ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Βρυξέλλες, 29.4.2021
COM(2021) 219 final
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ EMPTY
Βελτίωση της νομοθεσίας: συνένωση δυνάμεων για τη θέσπιση καλύτερων νόμων
Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών
Βελτίωση της νομοθεσίας: συνένωση δυνάμεων για τη θέσπιση καλύτερων νόμων
1.Υποστήριξη της ανάκαμψης της ΕΕ μέσω της βελτίωσης της νομοθεσίας
Το σύστημα της Επιτροπής για τη «βελτίωση της νομοθεσίας» είναι μία από τις πιο προηγμένες κανονιστικές προσεγγίσεις στον κόσμο. Είναι σαφές ότι έχουμε επιτύχει καλύτερα αποτελέσματα χάρη στη συνεχή βελτίωση του συστήματος που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια.
Στο πλαίσιο αυτού του συστήματος αξιολογούνται συστηματικά οι οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις των μέτρων πολιτικής και εξασφαλίζεται η σταθερά υψηλή ποιότητα της προτεινόμενης νομοθεσίας. Λόγω του φιλόδοξου προγράμματος της παρούσας Επιτροπής και των πρωτοφανών προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε, η ανάγκη για εμπεριστατωμένη ανάλυση και αξιόπιστα αποδεικτικά στοιχεία είναι μεγαλύτερη από ποτέ. Για τον λόγο αυτόν, προτείνουμε να πραγματοποιηθούν ορισμένες περαιτέρω βελτιώσεις, ιδίως για να διασφαλίσουμε ότι οι πολιτικές μας υποστηρίζουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα της ΕΕ και τη διττή της μετάβαση. Συγκεκριμένα, η Επιτροπή:
-θα καλέσει τα κράτη μέλη, τις περιφέρειες και τα βασικά ενδιαφερόμενα μέρη να συμβάλουν στην άρση των εμποδίων και της γραφειοκρατίας που αποτελούν τροχοπέδη στη δημιουργία των υποδομών του 21ου αιώνα. Τούτο θα συμβάλει στην επιτάχυνση των επενδύσεων και της υλοποίησης του NextGenerationEU. Η βελτίωση της νομοθεσίας θα διαδραματίσει καίριο ρόλο σε αυτό το εγχείρημα και η πλατφόρμα «Fit for Future» (F4F) θα υποστηρίξει τις προσπάθειες που καταβάλλονται για την απλούστευση της νομοθεσίας της ΕΕ και την καλύτερη προσαρμογή της στις μελλοντικές ανάγκες·
-θα συμβάλει ώστε οι φορείς χάραξης πολιτικής να λαμβάνουν περισσότερο υπόψη τις επιπτώσεις και το κόστος της εφαρμογής της νομοθεσίας, ιδίως για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), με την εισαγωγή μιας προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» που είναι προσαρμοσμένη στη χάραξη πολιτικής της ΕΕ·
-θα λαμβάνει υπόψη τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης (ΣΒΑ) των Ηνωμένων Εθνών με σκοπό να εξασφαλίσει ότι κάθε νομοθετική πρόταση συμβάλλει στην ατζέντα του 2030 για τη βιώσιμη ανάπτυξη· θα διασφαλίσει ότι η αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» εφαρμόζεται σε όλες τις πολιτικές σύμφωνα με τον όρκο που περιλαμβάνεται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία·
-σύμφωνα με την ανακοίνωση για την ψηφιακή πυξίδα του 2030, με τη βελτίωση της νομοθεσίας θα προωθήσει την αρχή «εξ ορισμού ψηφιακού χαρακτήρα» στην επικείμενη νομοθεσία της ΕΕ ως σημαντικό εργαλείο για την υποστήριξη του ψηφιακού μετασχηματισμού·
-θα ενσωματώσει τις στρατηγικές προβλέψεις στη διαδικασία χάραξης πολιτικής ώστε η ισχύουσα και η νέα νομοθεσία της ΕΕ να είναι κατάλληλη για το μέλλον.
Η βελτίωση της νομοθεσίας αποτελεί κοινό στόχο και ευθύνη όλων των θεσμικών οργάνων της ΕΕ. Θα επιδιώξουμε συζήτηση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις προσπάθειες που καταβάλλουν για την αξιολόγηση και την παρακολούθηση των επιπτώσεων της νομοθεσίας της ΕΕ και των προγραμμάτων δαπανών της ΕΕ. Επιπλέον, θα συνεργαστούμε στενότερα με τις τοπικές, περιφερειακές και εθνικές αρχές και με τους κοινωνικούς εταίρους στο πλαίσιο της χάραξης πολιτικών της ΕΕ.
Θα δοθεί επίσης έμφαση στη βελτίωση της κατανόησης των αναγκών της νομοθεσίας της ΕΕ και των επιπτώσεών της τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ, καθώς και στη συνεργασία με εξωτερικούς εταίρους. Για να εξασφαλίσουμε τη συμμετοχή των ιδιωτών, των επιχειρήσεων και της κοινωνίας των πολιτών, θα συμβάλουμε στην ευαισθητοποίηση σχετικά με τις δημόσιες διαβουλεύσεις μας και θα διευκολύνουμε την πλοήγηση και τη συμμετοχή σε αυτές. Τέλος, θα αντιμετωπίσουμε τις ελλείψεις που εντοπίσαμε στον απολογισμό του 2019 για τη βελτίωση της νομοθεσίας.
2.Μια κοινή προσπάθεια
Είναι καίριας σημασίας η συνεργασία μεταξύ των συννομοθετών της ΕΕ, με τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εταίρων. Πρέπει να εντείνουμε τις κοινές μας προσπάθειες για να βελτιώσουμε τη διαφάνεια της τεκμηριωμένης πολιτικής, να συμβάλουμε στην ευαισθητοποίηση σχετικά με τα οφέλη της νομοθεσίας και να μειώσουμε τον φόρτο που προκύπτει από τη νομοθεσία της ΕΕ.
Εκτίμηση των επιπτώσεων και εξάλειψη του περιττού κόστους
Η Επιτροπή μπορεί να προσδιορίσει μόνο τις αναμενόμενες επιπτώσεις —συμπεριλαμβανομένου του κόστους και της εξοικονόμησης— που συνδέονται με τις δικές της νομοθετικές προτάσεις. Οι τροποποιήσεις των προτάσεων που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο μπορούν να μεταβάλουν σημαντικά τις επιπτώσεις της νομοθεσίας της ΕΕ στους πολίτες και στις επιχειρήσεις.
Συνεπώς, επαναλαμβάνουμε την έκκλησή μας προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να τηρούν τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν στο πλαίσιο της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου. Ειδικότερα, καλούμε τα δύο θεσμικά όργανα να τεκμηριώνουν το αποτέλεσμα των τροποποιήσεών τους όσον αφορά τις αναμενόμενες επιπτώσεις. Η επανέναρξη του πολιτικού μας διαλόγου θα διευκολύνει την ανταλλαγή ιδεών, ώστε όλα τα μέρη να μπορέσουν να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους στο πλαίσιο της διοργανικής συμφωνίας.
Η εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ από τα κράτη μέλη μπορεί επίσης να επηρεάσει σημαντικά τον αντίκτυπό της στους πολίτες και στις επιχειρήσεις. Τα κράτη μέλη καλούνται να μας υποβάλλουν παρατηρήσεις σχετικά με τις εκτιμήσεις μας όσον αφορά τα οφέλη και το κόστος που συνδέονται με συγκεκριμένες νομοθετικές πράξεις μετά την εφαρμογή τους. Αυτές οι παρατηρήσεις θα χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο των αξιολογήσεών μας και των επακόλουθων αναθεωρήσεων της νομοθεσίας.
Έχουμε πλήρη επίγνωση της σημασίας των ΜΜΕ για την οικονομία της ΕΕ, καθώς και των δυσκολιών που αντιμετώπισαν λόγω της κρίσης COVID‑19. Ο απεσταλμένος της ΕΕ για τις ΜΜΕ θα συμβάλει στον έλεγχο των πρωτοβουλιών της ΕΕ ώστε να εντοπίζονται οι περιπτώσεις στις οποίες οι επιπτώσεις στις ΜΜΕ απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή. Ο απεσταλμένος θα συμβάλει επίσης στη διαμόρφωση του προγράμματος εργασίας της πλατφόρμας «Fit for Future» και, από κοινού με το δίκτυο περιφερειακών κόμβων (RegHub) της Επιτροπής των Περιφερειών, θα εστιάσει τις δραστηριότητές του στη νομοθεσία που είναι πιο προβληματική στην πράξη.
Συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων και πρόσβαση σε αυτά
Ακρογωνιαίος λίθος της προσέγγισής μας για τη βελτίωση της νομοθεσίας είναι η άντληση διδαγμάτων από το παρελθόν μέσω της αξιολόγησης της ισχύουσας νομοθεσίας. Η παρακολούθηση έχει καίρια σημασία για τον κύκλο πολιτικής και απαιτεί συστηματική συλλογή δεδομένων. Οι ρήτρες παρακολούθησης και επανεξέτασης που περιλαμβάνονται στη νομοθεσία διασφαλίζουν ότι συλλέγονται και αξιολογούνται τα απαραίτητα δεδομένα. Είναι κοινή ευθύνη των συννομοθετών να μεριμνούν ώστε οι εν λόγω διατάξεις να είναι υψηλής ποιότητας, για να μπορεί να αξιολογείται ορθά η αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας της ΕΕ στα κράτη μέλη.
Τα επιστημονικά αποδεικτικά στοιχεία αποτελούν έναν ακόμη ακρογωνιαίο λίθο της προσέγγισής μας για τη βελτίωση της νομοθεσίας, καθώς διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο στην ακριβή περιγραφή του προβλήματος, στην πραγματική κατανόηση της αιτιώδους συνάφειας και, συνεπώς, στη λογική παρέμβασης, καθώς και στην αξιολόγηση του αντικτύπου. Ωστόσο, δεν μπορεί να διεξαχθεί έρευνα υψηλής ποιότητας εν μία νυκτί. Για να εξασφαλιστεί ότι είναι διαθέσιμα, όταν χρειάζεται, τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, απαιτείται καλύτερη πρόβλεψη και καλύτερος συντονισμός των αναγκών για αποδεικτικά στοιχεία. Τούτο σημαίνει επίσης ότι απαιτείται καλύτερη κινητοποίηση της ερευνητικής κοινότητας ώστε να συμμετέχει από την αρχή στην κανονιστική διαδικασία, πράγμα το οποίο έκαναν πολλές κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η Επιτροπή, καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, διαθέτουν διάφορες βάσεις δεδομένων, μέσω των οποίων συλλέγουν τα αποδεικτικά στοιχεία που χρησιμοποιούνται κατά τη νομοθετική διαδικασία. Η Κοινή Νομοθετική Πύλη αποτελεί μια κοινή προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα κοινό μητρώο αποδεικτικών στοιχείων, το οποίο παρέχει εύκολη πρόσβαση σε όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, στα οποία βασίζεται μια συγκεκριμένη πρωτοβουλία πολιτικής, σε όσους και όσες ενδιαφέρονται για τη χάραξη πολιτικής σε επίπεδο ΕΕ. Η βελτιωμένη συνεργασία με σκοπό τη δημιουργία κοινού μητρώου συμπεριλαμβάνει διάφορες προσπάθειες και προσφέρει τη δυνατότητα αποτελεσματικότερης επικοινωνίας μεταξύ των φορέων χάραξης πολιτικής σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο.
Συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία χάραξης πολιτικής της ΕΕ
Θα εντείνουμε τις προσπάθειές μας για να δίνεται δημοσιότητα στις δημόσιες διαβουλεύσεις μας ώστε να προσελκύουμε περισσότερα συμμετέχοντα μέρη και ποιοτικές συμβολές. Όπως αναφέραμε στην «ανακοίνωση για τον απολογισμό», θα συνεργαστούμε στενότερα με την Επιτροπή των Περιφερειών, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, τις εθνικές αρχές, τους κοινωνικούς εταίρους και άλλες αντιπροσωπευτικές ενώσεις με σκοπό να συμβάλουμε στην ευαισθητοποίηση σχετικά με τις δυνατότητες συμβολής στη διαδικασία χάραξης πολιτικής της Επιτροπής. Για παράδειγμα, θα ζητήσουμε τη βοήθειά τους για να διαδοθούν οι «προσκλήσεις υποβολής αποδεικτικών στοιχείων» σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο. Οι αντιπροσωπείες της Επιτροπής στα κράτη μέλη και οι αντιπροσωπείες της ΕΕ θα συμβάλουν επίσης στις προσπάθειες αυτές.
3.Καλύτερη επικοινωνία με τα ενδιαφερόμενα μέρη και το ευρύ κοινό
Για τη χάραξη ορθών πολιτικών απαιτείται η συμμετοχή όσων επηρεάζονται από τις αποφάσεις. Πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και να αποτυπώνονται οι αξίες και οι ανησυχίες των πολιτών στις πολιτικές της ΕΕ προκειμένου να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ενεργός συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών, συμπεριλαμβανομένων των πολιτών, είναι απαραίτητη, ιδίως σε περιόδους αβεβαιότητας. Ταυτόχρονα, οι διαβουλεύσεις δεν θα πρέπει να επιβάλλουν περιττό φόρτο. Για τον λόγο αυτόν, θέλουμε να καταστεί ευκολότερο για τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλλουν παρατηρήσεις μέσω των διαβουλεύσεών μας.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης, τα ενδιαφερόμενα μέρη ανέφεραν ότι ήταν δύσκολο να συμμετάσχουν στις διαβουλεύσεις εντός των καθορισμένων προθεσμιών. Ως απάντηση, η Επιτροπή, στις περιπτώσεις που ήταν δυνατό, παρέτεινε έως και 6 εβδομάδες τις δημόσιες διαβουλεύσεις και τις δυνατότητες ανατροφοδότησης για πρωτοβουλίες που επρόκειτο να υλοποιηθούν το 2020 ή στις αρχές του 2021. Στο μέλλον, θα θεσπίσουμε ένα πιο εξορθολογισμένο, πιο συμμετοχικό και απλούστερο σύστημα, το οποίο θα βασίζεται σε ενιαία «πρόσκληση υποβολής αποδεικτικών στοιχείων» και σε σαφέστερα ερωτηματολόγια και παράλληλα θα σέβεται τα δικαιώματα των κοινωνικών εταίρων.
Ένα εξορθολογισμένο και πιο προσιτό σύστημα: προσκλήσεις υποβολής αποδεικτικών στοιχείων
Σύμφωνα με τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η Επιτροπή διαθέτει την καλύτερη προσέγγιση όσον αφορά τις διαβουλεύσεις. Ωστόσο, θέλουμε να βελτιώσουμε περαιτέρω την προσέγγισή μας.
Το τρέχον σύστημα διαβούλευσης παρέχει πολλές δυνατότητες συμβολής στη διαδικασία χάραξης πολιτικής, μεταξύ των οποίων περίοδοι ανατροφοδότησης για αρχικές εκτιμήσεις επιπτώσεων και χάρτες πορείας, διαδικτυακές δημόσιες διαβουλεύσεις, στοχευμένες διαβουλεύσεις και περίοδοι ανατροφοδότησης για εγκριθείσες νομοθετικές προτάσεις, σχέδια εκτελεστικών πράξεων και σχέδια κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.
Ωστόσο, οι πολλές διαβουλεύσεις για την ίδια πρωτοβουλία μπορεί να είναι επαχθείς και ενίοτε να ασκούν πίεση στους πόρους των ενδιαφερόμενων μερών. Για τον λόγο αυτόν, προτείνουμε τώρα να καταστεί το σύστημα διαβούλευσης πιο εστιασμένο, σαφέστερο και πιο φιλικό προς τον χρήστη. Οι δημόσιες διαβουλεύσεις μας θα ενοποιηθούν σε ενιαία «πρόσκληση υποβολής αποδεικτικών στοιχείων» στη διαδικτυακή μας πύλη «Πείτε την άποψή σας». Δύο στάδια, που, μέχρι τώρα, ακολουθούσαν το ένα το άλλο, θα συνδυαστούν: περίοδοι υποβολής παρατηρήσεων σχετικά με χάρτες πορείας / αρχικές εκτιμήσεις επιπτώσεων, οι οποίες θα εξακολουθήσουν να δημοσιεύονται στην πύλη Πείτε την άποψή σας ως προσκλήσεις υποβολής αποδεικτικών στοιχείων και δημόσιες διαβουλεύσεις βάσει ερωτηματολογίων.
Οι προσκλήσεις υποβολής αποδεικτικών στοιχείων θα περιλαμβάνουν περιγραφή της πρωτοβουλίας και, κατά περίπτωση, σύνδεσμο προς τη δημόσια διαβούλευση. Κατά γενικό κανόνα, όλες οι προσκλήσεις θα είναι διαθέσιμες σε κάθε επίσημη γλώσσα της ΕΕ και οι πολίτες θα έχουν στη διάθεσή τους 12 εβδομάδες για να απαντήσουν.
Διευκόλυνση της συμμετοχής των ενδιαφερόμενων μερών
Η συμμετοχή σε δημόσιες διαβουλεύσεις απαιτεί χρόνο και πόρους από τα συμμετέχοντα μέρη. Για τον λόγο αυτόν, θέλουμε να διευκολύνουμε όσο το δυνατόν περισσότερο τη συμμετοχή των ενδιαφερόμενων μερών και να διασφαλίσουμε ότι οι διαβουλεύσεις με το κοινό γίνονται μόνο όταν είναι απαραίτητο.
Η αξιολόγηση θα εξακολουθήσει να βασίζεται στις απόψεις των ενδιαφερομένων αλλά, στις περιπτώσεις που είναι δυνατό, θα πραγματοποιούμε διαβουλεύσεις με το κοινό μόνο μία φορά κατά την αναθεώρηση της ισχύουσας νομοθεσίας και κατά την ενδιάμεση αξιολόγηση των προγραμμάτων δαπανών, αντί να πραγματοποιούμε χωριστές διαβουλεύσεις για την αξιολόγηση και την εκτίμηση επιπτώσεων. Θα αποφύγουμε επίσης την πραγματοποίηση δημόσιων διαβουλεύσεων για πολύ τεχνικά ζητήματα που δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το ευρύ κοινό. Στις περιπτώσεις αυτές, η πραγματοποίηση στοχευμένων διαβουλεύσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη αποτελεί το καλύτερο μέσο για τη συλλογή των απαραίτητων αποδεικτικών στοιχείων.
Από τον απολογισμό για τη βελτίωση της νομοθεσίας προέκυψε ότι τα ερωτηματολόγια δημόσιας διαβούλευσης που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος είναι συχνά μακροσκελή και υπερβολικά τεχνικά και δεν περιλαμβάνουν τη σωστή αναλογία ερωτήσεων ανοικτού και κλειστού τύπου. Θα βελτιώσουμε τη δομή, το περιεχόμενο και τη γλώσσα των ερωτηματολογίων για να αντιμετωπίσουμε αυτά τα ζητήματα.
Μεγαλύτερη απήχηση
Τα ενδιαφερόμενα μέρη, μεταξύ των οποίων πολίτες και επιστημονικοί και τεχνικοί εμπειρογνώμονες, μπορούν να συμβάλουν σε πρωτοβουλίες κατά τη διαμόρφωσή τους, πριν και μετά την έγκρισή τους από την Επιτροπή, μέσω της διαδικτυακής πύλης «Πείτε την άποψή σας». Η έναρξη λειτουργίας αυτού του ενιαίου σημείου εισόδου το 2017 αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο. Τον Ιούλιο του 2020 εγκαινιάστηκε μια νέα έκδοση, η οποία προσφέρει πιο διαισθητική εμπειρία χρήστη και σαφώς βελτιωμένη λειτουργία αναζήτησης. Σύμφωνα με τη στρατηγική μας για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, η πύλη θα καταστεί επίσης περισσότερο προσβάσιμη από τα άτομα με αναπηρία.
Ωστόσο, πρέπει να συμβάλουμε στην ευαισθητοποίηση σχετικά με την πύλη «Πείτε την άποψή σας» με σκοπό να ενθαρρύνουμε περισσότερα άτομα —συμπεριλαμβανομένων όσων δεν γνωρίζουν σε βάθος τη διαδικασία χάραξης πολιτικής της ΕΕ και της επιστημονικής κοινότητας— να συμμετάσχουν στις «προσκλήσεις υποβολής αποδεικτικών στοιχείων». Για τον λόγο αυτόν, θα προωθήσουμε την πύλη «Πείτε την άποψή σας» σε ευρύτερο κοινό. Θα προσπαθήσουμε να επικοινωνήσουμε ξανά με την επιστημονική ερευνητική κοινότητα και να την ενθαρρύνουμε να υποβάλλει στοιχεία σχετικών επιστημονικών ερευνών κατά την έναρξη της διαδικασίας.
Η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης προσφέρει επίσης μια εξαιρετική ευκαιρία να διεξαχθεί συζήτηση με τους πολίτες σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των προκλήσεων και των προτεραιοτήτων της Ευρώπης. Η διαδικτυακή πλατφόρμα διαβούλευσης της Διάσκεψης είναι μια νέα προσέγγιση για τη συνεργασία με τους πολίτες σχετικά με ζητήματα που τους ενδιαφέρουν.
Τα συμμετέχοντα μέρη θα λαμβάνουν ανατροφοδότηση
Για να διασφαλιστεί ο σεβασμός προς τις απαντήσεις των συμμετέχοντων μερών στις δημόσιες διαβουλεύσεις, πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία για τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιήθηκαν οι απαντήσεις αυτές στη διαδικασία χάραξης πολιτικής. Για τον λόγο αυτόν, θα ενημερώνουμε τα συμμετέχοντα μέρη σχετικά με την τις απαντήσεις που λαμβάνουμε και με τη συνέχεια της διαδικασίας.
Κατά γενικό κανόνα, θα δημοσιεύουμε συνοπτική έκθεση σχετικά με κάθε δημόσια διαβούλευση εντός οκτώ εβδομάδων από την ολοκλήρωσή της. Οι συνοπτικές εκθέσεις που συνοδεύουν όλες τις εκτιμήσεις επιπτώσεων και τις αξιολογήσεις θα περιλαμβάνουν επισκόπηση και ανάλυση όλων των δραστηριοτήτων διαβούλευσης. Θα υπάρχει σαφέστερη διάκριση μεταξύ των απαντήσεων που παρέχουν οι διάφορες κατηγορίες ενδιαφερόμενων μερών (π.χ. τοπικές, περιφερειακές και εθνικές αρχές, ενώσεις, κοινωνία των πολιτών, επιχειρήσεις διαφόρων μεγεθών, επιστημονική κοινότητα και μεμονωμένα άτομα). Οι πληροφορίες που αντλούνται από τις διαβουλεύσεις θα αποτυπώνονται καλύτερα στις εκτιμήσεις επιπτώσεων και στις αξιολογήσεις.
Τα ενδιαφερόμενα μέρη θα ενημερώνονται καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας μέσω κοινοποιήσεων σχετικά με τις νέες εξελίξεις σε κάθε πρωτοβουλία, όπως η δημοσίευση της πρότασης της Επιτροπής ή η έγκριση της τελικής νομοθεσίας μετά από διαπραγματεύσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής.
4.Αυξημένη διαφάνεια
Η διαφάνεια είναι θεμελιώδους σημασίας καθώς διασφαλίζει ότι οι πολίτες μπορούν να διαδραματίζουν ενεργό ρόλο στη διαδικασία χάραξης πολιτικής και να υποχρεώνουν τα θεσμικά όργανα της ΕΕ να λογοδοτούν για τις αποφάσεις τους. Ταυτόχρονα, η πρόσβαση σε επιστημονικά στοιχεία είναι επίσης καίριας σημασίας για την αντιμετώπιση των παγκόσμιων προκλήσεων.
Θα βελτιώσουμε την πρόσβαση στα αποδεικτικά στοιχεία που στηρίζουν κάθε νομοθετική πρόταση, ακολουθώντας τους στόχους της ψηφιακής στρατηγικής της Επιτροπής. Στόχος είναι να διασφαλιστεί ο εύκολος εντοπισμός και η πρόσβαση σε όλες τις δημοσιευμένες μελέτες, αξιολογήσεις, σύνολα δεδομένων κ.λπ. που αφορούν μια νομοθετική πράξη.
Θα βελτιώσουμε τα διάφορα μητρώα και τις δικτυακές πύλες αποδεικτικών στοιχείων μας, όπως οι εκδόσεις της ΕΕ, το EUR-Lex και ο ιστότοπος Πείτε την Άποψή σας, καθώς και τους συνδέσμους μεταξύ τους. Επίσης, θα καταστήσουμε σταδιακά δημόσια προσβάσιμες τις εσωτερικές βάσεις δεδομένων και τα αποθετήρια, σύμφωνα με την πολιτική μας για τη διαφάνεια των δεδομένων. Θα συνεργαστούμε με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για να δημιουργήσουμε ένα κοινό μητρώο αποδεικτικών στοιχείων, την Κοινή Νομοθετική Πύλη, που θα επιτρέπει σε όσους και όσες ενδιαφέρονται για τη χάραξη πολιτικής της ΕΕ να εντοπίζουν εύκολα όλα τα στοιχεία στα οποία βασίζεται μια δεδομένη πρωτοβουλία.
Η έκθεση των επιστημονικών στοιχείων στον δημόσιο έλεγχο είναι, επίσης, σημαντική για την ενίσχυση της εμπιστοσύνης των πολιτών. Έχουμε ήδη καταστήσει δημόσια διαθέσιμο το MIDAS (το αποθετήριο υποδειγμάτων της Επιτροπής), ώστε κάθε ενδιαφερόμενο μέρος να μπορεί να κατανοήσει τις μεθόδους και τις παραδοχές που χρησιμοποιούμε στην ανάλυσή μας.
5.Νέα εργαλεία για περαιτέρω απλούστευση και μείωση του φόρτου
Σκοπός της νομοθεσίας της ΕΕ είναι να αποφέρει οφέλη, συμβάλλοντας με συγκεκριμένο και θετικό τρόπο στη ζωή των πολιτών της, διευκολύνοντας τις επιχειρήσεις και συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση των σημερινών και μελλοντικών προκλήσεων. Κάτι τέτοιο μπορεί να συνεπάγεται δαπάνες, αλλά οι δαπάνες αυτές πρέπει να παραμένουν εύλογες και αναλογικές.
Η τελική μορφή που λαμβάνει η νομοθεσία αποτελεί προϊόν πολιτικών διαπραγματεύσεων και συμβιβασμών που τείνουν να την καθιστούν περιπλοκότερη και δαπανηρότερη. Επίσης, όταν κάποιες νομοθετικές πράξεις εφαρμόζονται στην πράξη, δεν λειτουργούν με τον αναμενόμενο τρόπο. Ο συνολικός αντίκτυπος της νομοθεσίας εξαρτάται από τα τρία αυτά επίπεδα (προτάσεις της Επιτροπής, τελικές νομοθετικές πράξεις μετά από διαπραγματεύσεις και εφαρμογή σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο).
Η Επιτροπή εφαρμόζει εδώ και καιρό μια πολιτική που αποσκοπεί στη βελτίωση της ισχύουσας νομοθεσίας της ΕΕ (βλέπε πλαίσιο 1). Στόχος του προγράμματος βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου (REFIT) είναι να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη για τους πολίτες, τις επιχειρήσεις και την κοινωνία γενικότερα και παράλληλα να εξαλειφθεί η γραφειοκρατία και να μειωθεί το κόστος. Αποσκοπεί επίσης στο να καταστήσει τη νομοθεσία της ΕΕ πιο απλή και κατανοητή.
Θα εντείνουμε τις προσπάθειές μας για τη μείωση του φόρτου ακολουθώντας την προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός». Στο πλαίσιο της προσέγγισης αυτής, επιδιώκουμε συστηματικά και ενεργά να μειώνουμε τον φόρτο που επιβάλλει η ισχύουσα νομοθεσία όταν θεσπίζονται νέες επιβαρύνσεις. Για να υποστηρίξει τις εργασίες απλούστευσης της νομοθεσίας, η Επιτροπή δημιούργησε την πλατφόρμα Fit for Future που της επιτρέπει να λαμβάνει συμβουλές σχετικά με τρόπους με τους οποίους μπορεί να εξασφαλιστεί ότι η νομοθεσία της ΕΕ είναι εύκολη ως προς την τήρησή της, αποτελεσματική και κατάλληλη για το μέλλον.
Πλαίσιο 1: Χρονοδιάγραμμα των προσπαθειών της Επιτροπής για τη μείωση του διοικητικού φόρτου
Ιστορικό των προσπαθειών μείωσης του κανονιστικού φόρτου στην ΕΕ
Η Επιτροπή έχει μακρά ιστορία στη μείωση του κανονιστικού φόρτου, αρχής γενομένης από το 2002. Η προσέγγιση που ακολουθείται για τη μείωση του φόρτου έχει εξελιχθεί με την πάροδο των ετών, ιδίως χάρη στην πείρα που αποκτήθηκε με το πρόγραμμα δράσης 2007-2012 για τη μείωση του διοικητικού φόρτου.
Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού διαπιστώθηκε ότι μια προσέγγιση που εστιάζει αμιγώς στη μείωση του κόστους έχει σημαντικά μειονεκτήματα. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δρομολόγησε το 2012 το πρόγραμμα REFIT, το οποίο εστιάζει στην αντιστάθμιση του κόστους με (ποσοτικοποιημένα ή άλλα) οφέλη κατά την αναθεώρηση της νομοθεσίας. Με τον τρόπο αυτόν διασφαλίζεται ότι οι λόγοι για τους οποίους θεσπίζεται η νομοθεσία, δηλαδή τα οφέλη της, αποτελούν μέρος της εξίσωσης. Η προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» θα συμπληρώσει το πρόγραμμα REFIT. Θα δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στο σωρευτικό κόστος για τους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις στον εκάστοτε τομέα πολιτικής και θα καλύπτονται νέες πρωτοβουλίες.
2002 — Το πρόγραμμα για τη βελτίωση της νομοθεσίας αποτελεί ένα πρώτο βήμα για την απλούστευση και τη βελτίωση της νομοθεσίας της ΕΕ. Προβλέπει υποχρεωτικές εκτιμήσεις επιπτώσεων και διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη για τις νέες πρωτοβουλίες που προτείνει η Επιτροπή.
2005 — Δρομολογείται κυλιόμενο πρόγραμμα απλούστευσης· καλύπτει 164 μέτρα κατά την περίοδο 2005-2009 και εντάσσεται στο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής.
2007 — Η Επιτροπή δρομολογεί το πρόγραμμα δράσης για τη μείωση του διοικητικού φόρτου· συγκροτείται ομάδα υψηλού επιπέδου για να παρέχει συμβουλές σχετικά την εφαρμογή του.
2012 — Στο τέλος του προγράμματος δράσης, η Επιτροπή έχει επιτύχει τον στόχο της να μειώσει κατά 25 % τον διοικητικό φόρτο των επιχειρήσεων, ο οποίος απορρέει από τη νομοθεσία της ΕΕ (εκτιμώμενη ετήσια εξοικονόμηση: 30,8 δισ. ευρώ). Πραγματοποιείται η διαβούλευση «Top 10» σχετικά με τις επαχθέστερες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ για τις ΜΜΕ.
2012 — Τίθεται σε εφαρμογή το πρόγραμμα REFIT.
2015 — Η Επιτροπή δημοσιεύει μελέτη (ABRplus) που εξετάζει τον τρόπο εφαρμογής 12 μέτρων του προγράμματος δράσης και τον βαθμό στον οποίο επιτεύχθηκαν τα αναμενόμενα οφέλη.
2015 — Η Επιτροπή συγκροτεί ομάδα υψηλού επιπέδου που παρέχει συμβουλές σχετικά με τον τρόπο απλούστευσης της νομοθεσίας (πλατφόρμα REFIT).
2017 — Η Επιτροπή ενισχύει το πρόγραμμα REFIT ενσωματώνοντας την απλούστευση και τη μείωση του φόρτου σε κάθε αξιολόγηση και αναθεώρηση ισχύουσας νομοθεσίας.
2018 — Η Επιτροπή δημοσιεύει την πρώτη ετήσια έρευνα του φόρτου.
2020 — Η Επιτροπή δημιουργεί την πλατφόρμα Fit for Future για να υποστηρίξει τις εργασίες απλούστευσης και μείωσης του φόρτου.
2021 — Η Επιτροπή συμπληρώνει το πρόγραμμα REFIT με την προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» για να περιορίσει τις επαναλαμβανόμενες επιβαρύνσεις.
|
5.1.Προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός»
Στις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές της, η Πρόεδρος von der Leyen δεσμεύτηκε να καταστήσει την Ευρώπη πιο πράσινη, πιο ψηφιακή και πιο ανθεκτική, ώστε να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της εποχής μας και να επωφεληθούμε από τις ευκαιρίες που δημιουργεί η τεχνολογική πρόοδος.
Η Επιτροπή είναι περισσότερο από ποτέ προσηλωμένη στον σχεδιασμό πολιτικών και προτάσεων που διευκολύνουν τη ζωή των πολιτών και των επιχειρήσεων. Πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι η νομοθεσία αποφέρει οφέλη, είναι στοχευμένη και εύκολα εφαρμόσιμη και δεν προσθέτει περιττές κανονιστικές επιβαρύνσεις.
Η προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» (βλέπε πλαίσιο 2) συνίσταται στην αντιστάθμιση των νέων επιβαρύνσεων που προκύπτουν από τις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής από ισοδύναμη μείωση των υφιστάμενων επιβαρύνσεων στον ίδιο τομέα πολιτικής. Η προσέγγιση αυτή είναι σφαιρικότερη, καθώς δεν εστιάζει μόνο στις επιβαρύνσεις που απορρέουν από συγκεκριμένες νομοθετικές πράξεις, αλλά στο σύνολο των επιβαρύνσεων που ισχύουν αθροιστικά σε κάθε τομέα πολιτικής. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η προσέγγιση επιτρέπει τη βελτιωμένη ετήσια επισκόπηση του κόστους σε όλους τους τομείς πολιτικής.
Η εμπειρία των κρατών μελών έχει δείξει ότι η υιοθέτηση προσεγγίσεων όπως η «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» ενθαρρύνει τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να λαμβάνουν υπόψη τους ζητήματα πέρα από τους στόχους της πολιτικής. Εφιστά την προσοχή τους στις πρακτικές λεπτομέρειες εφαρμογής των πολιτικών. Με την υιοθέτηση της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός», θέλουμε να ενισχύσουμε τη νοοτροπία χάραξης πολιτικής που όχι μόνο διασφαλίζει την επίτευξη των στόχων της πολιτικής μας, αλλά δίνει ιδιαίτερη έμφαση και στον τρόπο με τον οποίο το πράττουμε. Θα προσπαθήσουμε να απλουστεύσουμε τις διαδικασίες που οδηγούν στα προσδοκώμενα αποτελέσματα πολιτικής, εξετάζοντας παράλληλα τη χρήση ψηφιακών λύσεων για να προωθήσουμε την ομαλότερη και λιγότερο δαπανηρή εφαρμογή των πολιτικών.
Με την αλλαγή αυτή προσδοκούμε όχι μόνο να μειώσουμε τον φόρτο που επιβάλλει η νομοθεσία, αλλά και να βελτιώσουμε την ποιότητα των επιμέρους νομοθετικών πράξεων γενικότερα και, συνεπώς, του συνόλου της νομοθεσίας. Έτσι, θα εστιάσουμε περισσότερο στη νομοθετική αποδοτικότητα, αποφεύγοντας τις επιβαρύνσεις που δεν είναι απολύτως αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων της πολιτικής.
Στο πλαίσιο του προγράμματος REFIT, εξετάζουμε ήδη συστηματικά την υφιστάμενη νομοθεσία για να εντοπίσουμε ευκαιρίες απλούστευσης και μείωσης του φόρτου, διαφυλάσσοντας παράλληλα τα επιτευχθέντα οφέλη, π.χ. μέσω ψηφιακών λύσεων.
Διάφορα κράτη μέλη έχουν ήδη εφαρμόσει την προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» με διάφορους τρόπους. Η Επιτροπή πρέπει να την προσαρμόσει στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του νομικού και διοικητικού πλαισίου της ΕΕ, καθώς η νομοθεσία της ΕΕ συχνά αλληλεπιδρά με τη νομοθεσία των κρατών μελών. Για τον σκοπό αυτόν, αξιοποιούμε τις εμπειρίες των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων μερών, καθώς και τακτικές αξιολογήσεις από ομοτίμους για να εντοπίσουμε τον καλύτερο τρόπο μέτρησης του κόστους της νομοθεσίας και βελτίωσης της συνολικής της ποιότητας.
Δεν θα εφαρμόζουμε μηχανικά την προσέγγιση, προτείνοντας, για παράδειγμα, την κατάργηση μιας υφιστάμενης νομοθετικής πράξης για κάθε νέα προτεινόμενη πράξη. Θα επιδιώξουμε, αντίθετα, να αντισταθμίζουμε τις επιβαρύνσεις που επιβάλλουν ορισμένες νομοθετικές προτάσεις στους πολίτες και τις επιχειρήσεις με εξοικονομήσεις σε άλλες προτάσεις του ίδιου τομέα πολιτικής. Θα υποβάλλουμε την ετήσια έρευνα του φόρτου, όπου θα αποτιμούμε ετησίως την εφαρμογή της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός».
Η Επιτροπή θα εφαρμόσει πιλοτικά την προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» ήδη από το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Θα αρχίσει να την εφαρμόζει κανονικά στο πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2022, το οποίο βρίσκεται ήδη στο στάδιο της προπαρασκευής.
Ο περιορισμός και η ποσοτικοποίηση των επιβαρύνσεων δεν αποτελούν αυτοσκοπό. Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να προτείνει νέα νομοθεσία με πρωταρχικό στόχο την επίτευξη μακροπρόθεσμων οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών οφελών για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις. Ως κύριο κριτήριο θα παραμείνει το κατά πόσον τα οφέλη υπερτερούν του κόστους, σύμφωνα με την ορθή πρακτική του διεθνώς αναγνωρισμένου συστήματός μας για τη βελτίωση της νομοθεσίας. Οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας θα εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται ως συνήθως. Κατά συνέπεια, η εφαρμογή της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» δεν θα οδηγήσει σε καμία περίπτωση στην υποβάθμιση των υψηλών οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων και στόχων της ΕΕ, ούτε θα εμποδίσει την έγκριση νέων πρωτοβουλιών με σαφή προστιθέμενη αξία που συμβάλλουν αποτελεσματικά στην επίτευξη των προτεραιοτήτων πολιτικής.
Για να συμμορφώνονται με τα πρότυπα αυτά και να απολαμβάνουν τα σχετικά οφέλη, οι επιχειρήσεις αναγκάζονται συχνά να επενδύουν στην αναβάθμιση των γραμμών παραγωγής τους, στον περιορισμό των ζημιών στο περιβάλλον, στη βελτίωση της δημόσιας υγείας ή στην άνοδο του επιπέδου προστασίας των καταναλωτών ή των εργαζομένων. Παρ’ ότι οι επιχειρήσεις δεν επωφελούνται πάντοτε άμεσα από αυτές τις αλλαγές, ενδέχεται να αξιοποιήσουν νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες, να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα ή να εξασφαλίσουν έμμεσα οφέλη, όπως ισότιμους όρους ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά.
Όταν οι επενδυτικές ανάγκες είναι ιδιαίτερα υψηλές και αφορούν σημαντικούς στόχους πολιτικής, η ΕΕ και/ή τα κράτη μέλη προσφέρουν ειδικά μέσα που συνοδεύουν τις αναγκαίες προσαρμογές. Τα μέσα αυτά συμβάλλουν στο να καταστούν οι οικονομίες και οι κοινωνίες της ΕΕ πιο βιώσιμες και ανθεκτικές και καλύτερα προετοιμασμένες για τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης, χωρίς να αφήνουν κανέναν και καμία στο περιθώριο. Για παράδειγμα, η νέα νομοθεσία ενδέχεται να καθιστά αναγκαίες επενδύσεις στην ανθεκτικότητά μας απέναντι στις αυξανόμενες οικονομικές ή περιβαλλοντικές επιπτώσεις, τις εξαρτήσεις μας και τους συναφείς κινδύνους, συμπεριλαμβανομένων των συστημικών κινδύνων.
Τέλος, η νομοθεσία σε επίπεδο ΕΕ αποσκοπεί συνήθως στην αντιμετώπιση του κανονιστικού κατακερματισμού στα διάφορα κράτη μέλη, καθώς αντικαθιστά 27 διαφορετικά εθνικά συστήματα. Οι βελτιώσεις αυτές στο επίπεδο της αποδοτικότητας θα συνυπολογίζονται ως «καταργούμενες επιβαρύνσεις».
Για να ελαχιστοποιηθεί ο φόρτος που συνδέεται με την επίτευξη των στόχων πολιτικής της ΕΕ και να εφαρμοστεί η προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός», το αναμενόμενο κόστος συμμόρφωσης με τη νομοθεσία της ΕΕ θα ποσοτικοποιείται με μεγαλύτερη διαφάνεια και θα παρουσιάζεται συστηματικά στις εκτιμήσεις επιπτώσεων. Οι εκτιμήσεις αυτές θα ελέγχονται από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου και θα κοινοποιούνται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στο πλαίσιο των προτάσεων της Επιτροπής, συμβάλλοντας έτσι στον πολιτικό διάλογο. Το κόστος το οποίο θα επωμίζονται οι επιχειρήσεις και οι πολίτες για την ενημέρωση, την καταχώριση, την παρακολούθηση και τον έλεγχό τους θα αντισταθμίζεται από την κατάργηση ισοδύναμων υφιστάμενων επιβαρύνσεων στον ίδιο τομέα πολιτικής.
Για το κόστος το οποίο θα αντισταθμίζεται στο πλαίσιο της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός», θα υπάρχουν οι κατωτέρω ρυθμίσεις που θα καθιστούν το σύστημα πιο ευέλικτο:
·ευελιξία εντός της περιόδου αναφοράς — εάν δεν μπορεί να προσδιοριστεί «καταργούμενη επιβάρυνση» στο πρόγραμμα εργασίας του συγκεκριμένου έτους, θα αναφέρεται στο επόμενο έτος·
·«ανταλλαγή» επιβαρύνσεων μεταξύ διαφορετικών τομέων πολιτικών, σε ορισμένες εξαιρετικές περιστάσεις — όταν κρίνεται αναγκαία η θέσπιση νομοθεσίας που επιβάλλει κόστος («νέα επιβάρυνση»), αλλά δεν είναι δυνατόν να βρεθεί «καταργούμενη επιβάρυνση» στον ίδιο τομέα, η Επιτροπή θα μπορεί να αποφασίσει να εξαλείψει την «καταργούμενη επιβάρυνση» από διαφορετικό τομέα πολιτικής· και
·εξαιρέσεις σε ορισμένες εξαιρετικές περιστάσεις — εάν υπάρχει πολιτική βούληση για τη θέσπιση νομοθεσίας, αλλά δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί κάποια επιβάρυνση προς κατάργηση στον ίδιο τομέα (π.χ. σε περίπτωση νομοθεσίας σε αναδυόμενους τομείς πολιτικής όπου είναι αναγκαίο να καλυφθεί κάποιο ρυθμιστικό κενό), η Επιτροπή θα μπορεί να αποφασίσει να εξαιρέσει τον κανονισμό από την προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός».
Πλαίσιο 2: Πρακτική εφαρμογή της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός»
Συνοπτική παρουσίαση της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» της Επιτροπής
(οι επιχειρησιακές και μεθοδολογικές λεπτομέρειες θα παρέχονται στις αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές και στην εργαλειοθήκη για τη βελτίωση της νομοθεσίας)
Στόχοι σε επίπεδο ΕΕ:
Øελαχιστοποίηση των επιβαρύνσεων της νομοθεσίας της ΕΕ για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις·
Øευαισθητοποίηση των φορέων χάραξης πολιτικής ως προς το κόστος και τα οφέλη της νομοθεσίας της ΕΕ· και
Øσυγκρίσιμες εκτιμήσεις κόστους σε όλους τους τομείς πολιτικής.
Πεδίο εφαρμογής:
·νομοθετικές πρωτοβουλίες και αναθεωρήσεις που συνεπάγονται σημαντικό κόστος ή καταργούν κόστος και συνοδεύονται από εκτίμηση επιπτώσεων·
·πιλοτική φάση κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2021· όλες τις σχετικές νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής, αρχής γενομένης από το πρόγραμμα εργασίας της Επιτροπής για το 2022·
·όταν μια νομοθετική πρωτοβουλία επιβάλλει ορισμένες επιβαρύνσεις ενώ καταργεί άλλες, αυτές θα καταγράφονται ως «νέες επιβαρύνσεις» (δηλ. ως νέο κόστος) και ως «καταργούμενες επιβαρύνσεις» (δηλ. ως εξοικονομήσεις κόστους) αντίστοιχα·
·όλες οι δαπάνες συμμόρφωσης (δηλαδή το κόστος προσαρμογής και το διοικητικό κόστος) θα αναλύονται και θα ποσοτικοποιούνται στις εκτιμήσεις επιπτώσεων, όπου αυτό θα είναι εφικτό και αναλογικό.
oΤο διοικητικό κόστος θα αντισταθμίζεται.
oΤο κόστος προσαρμογής θα παρουσιάζεται με διαφανή και συστηματικό τρόπο στις εκτιμήσεις επιπτώσεων, στον βαθμό που αυτό θα είναι εφικτό και αναλογικό. Θα λαμβάνονται περαιτέρω μέτρα με σκοπό τη μέγιστη δυνατή αντιστάθμιση του εν λόγω κόστους.
·Όλες οι δαπάνες συμμόρφωσης θα ελέγχονται από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου, θα δημοσιοποιούνται και θα αποτελούν αντικείμενο συζήτησης στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας.
Υποβολή εκθέσεων:
·Η υποβολή εκθέσεων θα γίνεται στο πλαίσιο της ετήσιας έρευνας του φόρτου.
·Σε επείγουσες περιπτώσεις όπου μια πρωτοβουλία εγκρίνεται από την Επιτροπή χωρίς εκτίμηση επιπτώσεων, οι πληροφορίες ως προς το σχετικό κόστος θα παρέχονται μετά τη δημοσίευση της νομοθετικής πρότασης, έτσι ώστε να μπορεί να συμπεριληφθεί στην προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός».
|
5.2.Πλατφόρμα «Fit for Future»
Η Επιτροπή εκτιμά ιδιαίτερα τη συμβολή των κρατών μελών, των κοινωνικών εταίρων και των ενδιαφερομένων μερών (συμβουλές και πρακτική πείρα) στον καθορισμό των περιπτώσεων στις οποίες η νομοθεσία δεν είναι πλέον κατάλληλη για τον επιδιωκόμενο σκοπό, επιβάλλει περιττό φόρτο, απαιτεί περαιτέρω παρέμβαση για την επίτευξη των προβλεπόμενων στόχων ή μπορεί να απλουστευθεί. Ενδέχεται να χρειάζεται να επικαιροποιηθεί επιπλέον νομοθεσία λόγω της κρίσης COVID-19 και των συνεπειών της.
Έως το 2019, η πλατφόρμα REFIT υποστήριζε τις προσπάθειες της Επιτροπής για βελτίωση της νομοθεσίας της ΕΕ στο πλαίσιο του προγράμματος REFIT. Η πλατφόρμα παρείχε πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με την πρακτική εφαρμογή και τον αντίκτυπο της νομοθεσίας. Ωστόσο, το έργο της είχε περιορισμένη προβολή και οι δυνατότητές της δεν αξιοποιούνταν πάντοτε πλήρως· αυτό οδήγησε την Επιτροπή να δρομολογήσει την πλατφόρμα «Fit for Future» τον Μάιο του 2020.
Η πλατφόρμα «Fit for Future» συνεχίζει την αναζήτηση δυνατοτήτων απλούστευσης και μείωσης του φόρτου. Εξετάζει επίσης την ισχύουσα νομοθεσία υπό το πρίσμα των αναδυόμενων παγκόσμιων τάσεων και προκλήσεων. Με τον τρόπο αυτόν βοηθά την Επιτροπή να διασφαλίσει ότι οι πολιτικές της ΕΕ είναι ανθεκτικές στον χρόνο, φιλικές προς την καινοτομία, εντοπίζουν ευκαιρίες για ψηφιοποίηση και δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στη «νομοθετική πυκνότητα».
Η πλατφόρμα «Fit for Future» συγκεντρώνει την εμπειρογνωσία των δημόσιων διοικήσεων, των κοινωνικών εταίρων, των μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων, των τεχνικών εμπειρογνωμόνων και των οργανώσεων καταναλωτών, υγείας, περιβάλλοντος και άλλων μη κυβερνητικών οργανώσεων σε τακτικές συνεδριάσεις για τη βελτίωση της υφιστάμενης νομοθεσίας της ΕΕ. Η Επιτροπή των Περιφερειών και η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή διαδραματίζουν εξέχοντα ρόλο συμμετέχοντας, αντίστοιχα, στην ομάδα εκπροσώπων των κυβερνήσεων της πλατφόρμας και στην ομάδα ενδιαφερομένων. Το δίκτυο RegHub 2.0 της Επιτροπής των Περιφερειών θα συμμετέχει συστηματικά στην πλατφόρμα.
Για να εξασφαλίσει ότι το έργο της παράγει έγκαιρα, ορατά και χρήσιμα αποτελέσματα, η πλατφόρμα λειτουργεί βάσει ετήσιου προγράμματος εργασίας. Το πρόγραμμα εργασίας της για το 2021 επικεντρώνεται στον εντοπισμό δυνατοτήτων ψηφιοποίησης, στην υποστήριξη αποδοτικών υποχρεώσεων επισήμανσης, αδειοδότησης και υποβολής εκθέσεων, καθώς και στη βελτίωση της ποιότητας της νομοθεσίας για την αποφυγή επικαλύψεων και ασυνεπειών, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι παραμένει ανθεκτική στον χρόνο.
Το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας καταρτίζεται από τα μέλη της πλατφόρμας και επωφελείται από τη συμβολή του δικτύου απεσταλμένων για τις ΜΜΕ (που εκπροσωπείται από τον απεσταλμένο της ΕΕ για τις ΜΜΕ), των κρατών μελών, της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της Επιτροπής των Περιφερειών και του RegHub 2.0.
6.Βελτίωση της εργαλειοθήκης μας
Είκοσι χρόνια και πλέον μετά τη διενέργεια των πρώτων εκτιμήσεων επιπτώσεων και αξιολογήσεων, τα εργαλεία αυτά έχουν καταστεί αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας χάραξης πολιτικής της Επιτροπής. Ωστόσο, οι προσπάθειες αυτές δεν θα πρέπει να περιορίζονται στις αρχικές προτάσεις της Επιτροπής, αλλά θα πρέπει να εφαρμόζονται και στη νομοθεσία, όπως αυτή εγκρίνεται στο τέλος της διαδικασίας διαπραγματεύσεων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δεσμεύθηκαν σε αυτό με τη διοργανική συμφωνία του 2016 για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.
Από την πλευρά μας, σχεδιάζουμε τις ακόλουθες βελτιώσεις στις αξιολογήσεις και τις εκτιμήσεις επιπτώσεων. Ενδιαφερόμαστε να πληροφορηθούμε τον τρόπο με τον οποίο οι θεσμικοί εταίροι μας προτίθενται να ενισχύσουν τις προσπάθειές τους, ιδίως ενόψει των δεσμεύσεών τους στη διοργανική συμφωνία.
6.1.Ενσωμάτωση στρατηγικών προοπτικών στη διαδικασία χάραξης πολιτικής
Εκτός από την αντιμετώπιση των σημερινών προκλήσεων, η πανδημία COVID-19 έδειξε ότι η ΕΕ πρέπει να προσπαθήσει να προβλέψει καλύτερα τις προκλήσεις του αύριο. Χρειαζόμαστε καλά σχεδιασμένες πολιτικές για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας της ΕΕ, την αξιοποίηση των ευκαιριών σε στρατηγικούς τομείς και την αντιμετώπιση των τρωτών σημείων μας σύμφωνα με τους πρωταρχικούς στόχους της ΕΕ. Θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι οι πολιτικές της ΕΕ είναι κατάλληλες για το μέλλον, για παράδειγμα όσον αφορά τη συνεκτίμηση των αναδυόμενων μεγατάσεων, όπως είναι η επιτάχυνση των τεχνολογικών αλλαγών, η υπερσυνδεσιμότητα και οι σημαντικές δημογραφικές τάσεις και άλλες, καθώς και η χρήση ασκήσεων ανίχνευσης του ορίζοντα για τον εντοπισμό πιθανών μελλοντικών εξελίξεων σε συγκεκριμένους τομείς.
Στο πλαίσιο αυτό, οι στρατηγικές και επιστημονικά τεκμηριωμένες προβλέψεις θα διαδραματίσουν καίριο ρόλο στη χάραξη «ανθεκτικής στον χρόνο» πολιτικής της ΕΕ, διασφαλίζοντας ότι οι αποφάσεις που λαμβάνονται σήμερα βασίζονται σε μια πιο μακροπρόθεσμη προοπτική, συμπεριλαμβανομένης της συμβολής σε μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις, όπως είναι οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης. Θα προσφέρουν επίσης δυναμική προοπτική συνεργειών και συμβιβασμών μεταξύ των στόχων πολιτικής της ΕΕ, υποστηρίζοντας έτσι τη συνοχή των πολιτικών της ΕΕ.
Καθώς οι στρατηγικές προβλέψεις τροφοδοτούν με στοιχεία σημαντικές πρωτοβουλίες πολιτικής, θα αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος του θεματολογίου της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας. Σε τομείς πολιτικής που υπόκεινται σε ταχείες διαρθρωτικές αλλαγές, οι εκτιμήσεις επιπτώσεων, οι έλεγχοι καταλληλότητας και οι μείζονες αξιολογήσεις θα λαμβάνουν υπόψη, στο μέτρο του δυνατού, μείζονες τάσεις, όπως είναι οι τάσεις που προσδιορίζονται στην έκθεση στρατηγικής ανάλυσης προοπτικών του 2020, καθώς και στις επόμενες εκδόσεις της. Οι δημόσιες διαβουλεύσεις θα μπορούσαν επίσης να περιλαμβάνουν ζητήματα στρατηγικών προβλέψεων, προκειμένου να αποτυπωθεί η οπτική των ενδιαφερομένων μερών στον συγκεκριμένο τομέα πολιτικής. Η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου θα λαμβάνει υπόψη της τον πιο εξέχοντα ρόλο των στρατηγικών προβλέψεων κατά την εξέταση των εκτιμήσεων επιπτώσεων, των ελέγχων καταλληλότητας και των μειζόνων αξιολογήσεων της Επιτροπής. Επιπλέον, οι στρατηγικές προβλέψεις θα τροφοδοτούν τη διαδικασία αξιολόγησης των τρόπων με τους οποίους η νομοθεσία της ΕΕ παραμένει κατάλληλη για το μέλλον και επιτρέπει καινοτομίες που συνάδουν με τους στόχους πολιτικής της ΕΕ. Τέλος, οι αξιολογήσεις και οι έλεγχοι καταλληλότητας θα εξετάζουν τη μακροπρόθεσμη συνάφεια των πολιτικών υπό το πρίσμα πιθανών μελλοντικών εξελίξεων.
6.2.Πιο ολοκληρωμένες και διαφανείς εκτιμήσεις επιπτώσεων
Δημοσίευση του σκεπτικού όλων των σχετικών προτάσεων
Εκτιμήσεις επιπτώσεων διενεργούνται για πρωτοβουλίες όπου υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές πολιτικής, όπου οι αναμενόμενες επιπτώσεις μπορούν να προσδιοριστούν με σαφήνεια εκ των προτέρων και όπου οι επιπτώσεις αυτές είναι σημαντικές για την κοινωνία. Ωστόσο, μερικές φορές η ανάγκη για επείγουσα νομοθετική δράση δεν αφήνει χρόνο για όλα τα στάδια που ορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής για τη βελτίωση της νομοθεσίας.
Κατά την κρίση COVID‑19, η Επιτροπή χρειάστηκε να προτείνει επειγόντως σειρά πρωτοβουλιών. Οι περισσότερες ήταν αποφάσεις ή πράξεις που δεν θα απαιτούσαν σε καμία περίπτωση εκτίμηση επιπτώσεων. Άλλες θα αποτελούσαν κανονικά αντικείμενο δημόσιων διαβουλεύσεων και εκτιμήσεων επιπτώσεων, αλλά ο χρόνος ήταν πολύ σύντομος. Οι αιτιολογικές εκθέσεις περιγράφουν το σκεπτικό στο οποίο βασίζονται οι προτάσεις, αλλά οι επιπτώσεις δεν ήταν δυνατόν να εκτιμηθούν πλήρως εκ των προτέρων, λόγω της έλλειψης χρόνου και της ταχέως εξελισσόμενης κατάστασης.
Θα συνεχίσουμε να παρέχουμε διευκρινίσεις όσον αφορά την απουσία εκτίμησης επιπτώσεων στην αιτιολογική έκθεση για τις σχετικές νομοθετικές προτάσεις (δηλαδή εκείνες που ελέγχονται από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου). Στις περιπτώσεις αυτές, η ανάλυση και όλα τα αποδεικτικά στοιχεία θα παρατίθενται σε έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που θα δημοσιεύεται μαζί με την πρόταση ή το αργότερο εντός 3 μηνών από τη δημοσίευσή της. Το εν λόγω έγγραφο θα περιγράφει με σαφήνεια τον τρόπο και τον χρόνο αξιολόγησης της πράξης στη συνέχεια.
Βελτιωμένη ανάλυση και αναφορά των επιπτώσεων
Η ανάκαμψη από την τρέχουσα κρίση θα οδηγήσει σε αλλαγές προτύπου στη χάραξη πολιτικής και στις επενδύσεις σε πρωτοφανή κλίμακα, που θα διαμορφώσουν τον κόσμο της επόμενης γενιάς. Είναι σημαντικό να προχωρήσουμε με στρατηγική, ώστε όχι μόνο να ανακάμψουμε, αλλά και να επισπεύσουμε τη διττή μετάβαση, για έναν κόσμο καλύτερο, ανθεκτικότερο και δικαιότερο σε σχέση με το παρελθόν. Ως εκ τούτου, όλες οι νομοθετικές προτάσεις μας θα πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη πρωταρχικών στόχων.
Για να διασφαλιστεί αυτό, θα προσδιορίζουμε τους σχετικούς στόχους βιώσιμης ανάπτυξης (ΣΒΑ) των Ηνωμένων Εθνών για κάθε πρόταση και θα εξετάζουμε τον τρόπο με τον οποίο η πρωτοβουλία θα υποστηρίζει την επίτευξή τους. Οι σχέσεις με τους ΣΒΑ θα περιλαμβάνονται σε όλες τις αξιολογήσεις και τις εκτιμήσεις επιπτώσεων.
Επιπλέον, οι εκτιμήσεις επιπτώσεων πρέπει να αντικατοπτρίζουν τις συνέπειες της κρίσης COVID‑19. Ειδικότερα, κατά τον ορισμό του προβλήματος, την ανάλυση της επικουρικότητας και της αναλογικότητας, το βασικό σενάριο και την αξιολόγηση των επιλογών πολιτικής, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι μεταβαλλόμενες συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των πιο μακροπρόθεσμων επιπτώσεων που προσδιορίζονται από τις προβλέψεις, αλλά και η ανάγκη να ενισχύεται η ανθεκτικότητα.
Οι ΜΜΕ έχουν πληγεί σοβαρά από την κρίση. Η προσεκτική εκτίμηση των επιπτώσεων των προτάσεων της Επιτροπής στις ΜΜΕ θα διασφαλίσει ότι η δράση είναι στοχοθετημένη, επιτυγχάνει τους στόχους της και δεν προσθέτει περιττό κόστος. Η πιο συστηματική και αναλογική εφαρμογή του «τεστ ΜΜΕ» θα συμβάλει στην επίτευξη αυτού του στόχου.
Τέλος, σκοπεύουμε να τροποποιήσουμε τις περιλήψεις των εκτιμήσεων επιπτώσεων ώστε να τις καταστήσουμε ευανάγνωστες για το ευρύτερο κοινό. Θα μεριμνήσουμε επίσης ώστε οι αιτιολογικές εκθέσεις να περιγράφουν σαφώς το βασικό σκεπτικό στο οποίο στηρίζονται οι σχετικές νομοθετικές προτάσεις.
Πίνακας εκτίμησης της επικουρικότητας
Η βελτίωση της νομοθεσίας αφορά εν μέρει την ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ μόνον εφόσον και κατά το μέτρο που είναι αναγκαίο. Οι αρχές της επικουρικότητας και της αναλογικότητας αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους των Συνθηκών της ΕΕ και εφαρμόζονται συστηματικά στις νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής.
Όπως επισημάνθηκε από την ειδική ομάδα για την επικουρικότητα, την αναλογικότητα και την προσέγγιση «Κάνουμε λιγότερα με πιο αποδοτικό τρόπο», αλλά και κατά τον απολογισμό της βελτίωσης της νομοθεσίας, η Επιτροπή πρέπει να γνωστοποιεί καλύτερα τους λόγους για τους οποίους θεωρεί αναγκαία την ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ σε συγκεκριμένες περιπτώσεις. Η Επιτροπή των Περιφερειών έχει συντάξει μια σειρά από τυποποιημένα ερωτήματα σχετικά με την επικουρικότητα και την αναλογικότητα, ώστε να καταστεί δυνατή η κοινή κατανόηση των εν λόγω αρχών.
Σύμφωνα με προηγούμενες δεσμεύσεις, θα δημοσιεύουμε πίνακα εκτίμησης της επικουρικότητας με κάθε πολιτικά ευαίσθητη ή σημαντική πρόταση συνοδευόμενη από εκτίμηση επιπτώσεων. Τούτο θα διευκολύνει τα πολιτικά θεσμικά όργανα να κατανοούν ποιες πτυχές της ανάγκης για δράση της ΕΕ και της μορφής της δράσης αυτής είναι αμφιλεγόμενες. Στόχος είναι να επικεντρώνεται η συζήτηση στα σημεία αυτά.
Διττή μετάβαση
Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία δέσμευσε την Επιτροπή να αναβαθμίσει τον τρόπο με τον οποίο η βελτίωση της νομοθεσίας αντιμετωπίζει και στηρίζει τη βιωσιμότητα. Η βελτίωση της νομοθεσίας αποτελεί επίσης σημαντικό εργαλείο για την υποστήριξη της προόδου προς ένα κοινό όραμα και κατάλληλες δράσεις ώστε η ΕΕ να διαβεί με επιτυχία την ψηφιακή δεκαετία. Θα υποστηρίξει τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» με τους εξής τρόπους:
-οι διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη θα καλύπτουν ρητά τις περιβαλλοντικές και ψηφιακές πτυχές, όπου αυτό είναι σκόπιμο·
-η αξιολόγηση της προτιμώμενης επιλογής στις εκτιμήσεις επιπτώσεων θα επεκταθεί ώστε να καλύπτει την ανάλυση της αρχής της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» και της αρχής του «εξ ορισμού ψηφιακού χαρακτήρα»·
-όλες οι σχετικές αξιολογήσεις θα περιλαμβάνουν ένα συγκεκριμένο ερώτημα: αν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις θα μπορούσαν να ελαχιστοποιηθούν περαιτέρω και αν θα μπορούσαν να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για έναν επιτυχημένο ψηφιακό μετασχηματισμό·
-η αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει όλες τις νομοθετικές προτάσεις θα εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο κάθε πρωτοβουλία τηρεί την αρχή της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» και συμβάλλει στην επίτευξη του ευρωπαϊκού δρόμου προς μία ψηφιακή κοινωνία και οικονομία.
Με τους τρόπους αυτούς, η Επιτροπή θα διασφαλίσει ότι τηρεί τις υποχρεώσεις που ορίζονται στον ευρωπαϊκό νόμο για το κλίμα και υλοποιεί τους στόχους και τις αρχές που καθορίζονται στην ανακοίνωση για την ψηφιακή πυξίδα 2030.
6.3.Διεύρυνση των αξιολογήσεων για τη βελτίωση της αξιοποίησης των πορισμάτων τους
Η μεγάλη πλειονότητα των νομοθετικών προτάσεων της Επιτροπής είναι αναθεωρήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων δαπανών. Για να παράγουν τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, πρέπει να ελέγχουμε κατά πόσον οι πολιτικές και τα χρηματοδοτικά προγράμματα της ΕΕ έχουν αποφέρει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα και παραμένουν συναφείς και κατάλληλες για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται. Αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο μαθαίνουμε.
Επομένως, θα παραμείνουμε σταθερά προσηλωμένοι στην αρχή «πρώτα αξιολόγηση». Ήδη, πάνω από το 80 % των εκτιμήσεων επιπτώσεων της Επιτροπής που υποστηρίζουν τις νομοθετικές αναθεωρήσεις βασίζονται σε αξιολόγηση.
Πιο χρήσιμες ρήτρες παρακολούθησης και επανεξέτασης
Είναι σαφές ότι μια νομοθετική πράξη της ΕΕ μπορεί να αξιολογηθεί μόνο με τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων και μόνο αφού εφαρμοστεί πλήρως από τα κράτη μέλη. Επομένως, πρέπει να μεσολαβεί ικανός χρόνος για να μπορεί η Επιτροπή να συγκεντρώσει επαρκή δεδομένα και αποδεικτικά στοιχεία για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας.
Ωστόσο, οι συννομοθέτες συχνά εισάγουν τροποποιήσεις, λόγω των οποίων η νομοθεσία περιέχει ασαφείς απαιτήσεις σχετικά με το είδος της επανεξέτασης που πρέπει να διενεργείται ή επιβάλλει προθεσμίες για την αξιολόγηση (τμημάτων) της νομοθεσίας, οι οποίες λήγουν πριν υπάρξει επαρκής πρακτική εμπειρία και πληροφόρηση σχετικά με την εφαρμογή και τα αποτελέσματά της. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο έθεσε το ζήτημα αυτό κατά την αξιολόγηση της πολιτικής αξιολόγησης της ΕΕ. Οι νομοθετικές προτάσεις μας θα περιλαμβάνουν ρήτρες επανεξέτασης που συνάδουν με τις συστάσεις των ελεγκτών, αλλά το τελικό αποτέλεσμα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τους συννομοθέτες.
Για να καταστούν πιο συνεπείς οι ρήτρες επανεξέτασης, η Επιτροπή προτείνει στους συννομοθέτες μας να γίνεται σαφέστερη διάκριση μεταξύ των εκθέσεων εφαρμογής και των αξιολογήσεων. Οι πρώτες θα καλύπτουν την πρόοδο όσον αφορά τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, τη θέση σε ισχύ και την εφαρμογή της νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν προβλημάτων που ανακύπτουν στο πλαίσιο αυτό. Οι δεύτερες θα αξιολογούν τη νομοθεσία (συμπεριλαμβανομένων των προγραμμάτων δαπανών) μερικά έτη μετά την έναρξη της εφαρμογής, αξιολογώντας τα αποτελέσματά της με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια αξιολόγησης.
Οι αξιολογήσεις και οι επακόλουθες εκτιμήσεις επιπτώσεων βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην ποιότητα, τη διαθεσιμότητα και την επαναχρησιμοποίηση των δεδομένων. Ως εκ τούτου, είναι ζωτικής σημασίας να παρακολουθούνται οι επιδόσεις των νομοθετικών διατάξεων στην πράξη. Ταυτόχρονα, η εν λόγω παρακολούθηση και οι σχετικές υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων συνεπάγονται διοικητικό φόρτο για τις επιχειρήσεις και τις δημόσιες αρχές. Επομένως, πρέπει να υπάρχει ισορροπία μεταξύ της συλλογής μόνο των απολύτως αναγκαίων στοιχείων και της διαθεσιμότητας επαρκών δεδομένων για μελλοντικές αξιολογήσεις. Για τον λόγο αυτόν, καλούμε τους συννομοθέτες να διασφαλίσουν ότι όλη η νομοθεσία περιλαμβάνει ρήτρες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που εγγυώνται την ύπαρξη επαρκών συναφών δεδομένων για την αξιολόγησή της.
Για την κατάρτιση συνεκτικών ρητρών επανεξέτασης και εφαρμόσιμων ρητρών παρακολούθησης, καλούμε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να αναπτύξουν κοινούς ορισμούς και να προσδιορίσουν βέλτιστες πρακτικές μέσω του τακτικού μας διαλόγου στο πλαίσιο της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου.
Για την αντιμετώπιση της κρίσης COVID‑19, οι εθνικές στατιστικές αρχές έλαβαν προσωρινά μέτρα για τη μείωση του φόρτου υποβολής εκθέσεων που βαρύνει τις επιχειρήσεις, για παράδειγμα με την προσαρμογή ορισμένων ερωτηματολογίων και τρόπων υποβολής πληροφοριών. Ταυτόχρονα, η Eurostat και οι εθνικές στατιστικές αρχές συνέχισαν να παρέχουν τις στατιστικές υψηλής ποιότητας που απαιτούνται για την τροφοδότηση με στοιχεία των προσπαθειών ανάκαμψης και την καθημερινή παρακολούθηση των επιδόσεων της νομοθεσίας της ΕΕ.
Βελτίωση των αξιολογήσεων και των ελέγχων καταλληλότητας για καλύτερη τροφοδότηση με στοιχεία της χάραξης πολιτικής
Οι αξιολογήσεις είναι πιο κατατοπιστικές όταν δημιουργούν μια αξιόπιστη βάση τεκμηρίωσης σχετικά με τις επιτυχίες και τις ελλείψεις, ενώ παράλληλα εντοπίζουν τομείς που επιδέχονται βελτίωση σε σχέση με τις αναδυόμενες τάσεις και προκλήσεις. Είναι σημαντικό να αναφέρουν περισσότερα σχετικά με τους λόγους για τους οποίους ορισμένες νομοθετικές πράξεις έχουν ή δεν έχουν αποφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Ως εκ τούτου, οι αξιολογήσεις πρέπει να αναφέρουν με ακρίβεια τεκμηριωμένες διαπιστώσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησε η νομοθεσία και να εξάγουν συμπεράσματα που συνδέονται σαφώς με την εκτίμηση. Θα αναφέρουμε με μεγαλύτερη σαφήνεια τυχόν ακούσιες συνέπειες ή ανεπαρκή απόδοση της νομοθεσίας της ΕΕ (σε σύγκριση με τους προβλεπόμενους στόχους), ώστε οι αξιολογήσεις να μπορούν να τροφοδοτούν καλύτερα με στοιχεία τη χάραξη πολιτικής.
Στο πλαίσιο της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός», οι αξιολογήσεις θα επαληθεύουν το αρχικά εκτιμηθέν κόστος και όφελος σε σχέση με τα πραγματικά αποτελέσματα, σύμφωνα με τις τροποποιήσεις των συννομοθετών και την εφαρμογή σε εθνικό επίπεδο. Οι έλεγχοι καταλληλότητας ολόκληρων τομέων πολιτικής (και όχι οι αξιολογήσεις συγκεκριμένων νομοθετικών πράξεων) είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι εν προκειμένω. Πέραν της εκτίμησης του βαθμού στον οποίο μια πρωτοβουλία πολιτικής επιτυγχάνει τους στόχους της, εξετάζουν τις σωρευτικές επιπτώσεις της νομοθεσίας, τις αλληλεπικαλύψεις και τις ασυνέπειες και, με τον τρόπο αυτόν, παρέχουν πληρέστερη εικόνα των οφελών που αποκομίζουν και των επιβαρύνσεων που επωμίζονται οι επιχειρήσεις, οι ιδιώτες και οι δημόσιες διοικήσεις. Οι έλεγχοι καταλληλότητας οριζόντιων θεμάτων, όπως οι υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων, έχει ήδη διενεργηθεί σε περιορισμένο αριθμό τομέων πολιτικής (π.χ. περιβάλλον, γεωργία) και έχει εντοπίσει σημαντικές δυνατότητες απλούστευσης των απαιτήσεων και μείωσης του κόστους υποβολής εκθέσεων. Θα καταβάλουμε προσπάθειες να διενεργούμε στο μέλλον περισσότερους από αυτούς τους οριζόντιους ελέγχους καταλληλότητας, καθώς αποδείχθηκαν πολύ χρήσιμοι, παρά το γεγονός ότι απαιτούνται σημαντικές οργανωτικές προσπάθειες.
Οι έλεγχοι καταλληλότητας και οι μείζονες αξιολογήσεις εξετάζονται από την επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου, η οποία προβαίνει στον έλεγχο ποιότητας της αξιολόγησης των επιδόσεων της νομοθεσίας.
Τέλος, όπως και στην περίπτωση των εκτιμήσεων επιπτώσεων, θα διευκολύνουμε την πρόσβαση στις περιλήψεις, οι οποίες θα περιέχουν περισσότερες πληροφορίες για τον τρόπο με τον οποίο λειτούργησε η νομοθεσία.
6.4.Ισχυρή επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου
Εντός της Επιτροπής, η επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου αξιολογεί την ποιότητα των εκτιμήσεων επιπτώσεων, των μειζόνων αξιολογήσεων και των ελέγχων καταλληλότητας που τροφοδοτούν με στοιχεία (αλλά δεν αντικαθιστούν) τη διαδικασία λήψης πολιτικών αποφάσεων. Η εν λόγω επιτροπή δεν μπορεί να αμφισβητήσει και δεν αμφισβητεί τους πολιτικούς στόχους και τις επιλογές που παρουσιάζονται στις εκθέσεις που συνοδεύουν τα σχέδια προτάσεων, αλλά εξετάζει την ποιότητα των αποδεικτικών στοιχείων, των αναλύσεων και της λογικής της παρέμβασης. Στο πλαίσιο του συμβουλευτικού του ρόλου, η επιτροπή αυτή θα συνεχίσει να παρέχει συμβουλές σχετικά με την εφαρμογή και την ερμηνεία των κατευθυντήριων γραμμών για τη βελτίωση της νομοθεσίας, όπως τροποποιήθηκαν μετά την παρούσα ανακοίνωση, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής των εξαιρέσεων.
Εάν η επιτροπή διαπιστώσει ότι μια εκτίμηση επιπτώσεων ή αξιολόγηση δεν πληροί τα πρότυπα που καθορίζονται στις κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της νομοθεσίας, διατυπώνει αρνητική γνώμη. Στη συνέχεια, η συγκεκριμένη έκθεση πρέπει να αναθεωρηθεί. Εάν η επιτροπή εκδώσει δύο αρνητικές γνώμες σχετικά με συγκεκριμένη εκτίμηση επιπτώσεων, μόνο ο Αντιπρόεδρος για τις διοργανικές σχέσεις και τη διερεύνηση προοπτικών μπορεί να υποβάλει την πρωτοβουλία στο Σώμα των Επιτρόπων για πιθανή έγκριση. Κανένα όργανο ρυθμιστικής εποπτείας στα κράτη μέλη δεν διαθέτει αυτόν τον βαθμό επιρροής.
Η Πρόεδρος von der Leyen αναθεώρησε την απόφαση για τη σύσταση της επιτροπής με σκοπό να εξασφαλιστεί η αδιάλειπτη λειτουργία της κατά τη λήξη της θητείας των μελών της, αλλά και να ενισχυθούν οι ενημερωτικές δραστηριότητές της, ώστε ο ρόλος της να γίνει ευρύτερα γνωστός στο κοινό.
Η επιτροπή μπορεί πλέον να συμμετέχει και σε ανεξάρτητες ενημερωτικές δραστηριότητες. Θα επιδιώξει να αυξήσει την ευαισθητοποίηση σχετικά με το έργο της εκτός των πολιτικών θεσμικών οργάνων της ΕΕ και, με τον τρόπο αυτόν, να ενισχύσει την εμπιστοσύνη στην ποιότητα του έργου της Επιτροπής. Επιπλέον, θα διευρύνει τη συνεργασία με παρόμοια όργανα στα κράτη μέλη με στόχο την προώθηση μιας κοινής προσέγγισης για τη βελτίωση της νομοθεσίας.
Τέλος, η επιτροπή θα διαδραματίσει εξέχοντα ρόλο στον έλεγχο των εκτιμήσεων επιπτώσεων και των αξιολογήσεων υπό το πρίσμα της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός», της στρατηγικής ανάλυσης προοπτικών και της δέουσας εξέτασης των διαφόρων επιπτώσεων της κρίσης COVID‑19.
7.Ο βασικός ρόλος της επιβολής του νόμου
Η ΕΕ έχει οικοδομηθεί πάνω σε από κοινού συμφωνημένους κανόνες. Για να λειτουργούν οι κανόνες αυτοί, τα κράτη μέλη πρέπει να τους εφαρμόζουν και να επιβάλλουν την τήρησή τους πλήρως και εγκαίρως. Στη συνέχεια, πρέπει να διασφαλίζουν την ορθή εφαρμογή και τήρηση των κανόνων, διότι η μη τήρηση συνεπάγεται κόστος για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
Στο πλαίσιο του ρόλου της ως θεματοφύλακα των Συνθηκών, η Επιτροπή επικουρεί τα κράτη μέλη στην εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ και παραπέμπει στο Δικαστήριο τις σοβαρές παραβιάσεις των κανόνων της ΕΕ. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη φέρουν από κοινού την ευθύνη για την επιβολή του δικαίου της ΕΕ.
Η αποτελεσματική εφαρμογή, υλοποίηση και επιβολή του δικαίου της ΕΕ αποτελεί προτεραιότητα για την Επιτροπή von der Leyen. Όπως εξαγγέλθηκε στις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές της Προέδρου von der Leyen, θα εξακολουθήσουμε να καθοδηγούμε και να στηρίζουμε τα κράτη μέλη στις προσπάθειές τους να μεταφέρουν στο εθνικό δίκαιο τις οδηγίες, να θέτουν σε εφαρμογή τους κανονισμούς και να εφαρμόζουν ορθά τους κανόνες της ΕΕ. Οι έλεγχοι συμμόρφωσης που διενεργούμε εξακριβώνουν τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη μεταφέρουν τη νομοθεσία της ΕΕ στην εθνική τους νομοθεσία. Για να εξασφαλιστεί ουσιαστικός διάλογος κατά τη φάση της μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, εξαρτόμαστε από τα κράτη μέλη για την παροχή σαφών και ακριβών πληροφοριών σχετικά με την εθνική νομοθεσία.
Στην ανακοίνωσή της σχετικά με τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των φραγμών στην ενιαία αγορά, η Επιτροπή τόνισε ότι ο «κανονιστικός υπερθεματισμός» συχνά μεταφράζεται σε πρόσθετο κανονιστικό ή διοικητικό φόρτο για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, με ιδιαίτερο αντίκτυπο στις ΜΜΕ. Ωστόσο, οι έλεγχοι συμμόρφωσης δεν μπορούν να εντοπίσουν με ακρίβεια όλες τις εθνικές διατάξεις που βαίνουν πέραν των απαιτήσεων της νομοθεσίας της ΕΕ. Επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, η Επιτροπή δεν μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια το μέγεθος του κανονιστικού φόρτου που απορρέει από την προσθήκη στοιχείων εθνικής σημασίας από τα κράτη μέλη κατά την μεταφορά των κανόνων της ΕΕ. Σύμφωνα με τη διοργανική συμφωνία για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, η Επιτροπή επαναλαμβάνει το αίτημά της προς τα κράτη μέλη να αναφέρουν πότε επιλέγουν να προσθέσουν στοιχεία που δεν απορρέουν από τη νομοθεσία της ΕΕ.
Στο μέλλον, η Επιτροπή προτίθεται να προβεί σε απολογισμό των δραστηριοτήτων εποπτείας και επιβολής της νομοθεσίας, ώστε να διασφαλίσει ότι παραμένουν κατάλληλες για την πρακτική εφαρμογή της νομοθεσίας της ΕΕ.
8.Συμπεράσματα
Δεδομένων των ευκαιριών και των προκλήσεων που θα προκύψουν κατά την ανάκαμψη από την πιο πρόσφατη κρίση, είναι σημαντικότερο από ποτέ να ασκείται η νομοθετική λειτουργία όσο το δυνατόν πιο αποδοτικά. Επομένως, αν και η Επιτροπή διαθέτει ήδη ένα από τα καλύτερα συστήματα «βελτίωσης της νομοθεσίας» στον κόσμο, πρέπει όλα τα όργανα —Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, Συμβούλιο και Επιτροπή— να κάνουμε ακόμη περισσότερα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την αξιολόγηση των σημαντικών τροπολογιών που εισάγονται κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων ή στα τελικά νομοθετικά κείμενα.
Πρώτον, πρέπει να εξασφαλίσουμε ότι τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι τοπικές, περιφερειακές και εθνικές αρχές, οι κοινωνικοί εταίροι, οι επιχειρήσεις, η κοινωνία των πολιτών, η επιστημονική κοινότητα και το ευρύ κοινό συνεργάζονται για τη χάραξη πολιτικής υψηλής ποιότητας στην ΕΕ. Από την πλευρά μας, θα βελτιώσουμε τον τρόπο με τον οποίο διαβουλευόμαστε και επικοινωνούμε με τα ενδιαφερόμενα μέρη και θα αυξήσουμε τη διαφάνεια. Ειδικότερα, θα ευαισθητοποιήσουμε τους πολίτες σχετικά με την ύπαρξη της διαδικτυακής πύλης «Πείτε την άποψή σας» και θα διασφαλίσουμε ότι οποιοσδήποτε μπορεί να πλοηγηθεί στις σχετικές διαβουλεύσεις, ακόμη και χωρίς προηγούμενη γνώση.
Εντείνουμε τις προσπάθειες για την απλούστευση της νομοθεσίας και τη μείωση του φόρτου που συνεπάγεται, με τη θέσπιση της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» και με την αξιοποίηση των συμβουλών της πλατφόρμας «Fit for Future». Επιπλέον, θα αναπτύξουμε την εργαλειοθήκη μας για τη βελτίωση της νομοθεσίας, ώστε να αξιοποιούμε καλύτερα τις προβλέψεις, να ενσωματώσουμε τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης και να λάβουμε καλύτερα υπόψη τη βιωσιμότητα και τη σημασία της ψηφιοποίησης. Θα εξακολουθήσουμε να επανεξετάζουμε την προσέγγισή μας, ώστε να διασφαλίσουμε ότι επιτυγχάνει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Για τον σκοπό αυτόν, το 2023 θα προβούμε σε απολογισμό όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο εφαρμόστηκε η προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» και θα επανεξετάσουμε την εφαρμογή της.
Ο καλύτερος τρόπος για την επίτευξη προόδου όσον αφορά τη βελτίωση του νομοθετικού έργου (και, άρα, για την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων) είναι η στενή συνεργασία κατά τα προσεχή έτη. Με τον τρόπο αυτό, μπορούμε να εξασφαλίσουμε ότι η ΕΕ θα καταστεί ισχυρότερη και ανθεκτικότερη κατά τη διάρκεια της θητείας της παρούσας Επιτροπής.
Η Επιτροπή:
·θα συνεργαστεί με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο για την πλήρη εφαρμογή της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση του νομοθετικού έργου, καθώς και για τη βελτίωση της ποιότητας της νομοθεσίας της ΕΕ ώστε να διασφαλιστεί ότι είναι σαφής, ευανάγνωστη και κατανοητή·
·θα απλουστεύσει τη διαδικασία διαβούλευσης μειώνοντας τα στάδια, με την καθιέρωση ενιαίας πρόσκλησης υποβολής στοιχείων, τη βελτίωση των ερωτηματολογίων και τη διαβούλευση μόνο μία φορά κατά την αναθεώρηση μιας νομοθετικής πράξης·
·θα καταστήσει ευρύτερα γνωστή τη βελτιωμένη διαδικτυακή πύλη «Πείτε την άποψή σας»·
·θα παρέχει άμεσα ανατροφοδότηση στις διαβουλεύσεις και θα ενημερώνει για τις επακόλουθες ενέργειες· θα αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια τη συμβολή των τοπικών, περιφερειακών και εθνικών αρχών·
·θα διευκολύνει την πρόσβαση στα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία στηρίζεται κάθε νομοθετική πρόταση, μέσω της καλύτερης διασύνδεσης βάσεων δεδομένων και αποθετηρίων και του προοδευτικού ανοίγματός τους στο κοινό·
·θα εισαγάγει την προσέγγιση «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» για την περαιτέρω ελαχιστοποίηση του φόρτου όταν προτείνεται νομοθεσία και θα εξετάζει τις σωρευτικές επιπτώσεις της νομοθεσίας στους πολίτες και τις επιχειρήσεις·
·θα λαμβάνει υπόψη τις γνώμες της πλατφόρμας «Fit for Future» — μιας ομάδας εμπειρογνωμόνων υψηλού επιπέδου που επικουρεί την Επιτροπή με τη διατύπωση γνώμης σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να καταστεί η νομοθεσία της ΕΕ απλούστερη, αποτελεσματικότερη και ανθεκτικότερη στην καινοτομία και στο μέλλον·
·θα καταστήσει την ανάλυση προοπτικών αναπόσπαστο μέρος της χάραξης πολιτικής και του θεματολογίου για τη βελτίωση της νομοθεσίας, ενσωματώνοντάς την στις εκτιμήσεις επιπτώσεων και τις αξιολογήσεις·
·για πολιτικά ευαίσθητες και σημαντικές πρωτοβουλίες για τις οποίες δεν κατέστη δυνατή η εκπόνηση εκτίμησης επιπτώσεων, θα δημοσιεύει το σκεπτικό και τα αποδεικτικά στοιχεία εντός 3 μηνών·
·θα διασφαλίσει ότι η βελτίωση της νομοθεσίας υποστηρίζει την εφαρμογή της αρχής της «μη πρόκλησης σημαντικής βλάβης» και της αρχής του «εξ ορισμού ψηφιακού χαρακτήρα» σε όλες τις πολιτικές·
·θα βελτιώσει την ανάλυση και την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις επιπτώσεις των προτάσεων (π.χ. όσον αφορά τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης, τις ΜΜΕ, τη βιωσιμότητα, την ισότητα, την επικουρικότητα και την αναλογικότητα)·
·θα κάνει σαφέστερη διάκριση μεταξύ των εκθέσεων εφαρμογής και των αξιολογήσεων και θα καλέσει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να αναπτύξουν κοινούς ορισμούς και να προσδιορίσουν τις βέλτιστες πρακτικές για να εισάγονται συνεπείς ρήτρες επανεξέτασης και παρακολούθησης στη νομοθεσία της ΕΕ·
·θα καταστήσει τις αξιολογήσεις χρησιμότερες για τη βελτίωση των πολιτικών και θα χρησιμοποιεί συχνότερα τους ελέγχους καταλληλότητας για τον εντοπισμό ευκαιριών απλούστευσης και μείωσης του φόρτου·
·θα βελτιώσει την ποιότητα και τη διαθεσιμότητα των πλαισίων παρακολούθησης και των δεδομένων, ώστε να καταστεί δυνατή η διενέργεια αρτιότερων αξιολογήσεων·
·θα στηριχθεί στην επιτροπή ρυθμιστικού ελέγχου για την εξέταση των εκτιμήσεων επιπτώσεων, των αξιολογήσεων και των ελέγχων καταλληλότητας υπό το πρίσμα της προσέγγισης «μία (ρύθμιση) εντός, μία εκτός» και της ανάλυσης προοπτικών· και
·θα προβεί σε απολογισμό των δραστηριοτήτων εποπτείας και επιβολής της νομοθεσίας.
|