Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52014PC0358

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης

    /* COM/2014/0358 final - 2014/0180 (COD) */

    52014PC0358

    Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης /* COM/2014/0358 final - 2014/0180 (COD) */


    ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

    1.           ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    Μετά την έκδοση της οδηγίας 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ[1] («η οδηγία») και της οδηγίας 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης[2], πρέπει να υπάρξει διάταξη που να ορίζει ότι οι κανόνες που περιέχονται στις εν λόγω οδηγίες εφαρμόζονται στις συμβάσεις που αναθέτουν τα θεσμικά όργανα για ίδιο λογαριασμό.

    2.           ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

    Εφόσον η παρούσα πρόταση απλώς θέτει σε εφαρμογή τις νέες οδηγίες σχετικά με τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων και την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης, δεν πραγματοποιήθηκε δημόσια διαβούλευση.

    3.           ΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

    Οι τροποποιήσεις που επήλθαν στο κείμενο του δημοσιονομικού κανονισμού μπορούν να κατηγοριοποιηθούν σε τρεις κύριες ομάδες.

    Ένα πρώτο σύνολο μεταβολών αφορά την εναρμόνιση με την οδηγία. Εισάγονται νέες διατάξεις, όπως η διαβούλευση με παράγοντες της αγοράς, η νέα διαδικασία της σύμπραξης καινοτομίας, η θέσπιση της βασικής απαίτησης συμμόρφωσης με το περιβαλλοντικό, κοινωνικό και εργατικό δίκαιο, η αξιολόγηση των κριτηρίων ανάθεσης, χωρίς συγκεκριμένη σειρά, η μεθοδολογία ανάθεσης των συμβάσεων με βάση την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά. Επιπλέον, οι συμβάσεις παραχώρησης έργων και υπηρεσιών εισάγονται για πρώτη φορά στον δημοσιονομικό κανονισμό και υπόκεινται στους ίδιους τύπους διαδικασιών όπως και οι δημόσιες συμβάσεις.

    Ένα δεύτερο σύνολο αλλαγών αφορά τα άρθρα περί αποκλεισμού. Οι λόγοι αποκλεισμού αποσαφηνίζονται και εναρμονίζονται με την οδηγία, καθώς και η δυνατότητα του ενδιαφερόμενου οικονομικού φορέα να λάβει διορθωτικά μέτρα. Για την αποφυγή σύγχυσης γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ αποκλεισμού και απόρριψης από μια δεδομένη διαδικασία. Ορίζεται ενιαίο σύστημα για την ενίσχυση της προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, το οποίο λαμβάνει υπόψη την υφιστάμενη κεντρική βάση δεδομένων για τους αποκλεισμούς. Στόχος του συστήματος είναι να εξασφαλιστεί ο έγκαιρος εντοπισμός και η πρόληψη κινδύνου, καθώς και η δημοσίευση πληροφοριών σχετικά με τους αποκλεισμένους οικονομικούς φορείς. Έχει συσταθεί υπηρεσία αποκλεισμού για να λαμβάνει αποφάσεις αποκλεισμού μετά την ανάλυση της υπόθεσης, η οποία εγγυάται το δικαίωμα υπεράσπισης των οικονομικών φορέων.

    Ένα τρίτο σύνολο μεταβολών συνδέεται με τις διευκρινίσεις του κειμένου και τις απλουστεύσεις. Εντός των ορίων της οδηγίας και κάτω από τα κατώτατα όρια στα οποία εφαρμόζεται η οδηγία, επανεξετάζονται οι διατάξεις περί προμηθειών προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεκτικότητα της ορολογίας που χρησιμοποιείται σε ολόκληρο το κείμενο του σχετικού τίτλου και να αποσαφηνιστούν ορισμένοι κανόνες. Αυτές οι διευκρινίσεις και απλουστεύσεις αφορούν τα μέτρα δημοσιότητας που υπερβαίνουν και υπολείπονται των κατώτατων ορίων, τις απαιτήσεις για την αποσφράγιση και την αξιολόγηση προσφορών, την απόρριψη των μη σύμφωνων προσφορών, τις τραπεζικές εγγυήσεις για συμβάσεις έργων και τις συμβάσεις σύνθετων υπηρεσιών, το γεγονός ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης θεωρούνται κεντρικές αναθέτουσες αρχές σύμφωνα με την οδηγία, την αναφορά στα ισχύοντα κατώτατα όρια που ορίζει η οδηγία, τις ηλεκτρονικές διαδικασίες και το άνοιγμα των συμβάσεων από τα θεσμικά όργανα σε διεθνείς οργανισμούς.

    2014/0180 (COD)

    Πρόταση

    ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 322, σε συνδυασμό με τη Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 106α,

    Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

    Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

    Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου[3],

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία,

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)       Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[4] ορίζει τους κανόνες για την κατάρτιση και εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, περιέχει επίσης κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις. Στις 26 Φεβρουαρίου 2014 εκδόθηκε η οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[5] σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και η οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[6] σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης. Ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να προσαρμοστεί ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι εν λόγω οδηγίες για τις συμβάσεις που ανατίθενται από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης για ίδιο λογαριασμό.

    (2)       Θα πρέπει να προστεθούν ορισμένοι ορισμοί και να γίνουν ορισμένες διευκρινίσεις τεχνικού χαρακτήρα, ώστε να διασφαλιστεί ότι η ορολογία του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 είναι σύμφωνη με την ορολογία των οδηγιών 2014/24/ΕΕ και 2014/23/ΕΕ.

    (3)       Τα εκ των προτέρων και εκ των υστέρων μέτρα δημοσιότητας που είναι αναγκαία για τη διεξαγωγή διαδικασίας σύναψης σύμβασης πρέπει να αποσαφηνισθούν για τις συμβάσεις που υπερβαίνουν ή αφορούν αξία χαμηλότερη από τα κατώτατα όρια που ορίζονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ.

    (4)       Ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Συμβουλίου πρέπει να συμπληρωθεί με πλήρη πίνακα του συνόλου των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων που έχουν στη διάθεσή τους τα θεσμικά όργανα της Ένωσης, ανεξάρτητα από κατώτατο όριο.

    (5)       Σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ, ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 θα πρέπει να προβλέπει διαβούλευση με τους φορείς της αγοράς πριν από την έναρξη διαδικασίας προμηθειών.

    (6)       Θα πρέπει να θεσπιστεί ένα ενιαίο σύστημα για τη μεγαλύτερη προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη την υφιστάμενη κεντρική βάση δεδομένων για τους αποκλεισμούς. Στόχος του συστήματος πρέπει να είναι η εξασφάλιση του έγκαιρου εντοπισμού των κινδύνων, καθώς και ο κεντρικός χειρισμός των αποκλεισμένων οικονομικών φορέων.

    (7)       Ενώ η λειτουργία του συστήματος έγκαιρου εντοπισμού και αποκλεισμού εμπίπτει στις αρμοδιότητες της Επιτροπής, θα πρέπει και τα θεσμικά και λοιπά όργανα της ΕΕ να συμμετέχουν άμεσα στον έγκαιρο εντοπισμό των κινδύνων.

    (8)       Θα πρέπει επίσης να βελτιωθούν οι κανόνες αποκλεισμού από τη συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων, ώστε να ενισχυθεί η προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.

    (9)       Η απόφαση αποκλεισμού ενός οικονομικού φορέα ιδίως από τη συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων και επιβολής οικονομικής κύρωσης θα πρέπει να λαμβάνεται από μια νέα κεντρική υπηρεσία που συγκροτείται από την Επιτροπή. Θα πρέπει να αποτελείται από τους κύριους ενδιαφερόμενους φορείς της Επιτροπής και των εμπλεκόμενων θεσμικών και λοιπών οργάνων, καθώς και υπηρεσιών και γραφείων της Ένωσης.

    (10)     Σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ, ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 θα πρέπει να καθορίζει τον κατάλογο των παράνομων δραστηριοτήτων που συνιστούν αιτία αποκλεισμού, ιδίως όσον αφορά την παιδική εργασία ή άλλες μορφές εμπορίας ανθρώπων. Θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι η σοβαρή παραβίαση μιας σύμβασης συνιστά λόγο αποκλεισμού.

    (11)     Ο οικονομικός φορέας δεν θα πρέπει να υπόκειται σε απόφαση αποκλεισμού, όταν μπορεί να αποδείξει την αξιοπιστία του με τη λήψη διορθωτικών μέτρων. Η δυνατότητα αυτή δεν θα πρέπει να ισχύει για σοβαρότατες εγκληματικές δραστηριότητες.

    (12)     Η νεοσύστατη υπηρεσία θα πρέπει να αποκλείει τον οικονομικό φορέα σε περίπτωση σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, απάτης, δωροδοκίας, συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, διάπραξης αξιόποινων πράξεων που συνδέονται με τη τρομοκρατία, παιδικής εργασίας ή άλλων μορφών εμπορίας ανθρώπων και σοβαρής παραβίασης της σύμβασης βάσει αποδεικτικών στοιχείων.

    (13)     Η υπηρεσία θα πρέπει να εγγυάται το δικαίωμα υπεράσπισης των οικονομικών φορέων. Στις περιπτώσεις απάτης, δωροδοκίας ή κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας που πλήττει τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, για τις οποίες εκκρεμεί η έκδοση τελεσίδικης απόφασης, η υπηρεσία θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να μεταθέσει χρονικά την ευκαιρία που παρέχεται στον οικονομικό φορέα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Αυτή η χρονική μετάθεση θα πρέπει να είναι δικαιολογημένη, όταν υπάρχουν επιτακτικοί νόμιμοι λόγοι για τη διατήρηση του εμπιστευτικού χαρακτήρα της έρευνας.

    (14)     Η αναθέτουσα αρχή θα πρέπει επίσης να αποκλείει τον οικονομικό φορέα, όταν έχει εκδοθεί αμετάκλητη διοικητική απόφαση ή τελεσίδικη δικαστική απόφαση σε περίπτωση σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις καταβολής εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή πληρωμής φόρων, απάτης, δωροδοκίας, συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, διάπραξης αξιόποινων πράξεων που συνδέονται με τη τρομοκρατία, παιδικής εργασίας ή άλλων μορφών εμπορίας ανθρώπων.

    (15)     Τα κριτήρια αποκλεισμού θα πρέπει να διαχωρίζονται σαφώς από τα κριτήρια που οδηγούν σε πιθανή απόρριψη από μια συγκεκριμένη διαδικασία.

    (16)     Κάθε οντότητα που συμμετέχει στην εκτέλεση του προϋπολογισμού θα πρέπει να ανταλλάσσει πληροφορίες σχετικά με έναν οικονομικό φορέα, όταν λαμβάνει απόφαση αποκλεισμού με δική της ευθύνη για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης.

    (17)     Η διάρκεια του αποκλεισμού θα πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένη, σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ.

    (18)     Για να ενισχυθεί ο αποτρεπτικός χαρακτήρας αποκλεισμού και των κανόνων οικονομικών κυρώσεων, οι πληροφορίες σχετικά με τους οικονομικούς φορείς που είναι σε κατάσταση αποκλεισμού θα πρέπει να δημοσιεύονται στον δικτυακό τόπο της Επιτροπής, σύμφωνα με τις απαιτήσεις προστασίας δεδομένων που ορίζονται στον κανονισμό αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[7] και στην οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου[8].

    (19)     Σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ, ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Συμβουλίου πρέπει να επιτρέπει την επαλήθευση του αποκλεισμού, την εφαρμογή κριτηρίων επιλογής και ανάθεσης, καθώς και την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τα έγγραφα της σύμβασης με οποιαδήποτε σειρά. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να επιτρέπεται η απόρριψη προσφορών βάσει των κριτηρίων ανάθεσης χωρίς προηγούμενο έλεγχο των κριτηρίων αποκλεισμού ή επιλογής του αντίστοιχου προσφέροντα.

    (20)     Η ανάθεση των συμβάσεων θα πρέπει να πραγματοποιείται με βάση την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ.

    (21)     Πρέπει να διευκρινιστεί ότι όλες οι προσφορές θα πρέπει να αποσφραγίζονται και να αξιολογούνται για κάθε διαδικασία και ανεξαρτήτως του αν έχει διοριστεί ειδική επιτροπή αποσφράγισης των προσφορών ή επιτροπή αξιολόγησης. Μια απόφαση ανάθεσης πρέπει πάντοτε να είναι αποτέλεσμα αξιολόγησης.

    (22)     Δεδομένου ότι τα κριτήρια δεν εφαρμόζονται με συγκεκριμένη σειρά, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η δυνατότητα των απορριφθέντων προσφερόντων που υπέβαλαν συμβατές προσφορές να λάβουν γνώση των στοιχείων και των σχετικών πλεονεκτημάτων της επιλεγείσας προσφοράς, αν το ζητήσουν.

    (23)     Πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα απαίτησης συμβατικών εγγυήσεων για συμβάσεις έργων, προμηθειών και σύνθετων υπηρεσιών, προκειμένου να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με σημαντικές συμβατικές υποχρεώσεις κατά συνήθη πρακτική σε αυτούς τους τομείς, για να εξασφαλιστεί η ορθή εκτέλεση της σύμβασης καθ’ όλη τη διάρκειά της.

    (24)     Είναι αναγκαίο να προβλεφθεί η δυνατότητα αναστολής της εκτέλεσης μιας σύμβασης για να διαπιστωθεί αν έχουν διαπραχθεί σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη.

    (25)     Για να καθοριστούν τα κατώτατα όρια και οι διαδικασίες που εφαρμόζονται στα θεσμικά όργανα της Ένωσης, είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ότι τα θεσμικά όργανα της Ένωσης πρέπει να θεωρούνται κεντρικές αναθέτουσες αρχές σύμφωνα με την οδηγία 2014/24/ΕΕ.

    (26)     Είναι σκόπιμο να περιληφθεί αναφορά των δύο κατώτατων ορίων που προβλέπονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ που εφαρμόζονται στις συμβάσεις έργων, προμηθειών και υπηρεσιών. Τα εν λόγω κατώτατα όρια θα πρέπει να εφαρμόζονται επίσης σε συμβάσεις παραχώρησης για λόγους απλούστευσης καθώς και χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, με βάση τις ιδιαιτερότητες των αναγκών των θεσμικών οργάνων της Ένωσης για συμβάσεις. Η επικαιροποίηση των εν λόγω κατώτατων ορίων που προβλέπονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ θα πρέπει, επομένως, να εφαρμοστεί άμεσα στις συμβάσεις που ανατίθενται από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης.

    (27)     Είναι αναγκαίο να διευκρινιστούν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της περιόδου αναστολής.

    (28)     Είναι αναγκαίο να διευκρινιστεί ποιοι οικονομικοί φορείς έχουν πρόσβαση στις συμβάσεις που συνάπτουν τα θεσμικά όργανα της Ένωσης σε συνάρτηση με τον τόπο εγκατάστασής τους και να προβλεφθεί ρητά η δυνατότητα αυτής της πρόσβασης και σε διεθνείς οργανισμούς.

    (29)     Η εφαρμογή των λόγων αποκλεισμού θα πρέπει να επεκταθεί και σε άλλα μέσα εκτέλεσης του προϋπολογισμού όπως οι επιδοτήσεις, τα έπαθλα, τα χρηματοδοτικά μέσα και οι αμειβόμενοι εμπειρογνώμονες, καθώς και σε περίπτωση έμμεσης διαχείρισης.

    (30)     O κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 θα πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

    Άρθρο 1

    Ο κανονισμός (EΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 τροποποιείται ως εξής:

    (1) Το άρθρο 60 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «δ) εφαρμόζουν τους κατάλληλους κανόνες και τις διαδικασίες για την παροχή χρηματοδότησης από πόρους της Ένωσης με συμβάσεις, επιδοτήσεις, έπαθλα και χρηματοδοτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων των υποχρεώσεων που καθορίζονται στο άρθρο 108 παράγραφος 5·»

    (2) Η επικεφαλίδα του τίτλου V του μέρους Ι αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «ΤΙΤΛΟΣ V

    ΣΥΝΑΨΗ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗΣ»

    (3) Στο μέρος Ι τίτλος V κεφάλαιο 1, τα σημεία 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Τμήμα 1

    Πεδίο εφαρμογής και αρχές ανάθεσης

    Άρθρο 101

    Ορισμοί για τους σκοπούς του παρόντος τίτλου

    1. «Προμήθεια»: η διά συμβάσεως απόκτηση κτιρίων, έργων, αγαθών ή υπηρεσιών από μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές από οικονομικούς παράγοντες που επιλέγονται από τις εν λόγω αναθέτουσες αρχές.

    2. «Δημόσια σύμβαση»: σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας η οποία συνάπτεται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων και μίας ή περισσότερων αναθετουσών αρχών, κατά την έννοια των άρθρων 117 και 190, με σκοπό την απόκτηση, έναντι καταβολής αντιτίμου, το οποίο καταβάλλεται εν όλω ή εν μέρει από τον προϋπολογισμό, κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών.

    Οι δημόσιες συμβάσεις περιλαμβάνουν:

    α) τις συμβάσεις αγοράς ή μίσθωσης ακινήτων·

    β) τις συμβάσεις προμηθειών·

    γ) τις συμβάσεις έργων·

    δ) τις συμβάσεις υπηρεσιών.

    3. «Σύμβαση παραχώρησης»: σύμβαση εξ επαχθούς αιτίας που συνάπτεται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσοτέρων οικονομικών φορέων και μίας ή περισσοτέρων αναθετουσών αρχών, κατά την έννοια των άρθρων 117 και 190, με σκοπό την ανάθεση της εκτέλεσης έργων ή τη διαχείριση υπηρεσιών σε έναν οικονομικό φορέα. Η αμοιβή συνίσταται είτε αποκλειστικά στο δικαίωμα εκμετάλλευσης των έργων ή των υπηρεσιών ή στο δικαίωμα αυτό σε συνδυασμό με την καταβολή αμοιβής. Η ανάθεση σύμβασης παραχώρησης έργων ή υπηρεσιών συνεπάγεται τη μεταβίβαση στον παραχωρησιούχο λειτουργικού κινδύνου που απορρέει από την εκμετάλλευση των εν λόγω έργων ή υπηρεσιών και ο οποίος συμπεριλαμβάνει κίνδυνο ζήτησης ή προσφοράς ή και τους δύο κινδύνους. Ο παραχωρησιούχος θεωρείται ότι αναλαμβάνει λειτουργικό κίνδυνο όταν, υπό φυσιολογικές συνθήκες λειτουργίας, δεν υπάρχει εγγύηση για την απόσβεση της επένδυσης ή των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν κατά την εκτέλεση των σχετικών έργων ή την παροχή των υπηρεσιών.

    4. «Σύμβαση»: δημόσια σύμβαση ή σύμβαση παραχώρησης.

    5. «Σύμβαση-πλαίσιο»: η σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ ενός ή περισσοτέρων οικονομικών φορέων και μίας ή περισσοτέρων αναθετουσών αρχών με σκοπό τον καθορισμό των όρων των συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν εντός συγκεκριμένης χρονικής περιόδου, ιδίως όσον αφορά τις τιμές και, κατά περίπτωση, τις ποσότητες.

    6. «Οικονομικός φορέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή δημόσιος φορέας που προσφέρει την προμήθεια προϊόντων, την εκτέλεση έργων ή την παροχή υπηρεσιών.

    7. «Έγγραφο δημόσιων συμβάσεων»: κάθε έγγραφο το οποίο παρουσιάζει ή στο οποίο παραπέμπει η αναθέτουσα αρχή με σκοπό να περιγράψει ή να προσδιορίσει στοιχεία της διαδικασίας, περιλαμβανομένων των μέτρων δημοσιότητας που ορίζονται στο άρθρο 103, της συγγραφής υποχρεώσεων ή του περιγραφικού εγγράφου, του σχεδίου σύμβασης και της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

    8. Εξαιρουμένων των άρθρων 106 έως 108, ο παρών τίτλος δεν εφαρμόζεται στις επιδοτήσεις ή στις συμβάσεις τεχνικής βοήθειας που συνάπτονται με την ΕΤΕπ ή το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων σύμφωνα με το άρθρο 125 παράγραφος 8.

    9. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τον ορισμό και το πεδίο εφαρμογής των δημόσιων συμβάσεων και των συμβάσεων παραχώρησης, καθώς και των συμβάσεων-πλαισίων και των ειδικών συμβάσεων.

    Άρθρο 102

    Αρχές που εφαρμόζονται στις διαδικασίες προμηθειών και στις συμβάσεις

    1. Όλες οι διαδικασίες προμηθειών και οι συμβάσεις τηρούν τις αρχές της διαφάνειας, της αναλογικότητας, της ίσης μεταχείρισης και της αποφυγής διακρίσεων.

    2. Όλες οι συμβάσεις ανατίθενται με την ευρύτερη δυνατή διαδικασία ανταγωνισμού, εκτός αν γίνει χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση που αναφέρεται στο άρθρο 104 παράγραφος 1 στοιχείο δ).

    Οι αναθέτουσες αρχές δεν χρησιμοποιούν συμβάσεις-πλαίσια με ανορθόδοξο τρόπο ούτε με τρόπο που έχει ως στόχο ή ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή τη νόθευση του ανταγωνισμού.

    Τμήμα 2

    Δημοσιότητα

    Άρθρο 103

    Μέτρα δημοσιότητας

    1. Για διαδικασίες που αφορούν αξία ίση ή μεγαλύτερη από τα κατώτατα όρια βάσει του άρθρου 118 παράγραφος 1 και του άρθρου 190, η αναθέτουσα αρχή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

    α) γνωστοποίηση προκήρυξης σύμβασης, εκτός από την περίπτωση της διαδικασίας βάσει του άρθρου 104 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

    β) γνωστοποίηση ανάθεσης σύμβασης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας.

    2. Οι διαδικασίες που αφορούν αξία χαμηλότερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 118 ή το άρθρο 190 δημοσιοποιούνται με τα κατάλληλα μέσα.

    3. Επιτρέπεται η μη δημοσίευση ορισμένων πληροφοριών για την ανάθεση σύμβασης, αν η δημοσίευσή τους θα εμπόδιζε την εφαρμογή των νόμων ή θα ήταν κατ’ άλλον τρόπο αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον, θα έβλαπτε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα οικονομικών φορέων ή τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ τους.

    4. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τη δημοσιοποίηση των συμβάσεων και τη δημοσίευση των προκηρύξεων διαγωνισμών.

    Τμήμα 3

    Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων

    Άρθρο 104

    Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων

    1. Οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων για την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης ή δημοσίων συμβάσεων, περιλαμβανομένων συμβάσεων-πλαισίων, λαμβάνουν μία από τις ακόλουθες μορφές:

    α) ανοικτή διαδικασία·

    β) κλειστή διαδικασία, μεταξύ άλλων μέσω ενός δυναμικού συστήματος αγορών·

    γ) διαγωνισμός μελετών,

    δ) διαδικασία με διαπραγμάτευση·

    ε) ανταγωνιστικός διάλογος·

    στ) ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση·

    ζ) σύμπραξη καινοτομίας·

    η) διαδικασία μετά από πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος.

    2. Όταν μια σύμβαση ή σύμβαση-πλαίσιο ενδιαφέρει δύο ή περισσότερα θεσμικά όργανα, εκτελεστικούς οργανισμούς ή οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 208 και 209, και εφόσον υπάρχει η δυνατότητα να επιτευχθεί αυξημένη αποδοτικότητα, οι οικείες αναθέτουσες αρχές μπορούν να διεξάγουν τη διαδικασία ανάθεσης σε διοργανική βάση υπό την ηγεσία μίας από τις αναθέτουσες αρχές.

    Τα όργανα που θεσπίστηκαν από το Συμβούλιο στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ δυνάμει του τίτλου V της ΣΕΕ μπορούν επίσης να συμμετέχουν σε διοργανικές διαδικασίες.

    Οι όροι μιας σύμβασης-πλαισίου μπορούν να εφαρμόζονται μόνο μεταξύ των αναθετουσών αρχών οι οποίες έχουν οριστεί για τον σκοπό αυτό από την έναρξη της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και των οικονομικών φορέων που είναι μέρη της σύμβασης-πλαισίου.

    3. Όταν μια σύμβαση ή σύμβαση-πλαίσιο είναι αναγκαία για την υλοποίηση κοινής ενέργειας από θεσμικό όργανο και μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές κράτους μέλους, η διαδικασία ανάθεσης είναι δυνατόν να διεξάγεται από κοινού από το όργανο και τις αναθέτουσες αρχές, όπως ορίζεται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    Η από κοινού σύναψη δημόσιων συμβάσεων είναι δυνατή με τις χώρες της ΕΖΕΣ καθώς και με υποψήφιες προς ένταξη στην Ένωση χώρες, εφόσον η δυνατότητα αυτή προβλέπεται ρητά σε διμερή ή πολυμερή συνθήκη.

    4. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί να κάνει χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση μόνο στις περιπτώσεις οι οποίες προβλέπονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

    5. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τα είδη των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων, το δυναμικό σύστημα αγορών, την από κοινού σύναψη συμβάσεων, τις συμβάσεις μικρής αξίας και την πληρωμή έναντι τιμολογίων.

    Άρθρο 105

    Προετοιμασία της διαδικασίας

    1. Πριν από την έναρξη μιας διαδικασίας, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να διεξάγει προκαταρκτική διαβούλευση με τους φορείς της αγοράς με σκοπό την προετοιμασία της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης.

    2. Στα έγγραφα της προμήθειας, η αναθέτουσα αρχή καθορίζει το αντικείμενο της προμήθειας, περιγράφοντας τις ανάγκες της και τα χαρακτηριστικά που απαιτούνται για τα έργα, τα αγαθά ή τις υπηρεσίες και προσδιορίζουν τα εφαρμοστέα κριτήρια. Επίσης, αναφέρει τα στοιχεία που ορίζουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν όλες οι προσφορές.

    3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για το περιεχόμενο των εγγράφων της προμήθειας και για την προκαταρκτική διαβούλευση της αγοράς.

    Άρθρο 106

    Κριτήρια αποκλεισμού

    1. Ένας οικονομικός φορέας αποκλείεται από τη συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων στις περιπτώσεις:

    α) πτώχευσης, αφερεγγυότητας ή διαδικασίας εκκαθάρισης, διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων από δικαστήρια ή εκκαθαριστή, πτωχευτικού συμβιβασμού, αναστολής των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων ή κάθε ανάλογης κατάστασης που προκύπτει από παρόμοια διαδικασία που προβλέπεται από τις εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις·

    β) σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος με βάση αποδεικτικά στοιχεία που θεσπίζονται με απόφαση της υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 108 ή με την έκδοση τελεσίδικης δικαστικής ή αμετάκλητης διοικητικής απόφασης·

    γ) μη συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις όσον αφορά την καταβολή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης ή φόρων, σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ή της χώρας της αναθέτουσας αρχής ή με τις διατάξεις της χώρας στην οποία θα εκτελεστεί η σύμβαση, όπως έχει βεβαιωθεί με τελεσίδικη δικαστική ή διοικητική απόφαση·

    δ) απάτης, δωροδοκίας, συμμετοχής σε εγκληματική οργάνωση, νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, αξιόποινων πράξεων που σχετίζονται με την τρομοκρατία, παιδικής εργασίας ή άλλων μορφών εμπορίας ανθρώπων βάσει των αποδεικτικών στοιχείων που έχουν θεσπιστεί από την υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 108 ή έχει βεβαιωθεί με τελεσίδικη δικαστική ή διοικητική απόφαση·

    ε) σοβαρής παραβίασης σύμβασης που χρηματοδοτείται από τον προϋπολογισμό της Ένωσης μετά από απόφαση της υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 108·

    στ) παρατυπίας με βάση αποδεικτικά στοιχεία που θεσπίζονται με απόφαση της υπηρεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 108 ή με την έκδοση τελεσίδικης δικαστικής ή αμετάκλητης διοικητικής απόφασης.

    2. Ο οικονομικός φορέας αποκλείεται σε περίπτωση που ένα πρόσωπο το οποίο είναι μέλος του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου του εν λόγω οικονομικού φορέα ή έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου βρίσκεται σε κατάσταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

    3. Εκτός από περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ), η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποφασίσει να μην αποκλείσει τον εν λόγω οικονομικό παράγοντα, αν αυτός έχει λάβει διορθωτικά μέτρα που αποδεικνύουν την αξιοπιστία του.

    Για περιορισμένο χρονικό διάστημα και εν αναμονή της λήψης διορθωτικών μέτρων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποφασίσει να μην αποκλείσει τον εν λόγω οικονομικό φορέα, αν αυτό είναι απαραίτητο για να διασφαλιστεί η συνέχεια της υπηρεσίας. Στην προκειμένη περίπτωση, το όργανο αιτιολογεί δεόντως την απόφασή του.

    4. Το στοιχείο α) της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση αγοράς προμηθειών, υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από έναν προμηθευτή που παύει οριστικά τις εμπορικές του δραστηριότητες, είτε από τον εκκαθαριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας, δικαστικού συμβιβασμού ή ανάλογης διαδικασίας βάσει του εθνικού δικαίου.

    5. Ο οικονομικός φορέας δηλώνει ότι δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Κατά περίπτωση, ο οικονομικός φορέας παρέχει την ίδια δήλωση για μια οντότητα στην ικανότητα της οποίας προτίθεται να στηριχθεί. Ωστόσο, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να χορηγήσει απαλλαγή από αυτές τις απαιτήσεις για συμβάσεις πολύ χαμηλής αξίας.

    6. Όταν ζητείται από την αναθέτουσα αρχή, ο οικονομικός φορέας παρέχει τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία ότι δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που απαριθμούνται στην παράγραφο 1.

    Όταν η αναθέτουσα αρχή έχει αμφιβολίες ως προς την τήρηση της παραγράφου 2, ο οικονομικός φορέας υποβάλλει, κατόπιν αιτήσεως, πληροφορίες σχετικά με πρόσωπα που είναι μέλη του διοικητικού, διαχειριστικού ή εποπτικού οργάνου της ή έχουν εξουσία εκπροσώπησης, απόφασης ή ελέγχου. Παρέχει επίσης, κατόπιν αιτήσεως, τις αναγκαίες αποδείξεις ότι ένα ή περισσότερα από τα εν λόγω πρόσωπα δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που απαριθμούνται στην παράγραφο 1.

    7. Η αναθέτουσα αρχή μπορεί επίσης να διαπιστώσει κατά πόσον ένας υπεργολάβος δεν εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή σε μία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

    8. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τον καθορισμό των περιπτώσεων αποκλεισμού, των διορθωτικών μέτρων και για τη δήλωση και τα αποδεικτικά στοιχεία ότι ένας οικονομικός φορέας δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

    Άρθρο 107

    Απόρριψη από μια δεδομένη διαδικασία

    1. Δεν ανατίθεται σύμβαση για μια συγκεκριμένη διαδικασία σε οικονομικό φορέα ο οποίος:

    α) εμπίπτει σε μία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφοι 1 και 2·

    β) έχει παραποιήσει τα στοιχεία που ζητούνται ως προϋπόθεση για τη συμμετοχή στη διαδικασία σύναψης της σύμβασης·

    γ) είχε προηγουμένως συμμετάσχει στη σύνταξη εγγράφων της σύμβασης, εφόσον αυτό συνεπάγεται ανεπανόρθωτη νόθευση του ανταγωνισμού.

    2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τα μέτρα που αποσκοπούν στην αποτροπή της νόθευσης του ανταγωνισμού και για τη δήλωση και αποδεικτικά στοιχεία ότι ένας οικονομικός φορέας δεν εμπίπτει σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

    Άρθρο 108

    Το σύστημα έγκαιρου εντοπισμού και αποκλεισμού

    1. Η Επιτροπή δημιουργεί και διαχειρίζεται σύστημα για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης. Αυτό το σύστημα περιλαμβάνει τον έγκαιρο εντοπισμό των κινδύνων που απειλούν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης, τον αποκλεισμό των οικονομικών φορέων που εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 και την επιβολή οικονομικής κύρωσης σε οικονομικό φορέα που εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού που απαριθμούνται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχεία β), δ), ε) και στ).

    2. Ο έγκαιρος εντοπισμός των κινδύνων που απειλούν τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης βασίζεται στη διαβίβαση πληροφοριών από οποιονδήποτε από τους ακόλουθους φορείς:

    α) από την OLAF σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου*, όταν τρέχουσα έρευνα της OLAF καταδεικνύει ότι θα ήταν ενδεχομένως σκόπιμο να ληφθούν προληπτικά μέτρα για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης·

    β) από διατάκτη της Επιτροπής ή ενός εκτελεστικού οργανισμού, σε περιπτώσεις εικαζόμενου σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, παρατυπίας, απάτης ή σοβαρής παραβίασης της σύμβασης·

    γ) από άλλο θεσμικό όργανο, οργανισμό ή ευρωπαϊκή υπηρεσία, σε περιπτώσεις εικαζόμενου σοβαρού επαγγελματικού παραπτώματος, παρατυπίας, απάτης ή σοβαρής παραβίασης της σύμβασης.

    Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) του πρώτου εδαφίου διαβιβάζονται αμελλητί, μέσω του λογιστικού συστήματος της Επιτροπής στους διατάκτες της Επιτροπής και των εκτελεστικών οργανισμών της, σε όλα τα άλλα θεσμικά και λοιπά όργανα, καθώς και τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες και τα γραφεία, ώστε να είναι σε θέση να λάβουν προληπτικά προσωρινά και συντηρητικά μέτρα κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού. Τα εν λόγω μέτρα δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα στους όρους και τις προϋποθέσεις των εγγράφων της σύμβασης.

    3. Για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχεία β), δ), ε) και στ), συγκροτείται υπηρεσία από την Επιτροπή κατόπιν αιτήματος διατάκτη της Επιτροπής ή εκτελεστικού οργανισμού της, ή κοινή υπηρεσία κατόπιν αιτήματος άλλων ευρωπαϊκών θεσμικών και λοιπών οργάνων  ή ευρωπαϊκών ευρωπαϊκών γραφείων και υπηρεσιών. Η εν λόγω υπηρεσία, εξ ονόματος της Επιτροπής και των εκτελεστικών οργανισμών της, άλλων θεσμικών και λοιπών οργάνων ή ευρωπαϊκών γραφείων και υπηρεσιών, εφαρμόζει την ακόλουθη διαδικασία:

    α) ο αιτών παραπέμπει την υπόθεση στην υπηρεσία παρέχοντας τις αναγκαίες πληροφορίες και τον λόγο αποκλεισμού·

    β) η υπηρεσία ενημερώνει άμεσα τον οικονομικό φορέα σχετικά με τα εν λόγω περιστατικά και τον προκαταρκτικό νομικό χαρακτηρισμό, τα οποία μπορούν να χαρακτηριστούν ως αιτία αποκλεισμού που αναφέρεται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 ή/και μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή οικονομικής κύρωσης·

    γ) αν το αίτημα του διατάκτη βασίζεται, μεταξύ άλλων, σε πληροφορίες παρεχόμενες από την OLAF, η OLAF συνεργάζεται με την υπηρεσία σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013·

    δ) η υπηρεσία δύναται να αποφασίσει τον προσωρινό αποκλεισμό του εν λόγω οικονομικού φορέα για περίοδο έως και 6 μηνών·

    ε) πριν λάβει προσωρινή ή οριστική απόφαση, η υπηρεσία παρέχει στον οικονομικό φορέα τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του·

    στ) η υπηρεσία μπορεί να λάβει απόφαση αποκλεισμού μεταξύ άλλων όσον αφορά τη διάρκεια του αποκλεισμού ή/και να επιβάλει οικονομική κύρωση βάσει των αποδεικτικών στοιχείων και πληροφοριών που έχουν ληφθεί, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας·

    ζ) η υπηρεσία μπορεί να αναθεωρήσει την απόφασή της κατά τη διάρκεια της περιόδου αποκλεισμού με αίτηση αποκλεισθέντος οικονομικού φορέα, εφόσον ο φορέας αυτός έχει λάβει επαρκή διορθωτικά μέτρα που αποδεικνύουν την αξιοπιστία του ή υποβάλλει νέα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η αναφερόμενη στο άρθρο 106 παράγραφος 1 αιτία αποκλεισμού δεν υφίσταται πλέον·

    η) για να ενισχυθεί ο αποτρεπτικός χαρακτήρας του αποκλεισμού ή οικονομικής κύρωσης, η Επιτροπή δημοσιεύει τις πληροφορίες που σχετίζονται με την απόφαση της υπηρεσίας στον διαδικτυακό τόπο της·

    θ) η απόφαση της υπηρεσίας κοινοποιείται στον οικονομικό φορέα.

    Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και στ), η κοινοποίηση που αναφέρεται στο στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου και η ευκαιρία που αναφέρεται στο στοιχείο ε) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου μπορούν κατ’ εξαίρεση να αναβληθούν σε περιπτώσεις κατά τις οποίες υπάρχουν επιτακτικοί νόμιμοι λόγοι για τη διαφύλαξη του εμπιστευτικού χαρακτήρα της έρευνας ή των εθνικών δικαστικών διαδικασιών.

    Σε έκτακτες περιπτώσεις, μεταξύ άλλων όταν πρόκειται για φυσικά πρόσωπα ή είναι αναγκαίο να διαφυλαχθεί ο εμπιστευτικός χαρακτήρας της έρευνας ή εθνικής δικαστικής διαδικασίας, η υπηρεσία μπορεί να αποφασίσει να μη δημοσιεύσει τον αποκλεισμό ή την οικονομική κύρωση, όπως ορίζεται στο στοιχείο η) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, αφού συνεκτιμήσει δεόντως το δικαίωμα ιδιωτικότητας και με τον απαιτούμενο σεβασμό των δικαιωμάτων που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001.

    Ο οικονομικός φορέας που αποκλείεται με απόφαση της υπηρεσίας ή υπόκειται σε οικονομική κύρωση δύναται να υποβάλει καταγγελία στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και να ζητήσει δικαστική επανεξέταση.

    4. Η διάρκεια αποκλεισμού δεν υπερβαίνει κανένα από τα ακόλουθα διαστήματα:

    α) τη διάρκεια που ενδεχομένως ορίζεται από την τελεσίδικη απόφαση·

    β) τα πέντε έτη για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχείο δ)·

    γ) τα τρία έτη για τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχεία β), ε) και στ).

    Ένας οικονομικός φορέας αποκλείεται εφόσον υπάγεται σε κάποια από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στα σημεία α) και γ) του άρθρου 106 παράγραφος 1.

    Το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζεται, όταν ο αποκλεισμός κοινοποιείται από τις αρχές και τις οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 5 οι οποίες δεν υπάγονται στην οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου**.

    5. Οι αρχές των κρατών μελών και τρίτων χωρών, καθώς και η ΕΚΤ, η ΕΤΕπ, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων και οι φορείς που συμμετέχουν στην εκτέλεση του προϋπολογισμού σύμφωνα με τα άρθρα 58 και 61:

    α) κοινοποιούν άμεσα στην Επιτροπή πληροφορίες για οικονομικούς φορείς, μόνον για τελεσίδικες δικαστικές ή αμετάκλητες διοικητικές αποφάσεις που ελήφθησαν με δική τους ευθύνη, οι οποίοι βρίσκονται σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στα σημεία α), β), γ), δ) ή στ) του άρθρου 106 παράγραφος 1 και τη διάρκεια του αποκλεισμού·

    β) εξακριβώνουν αν υπάρχει αποκλεισμός στο σύστημα και τον λαμβάνουν υπόψη κατά την ανάθεση συμβάσεων που σχετίζονται με την εκτέλεση του προϋπολογισμού.

    Ως μέρος των μέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο γ) του άρθρου 60 παράγραφος 1, η Επιτροπή μπορεί να αποκλείσει έναν οικονομικό φορέα ή/και να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις υπό τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου.

    6. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της στο Διαδίκτυο πληροφορίες σχετικά με τον αποκλεισμό οικονομικών φορέων με βάση τα στοιχεία που υποβάλλουν οι αναφερόμενες στην παράγραφο 5 αρχές. Η Επιτροπή μπορεί να δημοσιεύει τους αποκλεισμούς που της κοινοποιούνται από άλλες πηγές.

    7. Η Επιτροπή ανακοινώνει ετησίως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο τον συνολικό αριθμό των υφιστάμενων αποκλεισμών και των νέων αποφάσεων.

    8. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για το ενωσιακό σύστημα προστασίας των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, καθώς και τις τυποποιημένες διαδικασίες της και τα στοιχεία που υπόκεινται σε δημοσιοποίηση, τις προθεσμίες αποκλεισμού, την οργάνωση της υπηρεσίας, τη διάρκεια του αποκλεισμού και τις οικονομικές κυρώσεις.

    Άρθρο 110

    Ανάθεση συμβάσεων

    1. Οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων ανάθεσης, υπό την προϋπόθεση ότι η αναθέτουσα αρχή έχει επαληθεύσει αν πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθοι όροι:

    α) η προσφορά ανταποκρίνεται στις ελάχιστες απαιτήσεις που καθορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης·

    β) ο υποψήφιος ή ο προσφέρων δεν έχει αποκλεισθεί δυνάμει του άρθρου 106 ή απορριφθεί δυνάμει του άρθρου 107·

    γ) ο υποψήφιος ή ο προσφέρων πληροί τα κριτήρια επιλογής που ορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης.

    2. Οι αναθέτουσα αρχή αναθέτει τις δημόσιες συμβάσεις με βάση την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

    3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με την εξειδίκευση των κριτηρίων επιλογής, με τα κριτήρια ανάθεσης και την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά. Επιπλέον, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με τα έγγραφα που αποδεικνύουν το νομικό καθεστώς, την οικονομική και χρηματοπιστωτική ικανότητα και τα αποδεικτικά στοιχεία της τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας και σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς και τις ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές.

    Άρθρο 111

    Υποβολή και αξιολόγηση

    1. Οι ρυθμίσεις υποβολής προσφορών εγγυώνται τον γνήσιο ανταγωνισμό και το απόρρητο του περιεχομένου των προσφορών έως την ταυτόχρονη αποσφράγισή τους.

    2. Η Επιτροπή εξασφαλίζει, με πρόσφορα μέσα και κατ' εφαρμογή του άρθρου 95, ότι οι προσφέροντες μπορούν να καταχωρίζουν το περιεχόμενο της προσφοράς και κάθε δικαιολογητικό στοιχείο σε ηλεκτρονική μορφή (ηλεκτρονικές δημόσιες συμβάσεις).

    Η Επιτροπή υποβάλλει τακτικές εκθέσεις στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την πρόοδο της εφαρμογής της παρούσας διάταξης.

    3. Εφόσον το κρίνει ενδεδειγμένο και αναλογικό, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να απαιτεί από τους προσφέροντες να καταθέσουν εκ των προτέρων εγγύηση, ώστε να έχει την εξασφάλιση ότι οι υποβληθείσες προσφορές δεν θα αποσυρθούν.

    4. Η αναθέτουσα αρχή αποσφραγίζει όλες τις αιτήσεις συμμετοχής και τις προσφορές. Απορρίπτει:

    α)      τις αιτήσεις συμμετοχής που δεν τηρούν τις προθεσμίες παραλαβής·

    β)      τις προσφορές που δεν τηρούν τις προθεσμίες παραλαβής ή λαμβάνονται από την αναθέτουσα αρχή ήδη αποσφραγισμένες.

    5. Η αναθέτουσα αρχή αξιολογεί όλες τις αιτήσεις συμμετοχής ή τις προσφορές που δεν απορρίφθηκαν κατά την εναρκτήρια φάση που ορίζεται στην παράγραφο 4, με βάση τα κριτήρια που προσδιορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης με σκοπό την ανάθεση της σύμβασης ή τη διεξαγωγή ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

    6. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τις προθεσμίες παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, την πρόσβαση στα έγγραφα της σύμβασης, τις προθεσμίες για την παροχή πρόσθετων πληροφοριών, τις προθεσμίες σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, καθώς και για τις ρυθμίσεις για την υποβολή των προσφορών και τους ηλεκτρονικούς καταλόγους. Επιπλέον, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με τη δυνατότητα να απαιτεί εγγύηση προσφοράς, την αποσφράγιση και την αξιολόγηση των προσφορών και τις αιτήσεις συμμετοχής, καθώς και τη σύσταση επιτροπών αποσφράγισης φακέλων και αξιολόγησης.

    Άρθρο 112

    Επικοινωνίες κατά τη διάρκεια της διαδικασίας

    1. Κατά τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων, οι επαφές μεταξύ αναθέτουσας αρχής και υποψηφίων ή προσφερόντων γίνονται μόνον υπό συνθήκες που εξασφαλίζουν τη διαφάνεια και την ίση μεταχείριση. Μετά τη λήξη της προθεσμίας για την παραλαβή των προσφορών, οι εν λόγω επαφές δεν μπορούν να επιφέρουν αλλαγές στα έγγραφα της σύμβασης ή σημαντικές αλλαγές των όρων της υποβληθείσας προσφοράς, εκτός αν κάποια διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 104 παράγραφος 1 επιτρέπει ειδικά αυτές τις δυνατότητες.

    2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με τις επιτρεπόμενες επαφές μεταξύ της αναθέτουσας αρχής και των υποψηφίων ή των προσφερόντων κατά τη διάρκεια της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης.

    Άρθρο 113

    Απόφαση ανάθεσης και ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων

    1. Ο αρμόδιος διατάκτης αποφασίζει σε ποιόν θα ανατεθεί η σύμβαση, σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής και ανάθεσης που ορίζονται στα έγγραφα της σύμβασης.

    2. Η αναθέτουσα αρχή γνωστοποιεί σε όλους τους υποψηφίους ή προσφέροντες τους λόγους απόρριψης της υποψηφιότητας ή της προσφοράς τους καθώς και τη διάρκεια της περιόδου αναμονής που αναφέρεται στο άρθρο 118 παράγραφος 2.

    Για την ανάθεση ειδικών συμβάσεων βάσει σύμβασης-πλαισίου με εκ νέου διεξαγωγή διαγωνισμού, η αναθέτουσα αρχή ενημερώνει τους προσφέροντες σχετικά με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης.

    3. Η αναθέτουσα αρχή ενημερώνει κάθε προσφέροντα που δεν βρίσκεται σε κατάσταση αποκλεισμού, του οποίου η προσφορά είναι σύμφωνη με τα έγγραφα της σύμβασης και ο οποίος υποβάλλει εγγράφως αίτημα να ενημερωθεί για οποιοδήποτε από τα ακόλουθα στοιχεία:

    α) τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς καθώς και το όνομα του προσφέροντος στον οποίο έχει ανατεθεί η σύμβαση, εκτός από την περίπτωση ειδικής σύμβασης δυνάμει σύμβασης-πλαισίου με εκ νέου διεξαγωγή διαγωνισμού·

    β) την πρόοδο των διαπραγματεύσεων και του διαλόγου με τους προσφέροντες.

    Η αναθέτουσα αρχή μπορεί, ωστόσο, να μην αποκαλύψει ορισμένες πληροφορίες, αν η δημοσίευσή τους θα εμπόδιζε την εφαρμογή των νόμων, θα ήταν αντίθετη προς το δημόσιο συμφέρον ή θα έβλαπτε τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα οικονομικών φορέων ή τον θεμιτό ανταγωνισμό μεταξύ τους.

    4. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για την έκθεση αξιολόγησης, την απόφαση ανάθεσης της σύμβασης και για την ενημέρωση των υποψηφίων ή προσφερόντων.

    Άρθρο 114

    Ακύρωση της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης

    Η αναθέτουσα αρχή μπορεί, πριν την υπογραφή της σύμβασης, να ακυρώσει τη διαδικασία σύναψης της σύμβασης, χωρίς δυνατότητα των υποψηφίων ή των προσφερόντων να διεκδικήσουν οποιαδήποτε αποζημίωση.

    Η σχετική απόφαση πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να γνωστοποιείται στους υποψηφίους ή τους προσφέροντες το ταχύτερο δυνατόν.

    __________________

    * Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248 της 18.9.2013, σ. 1).

    ** Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.03.2014, σ. 65).

    (4) Στο μέρος Ι τίτλος V κεφάλαιο 1, το τμήμα 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «Τμήμα 4

    Εκτέλεση της σύμβασης, εγγυήσεις και διορθωτικά μέτρα

    Άρθρο 114α

    Εκτέλεση και τροποποιήσεις της σύμβασης

    1. Η εκτέλεση της σύμβασης δεν μπορεί να αρχίσει πριν από την υπογραφή της.

    2. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να τροποποιήσει ουσιαστικά τη σύμβαση ή τη σύμβαση-πλαίσιο χωρίς διαδικασία σύναψης σύμβασης μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις οι οποίες εκδίδονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και υπό την προϋπόθεση ότι η ουσιώδης τροποποίηση δεν μεταβάλλει το αντικείμενο της σύμβασης ή της σύμβασης-πλαισίου.

    3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για την υπογραφή και τις τροποποιήσεις συμβάσεων.

    Άρθρο 115

    Εγγυήσεις

    1. Εκτός από την περίπτωση συμβάσεων μικρού ύψους, η αναθέτουσα αρχή μπορεί, εφόσον το κρίνει σκόπιμο και αναλογικό, κατά περίπτωση και βάσει ανάλυσης κινδύνου, να απαιτεί από τους αντισυμβαλλομένους να καταθέσουν εγγύηση με σκοπό:

    α) τον περιορισμό των οικονομικών κινδύνων που συνδέονται με την καταβολή των προχρηματοδοτήσεων·

    β) τη διασφάλιση της τήρησης ουσιωδών συμβατικών υποχρεώσεων στην περίπτωση έργων, προμηθειών ή πολύπλοκων υπηρεσιών·

    γ) τη διασφάλιση της πλήρους εκτέλεσης της σύμβασης μετά την πληρωμή του υπολοίπου.

    2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων της ανάλυσης κινδύνου, για τις εγγυήσεις που απαιτείται να καταβάλουν οι αντισυμβαλλόμενοι.

    Άρθρο 116

    Ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη

    1. Οσάκις αποδεικνύεται ότι η διαδικασία εμφανίζει ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη, η αναθέτουσα αρχή την αναστέλλει και μπορεί να λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο, περιλαμβανόμενης της ακύρωσης της διαδικασίας.

    2. Οσάκις, μετά την υπογραφή της σύμβασης, αποδεικνύεται ότι η διαδικασία ή η εκτέλεση της σύμβασης εμφάνισε ουσιώδη σφάλματα, παρατυπίες ή απάτη, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αναστείλει την εκτέλεση της σύμβασης ή, εφόσον συντρέχει λόγος, να την καταγγείλει.

    Η εκτέλεση συμβάσεων μπορεί επίσης να ανασταλεί προκειμένου να επαληθευθεί η ύπαρξη των εικαζόμενων ουσιωδών σφαλμάτων, παρατυπιών ή απάτης.

    Όταν τα ουσιώδη σφάλματα, οι παρατυπίες ή η απάτη καταλογίζονται στον αντισυμβαλλόμενο, η αναθέτουσα αρχή μπορεί επιπλέον να αρνηθεί την πληρωμή ή μπορεί να ανακτήσει τα ήδη καταβληθέντα ποσά, ανάλογα με τη σοβαρότητα των εν λόγω ουσιωδών σφαλμάτων, των παρατυπιών ή της απάτης.

    3. Η OLAF ασκεί τις εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή από τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (1) για τη διενέργεια επιτόπιων επιθεωρήσεων και επαληθεύσεων στα κράτη μέλη και, σύμφωνα με τις ισχύουσες συμφωνίες συνεργασίας και αμοιβαίας συνδρομής, σε τρίτες χώρες και στους κτιριακούς χώρους διεθνών οργανισμών.

    4. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για την αναστολή μιας σύμβασης σε περίπτωση ουσιωδών σφαλμάτων, παρατυπιών ή απάτης.

    __________________

    (5) 1) ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2. Τα άρθρα 117 και 118 τροποποιούνται ως εξής:

    «Άρθρο 117

    Η αναθέτουσα αρχή

    1. Τα θεσμικά όργανα θεωρούνται κεντρικές αναθέτουσες αρχές, κατά την έννοια του σημείου 2) του άρθρου 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ για τις συμβάσεις που συνάπτουν για ίδιο λογαριασμό. Αναθέτουν, σύμφωνα με το άρθρο 65 του παρόντος κανονισμού, τις εξουσίες που είναι αναγκαίες για την άσκηση των καθηκόντων της αναθέτουσας αρχής.

    2. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για την ανάθεση καθηκόντων αναθέτουσας αρχής.

    Άρθρο 118

    Εφαρμοστέα κατώτατα όρια και περίοδος αναμονής

    1. Για την ανάθεση δημοσίων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης, η αναθέτουσα αρχή λαμβάνει υπόψη τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στα στοιχεία α) και β) του άρθρου 4 της οδηγίας 2014/24/ΕΕ κατά την επιλογή διαδικασίας που προβλέπεται στο άρθρο 104 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού. Αυτά τα κατώτατα όρια καθορίζουν τις λεπτομέρειες δημοσιότητας που ορίζονται στο άρθρο 103 παράγραφοι 1 και 2 του παρόντος κανονισμού.

    2. Με την επιφύλαξη των εξαιρέσεων και των όρων που προσδιορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, όταν οι συμβάσεις υπερβαίνουν τα κατώτατα όρια που ορίζονται στην παράγραφο 1, η αναθέτουσα αρχή δεν υπογράφει τη σύμβαση ή τη σύμβαση-πλαίσιο με τον επιτυχόντα προσφέροντα πριν από την παρέλευση μιας εύλογης περιόδου αναμονής.

    3. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για χωριστές συμβάσεις και συμβάσεις κατά παρτίδες, εκτιμώντας την αξία δημοσίων συμβάσεων και συμβάσεων παραχώρησης και την περίοδο αναμονής πριν από την υπογραφή της σύμβασης.»

    (6) Τα άρθρα 119 και 120 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

     Άρθρο 119

    Κανόνες σχετικά με την πρόσβαση σε συμβάσεις

     Η συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων είναι ανοικτή επί ίσοις όροις σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των Συνθηκών και σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα σε τρίτη χώρα, τα οποία έχουν συνάψει ειδική συμφωνία με την Ένωση στον τομέα των δημόσιων συμβάσεων, με τους όρους που προβλέπονται στην εν λόγω συμφωνία. Είναι επίσης ανοικτή στους διεθνείς οργανισμούς.

    Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για την τεκμηρίωση που πρέπει να παρέχεται σε σχέση με την πρόσβαση σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων.

     Άρθρο 120

    Κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου για τις δημόσιες συμβάσεις

    Στην περίπτωση εφαρμογής της πολυμερούς συμφωνίας για τις δημόσιες συμβάσεις η οποία έχει συναφθεί στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, οι συμβάσεις είναι επίσης ανοικτές σε οικονομικούς φορείς εγκατεστημένους στα κράτη που έχουν επικυρώσει την εν λόγω συμφωνία, υπό τους όρους που προβλέπονται στη συμφωνία αυτή.»

    (7) στο άρθρο 131, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4. Το άρθρο 106 παράγραφοι 1, 2, 3 και 6 και τα άρθρα 107 και 108 εφαρμόζονται επίσης σε αιτούντες επιδότηση. Οι αιτούντες δηλώνουν ότι δεν βρίσκονται σε καμία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 και στο άρθρο 107, ή ότι εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 3. Το άρθρο 108 εφαρμόζεται επίσης σε δικαιούχους.»

    (8) στο άρθρο 131, η παράγραφος 5 απαλείφεται.

    (9) στο άρθρο 131, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «6. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες που αφορούν τις διευθετήσεις για τις αιτήσεις επιδότησης, τις αποδείξεις περί μη αποκλεισμού, τους αιτούντες χωρίς νομική προσωπικότητα, τα νομικά πρόσωπα που συναπαρτίζουν έναν αιτούντα, τις αποφάσεις αποκλεισμού και τις οικονομικές κυρώσεις, τα κριτήρια επιλεξιμότητας και τις επιδοτήσεις μικρού ύψους.»

    (10) στο άρθρο 138 παράγραφος 2, το τρίτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    Οι κανόνες του διαγωνισμού καθορίζουν, τουλάχιστον, τους όρους συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένων των κριτηρίων αποκλεισμού που προβλέπονται στο άρθρο 106 παράγραφοι 1, 2 και 3 και στο άρθρο 107, τα κριτήρια ανάθεσης, το ποσό του επάθλου, τις διευθετήσεις καταβολής και το δικαίωμα λήψης αποφάσεων αποκλεισμού και επιβολής οικονομικών κυρώσεων.»

    (11) στο άρθρο 139 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 5α:

    «5α. Δεν χορηγείται χρηματοδοτική ενίσχυση σε ειδικούς επενδυτικούς φορείς, σε χρηματοδοτικούς ενδιάμεσους φορείς και σε τελικούς αποδέκτες που εμπίπτουν σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 106 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και δ) και στο άρθρο 107 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ).»

    (12) στο άρθρο 183, η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    «4. Κατά τη συμμετοχή σε διαδικασίες επιδότησης ή σύναψης συμβάσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, το ΚΚΕρ δεν υπόκειται στους όρους που καθορίζονται στο άρθρο 106 στο άρθρο 107 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), στο άρθρο 108 και στο άρθρο 131 παράγραφος 4, όσον αφορά τις διατάξεις σχετικά με τον αποκλεισμό και τις οικονομικές κυρώσεις σε σχέση με συμβάσεις και επιδοτήσεις.»

    (13) Τα άρθρα 190 και 191 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

    Άρθρο 190

    Σύναψη συμβάσεων για εξωτερικές δράσεις

    1. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τη σύναψη συμβάσεων στο πλαίσιο εξωτερικών δράσεων.

    2. Οι διατάξεις του μέρους Ι τίτλος V κεφάλαιο 1, οι οποίες αναφέρονται στις γενικές διατάξεις σύναψης των συμβάσεων, εφαρμόζονται στις συμβάσεις που καλύπτονται από τον παρόντα τίτλο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων σχετικά με τα κατώτατα όρια και τις λεπτομέρειες ανάθεσης των εξωτερικών συμβάσεων που ορίζονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις οι οποίες εκδίδονται κατ' εφαρμογήν του παρόντος κανονισμού. Τα άρθρα 117 έως 120 δεν εφαρμόζονται στις συμβάσεις που καθορίζονται στο παρόν κεφάλαιο.

    Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται:

    α) σε διαδικασίες συμβάσεων όπου η Επιτροπή δεν αναθέτει συμβάσεις για ίδιο λογαριασμό·

    β) σε συμβάσεις που συνάπτονται από φορείς ή πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται δυνάμει του στοιχείου γ) του άρθρου 58 παράγραφος 1, όπου προβλέπεται στη συμφωνία χρηματοδότησης που αναφέρεται στο άρθρο 189.

    3. Οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων καθορίζονται στις συμφωνίες χρηματοδότησης οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 189.

    4. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν εφαρμόζονται σε δράσεις που προβλέπονται από τομεακές βασικές πράξεις οι οποίες αφορούν την παροχή βοήθειας σε περιπτώσεις ανθρωπιστικής κρίσης, σε επιχειρήσεις πολιτικής προστασίας και σε επιχειρήσεις ανθρωπιστικής βοήθειας.

    Άρθρο 191

    Κανόνες σχετικά με την πρόσβαση σε συμβάσεις

    1. Η συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης συμβάσεων είναι ανοικτή με ίσους όρους σε όλα τα πρόσωπα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των Συνθηκών καθώς και σε κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο σύμφωνα με τις συγκεκριμένες διατάξεις οι οποίες προβλέπονται στις βασικές πράξεις που διέπουν τον εκάστοτε τομέα συνεργασίας. Είναι επίσης ανοικτή στους διεθνείς οργανισμούς.

    2. Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 54 παράγραφος 2, είναι δυνατόν να επιτραπεί, σε εξαιρετικές περιστάσεις και με τη δέουσα αιτιολόγηση από μέρους του αρμοδίου διατάκτη, η συμμετοχή σε προσκλήσεις υποβολής προσφορών υπηκόων τρίτων χωρών εκτός από εκείνους που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

    3. Όταν εφαρμόζεται συμφωνία σχετικά με το άνοιγμα των δημόσιων συμβάσεων αγαθών και υπηρεσιών, στην οποία συμμετέχει η Ένωση, οι συμβάσεις προμηθειών που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό είναι επίσης ανοικτές σε φυσικά και νομικά πρόσωπα που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών, εκτός από εκείνα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, υπό τους όρους που ορίζονται στην εν λόγω συμφωνία.

    4. Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 210, σχετικά με λεπτομερείς κανόνες για τη συμμετοχή σε διαγωνισμούς.»

    (14) Στο άρθρο 204 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

    «Οι εμπειρογνώμονες υπόκεινται στις διατάξεις του άρθρου 106 παράγραφοι 1, 3, 5, 6 πρώτο εδάφιο και παράγραφος 7 και των άρθρων 107 και 108.»

    Άρθρο 2

    Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

    Βρυξέλλες,

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο                     Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος                                                   Ο Πρόεδρος

    [1]               Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.03.2014, σ. 65)

    [2]               Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94 της 28.03.2014, σ. 1)

    [3]               ΕΕ C της , σ. .

    [4]               Κανονισμός (ΕΕ, ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

    [5]               Οδηγία 2014/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με τις δημόσιες προμήθειες και την κατάργηση της οδηγίας 2004/18/ΕΚ (ΕΕ L 94 της 28.03.2014, σ. 65).

    [6]               Οδηγία 2014/23/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, σχετικά με την ανάθεση συμβάσεων παραχώρησης (ΕΕ L 94 της 28.03.2014, σ. 1).

    [7]               Κανονισμός (EΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

    [8]               Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

    Top