EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52011DC0345

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2010ΓΙΑ ΤΙΣ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΩΝ

/* COM/2011/0345 τελικό */

52011DC0345




Εισαγωγή

Οι σχέσεις της Επιτροπής με τα εθνικά κοινοβούλια το 2010 χαρακτηρίστηκαν από μια σειρά σημαντικών θεσμικών και πολιτικών γεγονότων.

Το 2010 ήταν το πρώτο πλήρες έτος εφαρμογής της νέας συνθήκης της Λισαβόνας. Μετά την έναρξη ισχύος της στα τέλη του 2009, ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων ενισχύθηκε σημαντικά, ιδίως με τον νέο μηχανισμό ελέγχου της επικουρικότητας, ο οποίος κατέχει δεσπόζουσα θέση μεταξύ των νέων δικαιωμάτων των εθνικών κοινοβουλίων που καθορίζονται στο άρθρο 12 της ΣΕΕ (συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση).

Επίσης, το 2010 η νέα Επιτροπή ανέλαβε καθήκοντα στις 9 Φεβρουαρίου, σχεδόν ταυτόχρονα με την έναρξη εφαρμογής του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας. Όταν το νέο Σώμα των Επιτρόπων πραγματοποίησε για πρώτη φορά εμπεριστατωμένη ανταλλαγή απόψεων για το θέμα αυτό, ο πρόεδρος Barroso και ο αντιπρόεδρος Šefčovič υπογράμμισαν τη σημασία των εθνικών κοινοβουλίων και τόνισαν ότι το θέμα αυτό θα παραμείνει βασική προτεραιότητα της πολιτικής ατζέντας της Επιτροπής[1].

Τέλος, το 2010 χαρακτηρίστηκε από την οικονομική κρίση και από τις κοινές προσπάθειες για την κατάλληλη αντιμετώπισή της. Το θέμα αυτό περιλαμβανόταν τακτικά στην ατζέντα των συζητήσεων μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων και της Επιτροπής, είτε στο πλαίσιο της COSAC (Διάσκεψης των επιτροπών κοινοτικών και ευρωπαϊκών υποθέσεων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης), είτε στο πλαίσιο κοινών κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων ή των πολυάριθμων επισκέψεων του αντιπροέδρου Šefčovič στα εθνικά κοινοβούλια. Η οικονομική διακυβέρνηση αποτέλεσε επίσης ένα από τα βασικά θέματα για τα οποία εξέδωσαν γνώμη τα εθνικά κοινοβούλια στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου.

Η παρούσα έκτη ετήσια έκθεση εξετάζει πώς η Επιτροπή εφάρμοσε τις προαναφερθείσες νέες διατάξεις της συνθήκης της Λισαβόνας και παρουσιάζει έναν πρώτο απολογισμό της λειτουργίας του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας (τμήμα 2)[2]. Στο τμήμα 3 της έκθεσης παρέχεται επισκόπηση του τρόπου με τον οποίο εξελίχθηκε το 2010 ο πολιτικός διάλογος, τον οποίο εγκαινίασε ο πρόεδρος Barroso το 2006, όσον αφορά όχι μόνο τα κύρια θέματα για τα οποία διατύπωσαν παρατηρήσεις τα εθνικά κοινοβούλια, αλλά και τις διάφορες επαφές μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων και της Επιτροπής. Τέλος, η έκθεση εξετάζει πώς βλέπει η Επιτροπή την εξέλιξη των σχέσεών της με τα εθνικά κοινοβούλια στο άμεσο μέλλον (τμήμα 4).

Εφαρμογή της συνθήκης της Λισαβόνας: Ο νεοσ μηχανισμόσ ελέγχου της επικουρικότητας

Ο μηχανισμός ελέγχου της επικουρικότητας λειτούργησε πολύ ομαλά κατά τη διάρκεια του 2010, χάρη όχι μόνο στη διεξοδική προετοιμασία και των δύο πλευρών κατά το προηγούμενο έτος, αλλά και λόγω της εξαίρετης συνεργασίας και των εποικοδομητικών επαφών μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Μετά την επιστολή της 1ης Δεκεμβρίου 2009[3], στην οποία η Επιτροπή ενημέρωνε τα εθνικά κοινοβούλια και τα άλλα θεσμικά όργανα πώς σκόπευε να εφαρμόσει στην πράξη τον νέο μηχανισμό, η Επιτροπή, στις 6 Φεβρουαρίου, έστειλε στα εθνικά κοινοβούλια την πρώτη πρόταση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας[4]. Η πρώτη αιτιολογημένη γνώμη που εκφράζει επίσημα προβληματισμό όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας ελήφθη στις 29 Απριλίου[5].

Συμμετοχή και προτεραιότητες των εθνικών κοινοβουλίων

Κατά τη διάρκεια του 2010, η Επιτροπή έστειλε στα εθνικά κοινοβούλια 82 σχέδια νομοθετικών πράξεων που υπάγονται στον μηχανισμό ελέγχου της επικουρικότητας και έλαβε συνολικά 211 γνώμες σχετικές με τις προτάσεις αυτές. Τα τρία τέταρτα περίπου αυτών των γνωμών ελήφθησαν εντός οκτώ εβδομάδων από την αποστολή της επίσημης επιστολής διαβίβασης («επιστολή παραπομπής»), γεγονός που δείχνει σαφώς ότι τα εθνικά κοινοβούλια ενίσχυσαν τις ικανότητές τους ανταποκρινόμενα στη νέα Συνθήκη και είναι σε θέση να αντιδράσουν στις προτάσεις της Επιτροπής πολύ ταχύτερα σε σχέση με το παρελθόν. Από τις 211 αυτές γνώμες, οι 34[6] (το 15% περίπου) ήταν αιτιολογημένες γνώμες οι οποίες κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι μια πρόταση, ή ορισμένα μέρη αυτής, παραβαίνει την αρχή της επικουρικότητας[7]. Σχεδόν όλες αυτές οι γνώμες (30 εκ των 34) ελήφθησαν κατά τους τρεις τελευταίους μήνες του έτους.

Οι περισσότερες από τις γνώμες που εξέφραζαν προβληματισμό όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας αφορούσαν νομοθετικές προτάσεις που εκδόθηκαν στους τομείς της γεωργίας (13)[8], των εσωτερικών υποθέσεων (9), της εσωτερικής αγοράς και των υπηρεσιών (7). Σημειωτέον ότι οι γνώμες που ελήφθησαν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2011 επιβεβαιώνουν ότι η εναρμόνιση στον τομέα της γεωργίας αποτελεί σήμερα έναν από τους βασικούς τομείς στους οποίους τα εθνικά κοινοβούλια εκφράζουν προβληματισμό όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας. Η πρόταση της Επιτροπής που προκάλεσε μέχρι στιγμής τις περισσότερες αιτιολογημένες γνώμες σχετικά με την επικουρικότητα είναι η οδηγία για τους εποχικά εργαζόμενους[9] για την οποία εννέα κοινοβουλευτικά σώματα συνολικά[10] επισημαίνουν προβλήματα επικουρικότητας. Εκτός αυτού, οι προτεραιότητες των εθνικών κοινοβουλίων τείνουν να είναι πιο διάχυτες και λιγότερο συντονισμένες απ’ ό,τι κατά τους ελέγχους της επικουρικότητας στο πλαίσιο της COSAC, οι οποίοι ανεστάλησαν μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας.

Τα κοινοβουλευτικά σώματα που εξέφρασαν μεγαλύτερο προβληματισμό το 2010 όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας ήταν η Πολωνική Γερουσία (4), το Σουηδικό Κοινοβούλιο (Riksdag) (3), η βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων (3), η Γαλλική Γερουσία (3) και το Κοινοβούλιο του Λουξεμβούργου (3). Στις αρχές του 2011 φάνηκε επίσης ότι τα δύο πολωνικά κοινοβουλευτικά σώματα (Sejm - Δίαιτα και Senat - Γερουσία) και το Κοινοβούλιο του Λουξεμβούργου εξακολουθούν να είναι ιδιαίτερα δραστήρια στην έκδοση αιτιολογημένων γνωμών όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας.

Περιεχόμενο και μορφή των γνωμών των εθνικών κοινοβουλίων

Όσον αφορά το περιεχόμενο των γνωμών που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας, οι 34 αιτιολογημένες γνώμες που ελήφθησαν κατά τη διάρκεια του 2010 αντανακλούν, εκτός από πολύ συγκεκριμένες ανησυχίες, ορισμένα οριζόντια ή θεσμικά προβλήματα. Επισημαίνουν, αφενός, την έλλειψη ή ανεπάρκεια αιτιολόγησης σχετικά με την αρχή της επικουρικότητας στις αιτιολογικές εκθέσεις των σχετικών προτάσεων[11], την οποία τα εθνικά κοινοβούλια θεωρούν παράβαση, από τυπικής απόψεως, της αρχής της επικουρικότητας και, αφετέρου, το νέο καθεστώς των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Ως προς αυτό, τα εθνικά κοινοβούλια θέτουν υπό αμφισβήτηση την αντικειμενικότητα των κριτηρίων στα οποία βασίζεται αυτή η εξουσιοδότηση της Επιτροπής. Θεωρούν ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η χρήση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων θα εκχωρήσει εξουσίες στην Επιτροπή οι οποίες, κατά τη γνώμη τους, θα πρέπει να παραμείνουν υπό τον έλεγχο των κρατών μελών[12]. Οι παρατηρήσεις αυτές αναφέρονται επίσης σε αρκετές από τις αιτιολογημένες γνώμες που ελήφθησαν κατά το πρώτο τρίμηνο του 2011.

Αν και ορισμένα εθνικά κοινοβούλια αποστέλλουν γνώμες στο πλαίσιο του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας μόνο σε ελάχιστες περιπτώσεις, όπου θεωρούν ότι υφίσταται παράβαση της αρχής της επικουρικότητας (π.χ. η βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων και η Βουλή των Λόρδων, το Σουηδικό Κοινοβούλιο ( Riksdag) , η Πολωνική Γερουσία και η Δίαιτα (Sejm), και η Γαλλική Γερουσία), άλλα κοινοβούλια (όπως το Πορτογαλικό και το Ρουμανικό Κοινοβούλιο, καθώς και η Ιταλική Γερουσία και Βουλή των Αντιπροσώπων) ενημερώνουν επίσης την Επιτροπή σχετικά με τις θετικές τους γνώμες.

Πεδίο εφαρμογής του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας

Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2010, πραγματοποιήθηκαν αρκετές ανταλλαγές, γραπτές και προφορικές, μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας. Σε απάντηση σε ειδικά ερωτήματα που έθεσαν τα εθνικά κοινοβούλια, η Επιτροπή είχε την ευκαιρία να διευκρινίσει ότι ο νέος μηχανισμός καλύπτει μόνο σχέδια νομοθετικών πράξεων, δηλ. προτάσεις που υπόκεινται είτε σε συνήθη είτε σε ειδική νομοθετική διαδικασία[13], εφόσον δεν εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης[14]. Με την ερμηνεία αυτή συμφωνούν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Ωστόσο, στις απαντήσεις της προς τα εθνικά κοινοβούλια, η Επιτροπή διευκρινίζει ότι στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου θα εξετάσει, βεβαίως, και τις γνώμες σχετικά με προτάσεις οι οποίες δεν αποτελούν σχέδια νομοθετικών πράξεων, ότι θα προβεί σε πολιτική ανάλυσή τους και ότι επίσης θα απαντήσει σε αυτές.

Συνεργασία μεταξύ των θεσμικών οργάνων

Όσον αφορά τα άλλα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, καθιερώθηκαν στενές επαφές και ανταλλαγές με το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που αμφότερα θέσπισαν οικείες διαδικασίες για την εφαρμογή του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας και την εξέταση των γνωμών που λαμβάνονται από τα εθνικά κοινοβούλια. Μολονότι τα τρία θεσμικά όργανα χρησιμοποιούν κατά τρόπο σχετικά ανεξάρτητο τον νέο μηχανισμό και διατηρούν πολύ ειδικές σχέσεις με τα εθνικά κοινοβούλια, θα πρέπει να τονιστεί ότι στην αναθεωρημένη συμφωνία-πλαίσιο μεταξύ της Επιτροπής και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Οκτωβρίου 2010, αμφότερα τα θεσμικά όργανα δεσμεύτηκαν να συνεργαστούν για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου 2 της συνθήκης της Λισαβόνας.

Αλληλεπικάλυψη μεταξύ του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας και του πολιτικού διαλόγου

Δεδομένου ότι, σε όλες τις προαναφερθείσες περιπτώσεις, δεν είχαν επ’ ουδενί τρόπω επιτευχθεί τα όρια που αναφέρονται στο πρωτόκολλο 2 για την κίνηση διαδικασίας «κίτρινης κάρτας» ή «πορτοκαλί κάρτας», η Επιτροπή απάντησε ξεχωριστά σε καθεμία από τις γνώμες που εξέφραζαν προβληματισμό όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας, στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου. Η εμπειρία που αποκτήθηκε με τον μηχανισμό ελέγχου της επικουρικότητας κατά το πρώτο έτος εφαρμογής του δείχνει ότι οι διατάξεις της Συνθήκης που επιτρέπουν στα εθνικά κοινοβούλια να κινήσουν τη διαδικασία «κίτρινης κάρτας» ή «πορτοκαλί κάρτας» είναι αρκετά αυστηρές και επιβεβαιώνει αυτό που παρατηρήθηκε ήδη κατά τα προηγούμενα έτη, δηλ. ένα σχετικά μικρό ποσοστό γνωμών που αποστέλλονται στην Επιτροπή θίγουν προβλήματα όσον αφορά την επικουρικότητα, ενώ τα εθνικά κοινοβούλια εξακολουθούν να ενδιαφέρονται κυρίως για την έναρξη διαλόγου με την Επιτροπή σχετικά με την ουσία των προτάσεων και πρωτοβουλιών της.

Αυτό δείχνει σαφώς τη σημασία και την προστιθέμενη αξία της συνέχισης του πολιτικού διαλόγου, ο οποίος, εφόσον δεν επιτυγχάνονται τα όρια του πρωτοκόλλου 2 και δεν κινείται ο επίσημος μηχανισμός της Συνθήκης για την αναθεώρηση προτάσεων, αντιπροσωπεύει το κύριο πλαίσιο ανταλλαγών μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων.

Πολίτικος Διάλογος

Γνώμες των εθνικών κοινοβουλίων και απαντήσεις της Επιτροπής

Συμμετοχή

Οι σχέσεις της Επιτροπής με τα εθνικά κοινοβούλια εξακολουθούν να επικεντρώνονται στον πολιτικό διάλογο, μέρος μόνο του οποίου αποτελεί ο μηχανισμός ελέγχου της επικουρικότητας. Η διαδικασία γραπτής ανταλλαγής γνωμών και απαντήσεων, την οποία εγκαινίασε ο πρόεδρος Barroso το 2006, ενισχυόταν συνεχώς με την πάροδο των ετών. Ο συνολικός αριθμός γνωμών που ελήφθησαν από τα εθνικά κοινοβούλια το 2010, συμπεριλαμβανομένων των γνωμών που εστάλησαν στο πλαίσιο του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας, έφθασε τις 387. Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει αύξηση πάνω από 55% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Η σαφής αυτή ανοδική τάση συνεχίστηκε το 2011, δεδομένου ότι έως τα τέλη Μαΐου 2011 είχαν ληφθεί 250 γνώμες.

Όσον αφορά τον βαθμό συμμετοχής των εθνικών κοινοβουλίων σε αυτόν τον διάλογο κατά τη διάρκεια του 2010[15], και σε σύγκριση με την κατάσταση που επικρατούσε πριν από την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, το ένα τρίτο περίπου των κοινοβουλευτικών σωμάτων συμμετείχαν πιο δραστήρια στις ανταλλαγές με την Επιτροπή, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων σωμάτων που δεν είχαν συμμετάσχει καθόλου κατά το προηγούμενο έτος (για παράδειγμα τα δύο πολωνικά κοινοβουλευτικά σώματα, η βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων και το Φινλαδικό Κοινοβούλιο). Σημειωτέον ότι οι γνώμες, ιδίως της Ιταλικής Γερουσίας, αλλά και της Ιταλικής Βουλής των Αντιπροσώπων και του Αυστριακού Nationalrat , αυξήθηκαν σημαντικά κατά το 2010, έτος κατά το οποίο το ρουμανικό και το ισπανικό εθνικό κοινοβούλιο συμμετείχαν επίσης για πρώτη φορά στον πολιτικό διάλογο.

Για ένα ακόμη τρίτο των κοινοβουλευτικών σωμάτων το επίπεδο συμμετοχής δεν άλλαξε σημαντικά το 2010, ενώ το υπόλοιπο τρίτο συμμετείχε λιγότερο ενεργά από πριν. Η Επιτροπή εξακολουθεί να ενθαρρύνει τα κοινοβούλια τα οποία, για διάφορους λόγους, επέλεξαν μέχρι σήμερα να μη συμμετέχουν ενεργά σε άμεση ανταλλαγή με την Επιτροπή, να λάβουν μέρος σε αυτόν τον πολιτικό διάλογο, στόχος του οποίου είναι να συμπληρώσει τον έλεγχο εκ μέρους των κυβερνήσεών τους με μια νέα ευκαιρία επικοινωνίας και συζητήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Πεδίο εφαρμογής

Οι 387 γνώμες που ελήφθησαν το 2010 αφορούσαν πάνω από 170 διαφορετικά έγγραφα της Επιτροπής, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι στόχοι των εθνικών κοινοβουλίων είναι ευρείς, και που διαπιστώθηκε ήδη κατά τα προηγούμενα έτη. Για την πλειονότητα των εγγράφων διατυπώθηκαν από μία έως τρεις γνώμες, ενώ μόνο 25 προτάσεις ή πρωτοβουλίες αποτέλεσαν αντικείμενο παρατηρήσεων τεσσάρων και πλέον κοινοβουλευτικών σωμάτων και μόνο δέκα εκ μέρους έξι ή περισσότερων σωμάτων[16].

Στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου, μεταξύ των κειμένων που αποτέλεσαν αντικείμενο των περισσότερων παρατηρήσεων το 2010 ήταν εκείνα για τα οποία διατυπώθηκαν οι περισσότερες αιτιολογημένες γνώμες στο πλαίσιο του μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας, και ιδίως η οδηγία για τους εποχικά εργαζόμενους[17] και η οδηγία περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων[18]. Οι άλλες πρωτοβουλίες για τις οποίες τα εθνικά κοινοβούλια διατύπωσαν γνώμες ήταν, για παράδειγμα, η πρωτοβουλία πολιτών[19], η πράσινη βίβλος για τα ευρωπαϊκά συνταξιοδοτικά συστήματα[20] και η «Ευρώπη 2020»[21]. Η οικονομική διακυβέρνηση αποτέλεσε επίσης βασικό θέμα για το οποίο διατύπωσαν γνώμη τα εθνικά κοινοβούλια το 2010 και στις αρχές του 2011[22].

Οι τομείς πολιτικής για τους οποίους διατυπώθηκαν οι περισσότερες γνώμες από τα εθνικά κοινοβούλια, το 2010, στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου, ήταν ο τομέας της Δικαιοσύνης και των Εσωτερικών Υποθέσεων, ο τομέας της Εσωτερικής Αγοράς και των Υπηρεσιών, και ο τομέας της Γεωργίας[23]. Ποσοστό ελαφρώς χαμηλότερο από το 10% των 387 γνωμών αφορούσε έγγραφα που καλύπτουν τον προγραμματισμό, θεσμικά ζητήματα ή τις διοργανικές σχέσεις, ενώ ελάχιστα εθνικά κοινοβούλια διατύπωσαν τις απόψεις τους επί του προγράμματος εργασίας της Επιτροπής.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, από την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισαβόνας, τα εθνικά κοινοβούλια δίνουν, όπως φαίνεται, μεγαλύτερη προσοχή στα νομοθετικά έγγραφα. Το μερίδιο των μη νομοθετικών εγγράφων (όπως οι ανακοινώσεις, οι πράσινες και οι λευκές βίβλοι) σημείωσε πτώση μεγαλύτερη από το ένα τρίτο, ενώ κατά τα προηγούμενα έτη είχε σημειωθεί πτώση κατά το ήμισυ. Η Τσεχική Γερουσία, η Ιταλική Βουλή των Αντιπροσώπων, το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Bundesrat) και το Ομοσπονδιακό Κοινοβούλιο (Bundestag) της Γερμανίας, η Βρετανική Βουλή των Λόρδων, καθώς και το σουηδικό και το δανικό κοινοβούλιο εξακολουθούν, ωστόσο, να διατυπώνουν συχνότερα τη γνώμη τους επί μη νομοθετικών και όχι επί νομοθετικών εγγράφων. Η Επιτροπή καλεί ρητά τα εθνικά κοινοβούλια να διατυπώνουν τη γνώμη τους και επί προ-νομοθετικών εγγράφων, καθώς επίσης να συμμετέχουν ενεργά σε ανοικτές διαβουλεύσεις[24], διότι εκτιμά ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό μέσο εποικοδομητικής και θετικής συμβολής των εθνικών κοινοβουλίων στη διαμόρφωση μελλοντικών πρωτοβουλιών και νομοθεσίας της ΕΕ. Η Επιτροπή ανανεώνει τη δέσμευσή της να λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις των εθνικών κοινοβουλίων τις οποίες λαμβάνει κατά το προ-νομοθετικό στάδιο.

Το 2010, η Επιτροπή συνέχισε να απαντά, σύμφωνα με τις παγιωμένες εσωτερικές της διαδικασίες[25], σε όλες τις γνώμες των εθνικών κοινοβουλίων που έθιγαν ουσιαστικά ερωτήματα ή προβλήματα. Οι απαντήσεις υπογράφονται από τον αντιπρόεδρο Šefčovič στο πλαίσιο των διοργανικών του αρμοδιοτήτων. Η Επιτροπή καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να απαντά εντός προθεσμίας τριών μηνών, την οποία έχει η ίδια ορίσει.

Ο πολιτικός διάλογος επί καίριων θεμάτων:

Λαμβανομένου υπόψη ότι εξακολουθούν να είναι ελάχιστα τα έγγραφα της Επιτροπής επί των οποίων έχουν εκφέρει γνώμη πάνω από τέσσερα ή πέντε κοινοβουλευτικά σώματα στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου, η ακόλουθη επισκόπηση εστιάζεται σε επιλεγμένες καίριες πρωτοβουλίες και πολιτικές οι οποίες κίνησαν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον των εθνικών κοινοβουλίων το 2010.

- Πρωτοβουλία Ευρωπαίων Πολιτών

Τα εθνικά κοινοβούλια επεφύλαξαν συνολικά σθεναρή υποστήριξη στην πρωτοβουλία αυτή, τόσο στις γνώμες τους για την πράσινη βίβλο όσο και στη νομοθετική πρόταση. Όσον αφορά τον ελάχιστο αριθμό κρατών μελών από τα οποία πρέπει να προέρχονται οι υπογραφές μιας πρωτοβουλίας πολιτών, όλα τα κοινοβουλευτικά σώματα που διατύπωσαν απόψεις στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου ανέφεραν ότι το όριο του ενός τρίτου ήταν πολύ υψηλό, και πολλά εξ αυτών πρότειναν να μειωθεί στο ένα τέταρτο, επιλογή ή οποία πράγματι προκρίθηκε στο τελικό κείμενο. Επιπλέον, τα περισσότερα εθνικά κοινοβούλια που αποφάνθηκαν σχετικά με αυτή την πρωτοβουλία έκριναν ότι ένα έτος ήταν αρκετό για τη συλλογή υπογραφών, ενώ μόνο δύο κοινοβουλευτικά σώματα επιχειρηματολόγησαν υπέρ των 18 μηνών. Ο τελικός κανονισμός προβλέπει προθεσμία ενός έτους. Η μεγάλη πλειονότητα των εθνικών κοινοβουλίων που απέστειλαν γνώμες για την πράσινη βίβλο, έκριναν επίσης ότι θα πρέπει να προβλέπεται εξάμηνη προθεσμία για την εξέταση από την Επιτροπή πρωτοβουλίας πολιτών, όπως προβλέπεται και στη νομοθετική πρόταση της Επιτροπής (συν δύο μήνες για να αποφανθεί η Επιτροπή σχετικά με το παραδεκτό της πρωτοβουλίας). Στον τελικό κανονισμό, η προθεσμία για την εξέταση πρωτοβουλίας πολιτών και την υποβολή ανακοίνωσης σχετικά με τα προβλεπόμενα μέτρα μειώθηκε κατά έναν επιπλέον μήνα.

- Εποχικά εργαζόμενοι

Για την πρόταση αυτή η Επιτροπή έλαβε τον μεγαλύτερο συνολικά αριθμό γνωμών από εθνικά κοινοβούλια. Εννέα κοινοβουλευτικά σώματα έκριναν ότι υπήρξε παράβαση της αρχής της επικουρικότητας, διότι διαπίστωσαν ότι η κανονιστική ρύθμιση του θέματος σε εθνικό επίπεδο ήταν ήδη επαρκής, ότι η ΕΕ δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει δεόντως τις εθνικές ιδιαιτερότητες και ότι η πρόταση δεν επέτρεπε να επιτευχθεί ο στόχος διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών, δεδομένου ότι τα κράτη μέλη εξακολουθούν να ελέγχουν τον αριθμό των υπηκόων τρίτων χωρών που γίνονται δεκτοί[26]. Ταυτόχρονα, εννέα κοινοβουλευτικά σώματα διατύπωσαν γνώμες στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου[27], προβαίνοντας σε διάφορες άλλες παρατηρήσεις και ερωτήσεις σχετικά με το περιεχόμενο της πρότασης, οι οποίες αφορούσαν κυρίως τους όρους έκδοσης άδειας διαμονής. Ένα κοινοβουλευτικό σώμα ζήτησε τη θέσπιση περισσότερων νομικών διατάξεων, που θα περιλαμβάνουν ενιαία περιγραφή της άδειας και διάταξη που θα υπαγορεύει ότι η άδεια θα ισχύει μόνο σε ένα κράτος μέλος. Ένα άλλο κοινοβουλευτικό σώμα ζήτησε να αποσυνδεθεί η ισχύς της άδειας διαμονής από τη σύμβαση εργασίας. Ορισμένα κοινοβουλευτικά σώματα αμφισβήτησαν την ανάγκη έκδοσης άδειας για επαναλαμβανόμενη εποχική εργασία. Επίσης, δύο κοινοβουλευτικά σώματα τέθηκαν υπέρ της επέκτασης της διάρκειας της άδειας από 6 μήνες σε 9 μήνες κατ’ανώτατο όριο, ενώ ένα κοινοβουλευτικό σώμα διατύπωσε την άποψη ότι, βάσει της άδειας εποχικής εργασίας που εξέδωσε ένα κράτος μέλος, οι υπήκοοι τρίτων χωρών θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να εργαστούν και σε άλλα κράτη μέλη. Ένα εθνικό κοινοβούλιο επεσήμανε το ενδεχόμενο ασυμβίβαστο της πρότασης με την οικεία εργατική νομοθεσία, τις υπηρεσίες απασχόλησης και τα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης. Μέχρι σήμερα μόνο προκαταρκτικές συζητήσεις έχουν πραγματοποιηθεί στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε επίπεδο ομάδων εργασίας και επιτροπών αντιστοίχως. Στις συζητήσεις αυτές εθίγησαν αρκετά από τα θέματα που αναφέρουν στις γνώμες τους τα εθνικά κοινοβούλια, όπως π.χ. οι ορισμοί, ή η διάρκεια της άδειας ή των εγγράφων που παρέχουν δικαίωμα διαμονής. Συνολικά, θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ορισμένες από τις γνώμες που ελήφθησαν από τα εθνικά κοινοβούλια σχετικά με αυτή την πρόταση λειτούργησαν ως αποτελεσματική «έγκαιρη προειδοποίηση» για την Επιτροπή όσον αφορά τα θέματα που πιθανώς θα τεθούν κατά τη νομοθετική διαδικασία.

- Πράσινη βίβλος για τις συντάξεις

Και τα έξι κοινοβουλευτικά σώματα που διατύπωσαν γνώμη για αυτή την πράσινη βίβλο τόνισαν ότι είχαν την αποκλειστική αρμοδιότητα να ορίσουν τις θεμελιώδεις αρχές του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, περιλαμβανομένων των βασικών αρχών των συνταξιοδοτικών συστημάτων. Ορισμένα ανέφεραν επίσης ότι, κατά τον σχεδιασμό των συνταξιοδοτικών συστημάτων, δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μόνο η χρηματοοικονομική και η οικονομική πολιτική. Όλα τα κοινοβουλευτικά σώματα, πλην ενός, απέρριψαν κάθε προσπάθεια της Επιτροπής να ορίσει το επαρκές επίπεδο σύνταξης στην Ευρώπη. Τέσσερα κοινοβουλευτικά σώματα ανέφεραν ότι στην παρούσα φάση τα συνταξιοδοτικά τους συστήματα δεν χρειάζονται περαιτέρω προσαρμογές. Ένα κοινοβουλευτικό σώμα αναγνώρισε ρητά ότι η ΕΕ θα μπορούσε να παίξει κάποιο ρόλο όσον αφορά τη βιωσιμότητα, και κάλεσε την Επιτροπή να εξετάσει το ενδεχόμενο να θεσπίσει ένα σύστημα δήλωσης των συγκεκριμένων δαπανών όσον αφορά τις συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες δαπάνες δεν θα συμπεριλαμβάνονται στον υπολογισμό του συνολικού ελλείμματος των δημόσιων προϋπολογισμών στο πλαίσιο του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η ιδέα ενός μηχανισμού αυτόματης προσαρμογής της ηλικίας συνταξιοδότησης προκάλεσε αντιδράσεις υπέρ και κατά του επιχειρήματος· ένα κοινοβουλευτικό σώμα ειδικότερα προτίμησε να τονίσει τη σημασία της βελτίωσης των κανόνων της ΕΕ στον τομέα της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία. Όλα τα κοινοβουλευτικά σώματα πλην ενός συμφώνησαν ότι η δυνατότητα μεταφοράς των δικαιωμάτων συνταξιοδότησης, καθώς και η εναρμόνιση των κανονισμών που εφαρμόζονται στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην αγορά συντάξεων θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν σε επίπεδο ΕΕ. Σε συνέχεια της δημόσιας διαβούλευσης, η Επιτροπή προγραμμάτισε την παρουσίαση της Λευκής Βίβλου για τις συντάξεις κατά το τρίτο τρίμηνο του έτους, καθώς και την αναθεώρηση της οδηγίας σχετικά με τα ιδρύματα επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΙΕΣΠ) το 2012. Στο πλαίσιο αυτό, θα λάβει υπόψη τις παρατηρήσεις που έλαβε από τα εθνικά κοινοβούλια.

- Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι στις γνώμες που διατυπώθηκαν επί των προτάσεων οι οποίες αφορούν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, ένα κοινοβουλευτικό σώμα αμφισβητεί συστηματικά το γεγονός ότι οι κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες ανατίθενται στην Επιτροπή επ’αόριστον. Κατά την άποψή του τούτο δεν συνάδει με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ (συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης). Άλλα εθνικά κοινοβούλια συμμερίζονται αυτή την άποψη όσον αφορά συγκεκριμένα νομοθετικά θέματα. Στις απαντήσεις της, η Επιτροπή υπογράμμισε ότι θα πρέπει να υπερισχύσουν οι στόχοι για αποτελεσματικότητα και ταχύτητα, οι οποίοι δικαιολογούν κατ’αρχάς τη χρήση κατ’εξουσιοδότηση πράξεων, και ότι η υπερβολικά συχνή επανεξέταση των κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιοτήτων αντιστρατεύεται τον ίδιο τον σκοπό της εξουσιοδότησης. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η συναίνεση που έχει επιτευχθεί μεταξύ Επιτροπής, Συμβουλίου και Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τις κατ’εξουσιοδότηση πράξεις αναφέρεται ρητά στη δυνατότητα να εκχωρούνται στην Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση αρμοδιότητες επ’αόριστον, πράγμα που η Επιτροπή προτείνει συστηματικά κάθε φορά που υποβάλλει νομοσχέδια που περιέχουν κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις. Εντούτοις, κατά τη νομοθετική διαδικασία, οι νομοθέτες επιλέγουν ενίοτε να περιορίσουν τη διάρκεια της εξουσιοδότησης σε πέντε έτη με σιωπηρή παράταση για το ίδιο χρονικό διάστημα κατόπιν υποβολής έκθεσης από την Επιτροπή.

Επαφές και επισκέψεις

Όπως και κατά τα προηγούμενα έτη, η ανταλλαγή γραπτών απόψεων και απαντήσεων μεταξύ εθνικών κοινοβουλίων και Επιτροπής ολοκληρώθηκε με ένα ευρύ φάσμα προσωπικών επαφών και συναντήσεων, τόσο σε πολιτικό όσο και σε υπηρεσιακό επίπεδο. Από την έναρξη της θητείας της νέας Επιτροπής στις αρχές του 2009, ο πρόεδρος Barroso και ο αντιπρόεδρος Šefčovič ενθάρρυναν τους Επιτρόπους να εντείνουν τις επαφές τους με τους εκπροσώπους των εθνικών κοινοβουλίων κατά τις επισκέψεις τους στα κράτη μέλη[28] , και δημιουργήθηκε εσωτερικά ένα σύστημα ώστε να ενημερώνονται όλοι για την πληθώρα των συσκέψεων που πραγματοποιούνται μεταξύ των Επιτρόπων και των εθνικών κοινοβουλίων.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι από την έναρξη της θητείας τους, όλοι οι Επίτροποι έχουν επισκεφθεί τουλάχιστον ένα εθνικό κοινοβούλιο, ενώ οι περισσότεροι παρακολουθούν τακτικά τις συνεδριάσεις των διαφόρων κοινοβουλευτικών σωμάτων. Κατά την ανάληψη των καθηκόντων του ως αντιπροέδρου διοργανικών σχέσεων, ο κ. Šefčovič γνωστοποίησε την πρόθεσή του να επισκεφθεί όλα τα εθνικά κοινοβούλια τουλάχιστον μία φορά κατά τη διάρκεια της θητείας του. Μέχρι τα τέλη Μαΐου 2011, είχε ήδη επισκεφθεί περίπου τα μισά.

Η Επιτροπή εκπροσωπήθηκε σε πολιτικό επίπεδο σε όλες τις σημαντικές διακοινοβουλευτικές συνεδριάσεις που πραγματοποιήθηκαν το 2010, συμπεριλαμβανομένων των συνεδριάσεων της COSAC, της διάσκεψης των Προέδρων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και των μεικτών κοινοβουλευτικών συνεδριάσεων. Όσον αφορά την COFACC[29], η Ύπατη Εκπρόσωπος της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας/ Αντιπρόεδρος της Επιτροπής καλείται τακτικά να συμμετέχει στις συνεδριάσεις της. Οι υπηρεσίες της Επιτροπής συνέχισαν επίσης την πρακτική τους να καταθέτουν ενώπιον των επιτροπών των εθνικών κοινοβουλίων, όταν τους ζητείται, και να συναντούν τακτικά τους εκπροσώπους των εθνικών κοινοβουλίων που εργάζονται στις Βρυξέλλες για να συζητούν διάφορες επικείμενες πρωτοβουλίες ή εκκρεμούσες υποθέσεις. Ο αντιπρόεδρος Šefčovič συναντήθηκε δύο φορές το 2010 με το δίκτυο των εκπροσώπων των εθνικών κοινοβουλίων.

Βασιζόμενη στις ήδη στενές και εποικοδομητικές επαφές της με το IPEX[30], η Επιτροπή αποδέχθηκε τον Οκτώβριο του 2010 επίσημη πρόσκληση να καταστεί μόνιμος παρατηρητής του διοικητικού συμβουλίου του IPEX και έκτοτε συμμετέχει τακτικά στις συνεδριάσεις του.

Προοπτικές

Ο ρόλος των εθνικών κοινοβουλίων στην ευρωπαϊκή διοργανική σκηνή αναβαθμίζεται συνεχώς. Το 2010 φάνηκε καθαρά ότι ήταν καλά προετοιμασμένα και έτοιμα να αναλάβουν τις νέες τους αρμοδιότητες. Η Επιτροπή χαιρετίζει την εξέλιξη αυτή, η οποία, σε τελική ανάλυση, δεν ενισχύει απλώς τη δημοκρατική διάσταση της ΕΕ, αλλά στηρίζει και την καλύτερη εφαρμογή και αποτελεσματικότητα της νομοθεσίας της. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή είναι αποφασισμένη να εμβαθύνει τον πολιτικό διάλογο με τα εθνικά κοινοβούλια, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη θεσμική ισορροπία στο επίπεδο της ΕΕ.

Ο πρόεδρος Barroso και ο αντιπρόεδρος Šefčovič υπέβαλαν ήδη το 2010 ορισμένες συγκεκριμένες προτάσεις σχετικά με τα θέματα που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο περισσότερο τακτικών και εμπεριστατωμένων συζητήσεων μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων, καθώς και σχετικά με περισσότερο συστηματική και διαρθρωμένη παρακολούθηση των θεμάτων, επισημαίνοντας ιδιαίτερα το ζήτημα της οικονομικής διακυβέρνησης, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και της στρατηγικής «Ευρώπη 2020», καθώς και του προγράμματος εργασίας της Επιτροπής.

Όσον αφορά την οικονομική διακυβέρνηση, η Επιτροπή χαιρετίζει το γεγονός ότι η ουγγρική Προεδρία της COSAC συμφώνησε να εστιάσει τις συζητήσεις και τις διασκέψεις κατά το πρώτο εξάμηνο του 2011 στο θέμα αυτό και χαιρετίζει επίσης τη 15η διετή έκθεση η οποία συζητήθηκε τον Μάιο στην ολομέλεια της COSAC στη Βουδαπέστη. Η Επιτροπή προσδοκά ότι τα αποτελέσματα των συζητήσεων αυτών θα ανοίξουν τον δρόμο για περαιτέρω βελτίωση της συνεργασίας μεταξύ της ίδιας και των εθνικών κοινοβουλίων, και ιδίως για την ενίσχυση του ρόλου των τελευταίων, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.

Η Επιτροπή ενθαρρύνεται επίσης από το ενδιαφέρον που επιδεικνύουν τα εθνικά κοινοβούλια για το ζήτημα της οικονομικής διακυβέρνησης και της «Ευρώπης 2020» στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου, και είναι πεπεισμένη ότι ο ρόλος τους είναι ουσιαστικός για τη λειτουργία του συστήματος. Τα εθνικά κοινοβούλια μπορούν να μεριμνήσουν ώστε τα εθνικά μέτρα να είναι ανάλογα και συνεπή με τις ευρωπαϊκές δεσμεύσεις και να επιτρέπουν την επίτευξη των στόχων. Μπορούν να ενθαρρύνουν τις κυβερνήσεις τους να είναι όσο το δυνατόν πιο φιλόδοξες κατά την κατάρτιση των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων, και θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν αργότερα τα προγράμματα αυτά για να ελέγξουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί όσον αφορά την επίτευξη των στόχων, χρησιμοποιώντας τα ως πραγματικό εργαλείο δημοκρατικής συμμετοχής.

Όσον αφορά το πρόγραμμα εργασίας της, η Επιτροπή επιθυμεί να υπενθυμίσει τη δέσμευσή της να λαμβάνει υπόψη τις προτεραιότητες των εθνικών κοινοβουλίων κατά τον στρατηγικό σχεδιασμό. Είναι πεπεισμένη ότι οι απόψεις των εθνικών κοινοβουλίων δεν θα πρέπει να ακούγονται μόνο μετά την υποβολή των προτάσεων, αλλά και στο στάδιο της κατάρτισής τους. Οι ατομικές απόψεις ή οι συλλογικές παρατηρήσεις μέσω της COSAC θα πρέπει να υποβάλλονται εγκαίρως ώστε να συμβάλουν στην κατάρτιση του προγράμματος εργασίας της Επιτροπής, παράλληλα με τον διάλογο της Επιτροπής με τα άλλα θεσμικά όργανα της ΕΕ. Τα εθνικά κοινοβούλια θα μπορούσαν με τον τρόπο αυτό να συμβάλουν στην οικοδόμηση πραγματικής συναίνεσης σχετικά με τα θέματα στα οποία θα πρέπει η ΕΕ να εστιάσει την πολιτική της και τους πόρους της κατά τα προσεχή έτη.

Η Επιτροπή εξακολουθεί επίσης να υπολογίζει στην υποστήριξη των εθνικών κοινοβουλίων όσον αφορά τη μεταφορά των οδηγιών της ΕΕ στην εθνική νομοθεσία και στο πλαίσιο αυτό έχει αρχίσει να τους εφιστά την προσοχή στη σημασία που έχει η ορθή μεταφορά του δικαίου της ΕΕ για την αρμονική εφαρμογή σε ολόκληρη την ΕΕ των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην οδηγία.

Τέλος, οι συζητήσεις και οι επαφές μεταξύ της Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων σχετικά με την εφαρμογή της συνθήκης της Λισαβόνας όσον αφορά τις διατάξεις που αφορούν την Ευρωπόλ και την Eurojust[31] ασφαλώς θα εντατικοποιηθούν κατά το 2011 και τα προσεχή έτη. Η ανακοίνωση της Επιτροπής του Δεκεμβρίου 2010 σχετικά με τις διαδικασίες κοινοβουλευτικού ελέγχου των δραστηριοτήτων της Ευρωπόλ[32], επί της οποίας τα εθνικά κοινοβούλια άρχισαν να υποβάλλουν παρατηρήσεις στις αρχές του 2011, και η οποία αποτέλεσε επίσης αντικείμενο συζητήσεων κατά τη διάσκεψη των Προέδρων των Κοινοβουλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον Απρίλιο του 2011, προετοιμάζει το έδαφος για την προβλεπόμενη έκδοση κανονισμού το 2013. Η ανακοίνωση αυτή επιβεβαιώνει επίσης ότι, στο ενδιάμεσο διάστημα, η Επιτροπή προτίθεται ήδη να βελτιώσει την ενημέρωση των εθνικών κοινοβουλίων όσον αφορά την αξιολόγηση της Ευρωπόλ. Όσον αφορά την Eurojust, η Επιτροπή αναμένει, μέχρι τα τέλη του 2011, το πόρισμα μελέτης σχετικά με την ενίσχυση της Eurojust, η οποία μελέτη θα πραγματεύεται επίσης τις πιθανές επιλογές για συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων στην αξιολόγηση των δραστηριοτήτων της Eurojust. Η Επιτροπή θα εξετάσει το ενδεχόμενο υποβολής νομοθετικών προτάσεων αφού αναλύσει προσεκτικά την εν λόγω μελέτη, και θα ενημερώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα τα εθνικά κοινοβούλια με τα οποία θα διατηρεί στενή επαφή κατά το προ-νομοθετικό στάδιο.

Παράρτημα 1 Συνολικός αριθμός γνωμών που εστάλησαν ανά χώρα/κοινοβουλευτικό σώμα

Εθνικό κοινοβούλιο | Κοινοβουλευτικό σώμα | Συνολικός αριθμός γνωμών (πολιτικός διάλογος) | Αιτιολογημένες γνώμες[33] (μηχανισμός ελέγχου της επικουρικότητας) |

Πορτογαλία | Assembleia da Republica | 106 | 0 |

Ιταλία | Senato della Repubblica | 71 | 1 |

Τσεχική Δημοκρατία | Senát | 29 | 1 |

Ιταλία | Camera dei Deputati | 25 | 0 |

Γερμανία | Bundesrat | 23 | 1 |

Σουηδία | Riksdagen | 20 | 3 |

Αυστρία | Bundesrat | 13 | 2 |

Αυστρία | Nationalrat | 12 | 1 |

Ηνωμένο Βασίλειο | House of Lords | 12 | 2 |

Δανία | Folketinget | 11 | 2 |

Ρουμανία | Senatul | 9 | 0 |

Λουξεμβούργο | Chambre des Députés | 7 | 3 |

Γερμανία | Bundestag | 6 | 1 |

Πολωνία | Senat | 5 | 4 |

Ελλάδα | Βουλή των Ελλήνων | 4 | 0 |

Λιθουανία | Seimas | 4 | 2 |

Ισπανία | Congreso de los Diputados και Senado (αμφότερα τα κοινοβουλευτικά σώματα) | 4 | 0 |

Ιρλανδία | Oireachtas (αμφότερα τα κοινοβουλευτικά σώματα) | 3 | 0 |

Τσεχική Δημοκρατία | Poslanecká sněmovna | 3 | 1 |

Γαλλία | Sénat | 3 | 3 |

Ηνωμένο Βασίλειο | House of Commons | 3 | 3 |

Κάτω Χώρες | Eerste Kamer Staten Generaal | 3 | 0 |

Πολωνία | Sejm | 2 | 2 |

Κάτω Χώρες | Αμφότερα τα κοινοβουλευτικά σώματα | 2 | 2 |

Ρουμανία | Αμφότερα τα κοινοβουλευτικά σώματα | 2 | 0 |

Κάτω Χώρες | Tweede Kamer Staten Generaal | 1 | 0 |

Κύπρος | Βουλή των Αντιπροσώπων | 1 | 0 |

Λετονία | Saeima | 1 | 0 |

Βέλγιο | Chambre des Répresentants | 1 | 0 |

Φινλανδία | Eduskunta | 1 | 0 |

Βέλγιο | Sénat | 0 | 0 |

Βουλγαρία | Narodno Sabranie | 0 | 0 |

Εσθονία | Riigikogu | 0 | 0 |

Γαλλία | Assemblée Nationale | 0 | 0 |

Ουγγαρία | Országgyűlés | 0 | 0 |

Μάλτα | Kamra tad-Deputati | 0 | 0 |

Σλοβακία | Národná rada | 0 | 0 |

Σλοβενία | Državni svet | 0 | 0 |

Σλοβενία | Državni zbor | 0 | 0 |

Ρουμανία | Camera Deputaților | 0 | 0 |

Σύνολο | 387 | 34 |

Παράρτημα 2 Προτάσεις και πρωτοβουλίες της Επιτροπής που αποτέλεσαν αντικείμενο του μεγαλύτερου αριθμού γνωμών στο πλαίσιο του πολιτικού διαλόγου (2010)

Έγγραφο της Επιτροπής | Τίτλος | Αριθμός γνωμών |

COM(2010)379 | Πρόταση οδηγίας σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την εποχική απασχόληση. | 16 |

COM(2009)622 COM(2010)119 | Πρωτοβουλία πολιτών (Πράσινη βίβλος και πρόταση κανονισμού) | 13 |

COM(2010)368 | Πρόταση οδηγίας περί των συστημάτων εγγύησης των καταθέσεων | 11 |

COM(2010)537 | Πρόταση κανονισμού για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης (ΕΓΤΑΑ) | 8 |

COM(2010)61 | Πρόταση κανονισμού σχετικά με τη σύσταση ευρωπαϊκού οργανισμού για τη διαχείριση της επιχειρησιακής συνεργασίας στα εξωτερικά σύνορα των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRONTEX) | 7 |

COM(2010)539 | Πρόταση κανονισμού σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης για τους γεωργούς στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής και τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς | 7 |

COM(2010)486 | Πρόταση κανονισμού όσον αφορά τη διανομή τροφίμων στους απόρους της Κοινότητας | 7 |

COM(2009)647 COM(2010)2020 | «Ευρώπη 2020» (Έγγραφο διαβούλευσης και ανακοίνωση) | 7 |

COM(2010)365 | Πράσινη Βίβλος για επαρκή, βιώσιμα και ασφαλή ευρωπαϊκά συνταξιοδοτικά συστήματα | 6 |

COM(2010)289 | Πρόταση κανονισμού για τους οργανισμούς αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας | 6 |

Παράρτημα 3 Αριθμός γνωμών που ελήφθησαν ανά τομέα πολιτικής το 2010

Τομέας πολιτικής | Σύνολο |

Δικαιοσύνη και Εσωτερικές Υποθέσεις | 88 |

Θεσμικές, νομικές και οριζόντιες πολιτικές[34] | 53 |

Εσωτερική Αγορά και Υπηρεσίες | 45 |

Γεωργία και Ανάπτυξη της Υπαίθρου | 30 |

Οικονομικές και Χρηματοδοτικές Υποθέσεις | 18 |

Επιχειρήσεις και Βιομηχανία | 16 |

Κοινωνία της πληροφορίας και Μέσα επικοινωνίας | 16 |

Περιβάλλον | 14 |

Πολιτική για την υγεία και τους καταναλωτές | 13 |

Κινητικότητα και Μεταφορές | 13 |

Θαλάσσιες υποθέσεις και Αλιεία | 11 |

Απασχόληση, Κοινωνικές Υποθέσεις και Ισότητα Ευκαιριών | 10 |

Eurostat | 10 |

Εκπαίδευση και Πολιτισμός | 9 |

Ενέργεια | 7 |

Ανάπτυξη | 7 |

Εξωτερικές Σχέσεις | 5 |

Προϋπολογισμός | 4 |

Εμπόριο | 3 |

Ανταγωνισμός | 3 |

Περιφερειακή Πολιτική | 3 |

Φορολογία και Τελωνειακή Ένωση | 3 |

Κλιματική αλλαγή | 3 |

Έρευνα και Καινοτομία | 2 |

Διεύρυνση | 1 |

Σύνολο | 387 |

[1] PV(2010) 1920 τελικό.

[2] Η έκθεση της Επιτροπής για την επικουρικότητα και την αναλογικότητα –18η έκθεση «Βελτίωση της νομοθεσίας» για το 2010, η οποία εκδόθηκε παράλληλα με την παρούσα έκθεση, εξετάζει αναλυτικότερα ορισμένες περιπτώσεις, στις οποίες εκφράστηκαν ανησυχίες εκ μέρους των εθνικών κοινοβουλίων όσον αφορά την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας, και επομένως συμπληρώνει την ανάλυση του νέου μηχανισμού ελέγχου της επικουρικότητας.

[3] http://ec.europa.eu/dgs/secretariat_general/relations/relations_other/npo/index_el.htm

[4] Πρόταση σχετικά με τις χρηματοδοτικές συνεισφορές της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Διεθνές Ταμείο για την Ιρλανδία (2007-2010) - COM(2010)12.

[5] Γνώμη της Πολωνικής Γερουσίας σχετικά με πρόταση της Επιτροπής για την αναθεώρηση του κανονισμού Frontex - http://ec.europa.eu/dgs/secretariat_general/relations/relations_other/npo/poland/2010_en.htm

[6] Περιλαμβάνουν τέσσερις γνώμες που υποβλήθηκαν 8 εβδομάδες μετά τη λήξη της προθεσμίας ή δεν εγκρίθηκαν από τα αντίστοιχα κοινοβουλευτικά σώματα σύμφωνα με τους οικείους κανόνες.

[7] Για πλήρη κατάλογο βλ. την έκθεση της Επιτροπής για την επικουρικότητα και την αναλογικότητα –18η έκθεση «Βελτίωση της νομοθεσίας» για το 2010.

[8] Οι περισσότερες από τις προτάσεις αυτές αφορούσαν προτάσεις που αποσκοπούν στην εναρμόνιση του γεωργικού κεκτημένου με τα άρθρα 290 και 291 της συνθήκης της Λισαβόνας.

[9] COM(2010) 379.

[10] Τα δύο ολλανδικά σώματα έστειλαν κοινή γνώμη, οπότε διατυπώθηκαν συνολικά οκτώ γνώμες από εννέα κοινοβουλευτικά σώματα.

[11] Πρωτόκολλο 2, άρθρο 5.

[12] Βλ. επίσης την έκθεση της Επιτροπής για την επικουρικότητα και την αναλογικότητα –18η έκθεση «Βελτίωση της νομοθεσίας» για το 2010.

[13] Το άρθρο 289 ορίζει ότι οι νομοθετικές πράξεις αποτελούν νομικές πράξεις που εκδίδονται με νομοθετική διαδικασία, ενώ η νομοθετική διαδικασία δύναται να είναι συνήθης ή ειδική νομοθετική διαδικασία. Συνεπώς, όταν η νομική βάση της Συνθήκης δεν αναφέρει ρητά μία από τις νομοθετικές διαδικασίες, συνήθη ή ειδική, τυπικά η εν λόγω πράξη δεν αποτελεί νομοθετική πράξη.

[14] Άρθρο 3 ΣΛΕΕ.

[15] Βλ. πίνακα του παραρτήματος 1.

[16] Βλ. πίνακα του παραρτήματος 2.

[17] COM(2010) 379.

[18] COM(2010) 368.

[19] COM(2009)622 και COM(2010)119.

[20] COM(2010) 365.

[21] COM(2009)647 και COM(2010)2020.

[22] COM (2010) 250, COM(2010) 367 και COM(2010) 522-527.

[23] Βλ. τον πίνακα του παραρτήματος 3.

[24] http://ec.europa.eu/yourvoice/consultations/index_en.htm.

[25] Βλ. ετήσια έκθεση 2009 για τις σχέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των εθνικών κοινοβουλίων [COM(2010) 291].

[26] Βλ. επίσης την έκθεση της Επιτροπής για την επικουρικότητα και την αναλογικότητα – 18η έκθεση «Βελτίωση της νομοθεσίας» για το 2010.

[27] Τα δύο ισπανικά κοινοβουλευτικά σώματα απέστειλαν κοινή γνώμη, οπότε συνολικά εστάλησαν οκτώ γνώμες από εννέα κοινοβουλευτικά σώματα.

[28] PV(2010) 1920 τελικό

[29] Διάσκεψη των Προέδρων Επιτροπών Εξωτερικών Υποθέσεων.

[30] Δίκτυο ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με την ΕΕ μεταξύ των εθνικών κοινοβουλίων.

[31] Άρθρα 88 και 85 της ΣΛΕΕ.

[32] COM(2010) 776.

[33] Περιλαμβάνουν τέσσερις γνώμες που υποβλήθηκαν 8 εβδομάδες μετά τη λήξη της προθεσμίας ή δεν εγκρίθηκαν από τα αντίστοιχα κοινοβουλευτικά σώματα σύμφωνα με τους οικείους κανόνες.

[34] Περιλαμβανομένης της πρωτοβουλίας πολιτών και της στρατηγικής «Ευρώπη 2020».

Top