Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009R0160

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 160/2009 του Συμβουλίου, της 23ης Φεβρουαρίου 2009 , για την τροποποίηση του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    ΕΕ L 55 της 27.2.2009, p. 1–8 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

    Legal status of the document In force

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2009/160/oj

    27.2.2009   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 55/1


    ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 160/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 23ης Φεβρουαρίου 2009

    για την τροποποίηση του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

    ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 283,

    το πρωτόκολλο περί των προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, και ιδίως το άρθρο 13,

    την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή ύστερα από διαβούλευση με την επιτροπή κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης,

    τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

    τη γνώμη του Δικαστηρίου,

    τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    Σύμφωνα με το άρθρο 21 της απόφασης 2005/684/ΕΚ, Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, για τη θέσπιση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2), οι βουλευτές δικαιούνται υποστήριξης από προσωπικούς συνεργάτες τους οποίους επιλέγουν ελεύθερα.

    (2)

    Επί του παρόντος, οι βουλευτές απασχολούν απευθείας όλους τους συνεργάτες τους βάσει συμβάσεων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο, ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τους επιστρέφει τα πραγματοποιηθέντα έξοδα εντός ενός ανώτατου ορίου.

    (3)

    Στις 9 Ιουλίου 2008 το προεδρείο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ενέκρινε τα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Σύμφωνα με το άρθρο 34 των εν λόγω μέτρων εφαρμογής, οι βουλευτές απασχολούν:

    α)

    «διαπιστευμένους κοινοβουλευτικούς βοηθούς» που εργάζονται σε έναν από τους τρεις τόπους εργασίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου υπό τους ειδικούς νομικούς διακανονισμούς που θεσπίζονται βάσει του άρθρου 283 της συνθήκης, και των οποίων τις συμβάσεις συνάπτει και διαχειρίζεται απευθείας το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και

    β)

    φυσικά πρόσωπα που επικουρούν τους βουλευτές στα κράτη μέλη όπου εκλέγονται και τα οποία έχουν συνάψει σύμβαση εργασίας ή παροχής υπηρεσιών με τους συγκεκριμένους βουλευτές σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία και τους όρους που προβλέπουν τα προαναφερθέντα μέτρα εφαρμογής, εφεξής «τοπικοί βοηθοί».

    (4)

    Σε αντίθεση με αυτούς τους τοπικούς βοηθούς, οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί ζουν κατά κανόνα στο εξωτερικό. Εργάζονται στους χώρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε ένα ευρωπαϊκό πολυγλωσσικό και πολυπολιτισμικό περιβάλλον και αναλαμβάνουν καθήκοντα που συνδέονται άμεσα με τις εργασίες που διεξάγονται από έναν ή περισσότερους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την άσκηση των σχετικών καθηκόντων τους.

    (5)

    Για τους λόγους αυτούς, και προκειμένου να κατοχυρωθούν μέσω κοινών κανόνων η διαφάνεια και η ασφάλεια δικαίου, θα ήταν σκόπιμο να προβλεφθεί ότι οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί απασχολούνται βάσει σύμβασης που συνάπτεται απευθείας με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι τοπικοί βοηθοί αντιθέτως, συμπεριλαμβανομένων των ατόμων που εργάζονται για βουλευτές που εκλέγονται σε ένα από τα κράτη μέλη στα οποία βρίσκονται οι τρεις χώροι εργασίας του Κοινοβουλίου, θα πρέπει να συνεχίσουν να απασχολούνται, σύμφωνα με τα μέτρα εφαρμογής του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, από τους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δυνάμει συμβάσεων συναπτομένων βάσει του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου στο κράτος μέλος της εκλογής τους.

    (6)

    Είναι επομένως σκόπιμο οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί να υπόκεινται στο καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, που καθορίζεται με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (3), κατά τρόπον ώστε να λαμβάνονται υπόψη η ιδιαιτερότητα της κατάστασής τους, οι ειδικές εργασίες που καλούνται να εκτελέσουν και τα ειδικά καθήκοντα και υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν έναντι του βουλευτή ή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τους οποίους καλούνται να εργαστούν.

    (7)

    Η εισαγωγή της ειδικής αυτής κατηγορίας υπαλλήλων δεν επηρεάζει το άρθρο 29 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που καθορίστηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68, εφεξής «κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης», στο οποίο προβλέπεται ότι στους εσωτερικούς διαγωνισμούς έχουν πρόσβαση μόνον οι υπάλληλοι και το προσωπικό με σύμβαση περιορισμένου χρόνου, και καμιά διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παρέχει στους διαπιστευμένους κοινοβουλευτικούς βοηθούς προνομιακή ή άμεση πρόσβαση σε θέσεις μονίμων υπαλλήλων ή άλλων κατηγοριών προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή σε εσωτερικούς διαγωνισμούς για τέτοιες θέσεις.

    (8)

    Όπως συμβαίνει και με τους συμβασιούχους, τα άρθρα 27 έως 34 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης δεν εφαρμόζονται στους διαπιστευμένους κοινοβουλευτικούς βοηθούς.

    (9)

    Οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί θα πρέπει συνεπώς να αποτελούν κατηγορία λοιπού προσωπικού για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ειδικότερα ενόψει του γεγονότος ότι επικουρούν άμεσα έναν ή περισσότερους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην εκτέλεση των κοινοβουλευτικών καθηκόντων τους, υπό τις οδηγίες και την επίβλεψη του συγκεκριμένου βουλευτή ή των συγκεκριμένων βουλευτών και με σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης.

    (10)

    Ως εκ τούτου, καθίσταται αναγκαία μια τροποποίηση του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, προκειμένου να συμπεριληφθεί η εν λόγω νέα κατηγορία λοιπού προσωπικού, λαμβανομένων υπόψη, αφενός της ιδιαίτερης φύσης των καθηκόντων, της εργασίας και των ευθυνών των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών, που έχουν καθοριστεί κατά τρόπο ώστε οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί να μπορούν να επικουρούν άμεσα τους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα κοινοβουλευτικά καθήκοντά τους υπό τις οδηγίες και την επίβλεψή τους, και, αφετέρου, της συμβατικής σχέσης μεταξύ των εν λόγω διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    (11)

    Στις περιπτώσεις όπου εφαρμόζονται στους διαπιστευμένους κοινοβουλευτικούς βοηθούς οι διατάξεις του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων άμεσα ή κατ’ αναλογία, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι εν λόγω παράγοντες, όσον αφορά όλως ιδιαιτέρως την αμοιβαία εμπιστοσύνη η οποία πρέπει να χαρακτηρίζει την επαγγελματική σχέση μεταξύ των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών και του βουλευτή ή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που επικουρούν.

    (12)

    Λαμβανομένης υπόψη της φύσης των καθηκόντων των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών, ενδείκνυται να προβλεφθεί μία και μόνη κατηγορία διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών, κατανεμόμενη ωστόσο σε διάφορους βαθμούς οι οποίοι πρέπει να απονέμονται στους βοηθούς αυτούς από τους ενδιαφερόμενους βουλευτές, βάσει συγκεκριμένων μέτρων εφαρμογής τα οποία θα θεσπιστούν με εσωτερική απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

    (13)

    Οι συμβάσεις των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών που συνάπτονται μεταξύ αυτών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου βασίζονται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ του διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού και του βουλευτή ή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που αυτός επικουρεί. Η διάρκεια των συμβάσεων αυτών θα πρέπει να συνδέεται άμεσα με τη διάρκεια της εντολής του ενδιαφερόμενου βουλευτή ή των ενδιαφερόμενων βουλευτών.

    (14)

    Οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί θα πρέπει να έχουν δικαίωμα καταστατικής εκπροσώπησης εκτός του συστήματος που προβλέπεται για τους μόνιμους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Οι εκπρόσωποί τους θα πρέπει να ενεργούν ως εκπρόσωποι ενώπιον της αρμοδίας αρχής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, λαμβανομένου υπόψη ότι θα πρέπει να καθιερωθεί επίσημος σύνδεσμος μεταξύ της καταστατικής εκπροσώπησης του προσωπικού και της αυτόνομης εκπροσώπησης των βοηθών.

    (15)

    Ενδείκνυται να τηρηθεί η αρχή της δημοσιονομικής ουδετερότητας όσον αφορά την καθιέρωση της νέας αυτής κατηγορίας υπαλλήλων.

    (16)

    Τα μέτρα εφαρμογής τα οποία καθορίζονται με εσωτερική απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα πρέπει να περιλαμβάνουν περαιτέρω κανόνες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, βάσει της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, όπως ορίζεται στον τίτλο ΙΙ του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (4).

    (17)

    Η έναρξη ισχύος των εν λόγω νέων διατάξεων θα πρέπει να συμπίπτει με την έναρξη ισχύος του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου,

    ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τροποποιείται όπως εμφαίνεται στο παράρτημα.

    Άρθρο 2

    Οι πιστώσεις που εγγράφονται στο τμήμα «Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο» του γενικού προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και προορίζονται ειδικά για την επικουρία των βουλευτών, των οποίων τα ετήσια ποσά θα καθοριστούν στα πλαίσια της ετήσιας διαδικασίας προϋπολογισμού, καλύπτουν όλες τις δαπάνες που συνδέονται άμεσα με τους κοινοβουλευτικούς βοηθούς, είτε είναι διαπιστευμένοι είτε τοπικοί.

    Άρθρο 3

    Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υποβάλλει, το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2011, έκθεση για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ώστε να εξεταστεί η ενδεχόμενη ανάγκη προσαρμογής των κανόνων που ισχύουν για τους κοινοβουλευτικούς βοηθούς.

    Βάσει της εν λόγω έκθεσης, η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει οιαδήποτε πρόταση κρίνει απαραίτητη προς το σκοπό αυτό.

    Άρθρο 4

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα της κοινοβουλευτικής περιόδου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η οποία αρχίζει το 2009.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες, 23 Φεβρουαρίου 2009.

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    A. VONDRA


    (1)  Γνώμη της 16ης Δεκεμβρίου 2008 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

    (2)  ΕΕ L 262 της 7.10.2005, σ. 1.

    (3)  ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1.

    (4)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    Το καθεστώς που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τροποποιείται ως ακολούθως:

    1.

    Στο άρθρο 1, μετά την περίπτωση «— του ειδικού συμβούλου», παρεμβάλλεται η ακόλουθη περίπτωση:

    «—

    του διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού.».

    2.

    Μετά το άρθρο 5 παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

    «Άρθρο 5α

    Για τους σκοπούς του παρόντος καθεστώτος, ως “διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί” νοούνται τα πρόσωπα που επιλέγονται από έναν ή περισσότερους βουλευτές και προσλαμβάνονται με απευθείας σύμβαση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για την άμεση επικουρία, στους χώρους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε έναν από τους τρεις τόπους εργασίας του, ενός ή περισσοτέρων βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στην εκτέλεση των κοινοβουλευτικών καθηκόντων τους, υπό τις οδηγίες και την επίβλεψή τους και με σχέση αμοιβαίας εμπιστοσύνης που απορρέει από την ελευθερία επιλογής, κατά την έννοια του άρθρου 21 της απόφασης 2005/684/ΕΚ, Ευρατόμ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Σεπτεμβρίου 2005, για τη θέσπιση του καθεστώτος των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1).

    3.

    Οι τίτλοι VII και VIII με τα άρθρα 125 έως 127 καθίστανται τίτλοι VIII και ΙΧ με τα άρθρα 140 έως 142. Παρεμβάλλεται ο ακόλουθος νέος τίτλος VΙΙ:

    «ΤΊΤΛΟΣ VΙΙ

    ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΟΙ ΒΟΗΘΟΙ

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

    Γενικές διατάξεις

    Άρθρο 125

    1.   Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεσπίζει, με εσωτερική απόφαση, μέτρα εφαρμογής για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος τίτλου.

    2.   Οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί δεν τοποθετούνται σε θέσεις που περιλαμβάνονται στον πίνακα προσωπικού που προσαρτάται στο σχετικό με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τμήμα του προϋπολογισμού. Οι αποδοχές τους χρηματοδοτούνται από το σχετικό κονδύλιο του προϋπολογισμού και καταβάλλονται από τις πιστώσεις που εγγράφονται στο σχετικό με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τμήμα του προϋπολογισμού.

    Άρθρο 126

    1.   Οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί κατατάσσονται κατά βαθμό τον οποίο υποδεικνύουν ο βουλευτής ή οι βουλευτές που θα επικουρήσει ο βοηθός, σύμφωνα με τα μέτρα εφαρμογής που προβλέπονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1. Για την κατάταξη στους βαθμούς 14-19, βάσει του άρθρου 133, οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί πρέπει να διαθέτουν τουλάχιστον πανεπιστημιακό πτυχίο ή ισότιμη επαγγελματική πείρα.

    2.   Το άρθρο 1ε του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης όσον αφορά τα μέτρα κοινωνικού χαρακτήρα και τις συνθήκες εργασίας εφαρμόζεται κατ’ αναλογία, με την προϋπόθεση ότι τα μέτρα αυτά είναι συμβατά με την ιδιαίτερη φύση των καθηκόντων και των ευθυνών που αναλαμβάνουν οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί.

    Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 7, οι ρυθμίσεις σχετικά με την αυτόνομη εκπροσώπηση των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών καθορίζονται με τα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1, λαμβανομένου υπόψη ότι πρέπει να καθιερωθεί επίσημος σύνδεσμος μεταξύ της καταστατικής εκπροσώπησης του προσωπικού και της αυτόνομης εκπροσώπησης των βοηθών.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

    Δικαιώματα και υποχρεώσεις

    Άρθρο 127

    Τα άρθρα 11 έως 26α του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης εφαρμόζονται κατ’ αναλογία. Λαμβανομένων αυστηρά υπόψη, ιδίως, της ιδιαίτερης φύσης της εργασίας και των καθηκόντων των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών, και της αμοιβαίας εμπιστοσύνης που πρέπει να χαρακτηρίζει την επαγγελματική σχέση μεταξύ αυτών και του βουλευτή ή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που επικουρούν, τα σχετικά μέτρα εφαρμογής, που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 125 παράγραφος 1, συνεκτιμούν την ιδιομορφία της επαγγελματικής σχέσης μεταξύ βουλευτή και διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

    Όροι πρόσληψης

    Άρθρο 128

    1.   Το άρθρο 1δ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης εφαρμόζεται κατ’ αναλογία, λαμβανομένης υπ’ όψη της σχέσης αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ του βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του κοινοβουλευτικού βοηθού ή των κοινοβουλευτικών βοηθών του· εννοείται ότι οι βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορούν να βασίζουν την επιλογή των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών τους και σε πολιτική συνάφεια.

    2.   Ο διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός επιλέγεται από το βουλευτή (ή τους βουλευτές) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που θα αναλάβει να επικουρεί. Με την επιφύλαξη πρόσθετων κριτηρίων τα οποία μπορούν να καθοριστούν στα μέτρα εφαρμογής που προβλέπονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1, κοινοβουλευτικός βοηθός μπορεί να προσληφθεί εφόσον:

    α)

    είναι υπήκοος ενός από τα κράτη μέλη των Κοινοτήτων, εκτός εάν εγκριθεί παρέκκλιση από την αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο, και απολαύει των πολιτικών του δικαιωμάτων·

    β)

    έχει τακτοποιηθεί στρατολογικά κατά τη νομοθεσία περί στρατολογίας που εφαρμόζεται στην περίπτωσή του·

    γ)

    παρέχει τα κατάλληλα εχέγγυα ήθους που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του·

    δ)

    πληροί τους όρους υγείας που απαιτούνται για την άσκηση των καθηκόντων του·

    ε)

    διαθέτει εις βάθος γνώση μίας από τις γλώσσες των Κοινοτήτων και ικανοποιητική γνώση μίας άλλης γλώσσας των Κοινοτήτων στο βαθμό που είναι αναγκαίος για την εκτέλεση των καθηκόντων του και

    στ)

    έχει ολοκληρώσει:

    i)

    σπουδές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούνται με δίπλωμα, ή

    ii)

    σπουδές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που πιστοποιούνται με δίπλωμα, το οποίο δίδει δικαίωμα εισόδου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και κατάλληλη επαγγελματική πείρα τουλάχιστον τριών ετών, ή

    iii)

    όταν δικαιολογείται από το συμφέρον της υπηρεσίας, διαθέτει επαγγελματική κατάρτιση ή επαγγελματική πείρα ισοδύναμου επιπέδου.

    Άρθρο 129

    1.   Κάθε διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός παρέχει στην ιατρική υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου αποδείξεις για την καλή κατάσταση της υγείας του, ώστε να δοθεί η δυνατότητα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να εξακριβώσει αν ο κοινοβουλευτικός βοηθός πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 128 παράγραφος 2 στοιχείο δ).

    2.   Εάν η ιατρική εξέταση που προβλέπεται στην παράγραφο 1 καταλήξει σε αρνητική ιατρική γνώμη, ο υποψήφιος μπορεί να ζητήσει, εντός είκοσι ημερών από την κοινοποίησή της εκ μέρους του οργάνου, να παραπεμφθεί η περίπτωσή του για γνωμοδότηση σε ιατρική επιτροπή αποτελούμενη από τρεις ιατρούς τους οποίους επιλέγει η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο, μεταξύ των ιατρών-συμβούλων των οργάνων. Ο ιατρός σύμβουλος που διατύπωσε την πρώτη αρνητική γνώμη εκθέτει τις απόψεις του ενώπιον της ιατρικής επιτροπής. Ο υποψήφιος μπορεί να διαβιβάσει στην επιτροπή τη γνώμη ιατρού της επιλογής του. Εάν η γνώμη της ιατρικής επιτροπής επιβεβαιώσει τα συμπεράσματα της ιατρικής εξέτασης που προβλέπεται στην παράγραφο 1, οι αμοιβές και τα συναφή έξοδα βαρύνουν κατά το ήμισυ τον υποψήφιο.

    Άρθρο 130

    1.   Η σύμβαση των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών είναι σύμβαση ορισμένου χρόνου και πρέπει να καθορίζει το βαθμό στον οποίο κατατάσσεται ο βοηθός. Δεν επιτρέπονται περισσότερες από δύο παρατάσεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου κατά τη διάρκεια μίας κοινοβουλευτικής περιόδου. Αν δεν ορίζεται διαφορετικά στην ίδια τη σύμβαση και με την επιφύλαξη του άρθρου 139 παράγραφος 1 στοιχείο γ), η σύμβαση τερματίζεται στο τέλος της κοινοβουλευτικής περιόδου κατά την οποία συνήφθη.

    2.   Στα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1 καθορίζεται διαφανές πλαίσιο για τη βαθμολογική κατάταξη, λαμβανομένου υπόψη του άρθρου 128 παράγραφος 2 στοιχείο στ).

    3.   Όταν ο διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός συνάπτει νέα σύμβαση, λαμβάνεται νέα απόφαση για τη βαθμολογική του κατάταξη.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

    Όροι εργασίας

    Άρθρο 131

    1.   Οι διαπιστευμένοι κοινοβουλευτικοί βοηθοί προσλαμβάνονται είτε για πλήρη είτε για μερική απασχόληση.

    2.   Ο βουλευτής καθορίζει την εβδομαδιαία διάρκεια της εργασίας του βοηθού, η οποία ωστόσο δεν μπορεί υπό κανονικές συνθήκες να υπερβαίνει τις 42 ώρες.

    3.   Ο διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός δεν μπορεί να υποχρεωθεί σε υπερωριακή εργασία, εκτός περιπτώσεων επείγοντος ή περιπτώσεων έκτακτου φόρτου εργασίας. Το άρθρο 56 πρώτο εδάφιο του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης εφαρμόζεται κατ’ αναλογία. Στα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1 είναι δυνατόν να καθορίζονται σχετικοί κανόνες.

    4.   Εντούτοις, η υπερωριακή εργασία των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών δεν θεμελιώνει δικαίωμα αντιστάθμισης ή αμοιβής.

    5.   Τα άρθρα 42α και 42β, 55α και 57 έως 61 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης σχετικά με τις άδειες, τη διάρκεια της εργασίας και τις αργίες, καθώς επίσης το άρθρο 16 παράγραφοι 2 έως 4 και το άρθρο 18 του παρόντος καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία. Η ειδική άδεια, η γονική άδεια και η άδεια για οικογενειακούς λόγους δεν μπορούν να παραταθούν πέραν της λήξης της σύμβασης.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

    Αποδοχές και επιστροφές εξόδων

    Άρθρο 132

    Με την επιφύλαξη αντίθετων διατάξεων των άρθρων 133 και 134, το άρθρο 19, το άρθρο 20 παράγραφοι 1 έως 3 και το άρθρο 21 του παρόντος καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, καθώς και το άρθρο 16 του παραρτήματος VII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης (αποδοχές και επιστροφές εξόδων) εφαρμόζονται κατ’ αναλογία. Οι κανόνες σχετικά με την επιστροφή των εξόδων αποστολής καθορίζονται στα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1.

    Άρθρο 133

    Η κλίμακα των βασικών μισθών καθορίζεται σύμφωνα με τον ακόλουθο πίνακα:

    Βαθμός

    1

    2

    3

    4

    5

    6

    7

    Βασικός μισθός πλήρους απασχόλησης

    1 619,17

    1 886,33

    2 045,18

    2 217,41

    2 404,14

    2 606,59

    2 826,09

    Βαθμός

    8

    9

    10

    11

    12

    13

    14

    Βασικός μισθός πλήρους απασχόλησης

    3 064,08

    3 322,11

    3 601,87

    3 905,18

    4 234,04

    4 590,59

    4 977,17

    Βαθμός

    15

    16

    17

    18

    19

     

     

    Βασικός μισθός πλήρους απασχόλησης

    5 396,30

    5 850,73

    6 343,42

    6 877,61

    7 456,78

     

     

    Άρθρο 134

    Κατά παρέκκλιση από το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 4 παράγραφος 1 του παραρτήματος VII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης, το επίδομα αποδημίας δεν μπορεί να είναι κατώτερο των 350 ευρώ.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

    Παροχές κοινωνικής ασφάλισης

    Άρθρο 135

    Με την επιφύλαξη αντίθετων διατάξεων του άρθρου 136, τα άρθρα 95 έως 115 (κοινωνική ασφάλιση) εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.

    Άρθρο 136

    1.   Κατά παρέκκλιση από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 96, και με την επιφύλαξη των λοιπών διατάξεών του, τα ποσά που υπολογίζονται βάσει της εν λόγω διάταξης δεν μπορούν να είναι κατώτερα από 850 ευρώ ούτε υψηλότερα από 2 000 ευρώ.

    2.   Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 77 και 80 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και από τα άρθρα 101 και 105 του παρόντος καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, τα κατώτατα ποσά που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό των συντάξεων και των επιδομάτων αναπηρίας αντιστοιχούν στον βασικό μισθό διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού που έχει καταταχθεί στο βαθμό 1.

    3.   Το άρθρο 112 εφαρμόζεται μόνο σε όσες συμβάσεις συνάπτονται για περίοδο που δεν υπερβαίνει το ένα έτος.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

    Επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων

    Άρθρο 137

    Εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του άρθρου 85 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης σχετικά με την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

    Προσφυγές

    Άρθρο 138

    Οι διατάξεις του τίτλου VII του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης περί προσφυγών εφαρμόζονται κατ’ αναλογία. Συμπληρωματικοί κανόνες για τις εσωτερικές διαδικασίες μπορούν να καθοριστούν στα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1.

    ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9

    Λύση της υπαλληλικής σχέσης

    Άρθρο 139

    1.   Εκτός από την περίπτωση θανάτου, η υπαλληλική σχέση του διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού λύεται:

    α)

    κατά την ημερομηνία που καθορίζεται στη σύμβαση, όπως προβλέπεται στο άρθρο 130 παράγραφος 1·

    β)

    στο τέλος του μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου ο διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός συμπληρώνει το 65ο έτος της ηλικίας του·

    γ)

    σε περίπτωση βοηθού που προσλαμβάνεται για να επικουρήσει έναν μόνο βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 2, στο τέλος του μήνα κατά τη διάρκεια του οποίου λήγει η θητεία του βουλευτή, ασχέτως εάν η λήξη της θητείας οφείλεται σε θάνατο, παραίτηση ή οποιονδήποτε άλλο λόγο·

    δ)

    δεδομένου ότι η εμπιστοσύνη αποτελεί τη βάση της επαγγελματικής σχέσης μεταξύ του βουλευτή και του διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού του, στο τέλος της προθεσμίας καταγγελίας που καθορίζεται στη σύμβαση και παρέχει στον διαπιστευμένο κοινοβουλευτικό βοηθό ή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που ενεργεί κατ’ αίτηση του βουλευτή ή των βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου προς επικουρία των οποίων προσελήφθη ο διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός, το δικαίωμα να λύσει τη σύμβαση πριν από τη λήξη της. Η προθεσμία καταγγελίας δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα μήνα ανά έτος υπηρεσίας, με ελάχιστο όριο τον ένα μήνα και ανώτατο όριο τους τρεις μήνες. Πάντως, η προθεσμία καταγγελίας δεν μπορεί να αρχίσει κατά τη διάρκεια άδειας μητρότητας ή αναρρωτικής άδειας, εφόσον αυτή η αναρρωτική άδεια δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Εξάλλου, κατά τη διάρκεια άδειας μητρότητας ή αναρρωτικής άδειας, η προθεσμία αναστέλλεται, τηρουμένων πάντοτε των ανωτέρω ορίων·

    ε)

    στην περίπτωση που ο διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός παύσει να πληροί τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 128 παράγραφος 2 στοιχείο α), με την επιφύλαξη της έγκρισης παρέκκλισης σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη. Σε περίπτωση που δεν εγκριθεί η παρέκκλιση αυτή, ισχύει η προθεσμία καταγγελίας που προβλέπεται στο στοιχείο δ).

    2.   Όταν η σύμβαση λήγει σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ), ο διαπιστευμένος κοινοβουλευτικός βοηθός δικαιούται αποζημίωση ίση με ένα τρίτο του βασικού μισθού του για την περίοδο ανάμεσα στην ημερομηνία τερματισμού των καθηκόντων του και την ημερομηνία λήξης της σύμβασής του, αλλά με την επιφύλαξη ανώτατου ορίου τριών μηνών βασικού μισθού.

    3.   Με την επιφύλαξη των άρθρων 48 και 50 τα οποία εφαρμόζονται κατ’ αναλογία, η σύμβαση του διαπιστευμένου κοινοβουλευτικού βοηθού λύεται χωρίς προειδοποίηση σε περίπτωση σοβαρής αθέτησης των καθηκόντων του είτε εκ προθέσεως είτε εξ αμελείας. Η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 6 πρώτο εδάφιο, λαμβάνει αιτιολογημένη απόφαση, αφού προηγουμένως παρασχεθεί στον ενδιαφερόμενο η δυνατότητα να υπερασπίσει τον εαυτό του.

    Στα μέτρα εφαρμογής που αναφέρονται στο άρθρο 125 παράγραφος 1, πρέπει να περιληφθούν ειδικές διατάξεις για την πειθαρχική διαδικασία.

    4.   Οι περίοδοι απασχόλησης των διαπιστευμένων κοινοβουλευτικών βοηθών δεν θεωρείται ότι συνιστούν “χρόνο προϋπηρεσίας” για τους σκοπούς του άρθρου 29 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης.».

    4.

    Στο άρθρο 126, η φράση «Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 127» γίνεται «Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 142».


    (1)  ΕΕ L 262 της 7.10.2005, σ. 1.».


    Top