EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004AE1648

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών και την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/EΟΚ και 83/349/EΟΚ του Συμβουλίου»COM(2004) 177 τελικό — 2004/0065(COD)

ΕΕ C 157 της 28.6.2005, p. 115–119 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

28.6.2005   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 157/115


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την «Πρόταση για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών και την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/EΟΚ και 83/349/EΟΚ του Συμβουλίου»

COM(2004) 177 τελικό — 2004/0065(COD)

(2005/C 157/21)

Στις 21 Απριλίου 2004, το Συμβούλιο αποφάσισε σύμφωνα με το άρθρο 44, παράγραφος 2, εδάφιο ζ) της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, να ζητήσει από την Eυρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να γνωμοδοτήσει για την ανωτέρω πρόταση.

Το τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του, στις 8 Σεπτεμβρίου 2004, με εισηγητική τον κ. FRANK von FÜRSTENWERTH.

Κατά την 413η σύνοδο ολομέλειας της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 2004 (συνεδρίαση της 15ης Δεκεμβρίου 2004) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 86 ψήφους υπέρ, 3 ψήφους κατά και 1 αποχή, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

1.   Εισαγωγή

1.1

H πρόταση της Επιτροπής για οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον έλεγχο των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών και την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/ΕΟΚ και 83/349/EΟΚ του Συμβουλίου εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο των μέτρων της ΕΕ για την υλοποίηση του προγράμματος δράσης για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Μεταξύ των μέτρων αυτών, πρέπει ιδίως να αναφερθεί η ανακοίνωση της Επιτροπής σχετικά με τον «εκσυγχρονισμό του εταιρικού δικαίου και την ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση — ένα πρόγραμμα για την επίτευξη προόδου» (COM(2003) 284), η εφαρμογή των διεθνών λογιστικών προτύπων από το 2005 και οι οδηγίες για την κατάχρηση αγοράς και για το ενημερωτικό δελτίο σχετικά με την εισαγωγή αξιών στο χρηματιστήριο.

1.2

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ήδη από το 1996, επιδιώκει τη βελτίωση και την εναρμόνιση της ποιότητας του υποχρεωτικού λογιστικού ελέγχου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το Μάιο του 2003, παρουσίασε ως ενδιάμεσο αποτέλεσμα ένα περιεκτικό σχέδιο δράσης δέκα σημείων (Ανακοίνωση της Επιτροπής για την ενίσχυση του υποχρεωτικού λογιστικού ελέγχου στην ΕΕ (COM/2003/286)). Ένα σημείο του σχεδίου δράσης αφορά τον εκσυγχρονισμό της «όγδοης» οδηγίας για το Εταιρικό Δίκαιο 84/253/EΟΚ. Η παρούσα πρόταση οδηγίας αντικαθιστά την «όγδοη» οδηγία για το Εταιρικό Δίκαιο.

1.3

Τα εν λόγω μέτρα προβλέπεται να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στη λογιστική και τις κεφαλαιαγορές. Η παρούσα πρόταση οδηγίας δεν αποτελεί άμεση αντίδραση στα πρόσφατα εταιρικά σκάνδαλα, αλλά τη συνέχεια της πολιτικής της ΕΕ στον τομέα του υποχρεωτικού λογιστικού ελέγχου, εφαρμοστέα ήδη από το έτος 1996. Ωστόσο, λαμβάνει υπόψη τα πρόσφατα σκάνδαλα.

2.   Προτάσεις της Επιτροπής

2.1

Η πρόταση οδηγίας περιέχει διατάξεις για την χορήγηση αδείας σε ορκωτούς ελεγκτές και σε ελεγκτικά γραφεία, την συνεχή εκπαίδευσή τους και την αμοιβαία διασυνοριακή αναγνώρισή τους.

2.2

Όλοι οι ορκωτοί ελεγκτές και όλα τα ελεγκτικά γραφεία θα πρέπει να υπόκεινται στις αρχές επαγγελματικής δεοντολογίας που καλύπτουν τη συνολική ευθύνη του ορκωτού ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου έναντι του κοινού, την ακεραιότητα και την αντικειμενικότητά τους, καθώς και την επαγγελματική τους ικανότητα και επιμέλεια.

2.3

Τα κράτη μέλη οφείλουν να διασφαλίσουν ότι οι ορκωτοί ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία που διαθέτουν την σχετική άδεια, περιλαμβάνονται σε ένα δημόσιο μητρώο.

2.4

Ο ορκωτός ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο πρέπει να είναι ανεξάρτητος από την ελεγχόμενη επιχείρηση και δεν μπορεί με κανένα τρόπο να συμμετέχει στις διαχειριστικές αποφάσεις της. Ο ορκωτός ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο δεν διενεργεί λογιστικό έλεγχο εάν έχει με την ελεγχόμενη οντότητα χρηματοοικονομική, επιχειρηματική, εργασιακή ή άλλη σχέση που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία του ορκωτού ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου.

2.5

Η εφαρμογή των διεθνών ελεγκτικών προτύπων είναι υποχρεωτική για όλους τους λογιστικούς ελέγχους που διενεργούνται στην ΕΕ, εφόσον τα εν λόγω ελεγκτικά πρότυπα έχουν υιοθετηθεί στο κοινοτικό δίκαιο.

2.6

Τα κράτη μέλη πρέπει να οργανώσουν αποτελεσματική δημόσια εποπτεία, στην οποία να υπάγονται όλοι οι ορκωτοί ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία. Η εποπτεία υπόκειται σε συγκεκριμένες αρχές (όσον αφορά τα πρόσωπα που διενεργούν την εποπτεία, τη δικαιοδοσία και τη διαφάνεια της εποπτείας).

2.7

Ο ορκωτός ελεγκτής ή το ελεγκτικό γραφείο διορίζεται από τη γενική συνέλευση των μετόχων της ελεγχόμενης οντότητας. Τα κράτη μέλη μπορούν, ωστόσο, να προβλέψουν ότι ο διορισμός υπόκειται σε προηγούμενη έγκριση αρμόδιας εποπτικής αρχής ή ότι γίνεται από δικαστήριο ή άλλο όργανο που ορίζεται από την εθνική νομοθεσία.

2.8

Οι ορκωτοί ελεγκτές ή τα ελεγκτικά γραφεία δεν παύονται παρά μόνο για βάσιμους λόγους. Συνεπώς, η διάσταση απόψεων σχετικά με λογιστικούς χειρισμούς ή με ελεγκτικές διαδικασίες δεν αποτελεί βάσιμο λόγο παύσης.

2.9

Η Επιτροπή προτείνει στα κράτη μέλη να εξασφαλίσουν κατάλληλους κανόνες που να επιτρέπουν την αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ του ορκωτού ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου και της ελεγχόμενης οντότητας και να διασφαλίσουν ότι η επικοινωνία αυτή καταγράφεται με κατάλληλο τρόπο από την ελεγχόμενη οντότητα.

2.10

Η πρόταση οδηγίας ορίζει ειδικές διατάξεις όσον αφορά τον υποχρεωτικό λογιστικό έλεγχο οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος. Πρόκειται για εταιρείες που έχουν ουσιαστικό χαρακτήρα δημοσίου συμφέροντος λόγω της φύσης των δραστηριοτήτων τους, του μεγέθους τους ή του αριθμού των απασχολουμένων τους, και ιδίως εταιρείες των οποίων οι τίτλοι έχουν εισαχθεί για διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά οποιουδήποτε κράτους μέλους, καθώς και οι τράπεζες και τα λοιπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Οι εν λόγω οντότητες οφείλουν να διαθέτουν ελεγκτική επιτροπή, αποτελούμενη από μη εκτελεστικά μέλη του διοικητικού ή του εποπτικού οργάνου της ελεγχόμενης οντότητας και από ένα τουλάχιστον ανεξάρτητο μέλος με αρμοδιότητα σε λογιστικά και/ ή ελεγκτικά θέματα. Επιπλέον, ενισχύονται οι ρυθμίσεις που αφορούν, μεταξύ άλλων, την ανεξαρτησία, τον ποιοτικό έλεγχο, τη δημόσια εποπτεία και το διορισμό του ορκωτού ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου.

2.11

Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους μπορούν να χορηγήσουν, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, άδεια ορκωτού ελεγκτή σε ελεγκτή από τρίτη χώρα, εάν το πρόσωπο αυτό αποδείξει ότι έχει λάβει άδεια ελεγκτή, έχει θεωρητικές γνώσεις, ικανότητα πρακτικής εφαρμογής τους και ακεραιότητα ισοδύναμες με εκείνες που απαιτούν οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας καθώς και τις νομικές γνώσεις που είναι αναγκαίες για τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου σε αυτό το κράτος μέλος. Περαιτέρω, η οδηγία θέτει τα θεμέλια για τη διεθνή συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών.

2.12

Η πρόταση οδηγίας ορίζει τη σύσταση επιτροπής, η οποία απαρτίζεται από εκπροσώπους των κρατών μελών (κανονιστική επιτροπή λογιστικού ελέγχου, «η επιτροπή»), και θα επικουρεί την Επιτροπή στην κατάρτιση των εκτελεστικών μέτρων.

2.13

Με την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/EΟΚ και 83/349/EΟΚ, θα αναγράφονται οι αμοιβές που καταβλήθηκαν κατά τη διαχειριστική χρήση στον ορκωτό ελεγκτή ή στο ελεγκτικό γραφείο για τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών και οι αμοιβές που καταβλήθηκαν για άλλες υπηρεσίες εξακρίβωσης, υπηρεσίες φορολογικών συμβουλών και λοιπές μη ελεγκτικές υπηρεσίες.

2.14

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν πριν από την 1η Ιανουαρίου 2006 τις αναγκαίες διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία.

3.   Γενικές Παρατηρήσεις

3.1

Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιδοκιμάζει την πρόταση οδηγίας, με την οποία διασφαλίζεται ότι οι επενδυτές και οι άλλοι ενδιαφερόμενοι μπορούν να στηρίζονται στην αξιοπιστία των ελεγχόμενων εταιρικών λογαριασμών.

3.2

Η νέα οδηγία καθιερώνει ενιαίο ευρωπαϊκό νομικό πλαίσιο στον τομέα του υποχρεωτικού λογιστικού ελέγχου. Προς τούτο, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρόταση οδηγίας.

3.3

Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η Επιτροπή θεσπίζει περαιτέρω πρωτοβουλίες ως συνέπεια του πρόσφατου εταιρικού σκανδάλου της Parmalat. Οι πρωτοβουλίες περιλαμβάνουν την επιτάχυνση των προτάσεων του σχεδίου δράσης που ανακοινώθηκαν το Μάιο του 2003 σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του εταιρικού δικαίου και την ενίσχυση της εταιρικής διακυβέρνησης. Οι προτάσεις αφορούν: (α) τον προσδιορισμό του ρόλου των μη διευθυνόντων στελεχών, (β) την αποσαφήνιση της ευθύνης των μελών του διοικητικού συμβουλίου όσον αφορά την χρηματοοικονομική και μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση, (γ) τη βελτιωμένη δημοσίευση των συναλλαγών που πραγματοποιούνται εντός του ομίλου και των συναλλαγών με συνδεόμενα μέρη καθώς και (δ) την πλήρη δημοσιότητα των λογαριασμών των υπεράκτιων εταιρειών και την αυστηρότερη αξιολόγηση της ομάδας των ορκωτών ελεγκτών, όσον αφορά το περιεχόμενο των λογαριασμών αυτών.

3.4

Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει τη θέση που εξέφρασε η Επιτροπή στην ανακοίνωσή της για την ενίσχυση των ελέγχων, ότι δηλαδή η ευθύνη των ορκωτών λογιστών αποτελεί ένα μέσο για τη διασφάλιση της ποιότητας των ελέγχων (1). Ωστόσο, συνεχίζει να εκτιμά (2) ότι η ευθύνη αυτή πρέπει να είναι ανάλογη προς την ελεγχόμενη επιχείρηση και τους μετόχους της ή τη ζημιά που προκλήθηκε και επιδοκιμάζει τη θέση της Επιτροπής να ερευνήσει τις ευρύτερες οικονομικές επιπτώσεις των κανόνων περί ευθύνης των ορκωτών ελεγκτών. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να συνεχίσει χωρίς καθυστέρηση την εκπόνηση των σχετικών μελετών.

4.   Ειδικές παρατηρήσεις

4.1

Στόχο των προτεινόμενων ρυθμίσεων για τη χορήγηση αδείας και την συνεχή εκπαίδευση των ορκωτών ελεγκτών ή των ελεγκτικών γραφείων αποτελεί, μεταξύ άλλων, η διασφάλιση των απαραίτητων γνώσεων όσον αφορά το επάγγελμα των ορκωτών ελεγκτών. Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει τα εν λόγω ρυθμιστικά συστήματα.

4.2

Η ΕΟΚΕ αξιολογεί καταρχήν θετικά τα προτεινόμενα πρότυπα επαγγελματικής δεοντολογίας. Η Επιτροπή προτείνει να έχει την αρμοδιότητα για τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων για θέματα επαγγελματικής δεοντολογίας. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να διακρίνονται από υψηλή ποιότητα και, κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, να συγκλίνουν προς τις αναγνωρισμένες θέσεις, τόσο διεθνείς (Κώδικας δεοντολογίας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών — IFAC) όσο και ευρωπαϊκές (Σύσταση της Επιτροπής της 16ης Μαΐου 2002 με θέμα την ανεξαρτησία του ορκωτού ελεγκτή στην ΕΕ: θεμελιώδεις αρχές (3)).

4.3

Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η ανεξαρτησία των ορκωτών ελεγκτών ή των ελεγκτικών γραφείων έχει εξαιρετική σημασία. Συνεπώς, δεν μπορεί παρά να υποστηρίξει την πρόταση της Επιτροπής, με την οποία επιδιώκεται να εξασφαλιστεί η ανεξαρτησία των ορκωτών ελεγκτών ή των ελεγκτικών γραφείων με την καθιέρωση προτύπων. Ωστόσο, οι αρχές αυτές θα πρέπει να ισχύουν για όλες τις ελεγχόμενες εταιρείες και ιδιαίτερα για τις επιχειρήσεις δημοσίου συμφέροντος διότι οι τελευταίες δεσμεύονται σε μεγαλύτερο βαθμό να τηρούν διαφανείς διαδικασίες έναντι των μετόχων ή ενδεχόμενων επενδυτών τους.

4.4

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει το γεγονός ότι η Επιτροπή υιοθετεί διεθνή ελεγκτικά πρότυπα (International Standards on Auditing ή ΙSΑ). H εφαρμογή των διεθνών ελεγκτικών προτύπων αποτελεί λογική συνέχεια ενόψει της υποχρέωσης των επιχειρήσεων που προσανατολίζουν τις δραστηριότητές τους προς τις κεφαλαιαγορές να καταρτίζουν από το έτος 2005 ετήσιους λογαριασμούς (4), βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων (International Accounting Standard ή ΙΑS) και των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης (International Financial Reporting Standards — IFRS). Η ανάπτυξη των διεθνών ελεγκτικών προτύπων θα πρέπει να ακολουθεί συγκεκριμένες αρχές, ενώ η ποιότητα των πρότυπων θα πρέπει να ανταποκρίνεται σε υψηλές αξιώσεις. Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ στηρίζει καταρχήν τη διαδικασία που προτείνει η Επιτροπή όσον αφορά την αναγνώριση των προτύπων. Εξάλλου, η επεξεργασία διεθνών αναγνωρισμένων κανόνων ελέγχου προϋποθέτει το σεβασμό των συμφερόντων όλων των ενδιαφερομένων μερών καθώς και του κοινού στο πλαίσιο μιας διαφανούς και κατάλληλης διαδικασίας καθορισμού των προτύπων. Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή οφείλει να υποβάλει εγκαίρως και με τρόπο σαφή τις προτάσεις της για την διαδικασία τυποποίησης.

4.5

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρόταση της Επιτροπής, ώστε τα κράτη μέλη να οργανώσουν σύστημα δημόσιας εποπτείας στο οποίο να υπόκεινται όλοι οι ορκωτοί ελεγκτές και όλα τα ελεγκτικά γραφεία, σύμφωνα με συγκεκριμένα πρότυπα.

4.6

Όσον αφορά την παύση του ορκωτού ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου η Επιτροπή προτείνει ότι η διάσταση απόψεων σχετικά με λογιστικούς χειρισμούς ή με ελεγκτικές διαδικασίες δεν αποτελεί βάσιμο λόγο παύσης. Είναι όμως πιθανό, μία οντότητα να εφαρμόζει λογιστικό χειρισμό που να είναι γενικότερα αναγνωρισμένος αλλά να μην αναγνωρίζεται από τον ορκωτό ελεγκτή. Τίθεται λοιπόν το ερώτημα, με ποιόν τρόπο αντιμετωπίζονται τέτοιου είδους περιπτώσεις, εφόσον δεν προβλέπεται η παύση του ορκωτού ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου.

4.7

Καταρχήν, επιδοκιμάζεται η προτεινόμενη ρύθμιση που αφορά την επικοινωνία μεταξύ της ελεγχόμενης οντότητας και του ορκωτού ελεγκτή ή του ελεγκτικού γραφείου.

4.8

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την εισαγωγή ειδικών διατάξεων όσον αφορά τον υποχρεωτικό λογιστικό έλεγχο των επιχειρήσεων δημοσίου συμφέροντος. Πρέπει, ωστόσο, να βρεθεί κάποια ισορροπία ανάμεσα στις ειδικές αξιώσεις και τις πρόσθετες δαπάνες που συνεπάγονται. Εν κατακλείδι, οι πρόσθετες δαπάνες βαρύνουν τους πελάτες και τους ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων.

4.9

Η Επιτροπή προτείνει να αναγράφονται οι αμοιβές που καταβλήθηκαν κατά τη διαχειριστική χρήση στον ορκωτό ελεγκτή ή στο ελεγκτικό γραφείο για τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων λογαριασμών και οι αμοιβές που καταβλήθηκαν για άλλες υπηρεσίες εξακρίβωσης, υπηρεσίες φορολογικών συμβουλών και λοιπές μη ελεγκτικές υπηρεσίες. Ουσιαστικά, επιδοκιμάζεται η υψηλή διαφάνεια των διαδικασιών. Εντούτοις, διατυπώνεται η άποψη ότι τέτοιου είδους υποχρεωτικά στοιχεία δεν οδηγούν απαραίτητα σε υψηλή ποιότητα του υποχρεωτικού λογιστικού ελέγχου. Έτσι, είναι δυνατόν, η πρόσθετη διαφάνεια να ασκήσει πιέσεις για προσαρμογή των τιμών των υπηρεσιών υποχρεωτικού λογιστικού ελέγχου.

4.10

Η Επιτροπή προτείνει να επιδιώξουν τα κράτη μέλη την θέσπιση των κατάλληλων κανόνων που να διασφαλίζουν ότι η αμοιβή για τον υποχρεωτικό έλεγχο είναι επαρκής για να επιτρέψει τη διενέργεια ελέγχου καλής ποιότητας, δεν επηρεάζεται από την παροχή συμπληρωματικών υπηρεσιών στην ελεγχόμενη οντότητα και δεν μπορεί να βασίζεται σε κανενός είδους όρο. Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι η διάταξη αυτή έχει σχεδιασθεί για να χρησιμεύσει ως βασική αρχή για την αποφυγή του ντάμπινγκ στις τιμές για την παροχή υπηρεσιών. Όμως, διερωτάται πώς μπορεί τούτη να εφαρμοστεί στην πράξη. Η ΕΟΚΕ είναι πεπεισμένη ότι οι κανόνες αυτοί δεν θα έχουν ως συνέπεια τον καθορισμό των αμοιβών ελέγχου από τα κράτη μέλη.

4.11

Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την διαδικασία που προτείνει η Επιτροπή σχετικά με την έγκριση των εκτελεστικών μέτρων και τη σύσταση κανονιστικής επιτροπής λογιστικού ελέγχου. Τούτη όμως δεν πρέπει να αντίκειται στις διεθνείς και ευρωπαϊκές θέσεις που αναφέρονται στο σημείο 4.2 ανωτέρω.

5.   Διεθνείς πτυχές

5.1

Οι ρυθμίσεις που προτείνονται από την Επιτροπή σχετικά με τη διεθνή συνεργασία αποτελούν αντικείμενο θετικής ανάλυσης. Αυτό αφορά κυρίως τη συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σχετικά, η ΕΟΚΕ επισημαίνει ότι πρέπει να τηρούνται οι υφιστάμενοι υποχρεωτικοί εθνικοί κανόνες για την εμπιστευτικότητα και επαγγελματικό απόρρητο.

5.2

Η πρόταση οδηγίας προβλέπει ότι, υπό τον όρο της αμοιβαιότητας, χορηγείται άδεια νόμιμου ελεγκτή σε ελεγκτή από τρίτη χώρα, εάν το πρόσωπο αυτό προσκομίσει τα απαιτούμενα αποδεικτικά στοιχεία. Προϋπόθεση για τη συνεργασία με τρίτη χώρα αποτελεί η ισοδυναμία του συστήματος εποπτείας της τρίτης χώρας με το ευρωπαϊκό σύστημα εποπτείας. Η Επιτροπή θα αξιολογεί την ισοδυναμία σε συνεργασία με τα κράτη μέλη και θα εγκρίνει τα εκτελεστικά μέτρα μετά τη διαδικασία αυτή. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η άσκηση επαγγέλματος από πολίτες τρίτων χωρών θα υπόκειται στις ίδιες απαιτήσεις χορήγησης άδειας που ισχύουν για τους ελεγκτές από κράτη μέλη της ΕΕ.

5.3

Τέλος, δεν μπορεί να δοθεί ακόμη απάντηση στο ερώτημα κατά πόσον το προτεινόμενο μοντέλο για τη διεθνή συνεργασία συνεκτιμά ικανοποιητικά όλες τις παραμέτρους. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, η Επιτροπή θα πρέπει να διερευνήσει περαιτέρω τις δυνατότητες αποδοχής του προτεινόμενου μοντέλου, ιδιαίτερα από τις αρμόδιες αρχές των Ηνωμένων Πολιτειών.

6.   Συμπεράσματα

6.1

Η ΕΟΚΕ στηρίζει την πρόταση οδηγίας της Επιτροπής για τον υποχρεωτικό έλεγχο των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών και την τροποποίηση των οδηγιών 78/660/EΟΚ και 83/349/EΟΚ. Θεωρεί ότι η πρόταση περιλαμβάνει όλες τις σημαντικές πτυχές του υποχρεωτικού ελέγχου. Η πλήρης εφαρμογή της οδηγίας θα συμβάλει σημαντικά στην ενίσχυση και στην ομοιογένεια των υποχρεωτικών ελέγχων, όπως είναι και ο στόχος της Επιτροπής.

6.2

Η ΕΟΚΕ επέλεξε ορισμένες πτυχές της οδηγίας προκειμένου να υποβάλλει συγκεκριμένες παρατηρήσεις και προτάσεις στην Επιτροπή ενόψει πιο εμπεριστατωμένων μελετών και αναλύσεων. Δεδομένου ότι η ΕΟΚΕ θεωρεί σημαντική την πρόταση οδηγίας, τάσσεται υπέρ μιας ταχείας νομοθετικής διαδικασίας.

Βρυξέλλες, 15 Δεκεμβρίου 2004

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  ΕΕ C 236 της 2.10.2003, σελ. 2-8, σημείο 3.10

(2)  Βλ. τη γνωμοδότηση της ΕΟΚΕ της 10.12.03 σχετικά με την «Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Ενίσχυση του υποχρεωτικού λογιστικού ελέγχου των επιχειρήσεων στην ΕΕ» (COM(2003) 286 τελικό) (2004/C 80/06) (ΕΕ C 80 της 30.3.2004, σελ. 17-19, σημείο 4.7)

(3)  ΕΕ L 191 της 19.07.02

(4)  Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ομοιόμορφη ερμηνεία των ΙSΑ και των IFRS, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη ελέγχου υψηλής ποιότητας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

της γνωμοδότησης της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Το παρακάτω κείμενο, η διατήρηση του οποίου στο κείμενο της γνωμοδότησης ζητήθηκε με τουλάχιστον το ένα τέταρτο των εκπεφρασμένων ψήφων, απορρίφθηκε και αντικαταστάθηκε από τροπολογία που υιοθέτησε η ολομέλεια.

Σημείο 4.3

«Ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η εισαγωγή εξωτερικής εναλλαγής του ελεγκτικού γραφείου στην περίπτωση υποχρεωτικού ελέγχου οντοτήτων δημοσίου συμφέροντος δεν συμβάλει στην ποιοτική βελτίωση του ελέγχου, δεδομένου ότι κατά την μεταβίβαση των εξειδικευμένων γνώσεων σε έναν νέο ελεγκτή είναι αναπόφευκτο να απολεσθεί τεχνογνωσία και, συνεπώς, να μειωθεί η ποιότητα του ελέγχου σε σύγκριση εκείνη που θα διασφάλιζε η πολυετής πείρα του εντολέα. Ακόμη, υφίσταται ο φόβος μήπως ένας τέτοιος κανόνας οδηγήσει σε συγκέντρωση της αγοράς σε μεγάλα ελεγκτικά γραφεία εις βάρος των ελεγκτών μεσαίου μεγέθους».

Αποτέλεσμα της ψηφοφορίας:

Υπέρ: 50

Κατά: 21

Αποχές: 4


Top