This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 32009R0625
Council Regulation (EC) No 625/2009 of 7 July 2009 on common rules for imports from certain third countries (Codified version)
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009 , για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες (Κωδικοποιημένη έκδοση)
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 625/2009 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 2009 , για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες (Κωδικοποιημένη έκδοση)
ΕΕ L 185 της 17.7.2009, p. 1–15
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV) Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση
(HR)
No longer in force, Date of end of validity: 08/06/2015; καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από 32015R0755
17.7.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 185/1 |
ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 625/2009 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 7ης Ιουλίου 2009
για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες
(κωδικοποιημένη έκδοση)
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 133,
τις πράξεις για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών καθώς και τις πράξεις που αφορούν τα μεταποιημένα γεωργικά προϊόντα που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 308 της συνθήκης, και ιδίως τις διατάξεις των πράξεων αυτών οι οποίες επιτρέπουν παρέκκλιση από τη γενική αρχή ότι κάθε ποσοτικός περιορισμός ή μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος μπορεί να αντικατασταθεί μόνον από τα μέτρα που προβλέπονται από τις πράξεις αυτές,
την πρόταση της Επιτροπής,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 519/94 του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 1994, για το κοινό καθεστώς εισαγωγών από ορισμένες τρίτες χώρες (1), έχει επανειλημμένα τροποποιηθεί (2) κατά τρόπο ουσιαστικό. Είναι, ως εκ τούτου σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση του εν λόγω κανονισμού. |
(2) |
Η κοινή εμπορική πολιτική θα πρέπει να βασίζεται σε ενιαίες αρχές. |
(3) |
Σύμφωνα με το άρθρο 14 της συνθήκης, από την 1η Ιανουαρίου 1993 η εσωτερική αγορά αποτελείται από ένα χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα, μέσα στον οποίο εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των προσώπων, των υπηρεσιών και των κεφαλαίων. |
(4) |
Η ολοκλήρωση της κοινής εμπορικής πολιτικής όσον αφορά το καθεστώς των εισαγωγών αποτελεί το μόνο μέσο που μπορεί να εξασφαλίσει ότι οι κανόνες που διέπουν εμπορικές συναλλαγές της Κοινότητας με τις τρίτες χώρες αντικατοπτρίζουν ορθά την ολοκλήρωση των αγορών. |
(5) |
Μεγαλύτερη ενοποίηση του καθεστώτος εισαγωγών θα πρέπει να επιτευχθεί διά της θεσπίσεως, στο μέτρο του δυνατού, λόγω των ιδιομορφιών του οικονομικού συστήματος των εν λόγω τρίτων χωρών, διατάξεων όμοιων με εκείνες του κοινού καθεστώτος που εφαρμόζεται για άλλες τρίτες χώρες. |
(6) |
Το κοινό καθεστώς που εφαρμόζεται στις εισαγωγές καλύπτει και τα προϊόντα άνθρακα και χάλυβα, με την επιφύλαξη ενδεχόμενων μέτρων εφαρμογής μιας συμφωνίας αναφερόμενης ειδικά στα προϊόντα αυτά. |
(7) |
Η ελευθέρωση των εισαγωγών, δηλαδή η απουσία κάθε ποσοτικού περιορισμού, πρέπει, κατά συνέπεια, να αποτελεί το σημείο εκκίνησης του κοινοτικού καθεστώτος. |
(8) |
Όσον αφορά ορισμένα προϊόντα, η Επιτροπή πρέπει να εξετάζει τους όρους και τις συνθήκες των εισαγωγών, τις τάσεις των εισαγωγών, τις διάφορες πτυχές της οικονομικής και εμπορικής κατάστασης, και τα τυχόν μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται. |
(9) |
Όσον αφορά τα προϊόντα αυτά, ενδέχεται να κριθεί σκόπιμο να ασκηθεί κοινοτική επιτήρηση σε ορισμένες από τις εισαγωγές. |
(10) |
Εναπόκειται στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο να λάβουν τα επιβαλλόμενα για τα συμφέροντα της Κοινότητας μέτρα διασφάλισης, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις υφιστάμενες διεθνείς υποχρεώσεις. |
(11) |
Παρ’ όλα αυτά, είναι δυνατόν να αποδειχθεί ότι μέτρα επιτήρησης ή διασφάλισης, περιορισμένα σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας, είναι καταλληλότερα από μέτρα που εφαρμόζονται στο σύνολο της Κοινότητας. Ωστόσο, τα μέτρα αυτά θα πρέπει να επιτρέπονται μόνον κατ’ εξαίρεση, και όταν δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Είναι ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι τα μέτρα αυτά θα είναι προσωρινά και θα διαταράσσουν όσο το δυνατόν λιγότερο τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. |
(12) |
Στην περίπτωση εφαρμογής κοινοτικής επιτήρησης, το αν θα τεθούν σε ελεύθερη κυκλοφορία τα εν λόγω προϊόντα θα πρέπει να εξαρτάται από την προσκόμιση εγγράφου επιτήρησης, το οποίο θα πληροί ενιαία κριτήρια. Το έγγραφο αυτό θα πρέπει, ύστερα από απλή αίτηση του εισαγωγέα, να εκδίδεται από τις αρχές των κρατών μελών εντός ορισμένης προθεσμίας, χωρίς όμως ο εισαγωγέας να αποκτά με αυτό κάποιο δικαίωμα εισαγωγής. Συνεπώς, το έγγραφο επιτήρησης θα πρέπει να ισχύει μόνον για όσο χρονικό διάστημα το καθεστώς εισαγωγής παραμένει αμετάβλητο. |
(13) |
Είναι σκόπιμο, για την ορθή διοικητική διαχείριση και προς εξυπηρέτηση των κοινοτικών φορέων, να ευθυγραμμιστούν, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, το περιεχόμενο και η μορφή του εγγράφου επιτήρησης προς τα έντυπα κοινοτικών αδειών εισαγωγής που προβλέπουν ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 738/94 της Επιτροπής, της 30ής Μαρτίου 1994, για τον καθορισμό ορισμένων διατάξεων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 520/94 του Συμβουλίου για τη θέσπιση διαδικασίας κοινοτικής διαχείρισης των ποσοτικών ποσοστώσεων (3), ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3168/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, με τον οποίο, στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου περί της θεσπίσεως κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς ή άλλους κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής, θεσπίζεται κοινοτική άδεια εισαγωγής και τροποποιούνται ορισμένες διατάξεις του κανονισμού (4), και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3169/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, για την τροποποίηση του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 3030/93 του Συμβουλίου περί κοινών κανόνων εισαγωγής ορισμένων κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων καταγωγής τρίτων χωρών και για τη θέσπιση κοινοτικής άδειας εισαγωγής στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (5), έχοντας υπόψιν τα τεχνικά χαρακτηριστικά του εγγράφου επιτήρησης. |
(14) |
Προς το συμφέρον της Κοινότητας, θα πρέπει να εξασφαλίζεται η πληρέστερη δυνατή αμοιβαία ενημέρωση μεταξύ των κρατών και της Επιτροπής όσον αφορά την κοινοτική επιτήρηση. |
(15) |
Είναι αναγκαία η θέσπιση συγκεκριμένων κριτηρίων για την εκτίμηση της ενδεχόμενης ζημίας και η καθιέρωση διαδικασίας έρευνας, ενώ παράλληλα θα επιτρέπεται στην Επιτροπή να λαμβάνει, σε επείγουσες περιπτώσεις, τα ενδεδειγμένα μέτρα. |
(16) |
Για τον σκοπό αυτό πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις για την έναρξη των ερευνών, τους απαιτούμενους ελέγχους και επαληθεύσεις, την ακρόαση των ενδιαφερομένων, την επεξεργασία των λαμβανόμενων πληροφοριών και τα κριτήρια εκτίμησης της ζημίας. |
(17) |
Οι διατάξεις για τις έρευνες που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό δεν θίγουν τους κοινοτικούς ή εθνικούς κανόνες περί επαγγελματικού απορρήτου. |
(18) |
Είναι επίσης ανάγκη να ορισθούν προθεσμίες για την έναρξη των ερευνών και για τον προσδιορισμό του κατά πόσον είναι ή δεν είναι ενδεδειγμένα τα μέτρα, προκειμένου να εξασφαλισθεί η ταχύτητα του προσδιορισμού αυτού, ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου για τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς. |
(19) |
Για την ενοποίηση των καθεστώτων εισαγωγής, θα πρέπει να απλουστευθούν και να είναι ταυτόσημες οι διατυπώσεις στις οποίες υπόκεινται οι εισαγωγείς, ανεξάρτητα από τον τόπο εκτελωνισμού των εμπορευμάτων. Για τον σκοπό αυτό, είναι επιθυμητό να προβλεφθεί ότι οι ενδεχόμενες διατυπώσεις θα πραγματοποιούνται με τη βοήθεια εντύπων, συμφώνων προς το υπόδειγμα που προσαρτάται στον παρόντα κανονισμό. |
(20) |
Τα έγγραφα επιτήρησης που εκδίδονται στο πλαίσιο των μέτρων κοινοτικής επιτήρησης θα πρέπει να ισχύουν σε ολόκληρη την Κοινότητα, ανεξάρτητα από το κράτος μέλος έκδοσης. |
(21) |
Τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που εμπίπτουν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94 του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 1994, περί θεσπίσεως κοινών κανόνων για τις εισαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων από ορισμένες τρίτες χώρες τα οποία δεν καλύπτονται από διμερείς συμφωνίες, πρωτόκολλα ή άλλους διακανονισμούς ή άλλους ειδικούς κοινοτικούς κανόνες εισαγωγής (6), υπόκεινται σε ειδική μεταχείριση σε κοινοτικό καθώς και σε διεθνές επίπεδο. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αποκλεισθούν τελείως από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, |
ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι
ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ
Άρθρο 1
1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στις εισαγωγές προϊόντων καταγόμενων από τις τρίτες χώρες τις αναφερόμενες στο παράρτημα Ι, εξαιρουμένων των προϊόντων κλωστοϋφαντουργίας των διεπόμενων από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 517/94.
2. Η εισαγωγή στην Κοινότητα των προϊόντων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 είναι ελεύθερη και δεν υπόκειται σε κανένα ποσοτικό περιορισμό, με την επιφύλαξη των μέτρων που μπορεί να ληφθούν δυνάμει του κεφαλαίου V.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ II
ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ
Άρθρο 2
Εάν, λόγω των τάσεων των εισαγωγών, καθίσταται αναγκαία η προσφυγή σε μέτρα επιτήρησης ή διασφάλισης, η Επιτροπή ενημερώνεται σχετικά από τα κράτη μέλη. Η πληροφόρηση αυτή πρέπει να περιλαμβάνει τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία που καθορίζονται βάσει των κριτηρίων του άρθρου 8. Η Επιτροπή διαβιβάζει, χωρίς καθυστέρηση, τις πληροφορίες αυτές σε όλα τα κράτη μέλη.
Άρθρο 3
1. Η διεξαγωγή διαβουλεύσεων είναι δυνατή, είτε κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους είτε με πρωτοβουλία της Επιτροπής.
2. Οι διαβουλεύσεις λαμβάνουν χώρα εντός οκτώ εργάσιμων ημερών αφότου η Επιτροπή παραλάβει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 2, και, οπωσδήποτε, πριν από τη θέσπιση οποιουδήποτε κοινοτικού μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης.
Άρθρο 4
1. Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συμβουλευτικής επιτροπής, εφεξής καλούμενη «η επιτροπή», η οποία αποτελείται από αντιπροσώπους κάθε κράτους μέλους και στην οποία προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής.
2. Η επιτροπή συνέρχεται συγκαλούμενη από τον πρόεδρό της, ο οποίος διαβιβάζει στα κράτη μέλη, το συντομότερο δυνατόν, κάθε χρήσιμο πληροφοριακό στοιχείο.
3. Οι διαβουλεύσεις αφορούν ιδίως:
α) |
τους όρους και τις συνθήκες των εισαγωγών, τις τάσεις των εισαγωγών, καθώς και τις διάφορες πλευρές της οικονομικής και εμπορικής κατάστασης για το σχετικό προϊόν· |
β) |
τα θέματα που αφορούν τη διαχείριση των εμπορικών συμφωνιών μεταξύ της Κοινότητας και των τρίτων χωρών που αναφέρει το παράρτημα Ι· |
γ) |
τα τυχόν μέτρα τα οποία πρέπει να ληφθούν. |
4. Αν παρίσταται ανάγκη, οι διαβουλεύσεις είναι δυνατό να διεξαχθούν εγγράφως. Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη, τα οποία, εντός προθεσμίας πέντε έως οκτώ εργάσιμων ημερών, την οποία καθορίζει η Επιτροπή, δύνανται να διατυπώσουν τη γνώμη τους ή να ζητήσουν προφορικές διαβουλεύσεις.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ III
ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΡΕΥΝΑΣ
Άρθρο 5
1. Όταν, κατόπιν των διαβουλεύσεων των άρθρων 3 και 4, η Επιτροπή κρίνει ότι υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία ώστε να δικαιολογείται έρευνα, αρχίζει έρευνα εντός ενός μηνός από την παραλαβή των πληροφοριών από το κράτος μέλος και δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ανακοίνωση αυτή:
α) |
περιέχει σύνοψη των πληροφοριών που ελήφθησαν και ορίζει ότι πρέπει να γνωστοποιείται στην Επιτροπή κάθε χρήσιμη πληροφορία· |
β) |
καθορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να γνωστοποιούν εγγράφως τις απόψεις τους και να υποβάλουν πληροφορίες, εφόσον οι εν λόγω απόψεις και πληροφορίες πρόκειται να ληφθούν υπόψη για την έρευνα· |
γ) |
ορίζει την προθεσμία εντός της οποίας οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή, σύμφωνα με την παράγραφο 4· |
Η Επιτροπή αρχίζει την έρευνα, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.
2. Η Επιτροπή ζητά κάθε πληροφορία που κρίνει αναγκαία και, εφόσον το θεωρεί σκόπιμο, ύστερα από διαβούλευση με την επιτροπή, προβαίνει σε επαλήθευση των πληροφοριών αυτών, απευθυνόμενη στους εισαγωγείς, διαμεσολαβητές, παραγωγούς, εμπορικούς συνδέσμους και οργανισμούς.
Η Επιτροπή επικουρείται, στην αποστολή της αυτή, από τους υπαλλήλους των κρατών μελών, στο έδαφος των οποίων διενεργούνται οι επαληθεύσεις αυτές, εφόσον το κράτος μέλος αυτό εκφράσει σχετική επιθυμία.
Τα ενδιαφερόμενα μέρη τα οποία γνωστοποίησαν τις απόψεις τους, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 καθώς και οι αντιπρόσωποι της χώρας εξαγωγής, δύνανται να ελέγχουν όλες τις πληροφορίες που έχουν παρασχεθεί στην Επιτροπή κατά την έρευνα, εκτός από τα εσωτερικά έγγραφα τα οποία συντάσσουν οι αρχές της Κοινότητας ή των κρατών μελών της, εφόσον αυτές είναι χρήσιμες για την υπεράσπιση των συμφερόντων τους, δεν είναι εμπιστευτικές κατά την έννοια του άρθρου 7 και τις χρησιμοποιεί η Επιτροπή για την έρευνα. Προς τούτο, υποβάλλουν γραπτή αίτηση στην Επιτροπή αναφέροντας τις απαιτούμενες πληροφορίες.
3. Τα κράτη μέλη παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήσεώς της και σύμφωνα με τις διαδικασίες που η ίδια ορίζει, τις πληροφορίες που διαθέτουν για την εξέλιξη της αγοράς του προϊόντος το οποίο αφορά η έρευνα.
4. Η Επιτροπή μπορεί να δεχθεί σε ακρόαση τους ενδιαφερόμενους. Η Επιτροπή υποχρεούται να τους δεχθεί σε ακρόαση εφόσον αυτοί το ζητήσουν εγγράφως εντός της προθεσμίας που ορίζεται από την ανακοίνωση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποδείξουν ότι πιθανολογείται πράγματι να θιγούν από την έκβαση της έρευνας και ότι υπάρχουν ειδικοί λόγοι για να αναπτύξουν προφορικά τις απόψεις τους.
5. Όταν οι πληροφορίες δεν παρέχονται εντός της προθεσμίας που ορίζει ο παρών κανονισμός ή η Επιτροπή βάσει του παρόντος κανονισμού, ή όταν παρεμποδίζεται σημαντικά η έρευνα, είναι δυνατόν να συνάγονται συμπεράσματα βάσει των διαθέσιμων γεγονότων. Όταν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι κάποιος ενδιαφερόμενος ή τρίτος της παρέσχε ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, αγνοεί τις πληροφορίες αυτές και μπορεί να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα γεγονότα.
6. Όταν η Επιτροπή κρίνει, κατόπιν των διαβουλεύσεων που προβλέπει η παράγραφος 1, ότι δεν υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που να δικαιολογούν την έρευνα, ενημερώνει τα κράτη μέλη σχετικά με την απόφασή της, εντός ενός μηνός αφ’ ότου παρέλαβε πληροφορίες από τα κράτη μέλη.
Άρθρο 6
1. Στο τέλος της έρευνας, η Επιτροπή υποβάλλει στην επιτροπή έκθεση αποτελεσμάτων.
2. Αν, εντός εννέα μηνών από την έναρξη της έρευνας, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν χρειάζεται κανένα μέτρο κοινοτικής επιτήρησης ή διασφάλισης, η έρευνα περατώνεται, εντός μηνός, και ύστερα από σχετική διαβούλευση με την επιτροπή. Η απόφαση για την περάτωση της έρευνας, στην οποία περιλαμβάνονται τα ουσιαστικά συμπεράσματα της έρευνας και περίληψη των λόγων που οδήγησαν σε αυτά, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
3. Εφόσον η Επιτροπή κρίνει αναγκαία τη λήψη μέτρων επιτήρησης ή διασφάλισης, λαμβάνει τις αναγκαίες αποφάσεις σύμφωνα με τα κεφάλαια IV και V, όχι αργότερα από εννέα μήνες από την έναρξη της έρευνας. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί για δύο επιπλέον μήνες το πολύ. Η Επιτροπή δημοσιεύει τότε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μια ανακοίνωση, στην οποία περιλαμβάνονται η διάρκεια της παράτασης και περίληψη των λόγων που οδήγησαν σε αυτήν.
4. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου δεν εμποδίζουν τη λήψη, οποτεδήποτε, μέτρων επιτήρησης σύμφωνα με τα άρθρα 9 έως 14, ή, εφόσον μια κρίσιμη κατάσταση κατά την οποία οποιαδήποτε καθυστέρηση μπορεί να προκαλέσει ζημίες που θα είναι δύσκολο να επανορθωθούν, απαιτεί άμεση παρέμβαση, μέτρων διασφάλισης σύμφωνα με τα άρθρα 15, 16 και 17.
Η Επιτροπή λαμβάνει αμέσως μέτρα έρευνας τα οποία κρίνει ότι είναι ακόμη αναγκαία. Τα αποτελέσματα της έρευνας χρησιμοποιούνται για επανεξέταση των ληφθέντων μέτρων.
Άρθρο 7
1. Οι παραλαμβανόμενες κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού πληροφορίες δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς εκτός από εκείνους για τους οποίους ζητήθηκαν.
2. Το Συμβούλιο, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη, καθώς και οι υπάλληλοί τους, δεν επιτρέπεται να κοινολογούν, χωρίς ρητή εξουσιοδότηση εκείνου που τις παρέσχε, εμπιστευτικές πληροφορίες τις οποίες έλαβαν κατ’ εφαρμογή του παρόντος κανονισμού ή οι οποίες δόθηκαν εμπιστευτικά.
3. Κάθε αίτηση για εμπιστευτική μεταχείριση αναφέρει τους λόγους για τους οποίους η πληροφορία είναι εμπιστευτική.
Ωστόσο, αν η αίτηση εμπιστευτικής μεταχείρισης κρίνεται αδικαιολόγητη και αν το πρόσωπο που έδωσε την πληροφορία δεν επιθυμεί να την κοινολογήσει ή να εξουσιοδοτήσει τρίτον να την κοινολογήσει σε γενικές γραμμές ή υπό συνοπτική μορφή, η εν λόγω πληροφορία είναι δυνατόν να αγνοηθεί.
4. Μια πληροφορία θεωρείται πάντοτε εμπιστευτική, αν η κοινολόγησή της μπορεί να έχει σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις για το πρόσωπο που την έδωσε ή για την πηγή από την οποία προέρχεται.
5. Οι παράγραφοι 1 έως 4 δεν εμποδίζουν τις αρχές της Κοινότητας να αναφέρονται σε γενικές πληροφορίες, και ιδίως στους λόγους στους οποίους βασίζονται οι αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, οι αρχές αυτές πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το έννομο συμφέρον των ενδιαφερόμενων νομικών και φυσικών προσώπων να μην αποκαλύπτονται τα επιχειρηματικά τους απόρρητα.
Άρθρο 8
1. Η εξέταση των τάσεων των εισαγωγών, των όρων υπό τους οποίους αυτές πραγματοποιούνται, καθώς και της σοβαρής ζημίας ή της απειλούμενης σοβαρής ζημίας που προκύπτει από τις εισαγωγές αυτές για τους παραγωγούς της Κοινότητας, καλύπτει τους εξής ιδίως παράγοντες:
α) |
τον όγκο των εισαγωγών, ιδίως όταν έχει αυξηθεί σημαντικά είτε σε απόλυτες τιμές είτε σε σχέση με την παραγωγή ή την κατανάλωση εντός της Κοινότητας· |
β) |
τις τιμές εισαγωγής, ιδίως όταν διαπιστώνεται σημαντική υποτιμολόγηση σε σχέση με την τιμή ομοειδούς προϊόντος εντός της Κοινότητας· |
γ) |
τις προκύπτουσες επιπτώσεις στους κοινοτικούς παραγωγούς παρόμοιων ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων, όπως αυτές εμφαίνονται από την εξέλιξη ορισμένων οικονομικών παραγόντων όπως:
|
2. Κατά τη διεξαγωγή της έρευνας, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της το ιδιαίτερο οικονομικό σύστημα των χωρών που αναγράφονται στο παράρτημα Ι.
3. Όταν προβάλλεται θέμα απειλής πρόκλησης σοβαρής ζημίας, η Επιτροπή εξετάζει επίσης αν υπάρχει σαφής πρόβλεψη ότι μια συγκεκριμένη κατάσταση είναι ικανή να εξελιχθεί σε πραγματική ζημία. Για τον σκοπό αυτό, είναι δυνατόν να λαμβάνονται υπόψη παράγοντες, όπως:
α) |
ο ρυθμός αύξησης των εξαγωγών προς την Κοινότητα· |
β) |
το δυναμικό εξαγωγής της χώρας καταγωγής ή εξαγωγής, το οποίο υφίσταται ή θα λειτουργήσει στο μέλλον που μπορεί να προβλεφθεί, και η πιθανότητα διοχέτευσης των εξαγωγών από αυτό το δυναμικό προς την Κοινότητα. |
ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV
ΕΠΙΤΗΡΗΣΗ
Άρθρο 9
1. Όταν το απαιτούν τα συμφέροντα της Κοινότητας, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτήσεως ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία:
α) |
να αποφασίσει την αναδρομική κοινοτική επιτήρηση ορισμένων εισαγωγών, σύμφωνα με διαδικασία την οποία καθορίζει η ίδια· |
β) |
να αποφασίσει, για την παρακολούθηση των τάσεων αυτών των εισαγωγών, ότι ορισμένες εισαγωγές υπόκεινται σε προηγούμενη κοινοτική επιτήρηση, σύμφωνα με το άρθρο 10. |
2. Η διάρκεια ισχύος των μέτρων επιτήρησης είναι περιορισμένη. Εκτός αντιθέτων διατάξεων, η ισχύς τους εκπνέει στο τέλος του δεύτερου εξαμήνου που ακολουθεί το εξάμηνο κατά το οποίο θεσπίστηκαν.
Άρθρο 10
1. Τα υπό προηγούμενη κοινοτική επιτήρηση προϊόντα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία εφόσον προσκομισθεί έγγραφο επιτήρησης. Το έγγραφο αυτό εκδίδεται ατελώς από την αρμόδια αρχή που ορίζουν τα κράτη μέλη, για όλες τις αιτούμενες ποσότητες, εντός προθεσμίας πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή, από την αρμόδια εθνική αρχή, αίτησης οποιουδήποτε κοινοτικού εισαγωγέα, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής τους στην Κοινότητα. Η αρμόδια εθνική αρχή θεωρείται ότι έχει παραλάβει την αίτηση αυτή το πολύ εντός τριών εργάσιμων ημερών από την υποβολή της, εκτός αποδείξεως του εναντίου.
2. Για το έγγραφο επιτήρησης, χρησιμοποιείται έντυπο που αντιστοιχεί στο υπόδειγμα του παραρτήματος ΙΙ.
Στην αίτηση εγγράφου επιτήρησης του εισαγωγέα περιλαμβάνονται, εφόσον η απόφαση θέσης υπό επιτήρηση δεν ορίζει άλλως, μόνο τα παρακάτω στοιχεία:
α) |
το ονοματεπώνυμο και η πλήρης διεύθυνση του αιτούντος (συμπεριλαμβανομένων των αριθμών τηλεφώνου και τηλεομοιοτυπίας και, εφόσον υπάρχει, του αριθμού μητρώου στα πλαίσια της αρμόδιας εθνικής αρχής), και ο αριθμός μητρώου ΦΠΑ, εφόσον υπόκειται σε ΦΠΑ· |
β) |
αν συντρέχει περίπτωση, το ονοματεπώνυμο και η πλήρης διεύθυνση του διασαφιστή ή του τυχόν αντιπροσώπου του αιτούντος (συμπεριλαμβανομένων των αριθμών τηλεφώνου και φαξ)· |
γ) |
η περιγραφή των εμπορευμάτων, με αναφορά:
|
δ) |
οι δηλωθείσες ποσότητες, σε χιλιόγραμμα, και, ενδεχομένως, σε οποιαδήποτε άλλη συμπληρωματική σχετική μονάδα (ζεύγη, τεμάχια κ.λπ.)· |
ε) |
η αξία cif των εμπορευμάτων στα κοινοτικά σύνορα, σε ευρώ· |
στ) |
η παρακάτω δήλωση, με ημερομηνία και υπογραφή του αιτούντος και αναγραφή του ονοματεπωνύμου του με κεφαλαία γράμματα: «Ο υπογράφων βεβαιώνω ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στην παρούσα αίτηση είναι ακριβείς και υποβάλλονται καλόπιστα, και ότι είμαι εγκατεστημένος στην Κοινότητα.». |
3. Το έγγραφο επιτήρησης ισχύει σε όλη την Κοινότητα ανεξαρτήτως του κράτους μέλους που το εκδίδει.
4. Η διαπίστωση ότι η τιμή μονάδας με την οποία πραγματοποιείται η συναλλαγή υπερβαίνει κατά λιγότερο από 5 % την τιμή η οποία αναγράφεται στο έγγραφο επιτήρησης, ή αν η συνολική αξία ή ποσότητα των προϊόντων που προσκομίζονται προς εισαγωγή υπερβαίνει κατά λιγότερο από 5 % την αξία ή ποσότητα που αναγράφεται στο έγγραφο επιτήρησης, δεν εμποδίζει το να τεθεί το συγκεκριμένο προϊόν σε ελεύθερη κυκλοφορία. Η Επιτροπή, αφού ακούσει τις γνώμες που διατυπώνονται στα πλαίσια της επιτροπής και αφού λάβει υπόψη της τη φύση των προϊόντων και τις άλλες ιδιομορφίες των συναλλαγών αυτών, μπορεί να ορίσει διαφορετικό ποσοστό, το οποίο, πάντως, δεν μπορεί, κατά κανόνα, να υπερβαίνει το 10 %.
5. Το έγγραφο επιτήρησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνον εφόσον το καθεστώς ελευθέρωσης των εισαγωγών εξακολουθεί να ισχύει για τις συναλλαγές αυτές. Το έγγραφο επιτήρησης δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χρησιμοποιηθεί μετά τη λήξη της περιόδου που καθορίζεται συγχρόνως και την ίδια διαδικασία που ακολουθείται για να επιβληθεί η επιτήρηση, λαμβανομένων υπόψη της φύσης των προϊόντων και των άλλων ιδιομορφιών των συναλλαγών.
6. Όταν το επιτάσσει η απόφαση που λαμβάνεται δυνάμει του άρθρου 9, η καταγωγή των υπό κοινοτική επιτήρηση προϊόντων πρέπει να αποδεικνύεται με πιστοποιητικό καταγωγής. Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει την ισχύ άλλων διατάξεων σχετικών με την προσκόμιση του όποιου τέτοιου πιστοποιητικού.
7. Όταν το προϊόν που τελεί υπό προηγούμενη κοινοτική επιτήρηση αποτελεί αντικείμενο περιφερειακών μέτρων διασφάλισης σε ένα κράτος μέλος, η άδεια εισαγωγής που εκδίδεται από το εν λόγω κράτος μέλος μπορεί να αντικαταστήσει το έγγραφο επιτήρησης.
8. Τα έντυπα των εγγράφων επιτήρησης και τα σχετικά αποσπάσματα καταρτίζονται εις διπλούν και, από τα δύο έντυπα, το πρώτο, με την ένδειξη «Πρωτότυπο για τον παραλήπτη», φέρει τον αριθμό 1 και χορηγείται στον αιτούντα, ενώ το δεύτερο, με την ένδειξη «Αντίτυπο για την αρμόδια αρχή», με τον αριθμό 2, παραμένει στην αρχή που εξέδωσε το έγγραφο. Για διοικητικούς λόγους, οι αρμόδιες αρχές είναι δυνατόν να προσθέτουν συμπληρωματικά αντίγραφα στο έντυπο 2.
9. Τα έντυπα εκτυπώνονται σε λευκό χαρτί χωρίς μηχανικό πολτό, κολλαρισμένο για γραφή και βάρους 55 έως 65 γραμμαρίων ανά τετραγωνικό μέτρο. Οι διαστάσεις τους είναι 210 × 297 mm. Το δακτυλογραφικό διάστιχο είναι 4,24 mm (ένα έκτο της ίντσας). Η διάταξη των εντύπων τηρείται αυστηρά. Οι δύο όψεις του αντιτύπου αριθ. 1, που αποτελεί το έγγραφο επιτήρησης καθ’ αυτό, φέρουν επιπλέον εκτυπωμένες κίτρινες σύμπλεκτες γραμμές που καθιστούν εμφανή κάθε παραποίηση με μηχανικά ή χημικά μέσα.
10. Τα κράτη μέλη φέρουν την ευθύνη της εκτύπωσης των εντύπων. Επίσης, τα έντυπα είναι δυνατόν να εκτυπώνονται από τυπογραφεία εγκριθέντα από το κράτος μέλος στο οποίο τα τυπογραφεία είναι εγκατεστημένα. Στην τελευταία περίπτωση, κάθε έντυπο φέρει μνεία της σχετικής έγκρισης. Σε κάθε έντυπο αναγράφεται το όνομα και η διεύθυνση του τυπογράφου ή σημείο με το οποίο είναι δυνατή η αναγνώριση του τυπογράφου.
Άρθρο 11
Όταν απαιτείται από τα συμφέροντα της Κοινότητας, η Επιτροπή δύναται, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας, και εφόσον πιθανολογείται να προκύψει η κατάσταση του άρθρου 15 παράγραφος 1:
— |
να περιορίσει τη διάρκεια ισχύος οιουδήποτε εγγράφου επιτήρησης το οποίο απαιτείται, |
— |
να ζητήσει η έκδοση του εγγράφου αυτού να εξαρτάται από ορισμένες προϋποθέσεις και, κατ’ εξαίρεση, από την ενσωμάτωση ρήτρας ανάκλησης ή, ανάλογα με την περιοδικότητα και για τη διάρκεια που ορίζει η Επιτροπή, από τη διαδικασία προηγουμένης πληροφόρησης και διαβουλεύσεων που αναφέρεται στο άρθρο 3. |
Άρθρο 12
Όταν οι εισαγωγές ενός προϊόντος δεν έχουν τεθεί υπό προηγούμενη κοινοτική επιτήρηση εντός οκτώ εργάσιμων ημερών από το πέρας των διαβουλεύσεων του άρθρου 3, η Επιτροπή δύναται να επιβάλει, σύμφωνα με το άρθρο 17, επιτήρηση περιορισμένη στις εισαγωγές προς μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας.
Άρθρο 13
1. Τα υπό περιφερειακή επιτήρηση προϊόντα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, στην οικεία περιφέρεια, εφόσον προσκομισθεί έγγραφο επιτήρησης. Το έγγραφο αυτό εκδίδεται ατελώς από την αρμόδια αρχή που ορίζει το ή τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, για όλες τις αιτούμενες ποσότητες, εντός προθεσμίας πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή, από την αρμόδια εθνική αρχή, αίτησης οιουδήποτε κοινοτικού εισαγωγέα, ανεξαρτήτως του τόπου εγκατάστασής του στην Κοινότητα. Η αρμόδια εθνική αρχή θεωρείται ότι έχει παραλάβει την αίτηση αυτή το πολύ εντός τριών εργάσιμων ημερών από την υποβολή της, εκτός αποδείξεως του εναντίου. Τα έγγραφα επιτήρησης χρησιμοποιούνται μόνον εφόσον το καθεστώς ελευθέρωσης των εισαγωγών εξακολουθεί να ισχύει για τις συγκεκριμένες συναλλαγές.
2. Εφαρμόζεται το άρθρο 10 παράγραφος 2.
Άρθρο 14
1. Σε περίπτωση που έχει επιβληθεί κοινοτική ή περιφερειακή επιτήρηση, τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή, τις δέκα πρώτες ημέρες κάθε μήνα:
α) |
εφόσον έχει επιβληθεί προηγούμενη επιτήρηση, λεπτομέρειες για τα χρηματικά ποσά (που υπολογίζονται βάσει τιμών cif) και τις ποσότητες των εμπορευμάτων, για τα οποία εκδόθηκαν έγγραφα επιτήρησης κατά τη διάρκεια της προηγούμενης περιόδου· |
β) |
πάντοτε, λεπτομέρειες για τις εισαγωγές οι οποίες πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της περιόδου που προηγείται της περιόδου που αναφέρει στο στοιχείο α). |
Οι πληροφορίες που δίδουν τα κράτη μέλη αναλύονται ανά προϊόν και ανά χώρα.
Είναι δυνατόν να θεσπίζονται διαφορετικές διατάξεις ταυτοχρόνως και κατά την ίδια διαδικασία που ακολουθείται για να επιβληθεί η επιτήρηση.
2. Όταν η φύση των προϊόντων ή ιδιαίτερες περιστάσεις το απαιτούν, η Επιτροπή δύναται, ύστερα από αίτηση ενός κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, να τροποποιεί τα χρονοδιαγράμματα υποβολής των πληροφοριών αυτών.
3. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ V
ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
Άρθρο 15
1. Αν ένα προϊόν εισάγεται στην Κοινότητα σε ποσότητες τόσο αυξημένες ή υπό συνθήκες ή όρους τέτοιους ώστε να προκαλείται ή να απειλείται να προκληθεί σοβαρή ζημία στους κοινοτικούς παραγωγούς ομοειδών προϊόντων ή άμεσα ανταγωνιστικών προϊόντων, η Επιτροπή, προκειμένου να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Κοινότητας, δύναται, κατόπιν αιτήσεως κράτους μέλους ή με δική της πρωτοβουλία, να τροποποιήσει τους κανόνες εισαγωγής του προϊόντος αυτού, προβλέποντας ότι μπορεί να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία μόνο με την προσκόμιση άδειας εισαγωγής, η χορήγηση της οποίας διέπεται από τις διατάξεις και υπόκειται στους περιορισμούς που ορίζει η Επιτροπή.
2. Τα μέτρα που λαμβάνονται κοινοποιούνται χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο και στα κράτη μέλη και παράγουν αποτελέσματα αμέσως.
3. Τα μέτρα που αναφέρει το παρόν άρθρο εφαρμόζονται σε κάθε προϊόν το οποίο τίθεται σε ελεύθερη κυκλοφορία μετά την έναρξη ισχύος τους. Δύνανται, σύμφωνα με το άρθρο 17, να περιορίζονται σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας.
Εντούτοις, τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν τη θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων που ευρίσκονται ήδη καθ’ οδόν προς την Κοινότητα, εφόσον δεν είναι δυνατόν να αλλάξει ο προορισμός τους και εφόσον τα προϊόντα των οποίων η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία, δυνάμει των άρθρων 10 και 13, προϋποθέτει την προσκόμιση εγγράφου επιτήρησης, συνοδεύονται πράγματι από το έγγραφο αυτό.
4. Όταν ένα κράτος μέλος ζητεί την παρέμβαση της Επιτροπής, η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση εντός πέντε το πολύ εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της σχετικής αίτησης.
5. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από την Επιτροπή δυνάμει του παρόντος άρθρου κοινοποιούνται στο Συμβούλιο και στα κράτη μέλη. Κάθε κράτος μέλος δύναται να παραπέμψει την απόφαση αυτή στο Συμβούλιο, εντός ενός μηνός από την ημέρα της κοινοποίησης.
6. Εάν ένα κράτος μέλος παραπέμψει στο Συμβούλιο την απόφαση που έλαβε η Επιτροπή, το Συμβούλιο μπορεί, με ειδική πλειοψηφία, να επικυρώσει, να τροποποιήσει, ή να ακυρώσει την απόφαση της Επιτροπής.
Αν το Συμβούλιο δεν λάβει απόφαση εντός τριών μηνών από την παραπομπή του θέματος σε αυτό, το μέτρο που έλαβε η Επιτροπή θεωρείται ότι έχει ακυρωθεί.
Άρθρο 16
1. Το Συμβούλιο δύναται, με ειδική πλειοψηφία και προτάσει της Επιτροπής, να θεσπίσει τα κατάλληλα μέτρα, ιδίως εάν συντρέχουν οι περιστάσεις που αναφέρει το άρθρο 15 παράγραφος 1.
2. Εφαρμόζεται το άρθρο 15 παράγραφος 3.
Άρθρο 17
Όταν, βάσει ιδίως των παραγόντων που αναφέρει το άρθρο 8, κρίνεται ότι οι όροι οι απαιτούμενοι για τη θέσπιση των μέτρων που προβλέπονται από τον κεφάλαιο IV και το άρθρο 15, πληρούνται σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Κοινότητας, η Επιτροπή, αφού εξετάσει τις εναλλακτικές λύσεις, δύναται να επιτρέπει, κατ’ εξαίρεση, την εφαρμογή μέτρων επιτήρησης ή διασφάλισης που περιορίζονται στην περιφέρεια ή στις περιφέρειες αυτές, αν κρίνει ότι τα μέτρα αυτά, εφαρμοζόμενα σε αυτό το επίπεδο, είναι καταλληλότερα από τα μέτρα που εφαρμόζονται στο σύνολο της Κοινότητας.
Τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι προσωρινά και να διαταράσσουν όσο το δυνατόν λιγότερο τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.
Τα μέτρα αυτά θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στα άρθρα 9 και 15, αντίστοιχα.
Άρθρο 18
1. Κατά την εφαρμογή οποιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που επεβλήθη σύμφωνα με τα κεφάλαια IV και V, διεξάγονται, ύστερα από αίτηση κράτους μέλους ή με πρωτοβουλία της Επιτροπής, διαβουλεύσεις, στο πλαίσιο της επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 3. Ο σκοπός των διαβουλεύσεων αυτών είναι:
α) |
να εξετασθούν οι επιπτώσεις του μέτρου αυτού· |
β) |
να διαπιστωθεί εάν η εφαρμογή του εξακολουθεί να είναι αναγκαία. |
2. Όταν, μετά τις διαβουλεύσεις που αναφέρει η παράγραφος 1, η Επιτροπή κρίνει ότι επιβάλλεται η κατάργηση ή η τροποποίηση οιουδήποτε μέτρου επιτήρησης ή διασφάλισης που προβλέπεται στα κεφάλαια IV και V, ακολουθεί την εξής διαδικασία:
α) |
όταν το Συμβούλιο δεν έχει λάβει απόφαση για ένα μέτρο που επέβαλε η Επιτροπή, αυτή το τροποποιεί ή το καταργεί χωρίς καθυστέρηση και υποβάλλει αμέσως έκθεση στο Συμβούλιο· |
β) |
σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η Επιτροπή προτείνει στο Συμβούλιο να καταργηθούν ή να τροποποιηθούν τα εκδοθέντα από αυτό μέτρα. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία. |
Όταν η απόφαση αυτή αφορά περιφερειακά μέτρα επιτήρησης, εφαρμόζεται από την έκτη μέρα μετά τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI
ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 19
1. Ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από ειδικούς κανόνες που περιέχονται στις συμφωνίες που συνάπτονται μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών.
2. Με την επιφύλαξη άλλων κοινοτικών διατάξεων, ο παρών κανονισμός δεν εμποδίζει τη θέσπιση ή την εφαρμογή από τα κράτη μέλη:
α) |
απαγορεύσεων, ποσοτικών περιορισμών ή μέτρων επιτήρησης που επιβάλλονται για λόγους δημόσιας ηθικής, δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας, προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή προφυλάξεως των φυτών, προστασίας των εθνικών θησαυρών που έχουν καλλιτεχνική, ιστορική ή αρχαιολογική αξία, ή προστασίας της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας· |
β) |
ειδικών συναλλαγματικών διατυπώσεων· |
γ) |
διατυπώσεων που εισάγονται δυνάμει διεθνών συμφωνιών σύμφωνα με τη συνθήκη. |
Τα κράτη μέλη πληροφορούν την Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα ή τις διατυπώσεις που πρέπει να προβλεφθούν ή να τροποποιηθούν δυνάμει της παρούσας παραγράφου. Σε περίπτωση άκρως επείγουσας ανάγκης, τα εν λόγω εθνικά μέτρα ή διατυπώσεις ανακοινώνονται στην Επιτροπή αμέσως μόλις θεσπιστούν.
Άρθρο 20
1. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει την εφαρμογή των πράξεων για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών ή των κοινοτικών και των εθνικών διοικητικών διατάξεων που απορρέουν από τις πράξεις αυτές, ή των ειδικών πράξεων που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 308 της συνθήκης και εφαρμόζονται στα εμπορεύματα που προκύπτουν από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται ως συμπλήρωμα αυτών των πράξεων.
2. Τα άρθρα 9 έως 14 και το άρθρο 18 δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα που υπάγονται στις αναφερόμενες από την παράγραφο 1 πράξεις και για τα οποία, βάσει του κοινοτικού καθεστώτος συναλλαγών με τρίτες χώρες, απαιτείται η προσκόμιση αδείας ή άλλου εγγράφου εισαγωγής.
Τα άρθρα 15, 17 και 18 δεν εφαρμόζονται στα προϊόντα για τα οποία το καθεστώς αυτό προβλέπει τη δυνατότητα εφαρμογής ποσοτικών περιορισμών κατά την εισαγωγή.
Άρθρο 21
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 519/94 καταργείται.
Οι αναφορές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως αναφορές στον παρόντα κανονισμό και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος IV.
Άρθρο 22
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.
Βρυξέλλες, 7 Ιουλίου 2009.
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
A. BORG
(1) ΕΕ L 67 της 10.3.1994, σ. 89.
(2) Βλέπε παράρτημα ΙΙΙ.
(3) ΕΕ L 87 της 31.3.1994, σ. 47.
(4) ΕΕ L 335 της 23.12.1994, σ. 23.
(5) ΕΕ L 335 της 23.12.1994, σ. 33.
(6) ΕΕ L 67 της 10.3.1994, σ. 1.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
ΚΑΤΆΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΤΡΊΤΩΝ ΧΩΡΏΝ
|
Αζερμπαϊτζάν |
|
Αρμενία |
|
Βιετνάμ |
|
Βόρεια Κορέα |
|
Καζαχστάν |
|
Λευκορωσία |
|
Ουζμπεκιστάν |
|
Ρωσία |
|
Τατζικιστάν |
|
Τουρκμενιστάν |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ
ΚΑΤΑΡΓΟΎΜΕΝΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ ΜΕ ΚΑΤΆΛΟΓΟ ΤΩΝ ΔΙΑΔΟΧΙΚΏΝ ΤΡΟΠΟΠΟΙΉΣΕΏΝ ΤΟΥ
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 519/94 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1921/94 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 538/95 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 839/95 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 139/96 του Συμβουλίου |
Μόνο το άρθρο 2 |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 168/96 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 752/96 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1897/96 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 847/97 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1138/98 του Συμβουλίου |
|
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 427/2003 του Συμβουλίου |
Μόνο το άρθρο 22 παράγραφοι 1 και 2 |
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 110/2009 |
|
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 519/94 |
Παρών κανονισμός |
Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 1 παράγραφοι 1 και 2 |
Άρθρο 1 παράγραφος 4 |
— |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 2 |
Άρθρο 3, αρχική πρόταση |
Άρθρο 3 παράγραφος 1 |
Άρθρο 3, δεύτερη πρόταση |
Άρθρο 3 παράγραφος 2 |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 4 |
Άρθρο 5 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση |
Άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, εισαγωγική φράση, αρχικές λέξεις |
Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο α) |
Άρθρο 5 παράγραφος 1, πρώτο εδάφιο, εισαγωγική πρόταση, τελικές λέξεις και στοιχεία α), β) και γ) |
Άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) |
Άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 5 παράγραφοι 2 έως 6 |
Άρθρο 5 παράγραφοι 2 έως 6 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 6 |
Άρθρο 7 παράγραφος 1 |
Άρθρο 7 παράγραφος 1 |
Άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο α) |
Άρθρο 7 παράγραφος 2 |
Άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 7 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο β) δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 7 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 7 παράγραφος 3 |
Άρθρο 7 παράγραφος 4 |
Άρθρο 7 παράγραφος 4 |
Άρθρο 7 παράγραφος 5 |
Άρθρα 8 έως 14 |
Άρθρα 8 έως 14 |
Άρθρο 15 παράγραφος 1 και 2 |
Άρθρο 15 παράγραφος 1 και 2 |
Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο α) |
Άρθρο 15 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 15 παράγραφος 3 στοιχείο β) |
Άρθρο 15 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 15 παράγραφοι 4, 5 και 6 |
Άρθρο 15 παράγραφοι 4, 5 και 6 |
Άρθρα 16, 17 και 18 |
Άρθρα 16, 17 και 18 |
Άρθρο 19 παράγραφος 1 |
Άρθρο 19 παράγραφος 1 |
Άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο α), εισαγωγική φράση |
Άρθρο 19 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο, εισαγωγική φράση |
Άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία i), ii) και iii) |
Άρθρο 19 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο στοιχεία α), β) και γ) |
Άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο β) |
Άρθρο 19 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 20 |
Άρθρο 21 |
— |
Άρθρο 22 |
— |
Άρθρο 23 |
— |
— |
Άρθρο 21 |
Άρθρο 24 |
Άρθρο 22 |
Παράρτημα Ι |
Παράρτημα Ι |
Παράρτημα ΙV |
Παράρτημα ΙΙ |
— |
Παράρτημα ΙΙΙ |
— |
Παράρτημα ΙV |