Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32001H0042

    Σύσταση της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για το 2001 με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2000) 4096]

    ΕΕ L 11 της 16.1.2001, p. 40–45 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    ELI: http://data.europa.eu/eli/reco/2001/42/oj

    32001H0042

    Σύσταση της Επιτροπής, της 22ας Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για το 2001 με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ) [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2000) 4096]

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 011 της 16/01/2001 σ. 0040 - 0045


    Σύσταση της Επιτροπής

    της 22ας Δεκεμβρίου 2000

    σχετικά με το κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για το 2001 με σκοπό τη διασφάλιση της τήρησης των ανωτάτων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά και σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών

    [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2000) 4096]

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    (2001/42/ΕΚ)

    Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

    την οδηγία 86/362/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1986, που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων μέσα και πάνω στα σιτηρά(1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/58/ΕΚ της Επιτροπής(2), και ιδίως το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β),

    την οδηγία 90/642/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 27ης Νοεμβρίου 1990, που αφορά τον καθορισμό των ανωτάτων περιεκτικοτήτων για τα υπολείμματα φυτοφαρμάκων πάνω και μέσα σε ορισμένα προϊόντα φυτικής προέλευσης, συμπεριλαμβανομένων των οπωροκηπευτικών(3), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 2000/58/ΕΚ, και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1) Σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο β) της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλλει στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου κάθε έτους, σύσταση με την οποία να καταρτίζεται ένα κοινοτικό πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης για τη διασφάλιση της τήρησης των ανώτατων περιεκτικοτήτων των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, που καθορίζεται στα παραρτήματα ΙΙ των εν λόγω οδηγιών.

    (2) Η κτηθείσα εκ μέρους της Επιτροπής και των κρατών μελών πείρα από την κατάρτιση, την εφαρμογή και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τα τρία προηγούμενα ετήσια προγράμματα συντονισμένης επίβλεψης, παρέχει ενδείξεις ότι τα πολυετή προγράμματα είναι τα πλέον αποτελεσματικά και πρακτικά. Είναι σκόπιμο να υποδειχθεί στην παρούσα σύσταση το πλαίσιο μελλοντικών προγραμμάτων. Το άρθρο 1 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 645/2000 της Επιτροπής(4) αναφέρει συστάσεις της Επιτροπής που καλύπτουν περιόδους μεταξύ ενός και πέντε ετών.

    (3) Η Επιτροπή πρέπει να μεριμνήσει σταδιακά για την δημιουργία ενός συστήματος το οποίο θα παράσχει τη δυνατότητα εκτίμησης της πραγματικής έκθεσης στα φυτοφάρμακα μέσω των τροφίμων, όπως προβλέπεται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ. Για να διευκολυνθεί η εξέταση των δυνατοτήτων των εν λόγω εκτιμήσεων, πρέπει να διατίθενται στοιχεία σχετικά με τον έλεγχο των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων σε ορισμένα τρόφιμα που αποτελούν βασικά συστατικά του ευρωπαϊκού διαιτολογίου. Λαμβάνοντας υπόψη τους διαθέσιμους πόρους, σε εθνική κλίμακα, για τον έλεγχο των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, τα κράτη μέλη είναι μόνο σε θέση να προβαίνουν στην ανάλυση δειγμάτων δέκα προϊόντων ετησίως, στο πλαίσιο του προγράμματος συντονισμένης επίβλεψης. Κάθε φυτοφάρμακο πρέπει κατά κανόνα να ελέγχεται σε είκοσι έως τριάντα τρόφιμα, σε μια σειρά τριετών κύκλων.

    (4) Τα υπολείμματα που έχουν προταθεί για έλεγχο το 2001 θα επιτρέψουν την εξέταση της δυνατότητας χρησιμοποίησης των στοιχείων που αφορούν τα φυτοφάρμακα acephate, την ομάδα του benomyl, το chlorpyriphos, την ιπροδιόνη και το methamidophos, δεδομένου ότι τα εν λόγω συστατικά (που ανήκουν στην ομάδα Α του παραρτήματος Ι Α) έχουν ήδη ελεγχθεί μεταξύ του 1996 και του 2000 για να εκτιμηθεί η πραγματική έκθεση μέσω των τροφίμων. Η συνέχιση της παρακολούθησης διευκολύνει την αναγνώριση μεταβολών στην παρουσία φυτοφαρμάκων.

    (5) Τα υπολείμματα που έχουν υποδειχθεί για παρακολούθηση μεταξύ των ετών 2001 και 2004 θα επιτρέψουν την εξέταση της σκοπιμότητας χρησιμοποίησης των στοιχείων που αφορούν τα φυτοφάρμακα διαζινόνη, metalaxyl, μεθιδαθείον, θειαβενδαζόλιο και triazophos για να εκτιμηθεί η πραγματική έκθεση μέσω τροφίμων, δεδομένου ότι οι ενώσεις αυτές (που ανήκουν στην ομάδα Β του παραρτήματος Ι Α) έχουν ήδη ελεγχθεί μεταξύ των ετών 1997 και 2000.

    (6) Τα υπολείμματα που έχουν υποδειχθεί για παρακολούθηση μεταξύ των ετών 2001 και 2004 θα επιτρέψουν την εξέταση της σκοπιμότητας χρησιμοποίησης των στοιχείων που αφορούν τα φυτοφάρμακα chlorpyriphos-methyl, δ-μενθρίνη, ενδοσουλφάνη, imazalil, λ-κυαλοθρίνη, την ομάδα του maneb, το mecarbam, την περμεθρίνη, το pirimiphos-methyl και την βινκλοζολίνη για να εκτιμηθεί η πραγματική έκθεση μέσω τροφίμων, δεδομένου ότι οι ενώσεις αυτές (που ανήκουν στην ομάδα Γ του παραρτήματος Ι Α) έχουν ήδη ελεγχθεί κατά το 1998, το 1999 και το 2000.

    (7) Τα υπολείμματα που έχουν υποδειχθεί για παρακολούθηση μεταξύ των ετών 2000 και 2004 θα επιτρέψουν την εξέταση της σκοπιμότητας χρησιμοποίησης των στοιχείων που αφορούν τα φυτοφάρμακα Azinphos-methyl, Captan, Chlorothalonil, Dichlofluanid, Dicofol, Dimethoate, Folpet, Μαλαθείον, Omethoate, Procymidone, Προπυζαμίδη και Azoxystrobine για να εκτιμηθεί η πραγματική έκθεση μέσω τροφίμων, δεδομένου ότι οι ενώσεις αυτές (που ανήκουν στην ομάδα Δ του παραρτήματος Ι Α) έχουν ήδη ελεγχθεί κατά το 1998, 1999 και 2000.

    (8) Η παρακολούθηση του disulfoton, του phorate, του thiometon και του oxydemetonmethyl δεν είναι δυνατόν να διενεργηθεί με τις συνηθισμένες αναλυτικές πολυυπολειμματικές μεθόδους παρακολούθησης. Πρέπει να συλλεχθούν στοιχεία για την παρουσία των υπολειμμάτων αυτών όταν αναμένεται, σε όσα κράτη μέλη είναι πιθανότερο να ανιχνευθούν υπολείμματα φυτοφαρμάκων.

    (9) Απαιτείται μια συστηματική στατιστική προσέγγιση του αριθμού των δειγμάτων που θα πρέπει να λαμβάνονται σε κάθε συντονισμένη άσκηση παρακολούθησης. Η εν λόγω προσέγγιση έχει καθοριστεί από την Επιτροπή στο "Codex Alimentarius"(5). Με βάση μια διωμική κατανομή πιθανοτήτων, δύναται να υπολογιστεί ότι η εξέταση συνολικού αριθμού 459 δειγμάτων παρέχει 99 % βεβαιότητα για την ανίχνευση ενός δείγματος που περιέχει υπολείμματα φυτοφαρμάκων σε ποσοστό άνω του ορίου ανίχνευσης (LOD) όπου ποσοστό 1 % των προϊόντων φυτικής προέλευσης περιέχουν υπολείμματα άνω του LOD. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να ληφθούν τουλάχιστον 459 δείγματα ανά την Κοινότητα και να κατανεμηθούν μεταξύ των κρατών μελών με βάση τον πληθυσμό και τον αριθμό των καταναλωτών, με ελάχιστο όριο δώδεκα δειγμάτων ανά προϊόν και ανά έτος και θα πρέπει να εμφαίνεται στο παράρτημα Ι Β.

    (10) Στο Oeiras της Πορτογαλίας συζητήθηκε στις 15 και 16 Σεπτεμβρίου 1997 από τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών σχέδιο κατευθυντήριων γραμμών που αφορούν τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου για την ανάλυση υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, συζητήθηκε δε και έχει ληφθεί υπόψη από την επιμέρους ομάδα υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων της ομάδας εργασίας για την φυτοϋγειονομική προστασία στις 20 και 21 Νοεμβρίου 1997. Έχει συμφωνηθεί ότι τα εν λόγω σχέδια κατευθυντηρίων γραμμών πρέπει να εφαρμοστούν στο μέτρο του δυνατού από τα εργαστήρια ανάλυσης των κρατών μελών και θα πρέπει να αναθεωρούνται με βάση τις εν λόγω εμπειρίες. Οι κατευθυντήριες γραμμές συζητήθηκαν και αναθεωρήθηκαν από τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών στην Αθήνα, στο διάστημα 15 έως 17 Νοεμβρίου 1999. Οι αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές θα υποβληθούν στη μόνιμη φυτοϋγειονομική επιτροπή και πρόκειται να δημοσιευθούν από την Επιτροπή(6).

    (11) Το άρθρο 4 παράγραφος 2 στοιχείο α) της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ απαιτεί από τα κράτη μέλη να διευκρινίζουν τα κριτήρια που εφαρμόζονται κατά την κατάρτιση των εθνικών προγραμμάτων επιθεώρησης, όταν αποστέλλονται στην Επιτροπή στοιχεία που αφορούν την εφαρμογή τους κατά το προηγούμενο έτος. Τα εν λόγω στοιχεία πρέπει να περιλαμβάνουν τα κριτήρια που εφαρμόζονται για τον καθορισμό του αριθμού των δειγμάτων που πρέπει να λαμβάνονται και των αναλύσεων που πρέπει να πραγματοποιούνται, καθώς και των εφαρμοζομένων περιεκτικοτήτων και των κριτηρίων με τα οποία έχουν καθοριστεί οι εν λόγω περιεκτικότητες. Πρέπει να διευκρινίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά με τη διαπίστευση, δυνάμει της οδηγίας 93/99/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1993, για τα συμπληρωματικά μέτρα που αφορούν τον επίσημο έλεγχο των ζωοτροφών(7), των εργαστηρίων που πραγματοποιούν τις αναλύσεις.

    (12) Τα στοιχεία σχετικά με τα αποτελέσματα των προγραμμάτων επίβλεψης είναι ιδιαίτερα κατάλληλα για επεξεργασία, αποθήκευση και διαβίβαση με ηλεκτρονικές/μηχανογραφικές μεθόδους. Έχουν αναπτυχθεί μορφότυποι για την διαβίβαση δεδομένων υπό μορφή δισκέτας από τα κράτη μέλη προς την Επιτροπή. Τα κράτη μέλη πρέπει επομένως να είναι σε θέση να αποστέλλουν τις εκθέσεις τους στην Επιτροπή σε τυποποιημένο μορφότυπο. Η περαιτέρω ανάπτυξη του εν λόγω τυποποιημένου μορφότυπου πραγματοποιείται αποτελεσματικότερα με την εξέλιξη των κατευθυντηρίων γραμμών από την Επιτροπή.

    (13) Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα σύσταση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης φυτοϋγειονομικής επιτροπής,

    ΣΥΝΙΣΤΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:

    Άρθρο 1

    Να προβαίνουν σε δειγματοληψία και ανάλυση για τους συνδυασμούς υπολειμμάτων προϊόντος/φυτοφαρμάκου που καθορίζονται στο παράρτημα Ι Α, με βάση τον αριθμό των δειγμάτων κάθε προϊόντος που έχει κατανεμηθεί σε κάθε κράτος μέλος στο παράρτημα Ι Β, εκφράζοντας, ανάλογα με την περίπτωση, το μερίδιο στην αγορά του κράτους μέλους σε επίπεδο εθνικό, κοινοτικό και τρίτης χώρας. Για ένα τουλάχιστον φυτοφάρμακο που δημιουργεί πιθανά έντονο κίνδυνο, ένα από τα προϊόντα θα αποτελεί το αντικείμενο μεμονωμένης ανάλυσης των στοιχείων του σύνθετου δείγματος: θα λαμβάνονται δύο δείγματα ικανού αριθμού στοιχείων, εφόσον είναι δυνατόν από έναν μόνο παραγωγό. Εφόσον στο πρώτο, σύνθετο δείγμα παρατηρηθεί ανιχνεύσιμο επίπεδο φυτοφαρμάκου, τα στοιχεία του δευτέρου δείγματος θα αναλύονται μεμονωμένα. Κατά το 2001 αυτό θα περιλαμβάνει το συνδυασμό αγγούρια/methamidophos και αχλάδια/chlormequat.

    Άρθρο 2

    Να προβαίνουν σε δειγματοληψία προϊόντων για την ανάλυση των disulfoton, phorate, thiometon και oxydemeton-methyl σε όσες χώρες υπάρχουν άδειες για τη χρήση των φυτοφαρμάκων αυτών στα εν λόγω προϊόντα, βάσει του αριθμού δειγμάτων κάθε προϊόντος που χορηγείται σε κάθε κράτος μέλος στο παράρτημα Ι Β.

    Άρθρο 3

    Μέχρι τις 31 Αυγούστου 2001, να ανακοινώσουν τα αποτελέσματα για το τμήμα της ειδικής δράσης που καθορίζεται για το 2000 στο παράρτημα Ι Α, εμφαίνοντας τις αναλυτικές μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν και τα επιτευχθέντα επίπεδα αναφοράς, σύμφωνα με τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου που καθορίζονται στις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου για την ανάλυση των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων(8), σε μορφότυπο - συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού - που καθορίζεται στο έγγραφο προσανατολισμού των κρατών μελών για την εφαρμογή των συστάσεων της Επιτροπής για τα κοινοτικά προγράμματα συντονισμένης επίβλεψης(9).

    Άρθρο 4

    Μέχρι τις 31 Αυγούστου 1999, να αποστείλουν στην Επιτροπή και στα κράτη μέλη όλα τα στοιχεία που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 7 παράγραφος 3 της οδηγίας 86/362/ΕΟΚ και άρθρο 4 παράγραφος 3 της οδηγίας 90/642/ΕΟΚ σχετικά με την περίοδο ελέγχου 2000, για να διασφαλιστεί, τουλάχιστον με δειγματοληπτικό έλεγχο, η τήρηση των ανώτατων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, συμπεριλαμβανομένων:

    1. των αποτελεσμάτων των εθνικών προγραμμάτων τους που αφορούν τα φυτοφάρμακα τα οποία απαριθμούνται στα παραρτήματα ΙΙ των οδηγιών 86/362/ΕΟΚ και 90/642/ΕΟΚ, σε σχέση με τα εναρμονισμένα επίπεδα και, εφόσον δεν έχουν ακόμα καθοριστεί σε κοινοτική κλίμακα, σε σχέση με τα ισχύοντα εθνικά επίπεδα·

    2. των στοιχείων των σχετικών με τις διαδικασίες που χρησιμοποιούν τα εργαστήριά τους για τον ποιοτικό έλεγχο, και ιδίως των στοιχείων που αφορούν πτυχές των προσανατολισμών για τις διαδικασίες ποιοτικού ελέγχου με σκοπό την ανάλυση των υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων, τις οποίες δεν ήταν σε θέση να εφαρμόσουν ή αντιμετώπισαν προβλήματα κατά την εφαρμογή τους·

    3. των στοιχείων των σχετικών με τη διαπίστευση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 της οδηγίας 93/99/ΕΚ (συμπεριλαμβανομένου του τύπου της διαπίστευσης, του φορέα διαπίστευσης και του αντιγράφου του πιστοποιητικού διαπίστευσης) των εργαστηρίων που πραγματοποιούν τις αναλύσεις·

    4. των στοιχείων σχετικά με τις δοκιμές ικανότητας και τις δοκιμές δακτυλίου στις οποίες συμμετείχε το εργαστήριο.

    Άρθρο 5

    Μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου 2001, να αποστείλουν στην Επιτροπή το προβλεπόμενο εθνικό πρόγραμμά τους για τον έλεγχο των ανώτατων περιεκτικοτήτων υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων που καθορίζονται από την οδηγία 90/642/ΕΟΚ και 86/362/ΕΟΚ για το έτος 2002.

    Η παρούσα σύσταση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Βρυξέλλες, 22 Δεκεμβρίου 2000.

    Για την Επιτροπή

    David Byrne

    Μέλος της Επιτροπής

    (1) ΕΕ L 221 της 7.8.1986, σ. 37.

    (2) ΕΕ L 244 της 29.9.2000, σ. 78.

    (3) ΕΕ L 350 της 14.12.1990, σ. 71.

    (4) ΕΕ L 78 της 29.3.2000, σ. 7.

    (5) "Codex Alimentarius", υπολείμματα φυτοφαρμάκων στις ζωοτροφές, Ρώμη 1994, ISBN 92-5-203271-1, τόμος 2, σ. 372.

    (6) Επί του παρόντος έχει δημοσιευθεί στην ΕΕ L 128 της 21.5.1999, σ. 30· θα είναι διαθέσιμη μια αναθεωρημένη έκδοση ως έγγραφο SANCO/3103/2000 (http://europa.eu.int/comm/food/fs/ph_ps/pest/index_en.htm).

    (7) ΕΕ L 290 της 24.11.1993, σ. 14.

    (8) Βλέπε υποσημείωση 6.

    (9) ΕΕ L 128 της 21.5.1999, σ. 48.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι Α

    Συνδυασμοί φυτοφαρμάκων/προϊόντων προς παρακολούθηση στο πλαίσιο της ειδικής ενέργειας που καθορίζεται στο άρθρο 1 της σύστασης

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I B

    Πλήθος δειγμάτων κάθε προϊόντος, τα οποία πρέπει να λαμβάνονται ετησίως από κάθε κράτος μέλος, στο πλαίσιο του κοινοτικού προγράμματος συντονισμένης επίβλεψης για το 2001

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

    Πρόγραμμα συντονισμένης επίβλεψης των ετών 1996 έως 2004 με τα εκτιμώμενα χρονοπαράθυρα και αντικείμενο πρόσληψης

    >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

    z Μήλα, φράουλες, σταφύλια, τομάτες, μαρούλια.

    y Μανταρίνια, αχλάδια, μπανάνες, φασόλια, πατάτες.

    x Πορτοκάλια, ροδάκινα, καρότα, σπανάκι.

    w Κουνουπίδια, πιπεριές, σιτάρι, πεπόνια.

    v Ρύζι, αγγούρια, κεφαλωτή κράμβη, μπιζέλια.

    u Κρεμμύδια, πράσσα, πορτοκαλοχυμός, μηλοχυμός, σίκαλη.

    Top