EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 62015CN0531

Υπόθεση C-531/15: Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal Superior de Justicia de Galicia (Ισπανία) στις 8 Οκτωβρίου 2015 — Elda Otero Ramos κατά Servicio Galego de Saúde, Instituto Nacional de la Seguridad Social

ΕΕ C 429 της 21.12.2015, p. 10–11 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

21.12.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 429/10


Αίτηση προδικαστικής αποφάσεως την οποία υπέβαλε το Tribunal Superior de Justicia de Galicia (Ισπανία) στις 8 Οκτωβρίου 2015 — Elda Otero Ramos κατά Servicio Galego de Saúde, Instituto Nacional de la Seguridad Social

(Υπόθεση C-531/15)

(2015/C 429/14)

Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική

Αιτούν δικαστήριο

Tribunal Superior de Justicia de Galicia

Διάδικοι στην υπόθεση της κύριας δίκης

Προσφεύγουσα-εκκαλούσα: Elda Otero Ramos

Καθών-εφεσίβλητοι: Servicio Galego de Saúde και Instituto Nacional de la Seguridad Social

Προδικαστικά ερωτήματα

1)

Έχουν οι κανόνες σχετικά με το βάρος αποδείξεως του άρθρου 19 της οδηγίας 2006/54/ΕΚ (1) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Ιουλίου 2006, για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης (αναδιατύπωση), εφαρμογή στην περίπτωση κινδύνου κατά τη διάρκεια του μητρικού θηλασμού η οποία προβλέπεται στο άρθρο 26, παράγραφος 4, σε συνδυασμό με την παράγραφο 3, του Ley de Prevención de Riesgos Laborales [LPRP, νόμου για την πρόληψη των εργασιακών κινδύνων], εφόσον ο κανόνας αυτός εσωτερικού δικαίου εκδόθηκε για τη μεταφορά στο εσωτερικό δίκαιο του άρθρου 5, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ (2) του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, σχετικά με την εφαρμογή μέτρων που αποβλέπουν στη βελτίωση της υγείας και της ασφάλειας κατά την εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων;

2)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο πρώτο ερώτημα, μπορεί να γίνει δεκτό ότι οι κίνδυνοι για τον μητρικό θηλασμό κατά την άσκηση του επαγγέλματος της νοσοκόμας στο τμήμα επειγόντων περιστατικών νοσοκομείου, οι οποίοι βεβαιώνονται με αιτιολογημένη έκθεση εκδιδόμενη από ιατρό που τυγχάνει ταυτοχρόνως προϊστάμενος του τμήματος επειγόντων περιστατικών του νοσοκομείου στο οποίο η εργαζόμενη παρέχει τις υπηρεσίες της, συνιστούν πραγματικά περιστατικά από τα οποία τεκμαίρεται η ύπαρξη άμεσης ή έμμεσης διακρίσεως κατά την έννοια του άρθρου 19 της οδηγίας;

3)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα, μπορεί να θεωρηθεί, σε κάθε περίπτωση και χωρίς δυνατότητα αμφισβητήσεως, ως απόδειξη περί του ότι δεν υπήρξε παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 19, το γεγονός ότι η κατεχόμενη από την εργαζόμενη θέση εργασίας περιλαμβάνεται σε εκείνες που χαρακτηρίζονται ως απαλλαγμένες από κινδύνους βάσει του καταλόγου θέσεων εργασίας που κατήρτισε η εργοδοσία κατόπιν διαβουλεύσεως με τους εκπροσώπους των εργαζομένων, καθώς και το γεγονός ότι η υπηρεσία προληπτικής ιατρικής/προλήψεως εργασιακών κινδύνων του οικείου νοσοκομείου εξέδωσε κρίση περί ικανότητας προς εργασία, χωρίς στα εν λόγω έγγραφα να περιέχονται περαιτέρω διευκρινίσεις όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο συνήχθησαν τα συμπεράσματα αυτά;

4)

Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο δεύτερο ερώτημα και αρνητικής στο τρίτο ερώτημα, ποιος από τους διαδίκους —εργαζόμενη προσφεύγουσα ή εργοδότρια καθής— φέρει, κατά το άρθρο 19 της οδηγίας 2006/54/ΕΚ, το βάρος να αποδείξει, εφόσον διαπιστωθεί η ύπαρξη κινδύνων για τη μητέρα ή το θηλάζον νεογνό από την εκτέλεση της εργασίας, (1) ότι η προσαρμογή των συνθηκών ή του χρόνου εργασίας δεν είναι εφικτή ή ότι, παρά την εν λόγω προσαρμογή, οι συνθήκες ορισμένης θέσεως εργασίας μπορούν να επιδράσουν αρνητικά στην υγεία της εγκύου εργαζομένης ή του θηλάζοντος νεογνού —άρθρο 26, παράγραφος 2, σε συνδυασμό με την παράγραφο 4, του LPRP, το οποίο μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο το άρθρο 5, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ—, και (2) ότι η αλλαγή θέσεως δεν είναι από τεχνικής ή αντικειμενικής απόψεως εφικτή ή δεν μπορεί ευλόγως να απαιτηθεί για δικαιολογημένους λόγους —άρθρο 26, παράγραφος 3, σε συνδυασμό με την παράγραφο 4, του LPRP, το οποίο μεταφέρει στο εσωτερικό δίκαιο το άρθρο 5, παράγραφος 3, της οδηγίας 92/85/ΕΟΚ;


(1)   ΕΕ L 204, σ. 23.

(2)   ΕΕ L 348, σ. 1.


Top