Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32011R1034

    Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1034/2011 της Επιτροπής, της 17ης Οκτωβρίου 2011 , για την εποπτεία της ασφάλειας στη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και των υπηρεσιών αεροναυτιλίας, και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 691/2010 Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

    ΕΕ L 271 της 18.10.2011, p. 15–22 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

    Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 01/01/2020; καταργήθηκε από 32017R0373

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg_impl/2011/1034/oj

    18.10.2011   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 271/15


    ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1034/2011 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

    της 17ης Οκτωβρίου 2011

    για την εποπτεία της ασφάλειας στη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και των υπηρεσιών αεροναυτιλίας, και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 691/2010

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

    Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (κανονισμός για την παροχή υπηρεσιών) (1), και ιδίως το άρθρο 4,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 551/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για την οργάνωση και τη χρήση του εναέριου χώρου στο πλαίσιο του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (κανονισμός για τον εναέριο χώρο) (2), και ιδίως το άρθρο 6,

    Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφάλειας της Αεροπορίας (EASA), καθώς και για την κατάργηση της οδηγίας 91/670/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1592/2002 και της οδηγίας 2004/36/ΕΚ (3), και ιδίως το άρθρο 8β,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008, η Επιτροπή καλείται, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Ασφάλειας της Αεροπορίας (εφεξής «ο Οργανισμός»), να εκδώσει εκτελεστικούς κανόνες για την παροχή δέσμης ρυθμιστικών απαιτήσεων σχετικών με την ασφάλεια για την εκτέλεση εποπτείας της ασφάλειας στην αποτελεσματική διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας (ATM). Σύμφωνα με το άρθρο 8β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, οι εν λόγω εκτελεστικοί κανόνες πρέπει να βασίζονται στους κανονισμούς που εκδίδονται βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη χάραξη του πλαισίου για τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού («κανονισμός-πλαίσιο») (4). Ο παρών κανονισμός βασίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1315/2007 της Επιτροπής, της 8ης Νοεμβρίου 2007, για την εποπτεία της ασφάλειας στη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2096/2005 (5).

    (2)

    Είναι αναγκαίο να καθορισθούν περαιτέρω ο ρόλος και τα καθήκοντα των αρμοδίων αρχών με βάση τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του ευρωπαϊκού δικτύου διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας («κανονισμός για τη διαλειτουργικότητα») (6). Οι κανονισμοί αυτοί περιέχουν απαιτήσεις για την ασφάλεια παροχής υπηρεσιών αεροναυτιλίας. Καίτοι για την ασφαλή παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας ευθύνεται ο πάροχος υπηρεσιών, τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίζουν αποτελεσματική εποπτεία μέσω των αρμοδίων αρχών.

    (3)

    Ο παρών κανονισμός δεν πρέπει να καλύπτει τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τη στρατιωτική εκπαίδευση, όπως προβλέπει το άρθρο 1 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 και το άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008.

    (4)

    Οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να διεξάγουν ρυθμιστικούς ελέγχους και επισκόπηση της ασφάλειας σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, στο πλαίσιο των επιθεωρήσεων και των ερευνών που πραγματοποιούν, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008 και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 550/2004.

    (5)

    Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να εξετάζουν την ενδεχόμενη χρησιμοποίηση της προσέγγισης του παρόντος κανονισμού σχετικά με την εποπτεία της ασφάλειας σε άλλα πεδία εποπτείας, ώστε να διαμορφωθεί αποτελεσματική και διεξοδική επίβλεψη.

    (6)

    Στις υπηρεσίες αεροναυτιλίας, όπως και στη διαχείριση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας (ATFM) και τη διαχείριση του εναερίου χώρου (ASM), χρησιμοποιούνται λειτουργικά συστήματα που επιτρέπουν τη διαχείριση της εναέριας κυκλοφορίας. Συνεπώς, τυχόν αλλαγές στα λειτουργικά συστήματα πρέπει να υπόκεινται σε εποπτεία της ασφάλειας.

    (7)

    Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να λαμβάνουν όλα τα μέτρα που είναι αναγκαία εφόσον σύστημα ή μέρος αυτού δεν είναι σύμφωνο με τις σχετικές απαιτήσεις. Εν προκειμένω, και ιδίως όταν πρέπει να εκδοθεί οδηγία ασφάλειας, η αρμόδια αρχή πρέπει να καθοδηγεί τους κοινοποιημένους οργανισμούς που εμπλέκονται στη διαδικασία έκδοσης των δηλώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 5 ή στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004, ούτως ώστε να διεξάγουν ειδικές έρευνες στο συγκεκριμένο τεχνικό σύστημα.

    (8)

    Η ετήσια έκθεση των αρμοδίων αρχών για την εποπτεία της ασφάλειας αναμένεται ότι θα συμβάλει στη διαφάνεια και τη λογοδοσία στην εποπτεία της ασφάλειας. Οι εκθέσεις πρέπει να απευθύνονται στην Επιτροπή, τον Οργανισμό και το κράτος μέλος που διόρισε ή ίδρυσε την αρμόδια αρχή. Επίσης, οι ετήσιες εκθέσεις για την εποπτεία της ασφάλειας πρέπει να χρησιμεύουν στην περιφερειακή συνεργασία, τις επιθεωρήσεις τυποποίησης βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 και στη διεθνή παρακολούθηση της εποπτείας της ασφάλειας. Στην έκθεση πρέπει να περιλαμβάνεται κάθε πληροφορία σχετική με την παρακολούθηση των επιδόσεων ασφάλειας, τη συμμόρφωση των εποπτευόμενων οργανισμών προς τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας, το πρόγραμμα των ελέγχων της ρύθμισης της ασφάλειας, την επανεξέταση της σχετικής με την ασφάλεια επιχειρηματολογίας, τις αλλαγές των λειτουργικών συστημάτων που χρησιμοποιούν οι οργανισμοί σύμφωνα με τις διαδικασίες που έχει αποδεχθεί η αρμόδια αρχή και με τις οδηγίες ασφάλειας που έχει εκδώσει η εν λόγω αρχή.

    (9)

    Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 και το άρθρο 2 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να λαμβάνουν τα ενδεδειγμένα μέτρα για τη μεταξύ τους στενή συνεργασία, προκειμένου να διασφαλίζουν επαρκή εποπτεία των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας οι οποίοι παρέχουν υπηρεσίες σε εναέριο χώρο υπαγόμενο στη δικαιοδοσία κράτους μέλους άλλου από αυτό που εξέδωσε το πιστοποιητικό. Σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, οι αρμόδιες αρχές πρέπει να ανταλλάσσουν ιδίως κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με την εποπτεία της ασφάλειας των οργανισμών.

    (10)

    Ο Οργανισμός πρέπει να αξιολογήσει περαιτέρω τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού, ιδίως εκείνες που αφορούν την εποπτεία της ασφάλειας των αλλαγών, και θα εκδώσει γνώμη για την προσαρμογή τους σε συνολική προσέγγιση του συστήματος, με βάση την ενοποίηση των διατάξεων αυτών σε κοινή ρυθμιστική δομή για την ασφάλεια της πολιτικής αεροπορίας και την πείρα που έχουν αποκτήσει οι ενδιαφερόμενοι παράγοντες και οι αρμόδιες αρχές. Απώτερος στόχος της γνώμης του Οργανισμού είναι να διευκολυνθεί η υλοποίηση του κρατικού προγράμματος ασφάλειας πτήσεων (ΚΠΑ) του Οργανισμού Διεθνούς Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) εντός της Ένωσης στο πλαίσιο της συνολικής προσέγγισης του συστήματος που προαναφέρθηκε.

    (11)

    Για την ασφαλή εκτέλεση ορισμένων λειτουργιών δικτύου που έχουν καθορισθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 551/2004 απαιτείται να υπόκειται ο εμπλεκόμενος φορέας σε ορισμένες απαιτήσεις ασφάλειας. Οι απαιτήσεις αυτές, σκοπός των οποίων είναι να εξασφαλισθεί ότι ο φορέας ή ο οργανισμός δραστηριοποιείται με ασφαλή τρόπο, θεσπίζονται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 677/2011 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2011, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εκτέλεσης λειτουργιών δικτύου διαχείρισης εναέριας κυκλοφορίας (ΑΤΜ) και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 691/2010 (7). Πρόκειται για απαιτήσεις ασφάλειας του οργανισμού, οι οποίες είναι μεν πολύ παρεμφερείς με τις γενικές απαιτήσεις που περιέχει ο εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1035/2011 της Επιτροπής (8), αλλά προσαρμοσμένες στις αρμοδιότητες ασφάλειας των λειτουργιών δικτύου. Για να υποβοηθηθεί η συνολική προσέγγιση συστήματος στη ρύθμιση της ασφάλειας στην πολιτική αεροπορία, η τήρηση αυτών των απαιτήσεων πρέπει να παρακολουθείται όπως παρακολουθούνται οι πάροχοι υπηρεσιών αεροναυτιλίας.

    (12)

    Η ομάδα υψηλού επιπέδου για το μελλοντικό ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο στην αεροπορία τόνισε στις συστάσεις της του Ιουλίου του 2007 την ανάγκη διαχωρισμού της ρυθμιστικής εποπτείας από την παροχή υπηρεσιών ή λειτουργιών. Σε συμφωνία με την αρχή αυτή, το άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 551/2004 ορίζει ότι ο καθορισμένος φορέας που αναλαμβάνει τις λειτουργίες δικτύου πρέπει να υπόκειται σε ρυθμίσεις κατάλληλης εποπτείας. Καθώς ο Οργανισμός έχει ήδη αναλάβει να διεξάγει ανεξάρτητη εποπτεία της ασφάλειας των παρόχων πανευρωπαϊκών υπηρεσιών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας/αεροναυτιλίας σύμφωνα με το άρθρο 22α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, η ανάθεση στον Οργανισμό, με την υποστήριξη της Επιτροπής, της εκτέλεσης των ίδιων καθηκόντων για τις λειτουργίες ευρωπαϊκού δικτύου θα συνάδει πλήρως με την ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας της αεροπορίας.

    (13)

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1315/2007 πρέπει συνεπώς να καταργηθεί.

    (14)

    Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 691/2010 της Επιτροπής, της 29ης Ιουλίου 2010, για καθορισμό μηχανισμού επιδόσεων των υπηρεσιών αεροναυτιλίας και των λειτουργιών δικτύου και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2096/2005 (9) πρέπει να τροποποιηθεί ώστε να προσαρμοσθεί στο παρόντα κανονισμό.

    (15)

    Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ενιαίου ουρανού,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

    1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει απαιτήσεις για την άσκηση της εποπτείας της ασφάλειας από αρμόδιες αρχές στις υπηρεσίες αεροναυτιλίας (ANS), τη διαχείριση της ροής της εναέριας κυκλοφορίας (ATFM), τη διαχείριση του εναέριου χώρου (ASM) για τη γενική εναέρια κυκλοφορία και άλλες λειτουργίες δικτύου.

    2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις δραστηριότητες των αρμοδίων αρχών και των αναγνωρισμένων φορέων που ενεργούν εξ ονόματός τους, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την εποπτεία της ασφάλειας των υπηρεσιών αεροναυτιλίας, την ATFM, την ASM και άλλες λειτουργίες δικτύου.

    Άρθρο 2

    Ορισμοί

    Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που προβλέπονται στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 και στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008. Ωστόσο, ο ορισμός του «πιστοποιητικού» που διατυπώνεται στο σημείο 15 του άρθρου 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004 δεν εφαρμόζεται.

    Επιπλέον, νοείται ως:

    1)

    «διορθωτικό μέτρο», κάθε μέτρο που αποβλέπει στην εξάλειψη διαπιστωμένου αιτίου μη συμμόρφωσης·

    2)

    «λειτουργικό σύστημα», συνδυασμός συστημάτων, διαδικασιών και ανθρώπινων πόρων οργανωμένων για να επιτελούν μία λειτουργία στο πλαίσιο της διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας (ΑΤΜ)·

    3)

    «διαχειριστής δικτύου», ο αμερόληπτος και αρμόδιος φορέας στον οποίο έχει ανατεθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 6 παράγραφος 2 ή 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 551/2004 να εκτελεί τα καθήκοντα που προβλέπονται στο εν λόγω άρθρο και στον παρόντα κανονισμό·

    4)

    «λειτουργίες δικτύου», οι ειδικές λειτουργίες που περιγράφονται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 551/2004·

    5)

    «οργανισμός», είτε πάροχος υπηρεσιών αεροναυτιλίας είτε οντότητα που παρέχει υπηρεσίες ATFM ή ASΜ ή άλλες λειτουργίες δικτύου·

    6)

    «διαδικασία», δέσμη αλληλένδετων ή αλληλοεπηρεαζόμενων δραστηριοτήτων, η οποία μετατρέπει εισαγόμενα στοιχεία σε συγκεκριμένα αποτελέσματα·

    7)

    «επιχειρηματολογία ασφάλειας», η απόδειξη και τα σχετικά στοιχεία ότι προτεινόμενη αλλαγή σε λειτουργικό σύστημα μπορεί να εφαρμοσθεί στο πλαίσιο των καθορισμένων στόχων ή προτύπων μέσω του υπάρχοντος ρυθμιστικού πλαισίου και σε συνοχή με τις ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας·

    8)

    «οδηγία ασφάλειας», έγγραφο εκδιδόμενο ή εγκρινόμενο από αρμόδια αρχή, το οποίο ορίζει ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν υποχρεωτικά σε λειτουργικό σύστημα για να αποκατασταθεί η ασφάλεια, όταν τα στοιχεία δείχνουν ότι, ειδάλλως, ενδέχεται να διακυβευθεί η ασφάλεια της αεροπορίας·

    9)

    «στόχος ασφάλειας», ποιοτική ή ποσοτική δήλωση που ορίζει τη μέγιστη συχνότητα ή πιθανότητα αναμενόμενης εμφάνισης κινδύνου·

    10)

    «ρυθμιστικός έλεγχος της ασφάλειας», συστηματική και ανεξάρτητη εξέταση που διεξάγεται από αρμόδια αρχή, ή εξ ονόματός της, για να διαπιστωθεί κατά πόσον σχετικές με την ασφάλεια ολόκληρες ρυθμίσεις, ή μέρη τους, οι οποίες σχετίζονται με τις διαδικασίες και τα αποτελέσματά τους, με προϊόντα ή υπηρεσίες, συμβαδίζουν με τις απαιτούμενες ρυθμίσεις ασφάλειας, και κατά πόσον εφαρμόζονται αποτελεσματικά και αρμόζουν για την επίτευξη των προσδοκώμενων αποτελεσμάτων·

    11)

    «ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας», οι απαιτήσεις που έχουν θεσπισθεί από την Ένωση ή εθνικούς κανονισμούς για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας ή την εκτέλεση καθηκόντων ATFM και ASM ή άλλων λειτουργιών δικτύου, καθώς και για την τεχνική και επιχειρησιακή επάρκεια και καταλληλότητα για την παροχή και εκτέλεση των εν λόγω υπηρεσιών και λειτουργιών, τη διαχείριση της ασφάλειας και των συστημάτων, των συστατικών τους στοιχείων και των συνδεόμενων με αυτά διαδικασιών·

    12)

    «απαίτηση ασφάλειας», ο μετριασμός της επικινδυνότητας που καθορίζεται από τη στρατηγική μετριασμού της επικινδυνότητας, με την οποία επιτυγχάνεται συγκεκριμένος στόχος ασφάλειας, συμπεριλαμβανομένων των οργανωτικών, επιχειρησιακών, διαδικαστικών, λειτουργικών και εκτελεστικών απαιτήσεων, καθώς και των απαιτήσεων διαλειτουργικότητας ή των χαρακτηριστικών περιβάλλοντος·

    13)

    «εξακρίβωση», επιβεβαίωση με την παροχή αντικειμενικών αποδεικτικών στοιχείων ότι πληρούνται οι συγκεκριμένες απαιτήσεις·

    14)

    «πανευρωπαϊκή υπηρεσία διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας/αεροναυτιλίας», δραστηριότητα η οποία προορίζεται και καθιερώνεται για χρήστες εντός των περισσότερων ή όλων των κρατών μελών και ενδέχεται να επεκταθεί πέραν του εναερίου χώρου της επικράτειας στην οποία εφαρμόζεται η Συνθήκη·

    Άρθρο 3

    Αρμόδιες εποπτικές αρχές

    Για τον σκοπό του παρόντος κανονισμού και με την επιφύλαξη της αμοιβαίας αναγνώρισης των πιστοποιητικών των παρόχων υπηρεσιών αεροναυτιλίας σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 και το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, αρμόδιες εποπτικές αρχές είναι:

    α)

    για οργανισμούς που έχουν τον κύριο τόπο των δραστηριοτήτων τους και, ενδεχομένως, την καταστατική έδρα τους σε κράτος μέλος στο οποίο παρέχουν υπηρεσίες αεροναυτιλίας, η εθνική εποπτική αρχή που έχει ορίσει ή συστήσει το κράτος μέλος·

    β)

    για οργανισμούς στους οποίους, με βάση συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004, οι αρμοδιότητες εποπτείας της ασφάλειας έχουν ανατεθεί με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που περιγράφεται στο στοιχείο α), η (οι) αρμόδια(-ες) αρχή-(ές) που έχει(-ουν) ορισθεί ή συσταθεί βάσει των συμφωνιών αυτών. Οι εν λόγω συμφωνίες συνάδουν με τις απαιτήσεις του άρθρου 2 παράγραφοι 3 έως 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004·

    γ)

    για οργανισμούς παροχής υπηρεσιών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας/αεροναυτιλίας στον εναέριο χώρο της επικράτειας στην οποία εφαρμόζεται η Συνθήκη και έχουν τον κύριο τόπο των δραστηριοτήτων τους και, ενδεχομένως, την καταστατική έδρα τους εκτός της επικράτειας στην οποία εφαρμόζεται η Συνθήκη, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας (ο Οργανισμός)·

    δ)

    για οργανισμούς παροχής πανευρωπαϊκών υπηρεσιών διαχείρισης της εναέριας κυκλοφορίας/αεροναυτιλίας, καθώς και όλων των λειτουργιών δικτύου στον εναέριο χώρο της επικράτειας στην οποία εφαρμόζεται η Συνθήκη, ο Οργανισμός.

    Άρθρο 4

    Λειτουργία εποπτείας της ασφάλειας

    1.   Οι αρμόδιες αρχές ασκούν εποπτεία της ασφάλειας στο πλαίσιο της επίβλεψης των εφαρμοστέων απαιτήσεων στις υπηρεσίες αεροναυτιλίας, καθώς και της ATFM, της ASM και σε άλλες λειτουργίες δικτύου, ώστε να παρακολουθούν την ασφαλή διεξαγωγή των δραστηριοτήτων αυτών και να εξακριβώνουν την τήρηση των εφαρμοστέων ρυθμιστικών απαιτήσεων ασφάλειας και των εκτελεστικών τους ρυθμίσεων.

    2.   Όταν συνάπτουν συμφωνία εποπτείας των οργανισμών οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε λειτουργικά τμήματα του εναερίου χώρου που εκτείνονται σε εναέριο χώρο υπαγόμενο στην αρμοδιότητα περισσοτέρων του ενός κρατών μελών ή στη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη προσδιορίζουν και αναθέτουν τις αρμοδιότητες εποπτείας της ασφάλειας κατά τρόπο που εξασφαλίζει ότι:

    α)

    υπάρχουν συγκεκριμένα κέντρα αρμοδιότητας για την εφαρμογή κάθε διάταξης του παρόντος κανονισμού·

    β)

    τα κράτη μέλη έχουν την επίβλεψη των μηχανισμών εποπτείας της ασφάλειας και των αποτελεσμάτων τους·

    γ)

    διεξάγεται σχετική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ της (των) εποπτικής(-ών) αρχής(-ών) και της αρχής πιστοποίησης.

    Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν τακτικά τη συμφωνία και την εφαρμογή της στην πράξη, ιδίως με βάση τις επιτευχθείσες επιδόσεις ασφάλειας.

    3.   Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, όταν συνάπτουν συμφωνία εποπτείας των οργανισμών οι οποίοι δραστηριοποιούνται σε λειτουργικά τμήματα του εναερίου χώρου ή στη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών για την οποία ο Οργανισμός είναι η αρμόδια αρχή για τουλάχιστον έναν από τους οργανισμούς σύμφωνα με το άρθρο 3 στοιχείο β), συντονίζονται με τον Οργανισμό, ώστε να εξασφαλίζεται η τήρηση των στοιχείων α), β) και γ) της παραγράφου 2.

    Άρθρο 5

    Παρακολούθηση των επιδόσεων ασφάλειας

    1.   Οι αρμόδιες αρχές διεξάγουν τακτική παρακολούθηση και εκτίμηση των επιτευχθέντων επιπέδων ασφάλειας προκειμένου να προσδιορίζουν εάν ανταποκρίνονται στις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας στα τμήματα του εναερίου χώρου που τελούν υπό τη δικαιοδοσία τους.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές χρησιμοποιούν τα αποτελέσματα παρακολούθησης της ασφάλειας ιδίως για να προσδιορίζουν πεδία, στα οποία είναι αναγκαία κατά προτεραιότητα η εξακρίβωση της συμμόρφωσης προς τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας.

    Άρθρο 6

    Εξακρίβωση της συμμόρφωσης προς τις ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας

    1.   Οι αρμόδιες αρχές καθιερώνουν διαδικασία για να εξακριβώνουν:

    α)

    τη συμμόρφωση προς τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας πριν από την έκδοση ή την ανανέωση πιστοποιητικού, αναγκαίου για την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας, καθώς και των συνημμένων σε αυτό όρων ασφάλειας·

    β)

    τη συμμόρφωση προς κάθε σχετική με την ασφάλεια υποχρέωση στην πράξη ορισμού του παρόχου που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004·

    γ)

    τη διαρκή συμμόρφωση των οργανισμών προς τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας·

    δ)

    την υλοποίηση των στόχων ασφάλειας, των απαιτήσεων ασφάλειας και άλλων σχετικών με την ασφάλεια όρων που καθορίζονται σε:

    i)

    δηλώσεις ελέγχου συστημάτων, καθώς και σε κάθε σχετική δήλωση συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης συστατικών στοιχείων συστημάτων που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 552/2004·

    ii)

    διαδικασίες εκτίμησης και μετριασμού της επικινδυνότητας που απαιτούνται βάσει των εφαρμοστέων ρυθμιστικών απαιτήσεων της ασφάλειας για τις υπηρεσίες αεροναυτιλίας, την ATFM, την ASΜ και τον διαχειριστή δικτύου·

    ε)

    την εφαρμογή οδηγιών ασφάλειας.

    2.   Η διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1:

    α)

    βασίζεται σε τεκμηριωμένες διαδικασίες·

    β)

    στηρίζεται σε ειδική τεκμηρίωση προς χρήση του προσωπικού εποπτείας της ασφάλειας, ώστε να του παρέχονται οδηγίες για την εκτέλεση των καθηκόντων του·

    γ)

    παρέχει στον ενδιαφερόμενο οργανισμό ένδειξη των αποτελεσμάτων της δραστηριότητας εποπτείας της ασφάλειας·

    δ)

    βασίζεται σε ρυθμιστικούς ελέγχους και σε επανεξετάσεις της ασφάλειας σύμφωνα με τα άρθρα 7, 9 και 10·

    ε)

    παρέχει στην αρμόδια αρχή τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία για την υποστήριξη περαιτέρω δράσεων, περιλαμβανομένων των μέτρων που προβλέπονται στο άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004, στο άρθρο 7 παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 και στα άρθρα 10, 25 και 68 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, σε περιπτώσεις στις οποίες δεν υπάρχει συμμόρφωση προς τις ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας.

    Άρθρο 7

    Ρυθμιστικοί έλεγχοι της ασφάλειας

    1.   Οι αρμόδιες αρχές, ή οι εντεταλμένοι από αυτές φορείς, διεξάγουν ρυθμιστικούς ελέγχους της ασφάλειας.

    2.   Οι αναφερόμενοι στην παράγραφο 1 ρυθμιστικοί έλεγχοι της ασφάλειας:

    α)

    παρέχουν στις αρμόδιες αρχές τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία συμμόρφωσης προς τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας και τις εκτελεστικές τους διευθετήσεις, με αξιολόγηση της ανάγκης λήψης βελτιωτικού ή διορθωτικού μέτρου·

    β)

    είναι ανεξάρτητοι από τις δραστηριότητες εσωτερικού ελέγχου που διενεργεί ο ενδιαφερόμενος οργανισμός στα οικεία συστήματα ασφάλειας ή διαχείρισης της ποιότητας·

    γ)

    διενεργούνται από ειδικευμένους ελεγκτές σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 12·

    δ)

    ασκούνται σε πλήρεις εκτελεστικές διευθετήσεις, ή σε μέρη αυτών, όπως και σε διαδικασίες, προϊόντα ή υπηρεσίες·

    ε)

    προσδιορίζουν κατά πόσον:

    i)

    οι εκτελεστικές ρυθμίσεις είναι σύμφωνες με τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας·

    ii)

    τα λαμβανόμενα μέτρα είναι σύμφωνα με τις εκτελεστικές ρυθμίσεις·

    iii)

    τα λαμβανόμενα μέτρα ανταποκρίνονται στα προσδοκώμενα αποτελέσματα των εκτελεστικών διευθετήσεων·

    στ)

    οδηγούν στη διόρθωση όλων των εντοπιζόμενων περιπτώσεων μη συμμόρφωσης σύμφωνα με το άρθρο 8.

    3.   Στο πλαίσιο του προγράμματος επιθεώρησης που απαιτείται βάσει του άρθρου 8 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1035/2011, οι αρμόδιες αρχές καταρτίζουν και επικαιροποιούν τουλάχιστον μία φορά ανά έτος πρόγραμμα ρυθμιστικών ελέγχων της ασφάλειας, ώστε:

    α)

    να καλύπτονται όλα τα πιθανά πεδία ασφάλειας που δημιουργούν ανησυχίες και κυρίως εκείνα στα οποία έχουν εντοπισθεί προβλήματα·

    β)

    να καλύπτονται όλοι οι οργανισμοί, οι υπηρεσίες και οι λειτουργίες δικτύου που είναι υπό την εποπτεία της αρμόδιας αρχής·

    γ)

    να διασφαλίζεται ότι διεξάγονται έλεγχοι κατά τρόπο ανάλογο του επιπέδου επικινδυνότητας που θέτουν οι δραστηριότητες των οργανισμών·

    δ)

    να διασφαλίζεται ότι διεξάγονται επαρκείς έλεγχοι σε διετή περίοδο, ούτως ώστε να ελέγχεται η συμμόρφωση όλων αυτών των οργανισμών προς τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας σε όλα τα αντίστοιχα πεδία του λειτουργικού συστήματος·

    ε)

    να διασφαλίζεται η παρακολούθηση της εφαρμογής διορθωτικών μέτρων.

    4.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να αποφασίζουν την τροποποίηση της έκτασης ήδη προγραμματισμένων ελέγχων και να προβλέπουν πρόσθετους ελέγχους, οσάκις χρειασθεί.

    5.   Οι αρμόδιες αρχές αποφασίζουν ποιες ρυθμίσεις, στοιχεία, υπηρεσίες, λειτουργίες, προϊόντα, εγκαταστάσεις και δραστηριότητες πρέπει να ελεγχθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

    6.   Οι παρατηρήσεις των ελέγχων και οι εντοπιζόμενες περιπτώσεις μη συμμόρφωσης τεκμηριώνονται. Οι περιπτώσεις αυτές συνοδεύονται από αποδεικτικά στοιχεία και προσδιορίζονται με βάση τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας και τις εκτελεστικές διευθετήσεις τους, για τις οποίες διενεργήθηκε ο έλεγχος.

    7.   Καταρτίζεται έκθεση ελέγχου, η οποία περιέχει όλες τις λεπτομέρειες σχετικά με τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.

    Άρθρο 8

    Διορθωτικά μέτρα

    1.   Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν τα πορίσματα του ελέγχου στους οργανισμούς που υποβλήθηκαν σε έλεγχο και ταυτόχρονα τους ζητούν να λάβουν διορθωτικά μέτρα για να αντιμετωπίσουν τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που εντοπίσθηκαν, με την επιφύλαξη κάθε άλλου διορθωτικού μέτρου, απαιτούμενου με βάση τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας.

    2.   Οι οργανισμοί που ελέγχθηκαν καθορίζουν τα διορθωτικά μέτρα που κρίνονται αναγκαία για την αντιμετώπιση περίπτωσης μη συμμόρφωσης και το χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές αξιολογούν τα διορθωτικά μέτρα και την εφαρμογή τους, όπως τα καθόρισαν οι οργανισμοί που ελέγχθηκαν, και τα αποδέχονται εφόσον από την αξιολόγησή τους κρίνουν ότι επαρκούν για την αποκατάσταση των περιπτώσεων μη συμμόρφωσης.

    4.   Οι οργανισμοί που ελέγχθηκαν προβαίνουν σε εφαρμογή των διορθωτικών μέτρων που αποδέχθηκαν οι αρμόδιες αρχές. Τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα και η συνακόλουθη διαδικασία παρακολούθησής τους ολοκληρώνονται εντός της προθεσμίας που έχουν αποδεχθεί οι αρμόδιες αρχές.

    Άρθρο 9

    Εποπτεία της ασφάλειας αλλαγών σε λειτουργικά συστήματα

    1.   Οι οργανισμοί χρησιμοποιούν μόνον διαδικασίες αποδεκτές από την αρμόδια αρχή τους όταν αποφασίζουν εάν θα επιφέρουν στα λειτουργικά τους συστήματα αλλαγή συναφή με την ασφάλεια. Όταν πρόκειται για παρόχους υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας και παρόχους υπηρεσιών επικοινωνιών, αεροναυτιλίας ή επίβλεψης, η αρμόδια αρχή αποδέχεται τις διαδικασίες αυτές στο πλαίσιο του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1035/2011.

    2.   Οι οργανισμοί κοινοποιούν στην οικεία αρμόδια αρχή όλες τις προγραμματιζόμενες αλλαγές που αφορούν την ασφάλεια. Προς τον σκοπό αυτό, οι αρμόδιες αρχές ορίζουν κατάλληλες διοικητικές διαδικασίες σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

    3.   Οι οργανισμοί μπορούν να θέσουν σε εφαρμογή την αλλαγή που κοινοποίησαν με βάση τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εκτός εάν εφαρμόζεται το άρθρο 10.

    Άρθρο 10

    Διαδικασία εξέτασης των προτεινόμενων αλλαγών

    1.   Οι αρμόδιες αρχές εξετάζουν τη σχετική με την ασφάλεια επιχειρηματολογία νέων λειτουργικών συστημάτων ή αλλαγών σε υπάρχοντα λειτουργικά συστήματα που προτείνει οργανισμός, όταν:

    α)

    μετά από αξιολόγηση της σοβαρότητας που διεξάχθηκε σύμφωνα με το παράρτημα II σημείο 3.2.4 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1035/2011, προσδιορίστηκε βαθμός σοβαρότητας 1 ή βαθμός σοβαρότητας 2 για τα πιθανά αποτελέσματα των κινδύνων που εντοπίσθηκαν· ή

    β)

    η εφαρμογή των αλλαγών απαιτεί την καθιέρωση νέων αεροπορικών προτύπων.

    Όταν οι αρμόδιες αρχές ορίσουν ότι χρειάζεται να διενεργηθεί εξέταση σε περιπτώσεις άλλες από τις αναφερόμενες στα στοιχεία α) και β), ειδοποιούν τον οργανισμό ότι θα προβούν σε εξέταση των αλλαγών που της κοινοποιήθηκαν ως προς την ασφάλεια.

    2.   Η εξέταση διεξάγεται κατά τρόπο ανάλογο του επιπέδου επικινδυνότητας που παρουσιάζει το νέο λειτουργικό σύστημα ή οι προτεινόμενες αλλαγές σε υπάρχοντα λειτουργικά συστήματα.

    Στην εξέταση:

    α)

    χρησιμοποιούνται τεκμηριωμένες διαδικασίες·

    β)

    συνεκτιμάται η ειδική τεκμηρίωση προς χρήση του προσωπικού εποπτείας της ασφάλειας, ώστε να του παρέχονται οδηγίες για την εκτέλεση των καθηκόντων του·

    γ)

    λαμβάνονται υπόψη οι στόχοι ασφάλειας, οι απαιτήσεις ασφάλειας και άλλοι σχετικοί με την ασφάλεια όροι που συνδέονται με την εξεταζόμενη αλλαγή, οι οποίοι έχουν προσδιορισθεί σε:

    i)

    δηλώσεις ελέγχου συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004·

    ii)

    δηλώσεις ελέγχου της συμμόρφωσης ή καταλληλότητας χρήσης συστατικών στοιχείων συστημάτων που αναφέρονται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 552/2004· ή

    iii)

    τεκμηρίωση εκτίμησης επικινδυνότητας και μετριασμού της, η οποία έχει καταρτισθεί σύμφωνα με τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας·

    δ)

    επισημαίνονται πρόσθετοι όροι ασφάλειας συνδεόμενοι με την εφαρμογή της αλλαγής, όπου χρειάζεται·

    ε)

    εκτιμάται ότι η εκτεθείσα επιχειρηματολογία ασφάλειας είναι δυνατόν να γίνει δεκτή, αφού ληφθεί υπόψη:

    i)

    η ταυτοποίηση των κινδύνων·

    ii)

    η συνοχή της κατάταξης σε βαθμούς σοβαρότητας·

    iii)

    η εγκυρότητα των στόχων ασφάλειας·

    iv)

    η εγκυρότητα, η αποτελεσματικότητα και η σκοπιμότητα των απαιτήσεων ασφάλειας και κάθε άλλου σχετικού με την ασφάλεια όρου που έχει τεθεί·

    v)

    η απόδειξη ότι εξακολουθούν να πληρούνται οι στόχοι ασφάλειας, οι απαιτήσεις ασφάλειας και οι λοιποί σχετικοί με την ασφάλεια όροι·

    vi)

    η απόδειξη ότι οι διαδικασίες που χρησιμοποιήθηκαν για την επιχειρηματολογία της ασφάλειας πληρούν τις εφαρμοστέες ρυθμιστικές απαιτήσεις ασφάλειας·

    στ)

    ελέγχονται οι διαδικασίες που χρησιμοποίησαν οι οργανισμοί για την επιχειρηματολογία της ασφάλειας όσον αφορά το υπό εξέταση νέο λειτουργικό σύστημα ή τις αλλαγές σε υπάρχοντα λειτουργικά συστήματα·

    ζ)

    επισημαίνεται η ενδεχόμενη ανάγκη να ελεγχθεί η διαρκής συμμόρφωση·

    η)

    περιλαμβάνεται κάθε αναγκαία συντονιστική δραστηριότητα με τις αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της ασφάλειας στην αξιοπλοΐα και τις πτητικές λειτουργίες·

    θ)

    γνωστοποιείται η αποδοχή ή μη, κατά περίπτωση υπό όρους, της σχεδιαζόμενης αλλαγής με τη σχετική αιτιολόγηση.

    3.   Η θέση σε λειτουργία της υπό εξέταση αλλαγής υπόκειται στην αποδοχή της από τις αρμόδιες αρχές.

    Άρθρο 11

    Ειδικευμένοι φορείς

    1.   Εφόσον αρμόδια αρχή αποφασίσει να αναθέσει σε ειδικευμένο φορέα τη διεξαγωγή ρυθμιστικών ελέγχων ασφάλειας ή επισκοπήσεων σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εξασφαλίζει ότι στα κριτήρια με βάση τα οποία επιλέγει ειδικευμένο φορέα, σύμφωνα με το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 και το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008, περιλαμβάνονται τα εξής:

    α)

    ο ειδικευμένος φορέας διαθέτει πείρα στην εκτίμηση της ασφάλειας των αεροπορικών φορέων·

    β)

    ο ειδικευμένος φορέας δεν είναι ταυτόχρονα αναμεμειγμένος σε εσωτερικές δραστηριότητες του ενδιαφερόμενου οργανισμού σχετικές με τα συστήματα διαχείρισης της ασφάλειας ή της ποιότητας·

    γ)

    κάθε μέλος του προσωπικού που μετέχει στη διεξαγωγή ρυθμιστικών ελέγχων ασφάλειας ή εξετάσεων είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο και ειδικευμένο και πληροί τα κριτήρια του άρθρου 12 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού.

    2.   Ο ειδικευμένος φορέας αποδέχεται το ενδεχόμενο να υποβληθεί σε έλεγχο από την αρμόδια αρχή ή από οποιοδήποτε φορέα που ενεργεί εξ ονόματός της.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές τηρούν αρχείο των ειδικευμένων φορέων τους οποίους επιφορτίζουν με τη διεξαγωγή ρυθμιστικών ελέγχων ασφάλειας ή με τη διεξαγωγή επισκοπήσεων εξ ονόματός τους. Τα αρχεία αυτά περιλαμβάνουν τεκμηρίωση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις της παραγράφου 1.

    Άρθρο 12

    Ικανότητες για την εποπτεία της ασφάλειας

    1.   Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή εξασφαλίζουν ότι οι αρμόδιες αρχές διαθέτουν την αναγκαία ικανότητα να ασκούν εποπτεία της ασφάλειας σε όλους τους οργανισμούς που λειτουργούν υπό την επίβλεψή τους, όπως επίσης ότι διαθέτουν επαρκείς πόρους για να φέρουν σε πέρας τις δράσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

    2.   Οι αρμόδιες αρχές πραγματοποιούν και επικαιροποιούν, ανά διετία, εκτίμηση του ανθρώπινου δυναμικού που χρειάζεται για την άσκηση των οικείων εποπτικών καθηκόντων ασφάλειας, με βάση ανάλυση των διαδικασιών που απαιτούνται από τον παρόντα κανονισμό και της εφαρμογής τους.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν ότι όλα τα πρόσωπα που μετέχουν σε δραστηριότητες εποπτείας της ασφάλειας είναι σε θέση να φέρουν σε πέρας τα απαιτούμενα καθήκοντα. Εν προκειμένω:

    α)

    καθορίζουν και τεκμηριώνουν την εκπαίδευση, την επιμόρφωση, τις τεχνικές και τις επιχειρησιακές γνώσεις, την πείρα και τα προσόντα που σχετίζονται με τα καθήκοντα κάθε θέσης εργασίας ενταγμένης σε δραστηριότητες εποπτείας της ασφάλειας στο εσωτερικό της οργανωτικής τους δομής·

    β)

    εξασφαλίζουν ειδική επιμόρφωση για όσους μετέχουν σε δραστηριότητες εποπτείας της ασφάλειας στο εσωτερικό της οργανωτικής δομής τους·

    γ)

    εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό που έχει διορισθεί για να διεξάγει ρυθμιστικούς ελέγχους ασφάλειας, καθώς και το ελεγκτικό προσωπικό ειδικευμένων φορέων, πληροί τα κριτήρια ειδικών προσόντων που έχει ορίσει η αρμόδια αρχή. Τα κριτήρια αφορούν:

    i)

    τις γνώσεις και την κατανόηση των απαιτήσεων που συνδέονται με την παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας, ATFM και ASM και με άλλες λειτουργίες δικτύου, για τις οποίες είναι δυνατόν να διεξάγονται ρυθμιστικοί έλεγχοι ασφάλειας·

    ii)

    τη χρήση των τεχνικών εκτίμησης·

    iii)

    τα προσόντα που απαιτούνται για τη διαχείριση ελέγχου·

    iv)

    την απόδειξη της επαγγελματικής επάρκειας των ελεγκτών με αξιολόγησή τους ή με άλλο αποδεκτό μέσο.

    Άρθρο 13

    Οδηγίες ασφάλειας

    1.   Οι αρμόδιες αρχές εκδίδουν οδηγία ασφάλειας εφόσον διαπιστώσουν ότι ορισμένο λειτουργικό σύστημα βρίσκεται σε επισφαλή κατάσταση, η οποία απαιτεί την άμεση ανάληψη μέτρων.

    2.   Οι οδηγίες ασφάλειας διαβιβάζονται στους ενδιαφερόμενους οργανισμούς και περιέχουν τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

    α)

    προσδιορισμό της επισφαλούς κατάστασης·

    β)

    ταυτοποίηση του προσβληθέντος λειτουργικού συστήματος·

    γ)

    τις απαιτούμενες ενέργειες και την αιτιολόγησή τους·

    δ)

    την προθεσμία συμμόρφωσης των απαιτούμενων ενεργειών προς την οδηγία ασφάλειας·

    ε)

    την ημερομηνία έναρξης ισχύος.

    3.   Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν αντίγραφο της οδηγίας ασφάλειας στον Οργανισμό και κάθε άλλη ενδιαφερόμενη αρμόδια αρχή, και ιδίως σε εκείνες που μετέχουν στην εποπτεία της ασφάλειας του λειτουργικού συστήματος, και στην Επιτροπή.

    4.   Οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν τη συμμόρφωση προς τις εφαρμοστέες οδηγίες ασφάλειας.

    Άρθρο 14

    Αρχεία εποπτείας της ασφάλειας

    Οι αρμόδιες αρχές τηρούν ενδεδειγμένα αρχεία και διατηρούν την πρόσβαση σε αυτά για τις οικείες διαδικασίες εποπτείας της ασφάλειας, καθώς και τις εκθέσεις όλων των ρυθμιστικών ελέγχων ασφάλειας και άλλων σχετικών με την ασφάλεια εκθέσεων που αφορούν πιστοποιητικά, διορισμούς, εποπτεία της ασφάλειας αλλαγών, οδηγίες ασφάλειας και προσφυγή σε ειδικευμένους φορείς.

    Άρθρο 15

    Έκθεση αναφοράς για την εποπτεία της ασφάλειας

    1.   Οι αρμόδιες αρχές συντάσσουν ετησίως έκθεση για την εποπτεία της ασφάλειας με αντικείμενο τα μέτρα που λαμβάνονται βάσει του παρόντος κανονισμού. Η ετήσια έκθεση για την εποπτεία περιέχει επίσης πληροφορίες για τα εξής:

    α)

    την οργανωτική δομή και τις διαδικασίες της αρμόδια αρχής·

    β)

    τον εναέριο χώρο που εμπίπτει στη δικαιοδοσία των κρατών μελών που ίδρυσαν ή διόρισαν την αρμόδια αρχή και, ενδεχομένως, τους οργανισμούς που υπάγονται στην επίβλεψη της εν λόγω αρμόδιας αρχής·

    γ)

    τους ειδικευμένους φορείς στους οποίους έχει ανατεθεί η διεξαγωγή ρυθμιστικών ελέγχων ασφάλειας·

    δ)

    το επίπεδο των πόρων της αρμόδιας αρχής·

    ε)

    τυχόν θέματα ασφάλειας που διαπιστώθηκαν από τις διαδικασίες εποπτείας της ασφάλειας της αρμόδιας αρχής.

    2.   Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τις εκθέσεις των οικείων αρμοδίων αρχών για την υποβολή των ετήσιων εκθέσεών τους προς την Επιτροπή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 549/2004.

    Η ετήσια έκθεση για την εποπτεία της ασφάλειας είναι στη διάθεση των ενδιαφερομένων κρατών μελών, στην περίπτωση λειτουργικών τμημάτων εναερίου χώρου, και στη διάθεση του Οργανισμού στην περίπτωση προγραμμάτων ή δραστηριοτήτων διεξαγόμενων με βάση συμφωνημένες διεθνείς ρυθμίσεις για την παρακολούθηση ή τον έλεγχο της άσκησης της εποπτείας της ασφάλειας στην παροχή υπηρεσιών αεροναυτιλίας, ATFM, ASM και άλλων λειτουργιών δικτύου.

    Άρθρο 16

    Ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμοδίων αρχών

    Οι αρμόδιες αρχές προβαίνουν σε ρυθμίσεις για τη μεταξύ τους στενή συνεργασία σύμφωνα με τα άρθρα 10 και 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 216/2008 και με το άρθρο 2 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 550/2004 και ανταλλάσσουν κάθε πληροφορία χρήσιμη για την εξασφάλιση εποπτείας της ασφάλειας όλων των οργανισμών που παρέχουν υπηρεσίες ή εκτελούν καθήκοντα διασυνοριακού χαρακτήρα.

    Άρθρο 17

    Μεταβατικές διατάξεις

    1.   Η διαχείριση μέτρων που έχουν ληφθεί πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού με βάση τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1315/2007 πραγματοποιείται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    2.   Η αρχή κράτους μέλους, η οποία είχε την ευθύνη εποπτείας της ασφάλειας οργανισμών για τους οποίους αρμόδια αρχή είναι ο Οργανισμός σύμφωνα με το άρθρο 3, μεταβιβάζει το καθήκον της εποπτείας της ασφάλειας αυτών των οργανισμών στον Οργανισμό 12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, εξαιρουμένης της περίπτωσης εποπτείας της ασφάλειας του διαχειριστή δικτύου όπου η, ενδεχόμενη, μεταβίβαση στην Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Οργανισμό, πραγματοποιείται την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

    Άρθρο 18

    Κατάργηση

    Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1315/2007 καταργείται.

    Άρθρο 19

    Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 691/2010

    Στο σημείο 1.1 του παραρτήματος IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 691/2010, το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ε)

    εκθέσεις των εθνικών εποπτικών αρχών όπως προβλέπεται στα άρθρα 7, 8 και 14 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1034/2011 (10), καθώς και εκθέσεις των εθνικών εποπτικών αρχών για την αντιμετώπιση των διαπιστωνόμενων ελλείψεων, για τις οποίες εφαρμόζονται σχέδια διορθωτικών μέτρων·

    Άρθρο 20

    Έναρξη ισχύος

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 17 Οκτωβρίου 2011.

    Για την Επιτροπή

    Ο Πρόεδρος

    José Manuel BARROSO


    (1)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 10.

    (2)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 20.

    (3)  ΕΕ L 79 της 19.3.2008, σ. 1.

    (4)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 1.

    (5)  ΕΕ L 291 της 9.11.2007, σ. 16.

    (6)  ΕΕ L 96 της 31.3.2004, σ. 26.

    (7)  ΕΕ L 185 της 15.7.2011, σ. 1.

    (8)  Βλέπε σελίδα 23 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

    (9)  ΕΕ L 201 της 3.8.2010, σ. 1.

    (10)  ΕΕ L 271 της 18.10.2011, σ. 15.».


    Top