Odaberite eksperimentalnu funkciju koju želite isprobati

Ovaj je dokument isječak s web-mjesta EUR-Lex

Dokument 52006AE0592

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανακοίνωση της Επιτροπής Πολιτική της συνοχής για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης: Στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας, 2007-2013 COM(2005) 299 τελικό — SEC(2005) 904

    ΕΕ C 185 της 8.8.2006., str. 52–61 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

    8.8.2006   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 185/52


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανακοίνωση της Επιτροπής «Πολιτική της συνοχής για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης: Στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας, 2007-2013»

    COM(2005) 299 τελικό — SEC(2005) 904

    (2006/C 185/11)

    Στις 5 Ιουλίου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω ανακοίνωση.

    Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 23 Μαρτίου 2006, με εισηγητή τον κ. VEVER.

    Κατά την 426η σύνοδο ολομέλειάς της, της 20ης και 21ης Απριλίου 2006 (συνεδρίαση της 21ης Απριλίου 2006), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 47 ψήφους υπέρ και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

    1.   Περίληψη

    1.1

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι οι στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές 2007-2013 για την πολιτική της συνοχής υπεβλήθησαν ένα χρόνο μετά από τις προτάσεις δημοσιονομικού προγραμματισμού και τις προτάσεις κανονισμών των διαρθρωτικών ταμείων για την ίδια περίοδο, αντί να υποβληθούν ταυτόχρονα εάν όχι ενωρίτερα. Κάτω από τις συνθήκες αυτές, οι προσανατολισμοί μοιάζουν περισσότερο με συμπληρωματικές διατάξεις, παρά με πραγματικές κατευθυντήριες γραμμές, όπως θα έπρεπε να είναι.

    1.2

    Η καθυστέρηση αυτή είναι ακόμη περισσότερο λυπηρή, δεδομένου ότι η ανάγκη για τέτοιες κατευθυντήριες γραμμές καθίσταται επείγουσα, ενώπιον των πολλαπλών και πολυσύνθετων προκλήσεων συνοχής της περιόδου 2007-2013: συνοδεία των διευρύνσεων· εδραίωση του ευρώ· ανάκτηση των καθυστερήσεων της στρατηγικής της Λισσαβώνας που έρχεται αντιμέτωπη με την επιτάχυνση της παγκοσμιοποίησης. Έναντι των δυσχερειών της ανεπαρκούς ανάπτυξης, των σημαντικών ανισοτήτων μεταξύ κρατών μελών και του υπερβολικά περιορισμένου κοινοτικού προϋπολογισμού, τα πλεονεκτήματα της Ένωσης είναι υπαρκτά, παραμένουν όμως κυρίως στη σφαίρα του δυνατού παρά του εξασφαλισμένου (εδραίωση της διευρυμένης ενιαίας αγοράς, υποδομές για το μέλλον, προσαρμοστικές μεταρρυθμίσεις).

    1.3

    Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι σχέσεις μεταξύ των προτεραιοτήτων των στρατηγικών προσανατολισμών και των στόχων των διαρθρωτικών ταμείων δεν είναι σαφείς και ότι θα έπρεπε να διευκρινίζονται οι προϋποθέσεις της υλοποίησής τους. Έτσι, η πρώτη προτεραιότητα, που αφορά τη μεγαλύτερη ελκυστικότητα για επενδύσεις, θέτει το καίριο ζήτημα της αναγκαίας ενίσχυσης της εμπιστοσύνης στην ίδια την ανάπτυξη της Ένωσης. Η δεύτερη προτεραιότητα, η στήριξη της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας, θέτει το ζήτημα της συνεχιζόμενης ακαταλληλότητας των κοινοτικών μέσων (ακινητοποίηση της διαδικασίας για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, κενά του ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος για τις επιχειρήσεις, παρεμβάσεις ταμείων που περιορίζονται υπερβολικά σε επιδοτήσεις). Η τρίτη προτεραιότητα, που αφορά τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας, θέτει το ζήτημα της ανάκτησης των καθυστερήσεων της στρατηγικής της Λισσαβώνας, καθώς και της μακρινής ακόμα βελτιστοποίησης της οικονομικής και κοινωνικής λειτουργίας της ενιαίας αγοράς, έναντι των πιέσεων της παγκοσμιοποίησης.

    1.4

    Η ΕΟΚΕ, όπως ακριβώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ανησυχεί για την ανεπάρκεια των πόρων του κοινοτικού προϋπολογισμού που προγραμματίστηκαν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου του 2005 για την περίοδο 2007-2013: η επιβολή διαρκούς ανώτατου ορίου ύψους 1,045 % του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος (δηλαδή 0,36 % για τον προϋπολογισμό της συνοχής) τον τοποθετεί σε χαμηλότερο επίπεδο σε σχέση με την προ της διεύρυνσης των 15 σε 25 περίοδο, τη στιγμή ακριβώς που οι προκλήσεις των εσωτερικών ανισοτήτων και του διεθνούς ανταγωνισμού έχουν αυξηθεί αισθητά. Συνεπώς, το κεντρικό ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουν οι στρατηγικοί προσανατολισμοί 2007-2013 της πολιτικής για τη συνοχή είναι: πώς μπορούμε να δράσουμε καλύτερα με λιγότερους πόρους; Ως απάντηση η ΕΟΚΕ συνιστά την διαφοροποίηση των μέσων της πολιτικής για τη συνοχή, την μεγαλύτερη συγκέντρωση των παρεμβάσεών της, και τον εκσυγχρονισμό των μεθόδων διαχείρισης.

    1.5

    Η ΕΟΚΕ συνιστά την διαφοροποίηση των μέσων της πολιτικής για τη συνοχή μέσω ενός καινοτόμου συστήματος για τις χρηματοδοτικές παρεμβάσεις της Ένωσης.

    1.5.1

    Τα διαρθρωτικά ταμεία πρέπει να έχουν προσφυγή σε άλλα μέσα, εκτός των επιδοτήσεων, και να αναπτύξουν, σε άμεση σχέση με την ΕΤΕ και το ΕΤΑΕ, δάνεια, εκπτώσεις επιτοκίων, εγγυήσεις δανείων, ενισχύσεις με τη μορφή επενδυτικού κεφαλαίου και κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου.

    1.5.2

    Μια τέτοια αναδιοργάνωση, σε κλίμακα πολύ ευρύτερη απ' ό,τι αποκλειστικά με το πρόγραμμα JEREMIE, θα προσέδιδε στις παρεμβάσεις των ταμείων πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα, με καλύτερη συμπληρωματικότητα προς τις επενδύσεις των δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων, αντισταθμίζοντας τον χαμηλό προϋπολογισμό.

    1.5.3

    Προς τον σκοπό αυτόν, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ μιας ουσιαστικής αύξησης της ικανότητας δανειοδότησης και παροχής εγγυήσεων της Ένωσης, μιας ενισχυμένης εταιρικής σχέσης με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, καθώς και αντίστοιχων διευθετήσεων στους νέους κανονισμούς των διαρθρωτικών ταμείων. Οι τρεις αυτές προϋποθέσεις απαιτούν επείγουσες προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς αυτή την κατεύθυνση.

    1.6

    Η ΕΟΚΕ συνιστά να συγκεντρωθούν περισσότερο οι παρεμβάσεις των διαρθρωτικών ταμείων ανάλογα με τα πρωταρχικά ενδιαφέροντα της Ευρώπης.

    1.6.1

    Πέρα από την άμεση στήριξη προς τα κράτη και τις περιφέρειες που έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη, η οποία θα πρέπει να συνεχισθεί και να εντατικοποιηθεί, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ενισχυθεί, με τη βοήθεια εταιρικών σχέσεων δημοσίου-ιδιωτικού τομέα, η χρηματοδότηση διευρωπαϊκών δικτύων υποδομών και η παροχή ενισχύσεων στις μεθοριακές περιφέρειες.

    1.6.2

    Προς τούτο, η ΕΟΚΕ ζητά μια σημαντική αναβάθμιση του προϋπολογισμού των διευρωπαϊκών δικτύων, ο οποίος αφέθηκε στην τύχη του με τον προγραμματισμό του Δεκεμβρίου του 2005, παρά τους στόχους της στρατηγικής της Λισσαβώνας.

    1.6.3

    Σημαίνει, ακόμη, ότι οι κοινοτικές ενισχύσεις θα πρέπει να χρησιμοποιούνται περισσότερο για να βοηθούν τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν καλύτερα τις κοινοτικές κατευθύνσεις, αποφάσεις και δεσμεύσεις, είτε πρόκειται για τη μεταφορά των οδηγιών είτε για την εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Ειδικότερα, θα πρέπει να αναβαθμιστεί ο προϋπολογισμός των ενισχύσεων για κατάρτιση, ο οποίος επίσης ελαχιστοποιήθηκε το Δεκέμβριο του 2005.

    1.7

    Τέλος, η ΕΟΚΕ συνιστά να εκσυγχρονιστούν οι μέθοδοι διαχείρισης της πολιτικής για τη συνοχή, προκειμένου να υπάρξει μεγαλύτερη διαφάνεια και αλληλεπίδραση.

    1.7.1

    Αυτό προϋποθέτει ότι οι κοινοτικές ενισχύσεις, όπως και οι κρατικές ενισχύσεις, θα συμμορφώνονται πλήρως με την ευρωπαϊκή πολιτική ανταγωνισμού.

    1.7.2

    Προϋποθέτει επίσης βελτιωμένη συμμετοχή των φορέων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, και κατά πρώτο λόγο των κοινωνικών εταίρων, στην κατάρτιση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της ευρωπαϊκής πολιτικής της συνοχής.

    1.7.3

    Προς τούτο, η ΕΟΚΕ ζητά η συμμετοχή των κοινωνικο-επαγγελματικών φορέων να αποτελέσει αντικείμενο σαφών διατάξεων που θα ενσωματωθούν στις στρατηγικές κατευθύνσεις. Οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή τους στο εκάστοτε κράτος μέλος θα πρέπει να διευκρινίζονται σε παράρτημα των εγγράφων προγραμματισμού και αναθεώρησης.

    2.   Εισαγωγή

    2.1

    Η ανακοίνωση που υιοθέτησε η Επιτροπή στις 5 Ιουλίου 2005 σχετικά με τις στρατηγικές κατευθύνσεις της πολιτικής της συνοχής για την περίοδο 2007-2013 συμπληρώνει μια σειρά προγενέστερων προτάσεων.

    2.1.1

    Οι κοινοτικές δημοσιονομικές κατευθύνσεις 2007-2013, που υπεβλήθησαν στις 17 Φεβρουαρίου 2004, έχουν υπολογιστεί με βάση ποσοστό 1,14 % επί του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (ΑΕΕ).

    2.1.2

    Τα σχέδια κανονισμών για την τροποποίηση των διατάξεων που διέπουν τα διαρθρωτικά ταμεία (ΕΤΠΑ, ΕΚΤ, Ταμείο Συνοχής) για την περίοδο 2007-2013, υπεβλήθησαν στις 14 Ιουλίου 2004 (1): η Επιτροπή πρότεινε να τεθούν για τα Ταμεία τρεις στόχοι:

    2.1.2.1

    ένας στόχος σύγκλισης, που διαδέχεται τον σημερινό στόχο 1, με δικαιούχους τις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες της Ένωσης, και ειδικότερα εκείνες που παρουσιάζουν ΑΕγχΠ κατώτερο από το 75 % του μέσου όρου της ΕΕ: στο στόχο αυτό προτείνεται να εκχωρηθεί το 78,54 % των πόρων των Ταμείων·

    2.1.2.2

    ένας στόχος περιφερειακής ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης, που διαδέχεται τον σημερινό στόχο 2, με δικαιούχους τις υπόλοιπες περιφέρειες της ΕΕ, κυρίως για την υποστήριξή τους κατά την εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας και τη βελτίωση της απασχόλησης: στο στόχο αυτό προτείνεται να εκχωρηθεί το 17,22 % των πόρων των Ταμείων·

    2.1.2.3

    ένας στόχος ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας, που διαδέχεται το σημερινό πρόγραμμα INTERREG: στο στόχο αυτό προτείνεται να εκχωρηθεί το 3,94 % των πόρων των Ταμείων·

    2.1.3

    Η Επιτροπή υπέβαλε επίσης, στις 14 Ιουλίου 2004, σχέδιο καταστατικού για Ευρωπαϊκό Όμιλο Διασυνοριακής Συνεργασίας, με στόχο τη διευκόλυνση τέτοιου είδους ενδοκοινοτικών πρωτοβουλιών (2).

    2.2

    Υποβάλλοντας, στις 5 Ιουλίου 2005, τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την πολιτική της συνοχής 2007-2013, η Επιτροπή προέβαλε τρεις προτεραιότητες, οι οποίες διατυπώνονται διαφορετικά από τους προαναφερόμενους στόχους παρέμβασης των διαρθρωτικών ταμείων, παρότι τελικά συμπίπτουν επί της ουσίας:

    2.2.1

    η πρώτη προτεραιότητα των στρατηγικών προσανατολισμών αποβλέπει στην αύξηση της ελκυστικότητας για επενδύσεις·

    2.2.2

    η δεύτερη προτεραιότητα των στρατηγικών προσανατολισμών αφορά την προώθηση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας·

    2.2.3

    η τρίτη προτεραιότητα των στρατηγικών προσανατολισμών υποστηρίζει τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

    2.3

    Οι στρατηγικές αυτές κατευθυντήριες γραμμές προορίζονται να τεθούν σε εφαρμογή μέσω εθνικών στρατηγικών πλαισίων αναφοράς, τα οποία θα καταρτιστούν αργότερα από την Επιτροπή, τα κράτη μέλη και τις περιφέρειες.

    2.4

    Η υποβολή των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών αποτέλεσε την τελευταία πτυχή που έλειπε ακόμη για τη συζήτηση μιας συνολικής δέσμης σχετικά με την πολιτική της συνοχής 2007-2013. Κατά βάθος, θα ήταν πιο λογικό να είχε ξεκινήσει η Επιτροπή τον προβληματισμό σχετικά με την πολιτική της συνοχής παρουσιάζοντας τις στρατηγικές αυτές κατευθύνσεις, που προορίζονται να καθορίσουν ένα σφαιρικό πολιτικό πλαίσιο, παρά με τα σχέδια κανονισμών των ταμείων, που θα έπρεπε να συνιστούν τις λεπτομέρειες της εφαρμογής του. Ελλείψει μιας καλύτερης αμοιβαίας συνάρθρωσης, που θα εξασφάλιζε στις στρατηγικές κατευθύνσεις έναν σαφή κατευθυντήριο ρόλο αντί για ρόλο συνοδείας, υπάρχει κίνδυνος να εξανεμισθεί η προστιθέμενη αξία της ευρωπαϊκής πολιτικής της συνοχής και να ενθαρρυνθεί η επανεθνικοποίηση των στρατηγικών για την ανάπτυξη, γεγονός που θα ήταν άκρως επιβλαβές για τη συνεκτικότητα, την ανταγωνιστικότητα και την οικονομική και κοινωνική αποτελεσματικότητα της Ένωσης.

    2.5

    Οι συζητήσεις σχετικά με τους δημοσιονομικούς προσανατολισμούς για το διάστημα 2007-2013 και με τους κανονισμούς των ταμείων για το ίδιο διάστημα διεξήχθησαν κάτω από δύσκολες συνθήκες και σηματοδοτήθηκαν από αισθητές διαφορές εκτιμήσεων μεταξύ των 25 κρατών μελών σχετικά με τα ποσά και με τους τρόπους παρέμβασης. Μετά από μια πρώτη αποτυχία τον Ιούνιο του 2005, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο απέσπασε, στις 17 Δεκεμβρίου 2005, μια δημοσιονομική συμφωνία στηριζόμενη σε πολύ κατώτερες βάσεις: ο προϋπολογισμός 2007-2013 έχει ανώτατο όριο 1,045 % του ΑΕΕ, που κατανέμονται ως εξής: 252 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 82 %, για τον στόχο της σύγκλισης· 48,5 δισεκατομμύρια, δηλαδή 15,5 %, για τον στόχο της ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης· και 7,5 δισεκατομμύρια, δηλαδή λιγότερο από το 2,5 %, για τον στόχο της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας.

    2.6

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απέρριψε στις 18 Ιανουαρίου 2006 τον δημοσιονομικό αυτό προγραμματισμό που απείχε πολύ από τις προσδοκίες του. Ξεκίνησαν, λοιπόν, νέες συζητήσεις μεταξύ του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου που κατέληξαν στις 4 Απριλίου 2006 σε συμβιβασμό που προβλέπει 4 επιπλέον δισεκατομμύρια ευρώ (εκ των οποίων 2 ως αποθεματικό). Τα δύο μέρη πρέπει ακόμα να επικυρώσουν τον συμβιβασμό.

    3.   Παρατηρήσεις σχετικά με τις προκλήσεις της πολιτικής της συνοχής 2007-2013

    3.1

    Η περίοδος 2007-2013, την οποία αφορούν οι στρατηγικοί προσανατολισμοί για τη συνοχή, θα σηματοδοτηθεί από πολύ σημαντικές προκλήσεις:

    3.1.1

    Κατά πρώτο λόγο, θα πρέπει να συνεχιστεί και να εδραιωθεί η διεύρυνση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού αύξησε τα μέλη της από 15 σε 25 το 2004, αναμένεται να υποδεχθεί ακόμη δύο κράτη μέλη το 2007. Ίσως μάλιστα να ακολουθήσουν και άλλα μεταγενέστερα, μετά από το 2013 ή ίσως και πριν, δεδομένου ότι ο κατάλογος των υποψηφιοτήτων για ένταξη κάθε άλλο παρά έχει κλείσει. Οπωσδήποτε, οι διευρύνσεις ενισχύουν, βέβαια, τη βαρύτητα της ενιαίας αγοράς και τις δυνατότητές της για ανάπτυξη, θέσεις εργασίας, συναλλαγές, παραγωγή, κατανάλωση και ανταγωνιστικότητα έναντι της παγκοσμιοποίησης, ωστόσο, το ολοένα αυξανόμενο εύρος των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων θα απαιτήσει την πραγματοποίηση ενός πραγματικού ποιοτικού άλματος όσον αφορά το συντονισμό των ευρωπαϊκών και εθνικών πολιτικών, τη διαχείριση και ενίσχυση της ενιαίας αγοράς, τη συλλογική χωροταξία της επικράτειας της Ένωσης.

    3.1.2

    Θα πρέπει επίσης να επιτευχθεί η διεύρυνση της ευρωζώνης, με παράλληλη εξασφάλιση της ενίσχυσής της, της ελκυστικότητάς της και της αύξησης της αποτελεσματικότητάς της από άποψη ανάπτυξης και απασχόλησης. Η ζώνη του ευρώ περιλαμβάνει σήμερα μόνο 12 από τα 25 κράτη μέλη. Έχει, όμως, την προοπτική να διευρυνθεί, έως το 2013, στα περισσότερα από τα κράτη μέλη, εφόσον αυτά θα πληρούν όλες τις σχετικές προϋποθέσεις. Όπως ακριβώς η διεύρυνση της Ένωσης, έτσι και η επέκταση της ευρωζώνης θα απαιτήσει μεγαλύτερη σύγκλιση, υπό συνθήκες ανταγωνισμού, κυρίως σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και σε πολλά συναφή πεδία, από τη φορολογία, και συγκεκριμένα την εναρμόνιση των φορολογικών βάσεων, έως την κοινωνική πολιτική.

    3.1.3

    Οι διαρθρωτικές μεταλλαγές θα συνεχίσουν να διευρύνονται καθ' όλο το διάστημα αυτό:

    3.1.3.1

    Η παγκοσμιοποίηση και η εδραίωση των νέων αναδυόμενων οικονομικών δυνάμεων θα ενισχύσουν την ανταγωνιστική πίεση και θα αυξήσουν τις μετεγκαταστάσεις.

    3.1.3.2

    Οι τεχνολογικές μεταλλαγές θα επιταχυνθούν ακόμη περισσότερο, καθώς θα τις επιτείνουν, ειδικότερα, οι καινοτομίες της παγκοσμιοποιημένης πλέον κοινωνίας των πληροφοριών.

    3.1.3.3

    Η γήρανση του πληθυσμού της Ευρώπης θα εμπεδωθεί, με τη συνταξιοδότηση των ηλικιακών ομάδων που αντιστοιχούν στο μεταπολεμικό «baby boom», μεταβάλλοντας τις συνθήκες διαβίωσης, απασχόλησης, ισορροπίας των κοινωνικών παροχών στα κράτη μέλη.

    3.1.3.4

    Οι μεταναστευτικές πιέσεις με προέλευση τις λιγότερο ανεπτυγμένες τρίτες χώρες αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται. Θα χρειαστεί να πλαισιωθούν καλύτερα, αφενός με τη βελτίωση της προσαρμογής στις ανάγκες και των ικανοτήτων ενσωμάτωσης της Ένωσης, και αφετέρου με την σημαντική αύξηση αποτελεσματικότητας της αναπτυξιακής βοήθειας προς τις χώρες αποδημίας, ώστε να δημιουργηθούν επί τόπου περισσότερες θέσεις εργασίας και μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική πρόοδος. Θα πρέπει επίσης να ενσωματωθούν καλύτερα οι ανάγκες προσαρμογής προς τη μετανάστευση στα προγράμματα σχολικής φοίτησης και κατάρτισης των διαφόρων επιπέδων.

    3.1.3.5

    Η καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας, τόσο των αιτούντων εργασία όσο και των «φτωχών εργαζομένων», θα παραμείνει σημαντική απαίτηση για την ευρωπαϊκή πολιτική συνοχής. Εάν δεν επιλυθούν αυτού του είδους τα προβλήματα, που υπερβαίνουν τα ζητήματα απασχόλησης αυτά καθαυτά, θα είναι πολύ δύσκολο στην πράξη να επιτευχθεί η εξασφάλιση της συνοχής, όχι μόνον από κοινωνική, αλλά και από οικονομική άποψη.

    3.1.4

    Η προθεσμία του 2010, την οποία έθεσε για τη στρατηγική της Λισσαβώνας το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο από το 2000, θα βρεθεί στο μέσον αυτής της περιόδου βαθιάς αλλαγής. Η εφαρμογή, όμως, της στρατηγικής αυτής παρουσιάζει καθυστέρηση. Θα καταστεί πιο επείγον για την Ένωση, αλλά και πιο δύσκολο επίσης, να ανακτήσει τις καθυστερήσεις της προκειμένου να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της.

    3.2

    Ενώπιον των μεγάλων αυτών προκλήσεων των προσεχών ετών, η ευρωπαϊκή πολιτική της συνοχής θα μπορέσει να στηριχτεί σε πολλά και σημαντικά πλεονεκτήματα. Ας αναφερθούν κυρίως τα εξής:

    3.2.1

    το ιδιαίτερο βάρος της ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς, που συγκεντρώνει περισσότερους από μισό δισεκατομμύριο Ευρωπαίους και αντιπροσωπεύει ένα οικονομικό, εμπορικό και ανθρώπινο δυναμικό που ακόμη δεν έχει πλήρως αξιοποιηθεί, ούτε σε επίπεδο οικονομικής προσφοράς και ζήτησης, ούτε σε επίπεδο αγοράς εργασίας·

    3.2.2

    το ευρωπαϊκό πρότυπο κοινωνικών σχέσεων και τον ευρωπαϊκό κοινωνικό διάλογο, που δίνουν έμφαση στην αξιοποίηση των ανθρώπινων πόρων έναντι των προκλήσεων της απασχόλησης, της ανάπτυξης, της υγείας και της ποιότητας ζωής στο περιβάλλον της παγκοσμιοποίησης·

    3.2.3

    η δυναμική ανάπτυξης των νέων κρατών μελών, που συχνά φθάνει στο διπλάσιο από τον κοινοτικό μέσο όρο, και που αναμένεται να συμβάλει στον περιορισμό των σημαντικών ανισοτήτων ανάπτυξης και στη στήριξη του οικονομικού και εμπορικού δυναμισμού της Ένωσης·

    3.2.4

    οι νέες ευκαιρίες διευθέτησης και επενδύσεων που προσφέρει η ενοποίηση του συνόλου της ευρωπαϊκής ηπείρου, και οι οποίες επιτρέπουν μια νέα θεώρηση της εσωτερικής οικονομικής της οργάνωσης και την εφαρμογή καινοτόμων προτύπων για τις υποδομές και τη χωροταξία·

    3.2.5

    εφόσον επιτύχουν να αναπτυχθούν και να παράγουν αποτελέσματα αμοιβαίας ώθησης, με την ενεργό συνδρομή των κοινωνικών εταίρων, οι οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις της στρατηγικής της Λισσαβώνας, οι οποίες αναμένεται να αποτελέσουν επίσης καθοριστικό στήριγμα για την επιτυχία της πολιτικής της συνοχής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    3.2.6

    Συνολικά, οι ενισχύσεις της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη συνοχή θα πρέπει κυρίως να επιδιώξουν την προώθηση ενός «ενάρετου» κύκλου μεγέθυνσης και δημιουργίας απασχόλησης, αναπτύσσοντας θετικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των διαφόρων παραγόντων (εμβάθυνση και διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς, επενδύσεις και χωροταξία, μεταρρυθμίσεις στα κράτη μέλη).

    3.3

    Η ευρωπαϊκή πολιτική της συνοχής θα πρέπει επίσης να λάβει υπόψη σημαντικές δυσκολίες που θα καταστήσουν ακόμη πιο πολυσύνθετο το έργο της.

    3.3.1

    Ας αναφερθεί πρώτα απ' όλα η συνεχιζόμενη δυσκολία για την αναβίωση μιας ισχυρής οικονομικής δυναμικής στην Ευρώπη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι μόνο δεν ανακτά την καθυστέρησή της ως προς τους ανταγωνιστές της, αλλά συνεχίζει να απομακρύνεται από το επίπεδό τους. Παρουσιάζει συνολικά μέτρια ανάπτυξη, υψηλά επίπεδα ανεργίας σε πολλά κράτη μέλη, η οποία πλήττει τόσο τους νέους όσο και τους γηραιότερους, ανεπαρκή ως επί το πλείστον δημιουργία θέσεων εργασίας, διαρκές έλλειμμα έρευνας, επιτάχυνση των μετεγκαταστάσεων. Η σημερινή κατάταξη της Ευρώπης στις παγκόσμιες επιδόσεις δεν αντικατοπτρίζει κατά κανέναν τρόπο τις φιλοδοξίες που αναγγέλθηκαν εδώ και πέντε χρόνια. Και δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα σημαντική βελτίωση της κατάστασης.

    3.3.2

    Μια άλλη σημαντική πρόκληση για την πολιτική της συνοχής αφορά το εύρος των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων που συνδέονται με τις διευρύνσεις. Θα χρειαστεί πολύς χρόνος ώσπου να αμβλυνθούν. Θα απαιτηθούν καινοτομίες ως προς την προσέγγιση και τις μεθόδους της πολιτικής της συνοχής, σε σχέση με εκείνες που κυριάρχησαν κατά τα προηγούμενα χρόνια, όταν οι διαφορές ανάπτυξης μεταξύ των κρατών μελών ήταν πολύ λιγότερο έντονες.

    3.3.3

    Ένα σημαντικό αδύνατο σημείο για την πολιτική της συνοχής έγκειται στην ανεπάρκεια συντονισμού των οικονομικών πολιτικών, συμπεριλαμβανομένων των φορολογικών, καθώς ο συντονισμός αυτός εξακολουθεί να είναι πολύ χαλαρός, ακόμα και ανάμεσα στις χώρες που έχουν υιοθετήσει το ευρώ. Με την αύξηση του αριθμού των κρατών μελών, η διευθέτηση του προβλήματος αυτού καθίσταται επείγουσα, ενώ παράλληλα δυσχεραίνεται ακόμη περισσότερο. Ο αυξημένος αυτός οικονομικός συντονισμός θα έπρεπε να συνοδεύεται και από καλύτερο συντονισμό ως προς την προσέγγιση των κοινωνικών ζητημάτων.

    3.3.4

    Μεταξύ των δυσλειτουργιών που πρέπει να διορθωθούν, ας αναφερθεί επίσης η ανεπαρκής συμμετοχή των παραγόντων της κοινωνίας των πολιτών, έναντι της κυριαρχίας των δημόσιων διοικήσεων και της διμερούς διαχείρισης από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη της εφαρμογής της πολιτικής για τη συνοχή (3).

    3.3.5

    Από την πλευρά τους, τα ευρωπαϊκά ταμεία παραμένουν και θα παραμείνουν αναλογικά ανεπαρκή, έναντι της ακόμη μεγαλύτερης αύξησης των αναγκών. Δεδομένου ότι η συμφωνία της 17ης Δεκεμβρίου 2005 περιορίζει τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό στο 1,045 % του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος, ο προϋπολογισμός της πολιτικής για τη συνοχή συρρικνώνεται στο 0,36 % του ΑΕΕ. Συνεπώς, οι ευρωπαϊκοί δημοσιονομικοί πόροι μειώνονται σε επίπεδο χαμηλότερο από εκείνο που ίσχυε πριν από τη διεύρυνση των 15 σε 25, γεγονός που ανησυχεί την ΕΟΚΕ, όπως και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Μια τέτοια κλίμακα, που βεβαίως καμία ομοιότητα δεν παρουσιάζει με ομοσπονδιακό προϋπολογισμό (ο προϋπολογισμός των Ηνωμένων Πολιτειών αντιπροσωπεύει περισσότερο από το 20 % του ΑΕγχΠ), φαίνεται επίσης εξαιρετικά πενιχρή έναντι των προκλήσεων συνοχής της Ένωσης.

    3.3.6

    Κατά συνέπεια, το κεντρικό ερώτημα στο οποίο πρέπει να απαντήσουν οι στρατηγικοί προσανατολισμοί 2007-2013 της πολιτικής για τη συνοχή είναι: πώς μπορούμε να δράσουμε καλύτερα με λιγότερους πόρους; Θα χρειαστεί, λοιπόν, περισσότερο παρά ποτέ, μέριμνα για την καλύτερη δυνατή αξιοποίηση των υπερβολικά περιορισμένων αυτών πιστώσεων, που να εξασφαλίζει όχι μια αέναη συνδρομή, αλλά τις προϋποθέσεις για αυτόνομη και βιώσιμη ανάπτυξη. Αυτό απαιτεί να επιδιωχθεί, αφενός, μέγιστη σύγκλιση και συμπληρωματικότητα με τους εθνικούς προϋπολογισμούς και, αφετέρου, ώθηση και στήριξη των δυνάμεων της αγοράς, οι οποίες, σε συνδυασμό με τις δημόσιες πηγές χρηματοδότησης, μπορούν να κινητοποιήσουν πόρους που να αντιστοιχούν στις ανάγκες της συλλογικής ανάπτυξης της Ευρώπης.

    3.3.7

    Για να αντιμετωπιστούν όλες αυτές οι προκλήσεις, θα πρέπει να διαφοροποιηθούν τα μέσα της πολιτικής για τη συνοχή, να επικεντρωθούν πιο αποτελεσματικά οι παρεμβάσεις της και να εκσυγχρονιστούν οι μέθοδοι διαχείρισής της. Τα διάφορα αυτά ζητήματα αναπτύσσονται στις παραγράφους που ακολουθούν.

    4.   Παρατηρήσεις σχετικά με τις προτεραιότητες της πολιτικής της συνοχής 2007-2013

    4.1

    Οι κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής της συνοχής για την περίοδο 2007-2013 εγγράφονται στην υπηρεσία μιας κυρίαρχης προτεραιότητας «ανάπτυξης και απασχόλησης». Αναφέρονται κυρίως στην εταιρική σχέση που προώθησε, με τον τίτλο αυτό, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το Μάρτιο του 2005, και στις ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές που πρότεινε, επίσης με τον τίτλο αυτόν, τον Ιούνιο του 2005, η Επιτροπή.

    4.2

    Προκειμένου να συμβάλει στην γενική αυτή προτεραιότητα της «ανάπτυξης και απασχόλησης», η ανακοίνωση της Επιτροπής προβάλλει τρεις επιμέρους προτεραιότητες: προώθηση της ελκυστικότητας για επενδύσεις της Ευρώπης, ανάπτυξη της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας, ενίσχυση της απασχόλησης και της κατάρτισης. Οι τρεις αυτές προτεραιότητες συμπληρώνονται από μια οριζόντια μέριμνα για την καλύτερη χωροταξία της επικράτειας της Ένωσης, τόσο στις αγροτικές όσο και στις αστικές της συνιστώσες, καθώς και στις αμοιβαίες συνοριακές, εθνικές και περιφερειακές της σχέσεις.

    4.3

    Η πρώτη προτεραιότητα, που αποβλέπει σε μεγαλύτερη ελκυστικότητα για επενδύσεις, φαίνεται ιδιαίτερα εύστοχη. Θα πρέπει να εφαρμοστεί όλως ιδιαιτέρως στις λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες της διευρυμένης Ένωσης, που δικαιούνται να επωφεληθούν από παρεμβάσεις προτεραιότητας, με μια παράλληλη μέριμνα για τα μεταβατικά μέτρα υπέρ των περιφερειών που ήταν προηγουμένως περιφέρειες προτεραιότητας. Ενώπιον, κυρίως, των εγγενών ορίων των ευρωπαϊκών ταμείων παρέμβασης, το ζητούμενο θα πρέπει να είναι η προώθηση της επένδυσης κεφαλαίων, ιδιαίτερα του ιδιωτικού τομέα, στην υπηρεσία των προτεραιοτήτων ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας.

    4.3.1

    Ωστόσο, παρά τις προόδους που έχουν σημειωθεί στην ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, στην υλοποίηση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης και σε ορισμένες από τις μεταρρυθμίσεις της στρατηγικής της Λισσαβώνας, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει ακόμη κατορθώσει να εξασφαλίσει έναν μηχανισμό αυτόνομης και σθεναρής ανάπτυξης, που να αξιοποιεί τις συνέργειες και τις συμπληρωματικότητες των εθνικών της οικονομιών. Θα είναι λοιπόν δύσκολο να εφαρμοστεί μια αποτελεσματική πολιτική συνοχής, χωρίς να ανακτηθεί περισσότερη εμπιστοσύνη εκ μέρους όλων των ενδιαφερομένων κύκλων (επιχειρηματιών, μισθωτών, επενδυτών) έναντι του ίδιου του γίγνεσθαι της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της Ένωσης και, ίσως, ακόμη και του πολιτικού και θεσμικού της μέλλοντος.

    4.3.2

    Αυτό προϋποθέτει, λοιπόν, να περιοριστούν, κατά τα προσεχή έτη, οι παράγοντες αβεβαιότητας που αφορούν σήμερα ζητήματα ιδιαίτερα σημαντικά, όπως η ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς, η εδραίωση μιας ολοκληρωμένης ανταγωνιστικής οικονομίας γύρω από το ευρώ, η ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης, η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, η επιτυχία της στρατηγικής της Λισσαβώνας, η αποτελεσματική διακυβέρνηση των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, η βέλτιστη και βιώσιμη διαχείριση της διευρυμένης Ευρώπης, προς την κατεύθυνση μιας εναρμόνισης της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής προόδου..

    4.3.3

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής δίνει έμφαση στις επενδύσεις στα δίκτυα υποδομών, κυρίως μεταφορικών. Ωστόσο, δεν επιχειρείται μια ανάλυση των αιτίων που οδήγησαν στη διαιώνιση των καθυστερήσεων στον τομέα αυτόν. Για την ανάκτηση των καθυστερήσεων αυτών, θα ήταν σκόπιμο να δοθεί μεγαλύτερη προτεραιότητα στη χρηματοδότηση των δι-ευρωπαϊκών υποδομών μεταφορών, ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, που αποτελούν προϋπόθεση για τη συνοχή της Ένωσης. Και εδώ θα εκφράσουμε τη λύπη μας για τη δραστική μείωση της χρηματοδότησης των δικτύων αυτών που προβλέπει η συμφωνία της 17ης Δεκεμβρίου 2005: το γεγονός ότι η προτεραιότητα αυτή είναι εκείνη που κυρίως θυσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έρχεται σε άμεση αντίφαση με τις δεσμεύσεις της Λισσαβώνας, η προθεσμία των οποίων βρίσκεται στο μέσον της περιόδου στόχου 2007-2013. Επομένως, η ΕΟΚΕ ζητά, σύμφωνα και με τις θέσεις που διατύπωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να συμφωνηθεί ένας σαφώς αναβαθμισμένος προϋπολογισμός για τη χρηματοδότηση των δι-ευρωπαϊκών δικτύων.

    4.3.4

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής τονίζει επίσης άλλες δύο προτεραιότητες επενδύσεων για την πολιτική της συνοχής: αφενός, την προώθηση των περιβαλλοντικών επενδύσεων και, αφετέρου, την ενίσχυση της αυτονομίας της Ευρώπης στον ενεργειακό τομέα.

    4.3.4.1

    Θα πρέπει να τονιστεί εδώ η άμεση συνάρτηση που θα πρέπει να εξασφαλιστεί ανάμεσα στις προτεραιότητες αυτές και τη στήριξη προς τα ευρωπαϊκά δίκτυα υποδομών που αναφέρονται παραπάνω.

    4.3.4.2

    Θα πρέπει επίσης να εξασφαλιστεί η τήρηση των περιβαλλοντικών προϋποθέσεων από τους δικαιούχους των ευρωπαϊκών ενισχύσεων.

    4.4

    Η δεύτερη προτεραιότητα που ορίστηκε για την πολιτική της συνοχής είναι η βελτίωση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας. Με τον στόχο αυτόν, η Επιτροπή υιοθετεί άμεσα τις προτεραιότητες της στρατηγικής της Λισσαβώνας σχετικά με την προώθηση μιας Ευρώπης της γνώσης.

    4.4.1

    Η προτεραιότητα αυτή περιλαμβάνει κατά πρώτο λόγο την αύξηση των επενδύσεων για έρευνα.

    4.4.1.1

    Πρέπει να αναγνωρίσουμε εδώ ότι η Ευρώπη, συνολικά, χάνει έδαφος έναντι των μεγάλων εταίρων της στον τεχνολογικό τομέα. Οι πιστώσεις έρευνας των κρατών μελών, συχνά κατώτερες κατά περισσότερο από το ένα τρίτο από το στόχο του 3 % του ΑΕγχΠ που όρισε η στρατηγική της Λισσαβώνας, τα τελευταία χρόνια όχι μόνο δεν αυξήθηκαν αλλά συχνά πάγωσαν ή και υπέστησαν περικοπές. Ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός του προγράμματος πλαίσιο έρευνας και ανάπτυξης (ΠΠΕΑ) παραμένει χαμηλός, σε σύγκριση με τους προϋπολογισμούς ερευνών των κρατών μελών, και δεν παρέχει επαρκείς δυνατότητες συντονισμού των εν λόγω εθνικών προγραμμάτων. Εξάλλου, εξακολουθούν να υφίστανται σημαντικοί φραγμοί στις κοινοτικές θεσμικές διαδικασίες, ακόμη και στο υψηλότερο επίπεδο, γεγονός που συνιστά πολύ κακό σημάδι. Η αποτυχία του κοινοτικού διπλώματος ευρεσιτεχνίας, που παρατείνεται εδώ και τριάντα χρόνια, αντικατοπτρίζει μια πολύ ανησυχητική αδυναμία της Ένωσης να αποκτήσει τα κατάλληλα μέσα για την επίτευξη των φιλοδοξιών της.

    4.4.1.2

    Θα έπρεπε, λοιπόν, να δρομολογηθεί μια πραγματική ευρωπαϊκή πολιτική για την έρευνα, με ενισχυμένη αξιοπιστία. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει, στα πλαίσια μιας αναγκαίας αναδιευθέτησης του κοινοτικού προϋπολογισμού, να αυξηθούν σημαντικά οι ευρωπαϊκές πιστώσεις για την έρευνα, και να τους εξασφαλιστούν, παράλληλα, πραγματικές δυνατότητες για συντονισμό των εθνικών προγραμμάτων. Προϋποθέτει, επίσης, να απεμπλακεί, επιτέλους, η διαδικασία για το κοινοτικό δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει να μην εφαρμοστεί, σε μία πρώτη φάση, σε όλα τα κράτη μέλη, εάν εξακολουθήσει να μην υπάρχει ομόφωνη συμφωνία. Πράγματι, πού θα βρίσκονταν σήμερα το ευρώ, το Schengen, ή η ευρωπαϊκή κοινωνική πολιτική αν είχε συνδεθεί κατά τον ίδιο τρόπο η έναρξή τους με την κοινή από όλους εφαρμογή τους;

    4.4.2

    Μια άλλη αναγκαιότητα που υπογραμμίζει η ανακοίνωση της Επιτροπής αφορά τη δημιουργία και ανάπτυξη επιχειρήσεων, κυρίως στους νέους τεχνολογικούς τομείς, και την προώθηση της σύνδεσής τους σε δίκτυα σε ευρωπαϊκή κλίμακα.

    4.4.2.1

    Πρέπει, εδώ, να εκφράσουμε τη λύπη μας για το γεγονός ότι οι μικρές επιχειρήσεις εξακολουθούν να μην διαθέτουν τη δυνατότητα επιλογής ενός απλουστευμένου ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος, που να διευκολύνει τις δραστηριότητές τους σε διασυνοριακή κλίμακα.

    4.4.2.2

    Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει, λοιπόν, το αίτημά της, το οποίο είχε διατυπώσει στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της με θέμα «Καταστατικό ευρωπαϊκής εταιρείας για τις ΜΜΕ» (4), να υποβληθεί χωρίς άλλες καθυστερήσεις από την Επιτροπή ένα τέτοιο ευρωπαϊκό νομικό καθεστώς για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και να υιοθετηθεί ταχέως.

    4.4.2.3

    Εξάλλου, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η Επιτροπή απέσυρε το φθινόπωρο του 2005 τις προτάσεις σχετικά με ένα ευρωπαϊκό καθεστώς για τα ταμεία αλληλασφάλισης και για τα ευρωπαϊκά σωματεία, το οποίο, περισσότερο παρά ποτέ, παραμένει αναγκαίο.

    4.4.3

    Η ανακοίνωση της Επιτροπής τονίζει, εξάλλου τη σημασία του ζητήματος της χρηματοδότησης των επιχειρήσεων και την ανάγκη να διευκολυνθεί η πρόσβαση σ' αυτήν, κυρίως για τις καινοτόμους επιχειρήσεις.

    4.4.3.1

    Ας τονιστεί εδώ ότι η ικανότητα των διαρθρωτικών ταμείων να διευκολύνουν σημαντικά την πρόσβαση των επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση παραμένει, σύμφωνα με τις υφιστάμενες διαδικασίες, αναγκαστικά περιορισμένη και μάλλον περιθωριακή στον τομέα αυτόν, παρότι για τομείς αρκετά σαφώς προκαθορισμένους και παραδειγματικούς μπορούν να φανούν χρήσιμες κάποιες μορφές περιορισμένης συνοδείας και συγχρηματοδοτήσεις προτύπων σχεδίων. Η ΕΟΚΕ σημειώνει με ευαρέσκεια την έναρξη των πρωτοβουλιών JASPERS και JEREMIE, σε συνεργασία της Επιτροπής με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα για την Ανασυγκρότηση και την Ανάπτυξη. Η πρωτοβουλία JASPERS αποσκοπεί στο να βοηθήσει τις εθνικές και περιφερειακές αρχές των επιλέξιμων για το στόχο της σύγκλισης κρατών στην προετοιμασία των μεγάλων σχεδίων υποδομών. Το πρόγραμμα JEREMIE έχει ως στόχο τη βελτίωση της πρόσβασης των μικρών επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί όπως οι πρωτοβουλίες αυτές αποβούν πλήρως λειτουργικές και κατανοητές σε τοπική κλίμακα, ούτως ώστε αυτό το νέο πλαίσιο δράσης να προκαλέσει μέγιστο αποτέλεσμα όσον αφορά την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία δραστηριοτήτων, και επομένως θέσεων απασχόλησης, επιτόπου.

    4.4.3.2

    Για να έχει πιο αισθητή άμεση επίδραση στις χρηματοδοτήσεις των επιχειρήσεων η παρέμβαση των ταμείων, θα πρέπει να τους δοθούν τα αναγκαία μέσα που θα τους εξασφαλίζουν διευρυμένη επίδραση όσον αφορά τις διευκολύνσεις για τραπεζικά δάνεια, για διάθεση κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου, πρόσβαση στις μικρο-πιστώσεις και στις εγγυήσεις για τις μικρές επιχειρήσεις. Κάτι τέτοιο προϋποθέτει να επαναπροσδιοριστούν τα μέσα των ταμείων και ειδικότερα η οργάνωση των χρηματοοικονομικών τεχνικών τους, που περιορίζονται σήμερα κατά βάση στη χορήγηση επιδοτήσεων. Θα έπρεπε δηλαδή, κατ' αναλογία προς το πρόγραμμα JEREMIE αλλά σε πολύ ευρύτερη κλίμακα, να μετατραπούν οι επιδοτήσεις αυτές σε χρηματοοικονομικά προϊόντα: έτσι, ένα ευρώ που διατίθεται ως εγγύηση δανείου για κεφάλαιο επιχειρηματικού κινδύνου θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει πέντε έως δέκα ευρώ επένδυσης μιας ΜΜΕ, εξασφαλίζοντας πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στις παρεμβάσεις των ευρωπαϊκών ταμείων. Οι συστάσεις της ΕΟΚΕ σχετικά με το κεντρικό αυτό ζήτημα αναπτύσσονται στο κεφάλαιο 5 της παρούσας γνωμοδότησης.

    4.4.3.3

    Ας υπενθυμίσουμε επίσης ότι η ταχεία και ουσιαστική ολοκλήρωση της ενιαίας ευρωπαϊκής χρηματοπιστωτικής αγοράς, σε συνδυασμό με την αποτελεσματική πολιτική για τον ανταγωνισμό και με την εδραίωση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, θα μπορούσε να βελτιώσει αποφασιστικά την πρόσβαση των επιχειρήσεων κάθε μεγέθους στη χρηματοδότηση. Το σημείο αυτό, ωστόσο, δεν τονίζεται καθόλου στην ανακοίνωση της Επιτροπής, ενώ μια από τις πρωταρχικές της ευθύνες είναι ακριβώς η καθοδήγηση για την ευόδωση της ολοκλήρωσης αυτής εντός των προσεχών ετών.

    4.5

    Η τρίτη προτεραιότητα που θέτει η ανακοίνωση της Επιτροπής για την πολιτική της συνοχής είναι η δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας και η βελτίωση της ποιότητάς τους.

    4.5.1

    Η πρώτη προϋπόθεση για τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας είναι η ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και η διευκόλυνση, στα πλαίσια αυτά, της δημιουργίας απασχόλησης. Ο στόχος αυτός προϋποθέτει μία οικονομία πιο δυναμική, τόσο στο επίπεδο της προσφοράς όσο και της ζήτησης, καθώς και διοικητικές, φορολογικές και κοινωνικές συνθήκες που να είναι ευνοϊκότερες για τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης, κυρίως όσον αφορά την κατάσταση των μικρών επιχειρήσεων, των ελεύθερων επαγγελματιών και των τεχνιτών, καθώς και των επαγγελμάτων που αναδεικνύουν τις επαγγελματικές δεξιότητες. Όπως αναφέρεται και παραπάνω, τα διαρθρωτικά ταμεία δεν θα μπορούν να έχουν παρά μια περιορισμένη άμεση επίδραση σε τέτοιους τομείς, ενώ μπορούν να φανούν χρήσιμα για την στήριξη ιδιαίτερων δράσεων και προτύπων σχεδίων, μέσω της προώθησης των βέλτιστων πρακτικών.

    4.5.2

    Θα πρέπει επίσης, όπως τονίζει η Επιτροπή, να προωθηθεί η προσαρμογή της αγοράς εργασίας. Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί από τα διαρθρωτικά ταμεία στη βελτίωση της λειτουργίας της ενιαίας αγοράς στο πεδίο αυτό. Τούτο προϋποθέτει να ενισχυθεί η κινητικότητα, συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας μεταφοράς των συνταξιοδοτικών καθεστώτων, και να αρθούν τα εμπόδια στα οποία προσκόπτει η ευρωπαϊκή αγορά εργασίας, κυρίως στον τομέα των υπηρεσιών (5), όπου δημιουργούνται περισσότερα από τα δύο τρίτα των νέων θέσεων εργασίας, με τήρηση των κοινωνικών συνθηκών που καθορίζονται από τη νομοθεσία και τις συλλογικές συμβάσεις.

    4.5.3

    Εξάλλου, ορθά η Επιτροπή δίνει έμφαση στις απαιτήσεις βελτίωσης της επαγγελματικής κατάρτισης. Η ΕΟΚΕ ανησυχεί, ωστόσο, για την προγραμματισθείσα τον Δεκέμβριο του 2005 μείωση κατά το ήμισυ του προϋπολογισμού για την δια βίου κατάρτιση που είχε προταθεί από την Επιτροπή. Η ΕΟΚΕ ζητά να επανεκτιμηθεί ο προϋπολογισμός αυτός σε επίπεδα που να αντιστοιχούν με τις δεσμεύσεις της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Στον τομέα αυτόν, θα επιβληθούν πλέον νέες δεξιότητες, με αυξημένες ευθύνες και μεγαλύτερες απαιτήσεις ανάληψης πρωτοβουλιών. Σύμφωνα με αυτό το πνεύμα, τα μελλοντικά προγράμματα θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις περιφερειακές προτεραιότητες. Πράγματι, έχει ουσιαστική σημασία οι χρηματοδοτήσεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου να προσαρμόζονται όσο το δυνατόν περισσότερο στις περιφερειακές ανάγκες αντί να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την συγχρηματοδότηση των εθνικών πολιτικών.

    4.5.3.1

    Κατά γενικό κανόνα, η ΕΟΚΕ τονίζει ότι θα πρέπει να γίνουν τα πάντα προκειμένου να προωθηθεί η συμπληρωματικότητα και η αποτελεσματικότητα των μηχανισμών, και να κινητοποιηθούν οι δημόσιοι και ιδιωτικοί φορείς σε μια βιώσιμη εταιρική σχέση με αντικείμενο περιφερειακές στρατηγικές που θα στηρίζονται στις ακόλουθες προτεραιότητες: προώθηση της πρόσβασης όλων στην καινοτομία και την δια βίου κατάρτιση, βελτίωση της διαχείρισης και της ανάπτυξης των ανθρώπινων πόρων σε όλες τις επιχειρήσεις, αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των γυναικών, βελτίωση του ποσοστού του ενεργού πληθυσμού έως τη συνταξιοδότηση, καλύτερη συνάρθρωση των αναγκών της οικονομίας με τις πολιτικές προσανατολισμού και κατάρτισης, προώθηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και μαθητείας σε όλα τα επίπεδα, κυρίως στα επαγγέλματα που αντιμετωπίζουν δυσκολίες πρόσληψης, προτεραιότητα στις μορφές κατάρτισης που οδηγούν πραγματικά στην ενσωμάτωση μέσω του οικονομικού τομέα ενός ολόκληρου πληθυσμού αποκλεισμένων ατόμων που όλο και αυξάνεται.

    4.5.3.2

    Τα διαρθρωτικά ταμεία θα έπρεπε επίσης να συγχρηματοδοτούν κατά προτεραιότητα προγράμματα κατάρτισης σε ευρωπαϊκή κλίμακα, κατ' αναλογία με το επιτυχές πρότυπο των προγραμμάτων Erasmus και Leonardo. Θα πρέπει πλέον να επιταχυνθεί ο ρυθμός των προγραμμάτων αυτών, ούτως ώστε να έχουν τη δυνατότητα να υποστηρίζουν διπλάσιο έως και τριπλάσιο αριθμό νέων Ευρωπαίων.

    4.5.4

    Ακόμη, ιδιαίτερη αναφορά θα έπρεπε να αφιερωθεί στη γήρανση του πληθυσμού, η οποία απαιτεί ιδιαίτερη προσαρμογή των διαφόρων προαναφερόμενων πτυχών που σχετίζονται με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και με τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας (πρβλ. διοικητικές, φορολογικές και κοινωνικές συνθήκες, υπηρεσίες για τα παιδιά μεταξύ των οποίων η φύλαξη σε προσιτές τιμές, αγορά εργασίας, κατάρτιση και ανθρώπινοι πόροι).

    4.6

    Οι τρεις αυτές προτεραιότητες των στρατηγικών προσανατολισμών συμπληρώνονται από μια οριζόντια απαίτηση, που συνιστά κατά κάποιον τρόπο μια τέταρτη προτεραιότητα, και που αφορά τον συνυπολογισμό της εδαφικής διάστασης της πολιτικής της συνοχής.

    4.6.1

    Η ανακοίνωση αναφέρεται στη συμβολή των δήμων στην ανάπτυξη και την απασχόληση (καλύτερη οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική διαχείριση της αστικής ανάπτυξης), ενώ παράλληλα τάσσεται υπέρ της οικονομικής διαφοροποίησης των αγροτικών περιοχών (διατήρηση των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, ανάπτυξη των δικτύων, προώθηση πόλων ανάπτυξης). Οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ αυτών των αναγκών και των τριών προτεραιοτήτων των στρατηγικών προσανατολισμών θα άξιζε να αποσαφηνιστούν καλύτερα.

    4.6.2

    Η ανακοίνωση τονίζει επίσης τις ανάγκες εδαφικής συνεργασίας, σε τρία επίπεδα:

    4.6.2.1

    διασυνοριακή συνεργασία, κυρίως για την ανάπτυξη των αμοιβαίων ανταλλαγών και την προώθηση της οικονομικής και κοινωνικής ένταξης·

    4.6.2.2

    διεθνική συνεργασία, κυρίως για την ενίσχυση των κοινών δράσεων στρατηγικής σημασίας μεταξύ κρατών (μεταφορές, έρευνα, κοινωνική ένταξη)·

    4.6.2.3

    διαπεριφερειακή συνεργασία, κυρίως για την προώθηση της διάδοσης βέλτιστων οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών πρακτικών.

    4.6.3

    Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η αναφορά αυτή στις ανάγκες της ευρωπαϊκής εδαφικής συνεργασίας εμφανίζεται ως στοιχείο απλά συμπληρωματικό, αν όχι δευτερεύον, των προτεραιοτήτων των στρατηγικών προσανατολισμών, αντί να είναι σαφώς ενσωματωμένο σε αυτές.

    4.7

    Συνολικά, η εξέταση των τριών προτεραιοτήτων των στρατηγικών κατευθύνσεων, που συμπληρώνονται από την περιφερειακή διάσταση, οδηγεί σε πολλά σημαντικά ερωτήματα:

    4.7.1

    Κατά πρώτο λόγο, οι προτεραιότητες των στρατηγικών κατευθυντήριων γραμμών δεν είναι αρκετά ακριβείς ώστε να συνιστούν ένα πραγματικό «στρατηγικό» πλαίσιο παρέμβασης και διαχείρισης της πολιτικής της συνοχής. Συνιστούν μάλλον μια υπενθύμιση ορθών πρακτικών που θα πρέπει να ενθαρρυνθούν μέσω των διαφόρων παρεμβάσεων.

    4.7.2

    Ειδικότερα, οι σχέσεις που συνδέουν τις προτεραιότητες των στρατηγικών προσανατολισμών με τους τρεις στόχους παρέμβασης των ταμείων, δεν διευκρινίζονται καθόλου. Αυτό αποτελεί μείζον μειονέκτημα: ενώ οι στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές θα έπρεπε ακριβώς να παρέχουν ένα πλαίσιο για τις παρεμβάσεις των Ταμείων, στην πραγματικότητα δεν κάνουν τίποτε περισσότερο από το να τις συνοδεύουν. Από την άποψη αυτή, οι στρατηγικές κατευθύνσεις μοιάζουν περισσότερο με οδηγίες συνοδείας και εφαρμογής, παρά με κατευθυντήριες γραμμές, όπως θα έπρεπε να είναι.

    4.7.3

    Για να ανταποκρίνονται περισσότερο στην ονομασία τους οι στρατηγικές κατευθύνσεις, και για να πληρούν πιο αποτελεσματικά το ρόλο τους, θα έπρεπε ειδικότερα οι πρωταρχικοί στόχοι τους να διευκρινίζονται ως προς τους ακόλουθους τομείς:

    4.7.3.1

    την «προστιθέμενη αξία» της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη συνοχή, έναντι των εθνικών και τοπικών πολιτικών·

    4.7.3.2

    την «εδαφική συγκέντρωση» σε ευρωπαϊκούς πόλους και άξονες ανάπτυξης, που να εξασφαλίζει μια συνολική επίδραση κοινής ανόδου·

    4.7.3.3

    την «καθοδηγητική πλαισίωση» των παρεμβάσεων των διαρθρωτικών ταμείων, που να εξασφαλίζει ότι οι στρατηγικές κατευθύνσεις θα συνιστούν ένα αποτελεσματικό και συνεκτικό πλαίσιο και δεν θα περιορίζονται σε απλές συνοδευτικές διατάξεις.

    5.   Παρατηρήσεις σχετικά με τα μέσα της πολιτικής της συνοχής 2007-2013

    5.1

    Για την υποστήριξη της πολιτικής της συνοχής, η Επιτροπή τονίζει ιδιαίτερα το ρόλο των διαρθρωτικών ταμείων (Περιφερειακό Ταμείο και Κοινωνικό Ταμείο) και του Ταμείου Συνοχής. Διευκρινίζει ότι η παρέμβασή τους, μέσα στα πλαίσια των στρατηγικών στόχων που προαναφέρονται, πρέπει να καθιστά δυνατή την προώθηση της ανάπτυξης, την καλύτερη αξιοποίηση των ευκαιριών που παρέχει η ενιαία αγορά, την προώθηση μεγαλύτερης σύγκλισης μεταξύ των κρατών μελών, την ενίσχυση της περιφερειακής ανταγωνιστικότητας, τη βελτίωση της ενοποίησης της επικράτειας της Ένωσης όσον αφορά την οικονομική, την κοινωνική και την πολιτισμική της διάσταση.

    5.2

    Διαπιστώνουμε, κατά πρώτο λόγο, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια αυξανόμενη απόκλιση ανάμεσα στον περιορισμό του προϋπολογισμού των ταμείων και το εύρος των αναγκών (ανισότητες ανάπτυξης μεταξύ κρατών μελών, καθυστερήσεις ως προς τη διευθέτηση των υποδομών, καθυστερήσεις της ενιαίας αγοράς, καθυστερήσεις ανταγωνιστικότητας, καθυστερήσεις ως προς την εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας). Η εσωτερική αναδιευθέτηση των προτεραιοτήτων του κοινοτικού προϋπολογισμού είναι αναγκαία, συμπεριλαμβανομένης και της συνέχισης της υπό εξέλιξη μεταρρύθμισης της κοινής γεωργικής πολιτικής. Η αναδιευθέτηση όμως αυτή δεν πρόκειται να προσφέρει παρά περιορισμένα περιθώρια για την αύξηση των πιστώσεων των διαρθρωτικών ταμείων, δεδομένου ότι το συνολικό ύψος του κοινοτικού προϋπολογισμού θα παραμείνει πολύ μικρό. Οπωσδήποτε, με τον περιορισμό του κοινοτικού προϋπολογισμού στο 1,045 % του ΑΕγχΠ, η ΕΟΚΕ δεν πιστεύει ότι το 0,36 % (308 δισεκατομμύρια ευρώ από έναν προϋπολογισμό 862 δισεκατομμυρίων, με την επιφύλαξη των 4 επιπρόσθετων δισεκατομμυρίων κατά την συμφωνία της 4ης Απριλίου 2006, που εκκρεμεί προς επικύρωση από το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο) που αναμένεται να αφιερωθεί στην πολιτική της συνοχής, είναι αρκετό για να επιτρέψει στην Ένωση την επίτευξη των στόχων συνοχής για την περίοδο 2007-2013.

    5.3

    Θα πρέπει, λοιπόν, να αποδοθεί μέγιστη προσοχή:

    5.3.1

    αφενός, στις διαδικασίες παρέμβασης των ταμείων, που θα πρέπει να λειτουργούν ως σημαντικός μοχλός για τις επενδύσεις, πράγμα που απαιτεί περισσότερη καινοτομία απ' όση επεδείχθη στο παρελθόν στον τομέα αυτόν·

    5.3.2

    αφετέρου, στην πραγματική συγκέντρωση των παρεμβάσεων των ταμείων, που θα πρέπει να έχει περισσότερο διαρθρωτική επίδραση, κυρίως σε διεθνική και διασυνοριακή κλίμακα.

    5.4

    Όσον αφορά τις διαδικασίες παρέμβασης των ταμείων, αξίζει να τονίσουμε διάφορες παρατηρήσεις:

    5.4.1

    Υπενθυμίζεται, κατά πρώτο λόγο, ότι η παρέμβαση των διαρθρωτικών ταμείων συνοδεύει απλώς την πολιτική της Ένωσης για τη συνοχή. Δεν θα μπορούσε να συνιστά το αποκλειστικό μέσον που αυτή διαθέτει, ούτε καν το κυριότερο. Οφείλει, κατά κύριο λόγο, να προωθεί, στην υπηρεσία των κοινών προσανατολισμών, την κινητοποίηση των διαθέσιμων στην αγορά κεφαλαίων και την πιο συγκλίνουσα χρήση των εθνικών και περιφερειακών προϋπολογισμών. Επομένως, αυτό που πρέπει κυρίως, είναι να εξασφαλιστεί ο ρόλος της ως μοχλού. Μέσα στα πλαίσια αυτά, οι διαρθρωτικοί μηχανισμοί της Ένωσης πρέπει να αποτελέσουν ένα κεντρικό μέσον διευθέτησης της ευρωπαϊκής επικράτειας, συνοδεύοντας τις υπό εξέλιξη κοινοτικές πολιτικές και οικονομικές και κοινωνικές μεταλλαγές.

    5.4.2

    Προς το σκοπό αυτόν, η αξιοποίηση των ταμείων της Ένωσης, καθώς και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, θα έπρεπε να διαμορφωθεί σύμφωνα με μια πιο ευέλικτη και πιο καινοτόμο αντίληψη χρηματοοικονομικών τεχνικών. Όπως ορθά αναγνωρίζει η Επιτροπή, τα ταμεία δεν θα έπρεπε πλέον να περιορίζονται στη χορήγηση επιδοτήσεων, αλλά θα έπρεπε να υποστηρίζουν άλλα μέσα, όπως τα δάνεια, οι εγγυήσεις δανείων, τα μετατρέψιμα μέσα, το επενδυτικό κεφάλαιο και το κεφάλαιο επιχειρηματικού κινδύνου. Η ΕΟΚΕ όχι απλώς υποστηρίζει τις απόψεις αυτές, αλλά και ζητά να αντληθούν όλες οι σχετικές συνέπειες και να ξεκινήσει μια πραγματική μεταρρύθμιση των διαδικασιών χρηματοδοτικής παρέμβασης της Ένωσης.

    5.4.2.1

    Η ΕΟΚΕ είναι της άποψης ότι η ανάπτυξη τέτοιων εναλλακτικών μέσων παρέμβασης εκ μέρους των διαρθρωτικών ταμείων, σε στενή επαφή με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, θα μπορούσε να επιτρέψει τη σημαντική αύξηση της επίδρασης των κοινοτικών παρεμβάσεων και την καλύτερη διάρθρωσή τους με την επένδυση δημόσιων και ιδιωτικών κεφαλαίων. Ειδικότερα, θα συνέβαλαν στην κοινή συμμετοχή δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στη χρηματοδότηση επενδύσεων, κυρίως των ΜΜΕ, που θεωρούνται επικίνδυνες από τους παραδοσιακούς χρηματοδοτικούς εταίρους και οι όροι δανεισμού των οποίων υπάρχει κίνδυνος να γίνουν ακόμη δυσχερέστεροι στο μέλλον, μετά από τις συμφωνίες «Βασιλεία ΙΙ». Θα μπορούσαν επίσης να αποτελέσουν ένα αποτελεσματικό μέσον για να αντισταθμιστούν οι περιορισμοί του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού. Πράγματι, μια επιδότηση ενός ευρώ θα μπορούσε συχνά να αξιοποιηθεί καλύτερα εάν είχε χρησιμοποιηθεί ως εγγύηση για ένα δάνειο των πέντε έως δέκα ευρώ. Ειδικότερα, κάτι τέτοιο θα επέτρεπε τη διεύρυνση του αριθμού των δικαιούχων, ενώ παράλληλα θα συνέβαλε στο να τους καταστήσει περισσότερο υπεύθυνους απ' ό,τι η χορήγηση μη επιστρέψιμων επιδοτήσεων.

    5.4.2.2

    Τα νέα αυτά μέσα παρέμβασης θα πρέπει να εφαρμοστούν όσο το δυνατόν εγγύτερα προς τους ενδιαφερόμενους τομείς, ώστε να εξασφαλιστεί ο μέγιστος καταλυτικός ρόλος για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Θα μπορούσαν επίσης να κινητοποιηθούν κι άλλοι πόροι, με έναν καλύτερο συντονισμό των παρεμβάσεων μεταξύ των διαρθρωτικών ταμείων και άλλων χρηματοδοτικών οργανισμών που δραστηριοποιούνται ήδη στον τομέα της ευρωπαϊκής ανάπτυξης, όπως η ΕΤΑΑ. Ένα πεδίο παρέμβασης στο οποίο θα έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα είναι η πολύ ευρύτερη και πιο δραστήρια προώθηση των εταιρικών σχέσεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, υπό διαφανείς και ανοιχτές συνθήκες ανταγωνισμού, κυρίως για τη χρηματοδότηση των μεγάλων έργων υποδομής που είναι αναγκαία τόσο για τη συνολική συνοχή όσο και για τη συλλογική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Οπωσδήποτε, όπως αναφέρεται και παραπάνω (6), ο προϋπολογισμός των δι-ευρωπαϊκών δικτύων θα πρέπει να αναβαθμιστεί σημαντικά, δεδομένου ότι οι εταιρικές σχέσεις δημόσιου-ιδιωτικού τομέα για τις ευρωπαϊκές υποδομές δεν θα μπορέσουν να έχουν επιτυχία εάν δεν υπάρξει μια επαρκής βάση ανάληψης δημόσιων πιστώσεων εκ μέρους της Κοινότητας.

    5.4.2.3

    Μία τέτοια μεταρρύθμιση των διαδικασιών παρέμβασης των κοινοτικών ταμείων απαιτεί την αύξηση της ικανότητας δανειοδότησης και δανειοληψίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Προϋποθέτει επίσης, πέρα από την εντατικοποίηση του συντονισμού με την ΕΤΕ και άλλους χρηματοπιστωτικούς θεσμούς, την σύναψη μιας πραγματικής εταιρικής σχέσης με το ευρωπαϊκό τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό δίκτυο, με παράλληλη ενίσχυση, από την άλλη πλευρά, των προϋποθέσεων παροχής των ενισχύσεων, τόσο σε επίπεδο κρατών μελών όσο και άμεσων δικαιούχων. Τέλος, θα πρέπει να συμπληρωθεί προς την κατεύθυνση αυτή η μεταρρύθμιση των κανονισμών των διαρθρωτικών ταμείων για την περίοδο 2007-2013, ώστε να καταστούν πλήρως λειτουργικά τα νέα συστήματα χρηματοοικονομικής τεχνικής. Επομένως, η ΕΟΚΕ ζητά την υποβολή νέων προτάσεων για τους τρεις αυτούς τομείς εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

    5.4.3

    Από την άλλη πλευρά, είναι λυπηρό το γεγονός ότι η ίδια η διαχείριση των διαρθρωτικών ταμείων υπήρξε, τα τελευταία χρόνια, πολύ αδιαφανής και κυριαρχούσαν σ' αυτήν οι διμερείς σχέσεις μεταξύ κοινοτικής διοίκησης και εθνικών διοικήσεων, χωρίς να είναι εμφανής ένας αποτελεσματικός συνολικός συντονισμός, ούτε και ένας επαρκής έλεγχος και παρακολούθηση της ορθής αξιοποίησης των ταμείων. Το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ένωσης εξέφρασε συχνά τη λύπη του για την κατάσταση αυτή, αλλά τα επιμέρους μέτρα που ακολούθησαν παρέμειναν ιδιαίτερα περιορισμένα. Η γενική αρχή της αύξησης της διαφάνειας κατά το σχεδιασμό, την υιοθέτηση και την εφαρμογή των κοινοτικών πολιτικών δεν έχει ακόμη επεκταθεί, όπως θα έπρεπε, στη λειτουργία και τη διαχείριση των ταμείων. Οι στρατηγικοί προσανατολισμοί της πολιτικής της συνοχής θα έπρεπε στο εξής να αποτελέσουν τη βάση για μια σαφέστατη αλλαγή πορείας προς την κατεύθυνση αυτή.

    5.4.4

    Ανάμεσα στις αναγκαίες καινοτομίες προκειμένου να εξασφαλιστεί η καλύτερη αυτή διαχείριση των ευρωπαϊκών ενισχύσεων, θα αναφέρουμε την απαίτηση πιο συστηματικού ελέγχου της συμβατότητας των κοινοτικών ενισχύσεων, με τους κανόνες του ανταγωνισμού. Ορισμένες ελλιπώς ελεγχόμενες παρεμβάσεις των ταμείων, με το πρόσχημα του περιορισμού των περιφερειακών ανισοτήτων, προκάλεσαν ενδεχομένως στο παρελθόν σοβαρές και επιβλαβείς στρεβλώσεις των αρχών του ισότιμου ανταγωνισμού, ενώ ο συνδυασμός των δύο αυτών στόχων είναι απόλυτα δυνατός. Οι ενισχύσεις της Ένωσης είναι δημόσιες ενισχύσεις ανάλογες με τις κρατικές ενισχύσεις και, συνεπώς, πρέπει να διέπονται από τους ίδιους ελέγχους. Η αρχή αυτή ισχύει αναγκαστικά επίσης και για την καλύτερη αμοιβαία διάρθρωση ανάμεσα στις ευρωπαϊκές ενισχύσεις και τις εθνικές και περιφερειακές ενισχύσεις. Η ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τον ανταγωνισμό θα έπρεπε, συνεπώς, να περιλαμβάνει στο εξής ένα κεφάλαιο σχετικά με τις συνθήκες ελέγχου των κοινοτικών ενισχύσεων από την άποψη της πολιτικής του ανταγωνισμού της Ένωσης. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη διατυπώσει τη σύσταση αυτή στο παρελθόν, χωρίς όμως αποτέλεσμα μέχρι σήμερα.

    5.5

    Όσον αφορά τη συγκέντρωση των παρεμβάσεων, η Επιτροπή θα έπρεπε να μεριμνά ώστε να εξασφαλίζεται καλύτερος προσανατολισμός των παρεμβάσεων των ευρωπαϊκών ταμείων σε συνάρτηση με μια πιο ευρωπαϊκή διάσταση της χωροταξίας της επικράτειας της Ένωσης, πράγμα που κάθε άλλο παρά ισχύει σήμερα, πέρα από κάποιες μεμονωμένες προόδους που ξεκίνησαν με τα σχέδια κοινοτικής παρέμβασης.

    5.5.1

    Τα διαρθρωτικά ταμεία δεν επιζήτησαν καθόλου μέχρι σήμερα να ευνοούν μια διεθνική διάσταση κατά τις παρεμβάσεις τους, παρά την κανονιστική και οικονομική υλοποίηση της μεγάλης ευρωπαϊκής εσωτερικής αγοράς, που σήμερα έχει διευρυνθεί σε 25 κράτη μέλη. Η Επιτροπή διαχειριζόταν τα διαρθρωτικά ταμεία κυρίως με βάση τις εθνικές προτεραιότητες που υπέβαλλαν τα κράτη, χωρίς άμεσο συσχετισμό με τις νέες ανάγκες συνεργασίας που απορρέουν από την κατάργηση των φυσικών, τεχνικών και φορολογικών εμποδίων για τις συναλλαγές, ενώ οι ίδιες οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες έχουν αυξηθεί, απαιτώντας την ενίσχυση των διεθνικών δεσμών και δικτύων.

    5.5.2

    Θα ήταν καλό να βρεθούν λύσεις για την κατάσταση αυτή, με την ανάπτυξη σαφέστερων προτεραιοτήτων παρέμβασης, ώστε να εδραιωθούν τα «σημεία επαφής» μεταξύ των κρατών μελών, σε όλα τα επίπεδα: διεθνικό, διαπεριφερειακό και διασυνοριακό. Οι εύστοχες αναφορές της Επιτροπής στις πτυχές αυτές θα άξιζε να επανεκτιμηθούν, να αναπτυχθούν και να ενταχθούν στο επίκεντρο των προτεραιοτήτων παρέμβασης των ταμείων, και όχι να παρουσιάζονται ως πρόσθετο συμπλήρωμα των προτεραιοτήτων αυτών.

    6.   Παρατηρήσεις σχετικά με την ενσωμάτωση στις εθνικές και περιφερειακές πολιτικές

    6.1

    Η ενσωμάτωση της πολιτικής της συνοχής στις εθνικές και περιφερειακές πολιτικές συνιστά κεντρική αναγκαιότητα, που ορθά τονίζεται από την Επιτροπή. Επισημαίνουμε την ανάγκη να πραγματοποιηθεί πρόοδος σε δύο πεδία:

    6.2

    Κατά πρώτο λόγο, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι οι κοινοτικές ενισχύσεις χρησιμεύουν πράγματι για την υποστήριξη της βέλτιστης εφαρμογής των κοινοτικών προσανατολισμών, αποφάσεων και δεσμεύσεων στα διάφορα κράτη μέλη. Ας αναφερθούν ειδικότερα:

    6.2.1

    η ορθή και εμπρόθεσμη μεταφορά των ευρωπαϊκών οδηγιών στο εκάστοτε εθνικό δίκαιο·

    6.2.2

    η ενίσχυση της διοικητικής συνεργασίας σε ευρωπαϊκή κλίμακα, ειδικότερα για την εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της ενιαίας αγοράς·

    6.2.3

    η καλύτερη εφαρμογή, ως προς τις δύο συνιστώσες του, του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης, το οποίο δεν θα έπρεπε να περιορίζεται σε απλή προστασία έναντι των ελλειμμάτων, αλλά να ανοίγει το δρόμο για μια κοινή οικονομική διαχείριση.

    6.3

    Κατά δεύτερο λόγο, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι οι κοινοτικές ενισχύσεις συμβάλλουν όντως στην ενίσχυση της συνεκτικότητας ανάμεσα στις ευρωπαϊκές και τις εθνικές πολιτικές, κυρίως με στόχο την αποτελεσματικότερη εφαρμογή της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Ας αναφερθούν ειδικότερα:

    6.3.1

    η συνοδεία των οικονομικών, κοινωνικών και διοικητικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων·

    6.3.2

    η απλούστευση του ρυθμιστικού πλαισίου και η ανάπτυξη ευρωπαϊκών προσεγγίσεων κοινωνικο-επαγγελματικής αυτορρύθμισης που αξίζει να υποστηριχθεί (7)·

    6.3.3

    η επιτάχυνση της ολοκλήρωσης του ευρωπαϊκού χρηματοοικονομικού χώρου, με τη μέγιστη αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων του ευρώ·

    6.3.4

    η προσέγγιση των φορολογικών συστημάτων, σύμφωνα με μια βάση ελκυστική για τις επενδύσεις και την καινοτομία, που να επιτρέπει την καλύτερη πλαισίωση του ανταγωνισμού μεταξύ των διαφορετικών συστημάτων των κρατών μελών.

    6.4

    Τέλος, θα έπρεπε να αποφευχθεί όσο το δυνατόν η προσθήκη επιπρόσθετων εθνικών ή περιφερειακών κριτηρίων στο πλαίσιο που έχει οριστεί από την ΕΕ, προκειμένου να διατηρηθεί η αναγκαία ευελιξία για τον καθορισμό του περιεχομένου των μελλοντικών προγραμμάτων. Σύμφωνα με το ίδιο πνεύμα, θα πρέπει να αποφευχθεί η θέσπιση διαδικασιών που κινδυνεύουν να «παγώσουν» εκ των προτέρων τον προορισμό των κονδυλίων για διάρκεια επτά ετών ή να αποκλείσουν τη δυνατότητα εύκολης προσαρμογής των προγραμμάτων που βρίσκονται σε φάση υλοποίησης.

    6.5

    Η ΕΟΚΕ επιθυμεί επίσης να συμβάλλουν οι κοινοτικές ενισχύσεις στην προώθηση μιας ευρωπαϊκής προσέγγισης για τη βιομηχανία, η οποία να επιτρέπει τον συντονισμό των δημοσίων αρχών και των φορέων της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών, στα διάφορα επίπεδα (ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό) (8).

    6.6

    Τέλος, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Δεκεμβρίου του 2005 συμφώνησε επί της αρχής για την ίδρυση Ταμείου προσαρμογής στην παγκοσμιοποίηση, «προκειμένου να παρασχεθεί πρόσθετη στήριξη στους εργαζόμενους που απολύονται λόγω σημαντικών διαρθρωτικών μεταβολών των μορφών παγκόσμιου εμπορίου, και προκειμένου να βοηθηθούν στην απόκτηση νέας κατάρτισης και την αναζήτηση απασχόλησης.» Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων κάλεσαν το Συμβούλιο να ορίσει τα κριτήρια επιλεξιμότητας για το Ταμείο αυτό. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι διεπαγγελματικοί, ή ακόμη και οι κλαδικοί, κοινωνικοί εταίροι της Ευρώπης θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στον καθορισμό των κριτηρίων αυτών.

    7.   Παρατηρήσεις σχετικά με τη συμμετοχή των κοινωνικο-επαγγελματικών φορέων

    7.1

    Η συμμετοχή των κοινωνικο-επαγγελματικών φορέων στην πολιτική της συνοχής συνιστά ισχυρή απαίτηση. Η ΕΟΚΕ είχε ειδικότερα ζητήσει την ενίσχυση της συμμετοχής αυτής, στη γνωμοδότησή της του 2003 σχετικά με την εταιρική σχέση για την λειτουργία των διαρθρωτικών ταμείων (9). Η Επιτροπή αναγνωρίζει την ανάγκη αυτή, τονίζοντας ότι συμβάλλει αποφασιστικά στην καλύτερη υιοθέτηση της πολιτικής αυτής επί τόπου. Εντούτοις, δεν υποβάλλει προτάσεις για την οργάνωση των σχετικών διαδικασιών και την ενσωμάτωσή τους στις στρατηγικές κατευθύνσεις για τη συνοχή.

    7.2

    Η ΕΟΚΕ προτείνει, λοιπόν, να συμπληρωθούν οι στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της πολιτικής της συνοχής 2007-2013 με τη διευκρίνιση ενός πραγματικού πλαισίου για τη συμμετοχή των κοινωνικο-επαγγελματικών φορέων. Όπως συμβαίνει και με τις διατάξεις της Συμφωνίας του Κοτονού υπέρ των μη κρατικών φορέων των χωρών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, όπου προβλέπεται ρητά η διαβούλευση και η συμμετοχή τους στη διαχείριση των ευρωπαϊκών ενισχύσεων, το πλαίσιο αυτό θα έπρεπε να ενσωματωθεί πλήρως στις στρατηγικές κατευθύνσεις, με δεσμευτική ισχύ για τα κράτη μέλη.

    7.3

    Το πλαίσιο αυτό θα έπρεπε, ειδικότερα, να περιλαμβάνει τους ακόλουθους στόχους:

    7.3.1

    να καλούνται οι κοινωνικο-επαγγελματικοί κύκλοι και οι κοινωνικοί εταίροι να συμμετέχουν στον ευρωπαϊκό προσδιορισμό των κύριων προσανατολισμών (ειδικότερα, στο συνολικό στρατηγικό έγγραφο) και στην αποκεντρωμένη τους εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο (ειδικότερα, στο εθνικό στρατηγικό πλαίσιο αναφοράς που καταρτίζουν τα κράτη μέλη), καθώς και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο·

    7.3.2

    να αναπτυχθεί ο διάλογος αυτός περαιτέρω, τόσο σχετικά με τις οικονομικές πτυχές του όσο και με τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές, στην υπηρεσία μιας αποτελεσματικής, συμμετοχικής και βιώσιμης ανάπτυξης·

    7.3.3

    να εμπλέκονται άμεσα οι κοινωνικο-επαγγελματικοί φορείς στις δράσεις για τη βελτίωση της απασχόλησης, ιδιαίτερα δε μέσω της πολιτικής των συμβάσεων μεταξύ κοινωνικών εταίρων, κυρίως για τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων επαγγελματικής κατάρτισης και τη διευκόλυνση της καλύτερης προσαρμογής της αγοράς εργασίας·

    7.3.4

    να προτρέπονται οι φορείς της κοινωνίας των πολιτών να επωφελούνται περισσότερο από τις ευκαιρίες που προσφέρει η ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, εντατικοποιώντας τα διευρωπαϊκά δίκτυα παραγωγής, ανταλλαγών και υποδομών, και δρομολογώντας κοινωνικο-επαγγελματικές αυτορυθμίσεις και από κοινού ρυθμίσεις που να συμβάλλουν στην ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς·

    7.3.5

    να προσδιοριστούν, από κοινού με τους κοινωνικο-επαγγελματικούς φορείς, αποτελεσματικά πρότυπα εταιρικών σχέσεων δημοσίου-ιδιωτικού τομέα, με κατάλληλες μορφές παραχωρήσεων, κινήτρων, εγγυήσεων και υπεργολαβιών·

    7.3.6

    να αναπτυχθούν, σύμφωνα με τις βάσεις αυτές, περισσότερα προγράμματα εταιρικών σχέσεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα, κυρίως για υποδομές και για χρηματοδοτήσεις ΜΜΕ σε τοπικό επίπεδο·

    7.3.7

    να ενθαρρυνθούν οι κοινωνικο-επαγγελματικοί φορείς να εντείνουν τις πρωτοβουλίες ευρωπαϊκής συνεργασίας σχετικά με την έρευνα και την τεχνολογική καινοτομία·

    7.3.8

    να υποστηριχθούν οι καινοτόμες προσεγγίσεις των κοινωνικο-επαγγελματικών φορέων που συμβάλλουν στις προοπτικές της βιώσιμης ανάπτυξης.

    7.4

    Ένας τέτοιος διάλογος, για να είναι αποτελεσματικός, θα πρέπει να οργανωθεί και να διαρθρωθεί καλύτερα, τόσο στις Βρυξέλλες, όσο και στα διάφορα κράτη μέλη και περιφέρειες. Το πλαίσιο συμμετοχής θα πρέπει, επομένως, να προβλέπει τα ακόλουθα μέτρα:

    7.4.1

    να στηριχτεί ο διάλογος αυτός σε μια αποτελεσματική πληροφόρηση, που θα αναμεταδίδεται καλά από τις δημόσιες αρχές των κρατών μελών, σχετικά με τις στρατηγικές κατευθύνσεις και τις λεπτομέρειες της εφαρμογής τους·

    7.4.2

    να πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις σε αρκετά πρώιμο στάδιο, και να παρέχονται δυνατότητες συμμετοχής των κοινωνικο-επαγγελματικών φορέων στις μελέτες επίδρασης·

    7.4.3

    να ενημερώνονται οι κοινωνικο-επαγγελματικοί φορείς σχετικά με τη συνέχεια που δίδεται στις διαβουλεύσεις και στις προτάσεις τους·

    7.4.4

    να επισυνάπτεται στα επίσημα έγγραφα προγραμματισμού ή αναθεώρησης σύνοψη των προϋποθέσεων διαβούλευσης των κοινωνικο-επαγγελματικών φορέων·

    7.4.5

    σε περιπτώσεις διασυνοριακών ή διαπεριφερειακών προγραμμάτων, να προωθούνται κοινές διαβουλεύσεις και κοινωνικο-επαγγελματικές εταιρικές σχέσεις επίσης διασυνοριακές ή διαπεριφερειακές·

    7.4.6

    να ενθαρρύνονται ιδιαίτερα οι πρωτοβουλίες κοινωνικού διαλόγου σχετικά με τα διασυνοριακά και διαπεριφερειακά αυτά σχέδια, κυρίως μέσω της υλοποίησης του προαιρετικού διεθνικού πλαισίου για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, έτσι όπως αυτό προτάθηκε στην κοινωνική ατζέντα 2005-2007.

    7.5

    Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει, εξάλλου, την υποστήριξή της προς την πρόταση της Επιτροπής να εκχωρηθεί το 2 % των πόρων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου στις δράσεις ανάπτυξης των ικανοτήτων και δραστηριοτήτων που αναλαμβάνονται από κοινού από τους κοινωνικούς εταίρους.

    7.6

    Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, με την ρητή στήριξη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου του 2005, συμφώνησε να αναπτύξει ένα ευρωπαϊκό δίκτυο ενημέρωσης και υποστήριξης για τις πρωτοβουλίες των φορέων της κοινωνίας των πολιτών που συμμετέχουν στην υλοποίηση της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Το δίκτυο αυτό θα συμμετάσχει πλήρως στις πρωτοβουλίες που θα αναλάβουν οι φορείς αυτοί για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της ευρωπαϊκής πολιτικής της συνοχής κατά την περίοδο 2007-2013.

    Βρυξέλλες, 21 Απριλίου 2006

    Η Πρόεδρος

    της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Anne-Marie SIGMUND


    (1)  Γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ για τα Ταμεία (Γενικές διατάξεις), για το Ταμείο Συνοχής και για το Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, ΕΕ C 255 της 14.10.2005, σσ 79, 88 και 91 αντίστοιχα.

    (2)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ: ΕΕ C 255 της 14.10.2005, σ. 76.

    (3)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος: Προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013», ΕΕ C 74 της 23.03.2005, σελ. 32.

    (4)  ΕΕ C 125 της 27.5.2002, σ. 100.

    (5)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ σχετικά με την «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά», ΕΕ C 221 της 8.09.2005, σ. 113.

    (6)  Βλ. σημείο 4.3.3.

    (7)  Ενημερωτική έκθεση του ειδικευμένου τμήματος «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» με θέμα «Η σημερινή κατάσταση σε ό,τι αφορά την από κοινού ρύθμιση και την αυτορύθμιση στην ενιαία αγορά».

    (8)  Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ για την «Σύγχρονη βιομηχανική πολιτική»,EE C 110 της 9.5.2006.

    (9)  EE C 10 της 14.01.2004, σ. 21.


    Vrh