστασίας των καταναλωτών θα πρέπει να ληφθούν υπόψη κατά τον ορισμό και την εφαρμογή άλλων πολιτικών και δράσεων της Ένωσης· ζητεί, για αυτόν τον λόγο, από την Επιτροπή να εξασφαλίσει την ουσιαστική ενσωμάτωση των συμφερόντων των καταναλωτών σε όλες τις πολιτικές της ΕΕ και να εξετάζει τις εκτιμήσεις των επιπτώσεων και τις πιθανές συνέπειες οποιασδήποτε νέας νομοθεσίας και των πολιτικών που αφορούν άμεσα ή έμμεσα τους καταναλωτές· ζητεί από κάθε σχετική γενική διεύθυνση της Επιτροπής να δημοσιεύει ετήσια έκθεση σχετικά με το πώς ενσωματώνεται η πολιτική καταναλωτών στον τομέα αρμοδιότητάς της·

    4.

    τονίζει την ανάγκη για ενεργό πολιτική καταναλωτών προκειμένου να μπορέσουν οι πολίτες να επωφεληθούν πλήρως από την εσωτερική αγορά· θεωρεί ότι μια ενεργός πολιτική καταναλωτών είναι ολοένα και πιο σημαντική δεδομένης της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, έτσι ώστε να υποστηριχθεί η κοινωνική πολιτική καταπολεμώντας τις αυξανόμενες ανισότητες και να προστατευθούν οι ευάλωτοι καταναλωτές και οι ομάδες χαμηλού εισοδήματος·

    5.

    υπογραμμίζει ότι οι καταναλωτές θα πρέπει να μπορούν να κάνουν ενημερωμένες επιλογές και να μην υπόκεινται στους ψυχολογικούς όρους που επιβάλλουν οι παραγωγοί με τη χρησιμοποίηση μέσων που εφαρμόζονται με μεροληπτικό και δόλιο τρόπο στα προϊόντα, δεδομένου ότι αυτό οδηγεί σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό ανάμεσα στους εμπόρους τόσο για αύξηση της ποιότητας των προϊόντων και των υπηρεσιών που παρέχουν όσο και για να διατηρήσουν τις τιμές σε ανταγωνιστικά επίπεδα·

    6.

    πιστεύει ότι μια υπεύθυνη στάση από πλευράς του επιχειρηματικού κόσμου με σεβασμό στην αρχή της εταιρικής ευθύνης, στους κανόνες του ανταγωνισμού και στα οικονομικά συμφέροντα των καταναλωτών, θα βοηθήσει στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης εκ μέρους των καταναλωτών·

    7.

    υπενθυμίζει ότι οι οργανώσεις καταναλωτών καλούνται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά την προειδοποίηση των δημοσίων αρχών σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές στην καθημερινή τους ζωή και ότι θα πρέπει να βελτιστοποιηθούν τα μέσα που διαθέτουν προκειμένου να αυξηθεί η ικανότητά τους να δρουν αποτελεσματικά σε επίπεδο ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο· ζητεί από τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν ότι ζητείται η γνώμη των οργανώσεων των καταναλωτών σε όλα τα στάδια της διαδικασίας λήψης αποφάσεων, όπως και στη μεταφορά και εφαρμογή του δικαίου για την προστασία των καταναλωτών·

    8.

    ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να αυξήσουν την ευαισθητοποίηση και την εκπαίδευση και την κατάρτιση των καταναλωτών, προκειμένου να ενδυναμώσουν τους καταναλωτές· ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν την παροχή σαφών και κατανοητών πληροφοριών, ιδίως για τα πιο νεαρά άτομα, σχετικά με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προορίζονται για αυτά· ενθαρρύνει, ειδικότερα, τα κράτη μέλη να περιλαμβάνουν καταναλωτικά θέματα στα εθνικά προγράμματα διδακτέας ύλης τους σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, προκειμένου να δώσουν στα παιδιά τα απαραίτητα εφόδια ώστε να μπορούν να λαμβάνουν περίπλοκες αποφάσεις αργότερα στη ζωή τους, και να εξετάσουν εκπαιδευτικά προγράμματα για γονείς και ενήλικες καταναλωτές, με πιο μακροπρόθεσμο στόχο την ανάπτυξη και εδραίωση της καταναλωτικής συνείδησης· επισημαίνει ότι τα εν λόγω προγράμματα θα πρέπει να ανταποκρίνονται στις μαθησιακές ανάγκες και δυνατότητες των διδασκομένων κάθε βαθμίδας, ενώ παράλληλα θα πρέπει να αξιοποιηθούν σύγχρονες μέθοδοι διδασκαλίας, με βιωματικό τρόπο και με τη χρήση παραδειγμάτων· υπενθυμίζει ότι οι μορφωμένοι καταναλωτές που γνωρίζουν τα δικαιώματά τους και γνωρίζουν πού να απευθυνθούν σε περίπτωση μη συμμόρφωσης είναι επίσης σημαντικοί για τον εντοπισμό της μη συμμορφούμενης συμπεριφοράς·

    9.

    τονίζει την ανάγκη προώθησης της βιώσιμης κατανάλωσης, υπογραμμίζοντας ότι τόσο οι πάροχοι υπηρεσιών και οι έμποροι λιανικής πώλησης όσο και οι καταναλωτές πρέπει να εκπαιδευτούν και να ενημερωθούν καλύτερα σχετικά με την έννοια της βιώσιμης κατανάλωσης, προκειμένου να υιοθετήσουν μια τέτοιου είδους συμπεριφορά·

    10.

    ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν μια καλά στοχοθετημένη επικοινωνιακή στρατηγική προκειμένου να αυξηθεί η ενημέρωση των πολιτών της ΕΕ σχετικά με τους κινδύνους έκθεσης και τα δικαιώματά τους ως καταναλωτών, ιδίως με τη δημιουργία φιλικών προς το χρήστη δικτυακών πυλών και με εκστρατείες ευαισθητοποίησης και σημεία πληροφόρησης σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο· υπογραμμίζει την ανάγκη χρήσης ειδικών διαύλων επικοινωνίας προκειμένου να προσεγγιστούν οι πιο ευάλωτοι καταναλωτές, μεριμνώντας για την υπευθυνότητα, την αξιοπιστία και την αμεροληψία των οργανισμών που είναι αρμόδιοι για τη διαχείριση και την οργάνωση των μέσων επικοινωνίας·

    Ο πίνακας αποτελεσμάτων για τους καταναλωτές

    11.

    επιβεβαιώνει ότι ο πίνακας των αποτελεσμάτων είναι ένα σημαντικό εργαλείο για την καλύτερη παρακολούθηση των αγορών των καταναλωτών με στόχο την παροχή των στοιχείων που θα συμβάλουν στη διασφάλιση μιας πιο επιτυχημένης χάραξης πολιτικής και ρύθμισης αλλά και για να αποδειχθεί στους πολίτες ότι οι ανησυχίες τους λαμβάνονται δεόντως υπόψη·

    12.

    επικροτεί τους πέντε βασικούς δείκτες στον πίνακα αποτελεσμάτων – τα παράπονα των καταναλωτών, τις τιμές, την ικανοποίηση των καταναλωτών, την αλλαγή παρόχου και την ασφάλεια – τα οποία είναι σημαντικά προκειμένου να προσδιοριστούν οι αγορές που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο δυσλειτουργίας όσον αφορά τα οικονομικά και κοινωνικά αποτελέσματα για τους καταναλωτές· πιστεύει, ωστόσο, ότι θα ήταν σκόπιμο να εφαρμόζονται επίσης κριτήρια που θα επιτρέπουν να εκτιμάται η καταλληλότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών για την επίτευξη του στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης·

    13.

    αναγνωρίζει ότι, παρόλο που οι πέντε δείκτες δεν καλύπτουν όλες τις πτυχές του περιβάλλοντος των καταναλωτών, παρέχουν επαρκή βάση για να τεθούν προτεραιότητες και να συναχθούν συμπεράσματα όσον αφορά το πού χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση, υπό την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα που παρέχουν τα κράτη μέλη είναι πλήρη και μπορούν να συγκεντρώνονται σε εύκολα συγκρίσιμη βάση·

    14.

    θεωρεί ότι τα τρέχοντα στοιχεία σχετικά με τις καταγγελίες των καταναλωτών, τις τιμές, την ικανοποίηση, την αλλαγή παρόχου και την ασφάλεια εξακολουθούν να μην είναι αρκετά για να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα και ότι απαιτούνται περισσότερα υψηλά ποιοτικά στοιχεία για την ανάπτυξη εδραίας βάσης για ζητήματα καταναλωτών· τονίζει ότι οι δείκτες πρέπει, συνεπώς, να αναπτυχθούν περαιτέρω και ότι η συλλογή στοιχείων πρέπει να οργανωθεί έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι διαφορές μεταξύ των εθνικών συστημάτων·

    15.

    προτείνει στην Επιτροπή, μόλις θα έχουν εξελιχθεί επαρκώς οι πέντε βασικοί δείκτες και η σχετική μεθοδολογία ούτως ώστε να καταλήγουν σε αποτελέσματα υψηλής ποιότητας, να εξετάσει τη σκοπιμότητα να συμπεριλάβει στον πίνακα πρόσθετους μακροπρόθεσμους δείκτες, όπως δείκτες που αφορούν τα μερίδια αγοράς, την ποιότητα, τη διαφήμιση, τη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα των προσφορών, δείκτες σχετικά με την επιβολή και την ενδυνάμωση του καταναλωτή, κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς και δεοντολογικούς δείκτες, καθώς και δείκτες για τη μέτρηση της έννομης προστασίας και των αρνητικών επιπτώσεων στους καταναλωτές· θεωρεί, ωστόσο, ότι αυτό θα πρέπει να γίνει προοδευτικά προκειμένου να διασφαλιστεί ένας εστιασμένος και κατανοητός πίνακας αποτελεσμάτων που θα εγγυάται μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση στην προστασία των καταναλωτών και θα δίνει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να αξιοποιήσουν πλήρως τα οφέλη που παρέχει η εσωτερική αγορά·

    16.

    επαναλαμβάνει ότι ο πίνακας των αποτελεσμάτων θα πρέπει να καλύπτει όλες τις κατηγορίες των δαπανών κατανάλωσης, προκειμένου να προσδιορίσει τις πιο προβληματικές αγορές και να θέσει τις βάσεις για περαιτέρω λεπτομερέστερη τομεακή ανάλυση, ιδίως εκεί όπου, σύμφωνα με ενδείξεις, υπάρχουν προβλήματα κοινά σε διάφορες αγορές· ζητεί, κατά συνέπεια, από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να διασφαλίσουν επαρκή χρηματοδότηση και στελέχωση για την περαιτέρω ανάπτυξη του πίνακα των αποτελεσμάτων·

    17.

    γνωρίζει ότι οι καταναλωτές είναι λιγότερο ευχαριστημένοι και αντιμετωπίζουν περισσότερα προβλήματα με τις υπηρεσίες από ό,τι με τα προϊόντα, γεγονός που εν μέρει αντικατοπτρίζει την μεγαλύτερη πολυπλοκότητα στις συμβατικές σχέσεις και την παροχή στον τομέα των υπηρεσιών· προτρέπει την Επιτροπή να πραγματοποιήσει εμπεριστατωμένη ανάλυση όλων των προβληματικών τομέων που εντοπίζονται στον πίνακα αποτελεσμάτων· καλεί επίσης την Επιτροπή να εξασφαλίσει ότι οι ενέργειες αυτές θα ακολουθηθούν, όπου χρειάζεται, από ειδικές νομοθετικές πρωτοβουλίες και συστάσεις πολιτικής προς τα κράτη μέλη, και να παράσχει πληροφορίες προς το Κοινοβούλιο·

    18.

    επιδοκιμάζει το ενδιαφέρον και την ποιότητα των εργασιών της Επιτροπής στη μελέτη της σχετικά με τις λιανικές χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, οι οποίες δημοσιεύθηκαν ως συνέχεια του πίνακα αποτελεσμάτων· σημειώνει τα προβλήματα που εντοπίστηκαν στον τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, που έχουν οξυνθεί περισσότερο λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης· χαιρετίζει, ιδίως, τις αποκαλύψεις που προέκυψαν από τη μελέτη αυτή σε ό,τι αφορά, για παράδειγμα, σημαντικά προβλήματα από πλευράς διαφάνειας και συγκρισιμότητας του κόστους τρεχόντων λογαριασμών στην ΕΕ· κρίνει ότι πρέπει να συναχθούν όλα τα κατάλληλα συμπεράσματα όσον αφορά την ανάγκη βελτίωσης των ρυθμίσεων στον εν λόγω τομέα·

    19.

    τονίζει ότι, ενώ οι καταγγελίες των καταναλωτών είναι σημαντικές για την ανίχνευση δυσλειτουργιών των αγορών, η απουσία καταγγελιών δε σημαίνει πάντα ότι οι αγορές λειτουργούν σωστά, καθώς σε κάποια κράτη μέλη οι καταναλωτές έχουν μικρότερη τάση να καταγγέλλουν, λόγω διαφορετικών καταναλωτικών συνηθειών ή αντιλήψεων σχετικά με την πιθανότητα επιτυχίας· επισημαίνει ότι ο μεγάλος αριθμός καταγγελιών σε ένα μεμονωμένο κράτος μέλος δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται ως σημάδι ανεπάρκειας της αγοράς και ότι μπορεί να οφείλεται στην ύπαρξη αποτελεσματικών φορέων που ασχολούνται με τις καταγγελίες ή σε πρόσφατη εκστρατεία πληροφόρησης για τα δικαιώματα των καταναλωτών·

    20.

    επισημαίνει ότι, ενώ υπάρχουν πάνω από 700 οργανώσεις τρίτων μερών που συγκεντρώνουν καταγγελίες καταναλωτών στην ΕΕ, τα καθεστώτα με τα οποία το κάνουν αυτό διαφέρουν σημαντικά και ότι από αυτές τις οργανώσεις λίγες είναι εκείνες που συλλέγουν στοιχεία σχετικά με τον συγκεκριμένο τύπο καταγγελίας και τομέα· θεωρεί ότι, παρόλο που τα στοιχεία που συλλέγουν είναι αρκετά για την παροχή συμβουλών ή πληροφοριών, δεν επαρκούν για τον προσδιορισμό των ενδεχόμενων ελλείψεων της αγοράς από την άποψη του καταναλωτή· ζητεί για αυτόν τον λόγο από όλες τις οργανώσεις καταγγελιών να εφαρμόσουν εναρμονισμένη μεθοδολογία για την ταξινόμηση και την κοινοποίηση των καταγγελιών των καταναλωτών και τις ενθαρρύνει να κοινοποιούν στοιχεία σχετικά με τις καταγγελίες, τα οποία να αντιστοιχούν σε όλα τα πεδία – συνιστώμενα και εθελοντικά – που έχει προτείνει η Επιτροπή στο σχέδιο σύστασής της· πιστεύει ότι η ανάπτυξη μιας εναρμονισμένης μεθοδολογίας θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να συγκεντρώνουν πιο ουσιώδη στοιχεία και να έχουν μια πιο πλήρη εικόνα των εθνικών καταναλωτικών αγορών, οδηγώντας στην δημιουργία μιας βάσης δεδομένων σε όλη την ΕΕ, η οποία θα καταστήσει δυνατή τη σύγκριση των προβλημάτων των καταναλωτών σε επίπεδο ΕΕ·

    21.

    εφιστά την προσοχή στην ανάλυση των διαθέσιμων στοιχείων σχετικά με τις τιμές, σύμφωνα με τα οποία υπάρχουν ανεξήγητες διασυνοριακές διακυμάνσεις σε ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες· θεωρεί ότι, παρόλο που οι διαφορές στις τιμές συνδέονται συχνά με διαφορές στη ζήτηση, τα επίπεδα δαπανών, τους φόρους ή τη διάρθρωση του κόστους, πολύ συχνά αποτελούν απλώς ένδειξη κατακερματισμού ή δυσλειτουργίας της εσωτερικής αγοράς· προτείνει, όπου η τιμή ενός δεδομένου προϊόντος είναι υψηλότερη από το σημείο αναφοράς, να εξετάζεται απαραίτητα η σχέση μεταξύ τιμών εισαγωγής και τιμών κατανάλωσης και να εξετάζεται προσεκτικά πού οφείλονται τα διαφορετικά επίπεδα τιμών·

    22.

    πιστεύει ότι τα διαθέσιμα στοιχεία σχετικά με τις τιμές δεν επαρκούν για την ορθή παρακολούθηση της εσωτερικής αγοράς και ζητεί από τις εθνικές στατιστικές υπηρεσίες και την Eurostat να συνεργαστούν με την Επιτροπή προκειμένου να παρασχεθούν περισσότερα στοιχεία να αναπτυχθεί περισσότερο η μεθοδολογία για την συγκέντρωση των μέσων τιμών των συγκρίσιμων και αντιπροσωπευτικών προϊόντων και υπηρεσιών· υπενθυμίζει, στο πλαίσιο αυτό, ότι είναι ανάγκη να επικυρώσουν οι εθνικές στατιστικές υπηρεσίες το έργο συλλογής και υπολογισμού μέσων τιμών και να μετέχουν πληρέστερα σε αυτό· υπογραμμίζει ότι η παρουσίαση πιο διάφανων στοιχείων σχετικά με τις τιμές θα εμπνεύσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους καταναλωτές και θα καταδείξει επίσης ότι αντιμετωπίζονται οι καθημερινές ανησυχίες τους·

    23.

    αναγνωρίζει ότι η ικανοποίηση των καταναλωτών είναι σημαντικός δείκτης για να κατανοήσει κανείς πόσο καλά ή λιγότερο καλά λειτουργούν οι αγορές για τους καταναλωτές· ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει περαιτέρω τη μεθοδολογία της και τις τεχνικές μέτρησης για τη διενέργεια ερευνών όσον αφορά την ικανοποίηση των καταναλωτών και να καλύψει και περαιτέρω τομείς στο μέλλον·

    24.

    θεωρεί ότι η δυνατότητα αλλαγής παρόχων είναι ουσιώδης πτυχή του ανταγωνισμού σε μια οικονομία της αγοράς· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν μέτρα ώστε να διευκολύνουν την αλλαγή παρόχων σε όλες τις σημαντικές υπηρεσίες λιανικής·

    25.

    επισημαίνει ότι οι έρευνες δείχνουν ένα γενικώς υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης των καταναλωτών στην ασφάλεια των προϊόντων, αν και οι αντιλήψεις των καταναλωτών σχετικά με την ασφάλεια διαφέρουν σημαντικά στα διάφορα κράτη μέλη· ζητεί από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να βελτιώσουν τα στοιχεία που είναι σήμερα διαθέσιμα όσον αφορά την ασφάλεια των καταναλωτικών προϊόντων, τα οποία συλλέγονται κυρίως βάσει των καταγεγραμμένων ατυχημάτων ή τραυματισμών από ελαττωματικά προϊόντα ή μέσω συστημάτων κοινοποίησης κινδύνου· υπογραμμίζει, ειδικότερα, την ανάγκη επαγρύπνησης όσον αφορά την ασφάλεια των παιχνιδιών·

    26.

    ενθαρρύνει όλα τα κράτη μέλη, προκειμένου να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο η ασφάλεια των καταναλωτών, να προβαίνουν σε συστηματική συλλογή και καταγραφή ατυχημάτων ή τραυματισμών μέσω μιας κοινής βάσης δεδομένων·

    27.

    επισημαίνει ότι η επικράτηση της διασυνοριακής δραστηριότητας διαφέρει ακόμη σημαντικά ανά την ΕΕ και ότι, παρόλο που η μέση δαπάνη στις διασυνοριακές αγορές είναι σημαντική (737 ευρώ κατ' άτομο ετησίως), η πλειονότητα (75 %) των εμπόρων λιανικής πώλησης πωλεί μόνο σε καταναλωτές στην ίδια του τη χώρα, ενώ μόνο το ένα τέταρτο των καταναλωτών της ΕΕ πραγματοποιούν διασυνοριακές αγορές· θεωρεί ότι, παρόλο που υπάρχουν ορισμένα διαρθρωτικά εμπόδια όπως η γλώσσα, η απόσταση και οι διαφορές στη νομοθεσία περί προστασίας των καταναλωτών, η αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών θα αύξανε σημαντικά τα επίπεδα διασυνοριακών συναλλαγών· κρίνει ότι η ανάπτυξη του διασυνοριακού εμπορίου δεν πρέπει να μειώσει το επίπεδο των ρυθμίσεων αλλά ότι, αντίθετα, καθιστά επιτακτικότερη την ανάγκη να καταβληθούν προσπάθειες για να διασφαλιστεί βέλτιστο επίπεδο προστασίας των καταναλωτών στην ΕΕ·

    28.

    λαμβάνει γνώση του γεγονότος ότι οι διαδικτυακές αγορές διαδίδονται όλο και περισσότερο, αλλά ότι το διασυνοριακό ηλεκτρονικό εμπόριο δεν αναπτύσσεται τόσο γρήγορα όσο οι εθνικές αγορές· ζητεί από την Επιτροπή να εισάγει στους μελλοντικούς πίνακες πληρέστερα στοιχεία σχετικά με το πραγματικό επίπεδο των διασυνοριακών πωλήσεων και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι διασυνοριακοί καταναλωτές·

    29.

    επισημαίνει ότι λίγοι περισσότεροι από τους μισούς καταναλωτές της ΕΕ (το 51 %) αισθάνονται ότι προστατεύονται επαρκώς με τα υπάρχοντα καταναλωτικά μέτρα, περισσότεροι από τους μισούς (το 54 %) πιστεύουν ότι οι δημόσιες αρχές προστατεύουν καλά τα δικαιώματά τους, ενώ ένα ελαφρώς υψηλότερο ποσοστό (το 59 %) πιστεύει ότι τα δικαιώματά τους γίνονται σεβαστά από πωλητές και παρόχους·

    30.

    τονίζει ότι σχεδόν το ένα τρίτο (30 %) των καταναλωτών της ΕΕ που πραγματοποίησαν κάποια αγορά εξ αποστάσεως από το διαδίκτυο, το τηλέφωνο ή με ταχυδρομική παραγγελία δηλώνουν ότι αντιμετώπισαν προβλήματα στην παράδοση· σημειώνει, ωστόσο, ότι εννέα στους δέκα από αυτούς που προσπάθησαν να επιστρέψουν μία αγορά ή να ακυρώσουν μια σύμβαση εντός της προθεσμίας υπαναχώρησης, κατόρθωσαν να το πραγματοποιήσουν·

    31.

    υπενθυμίζει ότι διάφορα κράτη μέλη έχουν αναπτύξει εργαλεία για να παρακολουθούν τις εθνικές αγορές τους από τη σκοπιά του καταναλωτή, όπως παρατηρητήρια τιμών, ή ολοκληρωμένα συστήματα καταγγελιών για τη χάραξη πολιτικής, ενώ άλλα κράτη μέλη δεν χρησιμοποιούν στοιχεία για να παρακολουθούν τις καταναλωτικές αγορές και έχουν δυσκολίες στη συγκέντρωση στοιχείων· υπογραμμίζει, για αυτό το λόγο, την ανάγκη ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών μεταξύ των κρατών μελών·

    32.

    τονίζει ότι η σημαντική συμβολή των εθνικών στατιστικών υπηρεσιών και της Eurostat, καθώς και η στενή συνεργασία μεταξύ των φορέων αυτών με την Επιτροπή, τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής στον τομέα των καταναλωτών, τις εθνικές αρχές επιβολής της νομοθεσίας και τις οργανώσεις καταναλωτών και επιχειρήσεων, θα αποβεί καθοριστική για τη διασφάλιση της ποιότητας και της πληρότητας των στοιχείων όπως και για την περαιτέρω ανάπτυξη της αναγκαίας βάσης των στοιχείων· καλεί τη Eurostat, τα κράτη μέλη και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να λάβουν μέτρα για τη διευκόλυνση αυτής της συνεργασίας·

    33.

    υποστηρίζει την άποψη ότι τα σχετικά με την αγορά δεδομένα μπορούν να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στην προώθηση τόσο της καινοτομίας όσο και της ανταγωνιστικότητας· τονίζει, ωστόσο, τη σπουδαιότητα του πίνακα αποτελεσμάτων ως εργαλείου που επιτρέπει τον εντοπισμό των προτιμήσεων και απαιτήσεων των καταναλωτών· επισημαίνει ότι τα δεδομένα αυτά μπορούν να ενθαρρύνουν την καινοτομία παρέχοντας στις επιχειρήσεις κίνητρα για να εισέλθουν σε νέες αγορές και ασκώντας πιέσεις σε εταιρίες για τη βελτίωση των προϊόντων και των υπηρεσιών τους·

    34.

    θεωρεί ότι ο πίνακας των αποτελεσμάτων, αφ' ης στιγμής συμπληρωθεί με τα αξιόπιστα και εύκολα συγκρίσιμα δεδομένα για τα 27 κράτη μέλη, θα πρέπει να χρησιμεύσει ως πλούσια πηγή συγκριτικών στοιχείων για τους για αρμόδιους χάραξης πολιτικής σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τον ανταγωνισμό, τον καταναλωτή και άλλους τομείς, ώστε να τους βοηθήσει να προσδιορίσουν σε εθνικό επίπεδο τις αγορές που δυσλειτουργούν από τη σκοπιά του καταναλωτή·

    35.

    ζητεί από την Επιτροπή να αξιολογεί το καταναλωτικό περιβάλλον σε κάθε κράτος μέλος λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στο καταναλωτικό δίκαιο και στις καταναλωτικές συνήθειες· υπενθυμίζει ότι η σύγκριση αποτελεσμάτων καταναλωτών ανάμεσα στα κράτη μέλη και η αξιολόγηση του καταναλωτικού περιβάλλοντος σε όλη την ΕΕ συμβάλλουν στον εντοπισμό ορθών πρακτικών και τελικά οδηγούν σε μια εσωτερική αγορά που λειτουργεί για τους καταναλωτές·

    36.

    ενθαρρύνει όλα τα κράτη μέλη να πραγματοποιούν μια ευρεία ενέργεια παρακολούθησης της αγοράς σε ετήσια βάση προκειμένου να εντοπίσουν αγορές που απογοητεύουν τους καταναλωτές και προκειμένου να παράσχουν πλήρη στοιχεία τα οποία θα επιτρέψουν στην Επιτροπή να παρακολουθεί και να συγκρίνει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι καταναλωτές στην εσωτερική αγορά·

    37.

    φρονεί ότι ο πίνακας των αποτελεσμάτων δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για τη χάραξη μιας καλύτερης πολιτικής για τους καταναλωτές, αλλά ότι θα πρέπει να εισαχθεί σε όλες τις πολιτικές που επηρεάζουν τους καταναλωτές, διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο μια καλύτερη ενσωμάτωση των συμφερόντων των καταναλωτών σε όλες τις πολιτικές της ΕΕ, καθώς και την ενσωμάτωση του στόχου της βιώσιμης ανάπτυξης στην πολιτική για την προστασία των καταναλωτών· υπογραμμίζει ότι ο πίνακας των αποτελεσμάτων θα πρέπει επίσης να αποτελέσει το έναυσμα για μια πιο σοβαρή συζήτηση όσον αφορά θέματα της πολιτικής για τους καταναλωτές·

    38.

    ζητεί από την Επιτροπή να αναπτύξει, με την υποστήριξη των κρατών μελών, μια στρατηγική για να κοινοποιήσει τον πίνακα αποτελεσμάτων αποτελεσματικότερα σε ευρύτερο κοινό, μεταξύ άλλων διασφαλίζοντας ότι είναι εύκολα προσβάσιμος και ορατός στους σχετικούς ιστοτόπους και προωθώντας τη σωστή του διάδοση στα μέσα ενημέρωσης, τις εθνικές αρχές, τις οργανώσεις καταναλωτών και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη· θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να συνεχιστεί η ετήσια δημοσίευση του πίνακα αποτελεσμάτων με μορφή φυλλαδίου το οποίο θα διατίθεται σε όλες τις επίσημες γλώσσες της ΕΕ· καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για να προωθήσουν τη χρήση εκ μέρους των ευρωπαίων πολιτών του δικτυακού τόπου «eYou Guide» που δημιουργήθηκε ειδικά από την Επιτροπή ως οδηγός για τα δικαιώματα των πολιτών·

    Επιβολή του καταναλωτικού κεκτημένου

    39.

    εκφράζει την ικανοποίησή του για τους πέντε τομείς προτεραιότητας που προσδιόρισε η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της για την επιβολή του καταναλωτικού κεκτημένου·

    40.

    τονίζει ότι η αποτελεσματική εφαρμογή και επιβολή των κανόνων προστασίας των καταναλωτών της ΕΕ ενισχύει την καταναλωτική εμπιστοσύνη και λειτουργεί αποτρεπτικά για όσες επιχειρήσεις επιδιώκουν να αποφύγουν τους κανόνες αυτούς· ζητεί από την Επιτροπή να παρακολουθεί στενά και να βοηθάει τα κράτη μέλη στη μεταφορά και εφαρμογή του καταναλωτικού κεκτημένου της ΕΕ· καλεί, στο πλαίσιο αυτό, την Επιτροπή να αναζητήσει δυνατότητες, χρησιμοποιώντας τη νομική βάση που προβλέπει το άρθρο 169 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την προβολή της σπουδαιότητας της πολιτικής για την προστασία των καταναλωτών με μέτρα που θα υποστηρίζουν και θα συμπληρώνουν τις πολιτικές των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης, ενδεχομένως, της δημιουργίας μιας Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταναλωτών·

    41.

    σημειώνει ότι η επιβολή ανά την ΕΕ είναι κάθε άλλο από ομοιόμορφη και ότι οι περισσότερες χώρες έχουν δυνατά και αδύνατα σημεία· σημειώνει ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία, υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα κράτη μέλη όσον αφορά τους προϋπολογισμούς για την εποπτεία της αγοράς και τους αριθμούς των ελεγκτών· ζητεί από τα κράτη μέλη να εντείνουν τις προσπάθειές τους και να αυξήσουν τους πόρους προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι νόμοι που προστατεύουν τους καταναλωτές και διασφαλίζουν τον ανταγωνισμό εφαρμόζονται στις αγορές λιανικής πώλησης·

    42.

    θεωρεί ότι η ενίσχυση των μηχανισμών εποπτείας της αγοράς και επιβολής της νομοθεσίας και η αποτελεσματική και συνεκτική εφαρμογή τους, με στόχο την ενίσχυση της καταναλωτικής εμπιστοσύνης, αποτελεί στοιχείο ύψιστης σημασίας, δεδομένου ότι οι καταναλωτικές δαπάνες θα αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα για την οικονομική ανάκαμψη· θεωρεί ότι πρέπει να χορηγηθούν περισσότεροι πόροι στις δημόσιες αρχές για να διερευνήσουν και τελικά να σταματήσουν τις παράνομες εμπορικές πρακτικές·

    43.

    τονίζει ότι οι καταναλωτικές αγορές εξελίσσονται ταχύτατα και ότι οι αρχές επιβολής της νομοθεσίας πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν τις νέες προκλήσεις που συνεπάγονται οι οικονομικές και τεχνολογικές αλλαγές όσον αφορά την ικανότητά τους να είναι αποτελεσματικές σε ένα διασυνοριακό περιβάλλον όπως είναι η εσωτερική αγορά, και, για να επιτευχθεί αυτό, θα πρέπει να συνδυαστούν οι προσπάθειες ώστε να διασφαλιστεί ότι η επιβολή είναι αποτελεσματική και συνεπής σε όλη την ΕΕ· θεωρεί ότι, για να καλυφθούν τα ρυθμιστικά κενά, είναι επίσης απαραίτητη η αναθεώρηση του ρυθμιστικού πλαισίου·

    44.

    ενθαρρύνει τη δημιουργία σε όλα τα κράτη μέλη ανεξαρτήτων υπηρεσιών προστασίας των καταναλωτών που θα παρέχουν πληροφορίες και θα φέρνουν υποθέσεις ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, προκειμένου να προστατεύσουν τα συμφέροντα των καταναλωτών· ενθαρρύνει, εν προκειμένω, τη συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών προστασίας των καταναλωτών όλων των κρατών μελών·

    45.

    παροτρύνει όλα τα κράτη μέλη να εξετάσουν τα πλεονεκτήματα της θέσπισης ενός ειδικού Συνηγόρου του Καταναλωτή· σημειώνει ότι σε ορισμένα κράτη μέλη ισχύει ο εν λόγω θεσμός ως εξωδικαστικό όργανο συναινετικής επίλυσης των καταναλωτικών διαφορών, αλλά και ως συμβουλευτικός θεσμός στο πλευρό της Πολιτείας για τη διευθέτηση προβλημάτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του·

    46.

    συμμερίζεται την άποψη της Επιτροπής ότι εναλλακτικοί μηχανισμοί για τη διευθέτηση των διαφορών, όπως η διαμεσολάβηση και διαιτησία ή η εξωδικαστική επίλυση των διαφορών, μπορούν να αποτελέσουν πρόσφορη και ελκυστική εναλλακτική λύση για τους καταναλωτές που δεν κατόρθωσαν να επιλύσουν άτυπα τη διαφορά τους με έναν έμπορο ή μια δημόσια οργάνωση παροχής υπηρεσιών· ζητεί από τα κράτη μέλη να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη εναλλακτικών μηχανισμών διευθέτησης των διαφορών, προκειμένου να ενισχύσουν το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και να μεγιστοποιήσουν τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία, αλλά δίνει έμφαση στο ότι αυτοί οι μηχανισμοί θα πρέπει να συμπληρώνουν και όχι να αντικαθιστούν τα δικαστικά ή διοικητικά μέσα επιβολής· πιστεύει επίσης ότι ο ορισμός συγκεκριμένων προθεσμιών για τις απαντήσεις από υπηρεσίες και επιχειρήσεις σχετικά με φακέλους που έχουν υποβληθεί θα μπορούσε να βοηθήσει σημαντικά τους καταναλωτές που σχεδιάζουν να δρομολογήσουν ενέργειες για τη διευθέτηση μιας διαφοράς·

    47.

    υπενθυμίζει ότι τα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών και ότι υπάρχει περιθώριο βελτίωσης όσον αφορά τους μηχανισμούς έννομης προστασίας· υπενθυμίζει ότι τα δικαστικά συστήματα συλλογικής έννομης προστασίας υπάρχουν προς το παρόν σε 13 κράτη μέλη και ζητεί από την Επιτροπή να δώσει συνέχεια το ταχύτερο δυνατόν στην Πράσινη Βίβλο της 27ης Νοεμβρίου 2008 για τα Μέσα Συλλογικής Έννομης Προστασίας των Καταναλωτών (COM(2008)0794)·

    48.

    τονίζει την ανάγκη για σωστή κατάρτιση και εκπαίδευση των δημοσίων υπαλλήλων και των δικαστικών αρχών όσον αφορά τους κανόνες της ΕΕ σχετικά με την προστασία των καταναλωτών·

    49.

    σημειώνει ότι η αναθεώρηση του δικτύου συνεργασίας για την προστασία των καταναλωτών δείχνει ότι οι αρχές που διεκπεραιώνουν διασυνοριακές υποθέσεις αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγω της έλλειψης πόρων· ζητεί από την Επιτροπή να εξετάσει τρόπους διασφάλισης επαρκών πόρων, προκειμένου να τηρηθούν οι υφιστάμενες υποχρεώσεις που προβλέπονται από τον κανονισμό για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών·

    50.

    εκφράζει την υποστήριξή του στις συντονισμένες δράσεις επιβολής [«σαρώσεις» («sweeps»)] κατά τις οποίες οι εθνικές αρχές εξετάζουν ταυτόχρονα και με διεξοδικό τρόπο αν ένας συγκεκριμένος τομέας συμμορφώνεται με τη νομοθεσία της ΕΕ· τονίζει ότι αυτές οι δράσεις θα πρέπει να πραγματοποιούνται πιο συχνά (δύο φορές τον χρόνο) βάσει μιας κοινής μεθοδολογίας και να συνδυάζονται με άλλα εργαλεία·

    51.

    αναγνωρίζει τη νομική πολυπλοκότητα της δημοσίευσης των αποτελεσμάτων των δραστηριοτήτων εποπτείας της αγοράς και επιβολής της νομοθεσίας, όπως και το γεγονός ότι οι έρευνες των αρχών επιβολής της νομοθεσίας υπόκεινται συχνά σε αυστηρούς κανόνες εμπιστευτικότητας, πιστεύει, ωστόσο, ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να δημοσιοποιούν αυτά τα αποτελέσματα συμπεριλαμβανομένης της ανάλυσής τους κατά μεμονωμένη επιχείρηση, σε περιπτώσεις στις οποίες εντοπίζεται η επανεμφάνιση παράνομων πρακτικών· θεωρεί ότι τούτο θα αυξήσει τη διαφάνεια, θα καταστήσει πιο εμφανές το έργο της επιβολής των εθνικών αρχών και θα δώσει τη δυνατότητα στους καταναλωτές να προβαίνουν σε επιλογές τους με σαφή επίγνωση του θέματος·

    52.

    ζητεί την ενίσχυση των δομών εποπτείας της αγοράς σε όλα τα κράτη μέλη έτσι ώστε να προϊόντα που κυκλοφορούν στις αγορές τους να πληρούν υψηλά πρότυπα ασφαλείας και τα ελαττωματικά ή επικίνδυνα προϊόντα να απομακρύνονται ταχύτατα από την αγορά· ζητεί από την Επιτροπή να παρακολουθεί και να αναθεωρεί περιοδικά τις κατευθυντήριες γραμμές για το σύστημα ταχείας ειδοποίησης (RAPEX), προκειμένου να βελτιωθεί η λειτουργία του·

    53.

    καλεί, στο πλαίσιο αυτό, την Επιτροπή να παρακολουθεί περισσότερο την εφαρμογή των κανονισμών εποπτείας της αγοράς, και ιδίως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 από τα κράτη μέλη και, εάν απαιτείται, να κινεί τάχιστα διαδικασίες επί παραβάσει·

    54.

    υποστηρίζει τις προσπάθειες της Επιτροπής να εξετάσει τις πιο πρόσφατες δυνατότητες τεχνικής εποπτείας προκειμένου να διασφαλίσει την παγκόσμια ανιχνευσιμότητα των προϊόντων κατά μήκος ολόκληρης της αλυσίδας προμηθειών (λ.χ. με βάση τσιπς ραδιοσυχνικής αναγνώρισης (RFID) ή γραμμωτών κωδίκων)· ζητεί από την Επιτροπή να παρουσιάσει στο Κοινοβούλιο τις σημερινές πρωτοβουλίες της και τα νεώτερα πορίσματα για την ανάπτυξη ενός παγκόσμιου δικτύου ανιχνευσιμότητας·

    55.

    υπενθυμίζει ότι το δίκτυο των ευρωπαϊκών κέντρων καταναλωτών χρειάζεται την κατάλληλη χρηματοδότηση ώστε να προαγάγει την καταναλωτική εμπιστοσύνη παρέχοντας συμβουλές στους πολίτες όσον αφορά τα δικαιώματά τους ως καταναλωτών και παρέχοντας εύκολη πρόσβαση σε έννομη προστασία στις περιπτώσεις όπου οι καταναλωτές έχουν πραγματοποιήσει διασυνοριακές αγορές·

    56.

    επισημαίνει ότι, δεδομένου του διαρκώς αυξανόμενου όγκου των εισαγωγών στην ΕΕ από τρίτες χώρες, είναι σημαντικός ο ρόλος που καλούνται να διαδραματίσουν οι τελωνειακές αρχές όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών από μη ασφαλή προϊόντα εισαγωγής, και ότι, συνεπώς, απαιτείται η ολοένα στενότερη συνεργασία ανάμεσα στις αρχές εποπτείας της αγοράς και τις τελωνειακές αρχές, αλλά και ανάμεσα στις τελωνειακές αρχές διαφόρων κρατών μελών·

    57.

    τονίζει ότι η μέριμνα για την ασφάλεια των προϊόντων που κυκλοφορούν στην εσωτερική αγορά χρειάζεται συνδυασμένες προσπάθειες με τις αρχές τρίτων χωρών· υποστηρίζει, για αυτόν τον λόγο, την πρωτοβουλία της Επιτροπής να εντείνει τη διεθνή συνεργασία και να επιδιώξει επίσημες συμφωνίες με τις αρχές επιβολής της νομοθεσίας σε τρίτες χώρες, ιδίως δε με την Κίνα, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία· σημειώνει ότι ο συνεχής διάλογος και η ανταλλαγή πληροφοριών όσον αφορά την ασφάλεια των προϊόντων είναι προς το συμφέρον όλων των μερών και είναι κεντρικής σημασίας για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών· ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλλει έκθεση σχετικά με το διάλογό της με τρίτες χώρες σε τακτά χρονικά διαστήματα·

    *

    * *

    58.

    αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει το παρόν ψήφισμα στο Συμβούλιο και την Επιτροπή καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.


    (1)  Κείμενα που εγκρίθηκαν, P6_TA(2008)0540.


    Top