Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32006D0789

2006/789/ΕΚ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 13ης Νοεμβρίου 2006 , περί των διαδικασιών διαβουλεύσεως και πληροφορήσεως στους τομείς της ασφαλίσεως πιστώσεων, των εγγυήσεων και των χρηματοδοτικών πιστώσεων (Κωδικοποιημένη έκδοση)

ΕΕ L 319 της 18.11.2006, p. 37–45 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)
ΕΕ L 200M της 1.8.2007, p. 168–176 (MT)

Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (BG, RO, HR)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2006/789/oj

18.11.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 319/37


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Νοεμβρίου 2006

περί των διαδικασιών διαβουλεύσεως και πληροφορήσεως στους τομείς της ασφαλίσεως πιστώσεων, των εγγυήσεων και των χρηματοδοτικών πιστώσεων

(Κωδικοποιημένη έκδοση)

(2006/789/ΕΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 133,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

H απόφαση 73/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Δεκεμβρίου 1973, περί των διαδικασιών διαβουλεύσεως και πληροφορήσεως στους τομείς της ασφαλίσεως πιστώσεων, των εγγυήσεων και των χρηματοδοτικών πιστώσεων (3) έχει τροποποιηθεί ουσιαστικά (4). Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω απόφασης.

(2)

Με την απόφασή του της 27ης Σεπτεμβρίου 1960 (5), το Συμβούλιο συνέστησε ομάδα συντονισμού της πολιτικής της ασφαλίσεως πιστώσεων, των εγγυήσεων και των χρηματοδοτικών πιστώσεων.

(3)

Θα πρέπει να προβλεφθούν διαδικασίες διαβούλευσης και πληροφόρησης στους τομείς της ασφαλίσεως πιστώσεων, των εγγυήσεων και των χρηματοδοτικών πιστώσεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η παρούσα απόφαση αφορά τις διαδικασίες διαβουλεύσεως και πληροφορήσεως στους τομείς της ασφαλίσεως πιστώσεων, των εγγυήσεων και των χρηματοδοτικών πιστώσεων.

ΤΙΤΛΟΣ I

ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΤΜΗΜΑ I

Πεδίο εφαρμογής

Άρθρο 2

1.   Συντρέχει λόγος διαβουλεύσεως σύμφωνα με τη διαδικασία του τμήματος II, όταν σχεδιάζεται –από το κράτος, από οιοδήποτε άλλο δημόσιο οργανισμό ή οργανισμό ασφαλίσεως πιστώσεων ή χρηματοδοτήσεως που εξαρτάται από το κράτος ή άλλο δημόσιο φορέα– η χορήγηση ή η ολική ή μερική εγγύηση εξωτερικών πιστώσεων:

α)

που συνδέονται με εξαγωγές αγαθών ή υπηρεσιών·

β)

που παρεκκλίνουν των κανόνων που έχουν διατυπωθεί στο παράρτημα I ή που θα απεμακρύνοντο από οιονδήποτε άλλο κανόνα που υιοθετείται από τα κράτη μέλη.

2.   Η διαδικασία διαβουλεύσεως εφαρμόζεται:

α)

είτε πρόκειται περί πιστώσεων προμηθευτών είτε περί χρηματοδοτικών πιστώσεων·

β)

εφόσον οι πιστώσεις αυτές αποτελούν αντικείμενο ατομικών συμβάσεων ή συνολικών πλαισίων πιστώσεων που έχουν ορισθεί στο άρθρο 3·

γ)

είτε οι πιστώσεις είναι καθαρά ιδιωτικές, είτε μερικώς ή συνολικώς δημόσιες.

3.   Οι μεικτές πιστώσεις που συνενώνουν δημόσια και ιδιωτικά κεφάλαια, όπως και τα συνολικά πλαίσια ιδιωτικών πιστώσεων που συνοδεύονται από επιδοτήσεις επιτοκίων σε δημόσια κεφάλαια θεωρούνται, για την εφαρμογή της διαδικασίας διαβούλευσης, σαν δημόσιες πιστώσεις.

Άρθρο 3

1.   Ως «συνολικό πλαίσιο πιστώσεων» νοείται κάθε συμφωνία ή κάθε δήλωση, υπό οποιανδήποτε μορφή, βάσει των οποίων η πρόθεση εγγυήσεως πιστώσεων προμηθευτών ή χρηματοδοτικών πιστώσεων ή χορηγήσεως χρηματοδοτικών πιστώσεων, εντός των καθοριζομένων ή καθοριστέων ανωτάτων ορίων και προς όφελος συνόλου πράξεων, γνωστοποιείται σε τρίτο κράτος ή σε εξαγωγείς ή σε χρηματοδοτικούς οργανισμούς.

Η διαδικασία διαβουλεύσεως εφαρμόζεται σε αυτά τα συνολικά πλαίσια πιστώσεων, ακόμη και εάν δεν έχει καθορισθεί η φύση των πράξεων και εάν ουδεμία τυπική υποχρέωση έχει αναληφθεί, με την επιφύλαξη του δικαιώματος αποφάσεως για κάθε ατομική σύμβαση.

2.   Εάν, κατά τη διάρκεια της διαβουλεύσεως για την χορήγηση συνολικού πλαισίου πιστώσεων –δημοσίας ή ιδιωτικής φύσεως– κράτος μέλος ή η Επιτροπή ζητεί την έναρξη προφορικής διαβουλεύσεως και εάν, κατά τη διάρκεια αυτής της τελευταίας διαβουλεύσεως, επτά κράτη μέλη ζητούν για όλες τις ατομικές συμβάσεις ή ορισμένες από αυτές που θα υπολογισθούν σ’ αυτό το πλαίσιο, να αποτελέσουν αντικείμενο προηγουμένων διαβουλεύσεων, η διαβούλευση εφαρμόζεται σε τέτοιες συμβάσεις.

3.   Το κράτος μέλος που χορήγησε συνολικό πλαίσιο πιστώσεων κοινοποιεί εκ των υστέρων κάθε έξι μήνες την κατάσταση χρησιμοποιήσεώς του.

ΤΜΗΜΑ II

Διαδικασία

Άρθρο 4

Εάν πρόκειται για ατομική σύμβαση, το κράτος μέλος που αναλαμβάνει τη διαβούλευση ανακοινώνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το κράτος προορισμού·

β)

τον τόπο της πράξεως ή, ελλείψει αυτού, ένδειξη της εταιρικής έδρας του συμβαλλομένου στο κράτος προορισμού·

γ)

τα χαρακτηριστικά της πράξεως:

i)

φύση της πράξεως: τύπος του υλικού και, κατά προσέγγιση, αριθμός των μονάδων που πρέπει να παραδοθούν,

ii)

τάξη μεγέθους σε συνάρτηση με την κλίμακα που αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ,

iii)

δημόσια ή ιδιωτική ιδιότητα των αγοραστών και των ενδεχομένων εγγυητών,

iv)

εάν πρόκειται για πράξη που αποτελεί αντικείμενο διεθνούς προσκλήσεως για υποβολή προσφορών: τελευταία προθεσμία που έχει ορισθεί για την κατάθεση των προσφορών·

δ)

τους κύριους όρους των πιστώσεων που ζητήθησαν από τον ενδεχόμενο δικαιούχο·

ε)

τους όρους πιστώσεως που σχεδιάζουν να χορηγήσουν οι αρχές του κράτους εξαγωγής:

i)

το ποσοστό το πληρωτέο επί πιστώσει,

ii)

τη διάρκεια της πιστώσεως και το χρονικό σημείο ενάρξεως της πιστώσεως (παραδείγματος χάριν, κάθε παράδοση, τελευταία παράδοση, έναρξη μεταφοράς),

iii)

τον ρυθμό εξοφλήσεως,

iv)

εάν οι εξοφλήσεις δεν κλιμακώνονται ισόποσα κατά τμήματα, τακτικά κατανεμημένα μεταξύ του σημείου ενάρξεως και της λήξεως της πιστώσεως: τους ακριβείς τρόπους εξοφλήσεως (το ποσοστό κάθε τμήματος και την ακριβή ημερομηνία εξοφλήσεως),

v)

την πραγματική επιδότηση επιτοκίου, όταν παρεκκλίνει από το κοινό δίκαιο· το ύψος του επιτοκίου, εάν η πίστωση επρόκειτο να χορηγηθεί σε δημόσια κεφάλαια,

vi)

τις δαπάνες ασφαλίσεως πιστώσεων εάν παρεκκλίνουν από το κοινό δίκαιο,

vii)

την έκταση και τους όρους κάθε επιδοτήσεως για τοπικές δαπάνες·

στ)

τους ακριβείς λόγους που προβάλλονται για τη μη εφαρμογή των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 ή για την παρέκκλιση από τους κανόνες αυτούς. Εάν υπάρχουν τέτοιοι λόγοι, πρέπει να μνημονεύονται υποχρεωτικά οι ακόλουθες περιστάσεις:

i)

πίστωση βοήθειας,

ii)

ανταγωνισμός τρίτης χώρας (διευκρινίζονται αν επιδοτείται ή όχι),

iii)

πράξη που πρέπει να καταλογισθεί σε συνολικό πλαίσιο πιστώσεων το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο προηγουμένης διαβουλεύσεως.

Άρθρο 5

Εάν πρόκειται για συνολικά πλαίσια πιστώσεων, το κράτος μέλος που αναλαμβάνει τη διαβούλευση ανακοινώνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το κράτος προορισμού·

β)

το ύψος του συνολικού πλαισίου·

γ)

τον προορισμό της πιστώσεως:

i)

κατά το δυνατόν, τον τόπο της πράξεως,

ii)

τον τύπο του υλικού, του οποίου προβλέπεται ενδεχομένως η προμήθεια,

iii)

τη δημόσια ή ιδιωτική ιδιότητα των ενδεχομένων δανειστών και εγγυητών·

δ)

τους όρους των πιστώσεων κατ’ αναλογία προς τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 στοιχείο ε), όπως και τους όρους δυνατότητος επιλογής ατομικών συμβάσεων (παραδείγματος χάριν, τις τελευταίες ημερομηνίες καταλογισμού στο συνολικό πλαίσιο, το ελάχιστο ποσό που έχει ενδεχομένως προβλεφθεί για τις συμβάσεις)·

ε)

τους ακριβείς λόγους που προβάλλονται για τη μη εφαρμογή των κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 ή για την παρέκκλιση από τους κανόνες αυτούς. Εάν υπάρχουν τέτοιοι λόγοι, πρέπει να μνημονεύονται υποχρεωτικά οι ακόλουθες περιστάσεις:

i)

η πίστωση βοήθειας,

ii)

ο ανταγωνισμός τρίτου κράτους (διευκρινίζοντας εάν επιδοτείται ή όχι).

Άρθρο 6

Η διαβίβαση των πληροφοριών πραγματοποιείται τηρώντας την ακόλουθη απαρίθμηση:

α)

ατομικές συμβάσεις: διακριτικό στοιχείο του κράτους μέλους που ζητεί τη διαβούλευση συνοδευόμενο από αύξοντα αριθμό κατ’ έτος· αν η σύμβαση καταλογίζεται σε συνολικό πλαίσιο πιστώσεων, πρέπει να αναφέρεται επίσης η αρίθμηση του συνολικού αυτού πλαισίου·

β)

συνολικά πλαίσια ιδιωτικών πιστώσεων: στοιχείο «X» που συνοδεύεται από τα διακριτικά στοιχεία του κράτους μέλους που ζητεί τη διαβούλευση και από τον αύξοντα αριθμό κάθε έτους·

γ)

δημόσιες ή μεικτές πιστώσεις: στοιχείο «Α» που συνοδεύεται από τα διακριτικά στοιχεία του κράτους μέλους που ζητεί τη διαβούλευση και από τον αύξοντα αριθμό κάθε έτους.

Άρθρο 7

Προκειμένου να καταστεί δυνατός ο συντονισμός σε σύντομο χρονικό διάστημα της στάσεως των κρατών μελών, οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 5 πρέπει να διαβιβάζονται, το ταχύτερο δυνατό, μετά την έναρξη της μελέτης είτε των εγγυήσεων ή των ίδιων των σχεδιαζομένων πιστώσεων είτε κάθε άλλου μέτρου που, κατά την εθνική ρύθμιση ή τις εθνικές διοικητικές συνήθειες, προηγείται της περαιτέρω επεξεργασίας των εγγυήσεων ή των πιστώσεων.

Άρθρο 8

Σε περίπτωση τροποποιήσεως των δεδομένων, τα οποία δικαιολογούν παρέκκλιση από τους κανόνες, ή εάν σχεδιάζονται νέοι ουσιώδεις όροι πιστώσεως που διαφέρουν από εκείνους που υπεδείχθησαν αρχικά από το κράτος μέλος που ζητεί τη διαβούλευση, πρέπει να διενεργείται νέα διαβούλευση με αναθεωρημένη ταξινόμηση.

Εάν, όμως, οι νέοι σχεδιαζόμενοι όροι είναι περιοριστικοί, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος υποχρεούται να προβεί σε άμεση πληροφόρηση με την αρχική ταξινόμηση.

Άρθρο 9

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 5, οι απαντήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 10, καθώς και οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 15, διαβιβάζονται με τηλέτυπο στους ορισθέντες αντιστοίχως από κάθε κράτος μέλος, από την Επιτροπή και τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου, αποδέκτες.

Όλη η σχετική με την διαβούλευση αλληλογραφία αριθμείται, και φέρει ένδειξη του κράτους προορισμού.

Άρθρο 10

1.   Τα κράτη μέλη, καθώς και η Επιτροπή, δύνανται:

α)

να δηλώσουν ότι οι σχεδιαζόμενοι όροι από το κράτος μέλος που ζητεί διαβούλευση χρήζουν παρατηρήσεων·

β)

να απαιτήσουν από το κράτος μέλος που ζήτησε τη διαβούλευση συμπληρωματικές διευκρινίσεις·

γ)

να διατυπώσουν παρατηρήσεις και επιφυλάξεις ή να εκφέρουν δυσμενή γνώμη· δυσμενής γνώμη θεωρείται εκείνη που διατυπώνεται ρητά με τον όρο «δυσμενής γνώμη»·

δ)

να ζητήσουν συνεδρίαση διαβουλεύσεως.

2.   Η συνεδρίαση διαβουλεύσεως γίνεται αυτοδικαίως, εάν η πράξη που υποβάλλεται σε διαβούλευση απετέλεσε αντικείμενο δυσμενών γνωμών από επτά κράτη μέλη.

3.   Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του άρθρου 13, το κράτος μέλος που ζητεί την διαβούλευση υποχρεούται να αναστείλει την απόφασή του μέχρι τη λήξη των προθεσμιών που καθορίζονται στο άρθρο 11 ή, εάν μια συνεδρίαση για διαβούλευση πρέπει να διενεργηθεί αυτοδικαίως δυνάμει της παραγράφου 2, μέχρις ότου πραγματοποιηθεί η συνεδρίαση αυτή.

Άρθρο 11

Η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 πρέπει να πραγματοποιείται σε προθεσμία επτά ημερολογιακών ημερών από την εισαγωγική ανακοίνωση του κράτους μέλους που ζητεί τη διαβούλευση.

Σε περίπτωση αιτήσεων για συμπληρωματικές διευκρινίσεις που απευθύνονται στο κράτος μέλος που ζητεί τη διαβούλευση, το βραδύτερο κατά την εκπνοή της προθεσμίας των επτά ημερολογιακών ημερών, το κράτος μέλος που ζητεί τη διαβούλευση πρέπει να απαντά μέσα σε προθεσμία πέντε ημερολογιακών ημερών.

Ο συμμετέχων στη διαδικασία διαθέτει προθεσμία τριών εργασίμων ημερών, κατ’ ανώτατο όριο, από τη λήψη αυτής της συμπληρωματικής διευκρινίσεως για να γνωστοποιήσει τη γνώμη του.

Άρθρο 12

Η έλλειψη απαντήσεως από τα κράτη μέλη που ζητούν τη διαβούλευση και από την Επιτροπή, εντός των προθεσμιών που ορίζονται στο άρθρο 11, ισοδυναμεί με έλλειψη παρατηρήσεων κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Όταν κράτος μέλος, που διετύπωσε αιτήσεις συμπληρωματικών διευκρινίσεων, γνωστοποιεί στους αποδέκτες που αναφέρονται στο άρθρο 9 ότι δεν έλαβε απάντηση κατά την εκπνοή της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 11 δεύτερο εδάφιο, η συνεδρίαση διαβουλεύσεως γίνεται αυτοδικαίως και εφαρμόζεται το άρθρο 10 παράγραφος 3.

Άρθρο 13

Εξαιρετικώς, το κράτος μέλος που ζητεί τη διαβούλευση δύναται να λάβει άμεση απόφαση σχετικά με τη σχεδιαζομένη πράξη, εφόσον κρίνει ότι η απόφαση αυτή δεν είναι δυνατό να βραδύνει περισσότερο.

Εντούτοις, εκτός αν πρόκειται για δημόσιες πιστώσεις, το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται:

α)

εάν η απόφαση χορηγήσεως ή εγγυήσεως πιστώσεως στηρίζεται μόνο σε ενδοκοινοτικό ανταγωνισμό. Η δυνατότητα, όμως, λήψεως αμέσου αποφάσεως σχετικά με την πράξη επιτρέπεται με τον όρο ότι άλλο κράτος μέλος έχει ήδη αποφασίσει την επιδότηση·

β)

όταν διαδικασία καθορισθείσα σε διεθνές πλαίσιο στο οποίο ανήκουν όλα τα κράτη μέλη, προβλέπει για τους μετέχοντες, σε περίπτωση ανάγκης αποκλειστικά, τη δυνατότητα συντμήσεως των κανονικών προθεσμιών απαντήσεως.

Άρθρο 14

Οι συνεδριάσεις διαβουλεύσεως διενεργούνται επ’ ευκαιρία των συνόδων της ομάδος συντονισμού της πολιτικής της ασφαλίσεως πιστώσεων, των εγγυήσεων και των χρηματοδοτικών πιστώσεων που συνεστήθη με απόφαση του Συμβουλίου της 27ης Σεπτεμβρίου 1960 ή των συνεδριάσεων των υποομάδων της. Επιπλέον, αιτήσει κράτους μέλους, συγκαλούνται ειδικές συνεδριάσεις στο διάστημα μεταξύ των συνόδων της ομάδος συντονισμού και των υποομάδων της.

Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ανακοινώνουν στους αποδέκτες που αναφέρονται στο άρθρο 9, εάν είναι δυνατό τέσσερις ημερολογιακές ημέρες πριν από τις συνεδριάσεις διαβουλεύσεως, τον κατάλογο των θεμάτων που έχουν την πρόθεση να θέσουν σε συζήτηση.

Οι συνεδριάσεις διαβουλεύσεως συγκαλούνται στην έδρα της Γενικής Γραμματείας του Συμβουλίου.

Άρθρο 15

Σε κάθε περίπτωση, η τελική απόφαση που λαμβάνεται για κάθε πράξη γίνεται γνωστή στα λοιπά κράτη μέλη. Η κοινοποίηση της αποφάσεως αυτής συνοδεύεται από την παράθεση των λόγων, για τους οποίους το κράτος μέλος που ζήτησε τη διαβούλευση, δεν ήταν, ενδεχομένως, σε θέση να ακολουθήσει τις παρατηρήσεις, τις επιφυλάξεις ή τις δυσμενείς γνώμες των διαβουλευθέντων εταίρων.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

Άρθρο 16

Ένα κράτος μέλος δύναται να ερωτήσει άλλο κράτος μέλος, εάν είναι εν γνώσει ενεργείας που δεν αποτέλεσε σ’ αυτό το στάδιο αντικείμενο διαβουλεύσεως, και ιδίως τους όρους πιστώσεως που έχουν προταθεί από εξαγωγέα ή χρηματοδοτικό οργανισμό. Εάν δεν δοθεί απάντηση στις ερωτήσεις αυτές εντός επτά ημερολογιακών ημερών, το αιτούν κράτος μέλος δικαιούται να θεωρήσει ότι το ερωτούμενο κράτος μέλος γνωρίζει την υπόθεση αυτή και ότι οι όροι πιστώσεως που έχουν προταθεί θεωρούνται αποδεκτοί. Έχει τη δυνατότητα να ζητήσει διαβούλευση σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στον τίτλο I, αναφέροντας ρητά ότι αυτή βασίζεται σε ανταγωνιστική κατάσταση που πρέπει να θεωρηθεί ως υφισταμένη.

Αν έγινε ήδη έναρξη της διαβουλεύσεως από ένα κράτος μέλος και άλλο κράτος μέλος, το οποίο καλείται να υποστηρίξει την ίδια πράξη, ερωτά το πρώτο για την οριστική του θέση, η έλλειψη απαντήσεως σε τέτοιας μορφής ερώτημα μετά πάροδο προθεσμίας πέντε εργασίμων ημερών δίνει τη δυνατότητα στο αιτούν κράτος μέλος να θεωρήσει ότι το ερωτούμενο κράτος μέλος υπεστήριξε την υπόθεση υπό τους όρους που έχουν τεθεί στη διαβούλευση.

Άρθρο 17

Σχετικά με τις μη συνδεδεμένες πιστώσεις που παρεκκλίνουν από τους κανόνες οι οποίοι τίθενται στο παράρτημα I ή παρεκκλίνουν από οιονδήποτε άλλο κανόνα που έχει θεσπισθεί από τα κράτη μέλη, πρέπει να κοινοποιούνται στο πλαίσιο της ομάδος συντονισμού της πολιτικής της ασφαλίσεως πιστώσεων, της εγγυήσεως και των χρηματοδοτικών πιστώσεων, τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

τα ουσιώδη στοιχεία των πιστώσεων που χορηγήθησαν κατά τη διάρκεια του προηγουμένου τριμήνου·

β)

η κατάσταση χρησιμοποιήσεως των μη συνδεδεμένων πιστώσεων στο τέλος του προηγουμένου έτους.

Άρθρο 18

Όταν κράτος μέλος συνάπτει με τρίτο κράτος συμφωνία που αναφέρεται σε ενδεχομένη χορήγηση πιστώσεων χωρίς να καθορίζει τους ακριβείς όρους των πιστώσεων αυτών:

α)

εάν πρόκειται για συνδεδεμένες πιστώσεις, υποχρεούται να κοινοποιήσει, αμέσως μετά τη σύναψη της συμφωνίας, τα ουσιώδη στοιχεία της συμφωνίας αυτής στους αποδέκτες που αναφέρονται στο άρθρο 9·

β)

εάν πρόκειται για μη συνδεδεμένες πιστώσεις, οι κοινοποιήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 17 πρέπει να αναφέρονται επίσης σε τέτοιες πιστώσεις.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΠΕΡΙΟΔΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

Άρθρο 19

Η ομάδα συντονισμού της πολιτικής της ασφαλίσεως πιστώσεων, των εγγυήσεων και των χρηματοδοτικών πιστώσεων, υποβάλλει κάθε έξι μήνες έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπονται στους τίτλους I και II.

Με την επιφύλαξη αυτών των περιοδικών εκθέσεων, συντάσσονται επίσης συμπληρωματικές εκθέσεις, εάν αυτό απαιτείται από τη φύση και τη σημασία των προβλημάτων που αντιμετωπίζονται κατά την εφαρμογή των διαδικασιών.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 20

Η απόφαση 73/391/ΕΟΚ καταργείται.

Οι αναφορές στην καταργούμενη απόφαση θεωρούνται ότι γίνονται στη παρούσα απόφαση και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα IV.

Άρθρο 21

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 13 Νοεμβρίου 2006.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

E. TUOMIOJA


(1)  EE C 226 Ε της 15.9.2005, σ. 43.

(2)  EE C 302 της 7.12.2004, σ. 19.

(3)  ΕΕ L 346 της 17.12.1973, σ. 1. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την πράξη προσχώρησης του 1994.

(4)  Βλέπε παράρτημα ΙΙΙ.

(5)  ΕΕ 66 της 27.10.1960, σ. 1339.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗ

A.   Διάρκεια των πιστώσεων

Η πίστωση που εχορηγήθη, είτε πρόκειται για πίστωση προμηθευτού, είτε για χρηματοδοτική πίστωση, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα πέντε έτη, που υπολογίζονται από τα ακόλουθα χρονικά σημεία ενάρξεως:

1.

Αγαθά εξοπλισμού τα οποία συνίστανται σε είδη που δύνανται να χρησιμοποιηθούν χωριστά (παραδείγματος χάριν ατμομηχανές):

η μέση ημερομηνία ή οι πραγματικές ημερομηνίες, κατά τις οποίες ο αγοραστής πρέπει να γίνει πραγματικά κάτοχος των αγαθών στη δική του χώρα.

2.

Αγαθά εξοπλισμού που προορίζονται για εγκαταστάσεις ή ολόκληρα εργοστάσια όταν ο προμηθευτής δεν ευθύνεται για την παραλαβή:

η ημερομηνία κατά την οποία ο αγοραστής πρέπει να γίνει πραγματικά κάτοχος του συνόλου του εξοπλισμού (εκτός των ανταλλακτικών) που παρεδόθη σύμφωνα με τους όρους της συμβάσεως.

3.

Συμβάσεις κατασκευής, όταν ο επιχειρηματίας δεν φέρει καμία ευθύνη για την παραλαβή:

η ημερομηνία αποπερατώσεως της κατασκευής.

4.

Συμβάσεις εγκαταστάσεως (ή κατασκευής), στις οποίες ο προμηθευτής (ή ο εργολάβος) έχει συμβατική ευθύνη για την παραλαβή:

η ημερομηνία κατά την οποία ο προμηθευτής (ή ο εργολάβος) ετελείωσε την εγκατάσταση (ή την κατασκευή) και τις προκαταρτικές δοκιμές για να βεβαιωθεί ότι είναι έτοιμη να λειτουργήσει, είτε έχει παραδοθεί η εγκατάσταση (ή η κατασκευή) στον αγοραστή είτε όχι κατά τη στιγμή αυτή, σύμφωνα με τους όρους της συμβάσεως και ανεξάρτητα από κάθε υποχρέωση, την οποία δυνατό να ανέλαβε ο προμηθευτής (ή ο εργολάβος) και η οποία εξακολουθεί να υπάρχει όσον αφορά, παραδείγματος χάριν, την εγγύηση αποτελεσματικής λειτουργίας ή την εκπαίδευση του εντοπίου προσωπικού.

5.

Όσον αφορά τα σημεία 2, 3 και 4, όταν η σύμβαση προβλέπει τη χωριστή εκτέλεση διαφόρων τμημάτων μιας μελέτης:

την ημερομηνία ενάρξεως κάθε διακεκριμένου τμήματος, ή τη μέση ημερομηνία αυτών των ενάρξεων ή, όταν ο προμηθευτής συνήψε σύμβαση που αφορά όχι το σύνολο της μελέτης αλλά ουσιώδες τμήμα της, το κατάλληλο σημείο ενάρξεως για το σύνολο της μελέτης.

B.   Ποσοστό των τοπικών δαπανών

Εφόσον πρόκειται για εγγυημένες ιδιωτικές πιστώσεις, το πληρωτέο επί πιστώσει υπολειπόμενο τμήμα της τοπικής συμμετοχής δεν πρέπει να υπερβαίνει το 5 % του συνολικού ύψους της συμβάσεως.

Εντούτοις, δεν απαιτείται διαβούλευση για τις συμβάσεις, στις οποίες η πληρωμή της τοπικής συμμετοχής πραγματοποιείται, το αργότερο, κατά τη λήξη προθεσμίας τριών μηνών από την ολική περάτωση των εργασιών ή των παραδόσεων.

Για την ερμηνεία του κανόνος αυτού, νοούνται ως:

α)

«υπολειπόμενο τμήμα πληρωτέο επί πιστώσει», το τμήμα που υπολείπεται μετά τον καταλογισμό, επί της τοπικής συμμετοχής, του συνόλου των σχετικών με τη σύμβαση μερικών πληρωμών·

β)

«τοπική συμμετοχή», το τμήμα της συμβατικής τιμής που αντιστοιχεί στα έξοδα που ο εξαγωγέας προβλέπει να καταβάλει επί τόπου για να πληρώσει τους υπαλλήλους του, τρίτους ή προμήθειες·

γ)

«σύμβαση», όλοι οι τύποι συμβάσεων (προμηθειών, έργων, μεικτές)·

δ)

«μερικές πληρωμές», το σύνολο των πληρωτέων ποσών μεταξύ της παραγγελίας και της ολοκληρωτικής εκτελέσεως των εργασιών ή των παραδόσεων.

Γ.   Συμβάσεις Leasing

Για την εφαρμογή των κανόνων που αποτελούν το αντικείμενο της παρούσας αποφάσεως, οι συμβάσεις αυτές εξομοιώνονται με πιστώσεις. Κατά το μέτρο που η συνολική διάρκειά τους δεν περιορίζεται ρητά, η διάρκεια αυτή θεωρείται ότι υπερβαίνει τα πέντε έτη.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΚΛΙΜΑΚΑ ΤΩΝ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΤΕΩΝ ΑΞΙΩΝ

Κατηγορία Ι

:

έως 750 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία II

:

από 600 000 έως 1 200 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία III

:

από 1 000 000 έως 2 200 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία IV

:

από 2 000 000 έως 3 200 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία V

:

από 3 000 000 έως 5 000 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία VI

:

από 4 800 000 έως 7 600 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία VII

:

από 7 400 000 έως 11 200 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία VIII

:

από 10 000 000 έως 22 000 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία IX

:

από 20 000 000 έως 44 000 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.

Κατηγορία X

:

πλέον των 40 000 000 ειδικά τραβητικά δικαιώματα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ

Απόφαση 73/391/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1)

(ΕΕ L 346 της 17.12.1973, σ. 1)

Απόφαση 76/641/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 223 της 16.8.1976, σ. 25)


(1)  Η απόφαση 73/391/ΕΟΚ τροποποιήθηκε επίσης με τις ακόλουθες πράξεις που δεν καταργούνται:

πράξη προσχώρησης του 1985,

πράξη προσχώρησης του 1994.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Απόφαση 73/391/ΕΟΚ

Παρούσα απόφαση

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 21

Παράρτημα άρθρο 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Παράρτημα άρθρο 1 πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Παράρτημα άρθρο 2 πρώτο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 2 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση

Παράρτημα άρθρο 2 πρώτο εδάφιο πρώτη έως τρίτη περίπτωση

Άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ)

Παράρτημα άρθρο 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Παράρτημα άρθρο 3

Άρθρο 3

Παράρτημα άρθρο 4 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 4 στοιχεία α) και β)

Παράρτημα άρθρο 4 στοιχείο γ) πρώτη έως τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 4 στοιχείο γ) σημεία i) έως iv)

Παράρτημα άρθρο 4 στοιχείο δ)

Άρθρο 4 στοιχείο δ)

Παράρτημα άρθρο 4 στοιχείο ε) πρώτη έως έβδομη περίπτωση

Άρθρο 4 στοιχείο ε) σημεία i) έως vii)

Παράρτημα άρθρο 4 στοιχείο στ)

Άρθρο 4 στοιχείο στ) σημεία i) έως iii)

Παράρτημα άρθρο 5 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 5 στοιχεία α) και β)

Παράρτημα άρθρο 5 στοιχείο γ) πρώτη έως τρίτη περίπτωση

Άρθρο 5 στοιχείο γ) σημεία i) έως iii)

Παράρτημα άρθρο 5 στοιχείο δ)

Άρθρο 5 στοιχείο δ)

Παράρτημα άρθρο 5 στοιχείο ε)

Άρθρο 5 στοιχείο ε) σημεία i) και ii)

Παράρτημα άρθρο 6 εισαγωγική φράση

Άρθρο 6 εισαγωγική φράση

Παράρτημα άρθρο 6 πρώτη έως τρίτη περίπτωση

Άρθρο 6 στοιχεία α) έως γ)

Παράρτημα άρθρα 7 έως 9

Άρθρα 7 έως 9

Παράρτημα άρθρο 10 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 10 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Παράρτημα άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτη έως τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ)

Παράρτημα άρθρο 10 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 10 παράγραφοι 2 και 3

Παράρτημα άρθρα 11 και 12

Άρθρα 11 και 12

Παράρτημα άρθρο 13 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 13 πρώτο εδάφιο

Παράρτημα άρθρο 13 δεύτερο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 13 δεύτερο εδάφιο εισαγωγική φράση

Παράρτημα, άρθρο 13 δεύτερο εδάφιο πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 13 δεύτερο εδάφιο στοιχεία α) και β)

Παράρτημα άρθρα 14 έως 16

Άρθρα 14 έως 16

Παράρτημα άρθρο 17 εισαγωγική φράση

Άρθρο 17 εισαγωγική φράση

Παράρτημα άρθρο 17 πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 17 στοιχεία α) και β)

Παράρτημα άρθρο 18 εισαγωγική φράση

Άρθρο 18 εισαγωγική φράση

Παράρτημα άρθρο 18 πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 18 στοιχεία α) και β)

Παράρτημα άρθρο 19

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Παράρτημα 1 σημείο Α

Παράρτημα Ι σημείο Α

Παράρτημα 1 σημείο Β εισαγωγική φράση

Παράρτημα Ι σημείο Β εισαγωγική φράση

Παράρτημα 1 σημείο Β πρώτη περίπτωση

Παράρτημα Ι σημείο Β δεύτερο εδάφιο

Παράρτημα 1 σημείο Β δεύτερη περίπτωση υποπεριπτώσεις 1 έως 4

Παράρτημα Ι σημείο Β τρίτο εδάφιο στοιχεία α) έως δ)

Παράρτημα 1 σημείο Γ

Παράρτημα Ι σημείο Γ

Παράρτημα 2

Παράρτημα II

Παράρτημα III

Παράρτημα IV


Top