EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52009AE1704

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών – Οι τιμές των τροφίμων στην Ευρώπη» COM(2008) 821 τελικό

ΕΕ C 128 της 18.5.2010, p. 111–115 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

18.5.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 128/111


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών – Οι τιμές των τροφίμων στην Ευρώπη»

COM(2008) 821 τελικό

(2010/C 128/21)

Εισηγητής: ο κ. KAPUVÁRI

Στις 9 Δεκεμβρίου 2008, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την

Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών – Οι τιμές των τροφίμων στην Ευρώπη

COM(2008) 821 τελικό.

Το ειδικευμένο τμήμα «Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου και περιβάλλον», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της ΕΟΚΕ, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 2 Σεπτεμβρίου 2009, με βάση την εισηγητική έκθεση του κ. Kapuvári.

Κατά την 457η σύνοδο ολομέλειάς της, της 4ης και 5ης Νοεμβρίου 2009 (συνεδρίαση της 5ης Νοεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε την ακόλουθη γνωμοδότηση με 75 ψήφους υπέρ, 5 ψήφους κατά και 3 αποχές.

1.   Συμπεράσματα και συστάσεις

1.1.   Το έργο που επιτελείται για τη βελτίωση της αλυσίδας προσφοράς τροφίμων, καθώς και για τη βελτίωση της αποδοτικότητας και της ανταγωνιστικότητάς της, δεν πρέπει να αποσκοπεί στον καθορισμό χαμηλών τιμών για τα τρόφιμα. Η τακτική αυτή οδηγεί την τροφική αλυσίδα προς λάθος κατεύθυνση, όπως συμβαίνει σήμερα. Στόχος πρέπει να είναι η διατήρηση της αναλογίας τιμής/αξίας σε ρεαλιστικά επίπεδα. Η προεξόφληση χαμηλών τιμών στην αλυσίδα παραγωγής περιορίζει σε τελευταία ανάλυση το δυναμικό επενδύσεων και καινοτομίας των προμηθευτών αγροδιατροφικών προϊόντων, καθώς και την επιλογή των καταναλωτών. Η Επιτροπή πρέπει να συνεκτιμήσει αυτούς τους παράγοντες και τις έμμεσες μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιδράσεις τους, και να παύσει να επικεντρώνει το ενδιαφέρον της στα άμεσα οφέλη των χαμηλών τιμών. Θα ήταν λάθος ο ισχυρισμός ότι ο καθορισμός χαμηλών τιμών για τα τρόφιμα εξυπηρετεί το συμφέρον των καταναλωτών. Αντιθέτως, οι καταναλωτές ωφελούνται από τις ρεαλιστικές τιμές οι οποίες διασφαλίζουν την ποιότητα, την ποσότητα και τις υπηρεσίες που προσδοκούν. Σε κάθε περίπτωση, ως κατάλληλη προσέγγιση θεωρείται ο περιορισμός του εύρους της αστάθειας των τιμών, ο οποίος εξασφαλίζει μεγαλύτερη αξιοπιστία και προβλεψιμότητα στην αλυσίδα προσφοράς τροφίμων.

1.2.   Συμφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να φροντίσει να απολαμβάνουν μακροπρόθεσμα οι καταναλωτές τα οφέλη ασφαλών τροφίμων. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται υψηλός βαθμός αυτάρκειας. Από την άλλη πλευρά, βιώσιμη γεωργία μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω της έρευνας και της ανάπτυξης, της καινοτομίας και της τεχνολογικής ανάπτυξης, και ως προς αυτό, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν οι πόροι της ΚΓΠ. Ωστόσο, η πρόσβαση στους εν λόγω πόρους πρέπει να οργανωθεί με τέτοιον τρόπο ώστε να ενθαρρύνεται η προσαρμογή στις συνθήκες της αγοράς και ταυτόχρονα να καθίσταται υποχρεωτική η παροχή πληροφοριών και η συνεργασία, καθώς και η διεξοδική συνεκτίμηση των ζητημάτων που αφορούν την ανάπτυξη της υπαίθρου.

1.3.   Το πεδίο δράσης μπορεί να επεκταθεί μόνον εάν ο κοινωνικός διάλογος λαμβάνει χώρα σε όσο το δυνατόν ευρύτερη βάση. Για καθέναν από τους τομείς στους οποίους πρόκειται να αναληφθεί δράση, πρέπει να εκπονούνται βασικές αναλύσεις, να καταρτίζεται ακριβές σχέδιο δράσης, και να καθορίζονται με σαφήνεια οι αρμοδιότητες και οι ευθύνες. Όλα αυτά είναι ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι κάθε μέτρο που σχετίζεται με τις τιμές των τροφίμων επηρεάζει ένα πολύπλοκο σύνολο αλληλένδετων παραγόντων. Τα τρόφιμα αποτελούν βασικό συνδετικό στοιχείο της κοινωνίας. Είναι στρατηγικής σημασίας και απολαμβάνουν σε μεγάλο βαθμό την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Βάσει των ανωτέρω, λοιπόν, οι συνθήκες παραγωγής πρέπει να οργανωθούν κατά τέτοιον τρόπο ώστε να μην απειλείται η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα.

1.4.   Δεν είναι δυνατός ο περιορισμός των επενδύσεων σε βασικά αγαθά, όπως συμβαίνει συνήθως μέσω των χρηματιστηρίων. Πρέπει, πάντως, να βρεθεί ένα μέσο μετριασμού των επιπτώσεων των παραγόντων που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική ζήτηση, καθώς οι τελευταίοι προκαλούν διαταραχές στις αλυσίδες προσφοράς γεωργικών προϊόντων. Παρότι η ΕΕ έχει επίγνωση των ευθυνών της στον τομέα της παροχής τροφίμων σε αναπτυσσόμενες χώρες, δεν πρέπει να λησμονεί ότι βασικό καθήκον της είναι να εξασφαλίζει την παροχή πλήρους φάσματος ασφαλών τροφίμων στους πολίτες της, μειώνοντας την εξάρτηση από τις παγκόσμιες αγορές και διατηρώντας την αυτονομία της.

1.5.   Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει την πρωτοβουλία για τη σύσταση της ομάδας υψηλού επιπέδου για την ανταγωνιστικότητα της αγροδιατροφικής βιομηχανίας βάσει της αποφάσωες που έλαβε η Επιτροπή στις 28 Απριλίου 2008 (2008/359/ΕΚ) και αναμένει με ενδιαφέρον τα αποτελέσματα των εργασιών αυτής. Για την επίτευξη των καλύτερων δυνατών αποτελεσμάτων, ένας από τους σημαντικότερους στόχους των εργασιών της ομάδας υψηλού επιπέδου πρέπει να είναι η σταθερότητα των αγροδιατροφικών αγορών.

2.   Η ανακοίνωση της Επιτροπής

2.1.   Λόγω της ταχύτερης αύξησης των τιμών των γεωργικών προϊόντων που παρατηρήθηκε κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2007, σημαντική αύξηση σημείωσαν και οι τιμές λιανικής πώλησης των τροφίμων. Η Επιτροπή ανταποκρίθηκε, δημοσιεύοντας την ανακοίνωσή της με θέμα «Αντιμετώπιση της πρόκλησης από την αύξηση των τιμών των τροφίμων – Κατευθύνσεις για τη δράση της ΕΕ» (COM(2008) 321 τελικό).

2.2.   Η Επιτροπή φρονεί ότι ο εντοπισμός και η επίλυση των ρυθμιστικών προβλημάτων και των προβλημάτων που σχετίζονται με τον ανταγωνισμό στο πλαίσιο της λειτουργίας της αλυσίδας προσφοράς τροφίμων είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη αυτού του στόχου. Η ανακοίνωση, η οποία χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια, αναλύει την κατάσταση και προτείνει μέτρα για την επίλυση των προβλημάτων.

2.3.   Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η αύξηση των τιμών των βασικών γεωργικών προϊόντων ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού διαρθρωτικών και προσωρινών παραγόντων. Διαρθρωτικοί παράγοντες όπως η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, τα ανερχόμενα εισοδήματα στις αναδυόμενες οικονομίες και η ανάπτυξη νέων σημείων διάθεσης συνέβαλαν στην αύξηση της παγκόσμιας ζήτησης.

2.4.   «Από τον Αύγουστο του 2007 έως τον Ιούλιο του 2008 ο πληθωρισμός των τιμών των τροφίμων (πλην των οινοπνευματωδών ποτών και του καπνού) αντιπροσώπευε 1,0 ποσοστιαία μονάδα (π.μ.) του συνολικού πληθωρισμού». Οι τάσεις των τιμών χαρακτηρίζονταν, μεταξύ άλλων, από διαφορές στις αυξήσεις των τιμών μεταξύ επεξεργασμένων και μη επεξεργασμένων τροφίμων, οι οποίες οφείλονταν στα αποτελέσματα της «σύνθεσης».

2.5.   Η Επιτροπή προβλέπει ότι ο πληθωρισμός των τιμών των τροφίμων και η επίδραση των τιμών των τροφίμων στον ονομαστικό πληθωρισμό θα μειωθεί τα επόμενα δύο χρόνια.

2.6.   Η Επιτροπή φρονεί ότι οι περιορισμοί στις εξαγωγές γεωργικών προϊόντων που επιβλήθηκαν από ορισμένες χώρες κατά το παρελθόν έτος προκάλεσαν περισσότερη ζημία παρά όφελος επειδή ανέκοψαν τα μηνύματα της αγοράς.

2.7.   Από τις αρχές του 2006 παρατηρήθηκε έξαρση των επενδυτικών ροών προς τις εν λόγω αγορές, όπως προκύπτει από τον συνολικό αριθμό των εκκρεμών συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης που βρίσκονται στην κατοχή φορέων της αγοράς.

2.8.   Η ανακοίνωση περιέχει έναν πίνακα όπου παρουσιάζονται συνοπτικά οι πρακτικές που μπορεί να προκαλούν προβλήματα ανταγωνισμού, όπως:

συμπράξεις

συμφωνίες αγοράς

εφαρμογή προκαθορισμένων τιμών λιανικών

προώθηση συγκεκριμένου σήματος

προϊόντα ιδιωτικού σήματος

σύνδεση προϊόντων

συμφωνίες αποκλειστικής προμήθειας

συστήματα πιστοποίησης

2.9.   Βάσει της ανάλυσής της, η Επιτροπή προτείνει έναν χάρτη πορείας για τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας προμήθειας τροφίμων, ο οποίος περιλαμβάνει τέσσερις βασικές συνιστώσες.

2.10.   Η Επιτροπή ευελπιστεί ότι οι συστάσεις της ομάδας υψηλού επιπέδου για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας γεωργικών προϊόντων που διατυπώθηκαν την άνοιξη του 2008 θα μπορούσαν να συμβάλουν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της αλυσίδας προσφοράς τροφίμων.

2.11.   Για να αντιμετωπιστούν πιθανές αντιανταγωνιστικές πρακτικές που προσδιορίζονται ως πηγή ανησυχίας στο κεφάλαιο 4, η Επιτροπή θα συνεχίσει, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού, την πραγματοποίηση διαλόγου με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεκτική και συντονισμένη εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού σε όλη την ΕΕ, προς όφελος των ευρωπαίων καταναλωτών.

2.12.   Όσον αφορά την αναθεώρηση σε εθνικό επίπεδο και/ή επίπεδο ΕΕ των κανονιστικών ρυθμίσεων που είναι δυνάμει προβληματικές για τη λειτουργία της αλυσίδας προσφοράς τροφίμων, η ανακοίνωση αναφέρει τους ακόλουθους κανόνες και πρακτικές:

κανονιστικές ρυθμίσεις που περιορίζουν την είσοδο νέων εταιρειών στην αγορά.

κανονιστικές ρυθμίσεις που περιορίζουν τη δυνατότητα των επιχειρήσεων να ανταγωνίζονται ως προς τις τιμές· οι ρυθμίσεις αυτές θα πρέπει να επανεξεταστούν.

πρακτικές που στρεβλώνουν τις σχέσεις μεταξύ προμηθευτών και λιανοπωλητών· οι πρακτικές αυτές θα πρέπει να αποθαρρύνονται.

2.13.   Η Επιτροπή θα εξετάσει, σε συνεργασία με τις ρυθμιστικές αρχές των αγορών βασικών εμπορευμάτων και σε άμεση επαφή με άλλες μη κοινοτικές ρυθμιστικές αρχές (ιδίως των ΗΠΑ, όπου βρίσκονται οι σημαντικότερες οργανωμένες αγορές), ποια μέτρα θα μπορούσαν να ληφθούν τα οποία συμβάλλουν στη μείωση της αστάθειας των τιμών στις αγορές βασικών γεωργικών προϊόντων.

2.14.   Με βάση αυτό το πρόγραμμα εργασίας και συναφή μέτρα, η Επιτροπή θα εξετάσει τη σκοπιμότητα ανάληψης περαιτέρω ενεργειών και προτείνει την επανεξέταση του θέματος αυτού από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Δεκέμβριο του 2009.

3.   Γενικές παρατηρήσεις

3.1.   Οι διαρθρωτικοί παράγοντες που προκάλεσαν την άνοδο των τιμών των γεωργικών προϊόντων θα εξακολουθήσουν να ισχύουν μεσοπρόθεσμα· ωστόσο, οι διακυμάνσεις των τελευταίων δύο ετών υποδηλώνουν ότι η αγορά γεωργικών προϊόντων θα πρέπει να συμβιβαστεί με ολοένα και πιο ασταθείς τιμές. Η τρέχουσα οικονομική κρίση μείωσε απλώς την αύξηση της ζήτησης στις παγκόσμιες αγορές, και κατά συνέπεια μπορεί ανά πάσα στιγμή να δούμε να επαναλαμβάνονται οι διαδικασίες που άρχισαν στα μέσα του 2007, οι οποίες καθιστούν τις γεωργικές αγορές ακόμη λιγότερο προβλέψιμες. Εξάλλου, η προσαρμογή στη ζήτηση που προκάλεσε η κερδοσκοπική χειραγώγηση των τιμών – η οποία δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική ζήτηση– είναι αδύνατη, καθώς κάτι τέτοιο θα απαιτούσε βαθμό ευελιξίας ασύμβατο με τα χαρακτηριστικά και τις δυνατότητες της γεωργικής παραγωγής.

3.2.   Η Ευρωπαϊκή Ένωση γνωρίζει ότι οι διακυμάνσεις των τιμών των γεωργικών προϊόντων επηρεάζουν όχι μόνο ολόκληρο τον γεωργικό τομέα, αλλά και – μέσω των τιμών των τροφίμων – όλους τους καταναλωτές. Οι απότομες και σημαντικές διακυμάνσεις σημαίνουν ότι πρέπει να επανεξεταστεί η θέση του γεωργικού τομέα της ΕΕ, και το κατάλληλο φόρουμ για το συγκεκριμένο έργο είναι η ομάδα υψηλού επιπέδου για την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας γεωργικών προϊόντων. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να διευκρινιστεί: (1) το γεωργικό μέλλον της ΕΕ, (2) η μελλοντική θέση της γεωργίας στις πολιτικές της ΕΕ, και πρέπει επιπλέον να εξεταστεί (3) με ποιον τρόπο θα αντιμετωπιστούν οι συνέπειες του ανοίγματος των αγορών και (4) με ποιον τρόπο θα διορθωθεί η έλλειψη ισορροπίας όσον αφορά τις σχέσεις στους κόλπους της αλυσίδας προσφοράς τροφίμων.

3.3.   Παρότι δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος όσον αφορά την ανάπτυξη της περιφερειακής εξειδίκευσης εντός της ΕΕ από τότε που άρχισε να εφαρμόζεται η ΚΓΠ, στις διεθνείς αγορές υπάρχουν σαφείς ενδείξεις του φαινομένου αυτού. Λόγω του σταδιακού ανοίγματος των αγορών της ΕΕ σε προϊόντα από τρίτες χώρες, οι παραγωγοί γεωργικών προϊόντων της ΕΕ αναγκάστηκαν να εκτεθούν σε άνισους όρους ανταγωνισμού. Ως εκ τούτου, οι ευρωπαίοι παραγωγοί χάνουν έδαφος στις αγορές. Μεσοπρόθεσμα, η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να απειλήσει σοβαρά την αγροτική οικονομία στην Ευρώπη. Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, η ΕΕ μπορεί να επιδιώξει μόνο μια ανοιχτή εμπορική πολιτική εφόσον εξακολουθήσουν να χορηγούνται διάφορες μορφές οικονομικής στήριξης στους παραγωγούς γεωργικών προϊόντων οι οποίες παρέχουν επαρκή κίνητρα για τη διατήρηση των επιπέδων παραγωγής.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1.   Εξέλιξη των τιμών των βασικών γεωργικών προϊόντων και των τιμών των τροφίμων

4.1.1.   Μετά την κρίση, η αύξηση της ζήτησης γεωργικών προϊόντων θα υπερβεί πιθανότατα για μία ακόμη φορά την αύξηση της προσφοράς. Ως εκ τούτου, τα συγκεκριμένα προϊόντα είναι πιθανό να αποδειχθούν για μία ακόμη φορά ελκυστικότερα για τα επιχειρηματικά κεφάλαια. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε διακυμάνσεις παρόμοιες με αυτές που παρατηρήθηκαν τα δύο τελευταία χρόνια, σε περίπτωση που οι μεταβολές των τιμών των γεωργικών προϊόντων οδηγήσουν σε μεγαλύτερες αποδόσεις από αυτές που παρέχουν άλλες δομές χρηματοπιστωτικών αγορών. Δεδομένων των οικονομικών συνθηκών μετά την κρίση, οι πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο είναι λιγότερες απ’ ό,τι το 2007. Πάντως, σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, πρέπει να προετοιμαστούμε για συνέχιση της αστάθειας των τιμών.

4.1.2.   Όπως υπογράμμισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 26ης Μαρτίου 2009 (2008/2175(INI)), στους παραγωγούς γεωργικών προϊόντων και στους φορείς επεξεργασίας τροφίμων φτάνει ακόμη μικρότερο μερίδιο των τιμών πώλησης των τροφίμων στο λιανικό εμπόριο. Είναι σαφές, επομένως, ότι οι διακυμάνσεις των τιμών στην αρχή της αλυσίδας προσφοράς θα έχουν απλώς περιορισμένες και καθυστερημένες επιπτώσεις στις τιμές λιανικής πώλησης.

Η αύξηση των τιμών των τροφίμων στο λιανικό εμπόριο επηρεάζει κυρίως όσους δαπανούν μεγάλο μέρος των εισοδημάτων τους σε τρόφιμα. Το φαινόμενο αυτό συνδέεται άρρηκτα με το επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης κάθε χώρας. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο η αύξηση των τιμών των τροφίμων επηρέασε τόσο πολύ τον πληθωρισμό στα νέα κράτη μέλη της ΕΕ. Σε αυτές τις χώρες, όπου τα εισοδήματα είναι χαμηλά, τα τρόφιμα αντιπροσωπεύουν πολλές φορές το 40 έως 50 % των συνολικών δαπανών των νοικοκυριών.

4.1.3.   Κατά τα επόμενα χρόνια, οι τιμές των τροφίμων είναι πιθανό να συνεχίσουν να κυμαίνονται πάνω από τον μέσο όρο της περιόδου 2002-2006, αλλά κάτω από τα επίπεδα που καταγράφηκαν στα τέλη του 2007. Ταυτόχρονα, οι τιμές θα εξακολουθήσουν να είναι εξαιρετικά ασταθείς. Μία από τις ανεπιθύμητες αλλαγές που σημειώθηκαν τα τελευταία δύο χρόνια είναι ότι οι τιμές έχουν καταστεί περισσότερο ευαίσθητες στις πληροφορίες της αγοράς. Καθώς είναι πολύ πιθανό να διαπιστώσουμε αύξηση της πληροφόρησης γύρω από τους παράγοντες που αφορούν τόσο την προσφορά όσο και τη ζήτηση, οι τιμές θα εξακολουθήσουν να παρουσιάζουν διακυμάνσεις. Τα ΜΜΕ διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στον συγκεκριμένο τομέα, καθώς τα αποτελεσματικά ΜΜΕ πληροφορούν άμεσα τις αγορές για οτιδήποτε συμβαίνει στον κόσμο.

4.1.4.   Οι παραγωγοί γεωργικών προϊόντων της ΕΕ πρέπει να προετοιμαστούν προκειμένου να αντιμετωπίσουν την ολοένα μεγαλύτερη ζήτηση για τρόφιμα. Πρέπει να βελτιωθούν τόσο η ποσότητα όσο και η ποιότητα της γεωργικής παραγωγής της ΕΕ. Σε κάθε περίπτωση, η ΚΓΠ φέρει σημαντική ευθύνη, καθώς οφείλει να φροντίσει ώστε το σταδιακό άνοιγμα των κοινοτικών αγορών να μην υπονομεύσει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών τομέων γεωργικών προϊόντων διατροφής. Η ΕΕ χρειάζεται μια μακροπρόθεσμη στρατηγική για τη γεωργία, η οποία να καθορίζει τον βαθμό στον οποίον η Κοινότητα οφείλει να στοχεύει στην αυτάρκεια όσον αφορά την προμήθεια διαφόρων προϊόντων. Πρέπει να αποδεχθούμε πάντως το γεγονός ότι, σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, η ΕΕ θα αναγκαστεί να εισαγάγει πολλά προϊόντα.

4.2.   Ο ρόλος της κερδοσκοπίας στη διαμόρφωση των τιμών των βασικών προϊόντων τροφίμων

4.2.1.   Αυξάνεται διαρκώς στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές ο όγκος των κεφαλαίων από διάφορα συνταξιοδοτικά ταμεία, ταμεία επενδύσεων και κρατικά επενδυτικά ταμεία, μέσω ανταλλαγών, τραπεζών και πολυεθνικών κοινοπραξιών. Δεδομένου του μεγέθους τους, οι τελευταίες ασκούν σημαντική επιρροή στις αγορές στις οποίες δραστηριοποιούνται. Καθώς δεν έχουν κατορθώσει να επιτύχουν ικανοποιητικές αποδόσεις σε συμβατικές επενδύσεις, στρέφονται πλέον στις αγορές βασικών προϊόντων.

4.2.2.   Δεδομένης της κερδοσκοπικής φύσης των επενδύσεων υψηλού κινδύνου, οι τελευταίες επηρεάζουν τις τιμές βραχυπρόθεσμα, όχι όμως μακροπρόθεσμα. Η γεωργία οφείλει να εξετάσει αυτή την εξέλιξη, καθώς και τις εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές γενικότερα. Τα προϊόντα στις χρηματοπιστωτικές αγορές που οδηγούν σε σημαντικές διακυμάνσεις των τιμών των γεωργικών προϊόντων και δεν αντικατοπτρίζουν τις πραγματικές ροές προϊόντων έχουν δυσμενή επίδραση στις κινήσεις των τιμών στις πραγματικές αγορές.

4.3.   Διερεύνηση της λειτουργίας της αλυσίδας προσφοράς τροφίμων

4.3.1.   Όπως τονίζει και η Επιτροπή στο έγγραφο εργασίας της για το συγκεκριμένο θέμα (SEC(2008) 2972), υπάρχει στενή σχέση ανάμεσα σε ό,τι συνέβη στις αγορές γεωργικών προϊόντων τα τελευταία δύο χρόνια και στη διατάραξη της λειτουργίας της αλυσίδας προσφοράς τροφίμων. Η κατανομή των τιμών των γεωργικών προϊόντων σε ολόκληρη την αλυσίδα προσφοράς αντικατοπτρίζει με ακρίβεια την ικανότητα κάθε κρίκου της αλυσίδας να προστατεύει τα συμφέροντά του.

4.3.2.   Οι αρμόδιες για τον ανταγωνισμό αρχές που σκοπεύουν να αξιολογήσουν τις αρνητικές για τον ανταγωνισμό συνέπειες της διαδικασίας ενοποίησης στην αλυσίδα προσφοράς τροφίμων μπορεί να βρεθούν σε πολύ δύσκολη θέση. Είναι σημαντικό να εξετασθούν οι επισημαινόμενες από την Επιτροπή μορφές πρακτικών περιορισμού του ανταγωνισμού και ανταγωνιστικών προβλημάτων μεταξύ προμηθευτών αγροδιατροφικών προϊόντων και στα στάδια της εμπορικής διάθεσης στην αλυσίδα παραγωγής, ώστε να αντανακλώνται οι συνθήκες που επικρατούν στην αγορά και την οικονομία. Όπως επισημαίνει η Επιτροπή πρέπει να ληφθούν μέτρα ώστε οι κανόνες ανταγωνισμού να εφαρμόζονται με συνεκτικό και καλά συντονισμένο τρόπο σε ολόκληρη την ΕΕ. Η αλυσίδα προσφοράς τροφίμων είναι αρκετά κατακερματισμένη ώστε να διασφαλίζεται ότι οι μεμονωμένες συναλλαγές δεν έχουν προφανώς αρνητικές συνέπειες για τον ανταγωνισμό από τη σκοπιά της ενιαίας αγοράς. Οι πρακτικές που αναφέρονται στο έγγραφο δείχνουν ότι, για μια συγκεκριμένη χώρα και για ένα συγκεκριμένο προϊόν, ένας δεδομένος βαθμός συγκέντρωσης μπορεί να έχει σοβαρές αντιανταγωνιστικές συνέπειες. Η ανάπτυξη ικανοτήτων επεξεργασίας, οι οποίες μπορούν, λόγω των οικονομιών κλίμακας, να καταλάβουν δεσπόζουσα θέση σε μια συγκεκριμένη αγορά προϊόντων, μπορεί να περιορίσει το εύρος των επιλογών των καταναλωτών και να εκτοπίσει από την αγορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το φαινόμενο αυτό έχει ενταθεί περισσότερο από τότε που άρχισαν να ασκούν σημαντική επιρροή οι ιδιωτικές ετικέτες. Ταυτόχρονα, η ανταγωνιστικότητα των τιμών που κυριαρχεί επί του παρόντος στις εμπορικές πολιτικές των εταιρειών μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα προϊόντα χαμηλότερης θρεπτικής αξίας. Παρότι το επίπεδο ασφάλειας των τροφίμων γίνεται υψηλότερο, η αντικατάσταση των φυσικών συστατικών με τεχνητά συστατικά χαμηλότερης θρεπτικής αξίας σημαίνει ότι τα τρόφιμα αδυνατούν όλο και περισσότερο να καλύψουν τις ανάγκες των καταναλωτών για διατροφή υψηλής ποιότητας.

4.3.3.   Θα προτείναμε τη συμπερίληψη των μεθόδων επιστροφής χρημάτων που χρησιμοποιούν οι μεγάλοι λιανοπωλητές στον κατάλογο των αντιανταγωνιστικών πρακτικών ο οποίος παρατίθεται στον πίνακα 1. Οι μέθοδοι αυτές καθιστούν δυνατή την αποσύνδεση, αφενός, των τιμών των προμηθευτών και του πραγματικού κόστους, και, αφετέρου, των τιμών που καταβάλλουν οι λιανοπωλητές και οι καταναλωτές. Ως εκ τούτου, οι τιμές αναφοράς καθορίζονται σε μη ρεαλιστικά χαμηλά επίπεδα, πολύ πιο κάτω από ό,τι θα μπορούσε να επιτευχθεί με την αύξηση της αποτελεσματικότητας. Αθέμιτες ανταγωνιστικές πρακτικές, όπως ο σχηματισμός καρτέλ και οι αποκλειστικές συμφωνίες προμηθειών είναι εντελώς απαράδεκτες, όπως και η κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης για τη μονομερή επιβολή όρων στους προμηθευτές. Ταυτόχρονα, αυτή η τεχνική του διπλού περιθωρίου κέρδους – οι λιανοπωλητές απολαμβάνουν μεγάλα περιθώρια κέρδους όχι μόνο από τους αγοραστές αλλά και από τους προμηθευτές, λόγω των επιστροφών – επισκιάζει τα εμπορικά περιθώρια κέρδους, και συμβάλλει στη στρέβλωση της κατανομής εισοδήματος από την αλυσίδα προσφοράς τροφίμων. Πρόκειται για αντιανταγωνιστική πρακτική στον βαθμό που απαιτεί από τους προμηθευτές να προσαρμόζονται σε μία τιμή η οποία έχει ελάχιστη σχέση με το κόστος παραγωγής.

4.3.4.   Η ΕΟΚΕ συμμερίζεται πλήρως τις ανησυχίες που διατύπωσε η Επιτροπή σχετικά με ορισμένες αντιανταγωνιστικές πρακτικές οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τη λειτουργία της αλυσίδας τροφίμων. Ως προς αυτό, είναι μάλλον σαφές ότι πρέπει να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στη διαφορά ισχύος μεταξύ των παραγωγών, των φορέων επεξεργασίας τροφίμων και των λιανοπωλητών. Η συγκέντρωση της ισχύος σε μεταγενέστερα στάδια τοποθετεί τους λιανοπωλητές σε δεσπόζουσα θέση σε σχέση με τους παραγωγούς και τους φορείς επεξεργασίας τροφίμων, αφήνοντας περιθώρια για ανεπιθύμητες καταχρηστικές πρακτικές. Δεδομένων των ανωτέρω, η προσέγγισή μας όσον αφορά την ευημερία των καταναλωτών δεν πρέπει να εστιάζεται στην επίτευξη χαμηλότερων τιμών μόνο σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, αλλά και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη τόσο τις άμεσες όσο και τις έμμεσες επιπτώσεις, ώστε να αποφεύγονται οι οικονομικές δυσκολίες για τους προμηθευτές, η έλλειψη καινοτομίας, ο περιορισμός του εύρους επιλογών, και ακόμη –μακροπρόθεσμα – η αύξηση των τιμών.

5.   Χάρτης πορείας για τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας προσφοράς

Η εξασφάλιση ορθής κατανομής των αμοιβών σε κάθε βαθμίδα της αλυσίδας προσφοράς είναι πολύ περίπλοκο έργο, πολλές πτυχές του οποίου απαιτούν εκτεταμένη παρέμβαση στη λειτουργία της αγοράς. Ωστόσο, τέτοιου είδους μέτρα είναι απαραίτητα προκειμένου να μπορέσει να βελτιωθεί ουσιαστικά η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών τροφίμων.

5.1.1.   Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τις προσπάθειες της Επιτροπής να επιβάλει διαφάνεια στην αγορά. Η καλύτερη κατανόηση του τρόπου λειτουργίας της αγοράς και του ρόλου που διαδραματίζουν οι διάφοροι κρίκοι της αλυσίδας είναι πάντοτε χρήσιμη. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο είναι να διεξαχθεί εμπεριστατωμένη ανάλυση της εν λόγω αλυσίδας, έτσι ώστε οι αρχές να είναι σε θέση να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα σε περίπτωση που παρουσιαστούν κενά ή ασυνέχειες. Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ανεπιφύλακτα τη γραμμή δράσης που προτείνεται από την Επιτροπή στην ανακοίνωσή της κα προτίθεται να προσφέρει την πλήρη συνεργασία της για την εφαρμογή αυτής.

Εντούτοις, η Επιτροπή πρέπει να γνωρίζει ότι οι συνθήκες διαφέρουν από τον έναν τομέα στον άλλο, ή από τη μία χώρα στην άλλη, με αποτέλεσμα να διαφέρουν και οι παράγοντες που καθορίζουν τις τιμές, οι οποίοι είναι δυναμικοί και όχι στατικοί.

Όλες οι προσπάθειες της Επιτροπής να σχεδιάσει και να διαμορφώσει ένα εργαλείο διαρκούς παρακολούθησης των τιμών των τροφίμων και της κατανομής των εισοδημάτων κατά μήκος της αλυσίδας πρέπει να βασίζονται στα προαναφερθέντα δεδομένα. Επιπλέον, τα αποτελέσματα του εν λόγω εργαλείου πρέπει να αντιμετωπίζονται ως σημεία αναφοράς και όχι ως θέσφατα.

5.1.2.   Η αλυσίδα προσφοράς τροφίμων μπορεί να καταστεί περισσότερο ανταγωνιστική μόνον εάν υπάρχει σημαντικά στενότερη συνεργασία στο εσωτερικό της. Πράγματι, ο ίδιος ο όρος «αλυσίδα» υποδηλώνει ότι κάθε κρίκος συνεργάζεται μόνο με τους κρίκους με τους οποίους γειτονεύει άμεσα, ενώ πραγματική απόδοση μπορεί να επιτευχθεί μόνον εάν όλοι οι κρίκοι συνεργάζονται αρμονικά μεταξύ τους για το κοινό συμφέρον. Εάν πιστεύουμε πραγματικά ότι οι ανάγκες των καταναλωτών πρέπει, μέσω των προϊόντων, να καθορίζουν τις συνθήκες υπό τις οποίες λειτουργεί η αλυσίδα προσφοράς τροφίμων, τότε πρέπει να μας προβληματίσουν σοβαρά οι συνθήκες που επικρατούν στο εσωτερικό της αλυσίδας.

5.1.3.   Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να αποδεχθεί ότι πολλοί από τους παράγοντες που αναφέρονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με μέτρα που λαμβάνονται στο πλαίσιο της πολιτικής περί ανταγωνισμού. Η εναρμόνιση της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού και η συνεργασία μεταξύ των αρχών ανταγωνισμού είναι αποτελεσματικές μόνο για την αντιμετώπιση συμβατικών περιπτώσεων αντιανταγωνιστικών πρακτικών (όπως τα καρτέλ και οι παραπλανητικές διαφημίσεις). Από την εμπειρία προκύπτει ότι η νομοθεσία περί ανταγωνισμού δεν είναι κατάλληλη για την αντιμετώπιση των καταστάσεων που απαριθμούνται στον πίνακα 1, λόγω της περίπλοκης αλληλεξάρτησης όσων εμπλέκονται. Η επιρροή ορισμένων αλυσίδων λιανικής στην αγορά δεν δικαιολογεί την αντίδραση των αρχών ανταγωνισμού σε κοινοτικό επίπεδο. Εντούτοις, σημαντικό είναι, από τη σκοπιά των προμηθευτών, το γεγονός ότι η εξάρτηση από μεμονωμένους λιανοπωλητές και κέντρα αγοράς αποτελεί πλέον αποφασιστικό παράγοντα για την επιβίωσή τους στην αγορά. Ως εκ τούτου, η συνεργασία ανάμεσα στους λιανοπωλητές και τους προμηθευτές είναι πλέον ουσιαστικά μονόπλευρη.

Ταυτόχρονα, η επιβολή αυστηρότερων κυρώσεων δυνάμει της νομοθεσίας περί ανταγωνισμού μπορεί να αποθαρρύνει αποτελεσματικά πρακτικές που αποσκοπούν στην παραπλάνηση των καταναλωτών.

Το έργο της επανεξέτασης της προστασίας των καταναλωτών θα συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια. Αφορά την ποιότητα των τροφίμων που εισέρχονται στην ενιαία αγορά από τρίτες χώρες λόγω του μεγαλύτερου ανοίγματος αγορών, και τις συνθήκες παραγωγής των εν λόγω τροφίμων. Μεταξύ άλλων, η αύξηση των εισαγωγών αντικατοπτρίζει την προσοχή που δίδεται στις τιμές και στον περιορισμό των δαπανών για την αγορά τροφίμων. Συνδέεται όμως με αυξημένους κινδύνους λόγω του χαμηλότερου επιπέδου ασφάλειας των τροφίμων και προστασίας των καταναλωτών, δεδομένου ότι πολλές εισαγωγές προέρχονται από περιοχές όπου οι αντιλήψεις περί παραγωγής τροφίμων κυμαίνονται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με την Ευρώπη.

5.1.4.   Δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια παρέμβασης στις εμπορικές πολιτικές που αφορούν τους λιανοπωλητές. Ωστόσο, οφείλουμε να εντοπίσουμε όλα τα μέτρα που μπορούν να συμβάλουν στην απόσπαση της προσοχής των μεγάλων εμπορικών πολιτικών που αφορούν τους λιανοπωλητές από τη μείωση των τιμών (ή σε ορισμένες περιπτώσεις, από την επίτευξη της χαμηλότερης δυνατής τιμής). Η προσοχή που δίδεται σε αυτό το θέμα ευθύνεται για τη μη ισορροπημένη επί του παρόντος κατανομή των εισοδημάτων στο εσωτερικό της αλυσίδας προσφοράς τροφίμων, και επιπλέον επηρεάζει τη στάση των καταναλωτών.

5.1.5.   Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει απαραιτήτως να αξιοποιεί τις κατάλληλες πληροφορίες προκειμένου να μπορεί να διορθώνει αποτελεσματικά τις δυσλειτουργίες στην αλυσίδα προσφοράς τροφίμων και να την καθιστά περισσότερο αποδοτική. Άλλο σημαντικό καθήκον της ΕΕ είναι να ενισχύει την ευαισθητοποίηση των ευρωπαίων καταναλωτών ώστε να λαμβάνουν περισσότερο εμπεριστατωμένες αποφάσεις. Οι καταναλωτές είναι το κλειδί για την επιβίωση και τη βιώσιμη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής γεωργίας και της βιομηχανίας τροφίμων. Η ευαισθητοποίηση των ευρωπαίων καταναλωτών μπορεί να συμβάλει στην πρακτική εφαρμογή μίας εκ των θεμελιωδών αρχών της Κοινότητας, της προτίμησης για τα κοινοτικά προϊόντα – μιας αρχής η οποία παραγκωνίστηκε αναπόφευκτα κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων για τη γενική συμφωνία δασμών και εμπορίου (GATT) και των διαπραγματεύσεων με τον ΠΟΕ.

Στο πλαίσιο της ανάπτυξης ενός μέσου παρακολούθησης, πρέπει να μεριμνήσουμε για την ενσωμάτωση κινήτρων που θα αφορούν τους φορείς της αγοράς, ώστε οι τελευταίοι να παρέχουν αξιόπιστες πληροφορίες στο σύστημα, όπως π.χ. φορολογικούς ελέγχους, φορολογικές απαλλαγές και επιδοτήσεις. Η εξασφάλιση διαφάνειας σε προαιρετική βάση δεν αποτελεί λύση.

5.1.6.   Προκειμένου να μετριαστούν οι αρνητικές επιπτώσεις της κερδοσκοπίας, πρέπει να εξετάσουμε το ενδεχόμενο λήψης ρυθμιστικών μέτρων, έτσι ώστε να διασφαλίσουμε ότι επιτρέπονται στα χρηματιστήρια αποκλειστικά και μόνο συναλλαγές που καλύπτονται από πραγματικές εγγυήσεις σε αγαθά, σε αντίθεση με τις τρέχουσες πρακτικές της αγοράς, οι οποίες επιτρέπουν σε πολύ περιορισμένες ροές προϊόντων να ασκούν σημαντική επιρροή στις τιμές της αγοράς, γεγονός το οποίο με τη σειρά του οδηγεί σε διακυμάνσεις των τιμών στην πραγματική αγορά.

5.1.7.   Μικρότερες αλυσίδες προσφοράς τροφίμων

Η μείωση του αριθμού των μεσαζόντων ανάμεσα στους παραγωγούς γεωργικών προϊόντων και τους καταναλωτές μπορεί να βοηθήσει την αλυσίδα να λειτουργήσει περισσότερο αποτελεσματικά. Πρέπει να ενθαρρυνθεί η ανάπτυξη άμεσων σχέσεων ανάμεσα στους παραγωγούς και τους καταναλωτές κατά το παράδειγμα των προγραμμάτων διανομής γάλακτος και φρούτων σε μαθητές σχολείων. Ένας από τους πλέον προφανείς τρόπους για να γίνει αυτό είναι να ενθαρρυνθούν οι παραδοσιακές αγροτικές αγορές. Πέρα από τα πολυάριθμα άλλα οφέλη του, το μέτρο αυτό θα βοηθήσει να διατηρηθούν οι διάφοροι τρόποι ζωής της υπαίθρου και να παραμείνουν εντός αγοράς οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Βρυξέλλες, 5 Νοεμβρίου 2009

Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Mario SEPI


Top