EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52003AE1160

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Ευρωπαϊκή Άμυνα — Βιομηχανικά θέματα και θέματα αγοράς — Για να χαραχθεί μια πολιτική της ΕΕ στον τομέα του αμυντικού εξοπλισμού" (COM(2003) 113 τελικό)

ΕΕ C 10 της 14.1.2004, p. 1–5 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52003AE1160

Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Ευρωπαϊκή Άμυνα — Βιομηχανικά θέματα και θέματα αγοράς — Για να χαραχθεί μια πολιτική της ΕΕ στον τομέα του αμυντικού εξοπλισμού" (COM(2003) 113 τελικό)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 010 της 14/01/2004 σ. 0001 - 0005


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών - Ευρωπαϊκή Άμυνα - Βιομηχανικά θέματα και θέματα αγοράς - Για να χαραχθεί μια πολιτική της ΕΕ στον τομέα του αμυντικού εξοπλισμού"

(COM(2003) 113 τελικό)

(2004/C 10/01)

Στις 12 Μαρτίου 2003, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω ανακοίνωση.

Το ειδικευμένο τμήμα "Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 3 Σεπτεμβρίου 2003, με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Wilkinson.

Κατά την 402η σύνοδο ολομελείας της 24ης και 25ης Σεπτεμβρίου 2003 (συνεδρίαση της 24ης Σεπτεμβρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 117 ψήφους υπέρ, 3 κατά, και 5 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Εισαγωγή

1.1. Στην ανακοίνωση(1), η Επιτροπή υποδεικνύει ότι είναι καιρός πλέον να αρχίσει η χάραξη μιας πιο συντονισμένης πολιτικής για τον αμυντικό εξοπλισμό, προκειμένου να ολοκληρωθούν οι εθνικές πολιτικές στον τομέα αυτό. Η παρούσα ανακοίνωση αποτελεί τη συνέχεια δύο προηγούμενων ανακοινώσεων για τις βιομηχανίες τις σχετιζόμενες με την άμυνα(2), οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την ανάληψη εξαιρετικά περιορισμένου αριθμού δράσεων.

1.2. Η Επιτροπή θεωρεί ότι μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά μέσω της βελτίωσης της ποιότητας του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ που διέπει τη διαχείριση των εξοπλισμών στην Ευρώπη, βοηθώντας έτσι στη διατήρηση μιας βιώσιμης βιομηχανικής βάσης για την ευρωπαϊκή άμυνα.

1.3. Οι παρατηρήσεις και οι προτάσεις της γίνονται στη βάση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ), καθώς και στο πλαίσιο της ανάπτυξης μιας Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ), χωρίς, ωστόσο, να εξαρτώνται από τις πολιτικές αυτές.

1.4. Τα προτεινόμενα μέτρα επιδιώκουν να ενθαρρύνουν τη βιομηχανική αναδιάρθρωση και σταθεροποίηση, να προωθήσουν τη συγκρότηση μιας ευρωπαϊκής αγοράς αμυντικού εξοπλισμού, καθώς και να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Αυτό συνιστά σημαντική πρόκληση για την ανάπτυξη της ΕΠΑΑ. Επίσης, αποσκοπούν στο να επιτύχουν ευρύτερους κοινωνικοοικονομικούς στόχους.

1.5. Η ανακοίνωση αναγνωρίζει ότι πιθανότατα η δράση αυτή θα προσδώσει προστιθέμενη αξία στους τομείς της αγοράς αμυντικού εξοπλισμού και της συνδεόμενης με την άμυνα έρευνας.

1.6. Το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων, στη συνεδρίαση της 16ης Ιουνίου που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο, εξέφρασε την υποστήριξή του σε ορισμένες από τις δραστηριότητες που περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση.

2. Γενικές παρατηρήσεις

2.1. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την ανακοίνωση ως έγκαιρη και συμφωνεί με τις περισσότερες από τις προτεινόμενες σε αυτή δράσεις. Ο βασικός στόχος κάθε συμφωνημένης αλλαγής θα πρέπει να είναι να αποκτήσουν τα κράτη μέλη τις αμυντικές ικανότητες που χρειάζονται και αυτό με τον πιο αποτελεσματικό και αποδοτικό δυνατό τρόπο, στο πλαίσιο των διαθέσιμων πόρων.

2.2. Η άμυνα αποτελεί πολιτικό ζήτημα υψηλής σημασίας αλλά και πεδίο στο οποίο τα κράτη μέλη δεν συμφωνούν στο σύνολό τους για τον ρόλο της ΕΕ. Οι παρούσες προτάσεις πρέπει να εξετασθούν στο εν λόγω πολιτικό πλαίσιο. Ωστόσο, όλοι συμφωνούν ότι οι αμυντικές ικανότητες της ΕΕ δεν είναι ακόμη επαρκείς για όλες τις αντιμετωπιζόμενες σήμερα αποστολές της (τις αποστολές Petersberg), και φυσικά ούτε για τις αποστολές που ενδεχομένως θα συμφωνηθούν στο μέλλον. Σαφώς, η ΕΕ πρέπει να διαθέτει στρατιωτικές ικανότητες για να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των συμπεφωνημένων πολιτικών εξωτερικών και άμυνας, εφόσον επιθυμεί την αξιοπιστία τους. Αν και δεν υφίσταται, μέχρι σήμερα, γενική συμφωνία μεταξύ των κρατών μελών σχετικά με την ανάγκη η ΕΕ να αναπτύξει τις στρατιωτικές της ικανότητες, η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει δράσεις προς αυτό το σκοπό ως καίριο μέρος της μελλοντικής ΕΠΑΑ.

2.3. Η άμυνα αποτελεί επίσης πολύπλοκο ζήτημα· το φάσμα των ενδεχόμενων αποστολών (εθνικές, NATO, ΕΕ, ΟΗΕ και άλλες) και του εξοπλισμού γι' αυτές, όπως επίσης οι υφιστάμενες διευθετήσεις για αυτές, που συχνά παρουσιάζουν φαινόμενα επικάλυψης, καθιστούν αδύνατο τον πλήρη εξορθολογισμό. Ωστόσο, είναι σαφώς σκόπιμος ο περιορισμός αυτών των διαφορών.

2.4. Προς το σκοπό αυτό, η ΕΕ θα πρέπει να επωφεληθεί το μέγιστο από τους πόρους που χορηγούνται ήδη για τις ικανότητες αυτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ οι συνδυασμένες αμυντικές δαπάνες της ΕΕ ανέρχονται περίπου στο 40 % των αντίστοιχων δαπανών των ΗΠΑ, οι επιχειρησιακές ικανότητες που προκύπτουν είναι μόνο 10 %. Είναι σαφές ότι οι χώρες ΕΕ αξιοποιούν λιγότερο απ' όσο θα μπορούσαν τους διαθέσιμους πόρους.

2.5. Χωρίς πραγματική πρόοδο στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών που σχετίζονται με την άμυνα, οι βιομηχανίες της ΕΕ θα συνεχίσουν να χάνουν έδαφος όσον αφορά την παραγωγή επιχειρησιακών ικανοτήτων. Αυτό αντίκειται στη στρατηγική της Λισσαβόνας και είναι αρνητικό για τις προοπτικές της απασχόλησης. Από την άποψη αυτή, η ανοιχτή μέθοδος συντονισμού θα μπορούσε να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην αλληλεπίδραση μεταξύ των εθνικών βιομηχανικών πολιτικών σε επίπεδο ΕΕ. Επιπλέον, οι διαβουλεύσεις, η αξιολόγηση και η συγκριτική ανάλυση των επιδόσεων σε επίπεδο ΕΕ που επιτρέπει η εν λόγω μέθοδος, θα συνέβαλαν στον εξορθολογισμό των εμπλεκόμενων βιομηχανιών.

2.6. Αν και είναι πάντοτε ορθό να αξιοποιούνται κατά τον καλύτερο τρόπο οι διαθέσιμοι πόροι, αν αυτό επιχειρηθεί μεμονωμένα αποδίδει περιορισμένη αξία. Πρέπει να υπάρξει η πολιτική βούληση, προκειμένου να καταβληθούν οι πόροι που χρειάζονται για να καλυφθούν οι υπάρχουσες και αναμενόμενες αποστολές (βλ. παράγραφο 2.3). Ωστόσο, στις πιο απαιτητικές αποστολές, αν οι στρατιωτικές δυνάμεις δεν έχουν τεχνολογικά προωθημένο εξοπλισμό, δεν υπάρχουν ελπίδες επιτυχίας.

2.7. Η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι πολύ λίγος λόγος γίνεται για την πρόσβαση και τη μεταφορά τεχνολογίας και πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών στον τομέα της άμυνας. Η ΕΟΚΕ επισημαίνει τη σημασία της για τον πιο προωθημένο τεχνολογικά εξοπλισμό.

2.8. Η πλειοψηφία των σημερινών κρατών μελών καθώς και σημαντικός αριθμός των υπό ένταξη κρατών είναι μέλη του ΝΑTO. Επιπλέον, η ΕΕ έχει διαπραγματευτεί την εξασφαλισμένη πρόσβαση σε ορισμένες υποδομές του ΝΑTO για ορισμένες επιχειρήσεις της ΕΕ. Είναι, συνεπώς, αναγκαίο να αναπτυχθούν όλα τα συστήματα και οι προδιαγραφές ΕΕ, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τους υφιστάμενους στο ΝΑTO αντίστοιχους μηχανισμούς. Επίσης, όσον αφορά τον εξοπλισμό, η διαλειτουργικότητα μεταξύ των δυνάμεων της ΕΕ και του ΝΑΤΟ θα παραμείνει ζωτικής σημασίας και θα συνεχίσει να είναι σημαντικότερη από την τυποποίηση (αν και αυτή θα πρέπει να συνεχίσει να ενθαρρύνεται όπου αυτό είναι δυνατόν).

2.9. Δεδομένου ότι οι σημερινές καταστάσεις στις βιομηχανίες άμυνας και εξοπλισμού(3) είναι τόσο διαφορετικές στα επί μέρους κράτη μέλη, είναι εξαιρετικής σημασίας να γίνει αποδεκτό ότι είναι ουσιαστική μια ευέλικτη προσέγγιση πολλών ταχυτήτων. Συνεπώς, η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την προσέγγιση "όποτε και όπου είναι δυνατό" εκ μέρους της Επιτροπής, ενώ παράλληλα επισημαίνει ότι η συνολική πρόοδος, καθώς και τα πλεονεκτήματα που θα προκύψουν από αυτή, θα καθυστερήσουν περισσότερο από το προσδοκώμενο. Ελπίζει, ακόμη, ότι με την εισαγωγή αλλαγών, θα περιορισθούν σταδιακά και οι διαφορές στις επιδόσεις των αμυντικών εξοπλισμών μεταξύ των μεγαλύτερων και των μικρότερων κρατών μελών.

2.10. Οι διαδικασίες σε επίπεδο ΕΕ που θεσπίσθηκαν για την εναρμόνιση των πολιτικών για τον αμυντικό εξοπλισμό θα μπορούσαν να αποφέρουν προοδευτικά, στα κράτη μέλη που επιθυμούν να συμμετέχουν, υψηλότερη αποδοτικότητα, καλύτερα αποτελέσματα, χαμηλότερο κόστος και θετικές συνέπειες επί των δαπανών ΕΤΑ.

2.11. Όσον αφορά τις προτάσεις που περιλαμβάνονται στην ανακοίνωση, η ΕΟΚΕ τις υποστηρίζει, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που παρατίθενται στις παρακάτω παραγράφους.

3. Η αμυντική βιομηχανία της ΕΕ

3.1. Η ΕΟΚΕ αναγνωρίζει πλήρως την ανάγκη να διατηρηθεί μια βιώσιμη αμυντική βιομηχανική βάση στην ΕΕ, η οποία να έχει τη δυνατότητα να είναι ανταγωνιστική στην παγκόσμια αγορά. Χωρίς αυτήν, τα κράτη μέλη θα υποχρεωθούν να βασίζονται σε τρίτες χώρες (κυρίως στις Ηνωμένες Πολιτείες) για το μεγαλύτερο τμήμα του σχετιζόμενου με την άμυνά τους εξοπλισμού. Είναι σημαντική η ανάπτυξη μίας "αμυντικής αγοράς στην ΕΕ", προκειμένου να ενθαρρυνθεί η πραγματοποίηση περισσότερων αγορών από πηγές της ΕΕ.

3.2. Έχει παρατηρηθεί ήδη μεγάλη συγκέντρωση στις αμυντικές βιομηχανίες της ΕΕ και, γενικότερα, στις αμυντικές βιομηχανίες σε παγκόσμια κλίμακα. Ακριβώς επειδή πρόκειται για παγκόσμια αγορά, οι περισσότερες από τις μεγάλες επιχειρήσεις της ΕΕ έχουν ήδη διασυνδέσεις (ιδιοκτησία, κοινοπραξία, συμβασιακή ή άλλη) με εταιρίες εκτός ΕΕ, προκειμένου να μπορούν να δράσουν αποτελεσματικά στην παγκόσμια αγορά. Αυτή αποτελεί, επίσης, μία περιορισμένη αγορά, γεγονός που υποχρέωσε ορισμένες εταιρίες να προβούν σε εξορθολογισμό και συνεργασία, προκειμένου να συνεχίσουν να είναι ανταγωνιστικές. Η τάση αυτή συνεχίζεται και θα αποβεί σημαντική σε ορισμένες από τις προς ένταξη χώρες, οι οποίες έως τώρα έχουν σημειώσει μικρή πρόοδο στο πεδίο αυτό.

3.3. Όπως σημειώνεται στην ανακοίνωση, μεγάλη συμβολή στα συστήματα ασφάλειας και άμυνας προέρχεται τώρα από τις εταιρίες που αναπτύσσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες τους και για πολιτικές εφαρμογές. Η τάση αυτή αναμένεται να αυξηθεί.

3.4. Η συμμετοχή των κρατών στις αμυντικές βιομηχανίες είναι αναπόφευκτη, δεδομένου ότι τα κράτη αποτελούν τους νόμιμους πελάτες για πολλά από τα προϊόντα τους. Ωστόσο, η κρατική ιδιοκτησία των βιομηχανιών αυτών θα πρέπει να περιοριστεί όσο αυτό είναι δυνατό, προκειμένου να έχει νόημα ο ανταγωνισμός. Αναγνωρίζεται ότι τα κράτη θα συνεχίσουν να εμπλέκονται σε ορισμένους ιδιαίτερα ευαίσθητους τομείς (για παράδειγμα, πυρηνικά και κρυπτογραφικός) και ότι συχνά απαιτείται η ενίσχυση της ΕΤΑ από τα κράτη, προκειμένου να διατηρούνται οι ένοπλες δυνάμεις στην αιχμή της τεχνολογικής προόδου.

3.5. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι η αναδιάρθρωση θα πρέπει να αποτελέσει κυρίως ζήτημα των ενδιαφερόμενων βιομηχανιών, λαμβανομένων υπόψη των πραγματικών καταστάσεων στην αγορά. Σημειώνεται, εξάλλου, ότι πολλές από τις προς ένταξη χώρες αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες προκλήσεις κατά την αναδιάρθρωση των αμυντικών βιομηχανιών τους(4), γεγονός που καθιστά ζωτικής σημασίας την πλήρη συμμετοχή τους στο σύνολο αυτού του ζητήματος το συντομότερο δυνατόν.

3.6. Η αναδιάρθρωση θα σημάνει αναπόφευκτα αποδοχή του γεγονότος ότι τα κράτη μέλη θα απολέσουν ορισμένες από τις εγχώριες αμυντικές βιομηχανικές ικανότητές τους, προκειμένου να επικεντρωθούν σε άλλες, μία διαδικασία που έχει ήδη αρχίσει. Ο στόχος θα πρέπει να είναι να διασφαλιστεί ότι στο σύνολο τους τα κράτη μέλη της ΕΕ θα διαθέτουν πλήρες φάσμα βιομηχανικών ικανοτήτων, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις αμυντικές ανάγκες της ΕΕ.

4. Η αγορά και η ρύθμισή της

4.1. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την αναθεώρηση του κανονιστικού πλαισίου που διέπει την αμυντική βιομηχανία της ΕΕ. Ωστόσο, εκφράζει την επιθυμία να σχολιάσει τρεις πτυχές των προτάσεων στο πεδίο αυτό.

4.2. Έλεγχος. Η ανακοίνωση υποδεικνύει ότι χρειάζεται να αποκατασταθεί και, στη συνέχεια, να παρακολουθείται η οικονομική κατάσταση της βιομηχανικής βάσεως της άμυνας της ΕΕ, που περιλαμβάνει την ικανότητα υποστήριξης των απαιτήσεων εφοδιασμού της ΕΠΑΑ, τα επίπεδα ανταγωνιστικότητας και τεχνογνωσίας σχεδιασμού, τις επενδύσεις Ε& Α κλπ. Κατά την άποψη της ΕΟΚΕ, αυτό το επίπεδο ελέγχου δεν είναι ρεαλιστικό (για παράδειγμα, λόγω των παραγόντων που αναφέρονται στις παραγράφους 3.2 και 3.3), ενώ δεν είναι και αναγκαίο. Επιπλέον, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και εμπορικού απόρρητου αποτελούν σημαντικά προβλήματα σε ορισμένες περιπτώσεις. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να κληθούν να παρουσιάσουν τις σχετικές λεπτομέρειες, εάν χρειασθεί, και να συμπεριλάβουν μία εκτίμηση του αριθμού των απασχολούμενων και των δεξιοτήτων τους.

4.3. Προμήθεια στον τομέα της άμυνας. Η ανακοίνωση υποδεικνύει ότι η ίδια η ΕΕ θα πρέπει να συμμετέχει άμεσα στη διαδικασία συμβάσεων προμήθειας αμυντικού εξοπλισμού. Αν και συμφωνεί με την άποψη ότι η συγκεντρωτική διαχείριση ορισμένων πτυχών της προμήθειας αμυντικού εξοπλισμού θα μπορούσε να αποβεί επωφελής, η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε να διαπιστώσει την προστιθέμενη αξία που θα επιφέρει ο ρόλος αυτός για την ΕΕ πριν επικροτήσει τη σχετική πρόταση. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ότι, στο μέτρο του δυνατού, ένα ενιαίο σύνολο κανόνων για την προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού θα πρέπει να αποτελέσει μακροπρόθεσμο στόχο. Θα χρειαστεί, ωστόσο, πολύς χρόνος για να επιτευχθεί αυτή η ομοιομορφία, λόγω των διαφορετικών κανόνων που χρησιμοποιούνται σήμερα από τα κράτη μέλη, ενώ θα πρέπει να επιτρέπεται και η προμήθεια από τρίτες χώρες, οι οποίες έχουν και αυτές διαφορετικούς κανόνες. Αναμένεται ότι η μελλοντική Υπηρεσία (βλέπε παράγραφο 6.1 κατωτέρω) οφείλει να διαδραματίσει μείζονα ρόλο στην εκπόνηση αυτών των κανόνων.

4.4. Πολιτική ανταγωνισμού. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει πλήρως τη γενική άποψη της Επιτροπής, σημειώνει ωστόσο ότι δεν θα πρέπει να επιτραπεί ο περιορισμός του πεδίου του άρθρου 296, με αποτέλεσμα να μειωθεί η ικανότητα των κρατών μελών να υποστηρίζουν τα συμφέροντα της εθνικής ασφάλειάς τους. Επίσης, επαναλαμβάνει ότι, λόγω της συμμετοχής και του ενδιαφέροντος που εκδηλώνεται από τα κράτη ως των αποκλειστικών καταναλωτών αμυντικού εξοπλισμού, ο ανταγωνισμός θα συνεχίσει να είναι δυσκολότερο να διασφαλιστεί σε σύγκριση με άλλα προϊόντα.

5. Μια πιο συνεκτική προσπάθεια της ΕΕ για προωθημένη έρευνα στα θέματα της ασφάλειας

5.1. Επί του παρόντος, πραγματοποιούνται γενικά ελλιπείς επενδύσεις στην έρευνα καθώς και στην τεχνολογία και ανάπτυξη (ΕΤΑ) που σχετίζονται με την άμυνα, ενώ παράλληλα ο οργανισμός που έχει επιφορτιστεί με την από κοινού διαχείριση των ερευνητικών προγραμμάτων που συνδέονται με την άμυνα (ΟΕΔΕ(5)) διαχειρίζεται μόνο το 2,5 % των επενδύσεων της ΕΕ στο πεδίο αυτό. Όπου είναι δυνατός, ο συντονισμός των αντίστοιχων εθνικών ερευνητικών δραστηριοτήτων στο επίπεδο της ΕΕ είναι λογικός και επιφέρει προστιθέμενη αξία, όπως έχει αποδειχθεί από τα αποτελέσματα του ευρωπαϊκού ερευνητικού χώρου. Εφόσον η ΕΕ επιθυμεί να επιτύχει τους επιδιωκόμενους στόχους της πολιτικής της ΕΕ για τον αμυντικό εξοπλισμό, η ΕΤΑ θα πρέπει να αποτελέσει καίριο παράγοντα.

5.2. Χρειάζεται να προσδιοριστούν οι "στρατηγικές τεχνολογίες της ΕΕ"(6) ως ένα πρώτο βήμα ενόψει της συμφωνίας των κρατών μελών σχετικά με τον κατάλογο προωθημένης έρευνας της ΕΕ. Τα σχέδια που επιλέγονται θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα άμεσου αντίκτυπου στη βελτίωση των ικανοτήτων ασφάλειας στους αντίστοιχους τομείς. Είναι, επίσης, αναγκαίο να συμφωνηθεί ο τρόπος εξεύρεσης των απαραίτητων χρηματοδοτήσεων και διάδοσης των οφελών που θα προκύψουν, αλλά είναι σαφές ότι υφίσταται η ανάγκη αύξησης των αμυντικών δαπανών στα περισσότερα κράτη μέλη για να επιτευχθεί ουσιώδης βελτίωση στην ΕΤΑ. Η προτεινόμενη Υπηρεσία θα μπορούσε να χρησιμεύσει περισσότερο ως κέντρο διαβούλευσης, συγκέντρωσης και διάδοσης πληροφοριών, καθώς και, όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο, προώθησης κοινών σχεδίων και παραγωγής.

5.3. Γενικότερα, είναι αναγκαίο να προσδιορισθούν και να συμφωνηθούν κοινές απαιτήσεις, στον ευρύτερο δυνατό βαθμό. Αυτό θα επέτρεπε στη βιομηχανία να ακολουθήσει τους αποδοτικότερους, από άποψη κόστους, τρόπους ανάπτυξης και παραγωγής (ή προμήθειας), θα συνέβαλε στη διαλειτουργικότητα και θα οδηγούσε σε βιώσιμες παραγωγικές διαδικασίες. Θα ήταν, επίσης, απαραίτητο να γίνουν κατανοητές οι εθνικές απαιτήσεις ΕΤΑ και να συντονίζεται καλύτερα η εξέλιξη των τεχνολογιών και η απαιτούμενη χρηματοδότηση.

6. Θέματα για περαιτέρω προβληματισμό

6.1. Υπηρεσία Αμυντικού Εξοπλισμού της ΕΕ. Στο παρελθόν, έχουν γίνει επανειλημμένες εκκλήσεις για τη συγκρότηση ενός είδους υπηρεσίας. Η ανακοίνωση της Επιτροπής την αναφέρει ως μια "υπηρεσία αμυντικού εξοπλισμού", στην έκθεση του ΕΚ για την αρχιτεκτονική ασφάλειας και άμυνας ζητείται η ίδρυση μιας "υπηρεσίας έρευνας και εξοπλισμών", ενώ στο πρόσφατο σχέδιο της Συνέλευσης για το μέλλον της Ευρώπης γίνεται αναφορά σε μια "Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξοπλισμών Έρευνας και Στρατιωτικών Ικανοτήτων". Οι προτεινόμενοι ρόλοι για μια σχετική υπηρεσία ποικίλλουν, λίγο ως πολύ, ανάλογα και με την υποδεικνυόμενη ονομασία. Ωστόσο, στη συνεδρίαση της 16ης Ιουνίου 2003 του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων έχει ληφθεί πολιτική απόφαση για την ίδρυση μίας "Υπηρεσίας στον τομέα των αμυντικών ικανοτήτων". Οι λεπτομέρειες για τον ακριβή ρόλο της είναι υπό συζήτηση.

6.2. Η ΕΟΚΕ εκφράζει την ικανοποίησή της για την κατανόηση εκ μέρους της Επιτροπής του γεγονότος ότι η οποιαδήποτε υπηρεσία θα πρέπει να αντικατοπτρίζει την πολιτική επιλογή των κρατών μελών, ότι δηλαδή ένα μεγάλο τμήμα της ΕΤΑ και των προμηθειών θα πρέπει να πραγματοποιείται εκτός της τρέχουσας Συνθήκης ΕΚ, καθώς και την επιθυμία τους να χρησιμοποιήσουν τις υφιστάμενες συμφωνίες(7) ως βάση για την εργασία της Υπηρεσίας αυτής. Καθώς δεν θα λάβουν μέρος στις εργασίες της Υπηρεσίας, κατ´ ανάγκην, όλα τα κράτη μέλη, πρέπει να υπάρχει μία συμπεφωνημένη βάση για τις συνεισφορές στη χρηματοδότησή της, στην οποία να λαμβάνονται υπόψη η συμμετοχή και οι συνεισφορές εκείνων που θα λάβουν μέρος. Η ΕΟΚΕ αναμένει με ενδιαφέρον να προβεί σε λεπτομερείς παρατηρήσεις, όταν θα διευκρινιστεί επακριβώς ποιος θα είναι ο ρόλος αυτής της Υπηρεσίας και ποια η προστιθέμενη αξία της.

6.3. Ασφάλεια του εφοδιασμού. Λίγα θα είναι τα κράτη μέλη, αν υπάρξει μάλιστα και κάποιο, που θα περιορίσουν τις προμήθειές τους σε αμυντικό εξοπλισμό μόνο στην εσωτερική αγορά. Συνεπώς, θα συνεχίσουν να υπάρχουν διμερείς συμφωνίες τόσο για τον εφοδιασμό όσο και για την ασφάλεια του εφοδιασμού. Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι η ευθύνη για την ασφάλεια του εφοδιασμού στις περιστάσεις αυτές πρέπει να παραμείνει στα κράτη μέλη, τα οποία, κατ' αυτόν τον τρόπο, θα μπορούν να επιλέξουν είτε να χρησιμοποιήσουν οποιαδήποτε διευθέτηση ΕΕ (όπως η προτεινόμενη Υπηρεσία) είτε να προβούν σε διμερείς ή πολυμερείς διευθετήσεις.

6.4. Εμπορικά ζητήματα. Η ΕΟΚΕ θα προβεί σε παρατηρήσεις επ' αυτού του σημαντικού σκέλους, όταν θα υποβληθούν από την Επιτροπή λεπτομερέστερες προτάσεις. Συμφωνεί όμως ότι θα είναι χρήσιμο σήμερα να υπάρξει έλεγχος των σημερινών πρακτικών για τις εξαγωγές διπλής χρήσεως, με στόχο να διασφαλισθεί ο θεμιτός ανταγωνισμός.

7. Συμπεράσματα

7.1. Η ΕΟΚΕ επιδοκιμάζει την έναρξη της διαδικασίας για μία καλύτερα συντονισμένη πολιτική για τον αμυντικό εξοπλισμό στην ΕΕ ως βαρύνοντος μέρους μίας βιώσιμης Ευρωπαϊκής Πολιτικής Ασφάλειας και Άμυνας (ΕΠΑΑ), η οποία να επικεντρώνεται στην επίτευξη των απαιτούμενων ικανοτήτων για την ανταπόκριση στις απαιτήσεις της ΕΕ στον τομέα της ΕΠΑΑ, στο πλαίσιο της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ). Συμπεφωνημένες, σε επίπεδο ΕΕ, διαδικασίες θα μπορούσαν να επιφέρουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και χαμηλότερο κόστος για τα συμμετέχοντα κράτη μέλη.

7.2. Αναγνωρίζεται ότι καίριο στοιχείο για αυτό θα αποτελέσει η αναγκαία πολιτική βούληση, κυρίως στο ζήτημα της αυξημένης χρηματοδότησης.

7.3. Η ΕΕ έχει πολιτικό και οικονομικό συμφέρον να διαθέτει αμυντική βιομηχανία, η οποία να είναι παγκοσμίως ανταγωνιστική, ενώ η ΕΟΚΕ σημειώνει ότι ήδη πραγματοποιούνται αναδιαρθρώσεις κυρίως εξαιτίας των πιέσεων της αγοράς.

7.4. Η συγκέντρωση και ο έλεγχος των σχετικών δεδομένων για τις βιομηχανίες θα μπορούσαν κάλλιστα να πραγματοποιηθούν από τα κράτη μέλη, ενώ στα εν λόγω δεδομένα θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται και τα μεγέθη της απασχόλησης τα σχετικά με τις δεξιότητες.

7.5. Η ΕΟΚΕ αμφιβάλλει για την προστιθέμενη αξία του προτεινόμενου άμεσου ρόλου της ΕΕ στην προμήθεια αμυντικού εξοπλισμού.

7.6. Μία συνεκτική προσπάθεια της ΕΕ στον τομέα της προωθημένης έρευνας για την ασφάλεια είναι ζωτικής σημασίας για τη μελλοντική πρόοδο, ενώ και ο προσδιορισμός των "στρατηγικών τεχνολογιών της ΕΕ" που απαιτούνται για την κάλυψη των διαφορών ικανοτήτων συνιστά ζωτικό στοιχείο αυτού.

7.7. Η ΕΟΚΕ αναμένει με ενδιαφέρον να προβεί σε λεπτομερείς παρατηρήσεις για την Υπηρεσία της ΕΕ στον τομέα των αμυντικών ικανοτήτων, όταν θα έχουν συμφωνηθεί ο ρόλος της και άλλες λεπτομέρειες.

7.8. Η ασφάλεια του εφοδιασμού θα πρέπει να παραμείνει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών για το προβλέψιμο μέλλον, αν και η Υπηρεσία θα μπορούσε να διαδραματίσει σχετικά χρήσιμο ρόλο.

Βρυξέλλες, 24 Σεπτεμβρίου 2003

Ο Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Roger Briesch

(1) COM(2003) 113 τελικό.

(2) COM(96) 10 τελικό και COM(97) 583 τελικό.

(3) Στο Σχέδιο Δράσης των Ευρωπαϊκών Ικανοτήτων (ECAP) εντοπίζονται οι ελλείψεις ικανοτήτων της ΕΕ, οι οποίες πρέπει να αποκατασταθούν, εφόσον πρέπει να αναληφθούν συμπεφωνημένα καθήκοντα από την ΕΕ.

(4) Πολλές από αυτές διέθεταν ένοπλες δυνάμεις και αμυντικές βιομηχανίες που αποτελούσαν μέρος ενός συστήματος, το οποίο δεν ανταποκρινόταν στο σύστημα των σημερινών κρατών μελών.

(5) Οργανισμός Εξοπλισμού Δυτικής Ευρώπης.

(6) Εν προκειμένω, αυτές ορίζονται ως οι τεχνολογίες που είναι ζωτικής σημασίας για τις ικανότητες τις θεωρούμενες ως απαραίτητες για τις συμφωνηθείσες αποστολές της ΕΕ.

(7) Όπως ο ΚΟΣΕξ (Κοινός Οργανισμός Συνεργασίας στα θέματα εξοπλισμών) και το Εuropa MoU (Υπόμνημα συμφωνίας εντός του πλαισίου του ΟΕΔΕ).

Top