Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009IE1710

    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις ευρωπαϊκές πολιτικές και την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί μετανάστευσης» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

    ΕΕ C 128 της 18.5.2010, p. 29–35 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    18.5.2010   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    C 128/29


    Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις ευρωπαϊκές πολιτικές και την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί μετανάστευσης»

    (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)

    (2010/C 128/06)

    Εισηγητής: ο κ. Luis Miguel PARIZA CASTAÑOS

    Στις 26 Φεβρουαρίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:

    «Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις ευρωπαϊκές πολιτικές και την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί μετανάστευσης»

    Το ειδικευμένο τμήμα «Απασχόληση, κοινωνικές υποθέσεις, δικαιώματα του πολίτη», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 15 Οκτωβρίου 2009 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Luís Miguel Pariza Castaños.

    Κατά την 457η σύνοδο ολομέλειας, της 4ης και 5ης Νοεμβρίου 2009 (συνεδρίαση της 4ης Νοεμβρίου 2009), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε ομόφωνα την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1.   Παρουσίαση και ιστορικό

    1.1.   Η ΕΟΚΕ αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας, με το αίτημα οι πολιτικές και η νομοθεσία της ΕΕ περί μετανάστευσης και συνόρων να σέβονται δεόντως τα ανθρώπινα δικαιώματα και να τοποθετούν την ελευθερία και ασφάλεια όλων των προσώπων στο επίκεντρο της προσοχής.

    1.2.   Με μεγάλες πολιτικές δυσκολίες στους κόλπους του Συμβουλίου, η ΕΕ αποκτά σταδιακά ένα κοινό νομοθετικό πλαίσιο για θέματα μετανάστευσης, το οποίο παρέχει υπερεθνικά δικαιώματα και εγγυήσεις και προχωρά πέρα από τις μεταβαλλόμενες (και ενίοτε περιοριστικές) νομοθεσίες των κρατών μελών. Η ΕΟΚΕ αξιολογεί θετικά τις προόδους που έχουν σημειωθεί, καθότι η εκπόνηση κοινής νομοθεσίας για είκοσι επτά κράτη μέλη, σε έναν τόσο ευαίσθητο τομέα όπως η μετανάστευση, δεν είναι εύκολο έργο.

    1.3.   Ωστόσο, ο χαρακτήρας ελάχιστης εναρμόνισης, που εφαρμόζεται σε πολλούς από τους κανόνες αυτούς, δυσχεραίνει και περιορίζει την καθιέρωση πλήρους και αρμόζουσας εγγύησης της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Επιπλέον, σε ορισμένα κράτη μέλη, η μεταφορά των ευρωπαϊκών οδηγιών στην εθνική νομοθεσία δεν γίνεται σωστά από άποψη προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

    1.4.   Κατά τα τελευταία χρόνια, η ΕΟΚΕ έχει εκδώσει διάφορες γνωμοδοτήσεις όπου υποστηρίζει ότι η κοινή μεταναστευτική πολιτική πρέπει να στηρίζεται σε μια ολοκληρωμένη θεώρηση, που θα λαμβάνει υπόψη όχι μόνο τις ανάγκες των κρατών μελών της ΕΕ και τη συνεργασία με τις χώρες προέλευσης, αλλά και τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μεταναστών.

    1.5.   Στις 16 Οκτωβρίου 2008, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για τη μετανάστευση και το άσυλο, που αντιπροσωπεύει μια ισχυρή πολιτική δέσμευση της ΕΕ να προωθήσει περαιτέρω την κοινή μεταναστευτική πολιτική. Κατά την Σουηδική Προεδρία, η ΕΕ θα υιοθετήσει το Πρόγραμμα της Στοκχόλμης (1).

    1.6.   Προβλέπεται, επίσης, να τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη της Λισσαβώνας, που μπορεί να δώσει νέα ώθηση στην ανάπτυξη των μεταναστευτικών πολιτικών, καθώς θα υιοθετούνται με την συνήθη νομοθετική διαδικασία, και που θα προσδώσει δεσμευτικό νομικό χαρακτήρα στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων (στο εξής: ο Χάρτης).

    1.7.   Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, η ΕΟΚΕ ενίσχυσε τη συνεργασία της με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και καθιέρωσε έναν σταθερό σύνδεσμο συμμετοχής μέσω του Ευρωπαϊκού Φόρουμ Ένταξης (2). Η ΕΟΚΕ έχει αναλάβει μια πολύ σημαντική δέσμευση προκειμένου οι πολιτικές που αφορούν την ένταξη να αναπτύσσονται με την συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών.

    1.8.   Η ΕΟΚΕ παρατηρεί με ανησυχία το γεγονός ότι εντείνεται την Ευρώπη η μισαλλοδοξία, ο ρατσισμός και η ξενοφοβία έναντι των μεταναστών, έναντι του «διαφορετικού», εκφράζει δε τον φόβο μήπως οι κοινωνικές επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης επιτείνουν ακόμη περισσότερο αυτά τα φαινόμενα. Οι πολιτικοί ιθύνοντες, οι κοινωνικοί ηγέτες και τα μέσα επικοινωνίας πρέπει να ενεργούν με ύψιστη συναίσθηση ευθύνης και να υιοθετήσουν μια παιδαγωγική προσέγγιση σε θέματα πολιτικά και κοινωνικά, ώστε να προλαμβάνονται τέτοιου είδους συμπεριφορές. Η παιδεία σε θέματα ανθρώπινων αξιών, θεμελιωδών δικαιωμάτων, ισότητας και μη διακρίσεων πρέπει να αποκτήσει πιο σημαντική θέση στα προγράμματα σπουδών της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

    2.   Τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και οι πολιτικές για τη μετανάστευση

    2.1.   Στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μεταξύ των διαφόρων υφιστάμενων διεθνών μηχανισμών, διακηρύσσεται η καθολικότητα ενός κοινού συστήματος αρχών και αξιών.

    2.2.   Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΑΔ), που έχει υπογραφεί από όλα τα κράτη μέλη, και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (TEDH) συνιστούν τη βάση και προσφέρουν την εγγύηση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ολόκληρη την επικράτεια της ΕΕ.

    2.3.   Το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΚ) έχει αναγνωρίσει ότι η ΕΣΑΔ και η νομολογία του TEDH αποτελούν συστατικό στοιχείο της κοινοτικής έννομης τάξης και συνιστούν γενικές αρχές που ισχύουν εντός αυτής.

    2.4.   Αυτό επιβεβαιώθηκε στο άρθρο 6 της Συνθήκης της ΕΕ (ΣΕΕ), το οποίο ενίσχυσε την εξασφάλιση της προάσπισης των θεμελιωδών δικαιωμάτων εντός του ευρωπαϊκού νομικού συστήματος και την αρμοδιότητα του ΔΕΚ να εγγυάται τον σεβασμό των δικαιωμάτων αυτών κατά την δράση των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων και των κρατών μελών εντός του πεδίου του κοινοτικού δικαίου.

    2.5.   Παρά το γεγονός ότι ο έλεγχος της εισόδου και η χορήγηση αδειών διαμονής στους υπηκόους τρίτων χωρών υπάγεται στα κυριαρχικά δικαιώματα του εκάστοτε κράτους, η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι τα κράτη οφείλουν να τηρούν τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις ευρωπαϊκές και τις διεθνείς πράξεις και συμβάσεις σχετικά με τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και την ερμηνεία (και ανάπτυξη) που τους έχει δοθεί από τα αρμόδια δικαιοδοτικά όργανα.

    2.6.   Στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ (3) έχουν περιληφθεί νέα δικαιώματα, που δεν προβλέπονταν στην ΕΣΑΔ. Επιπλέον, πολλά από τα δικαιώματα αυτά είναι ανεξάρτητα από την εθνικότητα των προσώπων. Ο Χάρτης θα αποκτήσει δεσμευτική ισχύ όταν επικυρωθεί η Συνθήκη της Λισσαβώνας, γεγονός που θα ενισχύσει την νομική ασφάλεια της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων των προσώπων. Ο Χάρτης θα δεσμεύει τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και τα κράτη μέλη, ιδίως κατά την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας, και θα ενισχύσει τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων σε ζητήματα που σχετίζονται με τη μετανάστευση.

    2.7.   Με την έναρξη της ισχύος της Συνθήκης της Λισσαβώνας, η Ένωση θα έχει τη δυνατότητα να προσχωρήσει στην ΕΣΑΔ, γεγονός που θα ενισχύσει τη δέσμευση της ΕΕ υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

    2.8.   Η ΕΟΚΕ υποστήριξε επίσης την ίδρυση Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (4). Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υιοθέτησε το 2008 το πολυετές πλαίσιο του Οργανισμού, που προβλέπει εννέα θεματικά πεδία, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται: ο ρατσισμός και η ξενοφοβία· οι διακρίσεις· το άσυλο· η μετανάστευση και η ένταξη· οι θεωρήσεις και οι έλεγχοι στα σύνορα. Η ΕΟΚΕ επιθυμεί να συμμετάσχει στις εργασίες του Οργανισμού ώστε να ενισχύσει το ρόλο της οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών στις δραστηριότητές του.

    2.9.   Παρά την ύπαρξη, όμως, των προαναφερθέντων κοινοτικών μηχανισμών και δομών, πολλές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και εκθέσεις ανεξάρτητων ερευνητών και ακαδημαϊκών αποδεικνύουν ότι ορισμένες εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές και νομοθεσίες δεν σέβονται δεόντως τα θεμελιώδη δικαιώματα.

    2.10.   Στο πεδίο των κοινοτικών πολιτικών, υπάρχουν επίσης πολλές εκθέσεις που καταγγέλλουν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των μεταναστών σε διάφορα κράτη μέλη, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, οι ευρωπαϊκές πολιτικές νομιμοποιούν ορισμένες εθνικές πρακτικές που δεν συμβιβάζονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου.

    2.11.   Η ΕΟΚΕ, σε πρόσφατη γνωμοδότησή της (5), υποστηρίζει την άποψη ότι «η πολιτική και η νομοθεσία για τη μετανάστευση οφείλουν να σέβονται πλήρως τα ανθρώπινα δικαιώματα όλων των ατόμων, την ισότητα μεταχείρισης και την αποφυγή των διακρίσεων. Προκειμένου να ενισχυθεί ο στόχος αυτός, η ΕΟΚΕ προτείνει να συμπεριληφθούν δύο νέες κοινές αρχές» στην μελλοντική ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική, έτσι όπως αυτή θα προβλεφθεί στο Πρόγραμμα της Στοκχόλμης: «θεμελιώδη δικαιώματα, αφενός· κράτος δικαίου και θεμελιώδεις ελευθερίες, αφετέρου».

    2.12.   Τα θεμελιώδη δικαιώματα θα έπρεπε να αναγνωρίζονται σε όλα τα άτομα, και όχι μόνο στους πολίτες της Ένωσης. Οι αιτούντες άσυλο και οι μετανάστες προστατεύονται από την ΕΣΑΔ και τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακόμη, η ευρωπαϊκή νομοθεσία για τη μετανάστευση και τα σύνορα, καθώς και η νομολογία του ΔΕΚ, προσφέρουν ένα σύνολο εγγυήσεων και δικαιωμάτων που υπερβαίνουν την διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών.

    2.13.   Η ΕΟΚΕ έχει επίσης εκφράσει την άποψη (6) ότι, στο πλαίσιο της εξωτερικής πολιτικής, η ΕΕ οφείλει να προωθήσει «ένα διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο για τη μετανάστευση, με βάση την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το Σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα και το Σύμφωνο για τα οικονομικά, κοινωνικά και μορφωτικά δικαιώματα.» Το εν λόγω διεθνές ρυθμιστικό πλαίσιο θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει τις κυριότερες συμβάσεις της ΔΟΕ και την Διεθνή Σύμβαση του ΟΗΕ για την προστασία των δικαιωμάτων των διακινούμενων εργαζομένων και των μελών των οικογενειών τους, η οποία δεν έχει ακόμη επικυρωθεί από τα κράτη μέλη της ΕΕ, παρότι η ΕΟΚΕ έχει εκδώσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας όπου προτείνει την επικύρωσή της (7).

    2.14.   Στο Πρόγραμμα για την Ευρώπη (8), η ΕΟΚΕ προτείνει επίσης να γίνονται σεβαστά τα θεμελιώδη δικαιώματα και τα ανθρώπινα δικαιώματα στις πολιτικές της ΕΕ, και όλως ιδιαιτέρως στις πολιτικές για τη μετανάστευση και το άσυλο.

    2.15.   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι αξίες και οι αρχές της ΕΕ, η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των ελευθεριών, πρέπει να ενισχυθούν χάρη σε μια εμφανή και ισχυρή πολιτική αρχή σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γι’ αυτό και υποστηρίζει την πρόταση του Προέδρου της Επιτροπής κ. Durão Barroso να συσταθεί χαρτοφυλάκιο Ευρωπαίου Επιτρόπου αρμόδιου για θέματα δικαιοσύνης, θεμελιωδών δικαιωμάτων και πολιτικών ελευθεριών. Η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι θα εκχωρηθούν στην αρχή αυτή τα πολιτικά μέσα και οι οργανωτικοί και χρηματοδοτικοί πόροι που απαιτούνται για την εκπλήρωση μιας τόσο σπουδαίας αποστολής.

    2.16.   Ωστόσο, η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η μετανάστευση και το άσυλο δεν εντάσσονται στο χαρτοφυλάκιο αυτό, αλλά υπάγονται, μαζί με τα θέματα εσωτερικής ασφάλειας, στην ευθύνη άλλου Επιτρόπου. Το να συνδέεται η μετανάστευση με την ασφάλεια και να διαχωρίζεται από την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων συνιστά λάθος πολιτικό μήνυμα.

    3.   Η καθολικότητα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

    3.1.   Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα ενώπιον μιας μεγάλης πρόκλησης: να εξασφαλίσει στο κάθε άτομο τα ανθρώπινα δικαιώματα, μέσα στα πλαίσια της έννομης τάξης της ΕΕ και των κρατών μελών, η οποία εδράζεται στην παραδοσιακή έννοια του πολίτη — που δεν αναγνωρίζει κάποια από τα δικαιώματα αυτά στους «μη πολίτες» — και στην νομική διάκριση μεταξύ πολίτη και αλλοδαπού, μεταξύ νόμιμου και μη νόμιμου μετανάστη.

    3.2.   Οι ευρωπαϊκές νομοθεσίες περί μετανάστευσης δεν εγγυώνται δεόντως ότι ο μετανάστης είναι υποκείμενο δικαίου και δικαιούται προστασίας. Ο αυστηρός νομικός δεσμός μεταξύ άδειας εργασίας και άδειας διαμονής καθιστά σαφές ότι ο μετανάστης δεν αντιμετωπίζεται ως πρόσωπο, αλλά ως εργατικό δυναμικό, δηλαδή ως μέσον στην υπηρεσία της αγοράς εργασίας, και, όταν παύει να είναι αναγκαίος, χάνει τη δυνατότητα νόμιμης διαμονής. Και, κατ’ επέκταση, χάνει πολλά από τα δικαιώματά του, λόγω αλλαγής του διοικητικού καθεστώτος του: καθίσταται αλλοδαπός «χωρίς χαρτιά».

    3.3.   Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι καθολικά, αναφαίρετα και προστατεύουν όλα τα άτομα, ανεξάρτητα από το νομικό τους καθεστώς.

    4.   Τα ανθρώπινα δικαιώματα και η μεταναστευτική πολιτική: Δέκα προτεραιότητες δράσης για να καταστεί η Ευρώπη ένας χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης

    4.1.   Η Ευρώπη των δικαιωμάτων

    4.1.1.   Κατά τα τελευταία χρόνια, η προάσπιση και προώθηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει ατονήσει στην ατζέντα της ΕΕ. Η πολιτική προτεραιότητα ήταν η ασφάλεια των κρατών, η οποία γινόταν αντιληπτή ως ασυμβίβαστη με την ανάπτυξη της ελευθερίας και την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

    4.1.2.   Οι πολιτικές που υιοθετούνται σε θέματα ασφάλειας πρέπει να διαφυλάσσουν τις αξίες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης. Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η βάση για τις πολιτικές αυτές πρέπει να είναι η προάσπιση των θεμελιωδών δικαιωμάτων που εγγυώνται η ΕΣΑΔ και ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

    4.1.3.   Η ενίσχυση της ασφάλειας δεν πρέπει να πλήττει τις θεμελιώδεις αξίες (ανθρώπινα δικαιώματα και δημόσιες ελευθερίες) και τις δημοκρατικές αρχές (κράτος δικαίου) που είναι κοινές σε ολόκληρη την Ένωση. Η ελευθερία του ατόμου δεν πρέπει να περιορίζεται από τον στόχο της ασφάλειας του συνόλου και του κράτους. Ορισμένες πολιτικές προτάσεις επαναλαμβάνουν ένα σφάλμα που διαπράχθηκε σε παλαιότερες εποχές: θυσιάζουν την ελευθερία στο βωμό της ασφάλειας.

    4.1.4.   Από αυτή την άποψη, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την ανακοίνωση της Επιτροπής του Ιουνίου του 2009 με τίτλο «Ένας χώρος ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης στην υπηρεσία των πολιτών», η οποία θέτει ως προτεραιότητα την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των ευρωπαίων πολιτών.

    4.1.5.   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να προαγάγει, από τα πρώτα στάδια ήδη της νομοθετικής διαδικασίας, ένα «πνεύμα των θεμελιωδών δικαιωμάτων», από το οποίο να διαπνέεται και η μεταναστευτική πολιτική. Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων πρέπει να συνιστά κοινό στόχο όλων των κοινοτικών θεσμικών οργάνων (9). Αυτό θα πρέπει να υποστηρίζεται από ένα κοινό ευρωπαϊκό σύστημα τακτικής αξιολόγησης (εκ των υστέρων) της εφαρμογής των ευρωπαϊκών πολιτικών που υιοθετούνται σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, όσον αφορά τη συμβατότητα της εφαρμογής αυτής με τα θεμελιώδη δικαιώματα και την αποτελεσματικότητά της (10). Η ΕΟΚΕ και η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών θα έπρεπε να αναλάβουν επίσης καθοριστικό ρόλο στην αξιολόγηση αυτή.

    4.2.   Νομοθεσία περί εισδοχής

    4.2.1.   Η ΕΟΚΕ έχει ήδη ζητήσει να αποκτήσει η ΕΕ μια κοινή μεταναστευτική πολιτική και μια εναρμονισμένη νομοθεσία. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη χρειάζονται μια ανοιχτή νομοθεσία που να επιτρέπει την εισδοχή μεταναστών για εργασιακούς λόγους μέσα από νόμιμες και διαφανείς οδούς, τόσο για τους εργαζόμενους με υψηλού επιπέδου κατάρτιση όσο και για τις λιγότερο εξειδικευμένες δραστηριότητες. Έτσι θα προστατεύονται δεόντως τα δικαιώματα των μεταναστών.

    4.2.2.   Η ΕΟΚΕ έχει προτείνει μια οριζόντια νομοθεσία, όμως τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και το Συμβούλιο αποφάσισαν να καταρτίσουν ειδικές οδηγίες για συγκεκριμένες ομάδες μεταναστών, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις διακρίσεων.

    4.2.3.   Η ΕΟΚΕ, στις γνωμοδοτήσεις που εκδίδει σχετικά με τις διάφορες νομοθετικές πρωτοβουλίες της Επιτροπής, προσπαθεί να εξασφαλίζει μια συνολική συνεκτικότητα και να διασφαλίζει την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων, καθώς και την ισότητα ευκαιριών και την απουσία διακρίσεων, όποια κι εάν είναι η επαγγελματική κατηγορία των μεταναστών εργαζομένων.

    4.3.   Τα δικαιώματα των μεταναστών εργαζομένων και των οικογενειών τους

    4.3.1.   Η βάση πρέπει να είναι η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων (άρθρο 21 του Χάρτη). Ο μετανάστης εργαζόμενος, όποιο κι εάν είναι το χρονικό διάστημα για το οποίο έχει άδεια διαμονής και εργασίας, πρέπει να έχει τα ίδια οικονομικά, εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα με τους λοιπούς εργαζομένους. Αυτό συμφωνεί και με το άρθρο 15 παράγραφος 3 του Χάρτη, σύμφωνα με το οποίο «Οι υπήκοοι τρίτων χωρών που έχουν άδεια να εργάζονται στο έδαφος των κρατών μελών δικαιούνται συνθηκών εργασίας αντίστοιχων με εκείνες που απολαύουν οι πολίτες της Ένωσης».

    4.3.2.   Η ισότητα μεταχείρισης στην εργασία αφορά τις συνθήκες εργασίας, τους μισθούς, τις απολύσεις, την υγιεινή και ασφάλεια στο χώρο εργασίας και τα δικαιώματα συνδικαλιστικής οργάνωσης και απεργίας.

    4.3.3.   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι πρέπει να προαχθεί η ισότητα μεταχείρισης και σε άλλα κοινωνικά και θεμελιώδη δικαιώματα, όπως έχει προτείνει σε παλαιότερη γνωμοδότησή της: «Ειδικότερα η ΕΟΚΕ προτείνει ένα σύνολο δικαιωμάτων που θα πρέπει να χορηγηθούν στους υπηκόους τρίτων χωρών που εργάζονται προσωρινά νομίμως» (11), όπως είναι τα εξής:

    Δικαίωμα στην κοινωνική πρόνοια, συμπεριλαμβανομένης της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης

    Δικαίωμα πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της στέγασης (άρθρα 34 και 35 του Χάρτη)

    Πρόσβαση στην εκπαίδευση και στην επαγγελματική κατάρτιση (άρθρο 14 του Χάρτη)

    Αναγνώριση διπλωμάτων, πιστοποιητικών και τίτλων εντός του πλαισίου της κοινοτικής νομοθεσίας

    Αναγνώριση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των διακινούμενων εργαζομένων που είναι αποσπασμένοι στην ΕΕ (12)

    Δικαίωμα στην εκπαίδευση των ανηλίκων, συμπεριλαμβανομένων των ενισχύσεων και υποτροφιών σπουδών

    Δικαίωμα δωρεάν δικαστικής αρωγής σε περίπτωση ανάγκης (άρθρο 47 του Χάρτη)

    Δικαίωμα πρόσβασης σε δωρεάν υπηρεσίες ευρέσεως εργασίας (δημόσια υπηρεσία)

    Δικαίωμα σε μαθήματα εκμάθησης της γλώσσας της κοινωνίας υποδοχής

    Σεβασμός της πολιτιστικής, θρησκευτικής και γλωσσικής πολυμορφίας (άρθρο 22 του Χάρτη)

    Δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης και διαμονής εντός του κράτους μέλους.

    4.3.4.   Η δυνατότητα άσκησης των θεμελιωδών δικαιωμάτων προϋποθέτει την ύπαρξη δημόσιων υπηρεσιών που έχουν καταστεί ικανές να τα σέβονται (μέσα, κατάρτιση προσωπικού), και οι εκπρόσωποι των οποίων υποχρεούνται από τον νόμο να συμπεριφέρονται με ανεξαρτησία και ουδετερότητα έναντι των προσώπων. Η ΕΟΚΕ ωστόσο διατηρεί αμφιβολίες για τα δημοσιονομικά μέσα που διαθέτουν τα κράτη μέλη της ΕΕ κατά την περίοδο της παρούσας κρίσης, όπως και για το ύψος των κονδυλίων που είναι διατεθειμένα να χορηγήσουν, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την αποτελεσματική προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ιδίως όσον αφορά τους μετανάστες.

    4.3.5.   Η ΕΟΚΕ διαφωνεί με την πρόταση της οδηγίας-πλαισίου (13), η οποία παρέχει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να περιορίζουν αποκλειστικά σε εκείνους που κατέχουν όντως θέση απασχόλησης το δικαίωμα ίσης μεταχείρισης ως προς ορισμένες εργασιακές συνθήκες (αμοιβή και απόλυση, υγιεινή και ασφάλεια στο χώρο εργασίας, κοινωνική πρόνοια) και ως προς την ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι και το δικαίωμα στην απεργία. Οι περιορισμοί αυτοί αντιβαίνουν προς την αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων και προς το άρθρο 12 του Χάρτη.

    4.3.6.   Η ΕΟΚΕ χαιρετίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής να προτείνει Ευρωπαϊκό Κώδικα της Μετανάστευσης, που αναμένεται να κατοχυρώνει τα θεμελιώδη δικαιώματα και εγγυήσεις που αναγνωρίζονται σε όλους τους μετανάστες στην ΕΕ.

    4.4.   Οικογενειακή επανένωση

    4.4.1.   Το δικαίωμα στην οικογενειακή ζωή είναι ένα από τα ανθρώπινα δικαιώματα που η ΕΕ και τα κράτη μέλη οφείλουν να προασπίζουν και να εξασφαλίζουν στις πολιτικές και τις νομοθεσίες περί μετανάστευσης (14).

    4.4.2.   Ο χαρακτήρας ελάχιστης εναρμόνισης της οδηγίας 2003/86 σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης παρέχει τη δυνατότητα να μην εξασφαλίζεται πλήρως, στην εθνική νομοθεσία ορισμένων κρατών, το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης των υπηκόων τρίτων χωρών. Αυτό αναγνωρίζεται στην έκθεση της Επιτροπής σχετικά με την μεταφορά της οδηγίας στις εθνικές νομοθεσίες (15), όπου αμφισβητείται κατά πόσον η εφαρμογή μέτρων ένταξης ως προϋπόθεση για την εισδοχή στην επικράτεια είναι συμβατή με το δικαίωμα στον σεβασμό της οικογενειακής ζωής (άρθρο 7 του Χάρτη) και με την αρχή της αναλογικότητας.

    4.4.3.   Η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι η οδηγία για την μπλε κάρτα υιοθετεί μια προσέγγιση της οικογενειακής επανένωσης λιγότερο περιοριστική απ’ ό,τι η οδηγία 2003/86. Η προσέγγιση αυτή θα πρέπει να επεκταθεί σε όλες τις κατηγορίες μεταναστών, ανεξάρτητα από το υψηλό ή χαμηλό επίπεδο προσόντων τους.

    4.4.4.   Κατά συνέπεια, η ΕΟΚΕ προτείνει στην Επιτροπή να καταρτίσει, εντός του 2010, πρόταση τροποποίησης της οδηγίας 2003/86.

    4.5.   Σύνορα και λαθρομετανάστευση

    4.5.1.   Η ΕΟΚΕ εκφράζει την επιθυμία η αποτελεσματικότητα των συνοριακών ελέγχων να μην παραβιάζει το θεμελιώδες δικαίωμα στο άσυλο (άρθρο 18 του Χάρτη) και την αρχή της «μη απομάκρυνσης», σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται να απομακρύνεται ένα άτομο προς έδαφος όπου διατρέχει κίνδυνο η ζωή ή η ελευθερία του (άρθρο 19 του Χάρτη). Πολλά άτομα που χρήζουν διεθνούς προστασίας φθάνουν στα εξωτερικά σύνορα μέσω λαθραίων οδών. Οι αρχές οφείλουν να εξασφαλίζουν ότι τα άτομα αυτά θα μπορούν να υποβάλλουν αίτηση προστασίας και ότι αυτή θα εξετάζεται, χωρίς εξαιρέσεις, σύμφωνα με τις ευρωπαϊκές και τις διεθνείς συμβάσεις και με την κοινοτική και την εκάστοτε εθνική νομοθεσία.

    4.5.2.   Η ΕΟΚΕ προτείνει, προτού ενισχυθούν οι επιχειρησιακές αρμοδιότητες του οργανισμού FRONTEX, να διενεργηθεί ανεξάρτητη αξιολόγηση όσον αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατά τις κοινές επιχειρήσεις συνοριακών ελέγχων, και να ενισχυθεί ο εθνικός και ο ευρωπαϊκός κοινοβουλευτικός έλεγχος. Πρέπει επίσης να αξιολογηθεί η συμβατότητα με τις εγγυήσεις που περιλαμβάνονται στον «Κώδικα Συνόρων του Σένγκεν», και ειδικότερα στα άρθρα 6 και 13.

    4.5.3.   Τα μέτρα ελέγχου και εποπτείας της ΕΕ για τη λαθρομετανάστευση επεκτείνονται γεωγραφικά πέραν των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ, με τη διενέργεια κοινών επιχειρήσεων στην Αφρική. Η Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και διάφορες ΜΚΟ έχουν επισημάνει την απουσία εγγυήσεων όσον αφορά τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όταν οι συνοριακοί έλεγχοι διενεργούνται εκτός της επικράτειας της ΕΕ.

    4.5.4.   Η ευρωπαϊκή στρατηγική για τους συνοριακούς ελέγχους κάνει εντατική χρήση της τεχνολογίας για την ασφάλεια. Εντούτοις, η δημιουργία βάσεων δεδομένων που διαχειρίζονται μεγάλο όγκο προσωπικών στοιχείων (σύστημα πληροφοριών Σένγκεν SIS-I, Σύστημα Πληροφοριών για τις Θεωρήσεις VIS κ.ά.) χρησιμοποιείται για τη διαμόρφωση κατηγοριών «γενικών εικόνων» των ατόμων βάσει εθνοτικής καταγωγής και πολιτισμικών/θρησκευτικών στοιχείων, γεγονός που γεννά προκλήσεις όσον αφορά την τήρηση της απαγόρευσης των διακρίσεων που προβλέπεται στο άρθρο 21 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

    4.5.5.   Ομοίως, το σύστημα που προτείνεται στη δέσμη μέτρων για τη διαχείριση των συνόρων, που παρουσίασε η Επιτροπή το 2008 (16), προκαλεί αμφιβολίες ως προς την αναλογικότητα και τον εύλογο χαρακτήρα του, στοιχεία καθοριστικά για κάθε νέα νομοθεσία της ΕΕ, ενώ γεννά εξίσου σοβαρές ανησυχίες ως προς τον τρόπο κατά τον οποίο το δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων (άρθρο 8 του Χάρτη) και η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων, που προβλέπεται στο άρθρο 13 της Συνθήκης ΕΚ, θα εξασφαλίζονται πλήρως κατά τη χρήση ορισμένων τεχνολογικών συστημάτων (λ.χ. σύστημα αυτοματοποιημένων διαδικασιών των συνοριακών ελέγχων).

    4.5.6.   Για να εξασφαλιστεί ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρέπει να βελτιωθεί η αλληλεγγύη της ΕΕ έναντι των κρατών μελών που, λόγω γεωγραφικής θέσης, καλούνται να παράσχουν φροντίδα σε πολυάριθμα άτομα, τα οποία φθάνουν μέσω λαθραίων οδών και είναι θύματα των εγκληματικών δικτύων εμπορίας ανθρώπων και σωματεμπορίας. Η ΕΟΚΕ προτείνει να τεθεί σε λειτουργία η ευρωπαϊκή υπηρεσία για τη στήριξη του δικαιώματος παροχής ασύλου.

    4.5.7.   Η ΕΕ οφείλει επίσης να προωθήσει τη συνεργασία με τις χώρες προέλευσης, προκειμένου να βελτιωθεί ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να προλαμβάνεται η λαθρομετανάστευση, να προωθείται η έννομη μετανάστευση και να παταχθούν τα εγκληματικά δίκτυα εμπορίας ανθρώπων και σωματεμπορίας.

    4.6.   Επιστροφή και επανεισδοχή

    4.6.1.   Η οδηγία για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών (17) θα προσφέρει ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο νομικών και διαδικαστικών εγγυήσεων προστασίας (18), το οποίο επικροτεί η ΕΟΚΕ, όπως, για παράδειγμα, την εγγύηση του δικαιώματος άσκησης προσφυγής έναντι αποφάσεων επιστροφής ενώπιον δικαιοδοτικού οργάνου, διοικητικής αρχής ή άλλου ανεξάρτητου αρμόδιου οργάνου, καθώς και την δωρεάν νομική αρωγή ή/και εκπροσώπηση, ορισμένες εγγυήσεις εν αναμονή της επιστροφής, τις συνθήκες κράτησης κ.ο.κ.

    4.6.2.   Εντούτοις, η ΕΟΚΕ συμμερίζεται την άποψη πολυάριθμων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων του Συμβουλίου ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών (19), οι οποίοι επισημαίνουν κάποιες αντιθέσεις μεταξύ του κοινού καθεστώτος που θεσπίζει η οδηγία και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μεταναστών. Θα χρειαστεί λεπτομερής παρακολούθηση κατά τη μεταφορά της οδηγίας σε εθνικό επίπεδο και την εφαρμογή των μέτρων απομάκρυνσης, κράτησης, άσκησης προσφυγής και μεταχείρισης των ευάλωτων ατόμων.

    4.6.3.   Η ΕΟΚΕ προτείνει η ευρωπαϊκή πολιτική για την επιστροφή να αναπτύξει τον εθελοντικό χαρακτήρα και τον ύψιστο σεβασμό των ανθρωπιστικών αξιών. Από αυτό εξαρτάται η αναγνώριση της νομιμότητας και της αξιοπιστίας της ευρωπαϊκής μεταναστευτικής πολιτικής στο εξωτερικό. Για παράδειγμα, οι εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 4 της οδηγίας (έννοια του «κινδύνου διαφυγής») μπορούν να καταργήσουν τον εθελοντικό χαρακτήρα της επιστροφής, λόγω της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στα κράτη μέλη κατά τη μεταφορά τους στην εθνική νομοθεσία και την ερμηνεία τους. Ακόμη, η οδηγία δεν εξασφαλίζει κατάλληλη προστασία στα πρόσωπα που βρίσκονται εκτεθειμένα σε νομικό κενό εν αναμονή απομάκρυνσης, ούτε όσον αφορά τις προϋποθέσεις που δικαιολογούν την κράτηση (20), η οποία μπορεί να έχει μέχρι και εξάμηνη διάρκεια (με δυνατότητα παράτασης έως και δώδεκα επιπλέον μηνών) (21).

    4.6.4.   Δυνάμει του άρθρου 19 του Χάρτη, απαγορεύονται ρητώς οι ομαδικές απελάσεις, ενώ εξασφαλίζεται ότι «κανείς δεν μπορεί να απομακρυνθεί, να απελαθεί ή να εκδοθεί προς κράτος όπου διατρέχει σοβαρό κίνδυνο να του επιβληθεί η ποινή του θανάτου ή να υποβληθεί σε βασανιστήρια ή άλλη απάνθρωπη ή εξευτελιστική ποινή ή μεταχείριση» – αρχή της μη απομάκρυνσης (άρθρα 4 και 19 του Χάρτη). Η οδηγία ενισχύει τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ωστόσο, η UNHCR και πολλές ΜΚΟ έχουν καταγγείλει πρακτικές ομαδικών απελάσεων και απελάσεων λαθρομεταναστών και αιτούντων άσυλο προς χώρες όπου παραβιάζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

    4.6.5.   Η ΕΟΚΕ υπενθυμίζει ότι τα άρθρα 3, 5, 6, 8 και 13 της ΕΣΑΔ και τα άρθρα 3, 4, 19, 24 και 47 του Χάρτη περιλαμβάνουν διατάξεις εφαρμοστέες σε μια ευρωπαϊκή πολιτική για τη λαθρομετανάστευση, με ιδιαίτερη έμφαση στην προστασία σε περιπτώσεις απομάκρυνσης, απέλασης ή έκδοσης. Πολλοί λαθρομετανάστες βρίσκονται σε δυσχερή κατάσταση από ανθρωπιστική άποψη, και επομένως οι κανόνες και οι πρακτικές που θα υιοθετηθούν πρέπει να σχεδιαστούν και να εφαρμόζονται σύμφωνα με αυστηρά κριτήρια ανθρωπιστικού δικαίου και με τήρηση των ηθικών αρχών της αλληλεγγύης.

    4.6.6.   Το κράτος δικαίου διαφυλάσσει το θεμελιώδες δικαίωμα κάθε προσώπου σε πραγματική προσφυγή στη δικαιοσύνη, όπως αναγνωρίζεται και στα άρθρα 47 και 48 του Χάρτη. Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του Κώδικα συνόρων του Σένγκεν, οι συνοριοφύλακες δεν εφαρμόζουν διακρίσεις για λόγους φύλου, εθνοτικής καταγωγής, θρησκείας ή πεποιθήσεων, αναπηρίας, ηλικίας ή γενετήσιου προσανατολισμού. Ομοίως, και σύμφωνα με το άρθρο 13, στους υπηκόους τρίτων χωρών στους οποίους απαγορεύεται η είσοδος, επιδίδεται η σχετική απόφαση με αναφορά των λόγων άρνησης της εισόδου και τους παρέχεται δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης άρνησης (22).

    4.6.7.   Πρόσωπα με σοβαρή σωματική ή ψυχική ασθένεια δεν μπορούν να υποβληθούν σε κράτηση ούτε να απελαθούν, σύμφωνα με την ερμηνεία του άρθρου 3 της ΕΣΑΔ από το TEDH (23), επειδή χρήζουν ιατρικής φροντίδας. Η κατάσταση των ανηλίκων απαιτεί επίσης ειδική μέριμνα και προστασία. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρωτοβουλία της Επιτροπής που αφορά την κατάσταση των ασυνόδευτων ανηλίκων.

    4.6.8.   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για τη σύναψη συμφωνιών επανεισδοχής με τρίτες χώρες, και αντιτάσσεται στην σύναψη συμφωνιών επαναπατρισμού ή συνοριακών ελέγχων, εκ μέρους της ΕΕ ή των κρατών μελών, με χώρες που δεν έχουν επικυρώσει τις βασικές διεθνείς νομικές πράξεις προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ή για τις οποίες υπάρχουν αποδείξεις παραβίασης των δικαιωμάτων αυτών. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να αποδίδεται στην προστασία του θεμελιώδους δικαιώματος των αιτούντων άσυλο σε πραγματική προσφυγή στη δικαιοσύνη (24).

    4.7.   Κέντρα κράτησης

    4.7.1.   Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει ότι τάσσεται ενάντια στην παραμονή των αιτούντων άσυλο και των λαθρομεταναστών υπό συνθήκες κράτησης, δεδομένου ότι η κράτησή τους σε τέτοια κέντρα πρέπει πάντοτε να αποτελεί εξαιρετικό μέτρο (25).

    4.7.2.   Οι καταστάσεις και συνθήκες παρατεταμένης κράτησης, όπως συμβαίνει σήμερα σε ορισμένα κράτη μέλη, είναι απαράδεκτες και θα έπρεπε να αποτελέσουν αντικείμενο λεπτομερούς μελέτης από την άποψη των θεμελιωδών δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος χρηστής διοίκησης που προβλέπεται στο άρθρο 41 του Χάρτη.

    4.7.3.   Η ΕΟΚΕ απαιτεί να αυξηθεί η διαφάνεια όσον αφορά τα κέντρα κράτησης εντός και εκτός της ΕΕ, να ενημερώνεται η Ύπατη Αρμοστεία των ΗΕ (UNHCR) για την κατάσταση των προσώπων που κρατούνται, και να μπορούν τα πρόσωπα αυτά να απολαύουν της δέουσας συνδρομής από τις ΜΚΟ.

    4.7.4.   Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι οι έγκυοι γυναίκες και οι ανήλικοι πρέπει να τυγχάνουν ειδικής προστασίας, και δεν πρέπει να κρατούνται στα κέντρα αυτά.

    4.8.   Αλλοδαποί «χωρίς χαρτιά»

    4.8.1.   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι ένα πρόσωπο «χωρίς χαρτιά» δεν είναι πρόσωπο χωρίς δικαιώματα. Κατά συνέπεια, η ΕΕ και τα κράτη μέλη οφείλουν να προασπίζουν τα θεμελιώδη δικαιώματα των προσώπων αυτών.

    4.8.2.   Η έκφραση «παράνομη μετανάστευση», όταν αναφέρεται στα πρόσωπα που μεταναστεύουν, απαιτεί ορισμένες διευκρινίσεις. Παρότι η είσοδος σε ένα κράτος χωρίς τα καθιερωμένα έγγραφα και άδειες δεν είναι νόμιμη, τα πρόσωπα αυτά δεν είναι κακοποιοί. Η σύνδεση της λαθρομετανάστευσης με την εγκληματικότητα που διαπιστώνεται σε πολλά μέσα ενημέρωσης και σε ορισμένους πολιτικούς λόγους, δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα, ενώ ευνοεί την εμφάνιση διάφορων μορφών φοβίας και ξενοφοβίας στον πληθυσμό του κράτους υποδοχής.

    4.8.3.   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι κάποια κράτη μέλη πρέπει να βελτιώσουν την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων των μεταναστών «χωρίς χαρτιά» και ότι η ΕΕ θα έπρεπε να τους αντιμετωπίζει ως μία από τις πλέον ευάλωτες ομάδες, να εμποδίζει την εργασιακή εκμετάλλευσή τους και να τους εξασφαλίζει πρόσβαση στις υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, στις λοιπές κοινωνικές υπηρεσίες και στην εκπαίδευση των ανηλίκων.

    4.8.4.   Πρέπει να ενισχυθεί η καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων (ανηλίκων, γυναικών και ανδρών) με σκοπό τη σεξουαλική και εργασιακή εκμετάλλευση, σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 3 του Χάρτη. Τα κράτη μέλη οφείλουν να προστατεύουν αποτελεσματικά τα θύματα και να διευκολύνουν τη συνεργασία με τη δικαιοσύνη και την νομιμοποίηση της κατάστασής τους.

    4.9.   Νομιμοποιήσεις

    4.9.1.   Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι κυβερνήσεις επιδεικνύουν υποκρισία. Η πολιτική επιστροφής δεν είναι ο μοναδικός τρόπος αντιμετώπισης των καταστάσεων μη νομιμότητας. Πολλά κράτη μέλη έχουν αναπτύξει διαδικασίες για τη νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών, με το σκεπτικό ότι, για να γίνονται σεβαστά τα θεμελιώδη δικαιώματα, και λαμβανομένων υπόψη των οικονομικών και κοινωνικών αναγκών, είναι σκόπιμη η νομιμοποίηση υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.

    4.9.2.   Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι πρέπει να βελτιωθεί η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με τις νομιμοποιήσεις, και ότι πρέπει να χαραχθούν κάποιες ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή τους, με βάση τη δέσμευση του Συμβουλίου, δυνάμει του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο (26), όπου έχει συμφωνηθεί να λαμβάνονται προσωπικές αποφάσεις νομιμοποίησης, στο πλαίσιο των εθνικών νομοθεσιών, για ανθρωπιστικούς ή οικονομικούς λόγους.

    4.9.3.   Η επιστροφή μέσω διαταγής απέλασης, πρέπει να θεωρείται ως το πλέον ακραίο μέτρο, όταν πρόκειται για πρόσωπα των οποίων έληξε η νόμιμη άδεια παραμονής. Πρέπει πρώτα να εξετάζεται εάν τα πρόσωπα αυτά εκδήλωσαν την πρόθεση να ανανεώσουν την νόμιμη παραμονή τους.

    4.9.4.   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον είναι αναγκαία η απέλαση σε μια δημοκρατική κοινωνία (αρχή της αναλογικότητας), σύμφωνα και με την ερμηνεία της νομολογίας του TEDH (27). Η ΕΟΚΕ προτείνει στα κράτη μέλη να κάνουν χρήση της δυνατότητας νομιμοποίησης της κατάστασης των προσώπων αυτών, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 4 της οδηγίας για τις επιστροφές.

    4.9.5.   Θα πρέπει να λαμβάνονται επίσης υπόψη οι συνέπειες (και η βιωσιμότητα) της απέλασης σε σχέση με το θεμελιώδες δικαίωμα στο σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, που προβλέπεται στο άρθρο 7 του Χάρτη.

    4.10.   Οι πολιτικές ένταξης

    4.10.1.   Η ΕΟΚΕ έχει εκδώσει διάφορες γνωμοδοτήσεις πρωτοβουλίας με στόχο την προώθηση στην ΕΕ προορατικών πρωτοβουλιών για την ένταξη, με μια αμφίδρομη προσέγγιση, απευθυνόμενη και στην κοινωνία υποδοχής και στους μετανάστες. Η ένταξη αποτελεί κοινωνική διαδικασία που αναπτύσσεται εντός της ίδιας της κοινωνίας, μεταξύ των μεταναστών και της κοινωνίας υποδοχής, καθώς και μεταξύ της κοινωνίας υποδοχής και των μεταναστών.

    4.10.2.   Η ΕΟΚΕ προωθεί μια ευρωπαϊκή προσέγγιση της ένταξης, λαμβάνοντας υπόψη ότι το κάθε κράτος μέλος διαθέτει το δικό του νομικό σύστημα και κοινωνικούς θεσμούς, καθώς και τα δικά του πολιτισμικά συστήματα και πρότυπα.

    4.10.3.   Μια κοινή ευρωπαϊκή προσέγγιση αποτελεί ύψιστης σημασίας προστιθέμενη αξία για τις πολιτικές και τις διαδικασίες της ένταξης: σημαίνει εγκάρσια σχέση με τις λοιπές πολιτικές της ΕΕ: (μεταξύ άλλων) με τη στρατηγική της Λισσαβώνας, την πολιτική απασχόλησης, την κοινωνική ατζέντα και την πολιτική της συνοχής. Καθώς επίσης και για την ενίσχυση των δεσμών που συνδέουν την ένταξη με τις αξίες και αρχές της ΕΕ, που αναπτύσσονται στον Χάρτη και στην ΕΣΑΔ.

    4.10.4.   Κατά το 2008, η ΕΟΚΕ συμμετείχε στις δραστηριότητες του ευρωπαϊκού έτους διαπολιτισμικού διαλόγου, με στόχο ο διάλογος εντός των ποικιλόμορφων ευρωπαϊκών κοινωνιών να συμβάλλει στην ένταξη και να προωθεί μια έννοια του ευρωπαίου πολίτη με λιγότερους αποκλεισμούς. Η ΕΟΚΕ έχει προτείνει την κατάρτιση σχετικών εγχειριδίων (28).

    4.10.5.   Η ΕΟΚΕ προτείνει μια θετική προσέγγιση της ένταξης. Ωστόσο, ορισμένοι κυβερνώντες αντιλαμβάνονται την ένταξη μέσω μιας αρνητικής προσέγγισης, ως ένα νέο μέσον διακρίσεων, ως ένα νέο εμπόδιο στην ισότητα και στην πρόσβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα. Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι η προσέγγιση αυτή έρχεται σε αντίφαση με τις διατάξεις των άρθρων 21 (απαγόρευση διακρίσεων) και 22 (δικαίωμα στην πολιτιστική, θρησκευτική και γλωσσική πολυμορφία) του Χάρτη.

    4.10.6.   Τα φόρουμ και συμβουλευτικές πλατφόρμες που έχουν συσταθεί και στα οποία η κοινωνία πολιτών συμμετέχει σε επίπεδο εθνικό, περιφερειακό και τοπικό, αποτελούν παράδειγμα ορθών πρακτικών, και ως εκ τούτου η ΕΟΚΕ παροτρύνει όλα τα κράτη μέλη να συστήσουν τέτοιες δομές. Το ευρωπαϊκό φόρουμ ένταξης, που συστάθηκε πρόσφατα με τη συνεργασία της Επιτροπής και της ΕΟΚΕ, είναι σημαντικότατο μέσον για την ενίσχυση της ένταξης μέσα από μια ευρωπαϊκή προσέγγιση.

    5.   Μία έννοια του ευρωπαίου πολίτη με λιγότερους αποκλεισμούς

    5.1.   Ορισμένοι κυβερνώντες, ορμώμενοι από έναν εθνικισμό αποκλειστικού χαρακτήρα, ορίζουν την εθνική ταυτότητα και την ευρωπαϊκή ταυτότητα κατά τέτοιον τρόπο ώστε εξαιρούν από αυτήν την ποικιλομορφία που παρουσιάζουν σήμερα οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, και την ποικιλομορφία που χαρακτηρίζει πολλά πρόσωπα λόγω εθνοτικής, εθνικής, θρησκευτικής ή πολιτισμικής προέλευσης.

    5.2.   Οι δημοκρατικές κοινωνίες μας είναι πολυσχιδείς και πλούσιες σε ποικίλες ιδιαιτερότητες. Ο κάθε ευρωπαίος πολίτης είναι το αποτέλεσμα ενός συγκερασμού διαφορετικών ταυτοτήτων. Οι ευρωπαϊκές δημοκρατίες είναι ελεύθερες και ανοιχτές κοινωνίες, και πρέπει να εδράζονται στην ένταξη όλων των πολιτών, όποια κι εάν είναι τα ιδιοσυστατικά τους χαρακτηριστικά και αναφορές.

    5.3.   Η ποιότητα της δημοκρατίας μπορεί να αλλοιωθεί εάν τα πολιτικά δικαιώματα περιοριστούν μέσα από μια στενή και επιλεκτική θεώρηση της ταυτότητας. Οι πολιτικές ένταξης και η νομοθεσία για τη μετανάστευση δεν πρέπει ποτέ να προσφέρουν πολιτικό άλλοθι για τη στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων από τους μετανάστες και τις μειονότητες.

    5.4.   Η ΕΟΚΕ πιστεύει ότι πρέπει να διευρυνθεί η βάση των δημοκρατιών μας, με την ένταξη νέων πολιτών, ισότιμων ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις. Τα δικαιώματα που συνδέονται με την εθνική ιθαγένεια και την ευρωπαϊκή ιθαγένεια πρέπει να περιλαμβάνουν όλες τις ιδιαιτερότητες, χωρίς διακρίσεις (29).

    5.5.   Η ΕΟΚΕ είχε εκπονήσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας (30), την οποία απηύθυνε στην Ευρωπαϊκή Συνέλευση που συνέταξε την ατυχήσασα Συνταγματική Συνθήκη, όπου πρότεινε να χορηγείται η ευρωπαϊκή ιθαγένεια στους υπηκόους τρίτων χωρών που έχουν το καθεστώς κατοίκου μακράς διαρκείας. Η ΕΟΚΕ προτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή να περιληφθεί η πρόταση αυτή στους στόχους της νέας θητείας.

    Βρυξέλλες, 4 Νοεμβρίου 2009

    Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Mario SEPI


    (1)  COM(2009) 262 τελικό, της 10.6.2009.

    (2)  Ευρωπαϊκό φόρουμ ένταξης και ιστοσελίδα της ΕΕ για την ένταξη, http://ec.europa.eu/ewsi/en/.

    (3)  ΕΕ C 303 της 14.12.2007, σ. 1.

    (4)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 88 της 11.4.2006, σ. 37.

    (5)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 218 της 11.9.2009, σ. 78.

    (6)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 44 της 16.2.2008, σ. 91.

    (7)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 302 της 7.12.2004, σ. 49.

    (8)  Ένα πρόγραμμα για την Ευρώπη, http://www.eesc.europa.eu/documents/publications/pdf/booklets/EESC-2009-10-EL.pdf

    (9)  COM(2009) 205 τελικό, της 29.4.2009, «Έκθεση σχετικά με την πρακτική εφαρμογή της μεθοδολογίας για συστηματικό και αυστηρό έλεγχο της τήρησης του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων».

    (10)  Αυτό θα ήταν σύμφωνο με το άρθρο 60 της Συνθήκης της Λισσαβώνας.

    (11)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 286 της 17.11.2005, σ. 20.

    (12)  Στο πλαίσιο της πρότασης οδηγίας που θα υιοθετήσει η Επιτροπή κατά τους επόμενους μήνες.

    (13)  COM(2007) 638, άρθρο 12 παράγραφος 2 στοιχεία (δ) και (ε). Σύμφωνα με τις διατάξεις της πρότασης, τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να εφαρμόζουν περιορισμούς όσον αφορά την χορήγηση υποτροφιών για σπουδές και επαγγελματική κατάρτιση, και να αναγνωρίζουν την πρόσβαση σε κοινωνική στέγη μόνον σε όσους έχουν το δικαίωμα να διαμείνουν για τουλάχιστον τρία έτη.

    (14)  Αυτό αναγνωρίστηκε από το ΔΕΚ στην υπόθεση Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου C-540/03.

    (15)  COM(2008) 610 τελικό, της 8.10.2008.

    (16)  COM(2008) 69 τελικό, της 13.2.2008.

    (17)  Οδηγία 2008/115/ΕΚ (ΕΕ L 348 της 24.12.2008, σ. 98).

    (18)  Για παράδειγμα, άρθρο 12 παράγραφοι 1 και 2, άρθρο 13 παράγραφοι 1, 2, 3 και 4, άρθρο 14 παράγραφοι 1 και 2 της οδηγίας.

    (19)  Δελτίο τύπου των ΗΕ, «United Nations Experts express concern about the proposed European Union Return Directive», 18 Ιουλίου 2008.

    (20)  Άρθρο15 παράγραφος 1.

    (21)  Άρθρο 15 παράγραφοι 5 και 6.

    (22)  Κανονισμός 562/2006 (κώδικας συνόρων του Σένγκεν), ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 1.

    (23)  Στο άρθρο 19 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ενσωματώνεται η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (TEDH), και ειδικότερα η απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 1996 (υπόθεση Ahmed κατά Αυστρίας, Συλλ. 1996, — VΙ, σ. 2206) και η απόφαση της 7ης Ιουλίου 1989 (υπόθεση Soering).

    (24)  Όπως έχει επισημάνει το ΔΕΚ, στην απόφαση Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κατά Συμβουλίου, C-133/06.

    (25)  Βλ. γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 16ης Ιουλίου 2009 με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων άσυλο στα κράτη μέλη», εισηγήτρια: η κ. LE NOUAIL-MARLIERE, υιοθετήθηκε κατά τη σύνοδο ολομέλειας της 15ης και 16ης Ιουλίου 2009 (ΕΕ C 317 της 23.12.2009, σ. 110).

    (26)  Συμβούλιο της ΕΕ, 1344/08, 24 Σεπτεμβρίου 2008.

    (27)  Για παράδειγμα, υπόθεση Boultif κατά Ελβετίας, αριθ. 54273/00, §§ 39, 41 και 46, 2 Νοεμβρίου 2001, ECHR 2001-IX και υπόθεση Üner κατά Κάτω Χωρών [GC], αριθ. 46419/99, 18 Οκτωβρίου 2006, § 58.

    (28)  Γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 185 της 8.8.2006, σ. 42.

    (29)  Άρθρο 13 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

    (30)  Γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της ΕΟΚΕ, ΕΕ C 208 της 3.9.2003, σ. 76.


    Top