EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32022R1302

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2022/1302 της Επιτροπής της 20ής Απριλίου 2022 για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την εφαρμογή ορίων θέσεων σε παράγωγα επί εμπορευμάτων καθώς και διαδικασίες για την υποβολή αίτησης εξαίρεσης από τα όρια θέσεων (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

C/2022/2314

ΕΕ L 197 της 26.7.2022, p. 52–70 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_del/2022/1302/oj

26.7.2022   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 197/52


ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2022/1302 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

της 20ής Απριλίου 2022

για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την εφαρμογή ορίων θέσεων σε παράγωγα επί εμπορευμάτων καθώς και διαδικασίες για την υποβολή αίτησης εξαίρεσης από τα όρια θέσεων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (1), και ιδίως το άρθρο 57 παράγραφος 1 έκτο εδάφιο, το άρθρο 57 παράγραφος 3 πέμπτο εδάφιο και το άρθρο 57 παράγραφος 12 τρίτο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία (ΕΕ) 2021/338 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) προβλέπει τροποποιήσεις στο άρθρο 57 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τα όρια θέσεων. Οι εν λόγω τροποποιήσεις περιλαμβάνουν επίσης νέες σχετικές εξουσιοδοτήσεις.

(2)

Προκειμένου να βελτιωθεί η σταθερότητα και η ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών στην Ένωση, θα πρέπει να προσδιοριστεί μεθοδολογία για τον υπολογισμό των ορίων θέσεων σε παράγωγα επί εμπορευμάτων με εναρμονισμένο τρόπο. Η μεθοδολογία θα πρέπει να αποτρέπει την καταχρηστική επιλογή του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας και να προάγει τη συνέπεια, παρέχοντας ταυτόχρονα επαρκή ευελιξία στις αρμόδιες αρχές ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις διαφοροποιήσεις μεταξύ των διαφόρων αγορών παραγώγων επί εμπορευμάτων και των αγορών των υποκείμενων εμπορευμάτων. Η μεθοδολογία υπολογισμού των ορίων θα πρέπει να επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να εξισορροπούν τον στόχο του καθορισμού ορίων σε ένα επαρκώς χαμηλό επίπεδο, ώστε να μην επιτρέπεται σε πρόσωπα τα οποία κατέχουν θέσεις στα εν λόγω παράγωγα επί εμπορευμάτων να κάνουν κατάχρηση ή να προκαλούν στρέβλωση της αγοράς, με τους στόχους της υποστήριξης ορθών όρων τιμολόγησης και διακανονισμού, της ανάπτυξης νέων παραγώγων επί εμπορευμάτων και της παροχής της δυνατότητας στα παράγωγα επί εμπορευμάτων να συνεχίσουν την υποστήριξη της λειτουργίας εμπορικών δραστηριοτήτων στην αγορά των υποκείμενων εμπορευμάτων.

(3)

Ορισμένες έννοιες που απορρέουν από την οδηγία 2014/65/ΕΕ καθώς και τεχνικοί όροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να οριστούν, ώστε να διασφαλιστεί η ενιαία κατανόηση.

(4)

Οι θετικές και οι αρνητικές θέσεις των συμμετεχόντων στην αγορά σε ένα συγκεκριμένο παράγωγο επί εμπορευμάτων θα πρέπει να συμψηφίζονται μεταξύ τους, ώστε να προσδιορίζεται το πραγματικό μέγεθος μιας θέσης την οποία ελέγχει ένας συμμετέχων στην αγορά οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Το μέγεθος μιας θέσης η οποία κατέχεται μέσω σύμβασης δικαιώματος αγοράς ή πώλησης ή ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων το οποίο αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ίδιο τόπο διαπραγμάτευσης που αποτελεί υποσύνολο της κύριας σύμβασης θα πρέπει να υπολογίζεται με βάση τον συντελεστή δέλτα ισοδυνάμου. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η ολοκληρωμένη, κεντρική και αντιπροσωπευτική επισκόπηση της δραστηριότητας ενός προσώπου και για να αποτραπεί η καταστρατήγηση του στόχου του ορίου θέσης που έχει καθοριστεί για την κύρια σύμβαση, η αθροιστική θέση που κατέχει ένα πρόσωπο σε παράγωγο επί εμπορευμάτων το οποίο αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης θα πρέπει να περιλαμβάνει και τη θέση που προκύπτει από την ανάλυση των συνιστωσών μιας σύμβασης ανοίγματος τιμών που εισάγεται προς διαπραγμάτευση ως μεμονωμένο διαπραγματεύσιμο μέσο στον ίδιο τόπο διαπραγμάτευσης καθώς και τις θέσεις σε παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ίδιο τόπο διαπραγμάτευσης και αποτελούν υποσύνολο της κύριας σύμβασης όσον αφορά το μέγεθός τους (τα λεγόμενα «minis») ή τη λήξη της περιόδου τιμολόγησης, όπως οι μηνιαίες συμβάσεις (οι λεγόμενες «balmo»).

(5)

Η οδηγία 2014/65/ΕΕ ορίζει ότι οποιαδήποτε θέση την οποία κατέχουν τρίτοι εξ ονόματος άλλου προσώπου πρέπει να περιλαμβάνεται στον υπολογισμό του ορίου θέσης του εν λόγω άλλου προσώπου, ενώ τα όρια θέσης πρέπει να εφαρμόζονται και σε επίπεδο εταιρείας και σε επίπεδο ομίλου. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να αθροίζονται οι θέσεις σε επίπεδο ομίλου. Θα πρέπει να προβλέπεται άθροιση σε επίπεδο ομίλου μόνο εάν η μητρική εταιρεία μπορεί να ελέγχει τη χρήση των θέσεων. Αναλόγως, οι μητρικές εταιρείες θα πρέπει να αθροίζουν θέσεις τις οποίες κατέχουν οι θυγατρικές τους με οποιεσδήποτε θέσεις τις οποίες κατέχει άμεσα η μητρική εταιρεία, ενώ οι θυγατρικές αθροίζουν χωριστά τις δικές τους θέσεις. Η εν λόγω άθροιση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα τον υπολογισμό θέσεων σε επίπεδο μητρικής εταιρείας οι οποίες είναι υψηλότερες ή, λόγω συμψηφισμού θετικών και αρνητικών θέσεων διαφορετικών θυγατρικών, χαμηλότερες από τις θέσεις σε επίπεδο επιμέρους θυγατρικής. Οι θέσεις δεν θα πρέπει να αθροίζονται σε επίπεδο μητρικής εταιρείας εάν βρίσκονται στην κατοχή οργανισμών συλλογικών επενδύσεων οι οποίοι κατέχουν τις εν λόγω θέσεις εκ μέρους των επενδυτών τους και όχι εκ μέρους των μητρικών εταιρειών τους, στην περίπτωση που η μητρική εταιρεία δεν μπορεί να ασκήσει έλεγχο στη χρήση των εν λόγω θέσεων για ίδιο όφελος.

(6)

Οι τροποποιήσεις που περιλαμβάνει η οδηγία (ΕΕ) 2021/338 ορίζουν ότι τα όρια θέσης πρέπει να ισχύουν για κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης, καθώς και στις οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις με αυτά συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα είναι τα παράγωγα επί εμπορευμάτων με ανοικτή θέση τουλάχιστον 300 000 παρτίδων κατά μέσο όρο για περίοδο ενός έτους. Λόγω της κρίσιμης σημασίας των γεωργικών εμπορευμάτων για τους πολίτες, τα παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων και οι οικονομικά ισοδύναμες με αυτά συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων εξακολουθούν να υπάγονται στο καθεστώς ορίων θέσεων των λιγότερων των 300 000 παρτίδων. Το όριο ρευστότητας από το οποίο αρχίζουν να ισχύουν τα όρια θέσεων για παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων προσδιορίζεται στον παρόντα κανονισμό, τα δε παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων θα πρέπει να θεωρείται ότι αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικές ποσότητες σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης μόνον εάν υπερβαίνουν το όριο ρευστότητας για επαρκή χρονική περίοδο.

(7)

Στην περίπτωση που μια σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων αποτιμάται στο ίδιο υποκείμενο εμπόρευμα το οποίο είναι παραδοτέο στην ίδια τοποθεσία και υπό τις ίδιες συμβατικές προϋποθέσεις και εάν έχει οικονομικό αποτέλεσμα στενά συσχετιζόμενο με σύμβαση η οποία αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης, θα πρέπει να θεωρείται οικονομικά ισοδύναμη ανεξαρτήτως μικρών διαφορών στις συμβατικές προδιαγραφές ως προς τα μεγέθη παρτίδας και την ημερομηνία παράδοσης. Διαφορές στις ρυθμίσεις διαχείρισης κινδύνου κατά την ολοκλήρωση των συναλλαγών, όπως οι ρυθμίσεις εκκαθάρισης, δεν θα πρέπει να εμποδίζουν τον χαρακτηρισμό των εν λόγω συμβάσεων ως οικονομικά ισοδύναμων. Προκειμένου να προλαμβάνεται ο εσφαλμένος συμψηφισμός δυνητικώς δεσποζουσών θέσεων οι οποίες αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης με τη χρήση διμερών διακανονισμών σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και να διασφαλίζεται η αποδοτική λειτουργία του καθεστώτος ορίων θέσεων στην πράξη, τα παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο εξωχρηματιστηριακής διαπραγμάτευσης πρέπει να θεωρούνται οικονομικά ισοδύναμα συμβάσεων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης μόνο σε περιορισμένες περιπτώσεις. Για να αποτρέπεται η αποφυγή των ορίων θέσεων και να ενισχύεται η ακεραιότητα του καθεστώτος ορίων θέσεων, η οικονομικά ισοδύναμη σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να ορίζεται υπό στενή έννοια, ώστε να μην επιτρέπεται ο συμψηφισμός μιας θέσης σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα με πολλές άλλες θέσεις. Επιπλέον, η διακριτική ευχέρεια κατά τη συνεπή επιλογή των θέσεων με τις οποίες θα συμψηφιστεί μια θέση σε εξωχρηματιστηριακά παράγωγα θα πρέπει να περιορίζεται στις ειδικές περιστάσεις όπου μια τέτοια σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι οικονομικά ισοδύναμη με περισσότερα από ένα παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης στην Ένωση.

(8)

Για να προσδιορίζεται ποιες θέσεις σε παράγωγα επί εμπορευμάτων μειώνουν, με βάση αντικειμενικές μετρήσεις, τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα, θα πρέπει να καθοριστούν ορισμένα κριτήρια, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης του λογιστικού ορισμού μιας σύμβασης αντιστάθμισης με βάση τους κανόνες των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής αναφοράς (ΔΠΧΑ). Ο εν λόγω λογιστικός ορισμός θα πρέπει να είναι επίσης στη διάθεση μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων, παρόλο που αυτές δεν εφαρμόζουν τους κανόνες των ΔΠΧΑ σε επίπεδο οντότητας.

(9)

Επιπροσθέτως, οι μη χρηματοοικονομικές οντότητες θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν τεχνικές διαχείρισης κινδύνου για να μετριάζουν τους συνολικούς κινδύνους που ανακύπτουν από την εμπορική δραστηριότητά τους ή από την εμπορική δραστηριότητα του ομίλου τους, συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων που ανακύπτουν από διάφορες γεωγραφικές αγορές, προϊόντα, χρονικά πλαίσια ή οντότητες (ήτοι, αντιστάθμιση σε μακροοικονομικό επίπεδο ή αντιστάθμιση χαρτοφυλακίου). Ομοίως, οι χρηματοοικονομικές οντότητες εντός κατεξοχήν εμπορικών ομίλων θα πρέπει να μπορούν να χρησιμοποιούν τεχνικές διαχείρισης κινδύνου για να μετριάζουν τους συνολικούς κινδύνους που ανακύπτουν από την εμπορική δραστηριότητά των μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων του ομίλου. Όταν μια μη χρηματοοικονομική οντότητα ή μια χρηματοοικονομική οντότητα χρησιμοποιεί αντιστάθμιση σε μακροοικονομικό επίπεδο ή αντιστάθμιση χαρτοφυλακίου, μπορεί να μην είναι σε θέση να αποδείξει την αποκλειστική σύνδεση μεταξύ μιας συγκεκριμένης θέσης σε παράγωγο επί εμπορευμάτων και ενός συγκεκριμένου κινδύνου που ανακύπτει από την εμπορική δραστηριότητα την οποία πρόκειται να αντισταθμίσει το παράγωγο επί εμπορευμάτων. Μια μη χρηματοοικονομική οντότητα ή μια χρηματοοικονομική οντότητα μπορεί επίσης να χρησιμοποιεί μη ισοδύναμο παράγωγο επί εμπορευμάτων για να αντισταθμίσει συγκεκριμένο κίνδυνο ο οποίος ανακύπτει από εμπορική δραστηριότητα της μη χρηματοοικονομικής οντότητας, στην περίπτωση που δεν υπάρχει διαθέσιμο πανομοιότυπο παράγωγο επί εμπορευμάτων ή που ένα στενότερα συσχετιζόμενο παράγωγο επί εμπορευμάτων δεν διαθέτει επαρκή ρευστότητα (ήτοι, προσεγγιστική αντιστάθμιση). Στις εν λόγω περιπτώσεις, οι πολιτικές και τα συστήματα διαχείρισης κινδύνου θα πρέπει να μπορούν να προλαμβάνουν την κατηγοριοποίηση μη αντισταθμιστικών συναλλαγών ως συναλλαγών αντιστάθμισης και να μπορούν να παρέχουν μια επαρκώς αναλυτική εικόνα του χαρτοφυλακίου αντιστάθμισης, ώστε να εντοπίζονται και να υπολογίζονται σε σχέση με τα όρια θέσεων οι κερδοσκοπικές συνιστώσες. Οι θέσεις δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι μειώνουν τους κινδύνους που συνδέονται με την εμπορική δραστηριότητα αποκλειστικά διότι έχουν συμπεριληφθεί ως τμήμα χαρτοφυλακίου το οποίο μειώνει τους κινδύνους συνολικά.

(10)

Ένας κίνδυνος μπορεί να εξελίσσεται διαχρονικά και, για να προσαρμόζονται στην εξέλιξη του κινδύνου, παράγωγα επί εμπορευμάτων τα οποία είχαν εκτελεστεί αρχικά για τη μείωση του κινδύνου που συνδέεται με την εμπορική δραστηριότητα, μπορεί να πρέπει να συμψηφιστούν με τη χρήση πρόσθετων συμβάσεων παραγώγων επί εμπορευμάτων οι οποίες εκκαθαρίζουν τις συμβάσεις παραγώγων επί εμπορευμάτων οι οποίες δεν συνδέονται πλέον με τον εμπορικό κίνδυνο. Επιπροσθέτως, η εξέλιξη ενός κινδύνου ο οποίος έχει αντιμετωπιστεί με τη δημιουργία θέσης σε παράγωγο επί εμπορευμάτων για σκοπούς μείωσης του κινδύνου δεν θα πρέπει, στη συνέχεια, να προκαλεί την επαναξιολόγηση της εν λόγω θέσης ως μη προνομιακής συναλλαγής εξυπαρχής.

(11)

Οι χρηματοοικονομικές και οι μη χρηματοοικονομικές οντότητες θα πρέπει να μπορούν να υποβάλλουν αίτηση για εξαίρεση όσον αφορά την αντιστάθμιση εμπορικών δραστηριοτήτων πριν από τη δημιουργία μιας θέσης. Η αίτηση θα πρέπει να παρέχει στην αρμόδια αρχή σαφή και συνοπτική εικόνα των εμπορικών δραστηριοτήτων των μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων σχετικά με ένα υποκείμενο εμπόρευμα οι οποίες πρόκειται να αντισταθμιστούν, τους σχετικούς κινδύνους και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα παράγωγα επί εμπορευμάτων για τη μετρίαση των εν λόγω κινδύνων. Τα όρια θέσεων εφαρμόζονται ανά πάσα στιγμή σε παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων και σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων και, εάν η αρμόδια αρχή δεν χορηγήσει τελικά την εξαίρεση, η χρηματοοικονομική ή η μη χρηματοοικονομική οντότητα, κατά περίπτωση, θα πρέπει να μειώσει αναλόγως οποιαδήποτε θέση η οποία υπερβαίνει ένα όριο, ενώ μπορεί να της επιβληθούν μέτρα εποπτείας στην περίπτωση παραβίασης ενός ορίου. Οι χρηματοοικονομικές και οι μη χρηματοοικονομικές οντότητες θα πρέπει να επαναξιολογούν τις δραστηριότητές τους περιοδικά, ώστε να διασφαλίζουν ότι η συνεχιζόμενη εφαρμογή της εξαίρεσης είναι δικαιολογημένη.

(12)

Οι χρηματοοικονομικές και οι μη χρηματοοικονομικές οντότητες θα πρέπει να μπορούν να υποβάλουν αίτηση για εξαίρεση σε σχέση με θέσεις που προκύπτουν από την υποχρεωτική παροχή ρευστότητας σε τόπους διαπραγμάτευσης πριν από την πραγματοποίηση των εν λόγω συναλλαγών. Η αίτηση θα πρέπει να παρέχει στην αρμόδια αρχή σαφή και συνοπτική εικόνα του πλαισίου υποχρεωτικής παροχής ρευστότητας βάσει του οποίου λειτουργούν τα εν λόγω πρόσωπα, των δραστηριοτήτων του προσώπου στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης παραγώγων επί εμπορευμάτων σύμφωνα με τη γραπτή συμφωνία που έχει συναφθεί με τον τόπο διαπραγμάτευσης, καθώς και των ανοικτών θέσεων που προκύπτουν. Τα όρια θέσεων εφαρμόζονται ανά πάσα στιγμή σε παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων και σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων και, εάν η αρμόδια αρχή δεν χορηγήσει τελικά την εξαίρεση, η μη χρηματοοικονομική ή η χρηματοοικονομική οντότητα θα πρέπει να μειώσει αναλόγως οποιαδήποτε θέση η οποία υπερβαίνει ένα όριο, ενώ μπορεί να της επιβληθούν μέτρα εποπτείας στην περίπτωση παραβίασης ενός ορίου. Οι μη χρηματοοικονομικές και οι χρηματοοικονομικές οντότητες θα πρέπει να επαναξιολογούν τις δραστηριότητές τους περιοδικά, ώστε να διασφαλίζουν ότι η συνεχιζόμενη εφαρμογή της εξαίρεσης είναι δικαιολογημένη.

(13)

Η περίοδος του τρέχοντος μήνα, δηλαδή η χρονική περίοδος αμέσως πριν από την παράδοση κατά τη λήξη, είναι συγκεκριμένη για κάθε παράγωγο επί εμπορευμάτων και μπορεί να μην αντιστοιχεί σε έναν μήνα ακριβώς. Επομένως, ο όρος σύμβαση του τρέχοντος μήνα θα πρέπει να αναφέρεται στην επόμενη σύμβαση του συγκεκριμένου παραγώγου επί εμπορευμάτων σε χρονική σειρά λήξης. Ο περιορισμός των θέσεων τις οποίες μπορεί να κατέχει ένα πρόσωπο στην περίοδο κατά την οποία πρόκειται να γίνει η παράδοση του φυσικού εμπορεύματος περιορίζει την υποκείμενη παραδοτέα ποσότητα την οποία μπορεί να παραδώσει ή να παραλάβει ένα πρόσωπο, αποτρέποντας έτσι τη συσσώρευση δεσποζουσών θέσεων οι οποίες μπορεί να επιτρέπουν στα πρόσωπα που τις κατέχουν να ασκούν πίεση στην αγορά περιορίζοντας την πρόσβαση στα εμπορεύματα. Επομένως, το τυπικό βασικό όριο για τα όρια θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα για παράγωγα επί εμπορευμάτων που διακανονίζονται με φυσική παράδοση και τοις μετρητοίς θα πρέπει να υπολογίζεται ως ποσοστό της εκτιμώμενης παραδοτέας ποσότητας. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μπορούν να εφαρμόζουν ένα χρονοδιάγραμμα μείωσης των ορίων θέσεων από το χρονικό σημείο κατά το οποίο μια σύμβαση καθίσταται σύμβαση τρέχοντος μήνα έως τη λήξη της, προκειμένου να διασφαλίζεται με μεγαλύτερη ακρίβεια ότι τα όρια θέσεων έχουν καθοριστεί επαρκώς καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου του τρέχοντος μήνα και να εξασφαλίζεται ο ομαλός διακανονισμός.

(14)

Στην περίπτωση που υπάρχουν σχετικά ελάχιστες συναλλαγές παραγώγων σε σύγκριση με την παραδοτέα ποσότητα, οι ανοικτές θέσεις θα είναι μικρότερες σε σύγκριση με την παραδοτέα ποσότητα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ακόμη και η χρήση του χαμηλότερου ποσοστού της παραδοτέας ποσότητας στη μεθοδολογία ενδέχεται να μην επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να καθορίσουν ένα όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα το οποίο να συνάδει με τον στόχο της διασφάλισης ορθών όρων τιμολόγησης και διακανονισμού καθώς και της αποτροπής της κατάχρησης της αγοράς. Για να διασφαλιστεί ότι αυτοί οι στόχοι επιτυγχάνονται σε όλες τις περιπτώσεις, όταν η παραδοτέα ποσότητα για ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων είναι σημαντικά υψηλότερη από το σύνολο των ανοικτών θέσεων σε τέτοιο βαθμό ώστε το όριο θέσεων επί παραγώγων με βάση την παραδοτέα ποσότητα που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα θα καθιστούσε κενή περιεχομένου την υποχρέωση των αρμόδιων αρχών να εφαρμόζουν όρια θέσεων, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει, ως εφεδρική μεθοδολογία, να καθορίσουν το βασικό μέγεθος για το όριο θέσης στο εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων που λήγει κατά τον τρέχοντα μήνα ως ποσοστό επί των συνολικών ανοικτών θέσεων στο συγκεκριμένο παράγωγο επί εμπορευμάτων και στη συνέχεια να επιληφθούν των σχετικών συντελεστών προσαρμογής.

(15)

Οι καλλιέργειες γεωργικών προϊόντων μπορεί να υπόκεινται σε μεγάλο βαθμό μεταβλητότητας λόγω καιρικών συνθηκών. Ως εκ τούτου, η περίοδος αναφοράς για τον καθορισμό της παραδοτέας ποσότητας σε παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων θα πρέπει να εκτείνεται πέραν της περιόδου αναφοράς που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της παραδοτέας ποσότητας σε άλλα παράγωγα επί εμπορευμάτων.

(16)

Το όριο θέσης επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα εφαρμόζεται σε όλες τις άλλες προθεσμίες λήξης πέραν του τρέχοντος μήνα. Το βασικό όριο για τα όρια θέσεων επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα για παράγωγα επί εμπορευμάτων με φυσική παράδοση και με χρηματικό διακανονισμό θα πρέπει να υπολογίζεται ως ποσοστό επί των συνολικών ανοικτών θέσεων. Η κατανομή των θέσεων σε μια σύμβαση παραγώγων επί εμπορευμάτων κατά τους άλλους μήνες παρουσιάζει συχνά συγκέντρωση κατά τους μήνες που είναι πλησιέστεροι στη λήξη. Επομένως, το σύνολο των ανοικτών θέσεων αποτελεί καταλληλότερο βασικό όριο για τον καθορισμό ορίων θέσεων σε σύγκριση με τη χρήση ενός μέσου όρου στις διάφορες προθεσμίες λήξης. Δεδομένου ότι οι ανοικτές θέσεις μπορεί να αλλάζουν σε σημαντικό βαθμό σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να τις υπολογίζουν για χρονική περίοδο που να αντικατοπτρίζει επαρκώς τα χαρακτηριστικά των συναλλαγών παραγώγων επί εμπορευμάτων. Η εν λόγω περίοδος αναφοράς θα πρέπει κυρίως να λαμβάνει υπόψη την εποχικότητα των συναλλαγών μιας σύμβασης.

(17)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα όρια θέσεων που καθορίζονται από τις αρμόδιες αρχές βασίζονται σε μια ολοκληρωμένη αποτύπωση του συνόλου των ανοικτών θέσεων που κατέχονται σε παράγωγο επί εμπορευμάτων, οι ανοικτές θέσεις που υπολογίζονται από την αρμόδια αρχή θα πρέπει να περιλαμβάνουν τόσο τις θέσεις που είναι σε κυκλοφορία στον τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίο πραγματοποιείται η διαπραγμάτευση του παραγώγου επί εμπορευμάτων όσο και τις υφιστάμενες θέσεις σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που αναφέρονται στην αρμόδια αρχή.

(18)

Έχει καθοριστεί βασικό όριο της τάξης του 25 % της παραδοτέας ποσότητας και των ανοικτών θέσεων με βάση την εμπειρία άλλων αγορών και άλλων δικαιοδοσιών. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να προσαρμόζουν το βασικό όριο ώστε να μπορεί να μειώνεται στο 5 % της παραδοτέας ποσότητας και των ανοικτών θέσεων ή στο 2,5 % στην περίπτωση ορισμένων παραγώγων επί γεωργικών εμπορευμάτων και να αυξάνεται έως το 35 % της παραδοτέας ποσότητας και των ανοικτών θέσεων, εάν αυτό απαιτείται λόγω των χαρακτηριστικών της αγοράς, ώστε να υποστηρίζεται ο ομαλός διακανονισμός και η ομαλή λειτουργία της σύμβασης και της υποκείμενης αγοράς της. Δεδομένου ότι τυχόν αναπροσαρμογή του μεγέθους του βασικού ορίου ισχύει μόνον εφόσον, και για όσο διάστημα, την απαιτούν τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά της αγοράς, θα πρέπει επομένως να είναι δυνατές προσωρινές προσαρμογές στο βασικό όριο. Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι το βασικό όριο προσαρμόζεται προς τα κάτω κάθε φορά που είναι απαραίτητο, ώστε να προλαμβάνονται οι δεσπόζουσες θέσεις και να υποστηρίζονται οι ορθοί όροι τιμολόγησης του παραγώγου επί εμπορευμάτων και του υποκείμενου εμπορεύματος. Στην περίπτωση παραγώγων που δεν διαθέτουν ενσώματο υποκείμενο μέσο, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί η παραδοτέα ποσότητα για τον καθορισμό ορίου θέσης. Επομένως, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να μπορούν να ενισχύουν ή να προσαρμόζουν τις μεθοδολογίες προκειμένου να καθορίζουν όρια θέσεων για τα εν λόγω παράγωγα επί εμπορευμάτων με βάση διαφορετικές παραμέτρους, όπως η χρήση ανοικτών θέσεων και για τον τρέχοντα μήνα.

(19)

Ενδέχεται να υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων που εισάχθηκε προσφάτως προς διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης αποτελούσε προηγουμένως αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε έναν ή περισσότερους τόπους διαπραγμάτευσης στην Ένωση ή σε τρίτες χώρες. Προκειμένου να καταστεί δυνατή η ομαλή μεταβίβαση του παραγώγου επί εμπορευμάτων, οι ανοικτές θέσεις στο παράγωγο επί εμπορευμάτων που αποτελούσε προηγουμένως αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον/στους άλλο/-ους τόπο/-ους διαπραγμάτευσης θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την αρμόδια αρχή κατά τον καθορισμό των αρχικών ορίων θέσεων για το παράγωγο επί εμπορευμάτων που εισάχθηκε προσφάτως προς διαπραγμάτευση. Ενδέχεται να προκύπτουν και άλλες περιπτώσεις, όπως, για παράδειγμα, όταν δύο παράγωγα επί εμπορευμάτων αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ίδιο τόπο διαπραγμάτευσης και, λόγω μιας μικρής διαφοράς στα χαρακτηριστικά τους, όπως μια αλλαγή στον υποκείμενο δείκτη ή στη ζώνη προσφοράς, οι ανοικτές θέσεις στις παλαιότερες συμβάσεις αναμένεται να μεταφερθούν τάχιστα στην πιο πρόσφατη σύμβαση. Κατά τον καθορισμό των ορίων θέσεων για την πιο πρόσφατη σύμβαση, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις ανοικτές θέσεις στην παλαιότερη σύμβαση, ώστε να καταστεί δυνατή η ομαλή εξέλιξη της πιο πρόσφατης σύμβασης.

(20)

Ορισμένα παράγωγα επί εμπορευμάτων, ιδίως αυτά που βασίζονται σε ηλεκτρική ενέργεια και φυσικό αέριο, προβλέπουν τη συνεχή παράδοση του υποκείμενου μέσου κατά τη διάρκεια μιας προσδιορισμένης χρονικής περιόδου όπως ημέρας, μήνα ή έτους. Επίσης, ορισμένες συμβάσεις με μεγαλύτερες περιόδους παράδοσης, όπως έτος ή τρίμηνο, μπορεί να αντικαθίστανται αυτομάτως από συναφείς συμβάσεις με βραχύτερες περιόδους παράδοσης, όπως τρίμηνο ή μήνα (οι λεγόμενες «διαδοχικές συμβάσεις»). Στις εν λόγω περιπτώσεις δεν είναι σωστό να καθοριστεί όριο θέσης επί παραγώγου που λήγει τον τρέχοντα μήνα για τη σύμβαση που θα αντικατασταθεί πριν από την παράδοση, καθώς το εν λόγω όριο δεν θα κάλυπτε τη λήξη και τη φυσική παράδοση ή τον διακανονισμό της σύμβασης με μετρητά. Στο μέτρο που περίοδοι παράδοσης συμβάσεων για το ίδιο υποκείμενο μέσο επικαλύπτονται, θα πρέπει να εφαρμόζεται ενιαίο όριο θέσης για όλες τις συναφείς συμβάσεις, ώστε να λαμβάνονται καταλλήλως υπόψη οι θέσεις σε όλες αυτές τις συμβάσεις που μπορεί δυνητικά να παραδοθούν. Για να διευκολυνθεί η συγκεκριμένη διαδικασία, οι συναφείς συμβάσεις θα πρέπει να υπολογίζονται σε μονάδες του υποκείμενου μέσου, να αθροίζονται και να διακανονίζονται αναλόγως.

(21)

Για ορισμένα παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων, τα οποία επηρεάζουν ουσιαστικά τις τελικές τιμές των τροφίμων, η μεθοδολογία θα πρέπει να επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές να καθορίζουν βασικό όριο και όριο θέσης κατώτερο του ελάχιστου γενικού εύρους τιμών, εφόσον εντοπίζουν αποδεικτικά στοιχεία κερδοσκοπικής δραστηριότητας η οποία επηρεάζει σημαντικά τις τιμές.

(22)

Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να αξιολογούν εάν, λόγω των παραγόντων που απαριθμούνται στο άρθρο 57 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, απαιτείται προσαρμογή του βασικού ορίου για να καθοριστεί το τελικό επίπεδο του ορίου θέσης. Οι εν λόγω παράγοντες θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την αξιολόγηση αναλόγως του συγκεκριμένου παραγώγου επί εμπορευμάτων. Οι μεθοδολογίες θα πρέπει να παρέχουν κατευθύνσεις σχετικά με τον τρόπο καθορισμού του ορίου χωρίς να αφαιρούν τη λήψη της τελικής απόφασης για το κατάλληλο όριο θέσης σε ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων από την αρμόδια αρχή, ώστε να αποτρέπεται η κατάχρηση της αγοράς. Οι παράγοντες θα πρέπει να παρέχουν σημαντικές ενδείξεις στις αρμόδιες αρχές και στην Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών, ώστε να τις διευκολύνουν να διαμορφώνουν γνώμη και να διασφαλίζουν την κατάλληλη ευθυγράμμιση των ορίων θέσεων σε ολόκληρη την Ένωση.

(23)

Τα όρια θέσεων δεν θα πρέπει να προκαλούν φραγμούς στην ανάπτυξη νέων παραγώγων επί γεωργικών εμπορευμάτων και δεν θα πρέπει να εμποδίζουν την επαρκή λειτουργία τμημάτων των αγορών παραγώγων επί γεωργικών εμπορευμάτων τα οποία διαθέτουν μικρότερη ρευστότητα. Η μεθοδολογία θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τον χρόνο που απαιτείται για την ανάπτυξη και την προσέλκυση ρευστότητας σε νέα και υφιστάμενα παράγωγα επί εμπορευμάτων, και ιδίως στην περίπτωση παραγώγων επί γεωργικών εμπορευμάτων τα οποία μπορεί να υποστηρίζουν τη διαχείριση κινδύνων σε εξειδικευμένες ή μη ώριμες αγορές ή που έχουν σκοπό την ανάπτυξη νέων συμφωνιών αντιστάθμισης σε νέα εμπορεύματα. Αντιστοίχως, υπάρχουν συμβάσεις παραγώγων επί γεωργικών εμπορευμάτων οι οποίες μπορεί να μην προσελκύσουν ποτέ αρκετούς συμμετέχοντες ή ρευστότητα ώστε τα όρια θέσεων να μπορέσουν να εφαρμοστούν αποτελεσματικά χωρίς να υπάρχει κίνδυνος συχνής και απροειδοποίητης παράβασης του ορίου και, συνεπώς, διατάραξης της τιμολόγησης και του διακανονισμού των εν λόγω παραγώγων επί εμπορευμάτων. Προκειμένου να αντιμετωπιστούν αυτοί οι κίνδυνοι για την αποδοτική λειτουργία των αγορών, το όριο θέσης για τον τρέχοντα μήνα και για τους άλλους μήνες θα πρέπει να καθοριστεί σε σταθερό επίπεδο 10 000 παρτίδων έως ότου οι ανοικτές θέσεις στο παράγωγο επί εμπορευμάτων υπερβούν οριακή τιμή 20 000 παρτίδων.

(24)

Ο αριθμός η σύνθεση και ο ρόλος των συμμετεχόντων στην αγορά σε ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων μπορεί να επηρεάζουν τον χαρακτήρα και το μέγεθος των θέσεων που κατέχουν στην αγορά ορισμένοι συμμετέχοντες. Για ορισμένα παράγωγα επί εμπορευμάτων ορισμένοι συμμετέχοντες στην αγορά μπορεί να κατέχουν μεγάλη θέση, η οποία αντικατοπτρίζει τον ρόλο τους στην αγοραπωλησία και στην παράδοση του εμπορεύματος, όταν βρίσκονται στην απέναντι πλευρά της αγοράς σε σχέση με την πλειονότητα των άλλων συμμετεχόντων στην αγορά που παρέχουν ρευστότητα ή υπηρεσίες διαχείρισης κινδύνων για την υποκείμενη αγορά εμπορευμάτων.

(25)

Η προσφορά, η χρήση, η διαθεσιμότητα του υποκείμενου εμπορεύματος, καθώς και η πρόσβαση σε αυτό αποτελούν χαρακτηριστικά της υποκείμενης αγοράς εμπορευμάτων. Μέσω της αξιολόγησης αναλυτικότερων συνιστωσών των εν λόγω χαρακτηριστικών, όπως η αλλοιωσιμότητα του εμπορεύματος και η μέθοδος μεταφοράς, η αρμόδια αρχή θα πρέπει να μπορεί να προσδιορίζει την ευελιξία της αγοράς και να προσαρμόζει τα όρια θέσεων καταλλήλως.

(26)

Για ορισμένα παράγωγα επί εμπορευμάτων μπορεί να υπάρχει μεγάλη απόκλιση μεταξύ των ανοικτών θέσεων και της παραδοτέας ποσότητας. Αυτό μπορεί να συμβαίνει στην περίπτωση που υπάρχουν σχετικά ελάχιστες συναλλαγές παραγώγων σε σύγκριση με την παραδοτέα ποσότητα, οπότε οι ανοικτές θέσεις θα είναι μικρότερες σε σύγκριση με την παραδοτέα ποσότητα ή, για παράδειγμα, στην περίπτωση που συγκεκριμένο παράγωγο επί εμπορευμάτων χρησιμοποιείται ευρέως για την αντιστάθμιση πολλών διαφορετικών ανοιγμάτων σε κίνδυνο και, επομένως, η παραδοτέα ποσότητα είναι μικρότερη σε σύγκριση με τις ανοικτές θέσεις. Τέτοιες σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των ανοικτών θέσεων και της παραδοτέας ποσότητας δικαιολογούν αυξήσεις ή μειώσεις του βασικού ορίου που εφαρμόζεται για το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα, ώστε να αποφεύγεται η διατάραξη της αγοράς όταν πλησιάζει ο τρέχων μήνας (μήνας παράδοσης) του παραγώγου. Ειδικότερα, όταν οι ανοικτές θέσεις είναι σημαντικά υψηλότερες από την παραδοτέα ποσότητα, το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα θα πρέπει να μειωθεί για την αποφυγή φαινομένου κατακρήμνισης («cliff-edge effect») του ορίου θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα το οποίο βασίζεται στην παραδοτέα ποσότητα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, λαμβανομένου υπόψη του κινδύνου χειραγώγησης των τιμών με κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης, δεν είναι σωστό να αυξηθεί το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα. Σε περίπτωση που η παραδοτέα ποσότητα είναι σημαντικά υψηλότερη από τις ανοικτές θέσεις, το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα θα πρέπει να αυξηθεί ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος αθέμιτου περιορισμού των συναλλαγών. Δεδομένου ότι η παραδοτέα ποσότητα είναι σημαντικά υψηλότερη από τις ανοικτές θέσεις, το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα με βάση την παραδοτέα ποσότητα που προκύπτει από το βασικό όριο αναμένεται να υπερβεί τις ανοικτές θέσεις που κατέχουν οι συμμετέχοντες στην αγορά κατά τον τρέχοντα μήνα. Αντιθέτως, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα δεν εμποδίζει τους συμμετέχοντες στην αγορά να αποκτήσουν δεσπόζουσα θέση, καθώς και ότι οι στόχοι της αποτροπής της κατάχρησης της αγοράς και της διασφάλισης ορθών όρων τιμολόγησης, όπως προβλέπει το άρθρο 57 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, επιτυγχάνονται αποτελεσματικά, το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα θα πρέπει, όταν βασίζεται στην παραδοτέα ποσότητα, να μειώνεται.

(27)

Για τον ίδιο σκοπό, για να περιορίζεται δηλαδή η διατάραξη των αγορών όταν πλησιάζει ο τρέχων μήνας λόγω μεγάλων αποκλίσεων μεταξύ των υπολογισμών παραδοτέας ποσότητας και ανοικτών θέσεων, η παραδοτέα ποσότητα θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει οποιεσδήποτε ποιότητες ή τύπους εμπορευμάτων που μπορούν να παραδοθούν αναπληρωματικά για τον διακανονισμό μιας σύμβασης παραγώγων επί εμπορευμάτων σύμφωνα με τους όρους της εν λόγω σύμβασης.

(28)

Σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφοι 1, 3 και 12 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να καταρτίσει μεθοδολογία για τον υπολογισμό και την εφαρμογή ορίων θέσεων, προκειμένου να καθιερωθεί εναρμονισμένο καθεστώς ορίων θέσεων για όλα τα παράγωγα επί εμπορευμάτων τα οποία αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης και σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων. Σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 1 απαιτείται μια μεθοδολογία υπολογισμού την οποία πρέπει να εφαρμόζουν οι αρμόδιες αρχές κατά τον προσδιορισμό ορίων θέσης για παράγωγα επί εμπορευμάτων. Το άρθρο 57 παράγραφος 1 προβλέπει επίσης τον καθορισμό διαδικασιών για την υποβολή αίτησης για εξαίρεση λόγω παροχής ρευστότητας και για εξαίρεση λόγω μείωσης κινδύνου από τις χρηματοοικονομικές οντότητες που ανήκουν σε κατεξοχήν εμπορικό όμιλο. Το άρθρο 57 παράγραφος 3 προβλέπει τον καθορισμό του τρόπου με τον οποίο οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ορισμένους παράγοντες για τον προσδιορισμό των ορίων θέσης επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα και των ορίων θέσης επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα για παράγωγα επί εμπορευμάτων με φυσική παράδοση και με χρηματικό διακανονισμό. Το άρθρο 57 παράγραφος 12 προβλέπει τον προσδιορισμό του τρόπου εφαρμογής της μεθοδολογίας για τα όρια θέσης, παραδείγματος χάριν, κατά την άθροιση θέσεων σε επίπεδο ομίλου, όταν μια θέση θεωρείται ότι μειώνει τον κίνδυνο ή όταν μια εταιρεία μπορεί να κάνει χρήση εξαίρεσης αντιστάθμισης. Οι κανόνες είναι ουσιαστικά αλληλένδετοι ως προς το περιεχόμενό τους, καθώς συνδέονται στενά με τη μεθοδολογία για τον καθορισμό ορίων θέσεων. Για λόγους απλότητας και διαφάνειας, αλλά και για να διευκολυνθεί η εφαρμογή των κανόνων και να αποφευχθούν οι επαναλήψεις, αυτοί θα πρέπει να θεσπιστούν σε μία και μόνο πράξη και όχι σε πολλές χωριστές πράξεις με διασταυρούμενες παραπομπές.

(29)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υπέβαλε η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών στην Επιτροπή.

(30)

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών διενήργησε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία βασίζεται ο παρών κανονισμός, προέβη σε ανάλυση του δυνητικού σχετικού κόστους και του οφέλους και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών που συστάθηκε σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(31)

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/591 (4) συμπληρώνει την οδηγία 2014/65/ΕΕ όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την εφαρμογή ορίων θέσεων σε παράγωγα επί εμπορευμάτων. Ο παρών κανονισμός αντικαθιστά τον εν λόγω κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό, λαμβάνοντας υπόψη τις τροποποιήσεις στην οδηγία 2014/65/ΕΕ που επιφέρει η οδηγία (ΕΕ) 2021/338, η οποία ορίζει νέες διατάξεις σχετικά με τις εξαιρέσεις αντιστάθμισης για την παροχή ρευστότητας και για χρηματοοικονομικές οντότητες που ανήκουν σε κατεξοχήν μη χρηματοοικονομικό όμιλο, εξουσιοδοτώντας την Επιτροπή να θεσπίσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που θα καθορίζει τα κριτήρια για την εξαίρεση των χρηματοοικονομικών οντοτήτων από την υποχρέωση παροχής ρευστότητας, καθώς και για την εξαίρεσή τους λόγω μείωσης κινδύνου. Επιπλέον, η έννοια των «ίδιων παραγώγων επί εμπορευμάτων» απαλείφεται και τα παράγωγα επί τίτλων δεν εμπίπτουν πλέον στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού. Τέλος, αποσαφηνίζεται ο υπολογισμός των ανοικτών θέσεων και απλοποιείται η μεθοδολογία για τις συμβάσεις των νέων παραγώγων επί γεωργικών εμπορευμάτων με μικρότερη ρευστότητα. Συνεπώς, ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/591 θα πρέπει να καταργηθεί και να αντικατασταθεί από τον παρόντα κανονισμό,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός ορίζει κανόνες για τον υπολογισμό της καθαρής θέσης που κατέχει ένα πρόσωπο σε παράγωγο επί εμπορευμάτων, τη μεθοδολογία υπολογισμού των ορίων θέσεων στο μέγεθος της εν λόγω θέσης και τις διαδικασίες για την υποβολή αίτησης εξαίρεσης από τα όρια θέσεων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«χρηματοοικονομική οντότητα»: οποιοδήποτε από τα ακόλουθα:

α)

επιχείρηση επενδύσεων που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ·

β)

πιστωτικό ίδρυμα που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5)·

γ)

ασφαλιστική επιχείρηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 13 σημείο 1) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6)·

δ)

αντασφαλιστική επιχείρηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 13 σημείο 4) της οδηγίας 2009/138/ΕΚ·

ε)

οργανισμός συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) και, κατά περίπτωση, η εταιρεία διαχείρισής του, που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με την οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7)·

στ)

ίδρυμα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών κατά την έννοια του άρθρου 6 σημείο 1) της οδηγίας (EE) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8)·

ζ)

οργανισμός εναλλακτικών επενδύσεων υπό τη διαχείριση διαχειριστών οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων (ΔΟΕΕ) που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει καταχωριστεί σύμφωνα με την οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9)·

η)

κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10)·

θ)

κεντρικό αποθετήριο τίτλων που έχει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11)·

2)

«μη χρηματοοικονομική οντότητα»: νομικό ή φυσικό πρόσωπο που δεν είναι χρηματοοικονομική οντότητα·

3)

«σύμβαση τρέχοντος μήνα»: η σύμβαση παραγώγων επί εμπορευμάτων σε σχέση με συγκεκριμένο υποκείμενο εμπόρευμα η οποία είναι η επόμενη σύμβαση που θα λήξει σύμφωνα με τους κανόνες του τόπου διαπραγμάτευσης·

4)

«σύμβαση άλλων μηνών»: οποιαδήποτε σύμβαση παραγώγων επί εμπορευμάτων η οποία δεν είναι σύμβαση τρέχοντος μήνα·

5)

«παρτίδα»: η μονάδα διαπραγμάτευσης που χρησιμοποιείται από τον τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίο πραγματοποιείται η διαπραγμάτευση του παραγώγου επί εμπορευμάτων και αντιπροσωπεύει τυποποιημένη ποσότητα του υποκείμενου εμπορεύματος.

Μια οντότητα τρίτης χώρας θεωρείται χρηματοοικονομική οντότητα εφόσον θα απαιτείτο η άδεια λειτουργίας της δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής πράξης της Ένωσης που αναφέρεται στο σημείο 1) του πρώτου εδαφίου, εάν η εν λόγω οντότητα είχε την έδρα της στην Ένωση και υπόκειτο στο δίκαιο της Ένωσης.

Μια οντότητα τρίτης χώρας θεωρείται μη χρηματοοικονομική οντότητα εφόσον δεν θα απαιτείτο η άδεια λειτουργίας της δυνάμει οποιασδήποτε νομοθετικής πράξης της Ένωσης που αναφέρεται στο σημείο 1) του πρώτου εδαφίου, εάν είχε την έδρα της στην Ένωση και υπόκειτο στο δίκαιο της Ένωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΜΕΘΟΔΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΗΣ ΘΕΣΗΣ ΕΝΟΣ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

Άρθρο 3

Άθροιση και συμψηφισμός θέσεων σε παράγωγο επί εμπορευμάτων

1.   Η καθαρή θέση ενός προσώπου σε παράγωγο επί εμπορευμάτων είναι το άθροισμα των εξής:

α)

των θέσεων που κατέχει στο εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων το οποίο αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης και σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, σύμφωνα με το άρθρο 6·

β)

στην περίπτωση που το παράγωγο επί εμπορευμάτων είναι παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικές ποσότητες σύμφωνα με το άρθρο 5, της θέσης που κατέχει σε παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων που βασίζονται στο ίδιο υποκείμενο μέσο και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά, αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικές ποσότητες σε άλλους τόπους διαπραγμάτευσης και υπόκεινται στα όρια θέσεων που καθορίζει η κεντρική αρμόδια αρχή·

γ)

στην περίπτωση που το παράγωγο επί εμπορευμάτων είναι σημαντική ή κρίσιμης σημασίας σύμβαση, των θέσεων που κατέχει σε σημαντικές ή κρίσιμης σημασίας συμβάσεις που βασίζονται στο ίδιο υποκείμενο μέσο και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά, αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε άλλους τόπους διαπραγμάτευσης και υπόκεινται στα όρια θέσεων που καθορίζει η κεντρική αρμόδια αρχή·

2.   Οι θέσεις που κατέχονται σε παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) περιλαμβάνουν τις θέσεις που κατέχονται στις συνιστώσες στις οποίες αναλύεται μια σύμβαση ανοίγματος τιμών και σε άλλα στενά συνδεδεμένα παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον ίδιο τόπο διαπραγμάτευσης τα οποία αποτελούν κλάσμα της αξίας αντίστοιχου τυπικού συμβολαίου μελλοντικής εκπλήρωσης ή των οποίων η περίοδος τιμολόγησης ορίζεται ως η περίοδος από την επιλεγμένη ημερομηνία έναρξης έως το τέλος του μήνα της σύμβασης του τυπικού παραγώγου επί εμπορευμάτων.

3.   Στην περίπτωση που ένα πρόσωπο κατέχει θετικές και αρνητικές θέσεις σε οποιοδήποτε από τα παράγωγα επί εμπορευμάτων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, το πρόσωπο συμψηφίζει τις εν λόγω θέσεις για να καθοριστεί η καθαρή θέση του για το εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

4.   Οι θέσεις που κατέχει μια μη χρηματοοικονομική οντότητα σε παράγωγα επί εμπορευμάτων τα οποία, με βάση αντικειμενικές μετρήσεις, μειώνουν τους κινδύνους σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 1 και 3, όπως έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 5 βάσει του άρθρου 8 παράγραφοι 1 και 2, δεν αθροίζονται για σκοπούς σύγκρισης της καθαρής θέσης της εν λόγω μη χρηματοοικονομικής οντότητας με τα όρια για το εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

5.   Οι θέσεις που κατέχει μια χρηματοοικονομική οντότητα σε παράγωγα επί εμπορευμάτων τα οποία, με βάση αντικειμενικές μετρήσεις, μειώνουν τους κινδύνους σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφοι 2 και 4, όπως έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 5 βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 3, δεν αθροίζονται για σκοπούς σύγκρισης της καθαρής θέσης της εν λόγω χρηματοοικονομικής οντότητας με τα όρια για το εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

6.   Οι θέσεις που κατέχει ένα πρόσωπο σε παράγωγα επί εμπορευμάτων που προκύπτουν από συναλλαγές οι οποίες πραγματοποιούνται σε τόπους διαπραγμάτευσης με σκοπό την εκπλήρωση υποχρέωσης για την παροχή ρευστότητας σύμφωνα με το άρθρο 10, όπως έχει εγκριθεί από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 9, δεν αθροίζονται για σκοπούς σύγκρισης της καθαρής θέσης του εν λόγω προσώπου με τα όρια για το εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

7.   Ένα πρόσωπο προσδιορίζει χωριστά την καθαρή θέση που κατέχει σε ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων για τις συμβάσεις τρέχοντος μήνα και χωριστά για τις συμβάσεις άλλου μήνα.

Άρθρο 4

Μέθοδος υπολογισμού των θέσεων για νομικές οντότητες εντός ομίλου

1.   Μια μητρική εταιρεία προσδιορίζει την καθαρή θέση της αθροίζοντας τις κατωτέρω θέσεις σύμφωνα με το άρθρο 3:

α)

τη δική της καθαρή θέση·

β)

τις καθαρές θέσεις καθεμιάς εκ των θυγατρικών της.

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, η μητρική εταιρεία ενός οργανισμού συλλογικών επενδύσεων ή, στην περίπτωση που ο οργανισμός συλλογικών επενδύσεων έχει διορίσει εταιρεία διαχείρισης, η μητρική εταιρεία της εν λόγω εταιρείας διαχείρισης δεν αθροίζει τις θέσεις σε παράγωγα επί εμπορευμάτων οποιουδήποτε οργανισμού συλλογικών επενδύσεων στην περίπτωση που δεν επηρεάζει κατ’ οποιονδήποτε τρόπο τις επενδυτικές αποφάσεις σχετικά με το άνοιγμα, τη διατήρηση ή το κλείσιμο των εν λόγω θέσεων.

Άρθρο 5

Σημαντικές ποσότητες

1.   Ένα παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων θεωρείται ότι αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε σημαντικές ποσότητες σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης στην περίπτωση που η διαπραγμάτευση του παραγώγου επί γεωργικών εμπορευμάτων στον εν λόγω τόπο διαπραγμάτευσης κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τριών διαδοχικών μηνών υπερβαίνει μέση ποσότητα ημερήσιων ανοικτών θέσεων της τάξης των 20 000 παρτίδων κατά τον τρέχοντα μήνα και άλλους μήνες συνδυαστικά.

2.   Ο τόπος διαπραγμάτευσης στον οποίο πραγματοποιείται η μεγαλύτερη ποσότητα συναλλαγών σε παράγωγα επί εμπορευμάτων που βασίζονται στο ίδιο υποκείμενο μέσο και παρουσιάζουν τα ίδια χαρακτηριστικά είναι ο τόπος διαπραγμάτευσης στον οποίο σημειώνεται, κατά τη διάρκεια ενός έτους, ο μεγαλύτερος μέσος όρος ημερήσιων ανοικτών θέσεων.

Άρθρο 6

Συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων οικονομικά ισοδύναμες με παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης

Ένα εξωχρηματιστηριακό παράγωγο θεωρείται οικονομικά ισοδύναμο με παράγωγο επί εμπορευμάτων που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης στην περίπτωση που διαθέτει πανομοιότυπες συμβατικές προδιαγραφές, όρους και προϋποθέσεις, με την εξαίρεση διαφορετικών προδιαγραφών μεγέθους παρτίδας, ημερομηνιών παράδοσης που αποκλίνουν περισσότερο από μία ημερολογιακή ημέρα και διαφορετικών ρυθμίσεων μετασυναλλακτικής διαχείρισης κινδύνων.

Άρθρο 7

Θέσεις που μειώνουν τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με εμπορικές δραστηριότητες

1.   Μια θέση την οποία κατέχει μη χρηματοοικονομική οντότητα σε παράγωγο επί εμπορευμάτων το οποίο αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης ή σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, σύμφωνα με το άρθρο 6, μειώνει τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με τις εμπορικές δραστηριότητες της εν λόγω μη χρηματοοικονομικής οντότητας σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στην περίπτωση που είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα παράγωγα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου («θέση σε χαρτοφυλάκιο παραγώγων επί εμπορευμάτων») πληροί ένα από τα κατωτέρω κριτήρια:

α)

μειώνει τους κινδύνους που προκύπτουν από τη δυνητική αλλαγή της αξίας περιουσιακών στοιχείων, υπηρεσιών, εισροών, προϊόντων, εμπορευμάτων ή υποχρεώσεων που η μη χρηματοοικονομική οντότητα ή ο όμιλός της κατέχει, παράγει, κατασκευάζει, επεξεργάζεται, παρέχει, αγοράζει, εμπορεύεται, εκμισθώνει, πωλεί ή βαρύνεται με αυτά ή προβλέπει εύλογα ότι κατέχει, παράγει, κατασκευάζει, επεξεργάζεται, παρέχει, αγοράζει, εμπορεύεται, εκμισθώνει, πωλεί ή βαρύνεται με αυτά κατά την κανονική πορεία της δραστηριότητάς του·

β)

χαρακτηρίζεται ως σύμβαση αντιστάθμισης, σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) που εγκρίθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12).

2.   Μια θέση την οποία κατέχει χρηματοοικονομική οντότητα σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων, σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων το οποίο αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης ή σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, σύμφωνα με το άρθρο 6, μειώνει τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με τις εμπορικές δραστηριότητες των μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων ενός κατεξοχήν εμπορικού ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στην περίπτωση που είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα παράγωγα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου («θέση σε χαρτοφυλάκιο παραγώγων επί εμπορευμάτων») η εν λόγω θέση πληροί ένα από τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) ή β) του παρόντος άρθρου.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, μια θέση που μειώνει τον κίνδυνο, είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα παράγωγα, είναι η θέση για την οποία η μη χρηματοοικονομική οντότητα ή το πρόσωπο που κατέχει τη θέση εκ μέρους της εν λόγω οντότητας:

α)

περιλαμβάνει τα ακόλουθα στις εσωτερικές πολιτικές της:

i)

τους τύπους των παραγώγων επί εμπορευμάτων που περιλαμβάνονται στα χαρτοφυλάκια τα οποία χρησιμοποιούνται για τη μείωση των κινδύνων που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα και τα κριτήρια επιλεξιμότητάς τους·

ii)

τη σύνδεση μεταξύ του χαρτοφυλακίου και των κινδύνων που μειώνει το χαρτοφυλάκιο·

iii)

τα μέτρα που έχουν ληφθεί για να διασφαλιστεί ότι οι θέσεις που αφορούν τα εν λόγω παράγωγα επί εμπορευμάτων δεν εξυπηρετούν άλλον σκοπό πέραν της κάλυψης των κινδύνων που συνδέονται άμεσα με τις εμπορικές δραστηριότητες της μη χρηματοοικονομικής οντότητας, και ότι οποιαδήποτε θέση που εξυπηρετεί διαφορετικό σκοπό μπορεί να διακριθεί με σαφήνεια·

β)

μπορεί να παρέχει επαρκώς αναλυτική εικόνα των χαρτοφυλακίων όσον αφορά την κατηγορία παραγώγων επί εμπορευμάτων, το υποκείμενο εμπόρευμα, τον χρονικό ορίζοντα και οποιουσδήποτε άλλους συναφείς παράγοντες.

4.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, μια θέση που μειώνει τον κίνδυνο, είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα παράγωγα, είναι η θέση για την οποία η χρηματοοικονομική οντότητα συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 3 στοιχεία α) και β).

Άρθρο 8

Αίτηση εξαίρεσης από τα όρια θέσεων για θέσεις που μειώνουν τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με εμπορικές δραστηριότητες

1.   Μια μη χρηματοοικονομική οντότητα που κατέχει κατάλληλη θέση σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων υποβάλλει αίτηση για την εξαίρεση που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στην αρμόδια αρχή η οποία καθορίζει το όριο θέσης για το εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

2.   Το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 πρόσωπο υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τις κατωτέρω πληροφορίες οι οποίες αποδεικνύουν πώς η θέση μειώνει τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα της μη χρηματοοικονομικής οντότητας:

α)

περιγραφή του χαρακτήρα και της αξίας των εμπορικών δραστηριοτήτων της μη χρηματοοικονομικής οντότητας στο εμπόρευμα το οποίο αφορά το παράγωγο επί εμπορευμάτων για το οποίο ζητείται εξαίρεση·

β)

περιγραφή του χαρακτήρα και της αξίας των δραστηριοτήτων της μη χρηματοοικονομικής οντότητας στη διαπραγμάτευση και στις θέσεις που κατέχει στα συναφή παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης και στις οικονομικά ισοδύναμες με αυτά συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

γ)

περιγραφή του χαρακτήρα και του μεγέθους των ανοιγμάτων και των κινδύνων στο εμπόρευμα τους οποίους αναλαμβάνει ή αναμένεται να αναλάβει η μη χρηματοοικονομική οντότητα ως αποτέλεσμα των εμπορικών δραστηριοτήτων της και οι οποίοι μειώνονται ή θα μειώνονταν με τη χρήση παραγώγων επί εμπορευμάτων·

δ)

επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο η χρήση παραγώγων επί εμπορευμάτων από τη μη χρηματοοικονομική οντότητα μειώνει το άνοιγμα και τους κινδύνους της στις εμπορικές δραστηριότητές της.

3.   Μια χρηματοοικονομική οντότητα που κατέχει κατάλληλη θέση σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων υποβάλλει αίτηση για την εξαίρεση που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο β) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στην αρμόδια αρχή η οποία καθορίζει το όριο θέσης για το εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

4.   Το αναφερόμενο στην παράγραφο 3 πρόσωπο υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τα εξής:

α)

κατάλληλες πληροφορίες οι οποίες αποδεικνύουν ότι η μητρική εταιρεία ανέθεσε στη χρηματοοικονομική οντότητα τη διαπραγμάτευση των παραγώγων επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης και των οικονομικά ισοδύναμων με αυτά συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων προκειμένου να μειωθεί το άνοιγμα και οι κίνδυνοι έναντι των εμπορικών δραστηριοτήτων των μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων του κατεξοχήν εμπορικού ομίλου·

β)

τις κατωτέρω πληροφορίες, οι οποίες αποδεικνύουν πώς η θέση μειώνει τους κινδύνους που συνδέονται άμεσα με την εμπορική δραστηριότητα των μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων του ίδιου κατεξοχήν εμπορικού ομίλου:

i)

περιγραφή του χαρακτήρα και της αξίας των εμπορικών δραστηριοτήτων των μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων στο εμπόρευμα το οποίο αφορά το παράγωγο επί εμπορευμάτων για το οποίο ζητείται εξαίρεση·

ii)

περιγραφή του χαρακτήρα και του μεγέθους των ανοιγμάτων και των κινδύνων στο εμπόρευμα τους οποίους αναλαμβάνουν ή αναμένεται να αναλάβουν οι μη χρηματοοικονομικές οντότητες ως αποτέλεσμα των εμπορικών δραστηριοτήτων τους και οι οποίοι μειώνονται ή θα μειώνονταν με τη χρήση παραγώγων επί εμπορευμάτων·

iii)

περιγραφή του χαρακτήρα και της αξίας των δραστηριοτήτων της χρηματοοικονομικής οντότητας στη διαπραγμάτευση και στις θέσεις που κατέχει στα συναφή παράγωγα επί εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπους διαπραγμάτευσης και στις οικονομικά ισοδύναμες με αυτά συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων·

iv)

επεξήγηση του τρόπου με τον οποίο η χρήση παραγώγων επί εμπορευμάτων από τη χρηματοοικονομική οντότητα μειώνει άμεσα το άνοιγμα και τους κινδύνους έναντι των εμπορικών δραστηριοτήτων των μη χρηματοοικονομικών οντοτήτων.

5.   Η αρμόδια αρχή εγκρίνει ή απορρίπτει την αίτηση εντός 21 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της αίτησης και ενημερώνει την αιτούσα για την έγκριση ή την απόρριψη της εξαίρεσης.

6.   Η μη χρηματοοικονομική οντότητα ενημερώνει την αρμόδια αρχή εάν υπάρξει σημαντική αλλαγή στον χαρακτήρα ή στην αξία των εμπορικών δραστηριοτήτων της μη χρηματοοικονομικής οντότητας ή στις δραστηριότητες συναλλαγών σε παράγωγα επί εμπορευμάτων και η αλλαγή αφορά τις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β), και υποβάλλει νέα αίτηση εξαίρεσης, εάν επιθυμεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί την εξαίρεση.

7.   Η χρηματοοικονομική οντότητα ενημερώνει την αρμόδια αρχή εάν υπάρξει αλλαγή στις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 4 στοιχείο α), ή εάν υπάρξει σημαντική αλλαγή στον χαρακτήρα ή στην αξία των εμπορικών δραστηριοτήτων της μη χρηματοοικονομικής οντότητας ή στις δραστηριότητες συναλλαγών της χρηματοοικονομικής οντότητας σε παράγωγα επί εμπορευμάτων και η αλλαγή αφορά τις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 4 στοιχείο β) σημείο iii), και υποβάλλει νέα αίτηση εξαίρεσης, εάν επιθυμεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί την εξαίρεση.

Άρθρο 9

Αίτηση εξαίρεσης από τα όρια θέσεων λόγω υποχρεωτικής παροχής ρευστότητας

1.   Ένα πρόσωπο που κατέχει κατάλληλη θέση σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων υποβάλλει αίτηση για την εξαίρεση που αναφέρεται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο στοιχείο γ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στην αρμόδια αρχή η οποία καθορίζει το όριο θέσης για το εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

2.   Το αναφερόμενο στην παράγραφο 1 πρόσωπο υποβάλλει στην αρμόδια αρχή τις κατωτέρω πληροφορίες, οι οποίες αποδεικνύουν πώς οι θέσεις προκύπτουν από συναλλαγές που εκτελούνται με σκοπό την εκπλήρωση υποχρέωσης για την παροχή ρευστότητας στο εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων σε τόπο διαπραγμάτευσης, όπως αναφέρεται στο άρθρο 2 παράγραφος 4 τέταρτο εδάφιο στοιχείο γ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ:

α)

τον κατάλογο των παραγώγων επί εμπορευμάτων στα οποία το εν λόγω πρόσωπο παρέχει ρευστότητα σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης σύμφωνα με τα στοιχεία β) και γ) της παρούσας παραγράφου·

β)

τις διατάξεις σύμφωνα με τις οποίες μια ρυθμιστική αρχή επιβάλλει στο εν λόγω πρόσωπο να παρέχει ρευστότητα σε παράγωγο επί εμπορευμάτων σε τόπο διαπραγμάτευσης, ή τη γραπτή συμφωνία που έχει υπογραφεί με τον τόπο διαπραγμάτευσης και καθορίζει τις υποχρεώσεις παροχής ρευστότητας που οφείλει να εκπληρώνει το πρόσωπο στον τόπο διαπραγμάτευσης ανά παράγωγο επί εμπορευμάτων·

γ)

περιγραφή του χαρακτήρα και της αξίας των δραστηριοτήτων υποχρεωτικής παροχής ρευστότητας του προσώπου στο συναφές παράγωγο επί εμπορευμάτων και των αναμενόμενων θέσεων που προκύπτουν από αυτό·

δ)

οποιοδήποτε όριο θέσης που μπορεί να έχει οριστεί στην εσωτερική πολιτική του ανά παράγωγο επί εμπορεύματος για τέτοιου είδους υποχρεωτική παροχή ρευστότητας.

3.   Η αρμόδια αρχή εγκρίνει ή απορρίπτει την αίτηση εντός 21 ημερολογιακών ημερών από την παραλαβή της αίτησης και ενημερώνει το πρόσωπο για την έγκριση ή την απόρριψη της εξαίρεσης.

4.   Το πρόσωπο ενημερώνει την αρμόδια αρχή εάν υπάρξει σημαντική αλλαγή στον χαρακτήρα ή στην αξία των εμπορικών δραστηριοτήτων του σε παράγωγα επί εμπορευμάτων και η αλλαγή αφορά τις πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 2, και υποβάλλει νέα αίτηση εξαίρεσης, εάν επιθυμεί να συνεχίσει να χρησιμοποιεί την εξαίρεση.

Άρθρο 10

Θέσεις που προκύπτουν από υποχρεωτική παροχή ρευστότητας

1.   Για τον σκοπό του άρθρου 9 παράγραφος 1, μια θέση την οποία κατέχει πρόσωπο σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων που αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης προκύπτει από συναλλαγές που πραγματοποιούνται με σκοπό την εκπλήρωση υποχρεώσεων υποχρεωτικής παροχής ρευστότητας εφόσον η εν λόγω θέση προκύπτει άμεσα από συναλλαγές σε παράγωγα επί εμπορευμάτων που πραγματοποιούνται για την τήρηση υποχρεώσεων που επιβάλλονται από ρυθμιστικές αρχές σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο ή εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις ή τη γραπτή συμφωνία που έχει συναφθεί με τον τόπο διαπραγμάτευσης και προσδιορίζεται ως τέτοια από τον τόπο διαπραγμάτευσης.

2.   Για τους σκοπούς του άρθρου 9 παράγραφος 1, μια θέση που προκύπτει από υποχρεωτική παροχή ρευστότητας είναι η θέση για την οποία το πρόσωπο που την κατέχει περιλαμβάνει τα ακόλουθα στις εσωτερικές πολιτικές του:

α)

τους τύπους των παραγώγων επί εμπορευμάτων που περιλαμβάνονται στα χαρτοφυλάκια στα οποία παρέχεται υποχρεωτικά ρευστότητα·

β)

τη σύνδεση μεταξύ της θέσης που κατέχεται σε ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων και των συναλλαγών που πραγματοποιούνται με σκοπό την εκπλήρωση υποχρεωτικής παροχής ρευστότητας στο εν λόγω παράγωγο σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου·

γ)

τα μέτρα που λαμβάνονται για να διασφαλιστεί ότι μπορεί να προσδιοριστεί με σαφήνεια οποιαδήποτε θέση που δεν προκύπτει από συναλλαγές οι οποίες πραγματοποιούνται με σκοπό την εκπλήρωση υποχρεωτικής παροχής ρευστότητας ή που εξυπηρετεί διαφορετικό σκοπό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Προσδιορισμός των βασικών μεγεθών

Άρθρο 11

Μεθοδολογία καθορισμού του βασικού μεγέθους για όρια θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα

1.   Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν βασικό μέγεθος για το όριο θέσης σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων που λήγει κατά τον τρέχοντα μήνα υπολογίζοντας το 25 % της παραδοτέας ποσότητας για το εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων. Στην περίπτωση που η παραδοτέα ποσότητα είναι σημαντικά υψηλότερη από το σύνολο των ανοικτών θέσεων, οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν το βασικό μέγεθος για το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα υπολογίζοντας το 25 % των ανοικτών θέσεων στο εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

Το εν λόγω βασικό μέγεθος καθορίζεται σε παρτίδες.

2.   Στην περίπτωση που η αρμόδια αρχή καθορίζει διαφορετικά όρια θέσεων για διαφορετικά χρονικά σημεία εντός της περιόδου του τρέχοντος μήνα, τα εν λόγω όρια θέσεων μειώνονται σταδιακά προς τη λήξη του παραγώγου επί εμπορευμάτων και λαμβάνουν υπόψη τις ρυθμίσεις διαχείρισης θέσεων του τόπου διαπραγμάτευσης.

3.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, οι αρμόδιες αρχές προσδιορίζουν το βασικό μέγεθος για το όριο θέσης σε παράγωγο επί εμπορευμάτων που λήγει κατά τον τρέχοντα μήνα για κάθε σύμβαση παραγώγου επί εμπορευμάτων με υποκείμενο μέσο που μπορεί να χαρακτηριστεί ως τρόφιμο που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση, με σύνολο συνδυασμένων ανοικτών θέσεων σε συμβάσεις τρέχοντος μήνα και άλλου μήνα το οποίο υπερβαίνει τις 50 000 παρτίδες κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τριών διαδοχικών μηνών, υπολογίζοντας το 20 % της παραδοτέας ποσότητας στο συγκεκριμένο παράγωγο εμπορεύματος. Σε περίπτωση που η παραδοτέα ποσότητα είναι σημαντικά υψηλότερη από το σύνολο των ανοικτών θέσεων, οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν το βασικό μέγεθος για το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα για το συγκεκριμένο παράγωγο επί εμπορευμάτων υπολογίζοντας το 20 % των ανοικτών θέσεων στο εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

Άρθρο 12

Παραδοτέα ποσότητα

1.   Οι αρμόδιες αρχές υπολογίζουν την παραδοτέα ποσότητα για ένα παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή ένα κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων προσδιορίζοντας την ποσότητα του υποκείμενου εμπορεύματος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκπλήρωση των απαιτήσεων παράδοσης του παραγώγου επί εμπορευμάτων.

2.   Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν την παραδοτέα ποσότητα για ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 με βάση τη μέση μηνιαία ποσότητα του υποκείμενου εμπορεύματος που ήταν διαθέσιμη για παράδοση σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία τα οποία καλύπτουν:

α)

περίοδο ενός έτους αμέσως πριν από τον εν λόγω καθορισμό για κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων·

β)

περίοδο ενός έως πέντε ετών αμέσως πριν από τον εν λόγω καθορισμό για παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων.

3.   Για να προσδιοριστεί η ποσότητα του υποκείμενου εμπορεύματος που πληροί τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1, οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη τα κατωτέρω κριτήρια:

α)

τις συμφωνίες αποθήκευσης για το υποκείμενο εμπόρευμα·

β)

τους παράγοντες που μπορεί να επηρεάζουν την προμήθεια του υποκείμενου εμπορεύματος.

Άρθρο 13

Μεθοδολογία καθορισμού του βασικού μεγέθους για όρια θέσεων επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα

1.   Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν βασικό μέγεθος για το όριο θέσης σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων που λήγει άλλον μήνα υπολογίζοντας το 25 % των ανοικτών θέσεων στο εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων.

2.   Το εν λόγω βασικό μέγεθος καθορίζεται σε παρτίδες.

Άρθρο 14

Ανοικτές θέσεις

1.   Οι αρμόδιες αρχές υπολογίζουν τις καθαρές ανοικτές θέσεις σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή σε κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων αθροίζοντας τον αριθμό των παρτίδων του εν λόγω παραγώγου επί εμπορευμάτων που είναι σε κυκλοφορία σε τόπους διαπραγμάτευσης και τις αναφερόμενες θέσεις σε οικονομικά ισοδύναμες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων κατά τη διάρκεια αντιπροσωπευτικής χρονικής περιόδου. Οι αρμόδιες αρχές υπολογίζουν τις καθαρές ανοικτές θέσεις στο εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων με βάση τα στοιχεία αναφοράς θέσης.

2.   Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 1, στην περίπτωση που η διαπραγμάτευση σε παράγωγο επί εμπορευμάτων μεταφέρεται από έναν τόπο διαπραγμάτευσης της Ένωσης σε άλλον ή από τόπο διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας σε τόπο διαπραγμάτευσης της Ένωσης, μετά από συγχώνευση, μεταβίβαση επιχειρηματικής δραστηριότητας ή άλλο εταιρικό γεγονός ή από ένα ή περισσότερα υφιστάμενα παράγωγα επί εμπορευμάτων σε παράγωγο επί εμπορευμάτων που εισάχθηκε προσφάτως προς διαπραγμάτευση στον ίδιο τόπο διαπραγμάτευσης ή σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, η αρμόδια αρχή υπολογίζει τις ανοικτές θέσεις στο εν λόγω παράγωγο επί εμπορευμάτων λαμβάνοντας υπόψη τις ανοικτές θέσεις στον προηγούμενο τόπο διαπραγμάτευσης ή στα προηγούμενα παράγωγα επί εμπορευμάτων. Μετά από περίοδο 6 μηνών, η αρμόδια αρχή υπολογίζει τις ανοικτές θέσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Άρθρο 15

Μεθοδολογία καθορισμού του βασικού μεγέθους όσον αφορά ορισμένα παράγωγα επί εμπορευμάτων

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 11, οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν το βασικό μέγεθος για όρια θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα για κρίσιμης σημασίας ή σημαντικά παράγωγα επί εμπορευμάτων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα με χρηματικό διακανονισμό και τα οποία περιλαμβάνονται στο τμήμα Γ σημείο 10 του παραρτήματος I της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και τα οποία δεν προβλέπουν μετρήσιμη παραδοτέα ποσότητα των υποκείμενων εμπορευμάτων τους υπολογίζοντας το 25 % των ανοικτών θέσεων στα εν λόγω παράγωγα επί εμπορευμάτων.

2.   Κατά παρέκκλιση των άρθρων 11 και 13, στην περίπτωση που ένα παράγωγο επί εμπορευμάτων προβλέπει τη συνεχή παράδοση του υποκείμενου μέσου κατά τη διάρκεια μιας καθορισμένης χρονικής περιόδου, τα βασικά μεγέθη που υπολογίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 11 και 13 εφαρμόζονται σε συναφή παράγωγα επί εμπορευμάτων για το ίδιο υποκείμενο μέσο, στο μέτρο που οι περίοδοι παράδοσής τους επικαλύπτονται. Το βασικό μέγεθος καθορίζεται σε μονάδες του υποκείμενου μέσου.

ΤΜΗΜΑ 2

Συναφείς παράγοντες για τον υπολογισμό ορίων θέσεων

Άρθρο 16

Αξιολόγηση παραγόντων

Οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν τα όρια θέσεων σε παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων ή κρίσιμης σημασίας ή σημαντικό παράγωγο επί εμπορευμάτων που λήγει κατά τον τρέχοντα μήνα και άλλον μήνα προσαρμόζοντας το βασικό μέγεθος που καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 11, 13 και 15 με βάση τον δυνητικό αντίκτυπο των παραγόντων που αναφέρονται στα άρθρα 18 έως 21 στην ακεραιότητα της αγοράς του εν λόγω παραγώγου και του υποκείμενου εμπορεύματός του σε ένα από τα ακόλουθα όρια:

α)

μεταξύ 5 % και 35 %·

β)

μεταξύ 2,5 % και 35 % για οποιαδήποτε σύμβαση παραγώγων με υποκείμενο μέσο το οποίο είναι τρόφιμο που προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση με σύνολο συνδυασμένων ανοικτών θέσεων σε συμβάσεις τρέχοντος μήνα και άλλων μηνών που υπερβαίνει τις 50 000 παρτίδες κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τριών διαδοχικών μηνών.

Άρθρο 17

Νέα παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων με μικρότερη ρευστότητα

1.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 16, για παράγωγα επί γεωργικών εμπορευμάτων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τόπο διαπραγμάτευσης με σύνολο συνδυασμένων ανοικτών θέσεων σε συμβάσεις τρέχοντος μήνα και άλλου μήνα το οποίο δεν υπερβαίνει τις 20 000 παρτίδες κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τριών διαδοχικών μηνών, οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα και άλλον μήνα στα εν λόγω παράγωγα επί εμπορευμάτων στις 10 000 παρτίδες.

2.   Ο τόπος διαπραγμάτευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή όταν οι συνολικές ανοικτές θέσεις οποιουδήποτε παραγώγου επί εμπορευμάτων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ανέλθει στις 20 000 παρτίδες κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τριών διαδοχικών μηνών. Οι αρμόδιες αρχές επανεξετάζουν το όριο θέσης όταν λάβουν τέτοια ενημέρωση.

Άρθρο 18

Παραδοτέα ποσότητα του υποκείμενου εμπορεύματος

Στην περίπτωση που η παραδοτέα ποσότητα του υποκείμενου εμπορεύματος μπορεί να περιοριστεί ή να ελεγχθεί ή εάν το επίπεδο παραδοτέας ποσότητας είναι χαμηλό σε σχέση με την ποσότητα που απαιτείται για ομαλό διακανονισμό, οι αρμόδιες αρχές μειώνουν το όριο θέσης επί παραγώγου που λήγει τον εγγύτερο μήνα. Οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν τον βαθμό στον οποίο η εν λόγω παραδοτέα ποσότητα χρησιμοποιείται επίσης ως παραδοτέα ποσότητα για άλλα παράγωγα επί εμπορευμάτων.

Άρθρο 19

Σύνολο ανοικτών θέσεων

1.   Στην περίπτωση που υπάρχει μεγάλη ποσότητα συνολικών ανοικτών θέσεων, οι αρμόδιες αρχές μειώνουν το όριο θέσης.

2.   Όταν οι ανοικτές θέσεις είναι σημαντικά υψηλότερες από την παραδοτέα ποσότητα, οι αρμόδιες αρχές μειώνουν το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα.

3.   Όταν οι ανοικτές θέσεις είναι σημαντικά χαμηλότερες από την παραδοτέα ποσότητα, οι αρμόδιες αρχές αυξάνουν το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν άλλον μήνα και, εκτός εάν το βασικό μέγεθος για το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν κατά τον τρέχοντα μήνα βασίζεται στις ανοικτές θέσεις, μειώνουν το όριο θέσεων επί παραγώγων που λήγουν τον εγγύτερο μήνα παράδοσης.

Άρθρο 20

Αριθμός των συμμετεχόντων στην αγορά

1.   Στην περίπτωση που ο μέσος ημερήσιος αριθμός των συμμετεχόντων στην αγορά οι οποίοι κατέχουν θέση στο παράγωγο επί εμπορευμάτων κατά τη διάρκεια μιας περιόδου ενός έτους είναι υψηλός, η αρμόδια αρχή μειώνει το όριο θέσης.

2.   Κατά παρέκκλιση του άρθρου 16, οι αρμόδιες αρχές αυξάνουν το όριο θέσης και καθορίζουν τα όρια θέσεων σε παράγωγο επί εμπορευμάτων που λήγει τον εγγύτερο μήνα παράδοσης και άλλων μηνών μεταξύ 5 % και 50 % του ποσού αναφοράς, εάν:

α)

ο μέσος αριθμός των συμμετεχόντων στην αγορά που κατέχουν μια θέση στο παράγωγο επί εμπορευμάτων κατά την περίοδο έως τον καθορισμό του ορίου θέσης είναι μικρότερος από 10· ή

β)

στην περίπτωση που το παράγωγο επί εμπορευμάτων είναι παράγωγο επί γεωργικών εμπορευμάτων με καθαρές ανοικτές θέσεις κάτω των 300 000 παρτίδων, ο αριθμός των επιχειρήσεων επενδύσεων που ενεργούν ως ειδικός διαπραγματευτής (market maker) σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 7) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στο παράγωγο επί εμπορευμάτων κατά τον χρόνο καθορισμού ή επανεξέτασης του ορίου θέσης είναι μικρότερος από 3.

Για τους σκοπούς του πρώτου εδαφίου, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να καθορίζουν διαφορετικά όρια θέσης για διαφορετικά χρονικά διαστήματα εντός της περιόδου του τρέχοντος μήνα παράδοσης, της περιόδου άλλων μηνών ή και για τις δύο περιόδους.

Άρθρο 21

Χαρακτηριστικά της υποκείμενης αγοράς εμπορευμάτων

1.   Οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν υπόψη τον τρόπο με τον οποίο τα χαρακτηριστικά της υποκείμενης αγοράς εμπορευμάτων επηρεάζουν τη λειτουργία και τη διαπραγμάτευση του παραγώγου επί εμπορευμάτων και το μέγεθος των θέσεων που κατέχουν οι συμμετέχοντες στην αγορά, μεταξύ άλλων όσον αφορά την ευκολία και την ταχύτητα πρόσβασης που έχουν στο υποκείμενο εμπόρευμα οι συμμετέχοντες στην αγορά.

2.   Η αξιολόγηση της υποκείμενης αγοράς εμπορευμάτων που αναφέρεται στην παράγραφο 1 λαμβάνει υπόψη τα κατωτέρω κριτήρια:

α)

εάν υπάρχουν περιορισμοί στην προμήθεια του εμπορεύματος, συμπεριλαμβανομένης της αλλοιωσιμότητας του παραδοτέου εμπορεύματος·

β)

τη μέθοδο μεταφοράς και παράδοσης του φυσικού εμπορεύματος, συμπεριλαμβανομένων των εξής:

i)

του εάν το εμπόρευμα μπορεί να παραδοθεί σε καθορισμένα σημεία παράδοσης μόνο·

ii)

των περιορισμών χωρητικότητας των καθορισμένων σημείων παράδοσης·

γ)

τη διάρθρωση, την οργάνωση και τη λειτουργία της αγοράς, συμπεριλαμβανομένης της εποχικότητας που χαρακτηρίζει αγορές εξορυκτικών και γεωργικών εμπορευμάτων, στις οποίες η φυσική προσφορά παρουσιάζει διακυμάνσεις κατά τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους·

δ)

τη σύνθεση και τον ρόλο των συμμετεχόντων στην υποκείμενη αγορά εμπορευμάτων, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, τον αριθμό των συμμετεχόντων στην αγορά που παρέχουν ειδικές υπηρεσίες οι οποίες επιτρέπουν τη λειτουργία της υποκείμενης αγοράς εμπορευμάτων, όπως υπηρεσίες διαχείρισης κινδύνων, παράδοσης, αποθήκευσης ή διακανονισμού·

ε)

μακροοικονομικούς ή άλλους συναφείς παράγοντες που επηρεάζουν τη λειτουργία της υποκείμενης αγοράς εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένης της παράδοσης, της αποθήκευσης και του διακανονισμού του εμπορεύματος·

στ)

τα χαρακτηριστικά, τις φυσικές ιδιότητες και τη διάρκεια ζωής του υποκείμενου εμπορεύματος.

Άρθρο 22

Κατάργηση

Ο κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/591 καταργείται.

Οι παραπομπές στον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) 2017/591 νοούνται ως παραπομπές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 23

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει τη δωδέκατη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 20 Απριλίου 2022.

Για την Επιτροπή

Η Πρόεδρος

Ursula VON DER LEYEN


(1)  ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349.

(2)  Οδηγία (ΕΕ) 2021/338 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2021, για την τροποποίηση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ όσον αφορά τις απαιτήσεις παροχής πληροφοριών, την παρακολούθηση των προϊόντων και τα όρια θέσης, και των οδηγιών 2013/36/ΕΕ και (ΕΕ) 2019/878 όσον αφορά την εφαρμογή τους στις εταιρείες επενδύσεων, με σκοπό τη διευκόλυνση της ανάκαμψης από την κρίση της COVID-19 (ΕΕ L 68 της 26.2.2021, σ. 14).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(4)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/591 της Επιτροπής, της 1ης Δεκεμβρίου 2016, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την εφαρμογή ορίων θέσεων σε παράγωγα επί εμπορευμάτων (ΕΕ L 87 της 31.3.2017, σ. 479).

(5)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(6)  Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).

(7)  Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).

(8)  Οδηγία (ΕΕ) 2016/2341 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Δεκεμβρίου 2016, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΙΕΣΠ) (ΕΕ L 354 της 23.12.2016, σ. 37).

(9)  Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1).

(10)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 909/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 2014, σχετικά με τη βελτίωση του διακανονισμού αξιογράφων στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων και για την τροποποίηση των οδηγιών 98/26/ΕΚ και 2014/65/ΕΕ και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012 (ΕΕ L 257 της 28.8.2014, σ. 1).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρμογή διεθνών λογιστικών προτύπων (ΕΕ L 243 της 11.9.2002, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Πίνακας αντιστοιχίας

Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) 2017/591

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 3 παράγραφοι 5 και 6

Άρθρο 3 παράγραφος 4

Άρθρο 3 παράγραφος 7

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 6

Άρθρο 6

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 8 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 5

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 6

Άρθρο 8 παράγραφος 7

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 4

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 12

Άρθρο 14

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 14

Άρθρο 16

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 19 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 18 παράγραφος 3

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 20 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 20 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο α)

Άρθρο 20 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 19 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο β)

Άρθρο 19 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 20 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 21

Άρθρο 22

Άρθρο 22

Άρθρο 23


Top