This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52014IE2479
Opinion of the European Economic and Social Committee on ‘The current system guaranteeing food safety and security of the food supply in the EU and ways to improve it’ (own-initiative opinion)
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Το ισχύον καθεστώς εγγύησης της ασφάλειας των τροφίμων και του εφοδιασμού σε τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι δυνατότητες βελτίωσής του» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Το ισχύον καθεστώς εγγύησης της ασφάλειας των τροφίμων και του εφοδιασμού σε τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι δυνατότητες βελτίωσής του» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
ΕΕ C 268 της 14.8.2015, p. 1–7
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
14.8.2015 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 268/1 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Το ισχύον καθεστώς εγγύησης της ασφάλειας των τροφίμων και του εφοδιασμού σε τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι δυνατότητες βελτίωσής του»
(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
(2015/C 268/01)
Εισηγητής: |
ο κ. Igor ŠARMÍR |
Στις 27 Φεβρουαρίου 2014, και σύμφωνα με το άρθρο 29 σημείο A των διατάξεων εφαρμογής του εσωτερικού κανονισμού της, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να εκπονήσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα
«Το ισχύον καθεστώς εγγύησης της ασφάλειας των τροφίμων και του εφοδιασμού σε τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι δυνατότητες βελτίωσής του».
Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, αγροτική ανάπτυξη, περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 5 Μαρτίου 2015.
Κατά την 506η σύνοδο ολομέλειας, της 18ης και 19ης Μαρτίου 2015 (συνεδρίαση της 18ης Μαρτίου 2015), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 181 ψήφους υπέρ, 9 κατά και 17 αποχές.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. |
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) εκφράζει την ικανοποίησή της διότι, αφενός, η ασφάλεια των τροφίμων αποτελεί μέρος των προτεραιοτήτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και, αφετέρου, έχει θεσπιστεί ένα στέρεο σύστημα που την εγγυάται. Είναι ιδιαίτερα ικανοποιητικό το γεγονός ότι, από το 2002, η ασφάλεια των τροφίμων στην ΕΕ αποτελεί δικαιοδοσία ενός εξειδικευμένου οργανισμού, της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA, από το αγγλικό ακρωνύμιο), η οποία διαθέτει όλα τα απαραίτητα μέσα για την αξιολόγηση της ασφάλειας των προϊόντων που διατίθενται στην ευρωπαϊκή αγορά. |
1.2. |
Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, από την ίδρυσή της έως σήμερα, η EFSA έχει αποδείξει τις ικανότητές της. Ο ρόλος της είναι αναμφίβολα σημαντικότατος στον τομέα της πρόληψης των κινδύνων για την υγεία στην Ευρώπη. Χάρη στην EFSA, η ΕΕ διαθέτει ένα από τα αρτιότερα συστήματα προστασίας της δημόσιας υγείας παγκοσμίως. Ωστόσο —δεδομένου ότι η δημόσια υγεία είναι ζήτημα εξαιρετικά ευαίσθητο, αλλά και επειδή η εμπιστοσύνη των καταναλωτών αποτελεί κύριο μέλημα της EFSA— επιβάλλεται περαιτέρω μελέτη των δυνατοτήτων βελτίωσης του υφιστάμενου συστήματος, κυρίως λόγω νέων προβληματισμών που εγείρει η επιστήμη. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να διατυπώσει ορισμένες προτάσεις προς τον σκοπό αυτό. |
1.3. |
Η διαφάνεια της διαδικασίας αξιολόγησης των νέων προϊόντων —χημικών και άλλων— που προορίζονται για ένταξη στην αλυσίδα διατροφής συνιστά ασφαλώς σημαντική προϋπόθεση για την εμπιστοσύνη που επιδεικνύουν οι καταναλωτές προς το σύστημα και τα αξιολογηθέντα προϊόντα. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι υπάρχουν κάποια περιθώρια βελτίωσης στον τομέα αυτό. Για παράδειγμα, οι προβλεπόμενες από τη νομοθεσία μελέτες που υποβάλλονται από τους κατασκευαστές, οι οποίες πρέπει να αποδεικνύουν την ασφάλεια των προϊόντων, δεν δημοσιεύονται στα επιστημονικά περιοδικά, ενώ τα ανεπεξέργαστα δεδομένα των μελετών αυτών όχι μόνο δεν τίθενται κατά σύστημα στη διάθεση της επιστημονικής κοινότητας, αλλά σε πολλές περιπτώσεις υπόκεινται και σε ανοιχτή επίκληση του εμπορικού απορρήτου. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι αυτό δεν είναι νομικά ορθό, δεδομένου ότι, σύμφωνα με την ίδια την EFSA, τα δεδομένα των μελετών αυτών δεν έχουν απόρρητο χαρακτήρα. |
1.4. |
Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβεί στις δέουσες τροποποιήσεις της σχετικής νομοθεσίας, ούτως ώστε να επιβάλλεται —μετά τη διενέργεια της πραγματογνωμοσύνης από την EFSA— να αποκαλύπτονται συστηματικά οι προβλεπόμενες από τη νομοθεσία μελέτες, καθώς και τα ανεπεξέργαστα δεδομένα τους, στον δικτυακό τόπο της EFSA. |
1.5. |
Η ΕΟΚΕ συγχαίρει την EFSA για τις πρόσφατες πρωτοβουλίες της όσον αφορά την προορατική δημοσίευση ορισμένων πληροφοριών. |
1.6. |
Στο παρελθόν, η EFSA είχε βρεθεί σε λεπτή θέση, λόγω καταστάσεων σύγκρουσης συμφερόντων ορισμένων εκ των εμπειρογνωμόνων της. Η ΕΟΚΕ συγχαίρει την EFSA για τις προσπάθειες που κατέβαλε το 2012 για την εξομάλυνση της κατάστασης, συνιστά όμως συνεχή επαγρύπνηση, λόγω του εξαιρετικά ευαίσθητου χαρακτήρα της συγκεκριμένης πτυχής της επίσημης αξιολόγησης. |
1.7. |
Το έργο της EFSA περιπλέκεται λόγω της ύπαρξης επιστημονικών μελετών τα αποτελέσματα των οποίων επηρεάζονται καταφανώς από την πηγή χρηματοδότησής τους και θα μπορούσαν να προκαλέσουν έντονη αμφισβήτηση. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην EFSA να επιδεικνύει ιδιαίτερη προσοχή στο φαινόμενο αυτό, δεδομένου ότι η επιστημονική βιβλιογραφία συνιστά σημαντικό σημείο αναφοράς της διαδικασίας αξιολόγησης. |
1.8. |
Η ΕΟΚΕ συγχαίρει την EFSA για τις σημαντικές προσπάθειες που καταβάλλει εδώ και πολλά χρόνια για την καλύτερη κατανόηση της δράσης των μειγμάτων και για την τελειοποίηση των νέων μεθόδων προς χρήση κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, ενθαρρύνει δε την EFSA να εφαρμόσει τις εν λόγω μεθόδους το ταχύτερο δυνατό. |
1.9. |
Η ΕΟΚΕ συνιστά σύνεση όσον αφορά την εφαρμογή της αρχής σύμφωνα με την οποία «το δηλητήριο καθορίζεται από τη δόση», δεδομένου ότι σημαντικό μερίδιο των ενδοκρινολόγων συγκεντρώνουν από εικοσαετίας αποδείξεις που συνηγορούν στο ότι, στην περίπτωση των καλούμενων «ενδοκρινικών διαταρακτών», η κρίσιμη παράμετρος δεν είναι η δοσολογία αλλά η στιγμή της έκθεσης. Οι νέες αυτές γνώσεις δεν λαμβάνονται ακόμη υπόψη από το νομοθετικό πλαίσιο, όπως έχει ήδη επισημανθεί σε πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1). |
1.10. |
Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να καταρτίσει, κατόπιν της διαβούλευσης με την κοινότητα των ενδοκρινολόγων, κατάλογο των προϊόντων που ενδέχεται να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις στην ανάπτυξη του ενδοκρινικού συστήματος. Η ΕΟΚΕ ζητά από την Επιτροπή να εφαρμόζει την αρχή της προφύλαξης στις ουσίες του καταλόγου αυτού, εν αναμονή της επίτευξης συναίνεσης στους κόλπους της επιστημονικής κοινότητας ως προς την επικινδυνότητα ή την ασφάλειά τους για το ενδοκρινικό σύστημα. |
1.11. |
Οι επιβλαβείς οργανισμοί και οι ασθένειες που εισάγονται από τρίτες χώρες μπορεί να έχουν ολέθριες συνέπειες για τους παραγωγούς και τους καταναλωτές στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ενίσχυση των συνοριακών ελέγχων, η εφαρμογή της αρχής της αμοιβαιότητας και η πολιτική βούληση των ευρωπαϊκών αρχών είναι απαραίτητες για να διασφαλιστεί η συνοχή του συστήματος. |
1.12. |
Η ΕΕ οφείλει να εξασφαλίσει ένα εμπορικό σύστημα που να μην επηρεάζει τις εγγυήσεις ασφάλειας των τροφίμων για τους ευρωπαίους πολίτες. Η αναθεώρηση της νομοθεσίας σχετικά με την υγεία των ζώων και των φυτών αποτελεί ευκαιρία για τη βελτίωση της εφαρμογής των συστημάτων ελέγχου, την ομοιόμορφη εφαρμογή τους και την αποτροπή των επιπτώσεων στον κοινωνικό, περιβαλλοντικό και οικονομικό τομέα. |
1.13. |
Η ΕΟΚΕ ζητά να εξασφαλιστεί η πλήρης ιχνηλασιμότητα των τροφίμων «από το αγρόκτημα στο τραπέζι» (συμπεριλαμβανομένων των εισαγόμενων), ώστε οι καταναλωτές να είναι σε θέση να επιλέγουν τρόφιμα μιας ορισμένης ποιότητας και σύμφωνα με τα ισχύοντα στην ΕΕ πρότυπα ασφαλείας. |
2. Γενικές παρατηρήσεις
2.1. |
Η παρούσα γνωμοδότηση πραγματεύεται δύο λίγο διαφορετικά θέματα, που έχουν, ωστόσο, έναν κοινό παρονομαστή: να διαβεβαιώσουν την ευρωπαϊκή κοινωνία για την ασφάλεια των διαθέσιμων τροφίμων. Αφενός, το πρώτο μέρος είναι αφιερωμένο στο ισχύον σύστημα αξιολόγησης των νέων προϊόντων που πρόκειται να εισέλθουν στη διατροφική αλυσίδα και, αφετέρου, το δεύτερο μέρος της γνωμοδότησης έχει ως σκοπό να επισημάνει ορισμένες πτυχές του διεθνούς εμπορίου σχετικά με τα γεωργικά προϊόντα διατροφής, οι οποίες καθίστανται προβληματικές τόσο για τους γεωργούς όσο και για τους καταναλωτές και τους πολίτες γενικότερα. |
2.2. |
Η ασφάλεια των τροφίμων αποτελεί μία από τις επίσημες προτεραιότητες της ΕΕ και, από θεσμική άποψη, εξασφαλίζεται ικανοποιητικά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την EFSA. Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η διαχείριση των μικροβιολογικών κινδύνων μπορεί να θεωρηθεί ότι βρίσκεται υπό έλεγχο. Ωστόσο, στον εικοστό αιώνα, οι χημικοί κίνδυνοι προστέθηκαν στους μικροβιολογικούς, και η κατάσταση δεν είναι τόσο ξεκάθαρη. |
2.3. |
Κατά τα τελευταία 60 χρόνια, πάνω από 1 00 000 νέα μόρια, προϊόντα χημικής σύνθεσης, απελευθερώθηκαν στο περιβάλλον. Ωστόσο, μόνο ένα ασήμαντο ποσοστό των προϊόντων αυτών (περίπου 1-2 %) έχουν υποβληθεί σε αξιολόγηση ως προς τους πιθανούς κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία (2), γεγονός που είναι ανησυχητικό, μεταξύ άλλων, για την ασφάλεια των τροφίμων. Και τούτο επειδή, πέρα από τις ουσίες που εισάγονται απευθείας στην αλυσίδα των τροφίμων (πρόσθετες ουσίες, κατάλοιπα φυτοφαρμάκων ή πλαστικών υλών) και οι οποίες κατά κανόνα υπόκεινται σε διαδικασία αξιολόγησης, υπάρχουν και άλλες ουσίες που ενδεχομένως εισάγονται εμμέσως στην τροφική αλυσίδα, μέσω του εδάφους, του αέρα και των υδάτων. |
2.4. |
Υπάρχουν ήδη ορισμένα προϊόντα χημικής σύνθεσης τα οποία, μετά από λιγότερο ή περισσότερο παρατεταμένη χρήση και κατανάλωση, αποσύρθηκαν από την αγορά, διότι αποδείχθηκε επιστημονικά η τοξικότητά τους και/ή η καρκινογόνος δράση τους (βλέπε, π.χ., σημείο 2.5). Ωστόσο, υπάρχουν άλλα προϊόντα που ακόμη δεν έχουν απαγορευθεί, παρότι βαρύνονται από λιγότερο ή περισσότερο βάσιμες επιστημονικές υποψίες. Είναι, επομένως, απόλυτα θεμιτό να αναρωτηθούμε για τη σχέση μεταξύ, αφενός, της έκθεσης του ανθρώπινου πληθυσμού σε αυτά τα νέα προϊόντα χημικής σύνθεσης και, αφετέρου, της εκθετικής αύξησης στις ανεπτυγμένες χώρες της συχνότητας εμφάνισης καρκίνου και νευροεκφυλιστικών διαταραχών, καθώς επίσης και στειρότητας, διαβήτη και παχυσαρκίας. |
2.5. |
Η ΕΕ έχει θεσπίσει ένα στέρεο σύστημα πρόληψης των κινδύνων που σχετίζονται με την εισαγωγή νέων προϊόντων, χημικών ή άλλων, στην τροφική αλυσίδα. Σε θεσμικό επίπεδο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (ΓΔ Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων) είναι υπεύθυνη για τη διαχείριση των κινδύνων, ενώ η EFSA, η αρμόδια από τεχνική άποψη ευρωπαϊκή υπηρεσία, είναι υπεύθυνη για την αξιολόγηση των κινδύνων. Η εφαρμογή του νέου συστήματος έχει ήδη αποφέρει ορισμένα καθησυχαστικά για τους καταναλωτές αποτελέσματα: για παράδειγμα, μετά από εμπεριστατωμένες αξιολογήσεις, ο αριθμός των εγκεκριμένων από την ΕΕ παρασιτοκτόνων μειώθηκε δραστικά κατά την περίοδο από το 2000 έως το 2008 (από 1 000 σε 250). Από την άλλη πλευρά, η εξέλιξη αυτή ανησυχεί τους αγρότες, για τους οποίους αρχίζει να γίνεται αισθητή η απουσία δραστικών ουσιών για την καταπολέμηση των επιβλαβών οργανισμών. Παραδόξως, πολλές από αυτές τις δραστικές ουσίες, οι οποίες έχουν απαγορευτεί στην ΕΕ, χρησιμοποιούνται νόμιμα σε τρίτες χώρες που εξάγουν την παραγωγή τους στην ευρωπαϊκή αγορά. |
2.6. |
Παρά την ύπαρξη, λοιπόν, ενός ισχυρού συστήματος, η εμπειρία από τη λειτουργία του απέδειξε ότι ορισμένες πτυχές της πραγματογνωμοσύνης επιδέχονται περαιτέρω βελτίωση, πολύ περισσότερο μάλιστα που οι νέες επιστημονικές ανακαλύψεις και οι εμπορικές εφαρμογές τους θέτουν συχνά νέες προκλήσεις για τη διαδικασία αξιολόγησης. Οι προκλήσεις δε αυτές είναι τόσο συστημικές όσο και μεθοδολογικές. |
3. Δυνατότητες βελτίωσης του συστήματος αξιολόγησης των νέων προϊόντων που εισέρχονται στη σύνθεση των τροφίμων
3.1. |
Η αξιολόγηση που πραγματοποιεί η EFSA βασίζεται σε επιστημονική μελέτη με σκοπό την απόδειξη της ασφάλειας ενός προϊόντος. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, αυτή η μελέτη αναφοράς υποβάλλεται από τον αιτούντα, δηλαδή από την εταιρεία που σκοπεύει να εισαγάγει το προϊόν στην αγορά. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ανησυχητική πτυχή, καθότι, ανάλογα με την πηγή χρηματοδότησης των επιστημονικών ερευνών, τα αποτελέσματά τους μπορεί να είναι εντελώς διαφορετικά (βλέπε σημείο 3.4). Ωστόσο, είναι γεγονός ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία που εφαρμόζεται από την EFSA προβλέπει όρους που πρέπει να τηρούνται κατά τη διενέργεια των μελετών αυτών, καθώς και μηχανισμούς, κατά τα επόμενα στάδια της διαδικασίας αξιολόγησης, οι οποίοι σταθμίζουν την τάση που περιγράφεται στην προηγούμενη φάση. |
3.2. |
Ένα άλλο προβληματικό στοιχείο της διαδικασίας αξιολόγησης είναι η εμπιστευτικότητα των προβλεπόμενων από τη νομοθεσία μελετών, η οποία φαίνεται ότι είναι αμφιλεγόμενη: οι μελέτες αυτές δεν δημοσιεύονται σε επιστημονικά περιοδικά, τα δε πρωτογενή δεδομένα καλύπτονται συχνά από το «εμπορικό απόρρητο», το οποίο εμποδίζει την επιστημονική κοινότητα να διεξάγει αντιπραγματογνωμοσύνες (3). Είναι κατανοητό ότι χρειάζεται να προστατεύονται με εμπορικό απόρρητο τα στοιχεία και οι πληροφορίες που αφορούν νέα προϊόντα, καθώς θα μπορούσε διαφορετικά να αποκαλυφθεί η σύνθεσή τους και η διαδικασία παρασκευής τους. Αυτό όμως δεν ισχύει για τα δεδομένα των προβλεπόμενων από τη νομοθεσία μελετών, τα οποία απλώς καταγράφουν την αντίδραση των πειραματόζωων που κατανάλωσαν τα υπό εξέταση προϊόντα. Δεδομένου ότι, στην περίπτωση αυτή, η εφαρμογή του εμπορικού απορρήτου δεν δικαιολογείται για την προστασία των έννομων συμφερόντων των παραγωγών (4), η ΕΟΚΕ τη θεωρεί καταχρηστική και ζητά την τροποποίηση της νομοθεσίας ώστε τα πρωτογενή δεδομένα των εν λόγω μελετών να τίθενται συστηματικά στη διάθεση της επιστημονικής κοινότητας (στον δικτυακό τόπο της EFSA), αφού ολοκληρωθεί η πραγματογνωμοσύνη της EFSA. |
3.3. |
Η EFSA είναι δημόσιος οργανισμός που έχει συσταθεί για να προβαίνει σε ανεξάρτητη επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη των νέων προϊόντων που εισέρχονται στη σύνθεση των τροφίμων. Ωστόσο, κατά το παρελθόν, η EFSA κατηγορήθηκε λόγω της κατάστασης σύγκρουσης συμφερόντων ορισμένων εκ των εμπειρογνωμόνων της. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι εμπειρογνώμονες ήταν ταυτόχρονα και σύμβουλοι της ILSI (5). Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της διότι το 2012 η EFSA κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος, με αποτέλεσμα την εν συνεχεία εξομάλυνση της κατάστασης. Δεδομένου ότι πρόκειται για ένα πολύ ευαίσθητο θέμα, η ΕΟΚΕ συνιστά συνεχή επαγρύπνηση. |
3.4. |
Στο πλαίσιο της αξιολόγησης, οι αρμόδιοι φορείς εξετάζουν επίσης σχετικές μελέτες που δημοσιεύθηκαν στην επιστημονική βιβλιογραφία. Ωστόσο, έχει αποδειχθεί ότι τα αποτελέσματα των επιστημονικών μελετών ενδέχεται να παρουσιάζουν μεγάλες αποκλίσεις ανάλογα με την πηγή της χρηματοδότησής τους (6). Η ανεξαρτησία των ερευνητών αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του συστήματος και το έργο της EFSA περιπλέκεται λόγω της ανάγκης διαφοροποίησης των επιστημονικών μελετών υψηλού επιπέδου από τις μελέτες αμφιβόλου αξίας λόγω μεθοδολογικών ή άλλου είδους σφαλμάτων. |
4. Δυνατότητες βελτίωσης της διαδικασίας αξιολόγησης δυνητικά επικίνδυνων προϊόντων από μεθοδολογική άποψη
4.1. |
Η μεθοδολογία αξιολόγησης των χημικών ουσιών που μπορούν να ενσωματώνονται σε τρόφιμα βασίζεται στη λεγόμενη αρχή του Παράκελσου. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, «τα πάντα είναι δηλητήριο και τίποτα δεν είναι δηλητήριο, μόνο η δόση καθορίζει το δηλητήριο». Για κάθε προϊόν, αρκεί λοιπόν να προσδιοριστεί μια «αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη». Με άλλα λόγια, η συντριπτική πλειονότητα των νέων προϊόντων μπορεί να καταναλώνεται καθημερινά, με την προϋπόθεση να μην υπερβαίνει μια συγκεκριμένη ποσότητα. |
4.2. |
Για αιώνες, η εφαρμογή της αρχής του Παράκελσου μπορούσε να θεωρηθεί αξιόπιστη. Όμως, οι νέες συνθετικές ουσίες που περιέχονται στα τρόφιμα εδώ και πολλές δεκαετίες αποτελούν μια νέα πρόκληση και αποκλείουν την τυφλή εφαρμογή της αρχής αυτής. |
4.3. |
Το πρώτο πρόβλημα αφορά τη διαχείριση της διατροφής κάθε ατόμου χωριστά. Πράγματι, οι καταναλωτές αγνοούν παντελώς την ύπαρξη της αποδεκτής ημερήσιας πρόσληψης και, ως εκ τούτου, δεν έχουν καμία πιθανότητα, έστω και θεωρητική, να ελέγξουν ότι δεν υπερβαίνουν την «επιτρεπόμενη» ποσότητα μιας συγκεκριμένης ουσίας που μπορεί να περιέχεται σε διάφορα τρόφιμα που καταναλώνουν καθημερινά (7). Στην πράξη, η έννοια αυτή είναι επιστημονική και πολύ τεχνική, και η εφαρμογή της περιορίζεται σε έναν στενό κύκλο ειδικών. |
4.4. |
Ο ανθρώπινος οργανισμός δεν εκτίθεται σε μία μόνο χημική ουσία, αλλά σε μεγάλο αριθμό καταλοίπων φυτοφαρμάκων, συνθετικών ουσιών και προσθετικών ουσιών τροφίμων που περιλαμβάνονται στη διατροφή. Όμως, η αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη προσδιορίζεται για κάθε χημική ουσία χωριστά, χωρίς να συνεκτιμάται η επίδραση μιας ενδεχόμενης σωρευτικής ή ακόμη και συνεργικής δράσης. Δυστυχώς, η επίδραση αυτή δεν είναι διόλου υποθετική, καθώς αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι η συνδυασμένη δράση διαφόρων ουσιών, για τις οποίες οι χωριστές δοκιμές δεν έδειξαν κανένα πρόβλημα, μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις (8). |
4.5. |
Οι αρμόδιοι οργανισμοί για την αξιολόγηση των δυνητικά επικίνδυνων προϊόντων, όπως η EFSA ή η FDA στις Ηνωμένες Πολιτείες, μελετούν εδώ και πολλά χρόνια τη σωρευτική και τη συνεργική δράση, τα συμπεράσματα όμως του έργου τους δεν έχουν ακόμη μεταφερθεί στη νομοθεσία (9), γεγονός που συνδέεται με τις επιστημονικές δυσχέρειες και με τον σύνθετο χαρακτήρα του έργου αυτού. Ωστόσο, η EFSA δηλώνει ότι βρίσκεται αρκετά κοντά στην υλοποίηση των κανονιστικών εφαρμογών της κεκτημένης στον τομέα αυτό επιστημονικής γνώσης και η ΕΟΚΕ την ενθαρρύνει να το πράξει το συντομότερο δυνατό. |
4.6. |
Επιπλέον, η αρχή του Παράκελσου έχει κατηγορηθεί λόγω του φαινομένου των λεγόμενων «ενδοκρινικών διαταρακτών». Πρόκειται για ουσίες που τείνουν να μιμούνται τη λειτουργία των ορμονών, συνήθως τη γυναικεία ορμόνη οιστρογόνο. Σύμφωνα με μεγάλη μερίδα ενδοκρινολόγων, οι ουσίες αυτές έχουν συχνά επιβλαβή επίδραση όταν ο οργανισμός εκτίθεται σε ποσότητες πολύ χαμηλότερες από την αποδεκτή ημερήσια πρόσληψη και δεν είναι καν δυνατό να προσδιοριστεί το όριο κάτω από το οποίο οι ουσίες αυτές δεν είναι επιβλαβείς (10). Έχει αποδειχθεί ότι, στην περίπτωση των ενδοκρινικών διαταρακτών, η κρίσιμη μεταβλητή δεν είναι η δόση, αλλά η χρονική περίοδος της έκθεσης. Συγκεκριμένα, η πιο επικίνδυνη χρονική περίοδος είναι κατά την ανάπτυξη του ενδοκρινικού συστήματος (προγεννητική ζωή, νηπιακή ηλικία και εφηβεία). Άλλη ιδιαιτερότητα των ενδοκρινικών διαταρακτών είναι ότι η τοξικότητά τους μπορεί να εκδηλωθεί χρόνια ή και δεκαετίες μετά την έκθεση. |
4.7. |
Ένας μεγάλος αριθμός φυσικών ή συνθετικών ουσιών θεωρούνται σήμερα από τους ενδοκρινολόγους ενδοκρινικοί διαταράκτες, πολλές δε από αυτές βρίσκονται συχνά στη διατροφή του ανθρώπου. Πρόκειται, για παράδειγμα, για αρκετά παρασιτοκτόνα, διοξίνες, πολυχλωριωμένα διφαινύλια (PCB), φθαλικές ενώσεις· η πιο έντονη συζήτηση όμως αφορά σήμερα το υλικό συσκευασίας δισφαινόλη-Α (11). |
4.8. |
Έχει αποδειχθεί ότι οι ενδοκρινικοί διαταράκτες συμβάλλουν σημαντικά σε ανησυχητική μείωση της ανδρικής γονιμότητας (φαινόμενο που καταγράφεται από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο), σε σημαντική αύξηση της συχνότητας εμφάνισης καρκίνου των όρχεων και του προστάτη σε άνδρες και καρκίνου του μαστού στις γυναίκες, καθώς και σε άλλες βαρείες ασθένειες (12). |
4.9. |
Τα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα, και συγκεκριμένα η EFSA και η ΓΔ Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων, διστάζουν να λάβουν μέτρα τα οποία συνιστώνται θερμά από τους ενδοκρινολόγους, υποστηρίζοντας ότι η επιστημονική κοινότητα είναι διχασμένη όσον αφορά τη δυσμενή δράση πολύ χαμηλών δόσεων (13). Ωστόσο, μεγάλο ποσοστό των επιστημόνων που διεξάγουν πρωτότυπη έρευνα στην ενδοκρινολογία θεωρούν πολύ επικίνδυνη τη δράση πολύ χαμηλών δόσεων των ουσιών που οι ίδιοι έχουν αναγνωρίσει ως ενδοκρινικούς διαταράκτες, ιδίως δε για τις εγκύους και για τα μικρά παιδιά. Κατά την άποψή τους, πρόκειται για αποδεδειγμένο γεγονός, που τεκμηριώνεται από «χιλιάδες επιστημονικές μελέτες» (14), ενώ κατά την EFSA η δράση πολύ χαμηλών δόσεων αποτελεί απλώς εικασία. |
4.10. |
Έπειτα από διεξοδική έκθεση (15) που διενεργήθηκε με εντολή της ΓΔ Περιβάλλοντος και στην οποία επιβεβαιώνεται η άποψη των ενδοκρινολόγων, η ΓΔ Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων κάλεσε, τον Οκτώβριο του 2012, την EFSA να εξετάσει τα κριτήρια που χρησιμοποιούνται στον ορισμό των ενδοκρινικών διαταρακτών και να αξιολογήσει την καταλληλότητα των μεθόδων δοκιμής που υφίστανται σε αυτόν τον τομέα. Όμως οι ενέργειες αυτές δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί και, προς το παρόν, το μόνο που προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ένας χάρτης πορείας όπου χαράσσονται κατευθύνσεις για τον ορισμό των ενδοκρινικών διαταρακτών (16). Το καθαυτό έργο της επιστημονικής επιτροπής έχει αναβληθεί για τα τέλη του 2016. |
4.11. |
Η κοινότητα των ενδοκρινολόγων έχει επανειλημμένα εκφράσει τη διαφωνία της με τη θέση της EFSA και άλλων συμβουλευτικών ή ρυθμιστικών οργανισμών στο ζήτημα των ενδοκρινικών διαταρακτών. Ειδικότερα, δε, στη δήλωση κοινής αντίληψης που δημοσιεύθηκε από την Αμερικανική Εταιρεία Ενδοκρινολογίας —η οποία αριθμεί άνω των 1 000 επαγγελματιών (17)—, στο διεθνές συνέδριο που διοργανώθηκε στο Βερολίνο τον Σεπτέμβριο του 2012, καθώς επίσης και στη λεγόμενη «Διακήρυξη του Berlaymont», του Μαΐου του 2013 (18). Όλοι όσοι συνυπογράφουν αυτή την τελευταία διακήρυξη είναι ειδικοί επιστήμονες με ενεργό ενασχόληση με το αντικείμενο και δημοσιεύσεις σχετικών εργασιών και κρίνουν ότι αποτελεί επείγουσα ανάγκη να αρχίσει η ευρωπαϊκή νομοθεσία να λαμβάνει υπόψη τη γνώση που έχει συγκεντρωθεί εδώ και χρόνια. Για παράδειγμα, ο τελευταίος κανονισμός, του Μαρτίου του 2013 σχετικά με τα παρασιτοκτόνα επιβάλλει τη διενέργεια δοκιμών για τον έλεγχο ενδεχόμενης μεταλλαξιογόνου δράσης των νέων προϊόντων, όχι όμως και τον έλεγχο της ορμονικής δράσης. Αυτό δείχνει ότι οι ανησυχίες των ενδοκρινολόγων εξακολουθούν να μη λαμβάνονται σοβαρά υπόψη από τις αρμόδιες αρχές. |
4.12. |
Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι επιβάλλεται να αρχίσει επειγόντως να λαμβάνεται υπόψη στη νομοθεσία η συγκεντρωθείσα γνώση για ενδοκρινολογικά θέματα και συντάσσεται επομένως με τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (19). Ακόμη κι εάν οι απόψεις της «επιστημονικής κοινότητας υπό την ευρεία έννοια του όρου» διίστανται επί του θέματος, η γνώμη μιας σημαντικής μερίδας της κοινότητας των ενδοκρινολόγων θα έπρεπε να είναι υπεραρκετή για την εφαρμογή, τουλάχιστον, της αρχής της προφύλαξης όσον αφορά τις ουσίες που έχουν αναγνωριστεί από τους ενδοκρινολόγους ως ενδοκρινικοί διαταράκτες. |
5. Διεθνές Εμπόριο: επιβλαβείς οργανισμοί και ασθένειες που πλήττουν τις καλλιέργειες
5.1. |
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ) επιβάλλει στα μέλη του να προβαίνουν σε διαπραγματεύσεις για τη συνέχιση και τη διευκόλυνση των συναλλαγών γεωργικών προϊόντων μειώνοντας ουσιαστικά και προοδευτικά τις εσωτερικές ενισχύσεις και την προστασία των προϊόντων τους, με στόχο την ενθάρρυνση μιας ολοένα και μεγαλύτερης ελευθέρωσης των συναλλαγών. |
5.2. |
Σε μια συνεχώς πιο απελευθερωμένη παγκόσμια αγορά, όπου εντείνεται και ενισχύεται η εμπορική κυκλοφορία των φυτικών προϊόντων ως αποτέλεσμα των αλλεπάλληλων εμπορικών συμφωνιών της ΕΕ με τρίτες χώρες, ο κίνδυνος εισαγωγής νέων επιβλαβών οργανισμών και νέων ασθενειών αυξάνεται συνεχώς. |
5.3. |
Οι Ευρωπαίοι παραγωγοί ανησυχούν πολύ και εκφράζουν έντονους φόβους όσον αφορά την εισαγωγή επιβλαβών οργανισμών, άγνωστων μέχρι σήμερα στο ευρωπαϊκό έδαφος, πολλοί από τους οποίους παρουσιάζουν μεγάλη επικινδυνότητα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η εμφάνιση και η εξάπλωσή τους θα μπορούσε να προκαλέσει απότομη μείωση ορισμένων ευρωπαϊκών καλλιεργειών, ιδίως των λιγότερο διαδεδομένων, επιφέροντας έτσι σημαντικές οικονομικές απώλειες στους παραγωγούς. |
5.4. |
Ανεξάρτητα από την απειλή που συνιστά για ορισμένα προϊόντα της γεωργικής παραγωγής, η εμφάνιση επιβλαβών οργανισμών και ασθενειών ξένης προέλευσης προκαλεί αύξηση της τιμής κόστους για τους ευρωπαίους γεωργούς και συνεπώς περιορίζει την κερδοφορία των εκμεταλλεύσεών τους. Επιπλέον, οι μάστιγες αυτές μπορούν να έχουν εξαιρετικά σημαντικό οικονομικό, περιβαλλοντικό και κοινωνικό αντίκτυπο σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή επικράτεια. |
5.5. |
Ένα παράδειγμα από την πρόσφατη επικαιρότητα, που καταδεικνύει με τρόπο σαφή, εύγλωττο και αδιαμφισβήτητο τη σοβαρότητα του προβλήματος, είναι η περίπτωση εισαγωγών εσπεριδοειδών από τη Νότια Αφρική. Κατά την τελευταία εποχιακή περίοδο, εκφορτώθηκε σε ευρωπαϊκούς λιμένες σημαντικός αριθμός φορτίων εσπεριδοειδών από τη Νότια Αφρική, τα οποία είχαν μολυνθεί από ένα επικίνδυνο μύκητα, τον Guignardia citricarpa, υπεύθυνο για την ασθένεια των μαύρων κηλίδων. Συγκεκριμένα, αυτός ο παθογόνος οργανισμός ανιχνεύθηκε 35 φορές σε εισαγωγές νοτιοαφρικανικών εσπεριδοειδών. |
5.6. |
Έτσι, η ολιγωρία της ΕΕ θέτει σε κίνδυνο τα 5 00 000 εκτάρια καλλιεργειών εσπεριδοειδών στην επικράτειά της, δεδομένου ότι δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για την εξάλειψη της νόσου. Η εμφάνιση του μύκητα ενδέχεται να προκαλέσει εξαιρετικά επιβλαβείς επιπτώσεις από οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική άποψη και να θέσει σε κίνδυνο την ασφάλεια εφοδιασμού. |
5.7. |
Η νέα νομοθετική πρόταση βελτιώνει, σε ορισμένα σημεία, την οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2000, περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας (20). Ωστόσο, στην πρόταση νέας φυτοϋγειονομικής νομοθεσίας δεν θίγονται ορισμένα θέματα κρίσιμης σημασίας, με αποτέλεσμα τα πιο σημαντικά προβλήματα να παραμένουν, ως επί το πλείστον, εν αναμονή επίλυσης. |
5.8. |
Ομοίως, θα πρέπει να τονιστεί ότι οι συνθήκες υπό τις οποίες παράγονται τα εισαγόμενα τρόφιμα από τρίτες χώρες δεν είναι οι ίδιες με εκείνες που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στα κράτη αυτά επιτρέπεται η χρήση πολλών απαγορευμένων στην ΕΕ φυτοφαρμάκων, τα ανώτατα όρια καταλοίπων (ΑΟΚ) είναι υψηλότερα από εκείνα που επιτρέπονται στο ευρωπαϊκό έδαφος και οι κοινωνικο-επαγγελματικές συνθήκες διαφέρουν από εκείνες στην Ευρώπη ενώ η προστασία που παρέχεται είναι μικρότερη, όταν δεν είναι εντελώς ανύπαρκτη. |
5.9. |
Από την άποψη των ευρωπαίων καταναλωτών, είναι σημαντικό να τονιστεί η σημαντική διαφορά που υφίσταται ως προς την ασφάλεια και την ιχνηλασιμότητα μεταξύ των ξένων προϊόντων και εκείνων που προέρχονται από την ΕΕ. |
5.10. |
Η ισχύουσα νομοθεσία περιορίζει τη χρήση ενός ολοένα αυξανόμενου αριθμού δραστικών συστατικών για την καταπολέμηση επιβλαβών ουσιών ή ασθενειών. Οι περιορισμοί που επιβάλλονται στους ευρωπαίους αγρότες ενδέχεται να αφορούν έως και το 50 % των προϊόντων που διατίθενται τα τελευταία χρόνια. Επιπλέον, τα άτομα που εφαρμόζουν αυτές τις θεραπείες οφείλουν να πληρούν αυστηρές προδιαγραφές, γεγονός που καθιστά απαραίτητη την καλύτερη κατάρτιση και τη χρήση σημαντικότερων μέσων προστασίας κατά τη διεργασία αυτή. |
5.11. |
Η αρχή της αμοιβαιότητας θα έπρεπε να διασφαλίζει ότι όλα τα προϊόντα που φτάνουν σε μια δεδομένη αγορά πρέπει να έχουν υποχρεωτικά παραχθεί σύμφωνα με τις απαιτήσεις ή τα πρότυπα που ισχύουν για εκείνα που καλλιεργούνται στην Ευρώπη, όσον αφορά την ασφάλεια, την πολλαπλή συμμόρφωση, τη χρήση των δραστικών ουσιών κ.λπ. |
Βρυξέλλες, 18 Μαρτίου 2015.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Henri MALOSSE
(1) Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την προστασία της δημόσιας υγείας από τους ενδοκρινικούς διαταράκτες [2012/2066(INI)].
(2) Στην ίδια εκτίμηση κατέληξαν, ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον, τόσο ο Vincent Cogliano από τον CIRC (Διεθνής Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο) όσο και ο Andreas Kortenkamp, που διευθύνει το Τμήμα Τοξικολογίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.
(3) Για παράδειγμα, τα ανεπεξέργαστα δεδομένα της προβλεπόμενης από τη νομοθεσία μελέτης σχετικά με τον γενετικά τροποποιημένο αραβόσιτο MON 863 ετέθησαν στη διάθεση της επιστημονικής κοινότητας μόνο δυνάμει της απόφασης γερμανικού δικαστηρίου το 2005, τον Ιανουάριο δε του 2013 η εταιρεία Monsanto απείλησε την EFSA με δικαστική αγωγή για «αποκάλυψη εμπορικού απορρήτου», επειδή η διευθύντρια της EFSA, υπό την πίεση του Τύπου και μέρους της επιστημονικής κοινότητας, δημοσίευσε στο διαδίκτυο στοιχεία σχετικά με τον αραβόσιτο GM NK 603.
(4) Σύμφωνα με την ίδια την EFSA, τα δεδομένα των προβλεπόμενων από τη νομοθεσία μελετών (αναφοράς) δεν έχουν απόρρητο χαρακτήρα.
(5) ILSI (International Life Science Institute) —οργάνωση προώθησης συμφερόντων των πολυεθνικών του κλάδου αγροχημικών προϊόντων, του αγροδιατροφικού κλάδου και της βιοτεχνολογίας, όπως η Coca-Cola ή η Monsanto. Την άνοιξη του 2012, ύστερα από την έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου (Ειδική έκθεση αριθ. 15/2012), που έφερε στο φως την έλλειψη σαφήνειας όσον αφορά τη διαχείριση των περιπτώσεων σύγκρουσης συμφερόντων στο εσωτερικό της EFSA, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ανέβαλε σε δεύτερη ανάγνωση την απόφασή του σχετικά με την έγκριση της χορήγησης απαλλαγής για την εκτέλεση του προϋπολογισμού της EFSA για το οικονομικό έτος 2010, εν αναμονή συμπληρωματικών πληροφοριών σχετικά με την πολιτική που εφαρμόζει ο εν λόγω οργανισμός σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων.
(6) Βλέπε, για παράδειγμα, Frederick vom Saal & Claude Hughes, «An extensive new literature concerning low-dose effects of bisphenol-A shows the need for a new risk assessment», Environmental Health Perspectives, vol. 113, Αύγουστος 2005, σ. 926-933.
(7) Για παράδειγμα, το συνθετικό γλυκαντικό ασπαρτάμη περιλαμβάνεται σε 6 000 διαφορετικά προϊόντα.
(8) Για παράδειγμα, Sofie Christiansen, Ulla Hass et al., «Synergic disruption of external male sex organ development by a mixture of four antiandrogens», Environmental Health Perspectives, vol. 117, no 12, Δεκέμβριος 2009, σ. 1839-1846.
(9) Το 2006, ο αρμόδιος για τη γεωργία Ευρωπαίος Επίτροπος, απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή Paul Lannoye, αναγνώρισε ότι υφίσταται νομοθετικό κενό σχετικά με την αξιολόγηση των μειγμάτων ουσιών. Ωστόσο, μετά από την ομολογία αυτή, καμία σημαντική πρόοδος δεν σημειώθηκε.
(10) The 2013 Berlaymont Declaration on Endocrine Disruptors.
(11) Το 2008 η διάθεση μπιμπερό από δισφαινόλη-Α απαγορεύτηκε στον Καναδά. Το 2011 απαγορεύτηκε και στην ΕΕ. Από την 1η Ιανουαρίου 2015 στη Γαλλία απαγορεύεται η χρήση δισφαινόλης-Α σε όλα τα προϊόντα που προορίζονται να έρθουν σε επαφή με τρόφιμα. Η απαγόρευση αυτή στηρίζεται σε επιστημονική γνωμοδότηση του εθνικού οργανισμού ANSES. Στις 21 Ιανουαρίου 2015 η EFSA δημοσίευσε γνωμοδότηση σύμφωνα με την οποία «στα σημερινά επίπεδα έκθεσης, η δισφαινόλη-Α δεν παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία των καταναλωτών καμίας ηλικιακής ομάδας».
(12) Ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Μαρτίου 2013 σχετικά με την προστασία της δημόσιας υγείας από τους ενδοκρινικούς διαταράκτες [2012/2066 (INI)], αιτιολογικές σκέψεις Α και Γ, και The 2013 Berlaymont Declaration on Endocrine Disruptors.
(13) Η EFSA αναφέρεται ειδικότερα στο συνέδριο που διοργάνωσε στις Βρυξέλλες, τον Ιούνιο του 2012, όπου όμως οι ειδικοί ενδοκρινολόγοι δεν αντιπροσώπευαν παρά (μικρό) μέρος των συμμετεχόντων.
(14) Όπως υποστήριξε ο Αμερικανός ενδοκρινολόγος Frederick vom Saal κατά τη διεθνή διάσκεψη που διοργανώθηκε στο Βερολίνο τον Σεπτέμβριο του 2012.
(15) Andreas Kortenkamp, Olwenn Martin, Michael Faust, Richard Evans, Rebecca McKinlay, Frances Orton and Erika Rosivatz, «State of the art assessment of endocrine disrupters», τελική έκθεση, 23 Δεκεμβρίου 2011.
(16) Χάρτης πορείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με θέμα «Defining criteria for identifying Endocrine Disruptors in the context of the implementation of the Plant Protection Product Regulation and Biocidal Products Regulation», Ιούνιος 2014.
(17) Evanthia Diamanti-Kandarakis et alii, «Endocrine-disrupting chemicals: an Endocrine Society scientific statement», Endocrine Reviews, vol. 30, no 4, Ιούνιος 2009, σ. 293-342.
(18) Βλέπε υποσημείωση 10.
(19) Βλέπε υποσημείωση 1.
(20) ΕΕ L 169 της 10.7.2000, σ. 1.