Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62010CN0313

    Υπόθεση C-313/10: Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Landesarbeitsgericht Köln (Γερμανία) στις 29 Ιουνίου 2010 — Land Nordrhein-Westfalen κατά Sylvia Jansen

    ΕΕ C 274 της 9.10.2010, p. 4–5 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    9.10.2010   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 274/4


    Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως, την οποία υπέβαλε το Landesarbeitsgericht Köln (Γερμανία) στις 29 Ιουνίου 2010 — Land Nordrhein-Westfalen κατά Sylvia Jansen

    (Υπόθεση C-313/10)

    ()

    2010/C 274/05

    Γλώσσα διαδικασίας: η γερμανική

    Αιτούν δικαστήριο

    Landesarbeitsgericht Köln

    Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

    Εφεσείον: Land Nordrhein-Westfalen

    Εφεσίβλητη: Sylvia Jansen

    Προδικαστικά ερωτήματα

    1α)

    Συνάδει προς το πνεύμα και τον σκοπό της ρήτρας 5, σημείο 1, της συμφωνίας πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου, που περιέχεται στο παράρτημα της οδηγίας 1999/70/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999 (1), το ότι κατά τον νομικό έλεγχο του ζητήματος αν σε μια συγκεκριμένη περίπτωση δικαιολογείται μια σύμβαση ανανεώσεως ορισμένου χρόνου για αντικειμενικούς λόγους, κατά την έννοια της ρήτρας 5, σημείο 1, στοιχείο α', της συμφωνίας πλαισίου, πρέπει να λαμβάνονται αποκλειστικώς ως βάση οι υφιστάμενες κατά το χρονικό σημείο συνάψεως αυτής της συμβάσεως ανανεώσεως συνθήκες, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη πόσες συμβάσεις ορισμένου χρόνου είχαν προηγηθεί αυτής της συμβάσεως, ή

    1β)

    Επιβάλλεται από το πνεύμα και τον σκοπό της ρήτρας 5, σημείο 1, στοιχείο α', της συμφωνίας πλαισίου, που συνίστανται στην παρεμπόδιση καταχρηστικών διαδοχικών συμβάσεων εργασίας, να τίθενται τόσο αυστηρότερες απαιτήσεις ως προς την ύπαρξη του «αντικειμενικού λόγου» όσο περισσότερες διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου είχαν προηγηθεί της νυν υπό εξέταση συμβάσεως ή όσο μακρύτερο ήταν το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο ο οικείος εργαζόμενος απασχολήθηκε προηγουμένως βάσει διαδοχικών συμβάσεων ορισμένου χρόνου;

    2)

    Εμποδίζει η ρήτρα 5, σημείο 1, της συμφωνίας πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου την εφαρμογή ενός κανόνα εθνικού δικαίου, όπως του άρθρου 14, παράγραφος 1, δεύτερη φράση, σημείο 7, του TzBfG [Gesetz über Teilzeitarbeit und befristete Arbeitsverträge — νόμου περί της μερικής απασχολήσεως και της εργασίας ορισμένου χρόνου], ο οποίος δικαιολογεί διαδοχικές περιόδους ορισμένου χρόνου μόνο στη δημόσια υπηρεσία για τον «αντικειμενικό λόγο» ότι ο εργαζόμενος αμείβεται από κονδύλια του προϋπολογισμού, που προορίζονται βάσει των διατάξεων του προϋπολογισμού για απασχόληση ορισμένου χρόνου, ενώ στην περίπτωση εργοδοτών του ιδιωτικού τομέα δεν αναγνωρίζεται ότι τέτοιοι οικονομικοί λόγοι συνιστούν «αντικειμενικό λόγο»;

    3α)

    Συνάδει ο περιγραφόμενος στο ερώτημα 2 κανόνας περί ορισμένου χρόνου (εν προκειμένω το άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτη φράση, σημείο 7, του TzBfG) προς την συμφωνία πλαίσιο, όταν ο κανόνας του προϋπολογισμού, στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 14, παράγραφος 1, πρώτη φράση, σημείο 7, του TzBfG, καθορίζει με επαρκώς συγκεκριμένο τρόπο τον σκοπό που επιδιώκεται με τον περιορισμό του χρόνου ισχύος της συμβάσεως, ο οποίος συναρτάται προ πάντων με την οικεία δραστηριότητα και με τους όρους ασκήσεώς της (βλ. την απόφαση του Δικαστηρίου της 4.7.2006, C-212/04, στην υπόθεση Αδενέλερ, σημείο 2 της περιλήψεως της αποφάσεως);

    Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα 3α:

    3β)

    Υφίσταται ένας τέτοιος με επαρκώς συγκεκριμένο τρόπο καθοριζόμενος σκοπός, όταν ο νόμος περί προϋπολογισμού, όπως εν προκειμένω το άρθρο 7, παράγραφος 3, του HG NRW [νόμος περί προϋπολογισμού της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας] 2004/05, ορίζει απλώς και μόνον ότι τα κονδύλια του προϋπολογισμού προορίζονται για δραστηριότητα ορισμένου χρόνου «επικουρικώς απασχολουμένων»;

    Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο ερώτημα 3β:

    3γ)

    Ισχύει αυτό, όταν όχι μόνο ως καθεαυτή δραστηριότητα ενός «επικουρικώς απασχολουμένου» νοείται μια δραστηριότητα, η οποία σκοπό έχει είτε την κάλυψη ενός προσωρινώς αυξημένου φόρτου εργασίας είτε την ανάληψη της δραστηριότητας ενός προσωρινώς ελλείποντος μέλους του σταθερώς απασχολούμενου προσωπικού, αλλά και όταν το περιεχόμενο του όρου «επικουρικώς απασχολούμενος» θεωρείται επίσης ότι πληρούται, όταν ο εργαζόμενος πληρώνεται από κονδύλια του προϋπολογισμού, τα οποία αποδεσμεύονται λόγω της προσωρινής ελλείψεως ενός μέλους του σταθερώς απασχολούμενου προσωπικού στην ίδια υπηρεσία, μολονότι ο «επικουρικώς απασχολούμενος» απασχολείται σε δραστηριότητες, οι οποίες πρέπει να θεωρηθούν ότι εντάσσονται στο πλαίσιο μια πάγιας και διαρκούς ανάγκης του εργοδότη και οι οποίες δεν εμφανίζουν καμία ουσιαστική σχέση με τη δραστηριότητα του ελλείποντος μέλους του σταθερώς απασχολούμενου προσωπικού, ή

    3δ)

    Η εκτιθέμενη στο ερώτημα 3γ ερμηνεία του όρου «επικουρικώς απασχολούμενος» αντιφάσκει προς το πνεύμα και τον σκοπό της συμφωνίας πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου, ήτοι να εμποδίζεται η κατάχρηση αλυσιδωτών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, και προς την τεθείσα στο πλαίσιο της υποθέσεως Αγγελιδάκη (απόφαση του Δικαστηρίου της 23.4.2009, C-378/07 έως C-380/07, σημείο 2 της περιλήψεως της αποφάσεως) αρχή ότι η ρήτρα 5, σημείο 1, στοιχείο α', της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου απαγορεύει την εφαρμογή εθνικής ρυθμίσεως «κατά τρόπο που η ανανέωση διαδοχικών συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου στον δημόσιο τομέα να θεωρείται δικαιολογημένη από “αντικειμενικούς λόγους”, κατά την έννοια της εν λόγω ρήτρας, για τον λόγο και μόνο ότι οι συμβάσεις αυτές στηρίζονται σε νομοθετικές διατάξεις που επιτρέπουν την ανανέωσή τους με σκοπό την κάλυψη ορισμένων προσωρινών αναγκών, ενώ οι ανάγκες αυτές είναι στην πραγματικότητα πάγιες και διαρκείς»;

    4)

    Παραβαίνει κράτος μέλος τη ρήτρα 8, σημείο 3, της συμφωνίας-πλαισίου για την εργασία ορισμένου χρόνου, όταν στον νόμο, με τον οποίο σκοπείται η μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο της οδηγίας 1999/70/ΕΚ, εισάγει έναν, όπως τον περιγραφόμενο στο ερώτημα 2, κατά τις περί προϋπολογισμού διατάξεις λόγο περιορισμού του χρόνου ισχύος της συμβάσεως γενικώς για τη δημόσια υπηρεσία στο σύνολό της, ο οποίος υφίστατο με παρόμοια μορφή στην ως είχε κατά το εθνικό δίκαιο κατάσταση πριν από την έκδοση της οδηγίας 1999/70/ΕΚ μόνο για μικρότερους επί μέρους τομείς της δημοσίας υπηρεσίας (Ανώτατη Εκπαίδευση); Έχει η εν λόγω παράβαση ως συνέπεια ότι δεν επιτρέπεται πλέον να εφαρμόζεται αυτός ο εθνικός κανόνας;


    (1)  ΕΕ L 175 της 10.7.1999, σ. 43.


    Top