Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52001AE1483

    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "Πρόταση ρύθμισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα"

    ΕΕ C 48 της 21.2.2002, p. 67–68 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    52001AE1483

    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "Πρόταση ρύθμισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα"

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 048 της 21/02/2002 σ. 0067 - 0068


    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "Πρόταση ρύθμισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα"

    (2002/C 48/15)

    Στις 2 Ιουλίου 2001 και σύμφωνα με το άρθρο 262 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση.

    Το τμήμα "Απασχόληση, Κοινωνικές Υποθέσεις και Δικαιώματα του Πολίτη", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότηση του ομόφωνα στις 7 Νοεμβρίου 2001. Ο μόνος εισηγητής ήταν ο κ. Σκλαβούνος.

    Κατά την 386η σύνοδο ολομέλειάς της, της 28ης και 29ης Νοεμβρίου 2001 (συνεδρίαση της 28ης Νοεμβρίου), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, υιοθέτησε με 117 ψήφους υπέρ, 1 ψήφο κατά και 1 αποχή την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1. Εισαγωγή

    1.1. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα ορίζει τις βασικές διατάξεις για μια δειγματοληπτική έρευνα εργατικού δυναμικού, σχεδιασμένη ώστε να παρέχει συγκρίσιμα στατιστικά στοιχεία για το επίπεδο, τη διάρθρωση και την εξέλιξη της απασχόλησης και της ανεργίας στα κράτη μέλη.

    1.2. Λόγω της δυσκολίας διενέργειας συνεχούς έρευνας εργατικού δυναμικού την ίδια ημερομηνία σε όλα τα κράτη μέλη, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/1998 του Συμβουλίου προβλέπει στο άρθρο 1, παράγραφος (2), ότι "τα κράτη μέλη που δεν είναι σε θέση να διενεργούν συνεχή έρευνα επιτρέπεται να πραγματοποιούν μόνο μία ετήσια έρευνα την άνοιξη".

    1.3. Στην έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή του κανονισμού(1), που εγκρίθηκε τον Ιανουάριο του 2001, ένα συμπέρασμα ήταν ότι συνεχής έρευνα πραγματοποιείται μόνο σε 10 κράτη μέλη της ΕΕ.

    1.3.1. Ένα άλλο συμπέρασμα, όταν εγκρίθηκε ο κανονισμός, ήταν ότι τα κράτη μέλη για τα οποία η μετάβαση παρουσιάζει τεχνικά ή πολιτικά προβλήματα εκμεταλλεύονται το γεγονός ότι δεν προβλέπεται υποχρέωση των κρατών μελών να μεταβούν σε σχετική έρευνα. Εφόσον ένα κράτος μέλος στο οποίο αναλογεί σημαντικό μέρος της απασχόλησης της ΕΕ δεν διενεργεί σχετική έρευνα, οι προσπάθειες που καταβάλλουν τα άλλα κράτη μέλη υποβαθμίζονται απαράδεκτα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

    1.4. Έχει ήδη περάσει αρκετός χρόνος από την ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε σε ισχύ ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 577/98 του Συμβουλίου (από το Μάρτιο του 1998) ώστε να έχουν όλα τα κράτη μέλη τη δυνατότητα να προβούν σε όλες τις σχετικές ρυθμίσεις και ενέργειες που απαιτούνται για την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού. Ωστόσο, δεν προέβησαν όλα τα κράτη σε ανάλογες ρυθμίσεις και ενέργειες. Συνεπώς, η παρέκκλιση που επιτρέπει στα κράτη μέλη να περιορίζονται σε μια ετήσια έρευνα θα πρέπει να υπόκειται σε κάποιο χρονικό περιορισμό.

    1.5. Συνεπώς προτείνεται η εξής τροποποίηση του κανονισμού από την Επιτροπή:

    Η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

    "Πρόκειται για μια συνεχή έρευνα που παρέχει τριμηνιαία και ετήσια αποτελέσματα. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια μιας μεταβατικής περιόδου, η οποία δεν διαρκεί μετά το 2002, τα κράτη μέλη που δεν είναι σε θέση να διενεργούν συνεχή έρευνα επιτρέπεται να πραγματοποιούν μόνο μία ετήσια έρευνα την άνοιξη."

    2. Γενικές παρατηρήσεις

    2.1. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επικροτεί την πρόταση της Επιτροπής και συμφωνεί ότι η παρέκκλιση που επιτρέπει στα κράτη μέλη να περιορίζονται σε μια ετήσια έρευνα θα πρέπει να υπόκειται σε ένα χρονικό όριο. Η ΟΚΕ εγκρίνει το προτεινόμενο χρονικό όριο.

    2.2. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή επιθυμεί να επαναλάβει αυτά που είπε στην προηγούμενη γνωμοδότηση της για τη διενέργεια έρευνας εργατικού δυναμικού(2).

    2.2.1. "Η ΟΚΕ θεωρεί ότι η συγκέντρωση αξιόπιστων και αναλυτικών στοιχείων σχετικά με τα χαρακτηριστικά της αγοράς εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των χαρακτηριστικών της απασχόλησης και της έκτασης της ανεργίας στα διάφορα κράτη μέλη και στις διάφορες περιφέρειές τους, αποτελεί στοιχείο καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη μίας συνεκτικής και συντονισμένης στρατηγικής που θα έχει ως στόχο τη μείωση της ανεργίας στην ΕΕ. Είναι προφανές ότι για τη συγκέντρωση πραγματικά ουσιαστικών στοιχείων απαιτείται να βασισθεί η συλλογή τους στη συγκρισιμότητα και τη συνεκτικότητά τους."

    2.2.2. "Η ΟΚΕ θεωρεί ότι, προκειμένου να ενισχυθεί η συγκρισιμότητα των στατιστικών στοιχείων, θα πρέπει όλα τα κράτη μέλη να διενεργούν συνεχείς έρευνες, κάτι που ήδη συμβαίνει στα περισσότερα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, η ΟΚΕ ευελπιστεί ότι η μεταβατική περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας τα κράτη μέλη θα έχουν την διακριτική ευχέρεια να διενεργούν μια ετήσια έρευνα την άνοιξη, θα πρέπει να συντομευθεί όσο το δυνατόν περισσότερο και ότι, στο άμεσο μέλλον, όλα τα κράτη μέλη θα διενεργούν συνεχείς έρευνες. Η διενέργεια συνεχών ερευνών δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να επιβαρύνει υπερβολικά ούτε τις διοικήσεις των κρατών μελών ούτε τα άτομα που παραχωρούν συνεντεύξεις."

    2.3. Η ανεργία δεν είναι ανεξάρτητη μεταβλητή. Είναι μάλλον πολύπλευρο κοινωνικοοικονομικό φαινόμενο. Συνεπώς, εκτός από τις τριμηνιαίες και ετήσιες "μετρήσεις" της ανεργίας, είναι απαραίτητα επαρκή στατιστικά μέσα που να παρουσιάζουν την πολύπλοκη πραγματικότητα της ανεργίας.

    2.3.1. Η συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων πρέπει να θεωρηθεί όχι απλώς ένα ουδέτερο μέσο μέτρησης, αλλά μέσο ανάλυσης και μέσο διαμόρφωσης πολιτικής.

    2.3.2. Είναι απαραίτητη η συνεχής αποτίμηση της μεθόδου και της οργάνωσης της συγκέντρωσης στατιστικών στοιχείων και όχι απλώς της ακολουθίας ή της περιοδικότητάς της.

    2.4. Πρέπει επίσης να γνωρίζουμε όχι μόνο τις αιτίες αλλά και τα αποτελέσματα της ανεργίας, το άμεσο και έμμεσο κόστος της ανεργίας, κοινωνικό, οικονομικό και πολιτιστικό, και τις αιτίες και τα αποτελέσματα στο πλαίσιο της αειφόρου ανάπτυξης.

    2.4.1. Από τη στιγμή που η αειφόρος ανάπτυξη γίνεται ένας από τους κύριους στρατηγικούς στόχους της ΕΕ, η συγκέντρωση στατιστικών στοιχείων καλείται να υποστηρίζει τη βιωσιμότητα, την κατανόηση των κοινωνικών και οικονομικών φαινομένων και τη χάραξη πολιτικών για την επίλυσή τους.

    Βρυξέλλες, 28 Νοεμβρίου 2001.

    Ο Πρόεδρος

    της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Göke Frerichs

    (1) Έκθεση της Επιτροπής στο ΕΚ και το Συμβούλιο με θέμα "Εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) του Συμβουλίου αριθ. 577/98 για τη διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα", COM(2000) 895 τελικό.

    (2) Γνωμοδότηση για την διενέργεια δειγματοληπτικής έρευνας εργατικού δυναμικού στην Κοινότητα, ΕΕ C 129 της 27.4.1998, σ. 65. Εισηγητής: ο κ. Walker (σημεία 3.1. και 3.2.).

    Top