Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52001AE0522

    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την "Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των υγειονομικών κανόνων για τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν πチοορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο"

    ΕΕ C 193 της 10.7.2001, p. 32–37 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

    52001AE0522

    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την "Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των υγειονομικών κανόνων για τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν πチοορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο"

    Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 193 της 10/07/2001 σ. 0032 - 0037


    Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα την "Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον καθορισμό των υγειονομικών κανόνων για τα ζωικά υποπροϊόντα που δεν προορίζονται για κατανάλωση από τον άνθρωπο"

    (2001/C 193/08)

    Στις 10 Νοεμβρίου 2000, και σύμφωνα με το άρθρο 152 παράγραφος 4, εδάφιο β, της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την ανωτέρω πρόταση.

    Το τμήμα "Γεωργία, ανάπτυξη της υπαίθρου, περιβάλλον", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών όρισε ως εισηγητή τον κ. Leif E. Nielsen, και υιοθέτησε τη σχετική γνωμοδότηση του στις 30 Μαρτίου 2001.

    Κατά τη 381η σύνοδο ολομέλειάς της 25ης και 26ης Απριλίου 2001 (συνεδρίαση της 26ης Απριλίου), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 81 ψήφους υπέρ, 7 κατά και 3 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

    1. Ιστορικό

    1.1. Από το 1986, όταν διαπιστώθηκε η Σπογγώδης Εγκεφαλοπάθεια των Βοοειδών (ΣΕΒ) και αναγνωρίστηκε η σχέση με τη νέα παραλλαγή της ασθένειας Creuzfeldt-Jakobs (Cdj), η οποία περιεγράφη το 1996, θεσπίστηκε σειρά διατάξεων με σκοπό την ανακοπή των τρόπων μετάδοσης της ΣΕΒ και την εξάλειψη του κινδύνου μετάδοσής της στους ανθρώπους. Η εξάπλωση της ΣΕΒ οφείλεται κατά πάσα πιθανότητα στις ζωοτροφές που έχουν παραχθεί από υλικά με μολυσματικό παράγοντα. Κατόπιν των ανωτέρω, επιβλήθηκαν αυστηρότατοι περιορισμοί, καταρχάς για την παραγωγή και τη χρήση κρεατοστεαλεύρων, οι οποίοι είναι οι εξής:

    - από τα μέσα του 1994 απαγορεύεται η διατροφή μηρυκαστικών ζώων με πρωτείνες από ιστούς θηλαστικών ζώων, απαγόρευση που συμπληρώθηκε με πιο περιοριστικές διατάξεις σε ορισμένα κράτη μέλη(1),

    - από 1ης Απριλίου 1997, απαιτείται όπως όλα τα απόβλητα θηλαστικών ζώων υποβάλλονται σε επεξεργασία σύμφωνα με τις ακόλουθες ελάχιστες απαιτήσεις, οι οποίες κρίνονται αποτελεσματικές για την αδρανοποίηση των παθογόνων παραγόντων της τρομώδους νόσου των αιγοπροβάτων(2) και της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας των βοοειδών(3),

    - λήψη μέτρων για τον εντοπισμό, τον έλεγχο και την εξάλειψη της ΣΕΒ από 1ης Μαΐου 1998,

    - από 1ης Οκτωβρίου 2000 αποκλείονται από την αλυσίδα των τροφίμων και των ζωοτροφών τα υλικά ειδικού κινδύνου (ΥΕΚ)(4).

    1.2. Το Δεκέμβριο του 2000, το Συμβούλιο ενέκρινε προσωρινή απαγόρευση για το πρώτο εξάμηνο του 2001 κατά της χρησιμοποίησης κρεατοστεαλεύρων στις τροφές που προορίζονται για τη διατροφή ζώων παραγωγής όπως επίσης και μία απαίτηση να ελέγχεται η ΣΕΒ κατά τη σφαγή όλων των βοοειδών ηλικίας άνω των 30 μηνών ως προϋπόθεση για τον προορισμό τους στην κατανάλωση. Επίσης, το Συμβούλιο θέσπισε τον Ιανουάριο του 2001 την απαίτηση να αφαιρείται ολόκληρη η σπονδυλική στήλη από τα μηρυκαστικά. Αναμένεται να εγκριθεί σε εύθετο χρόνο η πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την πρόληψη και την καταπολέμηση ορισμένων μεταδοτικών σπογγωδών εγκεφαλοπαθειών (TSE)(5). Με τον τρόπο αυτό θα προσαρμοστούν μεταξύ άλλων η απαίτηση για τον αποκλεισμό των υλικών κινδύνων σε σχέση με το καθεστώς ΣΕΒ/TSE του κράτους μέλους.

    2. Περίληψη των υφισταμένων προτάσεων

    2.1. Η πρόταση κανονισμού(6) αναφέρεται στο Λευκό Βιβλίο για την ασφάλεια των τροφίμων και θεσπίζει νέες διατάξεις-πλαίσιο για τα ζωικά υποπροϊόντα. Απαγορεύεται η χρησιμοποίηση νεκρών ζώων και κάθε ακατάλληλου υλικού στην αλυσίδα ζωοτροφών. Η μόνη πρώτη ύλη που επιτρέπεται να χρησιμοποιείται για την παραγωγή κρεατοστεαλεύρων μπορεί κατά συνέπεια να είναι υλικά που προέρχονται από ζώα τα οποία κρίνονται κατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο μετά από υγειονομική επιθεώρηση. Ταυτόχρονα δημιουργείται σχέση με τις νομοθετικές διατάξεις για το περιβάλλον. Η παρούσα πρόταση περιλαμβάνει και ορισμένες εναλλακτικές δυνατότητες χρησιμοποίησης ή διάθεσης των ζωικών υποπροϊόντων. Ταυτόχρονα δημιουργείται σχέση με τις νομοθετικές διατάξεις για το περιβάλλον.

    2.2. Η πρόταση κανονισμού αντικαθιστά τους ισχύοντες κανόνες για την καταστροφή και επεξεργασία ζωικών αποβλήτων καθώς και για την παραγωγή ζωοτροφών ζωικής προέλευσης κατά τρόπο που να αποκλείει την παρουσία κάθε παθογόνου οργανισμού. Σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες τα ζωικά απόβλητα ορίζονται ως σφάγια ή τμήματα ζώων, περιλαμβανομένων των ιχθύων, ή προϊόντα ζωικής προέλευσης τα οποία δεν προορίζονται για άμεση κατανάλωση από τον άνθρωπο. Τα ζωικά απόβλητα κατατάσσονται σε υλικά υψηλού και χαμηλού κινδύνου, η δε τελευταία κατηγορία αποτελείται από προϊόντα τα οποία κρίνονται κατάλληλα για κατανάλωση. Με την πρόταση εισάγεται η γενική ονομασία "ζωικά υποπροϊόντα" η οποία εν συνεχεία διαιρείται σε τρεις κατηγορίες με διαφορετικές απαιτήσεις όσον αφορά την περαιτέρω χρησιμοποίησή της.

    2.3. Η Επιστημονική Συντονιστική Επιτροπή εξέδωσε σειρά επιστημονικών γνωμοδοτήσεων για το θέμα των ζωικών υποπροϊόντων. Σύμφωνα με αυτές η απαγόρευση της χρησιμοποίησης νεκρών ζώων και κάθε ακατάλληλου υλικού στην αλυσίδα ζωοτροφών θα μειώσει περαιτέρω τον κίνδυνο μετάδοσης ασθενειών και τον κίνδυνο απαράδεκτα υψηλών συγκεντρώσεων χημικών καταλοίπων στις ζωοτροφές. Άλλες εναλλακτικές λύσεις εκτός της αποτέφρωσης, συναποτέφρωσης και υγειονομικής ταφής προορίζονται για ορισμένα ζωικά υποπροϊόντα.

    2.4. Στην κατηγορία 1 περιλαμβάνονται υλικά υψηλότατου κινδύνου στα οποία ανήκουν τα ζωικά υποπροϊόντα που παρουσιάζουν κίνδυνο μετάδοσης της σπογγώδους εγκεφαλοπάθειας (ΣΕΒ) ή άγνωστο κίνδυνο ή κίνδυνο που σχετίζεται με την παρουσία καταλοίπων απαγορευμένων ουσιών (δηλαδή ορμονών, Β-αγωνιστών κ.λπ.) ή καταλοίπων περιβαλλοντικών, μολυσματικών ουσιών (δηλαδή διοξινών, PCB, κ.λπ.(7)). Τα ζωικά υποπροϊόντα που υπάγονται σε αυτή την κατηγορία πρέπει να καταστρέφονται πλήρως ως απόβλητα με αποτέφρωση, συναποτέφρωση ή υγειονομική ταφή.

    2.5. Η κατηγορία 2 περιλαμβάνει ζωικά υποπροϊόντα που παρουσιάζουν κίνδυνο μετάδοσης ζωονόσων άλλων εκτός της ΣΕΒ ή κίνδυνο που σχετίζεται με την παρουσία καταλοίπων κτηνιατρικών φαρμάκων. Η κόπρος, το περιεχόμενο του πεπτικού συστήματος και η υγρή κόπρος σφαγείων περιλαμβάνονται επίσης σε αυτή την κατηγορία. Τα ζωικά υποπροϊόντα αυτής της κατηγορίας είναι δυνατόν να ανακυκλώνονται, ύστερα από θερμική επεξεργασία, για ορισμένες χρήσεις εκτός από τη διατροφή των ζώων (π.χ. παραγωγή βιοαερίου, λιπασματοποίηση, παραγωγή λιπασμάτων ή ελαιοχημικών προϊόντων).

    2.6. Η κατηγορία 3 περιλαμβάνει ζωικά υποπροϊόντα που προέρχονται από υγιή ζώα, δηλαδή ζώα που σφάζονται σε σφαγείο και δηλώνονται ως κατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο. Μόνο τα ζωικά υποπροϊόντα που υπάγονται σε αυτή την κατηγορία είναι δυνατό να χρησιμοποιούνται ως ζωοτροφές. Για το λόγο αυτό, η παρούσα κατηγορία συνιστά το "θετικό κατάλογο" υλικών για την παρασκευή συστατικών ζωικής προέλευσης που είναι δυνατόν να ενσωματώνονται στις ζωοτροφές. Επιπλέον, η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει προϊόντα, όπως το μαλλί, οι δορές, η γούνα και τα φτερά που προορίζονται για χρήσεις άλλες εκτός από τη διατροφή των ζώων ή του ανθρώπου (προϊόντα τεχνικής καθαρότητας).

    2.7. Ο κανονισμός περιέχει τις αναγκαίες διατάξεις ώστε να εξασφαλιστεί ο σαφής διαχωρισμός κατά τη διάρκεια της συλλογής και της μεταφοράς των διαφόρων κατηγοριών ζωικών υποπροϊόντων, και η δυνατότητα εντοπισμού της προέλευσης των διαφόρων κατηγοριών ζωικών υποπροϊόντων, μέσω συστήματος καταγραφής και συνοδευτικών εγγράφων και υγειονομικών πιστοποιητικών. Εισάγεται επίσης ένα αξιόπιστο σύστημα τακτοποίησης και καταγραφής των τελικών προϊόντων (π.χ. σήμανση με τον κατάλληλο ιχνηθέτη των τετηγμένων λιπών και αλεύρου ζωικής πρωτείνης που δεν προορίζονται να ενσωματωθούν στη ζωική τροφική αλυσίδα).

    2.8. Τα προϊόντα της αξιοποίησης (κρεατοστεάλευρο και τετηγμένα λίπη) σύμφωνα με την πρόταση της Επιτροπής δεν ρυθμίζονται από την οδηγία 90/667/ΕΟΚ. Έτσι, αν πρόκειται να υποβληθούν σε ενέργεια διάθεσης ή ανάκτησης αποβλήτων, υπάγονται στη ρύθμιση της οδηγίας-πλαίσιο για τα στερεά απόβλητα(8), στην οποία περιέχονται οι διατάξεις για τον έλεγχο του χειρισμού, της διάθεσης και της ανάκτησης αποβλήτων.

    2.9. Για το λόγο αυτό, η παρούσα πρόταση αποτελεί ευκαιρία να διασαφηνιστεί η σχέση ανάμεσα στην οδηγία για τα ζωικά απόβλητα και την οδηγία-πλαίσιο για τα στερεά απόβλητα, και για να δημιουργηθεί μια λογική σύνδεση ανάμεσα στις δύο οδηγίες. Προτείνονται τρεις δυνατότητες διάθεσης τόσο των μη επεξεργασμένων όσο και των επεξεργασμένων ζωικών υποπροϊόντων:

    - ενέργεια τελικής διάθεσης αποβλήτων (υγειονομική ταφή, απλή ταφή, αποτέφρωση),

    - ενέργεια ανάκτησης αποβλήτων (συναποτέφρωση),

    - "διάθεση στην αγορά" (αξιοποίηση μέσω της παραγωγής μεταποιημένης ζωικής πρωτείνης και τετηγμένου λίπους που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ζωοτροφών ή λιπασμάτων ή καλλυντικών ή φαρμακευτικών προϊόντων, κ.λπ.).

    2.10. Όταν τα ζωικά υποπροϊόντα αποστέλλονται για ενέργεια διάθεσης ή ανάκτησης πρέπει να αντιμετωπίζονται ως απόβλητα. Ως εκ τούτου, οι έλεγχοι αυτών των ενεργειών διάθεσης και ανάκτησης πρέπει να αποσκοπούν στο να εξασφαλίζουν ότι επιτυγχάνονται οι στόχοι του άρθρου 4 της οδηγίας-πλαίσιο για τα στερεά απόβλητα και να προστατεύεται η δημόσια υγεία και το περιβάλλον.

    2.11. Η Επιτροπή δεν αποκρύπτει ότι η ενέργεια τελικής διάθεσης κρεατοστεαλεύρων με αποτέφρωση και υγειονομική ταφή έχει ως αποτέλεσμα επιπλέον δαπάνες, με σημαντικά περιβαλλοντικά μειονεκτήματα, όπως και προβλήματα που δημιουργούνται σε τοπικό επίπεδο, διότι δεν υπάρχουν παρόμοιες δυνατότητες. Αντίθετα, η συναποτέφρωση λιπών παρέχει ένα περιορισμένο οικονομικό όφελος. Η λιπασματοποίηση και η χρήση των κρεατοστεαλεύρων ως λιπασμάτων έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ορισμένων οικολογικών πλεονεκτημάτων και την περιορισμένη κάλυψη ορισμένων δαπανών. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η παραγωγή βιοαερίου αποτελεί μία υπό εξέλιξη τεχνολογία, η οποία επιπλέον αποτελεί μία θετική περιβαλλοντική συνέπεια, διότι ανοίγει δυνατότητες για τη μερική κάλυψη των δαπανών μέσω της παραγωγής "πράσινης" ενέργειας.

    3. Γενικές παρατηρήσεις

    3.1. Η ανασφάλεια που δημιουργήθηκε από την κρίση της ΣΕΒ αντανακλάται σε μεγάλο βαθμό στις αποφάσεις του Συμβουλίου και στη μετέπειτα νομοθεσία η οποία θεσπίστηκε από την ΕΕ και τα κράτη μέλη από το 1986 και μετά. Αποτελεί σήμερα γεγονός ότι η έκταση της κρίσης οφείλεται στη μεγάλη καθυστέρηση που σημειώθηκε όσον αφορά τη θέσπιση, εφαρμογή και μη τήρηση των διατάξεων. Από το 1996 οι επιθεωρήσεις ελέγχου που πραγματοποίησε το Γραφείο Τροφίμων και Κτηνιατρικών Θεμάτων της Επιτροπής κατέδειξαν ότι σε ορισμένες περιπτώσεις δεν τηρούνται οι διατάξεις που έχουν θεσπιστεί. Κατά την άποψη της ΟΚΕ ένας πολύ αυστηρότερος έλεγχος όσον αφορά την τήρηση των ισχυουσών διατάξεων σε όλα τα κράτη μέλη θα ήταν καθοριστικός για να σταματήσει η περαιτέρω διάδοση της νόσου και να αποφευχθεί έτσι η μετάδοση στους ανθρώπους της νόσου Creutzfeldt-Jacobs. Επισημαίνεται συγχρόνως ότι πρέπει να καταβληθεί σοβαρή προσπάθεια για την εκπαίδευση όλων των ατόμων που ασχολούνται στο σχετικό τομέα.

    3.2. Η ΟΚΕ έχει από παλαιότερα προτείνει να απαγορευτεί η χρήση των κρεατοστεοαλεύρων ως ζωοτροφής για τα ζώα παραγωγής με σκοπό να πραγματοποιηθεί μία διεξοδική εξέταση του κινδύνου και εκτίμηση του χειρισμού του στα κράτη μέλη πριν να ληφθεί απόφαση για την περαιτέρω χρησιμοποίησή τους. Η ΟΚΕ ήδη από το 1996 είχε προτείνει, στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας της με θέμα τις συνέπειες της ΣΕΒ(9), να διευρυνθεί η έρευνα, σε ό,τι αφορά την απαγόρευση της χρήσης ζωοτροφών με βάση τα κρεατοστεάλευρα για τα μηρυκαστικά, και στα μη μηρυκαστικά. Η πρόταση επανελήφθη εκ νέου στη γνωμοδότηση της ΟΚΕ του 1999 με θέμα "Πρόταση ΣΕΒ"(10). Στην εν λόγω γνωμοδότηση η ΟΚΕ τόνιζε την ανάγκη για την κατάστρωση μακροχρόνιας στρατηγικής στον εν λόγω τομέα και τη συνάφεια μεταξύ της "Πρότασης ΣΕΒ" και του χειρισμού των ζωικών υποπροϊόντων.

    3.3. Σήμερα, το σημαντικότερο θέμα, όπως έχει η κατάσταση, είναι κατά πόσο η προσωρινή απαγόρευση της χρήσης των κρεατοστεαλεύρων ως ζωοτροφής για τα ζώα παραγωγής θα παραταθεί ή θα λάβει μόνιμο χαρακτήρα, πράγμα που θα άρει στην περίπτωση αυτή τη νομική βάση για ορισμένες διατάξεις της παρούσας πρότασης. Αντίθετα, οι διατάξεις της πρότασης σχετικά με την τελική διάθεση ή ανάκτηση των αποβλήτων προβλέπουν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες ζωικών υποπροϊόντων(11). Η ΟΚΕ θεωρεί ότι δεδομένου ότι δεν είναι δυνατό να αποκλεισθεί κάθε κίνδυνος για την υγεία των ζώων καθώς και κάθε κίνδυνος μετάδοσης στους ανθρώπους, και ιδίως δεδομένου ότι εμμένουν οι κίνδυνοι της ΣΕΒ και της ασθένειας Creutzfeldt-Jacob, πρέπει να διατηρηθεί και να εφαρμόζεται με αυστηρότητα η απαγόρευση των κρεατοστεαλεύρων για τη διατροφή των μη μηρυκαστικών σαρκοφάγων ζώων. Η απαγόρευση αυτή πρέπει οπωσδήποτε να λάβει μόνιμο χαρακτήρα για τα ζώα που είναι φυτοφάγα, γεγονός που συνεπάγεται τη λήψη επειγόντων μέτρων για τη μαζική παραγωγή φυτικών πρωτεϊνών υποκατάστασης.

    3.4. Η ΟΚΕ φρονεί ότι η χρησιμοποίηση των υγιών μερών που προέρχονται από υγιή ζώα τα οποία είναι κατάλληλα για κατανάλωση από τους ανθρώπους είναι απολύτως ασφαλής υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι ισχύουσες διατάξεις και ότι συγχρόνως με την εν λόγω τήρηση εξασφαλίζεται η επαναχρησιμοποίηση των πόρων. Σχετικά με τον χειρισμό του κινδύνου, η ισχύουσα απαγόρευση κατά της χρήσης των κρεατοστεαλεύρων ως τροφής των μηρυκαστικών ζώων πρέπει να διατηρηθεί προσωρινά, ενώ πρέπει να αφαιρούνται όλες οι ύλες των μηρυκαστικών από την αλυσίδα των ζωοτροφών, ώστε να χρησιμοποιούνται μόνο ύλες από και για μη μηρυκαστικά ζώα. Επιπλέον, μπορεί να θεσπιστεί απαγόρευση της ανακύκλωσης μεταξύ ειδών ("κανιβαλισμός"). Η προσωρινή όμως απαγόρευση πρέπει να διατηρηθεί οπωσδήποτε, έως ότου εξασφαλισθούν τα εχέγγυα ασφαλείας σχετικά με την παραγωγή και τη χρησιμοποίηση των κρεατοστεαλεύρων.

    3.5. Πρέπει οπωσδήποτε να εξαλειφθεί ο κίνδυνος της μη εφαρμογής των κανόνων. Αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μέσω των προγραμμάτων ανάλυσης κινδύνου κρίσιμου σημείου ελέγχου (HACCP) της πιστοποίησης ή διαπίστευσης κάθε επιχείρησης (σφαγεία, βιομηχανίες προϊόντων κρέατος, επιχειρήσεις τροφίμων, κ.λπ.) καθώς μέσω της απαίτησης για χωριστές γραμμές παραγωγής με σκοπό να εξασφαλιστεί η απολύτως ασφαλής παραγωγή κρεατοστεαλεύρων. Μία απόλυτα αναγκαία συνέπεια τούτου είναι η ανιχνευσιμότητα σε όλες τις αλυσίδες παραγωγής και η σαφής υπόδειξη των ζωοτροφών που περιέχουν κρεατοστεάλευρα. Αυτό δεν είναι μόνο σημαντικό για την αγορά βοείου και μοσχαρίσιου κρέατος αλλά και για τα συμφέροντα των καταναλωτών που πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη ότι μπορούν να αγοράσουν κρέας που δεν βλάπτει την υγεία τους.

    3.5.1. Η Επιτροπή θα πρέπει να λάβει άμεσα μέτρα με στόχο την επείγουσα και δίχως καθυστέρηση απόσυρση όλων των προϊόντων που έχουν ενδεχομένως μολυνθεί ή για τα οποία υπάρχει η υποψία ότι ενέχουν έναν τέτοιο κίνδυνο. Εξάλλου, η ΟΚΕ κρίνει ότι για λόγους δεοντολογίας και σεβασμού της φύσης των ζώων, τα παμφάγα ή τα σαρκοφάγα ζώα δεν θα πρέπει να τρέφονται με ζωικά υποπροϊόντα που προέρχονται από ζώα του ίδιου τους του είδους· χάρη στο εν λόγω μέτρο μπορεί να αποφευχθεί ο κίνδυνος - πιο άμεσος και συχνός από την μόλυνση μεταξύ ειδών - της μετάδοσης μιας ασθένειας σε ζώα του ίδιου είδους.

    3.6. Όσον αφορά τη συγκεκριμένη εκτίμηση της παρούσας πρότασης, για την ΟΚΕ δεν υπάρχει αμφιβολία - τόσο από δεοντολογική άποψη όσο και από την επιστημονικά τεκμηριωμένη άποψη για τη νόσο - ότι τα νεκρά ζώα και κάθε ακατάλληλο υλικό από ζωικά υποπροϊόντα δεν πρέπει πλέον να χρησιμοποιείται για την παραγωγή τροφίμων, και ότι πρέπει να διασαφηνιστεί η μέχρι σήμερα υπάρχουσα ασάφεια σχετικά με τις διατάξεις για τα απόβλητα. Για το λόγο αυτό, η ΟΚΕ φρονεί ότι η πρόταση θα πρέπει να τεθεί το ταχύτερο σε ισχύ. Όμως μία σαφής προϋπόθεση γι' αυτό είναι να την εφαρμόσουν στην πράξη όλα τα κράτη μέλη με συνέπεια χωρίς να διαστρεβλώνεται ο ανταγωνισμός.

    3.7. Είναι ωστόσο απαραίτητο να αναγνωριστούν τα τεχνικά, οικολογικά, οικονομικά και εμπορικά προβλήματα τα οποία θα δημιουργηθούν αναπόφευκτα λόγω της εφαρμογής της πρότασης. Παρόλα αυτά τα εν λόγω προβλήματα θα είναι πολύ μικρότερης έκτασης σε σύγκριση με εκείνα που θα δημιουργούντο σε περίπτωση παράτασης της γενικής απαγόρευσης για τη χρήση κρεατοστεαλεύρων(12).

    3.8. Η εναλλακτική διάθεση συνεπάγεται σημαντικές οικονομικές και περιβαλλοντικές συνέπειες π.χ. με τη μορφή οξειδίου του αζώτου, διοξίνης και άλλων ουσιών που παράγονται κατά την καύση. Είναι συνεπώς πολύ σημαντικό να τονιστεί στην περίπτωση αυτή η επιστημονική συμβολή προκειμένου να μειωθούν όσο γίνεται περισσότερο οι περιβαλλοντικές συνέπειες. Μεγάλη προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στους κινδύνους που διατρέχει το περιβάλλον (ρύπανση), η υγεία των ανθρώπων και των ζώων, π.χ. με την ανεξέλεγκτη διάθεση νεκρών ζώων.

    3.9. Σύμφωνα με την πρόταση, η εισαγωγή ζωικών υποπροϊόντων διέπεται από τις διατάξεις της ΕΕ. Παρόλα αυτά όμως, τίθεται το θέμα, κατά πόσον η εισαγωγή για κατανάλωση του κρέατος και των προϊόντων του πληροί τις προϋποθέσεις για την ασφάλεια του καταναλωτή με τον ίδιο τρόπο όπως η παραγωγή της ΕΕ, κατά πόσον παρόμοιες απαιτήσεις θα μπορούν να ελέγχονται στην πράξη και κατά πόσον συμφωνούν με τις διατάξεις του ΠΟΕ.

    3.10. Η προτεινόμενη απλούστευση θα έχει ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη διαφάνεια όσον αφορά τις ειδικές διατάξεις περί δημόσιας υγείας που ισχύουν για τα ζωικά προϊόντα τα οποία δεν προορίζονται για κατανάλωση από τους ανθρώπους. Όμως, κατά την άποψη της ΟΚΕ η απλούστευση δεν πρέπει με κανένα τρόπο να έχει ως αποτέλεσμα την απορύθμιση. Στις περιπτώσεις που απαιτείται να προστατευτεί η υγεία των ανθρώπων και των ζώων είναι σαφώς απαραίτητο να διατηρηθούν και να επιταθούν οι περισσότερες υγειονομικές διατάξεις όσον αφορά τα ζωικά υποπροϊόντα.

    3.11. Η αντίδραση κατά της κατασκευής εγκαταστάσεων αποτέφρωσης κρεατοστεαλεύρων καθιστά δύσκολη την ανέγερση νέων εγκαταστάσεων εφόσον και η καύση των κρεατοστεαλεύρων στους σταθμούς παραγωγής και σε υψικαμίνους εργοστασίων παραγωγής τσιμέντου είναι για τον ίδιο λόγο προβληματική. Σε πολλά κράτη μέλη παρέχονται κίνητρα για να χρησιμοποιούνται τα απόβλητα για την παραγωγή ενέργειας και ανακύκλωση, πράγμα που πρέπει να προωθηθεί όσο το δυνατόν περισσότερο μέσω ανταλλαγής εμπειριών και κοινοτικών πρωτοβουλιών σε επίπεδο ΕΕ. Τα ερευνητικά πορίσματα και οι αποφάσεις που λαμβάνονται σχετικά με τους κανόνες οι οποίοι ισχύουν για τις εγκαταστάσεις καύσεως πρέπει να αφορούν το δημόσιο τομέα.

    3.12. Η ανάγκη για εναλλακτικές δυνατότητες χρησιμοποίησης ή διάθεσης των ζωικών υποπροϊόντων εξαρτάται από το καθεστώς ΣΕΒ της χώρας, το οποίο είναι διαφορετικό σε κάθε κράτος μέλος. Η κατάσταση είναι επίσης δύσκολη όσον αφορά τους δασμούς και τους φόρους που προβλέπονται από τη νομοθεσία, π.χ. τους φόρους για την ενέργεια και τη ρύπανση. Η ΟΚΕ προτείνει επίσης να δοθούν σε κοινοτικό επίπεδο καινοτόμες προοδευτικές λύσεις.

    3.13. Σύμφωνα με το άρθρο 36 της πρότασης, η Επιτροπή συντάσσει έκθεση για τη χρηματοδοτική ενίσχυση που παρέχεται στα κράτη μέλη για την επεξεργασία και τελική διάθεση των ζωικών υποπροϊόντων. Στα κράτη μέλη υπάρχουν πολλά διαφορετικά είδη χρηματοδοτικής ενίσχυσης, μεταξύ άλλων λόγω των διαφορετικών νομικών και νομοθετικών καταστάσεων των κρατών μελών. Προκειμένου να αποφευχθεί όπως η εν λόγω ενίσχυση επηρεάσει τις συνθήκες ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών, είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί το ταχύτερο λεπτομερής ανάλυση που εξήγγειλε η Επιτροπή προκειμένου να θεσπισθούν οι απαραίτητες διατάξεις. Αυτό είναι αναγκαίο για να εφαρμοστεί η πρόταση χωρίς κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών και έναντι των τρίτων χωρών.

    4. Ειδικές παρατηρήσεις

    4.1. Είναι σκόπιμο να συντονισθεί η πρόταση με άλλους ενδεχομένως κανόνες για προϊόντα ζωικής προέλευσης σχετικά με τη χρησιμοποίηση τους στις ζωοτροφές. Γι' αυτό πρέπει να διασφαλισθεί ότι στην πρόταση προβλέπονται σημαντικές εξαιρέσεις, παραπομπές, συντονισμοί, κ.λπ. σε ό,τι αφορά προϊόντα που περιέχουν π.χ. ζωικά λίπη, υδρολυμένες πρωτείνες και φωσφορικό ασβέστιο καθώς και για τα υπολείμματα τροφίμων από τις κουζίνες νοικοκυριών, ιδρυμάτων, εστιατορίων, καταστημάτων λιανικής πώλησης, κ.λπ.

    4.2. Τα υπολείμματα φαγητών από υπηρεσίες τροφοδότησης ("catering waste") μπορεί να περιέχουν ύλες από μηρυκαστικά και πρέπει να υπάγονται στα υλικά της κατηγορίας 2.

    4.3. Τα υλικά της κατηγορίας 2 περιλαμβάνουν την κόπρο από όλα τα είδη ζώων και το περιεχόμενο του πεπτικού συστήματος των θηλαστικών, πλην της κόπρου κ.λπ. από τις συνήθεις γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Συνεπώς, στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται η κόπρος και το περιεχόμενο του πεπτικού συστήματος που συλλέγονται στα απόβλητα των σφαγείων των μηρυκαστικών. Σύμφωνα με την παράγραφο 2, εδάφιο ε του άρθρου 5 η κόπρος και το περιεχόμενο του πεπτικού συστήματος μπορεί να χρησιμοποιηθούν, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις στις εγκαταστάσεις παραγωγής βιοαερίου. Αυτό εφαρμόζεται σήμερα στην πράξη και πρέπει να θεωρείται ως ιδιαίτερα σημαντικό.

    4.4. Σύμφωνα με την παράγραφο 2, εδάφιο γ του άρθρου, τα υλικά της κατηγορίας 2 μπορούν να χρησιμοποιηθούν αφού υποστούν αποστείρωση ως οργανικό λίπασμα ή βελτιωτικό του εδάφους ή να υποστούν επεξεργασία σε μια εγκατάσταση παραγωγής βιοαερίου ή λιπασματοποίησης, βλ. άρθρο 12. Σε περίπτωση επεξεργασίας σε καταστάσεις παραγωγής βιοαερίου απαιτείται μία παστερίωση με ιδιαίτερες απαιτήσεις όσον αφορά τη διάρκεια και τη θερμοκρασία. Όταν έχει πραγματοποιηθεί η εν λόγω αποστείρωση και συνεπώς και η εξάλειψη των σημαντικών μολυσματικών υλών, δεν είναι απαραίτητο για την περαιτέρω επεξεργασία του βιοαερίου να προβληθούν ιδιαίτερες απαιτήσεις παστερίωσης των ζωικών υποπροϊόντων της κατηγορίας 2. Γι' αυτό η απαίτηση για την ειδική παστερίωση πρέπει να καταργηθεί από το παράρτημα IV, κεφάλαιο II, τίτλος Α, παράγραφος 1, εδάφιο α, πρέπει όμως να διατηρηθεί η απαίτηση όπως ο αντιδραστήρας του βιοαερίου διαθέτει εγκαταστάσεις παρακολούθησης της θερμοκρασίας κ.λπ. Για το ίδιο λόγο προτείνεται ακόμη να καταργηθεί το κεφάλαιο ΙΙ, τίτλος Β, παράγραφος 1. Στο κεφάλαιο ΙΙ, τίτλος Γ "όροι θερμικής επεξεργασίας" πρέπει "η μονάδα παστερίωσης" να τροποποιηθεί σε "αντιδραστήρα". Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι μπορούν να χρησιμοποιούνται επεξεργασίες με ισότιμα αποτελέσματα σε 70 βαθμούς Κελσίου επί 60 λεπτά.

    4.5. Σύμφωνα με το άρθρο 5, παράγραφος 2, εδάφιο ε, μπορούν η κόπρος και το περιεχόμενο του πεπτικού συστήματος και τα υλικά που συλλέγονται από σφαγεία, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, στοιχείο β, να επιστρώνονται στο έδαφος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού υπό την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχει υπόνοια ότι είναι δυνατόν να μεταδώσουν σοβαρές μεταδοτικές ασθένειες. Πρέπει να συμπεριληφθεί παραπομπή στον κοινοτικό και στο διεθνή ορισμό των κακοηθών μεταδοτικών ασθενειών όπως π.χ. της κλασσικής πανώλης των χοίρων και του αφθώδους πυρετού.

    4.6. Η ΟΚΕ συνιστά να μην χρησιμοποιούνται ως λίπασμα πρωτεΐνες που προέρχονται από μυρηκαστικά.

    4.7. Σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, εδάφιο στ, τα υλικά της κατηγορίας 3 μπορούν να μεταποιούνται σε μονάδα παραγωγής βιοαερίου ή εγκεκριμένη μονάδα λιπασματοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 12, πράγμα που συνεπάγεται μία παστερίωση με ειδική απαίτηση για τη διάρκεια και τη θερμοκρασία. Πρέπει όμως να θεωρηθεί ως περιττό το να προβλεφθούν ειδικές απαιτήσεις για την παστερίωση όσον αφορά την επεξεργασία των υλικών της κατηγορίας 3 σε καταστάσεις παραγωγής βιοαερίου, διότι πρόκειται για υλικά τα οποία δεν έχουν χαρακτηριστικά ασθένειας η οποία μπορεί να μεταδοθεί στα ζώα και στους ανθρώπους.

    4.8. Το άρθρο 6, παράγραφος 1 δ) πρέπει να ορίζει ότι μόνο το αίμα ζώων που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για ανθρώπινη κατανάλωση, μπορεί να περιλαμβάνεται στα υλικά της κατηγορίας 3 και να χρησιμοποιείται σε ζωοτροφές. Με σκοπό να εξασφαλιστεί ότι όλες οι ζωικές πρωτείνες από θηλαστικά που προορίζονται για την παραγωγή τροφίμων έχουν αποστειρωθεί, πρέπει να αποστειρώνεται επίσης και το αίμα εφόσον είναι μεταξύ των υλικών της κατηγορίας 3.

    5. Συμπέρασμα

    5.1. Η ΟΚΕ διοργάνωσε στις 9 Μαρτίου 2001 ευρεία ακρόαση για τη διασαφήνιση των επιστημονικών κτηνιατρικών, ελεγκτικών, καταναλωτικών, βιομηχανικών και γεωργικών πτυχών του προβλήματος της ΣΕΒ. Βάσει της ακρόασης αυτής, η ΟΚΕ κρίνει ότι οι προτάσεις για τα ζωικά υποπροϊόντα και η "πρόταση για τη ΣΕΒ" αποτελούν σταθερή βάση για μια μακροπρόθεσμη και μελετημένη λύση για τη μελλοντική χρήση ζωικών υποπροϊόντων σύμφωνα με τις συστάσεις της παρούσας γνωμοδότησης.

    5.2. Συνεπώς, η ΟΚΕ βάσει των προαναφερθεισών παρατηρήσεων, επιφυλάξεων και συστάσεων συμφωνεί με ορισμένα στοιχεία των προτάσεων. Θα μπορέσει να ενισχύσει σημαντικά την ασφάλεια κατά τη διάθεση των διάφορων κατηγοριών ζωικών υποπροϊόντων, π.χ. των ζωοτροφών που προορίζονται για ζώα παραγωγής, διότι στην περίπτωση αυτή μπορούν να χρησιμοποιηθούν τα υγιή μέρη των υγιών ζώων, τα οποία είναι εγκεκριμένα για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

    Βρυξέλλες, 26 Απριλίου 2001.

    Ο Πρόεδρος

    της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Göke Frerichs

    (1) Απόφαση 94/381/ΕΚ, η οποία θεσπίστηκε και στα 15 κράτη μέλη της ΕΕ. Η Σουηδία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Πορτογαλία θέσπισαν εκουσίως αυστηρότερες διατάξεις.

    (2) Η τρομώδης νόσος των αιγοπροβάτων είναι γνωστή από το 1700 και έχει διαπιστωθεί σε όλες τις χώρες με εξαίρεση τη Δανία, τη Φινλανδία, Ισλανδία και Νέα Ζηλανδία.

    (3) Οδηγία του Συμβουλίου 90/667/ΕΟΚ όπως και οι αποφάσεις 92/562/ΕΟΚ, 95/348/ΕΚ, 97/735/ΕΚ και 1999/534/ΕΚ.

    (4) Υλικά ειδικού κινδύνου (ΥΕΚ) ορίζονται τα κρανία, οι αμυγδαλές, ο νωτιαίος μυελός, κ.λπ. βοοειδών, προβατοειδών και αιγοειδών. Επιπλέον, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Πορτογαλία πρέπει να αφαιρούνται από τα σφάγια ολόκληρο το κεφάλι, ο θύμιος αδένας, η σπλήνα, τα έντερα και ο νωτιαίος μυελός βοοειδών ηλικίας άνω των 6 μηνών και η σπονδυλική στήλη βοοειδών ηλικίας άνω των 30 μηνών. Ωστόσο, η πρόταση της Επιτροπής για αφαίρεση των ΥΕΚ είχε ήδη υποβληθεί το 1996.

    (5) "Πρόταση ΣΕΒ" - COM(98) 623, EE C 214 της 10.7.1998, σ. 11.

    (6) COM(2000) 574.

    (7) Τα σχετικά υλικά ορίζονται επακριβώς στην οδηγία του Συμβουλίου 96/22/ΕΚ, ΕΕ L 125 της 23.5.1996.

    (8) Οδηγία 75/442/ΕΟΚ όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 91/156/ΕΟΚ.

    (9) ΕΕ C 295 της 7.10.1996, σ. 55.

    (10) Γνωμοδότηση ΟΚΕ με θέμα το - COM(98) 623, EE C 258 της 10.9.1999, σ. 19-23.

    (11) Σύμφωνα με την Επιτροπή, το 1998, η ευρωπαϊκή βιομηχανία αξιοποίησης ζωικών υποπροϊόντων συνέλεξε 16,1 εκατομμύρια τόνους υλικού ζωικής προέλευσης. Τα 14,3 εκατομμύρια τόνοι του υλικού αυτού προήλθαν από ζώα τα οποία κρίθηκαν κατάλληλα για κατανάλωση από τον άνθρωπο μετά από υγειονομική επιθεώρηση, 1,8 εκατομμύρια τόνοι προέρχονταν από νεκρά ζώα ή άλλο ακατάλληλο υλικό ζωικής προέλευσης. Στην περίπτωση που η απαγόρευση λάβει μόνιμο χαρακτήρα, τότε θα πρέπει να διατεθούν τελικά ή να ανακτηθούν ποσότητες ζωικών υποπροϊόντων που θα είναι μεγαλύτερες κατά εννέα φορές, σαν να μην υπάρχουν τα νεκρά ζώα και το ακατάλληλο υλικό.

    (12) Το σύνολο των δαπανών που θα δημιουργηθούν εξαιτίας μιας γενικής απαγόρευσης εκτιμάται από την ευρωπαϊκή οργάνωση του τομέα της βιομηχανίας κρέατος ότι θα ανέλθει σε τουλάχιστο 2 δις. ευρώ. Ωστόσο, η ΟΚΕ κρίνει ότι είναι τελείως λανθασμένο να χρησιμοποιείται αυτό ως επιχείρημα σε μια κατάσταση όπου η ανθρώπινη υγεία μπορεί να υποστεί βλάβη από τη ΣΕΒ.

    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

    της γνωμοδότησης της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

    Στη συζήτηση που πραγματοποιήθηκε απορρίφθηκαν οι κατωτέρω τροπολογίες, οι οποίες συγκέντρωσαν άνω του 25 % των εκπεφρασμένων ψήφων:

    Σημείο 3.3

    Τροποποιείται ως εξής:

    "Σήμερα, το σημαντικότερο ζήτημα είναι κατά πόσον η προσωρινή απαγόρευση της χρήσης των κρεαταλεύρων ως ζωοτροφής για τα ζώα παραγωγής θα πρέπει να παραταθεί ή να λάβει μόνιμο χαρακτήρα. Η ΟΚΕ πιστεύει ότι δεν χρειάζεται πλέον να γίνεται λόγος για παράταση της προσωρινής απαγόρευσης της χρήσης των κρεαταλεύρων ως τροφής για ζώα παραγωγής - συμπεριλαμβανομένων των αγελάδων, των αιγών και των προβάτων - αλλά για οριστική απαγόρευση, δεδομένου ότι εξακολουθεί να υπάρχει ο κίνδυνος τα ζώα παραγωγής να αναπτύξουν ΣΕΒ η οποία να μεταδοθεί στους ανθρώπους. Συνεπώς, είναι απαραίτητο να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να εξαλειφθεί η ΣΕΒ."

    Αιτιολογία

    Απορρέει από τις θέσεις που έχει διατυπώσει η ΟΚΕ σε παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της.

    Αποτελέσματα της ψηφοφορίας

    Ψήφοι υπέρ: 28, ψήφοι κατά: 36, αποχές: 9.

    Σημείο 3.7

    Οι δύο πρώτες προτάσεις του σημείου 3.7 δεν μεταβάλλονται, ωστόσο η υποσημείωση πρέπει να αποτελέσει νέο σημείο 3.8:

    "Είναι ωστόσο απαραίτητο να αναγνωριστούν τα τεχνικά, οικολογικά, οικονομικά και εμπορικά προβλήματα τα οποία θα δημιουργηθούν αναπόφευκτα λόγω της εφαρμογής της πρότασης. Παρόλα αυτά τα εν λόγω προβλήματα θα είναι πολύ μικρότερης έκτασης σε σύγκριση με εκείνα που θα δημιουργούντο σε περίπτωση παράτασης της γενικής απαγόρευσης για τη χρήση κρεατοστεαλεύρων."

    Αποτελέσματα της ψηφοφορίας

    Ψήφοι υπέρ: 40, ψήφοι κατά: 47, αποχές: 5.

    Top