This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62017CN0463
Case C-463/17 P: Appeal brought on 25 July 2017 by Ori Martin SA against the order of the General Court (Second Chamber) delivered on 1 June 2017 in Case T-797/16 Ori Martin v Court of Justice of the European Union
Υπόθεση C-463/17 P: Αναίρεση που άσκησε στις 25 Ιουλίου 2017 η Ori Martin SA κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) την 1ην Ιουνίου 2017 στην υπόθεση T-797/16, Ori Martin κατά Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Υπόθεση C-463/17 P: Αναίρεση που άσκησε στις 25 Ιουλίου 2017 η Ori Martin SA κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) την 1ην Ιουνίου 2017 στην υπόθεση T-797/16, Ori Martin κατά Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
ΕΕ C 392 της 20.11.2017, p. 12–12
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
20.11.2017 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 392/12 |
Αναίρεση που άσκησε στις 25 Ιουλίου 2017 η Ori Martin SA κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (δεύτερο τμήμα) την 1ην Ιουνίου 2017 στην υπόθεση T-797/16, Ori Martin κατά Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(Υπόθεση C-463/17 P)
(2017/C 392/16)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Ori Martin SA (εκπρόσωπος: G. Belotti, δικηγόρος)
Αναιρεσίβλητο: Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Αιτήματα
— |
Η αναιρεσείουσα ζητεί όπως το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στο εξής: Δικαστήριο), αναμορφώνοντας τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της στην υπόθεση Τ-797/16 (Ori Martin spa κατά Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης), κρίνει ότι στις υποθέσεις C-490/15 P και C-505/15 P (EU:C:2016:678) το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) προσέβαλε το κατά το άρθρο 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (στο εξής: Χάρτης) δικαίωμα της ORI για δίκαιη δίκη και, κατά συνέπεια, επιδικάσει αποζημίωση. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Η προσφυγή –την οποία το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε με την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξή του– περιελάμβανε ένα και μοναδικό λόγο ακυρώσεως: παράβαση από το Δικαστήριο (έκτο τμήμα) του άρθρου 47 του Χάρτη, και συγκεκριμένα προσβολή του δικαιώματος της ORI για δίκαιη δίκη. Πράγματι, η ORI είχε υποστηρίξει ότι αυτή η γενική αρχή του δικαίου απαιτεί όπως η εταιρία στην οποία επιβάλλεται οριστικώς κύρωση αντιλαμβάνεται ποιο είναι το συγκεκριμένο πραγματικό περιστατικό που της καταλογίζεται, και τούτο προκειμένου να αποτραπεί υποτροπή. Αυτό δεν συνέβη εν προκειμένω, καθώς η ORI εξακολουθούσε να αγνοεί τον πραγματικό λόγο για τον οποίο της επιβλήθηκε κύρωση.
Το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της ORI ως προδήλως νόμω αβάσιμη, καθώς έκρινε ότι το αίτημα αποζημιώσεως δεν στηριζόταν στην υπερβολική διάρκεια της δίκης, πράγμα που ενδεχομένως θα συνιστούσε παράβαση του άρθρου 47 του Χάρτη, αλλά σε πλημμέλεια η οποία φερόταν ότι υπάρχει στην απόφαση του Δικαστηρίου. Το Γενικό Δικαστήριο δεν αποφάνθηκε επί του ζητήματος αν η προσβολή του δικαιώματος για δίκαιη δίκη, την οποία ρητώς προέβαλλε η τότε προσφεύγουσα, καλυπτόταν από το άρθρο 47 του Χάρτη. Επίσης στο σημείο αυτό, η παρούσα αίτηση αναιρέσεως έχει σημασία η οποία, λόγω των υποκείμενων ζητημάτων, υπερβαίνει τη συγκεκριμένη υπόθεση.
Η ORI στρέφεται κατά της διατάξεως του Γενικού Δικαστηρίου στο μέτρο που το δικαίωμα για δίκαιη δίκη, υπό τη μορφή του δικαιώματος γνώσεως των λόγων επιβολής κυρώσεως, συνιστά αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα των προσώπων στα οποία επιβάλλονται κυρώσεις στον τομέα του ανταγωνισμού, οι οποίες έχουν ουσιαστικώς ποινικό χαρακτήρα όπως πλέον αναγνωρίζεται κατά πάγια νομολογία. Η αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας των δικαιωμάτων που παρέχονται στους ιδιώτες αποτελεί γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης απορρέουσα από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών· η αρχή αυτή θεμελιώνεται στα άρθρα 6 και 13 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και επαναλαμβάνεται στο άρθρο 47 του Χάρτη.
Επιπλέον, η ORI τονίζει τη σημασία του τιθεμένου ζητήματος λόγω της προσωπικής φύσεως της ευθύνης στον τομέα του ανταγωνισμού όπως η ευθύνη αυτή προβλέπεται στο άρθρο 23 του κανονισμού (ΕΚ) 1/2003 (1) και λόγω του ότι ούτε η αντικειμενική ευθύνη ούτε η culpa in vigilando προβλέπονται στο ενωσιακό δίκαιο του ανταγωνισμού.
Επομένως, ουδείς δύναται να υποβληθεί σε κυρώσεις στην Ένωση χωρίς υπαιτιότητα ή για παραλειφθείσα εποπτεία· ουδεμία δικονομική αρχή περί αντιστροφής του βάρους αποδείξεως δύναται να αναιρέσει τα συμπεράσματα αυτά.
(1) Κανονισμός (ΕΚ) 1/2003 του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης (EE 2003, L 1, σ. 1).