EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52013DC0939

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ «ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ «ΕΝΙΑΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ» ΚΑΙ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΕΛΕΓΚΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ»

/* COM/2013/0939 final */

52013DC0939

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ «ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ «ΕΝΙΑΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ» ΚΑΙ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΕΛΕΓΚΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ» /* COM/2013/0939 final */


ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ

«ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ «ΕΝΙΑΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ» ΚΑΙ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΕΛΕΓΚΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ»

Συνοπτική παρουσίαση

II. Η Επιτροπή συμμερίζεται το συμπέρασμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου και θεωρεί επίσης ότι έχει θεσπιστεί καλύτερο σύστημα για τον έλεγχο των δαπανών συνοχής όσον αφορά την περίοδο προγραμματισμού 2007-2013. Στο πλαίσιο του βελτιωμένου κανονιστικού πλαισίου θεσπίστηκε ελεγκτική αρχή για τον έλεγχο της νομιμότητας και της κανονικότητας των δαπανών με ελέγχους των συστημάτων και αντιπροσωπευτικούς δειγματοληπτικούς ελέγχους πράξεων, καθώς και με την ετήσια υποβολή των συμπερασμάτων στην Επιτροπή μέσω ελεγκτικής γνώμης και έκθεσης ελέγχου.

III. Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι μέσω του κανονιστικού πλαισίου για την περίοδο 2007-2013, το επίπεδο βεβαιότητας που είναι δυνατόν να επιτευχθεί έχει αυξηθεί σημαντικά, με τη δυνατότητα αξιολόγησης της βεβαιότητας για κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα σε ετήσια βάση από την έναρξη της εφαρμογής. Ως εκ τούτου, το κόστος των ελέγχων θα πρέπει να αξιολογείται με βάση την οικονομική αποδοτικότητα.

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι οι επιλέξιμες δαπάνες στο πλαίσιο της τεχνικής βοήθειας που έχουν στη διάθεσή τους τα κράτη μέλη (άρθρο 46 του κανονισμού 1083/2006) περιλαμβάνουν δαπάνες διαχείρισης, παρακολούθησης και αξιολόγησης. Τα διαθέσιμα κονδύλια τεχνικής βοήθειας ανέρχονται στις περισσότερες περιπτώσεις έως 4% της χρηματοδότησης για κάθε πρόγραμμα.

IV. Η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για την αναγνώριση του έργου και των σημαντικών προσπαθειών της, σε στενή συνεργασία με τις ελεγκτικές αρχές, ώστε να εξασφαλιστεί μεγαλύτερη συνοχή στις προσεγγίσεις και τις μεθόδους εργασίας τους μέσω της καθοδήγησης, της στοχευμένης κατάρτισης και των επαναληπτικών εργασιών που συμβάλλουν στην ανάπτυξη ικανοτήτων.

V. Η αξιοπιστία της Επιτροπής βασίζεται στην αξιολόγηση των βασικών στοιχείων των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου χάρη σε όλα τα διαθέσιμα αποτελέσματα ελέγχου.

Η Επιτροπή έχει θέσει σε εφαρμογή αυστηρή και συστηματική διαδικασία για την ανάλυση των ποσοστών σφάλματος που αναφέρουν τα κράτη μέλη. Όταν δεν είναι σε θέση να επικυρώσει ή να υπολογίσει εκ νέου τα ποσοστά σφάλματος, η Επιτροπή εκτιμά το επίπεδο κινδύνου με τη χρήση κατ’ αποκοπή ποσοστών (5-10-25-100%) αντί των αναφερθέντων μη αξιόπιστων ποσοστών σφάλματος για τις δικές της διαδικασίες διασφάλισης. Η χρήση πρόσθετων μέσων, όπως αυτό του σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου, επέτρεψε στις υπηρεσίες της Επιτροπής να εξετάσουν το ενδεχόμενο διατύπωσης πρόσθετων επιφυλάξεων στις ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων σε σχέση με προηγούμενα έτη.

Η Επιτροπή επιδιώκει πάντα να διασφαλίσει ότι η υποβολή εκθέσεων στην αρμόδια για την απαλλαγή αρχή δίνει πραγματική και αξιόπιστη εικόνα του εκτιμώμενου κινδύνου για τον προϋπολογισμό της ΕΕ όσον αφορά κάθε κράτος μέλος, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την πολυετή διορθωτική ικανότητα. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής παρέχουν όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες με πλήρη διαφάνεια στις ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων τους.

VI. Η Επιτροπή μπορεί να χορηγήσει σε ένα πρόγραμμα το καθεστώς του άρθρου 73 μόνον εφόσον επιτευχθεί θετική αξιολόγηση όλων των στοιχείων του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου. Η εν λόγω αξιολόγηση του έργου της ελεγκτικής αρχής απαιτεί τη διενέργεια επαρκούς επαναληπτικού επιτόπιου ελέγχου σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα ελέγχου. Η Επιτροπή θεωρεί ότι έως τώρα ακολουθεί φειδωλή και αυστηρή διαδικασία για την υπαγωγή ορισμένων προγραμμάτων στο καθεστώς του «ενιαίου ελέγχου».

VII.

Πρώτη περίπτωση:

Η Επιτροπή εφαρμόζει συστηματική διαδικασία επαλήθευσης, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων διερευνητικών αποστολών, προκειμένου να διαπιστώσει την αξιοπιστία των ποσοστών σφάλματος που αναφέρουν οι εθνικές ελεγκτικές αρχές. Εναλλακτικά χρησιμοποιεί κατ’ αποκοπή ποσοστά όταν θεωρεί ότι τα ποσοστά σφάλματος είναι αναξιόπιστα. Από το 2009, η εν λόγω διαδικασία συμπληρώνεται με διεξοδική έρευνα ελέγχου της Επιτροπής χάρη στην οποία 269 αποστολές ελέγχου επέτρεψαν την επανεξέταση των εργασιών των ελεγκτικών αρχών, συμπεριλαμβανομένης της επανάληψης προηγούμενων ελέγχων, σχετικά με περισσότερο από το 90% των χορηγηθέντων κεφαλαίων. Η Επιτροπή διενεργεί επίσης ελέγχους προσανατολισμένους στους κινδύνους προκειμένου να επιβεβαιώσει την ακρίβεια των αναφερόμενων δημοσιονομικών διορθώσεων.

Δεύτερη περίπτωση:

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το καθεστώς ενιαίου ελέγχου χορηγήθηκε βάσει αξιόπιστων, συνεκτικών και διαφανών κριτηρίων. Επιπλέον, θεωρεί ότι έως το τέλος του 2013 πληρούνται όλες οι απαιτήσεις για τα εν λόγω προγράμματα.

Η Επιτροπή θα συνεχίσει να εφαρμόζει δυναμική προσέγγιση, η οποία διασαφηνίζεται περαιτέρω με την εφαρμογή του χάρτη πορείας της σε σχέση με το άρθρο 73, που επικαιροποιήθηκε τον Σεπτέμβριο 2013. 

Τρίτη περίπτωση:

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η εν λόγω σύσταση εφαρμόζεται μέσω του επικαιροποιημένου χάρτη πορείας και της έρευνας ελέγχου σχετικά με την παρακολούθηση κατ' εφαρμογή του άρθρου 73 που εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο 2013.

Το πρώτο εξάμηνο του 2012, μετά την έκδοση της πρώτης σειράς αποφάσεων σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 73 και βάσει πιλοτικών αποστολών, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ανέπτυξαν μια μεθοδολογία ελέγχου για τη διεξαγωγή αποστολών παρακολούθησης, οι οποίες περιλαμβάνουν επαναληπτικές εργασίες και αναθεωρήσεις εγγράφων εργασίας, σύμφωνα με τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα.

Τέταρτη περίπτωση:

Στην πρόταση κανονισμού περί κοινών διατάξεων για την περίοδο 2014-2020, η Επιτροπή εισήγαγε τη δυνατότητα, με την οποία συμφώνησε και ο νομοθέτης, για καθαρές δημοσιονομικές διορθώσεις σε περίπτωση σοβαρών παρατυπιών οι οποίες διαπιστώθηκαν μετά την υποβολή των ετήσιων λογαριασμών και δεν είχαν προηγουμένως εντοπιστεί ή/και αναφερθεί από την ελεγκτική αρχή.

Η Επιτροπή προτίθεται να προτείνει στο πλαίσιο του παράγωγου δικαίου ότι οι κατ’ αποκοπή διορθώσεις μπορούν να αυξηθούν για επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις που αφορούν τις ίδιες ελλείψεις, όταν το κράτος μέλος δεν έχει λάβει επαρκή διορθωτικά μέτρα για το μέρος του συστήματος που επηρεάστηκε και υπόκειται σε προηγούμενη διόρθωση.

Πέμπτη περίπτωση:

Η Επιτροπή λαμβάνει μέτρα για να εξασφαλίσει τη βελτίωση του παράγωγου δικαίου, καθώς και έγκαιρη και πλήρη καθοδήγηση βάσει σταθερού μεθοδολογικού πλαισίου για το έργο των ελεγκτικών αρχών, με βάση τη πείρα που αποκτήθηκε κατά την περίοδο προγραμματισμού 2007-2013.

Έως το τέλος του 2013, η Επιτροπή θα διασαφηνίσει περαιτέρω ορισμένες πτυχές των υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών μέσω γραπτών διευκρινίσεων.

Επιπλέον, σύμφωνα με τον κανονισμό για την περίοδο προγραμματισμού 2014-20, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει, με εκτελεστικές και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, δεσμευτικά πρότυπα ή/και απαιτήσεις για το ελεγκτικό έργο των ελεγκτικών αρχών που θα πρέπει να βασίζονται στην πείρα και τις ορθές πρακτικές της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013.

Έκτη περίπτωση:

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η σύσταση αυτή έχει ήδη εφαρμοστεί στην αξιολόγηση αντικτύπου του 2011 (βλέπε υποσημείωση 71). Επίσης, επισημαίνει ότι, στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης και της αρχής της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν την απόφαση χορήγησης τεχνικής βοήθειας για τις διάφορες κατηγορίες δαπανών.

Επιπλέον, στο πλαίσιο του κανονισμού για την περίοδο 2014-2020, η Επιτροπή ενισχύει την προσέγγιση της οικονομικής αποδοτικότητας σχετικά με τον τομέα της συνοχής. Κατά συνέπεια, οι νέες ρυθμίσεις για την εφαρμογή των κονδυλίων, μεταξύ άλλων για τους ελέγχους, «(…) τηρούν την αρχή της αναλογικότητας με βάση το χορηγούμενο επίπεδο στήριξης και λαμβάνουν υπόψη το συνολικό στόχο μείωσης της διοικητικής επιβάρυνσης για τους φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση και τον έλεγχο των προγραμμάτων».

Εισαγωγή

7. Το 2012, η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης και η ΓΔ Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων και Ένταξης (εφεξής «ΓΔ Απασχόλησης») έλαβαν, αντίστοιχα, 680 και 522 εκθέσεις ελέγχου συστήματος από τις ελεγκτικές αρχές. Η Επιτροπή αναλύει τα αποτελέσματα όλων των εκθέσεων ελέγχου και τα χρησιμοποιεί κατά τη διάρκεια του έτους στο πλαίσιο του εποπτικού της ρόλου και της διαδικασίας αξιοπιστίας με την κίνηση, κατά περίπτωση, διαδικασιών διακοπής ή εκ των προτέρων αναστολής.

9. Προκειμένου να είναι σε θέση να επικαλεστούν τα αποτελέσματα των ελέγχων και τα ποσοστά σφάλματος που αναφέρθηκαν από τις ελεγκτικές αρχές και σύμφωνα με τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα, η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης και η ΓΔ Απασχόλησης έχουν διενεργήσει μέχρι σήμερα εκτεταμένη επισκόπηση και επανάληψη της δραστηριότητας των ελεγκτικών αρχών. Οι έλεγχοι αυτοί αποτελούν και θα εξακολουθήσουν αποτελούν τη βασική έρευνα της ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης και της ΓΔ Απασχόλησης.

Όταν εντοπίζονται ελλείψεις στο έργο των ελεγκτικών αρχών, ανάλογα με τη σοβαρότητα των απαιτούμενων βελτιώσεων, τίθενται σε εφαρμογή εκτεταμένα σχέδια δράσης τα οποία συνοδεύονται με διαδικασίες διακοπής/αναστολής, κατά περίπτωση, για να διορθώνονται οι εν λόγω ελλείψεις και το ελεγκτικό έργο να εκτελείται σύμφωνα με το σχετικό πρότυπο. Η επανάληψη προηγούμενων ελέγχων από τις ελεγκτικές αρχές επέτρεψε επίσης μια εκτενή ανάπτυξη ικανοτήτων μέσω της ανταλλαγής καταλόγων ελέγχου, τη βελτίωση της ευαισθητοποίησης σε σχέση με τους επικίνδυνους τομείς και τον προσδιορισμό τομέων και λύσεων για τη βελτίωση του εθνικού ελεγκτικού έργου.

Η μεθοδολογία για τη διαδικασία αξιοπιστίας και τη διατύπωση επιφυλάξεων περιγράφεται στο παράρτημα 4 των ετήσιων εκθέσεων δραστηριοτήτων της ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης και της ΓΔ Απασχόλησης.

Πλαίσιο 2 - Χρήση των ποσοστών σφαλμάτων που αναφέρουν οι ελεγκτικές αρχές στο πλαίσιο της διαδικασίας αξιοπιστίας της Επιτροπής

Η ανάλυση των ποσοστών σφάλματος που αναφέρθηκαν στο τέλος του έτους από τις ελεγκτικές αρχές πρέπει να πραγματοποιηθεί και για τα 434 προγράμματα ΕΤΠΑ/ΤΣ και ΕΚΤ σε εύθετο χρόνο για την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων, η πρώτη έκδοση της οποίας πρέπει να είναι έτοιμη έως τα τέλη Φεβρουαρίου (και να έχει προσαρμοστεί έως την ημερομηνία υπογραφής στις 31 Μαρτίου). Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι στόχος είναι ο προσδιορισμός των εκτιμήσεων των ποσοστών σφάλματος στο πλαίσιο ενός στατιστικά έγκυρου εύρους, ή, στην περίπτωση που δεν προβλέπεται στατιστικό δείγμα στον κανονισμό, χρήσιμων δεικτών για την εκτίμηση του κινδύνου για τις πληρωμές των προγραμμάτων κατά το υπό εξέταση έτος.

Η Επιτροπή χρησιμοποιεί επίσης κατ’ αποκοπή ποσοστά για την εκτίμηση του εν λόγω κινδύνου, όταν θεωρεί ότι τα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος είναι αναξιόπιστα.

Στις ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων, η Επιτροπή αναφέρεται στο μέσο ποσοστό κινδύνου για όλα τα προγράμματα κάθε κράτους μέλους, βάσει επικυρωμένων ποσοστών σφάλματος, προκειμένου να ποσοτικοποιήσει τα ποσά που περιλαμβάνονται στις ενδιάμεσες πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν κατά το υπό εξέταση έτος κινδύνου. Λόγω της χρονικής απόκλισης διαφοράς που προβλέπεται στον κανονισμό ώστε να δοθεί χρόνος στις ελεγκτικές αρχές να διενεργήσουν τους ελέγχους τους, η εκτίμηση κινδύνου όσον αφορά τις πληρωμές που πραγματοποιήθηκαν το έτος Ν βασίζεται στο επικυρωμένο ποσοστό σφάλματος που αναφέρθηκε για δαπάνες που δηλώθηκαν κατά το έτος Ν-1 και είναι η καλύτερη διαθέσιμη εκτίμηση τη στιγμή της υπογραφής της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων. Από το 2012, η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης και η ΓΔ Απασχόλησης παρουσιάζουν επίσης στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων τους τον μέσο σωρευτικό (πολυετή) υπολειπόμενο κίνδυνο ανά κράτος μέλος, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις διορθώσεις που αναφέρθηκαν από τα κράτη μέλη ως αφαιρούμενες από όλες τις απαιτήσεις πληρωμών έως το τέλος του έτους Ν.

10. Σύμφωνα με μεθοδολογία για τη διαδικασία αξιοπιστίας της Επιτροπής, για ένα πρόγραμμα με επικυρωμένο ποσοστό σφάλματος πάνω από 5% θα μπορούσαν διατυπωθούν επιφυλάξεις ήδη στο πρώτο στάδιο, εκτός αν η απαιτούμενη δημοσιονομική διόρθωση και το σχέδιο δράσης τεθούν σε εφαρμογή πριν από την υπογραφή της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων (βλέπε επίσης σημείο 40).

11. Η Επιτροπή συμφωνεί ότι οι διαδικασίες για τον καθορισμό συνολικού ποσοστού σφάλματος από το Ελεγκτικό Συνέδριο και η εκτίμηση από την Επιτροπή του κινδύνου για τις πληρωμές κατά το εν λόγω έτος διαφέρουν για τους λόγους που αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο και λόγω της φύσης των διαφόρων θεσμικών ρόλων. Ωστόσο, ο στόχος της εν λόγω διαδικασίας είναι ουσιαστικά ο ίδιος, δηλαδή εκτίμηση του κινδύνου για τον προϋπολογισμό της ΕΕ σε ένα συγκεκριμένο έτος. Η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη όλες αυτές τις διαφορές στην αξιολόγησή της, ιδίως τις χρονικές διαφορές για την ποσοτικοποίηση των σφαλμάτων των δημόσιων συμβάσεων. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι, όπως εξακριβώθηκε τα τρία τελευταία έτη για τη ΓΔ Απασχόλησης και τα δύο τελευταία έτη για τη ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης, το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτής είναι σύμφωνο με τα ποσοστά σφάλματος που υπολογίστηκαν από το Ελεγκτικό Συνέδριο.

Η αξιολόγηση της Επιτροπής λαμβάνει επίσης υπόψη τον πολυετή χαρακτήρα της πολιτικής συνοχής και τη διορθωτική ικανότητα για κάθε πρόγραμμα, μέσω του υπολογισμού σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου.

Ορισμένες από τις διαφορές που αναφέρονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο θα καταργηθούν στο κανονιστικό πλαίσιο για την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020 και θα καταστήσουν επίσης δυνατή την πλήρη εφαρμογή της αρχής του ενιαίου ελέγχου.

12. Η Επιτροπή εξέφρασε την ικανοποίησή της για τις αρχές που καθορίζονται στη γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου αριθ. 2/2004, οι οποίες αποτέλεσαν σημαντικό στοιχείο για την ανάπτυξη των κανονισμών για την περίοδο 2007-2013 σχετικά με τη θέσπιση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου.

15. Η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για το συμπέρασμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η Επιτροπή έχει σχεδιάσει σε γενικές γραμμές το σύστημά της σύμφωνα με τις αρχές του «Ενιαίου Ελέγχου» που έχουν οριστεί από το Συνέδριο (βλ. επίσης σημείο 80).

Το κύριο πλεονέκτημα της εφαρμογής του άρθρου 73 για την Επιτροπή έγκειται στη δυνατότητα επικέντρωσης των περιορισμένων ελεγκτικών πόρων της σε προγράμματα και αρχές υψηλότερου κινδύνου αντί της μείωσης των δραστηριοτήτων ελέγχου γενικότερα. Επιπλέον, ο ενιαίος έλεγχος εξακολουθεί να απαιτεί παρακολούθηση των εργασιών της ελεγκτικής αρχής και συνεπώς παραμένει κρίσιμο ζήτημα. 

16. Οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73 αφορούν τόσο την αξιοπιστία του έργου της ελεγκτικής αρχής όσο και το γεγονός ότι τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου λειτουργούν ικανοποιητικά. Η Επιτροπή πρέπει συνεπώς να προβεί σε σημαντικό λεπτομερές ελεγκτικό έργο σύμφωνα με τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα, πριν μπορέσει να χορηγήσει καθεστώς του άρθρου 73. Αυτό εξηγεί επίσης γιατί το καθεστώς του άρθρου 73 μπορεί να χορηγηθεί μόνο έπειτα από κάποια έτη εφαρμογής του προγράμματος.

Επίσης, αυτό σημαίνει ότι, στις περιπτώσεις όπου το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου ενός προγράμματος, ανεξάρτητα από την ελεγκτική αρχή, εξακολουθεί να μην είναι επαρκώς ισχυρό, δεν μπορεί να χορηγηθεί καθεστώς του άρθρου 73 στο πρόγραμμα ακόμη και αν η Επιτροπή είναι ικανοποιημένη βάσει του ελεγκτικού της έργου με τη λειτουργία της ελεγκτικής αρχής.

Κοινή απάντηση στα σημεία 17, 18 και 19

Κάθε απόφαση για την υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73 αφορά συγκεκριμένο πρόγραμμα υπό την ευθύνη της αντίστοιχης Γενικής Διεύθυνσης της Επιτροπής.

Οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή ενός προγράμματος στο καθεστώς του άρθρου 73 ορίστηκαν στον «χάρτη πορείας για την εφαρμογή του άρθρου 73», συζητήθηκαν με τις ελεγκτικές αρχές το 2009 και το 2010 και ολοκληρώθηκαν στις 13 Οκτωβρίου 2010. Οι ελεγκτικές αρχές επομένως συνδέθηκαν πλήρως και ενημερώθηκαν για τα κριτήρια και τα οφέλη υπαγωγής ενός συγκεκριμένου προγράμματος στο καθεστώς του άρθρου 73.

Ο αρχικός χάρτης πορείας επικαιροποιήθηκε επισήμως τον Σεπτέμβριο του 2013, μετά τις πρώτες αποφάσεις σχετικά με την υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73 στις αρχές του 2012. Η επικαιροποίηση αφορά την αποσαφήνιση των όρων για την υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73, καθώς των διορθωτικών μέτρων που πρέπει να ληφθούν αν ένας ή περισσότεροι όροι δεν πληρούνται πλέον. Επιπλέον, μια συγκεκριμένη έρευνα ελέγχου για την καθιέρωση της μεθοδολογίας και των ενεργειών παρακολούθησης της εφαρμογής του άρθρου 73 σχεδιάστηκε από κοινού και εφαρμόζεται από όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες της Επιτροπής στο πλαίσιο της συμφωνίας διυπηρεσιακού επιπέδου.

Όπως αναφέρεται στον επικαιροποιημένο χάρτη πορείας και στην παρούσα έρευνα ελέγχου, η Επιτροπή θα λάβει την απόφαση να επαναλάβει τους επιτόπιους ελέγχους της όταν δεν θα έχει λόγους να εμπιστεύεται πλέον το έργο των ελεγκτικών αρχών. Αυτό μπορεί να προκύψει από το γεγονός ότι οι ελεγκτικές αρχές δεν έχουν αναφέρει και δεν έχουν λάβει υπόψη ουσιαστικές ελλείψεις στην ετήσια γνωμοδότηση ελέγχου για ένα δεδομένο έτος και το αίτημα της Επιτροπής για την εφαρμογή σχεδίων δράσης/διορθωτικών μέτρων δεν έχει τηρηθεί δεόντως από την ελεγκτική αρχή.

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

27. Όπως αναφέρεται στη συγκεφαλαιωτική ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης του 2012, η μείωση του αριθμού των επιφυλάξεων οφείλεται κυρίως στις διορθωτικές ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν στα κράτη μέλη και στην εφαρμογή δημοσιονομικών διορθώσεων από την Επιτροπή (βλέπε ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων 2012 για τη ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης, σελίδες 46 έως 49). Η αυστηρή πολιτική που ακολουθείται από ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης όσον αφορά τις προειδοποιήσεις, τις διακοπές, τις αναστολές και τις δημοσιονομικές διορθώσεις λειτούργησε ως κίνητρο για τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη ώστε να βελτιώσουν τις αδυναμίες των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου.

29. Εκτός από τους δύο δείκτες που αναφέρθηκαν από το Ελεγκτικό Συνέδριο, η Επιτροπή βασίζει την αξιοπιστία της σε εις βάθος διαδικασία και σε διάφορα μέτρα, λαμβάνοντας υπόψη πολλά άλλα αποτελέσματα ελέγχων σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο, καθώς και πληροφορίες εκτός από τους δύο δείκτες που αναφέρει το Συνέδριο.

Το αποτέλεσμα της εν λόγω διαδικασίας και ανάλυσης περιγράφεται λεπτομερώς στις αντίστοιχες ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας της ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης του 2012 και της ΓΔ Απασχόλησης (βλ. σελίδα 35 και παράρτημα 9 και σελίδα 37 και παράρτημα 8, αντίστοιχα, των ετήσιων εκθέσεων δραστηριοτήτων της ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης και της ΓΔ Απασχόλησης του 2012).

Κοινή απάντηση για το σημείο 30 και το πλαίσιο 4

Η Επιτροπή αναγνωρίζει τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζουν οι ελεγκτικές αρχές και τη σημασία της διασφάλισης της ακρίβειας και της αξιοπιστίας των πληροφοριών που αναφέρονται στις ετήσιες εκθέσεις ελέγχου.

Για αυτόν τον λόγο, η Επιτροπή πραγματοποίησε συστηματικό ελεγκτικό έργο μέσω 269 ελεγκτικών αποστολών κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών προκειμένου να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητα των ελεγκτικών αρχών που αφορούν το 96% και το 99% των αντίστοιχων πιστώσεων ΕΤΠΑ/ΤΣ και ΕΚΤ.

Από το 2009 έως το 2013, από την επανάληψη προηγούμενων ελέγχων των ελεγκτικών αρχών από την Επιτροπή προέκυψε ότι:

- Από τις 47 ελεγκτικές αρχές που ελέγχθηκαν, η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, στο παρόν στάδιο, 38 ελεγκτικές αρχές ήταν αξιόπιστες.

- Από τις 84 ελεγκτικές αρχές, η ΓΔ Απασχόλησης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι 78 ήταν αξιόπιστες.

Η Επιτροπή θεωρεί, συνεπώς, ότι έλαβε εύλογη διαβεβαίωση ότι οι ελεγκτικές αρχές που αφορούν περίπου το 90% των χορηγηθέντων κεφαλαίων συμμορφώνονται με το άρθρο 62 του κανονισμού (ΕΚ) και παρέχει αξιόπιστη βάση για τη διασφάλιση της Επιτροπής και για την εφαρμογή της έννοιας του ενιαίου ελέγχου.

Τα εν λόγω αποτελέσματα συμπληρώνονται με τον έλεγχο των ελεγκτικών αρχών από το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών.

Συγκεκριμένα, όταν η Επιτροπή διατηρεί αμφιβολίες ως προς την ακρίβεια και την αξιοπιστία των ποσοστών σφάλματος που αναφέρθηκαν από τις εθνικές ελεγκτικές αρχές, διαβιβάζει στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της τα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος τα οποία υπολογίζονται εκ νέου, όταν είναι διαθέσιμες επαρκείς πληροφορίες, ή τα οποία αντικαθίστανται από κατ’ αποκοπή ποσοστά, όταν θεωρούνται αναξιόπιστα.

Πρώτη περίπτωση:

Σε δύο περιπτώσεις, η Επιτροπή επισημαίνει ότι υπήρξαν κάποιες αδυναμίες στην προσέγγιση δειγματοληψίας, αλλά θεωρεί ότι ο αντίκτυπος δεν ήταν σημαντικός.

Σε τρεις περιπτώσεις, η Επιτροπή είχε διαπιστώσει παρόμοιες αδυναμίες με αυτές που αναφέρθηκαν από το Ελεγκτικό Συνέδριο και έλαβε τα κατάλληλα μέτρα. Σε μία περίπτωση που αναφέρθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο το 2013, η παρακολούθηση συνεχίζεται.

Δεύτερη περίπτωση:

Σε έξι περιπτώσεις, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ελεγκτικές αρχές είναι αποτελεσματικές όσον αφορά τους ελέγχους πράξεων. Για τις υπόλοιπες έξι περιπτώσεις, η Επιτροπή έδωσε συνέχεια στις αδυναμίες που εντόπισε το Συνέδριο.

Τρίτη περίπτωση:

Σε δύο περιπτώσεις, η Επιτροπή συμφωνεί ότι υπήρξαν ορισμένες αδυναμίες στις διαδικασίες της ελεγκτικής αρχής και διασφάλισε την παρακολούθησή τους. Ωστόσο, η αξιολόγηση της Επιτροπής σχετικά με τα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος και τις ετήσιες εκθέσεις ελέγχου οδήγησε σε κατάλληλα συμπεράσματα, λαμβανομένου επίσης υπόψη του συμπληρωματικού έργου ελέγχου που πραγματοποιήθηκε από την ελεγκτική αρχή, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, κατά περίπτωση.

Στις υπόλοιπες τρεις περιπτώσεις, η Επιτροπή διαπίστωσε παρόμοιες αδυναμίες με αυτές που αναφέρονται από το Συνέδριο και έλαβε τα κατάλληλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της διακοπής των πληρωμών μέχρι τη στιγμή που εκτελέστηκαν διορθωτικά μέτρα από την εν λόγω ελεγκτική αρχή.

Ως αποτέλεσμα των μέτρων που λήφθηκαν για την αντιμετώπιση των αδυναμιών που εντοπίστηκαν, επί του παρόντος, η Επιτροπή έχει εύλογη βεβαιότητα για την αποτελεσματικότητα όλων των ελεγκτικών αρχών (πλην μίας) που είναι αρμόδιες για το ΕΤΠΑ/ΤΣ και το ΕΚΤ τις οποίες εξέτασε το Συνέδριο. Για την εναπομείνασα ελεγκτική αρχή που χαρακτηρίστηκε από την Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συμβούλιο ως μη αποτελεσματική, βρίσκονται ακόμα σε εξέλιξη διορθωτικά μέτρα για ορισμένα προγράμματα ΕΤΠΑ/ΤΣ και ΕΚΤ.

Για τις πέντε ελεγκτικές αρχές οι οποίες δεν ενημέρωσαν επαρκώς σχετικά με ποσοστά σφάλματος για τα προγράμματα ΕΤΠΑ/ΤΣ και ΕΚΤ κατά τη διάρκεια του 2010, του 2011 ή του 2012, η κατάσταση έχει ως εξής:

- σε μία περίπτωση, η ανεπαρκής ενημέρωση δεν είχε καμία επίδραση στην εκτίμηση της Επιτροπής, διότι η γνώμη της ελεγκτικής αρχής εκφράστηκε εκφράστηκε με τη διατύπωση επιφυλάξεων οι οποίες αναφέρθηκαν στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του 2010,

- ο σωρευτικός εναπομένων κίνδυνος ήταν κάτω από 2% σε μια άλλη περίπτωση,

- η Επιτροπή θεώρησε τα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος ως αναξιόπιστα και χρησιμοποίησε κατ’ αποκοπή ποσοστά για τους σκοπούς της διαδικασίας αξιοπιστίας σε τρεις περιπτώσεις. Διατύπωσε επιφυλάξεις στις αντίστοιχες ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων και διέκοψε τις πληρωμές προς τα αντίστοιχα προγράμματα.

Επιπλέον, η Επιτροπή συνεργάζεται προληπτικά με τις ελεγκτικές αρχές, προκειμένου να βελτιωθεί η αξιοπιστία των αναφερόμενων ποσοστών σφάλματός τους.

31. Η Επιτροπή διακόπτει τις πληρωμές μόλις έχει στη διάθεσή της στοιχεία που υποδηλώνουν προβλήματα, όπως για παράδειγμα στη λειτουργία μιας αρχής ελέγχου. Επιπλέον, τα αποδεικτικά στοιχεία ελλείψεων όσον αφορά τη λειτουργία μιας ελεγκτικής αρχής μετά από έλεγχο της Επιτροπής συνεπάγονται πάντα την έναρξη διαδικασίας αναστολής, έως τη στιγμή που θα εφαρμοστούν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα από το κράτος μέλος.

Τα διορθωτικά μέτρα ενισχύονται περαιτέρω στα σχέδια κανονισμών για την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020, τα οποία προβλέπουν καθαρές δημοσιονομικές διορθώσεις σε περίπτωση που διαπιστωθούν σοβαρές παρατυπίες μετά την υποβολή των ετήσιων λογαριασμών οι οποίες δεν είχαν διαπιστωθεί στο παρελθόν ή δεν είχαν αναφερθεί από την ελεγκτική αρχή του προγράμματος.

Κοινή απάντηση στα σημεία 32 και 33:

Η Επιτροπή ανέπτυξε αξιόπιστη μέθοδο για την επαλήθευση και την επικύρωση των ποσοστών σφάλματος που αναφέρονται από τις ελεγκτικές αρχές. Τα συμπεράσματα της Επιτροπής σχετικά με την εξέταση βάσει εγγράφων όσον αφορά την ακρίβεια και την αξιοπιστία των ποσοστών σφάλματος που αναφέρονται στις ετήσιες εκθέσεις ελέγχου βασίζονται επίσης στη διαβεβαίωση που προκύπτει από την εκτεταμένη έρευνα ελέγχου για την επανεξέταση των εργασιών των ελεγκτικών αρχών (βλ. απαντήσεις στο σημείο 9).

Μέσω της εν λόγω διαδικασίας εξέτασης βάσει εγγράφων, η Επιτροπή διασαφηνίζει οποιαδήποτε αμφιβολία μπορεί να προκύψει ως προς την ακρίβεια ή/και την αξιοπιστία των αναφερόμενων ποσοστών σφάλματος. Αν κριθεί σκόπιμο, λαμβάνει λεπτομερή αποτελέσματα ελέγχων που αποδεικνύουν τον υπολογισμό του ποσοστού σφάλματος γραπτώς ή κατά τη διάρκεια των επιτόπιων διερευνητικών αποστολών.

Το 2013, οι υπηρεσίες της Επιτροπής πραγματοποίησαν 12 επιτόπιες διερευνητικές αποστολές που αφορούσαν 64 προγράμματα ΕΤΠΑ/ΤΣ σε 11 κράτη μέλη και 15 αποστολές που αφορούσαν 23 προγράμματα του ΕΚΤ σε 10 κράτη μέλη.  Με βάση όλες τις πληροφορίες που συλλέχθηκαν, η Επιτροπή προσάρμοσε τα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος στο 21% και 15% των προγραμμάτων ΕΤΠΑ/ΤΣ και ΕΚΤ αντίστοιχα, και θεώρησε το 11% των αναφερόμενων ποσοστών σφάλματος για όλα τα προγράμματα ως αναξιόπιστο και ως εκ τούτου, τα αντικατέστησε με κατ’ αποκοπή ποσοστά.

Επιπλέον, για τα δύο από τα 51 επιχειρησιακά προγράμματα ΕΚΤ, η Επιτροπή επιθυμεί να υπογραμμίσει ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο, στο σημείο 6.34 της ετήσιας έκθεσής του για το 2012 αναφέρει ότι οι ελλείψεις στα ποσοστά σφάλματος που αναφέρθηκαν από τις ελεγκτικές αρχές «δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση τον αριθμό και τον αντίκτυπο των επιφυλάξεων που διατύπωσε η ΓΔ Απασχόλησης, το 2012». Για άλλα 44 προγράμματα ΕΤΠΑ/ΤΣ, η Επιτροπή σημειώνει ότι οι μικρές διαφορές που αναφέρθηκαν από το Συνέδριο δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση τον αριθμό και τον αντίκτυπο των επιφυλάξεων που διατυπώθηκαν από τη ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης το 2012.

Βλ. επίσης απαντήσεις στα σημεία 34 και 35.

34. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το γεγονός ότι για 3 συνεχόμενα έτη το εκτιμώμενο ποσοστό σφάλματος της Επιτροπής, όπως περιγράφεται στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της ΓΔ Απασχόλησης, είναι σύμφωνο με το πιθανότερο ποσοστό σφάλματος του Συνεδρίου επιβεβαιώνει την εγκυρότητα και την αξιοπιστία της προσέγγισής της.

Για το 2011 και το 2012, τα εκτιμώμενα ποσοστά σφάλματος της ΓΔ Απασχόλησης, όπως περιγράφεται στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της κυμαίνονταν από 2,0% έως 2,5% (βλέπε σελίδα 43 της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων του 2011) και από 2,3% έως 3,2% (βλέπε σελίδα 37 της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων του 2012), αντίστοιχα. Τα ποσοστά σφάλματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τα έτη αυτά ήταν 2,2% και 3,2%, αντίστοιχα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι το ποσοστό σφάλματος που χρησιμοποίησε η ΓΔ Απασχόλησης για την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της για το 2010, που αντιστοιχεί στα αποτελέσματα που προκύπτουν από τη δήλωση αξιοπιστίας του Ελεγκτικού Συνεδρίου είναι αξιόπιστο.

Όσον αφορά προγράμματα ΕΤΠΑ/ΤΣ, το Ελεγκτικό Συνέδριο επιβεβαιώνει, επίσης, στην ετήσια έκθεσή του για το 2012 την εκτίμηση της ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης για τα ποσά που βρίσκονται σε κίνδυνο για το 2012, βάσει των ποσοστών σφάλματος που αναφέρθηκαν από τις ελεγκτικές αρχές σε σχέση με τις δαπάνες του 2011 και αυτό είναι σύμφωνο με την αξιολόγηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (σημείο 5.55 της ετήσιας έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2012).

Πρώτη περίπτωση:

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα 51 προγράμματα που αναφέρει το Συνέδριο αντιστοιχούν στο έργο εννιά ελεγκτικών αρχών επί συνόλου 112 αρχών ελέγχου που είναι επιφορτισμένες με το ΕΤΠΑ, το ΕΚΤ και το Ταμείο Συνοχής. Επίσης, επισημαίνει ότι το τεχνικό ζήτημα που τίθεται στην περίπτωση των 31 προγραμμάτων που συγκεντρώνονται σε ένα μόνο δείγμα δεν τροποποιεί τις εκτιμήσεις της ελεγκτικής αρχής και της Επιτροπής.

Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η Επιτροπή θεωρεί ότι επαρκείς πληροφορίες ήταν διαθέσιμες για την εξαγωγή συμπερασμάτων όσον αφορά τα ποσοστά σφάλματος που αναφέρθηκαν από τις ελεγκτικές αρχές.

Βλ. επίσης απάντηση της Επιτροπής στο σημείο 32.

Δεύτερη περίπτωση:

Η Επιτροπή χαιρετίζει το γεγονός ότι το Ελεγκτικό Συνέδριο κατέληξε στα ίδια συμπεράσματα για όλες τις περιπτώσεις (138) που εξετάστηκαν εκτός από πέντε. Όσον αφορά τις πέντε αυτές περιπτώσεις που αφορούν δύο ελεγκτικές αρχές, η Επιτροπή επιβεβαιώνει την εκτίμησή της, όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων 2012 έπειτα από από εμπεριστατωμένη ανάλυση των εξηγήσεων που παρείχαν οι ενδιαφερόμενες ελεγκτικές αρχές και ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος διατύπωσης επιφυλάξεων. Για τα τέσσερα από τα προγράμματα που συγκεντρώθηκαν σε ένα μόνο δείγμα, το σφάλμα διορθώθηκε το 2012 και, συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί δεν ήταν απαραίτητο να συμπεριληφθεί στον υπολογισμό του προβλεπόμενου ποσοστού σφάλματος. Όσον αφορά το πέμπτο πρόγραμμα, η Επιτροπή θεωρεί ότι, αν ληφθεί υπόψη το μέρος των δαπανών που είχε αποκλεισθεί από τον πληθυσμό που πρόκειται να ελεγχθεί, θα είχε πολύ περιορισμένο αντίκτυπο στο ποσοστό σφάλματος.

Βλέπε επίσης απάντηση της Επιτροπής στα σημεία 5.52 τέταρτη περίπτωση και 5.57 της ετήσιας έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2012.

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή θεωρεί ότι έχει εφαρμόσει σωστά τον εποπτικό της ρόλο όσον αφορά τα ποσοστά σφάλματος που έχουν αναφερθεί από τις ελεγκτικές αρχές.

35. Σύμφωνα με τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε για την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του 2010, τα επικυρωμένα ποσοστά σφάλματος αποτέλεσαν ένα από τα στοιχεία που χρησιμοποίησε η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης για την τελική αξιολόγηση των προγραμμάτων. Τα στοιχεία αυτά δεν χρησιμοποιήθηκαν για την εκτίμηση των ελάχιστων και μέγιστων επισφαλών πληρωμών, η οποία βασιζόταν στη μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε τα προηγούμενα έτη.  Όπως αναφέρεται ρητά στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της για το 2010 (σελίδα 69), η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης εκτίμησε ότι το ποσό των πληρωμών της για το 2010 το οποίο βρίσκεται σε κίνδυνο κυμαίνεται από 0,8% έως 1,7% και έκρινε ότι «τα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος των εθνικών ελεγκτικών αρχών που σχετίζονται με τις δηλωθείσες δαπάνες του 2009 θα πρέπει να ερμηνεύονται με προσοχή κατά την αξιολόγηση της λειτουργίας των συστημάτων το 2010» (σελίδα 31). Όλα τα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος αξιολογήθηκαν και επικυρώθηκαν από τη ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης, μεταξύ άλλων προς τα άνω ή με τη χρήση κατ’ αποκοπή ποσοστού σε περισσότερες από τις μισές περιπτώσεις, το 2011 και τα επόμενα έτη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κοινοποιήθηκαν αξιόπιστα αναθεωρημένα ποσοστά σφάλματος από τις ελεγκτικές αρχές, το 2011 ή το 2012.

Από το 2011 και μετά, η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης αναθεώρησε τη μεθοδολογία της, επιτρέποντας μια πιο ακριβή εκτίμηση του επισφαλούς ποσού, βάσει των ποσοστών σφάλματος που αναφέρθηκαν από τις ελεγκτικές αρχές και επικυρώθηκαν από τις υπηρεσίες της Επιτροπής. Την ίδια στιγμή, η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης εισήγαγε τον υπολογισμό του σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τις δημοσιονομικές διορθώσεις που εφαρμόζονται από τα κράτη μέλη. Για αυτόν τον υπολογισμό, η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης χρησιμοποιεί, ως εκ τούτου, επικυρωμένα ποσοστά σφάλματος για όλα τα έτη από την έναρξη της περιόδου προγραμματισμού, συμπεριλαμβανομένων των ποσοστών σφάλματος που αναθεωρήθηκαν στη συνέχεια από τις ελεγκτικές αρχές, ποσοστά σφάλματος που θα μπορούσε να υπολογίσει εκ νέου και κατ’ αποκοπή ποσοστά. Επομένως οι περιορισμοί που εκφράζονται στα ποσοστά σφάλματος κατά τη στιγμή της υποβολής τους, το 2010, δεν έχουν καμία επίπτωση στον υπολογισμό του σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου από την Επιτροπή το 2012. Το Ελεγκτικό Συνέδριο επιβεβαίωσε στην ετήσια έκθεσή του για το 2012 ότι η εκτίμηση της ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης τα επισφαλή ποσά για το 2012 είναι σύμφωνη με την αξιολόγηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (παράγραφος 5.55 της ετήσιας έκθεσης του Ελεγκτικού Συνεδρίου για το 2012).

Όσον αφορά τη Γενική Διεύθυνση Απασχόλησης και Κοινωνικών Υποθέσεων, η Επιτροπή παραπέμπει στην απάντησή της στο σημείο 34.

36. Η Επιτροπή έχει προωθήσει ενεργά τη χρήση της στατιστικής δειγματοληψίας την περίοδο 2012/2013, μέσω των επικαιροποιημένων κατευθυντήριων γραμμών δειγματοληψίας της τον Απρίλιο 2013, ακόμη και στην περίπτωση μικρών πληθυσμών πράξεων, έτσι ώστε να ληφθούν αντιπροσωπευτικά αποτελέσματα σε έναν αυξανόμενο αριθμό προγραμμάτων.

Επιπλέον, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το ποσοστό σφάλματος μπορεί επίσης να είναι αντιπροσωπευτικό σε περίπτωση που χρησιμοποιείται τυπική προσέγγιση μη στατιστικής δειγματοληψίας, ή όταν το δείγμα που ελέγχθηκε εξασφαλίζει υψηλή κάλυψη των δαπανών.

Ωστόσο, τα μη στατιστικά δείγματα για μικρούς πληθυσμούς πράξεων είναι σύμφωνα με τον κανονισμό και παρέχουν τη βέλτιστη διαθέσιμη ένδειξη του συνολικού κινδύνου για τα σχετικά προγράμματα. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή συνεκτιμά, επίσης, τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού και την κάλυψη των ελέγχων. Η Επιτροπή πρέπει να χρησιμοποιεί τους εν λόγω δείκτες για τους σκοπούς της διαδικασίας αξιοπιστίας της και για τον υπολογισμό του σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου. Σε κάθε περίπτωση, στις περιπτώσεις που η Επιτροπή θεωρεί πως το αναφερόμενο ποσοστό σφάλματος είναι αναξιόπιστο, χρησιμοποιεί κατ’ αποκοπή ποσοστά.

37. Η Επιτροπή συμφωνεί με το Ελεγκτικό Συνέδριο ότι η λογιστική των δημοσιονομικών διορθώσεων είναι ένα πολύπλοκο έργο λόγω των χρονικών διαφορών μεταξύ των εκθέσεων των κρατών μελών και των προθεσμιών της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων της Επιτροπής και των διαφόρων φορέων που εμπλέκονται στην εφαρμογή τους.  Προκειμένου να αντικατοπτρίζει τον πολυετή χαρακτήρα της υλοποίησης προγραμμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών διορθώσεων, η Επιτροπή υπολογίζει έναν σωρευτικό εναπομένοντα κίνδυνο που αποτελεί δείκτη σχετικά με το πώς η διορθωτική ικανότητα του προγράμματος εξελίσσεται από το ένα έτος στο άλλο. Η Επιτροπή αποσκοπεί στην εξασφάλιση του εναπομένοντος ποσοστού σφάλματος κάτω από το όριο σημαντικότητας στο τέλος της περιόδου προγραμματισμού, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις δημοσιονομικές διορθώσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια του προγράμματος.

38. Η Επιτροπή πρέπει να εργαστεί με τα στοιχεία που παρέχονται από τα κράτη μέλη έως το τέλος Μαρτίου κάθε έτους σύμφωνα με τις κανονιστικές απαιτήσεις και τα οποία είναι διαθέσιμα στο πλαίσιο του πολυετούς συστήματος για την πολιτική συνοχής.

Πρώτη περίπτωση:

Η Επιτροπή πρέπει να υπολογίσει το σωρευτικό εναπομένοντα κίνδυνο κατά το τέλος του υπό αξιολόγηση έτους στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων. Ο σωρευτικός εναπομένων κίνδυνος είναι ένας δείκτης της διορθωτικής ικανότητας του προγράμματος κατά τη διάρκεια πολλών ετών, ο οποίος λαμβάνει υπόψη τις διαθέσιμες πληροφορίες κατά τη στιγμή του υπολογισμού του, τόσο από την άποψη του κινδύνου όσο και από την άποψη των δημοσιονομικών διορθώσεων που πραγματοποιήθηκαν.

Κατά την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων, η Επιτροπή έχει στη διάθεσή της τις αναφορές του κράτους μέλους σχετικά με τις δημοσιονομικές διορθώσεις που υποβλήθηκαν το προηγούμενο έτος και τα στοιχεία που αναφέρθηκαν για το τρέχον έτος για ορισμένα προγράμματα. Οι πληροφορίες αυτές μπορούν να αναθεωρηθούν από την Επιτροπή, δεδομένου ότι οι περισσότερες διορθώσεις επέρχονται κατόπιν αιτήματος της ίδιας της Επιτροπής.

Επιπλέον, η Επιτροπή διεξήγαγε ειδικό ελεγκτικό έργο βάσει της ανάλυσης του κινδύνου κατά τα τελευταία 3 έτη που καλύπτει 68 επιχειρησιακά προγράμματα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι διορθώσεις που αναφέρθηκαν από τα κράτη μέλη εφαρμόζονται αποτελεσματικά και, σε περίπτωση αμφιβολιών ή ανεπαρκών αποδεικτικών στοιχείων, αφαιρεί τα εν λόγω ποσά από τις σωρευτικές δημοσιονομικές διορθώσεις που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του υπολογισμού του εναπομένοντος ποσοστού σφάλματος.

Δεύτερη περίπτωση:

Όπως αναφέρεται στις κατευθυντήριες γραμμές για την αντιμετώπιση σφαλμάτων που περιγράφονται στην ετήσια έκθεση ελέγχου (COCOF_11-0041-01-EN της 7ης Δεκεμβρίου 2011), οι ελεγκτικές αρχές πρέπει να προβάλλουν το ποσοστό σφάλματος με βάση όλα τα ευρήματα του ελέγχου και δεν θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις δημοσιονομικές διορθώσεις που πραγματοποιούνται ως αποτέλεσμα των ελέγχων τους για τον υπολογισμό των προβλεπόμενων ποσοστών σφάλματος. Κατά τη διατύπωση της γνωμοδότησής τους για τον έλεγχο, μπορούν να λαμβάνουν υπόψη μεταγενέστερα γεγονότα, υπό την έννοια των δημοσιονομικών διορθώσεων που πραγματοποιούνται μετά το τέλος των ελέγχων τους. Εάν οι διορθώσεις αυτές επαρκούν για να περιορίσουν το προβλεπόμενο ποσοστό σφάλματος, η ελεγκτική αρχή μπορεί να αποφασίσει να αναφέρει μια γνώμη χωρίς επιφυλάξεις, αλλά εξακολουθεί να οφείλει να αναφέρει το προβλεπόμενο ποσοστό σφάλματος όπως υπολογίστηκε.

Η Επιτροπή θα υπενθυμίσει στις ελεγκτικές αρχές αυτόν τον κανόνα.

Τρίτη περίπτωση:

Οι εισπράξεις που εκκρεμούν βασίζονται σε εντάλματα είσπραξης που εκδίδονται από το κράτος μέλος και πρόκειται να εκτελεστούν. Απαιτούνται από τον κανονισμό και είναι θεμιτό να ληφθούν τα εν λόγω διορθωτικά μέτρα υπόψη.

Τέταρτη περίπτωση:

Σύμφωνα με τον κανονισμό, τα κράτη μέλη πρέπει να αναφέρουν κάθε απόσυρση ποσού η οποία περιλαμβάνεται σε αίτηση πληρωμής του προηγούμενου έτους. Όπως διευκρινίζεται στο καθοδηγητικό σημείωμα [υποσημείωση: σχετ. COCOF 10/0002/02 με ημερομηνία 17/03/2010], οι αποσύρσεις είναι οριστικές και δεν μπορούν να συμπεριληφθούν εκ νέου σε μεταγενέστερες αιτήσεις πληρωμής, εκτός αν τα παράτυπα ποσά διαπιστώθηκε αργότερα ότι είναι κανονικά και επιλέξιμα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η αρχή πιστοποίησης πρέπει να διορθώσει τις εκθέσεις της. Η Επιτροπή θα υπενθυμίσει αυτόν τον κανόνα στις αρχές πιστοποίησης.

39. Από τη σύνταξη των ετήσιων εκθέσεων δραστηριοτήτων του 2011 που δημοσιεύθηκαν τον Μάρτιο 2012, κάθε περίπτωση αρνητικού εναπομένοντος ποσοστού σφάλματος ρυθμίζεται κατ’ ελάχιστο στο 0 στο πλαίσιο των διαδικασιών που έχουν τεθεί σε εφαρμογή από την Επιτροπή προκειμένου να μην υποτιμηθεί ο υπολογισμός του συνολικού σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου.

Ο σωρευτικός εναπομένων κίνδυνος αντανακλά τη συνολική διορθωτική ικανότητα του προγράμματος, λαμβάνοντας υπόψη την καλύτερη εκτίμηση του κινδύνου, το επικυρωμένο ποσοστό σφάλματος, καθώς και πληροφορίες σχετικά με όλες τις διορθώσεις που πραγματοποιούνται, ανεξάρτητα από την πηγή της διαπίστωσης (αρχή διαχείρισης ή πιστοποίησης ή ελεγκτική αρχή). Ως εκ τούτου, σε ακραίες περιπτώσεις, ο μηδενικός σωρευτικός εναπομένων κίνδυνος δείχνει ότι οι συνολικές διορθώσεις που αναφέρθηκαν και συνδέονται με δαπάνες οι οποίες στο παρελθόν συμπεριλαμβάνονταν στις αιτήσεις πληρωμής στην Επιτροπή ήταν υψηλότερες από τον εκτιμώμενο σωρευτικό κίνδυνο για το πρόγραμμα, κατά τη στιγμή του υπολογισμού.

40. Οι επιφυλάξεις βασίζονται κυρίως στην αξιολόγηση της λειτουργίας του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου και το προβλεπόμενο ποσοστό σφάλματος. Ο σωρευτικός εναπομένων κίνδυνος αποτελεί ένα δεύτερο φίλτρο για να ληφθεί η απόφαση σχετικά με την ανάγκη διατύπωσης πρόσθετων επιφυλάξεων. Ειδικότερα, ενδεικτικά, σε περίπτωση επικυρωμένου ποσοστού σφάλματος μεταξύ 2% και 5%, επιτρέπει να αποφασιστεί αν θα πρέπει να διατυπωθούν πρόσθετες επιφυλάξεις. Ασφαλώς δεν αποτελεί την κύρια πηγή των επιφυλάξεων που διατυπώνονται στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων, αλλά είναι συμπληρωματική.

Η προσέγγιση αυτή εφαρμόστηκε για 65 προγράμματα ΕΤΠΑ/ΤΣ από τα 67 που αναφέρονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Για τα υπόλοιπα δύο προγράμματα, όπως αναφέρει το Συνέδριο στο παράρτημα ΙΙΙ της έκθεσής του, σύμφωνα με τη μεθοδολογία της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων έγιναν και γνωστοποιήθηκαν εξαιρέσεις στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων εφόσον εκτελέστηκαν εγκαίρως όλες οι αναγκαίες οικονομικές διορθώσεις για τη διαδικασία διασφάλισης (βλέπε ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης και ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων 2012, σελίδα 359).

Για τα 4 επιχειρησιακά προγράμματα του ΕΚΤ με τα «προβλεπόμενα ποσοστά σφάλματος» πάνω από 5%, οι αναγκαίες δημοσιονομικές διορθώσεις είχαν ήδη τεθεί σε εφαρμογή από τη στιγμή της έκδοσης της ετήσιας έκθεσης δραστηριοτήτων 2012 της ΓΔ EMPL. Ως εκ τούτου, τα σωρευτικά ποσοστά σφάλματος που υπολογίστηκαν για τα εν λόγω επιχειρησιακά προγράμματα ήταν κάτω από 2%. Σύμφωνα με τις πάγιες οδηγίες της Επιτροπής για την ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων του 2012 απαιτείται (ποσοτικώς προσδιορισμένη) επιφύλαξη μόνο εάν ο σωρευτικός δημοσιονομικός κίνδυνος είναι μεγαλύτερος από ου 2%. Επιπλέον, για τα 4 σχετικά προγράμματα, εφαρμόστηκαν τα κατάλληλα σχέδια δράσης, προκειμένου να μην επαναληφθούν τα εν λόγω ζητήματα.

Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι, στο σημείο 6.34 της ετήσιας έκθεσής του για το 2012, το Συνέδριο αναφέρει ότι οι ελλείψεις που εντοπίστηκαν στα ποσοστά σφάλματος που αναφέρθηκαν από τις ελεγκτικές αρχές «δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση τον αριθμό και τον αντίκτυπο των επιφυλάξεων που διατύπωσε η ΓΔ EMPL το 2012».

43. Υπάρχουν δύο διαδικασίες που οποίες θα πρέπει να διαφοροποιηθούν σαφώς: αφενός, η επίσημη εξάρτηση από το έργο της ελεγκτικής αρχής σύμφωνα με τους όρους που επιβάλλονται από το άρθρο 73 του κανονισμού και, αφετέρου, το γεγονός ότι η Επιτροπή δύναται για την ετήσια διαδικασία αξιοπιστίας, έπειτα από την εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της ετήσιας έκθεσης ελέγχου και λαμβάνοντας υπόψη την επιτόπια επανάληψη των προηγούμενων ελέγχων, να επικυρώνει και, συνεπώς, να βασίζεται στα αναφερόμενα αποτελέσματα του ελέγχου.

Τα στοιχεία που αναφέρθηκαν από το Συνέδριο αντανακλούν τη συνετή προσέγγιση που ακολούθησε η Επιτροπή, όπως αναφέρεται στο σημείο 47, και τη διπλή προϋπόθεση να μη βασίζεται μόνο στο έργο της ελεγκτικής αρχής και στα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος,αλλά, επίσης, όλα τα στοιχεία του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου για το εν λόγω πρόγραμμα να είναι πλήρως αποτελεσματικά (βλέπε επίσης απάντηση στο σημείο 16).

Επιπλέον, η εκπλήρωση των όρων δεν ενεργοποιεί αυτόματα τη λήψη απόφασης από την Επιτροπή για υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73. Η Επιτροπή χρησιμοποιεί την επαγγελματική της κρίση προκειμένου να σταθμίσει όλους τους υπόλοιπους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, της σημαντικότητας και κρισιμότητας του κάθε επιχειρησιακού προγράμματος του Ταμείου στο σύνολό του.

Κοινή απάντηση στα σημεία 44 έως 46.

Η Επιτροπή θα μπορούσε να κοινοποιήσει μόνο την υπαγωγή στο άρθρο 73 εφόσον έχει πραγματοποιηθεί επαρκές ελεγκτικό έργο σύμφωνα με τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα και θα μπορούσε να επιτευχθεί θετική αξιολόγηση της ελεγκτικής αρχής.

Επιπλέον, ακόμη και αν οι αποφάσεις για την υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73 ελήφθησαν κατά το έκτο έτος της περιόδου 2007-2013, η υλοποίηση των προγραμμάτων επιτόπου θα διαρκέσει έως το 2015, και η περάτωσή τους προβλέπεται έως το 2017. Επιπλέον, η εφαρμογή του ενιαίου ελέγχου μπορεί να διαδραματίσει έναν ρόλο για τη συγκρότηση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου για την επόμενη περίοδο προγραμματισμού και η ιδέα θα διατηρηθεί και θα έχει θετικό αντίκτυπο έως το 2023.

Ο χάρτης πορείας 2010 υποδείκνυε με συνετό τρόπο ότι «μια πρώτη ομάδα των ελεγκτικών αρχών θα μπορούσε να είναι σε θέση να επωφεληθεί ή μπορεί να επωφελείται ήδη από την αρχή του ενιαίου ελέγχου για ορισμένα προγράμματα/συστήματα και η Επιτροπή θα στηριχθεί κυρίως στη γνωμοδότηση της Ελεγκτικής Αρχής». Συνεπώς, η Επιτροπή δεν μπορούσε να προδικάσει το ακριβές χρονοδιάγραμμα προτού πραγματοποιήσει την επισκόπησή της. Πράγματι, οι όροι που προβλέπονται στον κανονισμό, καθώς και τα πρότυπα ελέγχου, απαιτούν η Επιτροπή να αποκτήσει αξιόπιστα αποτελέσματα ελέγχου μετά από διαδικασίες ακρόασης, πριν να είναι σε θέση να αποφασίσει την εφαρμογή του άρθρου 73 σε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Αυτό ήταν δυνατό μόνο μετά από διεξοδική επιτόπια επανάληψη προηγούμενων ελέγχων από την Επιτροπή στο πλαίσιο της έρευνας ελέγχου «Επανεξέταση των εργασιών των ελεγκτικών αρχών», που πραγματοποιείται από το 2009.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή υιοθέτησε συνετή προσέγγιση, δεδομένου ότι η πρώτη υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73 πραγματοποιήθηκε μόνον αφού έλαβε τις ετήσιες εκθέσεις ελέγχου για το 2010 και το 2011, οι οποίες ήταν οι πρώτες στις οποίες αναφέρθηκαν ποσοστά σφάλματος. Κατά την ίδια περίοδο, η Επιτροπή εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εκπόνηση των εν λόγω εκθέσεων, την αντιμετώπιση σφαλμάτων, τη δειγματοληψία κ.λπ., προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπιστία και η συνέπεια των πληροφοριών που έλαβε. 

Βλέπε επίσης απάντηση στο σημείο 30.

47. Η Επιτροπή στοχεύει στην απόκτηση «εύλογης βεβαιότητας ότι τα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου λειτουργούν αποτελεσματικά» μέσω της αξιολόγησης των λεπτομερών βασικών απαιτήσεων και λειτουργιών για κάθε πρόγραμμα. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται στη σύνθεση όλων των αποτελεσμάτων των ελέγχων από την Επιτροπή και το κράτος μέλος και υπερβαίνει την ένδειξη που προβλέπεται από τον μοναδικό δείκτη του σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου. Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον χάρτη πορείας της τον Σεπτέμβριο 2013, μεταξύ άλλων με την περαιτέρω αποσαφήνιση των κριτηρίων που ακολουθεί για την υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73: αποδοχή της στρατηγικής ελέγχου και αξιολόγηση της συμμόρφωσης, εύλογη βεβαιότητα ότι το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου λειτουργεί αποτελεσματικά και ενέχει περιορισμένους κινδύνους, εύλογη βεβαιότητα ότι η αρχή ελέγχου λειτουργεί ικανοποιητικά και ότι απαιτούνται μόνο ορισμένες ή ελάχιστες βελτιώσεις, λαμβάνοντας υπόψη τη σωρευτική γνώση ελέγχου και εμπειρίας της Επιτροπής με την εν λόγω ελεγκτική αρχή. Εξετάζει, επίσης, τα αποτελέσματα ελέγχου του Συνεδρίου.

48. Με βάση τη δική της εκτίμηση, η Επιτροπή θεωρεί ότι στο τέλος του 2013 εφαρμόζονται οι απαιτήσεις και για τα 61 προγράμματα. Στην εκτίμησή της, η Επιτροπή βασίζεται στα αποτελέσματα εκτενών ερευνών ελέγχου που ξεκίνησε το 2009 για να ελέγξει με αποτελεσματικό τρόπο την αξιοπιστία των αρχών ελέγχου. Επιπλέον, λαμβάνει υπόψη όλες τις κανονιστικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης της μη στατιστικής δειγματοληψίας σε ορισμένες περιπτώσεις, ως βέλτιστης εκτίμησης του κινδύνου και της αποτελεσματικότητας του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου, καθώς και του «σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου» που υπολογίζεται για κάθε πρόγραμμα ή ομάδες προγραμμάτων από το 2012, όπως αναφέρεται ανωτέρω.

Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα προγράμματα που αναφέρονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο πλαίσιο 6 αντιπροσωπεύουν 5% και λιγότερο από 1%, αντίστοιχα, των συνολικών κονδυλίων για τα ΕΤΠΑ/ΤΣ και το ΕΚΤ.

Πλαίσιο 6 - Επισκόπηση των αποτελεσμάτων των δοκιμασιών του Συνεδρίου όσον αφορά την τήρηση των όρων για τη χορήγηση του καθεστώτος του «άρθρου 73» (2012)

α)

Πρώτη περίπτωση:

Όταν τα προγράμματα στο πλαίσιο ενός κοινού συστήματος διαχείρισης και ελέγχου ομαδοποιούνται για τους σκοπούς της στατιστικής δειγματοληψίας, όπως προβλέπεται στον κανονισμό, η Επιτροπή δεν μπορεί να υπολογίσει τον σωρευτικό εναπομένοντα κίνδυνο ανά πρόγραμμα, δεδομένου ότι οι ελεγκτικές αρχές αναφέρουν ένα ενιαίο ποσοστό σφάλματος για όλα τα ομαδοποιημένα προγράμματα μαζί. Η προσέγγιση αυτή ακολουθείται σε όλες τις περιπτώσεις για όλα τα κράτη μέλη, όταν οι ελεγκτικές αρχές ομαδοποιούν τα προγράμματα στο πλαίσιο ενιαίου αντιπροσωπευτικού δείγματος.

Τα έξι προγράμματα που αναφέρει το Συνέδριο αποτελούν μέρος οκτώ προγραμμάτων στο πλαίσιο ενός κοινού συστήματος διαχείρισης και ελέγχου. Το αναφερόμενο και επικυρωμένο ποσοστό σφάλματος για την ομάδα των προγραμμάτων ήταν 2,64% για το 2011. Ο αντίστοιχος σωρευτικός εναπομένων κίνδυνος για την ομάδα των οκτώ προγραμμάτων από κοινού, μετά τις διορθώσεις που έγιναν από την εν λόγω αρχή πιστοποίησης, ήταν κάτω από 2%. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα συστήματα είναι αποτελεσματικά και για τα οκτώ προγράμματα.

Δεύτερη περίπτωση:

Όλες οι προϋποθέσεις για την υπαγωγή στο καθεστώς του άρθρου 73 για το πρόγραμμα αυτό ίσχυαν ήδη στις αρχές του 2012. Ωστόσο, η Επιτροπή αποφάσισε να ακολουθήσει μια συνετή προσέγγιση για την αντιμετώπιση του κινδύνου των συστημικών σφαλμάτων σε ένα συγκεκριμένο μέτρο του προγράμματος. Ως εκ τούτου διατύπωσε μερική επιφύλαξη στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων για την κάλυψη του εν λόγω κινδύνου. Στη συνέχεια επιβεβαιώθηκε από το κράτος μέλος ότι το σύνολο των δαπανών που σχετίζονται με αυτό το μέτρο αποσύρθηκαν προληπτικά ήδη τον Νοέμβριο 2011 και τέθηκε σε εφαρμογή ένα σχέδιο δράσης το 2012, για να εξασφαλίσει ότι καμία δαπάνη δεν βρισκόταν πραγματικά σε κίνδυνο για το εν λόγω μέτρο. Έπειτα από αυτό το συμπέρασμα, η μερική επιφύλαξη άρθηκε τον Νοέμβριο του 2012. Έπειτα από δύο επιτόπιες αποστολές ελέγχου, το πρόγραμμα υπάχθηκε στο καθεστώς του άρθρου 73. Τα θετικά αποτελέσματα που αναφέρονταν στην ετήσια έκθεση ελέγχου για το 2012 επιβεβαίωσαν την εκτίμηση αυτή με επικυρωμένο ποσοστό σφάλματος κάτω από 2% και η Επιτροπή διατύπωσε γνώμη χωρίς επιφυλάξεις στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων 2012.

β)

Πρώτη περίπτωση:

· Για τις δύο περιπτώσεις του ΕΚΤ και μία του ΕΤΠΑ στις οποίες αναφέρθηκε το Συνέδριο, η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι οι οικείες ελεγκτικές αρχές ακολούθησαν επαρκώς το επεξηγηματικό σημείωμα της Επιτροπής σχετικά με τη δειγματοληψία, δεδομένου του μικρού μεγέθους του πληθυσμού. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η χρήση των ποσοστών σφάλματος του δείγματος βάσει μη στατιστικών δειγμάτων προβλέπεται στον κανονισμό, στην περίπτωση μικρού πληθυσμού πράξεων. Αυτοί είναι οι μόνοι διαθέσιμοι δείκτες για την εκτίμηση του συνολικού κινδύνου για τα οικεία προγράμματα και, ως εκ τούτου, χρησιμοποιούνται από την Επιτροπή για τους σκοπούς της διαδικασίας αξιοπιστίας. Στις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή συνεκτιμά, επίσης, τα χαρακτηριστικά του πληθυσμού και την κάλυψη των ελέγχων. Σε δύο περιπτώσεις ΕΚΤ, δεδομένου του μικρού μεγέθους του πληθυσμού, τηρήθηκε η ελάχιστη απαίτηση κάλυψης (10%). Για το υπόλοιπο πρόγραμμα του ΕΤΠΑ, η χρήση του 2011 από μια τυχαία επιλογή που καλύπτει τα είδη μεγάλης αξίας και περισσότερο από το 10% των δαπανών ήταν επαρκής.

· Επιπλέον, η Επιτροπή στήριξε την εκτίμησή της όχι μόνο στα ποσοστά σφάλματος που αναφέρονται στις ετήσιες εκθέσεις ελέγχου, αλλά και σε άλλα στοιχεία που αποκτήθηκαν μέσω του ελεγκτικού της έργου, όπως η επανάληψη ενός αριθμού ελέγχων από την ελεγκτική αρχή για πράξεις και συσσωρευμένη γνώση σχετικά με τη λειτουργία των εν λόγω συστημάτων.

· Καθώς τα στοιχεία αυτά ήταν θετικά, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπήρχε επαρκής βάση για την υπαγωγή των τριών αυτών προγραμμάτων στο καθεστώς του άρθρου 73.

· Για το δείγμα του 2013, οι δύο ελεγκτικές αρχές επέλεξαν μια μέθοδο στατιστικής δειγματοληψίας που λαμβάνει υπόψη την αύξηση του μεγέθους του πληθυσμού και το κατώτατο όριο που ενεργοποιεί τη χρήση της στατιστικής δειγματοληψίας που ορίζεται στις αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές δειγματοληψίας που υποβλήθηκαν από την Επιτροπή τον Απρίλιο 2013.

Βλέπε επίσης απάντηση στο σημείο 36.

Τρίτη περίπτωση:

Τα δύο αυτά προγράμματα υπάχθηκαν στο καθεστώς του άρθρου 73 τον Ιούνιο 2012 με βάση το συμπέρασμα ότι είχαν τηρηθεί όλες οι προϋποθέσεις που ορίζονται στον χάρτη πορείας της Επιτροπής. Τη δεδομένη στιγμή, η Επιτροπή είχε αναθεωρήσει τη μεθοδολογία δειγματοληψίας που χρησιμοποιείται από την ελεγκτική αρχή σε τέσσερις διαδοχικές ετήσιες εκθέσεις ελέγχου από το 2008 και διαπίστωσε ότι είναι συμβατή. Οι πληροφορίες σχετικά με την αλλαγή της μεθόδου δειγματοληψίας παρασχέθηκαν τον Δεκέμβριο 2012 στη νέα ετήσια έκθεση ελέγχου η οποία αξιολογήθηκε άμεσα. Βασιζόμενη στην αξιολόγησή της, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι ο αποκλεισμός των δαπανών από τον προς δειγματοληψία πληθυσμό δεν ήταν σύμφωνος με τους κανόνες. Ωστόσο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτή η αλλαγή μεθοδολογίας δεν είχε καμία επίδραση στα αναφερόμενα ποσοστά σφάλματος και είχε επιλεγεί από την ελεγκτική αρχή για λόγους οικονομικής αποδοτικότητας, δεδομένου ότι οι ενδιαφερόμενοι δικαιούχοι είχαν ήδη ελεγχθεί χωρίς να προκύψουν σφάλματα τα προηγούμενα έτη.

Η Επιτροπή σημειώνει ότι η αλλαγή της μεθοδολογίας αύξησε την κάλυψη των ελέγχων από 5 % σε 20 % σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια.

Τέταρτη περίπτωση: Το επιχειρησιακό πρόγραμμα που αναφέρεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι το τέταρτο μικρότερο επιχειρησιακό πρόγραμμα του ΕΚΤ. Οι ετήσιες πληρωμές την περίοδο 2010/2012 ανήλθαν σε 1,5 εκατομμύρια ευρώ κατά μέσο όρο. Παρά το πολύ μικρό του μέγεθος, το άρθρο 74, το οποίο καθορίζει τις αναλογικές ρυθμίσεις ελέγχου για μικρά επιχειρησιακά προγράμματα, δεν μπορούσε να εφαρμοστεί καθώς το ποσοστό συγχρηματοδότησης για το εν λόγω επιχειρησιακό πρόγραμμα υπερέβαινε 40%. Επιπλέον, η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι είχε επαρκή αιτιολογία για την υπαγωγή του εν λόγω προγράμματος στο καθεστώς του άρθρου 73, το οποίο έχει παρόμοιο αντίκτυπο στο άρθρο 74, δεδομένου ότι, η αρχή ελέγχου του ΕΚΤ ακολούθησε επαρκώς το επεξηγηματικό σημείωμα της Επιτροπής σχετικά με τη δειγματοληψία, δεδομένου του πολύ μικρού μεγέθους του πληθυσμού που ήταν πολύ κάτω από το όριο που απαιτείται για τη δειγματοληψία που αναφέρει το Συνέδριο στην υποσημείωση 9 (λιγότερα από 20 έργα για το 2011 και το 2012). Ως εκ τούτου, η στατιστική δειγματοληψία δεν μπορούσε να εφαρμοστεί στον εν λόγω πληθυσμό. Ωστόσο, η ελάχιστη κάλυψη του 10% που απαιτείται από τις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη δειγματοληψία επιτεύχθηκε.  Επιπλέον, το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου για το εν λόγω επιχειρησιακό πρόγραμμα αξιολογήθηκε ως αποτελεσματικό και το ποσοστό σφάλματος που αναφέρθηκε από τη διαχειριστική αρχή και επικυρώθηκε από την Επιτροπή βρισκόταν σταθερά κάτω από 2%.

γ) Η Επιτροπή θεωρεί ότι τα εν λόγω δύο προγράμματα υπάχθηκαν στο καθεστώς του άρθρου 73 βάσει αξιόπιστων, συνεπών και διαφανών κριτηρίων λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα του Συνεδρίου.

Σε μία από τις δύο περιπτώσεις στις οποίες αναφέρθηκε το Συνέδριο, το σύστημα διαχείρισης και ελέγχου αξιολογήθηκε ως αποτελεσματικό και τα ποσοστά σφάλματος που αναφέρθηκαν από την ελεγκτική αρχή και επικυρώθηκαν από την Επιτροπή ήταν σταθερά κάτω από 2% κατά την περίοδο (2010-2012).

Για τη δεύτερη περίπτωση, τα πορίσματα του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν συνδέονταν με τη λειτουργία της ελεγκτικής αρχής, αλλά με άλλα μέρη του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου και βρίσκονται υπό παρακολούθηση. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ελλείψεις που εντοπίστηκαν στο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου για το 2013 δεν είναι απαραίτητο να επηρεάσουν την εμπιστοσύνη της στο έργο της ελεγκτικής αρχής.

δ) Στο καθεστώς του άρθρου 73 υπάχθηκαν δύο ελεγκτικές αρχές τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο του 2012. Η παρατήρηση του Συνεδρίου αναφέρεται σε ευρήματα που γνωστοποιήθηκαν το 2013.

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή επιβεβαιώνει, έπειτα από ενδελεχή αξιολόγηση των διαπιστώσεων του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ότι οι ελεγκτικές αρχές πληρούν τις απαιτήσεις για το άρθρο 73. Η Επιτροπή παρακολουθεί στενά ότι οι απαιτήσεις αυτές εξακολουθούν να πληρούνται σύμφωνα με πρόσφατη κοινή έρευνα ελέγχου σε σχέση με την παρακολούθηση του άρθρου 73 (βλέπε απάντηση στο σημείο 54).

Κοινή απάντηση στα σημεία 49 και 50:

Όπως προβλέπεται στον επικαιροποιημένο χάρτη πορείας και στην κοινή έρευνα ελέγχου που αποφασίστηκε τον Σεπτέμβριο του 2013, και αντικατοπτρίζεται στη στρατηγική ελέγχου των υπηρεσιών της Επιτροπής, η επαρκής παρακολούθηση του άρθρου 73 πραγματοποιείται μέσω της ανάλυσης των εθνικών εκθέσεων ελέγχου του συστήματος και των ετήσιων εκθέσεων ελέγχου (συμπεριλαμβανομένων των διερευνητικών αποστολών κατά περίπτωση), της επί τόπου αναθεώρησης εγγράφων εργασίας και της επανάληψης ελέγχων που διενεργήθηκαν από την ελεγκτική αρχή και διμερών συναντήσεων συντονισμού.

Βλέπε επίσης απάντηση στο σημείο 32.

Κοινή απάντηση στα σημεία 51 έως 53.

Ο χάρτης πορείας είχε σχεδιαστεί ως στρατηγικό έγγραφο για τον καθορισμό των προϋποθέσεων υπαγωγής στο άρθρο 73 και για σκοπούς παρακολούθησης και όχι ως μεθοδολογικό έγγραφο. Μετά την έκδοση της πρώτης σειράς αποφάσεων σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 73, το πρώτο εξάμηνο του 2012, αναπτύχθηκε η μεθοδολογία για τη διεξαγωγή αποστολών παρακολούθησης και οργανώθηκε σωστά μια νέα έρευνα βάσει της εμπειρίας 2 πιλοτικών αποστολών που διεξήχθησαν το 2012, οι οποίες περιλάμβαναν επανάληψη προηγούμενων ελέγχων και αναθεωρήσεις εγγράφων εργασίας.

Σύμφωνα με τον επικαιροποιημένο χάρτη πορείας, την κοινή έρευνα ελέγχου και τη στρατηγική ελέγχου, θα πραγματοποιηθεί μια αποστολή παρακολούθησης για κάθε ελεγκτική αρχή που έχει υπαχθεί στο καθεστώς του άρθρου 73 κατ’ αρχήν κάθε δεύτερο έτος. Οι εν λόγω αποστολές παρακολούθησης, περιλαμβάνουν επανάληψη προηγούμενων ελέγχων και αναθεωρήσεις εγγράφων εργασίας, σύμφωνα με τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα.

Κοινή απάντηση στα σημεία 54 και 55:

Η ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης ανέφερε στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της για το 2012 ότι, βάσει της παρακολούθησης των προγραμμάτων με ενιαίο καθεστώς ελέγχου, εξακολουθούσαν να ισχύουν οι προϋποθέσεις για την αιτιολόγηση του εν λόγω καθεστώτος, δεδομένου ότι οι ελεγκτικές αρχές είχαν σωστά αναφέρει νέες ελλείψεις για ορισμένα από τα σχετικά προγράμματα. Έτσι, οι οικείες ελεγκτικές αρχές εξακολούθησαν να λειτουργούν σωστά.

Τον Σεπτέμβριο 2013, η Επιτροπή επικαιροποίησε επίσημα τον αρχικό χάρτη πορείας της και ενέκρινε μια έρευνα ελέγχου που καθόριζε τη μεθοδολογία και τη διαδικασία για την παρακολούθηση του καθεστώτος «ενιαίου ελέγχου». Το παράρτημα Ι του επικαιροποιημένου χάρτη πορείας περιέχει μια επισκόπηση των δράσεων/διορθωτικών μέτρων σε περίπτωση που δεν τηρείται πλέον μία ή περισσότερες από τις αρχικές συνθήκες για την εφαρμογή της αρχής του ενιαίου ελέγχου.

Η Επιτροπή παρακολουθεί όλα τα σχετικά προγράμματα, μεταξύ άλλων την επανάληψη προηγούμενων ελέγχων. Στο τέλος του 2013, η παρακολούθηση της Επιτροπής καλύπτει δεκαεννέα επιχειρησιακά προγράμματα υπό το καθεστώς του άρθρου 73, για επτά ελεγκτικές αρχές, σύμφωνα με τη μεθοδολογία ελέγχου της Επιτροπής. Εφαρμόζονται συγκεκριμένα διορθωτικά μέτρα για τέσσερις ελεγκτικές αρχές.

Η ΓΔ Απασχόλησης δεν εντόπισε ζητήματα στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων της για το 2012, διασφαλίζοντας την επανεξέταση των επιχειρησιακών προγραμμάτων που έχουν υπαχθεί στο καθεστώς του άρθρου 73, το 2012. Ως εκ τούτου, δεν κρίθηκε σκόπιμο να κινηθούν διορθωτικές ενέργειες προκειμένου να υπάρξει ανάκληση ή αναστολή του καθεστώτος ενιαίου ελέγχου που χορηγήθηκε το 2012. Επιπλέον, η Επιτροπή ξεκίνησε την παρακολούθηση των αποστολών των εν λόγω ΕΠ στα τέλη του 2013.

56. Η περάτωση θα βασιστεί στους εκτεταμένους ελέγχους και στην παρακολούθηση που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της περιόδου, ιδίως σε σχέση με την ετήσια αξιολόγηση του σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου ανά πρόγραμμα. Βλέπε επίσης απάντηση στα σημεία 49 έως 53 σχετικά με τον επικαιροποιημένο χάρτη πορείας και την έρευνα ελέγχου για την παρακολούθηση.

Η Επιτροπή εφιστά επίσης την προσοχή στο γεγονός ότι η εφαρμογή της έννοιας του ενιαίου ελέγχου θα συνεχιστεί και κατά την περίοδο 2014-2020, όπως προβλέπεται στο άρθρο 140 παράγραφος 3 του κανονισμού περί κοινών διατάξεων [υποσημείωση: «Για τα επιχειρησιακά προγράμματα για τα οποία η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μπορεί να βασιστεί στη γνωμοδότηση της ελεγκτικής αρχής, μπορεί να συμφωνήσει με την ελεγκτική αρχή για τον περιορισμό των επιτόπιων ελέγχων της Επιτροπής για τον έλεγχο του έργου της ελεγκτικής αρχής, εκτός εάν υπάρχουν στοιχεία για ελλείψεις στο έργο της ελεγκτικής αρχής για ένα λογιστικό έτος για το οποίο οι λογαριασμοί έχουν γίνει αποδεκτοί από την Επιτροπή»].

60. Η Επιτροπή εξέδωσε έγγραφα καθοδήγησης κατά τα πρώτα έτη εφαρμογής τα οποία είναι απαραίτητα για το έργο των ελεγκτικών αρχών (π.χ. για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, τη στρατηγική ελέγχου, την αξιολόγηση των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, τις μεθόδους δειγματοληψίας). Τα εν λόγω έγγραφα καθοδήγησης εκδίδονταν εγκαίρως κατά την έναρξη της περιόδου προγραμματισμού (βλέπε σημείο 62).

Κοινή απάντηση στα σημεία 61 και στο πλαίσιο 8.

Η καθοδήγηση για περίπλοκα θέματα, όπως αυτά που αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο, βασίζεται απαραίτητα σε καλές και κακές πρακτικές που εντοπίζονται κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών εφαρμογής. Το σχέδιο καθοδήγησης τίθεται υπό συζήτηση κατά τη διάρκεια διαφόρων τεχνικών συναντήσεων με τις ελεγκτικές αρχές πριν να οριστικοποιηθεί κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής για το Συντονισμό των Ταμείων (COCOF). Αυτό συνέβη συγκεκριμένα στην περίπτωση της καθοδήγησης σχετικά με την αντιμετώπιση των σφαλμάτων η οποία συζητήθηκε εκτεταμένα με τις ελεγκτικές αρχές προτού κοινοποιηθεί επισήμως.

66.

Πρώτη περίπτωση:

Η Επιτροπή συμφωνεί ότι αυτές οι υποχρεωτικές πληροφορίες θα μπορούσαν να συμπληρωθούν περαιτέρω με πρόσθετη καθοδήγηση όσον αφορά τα αποτελέσματα των πράξεων. Η Επιτροπή προτίθεται να παράσχει πρόσθετες γραπτές διευκρινίσεις στις ελεγκτικές αρχές όσον αφορά αυτό το θέμα έως το τέλος του 2013.

Δεύτερη περίπτωση:

Η Επιτροπή λαμβάνει συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικά με τα αποτελέσματα των ελέγχων των πράξεων, είτε γραπτώς είτε κατά τη διάρκεια των επιτόπιων διερευνητικών αποστολών, όταν απαιτείται, με βάση την αξιολόγηση κινδύνου (βλέπε απάντηση στο σημείο 32).

Η Επιτροπή θα εξετάσει τη δυνατότητα να συντάξει περαιτέρω γραπτές διευκρινίσεις όσον αφορά αυτό το θέμα.

Τρίτη περίπτωση:

Κατά την περάτωση, οι ελεγκτικές αρχές έχουν ήδη την υποχρέωση να προβούν σε πολυετή αξιολόγηση της λειτουργίας των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου, καθώς και της διορθωτικής ικανότητας κατά τη λήξη (βλ. κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με τη λήξη οι οποίες εκδόθηκαν το 2013).

Τέταρτη περίπτωση:

Όσον αφορά τις επιπτώσεις μεταγενέστερων περιστατικών σε σχέση με τη γνωμοδότηση ελέγχου, αυτό ήδη καλύπτεται εν μέρει από τις οδηγίες για την αντιμετώπιση σφαλμάτων που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο 2011 όσον αφορά «θετικά» συμβάντα.

Η Επιτροπή θα εξετάσει τη δυνατότητα να συντάξει περαιτέρω γραπτές διευκρινίσεις όσον αφορά αυτό το θέμα.

Η Επιτροπή έχει υποβάλει προτάσεις για την κάλυψη όλων των προηγούμενων πτυχών στις εκτελεστικές/κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις για την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020 για περαιτέρω εναρμόνιση της εφαρμογής.

67. Ο κανονισμός και, κατά συνέπεια, το έγγραφο καθοδήγησης που εκδόθηκε από την Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη τα διεθνή πρότυπα ελέγχου, αλλά πρέπει να αντανακλούν τις ιδιαιτερότητες και την ορολογία που χρησιμοποιείται για την πολιτική συνοχής.

Κοινή απάντηση στα σημεία 68-69

Το εκτεταμένο ελεγκτικό έργο για την επανεξέταση των εργασιών των ελεγκτικών αρχών από το 2009 συνεπαγόταν επίσης ολοκληρωμένη άσκηση ανάπτυξης ικανοτήτων με τις ενδιαφερόμενες ελεγκτικές αρχές. Αυτό επέτρεψε με τη σειρά του την ανταλλαγή ορθών πρακτικών με όλες τις αρχές ελέγχου, μέσω πρόσθετης καθοδήγησης και τεχνικών συνεδριάσεων.

72. Η Επιτροπή εξακολουθεί να παρέχει κατάρτιση στις ελεγκτικές αρχές, ιδίως όσον αφορά τις τεχνικές δειγματοληψίας, το ελεγκτικό έργο ενόψει της λήξης της περιόδου 2007-2013 και τον έλεγχο για τη νέα περίοδο προγραμματισμού.

73. Η Επιτροπή σημειώνει ότι η υπαγωγή ορισμένων προγραμμάτων στο καθεστώς του άρθρου 73 δεν μειώνει το ελεγκτικό της έργο. Το κύριο πλεονέκτημα για την Επιτροπή έγκειται στη δυνατότητα επικέντρωσης των περιορισμένων ελεγκτικών πόρων σε προγράμματα και αρχές υψηλότερου κινδύνου αντί της μείωσης του ελεγκτικού έργου της συνολικά. Επιπλέον, ενιαίος έλεγχος δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει κανένας απολύτως έλεγχος. Η παρακολούθηση και οι αποστολές παρακολούθησης εξακολουθούν να είναι αναγκαίες για να εξασφαλιστεί η συνεχής αξιοπιστία του ελεγκτικού έργου των εθνικών ελεγκτικών αρχών.

Κοινή απάντηση στα σημεία 74 έως 76.

Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι μέσω του κανονιστικού πλαισίου για την περίοδο 2007-2013, το επίπεδο βεβαιότητας που είναι δυνατόν να επιτευχθεί έχει αυξηθεί σημαντικά, με τη δυνατότητα αξιολόγησης της βεβαιότητας για κάθε επιχειρησιακό πρόγραμμα σε ετήσια βάση από την έναρξη της εφαρμογής. Ως εκ τούτου, το κόστος των ελέγχων θα πρέπει να αξιολογείται με βάση την οικονομική αποδοτικότητα και όχι με απόλυτους όρους.

Η Επιτροπή σημειώνει ότι τα Ταμεία μπορούν να χρηματοδοτούν τις δραστηριότητες προπαρασκευής, διαχείρισης, παρακολούθησης, αξιολόγησης, πληροφόρησης και ελέγχου των προγραμμάτων μέσω τεχνικής βοήθειας.

77. Έπειτα από έτη κατά τα οποία διαπιστώθηκαν υψηλά ποσοστά σφάλματος, κατά την περίοδο 2000-2006, η Επιτροπή αποφάσισε να προτείνει διατάξεις ενισχυμένης διαχείρισης και ελέγχου, συμπεριλαμβανομένης της στατιστικής δειγματοληψίας, για την περίοδο 2007-2013. Οι προτάσεις αυτές αντικατοπτρίζονται σε μεγάλο βαθμό στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι κατά τη διάρκεια του τρέχοντος προγράμματος οι τιμές σφάλματος είναι σημαντικά χαμηλότερες.

78.

Η Επιτροπή αναμένει ότι το κόστος ελέγχου για την περίοδο προγραμματισμού 2014-2020 θα παραμείνει σταθερό.

Με τις διάφορες απλουστεύσεις ελέγχου που προβλέπονται στον κανονισμό, η μείωση του διοικητικού φόρτου (για παράδειγμα, η μείωση των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων και η εκτεταμένη χρήση των απλουστευμένων επιλογών κόστους) ή η χρήση επικαιροποιημένων κατευθυντήριων γραμμών για τη δειγματοληψία μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά κέρδη όσον αφορά τις προσπάθειες ελέγχου.

Αυτό θα υπερκαλύψει τις πρόσθετες προσπάθειες που απαιτούνται για τον έλεγχο των λογαριασμών και την επανεξέταση της δήλωσης διαχείρισης. 

Κοινή απάντηση στα σημεία 79 και 80

Η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για το συμπέρασμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η Επιτροπή θεωρεί επίσης ότι τα κράτη μέλη και η Επιτροπή ενίσχυσαν το πλαίσιο εσωτερικού ελέγχου για τα προγράμματα της περιόδου 2007-2013 σε σχέση με τις προηγούμενες περιόδους προγραμματισμού. Η Επιτροπή θεωρεί ότι αυτό συμβάλλει στη διασφάλιση αξιόπιστης ελεγκτικής ικανότητας σε ολόκληρη την Ένωση.

83. Όσον αφορά τους κινδύνους που εντόπισε το Συνέδριο, η Επιτροπή έχει την ακόλουθη θέση:

Πρώτη περίπτωση:

Από το 2009, η Επιτροπή διενήργησε εκτενείς επιτόπιους ελέγχους για την επανεξέταση των εργασιών των ελεγκτικών αρχών. Πραγματοποίησε 269 αποστολές ελέγχου και επανεξέτασε 47 και 84 ελεγκτικές αρχές αντίστοιχα για το ΕΤΠΑ και το ΕΚΤ. Αυτό καλύπτει περίπου το 96% και το 99% του συνόλου των χορηγήσεων, αντίστοιχα. Οι επανεξετάσεις αυτές επέτρεψαν στην Επιτροπή να παράσχει συμβουλές, να συμβάλει στην ανάπτυξη ικανοτήτων και να υπολογίσει εκ νέου τα ποσοστά ή να τα αντικαταστήσει με κατ’ αποκοπή συντελεστές, σε περίπτωση που είχαν θεωρηθεί αναξιόπιστοι.

Συνολικά, η Επιτροπή διαθέτει εκτενή διαδικασία για την επαλήθευση της αξιοπιστίας των ποσοστών σφάλματος που αναφέρονται από τις ελεγκτικές αρχές, τα οποία αναθεωρούνται ανάλογα με την περίπτωση. Το γεγονός ότι τα ποσοστά σφάλματος που αναφέρονται στις ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας της ΓΔ Απασχόλησης και της ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης είναι σύμφωνα με το ποσοστό σφάλματος που έθεσε το Συνέδριο επιβεβαιώνει την αξιοπιστία του συστήματος ελέγχου και υποβολής εκθέσεων.

Δεύτερη περίπτωση:

Η Επιτροπή έχει επίσης θέσει σε εφαρμογή αξιόπιστη μεθοδολογία για την επαλήθευση και την επικύρωση των ποσοστών σφάλματος που αναφέρθηκαν από τις ελεγκτικές αρχές, συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται αναγκαίο, συμπληρωματικών αιτήσεων παροχής πληροφοριών ή και επιτόπιων διερευνητικών αποστολών (το 2013, 64 επιχειρησιακά προγράμματα του ΕΤΠΑ/Ταμείου Συνοχής σε 11 κράτη μέλη και 23 επιχειρησιακά προγράμματα του ΕΚΤ σε 10 κράτη μέλη).

Η καλή γνώση που έχει αποκτηθεί σχετικά με τη λειτουργία ενός μεγάλου αριθμού ελεγκτικών αρχών μέσω της εκτεταμένης έρευνας ελέγχου της αποδείχτηκε πολύ χρήσιμη για την αξιολόγηση από την Επιτροπή των αναφερόμενων ποσοστών σφάλματος.

Τρίτη περίπτωση:

Η Επιτροπή θεωρεί ότι ο σωρευτικός εναπομένων κίνδυνος, ο οποίος λαμβάνει υπόψη τα ποσοστά σφάλματος και τις δημοσιονομικές διορθώσεις για την περίοδο προγραμματισμού, είναι ένας δείκτης της συνολικής διορθωτικής ικανότητας των προγραμμάτων που αξιολογούνται κάθε χρόνο από την Επιτροπή στις ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων της.

Βασίζεται σε όλα τα διαθέσιμα δεδομένα για τα προηγούμενα έτη και την καλύτερη εκτίμηση του υπό αξιολόγηση έτους.

Βοηθά την Επιτροπή να αντιμετωπίσει ειδικότερα, ενδεικτικά, την κατάσταση των προγραμμάτων με επικυρωμένα ετήσια ποσοστά σφάλματος που κυμαίνονται μεταξύ 2% και 5%.

Τα προγράμματα αυτού του είδους, για τα οποία δεν προβλεπόταν η διατύπωση επιφυλάξεων στο παρελθόν, μπορούν τώρα να υπόκεινται στη διατύπωση επιφυλάξεων και στη συνέχεια σε νομικές διαδικασίες (διακοπές/αναστολές/δημοσιονομικές διορθώσεις).

Χάρη στη χρήση του σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου, τα συμπληρωματικά προγράμματα υπόκεινται στη διατύπωση επιφυλάξεων. Το γεγονός αυτό μειώνει έτσι τον κίνδυνο που εντόπισε το Συνέδριο, δηλαδή την υποτίμηση των κινδύνων για τα εν λόγω προγράμματα.

Επιπλέον, η Επιτροπή διενήργησε ειδικό ελεγκτικό έργο βάσει του κινδύνου, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι διορθώσεις που αναφέρθηκαν εφαρμόζονται αποτελεσματικά για τα 68 επιχειρησιακά προγράμματα τα τελευταία τρία έτη και, σε περίπτωση αμφιβολιών ή ανεπαρκών αποδεικτικών στοιχείων, αφαιρεί τα εν λόγω ποσά από τις σωρευτικές δημοσιονομικές διορθώσεις που λαμβάνονται υπόψη για τους σκοπούς του υπολογισμού του εναπομένοντος ποσοστού σφάλματος.

Η Επιτροπή επιδιώκει πάντα να διασφαλίσει ότι η υποβολή εκθέσεων στην αρμόδια για την απαλλαγή αρχή δίνει πραγματική και αξιόπιστη εικόνα του εκτιμώμενου κινδύνου για τον προϋπολογισμό της ΕΕ όσον αφορά κάθε κράτος μέλος, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την πολυετή διορθωτική ικανότητα. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής παρέχουν όλες τις διαθέσιμες πληροφορίες με πλήρη διαφάνεια στις ετήσιες εκθέσεις δραστηριοτήτων τους.

Η Επιτροπή εξετάζει σε βάθος σε ετήσια βάση τα ποσοστά σφάλματος που αναφέρονται από τις ελεγκτικές αρχές. Η εν λόγω διαδικασία επαλήθευσης, σε συνδυασμό με τα εκτεταμένα αποτελέσματα από τις δικές της έρευνες ελέγχου, επιτρέπουν στην Επιτροπή να υποβάλει πλήρη και αξιόπιστα επικυρωμένα ποσοστά σφάλματος στις ετήσιες εκθέσεις δραστηριότητας και να προβεί στη διατύπωση των δεουσών επιφυλάξεων, όταν κρίνεται απαραίτητο.

Πιο συγκεκριμένα, η Επιτροπή θεωρεί ότι το γεγονός ότι για τρία συνεχόμενα έτη για τη ΓΔ Απασχόλησης και για δύο συνεχόμενα έτη για τη ΓΔ Περιφερειακής Πολιτικής και Αστικής Ανάπτυξης, το εκτιμώμενο ποσοστό σφάλματος της Επιτροπής όπως περιγράφεται στην ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων είναι σύμφωνο με τα ποσοστά σφάλματος του Συνεδρίου επιβεβαιώνει την εγκυρότητα και την αξιοπιστία της προσέγγισής της.

Σύσταση 1

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η σύσταση αυτή έχει ήδη εφαρμοστεί.

Η Επιτροπή εφαρμόζει συστηματική διαδικασία επαλήθευσης, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων διερευνητικών αποστολών, προκειμένου να διαπιστώσει την αξιοπιστία των ποσοστών σφάλματος που αναφέρονται από τις ελεγκτικές αρχές. Εναλλακτικά χρησιμοποιεί κατ’ αποκοπή ποσοστά όταν θεωρεί ότι τα ποσοστά σφάλματος είναι αναξιόπιστα. Η εν λόγω διαδικασία συμπληρώνεται με διεξοδική έρευνα ελέγχου της Επιτροπής από το 2009, σύμφωνα με την οποία 269 αποστολές ελέγχου επέτρεψαν την επανεξέταση των εργασιών των ελεγκτικών αρχών, συμπεριλαμβανομένης της επανάληψης προηγούμενων ελέγχων, καλύπτοντας ποσοστό που ανέρχεται περίπου στο 90% των χορηγηθέντων κεφαλαίων. Η Επιτροπή διενεργεί επίσης ελέγχους προσανατολισμένους στους κινδύνους προκειμένου να επιβεβαιώσει την ακρίβεια των αναφερόμενων δημοσιονομικών διορθώσεων.

Η Επιτροπή θα συνεχίσει να εξασφαλίζει την αυστηρή εποπτεία των αναφερόμενων ποσοστών σφάλματος, να παρακολουθεί και να επανεξετάζει τις εργασίες των ελεγκτικών αρχών, και να πραγματοποιεί στοχευμένους ελέγχους σχετικά με την ποιότητα των διαδικασιών των αρχών πιστοποίησης για την καταγραφή και αναφορά των δημοσιονομικών διορθώσεων.

Σύσταση 2

Στην πρόταση κανονισμού περί κοινών διατάξεων για την περίοδο 2014-2020, η Επιτροπή εισήγαγε τη δυνατότητα, με την οποία συμφώνησε και ο νομοθέτης, για καθαρές δημοσιονομικές διορθώσεις σε περίπτωση σοβαρών παρατυπιών οι οποίες διαπιστώθηκαν μετά την υποβολή των ετήσιων λογαριασμών και δεν είχαν προηγουμένως εντοπιστεί ή/και αναφερθεί από την ελεγκτική αρχή.

Η Επιτροπή προτίθεται επίσης να προτείνει στο παράγωγο δίκαιο ότι οι κατ’ αποκοπή διορθώσεις να μπορούν να αυξηθούν για επαναλαμβανόμενες παραβιάσεις που αφορούν τις ίδιες ελλείψεις, όταν το κράτος μέλος δεν έχει λάβει επαρκή διορθωτικά μέτρα για το μέρος του συστήματος που επηρεάστηκε και υπόκειται σε προηγούμενη διόρθωση.

84. Τα στοιχεία που περιγράφονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι αποτέλεσμα αυστηρών όρων που προβλέπονται στον κανονισμό σύμφωνα με τους οποίους απαιτείται ολοκληρωμένο έργο ελέγχου από την Επιτροπή και τα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της επανάληψης προηγούμενων ελέγχων σύμφωνα με τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα, προτού καταστεί δυνατή η αξιολόγησης της λειτουργίας του συνολικού συστήματος διαχείρισης και ελέγχου. Επιπλέον, η Επιτροπή έπρεπε να περιμένει την εξαγωγή των ποσοστών σφάλματος το 2010 ή ακόμη το 2011 στις περισσότερες περιπτώσεις λόγω του αργού ρυθμού εφαρμογής. Η Επιτροπή έπρεπε να ελέγξει προσεκτικά τα ποσοστά αυτά, καθώς και τα αποτελέσματα της πρώτης επιτόπιας επανάληψης προηγούμενων ελέγχων των ελεγκτικών αρχών για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της εφαρμογής των συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου.

85. Με βάση τη δική της εκτίμηση, η Επιτροπή εκφράζει την έντονη διαφωνία της και για τις 15 περιπτώσεις που αναφέρθηκαν στο πλαίσιο 6 και θεωρεί ότι στο τέλος του 2013 εφαρμόζονται οι απαιτήσεις και για τα 61 προγράμματα. Στην εκτίμησή της, η Επιτροπή βασίζεται στα αποτελέσματα εκτενών ερευνών ελέγχου που ξεκίνησε το 2009 για να ελέγξει με αποτελεσματικό τρόπο την αξιοπιστία των αρχών ελέγχου. Επιπλέον, λαμβάνει υπόψη όλες τις κανονιστικές διατάξεις, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης της μη στατιστικής δειγματοληψίας σε ορισμένες περιπτώσεις ως βέλτιστης εκτίμησης του κινδύνου και της αποτελεσματικότητας του συστήματος διαχείρισης και ελέγχου, καθώς και του «σωρευτικού εναπομένοντος κινδύνου» που υπολογίζεται για κάθε πρόγραμμα ή ομάδες προγραμμάτων από το 2012, όπως αναφέρεται ανωτέρω. Επιπλέον, οι ενστάσεις που εκφράστηκαν είναι εξαιρετικά ακατάλληλες για μικρά επιχειρησιακά προγράμματα.

Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα προγράμματα που αναφέρονται από το Ελεγκτικό Συνέδριο στο πλαίσιο 6 αντιπροσωπεύουν 5% και λιγότερο από 1%, αντίστοιχα, των συνολικών κονδυλίων για τα ΕΤΠΑ/ΤΣ και το ΕΚΤ.

86. Μετά τον έλεγχο του Συνεδρίου, οι εν λόγω Γενικές Διευθύνσεις της Επιτροπής ανέπτυξαν και ενέκριναν από κοινού τον Σεπτέμβριο 2013 μια έρευνα ελέγχου για την παρακολούθηση των αποφάσεων χορήγησης του καθεστώτος του άρθρου 73 για πρώτη φορά το 2012. Επιπλέον έλαβαν μια κοινή απόφαση για την επικαιροποίηση του χάρτη πορείας για το άρθρο 73 και τις διαδικασίες παρακολούθησης τον Σεπτέμβριο 2013.

Βλέπε επίσης απάντηση στη σύσταση 4

Σύσταση 3

Η Επιτροπή θεωρεί ότι το καθεστώς ενιαίου ελέγχου χορηγήθηκε βάσει αξιόπιστων, συνεκτικών και διαφανών κριτηρίων. Επιπλέον, θεωρεί ότι έως το τέλος του 2013 πληρούνται όλες οι απαιτήσεις για τα εν λόγω προγράμματα.

Η Επιτροπή θα συνεχίσει να εφαρμόζει δυναμική προσέγγιση, η οποία διασαφηνίζεται περαιτέρω με την εφαρμογή του χάρτη πορείας της σε σχέση με το άρθρο 73, που επικαιροποιήθηκε τον Σεπτέμβριο 2013.

Σύσταση 4

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η εν λόγω σύσταση εφαρμόζεται μέσω του επικαιροποιημένου χάρτη πορείας και της έρευνας ελέγχου σχετικά με την παρακολούθηση κατ' εφαρμογή του άρθρου 73 που εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο 2013.

Μετά την έκδοση της πρώτης σειράς αποφάσεων σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 73, το πρώτο εξάμηνο του 2012 και βασιζόμενες σε πιλοτικές αποστολές, οι υπηρεσίες της Επιτροπής ανέπτυξαν μια μεθοδολογία ελέγχου για τη διεξαγωγή αποστολών παρακολούθησης, οι οποίες περιλαμβάνουν επανάληψη προηγούμενων ελέγχων και αναθεωρήσεις εγγράφων εργασίας. σύμφωνα με τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα.

87. Η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για την αξιολόγηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου και συνεχίζει τη στενή της συνεργασία με τις ελεγκτικές αρχές για τη συνεχή βελτίωση της καθοδήγησης και της στήριξής της. Η Επιτροπή προωθεί ενεργά την εφαρμογή της αναθεωρημένης καθοδήγησής της σχετικά με τη δειγματοληψία από τον Απρίλιο 2013 μέσω σεμιναρίων κατάρτισης σε διάφορα αποκεντρωμένα κράτη μέλη, για την εξασφάλιση της επαρκούς διάδοσης των πληροφοριών σε όλες τις οικείες ελεγκτικές αρχές των εν λόγω κρατών μελών.

Η Επιτροπή ξεκίνησε διάλογο με τις ελεγκτικές αρχές για να προετοιμαστούν επαρκώς για την έναρξη της περιόδου 2014-2020, καθώς και για τη βελτίωση του παράγωγου δικαίου σε θέματα που σχετίζονται με το έργο των ελεγκτικών αρχών.

Σύσταση 5

Η Επιτροπή συμφωνεί με τη σύσταση αυτή και λαμβάνει μέτρα για να εξασφαλίσει τη βελτίωση του παράγωγου δικαίου και την έγκαιρη και πλήρη καθοδήγηση εντός ενός σταθερού μεθοδολογικού πλαισίου για το έργο των ελεγκτικών αρχών, με βάση τη συσσωρευμένη εμπειρία της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013.

Έως το τέλος του 2013, η Επιτροπή θα διασαφηνίσει περαιτέρω ορισμένες πτυχές των υφιστάμενων κατευθυντήριων γραμμών μέσω γραπτών διευκρινίσεων.

Επιπλέον, σύμφωνα με τον κανονισμό για την περίοδο προγραμματισμού 2014-20, η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει, με εκτελεστικές και κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, δεσμευτικά πρότυπα ή/και απαιτήσεις για το ελεγκτικό έργο των ελεγκτικών αρχών που θα πρέπει να βασίζονται στην πείρα και τις ορθές πρακτικές της περιόδου προγραμματισμού 2007-2013.

89. Σύμφωνα με τη Συνθήκη, η κατανομή των δραστηριοτήτων καθορίζεται σαφώς στον δημοσιονομικό κανονισμό και στους ειδικούς κατά τομέα κανονισμούς. Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκών διαρθρωτικών ταμείων και του Ταμείου Συνοχής τίθεται στη διάθεση των κρατών μελών σημαντικός προϋπολογισμός τεχνικής βοήθειας τα οποία πρέπει να αποφασίσουν πώς θα χρησιμοποιήσουν τη χορήγηση αυτή.

Βλέπε επίσης απάντηση της Επιτροπής στη σύσταση 6

Σύσταση 6

Η Επιτροπή θεωρεί ότι η σύσταση αυτή έχει ήδη εφαρμοστεί στην αξιολόγηση αντικτύπου του 2011 (βλέπε υποσημείωση 71). Επίσης, επισημαίνει ότι, στο πλαίσιο της επιμερισμένης διαχείρισης και της αρχής της επικουρικότητας, τα κράτη μέλη λαμβάνουν την απόφαση χορήγησης τεχνικής βοήθειας για τις διάφορες κατηγορίες δαπανών.

Επιπλέον, στο πλαίσιο του κανονισμού για την περίοδο 2014-2020, η Επιτροπή ενισχύει την προσέγγιση της οικονομικής αποδοτικότητας σχετικά με τον τομέα της συνοχής. Κατά συνέπεια, οι νέες ρυθμίσεις για την εφαρμογή των κονδυλίων, μεταξύ άλλων για τους ελέγχους, «(…) τηρούν την αρχή της αναλογικότητας με βάση το χορηγούμενο επίπεδο στήριξης και λαμβάνουν υπόψη το συνολικό στόχο μείωσης της διοικητικής επιβάρυνσης για τους φορείς που εμπλέκονται στη διαχείριση και τον έλεγχο των προγραμμάτων».

Top