Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32009L0032

    Οδηγία 2009/32/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009 , για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τους διαλύτες εκχύλισης οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των τροφίμων και των συστατικών τους (αναδιατύπωση) (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΕΕ L 141 της 6.6.2009, p. 3–11 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

    Το έγγραφο αυτό έχει δημοσιευτεί σε ειδική έκδοση (HR)

    Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 16/02/2023

    ELI: http://data.europa.eu/eli/dir/2009/32/oj

    6.6.2009   

    EL

    Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

    L 141/3


    ΟΔΗΓΊΑ 2009/32/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

    της 23ης Απριλίου 2009

    για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τους διαλύτες εκχύλισης οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των τροφίμων και των συστατικών τους

    (αναδιατύπωση)

    (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

    ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

    Έχοντας υπόψη:

    τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

    την πρόταση της Επιτροπής,

    τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

    Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

    Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

    (1)

    H οδηγία 88/344/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν τους διαλύτες εκχύλισης οι οποίοι χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των τροφίμων και των συστατικών τους (3) έχει τροποποιηθεί επανειλημμένως και ουσιωδώς (4). Δεδομένων των νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωσή της.

    (2)

    Οι διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών που αφορούν τους διαλύτες εκχύλισης εμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των τροφίμων, μπορούν να οδηγήσουν σε άνισους όρους ανταγωνισμού και έχουν συνεπώς άμεση επίπτωση στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

    (3)

    H προσέγγιση αυτών των νομοθεσιών είναι συνεπώς αναγκαία για να επιτευχθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των τροφίμων.

    (4)

    Οι νομοθεσίες σχετικά με τους διαλύτες εκχύλισης που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στα τρόφιμα πρέπει να λαμβάνουν καταρχήν υπόψη τους κανόνες για την ανθρώπινη υγεία αλλά επίσης, στο βαθμό που απαιτείται για λόγους προστασίας της υγείας, τις οικονομικές και τεχνικές ανάγκες.

    (5)

    Μια τέτοια προσέγγιση πρέπει να συνεπάγεται την κατάρτιση ενιαίου καταλόγου διαλυτών εκχύλισης για την παρασκευή τροφίμων, ή άλλων συστατικών τροφίμων. Πρέπει επίσης να καθοριστούν γενικά κριτήρια καθαρότητας.

    (6)

    H χρήση διαλύτη εκχύλισης υπό καλές παρασκευαστικές συνθήκες πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση όλων ή του μεγαλύτερου μέρους των υπολειμμάτων διαλυτών από τα τρόφιμα ή τα συστατικά τους.

    (7)

    Υπό τις συνθήκες αυτές, η παρουσία υπολειμμάτων ή παραγώγων στο τελικό τρόφιμο ή το συστατικό μπορεί να είναι αθέλητη αλλά τεχνικώς αναπόφευκτη.

    (8)

    Ένας ειδικός περιορισμός, αν και είναι γενικά χρήσιμος, δεν είναι αναγκαίος για τις ουσίες του μέρους I του παραρτήματος Ι που είναι αποδεκτές από άποψη ασφάλειας για τον καταναλωτή, αν οι ουσίες αυτές χρησιμοποιούνται υπό συνθήκες ορθής παρασκευαστικής πρακτικής.

    (9)

    Για να ληφθεί υπόψη η προστασία της δημόσιας υγείας, πρέπει να καθοριστούν οι συνθήκες χρήσης των άλλων διαλυτών εκχύλισης που αναφέρονται στα μέρη II και III του παραρτήματος Ι, καθώς και η αποδεκτή μέγιστη περιεκτικότητα σε υπολείμματα στα τρόφιμα και τα συστατικά τους.

    (10)

    Πρέπει να καθοριστούν ειδικά κριτήρια καθαρότητας για τους διαλύτες εκχύλισης, καθώς και οι μέθοδοι ανάλυσης και δειγματοληψίας των διαλυτών εκχύλισης μέσα και πάνω στα τρόφιμα.

    (11)

    Εάν από νέα στοιχεία προκύπτει ότι η χρησιμοποίηση διαλύτη εκχύλισης που προβλέπεται στην παρούσα οδηγία ενδέχεται να αποτελεί κίνδυνο για την υγεία, τα κράτη μέλη πρέπει να μπορούν να αναστέλλουν ή να περιορίζουν αυτή τη χρησιμοποίηση ή να μειώνουν τα προβλεπόμενα όρια, μέχρις ότου ληφθεί απόφαση σε κοινοτικό επίπεδο.

    (12)

    Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (5).

    (13)

    Ενδείκνυται ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να τροποποιεί τον κατάλογο των διαλυτών εκχύλισης, που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την κατεργασία πρώτων υλών, τροφίμων, υλικών παρασκευής τροφίμων ή των συστατικών τους, καθώς και τις συνθήκες χρήσης τους και τα ανώτατα όρια υπολειμμάτων, και να καθορίζει ειδικά κριτήρια καθαρότητας για τους διαλύτες εκχύλισης και τις μεθόδους ανάλυσης που είναι αναγκαίες για τον έλεγχο της τήρησης των γενικών και ειδικών κριτηρίων καθαρότητας, όπως και μεθόδους ανάλυσης και τρόπους δειγματοληψίας των διαλυτών εκχύλισης μέσα και πάνω στα τρόφιμα. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβελείας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση ορισμένων μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, πρέπει να θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

    (14)

    Για λόγους αποτελεσματικότητας, οι κανονικές προθεσμίες της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο πρέπει να συντέμνονται όσον αφορά τη θέσπιση τροποποιήσεων του καταλόγου των διαλυτών εκχύλισης, που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την κατεργασία πρώτων υλών, τροφίμων, υλικών παρασκευής τροφίμων ή των συστατικών τους, τον προσδιορισμό των συνθηκών χρήσης τους και των ανωτάτων ορίων των υπολειμμάτων, καθώς και τον καθορισμό ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τους διαλύτες εκχύλισης.

    (15)

    Όταν, για επιτακτικούς λόγους επείγοντος, ειδικότερα στις περιπτώσεις που υφίσταται κίνδυνος για την ανθρώπινη υγεία, δεν είναι δυνατή η τήρηση των κανονικών προθεσμιών της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να εφαρμόζει την προβλεπόμενη στο άρθρο 5α παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ διαδικασία κατεπείγοντος, για τη θέσπιση τροποποιήσεων του καταλόγου διαλυτών εκχύλισης, που επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται για την κατεργασία πρώτων υλών, τροφίμων, υλικών παρασκευής τροφίμων ή των συστατικών τους, για τον προσδιορισμό των συνθηκών χρήσης τους και των ανώτατων ορίων υπολειμμάτων, και τον καθορισμό ειδικών κριτηρίων καθαρότητας για τους διαλύτες εκχύλισης, καθώς και για τη θέσπιση τροποποιήσεων της παρούσας οδηγίας όταν αποδεικνύεται ότι η χρήση στα τρόφιμα μιας από τις ουσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα I ή η παρουσία ενός ή περισσοτέρων από τα παρασκευαστικά υλικά που αναφέρονται στο άρθρο 3 ενδέχεται να βλάψει την ανθρώπινη υγεία, μολονότι τηρούνται οι όροι της παρούσας οδηγίας.

    (16)

    Τα εισαγόμενα στην παρούσα οδηγία νέα στοιχεία αναφέρονται αποκλειστικά στις διαδικασίες επιτροπής. Συνεπώς, παρέλκει η ενσωμάτωσή τους από τα κράτη μέλη στο εθνικό δίκαιο.

    (17)

    Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Β,

    ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

    Άρθρο 1

    1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους διαλύτες εκχύλισης που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στην παρασκευή τροφίμων ή των συστατικών τους.

    Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στους διαλύτες εκχύλισης που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή προσθέτων τροφίμων, βιταμινών και άλλων θρεπτικών προσθέτων, παρά μόνον αν αυτά τα πρόσθετα τροφίμων, βιταμίνες και άλλα θρεπτικά πρόσθετα περιλαμβάνονται σε έναν από τους πίνακες του παραρτήματος I.

    Πάντως τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η χρησιμοποίηση προσθέτων τροφίμων, βιταμινών και άλλων θρεπτικών προσθέτων να μην συνεπάγεται επικίνδυνη, για την ανθρώπινη υγεία, περιεκτικότητα των τροφίμων σε υπολείμματα διαλυτών εκχύλισης.

    Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των εκδιδομένων διατάξεων στα πλαίσια ειδικότερων κοινοτικών ρυθμίσεων.

    2.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

    α)

    «διαλύτης»: κάθε ουσία που μπορεί να διαλύσει τρόφιμο ή οποιοδήποτε παρασκευαστικό υλικό του συμπεριλαμβανομένης κάθε πρόσμειξης που υπάρχει επάνω ή μέσα στο τρόφιμο αυτό·

    β)

    «διαλύτης εκχύλισης»: ένας διαλύτης που χρησιμοποιείται στη διαδικασία εκχύλισης κατά την κατεργασία πρώτων υλών, τροφίμων, υλικών παρασκευής ή συστατικών των προϊόντων αυτών, ο οποίος απομακρύνεται, αλλά ο οποίος είναι δυνατόν να προκαλέσει την αθέλητη αλλά τεχνικά αναπόφευκτη παρουσία υπολειμμάτων ή παραγώγων στο τρόφιμο ή το συστατικό τροφίμου.

    Άρθρο 2

    1.   Τα κράτη μέλη επιτρέπουν να χρησιμοποιούνται, ως διαλύτες εκχύλισης κατά την παρασκευή τροφίμων ή συστατικών τους, οι ουσίες και οι ύλες που απαριθμούνται στο παράρτημα I, υπό τις συνθήκες χρήσης και εντός των ανώτατων ορίων υπολειμμάτων που ενδεχομένως καθορίζονται σ’ αυτό.

    Τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύουν, να περιορίζουν ή να εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά τροφίμων ή συστατικών τους, για λόγους που αφορούν τους χρησιμοποιούμενους διαλύτες εκχύλισης ή τα υπολείμματά τους, εφόσον αυτοί ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.

    2.   Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπουν τη χρήση, ως διαλυτών εκχύλισης, άλλων ουσιών και υλών και δεν μπορούν να διευρύνουν τις συνθήκες χρήσης και τα αποδεκτά ανώτατα όρια υπολειμμάτων των διαλυτών εκχύλισης που απαριθμούνται στο παράρτημα Ι πέραν των προσδιοριζομένων σ’ αυτό ορίων.

    3.   Το νερό, ενδεχομένως με την προσθήκη ουσιών που ρυθμίζουν την οξύτητα ή την αλκαλικότητα, καθώς και άλλες διατροφικές ουσίες που έχουν ιδιότητες διαλύτη, επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ως διαλύτες εκχύλισης κατά την παρασκευή τροφίμων ή των συστατικών τους.

    Άρθρο 3

    Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι ουσίες και οι ύλες που αναφέρονται ως διαλύτες εκχύλισης στο παράρτημα I ανταποκρίνονται στα ακόλουθα γενικά και ειδικά κριτήρια καθαρότητας:

    α)

    δεν περιέχουν στοιχεία ή ουσίες, σε τοξικολογικά επικίνδυνες ποσότητες·

    β)

    με την επιφύλαξη τυχόν παρεκκλίσεων που προβλέπονται από τα ειδικά κριτήρια καθαρότητας τα οποία καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχείο δ), δεν περιέχουν περισσότερο από 1 mg/kg αρσενικού ή περισσότερο από 1 mg/kg μολύβδου·

    γ)

    πληρούν τα ειδικά κριτήρια καθαρότητας που καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 στοιχείο δ).

    Άρθρο 4

    Η Επιτροπή καθορίζει τα ακόλουθα:

    α)

    τις τροποποιήσεις του παραρτήματος I που είναι αναγκαίες υπό το φως της επιστημονικής και τεχνικής προόδου όσον αφορά τη χρήση των διαλυτών, τις συνθήκες χρήσης και τα ανώτατα όρια υπολειμμάτων·

    β)

    τις μεθόδους ανάλυσης που είναι αναγκαίες για τον έλεγχο της τήρησης των γενικών και ειδικών κριτηρίων καθαρότητας που προβλέπει το άρθρο 3·

    γ)

    τον τρόπο δειγματοληψίας και τις μεθόδους ποιοτικής και ποσοτικής ανάλυσης των διαλυτών εκχύλισης που απαριθμούνται στο παράρτημα I και χρησιμοποιούνται στα τρόφιμα ή στα συστατικά τους·

    δ)

    εφόσον χρειάζεται, τα ειδικά κριτήρια καθαρότητας για τους διαλύτες εκχύλισης που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I, και ιδίως τις επιτρεπτές ανώτατες περιεκτικότητες υδραργύρου και καδμίου στους διαλύτες αυτούς.

    Τα μέτρα που αναφέρονται στα στοιχεία β) και γ) του πρώτου εδαφίου και αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων, διά της συμπλήρωσής της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 6 παράγραφος 2.

    Τα μέτρα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και δ) του πρώτου εδαφίου, τα οποία αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, μεταξύ άλλων συμπληρώνοντάς την, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 6 παράγραφος 3.

    Στις περιπτώσεις που είναι αναγκαίο, τα μέτρα που αναφέρονται στα στοιχεία α) και δ) του πρώτου εδαφίου, εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία κατεπείγοντος, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 6 παράγραφος 4.

    Άρθρο 5

    1.   Όταν, λόγω νέων στοιχείων ή λόγω επανεκτίμησης των υπαρχόντων στοιχείων που γίνεται μετά την έκδοση της παρούσας οδηγίας, ένα κράτος μέλος επικαλείται συγκεκριμένους λόγους που αποδεικνύουν ότι η χρήση στα τρόφιμα μιας από τις ουσίες που απαριθμούνται στο παράρτημα I ή η παρουσία ενός ή περισσοτέρων από τα παρασκευαστικά υλικά που αναφέρονται στο άρθρο 3 ενδέχεται να βλάψει την ανθρώπινη υγεία, μολονότι τηρούνται οι όροι της παρούσας οδηγίας, αυτό το κράτος μέλος μπορεί να αναστείλει ή να περιορίσει προσωρινά την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων στο έδαφός του. Ενημερώνει αμέσως τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή σχετικά αιτιολογώντας την απόφασή του.

    2.   Η Επιτροπή εξετάζει το ταχύτερο δυνατό τους λόγους που επικαλείται το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, συμβουλεύεται την μόνιμη επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1, και, κατόπιν, διατυπώνει αμέσως τη γνώμη της και λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα· τα μέτρα αυτά μπορούν να αντικαταστήσουν εκείνα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

    3.   Αν η Επιτροπή θεωρεί αναγκαίες τις τροποποιήσεις της παρούσας οδηγίας για να επιλυθούν οι δυσκολίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και για να εξασφαλιστεί η προστασία της ανθρώπινης υγείας, θεσπίζει τις τροποποιήσεις αυτές.

    Τα εν λόγω μέτρα, τα οποία αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία κατεπείγοντος, στην οποία παραπέμπει το άρθρο 6 παράγραφος 4.

    Στην περίπτωση που ένα κράτος μέλος έχει θεσπίσει μέτρα διασφάλισης, μπορεί να εξακολουθήσει να τα εφαρμόζει μέχρις ότου αρχίσουν να ισχύουν στο έδαφός του οι εν λόγω τροποποιήσεις.

    Άρθρο 6

    1.   Η Επιτροπή επικουρείται από τη μόνιμη επιτροπή για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων, που συστάθηκε με το άρθρο 58 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφαλείας των τροφίμων (6).

    2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4, και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

    3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και 5 στοιχείο β), και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

    Οι προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 5α παράγραφος 3 στοιχείο γ), και παράγραφος 4 στοιχεία β) και ε), της απόφασης 1999/468/ΕΚ ορίζονται, αντίστοιχα, σε δύο μήνες, σε ένα μήνα και σε δύο μήνες.

    4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6, και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

    Άρθρο 7

    1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίζουν ότι οι ουσίες που παρατίθενται στο παράρτημα I και προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως διαλύτες εκχύλισης σε τρόφιμα, θα διατίθενται στην αγορά μόνον εφόσον στις συσκευασίες, τα δοχεία ή τις ετικέτες αναγράφονται κατά τρόπο ευδιάκριτο, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο οι εξής ενδείξεις:

    α)

    η εμπορική ονομασία, όπως αναφέρεται στο παράρτημα Ι·

    β)

    σαφής ένδειξη ότι η ποιότητα της ουσίας είναι κατάλληλη για να χρησιμοποιείται για την εκχύλιση τροφίμων ή συστατικών τροφίμων·

    γ)

    ένδειξη για την ταυτοποίηση της παρτίδας·

    δ)

    το όνομα ή εταιρική επωνυμία και η διεύθυνση του κατασκευαστή, συσκευαστή, ή πωλητή εγκατεστημένου στην Κοινότητα·

    ε)

    η ονομαστική καθαρή ποσότητα εκφρασμένη σε μονάδες όγκου·

    στ)

    αν είναι αναγκαίο, οι ειδικές συνθήκες διατήρησης ή χρήσης.

    2.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, οι ενδείξεις που αναφέρονται στα στοιχεία γ), δ), ε) και στ) της παραγράφου αυτής, επιτρέπεται να αναγράφονται μόνον στα εμπορικά έγγραφα της παρτίδας, που θα παραδίδονται κατά ή πριν από την παράδοση.

    3.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει σαφέστερες ή εκτενέστερες κοινοτικές διατάξεις που αφορούν το βάρος και τα μέτρα ή διατάξεις που εφαρμόζονται στην ταξινόμηση, τη συσκευασία και την επισήμανση των επικίνδυνων ουσιών και μειγμάτων.

    4.   Τα κράτη μέλη αποφεύγουν να θεσπίζουν απαιτήσεις λεπτομερέστερες από εκείνες που προβλέπονται στο παρόν άρθρο όσον αφορά τον τρόπο αναγραφής των προβλεπόμενων ενδείξεων.

    Τα κράτη μέλη φροντίζουν, εντούτοις, να διασφαλίζουν ότι η πώληση διαλυτών εκχύλισης στο έδαφός τους απαγορεύεται στην περίπτωση που οι προβλεπόμενες από το παρόν άρθρο ενδείξεις δεν αναγράφονται σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους αγοραστές, εκτός αν έχουν ληφθεί άλλα μέτρα για την πληροφόρησή τους. Η παρούσα διάταξη δεν εμποδίζει την αναγραφή των ενδείξεων αυτών σε περισσότερες γλώσσες.

    Άρθρο 8

    1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης στους διαλύτες εκχύλισης που χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στην παρασκευή τροφίμων ή συστατικών τροφίμων που εισάγονται στην Κοινότητα.

    2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται ούτε στους διαλύτες εκχύλισης ούτε στα τρόφιμα που προορίζονται να εξαχθούν από την Κοινότητα.

    Άρθρο 9

    Η οδηγία 88/344/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με τις πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Α, καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες μεταφοράς που εμφαίνονται στο παράρτημα ΙΙ μέρος Β.

    Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΙΙΙ.

    Άρθρο 10

    Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

    Άρθρο 11

    Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

    Στρασβούργο, 23 Απριλίου 2009.

    Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    H.-G. PÖTTERING

    Για το Συμβούλιο

    Ο Πρόεδρος

    P. NEČAS


    (1)  ΕΕ C 224 της 30.8.2008, σ. 87.

    (2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Σεπτεμβρίου 2008 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 23ης Μαρτίου 2009.

    (3)  ΕΕ L 157 της 24.6.1988, σ. 28.

    (4)  Βλέπε παράρτημα ΙΙ μέρος Α.

    (5)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

    (6)  ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

    ΔΙΑΛΥΤΕΣ ΕΚΧΥΛΙΣΗΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΠΡΩΤΩΝ ΥΛΩΝ, ΤΡΟΦΙΜΩΝ, ΥΛΙΚΩΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΤΡΟΦΙΜΩΝ Ή ΤΩΝ ΣΥΣΤΑΤΙΚΩΝ ΤΟΥΣ

    ΜΕΡΟΣ Ι

    Διαλύτες εκχύλισης που πρέπει να χρησιμοποιούνται υπό συνθήκες ορθής παρασκευαστικής πρακτικής για όλες τις χρήσεις  (1)

    Ονομασία:

     

    Προπάνιο

     

    Βουτάνιο

     

    Οξικός αιθυλεστέρας

     

    Αιθανόλη

     

    Διοξείδιο του άνθρακα

     

    Ακετόνη (2)

     

    Υποξείδιο του αζώτου

    ΜΕΡΟΣ ΙΙ

    Διαλύτες εκχύλισης για τους οποίους προσδιορίζονται οι συνθήκες χρήσης

    Ονομασία

    Συνθήκες χρήσεις

    (συνοπτική περιγραφή της εκχύλισης)

    Μέγιστη περιεκτικότητα σε υπολείμματα στα τρόφιμα ή τα συστατικά τους που παραλήφθηκαν με εκχύλιση

    Εξάνιο (3)

    Παρασκευή ή κλασματική απόσταξη λιπών και ελαίων και παραγωγή βουτύρου κακάο

    1 mg/kg στο λίπος ή στο λάδι ή στο βούτυρο κακάο

    Παρασκευή προϊόντων με βάση απολιπανθείσες πρωτεΐνες και απολιπανθέντα άλευρα

    10 mg/kg στο τρόφιμο που περιέχει το προϊόν που παρασκευάζεται με βάση απολιπανθείσες πρωτεΐνες και απολιπανθέντα άλευρα

    30 mg/kg στα απολιπανθέντα προϊόντα σόγιας όπως πωλούνται στον τελικό καταναλωτή

    Παρασκευή απολιπανθέντων φύτρων σιτηρών

    5 mg/kg στα απολιπανθέντα φύτρα σιτηρών

    Οξικός μεθυλεστέρας

    Αφαίρεση της καφεΐνης ή ερεθιστικών και πικρών υλών από τον καφέ και το τσάι

    20 mg/kg στον καφέ ή το τσάι

    Παρασκευάσματα ζάχαρης από μελάσσα

    1 mg/kg στη ζάχαρη

    Μεθυλυαιθυλοκετόνη (4)

    Κλασματική απόσταξη λιπών και ελαίων

    5 mg/kg στο λίπος ή το έλαιο

    Αφαίρεση της καφεΐνης ή ερεθιστικών και πικρών υλών από τον καφέ και το τσάι

    20 mg/kg στον καφέ ή το τσάι

    Διχλωρομεθάνιο

    Αφαίρεση της καφεΐνης ή ερεθιστικών και πικρών υλών από τον καφέ και το τσάι

    2 mg/kg στον καβουρδισμένο καφέ και 5 mg/kg στο τσάι

    Μεθανόλη

    Για όλες τις χρήσεις

    10 mg/kg

    Προπανόλη-2

    Για όλες τις χρήσεις

    10 mg/kg

    ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

    Διαλύτες εκχύλισης για τους οποίους προσδιορίζονται οι συνθήκες χρήσης

    Ονομασία

    Μέγιστη περιεκτικότητα σε υπολείμματα στα τρόφιμα που οφείλονται στους διαλύτες εκχύλισης κατά την προετοιμασία αρωματικών υλών από φυσικές αρωματικές ύλες

    Διαιθυλαιθέρας

    2 mg/kg

    Εξάνιο (5)

    1 mg/kg

    Κυκλοεξάνιο

    1 mg/kg

    Οξικός μεθυλεστέρας

    1 mg/kg

    Βουτανόλη-1

    1 mg/kg

    Βουτανόλη-2

    1 mg/kg

    Μεθυλοαιθυλοκετόνη (5)

    1 mg/kg

    Διχλωρομεθάνιο

    0,02 mg/kg

    Προπανόλη-1

    1 mg/kg

    1,1,1,2-τετραφθοροαιθάνιο

    0,02 mg/kg


    (1)  Ένας διαλύτης εκχύλισης θεωρείται ότι χρησιμοποιείται υπό συνθήκες ορθής παρασκευαστικής πρακτικής εφόσον η χρήση του αφήνει υπολείμματα ή παράγωγα μόνο σε ποσότητες τεχνικά αναπόφευκτες που δεν ενέχουν κίνδυνο για την ανθρώπινη υγεία.

    (2)  Απαγορεύεται η χρήση ακετόνης στον εξευγενισμό του πυρηνελαίου.

    (3)  Εξάνιο: προϊόν του εμπορίου το οποίο αποτελείται κυρίως από κεκορεσμένους ακύκλους υδρογονάνθρακες περιέχοντες 6 άτομα άνθρακα και το οποίο αποστάζεται μεταξύ 64 °C και 70 °C. Η συνδυασμένη χρήση του εξανίου και της μεθυλοαιθυλοκετόνης απαγορεύεται.

    (4)  Η περιεκτικότητα αυτού του διαλύτη n-εξάνιο δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 50 mg/kg. Η συνδυασμένη χρήση του εξανίου και της μεθυλοαιθυλοκετόνης απαγορεύεται.

    (5)  Η συνδυασμένη χρήση του εξανίου και της μεθυλοαιθυλοκετόνης απαγορεύεται.


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

    ΜΕΡΟΣ Α

    Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της

    (κατά το άρθρο 9)

    Οδηγία 88/344/ΕΟΚ του Συμβουλίου

    (ΕΕ L 157 της 24.6.1988, σ. 28)

     

    Οδηγία 92/115/ΕΟΚ του Συμβουλίου

    (ΕΕ L 409 της 31.12.1992, σ. 31)

     

    Οδηγία 94/52/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    (ΕΕ L 331 της 21.12.1994, σ. 10)

     

    Οδηγία 97/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    (ΕΕ L 331 της 3.12.1997, σ. 7)

     

    Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

    (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1)

    Μόνον το σημείο 9 του παραρτήματος III

    ΜΕΡΟΣ B

    Καταληκτικές ημερομηνίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο

    (κατά το άρθρο 9)

    Οδηγία

    Λήξη της προθεσμίας ενσωμάτωσης

    88/344/ΕΟΚ

    13 Ιουνίου 1991

    92/115/ΕΟΚ

    α)

    1 Ιουλίου 1993

    β)

    1 Ιανουαρίου 1994 (1)

    94/52/ΕΚ

    7 Δεκεμβρίου 1995

    97/60/ΕΚ

    α)

    27 Οκτωβρίου 1998

    β)

    27 Απριλίου 1999 (2)

    (1)  Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 92/115/ΕΟΚ:

    «Τα κράτη μέλη τροποποιούν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές τους διατάξεις κατά τρόπον ώστε:

    να επιτρέπεται το εμπόριο προϊόντων που ανταποκρίνονται στην παρούσα οδηγία το αργότερο από 1ης Ιουλίου 1993,

    να απαγορεύεται το εμπόριο προϊόντων που δεν ανταποκρίνονται στην παρούσα οδηγία από 1ης Ιανουαρίου 1994.».

    (2)  Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 της οδηγίας 97/60/ΕΚ:

    «Τα κράτη μέλη τροποποιούν τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές τους διατάξεις κατά τρόπον ώστε:

    να επιτραπεί το εμπόριο προϊόντων που ανταποκρίνονται στην οδηγία 88/344/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την παρούσα οδηγία, το αργότερο στις 27 Οκτωβρίου 1998,

    να απαγορευθεί το εμπόριο προϊόντων που δεν ανταποκρίνονται στην οδηγία 88/344/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την παρούσα οδηγία, στις 27 Απριλίου 1999. Ωστόσο, τα προϊόντα που έχουν διατεθεί στην αγορά ή στα οποία έχει επικολληθεί ετικέτα πριν από αυτή την ημερομηνία και δεν ανταποκρίνονται στην οδηγία 88/344/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με την παρούσα οδηγία, μπορούν να διατίθενται στην αγορά μέχρις εξαντλήσεως των αποθεμάτων.».


    ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

    Πίνακας αντιστοίχιας

    Οδηγία 88/344/ΕΟΚ

    Παρούσα οδηγία

    Άρθρο 1 παράγραφος 1

    Άρθρο 1 παράγραφος 1

    Άρθρο 1 παράγραφος 3

    Άρθρο 1 παράγραφος 2

    Άρθρο 2 παράγραφος 1

    Άρθρο 2 παράγραφος 1

    Άρθρο 2 παράγραφος 2

    Άρθρο 2 παράγραφος 2

    Άρθρο 2 παράγραφος 3

    Άρθρο 2 παράγραφος 4

    Άρθρο 2 παράγραφος 3

    Άρθρο 3

    Άρθρο 3

    Άρθρο 4

    Άρθρο 4

    Άρθρο 5

    Άρθρο 5

    Άρθρο 6 παράγραφος 1

    Άρθρο 6 παράγραφος 1

    Άρθρο 6 παράγραφος 2

    Άρθρο 6 παράγραφος 3

    Άρθρο 6 παράγραφος 2

    Άρθρο 6 παράγραφος 3

    Άρθρο 6 παράγραφος 4

    Άρθρο 7

    Άρθρο 7

    Άρθρο 8

    Άρθρο 8

    Άρθρο 9

    Άρθρο 9

    Άρθρο 10

    Άρθρο 10

    Άρθρο 11

    παράρτημα

    παράρτημα Ι

    παράρτημα ΙΙ

    παράρτημα ΙΙΙ


    Top